1

Ο δισεκατομμυριούχος φιλοχιτλερικός και πραξικοπηματίας Τραμπ, αντί να βρίσκεται στη φυλακή, επέστρεψε στον Λευκό Οίκο. Και τώρα;

του Αλέξη Λιοσάτου

  1. Νίκη Τραμπ και ανάλυση ψήφων
  2. Τι εστί Τραμπ. (Παρελθόν)
  3. Πολιτική Μπάιντεν – κοινωνική κρίση-φτώχεια
  4. Κρίση ιμπεριαλισμού- απώλεια διεθνούς ισχύος-Κρίση στρατηγικής ΗΠΑ
  5. Τι σημαίνει Τραμπ για το μέλλον εντός κι εκτός συνόρων. 
  6. Πολιτική αστάθεια, το κενό και οι αδυναμίες της Αριστεράς. 

1) Περισσότερο ήττα της Χάρις παρά νίκη του Τραμπ

Στις 5/11/2024 ο Τραμπ εξελέγη για 2η φορά πρόεδρος των ΗΠΑ μετά το 2016. Σε μια εκλογική μάχη με μεγάλη συμμετοχή, τη δεύτερη μεγαλύτερη ιστορικά μετά την αμέσως προηγούμενη, o Τραμπ των Ρεπουμπλικανών κέρδισε 76 εκατ. ψήφους και (τουλάχιστον) 312 εκλέκτορες, με την Καμάλα Χάρις των Δημοκρατικών να συγκεντρώνει 264 εκλέκτορες και 72 εκατ. ψήφους (στις ΗΠΑ δεν ταυτίζονται τα ποσοστά των εδρών με αυτά των ψήφων). Τα προηγούμενα νούμερα (2019) ήταν 81-74 εκατ. ψηφοι υπέρ των Δημοκρατικών του Μπάιντεν. O Tραμπ κέρδισε και τις 7 κρίσιμες-αμφισβητούμενες περιφέρειες που θα έκριναν το αποτέλεσμα, ενώ την προηγούμενη φορά τις είχε κερδίσει όλες ο Μπάιντεν. Ο Τραμπ έχει πλέον την Προεδρία, ελέγχει (για πρώτη φορά στην αμερικανική ιστορία από το ίδιο κόμμα) πλήρως το Κογκρέσο (Βουλή και Γερουσία), ενώ ήλεγχε ήδη πολιτικά (από την προηγούμενη θητεία του) και το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ.

Ο Τραμπ διατήρησε προβάδισμα έναντι της Χάρις στους λευκούς ψηφοφόρους. Το 51% των λευκών γυναικών προτίμησε τον Τραμπ, έναντι του 47% που ψήφισε τη Χάρις. Το 20% των μαύρων ανδρών προτίμησε τον Τραμπ. Κέρδισε στους ισπανόφωνους άνδρες ψηφοφόρους και μείωσε κατά 15% την ψαλίδα στις ισπανόφωνες γυναίκες ψηφοφόρους. Κέρδισε στην πλειοψηφία του στους νέους και τους ηλικιωμένους ψηφοφόρους.

Οι περισσότεροι αναλυτές συμφωνούν ότι δεν κέρδισε ο Τραμπ τις εκλογές, αλλά εξασφάλισε τη νίκη γιατί η Χάρις τις έχασε. Ο Ντόναλντ Τραμπ κέρδισε τις εκλογές συγκεντρώνοντας 2 εκατ. λιγότερες ψήφους από τις εκλογές του 2020 ενώ η Χάρις πήρε 9 εκατ. λιγότερες ψήφους σε σχέση με τον Μπάιντεν. Το μεγαλύτερο ποσοστό αυξημένης αποχής αφορούσε ψηφοφόρους Δημοκρατικών, αλλά και οι Ρεπουμπλικανοί κατέγραψαν απώλειες. Σε σχέση με το 2020 τη Χάρις την ψήφισαν λιγότερες γυναίκες, λιγότεροι νέοι, λιγότεροι ισπανόφωνοι, μαύροι και ασιάτες.

2) Τι εστί Τραμπ;

Πάντως όχι «αντισυστημικός». Είναι ένας φασίστας δισεκατομμυριούχος επιχειρηματίας, ο πλουσιότερος Πρόεδρος στην ιστορία των ΗΠΑ. Το 2016 πήρε το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών και κέρδισε τις αμερικανικές εκλογές.

Ο Τραμπ ήταν ο εκλεκτός του Tea Party, της ακροδεξιάς τάσης των Ρεπουμπλικανών, που ανέλαβε «ακτιβιστική» δράση μετά την εκλογή του Ομπάμα το 2008. Το Tea Party ήταν εν μέρει τουλάχιστον η αναγκαία απάντηση του συστήματος στην αριστερόστροφη ριζοσπαστικοποίηση σημαντικής μερίδας των εργαζομένων στις ΗΠΑ, των μαύρων και των λατινογενών πληθυσμών και της νεολαίας.

Αυτά που τον χαρακτήριζαν από τότε ήταν ακραίος σεξισμός, ομοφοβία ,ρατσισμός και ισλαμοφοβία, ακραία εύνοια για το μεγάλο κεφάλαιο (εξ ου και μετά τη νίκη Τραμπ το 2016 εκτοξεύτηκε ο χρηματιστηριακός δείκτης Dow-Jones), ακραία εύνοια του ιδιωτικού τομέα εις βάρος του δημοσίου –με την εξαίρεση των στρατιωτικών δαπανών, για τις οποίες o Τραμπ διαμήνυσε μεγάλη ενίσχυση!-, ακραία επίθεση στο κοινωνικό κράτος , το κίνημα αντίστασης και την Αριστερά. Η σύνθεση της πρώτης κυβέρνησης Τραμπ περιλάμβανε ένα μείγμα  στρατηγών και πεζοναυτών, οργανωτών πραξικοπημάτων στη Λ.Αμερική, τραπεζιτών, πετρελαιάδων και άλλων καπιταλιστών, όλοι τους δισεκατομμυριούχοι.  

Κυβέρνησε για 4 χρόνια ακριβώς έτσι. Σούπερ-φιλοκαπιταλιστικά, ρατσιστικά, εθνικιστικά και αυταρχικά. Προώθησε τεράστιες φοροαπαλλαγές των ντόπιων καπιταλιστών και αντεργατικά μέτρα για να ενισχυθεί το κεφάλαιο, η φτώχεια ενισχύθηκε κατά πολύ, προώθησε αύξηση εγχώριων στρατιωτικών δαπανών, επιθετικότερη εξωτερική πολιτική με το Ιράν, στροφή στην αντιμετώπιση περισσότερο της Κίνας ως βασικού εχθρού (συνεχιστής εδώ του «πίβοτ στην Ασία» που ξεκίνησε επί Ομπάμα). Ο αριθμός των άστεγων παιδιών έφτασε το 1,5 εκατομμύριο και ήταν τριπλάσιος σε σύγκριση με την εποχή της Μεγάλης Ύφεσης τη δεκαετία του 1930.  

Από τις αρχές του 2020, και υπό τον φόβο ήττας στις επερχόμενες εκλογές, άρχισε ανοιχτά να απεργάζεται σχέδια παραμονής του πάση θυσία στην εξουσία, μη αναγνωρίζοντας τυχόν ήττα του στα τέλη του ίδιου έτους.

Από τον Νοέμβριο του 2020 άρχισε να οργανώνει δικαστικό πραξικόπημα ανατροπής του εκλογικού αποτελέσματος. Ξεκίνησαν ένοπλες διαδηλώσεις φασιστών και συγκρούσεις με την αστυνομία τις πρώτες μέρες μετά τις εκλογές.

Άρχισε να διαρρέει την πρόθεσή του να κηρύξει …στρατιωτικό νόμο, όταν τα αμερικανικά ΜΜΕ υποβάθμιζαν εσκεμμένα τόσο την είδηση όσο και τον κίνδυνο.

Είχαν προηγηθεί επίσης έφοδοι ακροδεξιών πολιτοφυλακών-οπαδών του- επί πανδημίας σε τοπικά καπιτώλια.

Στις 6/1/2021 τελικά οργάνωσε, δια χιλιάδων ένοπλων ακροδεξιών και φασιστών οπαδών του, εισβολή στο  Καπιτώλιο των ΗΠΑ. Πίσω του είχε ισχυρά τμήματα της αστικής τάξης, του Αμερικάνικου βαθέος κράτους και την ακροδεξιά. Η αστυνομία άφησε ανενόχλητη την ακροδεξιά να λεηλατεί το Καπιτώλιο. Ελάχιστες αστυνομικές δυνάμεις φυλούσαν ένα από τα κορυφαία κτήρια της χώρας, παρόλο που τα σχέδια και οι διαθέσεις του φασιστικού όχλου ήταν από αρκετές μέρες πριν γνωστά. Όπως γράφαμε, «Η λέξη των ΜΜΕ για τις δυνάμεις περιφρούρησης του Καπιτωλίου ήταν «αιφνιδιασμός», όπως συμβαίνει διεθνώς συνήθως με τους μπάτσους όταν έχουν να αντιμετωπίσουν ένοπλους ακροδεξιούς και ναζί, ενώ «όλως τυχαίως» δεν «αιφνιδιάζονται» όταν αντιμετωπίζουν κινητοποιήσεις αριστερών ή συνδικαλιστικών οργανώσεων… Σσε αντίστοιχες περιπτώσεις καλεσμάτων (άοπλων) διαδηλώσεων μαύρων, συνδικάτων ή αριστερών οργανώσεων παρατάσσονται χιλιάδες ένοπλοι πραίτορες, σταματούν τους διαδηλωτές χιλιόμετρα πριν από τα κυβερνητικά κτήρια και συνήθως ακολουθεί όργιο καταστολής. Εννοείται ότι σε περίπτωση που τέτοιες διαδηλώσεις ήταν ένοπλες, δεν θα επιστρατεύονταν απλώς σφαίρες, αλλά πιθανά και… βόμβες.»

Επρόκειτο για γεγονός πρωτοφανές για χώρα της Δύσης μεταπολεμικά, αλλά και η πρώτη απόπειρα πραξικοπήματος στην υπερδύναμη του πλανήτη.

Τελικά το πραξικόπημα κατεστάλη με περιορισμένη καταστολή και 5 νεκρούς. Ωστόσο ο κίνδυνος παρέμενε: ο Τραμπ είχε αυξήσει τις ψήφους του κατά 11 εκατ. παρά την ήττα, είχε τη δυνατότητα μαζικής –και ένοπλης!- κινητοποίησης στον δρόμο και μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού των ΗΠΑ είχε πειστεί ότι ο Μπάιντεν είχε κερδίσει με νοθεία. Τη δε εισβολή στο Καπιτώλιο στήριζε σε δημοσκοπήσεις το 45% των Ρεπουμπλικάνων.

 Η αστυνομία χάιδεψε και διευκόλυνε την εισβολή, τα περισσότερα ΜΜΕ στις ΗΠΑ και διεθνώς στρογγύλεψαν το γεγονός, και λίγες μέρες μετά έθαψαν το γεγονός, διατυμπανίζοντας την επιστροφή στην κανονικότητα. 

Όπως γράφαμε τότε τα διεθνή ΜΜΕ «μιλούσαν για ‘διαδηλωτές’, ενώ επρόκειτο για ακροδεξιό και φασιστικό όχλο εγκληματιών χειρότερο από αυτόν της Χρυσής Αυγής – αυτής που καταδικάστηκε ως εγκληματική συμμορία στην Ελλάδα. Τα ίδια ΜΜΕ αντιμετωπίζουν τους αναρχικούς σαν τρομοκράτες και εγκληματικά στοιχεία, τις ειρηνικές διαδηλώσεις σαν πρόβλημα και την κατάληψη κάποιας σχολής σαν ποινικό αδίκημα – φανταστείτε λοιπόν τι θα έλεγαν -και θα έκαναν- αν επρόκειτο για… κατάληψη ένοπλων αναρχικών/κομμουνιστών στο Κοινοβούλιο…» Άλλωστε και πριν από το πραξικόπημα «διεθνώς τα ΜΜΕ αντιμετώπιζαν τον Τραμπ σαν ιδιόρρυθμο πλανητάρχη και όχι ως στυγνό εξουσιαστή και φασίστα, περνούσαν στα ψιλά τα φασιστικά του παραληρήματα, οπότε υπάρχει μια συνέχεια με τη σημερινή τους στάση.»

Και συμπληρώναμε ότι το γεγονός δεν αποτελεί παρένθεση στην κανονικότητα αλλά πολιτική τομή, που σημαίνει ότι μπαίνουμε σε μια εποχή που «τέτοιες στιγμές «ανωμαλίας» και «απειλής της δημοκρατίας» πρέπει να τις συνηθίσουμε στη Δύση.»

Παράλληλα την περίοδο πριν το πραξικόπημα ο Τραμπ φρόντισε να εκκαθαρίσει το Ρεπουμπλικανικό κόμμα από τους αντιπάλους του και να το ελέγξει πλήρως.

Έναν χρόνο μετά τη νίκη Μπάιντεν, τη διάψευση των προσδοκιών και την αθέτηση προεκλογικών υποσχέσεων, ο Τραμπ ήταν ήδη δημοσκοπικό φαβορί για τις εκλογές του 2024.  Τελικά πήρε άνετα το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών και το 2024, παρά τα ένα σωρό σκάνδαλα, δικαστήρια και καταδίκες για εγκλήματα όπως σεξουαλική κακοποίηση, δυσφήμιση, χρηματοοικονομική απάτη, και παραποίηση επιχειρηματικών εγγράφων. Λιγότερο από 4 χρόνια μετά, αντί να βρίσκεται σε κάποια φυλακή φρουρούμενος δρακόντεια, όπως θα ήταν το «λογικό σε δημοκρατικές κοινωνίες», ο Τραμπ αναλαμβάνει και πάλι Πρόεδρος των ΗΠΑ.

3) Γιατί έχασαν οι Δημοκρατικοί;

Οι Δημοκρατικοί ενισχύθηκαν περισσότερο οικονομικά από το μεγάλο κεφάλαιο, παρ’ όλα αυτά έχασαν. Όχι βέβαια ότι ο Τραμπ βασίστηκε… στην εργατική τάξη. Τον στήριξαν και τον χρηματοδότησαν ο πιο πλούσιος καπιταλιστής στον κόσμο, Έλον Μάσκ της Tesla, ο Τζεφ Μπέζος της Amazon (τρίτος πιο πλούσιος στον κόσμο), τραπεζίτες κ.ά καπιταλιστές.  Τα μεγάλα ΜΜΕ των δισεκατομμυριούχων ιδιοκτητών τους επίσης στήριξαν περισσότερο τον Τραμπ αυτή τη φορά σε σύγκριση με τις προηγούμενες. Τον Τραμπ στήριξαν μερίδες του πιο κερδοσκοπικού κεφαλαίου, το κεφάλαιο που σχετίζεται με τις νέες τεχνολογίες, την Τεχνητή Νοημοσύνη και τα κρυπτονομίσματα, μεγάλες εταιρείες με πιο «εθνικό» προσανατολισμό, η ανώτερη μεσαία τάξη και μεγάλο ποσοστό των μηχανισμών του βαθέος κράτους και μικροαστικών στρωμάτων. Παρόμοια σύνθεση έχουν και τα τάγματα εφόδου του, όπως έδειξε η επαγγελματική ανάλυση των 1000 συλληφθέντων του πραξικοπήματος στις 6/1/2021. 

Επιπλέον ο Τραμπ αποκάλυψε αρκετά «ακραίες» προθέσεις προεκλογικά, κάτι που θεωρητικά θα έκανε εύκολη τη δουλειά των Δημοκρατικών. Όπως τασσόμενος υπέρ της θανατικής ποινής για μετανάστες που σκοτώνουν αμερικανούς, μιλώντας για μετανάστες που τρώνε σκύλους και γάτες και αλλοιώνουν το DNA των αμερικανών, δηλώνοντας θαυμαστής του Χίτλερ ή υπονοώντας ότι θα καταργήσει τις εκλογές και θα εγκαθιδρύσει δικτατορία, εκφράζοντας τις προθέσεις του να καταργήσει το Obamacare κ.ά.

Ωστόσο το «βαρόμετρο» συνήθως στις εκλογές είναι η οικονομία, και η βασική «δουλειά» των Δημοκρατικών ήταν να υπερασπιστούν τους φτωχότερους απέναντι στα αφεντικά. Κάτι που δεν έκαναν. Έτσι έχασαν την εργατική τάξη και τους φτωχούς.

Στις ΗΠΑ, δεν έχουμε κανένα σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, αλλά δύο κόμματα της αστικής τάξης, τους Δημοκρατικούς και τους Ρεπουμπλικάνους. Και τα δύο κόμματα χρηματοδοτούνται και ελέγχονται ανοιχτά από την αστική τάξη. Η αντιστοιχία με τα ελληνικά κόμματα είναι Μητσοτάκης-Ακροδεξιά, όχι ΠΑΣΟΚ-ΝΔ, στη Γαλλία η αντιστοιχία είναι Μακρόν-Λεπέν, όχι Ολάντ-Μακρόν. 

Η οικονομία του Μπάιντεν, έλεγαν οι Δημοκρατικοί «αναλυτές», προσφέρει χαμηλή ανεργία, ισχυρή ανάπτυξη του ΑΕΠ, επιβράδυνση του πληθωρισμού, άνθηση του χρηματιστηρίου. 

Τα στατιστικά στοιχεία κατέγραψαν άλλα: Στην χώρα με το μεγαλύτερο ποσοστό φτώχειας μεταξύ των ανεπτυγμένων χωρών, το εργατικό εισόδημα υποχώρησε κι άλλο επί κυβέρνησης Μπάιντεν και η ακρίβεια στα καύσιμα, τους λογαριασμούς, τα τρόφιμα, τα εστιατόρια, τα ενοίκια χτύπησε σκληρά τα λαϊκά νοικοκυριά. Η επισιτιστική ανασφάλεια και η φτώχεια αυξήθηκαν, συμπεριλαμβανομένης της ιστορικής αύξησης της παιδικής φτώχειας. Μειώθηκαν ακόμα και τα μεσαία εισοδήματα. Ο Μπάιντεν αποδείχθηκε στον τομέα των πραγματικών εισοδημάτων αντιλαϊκότερος από τους προηγούμενους χειρότερους, τους Ρεπουμπλικανούς Ρίγκαν και Μπους Α’. 

Το ενοίκιο, η στέγαση, η φροντίδα των παιδιών, η εκπαίδευση και η υγειονομική περίθαλψη γνώριζαν ήδη μεγάλη  αύξηση κόστους τις τελευταίες δεκαετίες, η οποία επιδεινώθηκε επί Μπάιντεν.  Τα ενοίκια αυξήθηκαν σε επίπεδα ρεκόρ, το ίδιο και ο αριθμός αστέγων, ενώ οι εξώσεις έφτασαν στα προ-πανδημικά επίπεδα.

Επί πανδημίας, το Αμερικανικό Σχέδιο Διάσωσης του 2021 της κυβέρνησης Μπάιντεν παρείχε φορολογικές επιδοτήσεις σε εργαζόμενες οικογένειες. Αλλά ο ίδιος τις κατάργησε στα τέλη του 2021, ενώ οι πολιτειακές και τοπικές κυβερνήσεις στράφηκαν στη λιτότητα για να ισοσκελίσουν τους προϋπολογισμούς τους. 

Ο Μπάιντεν εγκατέλειψε τα σχέδια για αυξημένες επιδοτήσεις για τη μέριμνα των παιδιών, για ένα καθολικό σύστημα προνηπιακής φροντίδας και για αυξήσεις των μισθών των εργαζομένων στην παιδική φροντίδα. Την ίδια στιγμή σπαταλούσε απλόχερα δισεκατομμύρια δολάρια σε επιδοτήσεις και σε φορολογικά κίνητρα στους καπιταλιστές. Επι Μπάιντεν σημειώθηκε η μεγαλύτερη αύξηση πλούτου για το ανώτερο 1% από την εποχή της κυβέρνησης Ρίγκαν. Η εισοδηματική ανισότητα στις ΗΠΑ είναι πιο ακραία σήμερα από ό,τι ήταν το 1963.

25 εκατομμύρια άνθρωποι αποκλείστηκαν από  την ασφάλιση δημόσιας υγείας, όταν μία από τις γραμμές επίθεσης του Μπάιντεν εναντίον του Τραμπ πριν τέσσερα χρόνια ήταν ότι ο Τραμπ επρόκειτο να αφαιρέσει την ασφάλιση υγείας από 20 εκατομμύρια ανθρώπους.

Ο  Δημοκρατικός Μπέρνι Σάντερς ανέφερε για την κυβέρνηση Μπάιντεν που υποστήριξε: «Παραμένουμε το μόνο πλούσιο έθνος που δεν εγγυάται την υγειονομική περίθαλψη σε όλους ως ανθρώπινο δικαίωμα και πληρώνουμε, μακράν, τις υψηλότερες τιμές στον κόσμο για τα συνταγογραφούμενα φάρμακα. Εμείς, μόνοι μεταξύ των μεγάλων χωρών, δεν μπορούμε να εγγυηθούμε ούτε την αμειβόμενη οικογενειακή και ιατρική άδεια. Σήμερα, παρά τη σθεναρή αντίθεση της πλειοψηφίας των Αμερικανών, συνεχίζουμε να ξοδεύουμε δισεκατομμύρια για τη χρηματοδότηση του ολοκληρωτικού πολέμου της εξτρεμιστικής κυβέρνησης Νετανιάχου κατά του παλαιστινιακού λαού, ο οποίος έχει οδηγήσει στην τρομακτική ανθρωπιστική καταστροφή του μαζικού υποσιτισμού και του λιμού χιλιάδων παιδιών.»

Λίγες μέρες πριν τις εκλογές η κυβέρνηση Μπάιντεν πέρασε νέο μέτρο, καθιστώντας την αποπληρωμή του φοιτητικού δανείου πολύ πιο αβάσταχτη για δεκάδες εκατομμύρια δανειολήπτες.

Από τις φιλολαϊκές υποσχέσεις του Μπάιντεν επιβίωσαν μόνο μια φοροαπαλλαγή για τα παιδιά, μια μέτρια επέκταση των παροχών Medicare που αφορά τις ασφαλιστικές παροχές ηλικιωμένων και ΑΜεΑ και μια ενίσχυση των συνδικαλιστικών ελευθεριών. Ψίχουλα σε σχέση με τις προσδοκίες, ακόμα πιο ψίχουλα για να πείσει ότι αποτελεί σοβαρή εναλλακτική στον «τραμπισμό». Και τα «ψίχουλα» είναι αδύνατο να σταθούν ως ριζικά διαφορετική οικονομική πρόταση από αυτή Τραμπ που δημαγωγούσε περί αντιμετώπισης του πληθωρισμού και βελτίωσης της οικονομίας, μεταξύ ρατσιστικών και εθνικιστικών κραυγών.

Εννέα στους δέκα ψηφοφόρους δήλωναν προεκλογικά ότι ανησυχούν για τις τιμές των τροφίμων ενώ τρεις στους δέκα έλεγαν ότι η οικονομική κατάσταση της οικογένειάς τους είναι υπό κατάρρευση. 

Επί Δημοκρατικών εκατομμύρια άνθρωποι πνίγηκαν στα χρέη και δυσκολεύονταν να αγοράσουν τρόφιμα και φάρμακα, ενώ εκατοντάδες δισεκατομμύρια συνέχισαν να διοχετεύονται στο στρατιωτικό βιομηχανικό συγκρότημα.

Η διάδοχος του Μπάιντεν, η Κάμαλα Χάρις, κινήθηκε ακόμα δεξιότερα. Η οικονομική ατζέντα της Χάρις περιλάμβανε βοήθεια προκαταβολής για όσους αγοράζουν για πρώτη φορά σπίτι, εκπτώσεις φόρου για οικογένειες με παιδιά και έκπτωση φόρου 50.000$ για νεοσύστατες μικρές επιχειρήσεις, δεν αναφέρθηκε σχεδόν καθόλου στην υγειονομική περίθαλψη που απασχολούσε την πλειοψηφία των αμερικανών, αναφέρθηκε σε κάποια χλωμά μέτρα κατά της ακρίβειας. Απέφυγε την υπόσχεση για θέσπιση ορίου 5% στην αύξηση του ενοικίου που έταζε ο Μπάιντεν (που κι εκείνος δεν το εφάρμοσε φυσικά). Τέλος αρνήθηκε να υιοθετήσει την ευρέως δημοφιλή αύξηση του κατώτατου ωρομισθίου σε 15 δολάρια που αποτελούσε μεγάλο μέρος της νικηφόρας πλατφόρμας του Μπάιντεν το 2020, παρά μόνο τρεις εβδομάδες πριν από την ψηφοφορία και μάλιστα χωρίς να το ξαναφέρει προεκλογικά. Φλέρταρε με το μεγάλο κεφάλαιο και απέφυγε ακόμα και τις λίγες -και για τα μάτια του κόσμου- λεκτικές αναφορές του Μπάιντεν ενάντια στις μεγάλες επιχειρήσεις.

Το αποτέλεσμα ήταν ότι σχεδόν το 80% των ψηφοφόρων που ανέφεραν προεκλογικά την οικονομία ως κύριο σημείο ανησυχίας τους ψήφισαν υπέρ του Τραμπ. Ένιωσαν ότι η προσωπική τους οικονομική κατάσταση ήταν χειρότερη επί Μπάιντεν και ψήφισαν «αλλαγή». Οι Μπάιντεν-Χάρις έφτασαν να χάνουν ακόμα και τη στήριξη συνδικάτων έναντι του Τραμπ.

Στους υπόλοιπους, πέραν της οικονομίας, τομείς ο Μπάιντεν δεν τα πήγε καλύτερα. Μια σαφής προοδευτική πολιτική σε ζητήματα πέραν της οικονομίας ίσως έσωζε την παρτίδα. Αλλά ο Μπάιντεν συνέχιζε να μπουκώνει με δισεκατομμύρια δολάρια τον στρατό και τους εξοπλισμούς και να χρηματοδοτεί το Ισραήλ και τη γενοκτονία των Παλαιστινίων, ενώ στις ΗΠΑ ξετυλιγόταν το μεγαλύτερο κίνημα διαδηλώσεων από το 1968 ως αλληλεγγύη στη Γάζα. Ο Μπάιντεν προώθησε ρατσιστικές πολιτικές, χρηματοδότησε το τείχος (του Τραμπ) στα σύνορα με το Μεξικό και επί διακυβέρνησής του υπήρξαν οι περισσότερες δολοφονίες  μαύρων από την αστυνομία εδώ και τουλάχιστον 8 χρόνια. Από την άλλη πλευρά υπήρχε ο ανοιχτά ρατσιστής Τραμπ που απέλασε στην προηγούμενη θητεία του 2 εκατ. ανθρώπους, ωστόσο λιγότερους από τις δυο θητείες του Ομπάμα  (3,2 και 2,1 εκατομμύρια αντίστοιχα). 

Στο ζήτημα των αμβλώσεων το Δημοκρατικό Κόμμα για δεκαετίες υποσχόταν ότι θα νομοθετήσει το καθολικό δικαίωμα, αλλά δεν το ψήφισε ενώ μπορούσε είτε επί Κλίντον είτε επί Ομπάμα. Κι ενώ το δικαίωμα στην άμβλωση διαβρωνόταν συνεχώς, οι Δημοκρατικοί το υποβάθμιζαν ολοένα και περισσότερο στην ατζέντα τους. 

Ο Τραμπ υποσχέθηκε απελάσεις στους φοιτητές που διαδηλώνουν αλληλέγγυοι  στην Παλαιστίνη,  αλλά η κυβέρνηση των Δημοκρατικών είχε ήδη στείλει την αστυνομία να καταστείλει τις κινητοποιήσεις και να συλλάβει φοιτητές και καθηγητές.

Η Χάρις επικρότησε τη σφαγή στη Γάζα, ενώ ο Τραμπ άφηνε δημαγωγικά να εννοηθεί ότι είναι πιο …φιλειρηνικός στο ζήτημα. Η κυβέρνηση την οποία υπηρετούσε ως Αντιπρόεδρος ήταν αυτή που έστελνε μαζικά όπλα στο Ισραήλ και ασκούσε βέτο στον ΟΗΕ στα καλέσματα για κατάπαυση του πυρός. Οι Δημοκρατικοί έκαναν κριτική στον Τραμπ ότι θα χαρίσει την Ουκρανία στον Πούτιν, που μάλλον τη λέει κανείς και κριτική από τα δεξιά. Η Χάρις κινήθηκε δεξιά του Μπάιντεν στο μεταναστευτικό, ενισχύοντας ουσιαστικά τον Τραμπ, αφού αντιμετώπισε τη μετανάστευση ως απειλή και προέβαλε το παρελθόν της ως …«σκληρή» Εισαγγελέας απέναντι στο έγκλημα.

Η Χάρις στήριξε την καμπάνια της στην υπεράσπιση του δικαιώματος στην άμβλωση. Αλλά πέραν της αναξιοπιστίας των Δημοκρατικών για δεκαετίες που προαναφέραμε, η πρόσβαση στην άμβλωση περιορίστηκε κι άλλο τα τελευταία τέσσερα χρόνια επί Μπάιντεν, ενώ οι Μπάιντεν και Χάρις απέναντι στις επιθέσεις Ρεπουμπλικανών κυβερνητών στο ζήτημα της άμβλωσης δεν οργάνωσαν καμία απάντηση. 

Και η Χάρις έκανε ανοίγματα προς τα δεξιά της, με τις δηλώσεις τις ότι θα μπορούσε να διορίσει Ρεπουμπλικανό υπουργό, καθώς και με τις προεκλογικές περιοδείες της αγκαζέ με δισεκατομμυριούχους και τη Ρεπουμπλικανή Λιζ Τσέινι, κόρη του Ντικ Τσέινι, του χασάπη στη Μ.Ανατολή επί προεδρίας Μπους Τζούνιορ (και πρωτεργάτη του διεθνούς «πολέμου κατά της τρομοκρατίας», που σήμαινε μεταξύ άλλων ακόμα μεγαλύτερο βασανισμό για πρόσφυγες και μετανάστες και κλιμάκωση της καταστολής για όλους).

Η Χάρις μιλούσε για φιλοπεριβαλλοντική πολιτική, ενώ στην περίοδο Μπάιντεν αυξήθηκε σε επίπεδα ρεκόρ η παραγωγή ορυκτών καυσίμων, ενώ η κυβέρνησή του άφησε απροστάτευτους τους φτωχούς απέναντι σε πληθώρα καταστροφικών φαινομένων της κλιματικής αλλαγής, όπως καύσωνες, πλημμύρες, πυρκαγιές και καταιγίδες που έπληξαν διάφορες περιοχές των ΗΠΑ. 

Οι Ρεπουμπλικανοί στοχοποίησαν την Αριστερά, τις γυναίκες και τους LGBT αλλά και οι Δημοκρατικοί είτε έκαναν το ίδιο στην πράξη είτε δεν τους υπεράσπισαν. Αντί να καλέσουν σε συναγερμό και να οργανώσουν καμπάνιες κατά του φασισμού, του ρατσισμού ή και κατά των επίδοξων πραξικοπηματιών, αντιμετώπισαν τον Τραμπ με «πολιτικό πολιτισμό». Ο Τραμπ υπονόησε ότι θα καταργήσει την εκλογική διαδικασία στις ΗΠΑ. Αλλά το ότι δεν «έτρεξε κάστανο» είναι ντροπή για την οποία ευθύνονται κυρίως οι Δημοκρατικοί. Συνεπώς η σημερινή επιμονή της Χάρις στην καμπάνια για τις αμβλώσεις λοιπόν εκλήφθηκε –και προφανώς ορθά- ως υποκριτική και φύλλο συκής των νεοφιλελεύθερων.

Κατά τα άλλα η Χάρις επιδόθηκε στο να αποκαλεί τον Τραμπ εγκληματία και φασίστα, χωρίς να μπορεί να διαχωριστεί από την οικονομική πολιτική του Τραμπ και να δείξει ότι είναι πιο κοντά στην εργατική τάξη και τους φτωχούς. Υπερασπιζόταν τη «δημοκρατία στις ΗΠΑ» που έχει πεθάνει προ πολλού. Αδυνατούσε να διαχωριστεί από τον αντιδημοφιλή Μπάιντεν σε όλα τα ζητήματα ενώ μέχρι πρότινος στήριζε την κυβέρνησή του. Όπως ήταν αναμενόμενο, ηττήθηκε. 

Αυτή είναι η «βάση» για την ήττα των Δημοκρατικών. Σε αυτά προστίθενται απλά επικουρικά η «κακή εμφάνιση του Μπάιντεν στο ντιμπέιτ της 27/6», η καθυστερημένη απόσυρσή του ως «ακατάλληλη υποψηφιότητα» για την πλειοψηφία των Δημοκρατικών ψηφοφόρων, ή η αμφιλεγόμενη «προσπάθεια δολοφονίας» του Τραμπ στις 14/7 που τον βρήκε στο αυτί τον «ηρωοποίησε». Σε αυτά απέδωσαν κυρίως τα αστικά ΜΜΕ την ήττα Μπάιντεν, προφανώς για ευνόητους λόγους. Όσοι δίνουν όμως έμφαση μόνο σε αυτά χάνουν τη «μεγάλη εικόνα» που αναφέραμε. Η φθορά του Μπάιντεν, η «κακή εμφάνιση του Μπάιντεν» και η «αναποτελεσματικότητα» της Χάρις έχουν μια κοινή αιτία: τη δεξιά και αντεργατική πολιτική των Δημοκρατικών. Η δε «ηρωοποίηση» λειτούργησε πάλι με βασική ευθύνη των Δημοκρατικών. Ναι μεν τα ΜΜΕ διαφήμιζαν νυχθημερόν την εικόνα του Τραμπ ματωμένου με υψωμένη γροθιά να καλεί σε «πόλεμο», αλλά οι Δημοκρατικοί «τσίμπησαν» στις κατηγορίες ότι αυτοί οργάνωσαν την απόπειρα και προσχώρησαν στην ατζέντα νόμου και τάξης, καταδικάζοντας τη βία και στρογγυλεύοντας ενοχικά ακόμα περισσότερο την κριτική τους απέναντι στον φασίστα.  Αυτή δε η διακομματική συναίνεση πάνω στον νόμο και την τάξη προϊδεάζει από μόνη της για ακόμα μεγαλύτερη κλιμάκωση της καταστολής (όχι απέναντι στους φασίστες βεβαίως-βεβαίως αλλά) απέναντι στο κίνημα και τη Αριστερά. 

Γι’ αυτό και δεν έχουν καμία επαφή με την πραγματικότητα οι αναλύσεις που ανθούν στο στρατόπεδο των Δημοκρατικών ότι έφταιξε η «πολύ αριστερή καμπάνια της Χάρις», όπως και πριν 4 χρόνια επαναλάμβαναν ότι ο Μπάιντεν δεν τα πήγε τόσο καλά επειδή «πήγε πολύ Αριστερά». Η πραγματικότητα είναι ακριβώς ανάποδη, όπως εξηγήσαμε. Η Καμάλα Χάρις διεξήγαγε την πιο δεξιά εκστρατεία των Δημοκρατικών στην πρόσφατη ιστορία, μια πολύ πιο δεξιά καμπάνια από τη νικηφόρα εκστρατεία του Μπάιντεν, βασιζόμενη στον κίβδηλο και κουτσό δικαιωματισμό από τη μια, τον μιλιταρισμό, τη φιλοεργοδοτική πολιτική και την προσπάθεια για να κερδίσει συντηρητικούς ψηφοφόρους από την άλλη. Για του λόγου το αληθές πρώτη φορά ιστορικά οι πιο εύποροι πολίτες και τα μικροαστικά στρώματα  ψήφισαν  Δημοκρατικούς αντί Τραμπ. Δείχνει όμως αυτή η εθελοτυφλούσα «ανοησία» των Δημοκρατικών θινκ-τανκ το βάθος της δεξιάς στροφής των Δημοκρατικών, που βλέπουν ως διέξοδο μόνο δεξιότερες μετατοπίσεις, αφού το κεφάλαιο τους απαγορεύει να πάνε έστω κι ένα κλικ αριστερά.

Τελικά τα χρηματιστήρια των ΗΠΑ και η Διεθνής Ακροδεξιά πανηγύρισαν για τη νίκη του δήθεν … «αντισυστημικού». 

4) Το υπόβαθρο της πολιτικής κρίσης και του τραμπισμού στις ΗΠΑ

Το υπόβαθρο της πολιτικής κρίσης στις ΗΠΑ είναι η βαθιά οικονομική και κοινωνική κρίση που μαστίζει τις ΗΠΑ. Η πολιτική των ταξικών ανισοτήτων, η αυξανόμενη ανεργία, ο ρατσισμός, η απελπισία κομματιών της εργατικής τάξης σε αντίθεση με τα κέρδη-ρεκόρ στο χρηματιστήριο για την επιχειρηματική ελίτ, είναι η αιτία της τεράστιας ταξικής και πολιτικής πόλωσης της αμερικάνικης κοινωνίας. 

Σε διεθνές επίπεδο, ο τραμπισμός εντάσσεται στην εικόνα αναδιαμόρφωσης του πολιτικού σκηνικού προς τα δεξιά, ιδιαίτερα μετά την οικονομική κρίση του 2008, την κλιμάκωση του ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού και υπό τον μόνιμο φόβο νέων κρίσεων, που εναρμονίζεται με την ανάγκη των αρχουσών τάξεων για σκληρότερες πολιτικές «εντός» και πιο φιλοπόλεμες «εκτός».  Ενώ η Σοσιαλδημοκρατία μετατρέπεται σε ακραίο νεοφιλελεύθερο κέντρο και η Δεξιά ακροδεξιοποιείται, η ακροδεξιά κανονικοποιείται και φασιστικοποιείται. Άλλωστε ο φασίστας Τραμπ προέκυψε ως φυσικό επακόλουθο ενός συνεχούς δεξιάς μετατόπισης Ρεπουμπλικανών και Δημοκρατικών, όπως και στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης.

Πίσω από αυτή την εξέλιξη βρίσκονται (πέρα από πολιτικά επίδικα) και στρατηγικά διλήμματα για τις άρχουσες τάξεις. Η άρχουσα τάξη των ΗΠΑ βρίσκεται διχασμένη και σε κρίση στρατηγικής – στο μόνο που συμφωνεί είναι στην ακραία αντεργατική-αντιλαϊκή πολιτική. Αυτή αντανακλάται στα δύο αστικά κόμματα που κυριαρχούν στην πολιτική ζωή των ΗΠΑ, τους Ρεπουμπλικανούς και τους Δημοκρατικούς. Όπως στην Ευρώπη ενισχύονται τα αστικά διλήμματα, που εκφράζονται με την άνοδο του «ευρωσκεπτικισμού» και της ακροδεξιάς, την κρίση ΕΕ-Ευρωζώνης, το Brexit κλπ, στις ΗΠΑ έχει ανοίξει η συζήτηση για το «μετά την παγκοσμιοποίηση τι;» Κυρίαρχη τάση στα αφεντικά παραμένει η πλευρά υπέρ της δεξιότατης και αντιλαϊκότατης  «παγκοσμιοποίησης» αλλά μπροστά στην αδυναμία εξόδου από την κρίση,  έχει αρχίσει να δυναμώνει στο αστικό στρατόπεδο και να απειλεί η τάση της ακόμα δεξιότερης και αντιλαϊκότερης (και γιαλαντζί) «αντι-παγκοσμιοποίησης». Που αναδιαμορφώνει συνολικά το πολιτικό σκηνικό οδηγώντας κυβερνήσεις κάθε απόχρωσης (και τις ακροδεξιές-δήθεν αντιπαγκοσμιοποιητικές δυνάμεις) στον συνδυασμό «νεοφιλελευθερισμός+αυταρχικά καθεστώτα». Η «αντιπαγκοσμιοποίηση» δεν οδηγεί επί της ουσίας σε διαφορετική πολιτική στο εσωτερικό απέναντι στους φτωχούς παρά μόνο σε περισσότερο αυταρχισμό, ενώ προωθεί μέτρα εθνικού προστατευτισμού απέναντι στους αντίπαλους καπιταλισμούς και  επίταση των εθνικών ανταγωνισμών. (Η μόνη πραγματική «αντιπαγκοσμιοποίηση» είναι η αντικαπιταλιστική στρατηγική και η επαναστατική ανατροπή του καπιταλισμού σε Ανατολή και Δύση.)

Η ρίζα αυτής της αναζήτησης «εναλλακτικής» στρατηγικής από αστικές μερίδες των ΗΠΑ βρίσκεται στην διαρκή ενίσχυση της Κίνας και στην συνεχή αποδυνάμωση των ΗΠΑ στον διεθνή ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό. Ο «τραμπισμός» εκφράζει τη συγκρότησης άμυνας των ΗΠΑ απέναντι στην Κίνα, με τον εθνικό προστατευτισμό. Βέβαια ούτε αυτή η στρατηγική μπορεί να σταματήσει την άνοδο της Κίνας, την ανάδυση κι ενίσχυση ενός ανταγωνιστικού «ανατολικού μπλοκ» σε συμμαχία με τη Ρωσία και τις διευρυνόμενες δυνάμεις των BRICS, τουλάχιστον όχι χωρίς πόλεμο. Αυτό ενισχύει τα αδιέξοδα και τα μπρος-πίσω των αμερικανικών ελίτ, που στρέφονται πότε στους Δημοκρατικούς και πότε στον Τραμπ. 

Η αποτυχία της πολιτικής των κυρώσεων κατά της Ρωσίας, αλλά και η εγχώρια κατακραυγή και διεθνής απομόνωση των ΗΠΑ για την υποστήριξη της γενοκτονίας του Ισραήλ στη Γάζα ενισχύουν την εικόνα της κρίσης ιμπεριαλιστικής ηγεμονίας στον πλανήτη. 

Μακροπρόθεσμα η πιθανότητα ενός γενικευμένου πολέμου θα ενισχύεται – καταρχάς από μεριάς ΗΠΑ. Επιπλέον, όσο ενισχύεται η Κίνα, το αμερικανικό κεφάλαιο θα στρέφεται περισσότερο προς τον «οικονομικό εθνικισμό» και τον «τραμπισμό». Θα γίνεται όλο και εντονότερη η ανάγκη να αντιμετωπιστούν επιθετικά «εστίες» που αποτρέπουν το «πίβοτ στην Ασία». Σε αυτή τη βάση εντάσσονται ο πόλεμος στην Ουκρανία ή τα θερμά επεισόδια με την Κίνα, ενώ η σχετική μείωση δύναμης των ΗΠΑ οδηγεί σε αυτονόμηση τοπικών υποϊμπεριαλισμών, όπως του Ισραήλ (που κλιμακώνει τη σφαγή στη Γάζα και τον Λίβανο, τη στιγμή που οι ΗΠΑ –καταρχάς- απεύχονται αποσταθεροποίηση στη Μ.Ανατολή), αλλά και άλλων δυνάμεων όπως η Τουρκία, το Κατάρ, η Σ.Αραβία, το Ιράν κ.ά. Σε αυτό το φόντο τέτοιες «εντοπισμένες εστίες» μπορούν να οδηγήσουν ανά πάσα στιγμή σε γενικευμένη ανάφλεξη- μια τέτοια εξέλιξη για παράδειγμα είναι πολύ πιθανή αν ξεσπάσει ανοιχτός πόλεμος μεταξύ Ιράν-Ισραήλ.

Τέλος υπάρχουν προβλέψεις που βλέπουν πιθανή μια βαθιά οικονομική ύφεση στις ΗΠΑ και διεθνώς μέσα στους επόμενους 12 μήνες.

Η αναμονή νέων οικονομικών κρίσεων,  η απώλεια σχετικής ισχύος και το στρατηγικό αδιέξοδο αντιστροφής της είναι η αιτία που το μέλλον της αμερικανικής άρχουσας τάξης (αλλά και γενικότερα των δυτικών αρχουσών τάξεων) προμηνύει όλο και περισσότερη ακροδεξιά και τον «τραμπισμό», ενώ στο ενδιάμεσο ο «τραμπισμός» θα σπρώχνει δεξιότερα το πολιτικό σκηνικό, είτε κυβερνούν οι «Τραμπ» είτε οι «Μπάιντεν», με τη λιτότητα, τον αυταρχισμό, τον φασισμό και τις πιθανότητες μεγάλων πολέμων να ενισχύονται όλο και περισσότερο. Αυτός είναι ο λόγος που το «πίβοτ στην Ασία» ξεκίνησε επί «Δημοκρατικού» Ομπάμα, συνεχίστηκε με «φασίστα Τραμπ», με «Δημοκρατικό» Μπάιντεν και θα συνεχιστεί με Τραμπ. Αυτός είναι ο λόγος που τόσο ο Μπάιντεν στην προηγούμενη κυβέρνηση όσο και η Χάρις προεκλογικά δήλωσαν ανοιχτοί σε συγκυβερνήσεις με ρεπουμπλικανούς υπουργούς. Αυτός είναι ο λόγος που οι Δημοκρατικοί αντιμετώπισαν το πραξικόπημα «χλιαρά» και νομικίστικα, αντί να σημάνουν συναγερμό για την (αστική) «δημοκρατία».

Γι’ αυτό ο τραμπισμός ως πολιτική της άρχουσας τάξης και η μαζικοποίηση του ακροδεξιού και φασιστικού κινήματος στις ΗΠΑ έχουν το μέλλον μπροστά τους, όχι πίσω τους, γράφαμε πριν 4 χρόνια, που επαληθεύτηκε κι εξακολουθεί να ισχύει.

5) Τι θα κάνει ο Τραμπ

Καταρχάς να πούμε τι ΔΕΝ θα κάνει, γιατί στην αρχή της προηγούμενης θητείας του υπήρχαν αυταπάτες μέχρι και μερίδες της οργανωμένης Αριστεράς, αλλά ακόμα και σήμερα υπάρχουν ορισμένες αυταπάτες σε μερίδα προοδευτικού κόσμου. Δεν θα βελτιώσει το βιοτικό επίπεδο των φτωχών Αμερικανών ούτε θα πάψουν οι ΗΠΑ να αποτελούν ιμπεριαλιστική και φιλοπόλεμη δύναμη. Γιατί πολύ απλά αυτά δεν συμβαδίζουν με τις ανάγκες του αμερικανικού καπιταλισμού.

Αντιπρόεδρος της κυβέρνησης ορκίστηκε ο γερουσιαστής Τζέι Ντι Βανς,  πρώτος πεζοναύτης  και ο πρώτος βετεράνος του πολέμου στο Ιράκ. Αυτό συμβολίζει και αντικατοπτρίζει επαρκώς την εκτίμηση του Τραμπ για τις αρετές του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού.

Τα ονόματα που ακούστηκαν για τα διάφορα υπουργεία περιλαμβάνουν (ακροδεξιούς) δισεκατομμυριούχους, στρατιωτικούς και αντιεμβολιαστές. Ο υπερπλούσιος Έλον Μασκ ανέλαβε Υπουργός Αποτελεσματικότητας, για να οργανώσει τις κοινωνικές περικοπές σε βάρος των φτωχών. Ο  Τομ Χόμαν, μπάτσος και θιασώτης εξαιρετικά σκληρής γραμμής απέναντι στους μετανάστες ορίστηκε Υπουργός Μετανάστευσης. Ο επενδυτής Σκοτ Μπέσεντ είναι το φαβορί για υπουργός Οικονομικών, μετά την άρνηση του Τζο Πόλσον, επίσης δισεκατομμυριούχου. Αυτός θα αναλάβει τις φοροαπαλλαγές των πλουσίων. 

Όλα τα ονόματα που ακούστηκαν ως υποψήφιοι για τα Υπουργεία Άμυνας και Εξωτερικών χαρακτηρίζονται κάλλιστα «γεράκια του Πολέμου», με σκληρές θέσεις απέναντι στην Κίνα, προϋπηρεσία στον πόλεμο στην Ουκρανία κλπ. 

Τελικά ανέλαβε ο Μάρκο Ρούμπιο στο ΥπΕξ, γνωστός για τις σκληρές του θέσεις έναντι της Κίνας, με ιδιαίτερα σκληρή γραμμή απέναντι στο Ιράν, την Κούβα και τη Βενεζουέλα του Μαδούρο. Αναμένονται ακόμα περισσότερες αντιδραστικές παρεμβάσεις και οργάνωση πραξικοπημάτων στο εσωτερικό των χωρών της Λ.Αμερικής. Υπουργός Άμυνας ορίστηκε ο Πιτ Χέγκσεθ, πρώην ταγματάρχης παρασημοφορημένος για τη δράση του στον πόλεμο στο Ιράκ, ενώ πρέσβης των ΗΠΑ στο Ισραήλ ορίστηκε ένας φανατικά φιλοσιωνιστής παπάς. Επίσης χαρακτηρίζεται από αρνητική στάση απέναντι στην Τουρκία, κάτι που αφορά την πλειοψηφία της ελληνικής Αριστεράς που αντιλαμβάνεται μονίμως την Τουρκία ως «πράκτορα των ΗΠΑ», συρόμενη πίσω από -και αθωώνοντας- την ελληνική άρχουσα τάξη και τον εθνικισμό της. Επί προηγούμενης θητείας του Τραμπ άλλωστε η Τουρκία αποκλείστηκε από τον εφοδιασμό με F-35 και υπέστη κυρώσεις σε ό,τι αφορά τις προμήθειες αμυντικού εξοπλισμού.  

Σε αντίθεση με τον Τραμπ που στα λόγια δηλώνει αρνητικός απέναντι στο ΝΑΤΟ, ο Ρούμπιο είναι υπερασπιστής του. Όχι ότι ο Τραμπ είναι …αντινατοϊκός, απλά τάσσεται υπέρ των πιο «πολύπλευρων» ή διμερών στρατιωτικών συμμαχιών, ανάλογα με τα συμφέροντα του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, χωρίς τη «φύρα», τα «έξοδα» του ΝΑΤΟ. Και σίγουρα δεν θα εγκαταλείψουν οι ΗΠΑ τη δοκιμασμένη συμμαχία 75 ετών.

Η κλιμάκωση του εμπορικού πολέμου με την Κίνα είναι βέβαιο ότι θα ενισχύσει τον στρατιωτικό ανταγωνισμό και τις γεωπολιτικές συγκρούσεις μαζί της στην Ταϊβάν κι αλλού.

Προβλέπεται επιθετικότερη πολιτική απέναντι στο Ιράν, όπως έγινε και στην προηγούμενη θητεία του, όταν ο Τραμπ δολοφόνησε τον Ιρανό στρατηγό Σολεϊμανί ενώ ακύρωσε τη συμφωνία για τα πυρηνικά με το Ιράν που σύναψε ο Ομπάμα. Στο σημερινό εύφλεκτο τοπίο στη Μ.Ανατολή αυτή η προοπτική είναι εφιαλτική. Στο Ιράν ήδη δεν αποκλείουν προληπτική επίθεση από τις ΗΠΑ και το Ισραήλ απέναντί τους.

Απέναντι στο Ισραήλ, δεν θα υπάρξουν δραματικές αλλαγές ούτε θα σταματήσει η σφαγή στη Γάζα που μέχρι σήμερα «γράφει» 43 χιλιάδες νεκρούς παλαιστίνιους και 10 χιλ. εξ’ αυτών παιδιά. Ο Νετανιάχου συνεχάρη πρώτος απ’ όλους τον Τραμπ, μίλησε για τεράστια νίκη για τις ΗΠΑ, ενώ κι ο Τραμπ δεσμεύτηκε ακόμα πιο ανοιχτά από τη Χάρις ότι θα στηρίξει το Ισραήλ, άρα θα συνεχίσει τη γενοκτονία των Παλαιστινίων. Ο Τραμπ στην προηγούμενη θητεία του χαρακτήρισε την Ιερουσαλήμ πρωτεύουσα του Ισραήλ και μετέφερε εκεί την πρεσβεία των ΗΠΑ από το Τελ Αβίβ, προκαλώντας τους Παλαιστινίους, με τον Νετανιάχου να τον χαρακτηρίζει «τον καλύτερο φίλο που είχε ποτέ το Ισραήλ στον Λευκό Οίκο». Οι Ισραηλινοί πολίτες αισθάνονται καλύτερα με την εκλογή του, ενώ οι Παλαιστίνιοι προβλέπουν με την εκλογή του νέες καταστροφές για τον λαό τους.

Στην Ουκρανία οι αναλύσεις της πιάτσας φαίνεται να συμφωνούν ότι ο Τραμπ θα πιέσει περισσότερο για έναν συμβιβασμό Ουκρανίας-Ρωσίας, που θα σημάνει προσαρτήσεις για τη Ρωσία. Προσωπικά αμφιβάλλω, γιατί –ανεξαρτήτως προθέσεων- από πίσω εμπλέκονται παράγοντες όπως τα συμφέροντα του αμερικανικού ιμπεριαλισμού, τα συμφέροντα της Ουκρανικής, της ρωσικής και των ευρωπαϊκών αρχουσών τάξεων. Ακόμα κι αν υπάρξει συμβιβασμός, δε σημαίνει ότι θα γίνει άμεσα (ο Τραμπ προεκλογικά έλεγε ότι θα τερματίσει τον πόλεμο σε 24 ώρες…), ούτε ότι θα οφείλεται στον Τραμπ. Άλλωστε ο Τραμπ δεσμεύτηκε πως δεν θα εγκαταλείψει την Ουκρανία στη τύχη της, ενώ πρώην αρχηγοί ασφαλείας της πρώτης θητείας του ανέφεραν ότι οι ΗΠΑ θα πρέπει να συνεχίσουν την προμήθεια όπλων στην Ουκρανία.

Και συνολικά η αύξηση των στρατιωτικών εξοπλισμών είναι βέβαιο ότι θα ενισχύσει και το εμπόριο όπλων, άρα και τους υπαρκτούς πολέμους (όπως έχει ήδη δηλώσει ο Τραμπ παρά τις περί του αντιθέτου δημαγωγίες του) και το ενδεχόμενο νέων.

Πάμε και στο εσωτερικό.

Θα μπορούσαμε απλά, πέραν του ποιοι τον στήριξαν, να αναφέρουμε τον ενθουσιασμό και την εκτίναξη του αμερικάνικου χρηματιστηρίου με τη νίκη Τραμπ, την εκτόξευση της μετοχής της Tesla του Έλον Μασκ κατά 15%, τα πανηγύρια της διεθνούς Ακροδεξιάς και του κάθε μισητού δικτάτορα και να σταματήσουμε εκεί.

Ενώ δεν φαντάζει πιθανό να εγκαθιδρύσει ο Τραμπ άμεσα δικτατορία, κατάργηση των εκλογών και χρήση του στρατού εναντίον πολιτικών αντιπάλων, όπως προεκλογικά …υποσχέθηκε, είναι βέβαιο ότι θα οδηγήσει σε αυταρχικότερο καθεστώς. Το CNN αναρωτήθηκε αν οι ΗΠΑ οδεύουν σε ένα νέο εμφύλιο πόλεμο και δεξιοί αναλυτές εκφράζουν φόβους για ακροδεξιά αντεπανάσταση ενάντια στην υπάρχουσα συνταγματική τάξη. Αλλά και χωρίς αυτά, οι ενδείξεις για το τι περιμένει τα δημοκρατικά δικαιώματα δεν είναι καθόλου ευοίωνες: Τραμπ έχει δηλώσει πως σκοπεύει να κυνηγήσει ποινικά τους πολιτικούς αντιπάλους του, ενώ οι σύμβουλοι του Τραμπ γράφουν ότι στόχος είναι να αφαιρεθεί «η εξουσία από τις αριστερές ελίτ» και ότι «θα είναι μια επανάσταση χωρίς αίμα, εάν οι αριστεροί την αφήσουν να γίνει», υπονοώντας την αιματηρή καταστολή του όποιου κινήματος αντίστασης στα σχέδια του Τραμπ. Και «αριστερές ελίτ» μάλλον εννοούν τους δεξιούς Δημοκρατικούς, οπότε καταλαβαίνουμε ότι για την πραγματική Αριστερά τα πράγματα θα είναι πολύ χειρότερα. Οπαδοί του Τραμπ τα προηγούμενα χρόνια επιτέθηκαν ακόμα και ένοπλα κατά μαύρων, μεταναστών, LGBT κ.ά και πλέον φέρουν ως «γαλόνι» και ως προϋπηρεσία το «αντισυστημικό» πραξικόπημα του 2021. Ο Τραμπ και προεκλογικά μιλούσε εμφυλιοπολεμικά, ενθάρρυνε τους οπαδούς του να κινηθούν βίαια εναντίον διαδηλωτών ή δημοσιογράφων και υποσχέθηκε να απονείμει χάρη στους συλληφθέντες πραξικοπηματίες. Προεκλογικά επίσης οι Νεοναζί έκαναν ανενόχλητοι πορείες σε πολλές πόλεις των ΗΠΑ. Είναι λογικό να υποθέσουμε ότι Τραμπ θα αφήσει τους φασίστες να ξεσαλώσουν ακόμα πιο ανενόχλητα και να επιτίθενται σε μαύρους, μετανάστες, LGBT, αριστερούς και αγωνιστές-στριες και σε αυτό συμβάλλει η αποδοχή και κανονικοποίηση της Ακροδεξιάς και της βίαιης ρητορικής του Τραμπ από το αστικό κατεστημένο. 

Ο Τραμπ, βάσει παρελθόντος και εξαγγελιών, θα επιβάλει νέες φοροαπαλλαγές στους πλούσιους, θα αυξήσει κατά πολύ τις δαπάνες για εξοπλισμούς περικόπτοντας κι άλλο το –όποιο- κοινωνικό κράτος, θα ενισχύσει την πολιτική εξορύξεων και χρήσης ορυκτών καυσίμων συμβάλλοντας στην κλιματική κρίση και την υπερθέρμανση του πλανήτη, θα διαλύσει ακόμα περισσότερο το σύστημα υγείας.

Ο Τραμπ υπόσχεται απέλαση σε 13 εκατομμύρια «παράνομους» μετανάστες και σίγουρα τη δολοφονία κάποιων από αυτούς. 

Το κεντρικό περιεχόμενο της ατζέντας του θα είναι «η συντηρητική Επανάσταση» και το «Project 2025», που εκπόνησαν προεκλογικά τα ακροδεξιά θινκ τανκ των Ρεπουμπλικανών και συνεργάτες του Τραμπ, αν και ο ίδιος δημαγωγικά αποστασιοποιήθηκε «ελαφρώς». Περιλαμβάνει ενίσχυση των εξουσιών του Τραμπ, περικοπές στον δημόσιο τομέα και στο σύστημα υγείας, απόλυση χιλιάδων δημοσίων υπαλλήλων και αντικατάστασή τους (μόνο μερικώς) με πολιτικά διορισμένους. Κλείσιμο του Τμήματος Εκπαίδευσης του υπουργείου Παιδείας, επίταση της αντιμεταναστευτικής πολιτικής, μαζικές απελάσεις κι αυστηροποίηση των διαδικασιών χορήγησης ασύλου στους πρόσφυγες, την anti-woke, δηλαδή την αντι-δικαιωματική, ατζέντα κι επίθεση στα δικαιώματα των LGBT, κατάργηση του δικαιώματος στην άμβλωση, περιορισμούς στη χρήση του αντισυλληπτικού χαπιού της επόμενης ημέρας, κατάργηση των σχολικών προγραμμάτων για τη συμπερίληψη, την ισότητα και τη διαφορετικότητα, κατάργηση από όλους τους νόμους όρων όπως σεξουαλικός προσανατολισμός, ισότητα των φύλων κλπ

Αναφέρεται στο πρόγραμμα ότι αποτελεί «λύση στον πληθωρισμό» αλλά είναι παραμύθι: αντίθετα η επιβολή δασμών σε κινέζικα προϊόντα θα αυξήσει τις τιμές και το κόστος ζωής, όπως έγινε και στην προηγούμενη θητεία του, ενώ αν υπάρξουν αντίποινα από τη Κίνα θα πληγούν οι περισσότερες αμερικάνικες επιχειρήσεις, οδηγώντας σε νέο κύκλο λιτότητας και ανεργίας.

Οι φοροαπαλλαγές στο κεφάλαιο, πχ η πλήρης κατάργηση του φόρου κληρονομιάς, που σήμερα δυσαρεστεί τους πλούσιους Αμερικανούς και τις μεγάλες επιχειρήσεις, όπως αναφέρουν οι αναλυτές του εκλογικού αποτελέσματος,  θα προσθέσουν στο αμερικανικό χρέος τουλάχιστον 7,5 τρισεκατομμύρια δολάρια, όπως και η  μεγάλη αύξηση των στρατιωτικών δαπανών. Αυτό θα σημάνει εκ νέου λιτότητα για τους φτωχούς.

Τέλος οι δασμοί των ΗΠΑ σε προϊόντα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας θα οδηγήσουν σε χτύπημα των ήδη προβληματικών βιομηχανιών αυτοκινήτων και μεταποίησης, ενώ την αμερικανική πίεση των ευρωπαϊκών κρατών να αυξήσουν ακόμα περισσότερο τους στρατιωτικούς τους εξοπλισμούς για το ΝΑΤΟ θα πληρώσουν και πάλι οι ευρωπαϊκοί λαοί. 

Παρόμοιες, ήδη προϋπάρχουσες, διεργασίες ακροδεξιοποίησης της Δεξιάς στην Ευρώπη θα ενισχυθούν και η νίκη Τραμπ θα ευνοήσει εκ νέου την ευρωπαϊκή ακροδεξιά, ας θυμίσουμε εδώ και τον ενθουσιασμό του τσεκουράτου Βορίδη και των λοιπών ακροδεξιών της ΝΔ, αλλά και  τις διαβεβαιώσεις του Μητσοτάκη στον Τραμπ και την εντολή να «σβηστούν αναρτήσεις κατά του Τραμπ». Του φασίστα εγκληματία Τραμπ που χαρακτηρίζεται από όλα τα τέρατα που περιγράψαμε παραπάνω. Δεν θα είναι η πρώτη φορά άλλωστε που ελληνικά αστικά κόμματα και κυβερνήσεις συμμαχούν με δικτάτορες και φασίστες.

6) Πολιτική Αστάθεια, η λογική του μικρότερου κακού», οι κίνδυνοι, το κίνημα και η Αριστερά

Το κεφάλαιο δεν έχει πρόβλημα αν οι φασίστες πάρουν την εξουσία, αρκεί οι τελευταίοι να εξασφαλίζουν τις συνθήκες για τη συσσώρευση του κεφαλαίου. Και σίγουρα το προτιμά από την όποια εκδοχή Αριστεράς στρέφεται έστω λεκτικά εναντίον του.  Η καταστολή, ο εθνικισμός, ο μιλιταρισμός, ο ρατσισμός, οι κοινωνικές ανισότητες, η καταστολή των κινημάτων, οι πόλεμοι, όλα δηλαδή αυτά πάνω στα οποία πλειοδοτεί η Ακροδεξιά, είναι ήδη πολιτικές του «Κέντρου» και της Δεξιάς διεθνώς, και πάνω σε αυτά τα έτοιμα “project” πατάνε οι ακροδεξιές δυνάμεις για να κερδίζουν δύναμη και να χτίζουν «στρατούς». Όλα αυτά είναι πολιτικές που επιτάσσει το κεφάλαιο σε περίοδο κρίσης, και αυτό είναι που τους συνδέει, θέτοντάς τους συνολικά απέναντι στην εργατική τάξη και τους φτωχούς. Γι’ αυτό πχ (πάλαι ποτέ) «σοσιαλδημοκρατικά» κόμματα συγχαίρουν τον φασίστα Τραμπ (πχ Εργατικοί Αυστραλίας), όταν δεν σιωπούν ή όταν δεν εκφράζουν κριτική σε δευτερεύουσες πλευρές της πολιτικής του (πχ  ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ).

Η Δεξιά και οι σοσιαλδημοκράτες διεθνώς υιοθέτησαν τη νεοφιλελεύθερη λιτότητα, αφήνοντας ελεύθερο πεδίο στην Ακροδεξιά να πλασάρεται ως «αντισυστημική δύναμη», σπέρνοντας ρατσισμό, αυταρχισμό, εθνικισμό και αντικομμουνισμό, εκμεταλλευόμενη και την ενσωμάτωση της ρεφορμιστικής Αριστεράς και την ανυπαρξία ή και την αδυναμία της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς. Διεθνώς τείνουν να διαμορφώνονται δυο βασικά πολιτικά αστικά μπλοκ, ένα που υπερασπίζεται μόνο στα λόγια κάποια δημοκρατικά δικαιώματα, κι ένα ακροδεξιό που τα καταπολεμά, ενώ επί της ουσίας, δηλαδή επί της οικονομίας, συμφωνούν στην αντεργατική και φιλοκαπιταλιστική πολιτική.

Η πολιτική αστάθεια στις ΗΠΑ είναι στην πραγματικότητα ο κανόνας που ισχύει σε όλο τον πλανήτη. Υπάρχουν ελάχιστα σταθερά καθεστώτα, δημοκρατικά ή αυταρχικά, καθώς ραγδαία η λαϊκή υποστήριξη διαβρώνεται από τις αντιλαϊκές πολιτικές. Η δημοτικότητα των ηγετών ξεκινά από όλο και χαμηλότερο επίπεδο και φθείρεται ταχέως. Αυτό γεννά το έδαφος για νέες αντιπολιτεύσεις, αστικές ή λαϊκές. Βλέπε απόπειρα πραξικοπήματος απέναντι στον Πούτιν στη Ρωσία, μεγάλο αντικυβερνητικό κίνημα απεργιών και διαδηλώσεων επί πανδημίας στην Κίνα. Αυξάνονται οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί και οι περιφερειακές πολεμικές εστίες, ενώ παράγεται πολιτική πόλωση προς τα δεξιά και τα αριστερά. Η Ακροδεξιά ενισχύεται αλλά εφαρμόζει παρόμοιες με το Κέντρο και τη Δεξιά πολιτικές υπέρ του κεφαλαίου και σε βάρος των φτωχών, απλά με αυταρχικότερο μείγμα πολιτικής και φθείρεται επίσης. Το ίδιο γίνεται και με την κυβερνώσα «Αριστερά» που δεξιοποιείται και καταρρέει επειδή προσπαθεί να διαχειριστεί τον καπιταλισμό (βλέπε ΣΥΡΙΖΑ). Οι απογοητεύσεις από αυτού του τύπου την «Αριστερά» δίνουν νέα ώθηση προς τα δεξιά και την ακροδεξιά κ.ο.κ. Με αυτή την έννοια η περίοδος στις ΗΠΑ γεννά ευκαιρίες για τους φασίστες, αλλά θα συνεχίσει να δίνει ευκαιρίες στο κίνημα και την επαναστατική Αριστερά, έστω και με χειρότερους όρους εξαιτίας της όξυνσης της καταστολής και της συρρίκνωσης των δημοκρατικών δικαιωμάτων. Η όλο και μεγαλύτερη σκλήρυνση των πολιτικών του κεφαλαίου παράγει ανισότητες κι εξαθλίωση που οδηγούν σε απαξίωση των κυβερνήσεων, κινήματα κι ενίοτε εξεγέρσεις. Αυτό είναι και το νόημα των αυξανόμενων προειδοποιήσεων και των φόβων αστών αναλυτών στις ΗΠΑ για «κίνδυνο εμφυλίου πολέμου». 

Η αθλια πολιτική των Δημοκρατικών, η μη στήριξη των οξυνόμενων κοινωνικών αγώνων των τελευταίων χρόνων αλλά αντίθετα η σύγκρουση μαζί τους καθώς κι ο εγκλωβισμός αριστερών δυνάμεων εντός τους με τη λογική του «μικρότερου κακού», οδήγησαν στη νίκη του Τραμπ, που προέβαλε ως «η μόνη αντιπολίτευση». Αφού κυβέρνησε ο «γενοκτόνος Τζο», όπως χαρακτηρίστηκε από το κίνημα αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη ο Μπάιντεν, ο φασίστας Τραμπ δεν φαινόταν και τόσο κακός για τα μάτια της πλειοψηφίας των Αμερικανών φτωχών. Η λογική του «μικρότερου κακού» που εξέφρασε η αριστερή πτέρυγα των Δημοκρατικών διαψεύστηκε ξανά και ξανά. Οι καπιταλιστές στο εσωτερικό των Δημοκρατικών στήριξαν τον Μπάιντεν απέναντι στην αριστερή υποψηφιότητα του Μπέρνι Σάντερς, αλλά η κυβέρνηση Μπάιντεν και η στήριξή του από τον Σάντερς  οδήγησαν στην άνοδο της Ακροδεξιάς που επανέρχεται με ρεβανσιστικές διαθέσεις. O Μπάιντεν πχ ουδέποτε κάλεσε σε κίνημα αντιπαράθεσης και ουδέποτε συγκρούστηκε με τον τραμπισμό με λόγια ή με πράξεις, ούτε καν όταν οργανώθηκε το πραξικόπημα εναντίον του. Την ώρα που η Ακροδεξιά έχτιζε την δύναμή της στους δρόμους, η ενσωματωμένη Αριστερά αυτό-αφοπλιζόταν στηρίζοντας συστημικές αντιλαϊκές κυβερνώσες δυνάμεις που στηρίζονται από δισεκατομμυριούχους. Οι Δημοκρατικοί ακολουθούν συνειδητά τις επιλογές του κεφαλαίου και η ηγεσία τους καταστέλλει και δαιμονοποιεί συστηματικά τις όποιες αριστερές φωνές στο εσωτερικό τους, ενώ ο εγκλωβισμός κι αφοπλισμός αυτός αριστερών δυνάμεων είναι διαχρονική αποστολή του κόμματος επί δεκαετίες. Και τα καταφέρνουν περίφημα.

Αντίθετα η αριστερή πολιτική αποδίδει, ιδιαίτερα όταν είναι πραγματικά ριζοσπαστική και όταν συνδυάζεται με τις μάχες του κινήματος στους δρόμους. Σε αντίθεση με τα παραμύθια των Δημοκρατικών για «υπερβολικά αριστερή καμπάνια της Χάρις», ο Σάντερς είπε την αλήθεια: οι Δημοκρατικοί ηττήθηκαν γιατί δεν μίλησαν για τη βελτίωση της ζωής των «από κάτω», γιατί στήριξαν τη γενοκτονία της Γάζας, γιατί ευθύνονται για το γεγονός ότι οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι. Και ανταμείφθηκε γι’ αυτές του τις απόψεις: φέτος, εκλεγόμενος για 4η εξαετή θητεία στη Γερουσία. Στην προηγούμενη εκλογική μάχη, όλοι οι Δημοκρατικοί υποψήφιοι που στήριξαν αριστερές πολιτικές όπως ιατροφαρμακευτική περίθαλψη για όλους και φορολόγηση των υπερ-πλούσιων επανεξελέγησαν με τεράστια ποσοστά, παρότι πολεμήθηκαν τόσο από τους Ρεπουμπλικανούς όσο και από το κόμμα τους. 

Επίσης η Ζιλ Στάιν, υποψήφια των Πρασίνων με μηδαμινούς συγκριτικά πόρους και μέσα πήρε στις πρόσφατες εκλογές γύρω στο 1% των ψήφων, ενώ στο Μίσιγκαν όπου ζούνε πολλοί μουσουλμάνοι, η Χάρις πήρε 28% και η Στάιν, δηλώνοντας αλληλέγγυα στην Παλαιστίνη, 22%. 

Είναι σαφές λοιπόν ότι υπάρχουν μεγάλες δυνατότητες για ανάπτυξη πολιτικών δυνάμεων στα αριστερά των Δημοκρατικών έστω και σήμερα.

Δυστυχώς o Σάντερς και η λεγόμενη αριστερή πτέρυγα των Δημοκρατικών στηρίζοντας συνεχώς τους συστημικούς Δημοκρατικούς, έχουν φθείρει σε μεγάλο βαθμό το πολιτικό τους κεφάλαιο. Ο Σάντερς αποκάλεσε επανειλημμένα τον Μπάιντεν ως τον «πιο προοδευτικό πρόεδρο μετά τον Φράνκλιν Ρούσβελτ», καταγραφόμενος ως συνεργός του «γενοκτόνου Τζο». Αυτή η στάση της «αριστερής πτέρυγας» επέδρασε και στο ηθικό του κινήματος. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2016, μετά τη νίκη του Τραμπ ξέσπασαν για δυο μήνες  διαδηλώσεις που έφτασαν τα εκατομμύρια ανθρώπων στις ΗΠΑ. Σήμερα δεν φαίνεται (τουλάχιστον όχι ακόμα) να παρατηρείται παρόμοιος κινηματικός «συναγερμός». Αυτή η «κανονικοποίηση» του Τραμπ ακόμα και από πλευράς κινήματος συνιστά από μόνη της πολιτική ήττα για την Αριστερά.

Όπως εξηγούν αμερικανοί σοσιαλιστές, τα τελευταία τέσσερα χρόνια η στοίχιση της Αριστεράς με τον Μπάιντεν αποδυνάμωσε τις οργανωμένες σοσιαλιστικές δυνάμεις, περιόρισε τους ταξικούς και κοινωνικούς αγώνες φυσικά αύξησε τις δυνατότητες εξάπλωσης του τραμπισμού στους δρόμους και την κοινή γνώμη. Η DSΑ, μια οργάνωση που δηλώνει σοσιαλιστική και αντικαπιταλιστική αλλά δρα εντός Δημοκρατικών ενώ είχε μαζικοποιηθεί σημαντικά, τα τελευταία χρόνια έχασε δεκάδες χιλιάδες μέλη και οι οργανώσεις της σε μεγάλο βαθμό διαλύθηκαν. Στην πραγματικότητα, σήμερα ο Τραμπ και η ακροδεξιά είναι πιο οργανωμένοι από ό,τι πριν 4 χρόνια και οι δυνάμεις της Αριστεράς είναι πιο εξασθενημένες, πιο αποπροσανατολισμένες και πιο απροετοίμαστες για να παίξουν ρόλο στις αντιστάσεις. Η Αμερικάνικη Αριστερά στην πλειοψηφία της εγκλωβίστηκε στο εκλογικό δίλημμα «Τραμπ η Μπάιντεν» κι άφησε πολιτικά ακάλυπτη την αριστερή κοινωνική ριζοσπαστικοποίηση που έβγαινε στους δρόμους είτε εναντίον του Μπάιντεν είτε εναντίον του Τραμπ. Εκεί οδήγησε η λογική του «μικρότερου κακού».

 Αυτή η ριζοσπαστικοποίηση και το κίνημα όμως είναι η μόνη ικανή δύναμη που μπορεί να σταματήσει τόσο τον Τραμπ όσο και τις πολιτικές που τον θρέφουν, ενώ η υποχώρηση της πολιτικής και κοινωνικής Αριστεράς και των αγώνων μπορεί να σημάνει ακόμα μεγαλύτερη επέκταση κι εμπέδωση τόσο των αντιδραστικών ιδεών και πολιτικών στην κοινωνία όσο και την ενίσχυση των φασιστικών δυνάμεων στους δρόμους. 

Σήμερα είναι δεδομένο ότι στις ΗΠΑ εγκαινιάζεται μια περίοδος με μεγαλύτερες δυνατότητες ανάπτυξης φασιστικών κινημάτων, μεγαλύτερη καταστολή κινημάτων και στοχοποίηση αγωνιστών και των εννοιών της αλληλεγγύης και της αντίστασης. 

Τον δρόμο στην Αριστερά δείχνουν οι κοινωνικές αντιστάσεις που δεν στοιχήθηκαν με τον Μπάιντεν, αλλά τον πολέμησαν και κατά περιπτώσεις νίκησαν, κι εκεί βρίσκεται η μόνη ελπίδα τόσο για νίκες όσο και για ανασύνταξη της Αριστεράς. Το κίνημα αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη πέτυχε ιδεολογικές και θεσμικές νίκες παρά την καταστολή του Μπάιντεν, ενώ το εργατικό κίνημα σημείωσε κάποιες νίκες με απεργιακούς αγώνες απέναντι στον Μπάιντεν. 

Πατώντας πάνω σε αυτή τη –μόνη ρεαλιστική- λογική, η Αριστερά πρέπει να οικοδομηθεί έξω από τους Δημοκρατικούς, ως ανεξάρτητη αντικαπιταλιστική δύναμη, προσηλωμένη στην οργάνωση των αντιστάσεων, παλεύοντας τόσο ενάντια στον φασισμό όσο και ενάντια στην όποια εκδοχή αστικής διαχείρισης πλασάρουν Ρεπουμπλικανοί και Δημοκράτες.

Έχοντας επίγνωση του γεγονότος ότι οι φασίστες γίνονται ακόμα πιο επικίνδυνοι, οι αριστερές οργανώσεις έχουν να αναμετρηθούν με τα καθήκοντα οργάνωσης αντιφασιστικών εκστρατειών, μαχών για την αύξηση του εργατικού εισοδήματος και των κοινωνικών δαπανών, για τα δημοκρατικά δικαιώματα και το σταμάτημα της σφαγής στη Γάζα. Προβάλλοντας και ταυτόχρονα χτίζοντας μέσα στους υπαρκτούς αγώνες μια ανεξάρτητη εναλλακτική λύση για τους από κάτω, που είναι και η μόνη πραγματική λύση που θα δικαιώσει τις προσδοκίες τους: η ανατροπή του καπιταλισμού, η επανάσταση μέχρι να μη μείνει «πέτρα πάνω στην πέτρα» από το σάπιο κατασκεύασμα του αμερικάνικου καπιταλισμού και ο σοσιαλισμός.

Πηγές

  1. https://internationalsocialism.net/workers-for-trump/
  2. https://internationalsocialism.net/teamsters-pave-the-way-for-trump/
  3. https://jacobin.com/2024/11/its-happening-again-trump-election-win
  4. https://jacobin.com/2024/11/election-harris-trump-democrats-strategy
  5. https://redflag.org.au/article/return-of-the-beast
  6. https://www.youtube.com/watch?v=n7yEZfA7cEc
  7. https://www.ertnews.gr/eidiseis/diethni/ipa-o-tramp-thelei-ti-thanatiki-poini-gia-metanastes-pou-skotonoun-amerikanous/
  8. https://redflag.org.au/article/why-is-the-us-election-so-close
  9. https://rproject.gr/article/gia-tin-eklogiki-mahi-stis-ipa
  10. https://www.cnn.gr/kosmos/story/429555/ipa-ti-einai-to-manifesto-project-2025
  11. https://www.news247.gr/ekloges/giati-kerdise-o-trab-to-afigima-pou-tou-edose-piso-ton-lefko-oiko/
  12. https://www.news247.gr/magazine/politics/project-2025-i-sintiritikoteri-epanastasi-olon-ton-epoxon/
  13. https://www.kathimerini.gr/world/563122189/apostaseis-tramp-apo-to-schedio-2025
  14. https://www.news247.gr/ekloges/pos-epireazoun-oi-amerikanikes-ekloges-ti-mesi-anatoli-mia-sizitisi-me-ton-petro-papakonstantinou/
  15. https://info-war.gr/a-chatzistefanoy-oi-dimokratikoi-apos/
  16. https://info-war.gr/telika-einai-fasistes/
  17. https://info-war.gr/tzeison-chikel-o-fileleytherismos-petha/
  18. https://info-war.gr/ar-chatzistefanoy-oi-elit-chairontai-me/
  19. https://www.thecommunists.net/worldwide/north-america/u-s-election-neither-trump-nor-harris/
  20. https://www.capital.gr/diethni/3884222/kubernisi-tramp-poios-einai-o-neos-tsaros-ton-sunoron-tom-xoman/
  21. https://www.kathimerini.gr/world/563242348/i-kamala-charis-tha-milisei-gia-to-metanasteytiko-apo-tin-arizona/
  22. https://rproject.gr/article/oi-ipa-odeyoyn-se-politiki-krisi
  23. https://rproject.gr/article/i-einai-fonto-olis-tis-istorikis-diadromis-ton-ipa
  24. https://rproject.gr/article/i-politiki-hreokopia-toy-mikroteroy-kakoy-os-taktiki-ekfovismoy
  25. https://rproject.gr/article/dolofonos-kamala-stelnei-vomves-skotonei-paidia-kai-tis-mamades-toys
  26. https://rproject.gr/article/oi-ergazomenoi-kai-i-oikonomiki-politiki-ton-mpaintenharis
  27. https://www.moneyreview.gr/opinion/12195/i-ploysioteri-chora-toy-kosmoy-echei-ti-megalyteri-ftocheia/
  28. https://tvxs.gr/apopseis/arthra-gnomis/analysi-ti-simainei-i-eklogi-tramp-gia-pagkosmia-oikonomia/
  29. https://tvxs.gr/news/kosmos/analysi-tramp-ston-leyko-oiko-meres-dekaetias-toy-30/
  30. rizospastis.gr/storyAmp.do%3fid=12705931
  31. https://rproject.gr/article/i-amerikaniki-politiki-skini-simera
  32. https://www.rizospastis.gr/story.do?id=12706310
  33. www.rizospastis.gr/storyAmp.do%3fid=12706305
  34. https://iskra.gr/trump-orizei-neo-ypex-ton-marco-rubio-to-kievo-na-diapragmateftei-tha-chasei-edafi/
  35. https://www.skai.gr/news/world/ipa-i-epilogi-tramp-gia-to-steit-ntipartment-poios-einai-o-marko-roumpio
  36. https://www.redtopia.gr/anakoinosi-politikis-organosis-kokkino-nima-gia-tis-exelixeis-stis-ipa/
  37. https://www.redtopia.gr/o-loudovikos-vonapartis-stis-ipa-schetika-me-ta-gegonota-tou-kapitoliou 
  38. https://www.redtopia.gr/proedria-trab-tessera-chronia-pou-sygklonisan-ton-kosmo-kai-afisan-pagera-adiafori-tin-evropaiki-aristera/
  39. https://www.redtopia.gr/tin-ora-pou-o-trab-etoimazei-to-praxikopima-tou-to-dimokratiko-katestimeno-thelei-na-sygkatoikisei-me-tous-repoublikanous-kai-epitithetai-stin-aristera/
  40. https://www.redtopia.gr/enas-chronos-bainten-kai-i-epistrofi-tou-trab-stin-exousia-moiazei-olo-kai-pio-pithani/
    https://www.redtopia.gr/apopeira-praxikopimatos-stin-kardia-tis-dysis/
  41. https://www.redtopia.gr/an-kai-chamenos-o-trabismos-ebodizei-tin-paramikri-epistrofi-ton-ipa-stin-omalotita-tous/
  42. International viewpoint
  43. Wikipedia και άλλα άρθρα από ειδησεογραφικά σάιτ (ΒΗΜΑ, ΘΕΜΑ, ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ, CNN, Deutsche Welle, capital.gr, ΕΦΣΥΝ, ΣΚΑΙ κλπ)



Εξέγερση στη Νιγηρία

Του Βαγγέλη Λιγάση

Μετά την ανεξαρτησία της Νιγηρίας το 1960 από την Βρετανία, η δηµιουργηµένη από τους αποικιοκράτες (τουλάχιστον 200 γλωσσικές διάλεκτοι) και υποβοηθούµενη από τους σύγχρονους ιµπεριαλιστές φυλετική διαίρεση της χώρας, κυρίως ανάµεσα στον πλούσιο νότο (δέλτα του Νίγηρα, πλειοψηφικά Χριστιανοί, 47% του συνολικού πληθυσµού) και τον φτωχό βορρά (ζώνη του Σαχέλ, πλειοψηφικά µουσουλµάνοι, 51,5% του πληθυσµού), βασάνισαν τους Νιγηριανούς µε χρόνια εµφυλίου πολέµου και δικτατοριών.

Ο αιµατηρότερος εµφύλιος ξεκίνησε το 1967µε την κήρυξη της ανεξαρτησίας της πλούσιας σε πετρέλαια νοτιοανατολικής περιοχή της Μπιάφρας. Το 1968 οι κυβερνητικές δυνάµεις κατέλαβαν το λιµάνι Πορτ Αρκούρ, αποκόπτοντας την Μπιάφρα από τον υπόλοιπο κόσµο και επιβάλλοντας αποκλεισµό τροφίµων και φαρµάκων. Οι ωµότητες των κυβερνητικών στρατευµάτων ήταν απερίγραπτες. Πανικόβλητοι 4,5 εκατοµµύρια Μπιαφρανοί της φυλής Ίγκµπο κατέφυγαν στα ενδότερα και στοιβάχτηκαν σε άθλια στρατόπεδα προσφύγων. Τα πεινασµένα «παιδιά της Μπιάφρας» έγιναν παγκόσµιο σύµβολο της φρίκης. Ήδη, από τα µέσα του 1968 υπολογίζονταν σε 1.200.000 τα θύµατα της πείνας. Τα στρατόπεδα προσφύγων περιγράφτηκαν από την UNICEF ως «∆αντική κόλαση, όπου βασιλεύει ο πόνος, η ταπείνωση, η πείνα και ο θάνατος». Αυτοί που µπορούσαν να προµηθευτούν σε υπαίθριες αγορές αρουραίους για τη διατροφή τους, θεωρούνταν προνοµιούχοι…

Τελικά, και µε την στρατιωτική βοήθεια Βρετανών και …Σοβιετικών (η Μπιάφρα υποστηριζόταν από την Γαλλία) το αποσχιστικό κίνηµα ηττήθηκε.

Έκτοτε, η Νιγηρία κυβερνάται µε ένα οµοσπονδιακό σύστηµα 7 πολιτειών, ενώ τα µεγαλύτερα κόµµατα κατεβαίνουν µε υποψήφιο πρόεδρο/αντιπρόεδρο χριστιανό/µουσουλµάνο εναλλάξ (θέσεις υφυπουργών δίδονται σε µειονοτικά δόγµατα).

Σήµερα, η Νιγηρία είναι ο 12ος µεγαλύτερος παραγωγός πετρελαίου στον κόσµο και 8ος µεγαλύτερος εξαγωγέας, ενώ διαθέτει τα 10α µεγαλύτερα αποδεδειγµένα αποθέµατα. Το πετρέλαιο παίζει σηµαντικό ρόλο στην οικονοµία της χώρας, αποτελώντας το 40% του ΑΕΠ και τον 80% των εσόδων της κυβέρνησης.

Είναι λίγο κάτω από τις οικονοµίες των G20 στην κατάταξη του παγκόσµιου ΑΕΠ (22η µε 1,3 τρισεκ. $) και βέβαια η µεγαλύτερη αφρικανική οικονοµία, ενώ κάνει τις µεγαλύτερες εξοπλιστικές δαπάνες στην ήπειρο. Έχει δυναµική παρουσία και σχέσεις µε διεθνή κεφάλαια στις εταιρίες νέας τεχνολογίας, µε επίκεντρο το Λάγος, αλλά και στον χρηµατοοικονοµικό και τηλεπικοινωνιακό τοµέα, ενώ στην Αφρική έρχεται τρίτη στη βιοµηχανία και πρώτη στην αγροτική παραγωγή.

Η Νιγηρία, που επιδιώκει να ενταχθεί στις BRICS, είναι από τις πιο σηµαντικές µιας «δεύτερης σειράς» αναδυόµενων χωρών, των αποκαλούµενων MINT (Mεξικό, Ινδονησία, Νιγηρία, Τουρκία). Έχει πληθυσµό πάνω από 220 εκατ. (ο 6ος µεγαλύτερος παγκόσµια).

Στον δρόµο της «ανάδυσής» της, η Νιγηρία ενισχύει τις σχέσεις της µε Ρωσία-Κίνα, χωρίς ακόµα να έχει αποκοπεί από τους δυτικούς ιµπεριαλιστές ΗΠΑ-ΕΕ (αν και η τάση αποµάκρυνσης απ’ αυτούς µάλλον ενισχύεται). Αρνήθηκε να συµµετάσχει στις κυρώσεις ενάντια στη Ρωσία. Αρνήθηκε να ηγηθεί στρατιωτικής επέµβασης (για λογαριασµό ΗΠΑ – Γαλλίας) στη ζώνη του Σαχέλ.

Το µεγαλύτερο µέρος των εισαγωγών προέρχεται από την Κίνα, ενώ το 2023, σε «ελεύθερη οικονοµική ζώνη» του Λάγος ξεκίνησε να λειτουργεί ένα ειδικά σχεδιασµένο λιµάνι, το µεγαλύτερο στη ∆. Αφρική, που χρηµατοδοτήθηκε από κινέζικα κεφάλαια. Η Κίνα είναι ακόµα ο µεγαλύτερος προµηθευτής εξοπλισµών της Νιγηρίας (µερίδιο πάνω από το 1/3, ενώ αυτό των ΗΠΑ είναι αµελητέο) και «συζητείται» η προοπτική εγκατάστασης ναυτικής της βάσης στο Κόλπο της Γουινέας, όπου βρίσκεται το Λάγος. Ταυτόχρονα, οι ΗΠΑ είναι ο µεγαλύτερος προµηθευτής του Νιγηριανού πετρελαίου (πάνω από το 1/5).

Ωστόσο, παρά την «ανάπτυξη», δίπλα σε µια νεανική και αυξανόµενη εργατική τάξη και κάτω από µια ελίτ δισεκατοµµυριούχων, σχεδόν ο µισός πληθυσµός βρίσκεται σε συνθήκες απόλυτης ένδειας.

Η εξουσία της ντόπιας αστικής τάξης είναι συνώνυµη της διαφθοράς, αυθαιρεσίας και βίας.

Έτσι, η πολιτική κρίση είναι σχεδόν µόνιµη και µαζί η τάση για εξεγέρσεις. Αυτές είναι δεκάδες τα τελευταία χρόνια στον «αναπτυσσόµενο» κόσµο — µάλιστα σχεδόν παράλληλα και ταυτόσηµα µε τη Νιγηρία ξετυλίχτηκε µια τέτοια έκρηξη σε ακόµα µια αφρικανική χώρα (Κένυα).

«Προτιµούµε να πεθάνουµε από σφαίρες παρά να πεθάνουµε από την πείνα· δεν µπορούµε να µείνουµε στο σπίτι και να πεθάνουµε από την πείνα».

Το πρώτο κύµα αντίστασης

Στις 1-3 Αυγούστου 2024, πραγµατοποιήθηκαν µαζικές αντικυβερνητικές διαδηλώσεις σε ολόκληρη τη Νιγηρία ως απάντηση στην αύξηση του κόστους ζωής µε την «επωνυµία» #DaysOfRage (µέρες οργής).

Το πρώτο κύµα αντίστασης ξέσπασε αυθόρµητα στις αρχές Φεβρουαρίου στη βόρεια κεντρική πολιτεία του Νίγηρα και στο Κάνο στα βορειοδυτικά. Μέσα σε δύο εβδοµάδες είχε εξαπλωθεί σε πολλές πολιτείες τόσο στο βόρειο όσο και στο νότιο τµήµα της χώρας. Η Γενική Απεργία που  κήρυξε στις 27-28 Φλεβάρη το Εργατικό Κογκρέσο της Νιγηρίας, έδωσε µια δυναµική που ακυρώθηκε από τα συνδικάτα που ανέστειλαν την απεργία µετά την πρώτη µόλις ηµέρα.

Το κύµα συνεχίστηκε και τον Μάρτιο µέσα σε µια ατµόσφαιρα επικείµενης γενικής απεργίας, την οποία τα συνδικάτα είχαν δηµιουργήσει αλλά δεν κατάφεραν να ανταπεξέλθουν.

Προτάσεις για #DaysOfRage για να διαδηλώσουν για την πείνα στη χώρα και το #EndBadGovernance (τέλος στην κακή διακυβέρνηση) άρχισαν να κυκλοφορούν σε διάφορες πλατφόρµες κοινωνικής δικτύωσης. Η πανεθνική αριστερή «πλατφόρµα» Take It Back, ήταν κεντρική για την συνοχή των αιτηµάτων και την κινητοποίηση του κινήµατος.

Η συγκεκριµένη «πλατφόρµα» είχε πρωταγωνιστικό ρόλο και στο #EndSARS. Ήταν ένα µεγάλο κίνηµα που πάλεψε το 2020 για τη διάλυση της συµµορίτικης αστυνοµικής µονάδας SARS, που «χρησιµοποιούσε» απαγωγές, βιασµούς, βασανιστήρια και δολοφονίες ενάντια στον πληθυσµό και το πέτυχε (µαζί και την δικαστική αναγνώριση τουλάχιστον 10 δολοφονιών για την καταστολή του).

Ωστόσο, ο πραγµατικός υποκινητής του κινήµατος είναι η πολιτική της κυβέρνησης Τινούµπου. Κατά την ορκωµοσία του στις 29 Μαΐου 2023, ανακοίνωσε απλώς ότι «η επιδότηση της βενζίνης καταργείται». Αυτό είχε ως αποτέλεσµα την άµεση αύξηση της τιµής των καυσίµων στην αντλία κατά 240%. Το νόµισµα έχασε επίσης το 70% της αξίας του έναντι του δολαρίου, αφού υποτιµήθηκε τον Ιούνιο του 2023 και ξανά στις αρχές του 2024. Η αύξηση των τιµολογίων ηλεκτρικής ενέργειας κατά 300% και άνω κατέστρεψε σπίτια, επιχειρήσεις, σχολεία και νοσοκοµεία. Τα δίδακτρα έχουν αυξηθεί κατά µέσο όρο 225% σε όλα τα κρατικά εκπαιδευτικά ιδρύµατα.

Ο πληθωρισµός των τιµών καταναλωτή, ο οποίος κατά µέσο όρο ήταν 13% µεταξύ 2002 και 2022, ανέρχεται σήµερα στο 34% (στα τρόφιµα 41%). Αυτό πρακτικά σηµαίνει ότι εκατοµµύρια άνθρωποι µε δυσκολία µπορούν να τραφούν, να πληρώσουν το ενοίκιο τους ή να ανταπεξέλθουν σε µια αρρώστια, σε µια χώρα όπου πάνω από το 76% των δαπανών υγείας είναι από την τσέπη τους.

Μάλιστα, ενώ µιλούσε σε επιχειρηµατικά funds τον περασµένο Νοέµβριο στη Γερµανία, ο πρόεδρος Τινούµπου δήλωσε ότι του αξίζει η αναγνώριση των παγκόσµιων ρεκόρ Γκίνες για τις οικονοµικές µεταρρυθµίσεις.

Μόλις τον Ιούλιο και µετά από πολύ θόρυβο για το τίποτα, το οργανωµένο εργατικό κίνηµα συµβιβάστηκε µε την αύξηση του εθνικού κατώτατου µισθού από 30.000 νάιρα σε 70.000 νάιρα. (η αξία του κατώτατου µισθού των 18.000 νάιρα του 2011 ήταν 116 $, όταν συµφωνήθηκαν οι  30.000 ν. το 2019 αξίζανε 83,5 $ και τα 70.000 ν. του 2024 ισοδυναµούνε µε 46 $).

Αντιδραση και καταστολή

Καθώς οι εκκλήσεις για τη δράση οξύνθηκαν και η καθορισµένη ηµεροµηνία της 1ης-10ης Αυγούστου πλησίαζε, φιλελεύθεροι και ρεφορµιστές, όπως ο Πίτερ Όµπι του Εργατικού Κόµµατος, το Εργατικό Κογκρέσο κλπ., ξεκαθάρισαν ότι δεν θα συµµετάσχουν στις διαδηλώσεις.

Από την πλευρά του, το νιγηριανό κράτος επιστράτευσε όλα τα κόλπα του για να αποτρέψει τη µαζική δράση. Πάστορες, επίσκοποι, ιµάµηδες, παραδοσιακοί ηγέτες, ακαδηµαϊκοί και ένα πλήθος τέτοιων «αξιοσέβαστων» ανθρώπων επιστρατεύτηκαν για να αναπαράγουν τις θέσεις της άρχουσας τάξης: οι διαδηλώσεις θα οδηγούσαν σε χάος, οι διαδηλώσεις δεν έχουν πετύχει ποτέ τίποτα, πέµπτες φάλαγγες θα καπηλεύονταν τις διαδηλώσεις ακόµη και αν ξεκινούσαν ως ειρηνικές διαδηλώσεις κ.λπ. Το εθνικιστικό χαρτί παίχτηκε επίσης ξεδιάντροπα, ιδιαίτερα στην πολιτεία Λάγος, τη µητροπολιτική καρδιά της Νιγηρίας, λίγες ηµέρες πριν από την ηµεροµηνία έναρξης των #DaysOfRage, το Lagospedia, ένας ακροδεξιός λογαριασµός Χ, ξεκίνησε την εκστρατεία #IgboMustGo (οι Ίγκµπο πρέπει να φύγουν).

Όλα αυτά δεν απέδωσαν. Η διάθεση για ένα τεράστιο κίνηµα στον ορίζοντα ήταν αισθητή. Άρχισαν να διαδίδουν ψεύτικες ειδήσεις ότι η διαδήλωση είχε αναβληθεί για την 1η Οκτωβρίου, την Ηµέρα Ανεξαρτησίας

Το τελευταίο χαρτί της αντίδρασης, πριν ξεδιπλωθεί το κίνηµα, ήταν µια προσπάθεια να το τιθασεύσει. Μια σειρά από δικαστικές αποφάσεις την παραµονή της διαδήλωσης, περιόριζαν τις διαδηλώσεις σε καθορισµένους χώρους. Η επίδειξη δύναµης των δυνάµεων ασφαλείας έγινε στις µεγάλες πόλεις. Και µέχρι την αυγή της 1ης Αυγούστου, είχαν τοποθετηθεί στρατηγικά σε κάθε πρωτεύουσα της πολιτείας για να καταπνίξουν τις διαδηλώσεις.

Την Πέµπτη 1 Αυγούστου, οι διαδηλώσεις ξεκίνησαν ειρηνικά, αλλά η ένταση κλιµακώθηκε όταν η αστυνοµία χρησιµοποίησε δακρυγόνα και αληθινά πυρά ενάντια στους διαδηλωτές. Η αστυνοµία συνεργάστηκε µε παρακρατικούς τραµπούκους για να επιτεθούν σε συγκεντρώσεις. Στις φτωχότερες βόρειες πολιτείες οι διαδηλωτές ανταπάντησαν στην αστυνοµική βία και ακολούθησαν πυρκαγιές και λεηλασίες. 5 πολιτείες κήρυξαν απαγόρευση κυκλοφορίας.

Μέχρι το Σαββάτο 3 Αυγούστου και µετά από 40-50 νεκρούς διαδηλωτές (υπήρξε και ένας αστυνοµικός από πυρά συναδέλφου του) οι διαδηλώσεις άρχισαν να ατονούν. «Ρεφορµιστές», φιλελεύθεροι (όπως ο νοµικός εκπρόσωπος των διοργανωτών των διαδηλώσεων) και πρώην αριστεροί καταγγέλλουν «έµµισθους πράκτορες» και ζητούν την απόσυρση των διαδηλωτών. Όλο το Σαββατοκύριακο η αστυνοµία εισβάλει σε σπίτια και στα γραφεία του Εργατικού Κογκρέσου (NLC), συλλαµβάνοντας περίπου 1.200-2.000 άτοµα που αντιµετωπίζουν κατηγορίες για «τροµοκρατία», ακόµη και «εσχάτη προδοσία».

Την Κυριακή 4 Αυγούστου ο Πρόεδρος απευθύνει κούφιο (από υποσχέσεις) διάγγελµα µε άµεσες απειλές για την συνέχιση των κινητοποιήσεων.

∆ευτέρα 5 Αυγούστου, «νόµος και τάξη» κυριαρχούν στην επικράτεια.

Ουσιαστικά, αυτό που συνέβη την 1η και τη 2η ηµέρα ήταν µια γενική απεργία.

Σύµφωνα µε τον «οργανωµένο ιδιωτικό τοµέα», η οικονοµία της Νιγηρίας έχασε 500 δισ. νάιρα (305 εκατ. δολάρια) από την µαζική έκρηξη µόνο την πρώτη ηµέρα. Έκλεισαν τα αεροδρόµια και το ηλεκτρικό δίκτυο, µε αποτέλεσµα και τριγύρω χώρες που τροφοδοτούνται από αυτό (Γκάνα, Μπενίν, Τόγκο) να έχουν ελλείψεις.

#DaysOfRage

Τώρα το #DaysOfRage βρίσκεται στα µισά του δρόµου. Υπό το πρίσµα της καταστολής και της σκανδαλολογίας που δέχτηκε, το κίνηµα των διαδηλώσεων ήταν, σε µεγάλο βαθµό, επιτυχηµένο. Για το επόµενο διάστηµα έχουν καλεστεί νέες κινητοποιήσεις µε κεντρικό τίτλο «Fearless in October»

Πολύ πιο σηµαντικό είναι το έδαφος που έχει οργώσει για τους σπόρους µιας επερχόµενης εξέγερσης, η οποία είναι πιθανό να έρθει αρκετά σύντοµα.

Άλλωστε, για τους βασικούς «υποκινητές» της εξέγερσης, την πείνα και την γενικευµένη δυστυχία, δεν έχουµε καµία απολύτως ένδειξη ότι θα εξαλειφθούν σύντοµα.

Ωστόσο, η κατανόηση της αναγκαιότητας αλλαγής του συστήµατος και της επαναστατικής δηµοκρατίας των εργαζοµένων), για να «τελειώσει η κακή διακυβέρνηση», είναι η πολιτική δουλειά της Αριστεράς στην περίοδο που διανύουµε.




Παλαιστίνη: Ένας χρόνος γενοκτονία – η αντίσταση συνεχίζεται

Εισβολή των σιωνιστών και στο Λίβανο µε κίνδυνο ευρύτερης επέκτασης του πολέµου

Η συµπλήρωση του ενός χρόνου από την επίθεση της Παλαιστινιακής αντίστασης ενάντια στους σιωνιστές κατακτητές, συµπίπτει µε την έναρξη της εισβολής του Ισραήλ στο Λίβανο και την απειλή µιας γενίκευσης της σύρραξης σε όλη την Μ. Ανατολή.  Έχουµε πλέον έναν πόλεµο σε εξέλιξη και η λύση της εξίσωσης κάθε άλλο παρά εύκολη φαντάζει, καθώς έχει πολλές παραµέτρους και αρκετούς παράγοντες, µε άγνωστες διαθέσεις για κάποιους από αυτούς.

Τα εγκλήµατα

Ξεκινώντας µε τον απολογισµό των γεγονότων που ακολούθησαν την 7η Οκτώβρη 2023, προκύπτουν κάποιες βασικές διαπιστώσεις, µε πρώτιστο το γεγονός ότι, πλέον, µόνο ακραιφνείς υποστηρικτές των σιωνιστών µπορούν να αρνηθούν ότι συντελείται µια εθνοκάθαρση ενάντια στους Παλαιστίνιους που λαµβάνει διαστάσεις γενοκτονίας. Σε αυτό δεν συντείνει µόνο ο αριθµός των 42.000 νεκρών (µε το 70% να είναι παιδιά, γυναίκες και ηλικιωµένοι), των 10.000 αγνοουµένων κάτω από τα ερείπια και σχεδόν 100.000 τραυµατιών. Πιο ενδεικτικό των προθέσεων των σιωνιστών όπως διαφαίνεται από την καταστροφή του 80% των κτιρίων στη Γάζα – µε κραυγαλέο γεγονός την σκόπιµη κατεδάφιση των 34 από τα 36 νοσοκοµεία της – και από τις ολοένα και αυξανόµενες επιθέσεις τους σε στρατόπεδα προσφύγων σε νοσοκοµεία και σε σχολεία των Παλαιστινίων.

Οι συνεχιζόµενες θηριωδίες στη Γάζα, µε πιο ανατριχιαστικά δείγµατα τους βασανισµούς αιχµαλώτων και την χρήση της πείνας και των ασθενειών ως όπλων, καταρρίπτουν κάθε έννοια «αναλογικότητας» ακόµη και για το κίβδηλο επιχείρηµα του «δικαιώµατος του Ισραήλ» να αµυνθεί. Ο χαρακτηρισµός των επιθέσεων ως ενεργειών γενοκτονίας προκύπτει και από δηλώσεις ιθυνόντων των Σιωνιστών (ενδεικτικές ήταν οι δηλώσεις του υπουργού Στρατού Γιοάβ Γκαλάντ, που χαρακτήρισε τους Παλαιστίνιους «ανθρώπινα ζώα»), ενώ αυξάνονται και εντός του Ισραήλ οι καταγγελίες ότι ο στόχος του Νετανιάχου δεν είναι η επιστροφή των αιχµαλώτων που κρατάει η Χαµάς, αλλά η εξάλειψή των Παλαιστινίων από τη Γάζα.

Ο δυτικός κόσµος στηρίζει

Η επόµενη διαπίστωση αφορά το γεγονός ότι το κράτος του Ισραήλ µε τη στήριξη των Αµερικάνων ιµπεριαλιστών έχει στοιχισµένο πίσω του όλο τον δυτικό καπιταλισµό, που τους στηρίζουν πολιτικά και οικονοµικά, όταν δεν εµπλέκονται άµεσα στα εγκλήµατά τους – όπως και οι Έλληνες καπιταλιστές µου έχει αναλάβει τον εφοδιασµό τους µε καύσιµα, στέλνουν φρεγάτες ενάντια στους Χούτι κλπ. Η στήριξη αυτή, µάλιστα, ενέχει ιδιαίτερο κίνδυνο για το λαό µας, όπως χαρακτηριστικά αναδεικνύεται από την απάντηση στις 6 Αυγούστου του Νασράλα (δολοφονηµένου ηγέτη της Χεζπολάζ) στην υπουργό µεταφορών του Ισραήλ, για την βοήθεια που θα ζητήσουν από Ελλάδα και Κύπρο, ότι τότε (οι χώρες) θα αντιµετωπιστούν ως «εµπλεκόµενες» στον πόλεµο. Είναι βέβαιο ότι, αν και πανίσχυρη, η στρατιωτική µηχανή του Ισραήλ, ο Νετανιάχου δεν θα τολµούσε να µιλάει για πόλεµο σε 7 µέτωπα (Γάζα, ∆υτική Όχθη, Λίβανος, Συρία, Ιράν, Υεµένη και Ιράκ) εφόσον δεν είχε αυτή την στήριξη.

Αξίζει να επισηµανθεί, επίσης, µια διάσταση της στήριξης αυτής που αφορά στην σιωνιστική προπαγάνδα. Αφού «επέτρεψαν» στο Ισραήλ να έχει δολοφονήσει σχεδόν 150 δηµοσιογράφους, τα µεγάλα δυτικά ΜΜΕ (µηδέ της ΕΡΤ εξαιρουµένης) και τα ελεγχόµενα social media στήσανε ένα γκεµπελικής έµπνευσης σχέδιο για τον αποπροσανατολισµό της διεθνούς κοινής γνώµης, που περιλαµβάνει από την παραποίηση των γεγονότων της 7ης Οκτώβρη και την παρουσίαση της Χαµάζ ως τροµοκρατικής οργάνωσης µέχρι την αποσιώπηση των θηριωδιών στη Γάζα.

Ηρωική η αντίσταση των Παλαιστινίων

Ταυτόχρονα όµως µε τις παραπάνω διαπιστώσεις καταδεικνύεται ότι η αντίσταση του Παλαιστινιακού λαού όχι µόνο δεν έχει καµφθεί αλλά παραµένει ακµαία, αποτελώντας υπόθεση όχι µόνο της Χαµάζ, αλλά ολόκληρου του Παλαιστινιακού λαού, λαµβάνοντας – δεδοµένων των συνθηκών της αναµέτρησης – διαστάσεις ενός έπους που αποτελεί πλέον παρακαταθήκη για το παγκόσµιο κίνηµα. Και πρέπει να αναφέρουµε ότι αυτή διαπίστωση δεν µετριέται µόνο από τα όποια πλήγµατα που καταφέρνουν οι Παλαιστίνιοι µαχητές, αλλά βασικά από την αποτυχία των σιωνιστών τόσο στους στρατιωτικούς τους στόχους (ενδεικτικά αναφέρεται ότι αναγκάζονται να βοµβαρδίσουν για 3η φορά την Τζαµπάλια στη Β. Γάζα) όσο – πολύ περισσότερο – και στους πολιτικούς τους στόχους.

Η αδυναµία του Ισραήλ να νικήσει την παλαιστινιακή αντίσταση στην Γάζα, δηµιουργεί πολιτική κρίση για την ακροδεξιά κυβέρνηση Νετανιάχου και (µια κάποια σχετική) διεθνή αποµόνωση, γεγονότα που δυστυχώς την εξωθούν σε µεγαλύτερη επιθετικότητα και νέους τυχοδιωκτισµούς, όπως τις επιθέσεις στο Ιράν και στο Λίβανο, ανακατεύοντας τις διεθνείς ισορροπίες και εκβιάζοντας µεγαλύτερη στήριξη.

Το κίνηµα αλληλεγγύης

Ο απολογισµός ολοκληρώνεται µε την διαπίστωση ότι σε επίπεδο αλληλεγγύης έχουν καταγραφεί αρκετές κινητοποιήσεις, στις Αραβικές χώρες, στην Ευρώπη και στην Αµερική. Μερικές ήταν αρκετά ογκώδεις – και τις περισσότερες φορές  µε χαρακτήρα όχι πασιφιστικό απλά υπέρ της ειρήνης, αλλά µε ξεκάθαρη θέση υπέρ της νίκης της Παλαιστινιακής αντίστασης. Στο ερώτηµα, αν αυτή καταγραφή είναι ικανοποιητική, η µόνη σίγουρη απάντηση είναι ότι δεν υπάρχει εφησυχασµός µέχρι να αναγκαστούν οι κυβερνήσεις να σταµατήσουν να στηρίζουν τους µακελάρηδες σιωνιστές.

Όσον αφορά το ελληνικό κίνηµα αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη είναι φανερό ότι δεν αναπτύχθηκε σε ικανοποιητικό βαθµό, ειδικά σε σχέση µε αντίστοιχες καταστάσεις πριν λίγες δεκαετίες αλλά και την παραδοσιακή συµπάθεια του ελληνικού λαού προς τους Παλαιστίνιους. Οι ευθύνες – πέραν της γενικότερης κινηµατικής κατάστασης και της επιρροής της προπαγάνδας – βαραίνουν ιδιαίτερα τα κοινοβουλευτικά κόµµατα που αυτό-τοποθετούνται στον προοδευτικό ή ακόµη και στον αριστερό χώρο.

Το σηµερινό σηµείο καµπής – κίνδυνος γενικευµένης ανάφλεξης

Παρά το ότι η 7η Οκτώβρη σηµατοδότησε µια νέα φάση του Παλαιστινιακού απελευθερωτικού αγώνα, από πιο πριν θεωρούσαµε  δεδοµένη την αδυναµία του δυτικού καπιταλισµού να δώσει εφικτή λύση στο πρόβληµα Ισραήλ – Παλαιστίνης (που οι ίδιοι δηµιούργησαν). Το σιωνιστικό κράτος βασίζεται δοµικά στην εκδίωξη και καταπίεση των Παλαιστίνιων. Είναι ανέφικτη η ειρηνική συνύπαρξη µαζί τους, αντίθετα είτε θα είναι σε διαρκή πόλεµο εναντίον τους, είτε θα επιδιώκει, όπως η ακροδεξιά κυβέρνησή του, την εξαφάνιση ή εκδίωξή τους. Αυτή η σταθερά είναι γνωστή στις ΗΠΑ και τους λοιπούς συµµάχους των σιωνιστών, που παράλληλα, όµως, έχουν να αντιµετωπίσουν την ανάγκη συγκράτησης την επιρροής τους στη Μ. Ανατολή (που λοξο-περπατάει µε αυξανόµενο βηµατισµό προς Ιράν και Κίνα), καθώς και τις αντιδράσεις των κινηµάτων στο εσωτερικό τους, που πυροδοτούνται από τα εγκλήµατα του Ισραήλ, αλλά και τις αποκαλύψεις για την επιρροή των σιωνιστών στο πολιτικό τους σύστηµα.

Στο φόντο αυτό βλέπουµε να εντάσσονται και οι νέες επιθέσεις του Ισραήλ στο Ιράν, στην Υεµένη και βέβαια η εισβολή στο Λίβανο. Η ατιµωρησία για τα εγκλήµατα της Γάζας, οδηγεί σε αποθράσυνση. Οι σιωνιστές δεν εκτελούν, πλέον, «χειρουργικές» επιθέσεις, αλλά τυφλά µαζικά τροµοκρατικά χτυπήµατα (όπως η επίθεση µε την παγίδευση των βοµβητών) και µαζικούς αεροπορικούς βοµβαρδισµούς σε άλλα πλήρως αναγνωρισµένα κράτη. Παράλληλα Απογειώνοντας στο έπακρο τον φασιστικό χαρακτήρα του κράτους – τροµοκράτη της Μ. Ανατολής, όχι µόνο θέλει να οδηγήσει τους Παλαιστινίους στην πλήρη καταστροφή και εξαφάνιση, διαπράττοντας ένα από τα µεγαλύτερα ανθρωπιστικά εγκλήµατα στη σύγχρονη εποχή, αλλά, σε µια πρωτοφανούς ρίσκου κίνηση, εκβιάζει – µε τις ευλογίες (;) των Αµερικάνων – την άµεση γενίκευση της σύρραξης.

Ο Ντατανιάχου, µε το δόγµα της δικής τους «Μεγάλης Ιδέας», θεωρεί ότι η διεθνής συγκυρία του δίνει την ευκαιρία να επιβληθεί ως περιφερειακή δύναµη, επαναπροωθώντας και τη συµµαχία µε τη Σαουδική Αραβία που «φρέναρε» µε τον πόλεµο στη Γάζα και αναγκάζοντας το Ιράν να παραιτηθεί των δικών του επιδιώξεων στην αραβική χερσόνησο. Και βέβαια δεν πρέπει να παραγνωρίζουµε την οικονοµική σηµασία του πλήρους ελέγχου της περιοχής (λόγω πετρελαίου, σπάνιων γαιών, και εµπορικών περασµάτων) για τις  Ισραηλινές εταιρείες αλλά, ακόµη περισσότερο, συνολικά για τον δυτικό καπιταλισµό.

Ο (νέος) πόλεµος στη µεθόριο Ισραήλ – Λιβάνου έχει µακρά προϊστορία, που ξεκινάει από το 1948, που δείχνει ότι µπορεί να κρατήσει χρόνια. Ο Νετανιάχου φαίνεται να θέλει να «εκδικηθεί» την αποχώρηση από το νότιο Λίβανο το 2000 µετά από 22 χρόνια κατοχής, έπειτα από συνεχείς επιθέσεις της Χεζµπολάχ κατά των ισραηλινών θέσεων και ακόµη περισσότερο την υποχώρηση στην οποία τον υποχρέωσε η Χεζµπολάχ κατά την εισβολή του Ισραήλ το 2006. Η Χεζµπολάζ ιδρύθηκε το 1985 από τους Φρουρούς της Επανάστασης του Ιράν για υπεράσπιση των Σιιτών αρχικά, όµως διαχρονικά έγινε το σύµβολο αντίστασης για όλους τους Λιβανέζους που υπερασπίστηκε την ανεξαρτησία τους και ψηφίζεται από 20% του λαού, συµµετέχοντας στην κυβέρνηση. Μπορεί να έµεινε προσωρινά «ακέφαλη», αλλά µε τους 50.000 µαχητές και πάνω από 200.000 ρουκέτες και πυραύλους, δεν παύει να αποτελεί κίνδυνο για τα σχέδια του Νετανιάχου. Θα είναι δύσκολο να «ξεµπερδεύει» πολιτικά χαρακτηρίζοντας τους ως τροµοκράτες και σίγουρα η χερσαία εισβολή θα κοστίσει πολιτικά και στρατιωτικά. Και αν σήµερα οι κινήσεις του τον κάνουν πλειοψηφικά αποδεκτό στο εσωτερικό της χώρας του, η εµπλοκή αυτή θα θέσει σε ακόµη µεγαλύτερο κίνδυνο την πολιτική του επιβίωση.

Τέλος, µια ολοκληρωµένη εικόνα της σηµερινής κατάστασης στη Μ. Ανατολή δεν µπορεί να ιδωθεί χωρίς την ένταξη της στο συνολικό γεωστρατηγικό χάρτη των ιµπεριαλιστικών ανταγωνισµών που εντείνονται επικινδύνως τα τελευταία χρόνια. Ο πολεµικός τυχοδιωκτισµός του Νετανιάχου υποστηρίζεται και καλλιεργείται από τα ίδια κέντρα που επιδιώκουν κλιµάκωση του πολέµου στην Ουκρανία, εξοπλίζοντας µε βαλλιστικούς πυραύλους τον Ζελένσκι που απειλεί ευθέως τη Ρωσία (µε τις πλάτες και των Ευρωπαίων πολεµοκάπηλων). Καθώς φαίνεται η επιλογή των δυτικών ιµπεριαλιστών, ως απάντηση στην πολύπλευρη κρίση τους και στην αλλαγή συσχετισµών, είναι να «κριθούν» οι ανταγωνισµοί στο πολεµικό πεδίο, µε ότι µπορεί να σηµαίνει αυτό για τους λαούς όλου του κόσµου.

Τα δικά µας καθήκοντα

Αυτή η κρίσιµη συγκυρία σηµατοδοτεί την σηµαντικότητα της ήττας του Ισραήλ στο Λίβανο και της νίκης των Παλαιστινίων στη Γάζα – µε όποιον χαρακτήρα και αν επιλέγουν οι ίδιοι να την σηµατοδοτήσουν. Η αναγνώριση του ανεξάρτητου Κράτους της Παλαιστίνης αποτελεί αναγκαίο όρο για την ειρήνευση στην περιοχή.

Μόνο το κίνηµα αλληλεγγύης στον Παλαιστινιακό και Λιβανέζικο λαό και η υπεράσπιση του δίκαιου αγώνα τους – ενάντια στη δυτική γκαιµπελική προπαγάνδα –  µπορούν να βάλουν φραγµό τόσο στα σχέδια πολέµου, όσο και στις επιδιώξεις των σιωνιστών για εξαφάνιση του ηρωικού λαού της Παλαιστίνης.  Είναι αυτή η διεθνής αλληλεγγύη που αποτελεί το απαραίτητο εφόδιο για την αντίσταση των Παλαιστινίων και των Λιβανέζων, αλλά και η µόνη που µπορεί να πυροδοτήσει ένα µεγάλο ξέσπασµα αγώνων στον αραβικό κόσµο – η µόνη ικανή δύναµη να ανατρέψει τους σχεδιασµούς των ιµπεριαλιστών και των προδοτικών αραβικών καθεστώτων.

Η λύση βρίσκεται στην ανάπτυξη του κινήµατος ενάντια και σε κυβερνήσεις, όπως η ελληνική, που συµµετέχει και στηρίζει την σφαγή στη Γάζα, εκθέτοντας σε άµεσο κίνδυνο τον λαό µας. Στους στόχους µας πρέπει να είναι η απεµπλοκή της Κυβέρνησης από κάθε ενέργεια στήριξης των σιωνιστών, η ανάπτυξη της διεθνούς βοήθειας στο λαό της Παλαιστίνης και του Λιβάνου, η επίσηµη αναγνώριση και από την Ελλάδα του κράτους των Παλαιστινίων και η καταδίκη του Ισραήλ για τα συντελούµενα εγκλήµατα κατά της ανθρωπότητας. Η Αριστερά πρέπει να µείνει σταθερή στις αντιπολεµικές παραδόσεις, στους ιστορικούς αγωνιστικούς δεσµούς µε τους παλαιστινίους. Πρέπει να γίνει µπροστάρης στις εκδηλώσεις αλληλεγγύης, οργανώνοντας τοπικά σε κάθε γειτονιά τον αγώνα, αλλά και να καταγγείλει τους συνένοχους στο έγκληµα στη Γάζα.

K.M.




Αγγλία: Μια ψεύτικη είδηση, αφορμή για ακροδεξιά πογκρόμ

Του Στέλιου Φαζάκη

Στις 29 Ιουλίου 2024, σε ένα ρεσιτάλ χορού για µικρά κορίτσια, στο Σάουθπορτ της Αγγλίας, έγινε µια φονική επίθεση µε µαχαίρι από ένα άτοµο που σκότωσε τρία παιδιά και τραυµάτισε άλλα οκτώ και δύο ενήλικες. Ο δράστης συνελήφθη και ήταν ένας δεκαεφτάχρονος από το Κάρντιφ, αφρικανικής καταγωγής και χριστιανός. Όµως πριν ανακοινωθούν τα στοιχεία του από την αστυνοµία, από ακροδεξιούς και φασίστες “influencers” διαδόθηκε ψευδώς ότι ο δολοφόνος ήταν πρόσφυγας και µουσουλµάνος, µε ένα φανταστικό όνοµα.

Η ψεύτικη είδηση για το άγριο έγκληµα οδήγησε αµέσως σε βίαιες διαδηλώσεις και πογκρόµ από ένα συνοθύλευµα ακροδεξιών, “αγανακτισµένων πολιτών”, χούλιγκαν των γηπέδων και γενικά όλους τους φανερούς και κρυφούς ρατσιστές. Κεντρικό σύνθηµα όπως πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις ήταν “να πάρουµε πίσω την πατρίδα µας”, “να σταµατήσει η “εισβολή” των µεταναστευτικών ροών” κ.λπ.

∆ιάφορα γνωστά καθάρµατα έσπευσαν να ρίξουν λάδι στη φωτιά, όπως ο “influencer” µισογύνης και µαστροπός Άντριου Τέιτ, ο ακροδεξιός πολιτικός Νάιτζελ Φάρατζ (Brexit), ο οποίος φέτος µπήκε στο κοινοβούλιο και ο επίσης ακροδεξιός Τόµι Ρόµπινσον που φυγόδικος, κάπου µεταξύ Ελλάδας και Κύπρου, κάνοντας διακοπές, οργανώνει τους οπαδούς του στην Αγγλία. Τις ηµέρες εκείνες “παρέµβαση” έκανε και ο γνωστός εκατοµµυριούχος Έλον Μασκ, γράφοντας στη σελίδα του στο “Χ” πως “ο εµφύλιος είναι αναπόφευκτος”.

Οι ρατσιστικές συγκεντρώσεις και επιθέσεις συνεχίστηκαν µέχρι τα µέσα Αυγούστου. Ξεκίνησαν από το Σάουθπορτ και εξαπλώθηκαν σε όλη την Αγγλία, στο Λονδίνο, στο Λίβερπουλ όπου έκαψαν µια δηµόσια βιβλιοθήκη, στο Ρόδερχαµ όπου προσπάθησαν να κάψουν ένα ξενοδοχείο µε αιτούντες ασύλου, µέχρι και στο Μπέλφαστ της Βόρειας Ιρλανδίας όπου στοχοποιήθηκαν …ακόµη και καθολικοί Ιρλανδοί.

Ποιοι τροφοδοτούν την ακροδεξιά και τον φασισµό;

Όπως συµβαίνει πάντα, σε όλες τις χώρες, όπως συµβαίνει και εδώ στην Ελλάδα, την ξενοφοβία και το µίσος για πρόσφυγες και µετανάστες τροφοδοτούν οι καπιταλιστές και οι συντηρητικές, νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις τους. Την ίδια στιγµή που επιτίθενται στην εργατική τάξη, στο εισόδηµα, στα δικαιώµατα, στις ελευθερίες, καταφέρνουν να πείσουν ότι για ό,τι κακό συµβαίνει φταίνε οι “ξένοι”, το πλέον ευάλωτο στρώµα των προσφύγων και µεταναστών.

Έτσι και στο Ηνωµένο Βασίλειο, οι Συντηρητικοί, που κυβέρνησαν από το 2010 µέχρι φέτος, µετά από δεκατέσσερα χρόνια λιτότητας, περικοπών, σκληρής φορολόγησης των εργαζοµένων και διωτικοποιήσεων, όλα αυτά τα χρόνια δεν είχαν κανένα πρόβληµα να διοχετεύουν τη λαϊκή οργή ενάντια στους µετανάστες, µέσα από την προπαγάνδα των ΜΜΕ.

Οι µετανάστες είναι ζωντανό κύτταρο της κοινωνίας και προσφέρουν την εργατική τους δύναµη για να λειτουργήσουν δύσκολοι τοµείς, για να γίνουν οι σκληρές δουλείες, για να πληρώνονται οι συντάξεις των παλαιότερων εργαζοµένων. Όµως, ενώ το ξέρουν ότι τους έχουν ανάγκη, τους στοχοποιούν και τους αποµονώνουν για να τους κρατούν υποταγµένους, χωρίς δικαιώµατα και απολαβές. Ταυτόχρονα, δηµιουργούν αυτό που λέµε “κοινωνικό αυτοµατισµό”, έτσι ώστε ο φτωχός να κατηγορεί τον φτωχότερο για τα δεινά του. Κάποια στιγµή, όλοι αυτοί που νοµίζουν ότι έχουν τον έλεγχο και θεωρούν ότι µπορούν να χρησιµοποιούν το φόβητρο του φασισµού, σοκάρονται στη θέα του τέρατος που οι ίδιοι δηµιούργησαν. Τα όργανα του συστήµατος, οι φασίστες, σηκώνουν κεφάλι και βγαίνουν στο πολιτικό προσκήνιο. Ένα µοτίβο που επαναλαµβανεται σε όλη την Ευρώπη, αποτέλεσµα του καπιταλισµού και των κρίσεων του, που κοντεύει να “καταπιεί” ολόκληρη την ήπειρο. Η ακροδεξιά είναι δυνατότερη από ποτέ στο ευρωκοινοβούλιο και αισιοδοξεί για µεγαλύτερη άνοδο. Οι καπιταλιστές σπέρνουν ξενοφοβία και ρατσισµό και θερίζουν φασισµό και πόλεµο.

Οι αντιστάσεις της κοινωνίας

Η απάντηση στον ρατσισµό και στην ακροδεξιά δε µπορεί να έρθει µέσα από το “σύστηµα”. Στην Αγγλία, η νέα κυβέρνηση των Εργατικών του Κιρ Στάρµερ ανακοίνωσε ότι θα απαντήσει στις ακροδεξιές συγκεντρώσεις και στη βία δυναµικά. Όµως η ξενοφοβία και η βία είναι µόνο το αποτέλεσµα. Η απάντηση δε βρίσκεται στην αστυνοµοκρατία και τις φυλακίσεις. Το αίτιο είναι η ολοένα µεγαλύτερη φτωχοποίηση του λαού και η βαρβαρότητα της εκµετάλλευσης από τους καπιταλιστές. Τις διαδοχικές κρίσεις που δηµιουργεί η ασυδοσία τους, τις πληρώνει πάντα ο λαός.

Απάντηση στους ακροδεξιούς και τους φασίστες στην Αγγλία έδωσαν και δίνουν τα κινήµατα.. Αντιρατσιστές και αντιρατσίστριες, ντόπιοι και µετανάστες βγήκαν στους δρόµους τον Αύγουστο και έσπασαν τον τρόµο του φασισµού. Μεγάλες αντιδιαδηλώσεις και συγκεντρώσεις έγιναν σε όλες τις πόλεις και σε µικρές κοινότητες και γειτονιές.

Η κινηµατική δράση είναι πάντα αποκαλυπτική. Ξεκαθαρίζει πάντα µε τη µαζικότητα, τη ζωντάνια και τα επιχειρήµατά της ότι το “κουτόχορτο” που ταΐζει το σύστηµα και σπρώχνει ανθρώπους στην “αντισυστηµική” ακροδεξιά δεν πιάνει στην πλειοψηφία της κοινωνίας. Οι φασίστες και ακροδεξιοί κάνουν “φασαρία”, αλλά στην πραγµατικότητα είναι µικροί και λίγοι και πάντα θα επιστρέφουν στο περιθώριο οπου ανήκουν.

Όταν η λαϊκή πλειοψηφία συνειδητοποιεί τη δύναµή της, δίνει νικηφόρους επιµέρους αγώνες για την επιβίωσή της. Όταν καταλάβουν οι πολλοί τη δύναµη αυτή και µπουν µαζικά στους αγώνες, θα γίνουν και οι µεγάλες ανατροπές.




Μπαγκλαντές: η εξέγερση που ανέτρεψε την κυβέρνηση αλλά χωρίς επαναστατικό κόμμα δεν θα μπορούσε να πάει παραπέρα

Του Αλέξη Λιοσάτου 

Από τις αρχές Ιουνίου, ξέσπασε φοιτητικό κίνημα κατά «του συστήματος ποσοστώσεων εργασίας» του Μπαγκλαντές. Με την κήρυξη ανεξαρτησίας του Μπαγκλαντές (1971), η κυβέρνηση καθιέρωσε ένα σύστημα ποσοστώσεων για προσλήψεις στον δημόσιο τομέα, με το 30% των θέσεων να πηγαίνουν στους 300.000 «μαχητές του απελευθερωτικού πολέμου», ενώ αργότερα συμπεριέλαβε στις ποσοστώσεις τα παιδιά και τα εγγόνια τους, που πρακτικά σήμαινε ότι για δεκαετίες μεγάλο ποσοστό των θέσεων εργασίας «καπαρώνονταν» από μέλη του κυβερνώντος κόμματος Awami League (ΑL), που είχε ηγηθεί του απελευθερωτικού αγώνα, ενώ αποκλειόταν σε μεγάλο βαθμό το σύνολο σχεδόν του πληθυσμού (170+ εκατ. κάτοικοι). Το 2008 και το 2013 είχαν εκδηλωθεί και πάλι κινητοποιήσεις για το ζήτημα, ενώ το 2018, ένα παρόμοιο φοιτητικό κίνημα ανάγκασε την κυβέρνηση να καταργήσει εντελώς το σύστημα των ποσοστώσεων. Τον φετινό Ιούνιο ωστόσο το ανώτατο δικαστήριο του Μπαγκλαντές («αδέκαστη δικαιοσύνη» έχουν κι εκεί όπως φαίνεται) έκρινε τον τερματισμό του συστήματος των ποσοστώσεων αντισυνταγματικό.

Για πάνω από έναν μήνα οι φοιτητές κάνανε καταλήψεις και διαδηλώσεις αγωνιζόμενοι-ες για το εργασιακό μέλλον τους. Το κίνημα εξαρχής αντιμετώπισε τη βία της αστυνομίας και των τραμπούκων της BCL (κυβερνητική φοιτητική παράταξη,) απαγωγές, έλεγχο κινητών και φυλάκιση με γκεμπελίστικες κατηγορίες περί … αποπειρών δολοφονίας, μόνο και μόνο επειδή είχαν αναρτήσεις στο fb που υποστήριζαν την εξέγερση.

Η ημιδικτατορική (δημοκρατική στα λόγια, δικτατορική στην πράξη) και φιλοδυτική (αλλά και φιλοκινέζικη) κυβέρνηση Χασίνα, βασικό διεθνές στήριγμα της οποίας αποτελούσε η ινδική αστική τάξη, αντιμετώπισε χλευαστικά τους διαδηλωτές, αποκαλώντας τους «ραζακάρ», δηλαδή προδότες και συνεργάτες των Πακιστανών στον πόλεμο του 1971 (κάτι αντίστοιχο σαν το δικό μας «δοσίλογοι» ή «γερμανοτσολιάδες» δηλαδή).

Τα εξίσου αντιλαϊκά και πρώην κυβερνόντα αντιπολιτευόμενα κόμματα Εθνικιστικό Κόμμα του Μπαγκλαντές (BNP) και Τζαμάατ-Ε-Ισλάμι εκμεταλλεύτηκαν δημαγωγικά τη δυσαρέσκεια των νέων και δήλωναν στήριξη στο κίνημα.

Στις 17 Ιουλίου η κυβέρνηση κλιμάκωσε την καταστολή και 6 άνθρωποι δολοφονήθηκαν από κρατικές και παρακρατικές δυνάμεις καταστολής στις πόλεις Ντάκα, Τσάτογκραμ και Ρανγκπούρ.

Αλλά η εξέγερση κλιμακώθηκε αντί να κατασβεστεί και στις 18 Ιουλίου, είχαμε ακόμα περισσότερους νεκρούς, ενώ η κυβέρνηση για να δυσκολέψει την εξάπλωσή της έκλεισε τα δίκτυα Διαδικτύου και κινητής τηλεφωνίας και επέβαλε απαγόρευση κυκλοφορίας. Η απροκάλυπτη στήριξη των ΜΜΕ στην κυβέρνηση και την ωμή δολοφονική καταστολή από τα μέσα ενημέρωσης είχε ήδη εξαγριώσει την κοινή γνώμη, κι η εξαγρίωση μεγάλωσε με το κλείσιμο του διαδικτύου. Ο στρατός αναπτύχθηκε σε όλη τη χώρα με διαταγές να πυροβολεί στο ψαχνό για να σβήσει η εξαπλούμενη φωτιά της εξέγερσης. Στις 21/7 αριθμός των νεκρών της διαδήλωσης ξεπερνούσε τους 130. H καταστολή ήταν βάρβαρη, και πυροβολούνταν στο ψαχνό όχι μόνο διαδηλωτές, αλλά και αλληλέγγυοι (πχ άνθρωποι που πρόσφεραν νερό και τρόφιμα στους διαδηλωτές), περαστικοί ή και κάτοικοι της γειτονιάς στα μπαλκόνια τους.

Στο ζήτημα των ποσοστώσεων εργασίας, η κυβέρνηση ενώ αρχικά παρίστανε την ατρόμητη, τελικά υποχώρησε, μετέθεσε την εκδίκαση της έφεσης κατά της δικαστικής απόφασης σχετικά με τις ποσοστώσεις από τις 7 Αυγούστου στις 21 Ιουλίου. Στις 21/7 το δικαστήριο αποφάσισε τελικά ότι οι ποσοστώσεις που ευνοούν τους απογόνους των βετεράνων του απελευθερωτικού πολέμου δεν μπορούν να υπερβαίνουν το 5%, κάτι που κάλυπτε σε γενικές γραμμές τη σχετική απαίτηση του φοιτητικού κινήματος. Όμως το κίνημα πλέον δεν αρκούταν σε αυτό: μέσα και από μάχες της ριζοσπαστικής του πτέρυγας είχε πλέον διευρυμένα αιτήματα, διεκδικώντας την απελευθέρωση των φυλακισμένων διαδηλωτών, την τιμωρία των ένοπλων δολοφόνων που σκότωσαν πολίτες και την παραίτηση συγκεκριμένων υπουργών της κυβέρνησης. Στο τέλος, και εν μέσω αυξανομένων νεκρών και αδίστακτης καταστολής, βασικό αίτημα της εξέγερσης έγινε «να φύγει η Χασίνα».

Παράλληλα, στις χώρες του Περσικού Κόλπου, όπου ζουν εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστες εργάτες από το Μπαγκλαντές, πραγματοποιούνταν μεγάλες διαδηλώσεις αλληλεγγύης, που αντιμετωπίστηκαν με βία από τα ντόπια αντιδραστικά καθεστώτα.

Τα αίτια της εξέγερσης είναι βαθύτερα και ταξικά

Οι ποσοστώσεις ήταν η αφορμή για το ξέσπασμα του κινήματος. Η αιτία είναι η συσσωρευμένη οικονομική και πολιτική δυσαρέσκεια της εργατικής τάξης. Ο πληθωρισμός ξεπέρασε το 10% και μειώνει το ήδη πενιχρό εισόδημα, η ανεργία επίσης καλπάζει ιδιαίτερα στη νεολαία και πληθώρα σκανδάλων που αφορούν κυβερνητικούς αξιωματούχους ξέσπασαν τα προηγούμενα χρόνια. Οι πλούσιοι απολαμβάνουν φοροαπαλλαγές, φοροελαφρύνσεις , φοροδιαφυγή, μεταφορά κεφαλαίων σε φορολογικούς παραδείσους και η επίδειξη του πλούτου τους (πολυτελή σπίτια κλπ) είναι προκλητική. Το 41% των νέων στο Μπαγκλαντές είναι άεργοι (ούτε εργαζόμενοι ούτε φοιτητές-μαθητές) και το 66% των αποφοίτων πανεπιστημίου άνεργοι.

Η Χασίνα κυβερνά συνεχώς από το 2009, με εκτεταμένες κατηγορίες για νοθείες στις εκλογικές αναμετρήσεις του 2014, 2018 και 2024, με βία και συλλήψεις κατά ηγετών της μείζονος αντιπολίτευσης (BNP), ενώ στις τελευταίες εκλογές (αρχές 2024) βασικά κόμματα της αντιπολίτευσης απείχαν και καλούσαν σε μποϊκοτάζ, με αποτέλεσμα η Χασίνα να ελέγχει το 95% της Βουλής. Η Χασίνα επικρινόταν ευρέως από την αντιπολίτευση ως «πράκτορας» των συμφερόντων της Ινδίας αλλά και τη βαθιά λογοκρισία και ανελευθερία του τύπου.

Γενικά η κυβέρνηση Χασίνα αντιμετώπιζε με μίσος και καταστολή την οποιαδήποτε λαϊκή κινητοποίηση, αντιμετωπίζοντας τους διαδηλωτές με φυλακές, βασανιστήρια, στημένα κατηγορητήρια, δολοφονίες και «εξαφανίσεις». Το 2018 ψήφισε νόμο με τον οποίο η αστυνομία μπορούσε να συλλαμβάνει όποιον θέλει χωρίς ένταλμα. Ακολουθούσε τακτική φίμωσης οποιασδήποτε αντιπολιτευτικής φωνής, με φυλακίσεις και δολοφονίες πολιτικών αντιπάλων της και δημοσιογράφων που της ασκούσαν κριτική.

Στις εκλογές του 2018 στα εκλογικά κέντρα η ψηφοφορία δεν ήταν μυστική, ο κόσμος απειλούταν να ψηφίσει υποχρεωτικά ΑL, απαγορεύτηκε στους υποψηφίους της αντιπολίτευσης να κάνουν προεκλογικό αγώνα, η παρουσία εκπροσώπων της αντιπολίτευσης στην καταμέτρηση ψήφων απαγορεύτηκε, 18 άνθρωποι δολοφονήθηκαν και πάνω από 200 τραυματίστηκαν, χιλιάδες ακτιβιστές του BNP φυλακίστηκαν. Σε ένα φρικτό περιστατικό που έγινε γνωστό, όταν μια γυναίκα ψήφισε BNP παρά τις απειλές, οι εκλογικοί αντιπρόσωποι της AL διέρρηξαν το σπίτι της, έδεσαν με σχοινιά τον άντρα της και τα 4 παιδιά της σε ένα δωμάτιο και τη βίασαν ομαδικά μπροστά τους.

Το 2018 επίσης ξέσπασε μεγάλο φοιτητικό και μαθητικό κίνημα, με αφορμή τον θάνατο δύο φοιτητών σε τροχαίο δυστύχημα , το οποίο κυβέρνηση αντιμετώπισε βάναυση καταστολή αστυνομικών, επιστρατεύοντας και παρακρατικούς με μαχαίρια.

Τέλος το 2022 είχαν και πάλι ξεσπάσει αντικυβερνητικές διαδηλώσεις απαιτώντας την παραίτηση της Χασίνα.

Ιδιαίτερα η νεολαία ασφυκτιούσε από το καταπιεστικό καθεστώς. Η όποια υπόνοια φοιτητικής κινητοποίησης αντιμετωπιζόταν με βία. Οι τραμπούκοι της BCL (νεολαία της AL, με δράση που θυμίζει τους κατά καιρούς τραμπουκισμούς και δολοφονικές ενέργειες της ΔΑΠ-ΝΔΦΚ και του προγόνου της, της ΕΚΟΦ) τρομοκρατούσαν τους φοιτητές-τριες, τα social media παρακολουθούνταν και οι αντιφρονούντες διώκονταν. Πολλοί αριστεροί φοιτητές υπέστησαν σκληρά βασανιστήρια και αρκετοί πέθαναν στα κρατητήρια.

Στο ξέσπασμα της εξέγερσης των Μπαγκλαντέζων δεν αποκλείεται να έπαιξε ρόλο και το διεθνές περιβάλλον. Το καλοκαίρι 2022 ξέσπασε μεγάλη λαϊκή εξέγερση ενάντια στη φτώχεια και την ακρίβεια στο νησί της Σρι Λάνκα, ενώ από το 2021 οι καταπιεσμένες μάζες στη Βιρμανία/Μυανμάρ (που έχει κοινά σύνορα με το Μπαγκλαντές) διεξάγουν πόλεμο ενάντια στη στρατιωτική δικτατορία. Επίσης, από το 2021, η αντιδραστική ηγεσία του Μπαγκλαντές συνεργαζόταν στενότερα με το Ισραήλ, κάτι που επίσης έβρισκε την πλειοψηφία του πληθυσμού αντίθετη, ιδιαίτερα εν μέσω γενοκτονίας των Παλαιστινίων.

Στα τέλη του 2023 μια μεγάλη απεργία εξαπλώθηκε σε πάνω από 500 εργοστάσια του ιματισμού με αίτημα τον τριπλασιασμό των μισθών και βρέθηκε αντιμέτωπη με αστυνομική καταστολή και δολοφονίες απεργών.

Τέλος, στις τελευταίες γενικές εκλογές (1/2024), που διεξήχθησαν τον Ιανουάριο αυτού του έτους, η αντιπολίτευση αποφάσισε να απέχει από την εκλογική διαδικασία αφού πρώτα προεκλογικά είχαν συλληφθεί περισσότεροι από 20.000 ακτιβιστές της.

Εισβολή της εργατικής τάξης και ανυπακοή των στρατιωτών: η δύναμη της επανάστασης

Παρά τη θηριώδη καταστολή το κίνημα όχι μόνο δεν κάμφθηκε αλλά γενικεύτηκε: το φοιτητικό κίνημα καλούσε τον λαό του Μπαγκλαντές σε ανυπακοή στην κυβέρνηση, παύση πληρωμών λογαριασμών και φόρων, γενική απεργία και πανεθνική κινητοποίηση την Κυριακή (εργάσιμη στο Μπαγκλαντές) στις 4/8, που άρχισε να οργανώνεται άμεσα, ραγδαία και από τα κάτω. Οι εργαζόμενοι στο προάστιο Gazipur της Ντάκα προχώρησαν σε απεργία, κάνοντας την αρχή κι έπειτα εξαπλώθηκε απεργιακό κίνημα στον δημόσιο τομέα, τις τράπεζες και την κλωστοϋφαντουργία, δημιουργώντας χιονοστιβάδα, με επιτροπές εργατ(ρι)ών να πηγαίνουν από το ένα εργοστάσιο στο άλλο και να μεταδίδουν το «μήνυμα» της επανάστασης. Η εργοδοτική ομοσπονδία απάντησε κλείνοντας τα εργοστάσια σε όλη τη χώρα. Η κυβέρνηση ανακοίνωσε «τριήμερη υποχρεωτική αργία» από τη Δευτέρα έως τη Τετάρτη, καθώς και το κλείσιμο σχολείων και πανεπιστημίων, ώστε να αποφύγει την περαιτέρω εξάπλωση της εξέγερσης στην εργατική τάξη.

Η φαινομενική «πυγμή» της Χασίνα με απειλές για «συντριβή των σαμποτέρ» και σκληρή καταστολή κράτησε μέχρι τις 4/8 (97 νεκροί), καθώς στις 5/8 διαδήλωσαν εκατομμύρια άνθρωποι στη Ντάκα και κατέλαβαν το πρωθυπουργικό μέγαρο και το κοινοβούλιο. Παρατηρήθηκε το φαινόμενο συναδέλφωσης στρατιωτών με διαδηλωτές και ανοίγματος πυρ των πρώτων εναντίον των φιλοκυβερνητικών πολιτοφυλακών, θορυβώντας το γενικό επιτελείο. Ο στρατός επέλεξε να αφήσει από ένα σημείο και μετά τη βρώμικη δουλειά στην αστυνομία και τους παρακρατικούς, αλλά στο τέλος παρέλυσαν κι αυτοί. Τελικά ο στρατός, από φόβο μήπως χαθεί τελείως ο έλεγχος από την αστική τάξη, πήρε ξεκάθαρη θέση υπέρ της αλλαγής της κυβέρνησης, φροντίζοντας για τη «συνέχεια του κράτους».

Στις 5/8 ο πληθυσμός πανηγύριζε μια νίκη του μεγαλύτερου κινήματος στην ιστορία του Μπαγκλαντές από τη δεκαετία του ‘70. Χιλιάδες άνθρωποι στην πρωτεύουσα Ντάκα εισέβαλαν και κατέλαβαν την πρωθυπουργική κατοικία, ενώ έσπασαν και το άγαλμα του πατέρα της Χασίνα και ηγέτη του «εθνικοαπελευθερωτικού» αγώνα, Σεΐχη Μουτζιμπούρ Ραχμάν, του πατέρα της πρωθυπουργού Χασίνα.

Αν δεν ακούσατε για όλα αυτά κάτι από τα ΜΜΕ, μην σας κάνει εντύπωση, είναι φυσιολογικό. Ο ντόπιος και ο διεθνής Τύπος ανήκουν σε δισεκατομμυριούχους, των οποίων «συνάδελφοι» καπιταλιστές έχουν μετατρέψει το Μπαγκλαντές σε έναν παράδεισο πάμφτηνης εργασίας, ενώ το Μπαγκλαντές εκθειαζόταν τα τελευταία χρόνια ως πρότυπο «ανάπτυξης». Εννοείται πως θα στήριζαν τη Χασίνα, θα απέκρυβαν τις δολοφονίες και την ανατροπή της. Επιπλέον εννοείται πως τα ΜΜΕ είναι εχθρικά σε οποιαδήποτε μαζική εξέγερση και υποστηρίζουν την άμεση κατάπνιξή της. Εν προκειμένω, η εργατική τάξη του Μπαγκλαντές έπρεπε σύντομα να μπει «σε τάξη» ώστε να συνεχίσει να ξεζουμίζεται «ομαλά», για να βγάζουν τα αφεντικά σε Ανατολή και Δύση δισεκατομμύρια. Τέλος «απαγορεύεται» στην δυτική εργατική τάξη να δει την εργατική τάξη του Μπαγκλαντές ως επαναστατικό υποκείμενο, γιατί έτσι καλλιεργούνται τα μικρόβια της ταξικής συνείδησης, της διεθνιστικής αλληλεγγύης και της έμπνευσης του επαναστατικού παραδείγματος, ενώ γκρεμίζεται το έδαφος πάνω στο οποία πατάει η ρατσιστική και φασιστική προπαγάνδα.

Κατάληξη, απολογισμός και συμπεράσματα

Η ήττα της Χασίνα σαφώς αξίζει πανηγυρισμούς, αλλά αυτή η εξέγερση είχε πολύ μεγαλύτερες δυνατότητες…

Η Human Rights Support Society, ανέφερε σε έκθεσή της ότι τουλάχιστον 819 άνθρωποι σκοτώθηκαν μεταξύ 16 Ιουλίου και 18 Αυγούστου, μεταξύ τους 83 παιδιά και 14 φοιτητές. Η οργάνωση εκτιμούσε ότι ο αριθμός των νεκρών της εξέγερσης μπορεί να φτάσει τους 1.000. Κάποιες άλλες εκτιμήσεις ανεβάζουν τον αριθμό των νεκρών σε χιλιάδες. Φυλακίστηκαν πάνω από 11.000 άτομα, πολλά από τα οποία βασανίστηκαν, ενώ τραυματίστηκαν πάνω από 25.000. Χιλιάδες νεολαίοι βασανίστηκαν, μεταξύ των οποίων και κάποιοι από αυτούς τυφλώθηκαν και ακρωτηριάστηκαν.

Η Χασίνα κατηγόρησε το Πακιστάν και άφησε υπόνοιες για τον ρόλο των ΗΠΑ στην ανατροπή της. Στις εκλογές του φετινού Γενάρη η Κίνα συνεχάρη τη Χασίνα, μιλώντας για «επιτυχημένη διεξαγωγή» των εκλογών, ενώ οι ΗΠΑ δήλωσαν ότι το εκλογικό αποτέλεσμα δεν ήταν δίκαιο. Ωστόσο στη συνέχεια η Δύση συνέχισε τις business με τη Χασίνα, ενώ κατά τη διάρκεια της εξέγερσης καλούσαν γενικώς όλες τις πλευρές σε «ψυχραιμία», όταν η Χασίνα μακέλευε φοιτητές κι εργάτες. Ούτε γεωπολιτικά «στέκει» μια τέτοια προσέγγιση περί εμπλοκής ΗΠΑ. Θα ήταν δύσκολο για τις ΗΠΑ να οργανώσουν «μέτωπο» στην αυλή της Κίνας, ενώ έχουν βαλτώσει στην Ουκρανία και Παλαιστίνη, και τη στιγμή που κάτι τέτοιο θα έστρεφε την Ινδία εναντίον της και στην αγκαλιά της Κίνας (οι ΗΠΑ αυτή την περίοδο προσπαθούν να «συγκρατήσουν με νύχια και με δόντια» την Ινδία απ’ το να συμπήξει μια στενότερη και μονόπλευρη συνεργασία με Κίνα-Ρωσία) κι ενώ ταυτόχρονα το Μπαγκλαντές θα «περικυκλωνόταν απειλητικά». Αντίθετα στρατιωτικά οχήματα του ΟΗΕ (των οποίων οι ΗΠΑ παραμένουν -επί της ουσίας- επικεφαλής) αξιοποιήθηκαν για επίθεση στους εξεγερμένους. Χώρια που η εξέγερση είχε καθαρά ταξικό υπόβαθρο και ξέφυγε από τον έλεγχο όλων των πολιτικών δυνάμεων, των αστικών μηχανισμών και των μαζικών δολοφονιών. Οι Δυτικοί δεν συνηθίζουν να στηρίζουν γνήσιες και «ανεξέλεγκτες» λαϊκές εξεγέρσεις, κι αυτό φάνηκε και από τη στάση των ΜΜΕ που ήδη προαναφέραμε. Τα αίτια πρέπει να αναζητηθούν στην ανείπωτη φτώχεια, τη στυγνή εκμετάλλευση και καταπίεση, τη δυστυχία και τα βάσανα των μαζών από τη διακυβέρνηση Χασίνα, αλλά και στη δύναμη των εργατ(ρι)ών και της νεολαίας όταν παγώνουν την παραγωγή και το κράτος και βγαίνουν μαζικά κι αποφασιστικά στους δρόμους.

Με την ανατροπή της Χασίνα, ο στρατός ανέλαβε αμέσως να σχηματίσει μια προσωρινή κυβέρνηση- το αστικό κράτος, δηλαδή ο μηχανισμός εξουσίας της αστικής πάνω στην εργατική τάξη, υφίσταται και χωρίς τα χρήσιμα πιόνια που ονομάζονται πρωθυπουργοί. Μετά τη φυγή της Χασίνα οι υψηλόβαθμοι στρατιωτικοί, όπως και το BNP (το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, που στηρίζει τη «μεταβατική κυβέρνηση») κάλεσαν γρήγορα τους φοιτητές να παραμείνουν ψύχραιμοι και να πάνε στα σπίτια τους… Έτσι αποκαλύφθηκε και ο πραγματικός τους ρόλος ως προς την εξέγερση και το κατά πόσο εννοούσαν την «αλληλεγγύη» τους.

Μεταξύ των πρώτων ενεργειών της νέας κυβέρνησης ήταν η απελευθέρωση των πολιτικών κρατουμένων των δυο βασικών αντιπολιτευόμενων φιλοπακιστανικών κομμάτων, συμπεριλαμβανομένης της ηγέτιδας του δεξιού ισλαμικού BNP Χαλέντα Ζία και ηγετών του ακροδεξιού ισλαμικού Τζαμάατ-Ε-Ισλάμι.

Τις επόμενες μέρες είχαμε επιθέσεις από ισλαμιστές κατά ινδουιστών του Μπαγκλαντές, που προσπάθησε να αξιοποιήσει η φιλοϊνδική/ φιλο-AL αστική πτέρυγα ώστε να επηρεαστεί η ινδική κοινή γνώμη και να διευκολυνθεί η επέμβαση του ινδικού στρατού. Τμήμα του κινήματος ωστόσο σχημάτισε επιτροπές υπεράσπισης ναών και σπιτιών ινδουιστών για να αποτρέψουν τις επιθέσεις σε βάρος τους, άλλωστε η νικηφόρα πορεία της εξέγερσης βασίστηκε πάνω στην ενότητα ινδουιστών και μουσουλμάνων πληβείων, κόντρα σε λογικές «διαίρει και βασίλευε».

Ο Ασίφ Μαχμούντ, ηγέτης του φοιτητικού κινήματος, από τη μια μεριά δήλωνε ότι οι φοιτητές δεν θέλουν στρατιωτική κυβέρνηση, καλώντας τους φοιτητές και τον υπόλοιπο πληθυσμό να οργανωθούν σε επιτροπές και να διαδηλώσουν σε όλη τη χώρα, και από την άλλη ότι «θα δεχτούμε μόνο την κυβέρνηση που προτείνουν οι φοιτητές κι ο λαός». Και ποιος ήταν ο «εκλεκτός» του φοιτητικού κινήματος; Ένας νομπελίστας νεοφιλελεύθερος οικονομολόγος, 84χρονος παππούς και τραπεζίτης, ο Μοχάμεντ Γιουνούς, ο οποίος έμεινε γνωστός ως «τραπεζίτης των φτωχών», κάτι σαν «φιλολαϊκός τραπεζίτης» δηλαδή, τις δεκαετίες του ’80, ’90 και 2000, ενώ ήταν πολιτικός αντίπαλος της Χασίνα και διωκόμενος από το καθεστώς της. Ο Γιουνούς χρίστηκε πρωθυπουργός με τις ευλογίες του BNP, του στρατού και των ΗΠΑ στις 12/8. Το κατά πόσο θα βελτιώσει τη ζωή των Μπαγκλαντέζων εργατών ή νέων και το κατά πόσο θα δικαιώσει την εξέγερση και τους 819 (ή και παραπάνω) νεκρούς, το αφήνουμε στην κρίση σας.

Εν τέλει προέκυψε μια νέα αστική κυβέρνηση, με ένα κόμμα (BNP) που έχει κυβερνήσει φιλοεργοδοτικά στο παρελθόν και τις ευλογίες του στρατού, ο οποίος, πολλές φορές, ηγήθηκε της χώρας μετά από την ανεξαρτησία της χώρας. Ο στρατός συναντήθηκε με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τραπεζίτη και μέλος του κόμματος της Χασίνα, ενώ και ο ίδιος ο επικεφαλής του στρατού, ο Waker-uz-Zaman, είναι … κουνιάδος της Χασίνα. Προφανώς και δεν άλλαξε κάτι στις δυνάμεις καταστολής που έσφαξαν το κίνημα, ούτε στη «δικαιοσύνη» που έβγαλε την προκλητική απόφαση για την εργατική τάξη και αφήνει ατιμώρητους τους πραίτορες του καθεστώτος. Συνεπώς τίποτε το «προοδευτικότερο» δεν μπορεί να περιμένει η νεολαία και οι εργαζόμενοι του Μπαγκλαντές, αν δεν απαλλαγούν ΚΑΙ από αυτούς και κυρίως από το σύστημα που τους στηρίζει.

Επί της ουσίας η Αριστερά και η συνδικαλιστική δράση στο Μπαγκλαντές λειτουργούν σε συνθήκες παρανομίας. Αυτό το κίνημα σίγουρα δεν καθοδηγήθηκε από την Αριστερά. Ίσως όμως η σημερινή εξέγερση κάνει τις συνθήκες για τους εκεί συντρόφους και συντρόφισσες λίγο λιγότερο ανυπόφορες. Ο κοινός αγώνας μουσουλμάνων κι αγωνιστών, η επίδειξη δύναμης της ταξικής ενότητας, του φοιτητικού κινήματος και της συμμαχίας φοιτητών-εργατών-αγροτών-ανέργων-φτωχών μικροαστών αφαιρούν το έδαφος κάτω από τα πόδια όλων των συστημικών δυνάμεων και δημιουργούν «ευήκοα ώτα» και συνειδήσεις προς τα αριστερά. Αλλά κι αυτό το ενδεχόμενο «παράθυρο χαλάρωσης» είναι λογικό να μην κρατήσει για πολύ: πρέπει να κερδηθούν από τους εξεγερμένους πολύ περισσότερα από την πτώση της Χασίνα και από μια προσωρινή αστική κυβέρνηση που έχει στόχο κυρίως να ξεγελάσει και να κατευνάσει τις μάζες για να συνεχίσουν να ξεζουμίζονται και να υποφέρουν όπως πριν…

Συνοψίζοντας, δεν ήταν απλώς μια φοιτητική κινητοποίηση, όπως παρουσιάστηκε στα «ψιλά» λίγων ΜΜΕ. Επρόκειτο για μια μεγάλη κοινωνική εξέγερση, που άντεξε στις σφαίρες, και μόλις άρχισε να βάζει για τα καλά την εργατική τάξη στο παιχνίδι ανέτρεψε ένα κόμμα-καθεστώς μετά από δεκαετίες κι έκανε την αστική τάξη να χάσει για λίγο τον ύπνο της.

Η εξέγερση έδειξε τη δύναμη της νεολαίας και της εργατικής τάξης, που όταν ξεσηκώνονται και κινητοποιούνται δείχνουν ότι αποτελούν τον ισχυρότερο παράγοντα στην κοινωνία και μπορούν να γκρεμίσουν τελείως το σύστημα και να φτιάξουν μια εντελώς καινούρια κοινωνία. Όσο ζοφερό κι αν είναι το πολιτικό σκηνικό, όσο απολυταρχικά κι αν είναι τα καθεστώτα, όσο και αν προσπαθούν να μας πείσουν ότι «οι επαναστάσεις αφορούν παλιότερες εποχές και ότι σήμερα δεν αλλάζει ο κόσμος έτσι», η εξέγερση στο Μπαγκλαντές έδειξε ότι τεράστιες ποσότητες «εκρηκτικής ύλης» συσσωρεύονται στη βάση της κοινωνίας σε κάθε χώρα εξαιτίας της φτώχειας και της επιδείνωσης του βιοτικού επιπέδου και μπορούν να ξεσπάσουν σε μορφή εξέγερσης και να τινάξουν κάθε καθεστώς και σύστημα στον αέρα, ότι η εξέγερση προκύπτει από την «κοινωνική μηχανική» που προκαλεί ο καπιταλισμός και η ταξική πάλη και άρα είναι ότι πάντα και παντού επίκαιρη και ότι στην πραγματικότητα ΜΟΝΟ ΕΤΣΙ αλλάζει ο κόσμος.

Περιμένοντας να δούμε και τα επόμενα επεισόδια του πολιτικού σκηνικού στο Μπαγκλαντές, μπορούμε αρχικά να πούμε ότι η υποχώρηση του κινήματος με την αλλαγή κυβέρνησης έχει να κάνει με τις ρεφορμιστικές αυταπάτες του φοιτητικού κινήματος και την έλλειψη πολιτικής δύναμης ριζωμένης στη νεολαία και τους εργάτες-τριες που να δίνει αντικαπιταλιστική δυναμική, την έλλειψη δηλαδή επαναστατικού κόμματος. Ανήκει στα (δύσκολα μεν, «εκ των ων ουκ άνευ» δε) καθήκοντα των αγωνιστών-τριών να φτιάξουν ένα τέτοιο κόμμα όχι μόνο στο Μπαγκλαντές, αλλά διεθνώς.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1:

Ιστορία του κράτους και του κινήματος στο Μπαγκλαντές

Το Μπαγκλαντές ήταν μέρος της Ινδίας κατά τη διάρκεια της βρετανικής κυριαρχίας, που ξεκίνησε από τα μέσα του 18ου αιώνα. Ο λιμός της Βεγγάλης το 1769 -1773, προκάλεσε τον θάνατο έως και 10 εκατομμυρίων ανθρώπων. Το 1857, υπήρξε μαζική λαϊκή εξέγερση του λαού της ενιαίας Ινδίας ενάντια στην εξουσία του βρετανικού στέμματος, αλλά συντρίφτηκε. Το 1947, στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι Βρετανοί παρέδωσαν την εξουσία σε ιθαγενείς πολιτικές δυνάμεις διχοτομώντας τη χώρα σε Ινδία και Πακιστάν με θρησκευτικά κριτήρια: το Πακιστάν στους μουσουλμάνους και η Ινδία στους ινδουιστές. Η περιοχή του Μπαγκλαντές ήταν πλέον τμήμα του Πακιστάν, ως «Ανατολικό Πακιστάν». Ο πληθυσμός του ήταν πλειοψηφικά μουσουλμανικός αλλά διαφορετικής γλώσσας και πολιτισμού, οι Μπενγκάλι. Το Δυτ. Πακιστάν άρχισε να κυβερνά αποικιοκρατικά τους Μπενγκάλι. Το 1948 επιβλήθηκε η γλώσσα του Δυτικού Πακιστάν, η Ουρντού, ως η μόνη επίσημη κρατική γλώσσα, κάτι που οδήγησε σε κίνημα αντίστασης που κορυφώθηκε με την αιματοβαμμένη εξέγερση του 1952 και οδήγησε σε νίκη και στην κατοχύρωση των Μπενγκάλι ως επίσης επίσημης γλώσσας το 1954. Το Δυτ. Πακιστάν είχε τον πολιτικό και στρατιωτικό έλεγχο του κρατικού μηχανισμού στο Ανατ. Πακιστάν, ασκούσε σοβαρές διακρίσεις σε βάρος του πληθυσμού του ενώ οι όποιες διαμαρτυρίες πνίγονταν στο αίμα.

Από τον Οκτώβρη του 1958 η χώρα κυβερνιόταν από τη στρατιωτική δικτατορία του αρχιστράτηγου Μουχάμαντ Αγιούμπ Χαν, που σφετερίστηκε την εξουσία με πραξικόπημα.

Συμβαδίζοντας με το πνεύμα της εποχής διεθνώς μετά τον Β’ ΠΠ, η εργατική τάξη στο ενιαίο Πακιστάν αύξανε σταδιακά την αυτοπεποίθηση και τη μαχητικότητά της. Στο τέλος του 1958, ο ρυθμός των απεργιών και των εργατικών κινητοποιήσεων άρχισε να αυξάνεται ραγδαία, σε τέτοιο βαθμό που προέκυψε η πραγματική πιθανότητα μιας γενικευμένης εξέγερσης. Οι πρώτες γενικές εκλογές στη χώρα είχαν προγραμματιστεί να διεξαχθούν τον Μάρτιο του 1959. Ήταν πολύ πιθανό να τις κερδίσει η Αριστερά. Οι αστοί φοβόντουσαν ότι θα χάσουν τον έλεγχο. Ο Αγιούμπ Χαν οργάνωσε το πραξικόπημα για να προλάβει τις εξελίξεις.

Στις αρχές του ’60 παρατηρείται ριζοσπαστικοποίηση των φοιτητών και εμφανίζεται στο προσκήνιο το φοιτητικό κίνημα. Οι φοιτητές αρχίζουν να μελετούν μαζικά τον μαρξισμό και καθημερινά γίνονται διαδηλώσεις κατά του Αγιούμπ Χαν και για διάφορα φοιτητικά αιτήματα.

 Μετά το πραξικόπημα του Αγιούμπ το 1958, άρχισε να λάμπει το άστρο του αστού πολιτικού Ζούλφικαρ Άλι Μπούτο, που έγινε μέλος του υπουργικού συμβουλίου του Αγιούμπ και γρήγορα πήρε το υπουργείο Εξωτερικών. Από τότε που εντάχθηκε στο καθεστώς μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1965, ο Μπούτο και ο Αγιούμπ Χαν είχαν πολύ στενές σχέσεις.

 Μετά την ήττα του Πακιστάν στον πόλεμο με την Ινδία (1965), ο Αγιούμπ και ο Ινδός πρωθυπουργός Λαλ Μπαχαντούρ Σάστρι συναντήθηκαν στη διάσκεψη της Τασκένδης, όπου ο Μπούτο συμμετείχε ως ένας από τους συμβούλους του Αγιούμπ. Εκεί ήρθαν σε ρήξη Μπούτο και Αγιούμπ, με τον Μπούτο να απαιτεί να συνεχιστεί ο πόλεμος μέχρι να απελευθερωθεί το Κασμίρ από την ινδική κατοχή, χαρακτηρίζοντας την Τασκένδη «ένα ξεκάθαρο ξεπούλημα της κυριαρχίας του Πακιστάν».

 Μέχρι τις αρχές του 1967 ο Μπούτο δημιούργησε ένα νέο κόμμα κόντρα στον Αγιούμπ – το Πακιστανικό Λαϊκό Κόμμα (PPP). Στο πρόγραμμα υποστηριζόταν με θέρμη η υπόθεση του σοσιαλισμού. Οι δεκαετίες του ’50 και του ’60 βέβαια χαρακτηρίστηκαν διεθνώς από την άνοδο των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων ενάντια στους ιμπεριαλιστές-αποικιοκράτες και την άνοδο του αραβικού εθνικισμού, ενώ η κρατικοκαπιταλιστική ΕΣΣΔ είχε τεράστιο κύρος ως «κομμουνιστική», τα σταλινικά ΚΚ μαζικοποιούνταν και ο σοσιαλισμός ως ρεύμα ενέπνεε και ριζοσπαστικοποιούσε τα κινήματα αντίστασης σε όλο τον κόσμο. Όλα αυτά ωθούσαν πληθώρα αστών πολιτικών να υιοθετήσουν τον «σοσιαλισμό» ως σημαία ευκαιρίας για να προωθήσουν τις επιδιώξεις τους και μια πιο «εθνικά ανεξάρτητη» από τα δυτικά συμφέροντα οικονομική πολιτική. Φυσικά η ΕΣΣΔ και τα ΚΚ δεν είχαν κανένα πρόβλημα να στηρίζουν τέτοιους πολιτικούς και καθεστώτα και να τα βαφτίζουν «σοσιαλιστικά», στον βαθμό που εξυπηρετούσαν την εξωτερική πολιτική της ΕΣΣΔ. Επιπλέον ο σταλινικός «σοσιαλισμός» σήμαινε κρατικό καπιταλισμό, πατριωτική «εθνική» ανάπτυξη, μονοκομματικές δικτατορίες, ειρηνική συνύπαρξη με τη Δύση και εχθρότητα απέναντι σε εργατικές επαναστάσεις και αντικαπιταλιστικές προοπτικές. Ήταν δηλαδή σχετικά εύκολο να τον υιοθετήσουν αστοί πολιτικοί για να προσεταιριστούν τις ριζοσπαστικοποιημένες μάζες. Σαφώς λοιπόν και δεν εννοούσε τον «σοσιαλισμό» στο πρόγραμμά του ο καριερίστας, αριστοκρατικής καταγωγής, αστός πολιτικός Μπούτο.

Το 1968, Στο Καράτσι, τη Λαχόρη και τη Ραβαλπίντι ήταν οφθαλμοφανής και προκλητικός ο πλούτος λίγων προνομιούχων: νέα αυτοκίνητα, πολυτελή ξενοδοχεία και κατοικίες. Από την άλλη πλευρά, παρόλο που η βιομηχανική παραγωγή είχε αυξηθεί κατά περίπου 160% μέσα σε οκτώ χρόνια, η ζωή της εργατικής τάξης και των αγροτικών μαζών δεν βελτιωνόταν: πεινούσαν, κρύωναν, πυροβολούνταν όταν απεργούσαν. Το Πακιστάν είχε μετατραπεί σε μια πυριτιδαποθήκη, έτοιμη να εκραγεί. Διεθνώς φυσούσε ο «αέρας» του γαλλικού Μάη ’68, που ενέπνεε κινήματα, εξεγέρσεις κι επαναστάσεις σε Ανατολή και Δύση.

Η Πακιστανική Επανάσταση του 1968-9

Σε μια φοιτητική κινητοποίηση στην πόλη Ραβαλπίντι στις αρχές του Νοέμβρη 1968, η αστυνομία σκότωσε έναν 17χρονο φοιτητή. Σύντομα μάζες απλών ανθρώπων κατέκλυσαν τους δρόμους για μια βραδιά πένθους. Οι φοιτητές ενώθηκαν με άνεργους κι εργάτες και συγκρούστηκαν με την αστυνομία. Η πόλη είχε βγει εντελώς εκτός ελέγχου. Διαδηλώσεις αλληλεγγύης πραγματοποιήθηκαν στο Καράτσι, τη Λαχόρη, το Μουλτάν, τη Χαϊντεραμπάντ, την Πεσαβάρ και σε πολλές άλλες πόλεις και κωμοπόλεις.

Έμελλε αυτά τα γεγονότα να είναι έναρξη μιας τεράστιας εξέγερσης που κράτησε έως τα τέλη του Μάρτη του 1969 σε όλο το Πακιστάν, με καθημερινές απεργίες, διαδηλώσεις και καταλήψεις. Σε αυτήν συμμετείχαν περίπου 10 έως 15 εκατομμύρια άνθρωποι τόσο στο Ανατολικό όσο και στο Δυτικό Πακιστάν.

Πρωταγωνιστές αρχικά ήταν οι φοιτητές που στηρίζονταν από τους εργάτ(ρι)ες και τα φτωχά λαϊκά στρώματα. Ο Αγιούμπ από τις πρώτες μέρες της εξέγερσης προχώρησε στην άμεση σύλληψη του Μπούτο, που έχαιρε εκτίμησης στον κόσμο της αντίστασης, αλλά αυτό οδήγησε στην ραγδαία άνοδο της δημοτικότητάς του και αναζωπύρωσε το κίνημα.

Στη συνέχεια μπήκε για τα καλά η εργατική τάξη στην αρένα: Από τη Ραβαλπίντι (Δ.Πακιστάν) έως τη Ντάκα (Αν.Πακιστάν, σήμερα Μπαγκλαντές), εξαπλώθηκαν γενικές απεργίες στα τέλη Νοέμβρη και αρχές Δεκεμβρίου, φοιτητές ενώνονταν με τους εργάτες και από κοινού συγκρούονταν με την αστυνομία. Μέσα σε μέρες η γενική απεργία εξαπλώθηκε σε όλο το Ανατ. Πακιστάν. Στη Ντάκα διαδηλωτές επιτέθηκαν σε κυβερνητικές εγκαταστάσεις και περικύκλωσαν τη Βουλή. Στο Καράτσι, τη Λαχόρη, τη Ραβαλπίντι, τη Τσιταγκόνγκ και αλλού επαναλήφθηκε η ίδια ιστορία.

Στο Καράτσι και στη Λαχόρη, ο Ιανουάριος ήταν μήνας μεγάλων φοιτητικών συγκεντρώσεων, απεργιών και συγκρούσεων. Εργάτες, φοιτητές και άνεργοι έκαψαν λεωφορεία, τραμ, αντλίες βενζίνης, πρατήρια πετρελαίου και κυβερνητικά γραφεία. Οι εργάτες εισέβαλαν σε τράπεζες, έβγαλαν χρηματοκιβώτια στους δρόμους και τα ανατίναξαν. Τον Φεβρουάριο, ο Αγιούμπ προσέφερε απεγνωσμένα παραχωρήσεις στο κίνημα, απελευθερώνοντας τον Μπούτο από τη φυλακή και αίροντας την κατάσταση έκτακτης ανάγκης – αλλά αυτά δεν οδήγησαν σε αναχαίτιση της εξέγερσης. Στις 14 Φεβρουαρίου πραγματοποιήθηκε γενική απεργία («χαρτάλ») σε πανεθνικό επίπεδο. Κατά τους μήνες Φεβρουάριο και Μάρτιο, ο Αγιούμπ συνέχισε να κάνει μεταρρυθμίσεις και παραχωρήσεις∙ αλλά αυτά δεν κάλμαραν τους εξεγερμένους. Άλλωστε όλους αυτούς τους μήνες η καταστολή ήταν βάρβαρη, μόνο στο Ανατ. Πακιστάν δολοφονήθηκαν σχεδόν δύο χιλιάδες άνθρωποι. Στο κίνημα του 1968-69 άρχισε να ακούγεται από αριστερές οργανώσεις το σύνθημα της Ανεξάρτητης Βεγγάλης. Τελικά ο Αγιούμπ κήρυξε στρατιωτικό νόμο και απαγόρευση κυκλοφορίας, διατάζοντας τον στρατό να καταστείλει τους εξεγερμένους, αλλά ο αρχηγός του στρατού, ο στρατηγός Μοχάμμαντ Γιαχία Χαν, αρνήθηκε: οι στρατιώτες είχαν ήδη αρνηθεί να πυροβολήσουν κατά των διαδηλώσεων∙ υπήρξαν ακόμη και μερικές φορές που οι στρατιώτες ενώθηκαν με τις μάζες και υπήρχε ο κίνδυνος να διαλυθεί ο ίδιος ο στρατός, το ύστατο δηλαδή στήριγμα του αστικού κράτους. Στις 25 Μαρτίου, ο Αγιούμπ Χαν παραιτήθηκε. Η χώρα οδηγήθηκε σε εκλογές τον Δεκέμβριο 1970 από τον Γιαχία.  Ο Μπούτο, αναδείχθηκε νικητής στη Δύση, συνδυάζοντας λαϊκισμό, σοσιαλιστική ρητορική, πακιστανικό εθνικισμό και συμμαχίες με τμήματα της αστικής τάξης και των γαιοκτημόνων. Στο Ανατ Πακιστάν, η Ένωση Αουάμι (AL, το κόμμα της Χασίνα) εκμεταλλεύτηκε το μαζικό κίνημα και με σύνθημα την αυτονομία του Ανατ. Πακιστάν κέρδισε 167 από τις 169 έδρες στη Βουλή. Ωστόσο η εξουσία δεν παραδόθηκε ποτέ στους νικητές των εκλογών στο Ανατ. Πακιστάν από τον Γιαχία, ενώ ούτε ο «σοσιαλιστής» Μπούτο αναγνώρισε το εκλογικό αποτέλεσμα. Αυτές οι εξελίξεις ενίσχυσαν το κίνημα αυτοδιάθεσης και στις 23/3/1971 η AL κήρυξε μονομερώς ανεξαρτησία του Μπαγκλαντές.

Στις 25 Μαρτίου 1971, ο πακιστανικός στρατός εισέβαλε στο Μπαγκλαντές, συνέλαβε τον Μουτζιμπούρ Ραχμάν, ηγέτη της AL και μπαμπά της Χασίνα, και μέχρι τις 16/12/1971 οδήγησε σε γενοκτονία των Βεγγαλέζων, με 3 εκατομμύρια νεκρούς και 200.000 γυναίκες βιασμένες. Ο πακιστανικός στρατός και οι ισλαμικές πολιτοφυλακές, στοχοποίησαν ιδιαίτερα την ινδουιστική μειονότητα (10% του πληθυσμού) στη Ντάκα και αλλού. Απέναντι στις θηριωδίες του Πακιστάν αναπτύχθηκε ηρωικό εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα.

Το κίνημα της ανεξαρτησίας όχι μόνο άντεχε, αλλά και ριζοσπαστικοποιούταν, εξαπλωνόταν και μετατοπιζόταν προς τα αριστερά, οπότε η Ινδία αποφάσισε να παρέμβει για να ανακόψει τη ριζοσπαστικοποίηση των Μπαγκλαντέζων, να αποδυναμώσει το Πακιστάν και να κατοχυρώσει ρόλο και λόγο στα εσωτερικά της νέας χώρας.

Στις 3 Δεκεμβρίου 1971, ο ινδικός στρατός σε συνεργασία με το μπαγκλαντέζικο κίνημα, οδήγησαν το Πακιστάν σε ήττα και το Μπαγκλαντές προέκυψε ως ανεξάρτητη χώρα. Το Πακιστάν αναγνώρισε το Μπαγκλαντές το 1974.

Η ήττα σήμαινε και το τέλος της διακυβέρνησης του Γιαχία Χαν στο (πρώην Δυτικό) Πακιστάν, ο οποίος παρέδωσε άμεσα την εξουσία στον Μπούτο (20/12/71).

Ο Ραχμάν απελευθερώθηκε από το Πακιστάν στις 8/1/1972 και ορκίστηκε πρώτος πρωθυπουργός του Μπαγκλαντές. Τα ινδικά στρατεύματα αποχώρησαν τις 12 Μαρτίου 1972, τρεις μήνες μετά τη λήξη του πολέμου. Έκτοτε η ινδική αστική τάξη παίζει σοβαρό ρόλο στην πολιτική και οικονομική ζωή του Μπαγκλαντές.

Αρχικά, η AL και ο Μουτζιμπούρ Ραχμάν, πιεζόμενοι και από τη ριζοσπαστικοποιημένη κομματική και κοινωνική βάση τους, υιοθέτησαν κι αυτοί το σύνθημα του σοσιαλισμού. Το νέο κράτος βαφτίστηκε «λαϊκή δημοκρατία» και το σύνταγμά του αναφερόταν στον σοσιαλισμό. Η AL υποσχέθηκε να εθνικοποιήσει όλες τις ντόπιες τράπεζες και ασφαλιστικές εταιρείες, τα εργοστάσια κλωστοϋφαντουργίας και ζάχαρης, καθώς και μεγάλα τμήματα του εξωτερικού εμπορίου ως πρώτο βήμα προς το σοσιαλισμό, ας πούμε δηλαδή μια παραλλαγή της «θεωρίας των σταδίων». Τελικά κι αναμενόμενα, η νέα κυβέρνηση δεν έκανε τίποτα από όσα έλεγε, ακολούθησε αστική και φιλοαμερικανική πολιτική, οι τιμές πολλαπλασιάστηκαν, ενώ οι μισθοί μειώθηκαν. Η AL άρχισε να αποδυναμώνεται και η Αριστερά κέρδιζε και πάλι έδαφος. Ο Ραχμάν γινόταν όλο και πιο αυταρχικός και πολιτοφυλακές της AL επιτίθεντο σε αριστερούς αγωνιστές. Τον Γενάρη του 1975 ανακήρυξε μονοκομματική διακυβέρνηση. Απαγόρευσε όλα τα άλλα πολιτικά κόμματα και την κυκλοφορία αντιπολιτευτικών εφημερίδων.

Αλλά ενώ ο Μουτζιμπούρ Ραχμάν κατέστειλε τις δυνάμεις στα αριστερά του, η Δεξιά τον έριξε με πραξικόπημα. Στις 15 Αυγούστου 1975, φιλοαμερικανοί αξιωματικοί δολοφόνησαν τον ίδιο και το μεγαλύτερο μέρος της οικογένειάς του, για να αναλάβει δικτάτορας ο στρατηγός Ζιαούρ Ραχμάν. Η αστική αντεπανάσταση ολοκληρώθηκε.

Σταλινική και μαοϊκή παράδοση: «μαρξισμός» στα λόγια, ταξικές συνεργασίες, θεωρία «σταδίων», σίγουρες και πετυχημένες συνταγές για ήττες του εργατικού κινήματος

Τα σταλινογενή κομμουνιστικά κόμματα απέτυχαν να ηγηθούν του μαζικού κινήματος ή να επωφεληθούν από τις εκλογές. Ένας λόγος γι’ αυτό ήταν ότι τόσο τα πιο δυναμικά τμήματα της Αριστεράς σε Βεγγάλη και Πακιστάν εμπνέονταν από την Κίνα του Μάο. Η κυβέρνηση (χούντα) του Αγιούμπ διατηρούσε φιλικές σχέσεις με την Κίνα ως αντίβαρο στον κοινό τους αντίπαλο, την Ινδία. Λόγω των … «αντιιμπεριαλιστικών χαρακτηριστικών» του Αγιούμπ, μεγάλο μέρος της μαοϊκής αριστεράς δεν αντιτάχθηκε στο καθεστώς του και απέφυγε να προβάλει αιτήματα που θα μπορούσαν να αποδυναμώσουν τη θέση του Πακιστάν σε σχέση με την Ινδία, συμπεριλαμβανομένης της αυτοδιάθεσης των Βεγγαλέζων.

Η δε ορθόδοξη σταλινική-ρωσόφιλη (μη μαοϊκή) αριστερά επικεντρώθηκε στην αποκατάσταση της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και έγινε δυσδιάκριτη από την AL ή τον Μπούτο σε Ανατολικό και Δυτικό Πακιστάν αντίστοιχα.

Το 1971, ενώ ο πακιστανικός στρατός διέπραττε θηριωδίες σε κλίμακα γενοκτονίας, το Πεκίνο παρέμεινε σιωπηλό. Στις 12 Απριλίου 1971, ο πακιστανικός Τύπος δημοσίευσε ένα μήνυμα του Κινέζου πρωθυπουργού Τσου Ενλάι που επαινούσε τη χούντα του Γιαχία για το «χρήσιμο έργο» της αλλά και τον χρηματοδότησε για να ενισχύσει τη σφαγή των Βεγγαλέζων. Τη σφαγή των Βεγγαλέζων υποστήριξαν και οι ΗΠΑ.

Μαοϊκοί εντός και εκτός Μπαγκλαντές κατήγγειλαν το κίνημα ανεξαρτησίας ως μια αντι-κινεζική συνωμοσία «Ινδών επεκτατιστών» με τη βοήθεια του «σοβιετικού (ρωσικού) σοσιαλιμπεριαλισμού». Κάποιες μαοϊκές δυνάμεις στο Μπαγκλαντές μέχρι και το 1976 αγωνίζονταν για την ενότητα Μπαγκλαντές και Πακιστάν σε συνεργασία με τον Μπούτο ενάντια στην AL. Άλλες μαοϊκές δυνάμεις ένωσαν τις δυνάμεις τους με την AL κι έγιναν ουρά του Ραχμάν. Συνοψίζοντας, η στάση του Πεκίνου έβλαψε σοβαρά το κίνημα.

Εντωμεταξύ ενώ ο Ραχμάν μετέτρεπε την κυβέρνησή του σε αντιδραστική δικτατορία προδίδοντας την επανάσταση και κατέστελλε αγωνιστές και μέχρι τη δολοφονία του εξακολούθησε να υποστηρίζεται από το ρωσόφιλο-σταλινικό Κομμουνιστικό Κόμμα.

Μια άλλη αριστερή δύναμη, το JSD, ιδρύθηκε από πρώην μέλη της AL, συνδέθηκε με τη ριζοσπαστικοποίηση των μαζών κι εκμεταλλεύτηκε την κρίση της σταλινικής και μαοϊκής αριστεράς για να μαζικοποιηθεί ραγδαία. Οι «ορθόδοξοι» σταλινομαοϊκοί το χαρακτήριζαν … τροτσκιστικό επειδή υποστήριζε (στα λόγια) τη σοσιαλιστική επανάσταση κόντρα στη σταλινική θεωρία των σταδίων. Στην πραγματικότητα ήταν μια δύναμη αριστερού εθνικισμού απαλλαγμένη από τις θεωρητικές αγκυλώσεις των «ορθόδοξων», αλλά με παρόμοια στρατηγική και αυταπάτες «σταδίων» και ταξικής συνεργασίας. Το JSD υποστήριξε τον αντεπαναστάτη στρατηγό Ζιαούρ στην προσπάθεια ανατροπής της AL. Στη συνέχεια αριστεροί στρατιωτικοί ανέτρεψαν τον Ζιαούρ, αλλά αντί να πάρουν την εξουσία, τον άφησαν ελεύθερο για να επιστρέψει στην εξουσία. Μετά την ανατροπή του Μουτζιμπάρ Ραχμάν ο Ζιαούρ επιτέθηκε στο JSD και καταδίκασε τον ηγέτη του JSD, τον Abu Taher, σε θάνατο. Στελέχη του JSD εξηγούσαν αργότερα γιατί έδωσαν την εξουσία στον Ζιαούρ αντί να την πάρουν οι ίδιοι, και πάλι εξαιτίας της εμπότισής τους με τη θεωρία των σταδίων: «Πιστεύαμε ότι δεν ήμασταν προετοιμασμένοι για την επανάσταση και ότι χρειαζόμασταν μια μεταβατική περίοδο με μια αντίστοιχη ‘κυβέρνηση Κερένσκι’, για την προετοιμασία και την πραγματοποίηση της επανάστασης».

Πολιτικό σκηνικό, κίνημα και Αριστερά από το 1975 μέχρι σήμερα

Τελικά ο Ζιαούρ δολοφονήθηκε και ο ίδιος σε μια άλλη απόπειρα πραξικοπήματος το 1981. Ο Ζιαούρ ήταν ιδρυτής και επικεφαλής του Εθνικιστικού Κόμματος Μπαγκλαντές (BNP), του ισλαμικού δεξιού κόμματος που ηγείτο μέχρι πρότινος της αντιπολίτευσης και σήμερα στηρίζει τη μετεξεγερσιακή «προσωρινή κυβέρνηση». Ο Ζιαούρ Ραχμάν αντικατέστησε την «κοσμικότητα» στο σύνταγμα με την «απόλυτη εμπιστοσύνη και πίστη στον παντοδύναμο Αλλάχ».

Ο διάδοχός του, ο στρατηγός Ερσάντ, ανέλαβε δικτάτορας και πάλι με πραξικόπημα και κυβέρνησε από το 1982 μέχρι το 1990, συμμορφωνόμενος με τις επιταγές του νεοφιλελευθερισμού και του ΔΝΤ και ιδιωτικοποιώντας δημόσιο πλούτο. Όπως και ο Ζιαούρ, ο Ερσάντ χρησιμοποίησε τις δεξιές-ισλαμιστικές θρησκευτικές δυνάμεις εναντίον της Αριστεράς, ενώ οργάνωνε τις επιθέσεις στον ινδουϊστικό πληθυσμό καλλιεργώντας το «διαίρει και βασίλευε». Ο Ερσάντ αντιμετώπισε κατά καιρούς φοιτητικές κινητοποιήσεις και γενικές απεργίες, τις οποίες αντιμετώπιζε με καταστολή και δολοφονίες διαδηλωτών.

Η πιο μεγάλη αντίδραση ξέσπασε με την εξέγερση των φοιτητών τον Οκτώβριο του 1990 που γενικεύτηκε με διαδηλώσεις δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων και γενικές απεργίες.

Το Μπαγκλαντές ακινητοποιήθηκε από μια τεράστια γενική απεργία όπου συμμετείχαν εργάτες, αγρότες, εργάτες γης, δικηγόροι, δάσκαλοι, γιατροί κλπ. Παρά τις θηριωδίες του καθεστώτος, δεκάδες χιλιάδες βγήκαν εναντίον του στρατού και ορκίστηκαν ότι δεν θα τα παρατήσουν μέχρι που ο Στρατηγός Ο Ερσάντ παραιτήθηκε τον Δεκέμβριο του 1990.

Από το 1990 AL και BNP εναλλάσσονται στην κυβέρνηση. Το BNP εξακολουθεί να έχει στενούς δεσμούς με τον στρατό και δεξιές ισλαμιστικές δυνάμεις, ενώ η AL εξακολουθεί να διεκδικεί τον μανδύα του κοσμικού εθνικισμού με βασικό στήριγμα την ινδική αστική τάξη. Η AL δεν είναι πραγματικά ούτε δημοκρατικό ούτε «κοσμικό» κόμμα και ενίοτε συμμαχεί με τους ισλαμιστές. Ο στρατός εξακολουθεί επίσης να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην πολιτική, ενώ διαθέτει σημαντική οικονομική δύναμη και δεκάδες εταιρείες.

Το κόμμα Τζαμάατ-Ε-Ισλάμι το 2001-2006 συγκυβερνούσε με το BNP κι έχει συμμαχικές σχέσεις μαζί του, πήρε στις εκλογές του 2008 λίγο κάτω από 5%, ενώ έκτοτε δεν έχει ξανακατέβει σε εκλογές είτε γιατί του απαγορευόταν είτε γιατί απείχε. Eιναι η 3η μεγαλύτερη πολιτική δύναμη, ένα ακροδεξιό ισλαμιστικό κόμμα με μεγάλη δυνατότητα κινητοποίησης, τάγματα εφόδου και τρομοκρατική δράση. Επιτίθεται και κατά καιρούς δολοφονεί ινδουϊστές, αγωνιστές, πολιτικούς αντιπάλους, δημοσιογράφους, «άθεους» κ.ά.

Ιδιαίτερα οι ινδουϊστές γίνονται από τη γέννηση του κράτους του Μπαγκλαντές στόχος των ισλαμιστικών δυνάμεων, οι οποίες πυρπολούν και βανδαλίζουν τα σπίτια και τις περιουσίες τους, βασανίζουν, τραυματίζουν και σκοτώνουν τους «αλλόθρησκους». Δρουν ατιμώρητα οι ινδουιστές ήταν απροστάτευτοι ακόμα και υπό την «κοσμική» κυβέρνηση Χασίνα, η οποία έκανε συχνά συμμαχίες και παραχωρήσεις προς τον ισλαμικό φονταμενταλισμό.

Αριστερά

Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’80, τα αριστερά κόμματα έχασαν μεγάλο μέρος της δύναμής τους. Κάποιες δυνάμεις στήριξαν τα καθεστώτα Ζιαούρ και Ερσάντ, ενώ το ρωσόφιλο Κομμουνιστικό Κόμμα συνέχισε να στηρίζει την AL.

Τα δύο μεγαλύτερα «αριστερά» και κοινοβουλευτικά κόμματα σήμερα – το Εργατικό Κόμμα (δηλώνουν Μαρξιστές) και το Jatiya Samajtantrik Dal (JASAD) (Δηλώνουν Σοσιαλδημοκράτες-«Δημοκράτες Σοσιαλιστές») είναι …σύμμαχοι με το κόμμα της Χασίνα. Υπάρχει επίσης η Αριστερή Δημοκρατική Συμμαχία (μέτωπο 10 οργανώσεων), το Κομμουνιστικό Κόμμα του Μπανγκλαντές και άλλες μικρές οργανώσεις, χωρίς ιδιαίτερη ισχύ κι επιρροή.

Αξιοσημείωτη είναι η αγροτική οργάνωση Bangladesh Krishok Federation, με δράση από το 1976 και 1,6 εκατομμύρια μέλη, που υπερασπίζεται τους ακτήμονες αγρότες και διεκδικεί αναδιανομή γης σε όλη τη χώρα. Οργάνωσε κινήματα καταλήψεων γης και παρά την καταστολή πέτυχε να έχουν διανεμηθεί μέχρι σήμερα 76600 στρέμματα σε πάνω από 100.000 ακτήμονες σε όλη τη χώρα. Η ίδια οργάνωση παλεύει για δικαιώματα γυναικών και LGBTQI, σε συνθήκες ουσιαστικά παρανομίας. Πλέον έχει σχέσεις με την τροτσκιστική τάση της 4ης Διεθνούς.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2: 

Μπαγκλαντεζοι εργατ(ρι)ες: ο ορισμός των «κολασμένων της γης» και ταξικά αδέρφια μας

Το Μπαγκλαντές, μια χώρα λίγο μεγαλύτερη από την Ελλάδα, αποτελεί την 2η μεγαλύτερη χώρα-παραγωγό κι εξαγωγέα ρούχων παγκοσμίως μετά την Κίνα. Με 170+ εκατ. κατοίκους αποτελεί μια από τις πιο πυκνοκατοικημένες χώρες στον κόσμο. Το 65% του πληθυσμού είναι κάτω από 35 ετών. Το 45% των εργαζομένων απασχολείται στον αγροτικό τομέα, στη βιομηχανία το 30%, ενώ στον τομέα των υπηρεσιών το 25%.

Στο Μπαγκλαντές πάνω από το 40% ζει σε συνθήκες απόλυτης φτώχειας (με λιγότερο από 1,25 δολάρια τη μέρα), κι εδώ σημειώνονται από τα υψηλότερα ποσοστά παιδικού υποσιτισμού διεθνώς. Λίγα χρόνια πριν το ΔΝΤ κατέτασσε το Μπαγκλαντές στις τριάντα φτωχότερες χώρες του κόσμου, ενώ η Παγκόσμια Τράπεζα επαινούσε τη χώρα για τους «ανταγωνιστικούς μισθούς» της.

Υπάρχει τεράστιος βαθμός υποαπασχόλησης, σωματικής και σεξουαλικής βίας σε βάρος των νέων εργαζομένων, καθώς και πολύ μεγάλο ποσοστό άστεγων εργαζομένων.

Η χώρα αποτελεί το παγκόσμιο εργασιακό κάτεργο του ιματισμού. 7.000 εργοστάσια ιματισμού απασχολούν πάνω από 12 εκατομμύρια εργαζομένους, το 90% αυτών γυναίκες, και μεγάλο ποσοστό αυτών ανήλικες (το 1996 τα παιδιά αποτελούσαν το 43% των εργαζομένων στον ιματισμό), αποφέροντας 38,4 δις δολάρια ετησίως για τα αφεντικά τους και το 85% των ετήσιων εσόδων της χώρας από εξαγωγές.

Πολλές πολυεθνικές ρούχων (όπως οι Marks and Spencer, H&M, Carrefour, Gap, Zara, Levis κ.ά.) διατηρούν συνεργασία με εργοστάσια στο Μπαγκλαντές, λόγω του χαμηλότατου εργασιακού κόστους, με τους εργοδότες να μην τηρούν στοιχειώδη εργατικά δικαιώματα, κανόνες υγιεινής και ασφάλειας, ενώ συχνά δένουν και τις εργάτριες με αλυσίδες, ώστε να δουλεύουν 12-16 ώρες συνεχόμενα χωρίς να εγκαταλείπουν το πόστο τους ούτε λεπτό.

Ο βασικός μηνιαίος μισθός είναι περίπου 70 ευρώ κι εξανεμίζεται περαιτέρω από την καλπάζουσα ακρίβεια, ενώ οι καπιταλιστές στην ένδυση δίνουν ακόμα λιγότερα και επιπλέον αρνούνται να δώσουν τις όποιες αυξήσεις ψηφίζει η κυβέρνηση, πιεζόμενη από άγριους απεργιακούς αγώνες, όπως έγινε στα τέλη του 2023 (όπου ο μισθός «ανέβηκε» νομικά στα 110 ευρώ, αλλά οι εργοδότες αρνήθηκαν να τον αυξήσουν). Στον ιματισμό αναφέρονται μισθοί ακόμα και ύψους … 37 ευρώ.

Οι εργαζόμενοι αδυνατούν να ζήσουν αξιοπρεπώς, υποσιτίζονται, ζουν κατά δεκάδες σε κοινά σπίτια, στοιβαγμένοι ο ένας στον άλλο όταν δεν είναι άστεγοι. Το Μπαγκλαντές είναι από τις χώρες με τα χειρότερα ποσοστά αναλφαβητισμού και παιδικής εργασίας.

Χιλιάδες εργαζόμενοι έχουν χάσει τη ζωή τους εξαιτίας της εγκληματικής αμέλειας των εργοδοτών σε σχέση με τους κανόνες ασφαλείας («εργατικά ατυχήματα»), ενώ στη χώρα ανθεί η εμπορεία ζωτικών οργάνων, αφού εργάτες μπαίνουν στον πειρασμό να πουλήσουν όργανά τους ώστε να εξασφαλισθούν τα ελάχιστα για την επιβίωση της οικογένειας.

Η εργατική τάξη διαθέτει πλούσια αγωνιστική παράδοση. Αν και η συνδικαλιστική δράση επί της ουσίας απαγορεύεται, ξεσπούν συχνά μεγάλοι απεργιακοί αγώνες κι εργατικές διαδηλώσεις, που πετυχαίνουν ενίοτε κάποιες νίκες, παρόλο που αντιμετωπίζονται πάντα με σκληρή καταστολή, που καταλήγει μέχρι και σε δολοφονίες αγωνιζόμενων εργαζομένων.

Αυτές οι συνθήκες ωθούν τους εργάτες και τις εργάτριες σε μετανάστευση. Μεγάλο ποσοστό των γυναικών αναγκάζεται να μεταναστεύσει σε γειτονικές χώρες για να εργαστούν ως οικιακές βοηθοί, υφιστάμενες συχνά σεξουαλικά βασανιστήρια από τους «αφέντες» τους. Επιπλέον η Μπαγκλαντεσιανή κυβέρνηση ενθαρρύνει συνειδητά τη μετανάστευση στο εξωτερικό, καθώς η οικονομία ενισχύεται σημαντικά από τα εμβάσματά τους.

Προς τη μετανάστευση οδηγεί και ο κλιματικός παράγοντας. Το Μπαγκλαντές είναι μία χώρα εκτεθειμένη σε ακραία καιρικά φαινόμενα (κυκλώνες, καταιγίδες, άνοδο της στάθμης της θάλασσας, ξηρασίες και πλημμύρες, μουσώνες και καύσωνες), φαινόμενα που επιτάθηκαν κατά πολύ με την παγκόσμια περιβαλλοντική καταστροφή που συντελείται τις τελευταίες δεκαετίες. Κάθε χρόνο, περίπου το 20% της χώρας βυθίζεται σε νερό. Από τις πλημμύρες πλήττονται εκατομμύρια άνθρωποι, που –όταν δεν πνίγονται- για μέρες ζουν χωρίς σπίτι, φαΐ, πόσιμο νερό, ρεύμα και πολλοί πεθαίνουν από ασθένειες. Η κλιματική αλλαγή προβλέπεται ότι θα δηλητηριάσει ακόμα περισσότερο τα ήδη επιβαρυμένα υπόγεια ύδατα και το πόσιμο νερό της χώρας. Καθεστωτικές εκτιμήσεις προ δεκαετίας εκτιμούσαν ότι η «κλιματική αλλαγή» μπορεί να εκτοπίσει περισσότερα από 30 εκατομμύρια άτομα έως το 2050. Οι πλούσιες βιομηχανικές χώρες ευθύνονται κυρίως για την κλιματική αλλαγή, αλλά ο λαός του Μπαγκλαντές είναι από αυτούς που πληρώνουν δυσανάλογα το τίμημα.

Έτσι η χώρα αποτελεί μία από τις χώρες με τον μεγαλύτερο αριθμό μεταναστών προς την Ευρώπη. Στην Ελλάδα η κυβέρνηση Μητσοτάκη προωθεί τα τελευταία χρόνια διμερείς συμφωνίες με το Μπαγκλαντές για μετανάστευση χιλιάδων εποχιακών εργατών, που θα εργάζονται χωρίς δικαιώματα σε άθλιες εργασιακές συνθήκες, με σκοπό να ταΐζουν τα αφεντικά, το κράτος και τα ταμεία στην Ελλάδα, αλλά να μην δικαιούνται σύνταξη και μόνιμη και οικογενειακή εγκατάσταση. Ήδη εργάζονται ως σκλάβοι στις «Μανωλάδες», για μεροκάματα πείνας, ζώντας σε καλύβες και χαρτόκουτα και ενίοτε τρώνε σφαίρες από τα αφεντικά και τους μπράβους τους.

Οι Μπαγκλαντέζοι εργάτ(ρι)ες λοιπόν είναι από τα πιο χτυπημένα κομμάτια της διεθνούς εργατικής τάξης, υποφέρουν στη χώρα τους αλλά και στη χώρα μας και αξίζουν την αλληλεγγύη και τον σεβασμό μας. Όσα αναφέρθηκαν ξεκαθαρίζουν ότι διεθνιστική αλληλεγγύη, αντιρατσιστικός αγώνας και ταξική πάλη πηγαίνουν μαζί, ότι η ελληνική Αριστερά οφείλει κατά προτεραιότητα οργανώσει τον κοινό αγώνα ντόπιων και μεταναστών, ενώ οι Έλληνες εργαζόμενοι-ες έχουν να παραδειγματιστούν από τη μαχητικότητα των Μπαγκλαντέζων «αδερφών» τους.




Ευρωεκλογές 2024: Αποδοκιμασία και αμφισβήτηση μέσω της αποχής

Του Στέλιου Φαζάκη

Το ότι οι ευρωεκλογές της 9ης Ιούνη θα έφερναν “περίεργα” αποτελέσµατα είχε φανεί από αρκετό καιρό πριν. Τα κόµµατα εξουσίας έβλεπαν ότι θα υπάρχει µεγάλη αποχή ψηφοφόρων και δεν υπήρχαν περιθώρια για διευρυµένες νίκες και θριαµβολογίες. Γι’ αυτό είχαν βάλει εξαρχής χαµηλά τον πήχη των επιδόσεων τους. Παρ΄όλα αυτά η αποχή ήταν πανευρωπαϊκά πολύ µεγαλύτερη από την αναµενόµενη και στην Ελλάδα έφτασε σχεδόν στο 60%!

Εκλογική απεργία;

Τα αποτελέσµατα των ευρωεκλοΤα αποτελέσµατα των ευρωεκλογών σε κάθε περίπτωση εκφράζουν την ευαρέσκεια ή την δυσαρέσκεια των εκλογέων απέναντι στην κυβερνητική πολιτική που ασκείται σε κάθε χώρα ξεχωριστά. Η περίφηµη “προεκλογική ατζέντα” έχουµε συνηθίσει να αφορά τα εγχώρια θέµατα και ελάχιστα τις πολιτικές εξελίξεις και την πορεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στην Ελλάδα, πολύ χαρακτηριστικά, η αντιπαράθεση των τελευταίων εβδοµάδων, πριν τις εκλογές, επικεντρώθηκε από τη Ν.∆ και τον ΣΥΡΙΖΑ στη δήλωση “πόθεν έσχες” του Κασσελάκη, αποκαλύπτοντας για άλλη µια φορά τον κυνισµό αυτών που διεκδικούν την µαζική ψήφο του εκλογικού σώµατος. Αντίθετα, η ακρίβεια, η υποχώρηση του κράτους πρόνοιας, η έλλειψη δικαιοσύνης, η διεύρυνση των ανισοτήτων κλ.π. είναι οι πραγµατικές και σηµαντικές αιτίες που οδήγησαν ένα τεράστιο κοµµάτι των ψηφοφόρων στην αποχή.

Όµως η αποχή δεν ήταν µόνο ελληνικό φαινόµενο. Στην Κροατία π.χ. έφτασε το 80%, στην Ολλανδία το 53% και στην Κύπρο το 50%.

Η παρόµοια εικόνα σε Ελλάδα και άλλες χώρες δείχνει πόσο κοινά και φλέγοντα είναι τα προβλήµατα για όλους τους λαούς της Ευρώπης. Παρά τις όποιες “εθνικές” παραλλαγές και εξαιρέσεις, όσο κι αν προσπαθούν οι κυβερνήσεις να αποµακρύνουν τους πολίτες τους από την πληροφόρηση για ό,τι συµβαίνει στα ευρωπαϊκά κέντρα αποφάσεων, οι επιπτώσεις της “ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης” που µοιάζει όλο και περισσότερο µε ολοκληρωτισµό και όχι “σπίτι των λαών”, έρχονται και συναντούν την καθηµερινότητα των λαών, χειροτερεύοντας, αντί να βελτιώνουν τις συνθήκες διαβίωσης. Η Ε.Ε. βρίσκεται µόνιµα και επιδεινούµενα σε κρίση, οικονοµική, πολιτική, ταυτοτική, ενώ προστίθενται και τα προβλήµατα από την στρατιωτική εµπλοκή της στους ιµπεριαλιστικούς ανταγωνισµούς ΗΠΑ-Ρωσίας-Κίνας, αλλά από µειονεκτική θέση.

Η αποχή των Ευρωπαίων είναι σε µεγάλο βαθµό συνειδητή επιλογή αποδοκιµασίας και αγανάκτησης για τις ελίτ, στις χώρες τους και στην Ε.Ε. Ένα µεγάλο κύµα αµφισβήτησης που µε ορολογία …ξεχασµένων εποχών και αιτηµάτων θα µπορούσε να χαρακτηριστεί “εκλογική απεργία”. Τα επιχειρήµατα των ανθρώπων που δεν πήγαν να ψηφίσουν είναι ακριβώς έτσι: “ δεν νοµιµοποιώ τη διαδικασία και την εξουσία σας. Όλο αυτό γίνεται για να εξυπηρετήσετε συγκεκριµένα συµφέροντα και σε καµία περίπτωση το καλό των Ευρωπαίων πολιτών”. Αν ονοµάζαµε λοιπόν την αποχή “εκλογική απεργία”, θα µπορούσαµε να ισχυριστούµε ότι ήταν πολύ πετυχηµένη µε δυναµική …”αυτοδυναµίας”. Αυτό που έλειπε ήταν το πολιτικό υποκείµενο και η οργάνωση. Καµιά πολιτική δύναµη δεν µπορεί να διεκδικήσει ότι εκφράζει την αποχή. Θα µπορούσε να είναι το αποτέλεσµα ενός µαζικού αγώνα και καλέσµατος της Αριστεράς ή της Αναρχίας, όµως δεν υπήρχε κάτι τέτοιο. Είναι ακριβώς αυτό που λέγεται: η Αριστερά θα πρέπει να ξαναµάθει να ακούει τον κόσµο που καλείται να εκφράσει. ∆ε µπορεί να µη δίνει το ταξικό πρόσηµο σε µια τέτοια τεράστια, εκκωφαντική αποχή.

Η άνοδος της άκρας δεξιάς

Πάντα είχαν την ευχέρεια οι ακροδεξιοί να αλλάζουν όσα λένε κατά καιρούς για να γίνουν αρεστοί σε µεγαλύτερα ακροατήρια, χρησιµοποιώντας έναν υπεραπλουστευτικό λόγο, δηµιουργία “εσωτερικών εχθρών”, οχύρωση πίσω από “εθνικά ιδεώδη” και “εθνικούς κινδύνους”. Εύκολες λύσεις µε βίαιη δράση ενάντια σε ευάλωτες οµάδες, αλλά πάντοτε προσαρµοσµένοι στο σύστηµα και όχι σε ρήξη µαζί του.

Σε µια περίοδο που ο πόλεµος βρίσκεται δίπλα µας και υπάρχει η απειλή µιας γενικευµένης παγκόσµιας ανάφλεξης, για την άκρα δεξιά ήταν ακόµα πιο εύφορο το έδαφος για να απευθυνθεί σε µεγαλύτερα ακροατήρια. Μπορούµε να σκεφτούµε ότι αυτοί που πείστηκαν από την “αντισυστηµική” ακροδεξιά πήγαν και ψήφισαν, ενώ η αποχή αφορά την πολύ µεγάλη µάζα που είναι οργισµένη, απογοητευµένη, προοδευτική σε µεγάλο βαθµό, αλλά δεν “ψήνεται” από κανέναν. Η ήττα των συστηµικών δεξιών και κεντρώων κοµµάτων σε όλη την Ευρώπη τονίζει ακόµα περισσότερο τις νίκες της άκρας δεξιάς, που σε µερικές περιπτώσεις µοιάζει σαρωτική, όπως στη Γαλλία, όπου ο Μακρόν καταποντίστηκε και κήρυξε εκλογές, ενώ η Λεπέν είναι πλέον το φαβορί. Παροµοίως, στην Ελλάδα η «Ελληνική Λύση» φάνηκε το µόνο κόµµα που κατάφερε να “εισπράξει” τις απώλειες των µεγάλων κοµµάτων. Την άνοδο της άκρας δεξιάς σε όλη την Ευρώπη θα την βρούµε µπροστά µας µε σοβαρές επιπτώσεις, όπως βλέπουµε στη Γερµανία (AfD), στην Ισπανία (VOX) κλ.π. Στο Ευρωκοινοβούλιο, όπως αναµενόταν η άκρα δεξιά θα είναι ενισχυµένη: 3η οµάδα µε 83 έδρες το ECR (Eυρωπαίοι Συντηρητικοί και Μεταρρυθµιστές) και 5η οµάδα το ID (Ταυτότητα και ∆ηµοκρατία) µε 58 έδρες. Οι παραπάνω ενδέχεται να συνεργαστούν ή και να ενωθούν, ενώ και το δεξιό Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόµµα διατηρεί “γραµµή επικοινωνίας” µαζί τους.

Η Αριστερά

Τόσο στην Ελλάδα, όσο και στην Ευρώπη συνολικά, η Αριστερά συνεχίζει να χρεώνεται τις ήττες και τις συνθηκολογήσεις της ρεφορµιστικής κεντροαριστεράς, που “δανείζεται” πάντα αριστερή ρητορική και εξαργυρώνει τον ενθουσιασµό για αλλαγή, καταλήγοντας να εξυπηρετεί στο τέλος τα συµφέροντα των αστών. Υπάρχουν σε διάφορες χώρες της Ε.Ε. κεντροαριστερά κόµµατα που είχαν κάποια βελτίωση στα ποσοστά τους, όµως εκ των προτέρων είναι γνωστό ότι θα ενσωµατωθούν στο κυρίαρχο νεοφιλελεύθερο και αντιλαϊκό ρεύµα της Ε.Ε. Στην Ελλάδα, σε αυτή την πορεία βρίσκεται εδώ και χρόνια το ΠΑΣΟΚ, ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και η Νέα Αριστερά και η Πλεύση Ελευθερίας. 

Το ΚΚΕ στις εκλογές διατήρησε τη δύναµη του, αλλά παραµένει εξαιρετικά συντηρητικό για να περιµένει κανείς να πρωτοστατήσει κάποτε σε µια “ταξική αντεπίθεση”. 

Η εξωκοινοβουλευτική αντικαπιταλιστική Αριστερά παραµένει καθηλωµένη, εκλογικά τουλάχιστον. Ο µεγάλος κύκλος των µνηµονίων, του ΣΥΡΙΖΑ και της ήττας έχει κλείσει. Είναι ανάγκη να γίνει πολλή δουλειά µε ειλικρίνεια, συστράτευση, µεθοδικότητα και προσοχή για να αποφευχθούν νέες απογοητεύσεις και να ξαναρχίσουν να υπάρχουν θετικά αποτελέσµατα.




H μάχη για το Σουδάν

του Khalid Mustafa Medani
μετάφραση Λένα Κοκκίνη

Στις 15 Απρίλη του 2023, η συμμαχία μεταξύ του στρατηγού Abdelfatih Burdan του σουδανικού στρατού (Sudanese Armed Forces SAF) και του Muhammad Hamdan Dugalo (“Hemedti”) του αρχηγό ενός άλλου τμήματος του στρατού, του Rapid Support Forces (RSF), κατέρρευσε βυθίζοντας τη χώρα σε έναν άνευ προηγουμένου πόλεμο.
Ο πόλεμος ξεκίνησε αρχικά γύρω από την πρωτεύουσα Χαρτούμ, αλλά γρήγορα εξαπλώθηκε και σε άλλα σημεία του Σουδάν, που περιλαμβάνουν το Νταρφούρ, το Πορτ Σουδάν και από το Δεκέμβρη του 2023 και την ειρηνική πολιτεία του Gezira, την κεντρική αγροτική περιοχή της χώρας, στο σημείο που συναντώνται ο μπλε και ο λευκός Νείλος ποταμός.
Η φύση του πολέμου που περιλαμβάνει και τις αγροτικές και τις αστικές περιοχές και η κλιμάκωση του, οδήγησε σε σοβαρή ανθρωπιστική κρίση. Γύρω στα εννέα εκατ. Σουδανοί έφυγαν, το ένα εκατ. έξω από τα σύνορα της χώρας. Το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων αναφέρει εθνικές εκκαθαρίσεις στην Χαρτούμ και το Νταρφούρ και την στοχοποίηση χιλιάδων πολιτών και χωριών. Η κρίση συνοδεύεται από ανασφάλεια στην εύρεση τροφής, επηρεάζοντας γύρω στο 60% του πληθυσμού, καθώς οι μάχες εμποδίζουν την αγροτική παραγωγή σε μεγάλος μέρος της χώρας. To Παγκόσμιο Πρόγραμμα Επισιτισμού (World Food Program) πρόσφατα προειδοποίησε ότι η χώρα αντιμετωπίζει την μεγαλύτερη παγκόσμια κρίση πείνας, στα όρια του λιμού.

H οικονομική κρίση και οι ρίζες της λαϊκής διαμαρτυρίας
Κατά ένα μεγάλο μέρος ο πόλεμος στο Σουδάν είναι άμεσο αποτέλεσμα της απόλυτης δύναμης και κλιμάκωσης των κοινωνικών, τοπικών και εθνικών διαιρέσεων από την έναρξη της “επανάστασης” το 2018. Ένας από τους κύριους παράγοντες πίσω από τις λαϊκές διαμαρτυρίες που ανέτρεψαν το αυταρχικό καθεστώς του Omar Al Bashir ήταν η απόσχιση του Νότιου Σουδάν στις 9 Ιουλίου του 2011. Μετά από περισσότερο από μία δεκαετία σχετικής οικονομικής ανάπτυξης , η απόσχιση του Ν.Σουδάν έκοψε τα περισσότερα έσοδα από το πετρέλαιο, αφού τα 2/3 των πετρελαϊκών πηγών του Σουδάν είναι στο Νότο, οδηγώντας στο βάθεμα της οικονομικής κρίσης. Ανάμεσα στο 2000 και το 2009, το πετρέλαιο αναλογούσε στο 86% των εσόδων από τις εξαγωγές. Η απόσχιση του Νότου οδήγησε στην απώλεια του 75% των πετρελαϊκών εσόδων του Χαρτούμ.
Η απουσία των πετρελαϊκών εσόδων διέβρωσε την υποστήριξη των δικτύων του πρώην καθεστώτος, δυναμώνοντας τις αντιπαλότητες ανάμεσα στην ηγεσία του κυβερνώντος κόμματος του Εθνικού Κογκρέσου του Al Bashir. Επίσης εκτράχυνε τις κοινωνικές και οικονομικές αδικίες σε ένα μεγάλο φάσμα της σουδανέζικης κοινωνίας, τόσο στις αστικές όσο και στις αγροτικές περιοχές, βάζοντας το υπόβαθρο για την λαϊκή εξέγερση τον Δεκέμβρη του 2018.
Oι διαμαρτυρίες ξεκίνησαν από την εργατική πόλη Atbara στην πολιτεία του ποταμού Νείλου, περίπου 200 μίλια βόρεια του Χαρτούμ, καθοδηγούμενη από μαθητές γυμνασίων, που γρήγορα ενώθηκαν με χιλιάδες κατοίκους της πόλης.
Η αρχική σπίθα ήταν ο τριπλασιασμός της τιμής του ψωμιού. Αλλά στις περιφέρειες όπου ξεκίνησε η εξέγερση, οι οικονομικές αδικίες είχαν προηγηθεί της απώλειας των κρατικών εσόδων από το πετρέλαιο. Κατά την περίοδο της πετρελαϊκής οικονομικής άνθησης, παρόλο που η επίσημη οικονομία του Σουδάν εξαπλωνόταν, τα οφέλη ήταν μοιρασμένα άνισα. Η κατανομή των υπηρεσιών, η απασχόληση και τα έργα υποδομής παρέμειναν συγκεντρωμένα στην πολιτεία του Χαρτούμ και ήταν σχεδιασμένα να ξεγελούν τις αστικές εκλογικές περιφέρειες. Όπως σημείωσε μια μελέτη, κατά τη διάρκεια δύο δεκαετιών πριν από την επανάσταση, περίπου πέντε μεγάλα έργα στο κεντρικό τρίγωνο του βορρά, αναλογούσαν στο 60% των κεφαλαίων ανάπτυξης.
Κατά την διάρκεια της πετρελαϊκής οικονομικής άνθησης, παρόλο που η επίσημη οικονομία του Σουδάν αναπτυσσόταν, τα οφέλη ήταν άνισα μοιρασμένα. Καθώς από το 2009 (μια δεκαετία πριν την εξέγερση) η επίπτωση της φτώχειας στον αγροτικό πληθυσμό ήταν 58%,συγκρινόμενο με το 26% στον αστικό πληθυσμό. Επιπλέον οι αριθμοί της περιόδου δείχνουν ότι τα επίπεδα φτώχειας ήταν πολύ υψηλότερα στο Νταρφούρ και στα ανατολικά, παρά στο Χαρτούμ και τις κεντρικές πολιτείες. Η ανισότητα στις περιοχές και ανάμεσα στο κέντρο και τις περιφέρειες της χώρας εξηγούν μερικώς γιατί οι αρχικές διαμαρτυρίες που οδήγησαν στην λαϊκή εξέγερση το 2018, ξέσπασαν για πρώτη φορά στην ιστορία του Σουδάν στην περιφέρεια της χώρας, παρά στην πρωτεύουσα.
Σε ελάχιστες μέρες, όμως, αντικυβερνητικές διαδηλώσεις εξαπλώθηκαν σε ένα ευρύ φάσμα από μικρές και μεγάλες πόλεις σε ολόκληρη την βόρεια περιοχή και στην πρωτεύουσα, το Χαρτούμ. Οι διαδηλωτές φώναζαν συνθήματα όπως το πολύ γνωστό στις αραβικές εξεγέρσεις: al-sha’ab yurid isqat al-Nizam, “ο λαός θέλει να πέσει το καθεστώς”
Nέα δίκτυα λαϊκής κινητοποίησης
Ακολουθώντας τις πόλεις της περιφέρειας, οι διαδηλώσεις ξεκίνησαν στο Χαρτούμ σαν διαμαρτυρίες ενάντια σε μια βαθιά οικονομική κρίση, συνδεδεμένες με την αύξηση του ψωμιού και των καυσίμων και με μια σοβαρή κρίση ρευστότητας. Αλλά τα αιτήματα τους γρήγορα εξελίχτηκαν σε κάλεσμα για να διώξουν τον Al Bashir. Στο διάστημα πριν την επανάσταση, οι νεαροί ηγέτες συνδέθηκαν με τα συνδικάτα των γιατρών, φαρμακοποιών, δικηγόρων και καθηγητών μέσης εκπαίδευσης. Η Σουδανική Επαγγελματική Ένωση (SPA), ένα δίκτυο από παράλληλα (ή ανεπίσημα) συνδικάτα εμπορίου και επαγγελματικά αποτελούμενα από γιατρούς, μηχανικούς, δικηγόρους κ.α. πήραν την ηγεσία στην οργάνωση και τον προγραμματισμό των διαμαρτυριών. Στα τέλη του Δεκέμβρη του 2018 κάλεσαν σε πορεία στην βουλή στο Χαρτούμ, ζητώντας από την κυβέρνηση αύξηση στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων και νομιμοποίηση των ανεπίσημων συνδικάτων. Μετά από χρήση βίας από τις δυνάμεις ασφάλειας ενάντια σε ειρηνικούς διαδηλωτές, τα αιτήματα τους κλιμακώθηκαν σε κάλεσμα για την απομάκρυνση του κυβερνώντος κόμματος Εθνικού Κογκρέσου (NCP), την δομική μετατροπή της διακυβέρνησης στο Σουδάν και στη μετάβαση στην δημοκρατία.
Τα αιτήματα τους ηχούσαν αυτά των προηγούμενων λαϊκών διαμαρτυριών, που περιλαμβάνουν αυτές του 2011, του 2012 και του 2013. Αλλά οι διαμαρτυρίες το 2018-19 ήταν χωρίς προηγούμενο, όσον αφορά το γεωγραφικό τους μήκος και εύρος. Επίσης ακολούθησαν μια αξιοσημείωτη, καινούργια, νεωτεριστική και συνεχή διαδικασία. Οι διαδηλωτές έμαθαν από τα λάθη των προηγούμενων διαμαρτυριών, οι οποίες ήταν πολύ κεντρικοποιημένες, περισσότερο περιορισμένες στη μέση σουδανέζικη τάξη και με έλλειψη στρατηγικής για να αντιμετωπίσουν τις απανταχού παρούσες δυνάμεις ασφαλείας.
Καθοδηγούμενες από το SPA και οργανωμένες στο δρόμο από νεολαιίστικες επιτροπές αντίστασης στις γειτονιές (NRC), oι διαδηλώσεις ήταν συντονισμένες, προγραμματισμένες και ουσιαστικά σχεδιασμένες να δίνουν έμφαση στην βιωσιμότητα παρά στους σκέτους αριθμούς. Οι διαμαρτυρίες ήταν επίσης εξαπλωμένες μέσα στην μεσαία τάξη, εργατική τάξη και φτωχογειτονιές και υπήρχε συντονισμός με διαδηλωτές από περιοχές απομακρυσμένες από το Χαρτούμ, περιλαμβάνοντας τις πολιτείες της Ερυθράς Θάλασσας, στην ανατολή και στο Νταρφούρ, στην μακρινή δύση της χώρας.
Πέρα από την τοπική κλίμακα, οι διαδηλωτές ξεχώριζαν επίσης από άνευ προηγουμένου επίπεδα αλληλεγγύης μέσα στις ταξικές και εθνικές γραμμές. Νεαροί ακτιβιστές και μέλη επαγγελματικών ενώσεων, όχι μόνο προκάλεσαν την πολιτική συζήτηση του ισλαμικού κράτους αλλά έπαιξαν κι έναν σημαντικό ρόλο στο να πετύχουν διαταξικές συμμαχίες στο περιεχόμενο αυτών των διαδηλώσεων. Τα συνθήματα που χρησιμοποιούσαν σχεδιάστηκαν για να αντηχήσουν και να κινητοποιήσουν την υποστήριξη πέρα από εθνικές, φυλετικές και τοπικές διαιρέσεις.
Κατά την διάρκεια των εξάμηνων διαμαρτυριών, απεργίες, στάσεις εργασίας και καθιστικές διαμαρτυρίες διοργανώθηκαν, όχι μόνο στις φοιτητικές εστίες και τα σχολεία, αλλά και ανάμεσα στους εργαζομένους στον ιδιωτικό και τον δημόσιο τομέα. Ανάμεσα στα πιο σημαντικά παραδείγματα ήταν οι απεργίες των εργατών του Port Sudan (λιμάνι) στην Ερυθρά Θάλασσα, απαιτώντας την ακύρωση της πώλησης του νότιου λιμανιού μια ξένη εταιρεία και αρκετές στάσεις εργασίας και διαμαρτυρίες από τους εργαζόμενους των πιο σημαντικών τραπεζών, παρόχων τηλεπικοινωνιών και άλλων ιδιωτικών εταιρειών.
Ενώ πολλοί επικεντρώθηκαν σωστά στον κεντρικό ρόλο των διαδηλωτών στον δρόμο, οι επιτροπές και το SPA, τα σουδανέζικα κόμματα της αντιπολίτευσης έπαιξαν επίσης ρόλο: όχι μόνο οργανώνοντας διαμαρτυρίες, αλλά και παρέχοντας θεωρητική υποστήριξη στα αιτήματα των διαμαρτυριών. Τα πολιτικά κόμματα καθοδήγησαν τον σχεδιασμό της “Διακήρυξης της Ελευθερίας και Αλλαγής” τον Ιανουάριο του 2019, στο αποκορύφωμα των διαμαρτυριών. Μαζί με το SPA οι συνασπισμοί των πιο σημαντικών πολιτικών του Σουδάν, πιο σημαντικές οι Εθνικές Δυνάμεις Συναίνεσης και η Φωνή του Σουδάν (Nida Al-Sudan), oδήγησαν στον σχηματισμό ενός ευρέως δικτύου αντιπολίτευσης, το οποίο ενώθηκε κάτω από την σημαία των Δυνάμεων Ελευθερίας και Αλλαγής (FFC). To FFC ήταν πρωταρχικό υπεύθυνο για τον συντονισμό ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις, συμπεριλαμβάνοντας εκείνους που δουλεύουν στον ανεπίσημο τομέα..
Στην πραγματικότητα το FFC έκανε να ενδιαφερθούν, όχι μόνο νεολαιίστικες ενώσεις της μεσαίας τάξης, αλλά και ομάδες, ανεπίσημα οργανωμένες επιτροπές αντίστασης στις γειτονιές – κάποιες από τις οποίες αντιπροσώπευαν τις φτωχότερες αστικές περιοχές. Αυτές οι NRC είχαν τις ρίζες τους στην αστική ανυπακοή ενάντια στον Al-Bashir και χρησίμευσαν σαν εργάτες – στρατιώτες των διαδηλώσεων. Πήραν την ηγεσία στο να ανακατευθύνουν τους διαδηλωτές μακριά από τις Δυνάμεις Ασφαλείας κι έπαιξαν κεντρικό ρόλο. Κράτησαν τις διαμαρτυρίες παρά τη βαναυσότητα των Δυνάμεων Ασφαλείας και των παραστρατιωτικών που προσπάθησαν να καταστείλουν την εξέγερση.
H σχετική δύναμη και η αρχική νομιμότητα των κύριων αντιπολιτευτικών κομμάτων και ο συντονισμός τους με τους διαδηλωτές στο δρόμο και τις ανεπίσημες ενώσεις έπαιξαν τον κυριότερο ρόλο στο να κρατάνε τις διαμαρτυρίες που έδιωξαν το Al-Bashir. Ακολουθώντας την επανάσταση, οι επιτροπές αντίστασης θα αναλάμβαναν έναν πιο άμεσο πολιτικό ρόλο, δουλεύοντας για να κτίσουν την συναίνεση του απλού λαού γύρω από ένα σχέδιο με μια νόμιμη και με λαϊκή βάση μετάβαση σε δημοκρατία των πολιτών, σε συμφωνία με τους στόχους της επανάστασης.
Αντεπαναστατική βία
Μετά την πτώση του Omar Al-Bashir τον Απρίλη του 2019, όμως, το Σουδάν παρέμεινε ένα απόλυτα υβριδικό, αυταρχικό καθεστώς. Αρχικά ο Al-Bashir αντικαταστάθηκε από μια στρατιωτική χούντα στην μορφή του Μεταβατικού Στρατιωτικού Συμβουλίου (TMC). Στο TMC ηγούνταν ο στρατηγός Burham του σουδανέζικου στρατού (SAF) και ο αναπληρωτής αρχηγός ήταν ο Dagalo, ο διοικητής του RFS. Σε απάντηση στην ανάληψη της εξουσίας από τον στρατό, οι διαμαρτυρίες συνεχίστηκαν απαιτώντας τη μετάβαση στην πολιτική εξουσία.
Στις 3 Ιουνίου 2019, οι δυνάμεις ασφαλείας του TMC, που περιλάμβαναν την RFS πολιτοφυλακή, διέλυσαν βίαια μία καθιστική διαμαρτυρία, σκοτώνοντας εκατοντάδες και τραυματίζοντας χιλιάδες. Το γεγονός αυτό έγινε γνωστό ως η Σφαγή του Χαρτούμ.
Η πολιτική ηγεσία που αντιπροσωπευόταν από το FFC, τελικά συμφώνησε με τον στρατό τον Ιούλιο. Μέχρι τον Αύγουστο του 2019 τα κόμματα είχαν υπογράψει μια προσχηματική συμφωνίας μοιράσματος της εξουσίας στην μορφή ενός συνταγματικού καταστατικού χάρτη και το FFC τοποθέτησε τον Abdalla Hamdok για πρωθυπουργό. Αυτό το καταστατικό τροποποιήθηκε με την συμφωνία Juba του 2020 που υπογράφτηκε ανάμεσα στην μεταβατική κυβέρνηση και αρκετές αντιπολιτευτικές ομάδες.
Η μεταβατική κυβέρνηση, όμως, δεν εγκαθίδρυσε ποτέ ένα ξεκάθαρο διαχωρισμό των τομέων. Πλέον του καταστατικού, ο στρατός διατήρησε το δικαίωμα να απορρίπτει οποιαδήποτε θέματα που έθεταν οι πολιτικοί ηγέτες στον συνασπισμό.
Επιπλέον είχαν αμνηστία από την έρευνα των προηγούμενων εγκλημάτων (που περιλάμβανε και τη Σφαγή του Χαρτούμ), είχαν δικαίωμα βέτο ενάντια στον διορισμό κρατικών λειτουργών, όπως του Προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου και του Γενικού Εισαγγελέα.
Η μεταναστική κυβέρνηση έτσι λειτουργούσε με μια σημαντική ανισορροπία ανάμεσα στην εξουσία του στρατού και της πολιτικής ηγεσίας.
Από την πλευρά τους, οι επιτροπές αντίστασης στις γειτονιές και το γενικό κίνημα διαμαρτυρίας συνέχισαν (και το κάνουν ακόμα και τώρα) να πιέζουν για πέντε βασικές προτεραιότητες. Η πρώτη είναι η μετάβαση σε πολιτικό καθεστώς, που βασίζεται στην απόρριψη άλλης συνεργασίας με στρατιωτικούς (σκιαγραφημένο από τα “Τρία Όχι” – όχι διαπραγματεύσεις, όχι συνεργασία, όχι νομιμότητα για τον στρατό). Δεύτερον καλούν για τον επανασχηματισμό της Συμφωνίας Juba, έτσι ώστε να την κάνουν πιο συμπεριλιπτική απο αυτούς που έχουν υποστεί άμεσα τον αντίκτυπο του πολέμου του απλού λαού. Τρίτον απαιτούν συζητήσεις για συνταγματικές μεταρρυθμίσεις, για να προετοιμάσουν ένα καταστατικό συνέδριο που θα λάβει υπ’ όψιν τις δομικές και εθνικές ανισότητες του παρελθόντος και θα προβλέπει απόλυτα ελεύθερες και δίκαιες εκλογές. Τέταρτον θέλουν ανάληψη ευθυνών των κρατικών λειτουργών που συμμετείχαν στη βία ενάντια στους πολίτες, που περιλαβάνει την Σφαγή του Χαρτούμ. Και τελικά θέλουν την γρήγορη εγκαθίδρυση ενός νομοθετικού συμβουλίου, ακολουθούμενο από τερματισμό των εχθροπραξιών.
Ανάμεσα σε αυτό το δίκτυο των οργανώσεων υπάρχουν ομάδες που είχαν υποστηρίξει με όλες τους τις δυνάμεις την πολιτική κυβέρνηση, που περιλαμβάνουν την Ένωση Σουδανών Επαγγελμαατιών (SPA) και τις δύο κύριες νεολαιίστικες οργανώσεις ( Gifirna, Sudan Change Now). Τελικά η αποτυχία του μέρους του Hambok και της πολιτοφυλακής της μεταβατικής κυβέρνησης να ενωματώσουν τις σημαντικές διεκδικήσεις και τη συμμετοχή των επιτροπών αντίστασης, υπονόμευσαν την πραγματική πρόοδο, όσον αφορά στις λαϊκές διεκδικήσεις για απονομή ευθυνών και δικαιοσύνη. Περιόρισε την λαϊκή βάση και υποστήριξη στην πολιτική ηγεσία. Η καθυστέρηση στην εγκαθίδρυση νομοθετικού συμβουλίου για να προετοιμάσει εκλογές, υπονόμευσε επιπλέον την δημοτικότητα και την νομιμοποίηση του Hamdok και των πολιτικών κομμάτων γενικότερα.Η στρατιωτική ηγεσία που ήταν τότε μια δυνατή συνεργασία ανάμεσα στον Burham και τον Dagalo, επιδέξια εκμεταλλεύτηκαν αυτές τις διαιρέσεις, ανοίγοντας τον δρόμο για το πραξικόπημα του Οκτώβρη.
Στις 25 Οκτωβρίου 2021 ο στρατηγός Βurham από το SAF και ο διοικητής του SRF Dagalo από κοινού ξεκίνησαν πραξικόπημα ενάντια στον Hamdok. Ακολούθησαν άμεσα επίμονες, εκτεταμένες διαμαρτυρίες που καλούσαν για επιστροφή στην πολιτική διακυβέρνηση. Αυτές οι διαμαρτυρίες καθοδηγούμενες από τις λαϊκές επιτροπές αντίστασης, ανάγκασαν το SAF και το RSF να συμφωνήσουν σε διαπραγματεύσεις με την αντιπολίτευση. Οι διαπραγματεύσεις άνοιξαν το δρόμο για την συμφωνία και αυτό ήταν το έναυσμα σφοδρής αντιπαλότητα μεταξύ του Burham και του Dagalo. Πιο συγκεκριμένα, το SAF και το RSF διαφώνησαν δριμύτατα στο θέμα της συγχώνευσης του τελευταίου στον εθνικό στρατό. Επιπλέον και οι δύο δυνάμεις απέρριψαν τις προσπάθειες να αποποιηθούν τις περιουσίες τους, γεγονός που ήταν από τα βασικά αιτήματα της επανάστασης.Η διαφωνία ανάμεσα στους δύο στρατηγούς για μεταρρύθμιση του τομέα Ασφαλείας και η αμοιβαία φιλοδοξία να κρατήσουν τον έλεγχο πάνω σε τεράστιες περιοχές του πλούτου της χώρας ήταν δύο από τους πιο σημαντικούς παράγοντες που οδήγησαν το Σουδάν στον πόλεμο.
Η προέλευση του RSF
Εάν η αντιπαλότητα μεταξύ των αξιωματικών του σουδανέζικου στρατού, υποστηριζόμενων από τους ισλαμιστές και την πολιτοφυλακή RSF τώρα απειλεί να καταστρέψει το κράτος, είναι η μακριά ιστορία της συνεργασίας που βρίσκεται πίσω από τον παρόντα πόλεμο.
Η εμφάνιση του RSF χρονολογείται από τον πόλεμο του Νταρφούρ των αρχών της δεκαετίας του 2000. Ανταποκρινόμενοι στην ανταρσία που ξεκίνησε στο Νταρφούρ το 2003, το καθεστώς του Βashar έκανε ένα πόλεμο καταστολής εξέγερσης αφήνοντας πίσω καμένη γη που κατέληξε στο θάνατο παραπάνω από 200.000 πολιτών.
Ο πόλεμος διεξαγόταν αρχικά από τους λεγόμενους Janjaweed militias που είχαν δημιουργηθεί, χρηματοδοτηθεί και ελέγχονταν από το καθεστώς του Χαρτούμ. Ο τωρινός διοικητής του RSF, Dagalo, ο ίδιος υπηρέτησε σαν διοικητής του. Κατά τη διάρκεια αυτών των χρόνων επίσης είχε βάση στο Νταρφούρ, έτσι ώστε ο SAF να μπορεί να συντονίζει τις προσπάθειες καταστολής της εξέγερσης εκ μέρους του Χαρτούμ.
Το 2013, με την αναδιάρθρωση του στρατού του ισλαμικού καθεστώτος, οι Janjaweed μετατράπηκαν στον RSF υπό την ηγεσία του Dagalo. Ανησυχώντας και για την απειλή που έθεταν oι στασιαστές του Νταρφούρ και κύκλοι των διαδηλωτών της Δημοκρατίας στο Χαρτούμ, ο Al-Bashir κατέστησε το RSF σαν ένα στρατό καταστολής εξεγέρσεων, τμήμα του σουδανέζικου στρατού. Επιπλέον παρατάσσοντας την πολιτοφυλακή ενάντια στην λαϊκή εξέγερση και τις λαϊκές διαμαρτυρίες, ένας τρίτος στόχος ήταν να αποδυναμώσουν τον εθνικό στρατό για να προλάβουν οποιεσδήποτε προσπάθειες των μέσων σε βαθμό αξιωματικών να εκδιώξουν το κόμμα του Αl Bashir (το καθεστώς τιου NCP), μέσω ενός στρατιωτικού πραξικοπήματος. O Αl Bashir έδωσε στον Dagalo το περιβόητο ψευδώνυμο του (“Hemedti”) “o προστάτης μου”.
Το 2017 ο κυβερνήτης νομιμοποίησε το RSF μέσω ενός εκτελεστικού διατάγματος, εγκαθιστώντας επίσημα την πολιτοφυλακή σαν ανεξάρτητη δύναμη ασφάλειας η οποία από τότε δρα σαν μια κρατική παραστρατιωτική πολιτοφυλακή.
Μετά την επανάσταση του 2019 ο Burhan επέτρεψε την εξάπλωση του RSF στις κατοικημένες περιοχές του Χαρτούμ, έτσι ώστε να γίνει η πρωτεύουσα το επίκεντρο της βίας με την έναρξη του πολέμου. Είναι η τραγική ειρωνεία της σουδανέζικές ιστορίας ότι το RSF, η φαινομενικά πιστή πολιτοφυλακή του προηγούμενου ισλαμιστικού καθεστώτος NCP, θα έπαιρνε τον Απρίλη του 2023, τα όπλα ενάντια στον πρώην ευεργέτη του. Οι πρωταρχικές αιτίες για να γίνει αυτό ήταν διττές: η επιμονή του στην διοικητική και ελεγκτική αυτονομία και η ανάγκη να πραγματοποιήσει την αυξανόμενη φιλοδοξία του να κερδίσει οικονομική και πολιτική κυριαρχία στην χώρα.
Ένας πόλεμος ενάντια στην “παράνομη” οικονομία
Η εξουσία του σουδανέζικου στρατού, ειδικά ανάμεσα στους υψηλόβαθμους αξιωματικούς, έχει τις ρίζες της στην ίδρυση του σημερινού σουδανέζικου βαθέος κράτους και την σύνδεση της οικιακής οικονομίας με στρατιωτικά συμφέροντα και με θέματα Ασφάλειας.
Μετά από το πραξικόπημα του 1989 που έφερε το ισλαμικό στρατιωτικό καθεστώς του Al-Bashir στην εξουσία, η κυβέρνηση προχώρησε σε μια οικονομική στρατηγική ενδυνάμωσης tamkeen. Αυτή η πολιτική καθιέρωσε την πολιτική και οικονομική ηγεμονία των ισλαμιστών ελίτ που ήταν οργανωμένες γύρω από τον Εθνικό Ισλαμιστικό Μέτωπο (ISF) και αργότερο γύρω από το κόμμα του Εθνικού Κογκρέσου (NCP). Κάτω από μια φαινομενικά νεοφιλελεύθερη πολιτική μεταρρυθμίσεων υπέρ της αγοράς, κρατικές επιχειρήσεις ξεπουλήθηκαν στους συμμάχους του καθεστώτος. Επιχειρηματίες αναγκάστηκαν να παραχωρήσουν μετοχές των επιχειρήσεων στους πιστούς του NCP, ενώ γίνονταν μειώσεις φόρων, ακόμη και απαλλαγή, στις φιλικές προς το καθεστώς επιχειρήσεις. Επιπλέον για να εξαγοράσουν την πίστη στο καθεστώς, το κράτος απομάκρυνε τους αντιπάλους από την κυβέρνηση και την πολιτική. Το ισλαμιστικό καθεστώς απέλυσε χιλιάδες στρατιωτικούς και πολιτικούς υπαλλήλους. Σε ένα μοτίβο που θυμίζει τον παρόντα πόλεμο, οι ισλαμιστές αρχηγοί άρχισαν να μαζεύουν και να μοιράζουν επιλεκτικά αγαθά όπως σιτάρι, αλεύρι και πετρέλαιο. Το πετρέλαιο ειδικά έπαιξε κεντρικό ρόλο στην αντοχή του αυταρχικού ισλαμικού καθεστώτος μέχρι την απόσχιση του νότου το 2011. Το καθεστώς του Αl_Bashir με την άνθηση των εσόδων από το πετρέλαιο, τα οποία τάιζαν κατευθείαν τα ταμεία του κράτους, χρησιμοποίησε αυτά τα έσοδα για να δυναμώσει και να εξαπλώσει δίκτυα πατροναρίσματος σε όλη τη χώρα, διοχετεύοντας κεφάλαια στους πιστούς του καθεστώτος και στις περιφέρειες τους. Αλλά αν η οικονομική πολιτική του tamkeen οδήγησε στην ισλαμική μονοπώληση και του επίσημου και του ανεπίσημου οικονομικού τομέα στο Σουδάν, δυνάμωσε παράλληλα και το ρόλο του στρατού στην οικονομία. Η δημιουργία της Στρατιωτικής Βιομηχανικής Εταιρείας (MIC) στις αρχές της δεκαετίας του 1990 έδωσε τη δυνατότητα στον SAF να ελέγχει δεκάδες εταιρείες που παρήγαγαν στρατιωτικό εξοπλισμό. Οι οικονομικές τους δραστηριότητες αργότερα μεγάλωσαν πέρα από το ΜΙC και περιλάμβαναν ένα εύρος πολιτικών επιχειρήσεων.
Είναι ενάντια σε αυτό το υπόβαθρο που η οικονομία έγινε η κεντρική αρένα του πολιτικού ανταγωνισμού, που ακολούθησε την εξέγερση του 2018 – 2019. Κατά τη διάρκεια της μετάβασης που ακολούθησε την επανάσταση δύο ελίτ παρατάξεις αναδύθηκαν στο επίκεντρο. Τα απομεινάρια της ισλαμιστικής συμμαχίας NIF, συνδεδεμένα με μέλη του NCP, που ήταν αρχικά υπεύθυνα για το χτίσιμο του βαθέος κράτους το 1990 και το Μεταβατικό Στρατιωτικό Συμβούλιο (TMC) αποτελούμενο από ηγέτες του SAF και της RSF πολιτοφυλακής. Ενώ στο παρελθόν οι ισλαμιστές αντιπροσώπευαν μια σχετικά συνεκτική ομάδα, στην μετάβαση αναδείχτηκαν ρωγμές ανάμεσα στους στρατιωτικούς ηγέτες, επικεφαλής του ΤΜC και της αναγεννημένης ισλαμιστικής ομάδας, ασκώντας σημαντικό έλεγχο πάνω στις κρατικές δυνάμεις Ασφαλείας, που περιλάμβανε και την διαβόητη και μαχητική kattayid-al-zil ή “ταξιαρχίες σκιών”. Σε απάντηση το TMC αναλαμβάνει τον έλεγχο σε πολλές επιχειρήσεις ισλαμιστών και περικόπτει την δύναμη των Σουδανικών Μυστικών Υπηρεσιών. Αποξήλωσαν και αρκετές δυνάμεις της πολιτοφυλακής κατάσχοντας περιουσιακά στοιχεία και κλείνοντας τραπεζικούς λογαριασμούς.
Σε συνέχεια του πραξικοπήματος 25 Οκτωβρίου 2021 όμως ο Burhan βρέθηκε να απομονώνεται όλο και περισσότερο, χωρίς σημαντικό εκλογικό σώμα ή νομιμοποίηση στην κοινωνία. Γρήγορα έφτιαξε τις σχέσεις του με τους ισλαμιστές, αποκαθιστώντας τους αρχηγούς τους στο κράτος και στο κρατικό σύστημα ασφαλείας και οι δύο τώρα συνασπίστηκαν ενάντια στο RSF.
Οι στρατιωτικοί ηγέτες έχουν κάνει πίσω εξαιτίας των σκληροπυρηνικών ισλαμιστών, και παλεύουν να κρατήσουν και να μεγαλώσουν τον τεράστιο οικονομικό πλούτο και τα πλεονεκτήματα που απολάμβαναν εξαιτίας του μονοπωλίου τους πάνω στο βαθύ κράτος. Ο σκοπός του Burhan επομένως στον τωρινό πόλεμο καθοδηγείται από εταιρείες και επενδύσεις της SAF, Καθώς και την ιστορία της και της ισλαμικής χειραγώγησης της ανεπίσημης οικονομίας, η οποία ενδυνάμωση τον έλεγχο του κράτους. Το γεγονός ότι μαζί προτίθενται να πραγματοποιήσουν αυτό το σκοπό με κάθε στρατιωτικό μέσο που απαιτείται και αδιαφορώντας για το ανθρώπινο κόστος εξηγεί εν μέρει την λογική της βίας σε μαζικό επίπεδο στο συνεχιζόμενο εμφύλιο πόλεμο και, ιδιαίτερα, την στοχοποίηση του αστικού πληθυσμού, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου μόχθησε να αποδυναμώσει το βαθύ κράτος. Πραγματικά ένας από τους κύριους στόχους της επανάστασης από όταν ξέσπασε ήταν tafkeek al-nizam wa izalat al-tamkeen (να αποξηλώσουν το καθεστώς και να απομακρύνουν τις πολιτικές της «ενδυνάμωσης»).
Ένας πόλεμος ενάντια στην παραοικονομία 
Η εξουσία του σουδανέζικου στρατού, ειδικά ανάμεσα στους υψηλόβαθμους αξιωματικούς, έχει τις ρίζες της στην ίδρυση του σημερινού σουδανέζικου βαθέος κράτους και την σύνδεση της οικιακής οικονομίας με στρατιωτικά συμφέροντα και με θέματα ασφάλειας.
Μετά από το πραξικόπημα του 1989 που έφερε το ισλαμικό στρατιωτικό καθεστώς του Al-Bashir στην εξουσία, η κυβέρνηση προχώρησε σε μια οικονομική στρατηγική ενδυνάμωσης tamkeen. Αυτή η πολιτική καθιέρωσε την πολιτική και οικονομική ηγεμονία των ισλαμιστών ελίτ που ήταν οργανωμένες γύρω από τον Εθνικό Ισλαμιστικό Μέτωπο (ISF) και αργότερα γύρω από το κόμμα του Εθνικού Κογκρέσου (NCP). Κάτω από μια φαινομενικά νεοφιλελεύθερη πολιτική μεταρρυθμίσεων υπέρ της αγοράς, κρατικές επιχειρήσεις ξεπουλήθηκαν στους συμμάχους του καθεστώτος. Επιχειρηματίες αναγκάστηκαν να παραχωρήσουν μετοχές των επιχειρήσεων στους πιστούς του NCP, ενώ γίνονταν μειώσεις φόρων, ακόμη και απαλλαγή, στις φιλικές προς το καθεστώς επιχειρήσεις. Το καθεστώς του Αl_Bashir με την άνθηση των εσόδων από το πετρέλαιο, τα οποία τάιζαν κατευθείαν τα ταμεία του κράτους, χρησιμοποίησε αυτά τα έσοδα για να δυναμώσει και να εξαπλώσει δίκτυα πατροναρίσματος σε όλη τη χώρα, διοχετεύοντας κεφάλαια στους πιστούς του καθεστώτος και στις περιφέρειες τους. Αλλά αν η οικονομική πολιτική του tamkeen οδήγησε στην ισλαμική μονοπώληση και του επίσημου και του ανεπίσημου οικονομικού τομέα στο Σουδάν, δυνάμωσε παράλληλα και το ρόλο του στρατού στην οικονομία. Η δημιουργία της Στρατιωτικής Βιομηχανικής Εταιρείας (MIC) στις αρχές της δεκαετίας του 1990 έδωσε τη δυνατότητα στον SAF να ελέγχει δεκάδες εταιρείες που παρήγαγαν στρατιωτικό εξοπλισμό.
Είναι σε αυτό το υπόβαθρο που η οικονομία έγινε η κεντρική αρένα του πολιτικού ανταγωνισμού, που ακολούθησε την εξέγερση του 2018 – 2019. Κατά τη διάρκεια της μετάβασης που ακολούθησε την επανάσταση, δύο ελίτ παρατάξεις αναδύθηκαν στο επίκεντρο. Τα απομεινάρια της ισλαμιστικής συμμαχίας NIF, συνδεδεμένα με μέλη του NCP, που ήταν αρχικά υπεύθυνα για το χτίσιμο του βαθέος κράτους το 1990 και το Μεταβατικό Στρατιωτικό Συμβούλιο (TMC) αποτελούμενο από ηγέτες του SAF και της RSF πολιτοφυλακής. Ενώ στο παρελθόν οι ισλαμιστές αντιπροσώπευαν μια σχετικά συνεκτική ομάδα, στην μετάβαση αναδείχτηκαν ρωγμές ανάμεσα στους στρατιωτικούς ηγέτες, επικεφαλής του ΤΜC και της αναγεννημένης ισλαμιστικής ομάδας, ασκώντας σημαντικό έλεγχο πάνω στις κρατικές δυνάμεις ασφαλείας, που περιλάμβανε και την διαβόητη και μαχητική kattayid-al-zil ή “ταξιαρχίες σκιών”. Σε απάντηση το TMC αναλαμβάνει τον έλεγχο σε πολλές επιχειρήσεις ισλαμιστών και περικόπτει την δύναμη των Σουδανικών Μυστικών Υπηρεσιών.
Σε συνέχεια του πραξικοπήματος της 25 Οκτωβρίου 2021, όμως, ο Burhan βρέθηκε να απομονώνεται όλο και περισσότερο. Γρήγορα έφτιαξε τις σχέσεις του με τους ισλαμιστές, αποκαθιστώντας τους αρχηγούς τους στο κράτος και στο κρατικό σύστημα ασφαλείας και οι δύο τώρα συνασπίστηκαν ενάντια στο RSF.
Από το πετρέλαιο στον χρυσό 
Οι πολιτικές της ενδυνάμωσης (tamkeen) μαζί με την άνθηση του πετρελαίου τροφοδότησε ένα κυριαρχούμενο από τους ισλαμιστές βαθύ κράτος. Στον τρέχοντα πόλεμο όμως, είναι η εξόρυξη χρυσού για εξαγωγές που τροφοδοτεί την παράλληλη πολιτοφυλακή του Hemedti και γενικεύει την πολιτική βία. Μετά την απώλεια των εσόδων από το πετρέλαιο και την απόσχιση του νότιου Σουδάν το 2011 ο Αl-Bashir στράφηκε στο χρυσό για να στηρίξει τα αποδυναμωμένα και πατροναρισμένα δίκτυα. Ανάμεσα στο 2012 και το 2017 η παραγωγή χρυσού αυξήθηκε κατά 141%. Το 2018, ένα χρόνο πριν την επανάσταση, η χώρα ήταν ο 12ος παραγωγός παγκοσμίως.
Αντίθετα με το πετρέλαιο, τα οφέλη αυτής της νέας χρήσης του χρυσού μοιράστηκαν με ένα πολύ περισσότερο αποκεντρωμένο τρόπο. Οι περισσότερες εξαγωγές χρυσού διακινούνται παράνομα κυρίως προς τις αγορές των Eνωμένων Aραβικών Εμιράτων. Ο κύριος όγκος της αξίας του χρυσού έτσι διαφεύγει από την χτυπημένη επίσημη οικονομία, η οποία δεν μπορεί να έχει έτσι έσοδα και ούτε βέβαια να τα κατανείμει στους αστικούς πληθυσμούς.
Μια πρόσφατη έρευνα βρήκε ότι το χάσμα μεταξύ των αναφερόμενων εξαγωγών χρυσού του Σουδάν και των εισαγωγών που καταγράφηκαν από τους εμπορικούς εταίρους ήταν 4,1 δισεκατομμύρια δολάρια. Η απόκλιση υποδηλώνει ότι το αστρονομικό 47,7% των εσόδων από χρυσό του Σουδάν καταλήγει σε ιδιώτες. Ενώ ο στρατός και οι ισλαμιστές που κυριαρχούσαν στο σύστημα Ασφαλείας μάχονται για τον έλεγχο εταιρειών που εμπλέκονται με το πετρέλαιο, το αραβικό κόμη, το σουσάμι, τα όπλα, τα καύσιμα, το σιτάρι, τις τηλεπικοινωνίες και τις τράπεζες, ο Hemedti μονοπωλεί τον χρυσό και σε λιγότερο έκταση την κτηνοτροφία και τις κτηματομεσιτικές πωλήσεις (real estate). Η βία, η βάση του πολέμου, σχετίζεται άμεσα με τον προσωπικό του πλούτο, τον οποίο συγκέντρωσε, σε μεγάλο βαθμό, από τη συμμετοχή του στο παράνομο εμπόριο χρυσού.
Το 2015 μια αναφορά κυκλοφόρησε από το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών ότι οι δυνάμεις του κέρδισαν 54 εκατομμύρια $ το χρόνο από τον έλεγχο του χρυσωρυχείου του Τζεμπέλ κι ότι αυτό το έσοδο του έδωσε τη δυνατότητα να στρατολογεί φτωχούς και άνεργους νέους από το Σαχέλ στο RSF από τη Λιβύη, το Τσαντ, το Μαλί και το Νίγηρα οι οποίοι είναι οι κύριοι υπεύθυνοι της βίας στο Νταρφούρ, το Χαρτούμ και το κεντρικό Σουδάν. Πρόκειται για 40000 παραστρατιωτικούς. Η ανάδειξη του χρυσού σαν το πιο προσοδοφόρο αγαθό του Σουδάν βοηθάει στο να εξηγήσουμε την αποκεντρωμένη φύση του πολέμου και τα υψηλά επίπεδα βίας που επιβάλλει η πολιτοφυλακή του RSF, ειδικότερα στις πλούσιες σε χρυσό περιοχές του Νταρφούρ και του Κορντοφάν.
Τροφοδοτώντας έναν πόλεμο μέσω αντιπροσώπων
Ενώ η αρχική δυναμική που οδηγεί τον πόλεμο στο Σουδάν είναι εσωτερική, δυνάμεις πιο μακρινές παίζουν ρόλους αρχηγικούς. Ανάμεσα τους είναι οι χώρες του Κόλπου, ιδιαίτερα η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Εδώ επίσης η ανάδειξη του χρυσού σαν το πιο επικερδές αγαθό είναι σημαντική. Αντίθετα από το πετρέλαιο ο χρυσός είναι η πηγή που κινητοποιεί εξωτερικούς παράγοντες όπως τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα να παρέμβουν στο πλευρό του RSF, χωρίς να δίνουν καμία σημασία στην συνέπειες της βίας ενάντια στους πολίτες. Πέρα από το παράνομο εμπόριο χρυσού, ο Hemedti επωφελήθηκε επίσης από τα περιφερειακά συμφέροντα και τις ανησυχίες των χωρών του Κόλπου για την Ερυθρά Θάλασσα. Η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα ανησυχούν εδώ και καιρό για την περικύκλωση του Ιράν μέσω των στενών του Ορμούζ και του Μπαμπ ελ-Μαντέμπ. Αυτές οι ανησυχίες ενισχύθηκαν από την υποστήριξη του Ιράν στο κίνημα των Χούτι στην Υεμένη, η οποία οδήγησε σε στρατιωτική επέμβαση από μια συμμαχία καθοδηγούμενη από τη Σαουδική Αραβία το 2015. Ο Hemedti έλαβε εκατομμύρια δολάρια τόσο από τη Σαουδική Αραβία όσο και από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα επειδή έστειλε τις πολιτοφυλακές του να πολεμήσουν στον πόλεμο. Ενώ η πλειονότητα των στρατιωτών των RSF έχουν επιστρέψει από την Υεμένη, η πρόσφατη κλιμάκωση της βίας στην Ερυθρά Θάλασσα, λόγω των επιθέσεων των Χούτι σε εμπορικά πλοία, ως απάντηση στον πόλεμο του Ισραήλ στη Γάζα, έχει τροφοδοτήσει τις ανησυχίες ειδικά της Σαουδικής Αραβίας. Το Ριάντ, μαζί με τις Ηνωμένες Πολιτείες, έχει πρωτοστατήσει στην προσπάθεια να μεσολαβήσει για μια συμφωνία κατάπαυσης του πυρός μεταξύ των δύο αντιμαχόμενων μερών με στόχο να διατηρήσει μια ισχυρή συμμαχία με όποιο μεταπολεμικό καθεστώς αναδυθεί στο Χαρτούμ.
Τόσο η Σαουδική Αραβία όσο και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα έχουν δημιουργήσει με επιτυχία στρατιωτικές βάσεις στη χερσόνησο της Σομαλίας – η Σαουδική Αραβία στο Τζιμπουτί και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα στην Ερυθραία. Τα ΗΑΕ επιδιώκουν επίσης να δημιουργήσουν παρόμοιες εγκαταστάσεις στη βόρεια Σομαλία. Αλλά ο ανταγωνισμός για την επιρροή στην περιοχή της Ερυθράς Θάλασσας δεν περιορίζεται σε αυτά τα κράτη. Το Κατάρ, η Τουρκία και η Ρωσία έχουν αυξήσει τη δέσμευσή τους στην περιοχή και έχουν πάρει πρωτοβουλίες για την δημιουργία στρατιωτικών βάσεων στα ανοιχτά της Ερυθράς Θάλασσας του Σουδάν.
Αν και εν μέρει στρατηγικό, το ενδιαφέρον των κρατών του Κόλπου για το Σουδάν πηγάζει επίσης από μακροπρόθεσμους οικονομικούς στόχους. Βλέπουν τις επενδύσεις στην Αφρική ως ένα μέσο διαφοροποίησης των οικονομιών τους και επιθυμούν να επεκτείνουν το εμπόριο στην πλούσια σε πόρους ήπειρο, στην οποία το Σουδάν αποτελεί πύλη. Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα επιδίωξαν δυναμικά ένα έργο ανάπτυξης λιμανιού στα ανοικτά των ακτών της Ερυθράς Θάλασσας του Σουδάν. Το 2022, αναφέρθηκε ότι το Χαρτούμ ανέθεσε επίσημα σύμβαση στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα για τη διαχείριση μέρους του Port Sudan, στο οποίο τα ΗΑΕ θα επένδυαν 6 δισεκατομμύρια δολάρια.
Οι γεωργικές εκτάσεις του Σουδάν είναι επίσης ζωτικής σημασίας για να βοηθήσουν τα κράτη του Κόλπου να ανταποκριθούν στην αυξανόμενη ζήτηση των εισαγωγών τροφίμων. Στη γεωργική καρδιά του Σουδάν, τη Γκεζίρα, για παράδειγμα, οι επενδύσεις από χώρες του Κόλπου (συνολικού ύψους περίπου 8 δισεκατομμυρίων δολαρίων) διευκολύνθηκαν από νεοφιλελεύθερες πολιτικές που βύθισαν τους μικρούς αγρότες στο χρέος και αποδεκάτισαν τον αγροτικό τομέα μικρής κλίμακας. Μεγάλο μέρος της γης που μισθώθηκε από επενδυτές του Κόλπου έχει μετατραπεί σε έργα μεγάλης κλίμακας αγροτικών επιχειρήσεων που έχουν κόψει τις διαδρομές βοσκής και έχουν απορροφήσει οικόπεδα που κάποτε χρησιμοποιούνταν για καλλιέργειες τροφοδοτούμενες από τη βροχή. Παρεπιπτόντως, η φτωχοποίηση των Σουδανών αγροτών και των εργατών της υπαίθρου βοήθησε να τροφοδοτηθεί η στρατολόγηση της πολιτοφυλακής των RSF, με μαχητές που προέρχονται από αγροτικούς πληθυσμούς που έχουν πλέον χάσει την ιδιοκτησία τους.
Η Διαρκής Υπόσχεση της Επανάστασης
Σε αντίθεση με άλλους εμφύλιους πολέμους στην ιστορία του Σουδάν, τα αντιμαχόμενα μέρη στο Σουδάν επί του παρόντος δεν έχουν σημαντική νομιμοποίηση στην κοινωνία των πολιτών. Και τα δύο κόμματα διεξάγουν πόλεμο εναντίον του σουδανικού λαού ακριβώς επειδή, στον απόηχο της ευρείας κλίμακας υπέρ της δημοκρατικής επανάστασης του 2018, η σουδανική κοινωνία των πολιτών απέρριψε συντριπτικά ένα μέλλον που κυριαρχείται από αυταρχικούς στρατιωτικούς ηγέτες.
Πράγματι, η επανάσταση του 2018-19 έδειξε ξεκάθαρα, και ο σημερινός καταστροφικός πόλεμος επιβεβαίωσε, ότι οι προοπτικές για ειρήνη και δημοκρατία βρίσκονται στην κοινωνία των πολιτών του Σουδάν που αποτελείται από επαγγελματικές ενώσεις, συνδικάτα και τις οργανώσεις νεολαίας και γυναικών. Ο πόλεμος απλώς επιβεβαίωσε την σημασία αυτών των δικτύων. Ακόμη και τώρα, οι επιτροπές αντίστασης υπό την ηγεσία της νεολαίας, παρά τις διαφορές τους, συμφωνούν ότι η προτεραιότητα είναι να τερματιστεί ο πόλεμος και να αποκατασταθεί η ειρήνη αντιμετωπίζοντας τις βαθύτερες αιτίες των συγκρούσεων στο Σουδάν, όπως σκόπευε η επανάσταση.
Κατά τη διάρκεια ενός καταστροφικού πολέμου και ενόψει των μαζικών εκτοπισμών, ένα κίνημα με επιρροή υπό την ηγεσία της νεολαίας έχει δείξει σημαντική ικανότητα να γεφυρώνει εθνικές, φυλετικές και κοινωνικές διαφορές για δημοκρατικούς στόχους. Ελλείψει επαρκούς διεθνούς βοήθειας, για παράδειγμα, τα κέντρα αντιμετώπισης έκτακτης ανάγκης υπό την ηγεσία των νέων έχουν κινητοποιήσει αμοιβαία βοήθεια σε ολόκληρη τη χώρα.
Εν μέσω της φθίνουσας νομιμότητας των πολιτικών ελίτ στη σουδανική κοινωνία των πολιτών, οι ηγέτες της νεολαίας συνεχίζουν να απολαμβάνουν ισχυρή υποστήριξη από ένα ευρύ φάσμα Σουδανών. Οι ηγέτες του κινήματος νεολαίας, οι γυναικείες οργανώσεις, οι ανεξάρτητοι μελετητές, οι καλλιτέχνες και εκατομμύρια Σουδανοί στη διασπορά είναι σχεδόν ομόφωνοι στην αντιμετώπιση της παρούσας πρόκλησης του πολέμου, εργάζονται προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης της κοινωνίας των πολιτών με τρόπους που ανοικοδομούν την εμπιστοσύνη, επιλύουν τις συγκρούσεις και οικοδομούν μια βιώσιμη ειρήνη .Ο Khalid Mustafa Medani είναι αναπληρωτής καθηγητής πολιτικών επιστημών στο Πανεπιστήμιο McGill.
Πηγή: https://www.amandla.org.za/the-struggle-for-sudan/?fbclid=IwZXh0bgNhZW0CMTAAAR1TJkblzM_XeFIe2LjG5FiqHmC_R1qAK2trFiUdu4ek5MxLrjohZf3Pu9Y_aem_qOxp94bjLT922JZrz9-mlg



Η σφαγή στη Γάζα συνεχίζεται. Η αλληλεγγύη είναι το όπλο μας!

Τη στιγµή που γράφεται το άρθρο, η σφαγή στη Γάζα συνεχίζεται µε αµείωτο ρυθµό, µε τον τραγικό απολογισµό να ξεπερνάει τους 37.500 δολοφονηµένους Παλαιστινίους (µε το µεγαλύτερο ποσοστό να είναι γυναίκες και παιδιά).  Οι βοµβαρδισµοί των καταυλισµών, των «ασφαλών» ζωνών, όπου οι ίδιοι οι σιωνιστές οδήγησαν πάνω από 1,7 εκ. πρόσφυγες από την αρχή του µακελειού, γίνονται σε καθηµερινή σχεδόν βάση – µε ανοικτό πάντα και το ενδεχόµενο µιας µαζικής χερσαίας εισβολής στη Ράφα. 

Σε συνδυασµό µε τον ατελείωτο κατάλογο των συνεχιζόµενων θηριωδιών και των εγκληµάτων πολέµου των σιωνιστών στη Γάζα, δεν υπάρχει πλέον καµιά αµφιβολία ότι η στόχευση του Ισραήλ δεν είναι η επιστροφή των αιχµαλώτων που κρατάει η Χαµάς, αλλά η εξάλειψή των Παλαιστινίων από τη Γάζα (τυπικός ορισµός της εθνοκάθαρσης). Είναι ενδεικτικό της κατάρριψης κάθε έννοιας «αναλογικότητας», η πρόσφατη επιχείρηση του Ισραηλινού στρατού για την απελευθέρωση 4 αιχµαλώτων, που άφησε πίσω της σχεδόν 250 άµαχους νεκρούς και πάνω από 750 τραυµατίες. Παράλληλα, η χρήση της πείνας ως όπλου, µε το κλείσιµο των οδικών περασµάτων από την Αίγυπτο, αλλά και  τις επιθέσεις στις αποστολές βοήθειας, ενισχύουν και επιβεβαιώνουν τις καταγγελίες για γενοκτονία του Παλαιστινιακού λαού από τους σιωνιστές.

Η Παλαιστινιακή αντίσταση αντέχει

Μια παράµετρος επιβαρυντικής της κατάστασης των Παλαιστινίων, που συχνά υποτιµάται, είναι το γεγονός ότι ουσιαστικά δεν υπάρχει γι’ αυτούς διέξοδος διαφυγής, αφού η Αίγυπτος και η Ιορδανία αρνήθηκαν την ιδέα του εκτοπισµού τους στο Σινά ή στην έρηµο της Ιορδανίας. Και ακόµη και η περιβόητη αποβάθρα (κόστους 320 εκ. δολαρίων) στα ανοικτά της Γάζας, που έφτιαξαν οι ΗΠΑ µε σκοπό δήθεν τη µεταφορά “ανθρωπιστικής βοήθειας στη Γάζα” και κρυφή στόχευση την εξασφάλιση ενός διαδρόµου για τον εκτοπισµό του παλαιστινιακού πληθυσµού σε άλλες χώρες, λειτούργησε επί 11 ηµέρες και καταστράφηκε από τα κύµατα.

Όµως αυτή η τεράστια πολεµική µηχανή του κράτους – δολοφόνου απέχει πολύ από το να έχει συντρίψει την Παλαιστινιακή αντίσταση, παρά την τεράστια οικονοµική και στρατιωτική βοήθεια από τις ΗΠΑ (µε πρόσφατη την έγκριση από το Κογκρέσο πρόσθετης βοήθεια 24 δις. και την συµφωνία για πρόσθετα 25 µαχητικά αεροσκάφη νέας γενιάς F-35) και τους λοιπούς συµµάχους. Οι µάχες στην Τζαµπαλία αλλά και σε άλλες περιοχές της Βόρειας και Κεντρικής Γάζας φανερώνουν ότι οι Παλαιστίνιοι αντέχουν και συνεχίζουν να προκαλούν απώλειες στους σιωνιστές εισβολείς. Είναι χαρακτηριστική πρόσφατη δήλωση (συνέντευξή στο Channel 13) του εκπροσώπου των ισραηλινών ενόπλων δυνάµεων, Ντάνιελ Χαγκάρι: «Η Χαµάς δεν µπορεί να εξαλειφθεί και ο µόνος τρόπος απελευθέρωσης των οµήρων που κρατούνται στη Γάζα είναι µέσω συµφωνίας ανταλλαγής αιχµαλώτων».

Και είναι αυτή η πρωτόγνωρη αντίσταση, ενός κατατρεγµένου λαού που αρνείται την υποταγή, η οποία καταφέρνει µια σειρά από πολιτικές επιτυχίες: Αρχικά κρατάει άσβεστο το διεθνές κίνηµα αλληλεγγύης, που έχει αρχίζει πλέον να θυµίζει αντιπολεµικό κίνηµα άλλων εποχών. Παράλληλα δηµιουργεί ρωγµές στη συνοχή των σιωνιστών, δηµιουργώντας πρόσθετα προβλήµατα στον Ντετανιάχου, όπως η παραίτηση του «κεντρώου» Μπένι Γκαντζ αλλά και οι αντιδράσεις των υπερ-ορθόδοξων «Χαρεντίµ», ενώ ταυτόχρονα είχαµε τις µεγαλύτερες αντικυβερνητικές διαδηλώσεις από την αρχή του πολέµου. 

Συνεπαγόµενο αυτών (σε συνδυασµό µε την αναποτελεσµατικότητα του στρατού του Ισραήλ, αλλά και τις συνεχείς αποκαλύψεις των εγκληµάτων του), αυξάνεται η πίεση στις κυβερνήσεις των δυτικών συµµάχων για να δοθεί ένα τέλος σε αυτήν την βαρβαρότητα. Ακόµη και ο Μπάιντεν αναγκάστηκε να παρουσιάσει ένα σχέδιο για «διαρκή κατάπαυση του πυρός» χωρίς να έχει τη συναίνεση των φονιάδων που στηρίζει. Ευρωπαϊκές χώρες ετοιµάζονται για την αναγνώριση του Παλαιστινιακού Κράτους, ενώ το ∆ιεθνές Ποινικό ∆ικαστήριο προχωράει στην έκδοση ενταλµάτων σύλληψης για Νετανιάχου και του Υπ. Αµύνας Γκαλάντ. Βέβαια, η διακοπή συνεργασίας και οι κυρώσεις, που θα είχαν πιο απτά αποτελέσµατα, είναι εκτός κάδρου και καταδεικνύουν την εξοργιστική υποκρισία της ∆ύσης.

Η αδυναµία του Ισραήλ να νικήσει την παλαιστινιακή αντίσταση στην Γάζα, µε την συνακόλουθη σε πολιτική κρίση και (σχετική) διεθνή αποµόνωση, δυστυχώς εξωθεί την ακροδεξιά κυβέρνηση Νετανιάχου σε µεγαλύτερη επιθετικότητα και νέους τυχοδιωκτισµούς, ανακατεύοντας τις διεθνείς ισορροπίες και εκβιάζοντας µεγαλύτερη στήριξη. Έτσι έχουµε αύξηση των επιθέσεων στη ∆υτική όχθη και στο νότιο Λίβανο, οι οποίες συνοδεύονται από ανοικτές εξαγγελίες πολέµου εναντίον του Λιβάνου, αυτή τη φορά µε το πρόσχηµα της εξουδετέρωσης της Χεζµπολάχ, προµηνύοντας ακόµη µεγαλύτερη ανάφλεξη στην περιοχή – ανησυχίες που είναι παραπάνω από βάσιµες, δεδοµένου ότι οι ΗΠΑ έδωσαν το πράσινο φως µε τις διαβεβαιώσεις «για πλήρη υποστήριξη στο Ισραήλ σε περίπτωση πολέµου µε την Χεζµπολάχ». Βέβαια πρόκειται για υψηλού ρίσκου κίνηση, που µπορεί να ανατρέψει την πρόσκαιρη ισορροπία επιδιώξεων µε τις ΗΠΑ (µε την «περιορισµένης» εισβολής στη Ράφα), αλλά ενέχει και τον κίνδυνο αλλαγής στάσης των αραβικών καθεστώτων της περιοχής, υπό τον φόβο των απρόβλεπτων καταστάσεων που µπορεί να δηµιουργηθούν στις χώρες τους.

Σηµείο καµπής

Γίνεται ορατό ότι βρισκόµαστε πλέον ένα σηµείο καµπής των εξελίξεων, που σηµατοδοτείται από το πέρασµα του γενοκτονικού πολέµου του Ισραήλ κατά του Παλαιστινιακού λαού, σε µια νέα φάση. Το προκεχωρηµένο φυλάκιο της ∆ύσης στη Μέση Ανατολή, 76 χρόνια µετά την Νάκµπα, προσπαθεί να αποφύγει την ήττα, οδηγώντας τους Παλαιστινίους στην πλήρη καταστροφή και εξαφάνιση, διαπράττοντας ένα από τα µεγαλύτερα ανθρωπιστικά εγκλήµατα στη σύγχρονη εποχή. 

Είναι δεδοµένη η αδυναµία του δυτικού καπιταλισµού να δώσει εφικτή λύση στο πρόβληµα Ισραήλ – Παλαιστίνης (που οι ίδιοι δηµιούργησαν). Το σιωνιστικό κράτος βασίζεται δοµικά στην εκδίωξη και καταπίεση των Παλαιστίνιων. Είναι ανέφικτη η ειρηνική συνύπαρξη µαζί τους, αντίθετα είτε θα είναι σε διαρκή πόλεµο εναντίον τους, είτε θα επιδιώκει, όπως η ακροδεξιά κυβέρνησή του, την εξαφάνιση ή εκδίωξή τους. Αυτή η σταθερά είναι γνωστή στις ΗΠΑ και τους λοιπούς συµµάχους των σιωνιστών, που παράλληλα, όµως, έχουν να αντιµετωπίσουν την ανάγκη συγκράτησης την επιρροής τους στη Μ. Ανατολή (που λοξο-περπατάει µε αυξανόµενο βηµατισµό προς Ιράν και Κίνα), καθώς και τις αντιδράσεις των κινηµάτων στο εσωτερικό τους, που πυροδοτούνται από τα εγκλήµατα του Ισραήλ, αλλά και τις αποκαλύψεις για την επιρροή των σιωνιστών στο πολιτικό τους σύστηµα (βλ. σχετικά µε το λόµπυ της Αµερικανοϊσραηλινής Επιτροπής ∆ηµοσίων Υποθέσεων – AIPAC). Αυτά λοιπόν, στην σηµερινή συγκυρία της πολυεπίπεδης κρίσης που αντιµετωπίζει παγκόσµια ο καπιταλισµός, αλλά και της πολεµικής οικονοµίας που βλέπουµε να επιλέγεται ως διέξοδος, αυξάνουν την πιθανότητα της µεγαλύτερης κλίµακας ανάφλεξης.

Μόνο το κίνηµα αλληλεγγύης στο Παλαιστινιακό λαό και η υπεράσπιση του δίκαιου αγώνα τους – ενάντια στη δυτική προπαγάνδα –  µπορούν να βάλουν φραγµό τόσο στα σχέδια πολέµου, όσο και στις επιδιώξεις των σιωνιστών για εξαφάνιση αυτού του ηρωικού λαού.  Είναι αυτή η διεθνής αλληλεγγύη που αποτελεί το απαραίτητο εφόδιο για την αντίσταση των Παλαιστινίων, αλλά και η µόνη που µπορεί να πυροδοτήσει ένα µεγάλο ξέσπασµα αγώνων στον αραβικό κόσµο το µόνο ικανό να ανατρέψει τους σχεδιασµούς των ιµπεριαλιστών και των προδοτικών αραβικών καθεστώτων. Η λύση βρίσκεται στην ανάπτυξη του κινήµατος ενάντια και σε κυβερνήσεις, όπως η ελληνική, που συµµετέχει και στηρίζει την σφαγή στη Γάζα, που διεκδικούν να σταµατήσει η γενοκτονία και Λευτεριά στην Παλαιστίνη. Η ανατρεπτική αριστερά πρέπει να µείνει σταθερή στις αντιπολεµικές παραδόσεις, στους ιστορικούς αγωνιστικούς δεσµούς µε τους παλαιστινίους, να ενδυναµώσει τις εκδηλώσεις αλληλεγγύης, αλλά και να καταγγείλει ως συνένοχους για το έγκληµα στη Γάζα όσους δεν αντιδρούν …

Κ.Μ.




“Φράουλες και αίμα” στα αμερικάνικα πανεπιστήμια

του Χρήστου Βαγενά

Χιλιάδες φοιτητές, σε περισσότερα από 140 κολέγια και πανεπιστήµια στις ΗΠΑ, συµµετείχαν σε κινητοποιήσεις ενάντια στον συνεχιζόµενο πόλεµο στη Γάζα µε διαδηλώσεις, καταλήψεις και στήσιµο καταυλισµών. Συνελήφθησαν πάνω από 2.950 διαδηλωτές,  συµπεριλαµβανοµένων µελών ∆ΕΠ και καθηγητών, σε περισσότερες από 60 πανεπιστηµιουπόλεις, αλλά οι διαδηλώσεις συνεχίστηκαν.

Γιατί διαδηλώνουν φοιτητές για τον πόλεµο στη Γάζα;

Από την επίθεση του Ισραήλ στη Λωρίδα της Γάζας και τις σφαγές που γίνονται εναντίον των άµαχων κυρίως Παλαιστινίων, οι φοιτητές στις ΗΠΑ έχουν ξεκινήσει συγκεντρώσεις, διαδηλώσεις, καθιστικές κινητοποιήσεις,  και πιο πρόσφατα καταλήψεις µε καταυλισµούς ενάντια στον πόλεµο.

Απαιτούν οι Σχολές τους τους να κόψουν κάθε δεσµό µε το Ισραήλ, αλλά και µε εταιρίες που έχουν οικονοµικές επαφές µε το κράτος-δολοφόνο.

Οι διαδηλώσεις ξεκίνησαν στις 17 Απριλίου 2024, όταν  φοιτητές στο πανεπιστήµιο Columbia δηµιούργησαν έναν καταυλισµό µε περίπου 50 σκηνές στην πανεπιστηµιούπολη, αποκαλώντας το Στρατόπεδο Αλληλεγγύης της Γάζας και απαίτησαν την αποχώρηση του πανεπιστηµίου από οποιαδήποτε σχέση και συνεργασία µε το Ισραήλ.

Ο πρώτος καταυλισµός διαλύθηκε όταν ο πρόεδρος του πανεπιστηµίου  εξουσιοδότησε την αστυνοµία να εισέλθει στην πανεπιστηµιούπολη και να πραγµατοποιήσει µαζικές συλλήψεις. Την επόµενη µέρα χτίστηκε νέος καταυλισµός. 

Στη συνέχεια, η διοίκηση ξεκίνησε διαπραγµατεύσεις µε διαδηλωτές, οι οποίες απέτυχαν στις 29 Απριλίου και είχαν ως αποτέλεσµα  µια δεύτερη επιδροµή της αστυνοµίας, µε συλλήψεις περισσότερων από 100 διαδηλωτών και στην πλήρη διάλυση της κατάληψης.

Οι συλλήψεις σηµατοδότησε την πρώτη φορά που το Κολούµπια επέτρεψε στην αστυνοµία να καταστείλει τις διαδηλώσεις στην πανεπιστηµιούπολη, µετά τις διαδηλώσεις του 1968 ενάντια στον πόλεµο του Βιετνάµ. Στις 31 Μαΐου, ιδρύθηκε ένα τρίτο στρατόπεδο στην πανεπιστηµιούπολη.

Αντιπολεµικές κινητοποιήσεις στα πανεπιστήµια

Η αστυνοµική έφοδος στο Κολούµπια, η βίαιη καταστολή και οι συλλήψεις προκάλεσαν διαδηλώσεις σε όλες τις ΗΠΑ. Παρόµοιες διαµαρτυρίες και στήσιµο καταυλισµών ξεκίνησαν άµεσα σε όλη τη χώρα. Έχουν καταµετρηθεί περισσότερα από 140 κολέγια και πανεπιστήµια στις ΗΠΑ, όπου έχουν ξεσπάσει διαδηλώσεις ή καταυλισµοί τις τελευταίες εβδοµάδες. ∆ιαδηλώσεις έχουν πραγµατοποιηθεί σε 45 από τις 50 πολιτείες και στην Ουάσιγκτον. ∆ιάσηµα πανεπιστήµια, όπως το Yale, το Harvard, της Νέας Υόρκης, το ΜΙΤ, βρέθηκαν στο επίκεντρο των κινητοποιήσεων χιλιάδων φοιτητών και εργαζοµένων των εκπαιδευτικών ιδρυµάτων. 

Στο UCLA µασκοφόροι ακροδεξιοί και σιωνιστές εθνοφύλακες έξω από την πανεπιστηµιούπολη επιχείρησαν να γκρεµίσουν τον καταυλισµό των φοιτητών. Χτύπησαν φοιτητές µε ρόπαλα, πέταξαν τούβλα, ψέκασαν µε σπρέι και πυροβόλησαν µε φωτοβολίδες τους διαδηλωτές, ενώ η αστυνοµία παρακολουθούσε αµέτοχη.

Στις ΗΠΑ η συµµαχία και οι στενές σχέσεις µε το Ισραήλ έχουν ιστορία δεκαετιών και βασίζονται σε πακτωλό δισεκατοµµυρίων, που προσφέρει ο αµερικάνικος καπιταλισµός στο κράτος-µαντρόσκυλο των δυτικών στην περιοχή της Μέσης Ανατολής.

 Μερικές επιτυχίες του κινήµατος 

Στις 6 Μαΐου, η διοίκηση του Columbia ακύρωσε την πανεπιστηµιακή τελετή αποφοίτησης που είχε προγραµµατιστεί για τις 15 Μαΐου, καθώς θα µπορούσε να µετεξελιχθεί σε αντιπολεµική διαδήλωση µε τους χιλιάδες φοιτητές και δεκάδες χιλιάδες συγγενείς τους που θα συγκεντρώνονταν. Πολλές τελετές αποφοίτησης είχαν παρόµοια κατάληξη, όπου πολλοί φοιτητές εξέφρασαν µε κάθε τρόπο την συµπαράστασης τους προς τον δοκιµαζόµενο παλαιστινιακό λαό. 

Στις 7 Μαΐου οι διαδηλώσεις εξαπλώθηκαν στην Ευρώπη. Μέχρι τις 12 Μαΐου, είχαν δηµιουργηθεί είκοσι καταυλισµοί στο Ηνωµένο Βασίλειο, ενώ ακολούθησαν και σε πανεπιστήµια στην Αυστραλία και τον Καναδά, καθώς και σε Γερµανία, Γαλλία, Βέλγιο, Φινλανδία, ∆ανία κ.α. Ειδικά µετά από τις µαζικές συλλήψεις στην κατάληψη της πανεπιστηµιούπολης του Πανεπιστηµίου του Άµστερνταµ.

Μερικοί διαδηλωτές αναφέρουν το κίνηµα ως φοιτητική Ιντιφάντα. Φοιτητικές οµάδες και οργανώσεις της Ριζοσπαστικής Αριστεράς στις ΗΠΑ καλούν εδώ και χρόνια τους πανεπιστηµιακούς θεσµούς (και όχι µόνο),  να υποστηρίξουν το κίνηµα Μποϊκοτάζ, Απόσυρση Επενδύσεων και Κυρώσεις (BDS), ως µέσο πίεσης κατά του Ισραήλ. 

Κανένα πανεπιστήµιο των ΗΠΑ δεν είχε ποτέ δεσµευτεί στο πλαίσιο BDS, αν και ορισµένα έχουν κόψει συγκεκριµένους οικονοµικούς δεσµούς στο παρελθόν. Τώρα πλέον πολλά πανεπιστήµια (και στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ),  υπό την πίεση των φοιτητικών κινητοποιήσεων, αναθεωρούν απόψεις και σταµατάνε τις επαφές µε το Ισραήλ, µε εταιρίες ισραηλινών συµφερόντων, µε εταιρίες που πουλάνε όπλα στο Ισραήλ, αλλά και µε ισραηλινά εκπαιδευτικά ιδρύµατα.

Από τo BLM στο εργατικό και φοιτητικό κίνηµα

Οι αντιπολεµικές φωνές του φοιτητικού και εργατικού κινήµατος δείχνουν στοιχεία της νέας  ριζοσπαστικοποίησης που συντελείται  στις ΗΠΑ τα τελευταία χρόνια. Κορυφαία δείγµατα αυτών αποτελούν οι αντιπολεµικές κινητοποιήσεις φέτος και οι µεγάλες απεργίες του 2023.

Οι κινητοποιήσεις που ξεκίνησαν κατά της ανόδου του ακροδεξιού Τραµπ στην προεδρεία των ΗΠΑ το 2017, το κίνηµα Black Lives Matter για τις ζωές και τα δικαιώµατα των εγχρώµων, συνεχίζεται µε τις εργατικές διεκδικήσεις των συνδικάτων και το αντιπολεµικό κίνηµα.

Οι διαδηλωτές κατά της γενοκτονίας που διαπράττει το Ισραήλ εναντίον των Παλαιστινίων χαρακτηρίζονται στις ΗΠΑ και την Ευρώπη από τις αστικές κατεστηµένες πολιτικές δυνάµεις και το µιντιακό σύστηµα, ως αντισηµίτες. Όµως το αντιπολεµικό κίνηµα δεν κάµπτεται. 

Στις τελευταίες δηµοσκοπήσεις από την άνοιξη ειδικά και µετά, η πλειοψηφία του πληθυσµού στις ΗΠΑ, διαφωνεί πλήρως µε τον πόλεµο που διεξάγει το Ισραήλ. 

Τον ∆εκέµβρη οι Ενωµένοι Εργάτες της Αυτοκινητοβιοµηχανίας (UAW), κάλεσαν σε άµεση εκεχειρία στην Γάζα. Στις 16 Φεβρουαρίου επτά εθνικά σωµατεία και πάνω από διακόσια τοπικά συνδικάτα σχηµάτισαν το Εθνικό Εργατικό ∆ίκτυο για την Κατάπαυση του Πυρός (NLNC) για να «τερµατίσουν τον θάνατο και την καταστροφή» στη Μέση Ανατολή και να επεκτείνουν την υποστήριξη για την κατάπαυση του πυρός µεταξύ των συνδικάτων σε εθνικό επίπεδο».  Ακολούθησε η Αµερικανική Οµοσπονδία Εργασίας και το Συνέδριο Βιοµηχανικών Οργανώσεων (AFL-CIO / American Federation of Labor – Congress of Industrial Organizations), η µεγαλύτερη εργατική οµοσπονδία στις ΗΠΑ, η οποία απεύθυνε έκκληση για κατάπαυση του πυρός που απηύθυνε νωρίτερα αυτό το µήνα. 

Οι Αµερικανοί εργαζόµενοι είναι εξοργισµένοι καθώς τα φορολογικά έσοδα χρηµατοδοτούν τον γενοκτόνο πόλεµο του ισραηλινού κράτους στη Γάζα και την κατοχή του απαρτχάιντ στη ∆υτική Όχθη.  Η κυβέρνηση Μπάιντεν εγκρίνει εκατοντάδες αποστολές όπλων στο Ισραήλ από τις 7 Οκτωβρίου, µε προσφορά  3,3 δισεκατοµµυρίων δολαρίων για να αγοράσει αµερικανικά όπλα και στρατιωτικό εξοπλισµό.

Οι εργαζόµενοι µπορούν να τερµατίσουν τον πόλεµο

Η εργατική τάξη έχει τον τρόπο να ασκήσει πραγµατική πίεση για να επιτύχει το σταµάτηµα  του πολέµου και της γενοκτονίας.  

Ο αποκλεισµός της παραγωγής και της αποστολής στρατιωτικής βοήθειας στο Ισραήλ, µέσω απεργιών και ενεργειών στους χώρους εργασίας, θα µπορούσε να πιέσει την κυβέρνηση Μπάιντεν και κατ’ επέκταση στο καθεστώς του Νετανιάχου, να τερµατίσουν τον πόλεµο.  Η πίεση από το εργατικό κίνηµα έπαιξε αποφασιστικό ρόλο σε χώρες όπως η Βρετανία και η Ιρλανδία, που διέκοψαν τους δεσµούς µε το καθεστώς του Απαρτχάιντ της Νότιας Αφρικής τη δεκαετία του 1980, ενισχύοντας τις προσπάθειες των εργαζοµένων στη Νότια Αφρική.

Είναι πολύ σηµαντικό καθήκον των κοµµουνιστών στις ΗΠΑ σήµερα να χτίσουν οργανώσεις και να αποκτήσουν στενούς δεσµούς µε τα πιο πρωτοπόρα ακριβώς στοιχεία του κινήµατος, που είναι ήδη υπολογίσιµα. Χωρίς αυτό δεν µπορεί να γίνει τίποτα. 




Γερμανία: Καταστολή των κινημάτων αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη και άνοδος της ακροδεξιάς

Του Στέλιου Αναστασάκη

Τα περιστατικά αστυνοµικής βίας και η καταστολή των διαδηλώσεων είναι φαινόµενα που παρατηρούνται µε αυξανόµενη συχνότητα σε διάφορες χώρες. Στη Γερµανία, αυτή η κατάσταση έχει λάβει ανησυχητικές διαστάσεις, µε βίαιες παρεµβάσεις της αστυνοµίας σε διαδηλώσεις και αυστηρές απαγορεύσεις σε κινήµατα αλληλεγγύης. Το φαινόµενο αυτό δεν είναι µοναδικό στη Γερµανία, αλλά εµφανίζεται και σε άλλες χώρες, όπως η Ελλάδα, όπου οι διαδηλώσεις υπέρ των Παλαιστίνιων συχνά αντιµετωπίζονται µε βία από τις αστυνοµικές αρχές.

Η πρόσφατη διάλυση της οµάδας Palestine Solidarity Duisburg από τον Υπουργό Εσωτερικών της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, Herbert Reul, επικαλούµενος αβάσιµες κατηγορίες αντισηµιτισµού, αποτελεί σοβαρή επίθεση κατά της ελευθερίας του λόγου και των δικαιωµάτων των πολιτών να διαµαρτύρονται ειρηνικά ενάντια στην καταπίεση των Παλαιστίνιων. Αυτή η ενέργεια είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγµα της καταστολής που υφίστανται τα κινήµατα αλληλεγγύης στη χώρα [1].

Τα περιστατικά αστυνοµικής βίας στη Γερµανία είναι πολυάριθµα και σοκαριστικά. Στο Βερολίνο, οι αστυνοµικές δυνάµεις επεµβαίνουν συχνά βίαια σε διαδηλώσεις, όπως στην πορεία µνήµης για το Χανάου, όπου επιτέθηκαν βάναυσα στους Παλαιστίνιους διαδηλωτές και τους υποστηρικτές τους [2]. Οι αναφορές περιλαµβάνουν από βιαιοπραγίες κατά εγκύων γυναικών µέχρι και επιθέσεις κατά ηλικιωµένων διαδηλωτών [3].

Πέρα από τη φυσική καταστολή, υπάρχει και η λογοκρισία και η απαγόρευση εκδηλώσεων που αφορούν την Παλαιστίνη. Το Palestine-Kongress στο Βερολίνο απαγορεύτηκε µε επιστράτευση περίπου χιλίων αστυνοµικών, εµποδίζοντας τη διεξαγωγή µιας σηµαντικής εκδήλωσης αλληλεγγύης [7]. Επίσης, οι αρχές έχουν απαγορεύσει µεταξύ άλλων το σύνθηµα «from the river to the sea, Palestine will be free» («από τον ποταµό έως τη θάλασσα, η Παλαιστίνη θα είναι ελεύθερη»), διαλύοντας διαδηλώσεις µε το άκουσµά του. Ωστόσο, ένα δικαστήριο στο Μάνχαϊµ αποφάσισε ότι το σύνθηµα αυτό δεν είναι αντισηµιτικό, παρέχοντας νοµική υποστήριξη για τη χρήση του στο κρατίδιο της Βάδης-Βυτεµβέργης [8].

Παράλληλα, η µεγάλη άνοδος του AfD (Εναλλακτική για τη Γερµανία), ιδιαίτερα στην Ανατολική Γερµανία, µε το κόµµα να καταλαµβάνει την πρώτη θέση στις πρόσφατες ευρωεκλογές σε όλα τα κρατίδια της πρώην DDR, είναι εξαιρετικά ανησυχητική. Συγκεκριµένα, το AfD σηµείωσε συνολική άνοδο της τάξης του 45%, µε περίπου 5% µονάδες παραπάνω από τις προηγούµενες ευρωεκλογές [4]. Η ακροδεξιά ρητορική του κόµµατος και οι προτάσεις για αυστηρότερη µεταναστευτική πολιτική εντείνουν τον ρατσισµό και την ξενοφοβία στη χώρα.

Ένας ακόµη ανησυχητικός παράγοντας στην πολιτική σκηνή της Γερµανίας είναι η δηµιουργία του νέου κόµµατος της Σάρα Βάγκενκνεχτ, το οποίο προσελκύει εθνικιστές και συντηρητικούς µε µια ρητορική που υπονοµεύει την αλληλεγγύη και τον αγώνα κατά της καταπίεσης. Η Σάρα Bάγκεκνεχτ πήρε, αντίθετα από το die Linke ξεκάθαρη θέση, έστω και µε εθνικό πρόσηµο, κατά των όπλων στην Ουκρανία, και αυτό µάλλον εξηγεί την άνοδο της. Το κόµµα αυτό δεν αποτελεί αξιόπιστη εναλλακτική στον αγώνα κατά της ακροδεξιάς, αλλά µάλλον ενισχύει τις διακρίσεις και την καταστολή [7].

Η καταστολή δεν περιορίζεται µόνο στους τοπικούς ακτιβιστές και εκδηλώσεις. Η γερµανική κυβέρνηση µε αφορµή το Palestina-Kongress έχει απαγορεύσει την είσοδο και κάθε διαδικτυακή παρέµβαση του Γιάνη Βαρουφάκη στη Γερµανία, αποτρέποντας τη συµµετοχή του σε πολιτικές εκδηλώσεις και συνέδρια [5].

Η καταστολή κινηµάτων αλληλεγγύης δεν περιορίζεται µόνο στη Γερµανία. Στην Ελλάδα, οι διαδηλώσεις υπέρ των Παλαιστίνιων συχνά αντιµετωπίζονται µε βία από τις αστυνοµικές αρχές, όπως συνέβη πρόσφατα µε τη σύλληψη εννέα διαδηλωτών, οι οποίοι χαρακτηρίστηκαν ως «επικίνδυνοι για τη δηµόσια τάξη» [6].

Σε αυτές τις στιγµές, η αδράνεια δεν είναι επιλογή. Οι εξελίξεις στην Ευρώπη απαιτούν από την διεθνιστική αντικαπιταλιστική αριστερά να δράσει αποφασιστικά ενάντια στον φασισµό και την κρατική καταστολή. Είναι κρίσιµο να ενισχύσουµε την αλληλεγγύη µεταξύ των λαών και να υπερασπιστούµε τα δικαιώµατα όλων όσων καταπιέζονται.

Η διεθνιστική αντικαπιταλιστική αριστερά πρέπει να προωθήσει τη συλλογική δράση και την αλληλεγγύη, να στηρίξει τα κινήµατα αλληλεγγύης στους Παλαιστίνιους και να αντισταθεί στην κρατική καταστολή και την ακροδεξιά βία. Ο αγώνας για την απελευθέρωση της Παλαιστίνης και η αντίσταση στον φασισµό είναι αλληλένδετοι και πρέπει να είναι στο επίκεντρο των προσπαθειών µας.

Η καταστολή των δικαιωµάτων της ελευθερίας του λόγου και της ειρηνικής διαµαρτυρίας αποτελεί σοβαρή απειλή για τη δηµοκρατία. Αν δεν αντιδράσουµε, ρισκάρουµε να χάσουµε τα κεκτηµένα δικαιώµατα που προστατεύουν τυπικά τουλάχιστον την ελευθερία και την ισότητα. Η ανάγκη για αντίσταση δεν ήταν ποτέ πιο επιτακτική. Η αλληλεγγύη, η συλλογικότητα και η αποφασιστικότητα πρέπει να µας οδηγήσουν στην υπεράσπιση των δικαιωµάτων και των ελευθεριών όλων.

Πηγές:

1. ∆ιάλυση της οµάδας Palestine Solidarity Duisburg: https://revolinks.de/index.php/2024/05/17/gegen-das-verbot-von-palaestina-solidaritaet-duisburg/

2. Αστυνοµική βία και καταστολή στο Βερολίνο: https://www.aa.com.tr/en/europe/pro-palestineactivist-decries-violence-by-german-police/3204056

3. Αστυνοµική βία κατά της οµάδας Palestine στο Χανάου: https://www.theleftberlin.com/commemoration-for-hanau-police-brutally-attack-palestine-bloc/

4. Άνοδος του AfD στις πρόσφατες ευρωεκλογές: https://www.faz.net/aktuell/politik/europawahl/europawahl-2024-die-wichtigsten-grafiken-zur-wahl-19702362.html

5. Απαγόρευση εισόδου και διαδικτυακής παρέµβασης του Γιάνη Βαρουφάκη: https://www.theguardian.com/world/2023/jun/15/yanis-varoufakis-barred-from-entering-germany-or-joining-events-online

6. Καταστολή κινηµάτων αλληλεγγύης στην Ελλάδα: https://www.efsyn.gr/ellada/dikaiosyni/433063_ennea-diadilotes-epikindynoi

7. Απαγόρευση του Palestine-Kongress στο Βερολίνο: https://www.dw.com/en/german-court-rules-palestine-slogan-not-antisemitic/a-56013861

8. Απόφαση δικαστηρίου του Μάνχαϊµ για το σύνθηµα «from the river to the sea»: https://www.dw.com/en/german-court-rules-palestine-slogan-not-antisemitic/a-56013861

9. Το νέο κόµµα της Σάρα Βάγκενκνεχτ: https://www.klassegegenklasse.org/buendnis-sahra-wagenknecht-keine-alternative-im-kampf-gegen-rechts/