«Πίσω από τις θημωνιές»: από τις καλύτερες ταινίες πολλών δεκαετιών, το μεγάλου μήκους ντεπούτο της Ασημίνας Προέδρου

image_pdfimage_print

του Μάριου Αυγουστάτου

«Το θέμα της ταινίας σχετίζεται με το πώς οι καθημερινοί άνθρωποι εγκλωβιζόμαστε σε ένα σύστημα διαφθοράς, και τελικά, πώς – με ποιους μηχανισμούς εννοώ – ένα διεφθαρμένο σύστημα αναπαράγει τον εαυτό του. Το θέμα έχει να κάνει με δικούς μου προσωπικούς, πολιτικούς, φιλοσοφικούς και υπαρξιακούς προβληματισμούς, τα αδιέξοδα και τις αναζητήσεις μου.» 
Ασημίνα Προέδρου

Η Ασημίνα Προέδρου μας εντυπωσίασε από το 2013 με την ταινία μικρού μήκους «Red Hulk», την ιστορία ενός νέου που παίρνει μέρος σε μια ναζιστική οργάνωση. Μια ταινία που αποτύπωσε με αγωνία την άνοδο της Χρυσής Αυγής τότε. Έχουν περάσει 10 χρόνια από τότε, έγινε πρωτόδικα η δίκη της ΧΑ, τα (περισσότερα) στελέχη της μπήκαν στη φυλακή. Η δίκη σε δεύτερο βαθμό είναι σε εξέλιξη, αλλά οι ιδέες τους είναι ακόμα εδώ σε ένα κομάτι της κοινωνίας (και της κυβέρνησης) και με τα διάφορα ακροδεξιά-φασιστικά μορφώματα να διαγκωνίζονται ποιος θα αποκτήσει το δαχτυλίδι της διαδοχής. Δεν έχουμε τελειώσει με τους φασίστες. Αλλά αυτό είναι (;) μια άλλη ιστορία…

Η Ασημίνα Προέδρου φέτος μάς εντυπωσιάζει ξανά με το «Πίσω από τις Θημωνιές», το αιχμηρά πολιτικό και με στέρεες κινηματογραφικές βάσεις ντεμπούτο μεγάλου μήκους της, συνεχίζοντας να κοιτάζει κατάματα την ελληνική κοινωνία. Κορμός του σεναρίου, ένα κοινωνικό δράμα, που διαδραματίζεται το 2015 στα σύνορα με την Βόρεια Μακεδονία, μια χρονιά που η Ελλάδα βίωσε ένα από τα μεγαλύτερα μεταναστευτικά κύματα. Η ταινία παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο κοινό στο 63ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, αποσπώντας έξι ξεχωριστά βραβεία. Στην πρώτη έξοδο εκτός χώρας, επέστρεψε από το Διεθνές Φεστιβάλ IFFI Goa της Ινδίας με το βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενης Σκηνοθέτη.

Η ταινία ξεκινάει με μια παρέα παιδιών που παίζουν ανέμελα σε μια λίμνη. Κάτι που προϊδεάζει ότι κάτι τραγικό θα συμβεί. Τα παιδιά βρίσκουν νεκρούς, πνιγμένους ανθρώπους, κάτι που θα αλλάξει τα πάντα σε μια ολόκληρη κοινωνία. Η ιστορία παρουσιάζεται σε τρία κεφάλαια συν τον επίλογο. Στο καθένα βλέπουμε τη διαφορετική οπτική γωνία των πρωταγωνιστών/ιστριών, και μάλιστα μη γραμμικά. Αυτό είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον και βάζει τον θεατή στη θέση να συνθέσει το παζλ της ιστορίας.

Το συμβάν όμως δεν είναι η αιτία, είναι το αποτέλεσμα μιας περίπλοκης εξίσωσης που έχει ήδη ξεκινήσει από τις «νοικοκυρεμένες» ζωές των ηρώων, με τόνους υποκρισίας της τοπικής (και όχι μόνο) κοινωνίας, δομικά χτισμένο από ένα αδηφάγο σύστημα εκμετάλλευσης που συνθλίβει την ανθρώπινη υπόσταση και τις όποιες θετικές προοπτικές στις ζωές των ανθρώπων.

Ας δούμε τους κεντρικούς χαρακτήρες:

Ο πατέρας Στέργιος (Στάθης Σταμουλακάτος) 

Το κράτος με τα γρανάζια του έχει «αναγκάσει» τον πρωταγωνιστή να κάνει «λαμογιές» μεν αλλά όταν φτάνει στο μη παρέκει, του βάζει το μαχαίρι στο λαιμό. Του πατέρα, από τις τραγικές φιγούρες αυτού του παζλ, που μια ωραία πρωία του απαιτήθηκε ένα τεράστιο ποσό -για τα δεδομένα του σχετικά φτωχού ψαρά- και μάλιστα «χωρίς δυνατότητα διακανονισμού» (ένας μηχανισμός που «λειτουργεί ικανοποιητικά», σωστά κύριοι Τσακαλώτε και Σταϊκούρα;). Ένα σύστημα αδηφάγο που αφότου φορτώσει ενοχές και απύθμενο άγχος, εξωθεί τους ανθρώπους σε καταστάσεις και σχέσεις εκμετάλευσης και κάθε είδους βίας, με θύματα ως συνήθως τα πιο ευάλωτα κομάτια της κοινωνίας.

Βεβαίως και εν προκειμένω, ο πατέρας δεν είναι άμοιρος ευθυνών. «Συνεργάζεται» και είναι εν γνώσει του η συνενοχή στα εγκλήματα, μαζί με τον τοπικό «προύχοντα» κακούργο (Πασχάλη Τσαρούχακαι αδελφό της συζύγου. Το δράμα κλιμακώνεται προς όλες τις κατευθύνσεις (δεν θα σας κάνουμε spoiler). Ένας χαρακτηριστικά σεξιστής πατέρας-αφέντης, που ξεσπάει βίαια, μέχρι και στην ίδια του την κόρη.

Η μάνα (Λένα Ουζουνίδου)

Μέσα σε όλες τις αλληλοσυγκρουόμενες σχέσεις η μάνα προσπαθεί να κρατήσει τις ισορροπίες, ωθούμενη από αγνή αγάπη. Αγαπάει την κόρη της, αλλά όταν ο πα-τέρας την καταπιέζει δεν παίρνει θέση, ούτε καν όταν τη χτυπάει… Και έχοντας τα κλειδιά της εκκλησίας της ενορίας, αρνείται να φιλοξενήσει τους/τις πρόσφυγες/ισσες που ξεπαγιάζουν στον χιονιά. Μια γυναίκα επί το πλείστον άβουλη που καθαρίζει κυριολεκτικά και μεταφορικά τις βρωμιές των άλλων, θεωρώντας ότι αυτό είναι το καθήκον της.

Οι άνθρωποι όμως αλλάζουν και, όντας πνιγμένη στις ενοχές, παρακούει το φασίστα παπά (που με «χριστιανική» αγάπη προσπαθεί να επιβάλλει στο ποίμνιο τις μισαλλόδοξες απόψεις του) και προσφέρει τη βοήθεια (που θεωρεί ότι της αναλογεί)στους πρόσφυγες/ίγισσες. Είναι αυτό όμως αρκετό; Προσπαθεί παράλληλα να μην την πάρει χαμπάρι το χωριό και της «βγει το όνομα»…

Η κόρη (Ευγενία Λάβδα)

Η Ευγενία προσπαθεί να πάρει τη ζωή στα χέρια της, μέσα σε ένα καταπιεστικό πατριαρχικό περιβάλλον. Με δύο γονείς πνιγμένους στην υποκρισία και στα ψέμματα που έχουν γίνει βουνό και την καταπίνουν, οι καταστάσεις ωθούνται στα άκρα. Έρωτας, σπουδές και μια επαναστατικότητα που ξεπηδάει αυθόρμητα μέσα από τις καταστάσεις, ως αντίδραση στην καταπίεση. Ενηλικιώνεται και ωριμάζει με τον πιο σκληρό τρόπο, παιδί ακόμα για τους γονείς (και με «ιδιοκτησιακά» δικαιώματα για τον πατριάρχη πατέρα), γυναίκα με τα όλα της για τον αγαπημένο της, εκπαιδευόμενη νοσοκόμα για το σύστημα, αστέρι της νύχτας για να εκπληρώσει τα όνειρά της κόντρα (;) σε οικογενειακές νόρμες και σύστημα.

Και ναι, δεν είναι τυχαίο ότι για άλλη μια φορά η ελπίδα πηγάζει από τους νέους ανθρώπους, που στους ώμους τους πέφτει η ευθύνη, με τις όποιες αντιφάσεις τους, να αλλάξουν τον κόσμο συθέμελα…

Τα ερωτήματα που βάζει η ταινία αναζητούν απαντήσεις

Χωρίς καμία δόση υπερβολής, η ταινία είναι από τις καλύτερες των τελευταίων δεκαετιών, τουλάχιστον όσον αφορά στην ντόπια παραγωγή. Άφησε ήδη και θα αφήσει ηχηρό αποτύπωμα στο ελληνικό αλλά και διεθνές κινηματογραφικό στερέωμα.

Με πολλά πρακτικά εμπόδια που αναδεικνύουν κοινωνικοπολιτικά επίδικα: γυρισμένη εν μέσω της πανδημίας του Covid19, όταν οι κυβερνήσεις (με προεξάρχουσα την ελληνική) έβαλαν στο επίκεντρο την έννοια της ατομικής ευθύνης για την αντιμετώπισή της. Η ταινία δεν απαλάσσει τους ήρωες και ηρωίδες από τις ατομικές τους ευθύνες. Υπάρχουν, και όχι τυχαία, διαβαθμίσεις σε αυτό. Κάποιοι χαρακτήρες είναι περισσότερο ηθικοί, κάποιοι λιγότερο. Ταυτοχρόνως μας δείχνει πολύ εύστοχα το πότε μπορούμε να καταλογίσουμε ατομικές και πότε συλλογικές, κοινωνικές και εν τέλει πολιτικές ευθύνες.

Δεν έχει νόημα να καταλογίσουμε ατομικές ευθύνες όταν το άτομο δεν έχει δυνατότητες παρέμβασης σε ήδη διαμορφωμένες απάνθρωπες συνθήκες συνθλιμμένο από πολιτικές εγχώριες και μη. Όταν κυβερνήσεις, αφεντικά και τράπεζες διαλύουν ανθρώπινες ζωές στο βωμό του κέρδους και τα άτομα προσπαθούν να επιβιώσουν με κάθε τρόπο, όταν θεσμικά έχουν διαιωνιστεί πατριαρχικές δομές καταπίεσης και εκμετάλλευσης, όταν οι πολιτικές δεκαετιών έχουν υποβιβάσει τη Δημόσια Υγεία του ΕΣΥ που χτίστηκε με αγώνες δεκαετιών στο να μη μπορεί να καλύψει τις στοιχειώδεις ανάγκες. Όταν η ΕΕ έχει ήδη επιβάλλει αγροτικές πολιτικές σε συνεταιρισμούς και επιβάλλει αντιμεταναστευτικές πολιτικές αποτροπής, ταυτόχρονα με τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις του ΝΑΤΟ (και όχι μόνο) που έχουν καταστρέψει οικονομικά και κυριολεκτικά χώρες, δημιουργώντας ανθρώπινα ποτάμια εξαθλιωμένων προσφύγων, με το σύστημα να τους έχει βαφτίσει «ξένους», «αλλόθρησκους», «εθνική απειλή»…

Άρα, ενώ όλα δείχνουν προκαθορισμένα, πως τα μεμονωμένα άτομα μπορούμε να αντιδράσουμε; Πως να αντιδράσει κανείς στην τοπική κοινωνία που απ’τη μία κάνει τους μεγάλους (χριστιανικούς) σταυρούς και εκκλησιάζεται κάθε Κυριακή στο όνομα του «αγαπάτε αλλήλους» ενώ απ’την άλλη πνίγει (και το επικροτεί εμμέσως πλην σαφώς) ανθρώπους και δεν ανοίγει καν την πόρτα της εκκλησιάς στους ξεπαγιασμένους ανθρώπους; Πως να αντιδράσεις στο σεξισμό του πατέρα-αφέντη;

Η Ασημίνα Προέδρου βάζει τα ερωτήματα και μια πρώτη πιθανή απάντηση: τη στάση της κόρης, που παίρνει την κατάσταση στα χέρια της και (έστω) με όλες τις δυσκολίες και τις αντιφάσεις της, πάει παρακάτω. 

Η απάντηση είναι να κοιτάξουμε κατάματα στο τι κρύβεται «πίσω από τις θημωνιές», όπως κάνει η Ασημίνα Προέδρου στην ταινία της, μια σπαρακτική τοιχογραφία της ελληνικής επαρχίας (που είναι βεβαίως και μια μικρογραφία συνολικά της κοινωνίας). Και το κάνει αυτό «Μπρεχτικά», ρεαλιστικά και χωρίς μελοδραματισμό. Η πραγματικότητα είναι από μόνη της τραγική και φαντάζει αδιέξοδη, ενώ δεν είναι. Η συνολική απάντηση όμως -τουλάχιστον- όταν το άτομο δεν μπορεί να παρέμβει από μόνο του, είναι να το κάνει αυτό μαζί με άλλα άτομα. Η πραγματική απάντηση λοιπόν είναι στη συλλογικότητα, την οργάνωση και τους αγώνες. Μέχρι να μη χρειάζεται πια να κοιτάμε «πίσω από τις θημωνιές»…

Η ταινία «Πίσω από τις Θημωνιές» παίζεται αυτές τις μέρες στους κινηματογράφους. Της ευχόμαστε από τη μεριά μας καλοτάξιδη.

Ελλάδα, Γερμανία, Βόρεια Μακεδονία, 2022 Παραγωγή: Ιωάννα Μπολομύτη, Μάρκους Χάλμπερσμιντ, Βλαντιμίρ Αναστάσοφ, Αντζελα Νεστόροφσκα Σκηνοθεσία: Ασημίνα Προέδρου Σενάριο: Ασημίνα Προέδρου Φωτογραφία: Σίμος Σαρκετζής Μοντάζ: Ηλέκτρα Βενάκη Μουσική: Μάριος Στρόφαλης Πρωταγωνιστούν: Στάθης Σταμουλακάτος, Λένα Ουζουνίδου, Ευγενία Λάβδα, Χρήστος Κοντογεώργης, Ντίνα Μιχαηλίδου και ο Πασχάλης Τσαρούχας Διάρκεια: 118 λεπτά Διανομή: Tanweer

 Το επίσημο trailer:

 

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται.


*


Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.