1

Το δυστύχημα στα Τέμπη: το χρονικό ενός προαναγγελθέντος εγκλήματος

Του Αλέξανδρου Τζαρκά

Ο φετινός Μάρτιος µπήκε επιφυλάσσοντας ένα τραγικό γεγονός: το βράδυ της πρώτης Μαρτίου µια επιβατική αµαξοστοιχία InterCity από την Αθήνα µε τελικό προορισµό τη Θεσaσαλονίκη συγκρούστηκε µε µια εµπορική λίγο µετά τη Λάρισα, στο ύψος της κοιλάδας των Τεµπών. Τραγικός απολογισµός τουλάχιστον 57 νεκροί και δεκάδες αγνοούµενοι. Την επόµενη ήδη µέρα, ξεκίνησε από την κυβέρνηση η επικοινωνιακή διαχείριση της τραγωδίας, µε τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τη Νέα ∆ηµοκρατία να αποδίδει το δυστύχηµα σε ανθρώπινο λάθος, δείχνοντας ουσιαστικά σαν αποδιοποµπαίο τράγο τον σταθµάρχη του ΣΣ Λάρισας και διαµορφώνοντας τη γραµµή που πρέπει να ακολουθήσει το κυβερνητικό στρατόπεδο τις προσεχείς µέρες ως προς το γεγονός.

Είναι όµως έτσι τα πράγµατα ή µιλάµε για ένα έγκληµα που ήταν θέµα χρόνου να τελεστεί; Οι σιδηροδροµικοί υποστηρίζουν το δεύτερο, καθώς, όπως λένε, οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές των τελευταίων κυβερνήσεων στο πεδίο του σιδηροδρόµου οδήγησαν στην τραγική υποστελέχωση του ΟΣΕ και στις περικοπές δαπανών για κατασκευή και συντήρηση έργων υποδοµής και συστηµάτων ασφαλείας (σηµατοδότηση – τηλεδιοίκηση). Σηµαντικός παράγοντας ήταν και η «σαλαµοποίηση» του ΟΣΕ, καθώς πριν 15 χρόνια διασπάστηκε σε 4 ανεξάρτητες εταιρείες (ΤΡΑΙΝΟΣΕ για τα δροµολόγια, ΕΡΓΟΣΕ για τα έργα υποδοµής, ΓΑΙΑΟΣΕ για την ακίνητη περιουσία και ΟΣΕ για τη διαχείριση της σιδηροδροµικής υποδοµής), κάτι που οδήγησε σε πλήρη ασυνεννοησία και αλληλοεπικάλυψη αρµοδιοτήτων. Η κατάσταση επιδεινώθηκε επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, οπότε και εκπληρώθηκε η µνηµονιακή υποχρέωση που προέβλεπε το ξεπούληµα έναντι πινακίου φακής της ΤΡΑΙΝΟΣΕ (νυν Hellenic Train) και κατόπιν της Ελληνικής Εταιρείας Συντήρησης Τροχαίου Υλικού (ΕΕΣΤΥ) στην ιταλική κρατική εταιρεία σιδηροδρόµων. Αποτέλεσµα η διακοπή της συνεργασίας ΟΣΕ και ΤΡΑΙΝΟΣΕ, µε τον δηµόσιο διαχειριστή να αναλαµβάνει τις υποχρεώσεις συντήρησης της υποδοµής -παρά την τραγική έλλειψη προσωπικού και χρηµατοδότησης- και τον ιδιωτικό µεταφορέα να αναλαµβάνει την είσπραξη των εσόδων από τα εισιτήρια και από τις σκανδαλώδεις επιχορηγήσεις που έδινε κάθε χρόνο το Ελληνικό ∆ηµόσιο!

Για πολλά χρόνια τα προβλήµατα εντείνονταν και οι σιδηροδροµικοί, µέσω κινητοποιήσεων και ανακοινώσεων, προσπαθούσαν να κρούσουν τον κώδωνα του κινδύνου, λέγοντας πως: «∆εν θα περιµένουµε το δυστύχηµα που έρχεται, για να τους δούµε να χύνουν κροκοδείλια δάκρυα, κάνοντας διαπιστώσεις». (∆ΕΣΚ – ΣΙ∆ΗΡΟ∆ΡΟΜΙΚΩΝ, 07/02/2023).

Και έτσι φτάνουµε στα ξηµερώµατα της πρώτης Μαρτίου, οπότε και δίνεται εντολή επιβατική αµαξοστοιχία µε κατεύθυνση τη Θεσσαλονίκη να µπει στην ίδια γραµµή µε µια εµπορική µε κατεύθυνση την Αθήνα. Ελλείψει συστηµάτων τηλεδιοίκησης και σηµατοδότησης δεν υπήρχε δυνατότητα ελέγχου της κατάστασης και έτσι τα τρένα κινούνταν στις ίδιες ράγες για 12 ολόκληρα λεπτά ώσπου τελικά συγκρούστηκαν, αφήνοντας έναν τραγικό απολογισµό δεκάδων νεκρών και αγνοουµένων, στο µεγαλύτερο σιδηροδροµικό δυστύχηµα που συνέβη ποτέ στη χώρα. Η γραµµή της κυβέρνησης ως προς την επικοινωνιακή διαχείριση του δυστυχήµατος ήταν να επιρριφθούν όλες οι ευθύνες σε «τραγικό ανθρώπινο λάθος», αποκρύπτοντας στην ουσία το ότι επρόκειτο για έγκληµα που αναπόφευκτα θα συνέβαινε κάποια στιγµή λόγω της χρόνιας απαξίωσης του σιδηροδρόµου. Καθυστερήσεις και σιδηροδροµικά ατυχήµατα συνέβαιναν και πιο πριν. Ενδεικτικά αναφέρουµε ότι προηγούµενο δροµολόγιο καθυστέρησε λόγω βλάβης στην ηλεκτροδότηση, θέτοντας σε κίνδυνο δεκάδες επιβάτες που ακινητοποιήθηκαν για ώρες στον Παλαιοφάρσαλο.

Αµέσως µετά, αποκαλύφθηκαν ζητήµατα στα συστήµατα σηµατοδότησης και του προαστιακού αλλά και του τραµ, ανοίγοντας µια γενικότερη συζήτηση για την ασφάλεια στις µεταφορές και τη ζηµιά που υπέστησαν από τις µνηµονιακές πολιτικές.

Από την πρώτη κιόλας µέρα οργανώθηκαν κινητοποιήσεις στα γραφεία της Hellenic Train και στον Σ.Σ. Θεσσαλονίκης, µε τον κόσµο που διαµαρτυρόταν να φωνάζει πως στα Τέµπη συντελέστηκε ένα προδιαγεγραµµένο έγκληµα µε τη σφραγίδα κυβέρνησης και ιδιωτών και µε την ΕΛΑΣ να τις καταστέλλει άγρια. Λίγα 24ωρα µετά παραιτήθηκε ο υπουργός Μεταφορών, Κώστας Καραµανλής, ο οποίος µία εβδοµάδα πριν υποστήριζε πως δεν υπάρχει κανένα θέµα ασφαλείας στον ελληνικό σιδηρόδροµο. Η λαϊκή οργή, ωστόσο, δεν κόπασε και οι συγκεντρώσεις συνεχίστηκαν µε αµείωτο ρυθµό, µε αποκορύφωµα την απεργία της 8ης Μαρτίου που έτυχε µεγάλης συµµετοχής τόσο στην Αθήνα όσο και σε 70 ακόµα πόλεις, µε συνθήµατα όπως «Το αίµα κυλάει, εκδίκηση ζητάει», «ήταν ευθύνη ιδιωτική, ήταν δολοφονία κρατική» και «Μητσοτάκη κάθαρµα, άκου το καλά, το αίµα των νεκρών θα σε κυνηγά». Παράλληλα, οι εργαζόµενοι στον σιδηρόδροµο ξεκίνησαν απεργία διαρκείας έως ότου αποκατασταθεί η ασφάλεια στο δίκτυο του ΟΣΕ.

Ο λαός δε φαίνεται να πείθεται από φτηνές δικαιολογίες περί ανθρώπινου λάθους. Η ρητορική Μητσοτάκη για «διαχρονικές ευθύνες» -αν είµαστε όλοι ένοχοι, δεν είναι κανένας- ενώ πριν τέσσερα χρόνια υποσχόταν σιδηρόδροµο ευρωπαϊκών προδιαγραφών και εκσυγχρονισµό, µάλλον εξοργίζει παρά καθησυχάζει. Είναι πλέον φανερό σε όλους πως οι ιδιωτικοποιήσεις και η χρόνια απαξίωση της δηµόσιας συγκοινωνίας και δη των σιδηροδροµικών µεταφορών δολοφονούν. Οι µεταφορές είναι δηµόσιο αγαθό και δεν πρέπει να αφήνονται έρµαια στον εκάστοτε ιδιώτη που δε (θα) διστάζει να θυσιάσει ανθρώπινες ζωές στον βωµό του κέρδους. Χωρίς πλήρη κρατικοποίηση και ανασύσταση ενός ενιαίου και ισχυρού δηµόσιου ΟΣΕ, θα συνεχίσουµε να είµαστε στο ίδιο έργο θεατές.