Η εργατική τάξη απέναντι στην ακροδεξιά κυβέρνηση Μητσοτάκη

image_pdfimage_print

Των Βαγενά Χρήστου – Χασάπη Σάσας

Στις εκλογές του Μαΐου και Ιουνίου ο κόσµος της εργασίας βίωσε ένα πρωτοφανές σοκ µε την αναπάντεχη, τόσο σαν γεγονός όσο και σε έκταση, πολιτική νίκη της Νέας ∆ηµοκρατίας. Τα υψηλά ποσοστά που συγκέντρωσε το κόµµα του Κυριάκου Μητσοτάκη, η καταβαράθρωση του ΣΥΡΙΖΑ, ταυτόχρονα µε τα χαµηλά ποσοστά της Αριστεράς (ρεφορµιστικής και επαναστατικής) δεν προοιωνίζουν τίποτα θετικό για την εργατική τάξη της χώρας και τα φτωχά λαϊκά στρώµατα.

Το πολιτικό σκηνικό µετατοπίζεται ακόµα πιο δεξιά και για πρώτη φορά µετά από δεκαετίες η πολιτική του µικρότερου κακού στην οποία είχε επενδύσει ο ΣΥΡΙΖΑ, αποτυχαίνει παταγωδώς. Κόντρα στη χειρότερη κυβέρνηση της Μεταπολίτευσης (Νέα ∆ηµοκρατία), είχαµε την επίσης χειρότερη αντιπολίτευση (Σύριζα) µε θολό πολιτικό στίγµα και µε πρόθεση διαρκώς να πατάει σε δύο βάρκες: και αυτή του κεφαλαίου και αυτή της εργασίας.

Σχέδια λεηλασίας

Η νέα κυβέρνηση είναι δεδοµένο ότι θα προσπαθήσει να κινηθεί µε λυµένα τα χέρια και θεωρώντας ότι ο κόσµος της έδωσε εντολή να συνεχίσει την ακραία νεοφιλελεύθερη πολιτική της. Ήδη τα πρώτα µηνύµατα για την εφαρµογή της (προσχηµατικής) αξιολόγησης στον ∆ηµόσιο Τοµέα, οι “µεταρρυθµίσεις” στην Υγεία, οι επενδύσεις-ιδιωτικοποιήσεις και τα πρόστιµα σε κόµµατα για αφισοκολλήσεις, δείχνουν τις προθέσεις τους για τσάκισµα των εργασιακών δικαιωµάτων, ξεπούληµα των δηµοσίων υπηρεσιών και του δηµόσιου πλούτου και περαιτέρω υποβάθµιση του περιβάλλοντος για τα κέρδη του ιδιωτικού κεφαλαίου.

Επίσης η νέα µεγάλη δηµοσιονοµική προσαρµογή από την ΕΕ µε στόχο υψηλά πρωτογενή πλεονάσµατα, µετά την αναστολή εφαρµογής τους για τρία χρόνια λόγω πανδηµίας, πολέµου και ενεργειακής κρίσης, µιλάνε από µόνα τους για νέα λιτότητα.

Πρόθεση της κυβέρνησης που πιθανά θα προκύψει, είναι η επίθεση που θα εξαπολύσει την επόµενη µέρα των εκλογών να νοµιµοποιηθεί µε αναθεώρηση του Συντάγµατος, αποτυπώνοντας ένα νέο συσχετισµό δύναµης υπέρ του κεφαλαίου και ενάντια στην εργασία. Στην πρόταση της Ν∆ του 2019 που βασίστηκε σε παλιότερη πρωτοβουλία αναθεώρησης, µε τίτλο «Πρόταση για ένα καινοτόµο Σύνταγµα στην Ελλάδα» του κατεξοχήν νεοφιλελεύθερου Στέφανου Μάνου, βλέπουµε ξεκάθαρα την επέλαση σε κάθε δικαίωµα και ελευθερία που κατακτήθηκε µε αγώνες: καθιέρωση ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστηµίων, αλλά και κίνητρα για την εγκατάσταση ξένων πανεπιστηµίων στην Ελλάδα, προστασία της ανταπεργίας (λοκάουτ), κατάργηση της µονιµότητας των δηµοσίων υπαλλήλων και αξιολόγησή τους µε βάση την αποδοτικότητα, περιορισµός των οικονοµικών εσόδων των ΟΤΑ στους ίδιους πόρους αυτών, δηλαδή στα ανταποδοτικά τέλη και τους ειδικούς φόρους που επιβάλλουν οι ΟΤΑ, κατάργηση της διάταξης περί εθνικοποιήσεων και περιορισµό των ρυθµιστικών παρεµβάσεων του κράτους εάν µε αυτές πλήττεται ο ελεύθερος ανταγωνισµός και η διεθνής ανταγωνιστικότητα της χώρας, δηλαδή ιδιωτικοποιήσεις για όλα τα δηµόσια αγαθά και υπηρεσίες, περιορισµοί στους νόµους προστασίας του περιβάλλοντος, είναι ενδεικτικά κάποια από αυτά.

Εφαρµογή αντεργατικού νόµου Χατζηδάκη

Για να τσακίσει κάθε αγώνα στους εργασιακούς χώρους, η ∆εξιά δε θα διστάσει να χρησιµοποιήσει την κλασική µέθοδο µε άγρια καταστολή στους δρόµους, πειθαρχικά, πολιτικές και συνδικαλιστικές διώξεις µέσα στους χώρους εργασίας. Αυτό που συµβαίνει στην εκπαίδευση µε τη καθηµερινή βιοµηχανία διώξεων, προανακριτικών και Ε∆Ε σε εκπαιδευτικούς που αντιστέκονται, µετά τα αποτελέσµατα της 21ης Μάη που έδωσαν αέρα στα πανιά σε στελέχη της Ν∆, δείχνει ότι πρόθεση είναι να απαγορευτεί κάθε αντίσταση και συνδικαλιστική δράση. Επίσης, ένα δεδοµένο που θα πρέπει να έχουµε κατά νου είναι ο προδοτικός ρόλος που θα παίξει ενισχυµένος της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας που θα προέλθει από την υποτιθέµενη διάθεση του εκλογικού ακροατηρίου και την λεγόµενη συντηρητικοποίησή του.

Όµως η τάξη µας ξέρει να αντιµετωπίζει και αυτές τις δυσκολίες και γι’ αυτό χρησιµοποιούνται οι επιτροπές αγώνα για να οργανωθούν οι αντιδράσεις και οι κινητοποιήσεις.

Το εργατικό κίνηµα πρέπει και µπορεί να αντισταθεί

Αυτό θα είναι το πολιτικό τοπίο της επόµενης περιόδου και τα σχέδια των από πάνω. Η εργατική τάξη όµως µπορεί να επιδείξει τα σωστά αντανακλαστικά και έχει και τις δυνατότητες να σταµατήσει τη νέα επίθεση που σχεδιάζεται πάλι.

Παρά τα αυξηµένα ποσοστά της Νέας ∆ηµοκρατίας στη νεολαίο, στους\στις εργαζόµενους\ες και στις λαϊκές γειτονιές, υπάρχει και µπορεί να οργανωθεί σαν αντίπαλο δέος ο κόσµος που συµµετείχε όλο το προηγούµενο σε απεργίες και κινητοποιήσεις κόντρα στην καταστολή και τον αυταρχισµό, µε κορυφαίο παράδειγµα τις κινητοποιήσεις για το έγκληµα στα Τέµπη.

Σε όλη τη χώρα, σε κάθε µεγάλη και µικρή πόλη οργανώθηκαν συλλαλητήρια και απεργιακές συγκεντρώσεις που κατατάσσονται στις µεγαλύτερες της δεκαετίας. Σύµφωνα µε έρευνες 2,5 εκατοµµύρια άνθρωποι συµµετείχαν σε αυτές, το 30% περίπου των πολιτών άνω των 17 ετών, περισσότεροι και από αυτούς που συµµετείχαν στις αντιµνηµονιακές κινητοποιήσεις του 2010-2012!

Η εργατική τάξη και η νεολαία έδωσαν σπουδαίους αγώνες το προηγούµενο διάστηµα στον ιδιωτικό τοµέα (Cosco, e-food κ.α.), στο δηµόσιο (εκπαιδευτικοί, υγειονοµική κ.α.), στα πανεπιστήµια (πανεπιστηµιακή αστυνοµία), στις πλατείες κόντρα στην καταστολή και τον αυταρχισµό της καραντίνας (πχ Νέα Σµύρνη), για το περιβάλλον και τους ελεύθερους χώρους, για τους πρόσφυγες κόντρα στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, στα push backs, στα δολοφονικά ναυάγια, ενάντια στις γυναικοκτονίες και τους βιασµούς, κόντρα στο φασισµό και τον εθνικισµό και σε κάθε πτυχή της καθηµερινής µας ζωής.

Πολιτική πρόταση και στήριξη

Να θυµίσουµε εδώ ότι και σε άλλες εκλογικές αναµετρήσεις είχαµε µεγάλα ποσοστά σε συστηµικά κόµµατα, που όµως οι εργατικοί αγώνες κατάφεραν να τις ανατρέψουν. Το 1990 ο Κων\νος Μητσοτάκης και η Νέα ∆ηµοκρατία έλαβαν το θηριώδες ποσοστό του 46,89%, ενώ το 2009 το ΠΑΣΟΚ του Γεωργίου Παπανδρέου 43,92%. Λίγα χρόνια µετά και αφού είχαν προηγηθεί µεγάλοι εργατικοί αγώνες η Νέα ∆ηµοκρατία έπεσε από την κυβέρνηση, ενώ το ΠΑΣΟΚ καταποντίστηκε στις εκλογές του 2012 στο 13,18% µετά από τις κινητοποιήσεις ενάντια στα Μνηµόνια.

Το εργατικό κίνηµα πρέπει και  µπορεί να οργανωθεί και να κόψει τη φόρα της νέας νεοφιλελεύθερης κυβέρνησης.

Ταυτόχρονα επιβάλλεται η συγκρότηση των δυνάµεων της επαναστατικής-αντικαπιταλιστικής Αριστεράς σε ένα ορατό πολιτικό µέτωπο πάλης και αγώνα, που θα συµµετέχει σε αυτό και θα προτείνει δράσεις, λύσεις και προοπτικές στον κόσµο της εργασίας.

Τα καθήκοντα είναι πολλά για όλες και όλους και οι µάχες µπροστά µας, που πρέπει να τις δώσουµε µε τις καλύτερες προϋποθέσεις για εµάς.

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται.


*


Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.