The Beatles: Get Back – δεκαετίες μετά μύθοι και αλήθειες για τη μπάντα που άλλαξε την pop κουλτούρα και όχι μόνο

image_pdfimage_print

“Everybody had a hard year, everybody had a good time.”

του Μάριου Αυγουστάτου

Το “the Beatles – Get Back” του Peter Jackson, ένα 8ωρο ντοκιμαντέρ σε 3 επεισόδια καταρρίπτει μύθους δεκαετιών για το κουαρτέτο απ’ το Λίβερπουλ. Μια μπάντα που προήλθε από τα σπλάχνα της εργατικής τάξης και κατάφερε να φτάσει στην κορυφή του κόσμου.

Είμαστε στις αρχές του 1969, στα τέλη της δεκαετίας του ‘60, μια εποχή ιστορική για πολλούς λόγους. Το 1968, η αμέσως προηγούμενη χρονιά ήταν ταραχώδης σε σχέση με τις κοινωνικές, πολιτικές και πολιτισμικές εξελίξεις. Μέσα σε λίγους μήνες είχε γίνει η Άνοιξη της Πράγας, το αντιπολεμικό κίνημα ήταν μαζικότατο με επίκεντρο τον πόλεμο στο Βιετνάμ και τεράστιες διαδηλώσεις σε όλο τον πλανήτη, ο Martin Luther King δολοφονήθηκε, στη Γαλλία είχαμε το Μάη του ‘68, στο Σικάγο των ΗΠΑ το συνέδριο των Δημοκρατικών εν μέσω μαζικών κινητοποιήσεων και συγκρούσεων, είχαμε τις υψωμένες γροθιές των Tommie Smith και John Carlos στους Ολυμπιακούς αγώνες στο Μεξικό, αλλά και την εκλογική νίκη του Νίξον στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ, εν μέσω όλου του εξεγερσιακού, ριζοσπαστικού κλίματος παγκοσμίως από τη “σιωπηλή πλειοψηφία” και, προς το τέλος της χρονιάς, παραμονή Χριστουγέννων οι Jim Lovell, Bill Anders και Frank Borman με την αποστολή Apollo 8 ήταν οι πρώτοι που μπήκαν σε τροχιά γύρω απ’ τη Σελήνη, προαναγγέλοντας την προσεδάφιση των πρώτων ανθρώπων σε ουράνιο σώμα εκτός της Γης λίγους μήνες μετά.

Μέσα σ’ όλα αυτά, τις πρώτες εβδομάδες του 1969, οι Beatles μαζεύτηκαν στα Twickenham film studios για να δουλέψουν νέα τραγούδια για μια συναυλία, που μάλλον θα μεταδιδόταν ζωντανά και στην τηλεόραση και παράλληλα είχε εγκατασταθεί ένα κινηματογραφικό συνεργείο που κατέγραφε τα πάντα. Το κόνσεπτ (που μεταξύ άλλων τελικά κυκλοφόρησε και ως το άλμπουμ “Let it Be”) ουσιαστικά ήταν ότι δεν υπήρχε κόνσεπτ, πέρα από αυτά. Φτάνοντας σε ένα άδειο στούντιο και μετά από κάποια χρόνια αποχής από την επαφή με το συναυλιακό κοινό, είναι φανερό ότι η επαφή με τον κόσμο ήταν κάτι που τους έλειπε, παρόλο το ότι είχαν καεί από την υπερέκθεση τα προηγούμενα χρόνια.

Οι ιδέες πολλές που έπεσαν στο τραπέζι: να το κάνουν στη Λιβύη στα ερείπια ενός αρχαίου θεάτρου (κάτι που έκαναν οι Pink Floyd τρία χρόνια μετά στην Πομπηία), να παίξουν σε κοινό στο Primrose Hill (μια γειτονιά στην οποία μεταξύ άλλων διέμεναν στο παρελθόν ο Friedrich Engels και η ποιήτρια Sylvia Plath), σκέψεις για να είναι τα σκηνικά από διάφανο πλαστικό κλπ κλπ.

Το “Let it Be” (1969), το αρχικό φιλμ του Michael Lindsay-Hogg που προέκυψε απ’  τα πλάνα που τραβήχτηκαν, ήταν επιεικώς απαράδεκτο και παρουσίαζε τους Beatles μέσα από μια άκρως πρόχειρη υποκειμενική οπτική γωνία, με μεγάλη δόση ρατσισμού και μισογυνισμού. Δε γνώριζαν πόσο στρεβλός, και ύπουλος, ήταν ο Michael Lindsay-Hogg, που είχε αναλάβει τα γυρίσματα. Κατέγραφε τα πάντα, ακόμα και με κρυμμένα μικρόφωνα σε γλάστρες.

Βλέπουμε έναν τύπο ο οποίος ακατάπαυστα έριχνε ανούσιες ιδέες και καυχιόταν για το όταν είχε παίξει σαν παιδί σε ταινία του Orson Welles. Επιμένει στο σχέδιο “λάιβ στη Λιβύη”, ενώ όλοι την απορρίπτουν και σε μια χαρακτηριστική σκηνή προτείνει να παίξουν σε κάποιο… ορφανοτροφείο ή σε μια παιδιατρική κλινική. Και το κάνει ακόμα χειρότερο όταν λέει: “θα φροντίσουμε να μην είναι τα παιδιά άρρωστα που θα συμμετέχουν”…

Οφείλουμε ένα τεράστιο συγνώμη στη Yoko Ono και τον Ringo

Ο Lindsay-Hogg στην ταινία του 1969 είχε απομονώσει αποσπάσματα που έδειχναν κάποιους τύπους κλεισμένους στα υπερφίαλα εγώ τους και τη Yoko Ono πηγή του “κακού”.

Κάτι που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στο να μείνει στον αέρα η σεξιστική κατηγορία ότι “τον Lennon τον έσερνε απ’τη μύτη η Yoko” και “αυτή η κάργια διέλυσε τούς Beatles”, σε συνδυασμό με το “ο McCartney ζήλευε την προσωπικότητα του Lennon και ήθελε τα πρωτεία” και ότι αυτό έπαιξε καθοριστικό ρόλο στο να διαλυθούν.

Ο Jackson επεξεργάστηκε πάνω από 60 ώρες φιλμ και 150 ώρες ηχητiκών για να φτιάξει το “The Beatles – Get Back”.

Απ’ότι βλέπουμε στο ντοκιμαντέρ του Jackson, τίποτα απ’ όλα αυτά δεν ισχύει. Το τελευταίο διάστημα επικρατεί ότι ήταν απόφαση του Lennon να διαλυθούν οι Beatles, κάτι που δήλωσε ο McCartney ξεκάθαρα, κάτι που βέβαια θα μπορούσε απλά να είναι μια δήλωση “προς υπεράσπισή του”. Όμως σε αυτό συνηγορούν και άλλες πρόσφατες μαρτυρίες, όπως και το ότι έπαιξε σημαντικό ρόλο η εξάρτηση του Lennon από την ηρωίνη.

Για πολλά χρόνια, το κυρίαρχο αφήγημα ήταν ότι η Yoko με τη συνεχή παρουσία της έφερνε σε δύσκολη θέση τη μπάντα και χειροτέρευε τις σχέσεις τους. Στο νέο ντοκιμαντέρ του Jackson βλέπουμε ότι ήταν παρούσες οι σύντροφοι και των άλλων τριών, όπως και αρκετοί άλλοι καλεσμένοι/ες. Και όπως λέει ο ίδιος ο McCartney: “κανένας δεν είχε πρόβλημα με αυτό. Ήθελαν απλά να είναι μαζί συνέχεια.” και “είναι καταπληκτική, είναι μια χαρά”.

Επίσης οφείλουμε ένα τεράστιο συγνώμη και στον Ringo. Είναι απλά ένας από τους καλύτερους ντράμερ όλων των εποχών. Ναι, δεν συνέβαλλε στις συνθέσεις όσο οι McCartney – Lennon, αλλά χωρίς αυτόν θα ήταν μια τελείως διαφορετική μπάντα. Ήταν ο εργάτης της μπάντας, δένοντας τα μελωδικά σχήματα του ντουέτου με μοναδικής έμπνευσης ρυθμικά σχήματα, παράγοντας τελικά ένα συλλογικό αποτέλεσμα, χωρίς να έχει την φιλοδοξία να “βγει μπροστά”, χωρίς να αναλωθεί σε μια εγωκεντρική παράθεση δεξιοτεχνίας.

Ο McCartney και η μαγεία της δημιουργίας

Σαφέστατα ελάχιστοι έχουν αμφισβητήσει το τεράστιο ταλέντο τού McCartney από τη δεκαετία του 60 ως τώρα. Στο ντοκυμαντέρ του Jackson βέβαια βλέπουμε στην πράξη τη δημιουργία τη στιγμή που συμβαίνει. Χαρακτηριστική είναι η σκηνή που ξεκινάει να συνθέτει το “Get Back”. Και με ένα εξαιρετικό μοντάζ βιώνουμε τη δημιουργία του κυριολεκτικά από το πουθενά, παίζοντας, βελτιώνοντάς το και αυτοσχεδιάζοντας τους στίχους. Πραγματικά μια από τις ομορφότερες στιγμές του ντοκυμαντέρ, όλη η χαρά και η “μαγεία” της δημιουργίας, μπροστά στα μάτια και τα αυτιά μας.

Εδώ κάπου να κάνουμε μια αναφορά στην αρχική βερσιόν του τραγουδιού. Ο MacCartney αυτοσχεδίασε διάφορους στίχους που οδηγούν σε αυτό που έχει γίνει γνωστό ως η εκδοχή «No Pakistanis» (κάτι που βλέπουμε και στο ντοκιμαντέρ). Αυτή η πρωτόλεια εκδοχή παρωδούσε τις αντιμεταναστευτικές απόψεις του Enoch Powell, ενός συντηρητικού βουλευτή του οποίου οι ρατσιστικές ομιλίες είχαν τότε κερδίσει μεγάλη δημοσιότητα στα βρετανικά ΜΜΕ. Οι στίχοι αφορούσαν τη στάση απέναντι στους μετανάστες στη Βρετανία αλλά και στις ΗΠΑ: “… don’t need no Puerto Ricans living in the USA”; και “don’t dig no Pakistanis taking all the people’s jobs” (σε ελεύθερη μετάφραση: “έρχονται οι Πακιστανοί και μας παίρνουν τις δουλειές”). Στίχοι που προορίζονταν σαν μια συνολική παρωδία και μια κριτική ενάντια στις προκαταλήψεiς κατά των μεταναστών. Αργότερα, το θέμα της μετανάστευσης επανήλθε σε ένα αυτοσχέδιο τζαμάρισμα που έχει γίνει γνωστό ως “Commonwealth“, με ξεκάθαρο αντιιμπεριαλιστικό μήνυμα. Με στίχους όπως: Tonight, Enoch Powell said, “Get out immigrants, immigrants a-better go home” και “You’d better get back to your Commonwealth homes”.

Βέβαια όλα αυτά δεν κυκλοφόρησαν ποτέ “κανονικά”, εκτός από κάποια bootleg, γνωστά κυρίως στον σκληρό πυρήνα των οπαδών τους. Λέγεται ότι οι ίδιοι τα λογόκριναν και τα έκοψαν σαν “χαμηλής ποιότητας”, αλλά τη δεδομένη στιγμή, και όχι μόνο, οι Beatles ήταν το νο1 πολιτιστικό προϊόν του καπιταλισμού και, παρόλο το γενικό εξεγερσιακό κλίμα δεν ήταν και τόσο εύκολο και απλό να σπάσουν αυγά. Κάτι που έκανε λίγους μήνες αργότερα ο John Lennon βέβαια, αρχίζοντας με το “Give Peace a Chance”, τον ύμνο του αντιπολεμικού κινήματος.

Στο “Get Back”, ο Peter Jackson με ατράνταχτες αποδείξεις, μάς δείχνει έναν MacCartney να υποστηρίζει τους συντρόφους του στις συνθέσεις και τους στίχους τους, να προσπαθεί να ενώσει την μπάντα και να λειάνει τον εγωισμό τους. Θα μπορούσε να είναι χορτασμένος από την ήδη μεγάλη επιτυχία, αλλά έχει ακόμα διάθεση να δουλεύει παραγωγικά, να εμφυσεί ενθουσιασμό και να τους τραβάει μπροστά. Ταυτόχρονα είναι απίστευτα προσγειωμένος, με αυτογνωσία και αντίληψη, κάτι που δεν είχαμε ξαναδεί. Είναι πολύ συγκινητική η στιγμή που ο Harrison έχει αποχωρήσει και ο Lennon δεν εμφανίστηκε και κάθεται στην καρέκλα του και λέει «and then there were two» καθώς τα μάτια του γεμίζουν δάκρυα.

Τι κρατάμε από όλα αυτά

Οι οχτώ χορταστικές ώρες του ντοκιμαντέρ μας παρουσιάζουν (σε πολλές περιπτώσεις χωρίς να το ξέρουν οι ίδιοι), τέσσερα νέα παιδιά (δεν ήταν καν 30 χρόνων τότε) μέσα στις ανθρώπινες αντιφάσεις τους, που ζούσαν και αφουγκράζονταν την εποχή τους. Η επίσημη ιστορία μάς έμαθε ότι τον Ιανουάριο του ’69, αλληλοτρωγόντουσαν, ήταν αδιάφοροι για την κοπιαστική καθημερινότητα, τσαντιζόντουσαν με τη σχολαστικότητα του MacCartney, με την παρουσία της Yoko, αλλά αυτά βλέπουμε ότι δεν συνέβαιναν.

Οι Beatles ήταν μια παρέα από το Liverpool, βγαλμένη από τα σπλάχνα της εργατικής τάξης. Μια παρέα με τζην, πέτσινα τζάκετ και όλο το ροκ’ν’ρολ ίματζ που έβαλαν κάποια στιγμή κουστούμια και γραβάτες, μετά από παραίνεση του μάνατζέρ τους Brian Epstein, τα πρώτα χρόνια δούλεψαν πολύ σκληρά, παίζοντας σε μικρά club ατέλειωτες ώρες και η αλληλεπίδρασή τους με τον κόσμο ήταν καθοριστική στη μετέπειτα πορεία τους.

Ποτέ δεν υποδύθηκαν ότι ήταν βιρτουόζοι μουσικοί ατομικά, αντιθέτως η δύναμή τους ήταν ομαδική. Με όλα τα σκαμπανεβάσματά τους και τα εγώ που αναπόφευκτα είχαν φουσκώσει, ήταν πρώτα απ’ όλα φίλοι και λειτουργούσαν συλλογικά. Δε δίστασαν ποτέ να μοιράσουν τους ρόλους στις φωνές, να αλλάξουν μεταξύ τους ρόλους, να πιάσει ο Lennon πχ το μπάσο και ο McCartney το πιάνο κλπ κλπ.

Και όλα αυτά πάντα με απίστευτο χιούμορ, και απέναντι στο σύστημα, που επηρέασε γενιές καλλιτεχνών. Μια από τις πολλές χαρακτηριστικές στιγμές ήταν το 1963 στο Royal Variety Performance, όταν ο Lennon είπε το ιστορικό: “In the cheaper seats you clap your hands. The rest of you, just rattle your jewellery” (“Στα φθηνότερα καθίσματα χτυπάτε τα χέρια σας. Οι υπόλοιποι, απλά κουδουνίστε τα κοσμήματά σας”), ένα θαρραλέο ταξικότατο σχόλιο, σε ένα “φιλανθρωπικό” event που είχε επίσημο χορηγό (και παρόντες) τη βασιλική οικογένεια…

Δε δίστασαν να πάρουν θέση απέναντι σε κοινωνικά θέματα. Το 1964, στην πρώτη τους τουρνέ στις ΗΠΑ, πήραν μια δύσκολη απόφαση (όντας μια ανερχόμενη μπάντα) βάζοντας το λιθαράκι τους στην καταπολέμηση του ρατσιστικού διαχωρισμού, αρνήθηκαν να παίξουν μια συναυλία στο Gator Bowl στο Τζάκσονβιλ της Φλόριντα. Οι διοργανωτές και οι τοπικοί αξιωματούχοι υποχώρησαν, επιτρέποντας τον μη διαχωρισμό του κοινού η μπάντα ανέβηκε πανηγυρικά στη σκηνή.

Σε ένα παράλληλο σύμπαν, ίσως οι Beatles κυκλοφορούσαν το “Get Back” με τους αρχικούς αντιρατσιστικούς στίχους και το αντιιμπεριαλιστικό “Commonwealth”, επέστρεψαν στις συναυλίες κάνοντας θριαμβευτικές παγκόσμιες περιοδείες σε όλο τον πλανήτη, χωρίς κανένα διαχωρισμό σε κράτη, ανατολικά και δυτικά μπλοκ κλπ.

Βέβαια η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Μισό αιώνα αργότερα, πλέον γνωρίζουμε ότι τίποτα δεν ήταν τυχαίο. Ότι κατάφεραν, ήταν το αποτέλεσμα κοπιαστικής δουλειάς, που μετά από ένα ασταθές ξεκίνημα, πήγε πολύ καλύτερα από ό,τι φαντάζονταν οι ίδιοι.

Οι δύο στίχοι από το “I’ve got a feeling” που τελικά έπαιξαν στη συναυλία της ταράτσας νομίζω τα λένε όλα: “Everybody had a hard year, everybody had a good time.”

Οι Beatles άφησαν ένα τεράστιο συλλογικό πολιτιστικό αποτύπωμα, που ακόμα και τόσα χρόνια μετά παραμένει σημαντικότατο. (Ένα αρκετά πρόσφατο παράδειγμα από την ίδια εποχή με το ντοκιμαντέρ του Jackson είναι το άλμπουμ “Let it Be… Naked”. Μια “γυμνή” επανέκδοση, λίγο πολύ όπως το ήθελαν οι ίδιοι, χωρίς τις υπερβολές της παραγωγής του αρχικού άλμπουμ από τον Phil Spector.)

Τους ευχαριστούμε για όλα και ευχαριστούμε και τον Peter Jackson για το εξαιρετικό ντοκιμαντέρ, που καταρρίπτει πολλούς λάθος και άστοχους μύθους. Και όπως είχε πει κάποτε ο Curt Cobain: “Οι Beatles ήταν η αυθεντική μπάντα και όλοι όσοι επακολουθήσαμε είμαστε cover bands”.

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται.


*


Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.