Δυνατή αντικαπιταλιστική Αριστερά!

image_pdfimage_print

Το κεντρικό πολιτικό άρθρο της εφημερίδας “Κόκκινo Νήμα” Νο42 που κυκλοφορεί

«Μαύρο» στη Ν∆ – Καµία εµπιστοσύνη στον ΣΥΡΙΖΑ

Κριτική ψήφος στην Ανταρσύα, για ένα νέο µέτωπο της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς

∆ύο µόλις µήνες µετά την τραγωδία στα Τέµπη και το συγκλονιστικό µαζικό κίνηµα που ξέσπασε, οι ευαισθησίες και η θεµατολογία που αυτό το κίνηµα έφερε στην κεντρική πολιτική σκηνή και στον δηµόσιο διάλογο και αντιπαράθεση φαίνεται να έχουν ξεχαστεί. Η προεκλογική ατζέντα έχει επανέλθει στις γνωστές της «συντεταγµένες». Η κυβέρνηση και ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανέκτησαν την πρωτοβουλία των κινήσεων, εκτόπισαν ευκολότερα απ’ ό,τι κι οι ίδιοι θα περίµεναν τη «θεµατολογία των Τεµπών», καθορίζουν µε άνεση την ατζέντα του δηµόσιου διαλόγου, υποχρεώνουν τον ΣΥΡΙΖΑ να (παρ)ακολουθεί ανακλαστικά αυτή την ατζέντα και να βρίσκεται συνεχώς σε άµυνα, ενώ η µαζική-ρεφορµιστική Αριστερά έχει περιθωριοποιηθεί στον δευτερεύοντα ρόλο αριστερού σχολιασµού της επικαιρότητας. Πώς κατάφεραν η κυβέρνηση και ο Μητσοτάκης να βάλουν τόσο γρήγορα και εύκολα σε παρένθεση το κίνηµα των Τεµπών και όσα αυτό ανέδειξε; 

ΣΥΡΙΖΑ: µια φορά µνηµονιακός, για πάντα µνηµονιακός

Πρώτα απ’ όλα, αξιοποιώντας το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ στην αντιπολίτευση µετά το 2019 συνέχισε ακάθεκτος στην πορεία µνηµονιακής προσαρµογής και αστικοποίησης. Η προεκλογική του στάση αποδεικνύει ότι δεν έχει καµία διάθεση να θίξει έστω και ελάχιστα τις θεµελιώδεις συντεταγµένες του καθεστώτος ακραίας εκµετάλλευσης της εργασίας και κλιµακούµενου αυταρχισµού και καταστολής που οικοδοµήθηκε µε τα µνηµόνια και σε ορισµένες όψεις του βάθυνε µε τις πολιτικές της κυβέρνησης Μητσοτάκη: Όχι µόνο αποφεύγει να πει και να κάνει οτιδήποτε θα συµβόλιζε έστω διαφωνία µε τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσµατα και τη «δηµοσιονοµική πειθαρχία» στο όνοµα της «βιωσιµότητας του χρέους», όχι µόνο δεν αµφισβητεί το καθεστώς της λιτότητας και της διάλυσης του κοινωνικού κράτους, όχι µόνο δεν αµφισβητεί τις ιδιωτικοποιήσεις και τους «κανόνες της αγοράς», αλλά δεν επιχειρεί καν να αντιπαραθέσει στην κυβερνητική ατζέντα του νεοφιλελεύθερου οικονοµικού success story µια κοινωνική ατζέντα για τους µισθούς, τις συντάξεις, το κοινωνικό κράτος. Απολογείται διαρκώς, για την περιβόητη επενδυτική βαθµίδα, για τις κυβερνητικής «επιτυχίες» στη µείωση του χρέους (που µειώνεται… αυξανόµενο), για το ποιος είναι καταλληλότερος να ωθήσει ψηλότερα τη ληστρική καπιταλιστική ανάπτυξη. Έφτασε να παρακολουθεί παράλυτος τον Μητσοτάκη να υπόσχεται αύξηση του κατώτατου µισθού στα 950 ευρώ και του µέσου µισθού στα 1.500 ευρώ (!) επειδή ο ίδιος δεν θέλει να διαταράξει ούτε καν µε ανέξοδη προπαγάνδα τις σχέσεις του µε τα µεγάλα αφεντικά της οικονοµίας -τους καπιταλιστές γενικά, τις τράπεζες ιδιαίτερα- ή να δυσαρεστήσει τους πιθανούς κυβερνητικούς εταίρους του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ.          

Όµως ένα σηµαντικό τµήµα του κόσµου του ΣΥΡΙΖΑ, που δεν έχει υποστεί µνηµονιακή προσαρµογή όπως η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ και θέλει µαχητική αντιπαράθεση µε ό,τι εκπροσωπεί η κυβέρνηση Μητσοτάκη, θα ξαναψηφίσει τον Τσίπρα για να φύγει ο Μητσοτάκης, µε την ελπίδα ότι θα επιβραδύνει κάπως την ορµή αυτού του οδοστρωτήρα που καταστρέφει τις ζωές τους. Χωρίς το άλλοθι πως κάνει ό,τι κάνει «µε το πιστόλι στον κρόταφο», η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ αποδεικνύει περίτρανα ότι η µνηµονιακή προδοσία του Ιουλίου του 2015 δεν ήταν «τακτικός ελιγµός» αλλά αλλαγή πολιτικής ταυτότητας που εγκαινίασε µια πορεία διαρκούς αστικοποίησης και µετατόπισης στο σοσιαλδηµοκρατικό κέντρο.

Και φυσικά, δεν περίµενε κανείς από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ να υπερασπιστεί την «ατζέντα των Τεµπών», να θέσει στο επίκεντρο το αίτηµα για κρατικοποίηση του σιδηρόδροµου και να ανοίξει συνολικότερα την προεκλογική ατζέντα µε έµφαση στα ζητήµατα των ιδιωτικοποιήσεων και της λιτότητας. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πλέον κόµµα της… ταξικής µεροληψίας αλλά για  λογαριασµό του κεφαλαίου.

ΜΕΡΑ25-Συµµαχία για τη Ρήξη: ό,τι να ’ναι, όπως να ’ναι, για να µπούµε στη Βουλή «και βλέπουµε»

Γιατί το ΜΕΡΑ25 δεν άρπαξε την ευκαιρία να θέσει στο κέντρο της συγκυρίας που δηµιουργήθηκε µε το «κίνηµα των Τεµπών» το ζήτηµα της κρατικοποίησης των σιδηροδρόµων, που µάλιστα στις δεδοµένες συνθήκες θα είχε πλειοψηφική αποδοχή; Μοιάζει περίεργο που δεν το έκανε, αλλά δεν είναι. Το ΜΕΡΑ25 «ξεχνά» επίσης να µιλήσει για τα πρωτογενή πλεονάσµατα και το χρέος, τα µεγάλα «λουκέτα» της στρατηγικής της λιτότητας, έχοντας αποδεχθεί την «πλήρη και έγκαιρη» (όπως ακριβώς έγραφε η συµφωνία µε τους δανειστές της 20ής Φεβρουαρίου 2015 που υπέγραψε ο Γ. Βαρουφάκης ως υπουργός Οικονοµικών) αποπληρωµή του χρέους, παρά τις αναφορές στη «χρεοδουλοπαροικία». Ο Γ. Βαρουφάκης πιστεύει ότι η Ελλάδα, µε ποσοστά µισθωτής εργασίας πάνω από 70%, δεν είναι µια «κανονική» καπιταλιστική χώρα όπου η διελκυστίνδα µεταξύ κερδών και µισθών είναι στο κέντρο του παραγωγικού συστήµατος, αλλά µια χώρα όπου όλες οι τάξεις χάνουν εξαιτίας του καθεστώτος της «χρεοδουλοπαροικίας» και γι’ αυτό δεν βάζει στο επίκεντρο την «κοινωνική ατζέντα» (µισθοί, συντάξεις), παρά µόνο έµµεσα, µε προτάσεις για την αντιµετώπιση της ακρίβειας (µείωση συντελεστών ΦΠΑ και ΑΤΑ) που σηµαίνει κατοχύρωση των µνηµονιακών απωλειών αλλά αποφυγή νέων. Παραπέµπει το ζήτηµα της «κοινωνικοποίησης» του ∆Ε∆∆ΗΕ, της ∆ΕΗ και του Α∆ΜΗΕ και την επανασύσταση της Ενιαίας ∆ΕΗ σε µεσοπρόθεσµο χρονικό ορίζοντα και φαντάζεται ότι άµεσα το πρόβληµα των υψηλών τιµών ενέργειας θα αντιµετωπιστεί µε έλεγχο των τιµών στην αγορά (κατάργηση του χρηµατιστηρίου ενέργειας και µείωση ΦΠΑ). ∆εν µιλάει για κρατικοποίηση τοµέων που συνδέονται µε δηµόσια αγαθά (όπως σιδηρόδροµοι και γενικά µεταφορές και παρακάµπτει το ζήτηµα της ιδιοκτησίας («ούτε κρατισµός-κοµµατισµός ούτε ιδιωτικοποίηση») ακόµη και για τοµείς όπως υγεία και παιδεία, µιλώντας για «κοινωνικοποίηση», ένα είδος κοινωνικού ελέγχου χωρίς κρατική ιδιοκτησία, που θα εξασφαλίζεται επειδή «ο σχεδιασµός και ο έλεγχος» θα γίνεται από Συµβούλια Κληρωτών και Εκλεγµένων Πολιτών (αγνώστων λοιπών στοιχείων) και η διοίκησή τους θα περάσει στα χέρια των εργαζοµένων σε αυτά. Πώς θα εξασφαλιστεί η διοίκηση χωρίς κρατική ιδιοκτησία, παραµένει µυστήριο.     

Μοιραία στρέφεται σε ευφάνταστες ιδέες, είτε νοµισµατικού χαρακτήρα (όπως το σχέδιο «∆ήµητρα») είτε πολιτικού χαρακτήρα (όπως οι προτάσεις για τα Συµβούλια Κληρωτών).      

Παρ’ όλα αυτά, το ΜΕΡΑ25 και η νεότευκτη συµµαχία του µε τη ΛΑΕ («Συµµαχία για τη ρήξη») προβάλλουν όχι µόνο σαν εκλογική λύση, αλλά και σαν ένα νέο ελπιδοφόρο εγχείρηµα στα µάτια κόσµου της αριστεράς (ακόµη και της αντικαπιταλιστικής) αλλά και για τµήµα των αριστερών αντισυστηµικών διαθέσεων.

Τι είναι όµως το εκλογικό µέτωπο ΜΕΡΑ25-Συµµαχία για τη Ρήξη; Πρώτον, δεν είναι ούτε µέτωπο ούτε συµµαχία, αλλά προσχώρηση της ΛΑΕ στις εκλογικές λίστες του ΜΕΡΑ25 και υποταγή στο πρόγραµµά του. Απόδειξη; Κανένα κοινό πρόγραµµα δεν ανακοινώθηκε. Το «κοινό» πρόγραµµα είναι το πρόγραµµα του ΜΕΡΑ25! Πού βασίζεται λοιπόν αυτό το πολιτικό σχέδιο, αυτή η προβαλλόµενη σαν νέα πολιτική πρόταση στον χώρο της Αριστεράς; Στη λογική «να κάνουµε κάτι κι ας είναι ό,τι να ’ναι», να πετύχουµε ένα καλό εκλογικό ποσοστό και έτσι να δηµιουργήσουµε ένα νέο «πολιτικό σύµπαν» για τον κόσµο της Αριστεράς, που µε τον ένα ή τον άλλον τρόπο κάτι καλό θα βγάλει. Είναι η στρατηγική της απελπισίας («δεν αντέχουµε άλλο, κάτι να γίνει επιτέλους»), που όµως είναι συνταγή της καταστροφής. Ο ΣΥΡΙΖΑ µέχρι και το 2015 είχε πολύ περισσότερο ριζοσπαστικό δυναµικό σε όλα τα επίπεδα, αλλά συντρίφτηκε λόγω του στρατηγικού του ελλείµµατος (ή µάλλον της περίσσειας ρεφορµισµού στη στρατηγική του). Το ΜΕΡΑ25-Συµµαχία για τη Ρήξη υπόσχεται µια πολλαπλώς αποδυναµωµένη εκδοχή επανάληψης των παλιών λαθών, προετοιµάζοντας έτσι µια δεύτερη πανωλεθρία για τα υπολείµµατα αριστερής διαφωνίας µε την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ ύστερα από την κατάρρευση της ΛΑΕ.   

ΚΚΕ: Στρατηγική των σοσιαλιστικών συµβόλων, συντηρητική και ηττοπαθής πολιτική στην πράξη

Γιατί το ΚΚΕ δεν έθεσε στο κέντρο της δηµόσιας αντιπαράθεσης το αίτηµα για κρατικοποίηση των σιδηροδρόµων µε εργατικό και κοινωνικό έλεγχο; Γιατί δεν είχε πολιτική συντονισµού των αγώνων και συνέχειας στο «κίνηµα των Τεµπών» ώστε να πάµε σε εκλογές µε το κίνηµα στον δρόµο; Γιατί είχε πολιτική κλεισίµατος του αγώνα των καλλιτεχνών ακριβώς τη στιγµή της κορύφωσης του «κινήµατος των Τεµπών»; Σε απάντηση τέτοιων ερωτηµάτων προβάλλει έναν υπερπληθωρισµό σοσιαλιστικών και κοµµουνιστικών αναφορών, µια στρατηγική των συµβόλων, τόσο περισσότερο όσο πιο συντηρητική και ηττοπαθής είναι στην πράξη η πολιτική του. Προβάλλει επίσης θεωρητικά άλλοθι: α) Ότι τα µεταβατικά αιτήµατα µέσα στον καπιταλισµό (αλλά, δυστυχώς ζούµε ακόµη στον ιστορικό χρόνο της καπιταλιστικής κυριαρχίας) γεννούν αυταπάτες ότι µπορούν να υλοποιηθούν σε συνθήκες καπιταλισµού. Και β) Ότι µεταβατικά αιτήµατα χωρίς κοινωνικοποίηση των µέσων παραγωγής είναι λάθος. Ο καιρός για τέτοια αιτήµατα, που πρέπει απαραίτητα να τίθενται στο πλαίσιο της κοινωνικοποίησης των µέσων παραγωγής συνολικά, είναι όταν δηµιουργηθεί επαναστατική κατάσταση και κριθεί το ζήτηµα της εργατικής εξουσίας. Μέχρι τότε, θα αντιδρούµε στις πολιτικές των κυβερνήσεων όχι επειδή µπορεί να αλλάξει κάτι πριν τον σοσιαλισµό αλλά για να εκπαιδευόµαστε σωστά, θα διδασκόµαστε την καρτερικότητα µέσα από διαδοχικές ήττες και κυρίως θα ενισχύουµε το κόµµα ενόψει της µεγάλης αναµέτρησης, όταν µε το καλό θα πέσει από τον ουρανό σαν ώριµο φρούτο η επαναστατική κατάσταση. Έτσι και µε τα Τέµπη: ούτε κρατικοποίηση των σιδηροδρόµων ούτε εκλογές µε το κίνηµα στον δρόµο. Επιστροφή στον εκλογικό αγώνα και εκκλήσεις στον λαό να αξιοποιήσει την πείρα του και να ενισχύσει το ΚΚΕ.    

Αριστερό και σοσιαλιστικό «φλας» για δεξιά στροφή και άλλοθι για αποχή από τις διακυβεύσεις της κάθε φορά συγκυρίας στο όνοµα της αναµονής της επαναστατικής κατάστασης και της εργατικής εξουσίας στο µακρινό µέλλον: αυτή είναι η πολιτική πρόταση του ΚΚΕ στον κόσµο του κινήµατος και της Αριστεράς, και το πρόβληµα δεν είναι ο υπερβάλλων ριζοσπαστισµός της, αλλά ο υπερβάλλων συντηρητισµός της.

Ποια πολιτική πρόταση για την Αριστερά;

Στη µεγάλη εικόνα των εκλογών, δεν µας είναι αδιάφορες οι διαθέσεις του κόσµου του ΣΥΡΙΖΑ να κλείσει τον δρόµο στον Μητσοτάκη ακόµη και όταν δεν εµπιστεύεται την ηγεσία Τσίπρα. Αυτό όµως δεν είναι λόγος να αναγάγουµε αυτές τις διαθέσεις σε σχέδιο για την Αριστερά. Στη µεγάλη εικόνα, επίσης, δεν µας είναι αδιάφορο το συνολικό «σκορ» που θα καταγράψουν οι δυνάµεις της Αριστεράς (ΚΚΕ, ΜΕΡΑ25, Ανταρσύα) στις εκλογές, δηλαδή ο συνολικός αριστερός συσχετισµός δύναµης στις κάλπες. Όµως αυτό δεν είναι λόγος για να βάλουµε τα πολιτικά σχέδια-προτάσεις του ΜΕΡΑ25, του ΚΚΕ, της Ανταρσύα στον ίδιο παρονοµαστή, να υιοθετήσουµε µια εκλογική-πολιτική στάση που θα σήµαινε ότι η στρατηγική οικοδόµησης δεν έχει καµία, ούτε καν συµβολική σχέση µε τις εκλογές, ούτε καν µε την έννοια της σηµατοδότησης πολιτικών διαθέσεων και προθέσεων για την «επόµενη µέρα».

Η πλήρης πολιτική χρεοκοπία της ΛΑΕ και η εκλογικίστικη υπαγωγή της στο ΜΕΡΑ25 είναι ταυτόχρονα ήττα της λογικής και του πολιτικού σχεδίου «όσοι συναντιούνται στο κίνηµα να κατέβουν µαζί και στις εκλογές» και «όλη η εξωκοινοβουλευτική αριστερά µαζί στις εκλογές», παρακάµπτοντας κρίσιµα ζητήµατα που βρίσκονται στο κέντρο της ιστορικής αλλά και της άµεσης συγκυρίας όπως τα ζητήµατα του πολέµου, των «εθνικών θεµάτων» και της ελληνοτουρκικής αντιπαράθεσης. Η ιστορική συγκυρία της γενικής κρίσης του καπιταλισµού µε τις πολλαπλές της όψεις, του «πολεµικού καπιταλισµού» της παρακµής, δεν αφήνει κανένα περιθώριο για σχέδια ανασυγκρότησης και οικοδόµησης που δεν θα βασίζονται σε καθαρές προγραµµατικές συγκλίσεις για όλα τα µεγάλα µέτωπα της συγκυρίας, που δεν θα είναι ουσιαστικά -κι όχι µε συµβολικούς όρους ή διακηρυκτικά- αντικαπιταλιστικά, που δεν θα είναι στην προοπτική τους «συµβατά» µε τον στόχο της οικοδόµησης µαζικού αντικαπιταλιστικού-επαναστατικού κόµµατος, που δεν θα βασίζονται στο ενιαίο µέτωπο και το µεταβατικό σοσιαλιστικό πρόγραµµα.

Η θέση µας: Κριτική ψήφος στην Ανταρσύα, µε το βλέµµα στην «επόµενη µέρα»

Ενόψει τέτοιων ιστορικών καθηκόντων, δεν µπορεί να ανάγονται σε κριτήριο στάσης στις εκλογές οι επιµέρους προτιµήσεις συµµαχιών, η «χηµεία» µεταξύ οργανώσεων της αριστεράς ή, πολύ περισσότερο, «ιδιοσυγκρασιακές» προτιµήσεις.

Η θέση του Κόκκινου Νήµατος είναι καθαρή: κριτική υποστήριξη της Ανταρσύα στις εκλογές.

Υποστήριξη γιατί:

α) Εκπροσωπεί την πρώτη σηµαντική απόπειρα για δηµιουργία πολιτικού πόλου-µετώπου της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, µε πανελλαδική αναγνωρισιµότητα και καταγραφή.

β) Η συγκρότησή της ενίσχυσε την ενότητα στη δράση, τον συσχετισµό και την παρουσία της αντικαπιταλιστικής αριστεράς σε κοινωνικούς χώρους και κινήµατα (φοιτητές, εκπαιδευτικοί, υγεία, δήµοι).

γ) Η συµπόρευση των δυνάµεών της χαρακτηρίστηκε από αξιόλογη και προωθητική προγραµµατική συµφωνία, µε θετικές µετατοπίσεις σε κρίσιµα και «δύσβατα» ζητήµατα («εθνικά θέµατα», εθνικισµός, ελληνο-τουρκικός ανταγωνισµός και πόλεµος – αντιρατσισµός και αντισεξισµός), στο πλαίσιο µιας αντικαπιταλιστικής-ανατρεπτικής στρατηγικής.        

Κριτική γιατί:

∆εν ξεκαθαρίστηκε και αντίθετα παρέµεινε ασαφές εξαρχής το κρίσιµο ζήτηµα τι εργαλείο ήταν το µέτωπο και σε ποια προοπτική εντασσόταν. Εκδηλώθηκαν έτσι, συχνά µε ανταγωνιστικό τρόπο, πολύ διαφορετικές απόψεις και πολιτικές «ιδιοσυγκρασίες»: που συνέχεαν τη µορφή µέτωπο µε τη µορφή κόµµα, που αντιµετώπιζαν το µέτωπο είτε σαν «προστάδιο» για τη δηµιουργία νέου αντικαπιταλιστικού κόµµατος είτε εργαλειακά σαν πλαίσιο παρέµβασης για την ενίσχυση των επιµέρους οργανώσεων, που ήθελαν ή δεν ήθελαν µαζικές διαδικασίες και λειτουργίες βάσης, που ήταν ευεπίφορες σε ηγεµονισµούς κ.λπ.

Παρέµειναν σηµαντικές διαφωνίες για τον τρόπο που η Ανταρσύα ασκούσε πολιτική. Έτσι, ενώ δεν υπήρχαν σηµαντικές προγραµµατικές διαφωνίες, υπήρχαν σηµαντικές διαφωνίες στον τρόπο άσκησης πολιτικής, που σχετίζονταν µε τον τρόπο κατανόησης της τακτικής του ενιαίου µετώπου (µε τα «συµµετρικά» λάθη του σεχταρισµού και του οπορτουνισµού να αποκτούν ιδιαίτερο βάρος) και έφερναν διαρκώς σε οξεία αντίφαση την προωθηµένη προγραµµατική συµφωνία µε συγκεκριµένες πολιτικές επιλογές.   

Ωστόσο, η Ανταρσύα εκπροσωπεί θετικές παρακαταθήκες και ένα σηµαντικό στοιχείο του πολιτικού σχεδίου οικοδόµησης µαζικού αντικαπιταλιστικού-επαναστατικού κόµµατος, που παραµένει και δεν παραγράφεται εξαιτίας της κρίσης της: τον «ενδιάµεσο κρίκο» του αντικαπιταλιστικού πολιτικού µετώπου-συσχετισµού.   

Με το βλέµµα στην «επόµενη µέρα» των εκλογών, η συζήτηση για ένα νέο µέτωπο της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, που δεν µπορεί να είναι απλώς «προέκταση» ή διεύρυνση της Ανταρσύα, γονιµοποιηµένη από την πείρα της Ανταρσύα αλλά και την πείρα από την παρέµβαση δυνάµεων της αντικαπιταλιστικής-επαναστατικής αριστεράς στον Σύριζα µέχρι και το 2015, πρέπει να ξαναρχίσει αµέσως µετά τις εκλογές.

Η κριτική µας ψήφος στην Ανταρσύα ισοδυναµεί λοιπόν µε πολιτική διαθεσιµότητα για µια τέτοια συζήτηση.

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται.


*


Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.