Οι πολιτικές προοπτικές πέρα από το κλισέ «Τσίπρας ή Μητσοτάκης»
Το κεντρικό άρθρο της εφημερίδας «Κόκκινο Νήμα» νο7 που κυκλοφορεί
Του Πάνου Κοσμά
Όλα τα βασικά συστατικά του πολιτικού σκηνικού έλκουν την καταγωγή τους από την περίοδο µεταξύ των εκλογών του Ιανουαρίου 2015 και των εκλογών του Σεπτεµβρίου 2015. Χωρίς ένα ερµηνευτικό πλαίσιο όσων συνέβησαν τότε, είναι αδύνατο να αποκωδικοποιήσουµε την «πολιτική µηχανική» των πολιτικών εξελίξεων αλλά και τη σηµερινή τους δυναµική.
Οι «υποθήκες» του 2015
Στο άρθρο αυτό το «τι συνέβη το 2015» µας αφορά µόνο από την άποψη των δοµικών χαρακτηριστικών της συγκυρίας που δροµολογήθηκαν ύστερα από το πρώτο εννεάµηνο εκείνου του έτους. Αυτά τα δοµικά χαρακτηριστικά ήταν/είναι βασικά, σε πολύ αδρές γραµµές, τέσσερα:
1. Η ήττα της Αριστεράς και του κινήµατος:
Το καλοκαίρι του 2015 δεν ηττήθηκε µόνο ο ΣΥΡΙΖΑ ως τέτοιος, ως κόµµα και πολιτικό σχέδιο, αλλά συνολικότερα τα κινήµατα αντίστασης και η Αριστερά. Ηττήθηκε το πολιτικό σχέδιο της ανατροπής του µνηµονιακού καθεστώτος που θα άνοιγε δρόµους για συνολικότερες ανατροπές. Το γεγονός ότι η ήττα συντελέστηκε µε την εξευτελιστική «κωλοτούµπα» του καλοκαιριού του 2015, διά της φυγοµαχίας και χωρίς καν να δοθεί η κρίσιµη µάχη που θα άφηνε αγωνιστικές εµπειρίες και παρακαταθήκες, είχε/έχει ένα διπλό και αντιφατικό αποτέλεσµα: Από τη µια, οι τάσεις της ρήξης και της υποταγής/συναίνεσης δεν διαχωρίστηκαν στη δράση και τη µάχη, αφήνοντας µια υποθήκη όχι µε τη µορφή αγωνιστικών εµπειριών σύγκρουσης χρήσιµων για έναν επόµενο «γύρο» αλλά µε τη µορφή «συλλογικού απωθηµένου» για τη µάχη που δεν δόθηκε. Από την άλλη, αυτή η «ήττα χωρίς µάχη» δηµιούργησε γενικευµένα χαρακτηριστικά εκφυλισµού και αναξιοπιστίας της Αριστεράς σαν ηγεσίας του αγώνα.
2. Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, ηττηµένη και ταυτόχρονα νικήτρια:
Το καλοκαίρι του 2015 δεν ηττήθηκε έτσι απλά, µονοδιάστατα και καθαρά η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ. Η πραγµατικότητα είναι αντιφατική: Πρώτον, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ πέτυχε µια διπλή νίκη: τόσο απέναντι στις παλιές µνηµονιακές δυνάµεις όσο και απέναντι στις διαθέσεις της ρήξης και τα διαφορετικά πολιτικά σχέδια µέσα στην Αριστερά. ∆εύτερον, την ίδια στιγµή ηττήθηκε η ίδια κατά κράτος από το σύστηµα, εγχώριο και διεθνές. Αυτή η διπλή και αντιφατική πραγµατικότητα εξηγεί πολλά: Γιατί, παρά την «κωλοτούµπα», θριάµβευσε στις εκλογές του Σεπτεµβρίου 2015, κερδίζοντας ξανά τη µαζική υποστήριξη των λαϊκών στρωµάτων. Γιατί, παρά το προφανές της πολιτικής του «προδοσίας» το καλοκαίρι του 2015, δεν πιέστηκε σοβαρά από τα αριστερά, ούτε στις εκλογές του Σεπτεµβρίου του 2015 ούτε στη διάρκεια της µνηµονιακής του κυβερνητικής θητείας µέχρι σήµερα. ∆ιότι οι άλλες αριστερές ηγεσίες και σχέδια, έξω από αλλά και µέσα στον ΣΥΡΙΖΑ, είχαν ήδη χάσει τη µάχη και την αξιοπιστία τους ως οργανωτών της προοπτικής της ρήξης πριν ή και πολύ πριν µπούµε στο κρίσιµο 2015, γεγονός που «επιβεβαιώθηκε» στις εξελίξεις του πρώτου εννεαµήνου του 2015 και αποτυπώθηκε στις εκλογές του Σεπτεµβρίου.
3. «Αριστερή» µνηµονιακή κυβέρνηση, σαν προ-στάδιο για την έλευση µιας ρεβανσιστικής ∆εξιάς:
Ωστόσο, η νίκη της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ υπήρξε πύρρεια: δεν κατάφερε ούτε πρόκειται να καταφέρει να αλλάξει πραγµατικά «στάτους» και να γίνει «κανονική» επιλογή της αστικής διαχείρισης. Θα έχει τη µοίρα του «αναλώσιµου» της αστικής-µνηµονιακής διακυβέρνησης. Έχοντας επιλέξει ένα σχέδιο τύπου Λούλα αλλά στο πολύ πιο δυσµενές πεδίο της Ευρωζώνης και σε πολύ πιο δυσµενή χρόνο (µεσούσης της κρίσης που ξέσπασε το 2008), αλλά έχοντας ταυτόχρονα προλάβει να «θίξει» και «ερεθίσει» τα ανακλαστικά της αστικής τάξης και του διεθνούς ιµπεριαλισµού, έγινε αποδεκτή σαν µνηµονιακός κυβερνήτης µόνο υπό τους όρους µιας πολύ σκληρής επιτροπείας και µόνο υπό προθεσµίαν. Η πολιτική της λειτουργία θα είναι ανάλογη αυτής του Λούλα: θα εξαντλήσει τα περιθώρια να κάνει αναξιόπιστη την Αριστερά και θα προσφέρει πολύτιµες υπηρεσίες στο σύστηµα, αλλά µόνο για να «προετοιµάσει» την πολιτική της διαδοχή από µια ρεβανσιστική ∆εξιά. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης πρωθυπουργός θα ήταν απλώς ένα ανέκδοτο χωρίς την «προεργασία» της µνηµονιακής κυβερνητικής θητείας του ΣΥΡΙΖΑ. Κατ’ αναλογία µε τη Βραζιλία αλλά σε πολύ πιο συµπυκνωµένο χρόνο, το «σχέδιο τύπου Λούλα» θα έχει τα ανάλογα αποτελέσµατα: το γάντζωµα στην κυβερνητική εξουσία µέχρι το τελευταίο δευτερόλεπτο κι ύστερα µια σκληρή αποκαθήλωση – ενδεχοµένως και µε άλλες αναλογίες µε τη Βραζιλία όπως δικαστικές διώξεις κ.λπ.
Οι δηλώσεις Βέµπερ ότι η νίκη Μητσοτάκη θα είναι νίκη ενάντια στο λαϊκισµό είναι προάγγελος αυτής της αποκαθήλωσης: ευχαριστούµε για τις υπηρεσίες σας, αλλά η φυσική σας θέση είναι «αλλού»…
4. Η άνοδος της ακροδεξιάς σαν «δείκτης» της δυναµικής των πολιτικών εξελίξεων:
Όµως, δεν πρόκειται µόνο για την «αριστερή» µνηµονιακή διακυβέρνηση που προετοιµάζει την επάνοδο µιας ρεβανσιστικής δεξιάς: παρόλο που ο ελληνικός καπιταλισµός διάγει περίοδο σχετικής «ηρεµίας του τρόµου» και βολεύεται µια χαρά µε την «αριστερή» µνηµονιακή διαχείριση, οι πολιτικές διεργασίες έχουν όλα τα προδροµικά σηµάδια µιας µελλοντικής επιτάχυνσης. Ο µηχανισµός της δεξιάς µετατόπισης, τυπικός πλέον διεθνώς σε πολλές και σηµαντικές χώρες, έχει µπει κι εδώ σε λειτουργία, αν και σε αργή ταχύτητα – προς το παρόν. Όπως και µε τις κεντροαριστερές κυβερνήσεις της Λ. Αµερικής, η «αριστερή» µνηµονιακή διακυβέρνηση προετοιµάζει την έλευση µιας ρεβανσιστικής δεξιάς, αλλά η δύναµη που «ρυµουλκεί» τις πολιτικές εξελίξεις δεξιά, είναι η ακροδεξιά – που βάζει υποθήκες να διαδεχτεί µε τη σειρά της τη ρεβανσιστική δεξιά αν αυτή αποδειχτεί αναποτελεσµατική να επιβάλλει το «νόµο» και την «τάξη» που απαιτεί το κεφάλαιο.
Η δυναµική αυτή των πολιτικών εξελίξεων όχι µόνο δεν µπορεί να κατανοηθεί εις βάθος αλλά διακωµωδείται αν γίνει προσπάθεια να περικλειστεί στο δίληµµα «Τσίπρας ή Μητσοτάκης».
Ο ΣΥΡΙΖΑ: «φιλάνθρωπα» µνηµονιακός
Το βασικό άλλοθι της «κωλοτούµπας» του καλοκαιριού του 2015 ήταν τούτο: Μια ρήξη µε τους δανειστές θα είναι ακόµη χειρότερη από τα µνηµόνια. Η υποταγή στα µνηµόνια είναι αναπόφευκτη, ώστε να κερδίσουµε χρόνο µένοντας στην κυβερνητική εξουσία µέχρι η δαµόκλειος σπάθη της χρεοκοπίας να πάψει να σφυρίζει πάνω από τα κεφάλια µας. Τότε, έχοντας ανακτήσει την οικονοµική κυριαρχία, θα µπορέσουµε σιγά-σιγά να εφαρµόσουµε το πρόγραµµά µας. Ιδού λοιπόν, η υποτιθέµενη ανάκτηση της «οικονοµικής κυριαρχίας» ήρθε µε την «καθαρή έξοδο από τα µνηµόνια», αλλά όπως αναµενόταν και ήταν βέβαιο ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έγινε ξανά αντι-µνηµονιακός. Ούτε καν στα λόγια! Στις θριαµβολογίες των κυβερνητικών στελεχών, που βρίθουν µεγαλοστοµιών, δεν υπάρχει ούτε ίχνος αντι-µνηµονιακού λόγου.
Είναι απόλυτα φυσικό. Ο ΣΥΡΙΖΑ παραµένει µνηµονιακός µε την πιο ουσιαστική έννοια του όρου: όχι µόνο δεν αµφισβητεί αλλά κινείται συνειδητά και µε απόλυτο σεβασµό εντός των σκληρών καταναγκασµών που επιβάλλει το καθεστώς συσσώρευσης και εκµετάλλευσης που οικοδοµήθηκε µε τα αλλεπάλληλα µνηµόνια – το τελευταίο από τα οποία έχει τη δική του υπογραφή. Όλο το σχέδιο για την υποτιθέµενη «επούλωση των πληγών» στηρίζεται στο µοίρασµα των υπερ-πλεονασµάτων, δηλαδή του τµήµατος του πρωτογενούς πλεονάσµατος που υπερβαίνει το θηριώδες 3,5%!
Πού οφείλεται αυτό το υπερ-πλεόνασµα; Σίγουρα όχι σε κάποιο αναπτυξιακό «µπουµ» του ελληνικού καπιταλισµού – η ανάκαµψη είναι µάλλον αναιµική και κινείται διαρκώς κάτω από τις κάθε φορά αρχικές προβλέψεις. Η λογική λέει, λοιπόν, πως είτε τα µνηµονιακά µέτρα για µυστηριώδεις λόγους υπεραποδίδουν είτε είχαν επιβληθεί… προληπτικά βαρύτερα µέτρα απ’ ό,τι ήταν αναγκαίο, σαν διπλή διασφάλιση για την επίτευξη των στόχων για το πρωτογενές πλεόνασµα.
Αυτό το «ασφαλιστήριο συµβόλαιο» της υπερ-λιτότητας είναι που εξασφάλισε έως σήµερα τα υπερ-πλεονάσµατα. Μέρος αυτού του συµβολαίου είναι και η περικοπή των συντάξεων που ανεστάλη για το 2019 (και δεν καταργήθηκε σε µόνιµη βάση όπως ψευδώς ισχυρίζονται τα κυβερνητικά στελέχη) καθώς και η µείωση του αφορολόγητου ορίου (για την οποία έχουµε µόνο κυβερνητικές εικασίες αλλά καµιά επίσηµη δήλωση από τις Βρυξέλλες ότι µπορεί να ανασταλεί).
Ποια ισχυρίζεται λοιπόν ότι είναι η διαφορά του από τη Ν∆; Όχι ότι το πρόγραµµά του αποσκοπεί στο σταδιακό «ξήλωµα» του µνηµονιακού οικοδοµήµατος, αλλά η διαχείριση µε «κοινωνική ευαισθησία» των υπερ-πλεονασµάτων που παράγονται λόγω του «ασφαλιστήριου συµβολαίου» της υπερ-λιτότητας!
Έστω κι έτσι, όµως, το «ασφαλιστήριο συµβόλαιο» παραµένει ακέραιο και οι «ασφαλιστικές ρήτρες» (για νέες περικοπές στις συντάξεις, µείωση του αφορολόγητου) µπορούν µόνο να αναβάλλονται για µικρό χρονικό διάστηµα. Καθώς η «ανάπαυλα» της ανοδικής φάσης του οικονοµικού κύκλου διεθνώς θα βαίνει προς το τέλος της, τα υπερ-πλεονάσµατα θα µειωθούν ή και θα εξαφανιστούν εντελώς, µαζί µε αυτά τα µικρά περιθώρια για κυβερνητική φιλανθρωπία.
Γιατί όµως ο ΣΥΡΙΖΑ εµφανίζεται τόσο τυπικός στις µνηµονιακές του υποχρεώσεις και µάλιστα σε ντε φάκτο προεκλογική περίοδο, όταν θα δικαιούνταν κάποιες, έστω λεκτικές, αντιµνηµονιακές… υπερβάσεις; ∆ιότι απλούστατα θέλει να µείνει απόλυτα µέσα στο παιχνίδι της αστικής διαχείρισης. Τα κορυφαία του -και όχι µόνο- στελέχη δεν µπορούν ούτε να διανοηθούν την επιστροφή στα «µολυβένια χρόνια» της κοινωνικής αντιπολίτευσης και των µικρών εκλογικών ποσοστών. Η «κυβερνώσα Αριστερά» του Κώστα Σκανδαλίδη… κυβερνάει πλέον τις προθέσεις, το θυµικό και τα πολιτικά τους σχέδια. Η µνηµονιακή προσαρµογή δεν ήταν «τακτική υποχώρηση», µια παρένθεση µέχρι να ανακτηθεί η δυνατότητα για επιστροφή σε αντιµνηµονιακές πολιτικές: ήταν βαθιά µνηµονιακή µετάλλαξη και εθισµός στο αστικό πολιτικό παιχνίδι. Το πολιτικό σχέδιο της ηγεσίας Τσίπρα είναι να παραµείνει, έστω και αν χάσει τις εκλογές, στο αστικό-µνηµονιακό πολιτικό παιχνίδι σαν δεύτερος ισχυρός πολιτικός πόλος δίπλα και ενάντια στη Ν∆.
Η Ν∆: ο «κεντρώος» Μητσοτάκης επικεφαλής εθνικιστικής στροφής
Η απορία κάποιων δηµοσιολογούντων «πώς ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ένας φιλελεύθερος κεντρώος, ηγείται µιας τέτοιας εθνικιστικής στροφής και µετέρχεται εµφυλιοπολεµικού πολιτικού λόγου» δηλώνει επιφανειακή προσέγγιση των πολιτικών εξελίξεων και αδυναµία κατανόησης των πολιτικών διεργασιών, στην Ελλάδα και διεθνώς. Όλα ξεκινούν από το γεγονός ότι το ξεπέρασµα της κρίσης του 2008 ήταν ασταθές και αδύναµο να δηµιουργήσει µια νέα δυναµική. Αντίθετα, κατά παραδοχή των ίδιων των αναλυτών του συστήµατος, ξανάστησε στα πόδια του το µοντέλο συσσώρευσης που µπήκε σε κρίση το 2008, σε ακόµα πιο ασταθή και κρισιακή µορφή.
. Η κρίση πολιτικής ηγεµονίας των κυρίαρχων αστικών δυνάµεων σε συνθήκες που οι πολιτικές ακραίας λιτότητας γενικεύονται και βαθαίνουν, η γενικευµένη αίσθηση ότι η κρίση θα επανέλθει και αυτή τη φορά η διαχείρισή της από τις κυρίαρχες ιµπεριαλιστικές δυνάµεις δεν θα είναι συναινετική αλλά ανταγωνιστική και η -ανεξάρτητα και από την κρίση- τάση ανατροπής των συσχετισµών δύναµης στην κορυφή της ιµπεριαλιστικής πυραµίδας ισχύος (ΗΠΑ-Κίνα, ∆ύση-Ανατολή), σε συνδυασµό µε την ήττα της Αριστεράς και των κινηµάτων αντίστασης της προηγούµενης δεκαετίας, εξηγούν τη γενικευµένη φθορά των κυρίαρχων έως σήµερα συστηµικών δυνάµεων, τη γενικευµένη φθορά της µεταπολεµικής αστικής δηµοκρατίας, την ανάδυση πολιτικών κράτους «έκτακτης ανάγκης», την ανάδυση της «λαϊκής», εθνικιστικής και ρατσιστικής (ακρο)δεξιάς.
Σε τέτοιες συνθήκες, η ∆εξιά, ακόµη και του τύπου της Ν∆, αντιπροσωπεύει ένα µοντέλο διαχείρισης που εµπνέεται από την πεποίθηση ότι λίαν προσεχώς θα απαιτηθούν πολιτικές διαχείρισης σκληρές, όχι απλά «του νόµου και της τάξης», αλλά του ροπάλου και της «έκτακτης ανάγκης». Επιπλέον, κάθε αστική τάξη διαπερνιέται πλέον από την ανασφάλεια της γενίκευσης των πολιτικών «εθνικής προτεραιότητας».
Η «Αριστερά» µετατοπίζεται στο µνηµόνιο, η ∆εξιά µετατοπίζεται προς την ακροδεξιά, η ακροδεξιά ανεβαίνει και καθαρά ναζιστικά κόµµατα (όπως η Χρυσή Αυγή) ενισχύονται και νοµιµοποιούν την παρουσία τους στο πολιτικό παιχνίδι: Τίποτε από όλα αυτά δεν µπορεί να ερµηνευτεί από µόνο του: καθένα από αυτά συµβαίνει για τους ίδιους λόγους που συµβαίνουν και όλα τα υπόλοιπα. Είναι η ενότητα των πολιτικών διεργασιών σε συνθήκες ανάπαυλας και αναµονής της νέας κρίσης.
Η «αναβληθείσα» µάχη θα δοθεί σε άλλο έδαφος
Ο ελληνικός καπιταλισµός ζει τη δική του ανάπαυλα, αλλά όλοι ετοιµάζονται για το τέλος της. Ο µνηµονιακά εξαλλαγµένος ΣΥΡΙΖΑ έπαιξε το δικό του κοµβικό ρόλο σε αυτή την «ανάπαυλα» και τα χαρακτηριστικά που πήρε. Όµως αυτή η πολιτική ανάπαυλα τελειώνει µε τις επερχόµενες εκλογές, και µάλιστα σε συνθήκες που εξαντλείται ο κύκλος της διεθνούς ανάκαµψης που ακολούθησε την κρίση του 2008…
Ο ελληνικός καπιταλισµός χρωστάει πολλά στον ΣΥΡΙΖΑ για τη σχετική του σταθεροποίηση µετά το καλοκαίρι του 2015, αλλά οι εξελίξεις θα απαιτήσουν σκληρές διαχειρίσεις για τις οποίες ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι εντελώς ακατάλληλος. Η Ν∆ θα έρθει για να συνεχίσει τη δουλειά από κει που θα την αφήσει το κόµµα του Αλ.Τσίπρα.
Και αν οι συνθήκες το απαιτήσουν, αν ούτε µια σκληρή ∆εξιά τύπου Ν∆ δεν είναι «αρκετή», µια καθαρόαιµη ακροδεξιά θα αναδυθεί – τα προδροµικά της στοιχεία τα βλέπουµε ήδη.
Πού βαδίζουµε λοιπόν; Σε µια µακρόχρονη µνηµονιακή προσαρµογή µε δικοµµατισµό Ν∆ και ΣΥΡΙΖΑ, µε συµπληρωµατικούς ρόλους και διαφορές στα σηµεία; Ή στο τέλος της ανάπαυλας, επάνοδο βραχυµεσοπρόθεσµα των κρισιακών φαινοµένων και νέα σκληρή στροφή στη διαχείριση του συστήµατος; Πιστεύουµε ότι οι εξελίξεις θα κινηθούν στη δεύτερη κατεύθυνση. Οι εκλογές είναι ένα ορόσηµο πουν σηµατοδοτεί την αλλαγή φάσης. Όµως, αυτή η αλλαγή δεν θα κριθεί από το αποτέλεσµά τους, αλλά από τις βαθύτερες δυναµικές της περιόδου στην Ελλάδα και διεθνώς.
Για να ξαναγυρίσουµε εκεί απ’ όπου ξεκινήσαµε: Τι απέγιναν οι αγωνιστικές διαθέσεις και η «συλλογική ευφυΐα» της περιόδου 2010-2015; Καταστράφηκαν εξαιτίας της µνηµονιακής προσαρµογής του ΣΥΡΙΖΑ και της συνακόλουθης ήττας; Η µάχη που δεν δόθηκε το 2015 µαταιώθηκε ή είναι «υπό αναστολή»; Ύστερα από όσα είπαµε, η δική µας απάντηση είναι η εξής:
Το κινηµατικό και ριζοσπαστικό κεφάλαιο της περιόδου 2010-2015 δεν ακυρώθηκε στο σύνολό του. Το 2015 η ήττα διά της φυγοµαχίας εξασφάλισε τη διατήρηση των «στρατευµάτων» της Αριστεράς άθικτων, αλλά της επέβαλε ποινή βαριάς αναξιοπιστίας. Στις εξελίξεις των επόµενων χρόνων, όµως, η νίκη ή η ήττα θα κριθούν στη µάχη – περιθώρια για νέα φυγοµαχία δεν θα υπάρξουν! Η «αναβληθείσα» µάχη θα δοθεί, αλλά σε νέο έδαφος και σε δυσκολότερες συνθήκες. Όχι όµως από «µαζικά πολιτικά εργαλεία» τύπου ΣΥΡΙΖΑ (πολύ περισσότερο που και ο «παλιός-καλός» αντιµνηµονιακός ΣΥΡΙΖΑ αποδείχτηκε εργαλείο άχρηστο την πιο κρίσιµη στιγµή) ή ΚΚΕ (πουν σε όλες τις κρίσιµες καµπές έπαιξε το ρόλο του αριστερού εγγυητή σταθερότητας για το σύστηµα). Οι ελπίδες µας είναι να µετουσιώσουµε το συλλογικό «απωθηµένο» του 2015 σε σχέδιο µάχης και να ανασυγκροτήσουµε και ενισχύσουµε ταχύτατα τις δυνάµεις της επαναστατικής αριστεράς, ώστε να µπορέσει να βγει στο φως ο «άδηλος» συσχετισµός δύναµης, δηλαδή οι αγωνιστικές διαθέσεις των εργαζόµενων, των φτωχών, των ανέργων, της νεολαίας.
Υποβολή απάντησης