Γιατί δεν μιλάμε για το προλεταριάτο;

image_pdfimage_print

του Ηλία Ιωακείμογλου

Σαν πρόκες να καρφώνονται οι λέξεις.
Να μην τις παίρνει ο άνεμος.
Μανόλης Αναγνωστάκης

Mε την λέξη «προλετάριος» µε την οικονοµική έννοια του όρου, γράφει ο Καρλ Μαρξ στο Κεφάλαιο, πρέπει να εννοούµε τον µισθωτό εργαζόµενο, στις υπηρεσίες ή στην βιοµηχανία, που είναι αναγκασµένος να επανέρχεται στο διηνεκές στην αγορά εργασίας για να πουλήσει εκεί τις ικανότητές του, αυτές που είναι αναγκαίες για την παραγωγή και την αξιοποίηση του κεφαλαίου· και θα πρέπει να παραδεχθούµε ότι αυτό δεν είναι καθόλου σπάνιο είδος ούτε εδώ ούτε στις άλλες χώρες – το αντίθετο µάλιστα.

Γιατί λοιπόν δεν µιλάµε πια για τους προλετάριους;

Μήπως επειδή οι µισθωτοί δεν υφίστανται πλέον υλικές στερήσεις, και έχουν όλα όσα χρειάζονται για να συντηρηθούν αυτοί και τα παιδιά τους; Ο µέσος καθαρός µισθός είναι περίπου 800 ευρώ αν δεν λάβουµε υπόψη µας στον υπολογισµό του µέσου µισθού τους µισθούς των στελεχών (διότι πρόκειται για µισθούς που δεν αποτελούν απλώς αµοιβή εργασίας αλλά περιλαµβάνουν και συµµετοχή στα κέρδη).

Γιατί λοιπόν δεν µιλάµε για το προλεταριάτο;

Μήπως επειδή οι µισθωτοί απολαµβάνουν προνοµίων; Μήπως επειδή η εργασιακή επισφάλεια µειώνεται; Όχι µόνο αυξάνεται αλλά διαχέεται και σε τοµείς της αγοράς εργασίας που µέχρι πρότινος εθεωρούντο προστατευµένοι. Νέες µορφές εργασιακής ευελιξίας και επισφάλειας εισάγονται στους χώρους εργασίας ακόµη και στο ανώτερο τµήµα της αγοράς εργασίας. Αυτά δε, συµβαίνουν αφού µεταξύ 2010 και 2016 οι µισθωτοί όλοι µαζί, ως σύνολο, απώλεσαν περίπου το 40% της αγοραστικής τους δύναµης, διότι στην µείωση των µισθών θα πρέπει να προσθέσουµε και την αυξηµένη φορολογική πίεση, και τις απώλειες εισοδήµατος λόγω αυξηµένης ανεργίας, και τις επιπλέον δαπάνες που πρέπει να πραγµατοποιούν τώρα µε δικά τους έξοδα για να αγοράσουν υπηρεσίες που µέχρι πρότινος κάλυπτε το κοινωνικό κράτος.

Γιατί λοιπόν δεν µιλάµε για το προλεταριάτο; Ίσως επειδή οι προλετάριοι δεν υφίστανται υλικές στερήσεις; Η στέρηση βασικών αγαθών όπως η θέρµανση και ο ηλεκτρισµός, η µείωση της κατανάλωσης φαρµάκων και των δαπανών υγείας γενικότερα, η υποβάθµιση της ποιότητας της διατροφής, η µετακόµιση σε µικρότερα και φθηνότερα σπίτια, ο επιµερισµός της κατοικίας µε µέλη της οικογένειας ή µη, η αποφυγή καταβολής εισιτηρίων, η παραίτηση από κοινωνικές δραστηριότητες που κοστίζουν και η αναδίπλωση στον ιδιωτικό χώρο, είναι µορφές υλικής στέρησης που αναφέρονται πλέον στα στατιστικά στοιχεία για µεγάλες κοινωνικές οµάδες.

 

Τέσσερις παγίδες

Οι προλετάριοι εγκλωβίζονται µέσα σε τέσσερις παγίδες. Επειδή η συντήρησή τους βασίζεται κυρίως σε χρήσιµα πράγµατα ή υπηρεσίες που πρέπει κάποιος να τα αγοράσει, οι εργαζόµενοι είναι αναγκασµένοι να επανέρχονται συνεχώς στην αγορά εργασίας ως πωλητές των ικανοτήτων τους. Οι ζωές τους, δηλαδή, εσωτερικεύονται στην κίνηση του κεφαλαίου µε την παγίδα της µισθωτής εργασίας. Οι µισθωτοί βρίσκονται επίσης εγκλωβισµένοι στην παγίδα του πρόσθετου εργαζόµενου: Καθώς ο µισθός υπολείπεται της αξίας των αναγκαίων εµπορευµάτων για να ζήσουν τα νοικοκυριά των εργαζοµένων µια κανονική ζωή, οι µισθωτοί αναγκάζονται να εργαστούν σε περισσότερες δουλειές ή για περισσότερες ώρες. Αυτή η αυξηµένη προσφορά εργασίας συµβάλλει στη διατήρηση του ποσοστού ανεργίας σε υψηλά επίπεδα, διατηρεί έτσι µειωµένους τους µισθούς και όλα καταλήγουν στον φαύλο κύκλο όπου οι χαµηλοί µισθοί διατηρούν υψηλό το ποσοστό ανεργίας που πιέζει τους µισθούς προς τα κάτω, και ο φαύλος κύκλος ξεκινάει από την αρχή. Μια τρίτη παγίδα που αντιµετωπίζουν τα νοικοκυριά των µισθωτών είναι η παγίδα της µακροχρόνιας ανεργίας. Όσο περισσότερο χρόνο παραµένει κάποιος άνεργος, τόσο µειώνονται οι πιθανότητες να προσληφθεί, οπότε µακραίνει έτι περισσότερο ο χρόνος της ανεργίας. Για αυτόν τον λόγο, η µακροχρόνια ανεργία αποτελεί διάδροµο προς το κοινωνικό περιθώριο, όπου περιµένει µια τέταρτη παγίδα, χειρότερη αυτή, η παγίδα της αναπαραγόµενης δυστυχίας: Πώς µπορείς άραγε να διατηρήσεις ζωντανές τις ικανότητές σου ώστε να τις πουλήσεις στην αγορά εργασίας για έναν µισθό, εάν δεν µπορείς να κρατήσεις ζεστό το σπίτι σου, εάν δεν µπορείς να πληρώνεις τους λογαριασµούς του ηλεκτρικού ρεύµατος ή δεν µπορείς να κάνεις τις αναγκαίες επισκευές στο σπίτι σου ή να πληρώσεις για τις θεραπείες σου; Σε αυτές τις παγίδες (και όχι µόνο σε αυτές) βρίσκονται οι µισθωτοί και οι άνεργοι που συγκροτούν το προλεταριάτο.

Γιατί λοιπόν δεν µιλάµε για τους προλετάριους; Επειδή ηττηθήκαµε.

 

Ο ταξικός πόλεµος των λέξεων

Λέξεις που πολεµούν άλλες λέξεις στην αρένα των ταξικών αγώνων. Μάχες µεγάλης σηµασίας, διότι από την έκβασή τους δεν κρίνεται κάτι που αφορά µόνο στο σύµπαν των ιδεών· κρίνονται επίσης οι πράξεις και οι πρακτικές καθενός µας, αφού συµπεριφερόµαστε µε τον έναν ή τον άλλο τρόπο σύµφωνα µε τις ιδέες µας. ∆εν είναι τυχαίο που λέµε ότι «ακολουθούµε» τις ιδέες µας, διότι όντως αυτές µας οδηγούν: οι ιδέες και οι λέξεις που τις αντιπροσωπεύουν, αποκτούν υλική υπόσταση µέσα στις πράξεις µας και τις πρακτικές που ακολουθούµε· µετουσιώνονται σε υλικές πράξεις. Οι ιδέες, λοιπόν, και µαζί µε αυτές οι λέξεις, αποτελούν υλική δύναµη, όπλα, εκρηκτικά, ηρεµιστικά και δηλητήρια, και αυτό εξηγεί γιατί διεξάγονται ολόκληροι πόλεµοι γύρω από αυτές: πόλεµοι της µνήµης που ξαναγράφουν την ιστορία µε άλλες λέξεις, δηλαδή µε άλλες έννοιες, πόλεµοι για το όραµα του µέλλοντός µας (ή απλώς για το δικαίωµά του να υπάρχει), πόλεµος για την εικόνα, την αναπαράσταση της κοινωνίας µέσα στην οποία ζούµε σήµερα.

Όποιος χάνει σε αυτούς τους πολέµους των λέξεων είναι καταδικασµένος σε σιωπή, επειδή η άλλη πλευρά έχει απαξιώσει τις έννοιές του, εποµένως την γλώσσα του, και έχει έτσι απο-κοινωνικοποιήσει τους συλλογισµούς του, που έγιναν πια µια ιδιωτική υπόθεση. Είναι ένας µακροχρόνιος πόλεµος θέσεων για την  εκτόπιση των λέξεων του αντιπάλου, που αποσύρονται η µία µετά την άλλη και τίθενται σε  αναστολή. Μαζί µε τις λέξεις σωπαίνουν και οι έννοιες που διακινούνται από αυτές τις λέξεις. Οι έννοιες όµως είναι αυτές που µας επιτρέπουν να καταλαβαίνουµε τον κόσµο, να κατανοούµε και να εξηγούµε την κοινωνία, εποµένως τον τρόπο που εργαζόµαστε και ζούµε καθηµερινά. Χωρίς αυτές χάνουµε την ικανότητα να εξηγούµε την κοινωνία µε τρόπο αυτόνοµο και αντίπαλο ως προς αυτόν της κυρίαρχης κοινωνικής τάξης. Κάθε ήττα, λοιπόν, στον πόλεµο των λέξεων, είναι µια βαριά ήττα, µια ήττα στην διάταξη των δυνάµεών µας απέναντι στον ταξικό αντίπαλο. Πράγµατι, «οι λέξεις κουβαλούν µεγάλο βάρος, κι όταν δεν τις προσέχουµε, πέφτουν και µας τσακίζουν», όπως έλεγε η Νόρα Αναγνωστάκη.

Ας µιλήσουµε λοιπόν για το προλεταριάτο! Σαν τις πρόκες να καρφώνονται οι λέξεις!

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται.


*


Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.