1

Μια ιστορία του Τζιμ Χίγκινς για τον τροτσκισμό, κεφάλαιο 4

 

Κεφάλαιο 4:  SRG-Τα πέτρινα χρόνια του εισοδισμού στο Εργατικό Κόμμα.H τάση του Χίλι βγαίνει κερδισμένη από την κρίση του ΚΚ Βρετανίας

“Η παγκόσμια ιστορία θα γραφόταν πράγματι πολύ εύκολα αν ο αγώνας διεξαγόταν μόνο αν είχε 100% πιθανότητες να κερδίσει. Από την άλλη, θα ήταν πολύ μυστικιστική εάν τα “ατυχήματα” δεν έπαιζαν κανέναν ρόλο. Αυτά τα ατυχήματα αποτελούν φυσιολογικά μέρος της γενικής εξέλιξης και εξουδετερώνονται από άλλα ατυχήματα. Αλλά η επιτάχυνση και η καθυστέρηση εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τέτοια «ατυχήματα», συμπεριλαμβανομένου του «ατυχήματος» του χαρακτήρα των ανθρώπων που ηγούνται του κινήματος.”

Μαρξ, Διαλεχτή αλληλογραφία, σελ. 320

Η μετάβαση από ένα ανοιχτό κόμμα στον εισοδισμό στο Εργατικό Κόμμα μοιάζει μάλλον με έναν κοινωνικό κλειστοφοβικό που φτάνει να αιτείται μακροχρόνια ερημική απομόνωση. Πρέπει να μάθετε έναν εντελώς νέο τρόπο έκφρασης (ο τρόπος ομιλίας του Εργατικού Κόμματος δεν είναι χειρότερος από αυτόν του Τρότσκι, απλά διαφορετικός).  Είναι επίσης απαραίτητο να νερώσετε  την αμόλυντη πολιτική σας για να κερδίσετε φίλους και να μην σας διώξουν. Κάπως έτσι, στη δεκαετία του 1950 και για μερικά χρόνια, οι άμεσοι σύμμαχοί σας ήταν οι Τριμπιουνικοί και οι μισοσταλινικοί, που ήταν πολλοί μέσα στο Εργατικό Κόμμα. Ταυτόχρονα, ήταν απαραίτητο να μην επιτρέψετε την πολιτική σας να υπονομεύεται από τα τεχνάσματα της σοσιαλδημοκρατίας. Για παράδειγμα, η ομάδα του Χίλι ουσιαστικά υιοθέτησε τις σταλινικές συμπάθειες των συμμάχων της στη Σοσιαλιστική Προοπτική και αργότερα, κατά τη διάρκεια της συζήτησης για τον επανεξοπλισμό της Γερμανίας, ένιωθαν την ανάγκη να εμποδίζουν τα μέλη του SRG να κερδίζουν ψηφίσματα που ξεκινούσαν κάπως έτσι:  «Οι Γερμανοί που έχουν ήδη ξεκινήσει δύο παγκόσμιους πολέμους … “.

 

Το πρώτο τεύχος της Σοσιαλιστικής Κριτικής κυκλοφόρησε τον Νοέμβριο του 1950. Είχε υπότιτλο «Ζωντανά Κείμενα για την Παγκόσμια Πολιτική» και πωλούταν για 6 πένες. Το περιεχόμενο ήταν καλό  για τις 36 σελίδες του, καθεμιά από τις οποίες είχε σημειώσεις στη δεξιά μεριά, μια χρονοβόρα και κουραστική δουλειά με την συμβατική γραφομηχανή, αλλά ο Μπιλ Έινσγουορθ επέμενε να είναι η εμφάνιση όσο πιο επαγγελματική γίνεται. Σύμφωνα με την απόφαση της ιδρυτικής συνδιάσκεψης για τη διερεύνηση στρατολογιών μεταξύ των πρώην μελών του RCP και της Σοσιαλιστικής Συντροφιάς, το κύριο άρθρο με τίτλο “Ο Αγώνας των (Μεγάλων) Δυνάμεων” υπογραφόταν από τον Ρότζερ Τέναντ, ένα άλλο ψευδώνυμο που χρησιμοποιούσε ο Κλιφ κατά την περίοδο της εξορίας του στην Ιρλανδία. Στα εσωτερικά κείμενα αναφερόταν ως Ρότζερ για να ξεγελάσει τις Μυστικές Υπηρεσίες. Το άρθρο περιέγραφε τον πόλεμο της Κορέας ως αποτέλεσμα των αντιπάλων ιμπεριαλισμών, της Αμερικής και της Ρωσίας, τη μάχη για την παγκόσμια κυριαρχία, ενώ ο ΒΣ Φέλιξ έγραφε το «Μια ματιά στο Κοινοβούλιο του Στάλιν» αναλύοντας το νεοεκλεγέν Ανώτατο Συμβούλιο της ΕΣΣΔ. Μια αναδημοσίευση από την εφημερίδα La Batalla (H μάχη) του POUM ανέλυε τον αγώνα της τάξης στην Ουγγαρία και ο Μπιλ Έινσγουορθ έγραφε μια σχολαστική κριτική στο φιλο-σταλινικό περιεχόμενο της Σοσιαλιστικής Προοπτικής, που αποδείκνυε την άκριτη   στήριξη του περιοδικού τόσο στη Βόρεια Κορέα όσο και στη Γιουγκοσλαβία.

Το πρόγραμμα του νέου περιοδικού περιγραφόταν πονηρά σε ένα απόσπασμα του Πίτερ Μόργκαν: «Τροποποιημένο Σχέδιο Πολιτικής που υποβλήθηκε στη Συνδιάσκεψη Σοσιαλιστικής Συντροφιάς». Αυτό το κείμενο είχε σίγουρα τη δύναμη να αγγίξει μέλη και στελέχη του Εργατικού Κόμματος  σε βαθμό που ίσως αν το ήξερε η ηγεσία του ΕΚ μπορεί να αναστατωνόταν.

Το πολιτικό κείμενο που ψηφίστηκε από το ΕΚ  του Εργατικού Κόμματος «Οι Εργατικοί και η Νέα Κοινωνία» χαρακτηριζόταν ως  “… ακόμα ένα ορόσημο στην πορεία απομάκρυνσης από τον σοσιαλισμό …”. Η Ρωσία και οι δυτικές δυνάμεις χαρακτηρίζονταν ως εξίσου απεχθείς ιμπεριαλισμοί. Η εθνικοποίηση της γης, όλων των μεγάλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, των βιομηχανικών και εμπορικών επιχειρήσεων, χωρίς αποζημίωση και υπό εργατικό έλεγχο,ο σοσιαλιστικός σχεδιασμός και το μονοπώλιο του εξωτερικού εμπορίου ήταν επίσης αιτήματά του. Πέρα από ένα εθνικό σχέδιο ανοικοδόμησης χρηματοδοτούμενο από το κράτος, όλα τα πολυτελή ξενοδοχεία και οι βίλες έπρεπε να επιταχθούν και όλες οι υπάρχουσες κατοικίες να ελέγχονται και να κατανέμονται από τις επιτροπές ενοικιαστών. Οι τιμές και οι μερίδες φαγητού έπρεπε να ελέγχονται από τις Συνεταιριστικές Εταιρείες και τους εργάτες-διανομείς. Η αύξουσα κλίμακα μισθών και η φθίνουσα κλίμακα ωρών θεωρούταν επίσης, και πιθανότατα ήταν, ένα δημοφιλές αίτημα. Το κάλεσμα για την κατάργηση της μοναρχίας, της Βουλής των Λόρδων, του μόνιμου στρατού και της κάστας των αξιωματικών συμπληρωνόταν με το αίτημα για πολιτοφυλακή, με εκλογή αξιωματικών και πλήρη συνδικαλιστικά δικαιώματα σε όλες τις βαθμίδες στρατού. Το κείμενο έκλεινε ωραία με το αίτημα να τερματιστεί η μυστική διπλωματία, οι προσαρτήσεις κι οι αποζημιώσεις, το αίτημα για ελευθερία των αποικιακών λαών και για τις Ηνωμένες Σοσιαλιστικές Πολιτείες της Ευρώπης. Μετά από όλα αυτά είναι μάλλον θλιβερό το ότι στο τέλος έπρεπε να διαβάσετε και την υποσημείωση που κλαψούριζε: «Το σχέδιο αυτό δεν έγινε δεκτό από τη Συνδιάσκεψη της Σοσιαλιστικής Συντροφιάς».

Τα επόμενα τεύχη της Σοσιαλιστικής Κριτικής λίγο διέφεραν από τα πρώτα. Τα άρθρα για τα σταλινικά κράτη κυριαρχούσαν, αντισταθμίζοντάς τα με ορισμένα σκληρά επικριτικά άρθρα προς το Εργατικό Κόμμα. Για μερικούς μήνες το 1951, το περιοδικό είχε μια γραμμή για  το εξώφυλλο, ένα πορτρέτο με τα πρόσωπα του Μαρξ, του Ένγκελς, του Λένιν και του Τρότσκι, σαν να αποδείκνυαν τα επαναστατικά διαπιστευτήρια του εντύπου. Σήμερα, σχεδόν 50 χρόνια αργότερα, το περιοδικό ακόμα διαβάζεται με ευχαρίστηση, έχοντας σημαντικά κείμενα, μεταξύ άλλων, από τον Ντάνκαν Χάλας, τον Ρέι Τσάλινορ, τον Τζίοφ Κάρλσον, τον Πίτερ Μόργκαν και τον Τόνι Κλιφ. Αυτό που δεν καταλαβαίνετε, φυσικά, είναι ότι πρόκειται για ένα εισοδιστικό περιοδικό.

Μέχρι τον Απρίλιο του 1952, όμως, η Σοσιαλιστική Κριτική απέκτησε για πρώτη φορά μια τυποποιημένη εμφάνιση και την προσέγγιση ενός εισοδιστικού εντύπου. Προστέθηκε επιπλέον ύλη που αξιοποιήθηκε για να σχολιαστεί εκτενώς η διαμάχη της ηγεσίας ΕΚ με την πτέρυγα του Μπίβαν (στΜ Αριστερή Πτέρυγα του Κόμματος). Ενώ δεν εμπιστευόταν τον ίδιο τον Μπίβαν, το περιοδικό καλούσε στη δημιουργία μιας «ιδεολογικά επανεξοπλισμένης Αριστεράς» εναντίον της «ανίερης συμμαχίας της νέο-Τορικής δεξιάς ηγεσίας των Εργατικών και των αυθεντικών Τόρις (στΜ του κόμματος της Δεξιάς)». [1] Στο επόμενο τεύχος, ο Π Μάνσελ (Τζιν Τάιτ) καταπιανόταν με το κείμενο του Κλιφ «Οι δορυφόροι του Στάλιν στην Ευρώπη», που είχε εκδοθεί με την υπογραφή Γίγκαελ Γκλούκσταϊν. Δεν θα εκπλήξει το γεγονός ότι ο κριτικός υποστήριζε θερμά τη θέση του συγγραφέα ότι οι «Λαϊκές Δημοκρατίες», όπως και η Ρωσία, είναι γραφειοκρατικά κρατικά καπιταλιστικά καθεστώτα … »[2]

Το αμέσως επόμενο τεύχος είχε κεντρικό τίτλο «Ούτε Ουάσινγκτον ούτε Μόσχα, αλλά  Διεθνής Σοσιαλισμός». Αυτή η υπέροχη διατύπωση – η οποία έχει το πλεονέκτημα ότι είναι απλή στην αντίληψή της και ταυτόχρονα δείχνει, με αρκετή ακρίβεια, την πολιτική ουσία του περιοδικού – πρωτοδιατυπώθηκε από την Ανεξάρτητη Σοσιαλιστική Λίγκα (βλ. Παράρτημα Α), την αμερικανική ομάδα με επικεφαλής τον Μαξ Σάχτμαν, έναν από τους κορυφαίους εκπροσώπους της θεωρίας του γραφειοκρατικού κολεκτιβισμού.

Παρά τις προόδους του περιοδικού, τα πρώτα χρόνια της ύπαρξης του SRG δεν ήταν εύκολα. Οι σύντροφοι ήταν, κατά κύριο λόγο, νέοι και άπειροι και όσο μακριά και αν έφταναν οι φιλοδοξίες τους, οι ικανότητές τους να δρουν ήταν εξαιρετικά περιορισμένες. Στον αρχικό τους στόχο να στρατολογήσουν από τα πρώην μέλη του RCP και τη Σοσιαλιστική Συντροφιά απέτυχαν παταγωδώς. Πέρα από μερικά θραύσματα, εκ των οποίων ο SRG ήταν το ένα, το τροτσκιστικό κίνημα ουσιαστικά έπαψε να υπάρχει. Ένα κίνημα που κάποτε οργάνωνε μερικές εκατοντάδες τώρα είχε καταντήσει να μετριέται σε  δεκάδες, κι αυτές τελείως διασπασμένες, έτσι ώστε οι δυνατότητες για τη συζήτηση των αμφισβητούμενων ζητημάτων να είναι αρκετά χλωμές. Οι επαναστάτες δούλευαν στις περιφερειακές οργανώσεις του Εργατικού Κόμματος (CLPs), πωλούσαν μερικές εκατοντάδες περιοδικά κι έμεναν στάσιμες.

Ως επί το πλείστον, η δουλειά στις CLPs ήταν μη-πολιτική, περιελάμβανε τη συγκέντρωση οικονομικής ενίσχυσης, την αναζήτηση εκλογικής πελατείας, τις κοινωνικές σχέσεις και, έτσι μου φάνηκε, ατελείωτες εκδρομές με πούλμαν στο Σάουθεντ. Παρά τους πειρασμούς τους, αυτά δεν αποτελούν εύφορο έδαφος για έναν συνήθως μοναχικό επαναστάτη ώστε να ριζώσει και να αναπτυχθεί. Όλα μαζί τα μέλη του SRG δεν έφταναν για να συγκροτήσουν πλειοψηφία σε μια μέση περιφερειακή οργάνωση του Εργατικού Κόμματος. Στους ενήλικες του κόμματος ήταν πολύ δύσκολο να γίνουν στρατολογίες. Όπως συμβαίνει συχνά, η έλλειψη προόδου οδήγησε σε απώλειες μελών. Ο Μπιλ Έινσγουορθ έφυγε για να αφοσιωθεί, όπως ειπώθηκε, στο να ταξιδεύει σε όλον τον κόσμο. Ο Ντάνκαν Χάλας, ο οποίος είχε γίνει Οργανωτικός Υπεύθυνος στο Εθνικό Συμβούλιο Εργατικής Εκπαίδευσης  (όπου συμμετείχαν επίσης ο Τζοκ Χάστον και ο  Σιντ Μπίντγουελ μεταξύ άλλων) (στΜ Εθνικό Συμβούλιο Εργατικής Εκπαίδευσης, National Council of Labour Colleges-NCLC, ήταν μια οργάνωση που είχε προκύψει μέσα από τις μάχες του βρετανικού εργατικού κινήματος, στηριζόταν από τα συνδικάτα και στόχο είχε την πολιτική και συνδικαλιστική εκπαίδευση της εργατικής τάξης), μετακόμισε στη Σκωτία και αποστασιοποιήθηκε για τα επόμενα 14 χρόνια. Ο Κεν Τάρμπακ έφυγε, επιστρέφοντας για κάποιο χρονικό διάστημα στον ορθόδοξο τροτσκισμό. Αυτές οι απώλειες, λόγω της σοβαρής έλλειψης εμπειρίας και ταλέντου, ήταν δύσκολο να αντικατασταθούν.

Στη Λίγκα Νεολαίας του Εργατικού Κόμματος (LLOY) υπήρχε ένα ακροατήριο πιο ευεπίφορο στο επαναστατικό μήνυμα και, από αυτή τη δεξαμενή πιθανών στρατολογιών, κάποιοι πράγματι στρατολογήθηκαν. Ο Σταν Νιούενς, ο οποίος στη συνέχεια έγινε βουλευτής του Εργατικού Κόμματος και σήμερα είναι ευρωβουλευτής, ήταν ένας από αυτούς, ο οποίος στρατολογήθηκε το 1952. Ο Σταν ήταν ένας από τους πρώτους μιας μεγάλης ομάδας ανθρώπων στους οποίους ο Κλιφ συμπεριφέρθηκε σαν να ήταν ο αγαπημένος του σύντροφος. Τον κολάκευε και του έδινε τόσο μεγάλη προσοχή, που ο Σταν και η σύζυγός του ανταπέδωσαν με πολύ σκληρή δουλειά για την ομάδα (του Κλιφ) μέσα στη LLOY, το Εργατικό Κόμμα και γράφοντας για την Σοσιαλιστική Κριτική. Επιπλέον, ο Σταν ήταν επίσης υπεύθυνος σε εθνικό επίπεδο για το περιοδικό «Εργατική Δράση» που όπως και το περιοδικό “Νέα Διεθνής” διακινούταν από τον SRG. Ως ιδιοκτήτης μοτοσικλέτας ήταν συχνά επιφορτισμένος με το καθήκον να φορτώνει τον Κλιφ πίσω του και να τον μετακινεί σε όλη τη χώρα, σε αποστολές στρατολόγησης. Όσο έμεινε στην ομάδα, ο SRG ακολουθούσε τακτική εισοδισμού στο Εργατικό Κόμμα, στο οποίο είχε μπει ο Σταν από το 1949.

Είναι πιθανόν αλήθεια ότι ο Σταν Νιούενς ήταν, και σήμερα σίγουρα είναι, πολύ ευτυχισμένος που εργαζόταν στο περιβάλλον του Εργατικού Κόμματος και είναι επίσης αλήθεια ότι σε οποιαδήποτε επαναστατική ομάδα πολιτικά θα ήταν πιο κοντά στη δεξιά της πτέρυγα απ’ ότι στην αριστερή της.  Η πολιτική στάση του δεν ήταν κάτι που αγνοούσε ο Κλιφ, αφού ήταν οκτώ χρόνια μέλος της ομάδας, αλλά όταν κάποιος έκλινε προς την πολιτική του Κλιφ ήταν λογικό να δυσανασχετεί  με την πολιτική του Νιούενς.  Δύο νέοι οδηγοί λεωφορείου από τον πυρήνα του Χέντον έγραψαν μια καταγγελία ενάντια στον Σταν και άλλους, κάνοντας αναλογίες με τον Έντουαρντ Μπερνστάιν και τον ρεφορμισμό. Ίσως όχι αδικαιολόγητα, θεωρώντας ότι η ιδιαίτερη πένα του Τ. Κλιφ βρισκόταν πίσω από αυτές τις «ψαγμένες» και δυσνόητες αναφορές στον άνθρωπο που ο Λένιν και ο Λούξεμπουργκ αγαπούσαν να μισούν (στΜ τον Μπερνστάιν), ο Σταν  αποφάσισε να την κάνει με ελαφρά πηδηματάκια. Σήμερα συνοψίζει όλα τα παραπάνω με μια φράση: “Κατά τη γνώμη μου, ο Κλιφ δεν κατάλαβε ποτέ το βρετανικό εργατικό κίνημα … Ο Κλιφ ασχολιόταν πάντοτε με το εσωτερικό της οργάνωσης και όχι με τη μαζική δουλειά,  που την έκαναν άλλοι άνθρωποι”. [3]

Την ίδια περίοδο με τον Σταν Νιούενς στρατολογήθηκε και  ο Μπέρναρντ Ντιξ (στην πραγματικότητα ήταν οπαδός του Σάχτμαν) ο οποίος έγραφε τόσο στη Σοσιαλιστική Κριτική όσο και στα έντυπα της ISL με υπογραφή Όουεν Ρόμπερτς. Αργότερα έγινε Βοηθός Γενικού Γραμματέα στο NUPE (στΜ συνδικάτο δημοσίων υπαλλήλων), αλλά παραιτήθηκε όταν διαπίστωσε ότι δεν μπορεί να γίνει Γενικός Γραμματέας κι αποσύρθηκε στην Ουαλία όπου καταπιάστηκε με τον αριστερό εθνικισμό. Πέθανε τον Ιανουάριο του 1996.

Τον Σεπτέμβριο του 1951, ήρθε η πρώτη διαγραφή, όταν ο Έλις Χίλμαν κατάφερε να γνωρίσει την άσχημη πλευρά του Κλιφ. Αξίζει να περιγράψουμε το σκηνικό με λεπτομέρειες, επειδή μπορεί να φωτίσει καλύτερα τα επόμενα καψόνια πειθάρχησης των στελεχών. Στον Χίλμαν είχε προφανώς ανατεθεί από τη Γραμματεία να ετοιμάσει ένα κείμενο εσωτερικής συζήτησης και με όλη την αυτοπεποίθηση του ευφυή αλλά πολύ νέου αποφάσισε να προχωρήσει σε μια σημαντική αναθεώρηση της θεωρίας του κρατικού καπιταλισμού που υιοθετούσε η ομάδα. Σε 17 σελίδες ανέπτυξε την άποψη ότι τα σταλινικά κόμματα ήταν κρατικοκαπιταλιστικές κοινωνίες σε εμβρυική μορφή. Αυτή η προσπάθεια να παντρέψει τον κρατικό καπιταλισμό με τον γραφειοκρατικό κολεκτιβισμό δεν “κάθισε” πολύ καλά. Η Γραμματεία απέρριψε το κείμενο με το σκεπτικό ότι ο σταλινικός κρατικός καπιταλισμός αναπτύσσεται πατώντας στην ανάγκη συσσώρευσης κεφαλαίου, όπως επιχειρηματολογήθηκε από τον Κλιφ στο εσωτερικό δελτίο του RCP. Ο Ντάνκαν Χάλας έγραψε επίσης μια μακροσκελή απάντηση, που δημοσιεύθηκε αργότερα ως μέρος των «Ντοκουμέντων των Διεθνών Σοσιαλιστών», μια κάπως μεροληπτική κίνηση, αφού – το αρχικό κείμενο του Χίλμαν δεν δημοσιεύτηκε καθόλου.

Αυτό που πρέπει να ενοχλούσε ιδιαίτερα τον Κλιφ ήταν ότι ο Χίλμαν είχε γοητευτεί σοβαρά από τα κείμενα της τάσης Τζόνσον-Φόρεστ (στΜ Τζέιμς-Ντουναγιέφσκαγια) [4] και, με ένα ύφος που πρόδιδε απεριόριστο δέος, σαν να είχε μόλις συναντήσει τον Μεσσία στο δρόμο προς τη Δαμασκό, έγραψε: “… Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι το τελευταίο κείμενο των συντρόφων Τζόνσον-Φόρεστ «Ο Κρατικός καπιταλισμός και η παγκόσμια επανάσταση» βρίσκεται σε ένα επίπεδο τουλάχιστον ισάξιο με τα τελευταία έργα του Τρότσκι και αποτελεί τη λογική και εποικοδομητική εξέλιξή τους. Τα κείμενα περί κρατικού καπιταλισμού που έχουν γραφτεί μέχρι τώρα έχουν καταστεί παρωχημένα και περιττά, από τη στιγμή που δημοσιεύτηκε το αριστούργημα των συντρόφων Τζόνσον-Φόρεστ… ”

Έχοντας εκμηδενίσει μεγάλο μέρος του βασικού έργου του Κλιφ, ο Χίλμαν συνέχισε γράφοντας κι άλλο ένα κείμενο (η συγγραφή εσωτερικών κειμένων μπορεί να καταστεί εθιστική και να καταστρέψει τις προοπτικές σας να παραμείνετε μέλη), με τίτλο «Οργανική Ενότητα». Αυτό πρότεινε μια πιο στενή συνεργασία, με προοπτική την ενοποίηση, με την ομάδα του Γκραντ. Έχουμε ήδη δει ότι η Ομάδα (του Κλιφ) αρνιόταν κάθε ενότητα με «αμυνίτικες» ομάδες (στΜ υπεράσπισης του σταλινισμού ως εργατικού κράτους) και λίγοι ήταν πιο «αμυνίτες» απ ‘ό, τι ο Γκραντ.

Οι ημέρες του Χίλμαν ήταν μετρημένες. Πρώτα έγινε θέμα μερικών σκόρπιων, στην πραγματικότητα αμοιβαία ασυμβίβαστων, κατηγοριών περί “ελλειπούς αφοσίωσης”. Με αφορμή το κείμενό του «Η φύση των σταλινικών κομμάτων» κατηγορήθηκε ως οπαδός του Σάχτμαν, με αφορμή το «Οργανική Ενότητα» ως οπαδός του Γκραντ και, γενικά, κατηγορούταν και ως φιλο-IKD (στΜ η Internationale Kommunisten Deutschlands, μια τροτσκιστική τάση της εποχής που δεν ήταν και τόσο δημοφιλής εκείνη την εποχή). [5] Αρκετή αιρετικότητα για έναν τόσο νεαρό.

Σε μια συνεδρίαση στο Λονδίνο, ο Χίλμαν αρνήθηκε να αποσύρει την πρόταση: “Όταν τα γενικά συμφέροντα του επαναστατικού σοσιαλιστικού κινήματος έρχονται σε σύγκρουση με τα ιδιαίτερα συμφέροντα της Ομάδας μας, τότε προηγείται η πειθαρχία στα γενικά συμφέροντα”. [6] Στην πραγματικότητα, η δήλωση δεν έχει τίποτα το παράλογο: τα συμφέροντα του επαναστατικού σοσιαλιστικού κινήματος θα έπρεπε να είναι πάνω απ’ όλα για όλους τους σοβαρούς ανθρώπους, μπορεί να σκεφτείτε. Όχι όμως αν είστε ο Κλιφ (ή, παρεμπιπτόντως, ο Τζέρι Χίλι). Για αυτούς τα γενικά συμφέροντα του επαναστατικού σοσιαλιστικού κινήματος είναι συνώνυμα των ιδιαίτερων συμφερόντων της ομάδας, ειδικά από τη στιγμή που η βασική γραμμή χαράζεται από τους ίδιους. Αυτό στην πράξη σημαίνει ότι οι άμεσες ανησυχίες του Κλιφ είναι το υλικό από το οποίο φτιάχνονται  οι σοσιαλιστικές επαναστάσεις.

Ο Χίλμαν προφανώς δεν καταλάβαινε αυτή την αιώνια αλήθεια και διαμαρτυρήθηκε στη Γραμματεία: «Πρόσφατα έχει καταστεί σαφές ότι έχουν επιστρατευτεί  γραφειοκρατικές φραξιονιστικές-κλικαδόρικες μέθοδοι από τον σύντροφο Ρότζερ (στΜ Κλιφ) για : 1. να εμποδίσει να κυκλοφορήσουν οι απόψεις για την ενότητα στο Μπέρμινχαμ. 2. Να ξηλώσει τη συντακτική ομάδα της Επιτροπής Νεολαίας στο Μάντσεστερ. Αυτοί οι ελιγμοί συνιστούν παραβίαση της υγιούς δημοκρατίας … Αυτοί που φωνάζουν περισσότερο για την αναγκαιότητα του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού και της ομαδικής πειθαρχίας, δεν μπήκαν καν στον κόπο να εφαρμόσουν αυτές τις αρχές στην ίδια τους την ομάδα. Για παράδειγμα, ο σύντροφος Ρότζερ εξουσιοδοτήθηκε από την τοπική οργάνωση του Λονδίνου να γράφει τακτικά στη Σοσιαλιστική Ανασκόπηση και να μην μας σερβίρει περιλήψεις παλιών του άρθρων. Πρέπει να πω ότι αυτή η εντολή έχει παραβιαστεί, δεν έχει υλοποιηθεί [η έμφαση στο πρωτότυπο]. Πού πήγε εδώ ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός; Ο σύντροφος Ρότζερ επαναλαμβάνει όλα τα λάθη που έκανε και πέρυσι. Σήμερα έχουμε μαζί μας το ήμισυ της Τέταρτης Διεθνούς, είπε πέρυσι. Πέρυσι είχαμε επίσης 60 συντρόφους. Τέτοιες ανοησίες δεν βασίζονται σε κανένα απολύτως στοιχείο … Τα τιτοϊκά κόμματα είναι η τελευταία φαντασιοπληξία του συντρόφου Ρότζερ. Αυτές οι ομάδες, είπε, μπορεί να μας πλησιάσουν… “[7]

Εδώ ο Χίλμαν αναφέρεται στην περίοδο μετά τη ρήξη του με την Κομινφόρμ, όταν ο Τίτο έφτιαξε ομάδες συμπαθούντων στη Δυτική Ευρώπη. Βέβαια, καμιά από αυτές δεν πλησίασε την οποιαδήποτε τροτσκιστική ομάδα, παρά το γεγονός ότι ο Τίτο φλέρταρε επίμονα με την 4η Διεθνή. Ο Πάμπλο έγραψε μια ανοιχτή επιστολή στο γιουγκοσλαβικό κόμμα ξεκινώντας: “Αγαπητοί σύντροφοι, εμείς που πάντα στηρίζαμε την γιουγκοσλαβική επανάσταση …” και ο Χίλι είχε κρεμασμένη μια μεγάλη κορνίζα με τη φωτογραφία του Τίτο στον τοίχο του γραφείου του. Δεδομένης της θέσης του Κλιφ για τις ανατολικοευρωπαϊκές χώρες, είναι περίεργο να νομίζει ότι ο κρατικός καπιταλισμός θα αποδεικνυόταν ελκυστική θεωρία για τους οπαδούς του Τίτο, αλλά από την άλλη μεριά ο Κλιφ δεν ήταν κανένας από αυτούς που θα άφηναν μια θεωρία να σταθεί εμπόδιο στον δρόμο για νέες στρατολογίες. Η Διεθνής του Τίτο (βεβαίως) δεν κράτησε περισσότερο από όσο χρειάστηκε για να δημιουργήσει ευνοϊκούς όρους διαπραγμάτευσης με τις δυτικές κυβερνήσεις.

Παρά τον θαρραλέο κι αποφασιστικό τρόπο  απάντησής του, η διαγραφή του Έλις Χίλμαν ήταν δεδομένη. Μερικά χρόνια αργότερα, αλλά πριν διαβάσω τα εν λόγω κείμενα, ρώτησα τον Κλιφ γιατί ο Έλις είχε διαγραφεί. “Γιατί έλεγε ψέματα”, απάντησε, με τη φωνή του να εκπέμπει όλη την ειλικρίνεια του κόσμου. Ευτυχώς για τον Κλιφ, κανένας άλλος δεν πίστευε ότι το ψέμα ήταν ένα αδίκημα που συνεπαγόταν  απαραιτήτως διαγραφή.

Το 1952, ο Κλιφ επέστρεψε στη Βρετανία, με παρέμβαση του βουλευτή των Εργατικών Τζον ΜακΓκόβερν [8] υπέρ του. Αυτό το γεγονός έδωσε σημαντική ώθηση στην οργάνωση. Όχι μόνο ήταν παλαιότερος και πολύ πιο έμπειρος στην επαναστατική πολιτική από τους συντρόφους του, αλλά εξέπεμπε επίσης αυτή την ακλόνητη σιγουριά και τον αέρα βεβαιότητας που είναι τόσο χαρακτηριστικά όσων ηγούνται σε σέχτες από την Οδό Κλάφα Χάι Στριτ μέχρι το Γουάκο του Τέξας. Περίπου αυτή την περίοδο οι παραδοσιακές οργανωτικές μορφές του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού άρχισαν να εξαφανίζονται, καθώς ξεφλούδιζαν όπως η σκουριά σε ένα αυτοκίνητο σε αχρησία. Αυτό, ωστόσο, δεν οφείλεται σε μία από τις διαβόητες ασκήσεις “λυγίσματος του ραβδιού” του Κλιφ, αλλά στο ότι επέλεγε μια διαφορετική μορφή για ένα διαφορετικό ακροατήριο. Αν αυτό οδηγούσε σε ορισμένο φιλελευθερισμό σε οργανωτικά θέματα, αυτό δεν ήταν αναγκαστικά σε κακό, εφόσον δεν πλασαριζόταν αργότερα ως απόδειξη ενός ευφυώς επεξεργασμένου σχεδίου.

Για πολλές από τις ομάδες, η διατήρηση των «λενινιστικών» μορφών οργάνωσης είναι ένα είδος θεατρικής πράξης. Δεν βοηθά στη δουλειά τους στην εργατική τάξη, γιατί συνήθως δεν υπάρχει δουλειά στην εργατική τάξη, αλλά το πολύπλοκο σύστημα των επιτροπών γεμίζει πολύ καλά τον χρόνο τους και τους δίνει την ευκαιρία να αποκαλούν καταχρηστικά ο ένας τον άλλο με ονόματα από την ιστορία των μπολσεβίκων που βρίσκονταν σε κατάσταση παρανομίας. Το κορυφαίο “χιτάκι” σε αυτό το καρναβάλι είναι η κατηγορία ότι ο αντίπαλος παίζει τον απεργοσπαστικό ρόλο του Κάμενεφ και του Ζινόβιεφ το 1917. Έχω ακούσει αυτή την κατηγορία αρκετές φορές. Μάλιστα, με έχουν κατηγορήσει έτσι σε δυο περιπτώσεις: μια από τον Τζέρι Χίλι και αργότερα από τον Κρις Χάρμαν. Δεν επιχειρώ συμψηφισμό εδώ- ο Χίλι ήταν πιο αστείος αλλά Χάρμαν είχε πολύ περισσότερα μαλλιά – πάντα πίστευα ότι έμοιαζε κάπως με τον Ζινόβιεφ. Ο Χίλι αντίθετα μάλλον έμοιαζε περισσότερο με τον πολύ μεγαλύτερο αδερφό του, τον Μπέιμπ και καθόλου δεν έμοιαζε με τον Ζινόβιεφ.

Ο SRG πλέον είχε ουσιαστικά διακόψει τις σχέσεις του με τον οργανωμένο Τροτσκισμό, σε εθνικό και διεθνές επίπεδο. Αυτό που κάποτε φαινόταν κάτι το τόσο σπουδαίο και σαγηνευτικό, όπως η ένταξη στην Τέταρτη Διεθνή, σχεδόν ξεχάστηκε κι έγινε μια ανάμνηση από τα χρόνια της νιότης. Γελοία ρούχα, περίεργα κουρέματα, ανωριμότητα  και ένα θέμα που προσφερόταν για πρόστυχα αστεία. Αυτός ο οργανωτικός και πολιτικός διαχωρισμός αποτέλεσε το προοίμιο από μεριάς SRG εγκατάλειψης των μορφών οργάνωσης, στις οποίες οι ορθόδοξοι εξακολουθούν να προσκολλώνται τόσο σκληρά και να το αποκαλούν «δημοκρατικό συγκεντρωτισμό». Το να χρειάζεται μια μικρή ομάδα σοσιαλιστών, που λειτουργούν υπό συνθήκες νομιμότητας, όλον αυτόν τον λαβύρινθο των Κεντρικών Επιτροπών, των Πολιτικών Γραφείων, των Επιτροπών Ελέγχου κλπ αποτελεί εκείνο το είδος του υποκαταστατισμού που πιστεύει ότι αν διαθέτετε τις μορφές του Λένιν, τότε είστε σε θέση να τους δώσετε και το περιεχόμενο του Λένιν. Κάτι τέτοιο δεν είναι αλήθεια, θα σας πει  κάθε αντικειμενικός παρατηρητής του SWP.

Τον Σεπτέμβριο του 1953, ο Μάικ Κίντρον έφτασε από το Ισραήλ. Πριν από αυτό δεν είχε διαδρομή στο τροτσκιστικό κίνημα. Η μόνη οργανωμένη πολιτική του εμπειρία, μέχρι το 1953, ήταν η ένταξη στην τοπική οργάνωση του Χασόμερ Χατζάιρ στο Γιοχάνεσμπουργκ. Αυτό, έλεγε, οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό για κοινωνικούς λόγους, αλλά έγινε αντισταλινικός όταν αρρώστησε το 1946, και κατέστη ανίκανος να κινείται ή να διαβάζει. Ορισμένα μέλη του ΚΚ τον επισκέφθηκαν για να του διαβάσουν μεγάλα αποσπάσματα από τα «Σύντομα Μαθήματα από την Ιστορία του ΚΚ Σοβιετικής Ένωσης». Αυτό το πνευματικό ισοδύναμο ενός δεκαπενθήμερου στο υπόγειο της Λουμπιάνκα με τον σύντροφο Γιάκοντα (στΜ ένας από τους επικεφαλής της NKVD, της μυστικής αστυνομίας στην ΕΣΣΔ. Ο συγγραφέας αστειεύεται εννοώντας «ισοδύναμο ενός 15ημέρου φριχτών βασανιστηρίων») τον έστρεψε οριστικά κι αμετάκλητα εναντίον του σταλινισμού. Έφτασε στο Ισραήλ το 1946, δύο εβδομάδες πριν ο Κλιφ, που παντρεύτηκε με την αδελφή του Κίντρον, την Τσέινι Ρόζενμπεργκ, φύγει για τη Βρετανία. Σε εκείνο το διάστημα ο Κλιφ του έκανε τη δική του σύντομη εισαγωγική διάλεξη, που πραγματοποιήθηκε σε ένα ενιαίο σεμινάριο που διήρκεσε δύο εβδομάδες, μόνο σύντομα διαλείμματα μόνο για φαγητό και μπάνιο και ακόμη λιγότερο χρόνο για ύπνο.

Για τα επόμενα δέκα χρόνια, ο Κίντρον έπαιζε σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση στυλ και πολιτικής ατζέντας του SRG. Η έλλειψη  τροτσκιστικού υποβάθρου αποδείχθηκε πλεονέκτημα, επειδή δεν είχε καμιά διάθεση να εκλαμβάνει τίποτα ως ιερή γραφή, ούτε καν το έργο του Τ. Κλιφ, και ταίριαζε αρκετά καλά με το πιο χαλαρό οργανωτικό μοντέλο που είχε υιοθετήσει ο SRG. Εκτός από την ιδιότητά του ως μέλος του SRG, ο Kίντρον ήταν, επίσης, ως αδελφός της Τσέινι, ένα ακόμα πλήρως επαγγελματικό στέλεχος της οικογένειας. Για πολλούς τούτο έδινε την όχι τελείως εσφαλμένη εντύπωση ότι για να συμμετέχεις στη λήψη αποφάσεων έπρεπε να είσαι συγγενής (του Κλιφ). Παρά τον μικρό αριθμό μελών, κάτι τέτοιο δεν έπαυε να αποκλείει τη συντριπτική πλειοψηφία των μελών της ομάδας και επίσης να είναι βαθιά προσβλητικό για κάποιους.[9] Γι αυτό παρόλο που το πνευματικό κεφάλαιο είχε αυξηθεί σημαντικά με την άφιξη του Κίντρον, η ανάπτυξη της ομάδας ήταν πολύ αργή. Στα πρώτα πέντε ή έξι χρόνια της ύπαρξής του, ο SRG διατηρούσε με το ζόρι ελάχιστα τη συμμετοχή που είχε αρχίσει με το 1950.

Το σημείο καμπής, αν και δεν φάνηκε εκείνον τον καιρό, ήταν τα γεγονότα του 1956, η αγγλο-γαλλο-ισραηλινή στρατιωτική επιχείρηση στο Σουέζ  και, κυρίως, η μυστική ομιλία του Χρουστσόφ στο 20ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ, που την ακολούθησε η ρώσικη εισβολή στην Ουγγαρία. Ήταν γεγονότα που συγκλόνισαν τον κόσμο. Το βάρος της ομιλίας του Χρουστσόφ, με τη μερική αποκήρυξη των εγκλημάτων του Στάλιν -όχι τόσο του σταλινισμού, αρκούσε για να προκαλέσει μια φιλελεύθερη  στροφή στους Ούγγρους μεταρρυθμιστές του ουγγρικού ΚΚ υπό την ηγεσία του Ίμρε Νάγκι, που απομάκρυναν τους πιο μισητούς σταλινικούς, όπως ο Ράκοζι κι ο Γκέρο για να βελτιώσουν τις πιο μαύρες πλευρές του καθεστώτος.  Αλλά οι εγκληματικές στρατιωτικές ενέργειες του Ίντεν (στΜ πρωθυπουργού της Μ.Βρετανίας) και των φίλων του στο Σουέζ αποτέλεσαν το κατάλληλο προπέτασμα καπνού που χρειάζονταν οι Ρώσοι για να εισβάλουν στην Ουγγαρία.

Ο αντίκτυπος της ομιλίας του Χρουστσόφ και της ουγγρικής επανάστασης χτύπησε τα Δυτικά Κομμουνιστικά Κόμματα όπως ένα βαρύ τούβλο πάνω στα ζωτικά όργανα.To KK Μ.Βρετανίας δεν υπέφερε λιγότερο. Επί χρόνια το βρετανικό κόμμα ήταν σε θέση να καταπνίγει όλες τις κριτικές φωνές στις τάξεις του, αλλά το να ελέγξουν αυτή τη συζήτηση ήταν πολύ πέρα ​​από τις δυνάμεις τους. Ο Πίτερ Φράιερ, ο οποίος ήταν ο καθημερινός ανταποκριτής της Daily Worker (εφημερίδα του ΚΚ Βρετανίας) στην Ουγγαρία, έδινε πλήρη εικόνα με γλαφυρά και οργισμένα αποδεικτικά στοιχεία. Η κριτική του άρχισε να αποκτά μεγαλύτερη απήχηση, όταν μαθεύτηκε ότι «αλλάζονταν τα φώτα» στα ρεπορτάζ του για την Ουγγαρία, που γράφονταν εκεί, και αντικαθίσταντο από άλλα «ρεπορτάζ»  από τον αρχισυντάκτη της Daily Worker, τον Τζ.Ρ. Κάμπελ, στη Μόσχα.

Η οργή στο Κομμουνιστικό Κόμμα ήταν πρωτοφανής.  Μαζικές συνεδριάσεις σε όλη τη χώρα ασκούσαν δριμύτατη κριτική στα γεγονότα. Οι ηγέτες του όπως οι Πόλιτ και Ντατ, οι οποίοι ήταν είχαν εμπειρία μόνο από κομματικές συνεδριάσεις με άκριτη στήριξη και κολακείες, αποδοκιμάζονταν καθολικά. Oι αντιφρονούντες παρακολουθούσαν κατά εκατοντάδες εκδηλώσεις με ομιλητή τον Ισαάκ Ντόιτσερ, ο οποίος εξηγούσε εκτενώς τα εγκλήματα του Στάλιν, την αξία του μαρξισμού γενικότερα και του Τρότσκι ειδικότερα. Οι Ε.Π. Τόμπσον και Τζον Σάβιλ δημιούργησαν ένα πολύ σημαντικό θεωρητικό περιοδικό, που ονομάζεται το Reasoner (=Σκεπτόμενος), μέσα στο κόμμα (περιοδικό που μετονομάστηκε σε «Νέος Σκεπτόμενος», μετά τη διαγραφή τους) και παρόλο που  ήταν αντιτροτσκιστικό, κινούταν μέσα σε ένα μαρξιστικό-ανθρωπιστικό πλαίσιο.

Σήμερα με τόση απόσταση, είναι δύσκολο να συνειδητοποιήσουμε το τραύμα που βίωσαν τα μέλη του ΚΚ όταν συνειδητοποίησαν ότι ο Στάλιν ήταν από πάνω μέχρι κάτω γεμάτος κουσούρια.O χρόνος που χρειάστηκε ο Χρουστσόφ (λίγες ώρες) για να περάσει από την αποθέωση του Στάλιν στην αποσύνθεσή του, περιγράφοντας τις λιγότερο ελκυστικές πλευρές του «πατέρα του σοσιαλισμού», ήταν κάπως υπερβολικά μικρός για όσους είχαν γαλουχηθεί από το πόσο σημαντικό ήταν να αγαπάνε τον Στάλιν. Ανάμεσα στα καλύτερα μέλη του ΚΚ, το πιο πιεστικό ερώτημα ήταν: είναι τα εγκλήματα του Στάλιν σύμφυτα με τον μαρξισμό και την εφαρμογή του;

Αυτό το ερώτημα μόνο το τροτσκιστικό κίνημα μπορούσε να το απαντήσει. Η όλη προπαγανδιστική φάση που διένυσε (ο τροτσκισμός) και ποτέ δεν εγκατέλειψε, ήταν μια προσπάθεια να αποκατασταθεί ο μαρξισμός διαχωριζόμενος από τη σταλινική βαρβαρότητα. Έτσι λοιπόν κάθε μία από τις ομάδες, καθεμιά με τον δικό της τρόπο, προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν τις ανησυχίες των μελών του ΚΚ. Ο Κλιφ κυκλοφόρησε ένα κείμενό του, το «Η Ρωσία από τον Στάλιν στον Χρουστσόφ». Πρέπει να πούμε ότι δεν ήταν ένα πολύ καλό κείμενο,αφιερώνοντας πολύ μεγάλο χώρο για την πρόθεση του Χρουστσόφ να αναλάβει την κυριότητα τόσο της μορφής όσο και του περιεχομένου της κυριαρχίας του Στάλιν, κάτι το οποίο, εν πάση περιπτώσει, δεν συνέβη. Αποτύγχανε να αναλύσει τον Στάλιν ή τον σταλινισμό και έδινε την εικόνα μιας βιαστικής προετοιμασίας, μαζί με την εικόνα της αβεβαιότητας για τον τρόπο με τον οποίο θα επηρεάσει τα μέλη του ΚΚ. Το χάι-λάιτ του κειμένου το συναντούσαμε πολύ νωρίς, στο σημείο που συνήθως συναντάμε τις αφιερώσεις στα βιβλία. Ο Κλιφ αναφέρει το ποίημα που αναγραφόταν σε κάποιο πανό στη Ρωσία, που δημοσιεύτηκε το 1946, προς τιμήν του Στάλιν:

“Θα τον συνέκρινα με ένα λευκό βουνό – αλλά το βουνό έχει μια κορυφή.Θα τον συνέκρινα με τα βάθη της θάλασσας – αλλά η θάλασσα έχει πυθμένα.”

Ελπίζουμε, για το καλό του ρωσικού πανό, ο Στάλιν να μην συνειδητοποίησε ποτέ ότι αυτό ήταν απλώς άλλο ένα  φτηνό αστείο στα αγγλικά.

Ο Χίλι, με δικό του τυπογραφείο και με την πρόσβαση στην αμερικανική μετάφραση της «Προδομένης Επανάστασης» του Τρότσκι από το SWP, ήταν μάλλον καλύτερα προετοιμασμένος και πατούσε καλύτερα στα πόδια του. Τύπωσε ένα μακροσκελές κείμενο, γραμμένο από τον Πίτερ Φράιερ, το «Η υπόθεση μου απέναντι στη διαγραφή» και ένα άλλο που  αναπαρήγαγε το πλήρες κείμενο της ομιλίας του Χρουστσόφ μαζί με ένα σχόλιο. Επικεντρώνοντας στην ιστορία και βασιζόμενος σε μεγάλο βαθμό στην εμπεριστατωμένη κριτική του Τρότσκι, ήταν πολύ πιο ικανός να πείσει τα μέλη του ΚΚ ότι υπήρχε μαρξιστική ζωή μετά το κόμμα. Το 1955, υπήρχαν λιγότερα από 100 μέλη του Κλαμπ (η τροτσκιστική οργάνωση του Χίλι).  Το 1956 υπήρχαν 150 και το 1957 υπήρχαν περισσότερα από 400, με την ​​αύξηση να οφείλεται σχεδόν αποκλειστικά σε στρατολογίες από το ΚΚ. Δεν είναι τεράστιος αριθμός, είναι αλήθεια, αλλά μεταξύ αυτών υπήρχαν και κάποιοι πολύ ταλαντούχοι άνθρωποι –ο Τζον Ντάνιελς, ο Μπράιαν Μπίαν, ο Τομ Κεμπ, ο Μπράιαν Πιρς, ο Άλασνταϊρ Μάκιντάϊρ, ο Κλιφ Σλότερ, ο Φρανκ Γκίρλινγκ, ο Πίτερ Φράιερ και αρκετοί άλλοι.

Απέναντι σε αυτά ο SRG μπορούσε να αντιπαρατάξει μόνο μια στρατολογία. Τον Ντάντλεϊ Έντουαρντς, έναν εργάτη που συνέχιζε να γοητεύεται από το «Ο βρετανικός δρόμος προς τον σοσιαλισμό», το πρόγραμμα του ΚΚ ΜΒ, το οποίο πρωτοδιατυπώθηκε για πρώτη φορά το 1952, με την προσωπική στήριξη του Ι.Β.Στάλιν. Δεν ήταν πολύ, αλλά υποθέτω ότι ήταν κάτι.

Notes

1. Σοσιαλιστική Κριτική, Vol.2. No.1, p.12

2. Σοσιαλιστική Κριτική, Vol.2, No.2.

3. Εργατική Ελευθερία, No.18, Feb. 1995.

4. Μια ομάδα που καθοδηγούσε ο JR Johnson (ΣΛΡ Τζέιμς) and η Φρέντι Φόρεστ (Ράγια Ντουναγιέφσκαγια)

5. Η IKD ήταν μια γερμανική τροτσκιστική ομάδα  που δημιούργησε τη θεωρία της οπισθοδρόμησης, σύμφωνα με την οποία η παρακμή του καπιταλισμού ήταν τέτοια που ο σοσιαλισμός είναι αδύνατος και η βαρβαρότητα είναι σοβαρή πιθανότητα. Πολύ αστείο, αν και η IKD πίστευε ότι η Ρωσία είναι κρατικοκαπιταλιστική, υποστηριζόταν αρχικά από τον Σάχτμαν αλλά έβρισκε σοβαρή αντιπαράθεση από την Τάση Τζόνσον-Φόρεστ.

6. “Η φύση των σταλινικών κομμάτων”, από τον Έλις Χίλμαν στο Εσωτερικό Έγγραφο του SRG.

7. Επιστολή προς τη Γραμματεία, του Έλις Χίλμαν, Σεπτέμβριος 1951

8. Ο Τζον ΜακΓκόβερν ήταν για μερικά χρόνια ένας από τους βουλευτές του ILP (Ανεξάρτητοι Εργατικοί) στην περιοχή Κλάιντσαϊντ (Σκωτία) στη δεκαετία του 1930. Επισκέφθηκε την Παλαιστίνη και γνώρισε  εκεί τον Κλιφ. Στη συνέχεια επανήλθε στο Εργατικό Κόμμα. Η τελευταία προοδευτική του ενέργεια ήταν η οργάνωση της επιστροφής του Κλιφ σε αυτές τις (βρετανικές) ακτές. Αργότερα εργάστηκε ακούραστα για τον “Ηθικό Επανεξοπλισμό” (στΜ θρησκευτικό κίνημα)

9.  Δείτε το “Η γεύση του μελιού” του Ντ. Γιανγκ, που δημοσιεύτηκε από το ISG το 1995.

https://www.marxists.org/archive/higgins/1997/locust/index.htm

Μτφρ. Α.Λ.




Μια ιστορία του Τζιμ Χίγκινς για τον τροτσκισμό-κεφάλαιο 3

Kεφάλαιο 3- Ο αυταρχισμός του Χίλι και η ίδρυση της Ομάδας του Κλιφ (SRG) στη Βρετανία

(Μτφρ: Α.Λ.)

Αν ανοίξεις το κουτί της Πανδώρας, δεν γνωρίζεις ποτέ ποιοι δούρειοι ίπποι μπορεί να ξεπηδήσουν από μέσα.

Έρνεστ Μπέβιν

Η ζωή σε μια ομάδα του Χίλι όταν προκύπτουν πολιτικές διαφορές δεν έχει πολλή πλάκα. Το 1950, οι διαφορές αφορούσαν τους λίγους που προσχώρησαν στην κρατικοκαπιταλιστική ανάλυση του Κλιφ, τον Τεντ Γκραντ και όσους απέμεναν από τους οπαδούς του Χάστον, την πρώην φράξια του RCP που τασσόταν υπέρ της ανεξάρτητου κόμματος και τελικά όλους όσους συνασπίστηκαν στη βάση της απαξίωσής τους για την παλιά ηγεσία του RCP που τους είχε εγκαταλείψει και της αντιπάθειάς τους για τον Χίλι, την πολιτική και τις μεθόδους του.  Όπως έγραψε πολύ αργότερα ο Κεν Τάρμπακ, τότε νέο μέλος της ομάδας: «Δυσκολευτήκαμε να προσαρμοστούμε πολύ στο νέο καθεστώς και πάνω απ ‘όλα βρήκαμε εξαιρετικά δυσκολοχώνευτη την Socialist Outlook (Σοσιαλιστική Προοπτική, η εισοδιστική εφημερίδα του Χίλι.- σημ. Τζιμ Χίγκινς) … Είχε εξαφανιστεί κάθε κριτική στον σταλινισμό ή τη σοσιαλδημοκρατία … Βρεθήκαμε να πουλάμε μια εφημερίδα που πρόβαλλε στο εξώφυλλο τους σταλινικούς ηγέτες των συνδικάτων ή τους συντρόφους τους βουλευτές του Εργατικού Κόμματος. Όπως μπορεί να φανταστεί κανείς, αυτό δεν βοηθούσε πολύ το ηθικό μας. Σαν κερασάκι στην τούρτα, βρεθήκαμε ως πρώην υποστηρικτές της πλειοψηφίας να αντιμετωπιζόμαστε ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας … αρχίσαμε να ακούμε φήμες για διαγραφές ή απόσυρση από την πολιτική δράση ανθρώπων που ήταν μέλη του κινήματος εδώ και χρόνια … η μυστική μας φράξια έκανε πρόσκληση στον Τόνι Κλιφ να μας συναντήσει, κάτι που έκανε και κάναμε μια αρκετά μεγάλη συζήτηση για την Ομάδα και την Διεθνή. Είχε μια πολύ πειστική γραμμή που πήγαινε κάπως έτσι: «Όποιος εξακολουθεί να βλέπει τη σταλινική Ρωσία ως εργατικό κράτος, ισχυριζόμενος ουσιαστικά ότι οι σταλινικοί μπορούν να φέρουν σε πέρας την επανάσταση (Ανατολική Ευρώπη και Κίνα) τότε καταλήγει να υιοθετεί σταλινικές πολιτικές (π.χ.  εφημερίδα Σοσιαλιστική Προοπτική, η γραμμή της Διεθνούς Γραμματείας για τη Γιουγκοσλαβία κλπ, οι σταλινικές οργανωτικές μέθοδοι που χρησιμοποιούνται π.χ. στην ομάδα του Χίλι). Η μόνη διέξοδος από το δίλημμα ήταν να υιοθετήσουμε την κρατικοκαπιταλιστική γραμμή (για τη Ρωσία). “… Εντυπωσιαστήκαμε πολύ με αυτή την επιχειρηματολογία, αλλά σε εκείνο το σημείο αρνηθήκαμε να επενδύσουμε όλα τα λεφτά μας στη φράξιά του.” [1]

Ο νεαρός Τάρμπακ εξελέγη ως αντιπρόσωπος από το Μπέρμινχαμ στο συνέδριο της «Ομάδας του 1950, εξουσιοδοτημένος να κατεβάσει ψήφισμα που έκανε κριτική στη Σοσιαλιστική Προοπτική. Ήταν ένα συνέδριο όπου ο Χίλι διασφάλισε την πλειοψηφία του διαλύοντας και ανακατεύοντας τις τοπικές οργανώσεις και «μαγειρεύοντας» τα αποτελέσματα των αντιπροσώπων.  Οι αντίπαλοι ως συνήθως έφαγαν βρισίδι. Κάποια στιγμή ο Χίλι φώναξε στον Τεντ Γκραντ, “Γύρνα στον σωρό με τα σκατά”. Όλη αυτή η συμπεριφορά ξένιζε αρκετά την κομματική ζωή του RCP και, όταν ο Κεν ανέφερε τι έγινε όταν βρήκε τους συντρόφους του στο Μπέρμινχαμ, αποφάσισαν ότι ο Κλιφ είχε δίκιο. Oι περισσότεροι από τους «κρατικοκαπιταλιστές» είχαν ήδη εκδιωχθεί, με το ένα ή το άλλο πρόσχημα, και έτσι αποφάσισαν να αποχωρήσουν με πάταγο. “Τότε αποφασίστηκε ότι ο Πέρσι Ντάουνι (πρώην μέλος του RCP που, αστείο αλήθεια, ήταν επίσης κουρέας) θα κατέβαζε ένα ψήφισμα στον Εμπορικό Σύλλογο του Μπέρμινχαμ, διεκδικώντας ίσες αποστάσεις στον πόλεμο της Κορέας (στΜ ούτε στο πλευρό του δυτικού καπιταλισμού ούτε στο πλευρό του σταλινισμού). Το αποτέλεσμα ήταν μια άμεσα συγκληθείσα συνεδρίαση του «Κλαμπ»με τον Χίλι παρόντα. Ο Χίλι κατέβασε ψήφισμα για διαγραφή του Πέρσι και αρνήθηκε να επιτρέψει οποιαδήποτε συζήτηση πάνω στην πολιτική ουσία του ζητήματος, επιμένοντας ότι το μόνο ζήτημα συζήτησης έπρεπε να είναι «παραβίασε ή δεν παραβίασε την κομματική πειθαρχία καταθέτοντας το ψήφισμα στον Εμπορικό Σύλλογο». Ωστόσο το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας ήταν ισοπαλία. Ο Χίλι τότε κάλεσε σε διακοπή της συνεδρίασης, δηλώνοντας ότι η λειτουργία της τοπικής οργάνωσης θα ανασταλεί μέχρι νεοτέρας». [2] Λίγο αργότερα ο Χίλι έκανε μεταγραφή στην τοπική ενός «νομιμόφρονος» για να ανατρέψει την ισοπαλία και πέτυχε τη διαγραφή. Και όχι μόνο αυτό, άλλα όλοι όσοι ψήφισαν μαζί με τον Πέρσι Ντάουνι διαγράφτηκαν επίσης. “Ο Χίλι είχε πέσει στην παγίδα μας καθώς η συνέχεια ήταν να συμβάλουμε στην ίδρυση της Ομάδας του Κλιφ…  Αν είχε μείνει οτιδήποτε να θυμίζει δημοκρατικό καθεστώς όπως αυτό που υπήρχε παλιότερα στο RCP, δεν θα θέλαμε να φύγουμε από την οργάνωση. Και είμαι βέβαιος ότι αν υπήρχε μια αξιόπιστη εναλλακτική λύση απέναντι στον Χίλι που να υπερασπίζεται την άποψη ότι η Ρωσία είναι εργατικό κρατος, ο Κλιφ δεν θα είχε κάνει τόσες πολλές στρατολογίες.  Παρά τους περιορισμούς που έμπαιναν στον Κλιφ από τους μεταναστευτικούς νόμους εκείνη την εποχή, εκείνος ήταν  πολύ ενεργός στο να έρχεται σε επαφή με  ανθρώπους, να βγαίνει ραντεβού μαζί τους και να συζητάει μαζί τους μέχρι να τους στρατολογήσει. Αυτό συνεπαγόταν εν μέρει και προσωπικό ρίσκο για τον Κλιφ, αφού κινδύνευε με την απέλασή του στην Παλαιστίνη και με ένα πολύ αβέβαιο μέλλον … “[3]

Με την προσχώρηση των συντρόφων από την τοπική οργάνωση του Μπέρμινχαμ άνοιγε ο δρόμος για τη δημιουργία μιας κρατικοκαπιταλιστικής ομάδας στη Βρετανία. Συνολικά, υπήρχαν 33 μέλη, σχεδόν όλοι νέοι και πρώην RCP. (Παρόλο που ο αριθμός αυτός είναι πολύ μικρός, πρέπει να συγκριθεί με τα 70 μέλη του Κλαμπ του Χίλι, που παρά το γεγονός ότι -στο Κλαμπ- είχαν προστεθεί περίπου 150 μέλη από το RCP, κατάφερε να εκδιώξει ή να προκαλέσει τη φυγή των περισσότερων από αυτά). Εκτός από τον Kέν Τάρμπακ [ο οποίος, παρεμπιπτόντως, παρέμεινε ενεργός μαρξιστής μέχρι το θάνατό του το 1995] και τον Πέρσι Ντάουνι, συμπεριλαμβάνονταν πολλοί ταλαντούχοι άνθρωποι στη νέα ομάδα: Τζιν Τέιτ, Πίτερ Μόργκαν, Μπιν Έινσγουορθ, Τζίοφ Κάρλσον, Ρέι Τσάλινορ, Ντάνκαν Χάλας και Έινιλ Μουνεσίνγκε. [4]

Η ιδρυτική συνδιάσκεψη του Ομίλου Σοσιαλιστικής Κριτικής (SRG) πραγματοποιήθηκε στις 30 Σεπτεμβρίου και 1 Οκτωβρίου 1950 στην πόλη Kάμντεν. Από τα 33 μέλη στα χαρτιά, τα 21 ήταν παρόντα, από έξι τοπικές οργανώσεις (Λονδίνο, Κοιλάδα του Τάμεση, Κρου, Μπέρμινχαμ, Σέφιλντ και Μάντσεστερ). Ως ομάδα-στόχος για άμεσες στρατολογίες ορίστηκαν τα πρώην μέλη του RCP και η έμφαση που δόθηκε στην δραστηριότητα του Εργατικού Κόμματος αφορούσε τη “Σοσιαλιστική Συντροφιά” ( οργανωτική έκφραση της εφημερίδας Σοσιαλιστική Προοπτική του Χίλι). Ως συνδρομή εγγραφής ορίστηκε το 1/6 της πένας ανά βδομάδα, όταν το μέσο εισόδημα ήταν 3 λίρες 10 σελίνια και 0 πένες.

Η γραμματεία του SRG θα βρισκόταν στο Μπέρμινχαμ και η γραμματεία της νεολαίας του στο Λονδίνο. Η δουλειά της νεολαίας θα στηνόταν γύρω από ένα περιοδικό με τη φιλοδοξία να συνεργαστεί με άλλες ομάδες (με πιο πιθανή την ομάδα των Γκραντ/ Ντιν). Ένα άλλο, το θεωρητικό περιοδικό, επρόκειτο να ονομαστεί Σοσιαλιστική Κριτική με τιμή 6 πένες. Το έντυπο αυτό θεωρούταν ένα μέσο για την εκπαίδευση των μελών και θα εστίαζε στην Ανατολική Ευρώπη και τη Ρωσία, με άρθρα του Κλιφ, της Ουκρανικής ομάδας, του Σάχτμαν και του Γκραντ.

Όσον αφορά τις σχέσεις με την 4η Διεθνή, τα ιδρυτικά μέλη του SRG έσπευδαν να διακηρύξουν την πίστη τους: “… Όντας τροτσκιστική τάση και πιστεύοντας ότι η θέση μας για τη Ρωσία συνδέει τον τροτσκισμό με τις ανάγκες της εποχής μας, θα αγωνιστούμε για την οικοδόμηση της 4ης ως μια αυθεντική τροτσκιστική οργάνωση. Θα υποβάλουμε αίτηση συμμετοχής στην 4η. Αν μας αρνηθούν την ένταξη, θα προπαγανδίσουμε τις απόψεις μας στην 4η και τις οργανώσεις που βρίσκονται κοντά της. Με αυτές τις θέσεις θα σταλεί ανοιχτή επιστολή στη Διεθνή Γραμματεία που θα διεκδικεί αναγνώριση.» (Πρακτικά Ιδρυτικής Συνδιάσκεψης)

Η συνδιάσκεψη υιοθέτησε τρία κείμενα του Κλιφ ως την κεντρική θεωρητική βάση της νέας ομάδας: «Η Φύση της Σταλινικής Ρωσίας» (Εσωτερικό Δελτίο του RCP), «Η Ταξική Φύση των Λαϊκών Δημοκρατιών» (Βιβλίο 50 σελίδων, που είχε εκδοθεί τον Ιούλιο του 1950) και «Ο μαρξισμός κι η Θεωρία του γραφειοκρατικού κολεκτιβισμού». Εκείνη την εποχή, όταν το παγκόσμιο τροτσκιστικό κίνημα προσπαθούσε να αναπροσαρμόσει τη θεωρία του υπό το φως της μεταπολεμικής πραγματικότητας, η πένα του Κλιφ κέντραρε εναντίον του Τρότσκι για τη Ρωσία, εναντίον της 4ης  Διεθνούς για την Ανατολική Ευρώπη και εναντίον της εναλλακτικής θεωρίας που σχετιζόταν με τον Μαξ Σάχτμαν και τους ομοϊδεάτες του. Αν και τα κείμενα δεν είναι όλα ίδιας ποιότητας, όπως άλλωστε συμβαίνει και με το μεγαλύτερο τμήμα του έργου του Κλιφ, δεν παύουν αποτελούν κάποια από τα κορυφαία έργα που έχει γράψει.

Σαν κερασάκι στην τούρτα στο κλείσιμο της διαδικασίας, οι συγκεντρωμένοι σύντροφοι αποφάσισαν: «να στείλετε χαιρετισμούς στη Ναταλία και να την ενημερώσετε για το σχηματισμό της κρατικοκαπιταλιστικής ομάδας» (Η Νατάλια Σέντοβα Τρότσκι βρισκόταν στο Κογιοακάν, στο Μεξικό. Αυτή και ο βετεράνος Ισπανικός τροτσκιστής Γκραντίζο Μούνις στέκονταν εξαιρετικά κριτικά απέναντι στην 4η και είχαν υιοθετήσει την κρατικοκαπιταλιστική θέση.)

Ο SRG θεωρούσε τον εαυτό του τροτσκιστικό σαν το RCP, με τη διαφορά ότι είχε μια καλύτερη θεωρία για τον σταλινισμό. Το καταστατικό περιέγραφε τα δικαιώματα και τα καθήκοντα της ιδιότητας του μέλους στο κλασικό σχήμα του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού: «… Όλες οι αποφάσεις των καθοδηγητικών οργάνων είναι δεσμευτικές για όλα τα μέλη. Κάθε μέλος που παραβιάζει μια απόφαση υπόκειται σε πειθαρχική δίωξη … όλες οι μειοψηφίες έχουν το δικαίωμα να εκφράσουν διαφορετικές απόψεις μέσα στην ομάδα, η Εθνική Επιτροπή  αξιοποιεί το Εσωτερικό Δελτίο ως μέσο συζήτησης μεταξύ των διαφορετικών απόψεων … Η μομφή, η μετατροπή του μέλους σε «μέλος υπό δοκιμή», η αναστολή της ιδιότητας μέλους και η διαγραφή μπορούν να ληφθούν εναντίον κάθε μέλους που παραβιάζει την πειθαρχία … Οι κατηγορίες εναντίον οποιουδήποτε μέλους διατυπώνονται γραπτώς,  ο κατηγορούμενος λαμβάνει ένα αντίγραφο αυτών, οι κατηγορίες αξιολογούνται από το όργανο από το οποίο προήλθαν, όπου ο κατηγορούμενος μπορεί να παρίσταται και να ψηφίζει … Κάθε μέλος έχει το δικαίωμα να ασκήσει έφεση εναντίον μιας απόφασης της Εθνικής Επιτροπής … »(Άρθρο 8, Kαταστατικό του SRG. Όπως φαίνεται, το Καταστατικό του 1950, έχει αρκετά ισορροπημένες τις απαιτήσεις του συγκεντρωτισμού με τις απαιτήσεις της δημοκρατίας, κάτι που δεν ισχύει για τις μεταγενέστερες καταστατικές καινοτομίες.)

Παρόλο που η πλειοψηφία των μελών ζούσε στο Λονδίνο, η γραμματεία είχε έδρα στο Μπέρμινχαμ, που βρισκόταν περίπου στο μέσο της απόστασης μεταξύ  Λονδίνου και Σέφιλντ. Ο γραμματέας ήταν ο Μπιλ Έινσγουορθ, βασικός συνδικαλιστής  στο εργοστάσιο του Ρόβερ και ένα έμπειρο και ταλαντούχο πρώην μέλος του RCP.Τα εσωτερικά κείμενα στέλνονταν σε αντιφρονούντες τροτσκιστές στο εξωτερικό: στους Λεντς και Γιούνγκλας στη Γερμανία,  στον Σολιέ (στΜ Κορνήλιος Καστοριάδης) στη Γαλλία, στον Μανγκάνο στην Ιταλία και στη Ράγια Ντουναγιέφσκαγια στις ΗΠΑ.

Τα μέλη θεωρούσαν ξεκάθαρα ότι μαζί με παρόμοιες ομάδες σε διεθνές επίπεδο θα αποτελούσαν τη βάση για μια ανανεωμένη Τέταρτη Διεθνή. Όπως συμβαίνει συχνά με ανθρώπους στους οποίους ήρθε η θεία επιφοίτηση, δυσκολεύονταν να καταλάβουν πώς γίνεται κάποιος να μην μπορεί να υποκύψει στη δύναμη της νέας θεωρίας. Για την επίτευξη αυτού του στόχου, ο Μπιλ Έινσγουορθ έγραψε στη γραμματεία της 4ης που περιγράφοντας την πολιτική και οργανωτική χρεοκοπία της Ομάδας Χίλι (το βρετανικό τμήμα της 4ης τότε) και ζητώντας να αναγνωριστεί ο SRG ως το βρετανικό τμήμα της 4ης: αν όχι, τότε  “… τουλάχιστον να αναγνωριστεί ως μια οργάνωση-συμπαθών την 4η Διεθνή”. [5] Ο Πάμπλο και ο Ζερμέιν (στΜ Ερνέστ Μαντέλ), κατά έναν παράξενο τρόπο είχαν αναπτύξει ανοσία στην δύναμη της πειθούς του κρατικού καπιταλισμού και κανένα από αυτά τα αιτήματα δεν ικανοποιήθηκε.

Ο όμιλος είχε πλέον δημιουργηθεί και το μικρό του μέγεθος υπαγόρευε ότι θα έπρεπε να εργαστεί μέσα στο Εργατικό Κόμμα. Αντίθετα με κάποιες απόψεις, ο εισοδισμός δεν είναι ο ευκολότερος τρόπος για να ξοδέψει κάποιος την πολιτική του ζωή. Μια τακτική που προέρχεται από την αδυναμία είναι πάντα δύσκολο να χωνευθεί από όσους  τόσο πρόσφατα απολάμβαναν την πολυτέλεια της απεριόριστης ελευθερίας της επαναστατικής έκφρασης. Κατά την πρώτη περίοδο του εισοδισμού, ο επαναστάτης θα πρέπει να κινείται συγκρατημένα (θα ήταν υπερβολικό να ζητήσουμε παράλληλα και ταπεινότητα), για να αποκτήσει μια εξοικείωση με τις προσωπικές και πολιτικές διαφορές μεταξύ των υπαρχόντων μελών. Μια τέτοια αναγνωριστική δουλειά είναι ζωτικής σημασίας εάν κάποιος θέλει να έχει οποιαδήποτε επιρροή στο μέλλον. Η πολιτική ατζέντα θα καθοριστεί αναπόφευκτα από άλλους. Οι ανησυχίες των υποστηρικτών της Tribune μπορεί να είναι ό,τι πλησιέστερο μπορείς να βρεις στη δική σου πολιτική προσέγγιση. Υπήρχαν περισσότερες πιθανότητες να ληφθεί απόφαση για δωρεάν θεραπεία στους κάλους των συνταξιούχων παρά  απόφαση για εθνικοποίηση κι εργατικό έλεγχο. Ο επαναστάτης εισοδιστής, στις περισσότερες περιπτώσεις, στην πράξη έπρεπε να είναι ικανοποιημένος με μια αύξηση του ρυθμού ψήφισης και με μια ενίσχυση της ριζοσπαστικοποίησης των αποφάσεων. Οι στρατολογίες σε ένα τέτοιο περιβάλλον μπορούσαν να γίνουν μόνο σε τετ-α-τετ συζητήσεις  και ήταν εξαιρετικά σπάνιες.

Αν και στο Εργατικό Κόμμα υπάρχει έλλειμμα σε ό,τι αφορά την πολιτική ικανοποίηση (στΜ των εισοδιστών), αυτό που περισσεύει είναι οι συνεδριάσεις: από την τοπική μέχρι την δημοτική και την περιφερειακή συνεδρίαση, κάθε μία από αυτές τις οργανωτικές δομές διαθέτει την κατάλληλη εκτελεστική επιτροπή και ένα πλήρες σετ γραμματέων, προέδρων κ.λπ. Ήταν δυνατό να ξοδέψει κανείς όλο τον ελεύθερο χρόνο του σε συνεδριάσεις και στη συνέχεια να πέσει και στην παγίδα της ανάληψης πόστων σε ασήμαντα οργανωτικά γραφεία. Στη φάση του εισοδισμού ο Τζέρι Χίλι συνήθιζε να συστήνεται στις δημόσιες συνεδριάσεις ως πρόεδρος μιας εν πολλοίς άγνωστης τοπικής οργάνωσης του Εργατικού Κόμματος στο Στρίδαμ.

Εκεί που ο SRG έκανε κάποιες σοβαρές προσπάθειες να λειτουργήσει εισοδιστικά ήταν το Μπέρμινχαμ. Η οργάνωση πόλης των Εργατικών πραγματοποίησε ετήσια συνδιάσκεψη για την τακτική στις δημοτικές εκλογές, όπου θα συζητιόταν το μανιφέστο του κόμματος για τις εκλογές και βελτιωτικές προτάσεις. Οι σύντροφοι του SRG αποφάσισαν να δημοσιεύσουν ένα κείμενο που όχι μόνο πρότεινε μια νέα πολιτική, αλλά εξηγούσε επίσης και τις αποτυχίες και τα οικονομικά προβλήματα της προηγούμενης δημοτικής αρχής που ελέγχονταν από τους Εργατικούς. Το φυλλάδιο είχε τίτλο «Είκοσι ερωτήματα», και δημοσιεύτηκε έπειτα από ένα δημοφιλές ραδιοφωνικό πρόγραμμα της ημέρας. Ήταν προϊόν συλλογικής εργασίας, με κάθε μέλος της ομάδας να αναλαμβάνει την έρευνα και τη συγγραφή ενός τμήματός του. Σε 20 μικρές σελίδες, το φυλλάδιο έκανε μια πολύ καλή δουλειά, προωθώντας μια σοσιαλιστική σκοπιά για την εκπαίδευση, τη στέγαση, τη δουλειά, τους μισθούς, τον ελεύθερο χρόνο, τις οικονομικές δυσκολίες και τις καταστροφικές επιπτώσεις της οικονομικής πολιτικής της τοπικής αρχής, που κατεύθυνε σχεδόν όλους τους πόρους της για να ξεχρεώνει τους τοκογλύφους.  Το φυλλάδιο υπογραφόταν από  μόνο δύο από τα ονόματα των συγγραφέων του: τον Πίτερ Μόργκαν και τον Ντέιβιντ Μάμφορντ. Αυτό αποδείχθηκε μια σοφή και προνοητική απόφαση . Η δεξιά πτέρυγα του του δημοτικού συμβουλίου, με επικεφαλής τον Ντένις Χάουελ (τότε δημοτικός σύμβουλος, αλλά αργότερα βουλευτής και υπουργός Αθλητισμού και σήμερα μέλος της Βουλής των Λόρδων), προσβλήθηκε σε μεγάλο βαθμό από το φυλλάδιο και ζητούσε διαγραφές. Τελικά, οι δύο παραβάτες χρεώθηκαν με τις κατηγορίες σε  μια μαζική συνεδρίαση της οργάνωσης πόλης του κόμματος  με περισσότερα από 200 μέλη (συνηθίζονταν τέτοιες συνεδριάσεις  εκείνη την εποχή). Με 108 ψήφους έναντι 96 διαγράφτηκαν. Ο τίτλος του ρεπορτάζ στη Daily Mail έγραφε:  «Είκοσι ερωτήσεις: Μια απάντηση.» Δύο χρόνια αργότερα κι οι δυο έγιναν ξανά αποδεκτοί αποκτώντας πλήρη δικαιώματα μέλους. Ήταν ένα διδακτικό επεισόδιο και έδειχνε ότι εκείνη την εποχή υπήρχε ένα τμήμα κόσμου στο Εργατικό Κόμμα που άξιζε να σωθεί.

Η μελέτη για την πλούσια θεματολογία της επαναστατικής πολιτικής έπρεπε να περιοριστεί στις συνεδριάσεις του SRG. Το 1951, ο SRG ως νεοσυσταθείσα κρατικοκαπιταλιστική ομάδα ασχολήθηκε ιδιαίτερα με τον πόλεμο της Κορέας και το γεγονός ότι το βρετανικό τμήμα της 4ης στήριζε άκριτα  τους Βορειοκορεάτες. Με γνώμονα αυτές τις σκέψεις, η Γραμματεία συναντήθηκε με τον Τεντ Γκραντ τον Ιούλιο του ίδιου έτους. Η συζήτηση αφορούσε τη δυνατότητα ενότητας μεταξύ των δύο ομάδων. Οι άνθρωποι της Σοσιαλιστικής Κριτικής υποστήριζαν ότι η ενοποίηση θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί με βάση το παλιό πρόγραμμα της RCP, προσθέτοντας τη διατύπωση “ούτε Μόσχα ούτε Ουάσινγκτον”. Ο Γκραντ, από την άλλη πλευρά, είχε ήδη υποκύψει σε μεγάλο βαθμό στην ιδέα ότι η εθνικοποίηση είναι η μόνη απαραίτητη προϋπόθεση για να οριστεί ένα κράτος ως εργατικό.  Η ομάδα του συζητούσε την πιθανότητα οι Εργατικοί να υλοποιήσουν ειρηνικά τον σοσιαλισμό και θεωρούσε ότι εάν οι Εργατικοί  εθνικοποιούσαν τη βιομηχανία τότε (η Βρετανία) θα γινόταν εργατικό κράτος. Αυτή η εμμονή με την εθνικοποίηση οδήγησε τον Γκραντ να υποστηρίζει τα καθεστώτα σε κάποια πολύ περίεργα μέρη – τη Βιρμανία, την Αλγερία και την Αίγυπτο, για να αναφέρουμε κάποια. Φυσικά, ο Γκράντ και οι οπαδοί του υπερασπίζονταν άνευ όρων τη Ρωσία σε περίπτωση πολέμου. Για τους συντρόφους του SRG, αυτά συνιστούσαν συνθηκολόγηση τόσο με τον σταλινισμό όσο και με τη Σοσιαλδημοκρατία και η ιδέα ότι η ενότητα θα οδηγούσε σε οτιδήποτε εποικοδομητικό ναυάγησε στα βράχια της επιλογής του Γκραντ να προτιμήσει τον κρατικό «σοσιαλισμό».

Στα πέντε χρόνια από την άφιξη του Κλιφ στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο βρετανικός τροτσκισμός παρήκμαζε, όχι κάτω από τα συντριπτικά χτυπήματα των παγκόσμιων δυνάμεων, αλλά από τις προφανέστατα λάθος εκτιμήσεις και την έλλειψη επαφής με την πραγματικότητα. Το RCP είχε ιδρυθεί το 1944 με την ψευδαίσθηση ότι το κόμμα βρισκόταν στο κατώφλι μιας νέας Οκτωβριανής Επανάστασης. Τα χρόνια της σκληρής δουλειάς και της αυτοθυσίας οδήγησαν στο πουθενά και η ηγεσία του Χάστον παραιτήθηκε βλέποντας μπροστά του έναν άνισο αγώνα, μάλλον ανακουφισμένος, κι αφήνοντας πίσω του μαραμένα κοτσάνια για τις ακρίδες. Το κίνημα έχασε όχι μόνο μια προικισμένη ηγεσία, αλλά και το μεγαλύτερο μέρος στελεχών της. Στα τέλη του 1951, πιθανότατα δεν υπήρχαν περισσότεροι από 100 οργανωμένοι τροτσκιστές στη Βρετανία. Ο Χίλι καθοδηγούσε  την ομάδα των φανατικών του με ένα σύνολο αρχών που προέρχονταν περισσότερο από τον Νετσάγιεφ παρά από τον Τρότσκι. Ο Γκράντ οδηγούσε το μικρό και ακυβέρνητο πλοίο του στις άγνωστες ακτές της σοσιαλδημοκρατίας, θυμίζοντας μάλλον κάποιον παλιό ναυτικό πριν την εφεύρεση της πυξίδας, ενώ ο SRG θεωρούσε τον εαυτό τoυ ως τον σωστό διάδοχο του RCP, αν και σε μια μικρότερη εκδοχή του, έχοντας επιπλέον μια τακτική εισοδισμού  και μια καλύτερη θεωρία για τη Ρωσία. Απλώς για να αποδείξει ότι η καλύτερη θεωρία δεν αποτελεί εγγύηση απέναντι στη ματαιοδοξία, τον Σεπτέμβριο του 1951, η Εθνική Επιτροπή (ηγεσία του SRG) ψήφιζε το παρακάτω ψήφισμα ομόφωνα: «Πιστεύουμε ότι το παγκόσμιο τροτσκιστικό κίνημα χωρίζεται σε αμυνιτισμό (στΜ δηλαδή σε αυτούς που υπερασπίζονται τη σταλινική Ρωσία ως εργατικό κράτος) και αντι-αμυνιτισμό. Οι αμυνίτες συνθηκολογούν με τον σταλινισμό. Οι αντι-αμυνίτες είναι οι μόνοι πραγματικοί μπολσεβίκοι, με επικεφαλής τη Νατάλια Τρότσκι. Δηλώνουμε ότι δεν θα κάνουμε καμία συγχώνευση με καμία ομάδα που να υποστηρίζει την υπεράσπιση είτε του ρωσικού είτε του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού». Η περίεργη χρήση των λέξεων εδώ υποδηλώνει ότι το ψήφισμα αυτό πιθανότατα γράφτηκε από τον Κλιφ.

Παραβλέποντας το υπονοούμενο διεκδίκησης της διαδοχής (του τροτσκισμού) που παραπέμπει σε λογικές δυναστείας- με την αναφορά στη Νατάλια, το ψήφισμα είναι ένα κλασικό παράδειγμα του μικρού σεχταριστικού πουλιού, που κουνάει τα άσχημα φτερά του σε μια μάταιη προσπάθεια να φανεί πιο μεγάλο και όμορφο. Ως συνήθως, ο Μαρξ έχει να πει μια-δυο λέξεις για το θέμα: “Η σέχτα δικαιολογεί την ύπαρξή της και θεωρεί δυνατό της σημείο όχι  αυτά που την ενώνουν με το κίνημα της τάξης αλλά τις ιδιαίτερες αρχές που τη διαχωρίζουν από το κίνημα.” [6]

 

Σημειώσεις

1. Οι καταβολές του SWP, του Τζον Οουόλτερς (ψευδώνυμο του Κεν Τάρμπακ) στα “Εργατικά Νέα”, Απρίλιος 1991.

2. Όπως πριν.

3. Όπως πριν

4. Ο Μουνεσίνγκε έπειτα επέστρεψε στην Κεϋλάνη, όπου εντάχθηκε στο τροτσκιστικό κόμμα Lanka Sama Samaj Party κι αργότερα έγινε υπουργός στην κυβέρνηση συνασπισμού της κυρίας Μπανταρινάικε.

5. Γράμμα στη Γραμματεία της 4ης Διεθνούς, στις 30 Οκτώβρη 1950, γραμμένο από τον Μπιλ Έινσγουορθ

6. Μαρξ-Ένγκελς Διαλεκτή Αλληλογραφία σελ 258

 




Μια ιστορία του Τζιμ Χίγκινς για τον τροτσκισμό -κεφάλαιο 1

Κεφάλαιο 1 -Η πολιτική διαμόρφωση του Κλιφ- τα χρόνια στην Παλαιστίνη και η άφιξη στην Αγγλία

Αν ήταν να σας πω ποια πιστεύω πως είναι ιστορία της οικογένειάς μου, θα χρειαζόταν πολύς χρόνος … Θα ήταν μια ιστορία που εγώ, ως άτομο … πιστεύω ότι είναι αλήθεια αν και, με τον ρόλο μου ως σκεπτικιστής ανθρωπολόγος , νιώθω ότι πολύ λίγα από αυτά θα ήταν αλήθεια. Θα επρόκειτο για μια κατασκευή με τη μορφή και τη λειτουργία που δικαιώνει την προσωπική μου μασκαράτα, τον τρόπο με τον οποίο παρουσιάζω τον εαυτό μου στον κόσμο.

Έντμουντ Λιτς, Διάλεξη, Πανεπιστήμιο Kings του Κέιμπριτζ, 1989

Δεν μπορώ να λέω ψέματα στον  εαυτό μου.

Τόνι Κλιφ,περιοδικό Socialist Worker Review, Ιούλιος 1987

Η ιστορία είναι η καταγραφή ενός συνδυασμού των σημαντικών και των ασήμαντων κι όλοι με κάποιον τρόπο είμαστε συνδεδεμένοι με τις διεργασίες της και πρέπει να ζήσουμε με τις συνέπειές της. Για τους περισσότερους επαναστάτες των τελευταίων 80 παράξενων χρόνων η χρονιά των θαυμάτων ήταν το 1917. Στις 7 Νοεμβρίου εκείνου του έτους, στην Πετρούπολη και τη Μόσχα, οι Ρώσοι εργάτες και αγρότες κατέλαβαν την εξουσία υπό την ηγεσία του μπολσεβίκικου κόμματος. Μια μέρα πριν, στο Λονδίνο, ο ΈιΤζέι Μπάλφουρ, ο αντισημίτης Yπουργός Εξωτερικών της Βρετανίας, με την χαρακτηριστική γενναιοδωρία κάποιου που χαρίζει κάτι που ανήκει σε κάποιον άλλο, ανακήρυσσε την Αραβική Παλαιστίνη ωςτην Πατρίδα του Έθνους των Εβραίων. Στην ίδια την Παλαιστίνη, λίγους μήνες πριν από αυτά τα γεγονότα, στις 20 Μαΐου, ο Τόνι Κλιφ(πραγματικό όνομα Γίγκαελ Γκλούκσταϊν) γεννήθηκε σε μια εβραϊκή οικογένεια της μεσαίας τάξης. Ανάλογα με το εάν είστε ένθερμο μέλος του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματο (SWP) ή όχι, αυτό προσθέτει στους δυο λόγους να θαυμάζετε το 1917 κι έναν τρίτο.

Η ζωή στην Παλαιστίνη υπό βρετανική κατοχή ήταν καταπιεστική για όλα τα τμήματα του πληθυσμού, αλλά ιδιαίτερα σκληρή για την αραβική πλειοψηφία. Οι Άραβες, σε μεγάλο βαθμό αγροτική κοινότητα, είχε μικρή ή καθόλου παράδοση οργάνωσης της εργατικής τάξης, ενώ ο εβραϊκός πληθυσμός, παρόλο που όσοι τον συμπαθούσαν ήταν κυρίως Σιωνιστές,κουβαλούσε μαζί του μια συνδικαλιστική συνείδηση  και σχεδόν κάθε είδος  σοσιαλισμού. Σοσιαλεπαναστάτες της δεξιάς ή της αριστερής εκδοχής,  μενσεβίκοι και  μενσεβίκοι διεθνιστές, σταλινικοί και διάφορες αποχρώσεις της σοσιαλδημοκρατίας, όλοι τους εκπροσωπούνταν σε μεγαλύτερο ή μικρότερο αριθμό (στον εβραϊκό πληθυσμό) στη δεκαετία του 1920 και του 1930.

Ο Σιωνισμός είχε λιγότερες διαβαθμίσεις, με κεντρική την σοσιαλδημοκρατική εκδοχή του. Έχοντας τις ρίζες του στον ευρωπαϊκό ορθολογισμό του 19ου αιώνα, εξέφραζε μια μη θρησκευτική προσήλωση στην Πατρίδα του Έθνους. Πράγματι, τη δεκαετία του 1920, η σοσιαλδημοκρατική κομματική νεολαία προκαλούσε κάποια προβλήματα στην Ιερουσαλήμ διαδηλώνοντας στο Τείχος των Δακρύων και τρώγοντας  επιδεικτικά σάντουιτς με χοιρινό. Η σύγκρουση με τη λογική που περιελάμβανε η σιωνιστική ιδέα ενός «εκλεκτού λαού», χωρίς να υπάρχει θεός για να κάνει την αυτή την «εκλογή»,  δεν φαινόταν να τους δημιουργεί μεγάλα προβλήματα. Ομοίως, η προώθηση της ιδέας της σοσιαλιστικής ισότητας για όλους, από εκείνους που διακήρυσσαν ως πατρίδα τους ένα μέρος το οποίο ήταν πατρίδα πολλών Αράβων, υιοθετούταν με ευκολία, αλλά από την άλλη οι λογικές αντιφάσεις ποτέ δεν αποτελούσαν εμπόδιο στη σοσιαλδημοκρατική σκέψη.

Ο αναθεωρητικός Σιωνισμός, που προέκυψε από τον εγκέφαλο του Ζέεφ Γιαμποτίνσκι, ήταν αντι-σοσιαλιστικός και παράλληλα αποδεχόταν όλους τους μύθους και τους θρύλους της εβραϊκής λαϊκής ιστορίας. Η στάση του έμοιαζε πολύ με αυτή του δικτάτορα στο θεατρικό έργο της Ζενέ «το Μπαλκόνι», όταν μιλάει για “αυτό το πραγματικά εθνικό έθνος”. Η φράση της Ζενέ περικλείει όλους τους χαμηλού επιπέδου μυστικισμούς και τις ανοησίες του μικροαστικού εθνικισμού που τους συνοδεύουν.  Ενώ ο ορθόδοξος Σιωνισμός προσπάθησε να βασιστεί στη Διακήρυξη του Μπάλφουρ και να διαπραγματευτεί για περισσότερες και μεγαλύτερες αποικίες, οι αναθεωρητές τα ήθελαν όλα και στις δύο όχθες του Ιορδάνη ποταμού και τα ήθελαν τώρα. Τα όρια της νέας πατρίδας οριοθετούνταν πλέον μόνο από τα όρια μιας υπερβολικά ενεργής φαντασίας βουτηγμένης μέσα σε αμφιλεγόμενη ιστορία. Έτσι, το σύνθημα «Από τον ποταμό μέχρι τη θάλασσα» τοποθετούσε τα όρια από τον Ευφράτη ως τη Μεσόγειο, συμπεριλαμβάνοντας τη Συρία και τον Λίβανο.

Για να υποστηριχθεί ακόμα καλύτερα αυτή η πατρίδα-φαντασίωση έπεσε η πρόταση να καθοριστούν τα σύνορα με σημείο αναφοράς τον Αβραάμ. Οι περιοχές που μπορούσε να δει ο Αβραάμ από το υψηλότερο σημείο θα οριοθετούσαν  τη Γη του Ισραήλ. Μια που αποδείχθηκε ότι αυτή η περιοχή εκτεινόταν από τη Σαουδική Αραβία στο νότο μέχρι την Τουρκία στα βόρεια, μπορούσε κανείς να υποθέτει ότι ο Αβραάμ είχε πολύ καλή μακρινή όραση και ότι υπήρχε τέλεια ορατότητα την εποχή της Βίβλου.

Οι αναθεωρητές, φυσικά, δεν ήταν μόνο μυστικιστές παλιάτσοι, ανάμεσά τους υπήρχαν δεξιοί ακτιβιστές  μιας ιδιαίτερα τοξικής φάρας. Η Συμμορία του Στερν φορούσε μαύρες μπλούζες, δανειζόμενη τον ιδιαίτερο χαιρετισμό και την έμπνευσή της από τα στελέχη που εκπαίδευε ο Μουσολίνι στην Ιταλία. Ο Γιτζάκ Σαμίρ, ο τελευταίος πρωθυπουργός του Λικούντ(Δεξιό Κόμμα) πριν τον Νετανιάχου, κατείχε ηγετική θέση στην εν λόγω κατηγορία μαχαιροβγαλτών. Ένας άλλος κορυφαίος αναθεωρητής ήταν ο Μεναχέμ Μπέγκιν, ο οποίος έπαιξε σημαντικό ρόλο στην leum Irgun Zvai, την ένοπλη πτέρυγα του αναθεωρητισμού. Ήταν αυτή η Irgun, από κοινού με τη Συμμορία του Στερν, υπό την ηγεσία του Μπέγκιν, που οργάνωσαν τη σφαγή του χωριού Ντέιρ Γιάσιν και ήταν η ισραηλινή κυβέρνηση υπό την πρωθυπουργία του Μπέγκιν που οργάνωσε  τις σφαγές της Σάμπρα και της Σατίλα. Αυτοί ήταν  αληθινοί πιστοί, σκληροί και πάντα έτοιμοι για ακραίες λύσεις για την επίτευξη του «αληθινά εθνικού έθνους».

Τίποτα από αυτά δεν σημαίνει ότι ο κυρίαρχος (σοσιαλδημοκρατικός, στΜ) σιωνισμός αποτελούσε την ήπια όψη του Εβραϊκού εθνικισμού. Ο Κλιφ συνήθιζε να λέει την ιστορία μιας συνεδρίασης του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος Mapam (στΜ εννοεί Mapai. To Μapam ιδρύθηκε το 1948), όπου εισηγούταν ο Μπεν Γκουριόν, μια συνεδρίαση που ο Κλιφ παρακολούθησε στην ηλικία των 16 ετών. Στο τέλος της ομιλίας του Μπεν Γκουριόν, ο Κλιφ εξέφρασε τη γνώμη του ότι «αυτό που είπε ο Μπεν Γκουριόν είναι αντίθετο με τον διαλεκτικό υλισμό”. Αυτό, αν και είναι σχεδόν βέβαιο ότι αποτελούσε μια ακριβή περιγραφή της ομιλίας του Μπεν Γκουριόν, ήταν αρκετά προσβλητικό ώστε δυο φουσκωτοί να συνοδέψουν τον έφηβο Κλιφ έξω από την αίθουσα και στη συνέχεια να του σπάσουν ένα από τα δάχτυλά του. [1] Αρκετά αργότερα, όταν ηTσάνι Ρόζενμπεργκ, που στη συνέχεια θα παντρευόταν τον Κλιφ, έφθασε από τη Νότια Αφρική – γεμάτη ενθουσιασμό για τον «σοσιαλισμό» του κιμπούτς (μέθοδος οργάνωσης της αγροτικής οικονομίας με «σοσιαλίζοντα» στοιχεία, η οποία συνέβαλε στην εξάπλωση του σιωνιστικού κινήματος, στΜ) – η πρώτη δουλειά που έκανε μαζί με τους άλλους μετανάστες (από την Αφρική, στΜ) ήταν να φορτώσουν ένα φορτηγό με πέτρες και μετά να το οδηγήσουν σε ένα κοντινό Αραβικό χωριό και να τις πετάξουν στους κατοίκους του. Σήμερα, φυσικά, οι έποικοι φέρουν πάνω τους πολυβόλα Ούζι και όχι πέτρες, , αλλά ο στόχος τους παραμένει σχεδόν ο ίδιος- να καταπιέζουν τους ιθαγενείς πληθυσμούς.

 

Αυτός ήταν ο τόπος όπου ο Κλιφ ωρίμασε πολιτικά. Η άθλια ζωή των αραβικών μαζών τον έστρεψε στον σοσιαλισμό. Η ανάγνωση του Κομμουνιστικού Μανιφέστου, μαζί με μια συντομευμένη έκδοση του Κεφαλαίου, τον έπεισε ότι είναι μαρξιστής. Όπως οι περισσότεροι αριστεροί εκείνης της εποχής, ο μαρξισμός του εκφράστηκε με τη μόδα του σταλινισμού. Δεν υπάρχει τίποτα περίεργο ή κατακριτέο σε αυτό. Σήμερα ο καθένας που έρχεται σε επαφή με τη μαρξιστική πολιτική είναι πολύ πιθανό να τη συναντήσει στην τροτσκιστική της εκδοχή.  Στα μέσα της δεκαετίας του 1930 υπήρχαν μόνο λίγες εκατοντάδες τροτσκιστές σε ολόκληρο τον κόσμο και οι δυνάμεις που ήταν ορατές, αξιοσέβαστες και πολεμούσαν ενάντια στον φασισμό ήταν όλες οργανωμένες στην Κομμουνιστική Διεθνή. Το γεγονός ότι οι Ναζί ήρθαν στην εξουσία ως άμεσο αποτέλεσμα των καταστροφικών πολιτικών της Κομιντέρνείναι γεγονός που τότε δεν ήταν άμεσα προφανές και η αδύναμη φωνή των τροτσκιστών ήταν δύσκολο να ακουστεί παραέξω σε μέρη όπως η υπό κατοχή Παλαιστίνη.

Αναπόφευκτα, γύρω στο 1935, τα κρίσιμα έργα τουΤρότσκι άρχισαν να κυκλοφορούν στην Παλαιστίνη, και μάλιστα τα γραπτά του για τη Γερμανία, τα οποία μέχρι σήμερα ο Κλιφ θεωρεί τα καλύτερα κείμενά του. Την εποχή εκείνη συναντήθηκε με έναν Γερμανό τροτσκιστή, ο οποίος δήλωσε ότι όταν ο Χίτλερ ανέλαβε την εξουσία, το 1933 υπήρχαν περίπου 100 τροτσκιστές στη Γερμανία. Από τα μαζικά τάγματα του Τζόε Στάλιν στην υποστελεχωμένη περιθωριακή ομάδα του Τροτσκισμού, επρόκειτο για ένα σημαντικό ψαλίδισμα όχι μόνο της ελπίδας αλλά και των δυνατοτήτων δράσης. Αλλά, όπως είπε ο Μάρτιν Λούθερ, “Στέκομαι έδω. Δεν μπορώ να κάνω κάτι άλλο”. Ο Κλιφ λοιπόν ακολούθησε τις νουθεσίες του Τρότσκι για «την πρωταρχική συσσώρευση στελεχών». Ήταν ένα μάθημα που έμαθε από τον Τρότσκι και ποτέ δεν εγκατέλειψε. Με τα χρόνια, ο ενθουσιασμός του Κλιφ για τη σκέψη του Λεον Τρότσκι γνώρισε αυξομειώσεις και οι ιδέες του για το ζήτημα της οργάνωσης πέρασαν από την ακραία ελευθεριακότητα μέχρι τα έγκατα του συγκεντρωτισμού,  αλλά ποτέ δεν τον γέμιζαν, διαισθανόταν πάντα τον παροδικό χαρακτήρα τους, όλες αυτές οι φόρμουλες πάνω απ’ όλα έπρεπε να υπηρετούν αυτή την πρωταρχική συσσώρευση στελεχών.

Για έναν εξωτερικό παρατηρητή, αυτή η ικανότητα να υποδύεται έναν  καλολαδωμένο ανεμοδείκτη μπορεί να δείχνει, σε ορισμένες περιπτώσεις, έλλειψη αρχών.  Σε άλλες εποχές, μπορεί να σας θύμιζε την αλήθεια της φράσης του Μαρξ: “Δεν υπάρχει τίποτα πιο αηδιαστικό στην μικροαστική τάξη από τη διαδικασία της πρωταρχικής συσσώρευσης”. Ο χωριάτης μπορεί να ονειρεύεται ότι θα γίνει αυτοκράτορας, αλλά για την ώρα θα ασχοληθεί με τα ελάχιστα στρέμματα του γείτονά του. Όπως είπε ένας από τους συνεργάτες του Κλιφ, “Ο Κλιφ είναι ένας χωριάτης, ένας πολύ ταλαντούχος χωριάτης, αλλά ένας χωριάτης”.

Σε ένα πρώιμο στάδιο της καριέρας του, ο Κλιφ πήρε άλλο ένα πρακτικό μάθημα στρατολογώντας νέα μέλη: «μη σταματάς να κάνεις στρατολογίες– ποτέ δεν ξέρεις πότε θα στερέψουν». Η πρώτη καταγεγραμμένη επιτυχία αυτού του σατανικού σχεδίου σημειώθηκε με τον Γιάμπρα Νικόλα, τον Άραβα συντάκτη της νόμιμης εφημερίδας του ΚΚ Παλαιστίνης. Ο Νίκολα εργαζόταν τη νύχτα οπότε ο  Κλιφ «συζητούσε μαζί του για ώρες κάθε μέρα και τελικά επί εβδομάδες». Μετά από δύο μήνες, ο Γιάμπρα Νικόλα υπέκυψε στην δύναμη της διαλεκτικής του Κλιφ και, υποθέτουμε, στη δύναμη της έλλειψης ύπνου. Αυτό, που θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε και σχολή στρατολόγησης «Από το Πρωί  Ως το Βράδυ »  φάνηκε εξίσου αποτελεσματικό στην στρατολόγηση της Τσάνι Ρόζενμπεργκ μετά την άφιξή της από τη Νότια Αφρική. Ο Κλιφ εμφανίστηκε στο κιμπούτς της Τσάνι και αμέσως ξεκίνησε μια 48ωρη ασταμάτητη διάλεξη. Κάποιος ρώτησε την Τσάνι αν, κατά τη διάρκεια των δύο ημερών, ο ομιλητής επαναλαμβανόταν- εκείνη στάθηκε αδύνατο να απαντήσει, αφού τα Εβραϊκά του είχαν τέτοια προφορά και έπεφταν με τόση ταχύτητα ώστε να μην καταλάβει ούτε μια λέξη από τον λόγο του. Ίσως τελικά η δύναμη της διαλεκτικής ήταν λιγότερο αποτελεσματική από τη στέρηση του ύπνου.

Ο Κίντρον, ο οποίος έφθασε στην Παλαιστίνη από τη Νότια Αφρική το 1946, υπέστη ένα ασταμάτητο παραλήρημα για 15 μέρες πριν παραδοθεί. Στις αρχές της δεκαετίας του 1950, ο Σταν Νιούενς, αργότερα βουλευτής του Εργατικού Κόμματος και σήμερα Ευρωβουλευτής του Εργατικού Κόμματος, περιγράφει ότι κάθισε στο μικροσκοπικό δωμάτιο του Κλιφ και υποβλήθηκε σε έναν μονόλογο υψηλών ταχυτήτων καθώς ο Cliff πήγαινε πάνω-κάτω χειρονομώντας αγρίως, θέτοντας σε σοβαρό κίνδυνο τα πόδια και γενικά ό,τι προεξείχε από το σώμα του Σταν. Ο Σίριλ Σμιθ αναφέρει το πώς, περίπου την ίδια περίοδο, ο Άνιλ Μουνεσίνγκε γνώρισε στον Κλιφ.  Δέχτηκε επίσης ένα σύντομο, διάρκειας περίπου 4 ωρών, κήρυγμα για τον κρατικό καπιταλισμό. Στο τέλος όλου αυτού, παραζαλισμένος και καταπτοημένος ο Σίριλ παρατήρησε ωστόσο: “Νομίζω ότι ο Τρότσκι είχε δίκιο στην Προδομένη Επανάσταση”. Η απάντηση του Κλιφ ήταν: «Μην σε απασχολεί αυτό, γιατί δεν μπαίνεις στην ομάδα;» Ο συγκεκριμένος τύπος επιχειρήματος ουσιαστικά λέει: «Θα πρέπει να συμμετάσχετε στην ομάδα μου για όλους τους σοβαρούς πολιτικούς λόγους. Αν, όμως, δεν τους δεχτείτε, μπείτε στην ομάδα μου ούτως ή άλλως.» Ο Σίριλ πάντως δεν εντυπωσιάστηκε από αυτό το επιχείρημα και δεν του ξαναμίλησε ποτέ.

Τον πρώτο καιρό μου ως μέλος στην ομάδα SRG (Oμάδα Σοσιαλιστικής Κριτικής) δεν ήξερα ότι ο Κλιφ το είχε σύστημα να τραβάει σε απίθανο μάκρος τη συζήτηση με σκοπό τη στρατολογία, ανεξαρτήτως τόπου και προοπτικής. Σε μια περίπτωση έκανα το λάθος να συζητήσω μαζί του συνοδεύοντάς τον μέχρι το Λιντς, για να παρευρεθώ σε μια ειρηνευτική συνδιάσκεψη που οργάνωνε ο Χάρι ΜακΣέιν. Η εξήγηση εδώ είναι η οικονομία, κάτι που σημαίνει ότι κανείς από εμάς δεν είχε χρήματα, οπότε δανειστήκαμε το αυτοκίνητο του Μάικ Κίντρον για να κάνουμε το ταξίδι. Αυτό το όχημα, ένα καλό δείγμα πρώιμου, ξύλινου κατά το ήμισυ Morris Minor (Μόρις Μάινορ), είχε μερικά μειονεκτήματα:  ελαττωματικά φρένα,  φθαρμένα ελαστικά και μια  τάση να στρίβει προς τα δεξιά. Διαφορετικά, ήταν απόλαυση να το οδηγεί κανείς, αρκεί να κρατούσε μακριά από βρεγμένους δρόμους-οπότε το σύστημα πλοήγησης μετατρεπόταν σε φονικό όπλο. Ο Κλιφ, ο Τζον Φίλιπς, η σύζυγός μου Μάριον και εγώ ξεκινήσαμε  για το Λιντς.  Η μέρα ήταν ηλιόλουστη και ο δρόμος στεγνός, συνθήκες στις οποίες οι μέτριες επιδόσεις του Μόρις, η εμφάνιση αντίκας και το εκκεντρικό σύστημα οδήγησής του έδειχναν το καλύτερό τους πρόσωπο.

Η συνδιάσκεψη, στην οποία συμμετείχαν περίπου 12 άτομα, δεν έχει πολλά για να σχολιάσουμε, αν και η φράση με την οποία ξεκίνησε η εισήγηση του Χάρι ΜακΣέιν: «Αυτή η συνδιάσκεψη μπορεί να μην είναι τόσο σημαντική όσο το Κίενταλ και το Τσίμερβαλντ…» ήταν απολύτως ειλικρινής. Ο Λόρενς Ότερ, επίσης παρευρισκόμενος, υποστήριξε ότι εκπροσωπεί τρεις αναρχικές οργανώσεις και πέντε Διεθνείς, αλλά προκάλεσε τόσο ελάχιστο ενδιαφέρον που κανένας δεν του ζήτησε να διευκρινίσει ποιες.

Αρκεί να πούμε ότι αφού είχαμε φύγει από  τη συνδιάσκεψη ο αριθμός των μελών μας δεν αυξήθηκε και είχαμε να αντιμετωπίσουμε ένα ταξίδι 180 μιλίων στο σκοτάδι και –ναι, πιστέψτε το- βρεγμένους δρόμους. Το αυτοκίνητο σταμάτησε να είναι καλό μαζί μας και άρχισε να συμπεριφέρεται απαράδεκτα, με το πίσω μέρος του να πηγαίνει πέρα δώσε στις στροφές στην προσπάθειά του να ευθυγραμμιστεί με τον δρόμο.  Η κακή ορατότητα επιδεινωνόταν από το γεγονός ότι το φως του φαναριού μόλις που ξεπρόβαλλε από το γυαλί,  για να πέσει έπειτα ξεψυχισμένο στην άσφαλτο. Παρά το γεγονός ότι ήμουν μισοπαραλυμένος από τον φόβο και τα μάτια μου υπέφεραν από ακραίες καταστάσεις, κατάφερα να οδηγήσω μέχρι τα περίχωρα του Μπέντφορντ, πριν μας βρει η καταστροφή . Μία μικρή γέφυρα που κατέληγε σε μια άσχημη αριστερή στροφή και η επιπρόσθετη ατυχία ενός  αυτοκινήτου που ερχόταν από την αντίθετη κατεύθυνση με πραγματικά μεγάλα φώτα, αποδείχθηκαν καταστροφικός συνδυασμός. Με τους τροχούς μπλοκαρισμένους και τον οδηγό τυφλωμένο,  το Μόρις γλίστρησε χαριτωμένα, όπως η Τόρβιλ (στΜ πατινέζ επί πάγου) σε μια κακή της μέρα και συνάντησε το άλλο όχημα. Με τον χαρακτηριστικό κρότο που σου γυρίζει τα άντερα, τα δύο αυτοκίνητα συνευρέθηκαν και αγκαλιάστηκαν, ενώ διάφορα κομμάτια εκσφενδονίστηκαν από τις αντίστοιχες μπροστινές μεριές τους.

Ευτυχώς, κανείς δεν τραυματίστηκε, αλλά η κυρία από το άλλο αυτοκίνητο μου κοπανούσε συνέχεια ότι μπορεί να την σκότωνα, μέχρι η γυναίκα μου να της εξηγήσει ότι ενώ η δολοφονία της δεν ήταν στις προθέσεις μου, θα μπορούσε να γίνει ο επόμενος άμεσος στόχος.

Οι νομικές διαδικασίες ολοκληρώθηκαν και το σοβαρά τραυματισμένο Morris Minor μεταφέρθηκε σε ένα κοντινό γκαράζ, κι έτσι αργά και απελπισμένα φτάσαμε στο σταθμό του Μπέντφορντ για να προλάβουμε το τρένο για το Λονδίνο. Όλοι μαζί είχαμε αρκετά χρήματα για τα ναύλα. Ευτυχώς είχαμε πολύ χρόνο γιατί μεσολαβούσε 90λεπτη αναμονή μέχρι το επόμενο τρένο. Στεναχωρημένοι, κουρασμένοι και, παρά τη Συνδιάσκεψη, όχι αρκετά φιλειρηνικοί τύποι, μπήκαμε στην αίθουσα αναμονής. Μάλλον σε μια προσπάθεια να μας διασκεδάσει, ο Κλιφ αποφάσισε να μας χορέψει λίγο από έναν εβραϊκό λαϊκό χορό. Αυτό, προφανώς, θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί μόνο στο τραπέζι της αίθουσας αναμονής κι έτσι τον βοήθησα να φτιάξουμε την αυτοσχέδια πίστα. Φανταστείτε το συγκρότημα Riverdance και στη συνέχεια βγάλτε το τελείως από το μυαλό σας-δεν είχε να κάνει με τίποτα τέτοιο. Φανταστείτε καλύτερα τον Αναστάς Μικογιάν να χορεύει γκόπακ υπό την αυστηρή εντολή του Τζόε Στάλιν. Στη συνέχεια, φανταστείτε ότι ο Αναστάς επιτάχυνε υπό την επήρεια του γεωργιανού κονιάκ φορώντας τη ζώνη του ανάποδα και θα έχετε μια εικόνα των βημάτων του χορού. Μετά προσθέστε μερικές απόκοσμες και πιθανά αρκετά ασεβείς κραυγές αντί ψιθύρων κι έχετε μια μερική εικόνα του πλήρους τρόμου που πρόσφερε η παράσταση. Χειροκροτώντας δυνατά και γελώντας  κατορθώσαμε να τον πείσουμε ότι η ευτυχία μας δεν θα μπορούσε να αυξηθεί περισσότερο με τον λαϊκό χορό και τελικά το τρένο έφτασε για να μας μεταφέρει στο Λονδίνο.

Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, ο Κλιφ έριξε στα πεταχτά την ιδέα ενός ταξιδιού στο Μπέρμιγχαμ, όπου δύο μέλη του ΚΚΜΒ είχαμε ενημέρωση ότι είχαν απογοητευτεί από το κόμμα τους. Η απάντησή μου έδειξε ότι η επήρεια του εβραϊκού λαϊκού χορού στη διάθεσή μου έχει και τα όριά της. Για μερικές εβδομάδες, μέχρι να επισκευαστεί το αυτοκίνητό του, ο Κίντρον έπρεπε να πηγαίνει παντού με ταξί, δεν είχε τη δυνατότητα να πηγαίνει με λεωφορείο, αφού οι οδηγοί λεωφορείων δεν μπορούσαν να τον περιμένουν να δανειστεί το χρήμα για τα ναύλα από κάποιον που θα τον περίμενε στον προορισμό του.

Τον Κλιφ τον βοηθάει να πετύχει τον στόχο που έχει θέσει η απόλυτη προσήλωση στον άμεσο στόχο σε συνδυασμό με την ικανότητα να παραβλέπει τελείως το γεγονός ότι ο χθεσινός στόχος ήταν αρκετά διαφορετικός και η χθεσινή επιχειρηματολογία τελείως αντίθετη από τη σημερινή. Αυτή η ικανότητα να είναι επικεντρώνεται απολύτως στην επιχειρηματολογία της ημέρας και να παραβλέπει  οτιδήποτε άλλο, όμως, έχει και την αρνητική της πλευρά. Μια φορά με επισκέφθηκε στο σπίτι μου για να κάνουμε μια συζήτηση, τόσο σημαντική που το θέμα της μου διαφεύγει τελείως. Τότε είχα δύο σκυλιά ράτσας Τσόου, το ένα κουτάβι. Ο Κλιφ ξεκίνησε τη διατριβή του, ενώ ο Τζορτζ, το κουτάβι, καθόταν ήσυχο στα πόδια του, σαν πιστό κυνηγόσκυλο. Κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια της συζήτησης διαπίστωσα ότι ο Τζορτζ τρώει τα κορδόνια του Κλιφ (στΜ και ο Κλιφ απολύτως επικεντρωμένος στην επιχειρηματολογία του δεν πήρε είδηση τον σκύλο). Πριν μπορέσω να αποσπάσω το σκυλί από τα παπούτσια ή τον Κλιφ από την ομιλία του, τα κορδόνια είχαν φαγωθεί πλήρως. Οι αναγνώστες θα χαρούν να ακούσουν ότι ο Τζορτζ δεν υπέφερε από αντίποινα εξαιτίας του ατυχούς περιστατικού, παρόλο που ο Κλιφ είχε δικαίως εκνευριστεί.

Έχοντας ακούσει για το πόσο αποτελεσματική ήταν η μέθοδος στρατολόγησης του Κλιφ στις διάφορες καταγεγραμμένες περιπτώσεις,  θα εκπλαγείτε από το γεγονός ότι, όταν έφυγε από την Παλαιστίνη, τον Σεπτέμβριο του 1946 υπήρχαν μόνο 30 μέλη στο Παλαιστινιακό Τμήμα της Τέταρτης Διεθνούς. Η δουλειά, βεβαίως, ήταν παράνομη υπό το βρετανικό καθεστώς και, ακόμα κι όταν αφορούσε πρακτικά θέματα,  η ανοιχτή παρέμβαση με κάλεσμα σε δράση ήταν πολύ περιορισμένη. Το πιο σημαντικό απ’ όλα ήταν πως στην Παλαιστίνη, όπως και στην υπόλοιπη Μέση Ανατολή, το κλειδί για την επαναστατική πολιτική βρισκόταν στις αραβικές μάζες: η στάση των Αράβων απέναντι στους εβραίους εργάτες καθοριζόταν από την αντιδραστική στάση της δικής τους άρχουσας τάξης, κι ενισχυόταν σε σημαντικό βαθμό από τις σιωνιστικές εκστρατείες για αποκλεισμό των Αράβων εργατών και μποϊκοτάζ των αραβικών προϊόντων. Ακόμα και αν υποτεθεί ότι μπορούσαν να ξεπεραστούν αυτές οι προκαταλήψεις, για να τα καταφέρει ο εβραίος αγκιτάτορας έπρεπε να μάθει μια άλλη γλώσσα (τα αραβικά, στΜ) και να μάθει πράγματα για έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο ζωής, πριν πραγματοποιηθεί ο οποιοσδήποτε ειρηνικός διάλογος. Ήταν μια δύσκολη, σκοτεινή και μοναχική δουλειά, αλλά κάποιος έπρεπε να την κάνει.

Από ένα σημείο και μετά, σαν να ήθελαν να αποδείξουν ότι δεν είναι αναρχικοί, οι τροτσκιστές της Παλαιστίνης έδειξαν την προτίμησή τους για την προπαγάνδα των λέξεων από  την προπαγάνδα των πράξεων. Τα τέσσερα ή πέντε μέλη της ομάδας βγήκαν στους δρόμους τη νύχτα, όταν έπεσε το σκοτάδι, με τις βούρτσες και τις μπογιές τους. Σε πολλά κεντρικά σημεία έγραψαν ένα σύνθημα που καλούσε δράση, κάτι σαν “ΟΛΟΙ ΓΕΝΙΚΗ ΑΠΕΡΓΙΑ ΤΗΝ ΤΡΙΤΗ”. Ήταν τέτοια η δουλειά των συντρόφων που λίγοι εργάτες δεν θα είχαν πάρει το μήνυμα. Ωστόσο η Τρίτη έφτασε και οι εργάτες μέχρι τον τελευταίο αγνόησαν το κάλεσμα – το ίδιο έκαναν και όλα τα μέλη της τροτσκιστικής ομάδας.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Μια άλλη ενδιαφέρουσα πλευρά της ιστορίας είναι ότι ο πατέρας του Κλιφ, βλέποντας τον γιο του να εντάσσεται στην Τέταρτη Διεθνή, έγραψε στον Λέον Τρότσκι, ο ένας εβραίος πατέρας στον άλλο, σαν να συζητούσε για τον νεαρό Γίγκαελ με το αφεντικό της νέας του επιχείρησης.  Ομοίως, όταν ο Κλιφ ήρθε στη Μεγάλη Βρετανία το 1946, ο πατέρας του έγραψε στους Σάλμον& Γκλούκσταϊν, τότε μια μεγάλη εταιρεία λιανικής πώλησης, διερευνώντας μια πιθανή συγγένεια που θα μπορούσε να αξιοποιηθεί καταλλήλως. Καμιά από τις προσπάθειες αυτές δεν φάνηκε να καρποφόρησε: τελικά δεν του προσφέρθηκε μια θέση ούτε στη Διεθνή Γραμματεία της Τέταρτης Διεθνούς, ούτε στο διοικητικό συμβούλιο των Σάλμον&Γκλούκσταϊν. Αυτά αρκούν για να καταδικάσουμε την οικογενειοκρατία.

Την πρώτη φορά που ο Κλιφ εμφανίστηκε στον αγγλόφωνο τύπο ήταν το 1938, από τις σελίδες του περιοδικού «Νέα Διεθνής». Εκείνη την χρονιά, στα τεύχη του Οκτωβρίου και του Νοεμβρίου έγραψε για την εβραιο-αραβική σύγκρουση, με το ψευδώνυμο Λ. Ροκ (=βράχος). Εκ πρώτης όψεως αυτό το ψευδώνυμο μπορεί να υποδήλωνε την έπαρση ενός Τζουγκασβίλι που επέλεξε το ψευδώνυμο «Στάλιν», δηλαδή άνθρωπος από ατσάλι, για το κομματικό του όνομα. Μου είπαν, ωστόσο, ότι το Gluckstein σημαίνει ένα είδος ημιπολύτιμου λίθου, οπότε το «Ροκ»  (ή το «Κλιφ» =βράχος, που τελικά υιοθέτησε) ήταν μια λογική επιλογή ονόματος για να ξεγελάσει τον οποιονδήποτε Παλαιστίνιο αστυνομικό  που θα τύχαινε να περιηγηθεί στο τελευταίο τεύχος της Νέας Διεθνούς.

Τα ίδια τα άρθρα ήταν ενδιαφέροντα και ενημερωτικά, ιδίως δε έδειχναν αντιπολιτευτική στάση απέναντι στην φεουδαρχική, ημι-αστική ηγεσία του αραβικού εθνικού κινήματος, σε συνδυασμό με έναν απόλυτο αντι-σιωνισμό και αντιιμπεριαλισμό. Είχαν μακροσκελή ανάλυση και σύντομο το περιγραφικό σκέλος, όπως έπρεπε αν ο αναγνώστης είχε κάποια εμπειρία και γνώση αλλά δεν μπορούσε να κάνει οτιδήποτε για το ζήτημα. Το στυλ γραφής του προσέφερε όλη αυτή την ικανοποίηση που έχεις όταν μασάς ψιλοκομμένες τρίχες, αλλά στην πάροδο των χρόνων, αν μην τι άλλο, ο Κλιφ αποδείχθηκε συνεπής- ποτέ δεν υποχώρησε στην εύκολη αναγνωσιμότητα.

Όπως και όλα τα άλλα πιστά μέλη της Τέταρτης Διεθνούς, ο Κλιφ πίστευε απεριόριστα στην προφητεία του Τρότσκι ότι κάτω από τις τεράστιες πιέσεις που θα προκαλούσε ο πόλεμος, οι εργάτες όχι μόνο θα έβαζαν τέλος στον άρρωστο καπιταλισμό, αλλά και στη σταλινική γραφειοκρατία. Όσο μικρή κι αν ήταν η Τέταρτη, οι λίγοι  υποστηρικτές της ήταν πεπεισμένοι ότι κάλπαζαν καβάλα στο κύμα της ιστορίας. Το κόλπο για να τα καταφέρουν ήταν να τοποθετηθούν τα στελέχη με τέτοιον τρόπο ώστε, σε σύντομο χρονικό διάστημα, να μπουν επικεφαλής  των μαζών. Αυτό το σενάριο κατέληξε αναπόφευκτα εκεί που τελικά κατέληξαν κι αυτές οι αρκετά αλλόκοτες προφητείες.

Στη Βρετανία, για παράδειγμα, η Διεθνής Εργατική Λίγκα (WIL, πρόδρομος του RCP) τύπωσε ένα φυλλάδιο το 1942 με τίτλο «Η Προετοιμασία για την Εξουσία». Αυτό το κείμενο, που γράφτηκε από τον Τεντ Γκραντ [2], περιελάμβανε πολλές μικρές ανεκτίμητες βεβαιότητες τιθάσευσης της μοίρας, όπως: “Η διάσπαση στο Εργατικό Κόμμα είναι αναπόφευκτη … Η Αριστερά θα αναγκαστεί να διαλύσει τον Συνασπισμό και να σχηματίσει μια ανοιχτή αντιπολίτευση στο Κοινοβούλιο και, επιπλέον, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα αποκτήσει την πλειοψηφία ». Ή «η Βρετανία εισέρχεται σε μια προ-επαναστατική κατάσταση ».  Ή ακόμα και: «Μια αποτυχία του επερχόμενου επαναστατικού κύματος θα προκαλούσε ξεσπάσματα απόγνωσης στους κόλπους της μικροαστικής τάξης και την οπισθοχώρηση της  εργατικής τάξης. Αξιοποιώντας τη διάθεση αυτή, η μπουρζουαζία θα δημιουργούσε μέσα στο συντομότερο δυνατό χρονικό διάστημα ένα φασιστικό κόμμα». Τελικά: «Το ελλιπώς εκπαιδευμένο και δοκιμασμένο στελεχικό δυναμικό μας  προσωπικό μας το πολύ μέσα σε λίγα χρόνια θα ριχτεί μέσα στις φλόγες της επανάστασης».

Αν η ανακοίνωση σας βγάζει  κάποιον υπερενθουσιασμό, να είστε σίγουροι ότι δεν αυτός ήταν μεγαλύτερος από αυτόν που ένιωθαν όλοι μέσα στην Τέταρτη Διεθνή. Πεποίθηση της WIL ήταν ότι η ριζοσπαστικοποίηση θα είναι τόσο γρήγορη και βαθιά που θα σάρωνε τα ρεφορμιστικά όρια του Εργατικού Κόμματος και θα μετακινούταν προς το Ανεξάρτητο Εργατικό Κόμμα  (ILP), που με τη σειρά του δεν θα ήταν ικανό να διαχειριστεί αυτόν τον επαναστατικό πυρετό. Οι μάζες αναπόφευκτα θα στρέφονταν στην Τέταρτη Διεθνή που θα τους οδηγούσαν στην Εργατική Εξουσία. Το μέλλον συχνά βγάζει ηλίθιους όσους αποτολμούν να μπλεχτούν στο παιχνίδι των προφητειών, και, πρέπει να το πούμε, ο Τεντ Γκραντ δεν αποτέλεσε εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα.

Αργότερα, στο RCP, το επιχείρημα ως προς τι στάση πρέπει να κρατήσουμε,  ήταν  το αν θα πρέπει να κάνουν εισοδισμό στο Εργατικό Κόμμα για να ενθαρρύνουν και στη συνέχεια για να καθοδηγήσουν τις ραγδαία αριστερά μετατοπιζόμενες μάζες ή αν θα πρέπει να λειτουργήσουμε ανεξάρτητα προβάλλοντας το επαναστατικό πρότυπο γύρω από το οποίο θα συσπειρωθούν οι εργάτες. Ο Πάμπλο και η ηγεσία της Τέταρτης ήταν υπέρ της πρώτης οδού,  υποστηριζόμενοι και από τον Τζέρι Χίλι [3], ενώ ο Τζοκ Χάστον [4] και ο Γκραντ ήταν υπέρ της δεύτερης τακτικής, της τακτικής  «ανοιχτού κόμματος» (στΜ της τακτικής δηλαδή του ανεξάρτητου κόμματος που δρα ανοιχτά και δημοσίως με τα δικά του σύμβολα και διακριτικά και όχι με τα σύμβολα και διακριτικά του «πλατιού κόμματος» στο οποίο πραγματοποιούταν ο εισοδισμός).

Για τον Κλιφ, οποίος γενικά συμφωνούσε με την θεωρία της επικείμενης επανάστασης, ήταν σαφές ότι η Παλαιστίνη δεν αποτελεί πολύ πιθανό σημείο που θα αγγίξει το πρώτο κύμα της επερχόμενης επαναστατικής καταιγίδας. Για οποιονδήποτε σοβαρό μαρξιστή, το επίκεντρο βρισκόταν στην Ευρώπη, όπου τα χτυπήματα του πολέμου ήταν πιο καταστροφικά, όπου οι αναμενόμενες κοινωνικές πιέσεις θα ήταν οι μεγαλύτερες και εκεί όπου υπήρχε ένα σημαντικό εργατικό κίνημα με μακρόχρονη σοσιαλιστική παράδοση. Κατά τη διάρκεια του πολέμου ήταν δύσκολο σχεδόν παντού, πόσο μάλλον στην Παλαιστίνη, να λαμβάνει κανείς  χωρίς λογοκρισία τα νέα για το εργατικό κίνημα στο εξωτερικό και επίσης ήταν σχεδόν αδύνατο να ακούσει οτιδήποτε για το επαναστατικό κίνημα. Ένα μέλος της ομάδας του Κλιφ, ο Νταν Ταΐτ, πήγε στο Ηνωμένο Βασίλειο λίγο πριν τον πόλεμο και ανέλαβε το καθήκον να στέλνει ραπόρτα μέσω των γραμμάτων που έστελνε στο σπίτι του.

Για τους επαναστάτες, συνήθως χωρίς τη δυνατότητα σε περίπλοκα συστήματα και κώδικες κρυπτογράφησης, η δουλειά αυτή συνήθως ήταν εφικτή αφήνοντας χώρο μεταξύ των γραμμών του «κανονικού γράμματος»,  και στη συνέχεια γράφοντας ανάμεσα σε αυτές τις γραμμές με μια λεπτή μύτη και   χυμό λεμονιού αντί για μελάνι. Όταν ο χυμός στεγνώσει με φυσικό τρόπο γίνεται αόρατος,  μέχρι τη στιγμή που θα υποβληθεί σε θερμότητα με φλόγα κεριού, οπότε το μυστικό μήνυμα αποκαλύπτεται με τα γράμματα να αποκτούν χρώμα ανοιχτό καφέ. Ο Νταν ενημερώθηκε ότι, κατά την άφιξή του στη Βρετανία, θα έπρεπε να εφοδιαστεί με μπόλικα λεμόνια  και να στέλνει τακτικά ραπόρτα.  Το ότι τέτοια ραπόρτα τελικά δεν έμελλε να υπάρξουν  δεν οφειλόταν στο γεγονός ότι ο Νταν ήταν αναβλητικός ή ότι στερείτο επαναστατικού πνεύματος, αλλά αποκλειστικά στο γεγονός ότι από το 1939 έως το 1945 τα λεμόνια ήταν δυσεύρετα στη Βρετανία, κι αυτή η έλλειψη δεν μπορούσε διόλου να γίνει αντιληπτή  σε όλους όσους ζούσαν οπουδήποτε κοντά στη εβραϊκή Γιάφα.  Οι μπανάνες  απουσίαζαν εξίσου από τα τελάρα φρούτων τον καιρό του πολέμου, αλλά επειδή ήταν άχρηστα στην κρυπτογράφηση, η απώλεια τους ήταν λιγότερο αισθητή.

Με το τέλος του πολέμου, ήρθε η ώρα για τον Κλιφ να μετακινηθεί σε μεγαλύτερη πίστα. Η έλλειψη ραπόρτων από πρώτο χέρι από το Ηνωμένο Βασίλειο μπορεί να είχε προκαλέσει την ψευδαίσθηση ότι κάποιος θα μπορούσε να κάνει κάτι περισσότερο από το ανταλλάξει μια χούφτα συντρόφων στην Παλαιστίνη με μια όχι πολύ μεγαλύτερη χούφτα στην Ευρώπη, αλλά η ελπίδα αναβλύζει αιώνια στο  στήθος του επαναστάτη. Τουλάχιστον τα μέλη του RCP ανήκαν σχεδόν στη συντριπτική τους πλειοψηφία στην εργατική τάξη, αν και το 1946 είχαν αρχίσει να μειώνονται. Ο Κλιφ ήταν προφανώς ικανός άνθρωπος, με καλή γνώση του μαρξισμού και της οικονομίας, και η ηγεσία του RCP, όπου δεν άφηνε αναξιοποίητα τέτοια ταλέντα, τον προσκάλεσε να παρακολουθεί τις συνεδριάσεις του Πολιτικού Γραφείου.

Έτσι άρχισε να αναδύεται το προφίλ ενός ανθρώπου που κουβαλούσε το συγκεκριμένο υπόβαθρο, αυτό της ημιπαράνομης δουλειάς σε μια χώρα που κυβερνιόταν από τον ξένο ιμπεριαλισμό, αλλά με μια μικροσκοπική εργατική τάξη διαιρεμένη φυλετικά και θρησκευτικά. Παρά τις δυσκολίες, η ελπίδα συνέχισε να διατηρείται με την προσκόλληση στην σχολή πολιτικής σκέψης του Σάμιουελ Σμάιλς που υπόσχεται: «Αυτός ο μαρξισμός μπορεί να μετακινήσει και βουνά αν προσπαθήσετε πολύ σκληρά». Η εργατική τάξη θεωρείται ορθώς ως το κέντρο της μαρξιστικής ανάλυσης, αλλά , από έλλειψη εξοικείωσης με το πρωτότυπο (στΜ τα γραπτά του Μαρξ), οι εργάτες φαίνεται να αποκτούν έναν καθολικό-αδιαφοροποίητο χαρακτήρα. Σε αυτή τη «μαρξιστική» επιστήμη οι εργάτες παρουσιάζονται ως παράγοντας με υπερμεγεθυνμένες διαστάσεις στην επαναστατική εξίσωση. Όλο αυτό το πάθος ωστόσο που εκφράζεται για τους εργάτες δεν μπορεί να συγκαλύψει το γεγονός ότι και τα υπόλοιπα στοιχεία της εξίσωσης, για πολύ πρακτικούς λόγους, με αυτόν τον τρόπο αποκτούν πιο επείγοντα και υπερμεγεθυνμένο χαρακτήρα: το επαναστατικό κόμμα, η οργανωτική του μορφή, η πρωτοπορία της πρωτοπορίας, η ηγεσία. Σε αυτό το σχήμα ο πολιτικοποιημένος εργάτης γίνεται φετίχ, ένας ισχυρός μάγος με αλάθητα ένστικτα, μόνο εφόσον συμφωνεί με τις ανησυχίες του ηγέτη.

Επειδή  ο εργάτης στην πραγματική ζωή -είναι η φύση του αυτή ως ανθρώπινο ον- είναι πολύ πιο πολύπλοκο πλάσμα από όσο προβλέπει  η θεωρητική αφαίρεση, κατασκευάζεται ένας ιδανικός και εξιδανικευμένος εργάτης του οποίου οι σκέψεις, συλλογικά και ατομικά, προσδιορίζονται από τη θεωρία παρά από την παρατήρηση. Σε αυτό το σχήμα, ο στόχος έχει προσδιοριστεί, οπότε εν πολλοίς μπορεί να αγνοηθεί. Το μόνο που μένει είναι να φτιάξουμε έναν φανταστικό  δρόμο από κίτρινα τούβλα, με τον “Mάγο” να επιβλέπει κάθε βήμα της κατασκευής. Ένας τέτοιος ιδεαλιστικός τρόπος να κοιτάζει κανείς τα πράγματα είναι ίσως κατανοητός, μια ανθρώπινη αντίδραση στην ελπίδα που το πήγαινε από αναβολή σε αναβολή, μια συνέπεια του να δουλεύει κανείς  επί χρόνια στην Παλαιστίνη για να φτάσει τα 30 μέλη,  ένας αριθμός  που με το ζόρι έφτανε για να επιτευχθεί  πλειοψηφία στην Εβραϊκή Ένωση Αρτοποιών, και  στη συνέχεια να έρθει στη Βρετανία και να περάσει τα επόμενα 14 χρόνια να χτίσει μια ομάδα με λιγότερους από 100. Όλα αυτά παρά την προθυμία να κάνει παραχωρήσεις προς το συμφέρον της “πρωταρχικής σοσιαλιστικής συσσώρευσης”.

Πολλά από τα παραπάνω, βέβαια, δεν προϋποθέτουν μια προϊστορία στη Μέση Ανατολή. Όλη η πρώτη γενιά των τροτσκιστών ηγετών (και οι περισσότεροι από εκείνους της δεύτερης γενιάς) πέρασαν όλα τα χρόνια της πολιτικής τους διαμόρφωσης και τα περισσότερα από τα υπόλοιπα, σε μικρές και αναποτελεσματικές οργανώσεις, βλέποντας την ιστορία να τους προσπερνά παρά την αφοσίωσή τους στην υλιστική ερμηνεία της πραγματικότητας. Με την απόλυτη δύναμη της θέλησης κατάφεραν να επιβάλουν την προσωπικότητά τους στην ομάδα, συνεπικουρούμενοι από το γεγονός ότι δεν υπήρχαν πάρα πολλοί άνθρωποι για να την επιβάλουν. Δεν είναι, για παράδειγμα, τυχαίο ότι οι ομάδες του Τζέρι Χίλι ήταν βίαιες, του Τεντ Γκραντ εξαιρετικά βαρετές και ότι οι ομάδες του Κλιφ  χαρακτηρίζονταν από ανεξέλεγκτη αλλαγή των εμφάσεων, οι οποίες δεν νομιμοποιούνταν ούτε από επιχειρηματολογία ούτε από δημοκρατικές ψηφοφορίες.  Όλοι αυτοί οι ηγέτες εξακολουθούν να έχουν τους οπαδούς τους, αλλά το ίδιο ισχύει και με τους οπαδούς  του Τζιμ Τζόουνς ή του Κόρες (στΜ παλαβοί αιρετικοί παππάδες-αυτόκλητοι μεσσίες) – τουλάχιστον αυτοί μας τελείωσαν στο Jamestown ή στο Waco.

Υπό το πρίσμα αυτό πρέπει να εξεταστεί και το φιλελεύθερο καθεστώς των ΙS (Διεθνείς Σοσιαλιστές), μέχρι το 1968. Πρώτον, η πιθανότητα στρατολογιών  σε μεγάλη κλίμακα ήταν ανύπαρκτη και ο ρυθμός των γεγονότων καθοριζόταν κυρίως από την γιγάντια δυναμική του Εργατικού Κόμματος. Όποιο θέμα αξιολογούσε  ο Κλιφ ως σημαντικό ήταν βέβαιο ότι θα πάρει τον δρόμο του για την εφημερίδα του κόμματος και η συμπερίληψη άρθρων διαφορετικής άποψης  ήταν, σε τελική ανάλυση, ένα χρήσιμο μέσο στρατολογιών  για τους επιφυλακτικούς και τους λιγότερο αφοσιωμένους. Για τον Κλιφ, η ομάδα είναι ιδιοκτησία του  και, σε τελική ανάλυση, μπορεί να την αλλάζει αυθαίρετα ανάλογα με τα καπρίτσια του-αφού τα δικά του καπρίτσια είναι πολύ σημαντικά και πρέπει να ικανοποιηθούν.Είναι κατά κάποιον τρόπο σαν η επένδυση από μεριάς του περισσότερου χρόνου και θυσιών να του δίνει έξτρα μετοχές στην όλη υπόθεση. Εάν οι άλλοι θεωρούν ότι έχουν εξίσου το δικαίωμα να συνεισφέρουν με τρόπο που μπορεί αυτός  να θεωρεί λάθος, τότε θα υπερασπιστεί τη δική του αλήθεια με όλη την αγριότητα μιας λέαινας που υπερασπίζει τα μικρά παιδιά της. Με τη βία ή με την απατεωνιά (στην πράξη και με τα δύο) ο «παραβάτης» θα πεταχτεί στο μαύρο σκοτάδι, θα εκδιωχθεί από το κίνημα και δεν θα του επιτρέπεται πλέον να συμμετέχει στη σοσιαλιστική χειραφέτηση της ανθρωπότητας.

Εάν κάποιος προσπαθούσε να τοποθετήσει τον Κλιφ σε σειρά κατάταξης στο τροτσκιστικό κίνημα, εξαιρώντας τον Τρότσκι που προφανώς  κατατάσσεται πάνω από όλους τους οπαδούς του, θα του έδινε σίγουρα τιμητική θέση. Αν δεν είναι στην Πρώτη Κατηγορία (στΜ παρομοίωση με ποδοσφαιρικές κατηγορίες), μαζί με τους Σάχτμαν και ΣΛΡ Τζέιμς, τότε είναι σίγουρα στις πρώτες θέσεις της Δεύτερης Κατηγορίας  μαζί με άλλες λαμπρές προσωπικότητες του χώρου όπως οι Ερνέστ Μαντέλ και Τζέιμς Π Κάνον,  κάτι πολύ σπουδαιότερο από το να παίζει κανείς στην Τρίτη Κατηγορία,  όπου ο Χίλι έπαιξε για πολύ καιρό και όπου εξακολουθούν να παίζουν οι απόγονοί του, αναζητώντας άτομα άξια της ποιοτικής ηγεσίας τους.

Ως άνθρωπος ο Κλιφ είναι αρκετά ευχάριστος, με μια αίσθηση του χιούμορ που προέρχεται προφανώς  από την αυτοσαρκαστική Εβραϊκή σχολή και συχνά έχει πολύ γέλιο. Σαν άνθρωπος είναι γενναιόδωρος και καλόκαρδος, και, αν κάποιος έχει κάτι περισσότερο από ένα πρόσκαιρο ενδιαφέρον για τον επαναστατικό σοσιαλισμό, τότε ο Κλιφ μπορεί να παθιαστεί και να γίνει ένας διασκεδαστικός σύντροφος. Με εκείνους που είναι διατεθειμένοι να τον ακούν και να υλοποιούν τα καθήκοντα που τους αναθέτει, γίνεται απίστευτα στοργικός. Αλίμονο όμως στον εκλεκτό αν δεν ανταποκριθεί στις προσδοκίες του ή  αν αναπτύξει αντίθετες από τις δικές του ιδέες. Από αγαπημένος άνθρωπος του μήνα (ο Κλιφ) μετατρέπεται σε μια στιγμή σε έναν δόλιο βάνδαλο.  Ο ένας μετά τον άλλο, οι νεαροί σύντροφοι τα δίνουν όλα και κάθε τους λέξη τους μνημονεύεται και επαινείται σαν μαργαριτάρι ανεκτίμητης αξίας. Μετά, μέσα σε λίγους μήνες, απορρίπτονται για ένα νεώτερο, λαμπρότερο πρότυπο επαναστατικού ενθουσιασμού. Τέτοιου είδους αποχωρισμοί συνήθως παίρνουν τη μορφή του λυπητερού, άσχημου τέλους μιας ερωτικής σχέσης, με όλη την πικρία που συνοδεύει αυτές τις καταστάσεις.

Με αυτόν τον τρόπο, αρκετοί υποσχόμενοι σύντροφοι χάθηκαν στο κίνημα, ένα κίνημα που ποτέ άλλωστε δεν είχε την πολυτέλεια να απολαμβάνει πληθώρα στελεχών. Πρόκειται για εγκληματική σπατάλη δυνάμεων, ιδιαίτερα από τη στιγμή που αυτός που ενσαρκώνει τον διάβολο σήμερα δούλευε καλά μέχρι χθες και άρα ίσως να μπορούσε να προσφέρει και αύριο τις υπηρεσίες του. Το να αρνηθούμε στον εαυτό μας την πιθανότητα αυτή αποτελεί μας έναν ιδιαίτερο τύπο πρωταρχικής … αποσυσσώρευσης στελεχών που δεν μπορεί και δεν πρέπει να συγχωρείται εύκολα.

Όλα αυτά τα λάθη είναι, φυσικά, αποτέλεσμα ανθρώπινων αδυναμιών, από τις οποίες οι  περισσότεροι από εμάς υποφέρουν, καθώς κανένας από εμάς δεν μπορεί να βρίσκεται πάνω από τον τόπο και την εποχή στην οποία ζούμε.  Ευτυχώς, οι περισσότεροι άνθρωποι δεν δοκιμάζονται τόσο σκληρά από τις συνέπειες αυτών των συμπεριφορών, αλλά είναι γι ‘αυτόν ακριβώς τον λόγο που πρέπει να βρισκόμαστε σε διαρκή επαγρύπνηση ενάντια στην αλαζονεία της βεβαιότητας και της τυφλής πίστης στη δική μας διαίσθηση. Είναι αυτός ο λόγος για τον οποίο η δημοκρατία δεν αποτελεί ένα προαιρετικό «εξτραδάκι» για τους επαναστάτες. Η δημοκρατία είναι μια βασική αρχή που αποτελεί τον μοναδικό τρόπο να αμυνθεί μια οργάνωση απέναντι σε μια ιδιότροπη και εγωιστική ηγεσία.

Μια φευγαλέα σκέψη σίγουρα θα μας ψιθυρίσει ότι ανεξάρτητα από το πόσο θα θέλαμε οι ηγέτες μας να έχουν το αλάθητο, μέχρι στιγμής όλοι έχουν αποδειχθεί αρκετά γκαφατζήδες στην υπόθεση της επανάστασης. Η δημοκρατία, με καθαρά πρακτικούς όρους, είναι απαραίτητη επειδή η αυθεντική σύνθεση προκύπτει από την ανταλλαγή ιδεών και επειδή λίγοι άνθρωποι μπορούν να χρησιμοποιούν τον εγκέφαλό τους σαν δικηγόροι που αγορεύουν μπροστά στους δικαστές- και όποιος ισχυριστεί το αντίθετο είναι, σχεδόν μετά βεβαιότητας, ένοχος ψευδορκίας. Οι επαναστάτες θα πρέπει να είναι έτοιμοι να κάνουν θυσίες για το κίνημα, αλλά η θυσία που δεν πρέπει ποτέ να γίνει είναι αυτή της συνείδησής τους. Σε μια επαναστατική οργάνωση, καμία βεβαιότητα του γκουρού δεν πρέπει να έχει μεγαλύτερη βαρύτητα από τη δημοκρατική σας συνείδηση.

Πολύ συχνά, η διέξοδος για να αποφύγουμε τα δικά  μας λάθη γίνεται το κόμμα, ένα αγνό αποταμιευτήριο όλης της σοφίας, ένας φάρος χωρίς λάθη που φωτίζει  την ανθρωπότητα σε έναν σκοτεινό κόσμο. Είναι ένα θέμα που χρήζει προβληματισμού το γεγονός ότι σε ένα κόμμα, που χτίζεται  από υλιστές και άθεους και βασίζεται  στις δικές τους ιδέες και φιλοδοξίες, αποδίδονται εκ των υστέρων υπερφυσικές δυνάμεις. Όπως γίνεται και με την εξιδανικευμένη εικόνα της εργατικής τάξης, το κόμμα μετατρέπεται σε εικόνισμα  για απότιση παραμορφωμένου σεβασμού. Το ότι το κόμμα είναι κάτι παραπάνω από τα άτομα που το αποτελούν ισχύει μόνο στον βαθμό που μπορεί να είναι πιο αποτελεσματικό στους στόχους του από ό, τι οι ίδιοι άνθρωποι που επιδιώκουν παρόμοιους στόχους απομονωμένοι ο ένας από τον άλλο. Το κόμμα δεν μπορεί ποτέ να είναι κάτι περισσότερο από τους ανθρώπους που το ελέγχουν και, στην περίπτωση του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος (SWP), το κόμμα είναι ο Κλιφ, εξοπλισμένος με την καλοακονισμένη και κοφτερή σαν ξυράφι ικατότητα για οπορτουνισμούς και την  προφητική του μύτη. Ακόμα κι αν αυτά τα χαρακτηριστικά του τον καθιστούσαν αλάνθαστο, όπως θέλει να πιστεύει ο κάτοχός τους –και δεν τον καθιστούν αλάνθαστο- , δεν μπορούν να υποκαθιστούν την προσπάθεια μιας συλλογικότητας με μέλη που έχουν τις εμπειρίες τους και την εκπαίδευσή τους και με μια ηγεσία πρόθυμη να μαθαίνει εκτός από το να καθοδηγεί.

Σημειώσεις

  1. Την ιστορία μου την είπε ο Κλιφ γύρω στο 1960. Ενημερώθηκα από τον Γκράνβιλ Ουίλιαμς ότι σε μια συνάντηση στο Walsall στις αρχές της δεκαετίας του 1970 ο Κλιφ ανέφερε ότι το δάχτυλό του το είχαν σπάσει βρετανοί στρατιώτες στην Παλαιστίνη, όταν συνελήφθη. Ίσως ήταν διαφορετικά δάχτυλα. (Θυμάμαι ότι ο Κλιφ έλεγε ότι αυτό συνέβη στον αδελφό του σε συνάντηση των Σιωνιστικών Συνδικάτων, όταν φώναξε απαντώντας σε ένα κάλεσμα για εργατική ενότητα «Ναι, Εβραίοι και Αραβικοί εργάτες ενωμένοι!» – Σημείωση του Τεντ Κρόφορντ)
  2. Ο Τεντ Γκραντ είναι ηγετική φιγούρα στην ιστορία του βρετανικού τροτσκισμού. Ήταν ο θεωρητικός της Διεθνούς Εργατικής Λίγκας (WIL), του Επαναστατικού Κομμουνιστικού Κόμματος (RCP), της Επαναστατικής Σοσιαλιστικής Λίγκας (RSL) και του Μαχητή (Militant). Μετά τη διάσπαση του Militant, καθοδηγούσε μια μικρή ομάδα εισοδιστών μέσα στο Εργατικό Κόμμα.
  3. Ο Τζέρι Χίλι, στρατολογημένος στον τροτσκισμό από τον Τζοκ Χάστον στα τέλη της δεκαετίας του 1930, ήταν διάσημος για τη διάθεσή του για φραξιονισμό, την ετοιμότητα και την ενεργητικότητα με την οποία πολεμούσε (στΜ πολεμούσε εσωκομματικά), κάποιοι θα έλεγαν χωρίς αρχές.

 

  1. Τζοκ Χάστον, ένας ελκυστικός άνθρωπος και ένας από τους πιο ταλαντούχους βρετανούς τροτσκιστές. Γραμματέας του RCP, αργότερα ομιλητής του NCLC (- Εθνικό Συμβούλιο Εργατικής Εκπαίδευσης) , τότε Υπεύθυνος Εκπαίδευσης για την ETU και στη συνέχεια για τη GMWU (στΜ εργατικές συνδικαλιστικές ομοσπονδίες). Παρά την δεξιά στάση του και τη στήριξη των Εργατικών τα τελευταία χρόνια της ζωής του , ήταν πάντα ένας ευχάριστος και κοινωνικός σύντροφος.

 

https://www.marxists.org/archive/higgins/1997/locust/chap01.htm




Mια ιστορία του Τζιμ Χίγκινς για τον τροτσκισμό- Πρόλογος+Εισαγωγή

Μετάφραση Αλέξης Λιοσάτος

Πρόλογος του Μεταφραστή

Το επόμενο διάστημα θα παρουσιάσουμε ένα πολύ ενδιαφέρον κείμενο του Τζιμ Χίγκινς, που είναι δημοσιευμένο στα αγγλικά στο Marxists Internet Archive. Ο συγγραφέας είναι άγνωστος στο ευρύ κοινό. Ωστόσο, έχει πλούσιες εμπειρίες στο εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα: διατέλεσε κατά σειρά επαγγελματικό στέλεχος του ΚΚ Βρετανίας, έπειτα στέλεχος του βρετανικού τμήματος της 4ης κι έπειτα ηγετικό κι επαγγελματικό στέλεχος του πολιτικού ρεύματος που ίδρυσε ο Τόνι Κλιφ (SRG, έπειτα Διεθνείς Σοσιαλιστές-IS, έπειτα SWP). Πρωτοστάτησε στην εσωκομματική διαμάχη εντός των IS μέσα από τη φράξια της IS-Οpposition, μέχρι τη διαγραφή του. Έπειτα προσπάθησε να φτιάξει άλλη τροτσκιστική οργάνωση (την «Εργατική Λίγκα (Ένωση)») χωρίς επιτυχία και τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα πέρασε  ως ανένταχτος κομμουνιστής. Το 1996 εξέδωσε το βιβλίο που θα δημοσιεύσουμε σε συνέχειες, το “More Υears for the Locust-The origins of SWP” («Κι άλλα χρόνια για την ακρίδα-η καταγωγή του SWP»). Μέσα από την προσωπική του διαδρομή κι εμπειρία δίνει μια αρκετά διαφωτιστική εικόνα της κατάστασης και της διαμόρφωσης του βρετανικού και διεθνούς τροτσκισμού, περιγράφοντας αρκετές άγνωστες πλευρές μιας περιόδου που ο τροτσκισμός ήταν ιδιαίτερα απομονωμένος και υπέστη πολλαπλή καταστολή από τον καπιταλισμό, τον φασισμό και τον σταλινισμό (δεκαετίες ’30 και ’40). Περιγράφει την ανάπτυξη του κλιφικού τροτσκιστικού ρεύματος, τα δυνατά και τα αδύναμα σημεία του. Θεωρεί ότι από τη δεκαετία του 1920 κι έπειτα αυτό το ρεύμα πλησίασε περισσότερο από κάθε άλλο στο να φτιάξει μια μαζική επαναστατική οργάνωση, και το ότι δεν τα κατάφερε ο Χίγκινς το αποδίδει σε συγκεκριμένα λάθη της ηγεσίας που κληροδότησε ο Κλιφ στην οργάνωση που έχτισε – έλλειψη δημοκρατικών δομών και υπερβολικά μεγάλος ρόλος «ηγέτη» της οργάνωσης, που μπορούσε να «ερμηνεύει» κατά το δοκούν τους κλασικούς επαναστάτες για να «στρίβει» την οργάνωση όπου αυτός πίστευε ότι είναι η σωστή κατεύθυνση. Σε όσους περάσαμε από τέτοιες οργανώσεις, η αλαζονεία της ηγεσίας, η ιδιοκτησιακή της αντίληψη για το κόμμα, τα ψέματα και οι μηχανορραφίες και για τον έλεγχο μηχανισμού, η υποταγή θεωρίας-ιδεολογίας και το «λύγισμα ραβδιού» ανάλογα με την ανάγκη της ηγεσίας για οπορτουνισμό, η ενωτική διάθεση στα λόγια αλλά ο σεχταρισμός και οι διασπαστικές τακτικές στην πράξη, η λογική «η ηγεσία πάνω από το κόμμα», «το κόμμα πάνω από το κίνημα»,  «η ηγεσία πάνω από το κίνημα», το «λιβάνισμα» σε «καλούς συντρόφους» που υποτάσσονταν, το «μασάζ» σε «παραστρατημένους συντρόφους», η μαρμάγκα και οι διαγραφές στους διαφωνούντες κι άλλες τέτοιες περιγραφές δεν μας κάνουν εντύπωση. Κι είναι λυπηρό το να μπαίνουν νέοι άνθρωποι σε επαναστατικές οργανώσεις με ενθουσιασμό, ακόμα και με προσωπικό κόστος, και μη γνωρίζοντας τις τραγωδίες του επαναστατικού κινήματος, μη μαθαίνοντας από την ιστορία, να είναι υποχρεωμένοι να την ξαναζήσουν. Είναι λυπηρό ότι  χρειάστηκε  η διάσπαση του ΣΕΚ κι έπειτα της ΔΕΑ, για να μάθουν αρκετά από τα μέλη του Κόκκινου Νήματος που συμμετείχαν σε αυτές τις οργανώσεις ότι ακριβώς η ίδια ιστορία με παρόμοιες αιτίες κι επιχειρήματα έχει επαναληφθεί το 1975 στη Βρετανία. Ο ίδιος ο συγγραφέας, με καυστικό τρόπο, ενίοτε με πικρία,  αλλά και με αρκετό χιούμορ αποτυπώνει αυτή την άσχημη πραγματικότητα, αφού ένιωσε ξανά και ξανά τη ματαίωση των ελπίδων και των προσδοκιών του και το να ξεκινάει πάλι από την αρχή.

Φυσικά όλες αυτές οι παθογένειες, όπως προκύπτει άλλωστε και από την αφήγηση του βιβλίου, δεν χαρακτηρίζουν μόνο το κλιφικό ρεύμα, αλλά όλη την κομμουνιστογενή  Αριστερά. Εμάς μας βασανίζει περισσότερο ωστόσο το ρεύμα από το οποίο προερχόμαστε, γιατί το θεωρούσαμε ανώτερο ιδεολογικά-θεωρητικά και πολιτικά, κάθε άλλο όμως παρά τα έχει καταφέρει καλύτερα από άλλα ρεύματα, θεωρητικά «υποδεέστερα».

Ο αναγνώστης μπορεί να αναρωτηθεί μήπως γίνεται υπερβολική κριτική στον Κλιφ, και μήπως αυτό οφείλεται σε κάποιου είδους προσωπική εμπάθεια. Βέβαια ο Χίγκινς καταλογίζει πολύ χειρότερα ελαττώματα κι αδυναμίες στον Τζέρι Χίλι, τον άλλο μεγάλο βρετανό τροτσκιστή ηγέτη της εποχής με την οποία κυρίως καταπιάνεται. Παρόλο που κι εμείς θεωρούμε την κριτική του Χίγκινς υπερβολική στον Κλιφ σε κάποια σημεία, ο ίδιος ο συγγραφέας διευκρινίζει πως  θεωρεί στοιχεία της θεωρίας του Κλιφ αναντικατάστατα, απαραίτητα για τους επαναστάτες του σήμερα και την πραγματική συνέχεια του Τροτσκισμού και τον κατατάσσει στους μεγαλύτερους τροτσκιστές της εποχής. Ωστόσο συμπληρώνει ότι δεν μπορεί να μην του χρεώσει την ευθύνη για την αποτυχία του ρεύματός του, που σε μεγάλο βαθμό είναι και αντικείμενο του βιβλίου. Σήμερα δε, που το SWP, η οργάνωση του Κλιφ, μετά από πολλαπλές διασπάσεις έχει  πρακτικά έχει διαλυθεί (ενώ υπήρξε η πιο μαζική κι ελπιδοφόρα επαναστατική οργάνωση τουλάχιστον στην Ευρώπη, φτάνοντας τη δεκαετία του ’70 να διαθέτει ακόμα μαζικότερη επιρροή, μια κυκλοφορία εφημερίδας δεκάδων χιλιάδων φύλλων και μια σημαντική εργοστασιακή δικτύωση, όπως περιγράφει ο Χίγκινς), σήμερα που διεθνώς έχουν απομείνει μόνο μικρά θραύσματα της διεθνούς τάσης του SWP, δηλαδή της IST και των σε κάποιες περιπτώσεις μαζικών κι ελπιδοφόρων οργανώσεών της, μάλλον το συγκεκριμένο βιβλίο αποκτά ακόμα μεγαλύτερη σημασία, στην προσπάθεια να ψάξουμε τα αίτια και να μάθουμε από τα λάθη του παρελθόντος, στον δρόμο για να χτίσουμε μαζικές επαναστατικές οργανώσεις.

Ο Κλιφ έχει γράψει ένα πολύ σημαντικό τρίτομο έργο-βιογραφία του Λένιν. Το βιβλίο ξεκινάει λοιδορώντας τη σταλινική ιστοριογραφία που παρουσιάζει τον Λένιν περίπου σαν να γεννήθηκε ένας αλάθητος επαναστάτης με έτοιμες τις πολιτικές συνταγές που θα καθοδηγούσαν τους Μπολσεβίκους στη Σοσιαλιστική Επανάσταση στη Ρωσία, παρομοιάζοντας αυτή την μυθολογική αφήγηση με την Αθηνά γεννήθηκε πάνοπλη μέσα από το κεφάλι του Δία. Ακολουθεί μια εξαιρετική περιγραφή των καταστάσεων, των εμπειριών και των μαχών που διαμόρφωσαν τόσο τον Λένιν όσο και τις προϋποθέσεις για να ηγηθεί αυτός της επανάστασης. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο έπαιξαν ρόλο και τα προσωπικά χαρακτηριστικά του Λένιν, τα οποία όμως αφενός σε σημαντικό βαθμό διαμορφώθηκαν από τις εμπειρίες και τις συνθήκες που περιγράφονται στο έργο και αφετέρου αποτελούσαν μόνο έναν από τους παράγοντες της εξίσωσης που οδήγησαν στη νικηφόρα επανάσταση.

Δυστυχώς ως «δάσκαλος που δίδασκε» ο Κλιφ και γενικά η ηγεσία αυτού του ρεύματος δεν εφαρμόζει την ίδια διαλεκτική υλιστική μέθοδο όταν περιγράφει τη δική του ιστορία. Η αφήγηση πηγαίνει κάπως έτσι: η θεωρία του κρατικού καπιταλισμού προέκυψε από το κεφάλι του Κλιφ όπως η Αθηνά από τον Δία, ήταν ανώτερη από τις κλασικές τροτσκίζουσες αναλύσεις για τη φύση της Ρωσίας, οι άλλοι τροτσκιστές ηγέτες σε μεγάλο βαθμό ήταν εκτός τόπου και χρόνου και γι αυτό το κλιφικό ρεύμα, παρότι μεταγενέστερο αναπτύχθηκε μαζικά και ξεχώρισε, ιδιαίτερα μετά το 1968. Οι αυταπάτες για «νέα 4η Διεθνή», οι διαφωνίες μέσα στην 4η, η αρχική διαφωνία του Κλιφ με τον κρατικό καπιταλισμό, ο εισοδισμός της κλιφικής ομάδας μέσα στους Εργατικούς και γενικά οι συνθήκες και οι διαμάχες του ’30, του ’40 και του ’50 που καθόρισαν τον τροτσκισμό και διαμόρφωσαν τον Κλιφ αποκρύπτονται. Ο Χίγκινς εξηγεί τις συγκυρίες που επέτρεψαν στον  Κλιφ να αναδειχθεί: την κάκιστη συμπεριφορά και τον σταλινίζοντα αυταρχισμό του Τζέρι Χίλι – που ηγούταν του μεγαλύτερου τροτσκιστικού ρεύματος τότε, το γεγονός οι περισσότεροι βρετανοί τροτσκιστές ηγέτες τη δεκαετία του ’40 αποστρατεύονταν απογοητευμένοι από τις διαψευθείσες «προφητείες» του Τρότσκι ή επέλεγαν να κάνουν καριέρα στο Εργατικό Κόμμα, το γεγονός ότι  ο κρατικός καπιταλισμός δυσκολευόταν να πείσει σαν θεωρία και στο να αντιστραφεί η κατάσταση συνέβαλε ο εισοδισμός του Χίλι στους Εργατικούς, το γλείψιμο στους σταλινικούς συνδικαλιστές γραφειοκράτες, η υποβάθμιση της κριτικής στον σταλινισμό και τη σοσιαλδημοκρατία, η διαγραφή τροτσκιστών που δυσφορούσαν με όλα αυτά έστρεψαν αρκετούς τροτσκιστές αντανακλαστικά τρόπον τινά να στραφεί στον Κλιφ. Ο συγγραφέας εξηγεί το πώς ο Κλιφ σαμποτάρει την ενοποίηση με το ρεύμα του Χίλι, φοβούμενος μην χάσει (είχε συμβεί ήδη μια φορά) και πάλι τον έλεγχο της ηγεσίας.

Όσον αφορά εμάς, μπορεί να αναρωτηθεί κανείς αν αυτή η δημοσίευση δηλώνει αναζητήσεις ρήξης με την κλιφική παράδοση. Η αλήθεια είναι ότι αυτή η δημοσίευση κινείται στα πλαίσια που τοποθετηθήκαμε εξ ιδρύσεως αλλά και από την εποχή της εσωκομματικής αντιπαράθεσης εντός ΔΕΑ. Υπάρχουν κομμάτια του Κλιφικού ρεύματος που κρατάμε, υπάρχουν κομμάτια του με τα οποία ερχόμαστε σε ρήξη. Τα εικονίσματα και τα ιερά τοτέμ αφορούν τη σταλινική παράδοση, όχι τη δική μας. Όπως ο Κλιφ έκανε σωστή κατ’ εμάς (έστω για τους περισσότερους-περισσότερες από εμάς) κριτική στον Τρότσκι, ούτε ο ίδιος μπορεί να μείνει στο απυρόβλητο.  Προσωπικά θεωρώ σε γενικές γραμμές το πνεύμα του βιβλίου και τα βασικά σημεία κριτικής σωστά, μια απαραίτητη πηγή προβληματισμού για το ρεύμα από το οποίο προερχόμαστε, στην προσπάθεια να εξελίξουμε περαιτέρω την προσπάθεια για χτίσιμο μαζικής επαναστατικής οργάνωσης και να αποφύγουμε παρόμοια λάθη.

Ένα παράδειγμα πχ που σηκώνει συζήτηση είναι η «διάγνωση» του Χίγκινς για τον λουξεμπουργκισμό του Κλιφ τη δεκαετία του ’50-’60.  Ο Χίγκινς αποδίδει τον δημοκρατικό χαρακτήρα του SRG τη δεκαετία του ’50 στο ότι βόλεψε τον Κλιφ, για να ενώσει συντρόφους από διαφορετικά ρεύματα κάτω από την ηγεσία του ιδίου, σε μια περίοδο που ο βρετανικός και όχι μόνο τροτσκισμός παρουσίαζε σημάδια αποσύνθεσης, κι άρα ήταν ο μόνος που μπορούσε να κυριαρχήσει. Με λίγα λόγια ο «λουξεμπουργκισμός» ήταν σημαία ευκαιρίας για τον Κλιφ, που είχε ήδη δώσει σταλινικά δείγματα γραφής από τις αρχές της δεκαετίας του ’50 (πρώτη διαγραφή από το SRG με δάκτυλο Κλιφ το 1952). Είναι μια ενδιαφέρουσα άποψη, αν και δεν μπορεί ούτε αυτός να την αποδείξει ούτε εμείς να την επιβεβαιώσουμε ως μετά χριστόν προφήτες  μόνο και μόνο επειδή εκ των υστέρων μπορεί να ακούγεται λογική.

Μια καλή θεωρία δεν είναι επαρκής συνθήκη για την αποφυγή λαθών, ούτε από την πιθανότητα αναίρεσης στην πράξη της θεωρίας. Μια πιο πειστική εξήγηση της μεταπολεμικής πραγματικότητας από το κλιφικό ρεύμα τη δεκαετία του ’50 και του ’60 δεν αρκούσε για να αποφύγει αμέτρητα πολιτικά λάθη αυτό το ρεύμα όλες τις επόμενες δεκαετίες ούτε μπορεί να θεωρηθεί μια οργάνωση ανώτερη ή ότι αξίζει να ενισχυθεί σήμερα επειδή έχει καλύτερη ανάλυση για το μακρινό παρελθόν. Όπως το να παίζει στα δάχτυλα η όποια σταλινική οργάνωση  το «Τι να κάνουμε» του Λένιν δεν αποτελεί εγγύηση μπολσεβικισμού, έτσι και το να γνωρίζει κανείς απ’ έξω τη θεωρία του Κλιφ για τον κρατικό καπιταλισμό δεν αρκεί να εξασφαλίσει σε μια οργάνωση σωστή επαναστατική πολιτική στο σήμερα.

Ο συγγραφέας εξηγεί τον τίτλο μέσα στο βιβλίο. Βλέπε και την φράση από τη Βίβλο που παρατίθεται μετά τον τίτλο «Εισαγωγή». Η ελεύθερη μετάφραση του τίτλου του βιβλίου θα μπορούσε να είναι «Κι άλλα χρόνια χαμένα» ή ακόμα και «Περισσότερα χρόνια φαγούρα». Και παρακάτω το «Δέκα χρόνια για την ακρίδα» θα μπορούσε να μεταφραστεί «10 χρόνια χαμένα». Ωστόσο ο συγγραφέας διευκρινίζει πως δεν θεωρεί τίποτα χαμένο.

Τέλος, το βιβλίο το αφιερώνει ο συγγραφέας στον Χάρι Γουίκς, πρωτοπόρο επαναστάτη κομμουνιστή-τροτσκιστή (που ακολούθησε παρόμοια πολιτική διαδρομή με τον Χίγκινς) και πραγματικό ήρωα της εργατικής τάξης, όπως λέει.

Οι υπότιτλοι των κεφαλαίων (μέσα σε παρένθεση μετά το αριθμημένο κεφάλαιο) προστέθηκαν από τον Μεταφραστή, προς διευκόλυνση των αναγνωστών.

 

 

«Κι άλλα χρόνια για την ακρίδα-η καταγωγή του SWP», του Τζιμ Χίγκινς, 1996

 

Πρόλογος του Ρότζερ Προτζ

«Έχω ένα ραντεβού με τον θάνατο σε ένα διαφιλονικούμενο οδόφραγμα»

Άλαν Σίνγκερ, 1888-1916

Ο Τζιμ Χίγκινς έγραψε ένα ευφυές  και σοφό βιβλίο σχετικά με τις  ελπίδες των σοσιαλιστών στη δεκαετία του 1960 και του 1970 που διαψεύστηκαν. Σε μια κυνική εποχή, που οι γκουρού των «Νέων Εργατικών», όπως ο Γουίλ Χάτον, μας λένε ότι «ο σοσιαλισμός είναι νεκρός», αξίζει να θυμόμαστε εκείνες τις μέρες  του παθιασμένου ακτιβισμού,  των μαζικών διαδηλώσεων και της λανθάνουσας δύναμης της εργατικής τάξης, όταν φαινόταν όχι μόνο επιθυμητό, ​​αλλά κι εφικτό ότι η βρετανική κοινωνία θα μπορούσε να ξαναχτιστεί ως κοινωνία πραγματικής δημοκρατίας και ισότητας. Η ανάγκη παραμένει και αξίζει να επισημάνουμε στον κ. Χάτον και το σινάφι  του ότι ο «σοσιαλισμός» που με τόση σιγουριά αναγνωρίζουν στο νεκροταφείο είναι η μορφή των διδύμων «σοσιαλισμών»  της σοσιαλδημοκρατίας και του σταλινισμού, για τα οποία δεν θα κλάψουμε καθόλου. Σε μια πρόστυχη, ρηχή και όλο και πιο βρώμικη κοινωνία,  όπου εκατομμύρια ζουν σε όλο και βαθύτερη φτώχεια, όπου μια μειοψηφία αρπακτικών δεν λέει να ξεκολλήσει τα γαμψά νύχια και το ράμφος της από την ιδιωτική φωλιά της και όπου η παραγωγική βάση καταστρέφεται  από το άγχος των αρπακτικών να στηρίξουν την οικονομία στη βιομηχανία υπηρεσιών και τα χαμπουργκεράδικα, η ανάγκη για ριζική κοινωνική αλλαγή δεν ήταν ποτέ μεγαλύτερη.

Ο κύριος σκοπός του βιβλίου του Τζιμ είναι να αποτυπώσει μια εικόνα του πρόσφατου παρελθόντος με την ελπίδα ότι τα λάθη αυτής της περιόδου δεν θα επαναληφθούν. Μερικοί αναγνώστες θα ενοχληθούν από την καυστικότητα και το σκληρό χιούμορ. Πρέπει όμως να τονιστεί ότι αυτοί που συμμετείχαν στους αγώνες και καταγράφονται στο βιβλίο εδώ έκαναν τεράστιες θυσίες για το κίνημα και βρήκαν τους εαυτούς τους πλάι σε “συντρόφους” που δεν έδωσαν δεκάρα για την απελπισία που προκάλεσαν. Ο Τζιμ παίζει τον δικό του κεντρικό ρόλο στα γεγονότα που περιγράφει- θυμάμαι πως ένας άνδρας, που χωρίς πολλά-πολλά αποσπάστηκε από ένα ηγετικό πόστο στο συνδικάτο του κι έγινε εθνικός γραμματέας των Διεθνών Σοσιαλιστών (IS), είχε παραγκωνιστεί μέσα σε λιγότερο από έναν χρόνο, ως θύμα πισώπλατων μαχαιρωμάτων και ξεδιάντροπων ελιγμών που χαρακτηρίζουν σέχτες .  Ως αποτέλεσμα σκληρών και χωρίς αρχές εσωκομματικών συγκρούσεων στους IS, μια ολόκληρη φουρνιά  στελεχών- εξαιρετικής ποιότητας κι αφοσιωμένων ανθρώπων, πήγε χαμένη για την υπόθεση του σοσιαλισμού, περιοριζόμενη στο να δουλέψει στα περιθώρια του αγώνα αντί να πρωταγωνιστήσει.

Έχει ειπωθεί πολλές φορές ότι οι επαναστάσεις τρώνε τα παιδιά τους. Μικρότερη προσοχή έχει δοθεί στην ικανότητα  μικρών επαναστατικών ομάδων να τρώνε τα παιδιά τους πολύ πριν στηθεί το πρώτο οδόφραγμα. Οι μεγάλες ελπίδες των μελών των Διεθνών Σοσιαλιστών κατέρρευσαν ως αποτέλεσμα πολλών παραγόντων: η έλλειψη μιας συνεκτικής μακροπρόθεσμης στρατηγικής, οι απότομες αλλαγές τακτικής του Τόνι Κλιφ, με καταφανή αδιαφορία για τις δημοκρατικές δομές που θα άφηνε ακόμα και τον Τόνι Μπλερ με ανοιχτό το στόμα, την προώθηση ιδιοτελών καριεριστών και καιροσκόπων σε βάρος των έμπειρων μελών και μια αδίστακτη και άγρια ​​δαιμονοποίηση των αντιπάλων της πιο πρόσφατης “γραμμής”.

Η τραγωδία με ό,τι συνέβη στους IS είναι ότι ξεκίνησαν τελείως διαφορετικά. Όπως καταγράφει παραστατικά ο Τζιμ, η ομάδα στα πρώτα της χρόνια βασίστηκε σε μια πραγματική συντροφικότητα και στη συλλογική πνευματική ικανότητα. Έχοντας διαμορφωθεί πολιτικά στην Σοσιαλιστική Εργατική Λίγκα (SLL) του Τζέρι Χίλι, χρειαζόμουν επειγόντως «πολιτικό σέρβις» και τότε μπήκα στους IS. Εντυπωσιάστηκα και ενθουσιάστηκα από τις ευρείας θεματολογίας ανοιχτές συζητήσεις, την απουσία ηγετίσκων –δικτατορίσκων της πυρκαγιάς, την πνευματική καθαρότητα του ρεύματος του διεθνούς σοσιαλισμού, το καλό χιούμορ και την καλή μπύρα μετά τις συναντήσεις και, πάνω απ ‘όλα, σεμνότητα και ταπεινοφροσύνη σχετικά με τις δυνατότητες μιας ομάδας με μερικές εκατοντάδες μέλη. Πόσο μεγάλη διαφορά από τους μετέπειτα IS που κατέληγαν στο συμπέρασμα ότι η αποτυχία τους δεν επέβαλλε αναστοχασμό και αυτοκριτική, αλλά το παράλογο άλμα στο “μίνι μαζικό κόμμα” του SWP, με την εκδίωξη όσων διατύπωσαν αντιρρήσεις για τον ιδιαίτερο τύπο «υποκαταστατισμού» που οι πρώιμοι  IS πάντα θεωρούσαν γελοίο.

Δεν είναι απλά μια ιστορία από το παρελθόν και «περασμένα-ξεχασμένα» . Η υπόθεση του σοσιαλισμού παραμένει εξίσου επίκαιρη. Κατά την εξέταση και την ανάλυση των λαθών του παρελθόντος, ο στόχος του Τζιμ Χίγκινς είναι απλός: να αποφευχθούν τα ίδια λάθη στο μέλλον, να ενισχυθεί η ελπίδα ότι μια νεότερη γενιά θα οικοδομήσει ένα κίνημα βασισμένο στη δημοκρατία και την ανεκτικότητα, και κάνοντας αυτό,   θα σηκώσουν ψηλά τον πυρσό μας, που σήμερα μόλις και μετά βίας καίει, και θα αναζωπυρώσουν τη φλόγα.

Ρότζερ Προτζ, Ιούλιος 1996

 

 

Εισαγωγή

(Από το βρετανικό ΚΚ στον τροτσκισμό: στην οργάνωση του Χίλι κι από κει στην οργάνωση του Κλιφ)

Θα σας αποζημιώσω για τα χρόνια που έφαγε η ακρίδα ….

Η Βίβλος, Τζοέλ 14 

Στο σπουδαίο και βαθιά ανατρεπτικό  μυθιστόρημα, «Ο Καλός Στρατιώτης Σβέικ», υπάρχει ένα κομμάτι που αναφέρει λεπτομερώς την περιπλάνηση του Σβέικ στην κατεστραμμένη Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία. Ο Καλός Στρατιώτης περιπλανιέται ελπίζοντας, αλλά απελπιστικά χαμένος, διατηρώντας αμείωτο το καλό του χιούμορ, ψάχνοντας για το σύνταγμα του, από το οποίο κατά λάθος αποσπάστηκε καθώς αυτό ξεκινούσε για το ρωσικό μέτωπο.

Aπό κάποια απροσεξία της κακής του μοίρας, που κατά κανόνα του επεφύλασσε δεινά, συνειδητοποίησε ότι περπατάει προς τη λάθος κατεύθυνση. Στη δική μου, ακόμα πιο ασυναίσθητη περιδιάβαση στο ταξίδι ανάμεσα στα οδοφράγματα, ένιωσα σε ορισμένες περιπτώσεις, ότι περισσότερο ο Γιάροσλαβ Χάσεκ έγραφε το σενάριο, παρά κάποια ανώτερη δύναμη. Καθώς συνέχιζα να κουράζω τα μάτια μου για να ανακαλύψω τελικά άλλο ένα αδιέξοδο μονοπάτι,  ή να μπερδεύω για δεύτερη και τρίτη φορά ένα στενό αδιέξοδο δρομάκι με την πλατιά κι ευθεία εθνική οδό προς τη σοσιαλιστική κοινωνία, πάντα ορκιζόμουν ότι την επόμενη φορά θα εφοδιαζόμουν με καλύτερους χάρτες και πιο αξιόπιστους οδηγούς. Δυστυχώς, οι χάρτες είναι παλιoί και μοιάζουν να απεικονίζουν μόνο την Πετρούπολη του 1917, οι περισσότεροι οδηγοί είναι βασικά αναξιόπιστοι και γνωρίζουν μόνο τα αδιέξοδα σοκάκια, ενώ η πλατιά κι ευθεία εθνική οδός δεν έχει ακόμη κατασκευαστεί ακόμα.

Τίποτα από αυτά δεν πρέπει να μας εκπλήσσει ή να μας ενοχλεί. Έτσι ήταν πάντα, αλλιώς θα  είχαμε κάνει την επανάσταση εδώ και πολλά χρόνια και σήμερα, με τη φράση του Ίαν Μπέρτσαλ, “θα ξαπλώναμε στο ψηλό γρασίδι τρώγοντας ροδάκινα”. Για τον εαυτό μου θα απαιτούσα ένα ή δύο επιπλέον καλούδια, όπως μόνιμη ηλιοφάνεια και ένα μεγάλο κουτί με όλα τα είδη της  γλυκόριζας, για να είμαι βέβαιος ότι η εργατική εξουσία είναι γεγονός, αλλά ξέρω τι εννοούσε. Ο Μαρξ δεν μπορούσε να φανταστεί την κομμούνα μέχρι που οι παρισινοί εργάτες την έκαναν πραγματικότητα. Ο Λένιν ήταν βαθιά καχύποπτος με τα Σοβιέτ μέχρι που συνειδητοποίησε τον εγγενώς σοσιαλιστικό χαρακτήρα τους. Eδώ πρόκειται μάλλον για το αντίθετο από τη δική του φόρμουλα του 1903, στο «Τι να κάνουμε», όταν έγραφε ότι η σοσιαλιστική συνείδηση ​​μεταφέρεται στους εργάτες από τους σοσιαλιστές διανοούμενους. Στην πραγματικότητα, διαπιστώνουμε ότι η σοσιαλιστική οργάνωση της κοινωνίας αποκαλύπτεται στους διανοούμενους από τους εργάτες που τη χτίζουν.

Ο τρόπος με τον οποίο θα δράσουν οι εργαζόμενοι, σε ό, τι απομένει από τον 20ό αιώνα και ολόκληρο τον 21ο, δεν είναι ακόμα γνωστός και αυτό που είναι βέβαιο είναι ότι ούτε η σημερινή πιάτσα των «γκουρού» διαθέτει καμιά ένδειξη. Αυτό για το οποίο μπορούμε να είμαστε σίγουροι είναι ότι δεν θα πρόκειται για πιστή αντιγραφή του παρελθόντος και ότι θα εκπλήξει εκείνους που είναι αρκετά τυχεροί για να το ζήσουν. Εν τω μεταξύ, υπάρχουν ακόμα πολλά που πρέπει να γίνουν. Μόνο οι εκ φύσεως λιπόψυχοι θα καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι, επειδή υπήρξαν κάποιες αιμοβόρες και απαίσιες σοσιαλιστικές οργανώσεις, θα πρέπει να αποσυρθούμε από τον αγώνα, να φυτέψουμε μια ροδακινιά και στη συνέχεια να κρυφτούμε στο ψηλό γρασίδι μέχρι που οι καρποί της να πέσουν στα άνευρα δάχτυλά μας. Το να υποστηρίζουμε ότι κάποιες ομάδες δεν ανταποκρίθηκαν στις προσδοκίες μας ή, ακόμα χειρότερα, ότι ξεπέρασαν τους χειρότερους εφιάλτες μας, είναι απλώς σαν να περιγράφουμε την ικανότητα του καπιταλισμού να επιβάλλει τις αυταρχικές του αξίες και σε όσους είχαν τουλάχιστον την πρόθεση να καταστρέψουν τον ίδιο τον καπιταλισμό. Όλες οι ομάδες, χωρίς εξαίρεση, έχουν κάτι να προσφέρουν, κάτι να διδάξουν, κάτι για να γεμίσουν το ένα ή το άλλο κενό στην προσπάθεια για την κατανόηση του σοσιαλισμού.

Όντας μαθητής κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, θυμάμαι να διαβάζω την εφημερίδα Daily Worker (Καθημερινός Εργάτης, εφημερίδα του ΚΚ Μ.Βρετανίας) κάτω από το γραφείο μου και να αισθάνομαι ευτυχισμένος καθώς η πορεία της μάχης άλλαξε και όλο αυτό το ρωσικό πεζικό με τα άρματά του προέλαυνε σε ένα μέτωπο 3000 μιλίων. Ήταν η εποχή που το Κομμουνιστικό Κόμμα της Μεγάλης Βρετανίας (ΚΚΜΒ), το οποίο λειτουργούσε σε μεγάλο βαθμό συμπληρωματικά στην “Επιτροπή Βοήθειας στη Ρωσία” της κυρίας Τσώρτσιλ, φτάνοντας τα 60.000 μέλη. Αυτή η πραγματικά εντυπωσιακή αύξηση μελών, γνωστή ως “σοδειά του Στάλινγκραντ”, απαρτιζόταν σε μεγάλο βαθμό από πατριώτες Βρετανούς ενθουσιασμένους με την πολεμική προσπάθεια της Ρωσίας, με την υπόσχεση του ΚΚ να μην κάνει απεργίες και με τους ελιγμούς  του Τζο Στάλιν. Εξαϋλώθηκαν σαν χιονόμπαλες μπροστά στη θερμάστρα αμέσως μόλις έληξε ο πόλεμος.

Εντυπωσιασμένος από τις θυσίες του ρωσικού λαού, ήμουν αρκετά πρόθυμος να πιστέψω ότι η γενναία στάση τους οφείλεται στο σοσιαλιστικό πνεύμα που γέννησε η επανάσταση του 1917. Μου φαινόταν λοιπόν λογικό η υπεράσπιση του Οκτώβρη να συνεπάγεται την υπεράσπιση των Ρώσων συμμάχων μας και έγινα ειδήμων στο να μετατρέπω τα μαθήματα ιστορίας, γεωγραφίας και θρησκευτικών γνώσεων σε διάλογο για τη σοβιετική εξουσία. Τα μαθηματικά και η επιστήμη μου ήταν πολύ πιο δύσκολο να τα κατευθύνω σε τέτοιου είδους συζητήσεις, αν και θυμάμαι μια αρκετά ζωντανή συζήτηση για τα σκυλιά του Παβλόφ κατά τη διάρκεια ενός μαθήματος φυσικής. Με τον φίλο μου Ζαμίτ, εντελώς απολίτικο αλλά ορεξάτο για κάθε είδους παιχνίδι, γράψαμε το σύνθημα “Ανοίξτε Δεύτερο Μέτωπο τώρα” με πολύ μεγάλα γράμματα στην αυλή του σχολείου. Ήμουν ο βασικός υπαίτιος γι αυτή την κίνηση που εξόργισε, αλλά είχα κάνει καλή επιλογή- ο Ζαμίτ δεν θα με «έδινε» ούτε με βασανιστήρια. Μερικά χρόνια αργότερα συναντήθηκα με ένα πρώην μέλος του ΚΚ που μου είπε για την αδερφή του, καθηγήτρια καλλιτεχνικών σε μια σχολή της χώρας κατά τη διάρκεια του πολέμου, που ήταν επίσης στο κόμμα. Αυτή και η φίλη της επέλεξαν ένα ωραίο μεγάλο τοίχο που περιέβαλλε μια εκκλησία για να ζωγραφίσουν το σύνθημά τους. Τα γράμματα ήταν όμορφα σχηματισμένα και καλλιτεχνικά διαχωρισμένα. Το σύνθημα απαιτούσε: «Ανοίξτε Δεύτερο Μέτωπο τώρα». Μπορεί να είναι ένα μέτρο της έλλειψης ταξικής συνείδησης μεταξύ των άγγλων αγροτών, το γεγονός ότι το σύνθημα δεν έγινε αντιληπτό ως δουλειά ενός δυσλεκτικού μαρξιστή, αλλά εκλήφθηκε ως πικρόχολο σχόλιο για την παρουσία Αμερικανών πιλότων σε κοντινή αεροπορική βάση.

Με το τέλος του πολέμου και την εκλογή της πρώτης κυβέρνησης Εργατικών, φάνηκε, για λίγο, όχι μόνο για μένα, αλλά και για πολύ σοφότερα κεφάλια, ότι ο σοσιαλισμός θα μπορούσε να έρθει μέσα από τις κάλπες. Ο ενθουσιασμός για την έλευση επιτέλους της κοινωνικής αλλαγής υπήρχε σίγουρα στην εργατική τάξη και ιδιαίτερα στα εκατομμύρια που είχαν κινητοποιηθεί με τις ένοπλες δυνάμεις. Όμως, το Εργατικό Κόμμα δεν ήθελε να ενθαρρύνει αυτόν τον ενθουσιασμό και να τον μετατρέψει σε αποτελεσματική δράση. Αντίθετα θεώρησε ότι βασισμένο τη ρευστή κοινοβουλευτική πλειοψηφία διαθέτει επαρκές λαϊκό έρεισμα για να πραγματοποιήσει τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, που χρειαζόταν για να ξανασταθεί στα πόδια του ο βρετανικός καπιταλισμός-οτιδήποτε περισσότερο όχι μόνο  θα ήταν υπερβολικό (και οι Εργατικοί υπερηφανεύονταν για τη μετριοπάθειά τους) αλλά και πολύ επικίνδυνο. Το 1947, ήμουν 16 ετών και είχα δικαίωμα συμμετοχής στο Κομμουνιστικό Κόμμα, και ήταν τελείως σαφές ότι δεν θα ερχόταν κάποιος σοσιαλισμός από την κυβέρνηση του Άτλι (πρωθυπουργός-ηγέτης των Εργατικών, στΜ). Την εποχή εκείνη, στην αρχή του Ψυχρού Πολέμου, το ΚΚ Μ.Βρετανίας (ΚΚΜΒ) επέστρεφε σε μια πολιτική εργατικής μαχητικότητας αφήνοντας πίσω τη γραμμή του κοινωνικού πασιφισμού που το χαρακτήριζε κατά τη διάρκεια του πολέμου.

Αφού εγκατέλειψα το σχολείο και έγινα Ταχυδρομικός Μηχανικός διαπίστωσα με ικανοποίηση ότι στο τοπικό παράρτημα του κλαδικού συνδικάτου (Συνδικάτο Ταχυδρομικών Μηχανικών Post Office Engineering Union-POEU) στο οποίο ανήκα, υπήρχε ένας δραστήριος πυρήνας του Κομμουνιστικού Κόμματος. Χωρίς μεγάλη καθυστέρηση βρέθηκα να είμαι εργαζόμενος πλήρους απασχόλησης για λογαριασμό τόσο του POEU όσο και του ΚΚΜΒ.

Εκείνη την εποχή στο Τμήμα Ταχυδρομικών Μηχανικών, όλοι έπαιρναν πολύ μικρό μισθό, αλλά η αμοιβή των μαθητευομένων ήταν τόσο κακή που άγγιζε επίπεδα ήρωα του Ντίκενς. Για το αμύθητο ποσό των 14 σελλινίων (70 λίρες) δούλευα 48 ώρες και 5,5 μέρες την εβδομάδα στους πρώτους έξι μήνες μου στη δουλειά (στΜ εννοεί πριν αρχίσει να δουλεύει για το κόμμα). Αν έπρεπε να δουλεύουμε όλη αυτή την ώρα δεν είμαι βέβαιος ότι θα το άντεχα. Ευτυχώς, υπήρχαν κάποια εξαιρετικά μεγάλα διαλείμματα τσαγιού, μερικές συνεδρίες με μαραθώνιους μπιλιάρδου και, το καλοκαίρι, ηλιοθεραπεία στην ταράτσα του κτιρίου. Σε κάποιο στάδιο της μαθητείας μου,  βρέθηκα σε παρέα εναεριτών, που ως συνήθως ήταν ένα τσούρμο πολύ μεγαλόσωμων και σκληρών τύπων, που ανεβοκατέβαιναν σε τηλεγραφικούς στύλους 80 ποδιών με τη φασαρία και την ευκινησία που χαρακτηρίζει τις μαϊμούδες.  Τα πρωινά με μυούσαν στα μυστικά της δουλειάς του εναερίτη και τα απογεύματα κατέβαιναν στην περιοχή Frognal του Hampstead, όπου οι μακριές μας σκάλες και οι ικανότητες αναρρίχησης ήταν ό,τι πρέπει για να καθαρίζουμε τα παράθυρα των τεράστιων αρχοντικών στο Hampstead. Με αυτόν τον τρόπο υπερτριπλασιάζαμε τους μισθούς μας. Πλούσιος πλέον πέρα από τα όρια της φιλαργυρίας μου, άρχισα να καπνίζω στριφτά τσιγάρα με καπνό Nosegay και Boar’s Head και, κάθε Παρασκευή μετά από την πληρωμή, έπινα μερικές καστανές μπύρες. Αυτό το κακοπληρωμένο αλλά χαλαρό εργασιακό περιβάλλον μου έδωσε αρκετό χρόνο για πολιτική συζήτηση και αγκιτάτσια – τότε ήμουν πρωτοπόρος στο μάζεμα υπογραφών για την «Έκκληση της Στοκχόλμης για ειρήνη» (στΜ Κείμενο Διεθνούς Συνδιάσκεψης που έπαιρνε θέση κατά των πυρηνικών όπλων).

Κατατάχθηκα στον στρατό το 1949, αλλά αρκετοί από τους συντρόφους μου έγραφαν στο Χονγκ Κονγκ, όπου βρισκόμουν. O Σίντ Γκρέγκορι, Υπεύθυνος Εντύπων της οργάνωσής μου,  ήταν αρκούντως ευγενικός ώστε να μου στέλνει αντίγραφα του Εσωτερικού Δελτίου του ΚΚ της συνοικιακής τοπικής οργάνωσης του Λονδίνου και τα Παγκόσμια Νέα. Τα έντυπα ήταν τυλιγμένα με μια χάρτινη τσάντα με τέτοιον τρόπο ώστε να φωνάζουν από μακριά: “Συντάχθηκαν κι εκδόθηκαν από το Κομμουνιστικό Κόμμα”. Στις αποστολές αλληλογραφίας, ο λοχίας μου παρέδιδε το δέμα με τα λόγια: «Και εδώ, στρατιώτη Χίγκινς, το γράμμα σας από το Κρεμλίνο.» Αφού είχε αποκαλυφθεί ότι είμαι Κόκκινος, αποφασίσανε ότι δεν θα πρέπει να επιτρέπεται η παρουσία μου στην αίθουσα κρυπτογράφησης. Αυτό ήταν κάπως πρόβλημα αφού εκπαιδευόμουν στο στρατό (και συνεπώς κόστιζα) ως μηχανικός κρυπτογράφησης. Για το επόμενο έτος και λίγο παραπάνω πέρασα τον χρόνο μου στο εργαστήριο προσπαθώντας να φτιάξω ένα λειτουργικό τηλέτυπο από δυο χαλασμένα. Ποτέ δεν το κατάφερα, αλλά τουλάχιστον γέμισα τον χρόνο μου μέχρι να πάρω μια βάρκα και έρθω στην πατρίδα  για να συνεχίσω την εργασία μου στο ΚΚΜΒ.

Η ζωή σε μια κλαδική οργάνωση του ΚΚ ήταν πιο ευχάριστη και πιο παραγωγική από ότι ήταν σε τοπική οργάνωση. Στην τελευταία υπήρχε πολύς χρόνος για να διώξουμε την «αίρεση» απ’ το εσωτερικό μας, ακριβώς επειδή υπήρχαν συγκριτικά λιγότερα σημαντικά πράγματα που είχαμε να κάνουμε. Ωστόσο και στην κλαδική μας, μια φορά τον χρόνο είχαμε μια εκδήλωση που ονομάζονταν “Εκκαθάριση”, όπου όλοι καθόμασταν σε κύκλο συμμετέχοντας σε μια χαρούμενη συνεδρία αυτοκριτικής και αμοιβαίας κριτικής.

Στο «Μηχανικοί Νο 2» (το όνομα της κλαδικής μας οργάνωσης) συζητούσαμε για την πολιτική του κόμματος και για το πώς να την υλοποιούμε στον χώρο εργασίας και το συνδικάτο. Κάναμε εκπαιδευτικά σεμινάρια και προσκαλούσαμε ομιλητές. Οι συναντήσεις μας πραγματοποιούνταν εβδομαδιαίως, συνήθως στο διαμέρισμα ενός από τους συντρόφους στην περιοχή West Hampstead του Λονδίνου. Το δωμάτιο ήταν μεγάλο, με πολλές καρέκλες και ένα διπλό κρεβάτι για να κάθονται οι σύντροφοι. Θυμάμαι μια συνάντηση στην οποία ο ομιλητής καθυστέρησε σημαντικά. Ο πρόεδρός μας, ο οποίος δεν είχε ρολόι, ρώτησε: «Ξέρει κανένας σύντροφος πόσος χρόνος έχει περάσει;» Με μια χαρούμενη τσιρίδα έπεσα στο κρεβάτι, παίρνοντας στάση διαλογισμού και φωνάζοντας: «Όλα για τον σύντροφο πρόεδρο του κόμματος». Γι’ αυτήν μου την παρόρμηση πλήρωνα επί χρόνια- κατά την ετήσια εκκαθάριση επαινούμουν για τη σκληρή δουλειά και αφοσίωση, αλλά κατηγορούμουν μονίμως για «ελαφρότητα πνεύματος»…

Ήταν μια κλαδική ανθρώπων με ηλικίες από 16 έως 60 ετών. Για να συμμετέχει κανείς σε μια καθημερινή συζήτηση έπρεπε να ξέρει πολλά για το βρετανικό εργατικό κίνημα του τρέχοντος αιώνα. Στόχος ήταν να πειστούμε,αν όχι να αποδεχθούμε άμεσα, ότι υπήρχε ανάγκη για υπομονή και για σταθερή προπαγάνδα και αγκιτάτσια. Στον κλάδο της τηλεφωνίας που περιελάμβανε τρία παραρτήματα του POEU και περίπου 2.000 μέλη, είχαμε 20 μέλη του κόμματος, και σχεδόν όλοι τους ήταν εκλεγμένοι σε κάποιο πόστο στα σωματεία, στην περιοχή ή, σε μερικές περιπτώσεις, στην Εθνική Εκτελεστική Επιτροπή. (Η κλαδική) προσφερόταν ως  χώρος για να μάθουν τα βασικά στοιχεία του συνδικαλισμού και να συνδέουν την εμπειρία με την πολιτική. Ήταν επίσης ο χώρος όπου εκπαιδεύονταν στις διάφορες τυπικές συνδικαλιστικές δουλειές.

Το να είσαι μέλος του ΚΚΜΒ που κάνει πολιτική δουλειά στον τομέα της βιομηχανίας σήμαινε να υφίστασαι ένα είδος σχιζοφρένειας. Από τη μια πλευρά υπήρχε η σταλινική γραμμή της ειρηνικής συνύπαρξης και από την άλλη υπήρχε ο εκδοτικός οίκος ξένων γλωσσών, πηγαίνοντας πέρα-δώθε τις μεταφράσεις του Μαρξ, του Ένγκελς και του Λένιν και πωλώντας τες σε τιμή ευκαιρίας. Ήταν δυνατόν να σκεφτεί κανείς ότι ο Τζο Στάλιν είναι  χαρούμενος κι ωραίος, ότι η ειρήνη είναι ο υπέρτατος στόχος αλλά ότι ταυτόχρονα πρέπει να επιδιώκουμε την ταξική πάλη με όλη μας τη δύναμη. Η αγάπη μου για τον Στάλιν κάπως λιγόστεψε όταν επιλέχθηκα για να κάνω εγώ την εισήγηση για το τελευταίο έργο του «πατέρα του σοσιαλισμού»,«Τα οικονομικά προβλήματα του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ». Ήταν αρκετά κακό για να το διαβάσει κανείς μία φορά, αλλά φανταστείτε τη φρίκη του να πρέπει κανείς να το διαβάσει αρκετές φορές για να κρατήσει σημειώσεις. Ήταν μια πραγματικά τρομακτική εμπειρία, ο Στάλιν έχει ένα στυλ τέτοιο που ο Μαξ Σάχτμαν το παρομοίασε με «έναν αμμόσακκο που σέρνεται μέσα σε έναν βούρκο με κόλλα» (τελείως ασήμαντο δηλαδή υποθέτουμε, στΜ).

Ένα από τα μαθήματα που έπρεπε να μάθουμε καλά ήταν η σημασία των ενημερώσεων. Ο αγωνιστής της βάσης πρέπει να ενημερώνει τα μέλη του και αυτό να το κάνει τακτικά. Φτιάξαμε δύο κλαδικά συνδικαλιστικά περιοδικά που έπιαναν τοπικά και εθνικά ζητήματα, τόσο όσον αφορά το συνδικάτο όσο και τον εργοδότη, πρότειναν τι να κάνουμε και σημείωναν την όποια πρόοδο. Αναπτύξαμε ένα πρόγραμμα για το συνδικάτο που δημοσιευόταν τακτικά σε άλλα παραρτήματά του όπου η Αριστερά είχε κάποια επιρροή. Κάναμε δριμεία κριτική στη συνδικαλιστική γραφειοκρατία και ορισμένες φορές υποστήκαμε από αυτήν πειθαρχικά μέτρα.  Ακόμη και στην κορύφωση του Ψυχρού Πολέμου, με την οργάνωση «Καθολική Δράση» να δρα με μηχανές στο φουλ,  επανεξελέγησαν μέλη του ΚΚΜΒ σε τοπικό επίπεδο, αν και σημειώθηκε μια αρκετά εκτεταμένη εκκαθάριση στο εκτελεστικό συμβούλιο.

Όπως και οι περισσότερες οργανώσεις εργατικής τάξης, το ΚΚ είχε απαιτήσεις από τον χρόνο και το πορτοφόλι σου, αλλά σε αντάλλαγμα σου προσέφερε τη συντροφικότητα που ξεπερνά την απλή φιλία επειδή περιλαμβάνει κοινές εμπειρίες και δεσμεύσεις. Ο ουσιαστικά αντιδραστικός χαρακτήρας του σταλινισμού, η βαθιά εκμετάλλευση της εργατικής τάξης στη Ρωσία και τους δορυφόρους της, ήταν αρκετά δύσκολο να γίνουν αντιληπτά  από μια μικρή ομάδα σε ένα  μεσαίου μεγέθους συνδικάτο στη Βρετανία. Η βόμβα έσκασε το 1956. Παρακολουθούσα ένα ετήσιο συνέδριο της POEU και το πρωί της Κυριακής πριν από την έναρξη, αγόρασα όπως συνήθως την εφημερίδα “Observer” («Ο Παρατηρητής»). Όλο το φύλλο ήταν αφιερωμένο στην ομιλία του Νικίτα Χρουστσώφ στο 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ.  Αποτελούσε έναν μακρύ κατάλογο των εγκλημάτων του Στάλιν, ουσιαστικά χωρίς να δίνει καμία μαρξιστική εξήγηση, αλλά αποτελώντας παρ’όλα αυτά απερίφραστη καταδίκη.

Αν και εξαιρούσε τις ποικίλες Αριστερές και Δεξιές Αντιπολιτεύσεις της δεκαετίας του 1920 και του 1930 από την «άφεση αμαρτιών», συγχωρούσε μετά θάνατον εκείνους τους σταλινικούς που είχαν προκαλέσει την οργή του Θείου Τζο. Ο Χρουστσώφ δεν ζήτησε συγγνώμη. Πώς θα μπορούσε να βρει τις λέξεις – και αυτός σταλινικός ήταν – για τα εκατομμύρια αθώων εργατών και αγροτών που εκτελέστηκαν ή γνώρισαν έναν άθλιο θάνατο σε κάποιο απομονωτήριο; Αποκάλυψε ωστόσο ότι ήταν τόσο αχρείος ο Στάλιν, που, πιθανότατα αφού τα είχε τσούξει, υποχρέωσε τον Μικογιάν – έναν άνθρωπο γέρο και άρρωστο- να χορέψει γκόπακ (έναν αρκετά ζωηρό καυκάσιο λαϊκό χορό). Αλήθεια, μπορούσε να φτάσει πιο πέρα η παλιανθρωπιά; (στΜ ειρωνεία για τον Χρουστσόφ)

Ήταν το σπάσιμο του μονόλιθου. O αναβρασμός στο κόμμα δεν μπορούσε να σταματήσει. Η γάτα είχε πεταχτεί έξω από την τσάντα και δεν μπορούσε κανείς να πιάσει το πλάσμα και να το ξαναβάλει μέσα. Ο Χάρι Πόλιτ  και ο Παλμ Ντουτ έκαναν ό,τι καλύτερο μπορούσαν, αλλά όλοι ήξεραν πλέον ότι κι αυτοί γνώριζαν και δεν μιλούσαν για τουλάχιστον κάποια από τα εγκλήματα που είχε αποκαλύψει ο Χρουστσώφ. Και οι δύο αυτοί άντρες, ο Πόλιτ, κορυφαίος μαζικός αγκιτάτορας κι ο Ντουτ, εξέχων θεωρητικός, ταξίδευαν στη χώρα προσπαθώντας να απορροφήσουν τους κραδασμούς της ομιλίας του 20ου Συνεδρίου. Ο Ντουτ επιστράτευσε την γλαφυρή παρομοίωση (του Στάλιν, στΜ) με τον ήλιο, που παρόλο που είχε στίγματα, δεν έπαυε  παρ ‘όλα αυτά να αποτελεί την πηγή κάθε ζωής. Λοιπόν ο Τζο Στάλιν ήταν κάτι τέτοιο. Συμμετείχα σε μερικές συναντήσεις, όπου ο ο Ντουτ χρησιμοποιούσε στην εισήγησή του τέτοιες εκφράσεις και οι συμμετέχοντες τον αποδοκίμαζαν σχεδόν καθολικά  βρίζοντάς τον. Τη δεύτερη φορά που τον παρακολούθησα, μου φάνηκε ένας κουρασμένος γέρος, του οποίου τα ψέματα και οι υπεκφυγές τον είχαν τσακίσει, και δεν ήταν και τόσο όμορφο θέαμα.

Ήμουν γραμματέας της κλαδικής οργάνωσης του κόμματος και, μετά από μια περίοδο ενδοσκόπησης, κάλεσα τον πρόεδρο του κλαδικής για να του πω ότι παραιτούμαι από το κόμμα. Φάνηκε να μην εκπλήσσεται από αυτό και να εκφράζει συμπάθεια στην απόφασή μου. Δυστυχώς, χωρίς να πει τίποτα σε κανέναν, παραιτήθηκε κι αυτός. Το αποτέλεσμα ήταν να λάβω μια οργισμένη επιστολή από τον Υπεύθυνο Εντύπων  που με καλούσε να «κάνω μια σοβαρή αυτοκριτική που δεν έχω οργανώσει κομματική συνεδρίαση εδώ και δυο μήνες». Για λίγο φλέρταρα με την ιδέα να οργανώσω μια συνεδρίαση και να μην την παρακολουθήσω εγώ ο ίδιος, αλλά τελικά απλά το άφησα να ξεχαστεί και δεν έκανα τίποτα.

Χωρίς μεγάλες προσδοκίες και σε μεγάλο βαθμό για να αναπληρώσω το κενό των κομματικών συνεδριάσεων που μου έλειπαν, μπήκα στο Εργατικό Κόμμα. Την εποχή εκείνη ζούσα στην εκλογική περιφέρεια Wembley North, οπότε εντάχθηκα στην κομματική οργάνωση του Preston. Αυτή η οργάνωση του Εργατικού Κόμματος είχε πραγματικά παράξενη πολιτική σύνθεση. Ήταν κανά δυο που ανήκαν στην Αυστριακή Σοσιαλδημοκρατία όταν ο Ντόλφους επιτέθηκε στις εργατικές κατοικίες της Βιέννης το 1934. Ήταν ένας τύπος, Γερμανός, που είχαν εργαστεί στην Κομιντέρν και η Λουί, μια Γερμανίδα κυρία, που είχε αρραβωνιαστεί τον Έρνστ Τόλερ, ποιητή και διοικητή του Κόκκινου Στρατού κατά τη διάρκεια του βαυαρικού σοβιέτ το 1920. Μεταξύ όλων αυτών των εξωτικών στοιχείων οι πιο κοντινοί μου ήταν ο Λεν και η Φρίντα Νάιτ. Όπως και εγώ, ήταν πρώην μέλη του ΚΚ. Η Φρίντα είχε περάσει έναν ιδιαίτερα δύσκολο χρόνο εργαζόμενη σε μια εταιρεία που ιδρύθηκε από μέλη του ΚΚ για να κάνει εμπόριο με την Κίνα, προφανώς μια ακμάζουσα επιχείρηση που έκανε εξαγωγές.  Η εταιρεία στρατολογούσε εργατικό δυναμικό μέσω του κόμματος, αλλά δεν επέτρεπε στο προσωπικό της ούτε να συμμετέχει στο συνδικάτο ούτε να δημιουργεί κομματική βάση στην επιχείρηση. Ήταν κάτι που την εξόργισε καθώς η Φρίντα ήταν ένα εξαιρετικά ισχυρό μυαλό με αναπτυγμένη την αίσθηση του δικαίου και του φερ-πλέι.

Ήταν οι Νάιτ που με έμπασαν στον κόσμο του Τροτσκισμού. Είχαν στρατολογηθεί από τον Σίριλ Σμιθ, που ζούσε στην άλλη πλευρά της περιοχής  Γουέμπλεϊ. Ο Σίριλ ήταν ένας άντρας με ανεξάντλητη ενέργεια και την αξιοζήλευτη ικανότητα να προσπαθεί να πετύχει τον σκοπό του σε κάθε καθήκον που του ανατίθετο. Στο καθήκον στρατολόγησης τον βοήθησε το γεγονός ότι διέθετε κάποια βιβλία του Τρότσκι και μια έκδοση του βιβλίου «Προδομένη Επανάσταση». Επιπλέον υπήρχε το περιοδικό Labour Review, το εξαιρετικό θεωρητικό περιοδικό της ομάδας του, και η εφημερίδα αγκιτάτσιας, η Newsletter (Ενημερωτικό Δελτίο) που εκδιδόταν από τον Πίτερ Φράιερ.  Για έναν άνθρωπο σαν κι εμένα, που, πολύ καιρό πριν, είχα υποστεί το άγριο βασανιστήριο της μελέτης του βιβλίου του Στάλιν «Οικονομικά Προβλήματα του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ», αποτελούσε πραγματικά προνόμιο να διαβάσω Τρότσκι, έναν γνήσιο μαρξιστή που μπορούσε να γράψει με καταπληκτικό ύφος και μεγάλη καθαρότητα. Εξίσου ευγνώμων, φαντάζομαι, με τον προϊστορικό άνθρωπο απέναντι στην άγνωστη ιδιοφυΐα που ανακάλυψε τη φωτιά ή τον άλλο τύπο που επινόησε τον τροχό, ένιωσα την υποχρέωση να στρατολογηθώ. Έτσι έγινα μέλος του πυρήνα της τροτσκιστικής οργάνωσης  “Club” (Κλαμπ, μετάφραση Λέσχη- στΜ η οργάνωση του Τζέρι Χίλι, που έκανε εισοδισμό εκείνη την περίοδο στο κόμμα των Εργατικών).

Αν το μπολσεβίκικο κόμμα ήταν ένα «κόμμα νέου τύπου», τότε η Λέσχη ήταν “ένα κόμμα  ακόμα πιο νέου τύπου”. Συνεδρίαση με τη συνεδρίαση, οι πωλήσεις εφημερίδας αβγάτιζαν, έβρισκα τον εαυτό μου  να παρακολουθεί τοπικές, δημοτικές και περιφερειακές συνεδριάσεις του Εργατικού Κόμματος, πέραν των άλλων και για να ανεβάζω τις πωλήσεις της εφημερίδας. Στις ανοιχτές συνεδριάσεις που οργάνωνε η εφημερίδα Newsletter εισηγούνταν άνθρωποι όπως ο Πίτερ Φράιερ και ο Μπράιαν Μπίαν (μαζί με τον Τζον Λόρενς και τον Τζον Πάλμερ, ο Μπίαν ήταν ένας από τους καλύτερους εισηγητές που έχω ακούσει ποτέ).

Τα εκπαιδευτικά σεμινάρια  για την ιστορία του “κινήματός μας” στο κεντρικό Λονδίνο είχαν εισηγητή τον Τζέρι Χίλι. Μια τέτοια αλληλουχία σεμιναρίων  πραγματοποιήθηκε σε μια αρκετά μεγάλη αίθουσα πάνω από ένα μπαρ, της οποία η κράτηση είχε γίνει στο όνομα ενός ανύπαρκτου ταξιδιωτικού συλλόγου. Κατά τη διάρκεια της ημέρας, η αίθουσα ήταν προφανώς ένα εστιατόριο καθώς ακούγαμε  τον θόρυβο από το πλύσιμο πιάτων  πίσω από έναν ξύλινο μπουφέ. Σε αυτές τις περιπτώσεις ο Τζέρι άρχισε να ψιθυρίζει τόσο χαμηλόφωνα που δεν άκουγε σχεδόν κανείς εκτός από τους ανθρώπους στις μπροστινές σειρές. Οι σύντροφοι έσκυβαν προς τα εμπρός, τα αυτιά μας τεντώνονταν για να αντιληφθούν τα μαργαριτάρια που μας προσέφερε. Ξαφνικά, χωρίς προειδοποίηση, άρχιζε να ουρλιάζει και οι σύντροφοι από κάτω αναπηδούσαν προς τα πίσω υποφέροντας από ακουστικό σοκ. Τότε, του άτυχου λαντζέρη του έπεφτε από τα χέρια η στοίβα με τα πιάτα. Η ρητορεία του Χίλι σε ένταση με τα ντεσιμπέλ στο τέρμα, η οποία περιελάμβανε  απειλές που παγώνουν το αίμα, τρομερές προειδοποιήσεις και απολογισμούς για τα δεινά του παρελθόντος, έπειθαν όσους έξω από εμάς  άκουγαν ότι δεν είμαστε ένας κανονικός ταξιδιωτικός όμιλος και επίσης ότι υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να τους κοστίσουμε ακριβά σε ό,τι αφορά τα πορσελάνινα σκεύη τους. Έτσι σύντομα πάψαμε να είμαστε  ευπρόσδεκτοι στον συγκεκριμένο χώρο που μας φιλοξενούσε.

Η κορυφαία στιγμή μου ως μέλος της Λέσχης ήταν η απεργία στο εργοτάξιο South Bank, συμφερόντων της οικογένειας McAlpine. Το όλο θέμα ξεκίνησε όταν έπιασε δουλειά ο Μπράιαν Μπίαν, ο οποίος υπήρξε ηγετική μορφή της αντιπολίτευσης στην ηγεσία του συνδικάτου AUBTW, του συνδικάτου των οικοδόμων. Μετά από λίγο, ο διευθυντής συνειδητοποίησε ότι αυτός ο Μπίαν μπορούσε να βλάψει την ψυχική του υγεία, οπότε τον απέλυσε. Αυτή αποδείχθηκε λάθος κίνηση, καθώς υπήρχαν και άλλοι σοβαροί αγωνιστές στο South Bank, μεταξύ των οποίων και ο Χιου Κάσιντι. Σύντομα ξέσπασε απεργία και η Λέσχη τέθηκε επί ποδός πολέμου. Όλες οι δυνάμεις της ομάδας ρίχτηκαν στην απεργία. Ήταν μια από τις πρώτες απεργιακές φρουρές όπου συμμετείχαν μαζί βιομηχανικοί εργάτες  και επαναστάτες. Ο Χίλι έκανε κατάληψη στην καφετέρια που βρισκόταν κοντά στο εργοτάξιο και εκεί πραγματοποιούνταν συνεδριάσεις σχεδόν μόνιμα. Σε ένα στάδιο υπήρχαν σημειώθηκαν ψιλοφασαρίες έξω από την πύλη και ο Μπράιαν Μπίαν συνελήφθη, περνώντας τρεις μήνες στις φυλακές του Shepton Mallett.

Για τον Χίλι η απεργία αποτελούσε μια ποιοτική αλλαγή στον ταξικό αγώνα. Μας έβαλε απέναντί του κι έβγαλε λόγο για το κράτος που είχε συλλάβει τον Μπίαν, την συνδικαλιστική γραφειοκρατία που αποκήρυξε την απεργία αρνούμενη να της δώσει κάλυψη,  τους εργοδότες και τον ισχυρό τους επιχειρηματικό όμιλο. Αυτή η κλασική κατακλυσμιαία ανάλυση του Χίλι μπορεί να το παραέκανε, ωστόσο δεν υπάρχει αμφιβολία ότι επρόκειτο για μια σοβαρή απεργία που δινόταν με επιθετικό τρόπο  και από τις δύο πλευρές, και που θα μπορούσε να αποτελέσει το εφαλτήριο για τη μαζικοποίηση των αγώνων που ήδη άρχιζαν να αναπτύσσονται. Στο πλαίσιο της στρατηγικής αυτής, οργανώθηκε από την εφημερίδα Newsletter  μια Συνδιάσκεψη Βιομηχανικών Εργατών για ένα πρόγραμμα δημοκρατικού ελέγχου των συνδικάτων από τη βάση τους και για να μπει ένα τέρμα στα προνόμια των γραφειοκρατών. Ήταν μια πολύ καλή συνδιάσκεψη: συμμετείχαν σαφώς κάποιοι πραγματικοί εκλεγμένοι αντιπρόσωποι της εργατικής τάξης που δήλωσαν ενθουσιασμένοι με το πρόγραμμα. Ο Πίτερ Φράιερ έκανε εισήγηση και οι Μπράιαν Μπίαν και Χάρι Κόνσταμπλ, πρωτοπόρος λιμενεργάτης του Λονδίνου και μέλος του Club (της Λέσχης) , μίλησαν από την εξέδρα. Ο Τζέρι Χίλι παραμόνευε, όχι πολύ διακριτικά, στο πίσω μέρος της αίθουσας, στέλνοντας γραπτές οδηγίες στον εισηγητή τόσο ενοχλητικά συχνά, ώστε ο Φράιερ απείλησε να διακόψει την ομιλία του αν δεν σταματούσε. Αυτή ήταν πράγματι η καλύτερη στιγμή στην ιστορία του Club. Σύμφωνα με όσους γνώριζαν τον Χίλι πολύ καλύτερα από ό,τι εγώ, αυτή ήταν η κορυφαία στιγμή του όσον αφορά το τακτ και τη διακριτικότητά του, τότε ήταν που αποτέλεσε πρότυπο υπομονετικότητας και μπόρεσε να στρατολογήσει και να αφομοιώσει 200 ή 300  πρώην μέλη του ΚΚ. Για τους ίδιους, όσους τον ήξεραν, αυτή του η στιγμή με την πρωτοφανή ανεκτικότητα και καλή διάθεση δεν θα μπορούσε να κρατήσει για πολύ-και δεν κράτησε. Μια σειρά πιέσεων και γεγονότων συνωμότησαν για να εκτροχιαστεί. Καταρχάς, πιεζόταν από τον Μπράιαν Μπίαν, ο οποίος ήταν σαφώς προκατειλημμένος με τη δουλειά εισοδισμού του Club στο Εργατικό Κόμμα.  Στη συνέχεια, ο Τύπος, που είχε ενημερωθεί για την απεργία στο South Bank και το συνέδριο της Newsletter, άρχισε να διερευνά τις υποθέσεις του Club. Ένα θέμα που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα News Chronicle ήταν κακoδιερευνημένο και ανακριβές, αλλά ένα-δυο  πολύ πιο ακριβή άρθρα εμφανίστηκαν στην South London Press. Ενθαρρυνόμενος σε μεγάλο βαθμό και από τον Μπίαν, ο Χίλι αποφάσισε ότι θα ήταν μια καλή στιγμή να κάνουμε ένα άλμα προς την ελευθερία και έτσι γεννήθηκε η οργάνωση Σοσιαλιστική Εργατική Λίγκα (SLL). Γνωστός για το κυνικό χιούμορ του, ο Χίλι έστειλε επιστολή στο Εργατικό Κόμμα ζητώντας την ένταξη της SLL σε αυτό. Δεν προβλεπόταν στα προσεχώς.

Για πολλούς από εμάς που προερχόμασταν από το ΚΚ, η πολιτική του εισοδισμού ήταν κάτι που έπρεπε να καταπιούμε όχι με μεγάλη ευχαρίστηση, αλλά, αφού το κάναμε, μας φαινόταν λίγο ελαφρόμυαλο να πετάμε  δέκα χρόνια δουλειάς εξαιτίας κανά-δυο ιστοριών του Τύπου. Έχοντας καταλήξει σε αυτό το συμπέρασμα, επιχειρηματολογήσαμε γι’ αυτό στον πυρήνα και συνολικά στην οργάνωση.  Η καταιγίδα βρισιών που έπεσε πάνω στα ανυποψίαστα κεφάλια μας ξεπερνούσε κάθε φαντασία. Ως εκδότης της Newsletter, ο Πίτερ Φράιερ βρέθηκε στο κέντρο της καταιγίδας και διαπίστωσε ότι η ατμόσφαιρα στα κεντρικά γραφεία ήταν αφόρητη και η συμπεριφορά του Χίλι ήταν εντελώς απαράδεκτη. Έφυγε και δεν επέστρεψε ποτέ. Ο Xίλι εδώ πραγματικά τα έκανε θάλασσα. Ισχυρίστηκε ότι έψαχνε στα λιμάνια και τα αεροδρόμια μήπως και πετύχει τον Πίτερ. Ετοιμαζόταν να εκδώσει έκτακτο φύλλο της εφημερίδας του με τον τίτλο: “Απήγαγε η ΓκεΠεΟυ τον Πίτερ Φράιερ;” Δυστυχώς δεν την εξέδωσε ποτέ, γιατί θα είχε προσφέρει λίγο γέλιο στον Πίτερ εκεί στο Νότιγχαμ, όπου έμενε με τον παλιό του φίλο Τζον Ντάνιελς.

Παρόλο που ο Χίλι δεν επέλεξε να αναζητήσει τον Πίτερ στο Νότιγχαμ, επέλεξε να επισκεφτεί δια αντιπροσώπου τον Λεν και την Φρίντα Νάιτ στο σπίτι τους σε παρόμοια αποστολή.Επρόκειτο για μια επίσκεψη εκφοβιστικού χαρακτήρα που γίνεται μετά τα μεσάνυχτα. Ένα επιτακτικό χτύπημα στην πόρτα έβγαλε τη Φρίντα από την κουζίνα της όπου μαζί με τον Λεν έπιναν το κακάο τους πριν τον ύπνο. Όταν άνοιξε την πόρτα, ο Μπομπ Πένινγκτον, εκείνη την περίοδο οργανωτικός υπεύθυνος της SLL, άρχισε να λέει το ποίημά του, λέγοντας : “Θέλουμε να κάνουμε μια συζήτηση μαζί σας σύντροφοι”. To μήνυμα αυτό το παρέδωσε με τον τόνο ενός γκάνγκστερ Β κατηγορίας, το τόσο αγαπημένο στυλ του Χίλι και των τραμπούκων του. Η Φρίντα ήταν άνθρωπος του πνεύματος και προσπάθησε να τον διώξει, απαντώντας: “Τότε έλα ξανά κάποια λογική ώρα”. Αναπόφευκτα, η Φρέντα, η οποία ήταν πολύ μικρόσωμη, άρχισε να σπρώχνεται και να οπισθοχωρεί προς το χολ, όταν βγήκε από την κουζίνα ο Λεν. Σε αντίθεση με τη Φρίντα, ο Λεν ήταν μεγαλόσωμος, περίπου 1,86 στο ύψος, και γεροδεμένος, άρχισε να κινείται από την πόρτα της κουζίνας και σταμάτησε να κινείται όταν η γροθιά του προσγειώθηκε στο κεφάλι του Πένινγκτον κοντά στην εξώπορτα. O Πένινγκτον προσγειώθηκε σε ένα ροζ κρεβάτι έχοντας ένα-δυο δόντια λιγότερα και, όταν η σκόνη είχε κατακαθίσει και ο Λεν είχε ηρεμήσει λίγο, οι Χίλι και Κλιφ Σλότερ ξεπρόβαλαν μέσα στο σκοτάδι για τη συζήτησή τους. Αυτή δεν ήταν μια συνάντηση όπου μίλησαν τα πνεύματα.

Τότε συγκροτήσαμε μια φράξια για να εκφράσουμε τη δυσαρέσκειά μας: είχε περίπου είκοσι μέλη και ονομάστηκε Φράξια του Στάμφορντ, από την περιοχή όπου βρισκόταν το αρχοντικό στο οποίο συναντηθήκαμε για να τη δημιουργήσουμε [1].  Γράφτηκε ένα κείμενο «Η κατάσταση του 1959 στην SLL», που μοιράστηκε από τον Πίτερ Κάντογκαν. Η ιδέα του Πίτερ ώστε να μοιραστεί ένα εσωτερικό φραξιονιστικό έγγραφο ήταν να σταλεί στην Tribune. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα όλοι οι υπογράφοντες να λάβουν μια επιστολή από τον εξουσιοδοτημένο δικηγόρο του Χίλι ζητώντας αποζημίωση για συκοφαντική δυσφήμιση. Ο Κάντογκαν απάντησε κάπως επιπόλαια ότι “θα στείλει την υπόθεση στο δικαστήριο της εργατικής τάξης”, ό,τι κι αν σήμαινε αυτό, ενώ ο Λεν Νάιτ κατέφυγε στον βουλευτή των Εργατικών Σίντνεϊ Σίλβερμαν, που ήταν ένας πολύ ικανός δικηγόρος. Δεν ακούσαμε τίποτα άλλο περί συκοφαντικής δυσφήμισης, αλλά ο Λεν διαγράφτηκε για τη γροθιά του στον οργανωτικό υπεύθυνο του Λονδίνου, ενώ η Φρίντα κι εγώ διαγραφήκαμε επειδή κάναμε …φασαρία σε μια ανοιχτή συνεδρίαση της SLL: στην … πανεθνική Συνέλευση του Εργατικού Κόμματος.

Κατά τη διάρκεια της εσωκομματικής μάχης στην SLL, συναντήθηκα με τον Τόνο Κλιφ και τον Μάικλ Κίντρον στο σπίτι του Πίτερ Κάντογκαν στο Κέιμπριτζ και ο Κλιφ μου έδωσε μια πρόσκληση για την επόμενη μάζωξη της οργάνωσης Socialist Review Group (SRG- Ομάδα Σοσιαλιστικής Kριτικής). Ήταν μια πολύ ανοιχτή συζήτηση, όπως όλες οι συναντήσεις του SRG εκείνη την εποχή . Θυμάμαι ότι ήταν παρών ο Σαμ Λέβι όπως και ο Τεντ Γκραντ, που πουλούσε την εφημερίδα «Σοσιαλιστικός Αγώνας» (Socialist Fight) –είχε τις εφημερίδες τόσο άσχημα τσαλακωμένες που σχεδόν δεν διαβάζονταν. Υπήρχαν ίσως 40 ή 50 άτομα στο δωμάτιο. Ήταν οι πρώτες μέρες της CND (Εκστρατεία για τον Πυρηνικό Αφοπλισμό) και γίνονταν πολλές συζητήσεις εκείνη την εποχή για την προειδοποίηση που θα λαμβάναμε 4 λεπτά πριν από την εξαφάνισή μας. Ο Κλιφ πρότεινε το δικό του σύνθημα: “Σε περίπτωση πυρηνικής επίθεσης βάλτε μια χαρτοσακούλα πάνω στο κεφάλι σας”. Για κάποιον λόγο διασκέδαζα πολύ με αυτό, όπως και με την οδηγία του: «Οι σύντροφοι πρέπει να αρχίσουν να σηκώνουν τις κάλτσες τους». Ωστόσο, ένιωσα ότι έπρεπε να βελτιώσει την άρθρωσή του αν ήθελε να αποφύγει τις παρεξηγήσεις με αυτή τη γραμμή. Λίγες μέρες μετά εντάχθηκα στους SRG και τα υπόλοιπα, όπως λένε, είναι ιστορία, ή τουλάχιστον το θέμα αυτού του βιβλίου.

Ίσως ορισμένοι βρουν τον τίτλο αυτού του έργου αποπροσανατολιστικό ή ασαφή ή και τα δύο. Στην πραγματικότητα είναι αρκετά απλή η εξήγηση . Το πρώτο άρθρο που έγραψα ποτέ για το περιοδικό  «Διεθνής Σοσιαλισμός» ήταν στο τεύχος  Νο.14, με θέμα την ιστορία του βρετανικού τροτσκισμού από το 1938 έως το 1948 και με τίτλο «Δέκα Χρόνια για την ακρίδα». Το κέντρο του άρθρου ήταν ότι μια πολλά υποσχόμενη οργάνωση, το Επαναστατικό Κομμουνιστικό Κόμμα (RCP), παρόλο που είχε στις γραμμές του κάποιους ιδιαίτερα ταλαντούχους ανθρώπους, κατάφερε να αποτύχει μέσα από λανθασμένες πολιτικές και απόψεις. Ήταν, με μία ή δύο εξαιρέσεις, καλοί άνθρωποι και είχαν όλοι τις καλύτερες προθέσεις, αλλά τα έκαναν θάλασσα καθώς ήταν αποκομμένοι από τη βρετανική εργατική τάξη.  Τα μέλη του έτρεχαν όλο πιο σκληρά, τεντώνονταν περισσότερο  και έκαναν ακόμη μεγαλύτερες θυσίες, αλλά χωρίς κανένα αποτέλεσμα-η ακρίδα έφαγε τα χρόνια του RCP. Παρ ‘όλα αυτά, δεν πήγαν όλα χαμένα: για δέκα χρόνια οι σύντροφοι κράτησαν ζωντανή την επαναστατική παράδοση που, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, αποτελεί την πηγή ενημέρωσης σήμερα για  το μεγαλύτερο τμήμα της αριστεράς. Το γεγονός ότι αυτές οι νέες ομάδες στάθηκε αδύνατο να προχωρήσουν πέρα από το παρελθόν, να διακρίνουν τις διαφορές με το σήμερα και συνέχισαν να ζουν δια αντιπροσώπων μέσα από τα Άπαντα των ηρώων τους, είναι ο λόγος για τον οποίο η ακρίδα μπορεί και βρίσκει ακόμα αρκετή τροφή. Σε όσους διαπιστώνουν ότι η ιστορία μου περιέχει υπερβολική κριτική για το γούστο τους, μπορώ μόνο να ζητήσω συγγνώμη και να επαναλάβω την πεποίθησή μου ότι η κριτική είναι πολύ σημαντική, διότι οι Διεθνείς Σοσιαλιστές (IS), οι διάδοχοι του SRG και πρόδρομοι του SWP (Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα), ήταν μακράν η καλύτερη ευκαιρία που είχαμε από τη δεκαετία του 1920 για να οικοδομήσουμε μια σοβαρή επαναστατική σοσιαλιστική οργάνωση. Ήταν μια ευκαιρία που δεν αξιοποιήθηκε και όσοι ήταν υπεύθυνοι γι αυτή την αποτυχία έχουν πολλά να απαντήσουν και πρέπει να κληθούν να λογοδοτήσουν, τουλάχιστον από τις σελίδες αυτού του βιβλίου.

Η ζωή συνεχίζεται, όμως, και πρέπει να συνεχίσουμε την προσπάθεια. Όταν ο καλός στρατιώτης Σβέικ, μετά από όλα τα σκηνικά και τις περιπέτειες του, επανενωθεί τελικά με το σύνταγμα του, ο ταλαίπωρος υπολοχαγός Λούκακς του ζητά να επιβιβαστεί στο τρένο του στρατού, ο Σβέικ χαμογελάει αγγελικά και του λέει: “Ευπειθώς  αναφέρω, κύριε, ότι εγώ επιβιβάζομαι”. Ελπίζω ότι όταν  βρω τελικά τον δρόμο μου προς το τρένο της επανάστασης, που να πηγαίνει κάπου αλλού πέρα από το Ανατολικό μέτωπο, θα είμαι σε θέση να αναφέρω κι εγώ ότι «επιβιβάζομαι».

Τέλος, θα ήθελα να ευχαριστήσω όλους όσους με βοήθησαν στη συγγραφή αυτού του βιβλίου και ειδικότερα τους: Μπιλ Έινσγουορθ, Πίτερ Ντ Μόργκαν, Τζίοφ Κάρλσον, Τζον Πάλμερ, Ρίτσαρντ Κάπερ, Σύριλ Σμιθ, Ρουθ Νέλσον, Αλ Ρίτσαρντσον, Τεντ Κρόφορντ, Σταν Νιούενς,  Ρίτσαρντ Κίρκγουντ, Γκρέινβιλ Ουίλιαμς, Άλις Μάρεϊ, Άντι Γουίλσον, Ίαν Λαντ, Σάρα Ουάσιγκτον,  Τζους Άλφορντ  και  τον Φιλ Έβανς, του οποίου οι γελοιογραφίες θα είναι σίγουρα ο λόγος για τον οποίο κάποιος θα θέλει να κρατήσει αυτό το βιβλίο. Και στη φίλη μου και σύντροφό μου Τζέιν Άλεν, που υποχρεώθηκε να υποστεί επανειλημμένα την αναπαραγωγή σκηνών που αφορούσαν αρκετές ανίερες φραξιονιστικές μάχες πάνω από το βραδινό της τραπέζι με ελάχιστες διαμαρτυρίες και είχε αρκετή υπομονή ακόμα και να μου κάνει την επιμέλεια του χειρόγραφου κειμένου, εκφράζω  την ευγνωμοσύνη μου, την αγάπη και τον θαυμασμό μου. Τέλος στη Μάριον Χίγκινς, της οποίας την αδιάλειπτη υποστήριξη – με κάθε τρόπο –σε μερικές από τις πιο δύσκολες στιγμές μου εκτιμούσα πάντοτε αν και δεν αναγνώρισα ποτέ όσο θα έπρεπε, τις καθυστερημένες αλλά μέσα από καρδιάς ευχαριστίες μου. Για τα οποιαδήποτε ελαττώματα ή λάθη, φυσικά, είμαι εγώ ο υπεύθυνος.

Τζιμ Χίγκινς, Νόρφολκ, Σεπτέμβριος 1996.

Σημειώσεις

  1. Μεταξύ άλλων στη φράξια του Στάμφορντ συμμετείχαν οι: Κεν Κόουτς, Τζον Ντάνιελς, Ντόροθι Τάιλντσλι,  Μάριον Κουκ, Πίτερ Φράιερ, Πατ ΜακΓκάουαν, Λεν Νάιτ, Φρίντα Νάιτ, Έλις Χίλμαν, Πίτερ Κάντογκαν, Τζιμ Χίγκινς.

https://www.marxists.org/archive/higgins/1997/locust/index.htm