Ο εμπορικός πόλεμος του Τραμπ ενάντια σε όλο τον κόσμο

image_pdfimage_print

Λι Σάσταρ | μετάφραση Πάνος Πέτρου

αναδημοσίευση από rproject.gr & socialistworker.org

 

Το να «κοπανάς» τον Καναδά, ενώ φλερτάρεις τη Βόρεια Κορέα, ίσως μοιάζει με ένα ακόμα παράδειγμα της παρορμητικής συμπεριφοράς ενός ανθρώπου που είναι μοναδικά ακατάλληλος για τη θέση του προέδρου των ΗΠΑ.

Αλλά όσο κι αν οι πο­λι­τι­κές του Ντό­ναλντ Τραμπ είναι απο­στα­θε­ρο­ποι­η­τι­κές, αντα­να­κλούν μια όλο και πιο οξεία συ­ζή­τη­ση μέσα στην αμε­ρι­κα­νι­κή κα­πι­τα­λι­στι­κή τάξη ως προς τον τρόπο που θα αντι­με­τω­πί­σει τις προ­κλή­σεις που της βά­ζουν και η ανερ­χό­με­νη Κίνα, αλλά και οι πα­ρα­δο­σια­κοί της σύμ­μα­χοι στη Δύση και στην Ια­πω­νία.

Ο Τραμπ επι­τέ­θη­κε στον Κα­να­δά κατά τη Σύ­νο­δο του G7 στο Κε­μπέκ, επει­δή οι ΗΠΑ θέ­λουν την επα­να­δια­πραγ­μά­τευ­ση ή ακόμα και τον τερ­μα­τι­σμό της NAFTA (Συμ­φω­νία Ελευ­θέ­ρου Εμπο­ρί­ου στη Βό­ρεια Αμε­ρι­κή), ως προει­δο­ποί­η­ση στον υπό­λοι­πο πλα­νή­τη: Θα υπο­κύ­ψε­τε στην ατζέ­ντα της Ουά­σινγ­κτον, γιατί αλ­λιώς…

Η εχθρό­τη­τα του Τραμπ απέ­να­ντι στις χώρες του G7, ακόμα κι αν την ίδια στιγ­μή ετοι­μα­ζό­ταν να κο­λα­κεύ­σει τον Κιμ Γιονγκ-Ουν της Βό­ρειας Κο­ρέ­ας, ση­μαί­νει πολύ πε­ρισ­σό­τε­ρα από την κλα­σι­κή άξε­στη συ­μπε­ρι­φο­ρά του.

Είναι μια δυ­να­μι­κή που δεν πε­ριο­ρί­ζε­ται στις ΗΠΑ και στον πρό­ε­δρο των «ριά­λι­τι σόου». Απο­τε­λεί την τε­λευ­ταία φάση μιας εξε­λισ­σό­με­νης στρο­φής στην πα­γκό­σμια πο­λι­τι­κή σκηνή, που αφορά την άνοδο του δε­ξιού λαϊ­κι­σμού σε βάρος των πα­ρα­δο­σια­κών πο­λι­τι­κών κομ­μά­των σε όλο τον ανα­πτυγ­μέ­νο κόσμο, και μια από­το­μη στρο­φή προς τον οι­κο­νο­μι­κό εθνι­κι­σμό που έρ­χε­ται σε ρήξη με τις δε­κα­ε­τί­ες ελεύ­θε­ρου εμπο­ρί­ου και τις πο­λι­τι­κές «απορ­ρύθ­μι­σης» του νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμού.

Η ακρι­βής μορφή που θα πάρει αυτός ο επερ­χό­με­νος οι­κο­νο­μι­κός εθνι­κι­σμός είναι δύ­σκο­λο να κα­θο­ρι­στεί. Αλλά η εκλο­γή του Τραμπ, το δη­μο­ψή­φι­σμα για Brexit από την ΕΕ στο Ηνω­μέ­νο Βα­σί­λειο και η σύ­γκρου­ση της νέας ιτα­λι­κής κυ­βέρ­νη­σης με τη Γερ­μα­νία γύρω από τις πο­λι­τι­κές της ΕΕ, προ­μη­νύ­ουν μια νέα πε­ρί­ο­δο αντα­γω­νι­σμού με­τα­ξύ των με­γά­λων δυ­νά­με­ων.

Οι αντι­πα­λό­τη­τες δεν είναι μόνο οι­κο­νο­μι­κές. Πέρα από τους δα­σμούς και τους πε­ριο­ρι­σμούς στο εμπό­ριο, η ανα­μέ­τρη­ση του Τραμπ με την Ευ­ρώ­πη επι­κα­θο­ρί­ζε­ται από την ωμή ιμπε­ρια­λι­στι­κή δύ­να­μη.

Για πα­ρά­δειγ­μα, όποια ευ­ρω­παϊ­κή εται­ρεία κάνει δου­λειές με το Ιράν, θα μπο­ρού­σε σύ­ντο­μα να απο­κλει­στεί από κάθε επι­χει­ρη­μα­τι­κή δρα­στη­ριό­τη­τα στις ΗΠΑ, καθώς θα πα­ρα­βιά­ζει τις νέες αμε­ρι­κα­νι­κές κυ­ρώ­σεις, που ακο­λού­θη­σαν την απόρ­ρι­ψη της πυ­ρη­νι­κής συμ­φω­νί­ας από τον Τραμπ. Στο με­τα­ξύ, ο πρέ­σβης του Τραμπ στη Γερ­μα­νία στη­ρί­ζει ανοι­χτά ακρο­δε­ξιές πο­λι­τι­κές δυ­νά­μεις, που θέ­λουν να απο­δυ­να­μώ­σουν την ΕΕ από τα μέσα.

Η μάχη ΗΠΑ-ΕΕ για το χά­λυ­βα και το αλου­μί­νιο και η επα­κό­λου­θη δι­πλω­μα­τι­κή κρίση πρέ­πει να ει­δω­θούν σε αυτό το πλαί­σιο. Όμοια και η πρό­τα­ση του Τραμπ να επα­νε­ντα­χθεί η Ρωσία στο G7.

Οι εμπο­ρι­κές εντά­σεις ανά­με­σα στις ΗΠΑ και την ΕΕ δεν είναι κάτι και­νούρ­γιο. Ωστό­σο τέ­τοιες συ­γκρού­σεις συ­νή­θως επι­λύ­ο­νταν μέσα από γρα­φειο­κρα­τι­κά κα­νά­λια, μέσω του Πα­γκό­σμιου Ορ­γα­νι­σμού Εμπο­ρί­ου (ΠΟΕ), ένα πο­λυ­ε­θνι­κό σώμα που συ­στά­θη­κε το 1995 από τις ΗΠΑ, τις με­γά­λες ευ­ρω­παϊ­κές χώρες και την Ια­πω­νία, για να επι­βά­λει μια πα­γκό­σμια εμπο­ρι­κή τάξη που θα ήταν ευ­νοϊ­κή για όλους τους.

Οι τότε κυ­ρί­αρ­χες οι­κο­νο­μι­κές δυ­νά­μεις χρη­σι­μο­ποί­η­σαν τον ΠΟΕ –όπως και το ΔΝΤ και την Πα­γκό­σμια Τρά­πε­ζα– για να «ανοί­ξουν» τις προη­γου­μέ­νως κλει­στές οι­κο­νο­μί­ες της πρώην ΕΣΣΔ και της Κίνας, όπως και πολ­λές λα­τι­νο­α­με­ρι­κά­νι­κες και αφρι­κα­νι­κές χώρες, καθώς αυτές εν­σω­μα­τώ­νο­νταν στην πα­γκό­σμια αγορά.

Ο ΠΟΕ επέ­βα­λε μια εκ­δο­χή «ελευ­θέ­ρου εμπο­ρί­ου» στις φτω­χό­τε­ρες χώρες, ενώ ρύθ­μι­ζε τις αντι­πα­ρα­θέ­σεις ανά­με­σα στις με­γά­λες δυ­νά­μεις –όπως τη μό­νι­μη δια­μά­χη ανά­με­σα στην Μπόινγκ και την ευ­ρω­παϊ­κή Έρ-μπας γύρω από τις εμπο­ρι­κές πτή­σεις, ή όπως την τιμή συ­γκε­κρι­μέ­νων αγρο­τι­κών προ­ϊ­ό­ντων.

Οι συ­γκρού­σεις ΗΠΑ-ΕΕ όσον αφορά τον χά­λυ­βα είναι επί­σης χρό­νιες: Το 2003, ο ΠΟΕ ενέ­κρι­νε την επι­βο­λή 2,2 δισ. σε δα­σμούς-αντί­ποι­να από την ΕΕ, αφού η κυ­βέρ­νη­ση Μπους, με τη στή­ρι­ξη του συν­δι­κά­του Ενω­μέ­νων Χα­λυ­βερ­γα­τών, είχε πρώτη επι­βά­λει δα­σμούς στις ει­σα­γω­γές χά­λυ­βα.

Υπήρ­χε η προσ­δο­κία ότι οι ανερ­χό­με­νες δυ­νά­μεις όπως η Κίνα, ως νε­οει­σερ­χό­με­νες στον ΠΟΕ, θα συμ­μορ­φώ­νο­νταν στους όρους που ευ­νο­ού­σαν τους πα­ρα­δο­σια­κούς παί­χτες.

Αλλά τα πράγ­μα­τα δεν εξε­λί­χθη­καν έτσι. Η Κίνα, αφό­του μπήκε στον ΠΟΕ το 2001, ανα­δύ­θη­κε ως ένα νέο δυ­να­μι­κό κέ­ντρο κα­πι­τα­λι­στι­κής συσ­σώ­ρευ­σης και με­ταλ­λά­χθη­κε από μια χα­μη­λό­μι­σθη εξα­γω­γι­κή πλατ­φόρ­μα για τις αμε­ρι­κα­νι­κές, ευ­ρω­παϊ­κές και για­πω­νέ­ζι­κες εται­ρεί­ες, σε έναν αυ­το­δί­καια πα­γκό­σμιο αντα­γω­νι­στή.

Η υπερ-τα­χεία εκ­βιο­μη­χά­νι­ση της Κίνας ενί­σχυ­σε την ανά­πτυ­ξη του πα­γκό­σμιου συ­στή­μα­τος, το­νώ­νο­ντας τις εξα­γω­γι­κές οι­κο­νο­μί­ες στην Αφρι­κή και τη Λα­τι­νι­κή Αμε­ρι­κή. Αλλά η ίδια έβαλε τις βά­σεις και για μια πα­γκό­σμια οι­κο­νο­μι­κή αστά­θεια –συμ­βάλ­λο­ντας σε μια κρίση υπερ­βο­λι­κής πα­ρα­γω­γι­κής δυ­να­τό­τη­τας και την επα­κό­λου­θη πίεση των κερ­δών προς τα κάτω.

Η ανά­πτυ­ξη, που στη­ρί­χθη­κε υπερ­βο­λι­κά στην αύ­ξη­ση του χρέ­ους, επι­βρα­δύν­θη­κε δρα­μα­τι­κά κατά την ύφεση του 2007-2008.

Οι συ­ντο­νι­σμέ­νες πα­γκό­σμιες πο­λι­τι­κές «τό­νω­σης» του 2009 –που πε­ρι­λάμ­βα­ναν τη διά­σω­ση τρα­πε­ζών, την εθνι­κο­ποί­η­ση ολό­κλη­ρων βιο­μη­χα­νιών και μα­ζι­κές κρα­τι­κές δα­πά­νες– απέ­τρε­ψαν τη Με­γά­λη Ύφεση από το να εξε­λι­χθεί σε κάτι ακόμα χει­ρό­τε­ρο από αυτό που ήταν.

Όταν απο­κα­τα­στά­θη­κε η ανά­πτυ­ξη, η Κίνα κα­θό­ρι­σε και πάλι το ρυθμό, τρα­βώ­ντας μαζί της και πολ­λές ανα­πτυσ­σό­με­νες χώρες. Η Πα­γκό­σμια Τρά­πε­ζα προ­βλέ­πει ότι η Κίνα μόνη της θα αντι­προ­σω­πεύ­ει το 35% της αύ­ξη­σης του πα­γκό­σμιου ΑΕΠ το 2018-2019.

Η οι­κο­νο­μία της Κίνας είναι γε­μά­τη αντι­φά­σεις και εξαρ­τά­ται σε πολύ με­γά­λο βαθμό από το χρέος. Η Τρά­πε­ζα Διε­θνών Δια­κα­νο­νι­σμών εκτί­μη­σε ότι, ως τα μέσα του 2017, το χρέος της Κίνας ως πο­σο­στό του ΑΕΠ είχε φτά­σει το 256%, σε σύ­γκρι­ση με το 190% που είναι ο μέσος όρος για ανα­δυό­με­νες οι­κο­νο­μί­ες και το 250% των ΗΠΑ.

Η τρο­φο­δο­τού­με­νη από το χρέος επέ­κτα­ση της Κίνας επί­σης πα­ρο­ξύ­νει το πρό­βλη­μα της υπερ­πα­ρα­γω­γής, που απο­τε­λεί τη δυ­να­μι­κή που σπρώ­χνει προς τα κάτω τις τιμές, δια­μορ­φώ­νο­ντας το έδα­φος για τους εμπο­ρι­κούς πο­λέ­μους στο χά­λυ­βα και το αλου­μί­νιο. Αλλά ταυ­τό­χρο­να, η Κίνα κάνει προ­σπά­θεια να αντα­γω­νι­στεί με θη­ριώ­δεις δυ­τι­κές και ια­πω­νι­κές πο­λυ­ε­θνι­κές στην αε­ρο­δια­στη­μι­κή, στα μι­κρο­τσίπ και άλλα.

Η άνο­δος της Κίνας και η επί­μο­να υπο­το­νι­κή οι­κο­νο­μι­κή ανά­πτυ­ξη στις ΗΠΑ έχουν βρε­θεί στο επί­κε­ντρο των οπα­δών του προ­στα­τευ­τι­σμού, που χα­ράσ­σουν πο­λι­τι­κή γύρω από τον Τραμπ.

Μετά το τέλος της ύφε­σης το 2009, η ανά­πτυ­ξη στις ΗΠΑ έχει ετή­σιο μέσο όρο 2,2%, σε σύ­γκρι­ση με τη μέση ετή­σια αύ­ξη­ση 3% από το 1945 και μετά. Χρειά­στη­κε σχε­δόν μια ολό­κλη­ρη δε­κα­ε­τία για να ανα­κάμ­ψει το αμε­ρι­κα­νι­κό ΑΕΠ από τη Με­γά­λη Ύφεση πριν 10 χρό­νια. Οι ΗΠΑ πα­ρα­μέ­νουν εγκλω­βι­σμέ­νες σε αυτό που ο πρώην υπουρ­γός Οι­κο­νο­μι­κών Λό­ρενς Σά­μερς απο­κα­λεί «κο­σμι­κή στα­σι­μό­τη­τα» (ΣτΜ: secular stagnation, μια μό­νι­μη, «δο­μι­κή» κα­τά­στα­ση χα­μη­λών ή ανύ­παρ­κτων ρυθ­μών ανά­πτυ­ξης).

Μαζί με την υπο­χώ­ρη­ση της αμε­ρι­κα­νι­κής οι­κο­νο­μι­κής δύ­να­μης σε σχέση με τους άλ­λους, συ­νυ­πάρ­χει η ατί­θα­ση κρίση του αμε­ρι­κα­νι­κού ιμπε­ρια­λι­σμού, ως συ­νέ­πεια των απο­τυ­χη­μέ­νων πο­λέ­μων στο Ιράκ και το Αφ­γα­νι­στάν, που άνοι­ξε το δρόμο και για την Κίνα και για τη Ρωσία να επα­να­διεκ­δι­κή­σουν την επιρ­ροή τους από την Αφρι­κή ως τη Μέση Ανα­το­λή.

Όλα αυτά αντι­προ­σω­πεύ­ουν μια πρό­κλη­ση για την αμε­ρι­κα­νι­κή κα­πι­τα­λι­στι­κή τάξη, η οποία δεν έχει βρει ούτε τις ιδέες ούτε την ηγε­σία για να αντι­με­τω­πί­σει την υπο­χώ­ρη­σή της.

Η πο­λι­τι­κή του Τραμπ, «Πρώτα η Αμε­ρι­κή», εκ­προ­σω­πεί ένα λαϊ­κι­στι­κό «λου­στρά­ρι­σμα» ενός σο­βα­ρού σχε­δί­ου τμη­μά­των της αμε­ρι­κα­νι­κής άρ­χου­σας τάξης για την αντι­με­τώ­πι­ση αυτής της κα­τά­στα­σης. Αυτό εκ­φρά­ζε­ται στην έκ­θε­ση της δια­κυ­βέρ­νη­σης Τραμπ για τη Στρα­τη­γι­κή Εθνι­κής Ασφα­λεί­ας, που εστιά­ζει σε πε­ρι­φε­ρεια­κές δυ­νά­μεις, την Κίνα και τη Ρωσία, και όχι τόσο στον «πό­λε­μο κατά της τρο­μο­κρα­τί­ας».

Οι εμπο­ρι­κές συ­γκρού­σεις κα­θη­γού­νται από τα ίδια ζη­τή­μα­τα.

Ο Πίτερ Να­βά­ρο, ο «κι­νε­ζο­φά­γος» εκ­κε­ντρι­κός ακα­δη­μαϊ­κός που διευ­θύ­νει το Εθνι­κό Συμ­βού­λιο Εμπο­ρί­ου, τρο­φο­δο­τεί τον Τραμπ με ατά­κες και επι­χει­ρή­μα­τα. Αλλά την ατζέ­ντα την κα­θο­ρί­ζει ένας δι­σε­κα­τομ­μυ­ριού­χος επι­χει­ρη­μα­τί­ας, ο Γουίλ­μπουρ Ρος, που ανέ­λα­βε τη θέση του Υπουρ­γού Εμπο­ρί­ου για να εφαρ­μό­σει αυτό το πρό­γραμ­μα, και όχι γιατί είχε ανά­γκη τη δου­λειά.

Ένας άλλος κομ­βι­κός παί­κτης είναι ο Εκ­πρό­σω­πος για το Εξω­τε­ρι­κό Εμπό­ριο των ΗΠΑ, Ρό­μπερτ Λάιτ­χι­ζερ, που κα­θο­δή­γη­σε τη δε­κα­ε­τία του ’80 τις αμε­ρι­κα­νι­κές δια­πραγ­μα­τεύ­σεις, που πί­ε­σαν σκλη­ρά την Ια­πω­νία να συ­γκρα­τή­σει το αμε­ρι­κα­νι­κό εμπο­ρι­κό έλ­λειμ­μα.

Οι οι­κο­νο­μι­κοί εθνι­κι­στές που κι­νού­νται γύρω από τον Τραμπ, εκ­προ­σω­πούν μια μειο­ψη­φι­κή άποψη μέσα στην Αμε­ρι­κή των Εται­ρειών, στην οποία οι επι­τυ­χί­ες του ελεύ­θε­ρου εμπο­ρί­ου έχουν κάνει τους CEO (τα με­γα­λο­στε­λέ­χη των εται­ριών) δι­στα­κτι­κούς στο να αντι­με­τω­πί­σουν κα­τά­μα­τα τις αλ­λα­γές. Τα με­γά­λα ΜΜΕ, ανα­πό­φευ­κτα, αντα­να­κλούν αυτό το κλίμα με τις έντο­να επι­κρι­τι­κές –ως και πα­νι­κό­βλη­τες– από­ψεις τους για την πα­ρου­σία του Τραμπ στο G7.

Αλλά η αλ­λα­γή έχει ήδη έρθει. Ο νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμός, οι συμ­φω­νί­ες ελευ­θέ­ρου εμπο­ρί­ου όπως η NAFTA και ορ­γα­νι­σμοί όπως ο ΠΟΕ αγκα­λιά­στη­καν από την Ουά­σινγ­κτον, επει­δή ενί­σχυαν και οχύ­ρω­ναν την αμε­ρι­κα­νι­κή κυ­ριαρ­χία στην οι­κο­νο­μι­κή σκηνή. Αν απο­δει­χθούν εμπό­δια σε αυτόν το στόχο, θα πρέ­πει είτε να αγνοη­θούν, είτε να εγκα­τα­λει­φθούν.

Ηα­πό­φα­ση των ΗΠΑ να εγκα­τα­λεί­ψουν την εμπο­ρι­κή συμ­φω­νία της Συ­νερ­γα­σί­ας στον Ει­ρη­νι­κό –μια υπό­σχε­ση και του Τραμπ και της Χί­λα­ρι Κλί­ντον κατά τις προ­ε­δρι­κές εκλο­γές του 2016– ήταν ένα ση­μείο κα­μπής. Ακόμα και η NAFTA, σχε­δια­σμέ­νη για να εξα­σφα­λί­σει την αμε­ρι­κα­νι­κή κυ­ριαρ­χία στη Βο­ρειο­α­με­ρι­κά­νι­κη οι­κο­νο­μία, μπο­ρεί να εγκα­τα­λει­φθεί.

Ενώ πολ­λοί εμπο­ρι­κοί πό­λε­μοι ξε­σπούν στη διάρ­κεια οι­κο­νο­μι­κών κρί­σε­ων, ο συ­γκε­κρι­μέ­νος έρ­χε­ται σε μια στιγ­μή που η οι­κο­νο­μι­κή ανά­καμ­ψη εδραιώ­νε­ται στο με­γα­λύ­τε­ρο μέρος του πλα­νή­τη.

Το Διε­θνές Νο­μι­σμα­τι­κό Τα­μείο ανέ­φε­ρε τον Απρί­λη του 2018 ότι «η πα­γκό­σμια οι­κο­νο­μι­κή ανο­δι­κή τάση, που ξε­κί­νη­σε γύρω στα μέσα του 2016, έχει γίνει πιο διευ­ρυ­μέ­νη και πιο ισχυ­ρή», την ίδια ώρα που εφι­στά την προ­σο­χή στα πα­ρελ­κό­με­να της κρί­σης –κυ­ρί­ως τα «υψη­λό­τε­ρα επί­πε­δα χρέ­ους πα­γκο­σμί­ως» και τους πο­λι­τι­κούς με­τα­σει­σμούς που οδη­γούν σε «εθνι­κι­στι­κές πο­λι­τι­κές».

Αυτό ήταν μια όχι και τόσο κα­λυμ­μέ­νη ανα­φο­ρά στον Τραμπ και στις δε­ξιές δυ­νά­μεις που ανέ­τρε­ψαν ή εκτό­πι­σαν ή πί­ε­σαν τα κα­τε­στη­μέ­να πο­λι­τι­κά κόμ­μα­τα σε με­γά­λο μέρος της Ευ­ρώ­πης τα τε­λευ­ταία χρό­νια.

Η τάση προς τον οι­κο­νο­μι­κό εθνι­κι­σμό πι­θα­νό­τα­τα θα ενι­σχυ­θεί στην επό­με­νη ύφεση –η οποία έρ­χε­ται, ακόμα κι αν η έναρ­ξή της δεν μπο­ρεί να προ­βλε­φθεί και δεί­χνει μα­κρι­νή σή­με­ρα.

Ο πυ­ρο­δό­της μπο­ρεί να είναι τα απλή­ρω­τα χρέη, ένα κραχ στις χρη­μα­το­πι­στω­τι­κές αγο­ρές ή μια βρα­δεία πτώση στην κερ­δο­φο­ρία των εται­ριών. Η αύ­ξη­ση των επι­το­κί­ων που ορί­ζουν οι κε­ντρι­κοί τρα­πε­ζί­τες, όπως η Αμε­ρι­κα­νι­κή Κε­ντρι­κή Τρά­πε­ζα, επί­σης μπο­ρεί να «στραγ­γα­λί­σει» πολύ σύ­ντο­μα την ανά­πτυ­ξη.

Ό,τι κι αν ακο­λου­θή­σει, ανα­δύ­ε­ται μια με­τα-νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρη πα­γκό­σμια οι­κο­νο­μία. Ακόμα κι αν ο Τραμπ υπα­να­χω­ρή­σει από έναν ανοι­χτό εμπο­ρι­κό πό­λε­μο σε όλα τα μέ­τω­πα τώρα, ο οι­κο­νο­μι­κός εθνι­κι­σμός και οι διαρ­κείς αλ­λα­γές στις εμπο­ρι­κές συμ­μα­χί­ες, θα γί­νουν ακρο­γω­νιαί­οι λίθοι της αμε­ρι­κά­νι­κης οι­κο­νο­μι­κής πο­λι­τι­κής. Είναι μια σύ­γκρου­ση από την οποία οι ερ­γα­ζό­με­νοι –είτε στις ΗΠΑ είτε στον υπό­λοι­πο πλα­νή­τη –δεν έχουν τί­πο­τε να κερ­δί­σουν.

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται.


*


Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.