“Τρότσκι – Προδομένη Επανάσταση” Ζ’ Μέρος: Η Αριστερή Αντιπολίτευση και η αντίσταση στο σταλινικό καθεστώς

image_pdfimage_print

του Αλέξη Λιοσάτου

Λαϊκή δυσαρέσκεια
«Τα προνόμια της νέας αριστοκρατίας, ξυπνούν μέσα στις μάζες του πληθυσμού μια τάση να ακούνε τους αντισοβιετικούς «ψιθυριστές» (κατά τη σταλινική γραφειοκρατία)–δηλαδή, κάθε έναν που, αν και ψιθυριστά, κριτικάρει τα λαίμαργα και ιδιότροπα αφεντικά…» Η γραφειοκρατία της καταστολής και των ταξικών ανισοτήτων «…παράγει μια οξεία και εξαιρετικά επικίνδυνη δυσαρέσκεια στις μάζες, και ιδιαίτερα στους νεολαίους εργάτες…»

Ο Τρότσκι εξηγούσε ότι ο κόσμος αρχίζει να διαμαρτύρεται και να αντιστέκεται για το βιοτικό επίπεδο, τους από τα πάνω διορισμούς, την κακοδιαχείριση κλπ

Αναφέρει πληθώρα ισχυρών αντιστάσεων, ιδιαίτερα με τη μορφή εργατικών σαμποτάζ και καταστροφής μηχανών στην παραγωγή, δηλαδή «στοιχεία πρωτόλειων μορφών ταξικής πάλης», αλλά αναφέρεται και στον φόβο της σταλινικής γραφειοκρατίας για την προοπτική ένωσης αγροτών-εργατών και τα μέτρα που έπαιρνε για τους διασπάσει. («Η πρώτη φροντίδα της σοβιετικής αριστοκρατίας είναι να απαλλαγεί από τα Σοβιέτ…  Είναι πολύ πιο εύκολο να αντιμετωπίσει τη δυσαρέσκεια του σκόρπιου αγροτικού πληθυσμού. (Άλλωστε) οι αγρότες των κολχόζ μπορούν, ακόμα και με κάποια επιτυχία, να χρησιμοποιηθούν ενάντια στους εργάτες της πόλης.») Ενώ με τον σταχανοβισμό όπως είδαμε επιδίωκε την ακραία εξατομικοποίηση της εργατικής τάξης. Οι υπερδιογκωμένοι μηχανισμοί καταστολής ποινικοποιούσαν ακόμα και τη διαφωνία, οπότε πολύ περισσότερο δεν υπήρχε περιθώριο για απεργίες και διαδηλώσεις. Αν και ο Λ.Τ. αναφέρεται σε περιπτώσεις αγροτικών διαδηλώσεων ενάντια στο καθεστώς.

«…Η γραφειοκρατία δεν είναι μόνο μια μηχανή καταναγκασμού, αλλά και μια διαρκής πηγή προβοκάτσιας. Η ίδια η ύπαρξη μιας λαίμαργης, ψευδολόγας και κυνικής κάστας
κυβερνητών, δημιουργεί αναπόφευκτα μια κρυφή αγανάκτηση… Η μεγάλη πλειοψηφία των σοβιετικών εργατών είναι ακόμα και τώρα εχθρική προς τη γραφειοκρατία. Οι αγροτικές μάζες την μισούν … Αν, αντίθετα από τους αγρότες, οι εργάτες σχεδόν ποτέ δεν βγήκαν στους δρόμους σε μια ανοιχτή πάλη, καταδικάζοντας έτσι τα διαμαρτυρόμενα χωριά στη σύγχυση και την αδυναμία, αυτό δεν οφείλεται μονάχα στην καταπίεση. Οι εργάτες (που σήμερα βλέπουν -έστω με αργό ρυθμό- να βελτιώνεται το βιοτικό τους επίπεδο) φοβούνται μήπως, καθώς θα πετάνε τη γραφειοκρατία, ανοίξουν το δρόμο για μια καπιταλιστική παλινόρθωση… Οι εργάτες …σε σχέση με την άρχουσα κάστα –τουλάχιστο σε σχέση με τα πιο χαμηλά στρώματά της που βρίσκονται κοντά σ’ αυτούς– προς το παρόν, βλέπουν στο πρόσωπό της το φύλακα ενός ορισμένου μέρους των δικών τους κατακτήσεων. Αναμφίβολα θα διώξουν τον ανέντιμο, αναίσχυντο και ανεύθυνο φύλακα αμέσως μόλις δουν μια άλλη δυνατότητα».

Ως προς την μισοανοχή της (αστικής) γραφειοκρατίας λόγω φόβου επιστροφής των «κανονικών» αστών αμφιβάλλουμε. Πόσο χειρότερη να εκτιμούσαν την κατάσταση οι
εργαζόμενοι επί «κανονικού καπιταλισμού»; Είτε καπιταλισμός, είτε ‘σοσιαλισμός’, ο εργάτης και η εργάτρια θέλουν να φάνε, δεν αντιμετωπίζουν το ζήτημα ιδεολογικά. Αν δεν
έχουν να φάνε, τότε δεν τους νοιάζει διόλου αν είναι κρατικά ή ιδιωτικά τα μέσα παραγωγής που ούτε καν ελέγχουν οι ίδιοι, αλλά η γραφειοκρατία. Ο ίδιος ο Τρότσκι άλλωστε αναφέρει αλλού ότι ο εργαζόμενος δεν αισθάνεται διόλου ελεύθερος καθώς «στη γραφειοκρατία βλέπει τον διευθυντή, στο κράτος, τον εργοδότη.» Με αυτή την περιγραφή
δεν μοιάζει ο εργάτης να νιώθει πιο ευτυχισμένος επειδή έχει εργοδότη το κράτος. Σύμφωνα με τον Λ.Τ. η δυσαρέσκεια, η δυσπιστία, η πικρία διέβρωναν τη χώρα. Σημειώθηκαν μαζικές λεηλασίες της συλλογικής ιδιοκτησίας και κλοπές ειδών λαϊκής κατανάλωσης, αλλά και «ξαναζωντάνεψε η ατμόσφαιρα του εμφυλίου πολέμου». Οι ανυπόφορες συνθήκες δουλειάς προκαλούσαν μετανάστευση της εργατικής δύναμης (που περιορίστηκε με νόμο), απουσίες λόγω «ασθένειας», απρόσεκτη δουλειά, καταστροφή των μηχανών, ένα μεγάλο ποσοστό άχρηστων προϊόντων και, γενικά, χαμηλή ποιότητα προϊόντων.

«Τα σοβιετικά προϊόντα είναι στιγματισμένα με τη σταχτιά σφραγίδα της αδιαφορίας. Στην εθνικοποιημένη οικονομία, η ποιότητα απαιτεί δημοκρατία των παραγωγών και των
καταναλωτών, ελευθερία κριτικής και πρωτοβουλία – πράγματα ασυμβίβαστα με το ολοκληρωτικό καθεστώς του φόβου, της ψευτιάς και της κολακείας.»

Για τη νεολαία: «Ένα σημαντικό στρώμα της νεολαίας υπερηφανεύεται για την περιφρόνηση που αισθάνεται για την πολιτική … Σε πολλές περιπτώσεις, και ίσως στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, αυτή η αδιαφορία και ο κυνισμός δεν είναι παρά η αρχική μορφή της δυσαρέσκειας και μιας κρυμμένης επιθυμίας να σταθεί κανείς στα δικά
του πόδια.»

Στα σχολεία «οι πιο αθώες ομάδες σχολιαρόπαιδων που προσπαθούν να δημιουργήσουν οάσεις σ’ αυτή την έρημο της πλήρους αλλοτρίωσης, αντιμετωπίζονται με άγρια μέτρα
καταστολής. Μέσα από τους πράκτορές της, η Γκε Πε Ου φέρνει στα λεγόμενα «σοσιαλιστικά σχολεία» την αρρωστημένη διαφθορά του καρφώματος και των ψιθύρων. Στη σοβιετική νεολαία αρνούνται ακόμα και τη στοιχειώδη δυνατότητα να ανταλλάξει ιδέες, να κάνει λάθη, να δοκιμάσει και να διορθώσει τα λάθη, τόσο τα δικά της όσο και των άλλων. Όλα τα ζητήματα, μαζί και τα δικά της, αποφασίζονται από άλλους. Η δική της δουλειά είναι απλά να εφαρμόσει την απόφαση και να εξυμνήσει αυτούς που την πήραν.
Όλα τα διακεκριμένα και ανυπότακτα στοιχεία στις γραμμές της νεολαίας, καταστρέφονται συστηματικά, καταπνίγονται ή εξοντώνονται φυσικά…Οι υγιείς νεαροί πνεύμονες βρίσκουν ανυπόφορο να αναπνέουν την ατμόσφαιρα της υποκρισίας που είναι αξεχώριστη από το Θερμιδώρ –από την αντίδραση, δηλαδή, που είναι ακόμα υποχρεωμένη να φοράει τα ρούχα της επανάστασης. Η κραυγαλέα ασυμφωνία ανάμεσα στις σοσιαλιστικές αφίσες και την πραγματικότητα της ζωής, υπονομεύει την πίστη στους επίσημους κανόνες…»

Ατομική τρομοκρατία

«Σε μια σωστή εκτίμηση της κατάστασης, οι συχνές τρομοκρατικές πράξεις ενάντια στους αντιπροσώπους της εξουσίας έχουν μια πολύ μεγάλη σημασία. … Από μόνες τους, οι
τρομοκρατικές πράξεις, είναι λιγότερο από κάθετι άλλο ικανές να ανατρέψουν μια βοναπαρτιστική ολιγαρχία. Αν και ο μεμονωμένος γραφειοκράτης φοβάται το ρεβόλβερ, η
γραφειοκρατία σαν όλο είναι ικανή να εκμεταλλευτεί μια τρομοκρατική πράξη για να δικαιολογήσει τις δικές της βιαιότητες, και παρεμπιπτόντως να ενοχοποιήσει στη δολοφονία
τους δικούς της πολιτικούς εχθρούς (η υπόθεση του Ζινόβιεφ, του Κάμενεφ και των άλλων). Η ατομική τρομοκρατία είναι ένα όπλο των ανυπόμονων ή απελπισμένων ατόμων, που πολύ συχνά ανήκουν στη νεότερη γενιά της ίδιας της γραφειοκρατίας. Αλλά, όπως γινόταν και στην εποχή του Τσάρου, οι πολιτικές δολοφονίες είναι αδιάψευστα συμπτώματα μιας ταραγμένης ατμόσφαιρας, και προαναγγέλλουν την αρχή μιας ανοιχτής πολιτικής κρίσης…
Οι πιο ανυπόμονοι, θερμόαιμοι, ασταθείς, πληγωμένοι στα συμφέροντα και τα αισθήματα τους, στρέφουν τις σκέψεις τους στην κατεύθυνση της τρομοκρατικής εκδίκησης… Οι
τρομοκράτες του τελευταίου κύματος έχουν στρατολογηθεί αποκλειστικά από τη νεολαία, από τις γραμμές της Κομμουνιστικής Νεολαίας και του Κόμματος… Όλα αυτά μαζί,
οικονομικές περιπέτειες, επιδεικτική αδιαφορία, τρομοκρατική διάθεση, και ατομικές πράξεις τρομοκρατίας, προετοιμάζουν μια έκρηξη της νέας γενιάς ενάντια στην ανυπόφορη
κηδεμονία της παλιάς γενιάς.» Βεβαίως ξέρουμε ότι μια τέτοια έκρηξη δεν συνέβη ποτέ.

Αριστερή αντιπολίτευση 

Ο Τρότσκι δίνει μια γενική εικόνα των μεγεθών της Αριστερής Αντιπολίτευσης, που μετά το 1927 κινούταν στην παρανομία ως «Μπολσεβίκοι –Λενινιστές».
«Είναι βέβαιο ότι δεκάδες χιλιάδες επαναστάτες μαχητές συγκεντρώθηκαν κάτω από τη σημαία των Μπολσεβίκων-Λενινιστών. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι προχωρημένοι εργάτες αντιμετώπιζαν με συμπάθεια την Αντιπολίτευση, αλλά αυτή η συμπάθεια παράμενε παθητική. … Πόσο μεγάλη σημασία μπορούν να έχουν είκοσι ή τριάντα χιλιάδες
Αντιπολιτευόμενοι για ένα κόμμα («Μπολσεβίκοι» του Στάλιν) των δύο εκατομμυρίων;». Ο Τρότσκι αναφέρεται σε κύμα συλλήψεων εκατοντάδων χιλιάδων «οπορτουνιστών»,
«λευκοφρουρών», αλλά και «τροτσκιστών» τόσο το 1927 όσο και το 1935-36 («εκατοντάδες χιλιάδες μέλη του Κόμματος διαγράφτηκαν ξανά, κι ανάμεσά τους πολλές δεκάδες χιλιάδες ‘τροτσκιστές’») τονίζοντας ότι οι πηγές αριστερής και δεξιάς αντιπολίτευσης παρά την σκληρή καταστολή δείχνουν ανεξάντλητες, οδηγώντας συστηματικά σε νέα κύματα
καταστολής. «Μέσα στα δώδεκα τελευταία χρόνια, οι αρχές έχουν εκατοντάδες φορές ανακοινώσει στον κόσμο το τελικό ξερίζωμα της Αντιπολίτευσης». Ο ‘τροτσκισμός’
δαιμονοποιήθηκε και ήταν ο αγαπημένος εχθρός της γραφειοκρατίας, παίζοντας τον ρόλο του «εσωτερικού εχθρού» για τη «συμμόρφωση» και των υπολοίπων δυσαρεστημένων,
όπως γίνεται σε κάθε αστικό καθεστώς.

«Στη διάρκεια των δέκα πρώτων χρόνων της πάλης της, η Αριστερή Αντιπολίτευση δεν εγκατάλειψε το πρόγραμμα της ιδεολογικής κατάκτησης του Κόμματος, …. Το σύνθημά της
ήταν: μεταρρύθμιση, όχι επανάσταση. Η γραφειοκρατία, όμως, ακόμα και εκείνη την εποχή ήταν έτοιμη για μια επανάσταση για να υπερασπίσει τον εαυτό της ενάντια στη
δημοκρατική μεταρρύθμιση. Το 1927, … ο Στάλιν δήλωσε σε μια συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής, απευθυνόμενος στην Αντιπολίτευση: ‘Τα στελέχη αυτά μπορούν να φύγουν μόνο με εμφύλιο πόλεμο!’. Η απειλή αυτή του Στάλιν έγινε, χάρη σε μια σειρά ήττες του ευρωπαϊκού προλεταριάτου, ένα ιστορικό γεγονός. Ο δρόμος της μεταρρύθμισης είχε
μετατραπεί σε δρόμο της επανάστασης. Οι συνεχείς εκκαθαρίσεις στις οργανώσεις του Κόμματος και των Σοβιέτ έχουν σαν αντικείμενο να εμποδίσουν τη δυσαρέσκεια των μαζών
να βρει μια συνεπή πολιτική έκφραση. Αλλά η καταπίεση δεν σκοτώνει τη σκέψη, απλά την σπρώχνει στην παρανομία. Ευρύτατοι κύκλοι κομμουνιστών και μη κομματικών πολιτών έχουν δυο συστήματα σκέψης, ένα επίσημο και ένα μυστικό. Ο χαφιεδισμός και οι ψίθυροι διαβρώνουν παντού τις κοινωνικές σχέσεις. Η γραφειοκρατία ασφαλής παρουσιάζει πάντα τους εχθρούς της σαν εχθρούς του σοσιαλισμού. Με τη βοήθεια της δικαστικής πλαστογραφίας, που έχει γίνει μόνιμη κατάσταση, τους αποδίδει κάθε έγκλημα που την βολεύει. Με την απειλή του εκτελεστικού αποσπάσματος, αποσπάει ομολογίες που η ίδια υπαγορεύει στους πιο αδύνατους, και μετά κάνει αυτές τις ομολογίες τη βάση για κατηγορίες ενάντια στους πιο δυνατούς. ‘Θα ήταν ασυγχώρητα ηλίθιο και εγκληματικό», μας δίδασκε η «Πράβντα» στις 5 του Ιούνη 1936 –σχολιάζοντας ‘το πιο δημοκρατικό
σύνταγμα στον κόσμο’– να θεωρούμε, παρόλη την κατάργηση των τάξεων, ότι «οι ταξικές δυνάμεις, οι εχθρικές στο σοσιαλισμό θα συμφιλιωθούν με την ήττα τους… Η πάλη
συνεχίζεται’. Ποιες είναι αυτές ‘οι εχθρικές ταξικές δυνάμεις’; Η «Πράβντα» απαντάει: ‘Τα υπολείμματα των αντεπαναστατικών ομάδων, οι λευκοφρουροί όλων των αποχρώσεων,
ιδιαίτερα οι τροτσκιστο-ζινοβιεφικοί’. Ύστερα από την αναπόφευκτη αναφορά στην ‘κατασκοπευτική δουλειά, στις συνωμοσίες και στην τρομοκρατική δραστηριότητα’ (των
τροτσκιστοζινοβιεφικών!), το όργανο του Στάλιν δίνει την παρακάτω υπόσχεση: ‘θα συνεχίσουμε με αλύγιστο χέρι να χτυπάμε και να εξολοθρεύουμε τους εχθρούς του λαού,
τα τροτσκιστικά ερπετά και ερινύες, ανεξάρτητα από το πόσο επιδέξια μεταμφιέζονται». Οι τέτοιου είδους απειλές, που επαναλαμβάνονται καθημερινά στο σοβιετικό Τύπο, δεν
κάνουν τίποτε άλλο από το να ακομπανιάρουν τη δουλειά της Γκε Πε Ου… (Ωστόσο) Ένας κάποιος Πετρόφ – μέλος του Κόμματος από το 1918, μαχητής στον εμφύλιο πόλεμο, ύστερα σοβιετικός ειδικός αγρονόμος και μέλος της Δεξιάς Αντιπολίτευσης– που δραπέτευσε από την εξορία το 1936, γράφοντας σε μια φιλελεύθερη εφημερίδα των εμιγκρέδων,
χαρακτηρίζει τώρα τους λεγόμενους Τροτσκιστές ως έξής: ‘Οι αριστεροί; Ψυχολογικά, οι τελευταίοι επαναστάτες, γνήσιοι και φλογεροί. Όχι σκοτεινά παζάρια, όχι συμβιβασμοί.
Πολύ αξιοθαύμαστοι άνθρωποι. Αλλά με ηλίθιες ιδέες …μια παγκόσμια πυρκαγιά και άλλα τέτοια όνειρα’… Αυτή η ηθική και πολιτική εκτίμηση των αριστερών από τον δεξιό
εχθρό τους, μιλάει από μόνη της. Είναι αυτοί οι ‘τελευταίοι επαναστάτες, οι γνήσιοι, και φλογεροί’, που οι συνταγματάρχες και οι στρατηγοί της Γκε Πε Ου κατηγορούν για
…αντεπαναστατική δραστηριότητα προς όφελος του ιμπεριαλισμού.»

Η υστερία του γραφειοκρατικού μίσους ενάντια στη Μπολσεβίκικη Αντιπολίτευση, σημείωνε ο Τρότσκι, αποκτούσε μια «περίεργη» πολιτική σημασία, όταν την ίδια ώρα οι
γραφειοκράτες καταργούσαν τους περιορισμούς που ίσχυαν για ανθρώπους αστικής καταγωγής! «Τα συμφιλιωτικά διατάγματα που αφορούν την πρόσληψη, τη δουλειά και την εκπαίδευσή τους (των ανθρώπων αστικής καταγωγής), βασίζονται πάνω στην εκτίμηση ότι η αντίσταση των πρώην κυρίαρχων τάξεων σβήνει … ‘Δεν υπάρχει πια ανάγκη γι’ αυτούς τους περιορισμούς’, εξήγησε ο Μολότοφ σε μια σύνοδο της Κεντρικής Εκτελεστικής Επιτροπής, το Γενάρη του 1936. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, αποκαλύφτηκε ότι οι πιο μοχθηροί «ταξικοί εχθροί» στρατολογούνται από εκείνους που πάλεψαν σ’ ολόκληρη τη ζωή τους για το σοσιαλισμό, αρχίζοντας από τους πιο στενούς συνεργάτες του Λένιν, όπως ο Ζινόβιεφ και ο Κάμενεφ. Διαφορετικά από την μπουρζουαζία, οι «τροτσκιστές», σύμφωνα με την «Πράβντα», γίνονται ολοένα πιο απεγνωσμένοι, ‘όσο πιο καθαρά διαγράφονται τα χαρακτηριστικά μιας μη ταξικής σοσιαλιστικής κοινωνίας’. Το παραλήρημα αυτής της φιλοσοφίας ξεκινάει από την αναγκαιότητα να καλύψει νέες σχέσεις με παλιές φόρμουλες. Από τη μια, η δημιουργία μιας κάστας «ευγενών» ανοίγει μεγάλες ευκαιρίες για καριέρα στους πιο φιλόδοξους βλαστούς της μπουρζουαζίας: δεν υπάρχει κανείς κίνδυνος στο να τους δώσουν ίσα δικαιώματα… Στο έδαφος της οξυμένης κοινωνικής αγανάκτησης «έχει τις ρίζες της η εκστρατεία εξολόθρευσης ενάντια «στις ερινύες και τα ερπετά», (δηλαδή) ενάντια σε κείνους που εξεγείρονται ενάντια στα προνόμια της γραφειοκρατίας. Τα χτυπήματα δεν πέφτουν πάνω στους ταξικούς εχθρούς του προλεταριάτου, αλλά πάνω στην προλεταριακή πρωτοπορία. …Στην καταδίωξη των επαναστατών, οι θερμιδοριανοί χύνουν όλο τους το μίσος ενάντια σε εκείνους που τους θυμίζουν το παρελθόν, και τους κάνουν να φοβούνται το μέλλον. Οι φυλακές, οι απομακρυσμένες γωνιές της Σιβηρίας και της Κεντρικής Ασίας, τα γοργά πολλαπλασιαζόμενα στρατόπεδα συγκέντρωσης, περιέχουν το άνθος του Μπολσεβίκικου Κόμματος, τους πιο τολμηρούς και τους πιο ειλικρινείς. Ακόμα και στα μακρινά απομονωτήρια της Σιβηρίας, οι Αντιπολιτευόμενοι καταπιέζονται με έρευνες, ταχυδρομικούς αποκλεισμούς και πείνα. Στην εξορία οι γυναίκες χωρίζονται βίαια από τους άντρες τους, με ένα και μόνο σκοπό: να τσακίσουν την αντίστασή τους και να αποσπάσουν μια αποκήρυξη. Αλλά, ακόμα και κείνοι που αποκηρύσσουν, δεν σώζονται. Με την πρώτη υποψία ή υπαινιγμό κάποιου πληροφοριοδότη ενάντιά τους, υπόκεινται σε διπλή (ακόμα βαρύτερη) τιμωρία. Η βοήθεια που δίνεται στους εξόριστους ακόμα και από τους συγγενείς τους, διώκεται σαν έγκλημα. Η αμοιβαία βοήθεια τιμωρείται σαν συνωμοσία. Το μοναδικό μέσο αυτοάμυνας, μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες, είναι η απεργία πείνας. Η Γκε Πε Ου απαντά σ’ αυτό με αναγκαστική σίτιση ή με την προσφορά της ελευθερίας να πεθάνουν.

Στη διάρκεια αυτών των χρόνων, εκατοντάδες Αντιπολιτευόμενοι, τόσο ρώσοι όσο και ξένοι, έχουν εκτελεστεί, ή έχουν πεθάνει από απεργία πείνας, ή έχουν καταφύγει στην αυτοκτονία… Τους πιο δραστήριους (‘τροτσκιστές’) τους συνέλαβαν αμέσως και τους έριξαν στις φυλακές και στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Όσο για τους
υπόλοιπους, ο Στάλιν, μέσα από την «Πράβντα», συμβούλεψε ανοιχτά τα τοπικά όργανα να μη τους δώσουν δουλειά. Σε μια χώρα όπου ο μοναδικός εργοδότης είναι το κράτος,
αυτό σημαίνει καταδίκη σε θάνατο από πείνα. Η παλιά αρχή: αυτός που δεν δουλεύει δεν θα φάει, έχει αντικατασταθεί από μια καινούρια: αυτός που δεν υπακούει δεν θα φάει.
Πόσοι ακριβώς μπολσεβίκοι έχουν διαγραφτεί, συλληφθεί, εξοριστεί, εξοντωθεί από το 1923, που άνοιξε η εποχή του βοναπαρτισμού, θα το ανακαλύψουμε όταν ψάξουμε τα
αρχεία της μυστικής αστυνομίας του Στάλιν. Πόσοι από αυτούς παραμένουν στην παρανομία, θα γίνει γνωστό όταν αρχίσει το ναυάγιο της γραφειοκρατίας…» Την ίδια ώρα
«ο Βικτόρ Σερζ έχει φέρει εκπληκτικά νέα στη Δυτική Ευρώπη από εκείνους που υποβάλλονται σε βασανιστήρια για την πίστη τους στην επανάσταση και την εχθρότητα
τους στους νεκροθάφτες της. ‘Ανάμεσα σ’ αυτή τη μάζα των μαρτύρων και των διαμαρτυρομένων, που είναι στο μεγαλύτερο μέρος τους σιωπηλοί, μια ηρωική μειονότητα
είναι κοντύτερα σε μένα …. Χιλιάδες τέτοιοι κομμουνιστές της πρώτης ώρας, σύντροφοι του Λένιν και του Τρότσκι, οικοδόμοι της Σοβιετικής Δημοκρατίας όταν υπήρχαν ακόμα τα
Σοβιέτ, αντιπαραθέτουν τις αρχές του σοσιαλισμού στον εσωτερικό εκφυλισμό του καθεστώτος, υπερασπίζονται όσο πιο καλά μπορούν τα δικαιώματα της εργατικής τάξης…

Η φλόγα θα κρατηθεί αναμμένη, ακόμα και μονάχα μέσα στις φυλακές’ …».

Ο Τρότσκι μέχρι το τέλος της ζωής του αισιοδοξούσε ότι οι μάζες στην ΕΣΣΔ και «η Αριστερή Αντιπολίτευση» διεθνώς θα κατάφερνε να φτιάξει επαναστατικά κόμματα και μια μαζική 4 η Διεθνή και σε κάθε περίπτωση αφιέρωση το υπόλοιπο της ζωής του σε αυτόν τον σκοπό, έστω κι αν η αισιοδοξία αποδείχθηκε τελείως εκτός πραγματικότητας. «Είναι ολοφάνερο, η εξέλιξη οδηγεί στο δρόμο της επανάστασης…Με την ενεργητική πίεση των λαϊκών μαζών, και την αποσύνθεση του κυβερνητικού μηχανισμού, που είναι
αναπόφευκτη μέσα σε τέτοιες συνθήκες, η αντίσταση εκείνων που βρίσκονται στην εξουσία μπορεί να αποδειχτεί πολύ πιο αδύνατη από ότι φαίνεται τώρα. …Το να προετοιμαστούμε γι’ αυτό και να σταθούμε επικεφαλής των μαζών σε μια ευνοϊκή ιστορική κατάσταση –αυτό είναι το καθήκον του σοβιετικού τμήματος της Τέταρτης Διεθνούς. Σήμερα είναι ακόμα αδύνατο και το έχουν σπρώξει στην παρανομία. Αλλά η παράνομη ύπαρξη ενός κόμματος δεν σημαίνει ότι αυτό δεν υπάρχει. Είναι μονάχα μια δύσκολη μορφή ύπαρξης. Η καταστολή … οι βιαιότητες ενάντια σε μια επαναστατική πρωτοπορία δεν μπορούν να σώσουν (τη γραφειοκρατία).» Τελικά καμία ενεργητική πίεση των μαζών δεν υπήρξε, η γραφειοκρατία σώθηκε και βασίλευσε, η 4 η Διεθνής όχι μόνο δεν μπήκε επικεφαλής αλλά και τα περισσότερα μέλη της εξοντώθηκαν φυσικά.

Ο Λ.Τ. εκτιμούσε ότι η γραφειοκρατία φοβάται τον «τροτσκισμό» και τον αντιμετωπίζει ως βασικό αντίπαλό της. Γιατί ναι μεν οι τροτσκιστές μπορεί να ήταν πολύ λιγότεροι αλλά «μια απλή αντιπαραβολή αριθμών δεν σημαίνει τίποτε. Δέκα επαναστάτες σ’ ένα σύνταγμα είναι αρκετοί, μέσα σε μια καυτή πολιτική ατμόσφαιρα, να το φέρουν στο πλευρό του λαού. Δεν είναι χωρίς λόγο που το επιτελείο φοβάται τους μικροσκοπικούς παράνομους κύκλους, ή ακόμα και τα μεμονωμένα άτομα. Αυτός ο φόβος του αντιδραστικού γενικού επιτελείου, που διαποτίζει τη σταλινική γραφειοκρατία, εξηγεί το λυσσασμένο χαρακτήρα των καταδιώξεών της και τις δηλητηριώδεις συκοφαντίες της.» Είναι αμφίβολο ότι
φοβόντουσαν οι γραφειοκράτες τον τροτσκισμό, αλλά σε κάθε περίπτωση τον αξιοποίησαν πολιτικά και ταυτόχρονα τον εξόντωσαν ξανά και ξανά. Άλλωστε ακόμα και σήμερα που η Αριστερά και οι αναρχικοί είναι τελείως ακίνδυνοι διεθνώς βλέπουμε τα τελευταία χρόνια κλιμάκωση της καταστολής, παρόλο που όλες οι πολιτικές εκδοχές του κινήματος τις τελευταίες δεκαετίες έχουν να επιδείξουν μόνο άπειρες αποτυχίες και δεν έχουν διόλου αποδείξει ότι αξίζει ο καπιταλισμός να τους «φοβάται».

Τότε γιατί δεν κινδύνευσε η γραφειοκρατία;

Παρ’ όλα αυτά η μεγάλη εικόνα έδειχνε παθητικότητα των μαζών στην ΕΣΣΔ. Παρά την εκτεταμένη δυσφορία «ο κόσμος παρέμενε παθητικός». Πράγματι δεν υπήρξε κανένας
πανεργατικός ξεσηκωμός τα επόμενα χρόνια στην ΕΣΣΔ. Όχι μόνο τότε, αλλά και μέχρι σήμερα στη Ρωσία! Υπάρχουν αρκετές αιτίες που μπορούμε να εικάσουμε ότι μερικώς έπαιξαν ρόλο σε αυτή την εξέλιξη.

Πρώτον το «αστικό μπλοκ δυνάμεων», δηλαδή η γραφειοκρατία, που αποτελούσε με όλες τις εκδοχές της το 20% του πληθυσμού, ζούσε από πολύ καλά μέχρι πλουσιοπάροχα και
υπερασπιζόταν με κάθε αναγκαίο μέσο το καθεστώς.

Δεύτερον η μεγάλη πληθυσμιακή ανανέωση στην ΕΣΣΔ. Το 1936 πχ πάνω από το 50% του πληθυσμού και η μεγάλη πλειοψηφία των εργατών δεν είχαν την επαναστατική εμπειρία του 1917.

Τρίτον ο τεράστιος και αδίστακτος μηχανισμός καταστολής και ο φόβος.

Τέταρτον ενδεχομένως η άνοδος του βιοτικού επιπέδου μετά το 1935.

Πέμπτον, το μέγεθος της προδοσίας στο όνομα της Αριστεράς και του κομμουνισμού που προκάλεσε σοκ στις λαϊκές μάζες και τις άφησε «ακέφαλες».

Έκτον τα μικρά μεγέθη και η μανιασμένη εξολόθρευση της Αριστερής Αντιπολίτευσης.

Έβδομον, η ικανότητα γραφειοκρατικών ελιγμών, όπως η συμμαχία με τους αγρότες μέχρι το 1928 ενάντια στην αριστερή-εργατική πτέρυγα του κόμματος, μετά η
συντριβή των αγροτών και τελικά μια πολιτική που στόχευε στο διαίρει και βασίλευε μεταξύ αγροτών-εργατών ή ακόμα και μέσα στην εργατική τάξη.

Αυτά είναι όμως όλα επιμέρους εξηγήσεις που σίγουρα δεν αποτελούν επαρκή συνθήκη που αποτρέπει ξεσηκωμούς, εξεγέρσεις κι επαναστάσεις. Η βασική αιτία ήταν η συντριπτική πολιτική και οικονομική ήττα της εργατικής τάξης στην ΕΣΣΔ που προέκυψε από τις αρχές της δεκαετίας του 1920. Η τάξη αυτή «τα έδωσε όλα»
στην επανάσταση του 1917, έχοντας πίσω της μια 15ετία σκληρών αγώνων, την επανάσταση του 1905 και εκατομμύρια νεκρούς από τον Α’ ΠΠ. Η εργατική τάξη απέκτησε τον έλεγχο της παραγωγής, αλλά στη συνέχεια ακολούθησε εμφύλιος πόλεμος και ξένη επέμβαση (1918-21), οι υλικοτεχνικές δομές της χώρας κατέρρευσαν, τα εργατικά
συμβούλια διαλύθηκαν και τα καλύτερα στοιχεία της τάξης και των Μπολσεβίκων αποδεκατίστηκαν μέσα στις συνθήκες που γέννησαν ο πόλεμος, η ιμπεριαλιστική
επέμβαση, οι αρρώστιες και η ακραία πείνα.
«…. (Υπάρχουν) συγχυσμένες ερωτήσεις πολλών συντρόφων για το τι έχει γίνει η ενεργητικότητα του Μπολσεβίκικου Κόμματος και της εργατικής τάξης –πού είναι η
επαναστατική πρωτοβουλία, το πνεύμα αυτοθυσίας και η πληβειακή περηφάνια του– γιατί, στη θέση όλων αυτών, έχει εμφανιστεί τόση προστυχιά, δειλία, μικροψυχία και
καριερισμός. Μια επανάσταση καταβροχθίζει μεγάλη ανθρώπινη ενέργεια, τόσο ατομική όσο και συλλογική. Τα νεύρα υποχωρούν. Η συνείδηση κλονίζεται και ο χαρακτήρας
φθείρεται. Τα γεγονότα ξεδιπλώνονται με μεγάλη ταχύτητα και η πλημμυρίδα των φρέσκων δυνάμεων δεν προλαβαίνει να αναπληρώσει τις απώλειες. Η πείνα, η ανεργία, ο θάνατος των επαναστατικών στελεχών, το πέταγμα των μαζών από τη διοίκηση, όλα αυτά οδήγησαν σε τέτοια φυσική και ηθική εξαθλίωση τα προάστια του Παρισιού (για την αστική γαλλική επανάσταση του 1789), που χρειάστηκε να περάσουν τρεις δεκαετίες μέχρι να είναι έτοιμα για μια νέα εξέγερση…» Το ίδιο επαναλήφθηκε και στη Ρωσία από τις αρχές της δεκαετίας του 1920. «Η μια επέμβαση ακολουθούσε την άλλη. Η επανάσταση δεν πήρε άμεσα βοήθεια από τη Δύση. Αντί για την αναμενόμενη ευημερία της χώρας, μια απαίσια φτώχεια βασίλευε για καιρό. Επιπλέον, οι εξέχοντες εκπρόσωποι της εργατικής τάξης ή πέθαναν στον εμφύλιο πόλεμο, ή ανέβηκαν μερικά σκαλοπάτια πιο πάνω και έσπασαν από τις μάζες… Έτσι, μετά από μια χωρίς προηγούμενο ένταση των δυνάμεων, των ελπίδων και των αυταπατών, ήρθε μια μακριά περίοδος κούρασης, κατάπτωσης και πραγματικής απογοήτευσης από τα αποτελέσματα της επανάστασης. Η άμπωτη της «πληβειακής υπερηφάνειας» άφησε το χώρο για την πλημμυρίδα της μικροψυχίας και του καριερισμού. Καβάλα σ’ αυτό το κύμα ανέβηκε στα πόστα της η νέα διοικούσα κάστα…
Και αλλού για την επαναστατική πρωτοπορία του προλεταριάτου: «Ένα τμήμα καταβροχθίστηκε από τον διοικητικό μηχανισμό και βαθμιαία εξαχρειώθηκε, ένα άλλο
τμήμα εκμηδενίστηκε στον εμφύλιο πόλεμο, και ένα άλλο τμήμα διώχτηκε και συντρίφτηκε…»
Η μη άμεση διεθνοποίηση της επανάστασης προκάλεσε αυτό το αίσθημα ήττας, αλλά η ήττα δυνάμωνε μετά από κάθε ήττα άλλων επαναστάσεων και εδραίωνε ακόμα καλύτερα
τη γραφειοκρατία αλλά και τον διεθνή καπιταλισμό.

«….Το δεύτερο μισό του 1923, η προσοχή των σοβιετικών εργατών ήταν με πάθος στραμμένη στη Γερμανία, όπου φαινόταν ότι το προλεταριάτο είχε απλώσει το χέρι του
προς την εξουσία. Η πανικόβλητη υποχώρηση του Γερμανικού Κομμουνιστικού Κόμματος έφερε την πιο βαθιά απογοήτευση στις εργαζόμενες μάζες της Σοβιετικής Ένωσης…. Η
συντριβή της βουλγάρικης εξέγερσης και η άδοξη υποχώρηση του γερμανικού εργατικού κόμματος το 1923, η κατάρρευση της απόπειρας για εξέγερση στην Εσθονία το 1924, η
προδοτική διάλυση της Γενικής Απεργίας στην Αγγλία και η ανάξια συμπεριφορά του πολωνικού εργατικού κόμματος στην εγκατάσταση του Πιλσούδσκι το 1926, η τρομερή
σφαγή της κινέζικης επανάστασης το 1927 και, τελικά, οι ακόμα πιο απαίσιες πρόσφατες ήττες στη Γερμανία και την Αυστρία –αυτές είναι οι ιστορικές καταστροφές που σκότωσαν την πίστη των σοβιετικών μαζών στην παγκόσμια επανάσταση, και επέτρεψαν στη γραφειοκρατία να ανεβεί ολοένα και υψηλότερα σαν τη μόνη ελπίδα σωτηρίας. Οι συνεχείς ήττες της επανάστασης στην Ευρώπη και την Ασία, ενώ αδυνάτισαν τη διεθνή θέση της Σοβιετικής Ένωσης, δυνάμωσαν αφάνταστα τη σοβιετική γραφειοκρατία.
Για παράδειγμα γράφει ο Τρότσκι ότι το 1926-27 ο πληθυσμός της Σοβιετικής Ένωσης πέρασε από μια νέα πλημμυρίδα ελπίδων –με την Κινέζικη Επανάσταση. Τότε μάλιστα «η
Αριστερή Αντιπολίτευση στρατολογούσε μια φάλαγγα νέων οπαδών». Στα τέλη του 1927, ωστόσο, η Κινέζικη Επανάσταση σφάχτηκε, καθοδηγούμενη σκόπιμα στην ήττα από τη
σταλινική γραφειοκρατία. «Ένα παγερό κύμα απογοήτευσης κατάκλυσε τις μάζες της Σοβιετικής Ένωσης κι έπειτα από μια αχαλίνωτη καμπάνια δυσφήμισης στον Τύπο και στις
συγκεντρώσεις, η γραφειοκρατία αποφάσισε τελικά, το 1928, να κάνει μαζικές συλλήψεις μελών της Αριστερής Αντιπολίτευσης…»

«Η σοβιετική γραφειοκρατία άνοιξε αμέσως μια καμπάνια ενάντια στη θεωρία της «διαρκούς επανάστασης… ισχυριζόταν: ‘Για το χατίρι μιας διεθνούς επανάστασης, η
Αντιπολίτευση σχεδιάζει να μας σύρει σε έναν επαναστατικό πόλεμο. Φτάνουν πια οι αναστατώσεις! Έχουμε κερδίσει το δικαίωμα να ξεκουραστούμε. Θα χτίσουμε τη
σοσιαλιστική κοινωνία στην πατρίδα μας!’. Αυτό το σύνθημα της ξεκούρασης ένωσε στέρεα τους ανθρώπους του μηχανισμού (apparatchiki) και τους στρατιωτικούς και
κρατικούς αξιωματούχους, και, αναμφίβολα, βρήκε μια ανταπόκριση μέσα στους κουρασμένους εργάτες, και ακόμα περισσότερο μέσα στις αγροτικές μάζες… Η Αντιπολίτευση απομονώθηκε. Η γραφειοκρατία χτυπούσε όσο ήταν καυτό το σίδερο, εκμεταλλευόμενη την αμηχανία και την παθητικότητα των εργατών, κινητοποιώντας τα πιο καθυστερημένα στρώματα τους ενάντια στα πιο προχωρημένα, και στηριζόμενη όλο και πιο τολμηρά πάνω στον κουλάκο και στον μικροαστό σύμμαχο γενικά. Έτσι, σε μια πορεία λίγων χρόνων, η γραφειοκρατία σύντριψε την επαναστατική πρωτοπορία του προλεταριάτου…»

Άλλωστε ήταν πλέον μια μη επαναστατική πλέον περίοδος στην ΕΣΣΔ. Και σε τέτοιες περιόδους «υπάρχουν ασύγκριτα περισσότεροι μεταρρυθμιστές στον κόσμο απ’ ότι
επαναστάτες, περισσότεροι διαλλακτικοί απ’ ότι ασυμβίβαστοι. Μονάχα σε εξαιρετικές ιστορικές περίοδες, όταν οι μάζες βρίσκονται σε κίνηση, βγαίνουν οι επαναστάτες από την απομόνωσή τους, και οι μεταρρυθμιστές αισθάνονται σαν ψάρια έξω από το νερό.»

Αυτή η πολιτική «κόπωση» και το αίσθημα ήττας που κυριάρχησαν από τις αρχές της δεκαετίας του 1920 με τη διεθνή σταθεροποίηση του καπιταλισμού και την ήττα των
επαναστάσεων στις άλλες χώρες έκανε εφικτό να χτιστεί αυτή η αστική-γραφειοκρατική δικτατορία στην ΕΣΣΔ. Σε αυτό το έδαφος ο καριερισμός και ο «ατομικός δρόμος» έβρισκαν πρόσφορο έδαφος, οι συλλογικές και επαναστατικές λύσεις όχι. Είναι ο δεξιόστροφος «άνεμος» που έχουμε δει πολλές φορές στην ιστορία διεθνώς να φυσάει μετά από κάθε συντριπτική ήττα της εργατικής τάξης και του κινήματός της ή μετά από αντεπαναστάσεις. Η νεολαία είχε τρεις δρόμους: «να προσχωρήσουν στη γραφειοκρατία και να κάνουν καριέρα. Να υποταχτούν σιωπηλά στην καταπίεση, να αποσυρθούν σε οικονομικές δουλειές, στην επιστήμη, ή στις δικές τους μικρές ατομικές υποθέσεις. Ή, τέλος, να
περάσουν στην παρανομία και να μάθουν να αγωνίζονται… Ο δρόμος της γραφειοκρατικής καριέρας είναι προσιτός μόνο σε μια μικρή μειοψηφία…Η μεσαία ομάδα (είναι) η
συντριπτική μάζα. Σε αυτές τις συνθήκες είναι δύσκολο να επιδειχθεί με μαζικούς όρους ενεργητικότητα των μαζών, αυτοθυσία, κι αυταπάρνηση κι είναι δύσκολο να μπολιαστούν οι «από κάτω» (εκ νέου) με επαναστατικές ιδέες, είναι πιο εύκολο να βλέπουν την Αριστερή Αντιπολίτευση «με συμπάθεια αλλά παραμένοντας παθητικοί». Είναι πιο εύκολο «ο καθένας να κοιτάει τη δουλειά του και να βρει την «ησυχία» του για να αποφύγει το μαστίγιο, να κοιτάει να δουλέψει περισσότερο για να φάει αντί να μπαίνει σε
«περιπέτειες», να κάνει τα στραβά μάτια όταν δίπλα του μακελεύονταν διαφωνούντες. Σε καταστάσεις ήττας μετατοπίζεται δεξιά το πολιτικό σκηνικό και γίνεται πιο συντηρητικό
το ακροατήριο. Είναι πιο εύκολο ο χθεσινός προδότης να φανεί σήμερα σανίδα σωτηρίας και «το μη χείρον βέλτιστον», ιδιαίτερα όταν η προδοσία γίνεται στο όνομα της Αριστεράς και του κομμουνισμού είναι πιο εύκολο να ενισχυθεί η Δεξιά αντιπολίτευση έναντι της Αριστερής, είναι πιο εύκολο να ενισχυθεί η «καθεστωτική» και η «προδοτική» Αριστερά έναντι της επαναστατικής κ.ο.κ. Το εργατικό κίνημα μένει πολιτικά και ιδεολογικά ακέφαλο όταν η «σημαία» με την οποία πορεύτηκε για δεκαετίες επαναλαμβάνει τα ίδια ταξικά εγκλήματα τα οποία μέχρι πρότινος πολεμούσε. Οι μαζικές μετατοπίσεις προς την επαναστατική Αριστερά θα έπρεπε και μπορούσαν να γίνουν μόνο ΠΡΙΝ την κατάσταση αυτή της συντριπτικής ήττας, μετά ήταν αργά. Αυτοί είναι παράγοντες που φαίνεται να υποτίμησε ο Τρότσκι.

Παρά τις τεράστιες διαφορές με την Ελλάδα της προηγούμενης δεκαετίας, εύκολα γίνονται αντιληπτές κάποιες αναλογίες με την ήττα του εργατικού κινήματος και τη μη ανάκαμψή του μετά το 2012.
Αυτή είναι και η βασική απάντηση σε όσους «αναρωτιούνται» πώς άντεξε τόσο πολύ το σταλινικό καθεστώς και γιατί «δεν ξεσηκώθηκε ο κόσμος», λες και οι εργάτ(ρι)ες του
υπόλοιπου πλανήτη επαναστατούν κάθε τρεις και λίγο και βαδίζουν από νίκη σε νίκη… Από τη μια πλευρά υπήρχε μια αδίστακτη μηχανή εκμετάλλευσης και καταπίεσης, που διέθετε μια σημαντική κοινωνική-ταξική βάση της τάξης του 20%, όμοια με αυτή που κυριαρχεί σήμερα πχ σε δυτικές χώρες, όταν προσθέσουμε στην αστική τάξη και το «βαθύ κράτος» τα μεσαία και τα ανώτερα μικροαστικά στρώματα και την εργατική αριστοκρατία. Από την άλλη πλευρά μια εργατική τάξη συγχυσμένη, κουρασμένη, εξατομικοποιημένη, υπό καταστολή, πολιτικά ηττημένη και οικονομικά απαλλοτριωμένη. Μια εργατική τάξη που είχε παλέψει για μια κοινωνία χωρίς αφεντικά κι έβλεπε από το κόμμα της επανάστασης να αναδύεται μια νέα άρχουσα τάξη κι ένα «κόκκινο» μαστίγιο, κατασυκοφαντώντας τον σοσιαλισμό και τον κομμουνισμό. Η ταφόπλακα του σταλινισμού συνέτριψε τόσο άσχημα τη ρώσικη εργατική τάξη που δεν έχει έκτοτε (107 χρόνια μετά) ζήσει ούτε υπόνοια εξέγερσης, πόσο μάλλον επανάστασης, και υπομένει αγόγγυστα χωρίς ούτε καν (από όσο ξέρουμε) σοβαρές απεργιακές μάχες 34 χρόνια «κανονικού καπιταλισμού» υπό τον Πούτιν…

Η Αριστερή Αντιπολίτευση έδωσε σκληρές και ηρωικές μάχες, αλλά σε αντίξοες και όχι σε συνθήκες δικής της επιλογής. Η μάχη όμως αποδείχθηκε χαμένη από χέρι.

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται.


*


Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.