1

Μ. Βρετανία: κρίση των Τόρις και του νεοφιλελευθερισμού

Του Πάνου Κοσμά

Ανάµεσα στις αρχές Σεπτεµβρίου και τις αρχές Νοεµβρίου, η Μ. Βρετανία έζησε στιγµές µιας ιδιότυπης πολιτικής κρίσης. Ο λόγος δεν ήταν κάποιου είδους πολιτική ή κοινωνική πίεση που ασκήθηκε στην κυβέρνηση, αλλά ότι οι αγορές… ανέτρεψαν µια κυβέρνηση των Τόρις πριν προλάβει να συµπληρώσει θητεία 40 ηµερών! Στη συνέχεια, νέος ηγέτης των Τόρις και πρωθυπουργός αναδείχθηκε ένας πολυεκατοµµυριούχος ινδικής καταγωγής, άνθρωπος των αγορών, που µπήκε στην πολιτική το 2015 και ενώ το Brexit ανέπτυσσε δυναµική. 

Tο σύντοµο ιστορικό αυτής της ιδιότυπης κρίσης έχει τη σηµασία του. Ύστερα από την παραίτηση του Μπόρις Τζόνσον και της κυβέρνησής του, επικεφαλής του κόµµατος των Τόρις αναδείχθηκε η Λιζ Τρας (Liz Truss), η οποία ορκίστηκε πρωθυπουργός στις 6 Σεπτεµβρίου. Μέλος της «ελευθεριακής» πτέρυγας του συντηρητικού κόµµατος, δηλαδή οπαδός του πλέον ακραίου, ωµού και ασύδοτου νεοφιλελευθερισµού και πολιτική εκπρόσωπος των πλέον ασύδοτων µερίδων του κεφαλαίου, η Τρας όρισε υπουργό Οικονοµικών τον Κουάζι Κουαρτέγκ (Kwasi Kwarteng), µέλος της ίδιας πτέρυγας του κόµµατος, ο οποίος υπήρξε ο πρώτος µαύρος υπουργός Οικονοµικών του Ηνωµένου Βασιλείου. 

Πρωθυπουργός 40 ηµερών

Η Τρας, που κάποιοι ενθουσιώδεις αποκάλεσαν «Θάτσερ του 21ου αιώνα», απέδειξε µε την προσωπική της πολιτική συντριβή ότι είναι άλλο πράγµα ο θατσερισµός στην περίοδο της ορµητικής του εκκίνησης και ανόδου κι άλλο ο θατσερισµός στην περίοδο της χρεοκοπίας του νεοφιλελευθερισµού και της «συναστρίας» κάθε είδους κρίσεων που συνθέτουν τη γενική κρίση του καπιταλισµού. Πριν κλείσει 40 µέρες στην πρωθυπουργία, αναγκάστηκε να αποπέµψει τον υπουργό της των Οικονοµικών, να αποσύρει το οικονοµικό της πρόγραµµα και λίγες µέρες αργότερα να παραιτηθεί.  

Ποιος και τι την ανάγκασε σε µια τόσο θεαµατική και σύντοµη πολιτική απόσυρση; Οι… αγορές! Οι οποίες έκριναν επικίνδυνο το οικονοµικό πρόγραµµα της κυβέρνησης Τρας και αντέδρασαν βίαια, οδηγώντας σε κατάρρευση την ισοτιµία της στερλίνας έναντι των άλλων νοµισµάτων και θεαµατική αύξηση των αποδόσεων των κρατικών οµολόγων. Η άµεση απειλή νοµισµατικής κρίσης και κατάρρευσης ασφαλιστικών εταιρειών και ασφαλιστικών ταµείων λόγω της κρίσης στην αγορά οµολόγων, δηµιούργησαν εικόνες γενικευµένης οικονοµικής κρίσης και υποχρέωσαν την Τρας και τον υπουργό της των Οικονοµικών να αποσύρουν άρον-άρον το οικονοµικό τους πρόγραµµα και στη συνέχεια να παραιτηθούν. 

Τι προέβλεπε αυτό το πρόγραµµα και γιατί προκάλεσε την οργή των αγορών; Ήταν τυπικό πρόγραµµα ιδεοληπτικών του ακραίου νεοφιλελευθερισµού, που προέβλεπε φοροαπαλλαγές για τους πλούσιους και τα εταιρικά κέρδη καθώς και γενναίο πρόγραµµα στήριξης των εταιρειών του ενεργειακού τοµέα. Η κυβέρνηση Τρας δεν εξήγησε πώς θα χρηµατοδοτήσει αυτό το πρόγραµµα, µε αποτέλεσµα όλοι -και οι αγορές- να καταλάβουν πως επρόκειτο να χρηµατοδοτηθεί µε έκδοση κρατικών οµολόγων (δηλαδή µε αύξηση του κρατικού χρέους) ύψους δεκάδων δισ. στερλινών. Σε µια περίοδο που το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους (κρατικού και ιδιωτικού) αυξάνεται λόγω αύξησης των επιτοκίων, το οικονοµικό πρόγραµµα της Τρας θεωρήθηκε συνταγή καταστροφής και οδήγησε στα πρόθυρα γενικευµένης οικονοµικής κρίσης. 

Ένας πολυεκατοµµυριούχος «άνθρωπος της αγοράς», στην πρωθυπουργία

Στη θέση της Τρας και του Κουαρτέγκ, ιδεοληπτικών του ακραίου νεοφιλελευθερισµού που µοιάζει µε τον φιλελευθερισµό των λόρδων του 18ου και 19ου αιώνα, ήρθε ο Ρίσι Σούνακ, µε διπλή εντολή: να σώσει το κόµµα των Τόρις από τη διαλυτική κρίση στην οποία το οδήγησαν ο Μπόρις Τζόνσον και στη συνέχεια η Λιζ Τρας, αλλά και να αποκαταστήσει την εµπιστοσύνη των αγορών στην κυβέρνηση.   

Αν ο υπουργός Οικονοµικών της κυβέρνησης Τρας, Κουάζι Κουαρτέγκ, ήταν ο πρώτος µαύρος σε αυτή τη θέση, ο νέος πρωθυπουργός Ρίσι Σούνακ είναι ο πρώτος ινδικής καταγωγής πρωθυπουργός του Ην. Βασιλείου και ταυτόχρονα ο πρώτος πολυεκατοµµυριούχος που έρχεται από την καρδιά του επιχειρηµατικού τοµέα για να αναλάβει την πρωθυπουργία. Αν όµως το µαύροι χρώµα του δέρµατος και η ινδική καταγωγή έχουν απλώς και µόνο συµβολική αξία (µοιάζει µε ειρωνεία της Ιστορίας σε ποια χέρια επαφίεται η πολιτική διεύθυνση της παρακµάζουσας πρώην αυτοκρατορίας), το γεγονός ότι ένας άνθρωπος της αγοράς εγκαθίσταται στην πρωθυπουργική κατοικία δεν έχει απλώς συµβολική σηµασία· αποδεικνύει ότι η πολιτική διαµεσολάβηση των συµφερόντων της καπιταλιστικής τάξης παρακµάζει ως το σηµείο αυτή η τάξη να εκπροσωπείται «αυτοπροσώπως» στην πρωθυπουργία. Κάποια ακόµη ανεκδοτολογικά στοιχεία το κάνουν πιο… χαριτωµένο:  η σύζυγος του κ. Σούνακ είναι µια δραστήρια µπίζνεσγούµαν µε περιουσία που πλησιάζει το 1 δισ. στερλίνες και διατηρεί την ινδική υπηκοότητα για λόγους επιχειρηµατικής… ευελιξίας. 

Ο Ρίτσι Σούνακ κατάργησε µονοκοντυλιά από το πρόγραµµα της Τρας ό,τι ενοχλούσε τις αγορές. Κατάργησε τις φοροαπαλλαγές και µάλιστα αύξησε τις προβλέψεις για έσοδα από φόρους και υποσχέθηκε ότι δεν θα αυξήσει τον δηµόσιο δανεισµό. Η στερλίνα και η βρετανική αγορά οµολόγων πήραν βαθιά ανάσα, οι ασφαλιστικές εταιρείες και τα ασφαλιστικά ταµεία απέφυγαν την άµεση κατάρρευση. Ωστόσο, το γεγονός ότι αποφεύγεται η άµεση οικονοµική καταστροφή δεν σηµαίνει ότι αποφεύγεται και η οικονοµική κρίση καθαυτή και οι συνέπειές της. ∆εν σηµαίνει επίσης ότι ο Ρίτσι Σούνακ δεν είναι νεοφιλελεύθερος. Ο νέος υπουργός Οικονοµικών ανακοίνωσε ένα πρόγραµµα µε αυξήσεις φόρων, περικοπές δαπανών και «µεταρρύθµισης» του συστήµατος κοινωνικής πρόνοιας που αποσκοπεί στην «εξοικονόµηση» 40 δισ. λιρών στερλινών για να κλείσει η «τρύπα» στα κρατικά ταµεία. 

Κρίση των Τόρις και του νεοφιλελευθερισµού, εργατικές αντιστάσεις

Ο Σούνακ έχει δύο εξίσου δύσκολες αποστολές: να ανατάξει τη διαλυτική κρίση στο κόµµα των Τόρις και να διαχειριστεί την κρίση του νεοφιλελευθερισµού σε µια συγκυρία πολλαπλών κρίσεων που συνθέτουν τη συνολική κρίση του καπιταλισµού. Το Brexit οδήγησε αρχικά το κόµµα των Τόρις σε βαθιά κρίση. Με την ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον Μπόρις Τζόνσον, τυπική πολιτική φιγούρα του Brexit, η κρίση φάνηκε να ανατάσσεται. Επανήλθε όµως σύντοµα, για να «καταπιεί» τον Τζόνσον και ύστερα, µε συνοπτικές διαδικασίες, την Τρας. Για να έρθει ο Σούνακ στην ηγεσία των Τόρις -και την πρωθυπουργία-, παρακάµφθηκε η βάση του κόµµατος: πείσθηκε η αντίπαλος του Σούνακ στις εσωκοµµατικές εκλογές να µην παραπεµφθεί η εκλογή στη βάση του κόµµατος αλλά να γίνει από τους βουλευτές. Ο ελιγµός είχε την αιτία του: ο Σούνακ δεν είναι δηµοφιλής στη βάση των Τόρις και γι’ αυτό έχασε τη µάχη µε τη Λιζ Τρας για την ηγεσία στις εσωκοµµατικές εκλογές του Σεπτεµβρίου. Η κρίση και παρακµή της πρώην αυτοκρατορίας προκαλεί διαρκώς ρίγη νεοφιλελεύθερης ιδεοληψίας και εθνικού µεγαλείου στο κοµµατικό σώµα και τους ψηφοφόρους των Τόρις, κι αυτές οι διαθέσεις υπονοµεύουν αντικειµενικά την «αποστολή» του Σούνακ. 

Η δεύτερη αποστολή του, να διαχειριστεί επιτυχώς την κρίση του νεοφιλελευθερισµού, είναι όχι απλώς δύσκολη αλλά ανέφικτη. Η Μ. Βρετανία, πρωτοπόρος της νεοφιλελεύθερης ωµότητας από τα χρόνια της Θάτσερ, είναι ίσως το πιο τυπικό δείγµα της κρίσης του νεοφιλελευθερισµού. Η λιτότητα στους µισθούς, η εργασιακή ευελιξία, η διάλυση του κοινωνικού κράτους, αλλά και οι µακροχρόνιες περικοπές στις κρατικές υπηρεσίες γενικώς, έχουν φτάσει στο «µη περαιτέρω», στο σηµείο που πλέον γεννούν εικόνες παρακµής και γίνονται πρόβληµα για τον ίδιο τον καπιταλισµό.   

Ο νεοφιλελευθερισµός, που υπήρξε η απάντηση στην προηγούµενη µεγάλη κρίση του καπιταλισµού της δεκαετίας του ’70, γίνεται πλέον µέρος του προβλήµατος και αιτία της νέας κρίσης. ∆εν υπάρχει όµως τίποτε για να τον αντικαταστήσει – ο καπιταλισµός έχει ξεµείνει από λύσεις. 

Είµαστε λοιπόν στο σηµείο που ούτε ο νεοφιλελευθερισµός «τραβάει» ούτε η εργατική τάξη µπορεί να αποδεχθεί χωρίς µάχη περαιτέρω φτωχοποίηση και εξαθλίωση. Και ήδη, το τελευταίο διάστηµα, εκδηλώνονται στη Μ. Βρετανία ελπιδοφόρες εργατικές αντιστάσεις. Ο Σούνακ δεν µπορεί να αποτελέσει τίποτε άλλο από ένα προσωρινό διαχειριστή της κρίσης των Τόρις και του νεοφιλελευθερισµού – που θα συνεχιστούν. Το κρίσιµο στοίχηµα είναι η κρίση του νεοφιλελευθερισµού να γίνει το έδαφος της ανασυγκρότησης του εργατικού κινήµατος.