1

Κυπριακό: 50 χρόνια από το χουντικό πραξικόπημα

Του Βαγγέλη Λιγάση

Τον φετινό Ιούλιο κλείσανε 50 χρόνια από το χουντικό πραξικόπημα στην Κύπρο, την Τουρκική εισβολή, την κατάρρευση της χούντας και της επιστράτευσης και την de facto διχοτόμηση του νησιού.

Ακόμη μια επέτειος που ο ελληνικός αστισμός δεν είχε λόγους να πολυδιαφημίσει, παρά τύποις Μητσοτάκης και Κασελάκης επισκέφθηκαν το «νησί της Αφροδίτης», επανέλαβαν τα χιλιοτριμμένα περί «ενιαίας και ανεξάρτητης διζωνικής ομοσπονδίας» και δημοσίευτηκαν σύντομες αναφορές στις «μέσα σελίδες» των συστημικών μέσων. Παραδόξως (;), η πλέον «εθνικοπατριωτική» τοποθέτηση (ως «καθαρό πρόβλημα τουρκικής κατοχής» με επίκληση στα ψηφίσματα του «αδέκαστου» ΟΗΕ κλπ.) δημοσιεύτηκε στον «ημερόδρομο», site επιρροής του ΚΚΕ. Αντίθετα, άρθρα στο συγκρότημα Μαρινάκη (Πρετεντέρης, Βήμα) και στην Ναυτεμπορική, εμπεριείχαν ψήγματα κριτικής ή αυτοκριτικής…

Έτσι ή αλλιώς, το «Κυπριακό» «δεν πουλάει», ο κοσμάκης στην Ελλάδα, ειδικά μετά το 1974, δεν το τοποθετεί κάν στις ανησυχίες του, χωρίς αυτό, όμως, να σημαίνει ότι δεν παραμένει ακόμη μια επικίνδυνη εστία – αφορμή για την όξυνση του ελληνοτουρκικού ανταγωνισμού.

Για την κατανόηση της φύσης του Κυπριακού προβλήματος και την επιβεβαίωση ή άρση ορισμένων θολών και γενικών στερεότυπων, όπως «ο ρόλος των Αμερικάνων», η «προδοσία της χούντας» κλπ., θα προσπαθήσουμε μια περιληπτική ιστορική αναδρομή.

Έως την «Ανεξαρτησία»

Όπως συνέβαινε στις προκαπιταλιστικές κοινωνίες, οι εθνοτικές αντιπαραθέσεις ήταν άγνωστες στην Κύπρο πριν την στροφή του 19ου προς 20ο αι. Παραπάνω από το 1/3 των χωριών ήτανε μικτά, οι μικτοί γάμοι ήτανε συχνό φαινόμενο και οι δύο χωριστές διάλεκτοι είχαν πάμπολλες κοινές λέξεις. Υπήρχε μακραίωνη παράδοση κοινών εξεγέρσεων ελληνοκυπρίων και τουρκοκυπρίων (εφεξής για συντομία, ε/κ και τ/κ) ενάντια στον μεγαλοφεουδάρχη του νησιού που ήταν η Ελληνορθόδοξη εκκλησία της Κύπρου (μέχρι και το 1974 είχε στην κατοχή της το 10% των καλλιεργήσιμων εδαφών).

Πράγματι, η εκκλησία παρά τον (όψιμο) ακραίο «αντιτουρκισμό» της ήταν ακριβώς στην περίοδο της Οθωμανικής αυτοκρατορίας που απέκτησε τεράστια δύναμη που δεν είχε ούτε επί Βυζαντίου (όπως ακριβώς συνέβη και με το Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης).

Ωστόσο, η Κύπρος το 1878 περιήλθε υπό βρετανική κατοχή (το 1925 ανακηρύχθηκε επισήμως σε βρετανική αποικία). Οι Βρετανοί, στα πλαίσια του καπιταλιστικού μετασχηματισμού του νησιού, αφαίρεσαν από την εκκλησία την συλλογή των φόρων, δυσκολεύοντας την ακόμα και να συλλέγει και τη δική της εισφορά από τα τσιφλίκια της και αποκλείστηκε από όλες τις επίσημες διασυνδέσεις με τα εκπαιδευτικά ιδρύματα και φορείς.

Αποτέλεσμα ήταν η εκκλησία να εξελιχθεί σε έντονα αντιβρετανική, ενώ σε συνδυασμό με την ανάπτυξη του ελληνικού εθνικισμού στις αρχές του 20ου αιώνα, η εκκλησία έκανε την μεγάλη μεταστροφή: αντάλλαξε την λαομίσητη θέση του αδίστακτου γαιοκτήμονα, με έναν «υπερταξικό» ρόλο, της «Εθναρχίας» για την «ένωση με την μητέρα πατρίδα».

Ταυτόχρονα, το 1926 ιδρύθηκε το Κομουνιστικό Κόμμα Κύπρου. Αμέσως, απέρριψε την ιδέα ένωσης Ελλάδας – Κύπρου, γιατί αυτό θα σήμαινε σύγκρουση με τους Τ/κ, προέβλεψε δε ότι το αίτημα της ένωσης θα το χρησιμοποιούσαν οι βρετανοί για να διασπάσουν Τ/κ και Ε/κ. Με αυτή τη γραμμή μπόρεσε να χτίσει ένα μαζικό κίνημα που συσπείρωνε Ε/κ και Τ/κ ενάντια στις άθλιες συνθήκες εργασίας «οι εργαζόμενοι, ακόμα και παιδιά, δούλευαν 12 και 14 ώρες την ημέρα για ένα κομμάτι ψωμί (ένα-δυο σελίνια μεροκάματο)». Παρά το γεγονός ότι το 1933 οι Βρετανοί έθεσαν το κόμμα εκτός νόμου, αυτό συνέχιζε να μεγαλώνει την επιρροή του.

Από τα τέλη της δεκαετίας του 1920, οι Κύπριοι ζούσαν σε συνθήκες κοινωνικής εξαθλίωσης, ως αποτέλεσμα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης και της παρατεταμένης ανομβρίας. Οι αγρότες αδυνατούσαν να ξεπληρώσουν τα χρέη τους και οι τοκογλύφοι ξεπουλούσαν τις περιουσίες τους. Σε πολιτικό επίπεδο η Βρετανική περίοδος χαρακτηρίζεται από την σχεδόν απολυταρχική εξουσία του εκάστοτε ύπατου αρμοστή και την πολιτική διάσπασης Ε/κ και Τ/κ στα πλαίσια του «διαίρει και βασίλευε».

Ως αποτέλεσμα των αφόρητων οικονομικών και κοινωνικών συνθηκών, στα 1931 ξεσπά λαϊκή εξέγερση, με αποκορύφωμα την πυρπόληση του κυβερνείου. Η εξέγερση επεκτάθηκε σε πολλές περιοχές της Κύπρου και οι Βρετανοί την κατέστειλαν με αγριότητα που στοίχισε

την ζωή σε πολλούς Κυπρίους. Κατά την διάρκεια της εξέγερσης το αίτημα για ένωση με την Ελλάδα αναζωπυρώθηκε ανάμεσα στους Ε/κ. Έντεχνα καλλιεργήθηκε η ιδέα (με κύριο καθοδηγητή τον Αλέξη Κύρου, τότε πρόξενο της Ελλάδας) ότι μια ένωση με την Ελλάδα θα είχε σαν αποτέλεσμα αναδιανομή της γης…

Στη διάρκεια του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου οι Βρετανοί προχώρησαν σε «φιλελευθεροποίηση» στη Κύπρο. Οι λόγοι ήταν ο κίνδυνος να καταληφθεί το νησί από τους ναζί, και η στρατολόγηση εθελοντών για τον πόλεμο. Αφ’ ετέρου υπήρχαν αυξημένες ανάγκες για εργατικά χέρια, τόσο για την κατασκευή αμυντικών έργων όσο και για τις αυξημένες ανάγκες της βρετανικής πολεμικής μηχανής. Έτσι δημιουργήθηκαν οι συνθήκες για να υπάρξει ισχυρό διεκδικητικό εργατικό κίνημα. Το 1941 ιδρύεται νόμιμα το ΑΚΕΛ (Ανορθωτικό Κόμμα Εργαζόμενου Λαού) από το ΚΚΚ, αλλά και προσωπικότητες από τον χώρο του Κέντρου.

Η επικράτηση του σταλινισμού στο παγκόσμιο κομουνιστικό κίνημα και η αναζήτηση συμμαχιών που θα ευνοούν τον ρώσικο ιμπεριαλισμό θα καθορίσουν τις επιλογές του.

Το ΑΚΕΛ αρχικά υποστηρίζει την πολιτική της ένωσης Ελλάδας – Κύπρου. Ωστόσο η γραμμή της ένωσης αντιμετώπιζε αντιστάσεις στο εσωτερικό του κόμματος και η γραμμή ήταν

διαρκώς επαμφοτερίζουσα. Μετά το 1945 και την ήττα της Αριστεράς στην Ελλάδα, εγκατέλειψε την γραμμή της ένωσης και αυτό διάρκεσε για μια μικρή περίοδο. Το επιχείρημα ήταν ότι δεν ήταν δυνατόν η Κύπρος να ενωθεί με μια «φασιστική χώρα όπως η Ελλάδα…κλπ.». Έτσι το ΑΚΕΛ αποδέχθηκε να αρχίσουν συνομιλίες με τους Βρετανούς, στα 1947-48, στη βάση της «αυτοδιάθεσης» της Κύπρου και, μελλοντικά, ανεξαρτησία. Αυτός ο συνδυασμός, εγκατάλειψης της ένωσης και παράλληλα ισχυρό διεκδικητικό εργατικό κίνημα, μετέτρεψε σε μαζικό και πανίσχυρο το ΑΚΕΛ, ενώ (ξανά)έφερε την πολυπόθητη ενοποίηση Ε/κ και Τ/κ εργατών. Στα συνδικάτα ενωμένοι πάλευαν για το οκτάωρο, καλύτερες απολαβές, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη κ.λπ., κατακτώντας πρωτόγνωρα δικαιώματα όχι μόνο για την Κύπρο αλλά και παγκόσμια (από τότε και μέχρι σήμερα το ποσοστό των συνδικαλισμένων εργατών σε όλη την Κύπρο είναι από τα υψηλότερα στον κόσμο). Η κυρίαρχη θέση του ΑΚΕΛ στην κυπριακή κοινωνία επικυρώνεται στις δημοτικές εκλογές του 1946 που κερδίζει όλους τους δήμους.

Έχει αρχίσει ο «Ψυχρός Πόλεμος» και οι προτεραιότητες των Βρετανών είναι διαφορετικές. Ο κυβερνήτης Πάλμερ (που μια 10ετία πριν είχε εξορίσει τους μητροπολίτες Κιτίου και Κερύνειας) απευθύνεται στην μόνη οργανωμένη δύναμη που μπορεί να αντιπαρατεθεί στο ΑΚΕΛ: «Για την ώρα η εκκλησία, με όλη της την διαφθορά, είναι αντικομουνιστική κι αυτό είναι πολύ σημαντικό».

Στα 1948, με την βοήθεια Βρετανών – εκκλησίας εκπρόσωποι του Γρίβα (αρχηγός της δοσιλογικής οργάνωσης Χ στην κατοχή και κατόπιν συνεργάτης των Βρετανών) ίδρυσαν στην Κύπρο την «Χ2», η οποία δολοφονούσε αριστερούς, ενώ χρησίμευσε και σαν απεργοσπαστικός τρομοκρατικός μηχανισμός. Είναι η χρονιά που ξεσπούν μεγάλες απεργίες στα μεταλλεία που ήσαν ιδιοκτησία ξένων εταιριών και απολάμβαναν καθεστώς κράτους εν κράτει. Τ/κ και Ε/κ εργάτες έδωσαν ενωμένοι την μάχη μαζί με το ΑΚΕΛ- η απεργία διαρκεί 125 μέρες, αλλά ηττάται.

Παράλληλα το ΚΚΕ, με παρέμβαση του Ζαχαριάδη το 1948, επέβαλε στο ΑΚΕΛ να εγκαταλείψει το αίτημα για ανεξάρτητη Κύπρο και να αρχίσει ένοπλο ενωτικό (με την Ελλάδα) αγώνα, στην προοπτική ότι τον εμφύλιο στην Ελλάδα θα τον κέρδιζε το ΚΚΕ!

Το ΑΚΕΛ συμμετέχει (αν και προϋπέθετε ρητά «εθνικοφροσύνη», για τους Τ/κ δεν γίνεται λόγος) στο δημοψήφισμα – παρωδία (με φανερή ψηφοφορία και έλεγχο των αποτελεσμάτων από τις μητροπόλεις) που οργανώνεται στις εκκλησίες τον Ιανουάριο του 1950 με ποσοστό των συμμετεχόντων υπέρ της Ένωσης με την Ελλάδα 95%!

Με ένα όργιο παρεμβάσεων οι Βρετανοί αποικιοκράτες κατορθώνουν να εκλεγεί αρχιεπίσκοπος, τον Ιούνιο του 1950 άλλος ένας εκλεχτός της αντικομουνιστικής δεξιάς, ο μητροπολίτης Κιτίου, Μακάριος Γ’. Άλλωστε είχε καλές «συστάσεις»: Αρθρογραφούσε στην εφημερίδα των χιτών, ενώ στη διάρκεια του εμφύλιου περιόδευε στο Βίτσι υπέρ του εθνικού στρατού και της επέμβασης των ΗΠΑ στον εμφύλιο. Στα 1948 επισκέφθηκε το κολαστήριο της Μακρονήσου για να ευλογήσει τους δεσμοφύλακες -βασανιστές.

Το 1955 η ελληνική κυβέρνηση (Παπάγου), έστειλε στην Κύπρο τον Γρίβα να ηγηθεί του «εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα». Ο Γρίβας διατηρούσε επαφή και έπαιρνε εντολές από το ελληνικό Γενικό Επιτελείο Στρατού. Είχε στενή επαφή με τον έλληνα υπουργό εξωτερικών Ε. Αβέρωφ.

Η Βρετανία εκμεταλλεύτηκε εξ’ αρχής τη δράση της ΕΟΚΑ. Για την Βρετανία η δράση της ΕΟΚΑ ήταν εξαιρετικά επωφελής, για την επιτυχή εφαρμογή της πολιτικής του «διαίρει και βασίλευε». Από την αρχή οι Βρετανοί γνώριζαν την «μυστική» έλευση του Γρίβα στην Κύ-

προ και ενώ γνώριζαν το «μυστικό» καταφύγιο του, δεν τον συνέλαβαν. Βασικά του πρωτοπαλίκαρα, όπως ο Πολύκαρπος Γιωρκάτζης κ.ά. ήταν διπλοί πράκτορες των Βρετανών.

Αυτά τα δύο ακροδεξιά καθάρματα, Μακάριος – Γρίβας, θα γίνουν οι αμφιλεγόμενοι ήρωες του «Κυπριακού αγώνος». Με τέτοιο παρελθόν και ιδέες δεν κατόρθωσαν να εμπνεύσουν τους Ε/κ εργαζόμενους. Παρά την μετέπειτα πλαστογράφηση της ιστορίας, ουδέποτε η ΕΟΚΑ απέκτησε μαζική βάση. Ο αριθμός των μελών της δεν ξεπέρασε τους 300, οι περισσότεροι από τους οποίους ήσαν μαθητές γυμνασίου στρατολογημένοι από τα κατηχητικά της εκκλησίας.

Γρίβας και Μακάριος δεν είχαν αντίρρηση να παραμείνουν οι βρετανικές βάσεις στην Κύπρο και, αργότερα, να είναι η Βρετανία εγγυήτρια δύναμη της ανεξάρτητης Κύπρου.

Ωστόσο, στα πλαίσια «ενδοοικογενειακών» διαφορών το 1956 οι Βρετανοί θα εξορίσουν τον Μακάριο στις Σεϋχέλλες.

Η «Εθναρχία» (η εκκλησία) εξ’ αρχής έστρεψε την ΕΟΚΑ κυρίως εναντίον των Τ/κ, επιδιώκοντας με μαζικές σφαγές του τ/κ πληθυσμού να κάμψει την πολιτική ηγεσία του. Το 1958 ξεσπούν «εθνοτικές» συγκρούσεις, σ’ ένα όργιο λεηλασιών, με νεκρούς, τραυματίες και τεράστιες υλικές ζημίες. Από τις συγκρούσεις έχασαν την ζωή τους 107 άτομα Ε/κ και Τ/κ.

Εν μέσω του ολέθρου των «διακοινοτικών» συγκρούσεων του 1958, η ΕΟΚΑ έχει σαν στόχο της όσους Ε/κ τολμούσαν να παλεύουν για την ενότητα Ε/κ και Τ/κ. Οι αριθμοί είναι εύγλωττοι. Από τους 500-650 νεκρούς από τις δολοφονικές ενέργειες της ΕΟΚΑ, οι 203 ήσαν Ε/κ, δηλαδή περίπου ένας στους τρεις (!),οι περισσότεροι αριστεροί.

Ο ίδιος ο Γρίβας στα απομνημονεύματά του, παραδέχεται ότι ο κύριος στόχος του στην Κύπρο ήταν «η περικύκλωση, ο εκφοβισμός και η εκτέλεση των κομμουνιστών».

Παράλληλα με την ΕΟΚΑ και η τ/κ φασιστική ΤΜΤ (Τουρκική Οργάνωση Αντίστασης) έδρασε ενάντια σε κάθε προοπτική κοινών αγώνων Ε/κ και Τ/κ. Το 1958 καλεί όλους τους Τ/κ εργάτες που ήσαν στην ΠΕΟ, να αποχωρήσουν. Η ΤΜΤ προχώρησε σε σειρά από δολοφονίες συνδικαλιστών, σπέρνοντας το εθνικό μίσος. Χιλιάδες Τ/κ εργάτες εγκατέλειψαν την ΠΕΟ (Κυπριακή ΓΣΕΕ) από το φόβο να δολοφονηθούν από την ΤΜΤ.

Συμφωνίες Ζυρίχης, «Ανεξαρτησία» και το Ελληνοκυπριακό απαρτχάιντ

Οι εθνοτικές συγκρούσεις στην Κύπρο είχαν σαν αποτέλεσμα να αυξάνεται σε επικίνδυνο βαθμό η ένταση μεταξύ Ελλάδας –Τουρκίας. Τελικά θα επιτευχθεί συμβιβασμός με συμφωνίες που υπέγραψαν Ελλάδα – Τουρκία στην Ζυρίχη και το Λονδίνο (Φεβρουάριος 1959). Ελλάδα, Τουρκία και Βρετανία αναλαμβάνουν τον ρόλο των «εγγυητριών δυνάμεων» των συμφωνιών. Στην δε Βρετανία παραχωρήθηκαν στρατιωτικές βάσεις κατά κυριαρχία (βρετανικό έδαφος).

Στις πρώτες εκλογές, ο Μακάριος αρνείται την στήριξη του ΑΚΕΛ ( ), ενώ το ίδιο αυτοπεριορίζεται σε 5 από τους 35 βουλευτές (παρότι πήρε το 40%) «για να μην φανεί ότι το νησί είναι κόκκινο».

Η τελική απόλυτη επικράτηση των Ε/κ καπιταλιστών επί των Τ/κ (από το 1960 μέχρι το 1974) στηρίχθηκε σε δυο πολύ σημαντικά δεδομένα.

Πρώτον, η τ/κ «υπερεκπροσώπηση» δεν αναιρούσε την κατοχή της εκτελεστικής εξουσίας από τους Ε/κ, γεγονός που επέτρεπε μια συγκεκριμένη ερμηνεία και «χρήση» του συντάγματος και των συμφωνιών.

Δεύτερον, κανενός είδους εγγυήσεις, δεν μπορούσε να αναιρέσει το γεγονός ότι οι Τ/κ βρίσκονταν οικονομικά υπό την κυριαρχία των Ε/κ καπιταλιστών. Η τ/κ αστική τάξη ήταν εξαιρετικά αδύναμη, ενώ οι Τ/κ στην μεγάλη τους πλειοψηφία αποτελούσαν φτηνή ανειδίκευτη εργατική δύναμη.

Το 1961 η Κύπρος έγινε επίσημο μέλος του Κινήματος των Αδεσμεύτων. Στους Αδέσμευτους συμμετείχαν κατά το πλείστον χώρες που είχαν πρόσφατα (τότε) αποκτήσει την ανεξαρτησία τους (όπως του Νάσερ στην Αίγυπτο) ή χώρες όπως η Γιουγκοσλαβία του Τίτο που είχαν έλθει σε ρήξη με μία εκ των «υπερδυνάμεων» (ΕΣΣΔ). Τα καθεστώτα των Αδέσμευτων είχαν αποκτήσει κύρος (παρ’ ότι τα περισσότερα ήσαν δικτατορικά καθεστώτα). Ο Μακάριος από «σκληρός» αντικομουνιστής και αδίστακτος εθνικιστής, μεταμορφώθηκε την δεκαετία του 1960 σε «αδέσμευτο ηγέτη, ανεξάρτητης χώρας». Οι σχέσεις του με τις «κομουνιστικές χώρες» και την ΕΣΣΔ παρουσιαζόταν από την ΕΔΑ σαν παράδειγμα «υπερήφανης εξωτερικής πολιτικής» και μάλιστα αναφέροντας τον Μακάριο η ΕΔΑ προέτρεπε τις ελληνικές κυβερνήσεις να «ακολουθήσουν το παράδειγμά του»! Στην πραγματικότητα από τη μια προσπαθούσε να πείσει τους δυτικούς ιμπεριαλιστές ότι σαν πολιτικά κυρίαρχος στο εσωτερικό της Κύπρου, ήταν τελικά αυτός που θα εξυπηρετούσε καλύτερα τα συμφέροντά τους στην περιοχή, από την άλλη, προσπαθούσε να εκμεταλλευτεί τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις για την επίτευξη των στόχων της Ε/κ αστικής τάξης. Έχοντας υπό τον έλεγχό τους οι Ε/κ καπιταλιστές τόσο την εκτελεστική εξουσία όσο και την πραγματική εξουσία σε κοινωνικό επίπεδο, ετοιμάζονταν μεθοδικά αμέσως μετά τις συμφωνίες Ζυρίχης – Λονδίνου, για την πλήρη ανατροπή των συμφωνιών με κύριο στόχο τα συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματα των Τ/κ.

Από το 1961, ένοπλες ε/κ «μαχητικές» ομάδες όλων των αποχρώσεων, πλην του ΑΚΕΛ,

οργανώθηκαν στην Κύπρο από τον Π. Γιωρκάτζη, τότε υπουργό εσωτερικών του Μακαρίου, καθώς και από τον Ν. Σαμψών και τον Β. Λυσσαρίδη. Τότε εκπονήθηκε και το περιβόητο σχέδιο «Ακρίτας» (έμπνευσης του Μακαρίου). Το σχέδιο ήταν να εξασκηθεί τόσο ολοκληρωτική βία, ώστε οι Τ/κ να συντριβούν σε μια-δυο ημέρες, για να μην προλάβει να επέμβει η Τουρκία.

Με βάση αυτό το σχέδιο, στις 30 Νοεμβρίου 1963 ο Μακάριος δίνει στον Τ/κ αντιπρόεδρο Κιουτσούκ, τα περίφημα «13 σημεία» τροποποίησης του συντάγματος που αφαιρούν από τους Τ/κ όλες τις δικλείδες ασφαλείας, και τους υποβιβάζουν σε καθεστώς μειονότητας (όχι εθνότητας). Το ΑΚΕΛ επικροτεί…

Τη νύχτα της 20-21 Δεκεμβρίου ξεσπούν στη Λευκωσία συγκρούσεις που θα οδηγήσουν σε γενικότερη σύρραξη. Οι συγκρούσεις αποκορυφώνονται ανήμερα των Χριστουγέννων. Ο Σαμψών με την ομάδα του αναλαμβάνει να «εκκαθαρίσει» την Ομορφίτα. Η ομάδα του δρούσε «δολοφονώντας και συλλαμβάνοντας ομήρους δεκάδες Τουρκοκύπριους, κυρίως γυναικόπαιδα, και λεηλατούσε τις περιουσίες τους».

Στις 25 Δεκεμβρίου απειλείται τουρκική επέμβαση στην Κύπρο. Η τουρκική επέμβαση θα αποτραπεί με επέμβαση των ΗΠΑ που δεν επιθυμούν ελληνοτουρκικό πόλεμο, από το φόβο της κατάρρευσης της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ. Ο Χρουτσώφ δηλώνει παράλληλα, ότι η ΕΣΣΔ «δεν θα μείνει αδιάφορη σε περίπτωση τουρκικής εισβολής».

Το σχέδιο που προέβλεπε γρήγορη συντριβή των Τ/κ έχει αποτύχει . Παρά την συντριπτική υπεροχή των Ε/κ στρατιωτικά, οι Τ/κ διατηρούν τον έλεγχο στην παλαιά Λευκωσία ως τον Πενταδάκτειλο, ενώ κυριαρχούν στρατιωτικά στην περιοχή της Κερύνειας. Με πρόταση του Σοφοκλή Βενιζέλου, υπουργού εξωτερικών της Ελλάδας, οι δυνάμεις της ΕΛΔΥΚ και της ΤΟΥΡΔΥΚ, τίθενται υπό τη διοίκηση του βρετανού στρατηγού Γιάγκ. Βρετανικές δυνάμεις παίρνουν θέσεις ανάμεσα στους αντιμαχόμενους στη Λευκωσία. Στις 29 Δεκεμβρίου 1963 υπογράφεται συμφωνία κατάπαυσης των εχθροπραξιών και για την διχοτόμηση της Λευκωσίας στην «πράσινη γραμμή». (Γιατί ο στρατηγός Γιάγκ τη χάραξε στο χάρτη με πράσινο μολύβι). Παρά την εκεχειρία (της 29 Δεκεμβρίου 1963) η σφαγή συνεχίζεται. Με τις σφαγές γυναικόπαιδων, και το κάψιμο ολόκληρων χωριών, ολοκληρώνεται ο εγκλωβισμός των Τ/κ σε θυλάκους (σχηματίστηκαν έξι μεγάλοι Τουρκικοί θύλακοι).

Σύμφωνα με έκθεση του ΟΗΕ, το 1964 οι Ε/κ έλεγχαν το 98% της Κύπρου. Τα επίσημα στοιχεία ανέφεραν ότι κατά τα έτη 1963 και 1964, περισσότεροι από 25.000 Τ/κ εκδιώχθηκαν από τα σπίτια τους και τα χωριά τους. Οι πρώτοι πρόσφυγες στην Κύπρο ήταν Τ/κ.

Οι τ/κ θύλακες μέχρι το 1974 ήταν υπό ε/κ στρατιωτική επιτήρηση, απαγορευόταν (μέχρι το 1968) η ελεύθερη διακίνηση(!) του 18% του πληθυσμού, όπως και οι εμπορικές συναλλαγές! Οι συνθήκες διαβίωσης ήσαν άθλιες με συνεχείς διακοπές της παροχής νερού και ηλεκτρικής ενέργειας α πό τους Ε/κ που τις έλεγχαν. Επιπλέον, η κυβέρνηση του Μακαρίου επέβαλε ποσοτικούς και τελωνειακούς περιορισμούς ακόμα και στα φορτία της Ερυθράς Ημισελήνου! Οι συνθήκες κάτω από τις οποίες διαβιούσαν οι Τ/κ θυμίζουν έντονα τις συνθήκες που επιβάλουν οι ισραηλινοί σιωνιστές στους Παλαιστίνους.

1963-1974. Η αποστασία του Μακαρίου από το «Εθνικό Κέντρο».

Οι Ε/κ καπιταλιστές μέχρι το 1974 δεν δέχονταν οποιαδήποτε ουσιαστική διαπραγμάτευση με τους Τ/κ, πιστεύοντας ότι η Τουρκία δεν θα επενέβαινε στρατιωτικά (πίστευαν ότι ΗΠΑ – ΕΣΣΔ θα απέτρεπαν μια τουρκική επέμβαση). Επιπλέον πίστευαν ότι οι αποκλεισμένοι Τ/κ θα εγκατέλειπαν μόνοι τους τελικά την Κύπρο. Ο Γλαύκος Κληρίδης δηλώνει: «Εμείς οι Έλληνες Κύπριοι ελέγχουμε σήμερα πλήρως την κυβέρνηση. Δεν έχουμε σ’ αυτήν ούτε τον αντιπρόεδρο με τα βέτο του ούτε τους τρεις Τούρκους υπουργούς. Η κυβέρνησή μας είναι η μόνη που αναγνωρίζεται διεθνώς. Γιατί να ξαναφέρουμε μέσα τους Τούρκους; Οι Τούρκοι σήμερα ελέγχουν μόνο το 3% του εδάφους. Δεν έχουν πλούσιους πόρους και περνούν δύσκολες στιγμές. Τελικά θα αναγκαστούν να δεχτούν τις απόψεις μας – ή να φύγουν».

Στην πραγματικότητα η «ανεξάρτητη Κύπρος» άνοιγε κερδοφόρους ορίζοντες για τους Ε/κ αστούς, ενώ μια ενδεχόμενη ένωση με την Ελλάδα τους έκλεινε. Εκείνη την περίοδο ήταν στην κορύφωσή του ο ανταγωνισμός των «δύο υπερδυνάμεων», Ρωσίας-ΗΠΑ. Οι Ε/κ αστοί πίστευαν, και δικαίως, ότι μένοντας η Κύπρος ανεξάρτητη και ισορροπώντας ανάμεσα στις δυο θα κέρδιζαν οικονομικά, ιδιαίτερα στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής, όπου οι ΗΠΑ βρίσκονταν σε διαρκή αντιπαράθεση με τους Άραβες, λόγω της υποστήριξής τους στο Ισραήλ (ενώ η Ελλάδα ήταν δεσμευμένη στο ΝΑΤΟ).

Και πράγματι, αυτή η επιλογή (ανεξαρτησία) αποδείχθηκε η κότα με τα χρυσά αυγά για τους ε/κ καπιταλιστές. Το ΑΕΠ της Κύπρου εμφανίζει μέσο ετήσιο ρυθμό 7,6% την πενταετία 1962-1966, και 11% την πενταετία 1967-1972. Μεταξύ των ετών 1968 και 1973 εντυπωσιάζει ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης της βιομηχανίας που είναι 16,6%. Το 1971 οι Ε/κ εφοπλιστές συγκέντρωναν τον τέταρτο εμπορικό στόλο της Μεσογείου, διεκπεραιώνοντας τον κύριο όγκο του εμπορίου της ΕΣΣΔ στην περιοχή.

Η ε/κ άρχουσα τάξη άρχισε με αυξανόμενο ρυθμό να παθαίνει αλλεργία και μόνο στην ιδέα ένωσης Ελλάδας – Κύπρου. Αντίθετα, η στρατηγική των κυβερνήσεων της Αθήνας είναι η ένωση Κύπρου– Ελλάδας με «κάποια ανταλλάγματα» προς την Τουρκία.

Από το 1964 ιδιαίτερα και μετά, η κύρια αντίθεση στο Κυπριακό πρόβλημα θα είναι η ρήξη Αθήνας – Λευκωσίας που θα πάρει δραματικές μορφές και θα κορυφωθεί το 1974.

Τον Μάιο του 1964 σε επιστολή του ο Παπανδρέου γράφει στον Αμερικανό Πρόεδρο Τζόνσον: «Το δίλημμα είναι: «Νατοποίηση» ή Κούβα (σ.σ.: έχει μόλις αποτραπεί η απόπειρα του Μακαρίου να αγοράσει όπλα από την Τσεχοσλοβακία). «Νατοποίηση» μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο με την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Με την ένωση, ολόκληρο το νησί, που θα έχει αποτελέσει τμήμα της Ελλάδας, μπορεί να γίνει βάση του ΝΑΤΟ, όπως και η Κρήτη. Ο εσωτερικός κομμουνισμός θα μειωθεί σημαντικά, όπως στην Ελλάδα, όπου μειώθηκε στο 12%»

Τον Ιούνιο του 1964 αποστέλλεται από την κυβέρνηση Παπανδρέου στην Κύπρο ο Γρίβας επικεφαλής τόσο της Εθνοφρουράς όσο και της ΕΛΔΥΚ. Η ΕΛΔΥΚ ενισχύεται «κρυφά» με μία μεραρχία (8.500 άνδρες) έως τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς. Στόχος ο έλεγχος αν όχι η εξουδετέρωση του Μακαρίου.

Το ίδιο καλοκαίρι, η Τουρκία αντιδρώντας, ετοιμάζεται να εισβάλει στην Κύπρο. Ο πόλεμος θα αποτραπεί με παρέμβαση των ΗΠΑ. Άμεσα πλέον, προσανατολίζονται σε έναν «διακανονισμό» ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία για την Κύπρο, ώστε το νησί να ελέγχεται άμεσα από χώρα του ΝΑΤΟ και όχι από τον «απρόβλεπτο» Μακάριο.

Ευνοούν την ένωση Ελλάδας – Κύπρου, αλλά στη «ρεαλιστική» βάση της παραχώρησης ανταλλαγμάτων προς την Τουρκία.

Αρχές Αυγούστου 1964, λαμβάνει την τελική μορφοποίηση το σχέδιο Άτσεσον (πρώην υπουργός εξωτερικών των ΗΠΑ) για λύση του Κυπριακού. Το σχέδιο, προέβλεπε ουσιαστική ένωση Ελλάδας – Κύπρου με παραχώρηση βάσης στην Τουρκία για 50 χρόνια (στην μισή έκταση από αυτή που επεδίωκε η Τουρκία, περίπου στο 5,5% του εδάφους της Κύπρου).

Ο Γ. Παπανδρέου σε ευφορία θα δηλώσει: «Μου χαρίζουν μια πολυκατοικία και μου ζητούν μόνο το ρετιρέ».

Ωστόσο απορρίπτεται από τον Μακάριο ως «διχοτομικό», και τορπιλίζει στις 7 Αυγούστου την διαδικασία, διατάζοντας «εκκαθαριστική επιχείρηση» στον τ/κ θύλακο Μανσούρας – Κοκκίνων από δυνάμεις της Εθνοφρουράς με άρματα. Από το μεσημέρι, η τουρκική αεροπορία αρχίζει εξόρμηση κατά κύματα μέχρι την διακοπή της επίθεσης στον «θύλακο». Σαν αποτέλεσμα, η Τουρκία υπαναχωρεί από την συμφωνία.

Από την επόμενη χρονιά, ο Μακάριος για να βελτιώσει τις σχέσεις του με τις ΗΠΑ, συναίνεσε στη χρήση από Αμερικανούς του βρετανικού αερολιμένα στο Ακρωτήρι για τις επιχειρήσεις των U-2 κατασκοπευτικών αεροσκαφών. Συμφώνησε επίσης να εγκαταστήσει η CIA σύστημα ασύρματης παρακολούθησης για τη συλλογή πληροφοριών για τις κινήσεις των σοβιετικών.

Ωστόσο, και παρά το φλερτ με τους Αμερικανούς, η ελληνική κυβέρνηση (Στεφανόπουλου – αποστατών) θα τον αποκλείσει από τις σχετικές διαπραγματεύσεις με την Τουρκία το 1966. Θα απορρίψει και την πρότασή του να ορίζει ο ίδιος τον αρχηγό της Εθνικής Φρουράς και να εγκρίνει την τοποθέτηση των Ελλήνων αξιωματικών. Για την εκάστοτε ελληνική κυβέρνηση, ο Μακάριος είναι εμπόδιο στην προοπτική της ένωσης σε συμβιβασμό με την Τουρκία και πηγή μόνιμων προβλημάτων. Πολύ περισσότερο, για τους συντρόφους του ακροδεξιούς σε Ελλάδα και Κύπρο ήταν πλέον προδότης.

Η χούντα και παρά τα «γλειψίματα» του Μακαρίου (ο Παπαδόπουλος «έξυπνος άνδρας και γνήσιος ηγέτης»), συνέχισε την ίδια πολιτική με αυτή των προηγούμενων «δημοκρατικών» κυβερνήσεων – σύγκρουση με τον Μακάριο, ακόμα και βίαιη ανατροπή του, και αναζήτηση συμβιβασμού με την Τουρκία με «κάποια ανταλλάγματα» για να αποδεχθεί την Ένωση.

Τον Σεπτέμβριο 1967 έγινε η περίφημη συνάντηση του Έβρου, μεταξύ του «πρωθυπουργού» της Χούντας Κόλια και του Ντεμιρέλ, στην οποία προτάθηκε στην Τουρκία βάση στην Κύπρο, την οποία θα έλεγχε με «κυριαρχικά δικαιώματα».

Ο Μακάριος αντέδρασε με τον γνωστό του τρόπο. Διατάζει την Εθνοφρουρά, στις 15

Νοεμβρίου 1967, να επιτεθεί στον τ/κ θύλακο Κοφίνου – Αγίου Θεοδώρου. Το αποτέλεσμα της επίθεσης είναι πραγματική σφαγή. Η Τουρκική Εθνοσυνέλευση αποφάσισε στις 16 Νοεμβρίου 1967 την κήρυξη πολέμου κατά της Ελλάδας. Με την μεσολάβηση του υφυπουργού άμυνας των ΗΠΑ, Σάιρους Βανς, αποφεύγεται ελληνοτουρκικός πόλεμος. Ωστόσο η ελληνική χούντα υποχρεώνεται να αποσύρει από την Κύπρο την ελληνική μεραρχία, που είχε πάει «κρυφά» στην Κύπρο το 1964, και να ανακαλέσει στην Ελλάδα τον Γρίβα.

1974

Φαινομενικά από αυτή την σύγκρουση έβγαινε νικητής ο Μακάριος. Και τον ελληνικό στρατό «ξεφορτώθηκε», αλλά και τον Γρίβα. Ωστόσο, στην πραγματικότητα θα κλιμακωθεί η ελληνοκυπριακή αντιπαράθεση. Τον Μάρτιο 1970 θα γίνει απόπειρα δολοφονίας του Μακαρίου, με την συμμετοχή, του μέχρι πρόσφατα στενού συνεργάτη του Μακαρίου, Πολύκαρπου Γιωρκάτζη. Ακολουθεί η δολοφονία (από αγνώστους…) του Γιωρκάτζη. Το 1971 ο Γρίβας επιστρέφει μυστικά στην Κύπρο και ιδρύει την διαβόητη ΕΟΚΑ Β’.

Στις 3 Ιουλίου 1974 ο Μακάριος αποστέλλει επιστολή προς τον πρόεδρο της χούντας Φαίδωνα Γκιζίκη, απαιτώντας την απομάκρυνση από την Κύπρο των Ελλήνων αξιωματικών της Εθνοφρουράς. Ωστόσο, οι βυζαντινισμοί και η σχοινοβασία στα άκρα έχουν όρια.

Στις 15 Ιουλίου 1974 η χούντα διατάζει την Εθνοφρουρά να ανατρέψει με πραξικόπημα τον

Μακάριο και ορκίζεται μια νέα κυβέρνηση υπό τον τουρκοφάγο Ν. Σαμψών. Ο Σαμψών για τους Τ/κ ήταν ότι «ο Χίτλερ για το λαό του Ισραήλ».

Ο Μακάριος καταφέρνει την τελευταία στιγμή να διαφύγει και από την βρετανική βάση του Ακρωτηρίου φυγαδεύεται στο Λονδίνο. 19 Ιουλίου 1974, σε ομιλία του στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, καταγγέλλει τα γεγονότα στην Κύπρο όχι σαν πραξικόπημα, αλλά σαν εισβολή ξένης χώρας, εκφράζοντας ξεκάθαρα, την αντίθεση της ε/κ άρχουσας τάξης στην προοπτική ένωσης Ελλάδας – Κύπρου.

Στις 20 Ιουλίου 1974, άρχισε η (νόμιμη βάσει των συνθηκών της Ζυρίχης) τουρκική απόβαση στην Κύπρο.

Στις 22 Ιουλίου με απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ γίνεται κατάπαυση πυρός, με τα τουρκικά στρατεύματα να έχουν καταλάβει, μέχρι τότε, την Κερύνεια και μια στενή λωρίδα εδάφους που συνδέει την πόλη αυτή με τον τ/κ τομέα της Λευκωσίας (συνολικά μόλις το 7% του εδάφους της Κύπρου). Στις 23 Ιουλίου καταρρέει η ελληνική χούντα και στις 24 Ιουλίου έρχεται στην Αθήνα ο Κωνσταντίνος Καραμανλής.

Η επιστράτευση, που είχε επιχειρήσει η χούντα λίγο πριν καταρρεύσει, είχε αποτύχει παταγωδώς. Οι επιστρατευμένοι δημιούργησαν χάος στον ελληνικό στρατό δείχνοντας αηδία και απείθεια στους αξιωματικούς (δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι τα γεγονότα του Πολυτεχνείου ήσαν νωπά). Η διάθεσή τους ήταν να μην πολεμήσουν ένα πόλεμο «που δεν ήταν δικός τους». Ο Καραμανλής επανειλημμένα συσκέφτηκε με την τότε στρατιωτική ηγεσία για να εξετάσουν είτε την αποστολή στρατιωτικής δύναμης στην Κύπρο, είτε ακόμα και την πιθανότητα ανάληψης «επιθετικής πρωτοβουλίας» στα ελληνοτουρκικά σύνορα. Το συμπέρασμα που βγήκε ήταν ότι αναγκαστικά η Ελλάδα έπρεπε να περιοριστεί σε «αμυντικό ρόλο».

Με βάση την απόφαση του ΟΗΕ ξεκίνησαν στην Γενεύη διαπραγματεύσεις μεταξύ Ελλάδας, Τουρκίας και Βρετανίας. Η τουρκική πλευρά εμφανίστηκε, φυσιολογικά λόγω της συντριπτικής στρατιωτικής υπεροχής της, «σκληρή» στην διαπραγμάτευση. Διαπραγματευόταν στη βάση μιας ομόσπονδης Κύπρου είτε με απόλυτο εδαφικό διαχωρισμό των δυο εθνοτήτων είτε στη βάση δημιουργίας καντονιών (όπως ήταν η αμερικανική πρόταση). Το εκπληκτικό ήταν η ε/κ στάση. Κατ’ εντολή του Μακαρίου

ο Γλαύκος Κληρίδης εμφανίστηκε κάθετα ενάντιος σε οποιαδήποτε ομοσπονδιακή λύση και έκανε απλώς την… «παραχώρηση» να προτείνει την επιστροφή στο σύνταγμα του 1960… αυτό που η ίδια ε/κ πλευρά κατήργησε αιματηρά το 1963 με την πρόφαση ότι δεν είναι «λειτουργικό». Οι διαπραγματεύσεις θα καταρρεύσουν στις 14 Αυγούστου 1974, όταν ο Κληρίδης ζητά 48ωρη αναβολή με σκοπό να πείσει την Αθήνα να αποστείλει στρατεύματα στην Κύπρο!

Την ίδια μέρα, ξεκινάει ο Αττίλας ΙΙ και μέχρι τις 16 του ίδιου μήνα, ο τουρκικός στρατός ελέγχει ολόκληρο το βόρειο τμήμα της Κύπρου, το 36% του εδάφους.

Τα αποτελέσματα του τυχοδιωκτισμού του Ελληνικού και Ε/κ αστισμού, ήτανε τραγικά.

Περί τους 200.000 Ε/κ θα μετατραπούν σε πρόσφυγες, εγκαταλείποντας την βόρεια Κύπρο, το σύνολο των Τ/κ στο νότο θα μετατραπεί με την σειρά του σε πρόσφυγες φεύγοντας προς τον βορρά (υπολογίζονται σε 65.000). Το 1,5% του πληθυσμού τραυματίστηκε ή πέθανε, 1600 Ε/κ και ανάλογος αριθμός Τ/κ είναι έκτοτε αγνοούμενοι.

Ωμότητες έγιναν μαζικά και από τους τακτικούς στρατούς και από Ε/κ και Τ/κ ακροδεξιούς. «Άτακτες ομάδες» της ΕΟΚΑ Β’ εκτελούσαν γυναικόπαιδα μαζικά.

Επίσης, η οικονομική εξαθλίωση ήταν τρομακτική, τόσο για τους Ε/κ, όσο και για τους Τ/κ πρόσφυγες και όχι μόνο.

Προφανώς οι εξελίξεις καθορίστηκαν από τους ωμούς συσχετισμούς δύναμης και όχι από το ποιος έχει «το δίκιο με το μέρος του».

Η τουρκική εισβολή ήταν το επιστέγασμα της αποτυχίας της προσπάθειας για μια «ελληνοποιημένη» Κύπρο – είτε με την μορφή ένωσης Ελλάδας – Κύπρου, όπως ήταν ο στόχος των ελλήνων καπιταλιστών, είτε με την μορφή της ανεξάρτητης Κύπρου κάτω από την απόλυτη κυριαρχία του ε/κ κεφαλαίου, όπως ήταν ο στόχος του Μακαρίου, (μετά την εισβολή δήλωσε ότι ίσως, «πιθανόν»(!!), να έπρεπε να ακολουθήσει μια πιο «εύκαμπτη κι ευλύγιστη στάση στις διαπραγματεύσεις του με την τ/κ κοινότητα»)…

Οι εξελίξεις μετά το 1974

Από το 1974 και μετά ξεκίνησε ένας μαραθώνιος διαπραγματεύσεων και συμφωνιών που όλες τους οδήγησαν σε αδιέξοδο, τουλάχιστον μέχρι σήμερα.

Ο Μακάριος πολιτικά κυρίαρχος στο νησί (το ΑΚΕΛ θα ξανα-αυτοπεριοριστεί σε 9 έδρες το 1976) και η ε/κ άρχουσα τάξη αναγνωρίζει ότι πλέον η κυριαρχία της σε ολόκληρο το νησί δεν είναι εφικτή. Αποδέχεται ότι πρέπει να γίνουν παραχωρήσεις τόσο στο εδαφικό όσο και στην ελεύθερη διακίνηση του κεφαλαίου της.

Από τότε και σε όλες τις επόμενες συνομιλίες για την επίλυση του Κυπριακού, η προσπάθεια των Ε/κ καπιταλιστών θα είναι να έχει το μελλοντικό κυπριακό κράτος όσο το δυνατόν ισχυρότερη (περισσότερες εξουσίες) κεντρική κυβέρνηση, ώστε η οικονομική τους δύναμη, το γεγονός ότι οι Ε/κ καπιταλιστές είναι συντριπτικά ισχυρότεροι των Τ/κ, με την πάροδο του χρόνου να επαναφέρει την κυριαρχία τους σε ολόκληρο το νησί. Προσπαθούν δηλαδή να «ρεφάρουν» την στρατιωτική ήττα με την οικονομική τους ισχύ.

Από την πλευρά τους οι Τ/κ, σε αντιστάθμισμα των ε/κ επιδιώξεων, επιζητούν ισχυρές ομόσπονδες κυβερνήσεις και χαλαρή ομοσπονδία (λιγότερες εξουσίες στην κεντρική κυβέρνηση). Επιδιώκουν οι ομόσπονδες κυβερνήσεις να έχουν έλεγχο στη διακίνηση κεφαλαίου, ώστε να μην απορροφηθούν από το ισχυρότερο ελληνικό κεφάλαιο.

Ωστόσο, παρά την στρατιωτική υπεροχή των Τ/κ (χάρις στην τουρκική επέμβαση το 1974) η θέση της ελληνικής και ε/κ πλευράς αποδείχθηκε πολύ ισχυρή. Η ελληνική και ε/κ πλευρά κατόρθωσαν μετά το 1974 να απομονώσουν διεθνώς τους Τ/κ. (Άλλη μια ανταπόδειξη του μύθου ότι οι «ιμπεριαλιστές ευνοούν την Τουρκία»).

Το γεγονός αυτό έδινε τεράστια πλεονεκτήματα στους Ε/κ καπιταλιστές. Μπορούσαν να πάρουν διεθνή δάνεια (σε αντίθεση με τον βορρά), ενώ εισέρεαν στην νότια Κύπρο (στοιχεία του 1979), περί τα 54 εκατ. δολάρια ετησίως ως βοήθεια από ΗΠΑ, Ελλάδα, Βρετανία, Γερμανία. Ακόμα και η παρουσία του στρατού του ΟΗΕ απέφερε οφέλη καθώς οι δαπάνες των στρατιωτικών αυτών μονάδων συνέβαλλαν κατά κύριο λόγο στην οικονομική ανάπτυξη της νότιας Κύπρου, μιας και ο ΟΗΕ την αναγνώριζε σαν το μόνο «νόμιμο» κράτος της Κύπρου.

Οι ΗΠΑ επιβάλλουν εμπάργκο πώλησης πολεμικού υλικού προς την Τουρκία ως τα τέλη του 1978 και μετέπειτα αναλογία 7/10 ανάμεσα στην Ελλάδα και στην Τουρκία στις προμήθειες στρατιωτικού υλικού.

Πολιτικά, θα κυριαρχήσουν μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 80 (με την στήριξη πάντα του ΑΚΕΛ και του «πατριωτικού» – ρεβανσιστικού ΠΑΣΟΚ) οι «απορριπτικοί», δηλαδή οι «σκληροί και υπομονετικοί» σε ότι αφορά τις παραχωρήσεις στους Τ/κ. Ο μετά τον Μακάριο, δις Πρόεδρος (ελέω ΑΚΕΛ), Σπύρος Κυπριανού (του οποίου ο γιός έπεσε θύμα απαγωγής το 1977 από την ΕΟΚΑ Β΄…), ουσιαστικά συναινούσε στην παράταση της εκκρεμότητας του Κυπριακού μέχρι την εποχή που η διεθνοπολιτική συγκυρία θα ήταν ευνοϊκή για την οριστική διευθέτηση και του Αιγαιακού.

Ωστόσο, μετά τον παραλίγο ελληνοτουρκικό πόλεμο το 1987, η ανοχή των αμερικανών δείχνει τα όριά της. Το 1988 καταργείται η αναλογία 7/10 και περικόπτεται κατά 80% η αμερικανική βοήθεια προς την Κύπρο.

Με τον υποστηριζόμενο από το ΑΚΕΛ Γιώργο Βασιλείου και μετέπειτα με τον Δεξιό (ΔΗΣΥ) πρόεδρο Γλαύκο Κληρίδη, οι θιασώτες της «κοινοτικής επαναπροσέγγισης» παίρνουν το πάνω χέρι. Αντίστοιχα, στην Ελλάδα (και μετά τις περιπέτειες του «βρώμικου 89, του «Μακεδονικού» κλπ.) υποστηρίζεται η καινούρια τακτική με «έναν άσσο στο μανίκι»: την προώθηση της ένταξης της (Ε/κ) Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ε.Ε. ταυτόχρονα με την εξέλιξη της σχέσης της Ε.Ε. με την Τουρκία, «για την προώθηση των δημοκρατικών δικαιωμάτων» (μπλα-μπλα…), αλλά κυρίως για την προώθηση του «ευρωπαϊκού κεκτημένου», ήτοι την απρόσκοπτη κίνηση ανθρώπων και κυρίως κεφαλαίων σε όλο το νησί, δηλαδή την οικονομική επικυριαρχία του ε/κ κεφαλαίου στην Β. Κύπρο.

Πράγματι, από τα μέσα της δεκαετίας του 1980, η νότια Κύπρος εξελίχθηκε σε διεθνές κέντρο παροχής υπηρεσιών και σε μαζικό τουριστικό προορισμό. Ο πόλεμος και η καταστροφή του Λιβάνου (της «Ελβετίας της Μέσης Ανατολής») μετά το 1982 μετέτρεψαν το νησί σε «παράδεισο» για ναυτιλιακές, συμβουλευτικές, δικηγορικές και κάθε είδους εταιρείες υπηρεσιών που φορολογούνταν (4,25%) και φορολογούνται (5-6%) ελάχιστα. Κατά τη δεκαετία του 1990 ο ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης ήταν 4%, υψηλότερος του μέσου όρου της Ε.Ε.. Επικρατούσαν συνθήκες πλήρους απασχόλησης (ενώ η ανεργία στην Ε.Ε. ήταν στο 11%). Το κατά κεφαλήν ετήσιο εισόδημα ξεπέρασε για πρώτη φορά το κατά κεφαλή εισόδημα της Ελλάδας, το 1998.

Ανάλογα αποτελέσματα είχε η κατάρρευση των χωρών του πρώην κρατικού καπιταλισμού και η αναζήτηση καταφυγίων για τα λάφυρα του πλιάτσικου που έκαναν εκεί τα πρώην στελέχη των «ΚΚ» και νυν μεγαλοκαπιταλιστές. Εκτιμάται, ότι πλέον των 50.000 ατόμων από το πρώην «ανατολικό μπλοκ» έχουν κυπριακό (ευρωπαϊκό πλέον) διαβατήριο και συμφέροντα στο νησί.

Σήμερα στη νότια Κύπρο υπάρχουν πάνω από 14.000 υπεράκτιες (offshore) εταιρείες.

Από τα παραπάνω γίνεται φανερό, πόσο υποκριτική ήταν η προβολή κάθε τόσο του «προσφυγικού προβλήματος» από την ε/κ πλευρά.

Δεν υπάρχουν προσφυγικοί καταυλισμοί μετά το 80 στην νότια Κύπρο, όπως π.χ. στους Παλαιστίνιους. Κυριολεκτικά ελάχιστοι (μεγάλης ηλικίας, και αυτοί από νοσταλγία) επιθυμούν να επιστρέψουν στις περιοχές του 1974. Όλη η κουβέντα γίνεται για τις τουριστικές επενδύσεις στην Αμμόχωστο και αλλού, καθώς και για την στυγνή εκμετάλλευση Τ/κ και Τούρκων μεταναστών (υπολογίζονται σε 100.000, όσοι περίπου και οι Τ/κ).

Κατ’ αυτόν τον τρόπο, από το 2002 ως το 2004 ο τότε Γ.Γ. του ΟΗΕ Κόφι Ανάν θα προτείνει σχέδιο «επίλυσης του Κυπριακού», το οποίο στην τελική του μορφή θα απορριφθεί από την ε/κ πλευρά σε δημοψήφισμα (οι τ/κ κόντρα στις βουλές του διεφθαρμένου καθεστώτος Ντεκτάς θα το υπεψηφίσουν).

Η ελληνική κυβέρνηση, αλλά και γενικότερα οι «σοβαροί» εκπρόσωποι των καπιταλιστών, δεν έκρυβαν ότι το σχέδιο Ανάν ήταν ευνοϊκό γι’ αυτούς. Όπως δήλωσε τότε ο Κ. Μητσοτάκης, εκφράζοντας τις σκέψεις των Ελλήνων και Ε/κ καπιταλιστών: «Αν το σχέδιο εφαρμοστεί όπως πρέπει, σε δέκα χρόνια ο Ελληνισμός θα είναι κυρίαρχος στη Μεγαλόνησο, αφού έχει τα οικονομικά εχέγγυα προς τούτο».

Ο μετά τον Κληρίδη όμως, «απορριπτικός» Πρόεδρος (με την στήριξη του ΑΚΕΛ) Τάσος Παπαδόπουλος υποχρέωσε το ΑΚΕΛ να αποσύρει την υποστήριξή του στο σχέδιο Ανάν και μαζί με άλλους δεξιούς και «αριστερούς» πατριώτες να κερδίσει το δημοψήφισμα.

Παρότι ήταν ολοφάνερο ότι το σχέδιο ανέτρεπε σε βάρος της Τουρκίας (με την αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων) τους στρατιωτικούς συσχετισμούς που δημιουργήθηκαν το 1974. Ήταν χωρίς αμφιβολία το μάξιμουμ που θα μπορούσε να πάρει η ελληνική πλευρά χωρίς πόλεμο. Ιδιαίτερα, η εκδίωξη τόσων δεκάδων χιλιάδων Τούρκων μεταναστών (60.000 προέβλεπε η συμφωνία, περισσότερες εκτοπίσεις έφτασε να ζητάει …το ΑΚΕΛ), που επί δεκαετίες βρίσκονται στην Κύπρο, θα προκαλούσε αναπόφευκτα δραματικές εντάσεις, τόσο στην βόρεια Κύπρο, όσο και στο εσωτερικό της Τουρκίας.

Τελικά, για τους Ε/κ καπιταλιστές η τύχη του ίδιου του σχεδίου Ανάν δεν είχε και τόση σημασία: έχουν κερδίσει τον οικονομικό πόλεμο με τους Τ/κ, έχουν ενταχθεί στην Ε.Ε., θεωρούν ότι ο χρόνος δουλεύει για αυτούς (λόγω των οικονομικών και κοινωνικών προβλημάτων της βόρειας Κύπρου). Θεωρούν ότι αυτά τα πλεονεκτήματα δεν θα ανατραπούν στο ορατό μέλλον, ενώ ευελπιστούν ότι ένα μελλοντικό σχέδιο για το Κυπριακό θα είναι ακόμα καλύτερο για αυτούς.

Η Αριστερά

Είναι πολύ διαδεδομένη, κύρια από την πλευρά της ρεφορμιστικής Αριστεράς, η άποψη ότι για όλα τα «δεινά της Κύπρου» φταίνε οι «ξένοι ιμπεριαλιστές», η Βρετανία και, κατά κύριο λόγο, οι «Αμερικάνοι». Η άποψη αυτή τείνει είτε να αποσιωπά την πολιτική εθνοκάθαρσης (ενάντια στους Τ/κ) της ε/κ άρχουσας τάξης, είτε να την υποβαθμίζει στο επίπεδο του απλού «λάθους». Θα ονομάσουμε αυτή την άποψη «αριστερό εθνικισμό», γιατί θεωρώντας «δίκαιες» τις «εθνικές» επιδιώξεις υποβιβάζει (αν δεν εξαφανίζει) την ταξική ανάλυση. Στο τέλος μετατρέπει την ταξική πάλη σε αντίθεση ανάμεσα σε «πατριώτες» και σε «υπηρέτες του ιμπεριαλισμού».

Ο ακολουθητισμός απέναντι στο Μακάριο γιατί τάχα ήτανε αντιϊμπεριαλιστής ( ), κατέστρεφε οποιαδήποτε δυνατότητα για ενότητα των ε/κ και τ/κ εργατών. Με την ίδια λογική θα έπρεπε να στηρίζουμε σαν αντιϊμπεριαλιστές σαν τον Μιλόσεβιτς, τον Σαντάμ Χουσεΐν ή τους Ταλιμπάν…

Αλλά εδώ, βρισκόμαστε αντιμέτωποι και με μια απίθανη λαθροχειρία της ρεφορμιστικής Αριστεράς σε Ελλάδα – Κύπρο. Για να δώσει αριστερό «άρωμα» στην πολιτική συνταύτισης με τις επιλογές της άρχουσας τάξης, αλλά και την άρνηση κάθε ταξικής ανάλυσης, προχώρησε στην εξής εξίσωση: Ο «τουρκικός επεκτατισμός» εξισώθηκε με τον «αμερικάνικο ιμπεριαλισμό»! Έτσι η πάλη ενάντια στον «τουρκικό επεκτατισμό» μετατράπηκε σε… «αντιϊμπεριαλισμό»! Εδώ υπονοείται ότι ο τουρκικός καπιταλισμός είναι πιο πιστό «σκυλάκι» των ιμπεριαλιστών από τον ελληνικό.

Ο παραλογισμός αυτής της εξίσωσης γίνεται εξόφθαλμος και από το εξής γεγονός: Η τουρκική άρχουσα τάξη, με το σιγοντάρισμα της τουρκικής ρεφορμιστικής Αριστεράς, ακολουθεί την ίδια ακριβώς συλλογιστική στην δική της προπαγάνδα, μόνο από… την ανάποδη. Τονίζουν ότι «πάντα η Ελλάδα ήταν το χαϊδεμένο παιδί των δυτικών ιμπεριαλιστών» και πάντοτε αυτοί υπέθαλπαν τον «ελληνικό επεκτατισμό»!

Αναγκαίο δεκανίκι του δεξιού εθνικισμού είναι ο «αριστερός» εθνικισμός. Η ιδεολογική κυριαρχία μιας άρχουσας τάξης, ολοκληρώνεται όταν μπορεί να πείσει τις υποτελείς τάξεις για τα «δίκαιά της».

Μέρος αυτής της προσπάθειας είναι ότι πάντοτε ο «ξένος αντίπαλος» είναι υποχείριο «σκοτεινών κέντρων». Και πράγματι η βοήθεια που προσφέρει σε αυτό ο αριστερός ρεφορμισμός στην άρχουσα τάξη, είναι ανεκτίμητη.

Απ’ το 1974 μέχρι σήμερα, η ελληνική Αριστερά σέρνεται στα ατέλειωτα διπλωματικά παζάρια για την λύση στο Κυπριακό, πάντα μέσα στα όρια που θέτει η ελληνική αστική τάξη και οι σχέσεις της με τον ιμπεριαλισμό.

Είναι βέβαιο ότι το σχέδιο Ανάν έκφρασε την ανάγκη των ιμπεριαλιστών να εξασφαλίσουν «τα νώτα τους» για τις επεμβάσεις τους στην περιοχή της Μέσης Ανατολής. Επιπλέον το σχέδιο επέβαλε στην Κύπρο μια κατάσταση «ασταθούς ισορροπίας», εμπλέκοντας ξανά σαν «εγγυήτριες δυνάμεις» Ελλάδα – Τουρκία- Βρετανία!

Η απόρριψη του σχεδίου Ανάν, όχι από ταξική, διεθνιστική και αντιϊμπεριαλιστική θέση αλλά από την σκοπιά των «εθνικών δικαίων» και επιδιώξεων (ΑΚΕΛ, ΚΚΕ) δείχνει τα όρια και τις ανεπάρκειες αυτής της σταλινογενούς «πατριωτικής» αριστεράς να δώσει λύση πέρα από τις «εθνικές» δηλαδή αστικές επιδιώξεις.

Σήμερα η Ελλάδα και η Τουρκία έχουν περισσότερα τανκς στην κατοχή τους από όσα η Βρετανία, η Γαλλία, η Γερμανία και η Ιταλία μαζι!! Αφιερώνουν το 4,7% (Ελλάδα) και το 3,8% (Τουρκία) του ΑΕΠ σε εξοπλισμούς (ο μέσος όρος των χωρών του ΝΑΤΟ είναι 2,2%).

Νισάφι πια με την αφαίμαξη της ζωής μας!

Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι είναι δύο διαφορετικές εθνικές κοινότητες που όμως για να ζήσουν μαζί ειρηνικά και δημιουργικά πρέπει να σπάσουν τα δεσμά των εθνικών ανταγωνισμών. Αυτό σημαίνει η τουρκοκυπριακή κοινότητα έχει το δικαίωμα –αυτονόητο για μας αλλά ακατανόητο για τους Έλληνες εθνικιστές κάθε είδους και παραλλαγής– να αποφασίζει για τη ζωή της και τη μοίρα της. Πάνω σ’αυτό το θεμέλιο μπορούμε να κτίσουμε τους κοινούς αγώνες και την αλληλεγγύη μεταξύ των εργαζομένων και των δύο κοινοτήτων.

Μόνο αποδομώντας τον εθνικισμό μπορεί η Αριστερά να ξανακερδίσει το δικαίωμα να ζωγραφίζει το μέλλον με σοσιαλιστικά χρώματα..




Την ώρα που ο Τραμπ ετοιμάζει το πραξικόπημά του, το Δημοκρατικό Κατεστημένο θέλει να συγκατοικήσει με τους Ρεπουμπλικάνους και επιτίθεται…στην Αριστερά !

Του Γιώργου Μητραλιά

Ενώ οι πραξικοπηματικές προετοιμασίες του Τραμπ προχωρούν κανονικά, οι Ηνωμένες Πολιτείες αρχίζουν να παίρνουν την πρώτη γεύση μιας δυαδικής εξουσίας τόσο πρωτόγνωρης όσο και υποσχόμενης μεγάλες ανατροπές. Πράγματι, ενισχυμένος από την υποστήριξη των 72 εκατομμυρίων Αμερικανών που τον ψήφισαν στις πρόσφατες εκλογές, ο Τραμπ που διατηρεί πάντα υπό τον πλήρη έλεγχό του το Ρεπουμπλικανικό κόμμα, δείχνει ξεκάθαρα ότι γράφει στα παλιά του τα παπούτσια τα νομικίστικα επιχειρήματα των Δημοκρατικών αντιπάλων του, και προτιμά να οργανώνει τη δικιά του κρατική « νομιμότητα » που θεμελιώνεται όχι σε δημοκρατικούς ευσεβείς πόθους αλλά σε πολύ πιο τραχιά και υλικά « επιχειρήματα ». Με λίγα λόγια, ενώ οι αντίπαλοί του αγορεύουν περί της « δύναμης της αμερικανικής δημοκρατίας », ο Τραμπ ολοκληρώνει τώρα τις δικτατορικές του ετοιμασίες που άρχισε το 2016 και συνέχισε σε όλη τη διάρκεια της προεδρίας του…

Ωστόσο, είναι γεγονός ότι ακόμα και σήμερα που οι αντιδημοκρατικές διαθέσεις του Τραμπ βγάζουν μάτια, τα μεγάλα διεθνή ΜΜΕ αδυνατούν να κατανοήσουν τι συμβαίνει στις Ηνωμένες Πολιτείες. Και όμως, αυτός ο αμερικανός φασίζων Καλιγούλας που είναι ο Ντόναλντ Τραμπ δεν έκρυψε ποτέ τις δικτατορικές του προθέσεις. Έκανε πάντα ό,τι μπορούσε -με λόγια και με έργα- για να αποκαλύψει τις ξεκάθαρα αυταρχικές αν όχι φασιστικές φιλοδοξίες του και να μας προειδοποιήσει ότι στερείται παντελώς του παραμικρού ηθικού ενδοιασμού, καθώς και ότι προτίθεται να κάνει τα πάντα για να παραμείνει γατζωμένος στην εξουσία όσο γίνεται περισσότερο…(1)

Γιατί λοιπόν αυτή η εθελοτυφλία που μάλιστα συνεχίζεται εδώ και τέσσερα χρόνια; Και γιατί αυτή η τάση για αυτοκτονία της γηραιάς αμερικανικής (αστικής) δημοκρατίας; Η απάντηση σε όλα αυτά τα κρίσιμα ερωτήματα θα μπορούσε να βρίσκεται σε αυτά που σκέφτονται και κάνουν σήμερα οι πιο εξέχοντες πάτρονες αυτής της αμερικανικής (αστικής) δημοκρατίας, και πριν από όλους το Δημοκρατικό της Κατεστημένο. Λοιπόν, τι φαίνεται να απασχολεί περισσότερο τους ηγέτες του Δημοκρατικού κόμματος την επαύριο των προεδρικών εκλογών που κέρδισε ο υποψήφιός τους Τζο Μπάϊντεν; Είναι μήπως η άρνηση του Τραμπ να παραδεχτεί την ήττα του; Η πρόθεσή του να παραμείνει γατζωμένος στην εξουσία; Η άρνησή του να προχωρήσει σε μια ειρηνική και “πολιτισμένη” μεταβίβαση εξουσίας; Τα δικτατορικά του σχέδια; Ή μήπως η σύγκλιση της υγειονομικής, οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής κρίσης ιστορικών διαστάσεων που πρέπει να αντιμετωπίσει ο νέος πρόεδρος της χώρας;

Όχι, όσο απίστευτο κι αν φαίνεται, οι ηγέτες του Δημοκρατικού κόμματος -καθώς και τα μεγάλα ΜΜΕ που τους στηρίζουν- δεν δείχνουν να τους απασχολούν κατά απόλυτη προτεραιότητα όλα αυτά τα γιγάντια προβλήματα και αυτό επειδή δείχνουν να έχουν εντελώς άλλες έγνοιες : Πώς να επιτεθούν, ακόμα και βίαια, στην Αριστερά, κατηγορώντας την ως υπεύθυνη για την αποτυχία του κόμματος στις εκλογές της 3ης Νοεμβρίου για την ανανέωση των εδρών της Βουλής και της Γερουσίας !

Φυσικά, δεν είναι τυχαίο ότι εκείνοι που εξαπέλυσαν αυτό το μπαράζ επιθέσεων ενάντια στην Αριστερά είναι οι Ρεπουμπλικάνοι αποστάτες, όπως π.χ. ο πρώην κυβερνήτης του Οχάϊο John Casich, που προορίζονται να παίξουν πρωταγωνιστικό ρόλο στη μελλοντική κυβέρνηση Μπάϊντεν για να ενσαρκώσουν το άνοιγμα στο Ρεπουμπλικανικύ κόμματος που τόσο διακαώς επιθυμεί το Δημοκρατικό Κατεστημένο.(2) Για όλο αυτόν τον -επονομαζόμενο “κεντρώο”- καλό κόσμο, αιτία της οδυνηρής ήττας των Δημοκρατικών ήταν ο “εξτρεμισμός” της Αριστεράς του κόμματος που ενσαρκώνουν οι προγραμματικές της προτάσεις όπως το Green New Deal, η Medicare for All (ιατροφαρμακευτική περίθαλψη για όλους), η δραστική φορολόγιση των υπερ-πλούσιων ή από-χρηματοδότηση της αστυνομίας.

Δεν εκπλήσσει βέβαια που η αλήθεια είναι διαμετρικά αντίθετη από εκείνη που επικαλούνται οι -δεξιότατοι- κατήγοροι της Αλεξάντρια Οκάσιο-Κορτέζ και των συντρόφων της. Απόδειξη; Μα, το γεγονός ότι το σύνολο (100%) των Δημοκρατικών υποψηφίων που υποστήριζαν την Medicare for All και σχεδόν όλοι (99%) που υπερασπίζονταν το Green New Deal εξελέγησαν ενώ όλοι οι ηττημένοι είχαν ταχθεί εναντίον. Και κυρίως, όλες οι νεαρές βουλεύτριες της διάσημης « Squad » (Alexandria Ocasio-Cortez, Rashida Tlaib, Ilhan Omar et Ayanna Pressley) επανεξελέγησαν θριαμβευτικά, παρά τη λυσσασμένη αντίδραση της Wall Street και των Κατεστημένων τόσο των Ρεπουμπλικάνων όσο και των Δημοκρατικών, με ποσοστά που φτάνουν και ξεπερνούν το 70 %. Εξάλλου, έρχονται τώρα να τις ενισχύσουν στο Κοινοβούλιο νεοεκλεγμένοι Σοσιαλιστές βουλευτές, μεταξύ των οποίων και η εξαιρετικά ριζοσπαστική Αφρο-αμερικανίδα δημεγέρτησα Cori Bush που εξελέγη στο άκρως Ρεπουμπλικανικό Μισούρι με το συντριπτικό 79% των ψήφων%. Και έτσι, για πρώτη φορά στην ιστορία της χώρας, είναι τώρα που οι νεοεκλεγμένες και οι νεοεκλεγμένοι ριζοσπάστες σοσιαλιστές βουλευτές θα μπορέσουν να σχηματίσουν μια ευάριθμη, μαχητική και πολλά υποσχόμενη κοινοβουλευτική ομάδα…

Νάμαστε λοιπόν μπροστά στη βαθύτερη αιτία όλων αυτών των, από πρώτη άποψη εντελώς ακατανόητων, συμπεριφορών και πράξεων του Δημοκρατικού Κατεστημένου και των μεγάλων αμερικανικών και διεθνών ΜΜΕ. Δεν είναι ότι όλοι δαύτοι είναι τυφλοί, ότι δεν βλέπουν την επερχόμενη καταστροφή. Είναι μάλλον πως δεν θέλουν να δουν, πως προτιμούν να μην μιλάνε ανοικτά -παρόλο τον πανικό που τους διακατέχει- καθώς το ζητούμενο είναι να προστατέψουν με νύχια και με δόντια το (αστικό και καπιταλιστικό) κοινό τους σπίτι, που χτίστηκε υπομονετικά στη διάρκεια δυο και περισσότερων αιώνων από τις Ρεπουμπλικάνικες και Δημοκρατικές ελίτ του αμερικάνικου δικομματισμού ! Ένα κοινό σπίτι που ελπίζουν πάντα να διασώσουν στο όνομα της κοινότητας των ταξικών τους συμφερόντων, χάρη -μεταξύ άλλων- και στα ανοίγματα του Μπάϊντεν στον, όπως δήλωσε,… « παλιόφιλό του » πρόεδρο της Γερουσίας και δεξί χέρι του Τραμπ σε όλες τις αντιδημοκρατικές και αντισυνταγματικές του αθλιότητες Mitch McConnell.

Με όλα αυτά υπόψην μας, η επίθεση του Δημοκρατικού Κατεστημένου στην Αριστερά δεν έχει τίποτα το ακατανόητο επειδή, ανεξάρτητα από το αν πετύχουν η αποτύχουν οι πραξικοπηματικές φιλοδοξίες του Τραμπ, ο εχθρός που πρέπει να συντριβεί από αυτό τον καλό κόσμο θα είναι πάντα η Αλεξάντρια Οκάσιο-Κορτέζ και οι σύντροφοί της επικεφαλής του μεγάλου κοινωνικού κινήματος της ριζοσπαστικής αμερικανικής νεολαίας που ενέπνευσε και έπλασε αυτή η αμερικανική « ιδιοτροπία » που είναι ο ανεξάρτητος σοσιαλιστής γερουσιαστής Μπέρνι Σάντερς. Και αυτό επειδή μόνον αυτή η νεαρή ριζοσπαστική αμερικανική Αριστερά θέλει και μπορεί να μπει επικεφαλής του λαϊκού κινήματος αντίστασης στα αντιδημοκρατικά και πραξικοπηματικά σχέδια και ενέργειες του Τραμπ. Όπως εξάλλου, μόνον αυτή η ίδια ριζοσπαστική αμερικανική Αριστερά θέλει και μπορεί να εναντιωθεί με όλα τα μέσα στη νεοφιλελεύθερη συγκατοίκηση Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικανών, που ενσαρκώνει η διαβόητη κυβέρνηση Μπάιντεν-Μιτς ΜακΚόννελ που τόσο εύχεται η Γουώλ Στρητ και οι αστικές ελίτ της χώρας.

Και η ευρωπαϊκή αριστερά ; Τι λέει και τι κάνει για όλα αυτά ; Δυστυχώς, συνεχίζει να μένει απαθής, να μην εκδηλώνει την παραμικρή έμπρακτη αλληλεγγύη σε όλες και όλους εκείνους που αγωνίζονται στις Ηνωμένες Πολιτείες περισσότερο παρά ποτέ και για εμάς τους ίδιους, για ολάκερη την ανθρωπότητα και τον πλανήτη της. Ή όπως το έλεγε τόσο σωστά ο Τσε Γκεβάρα, « πολεμάνε στην πιο σπουδαία από όλες τις μάχες, επειδή ζουν στην κοιλιά του κτήνους » ! Άραγε μέχρι πότε σύντροφοι ; Το πράγμα επείγει αφάνταστα και είναι και προς το δικό σας συμφέρον…

 

Σημειώσεις

1. Βλέπε επίσης το προηγούμενο άρθρο μας « Με τον Τραμπ να αρνείται να φύγει -Η απειλή του εμφυλίου πλανιέται τώρα πάνω από τις ΗΠΑ”: https://www.contra-xreos.gr/arthra/1465-me-ton-tramp-arneitai-na-fygei-i-apeili.html

Και επίσης, δυο άρθρα γραμμένα τον Μάρτιο και τον Οκτώβριο 2019 με τους εύγλωττους τίτλους: «Οι Ηνωμένες Πολιτείες ένα βήμα πριν την εμφύλια σύρραξη” (https://www.contra-xreos.gr/arthra/1407-oi-inomenes-politeies-ena-vima-prin-tin-emfylia-syrraksi.html), και “Το φάσμα του εμφυλίου πλανιέται ήδη πάνω από τις ΗΠΑ!” (https://www.contra-xreos.gr/arthra/1375-civil-war.html)

Γενικότερα, τα άρθρα μας εδώ και τουλάχιστον δυο χρόνια, δεν αρκούνταν να προειδοποιούν για τα αντιδημοκρατικά και δικτατορικά σχέδια του Τραμπ, αλλά και περιέγραφαν συχνά λεπτομερώς αυτά που βλέπουμε να συμβαίνουν τώρα στις ΗΠΑ μπροστά στα μάτια μας…

2. Η υπόθεση της επονομαζόμενης επιχείρησης “Lincoln Project” είναι πολύ διδακτική για τη βούληση των Δημοκρατικών ηγετών να προετοιμάσουν τη συγκατοίκηση με τους Ρεπουμπλικάνους. Χρηματοδοτημένο από το Δημοκρατικό κόμμα με πάνω από 70 εκατομμύρια δολλάρια, η επιχείρηση Lincoln Project που συσπείρωνε μερικές αντιφρονούσες προσωπικότητες του Ρεπουμπλικανικού κόμματος, είχε για αποστολή να ανοίξει ρωγμές στην εκλογική βάση αυτού του κόμματος. Παρά την τεράστια διαφήμησή του από τα μεγάλα ΜΜΕ που πρόσκεινται στους Δημοκρατικούς, η αποτυχία του ήταν πασιφανής : Οι Ρεπουμπλικάνοι που ψήφισαν τον Τραμπ ήταν το 2020 περισσότεροι από ότι το 2016 (93 % έναντι 90%) ! Πράγμα που δεν εμπόδισε αυτούς τους Ρεπουμπλικάνους αντιφρονούντες να επιτεθούν βίαια -με την ενθάρρυνση των Δημοκρατικών ηγετών- στην αριστερά του κόμματος η αμαρτία της οποίας ήταν ότι συνέβαλε όσο κανείς άλλος στη νίκη του Μπάιντεν…

Μετάφραση από τα Γαλλικά

 

 

Πηγή:www.contra-xreos.gr




Πραξικόπημα της δεξιάς στη Βενεζουέλα

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΩΝ ΗΠΑ ΤΡΑΜΠ ΚΑΙ Ο ΦΑΣΙΣΤΑΣ ΜΠΟΛΣΟΝΑΡΟΥ ΤΗΣ ΒΡΑΖΙΛΙΑΣ ΣΤΗΡΙΖΟΥΝ ΟΛΟΘΕΡΜΑ ΤΟΝ ΑΥΤΟΑΝΑΚΗΡΥΧΘΕΝΤΑ «ΠΡΟΕΔΡΟ» ΧΟΥΑΝ ΓΟΥΑΪΔΟ

του Χάρη Παπαδόπουλου

Τίποτε καλό δεν μπορεί να προκύψει για τον λαό της Βενεζουέλας από την κίνηση του Γουάϊδο, προέδρου της Εθνοσυνέλευσης της χώρας, να αυτοανακηρυχθεί «πρόεδρος» του κράτους.

Ο Χουάν Γκουάϊδο, είναι επικεφαλής της Δεξιάς της Βενεζουέλας, που προσδοκά να επανέλθει στην εξουσία και να επιβάλει το πιο σκληρό και εκδικητικό πρόγραμμα λιτότητας ενάντια στην εργατική τάξη και τους φτωχούς, περικόπτοντας ριζικά κάθε κοινωνική δαπάνη. Ο Γκουάϊδο είναι ξεκάθαρα η επιλογή του κεφαλαίου της Βενεζουέλας και ο πρόεδρος που στηρίζει με ενθουσιασμό ο Τραμπ, ο φασίστας Μπολσονάρου της Βραζιλίας και οι σκληρά δεξιές κυβερνήσεις της Κολομβίας και της Χιλής. Είναι ξεκάθαρο πως πίσω από τον Γκουάϊδο συσπειρώνεται ολόκληρο το στρατόπεδο της αντεπανάστασης.

Τον πρόεδρο της Βενεζουέλας Μαδούρο, σύσσωμη η παγκόσμια Δεξιά με επικεφαλής τον Τραμπ και τον Μπολσονάρου, τον κατηγορεί ως «δικτάτορα».

Όμως, ο Μαδούρο είναι εκλεγμένος πρόσφατα και με ξεκάθαρη πλειοψηφία στις εκλογές του Μάη 2018. Σ΄ αυτές τις εκλογές συμμετείχε και ένα τμήμα της δεξιάς αντιπολίτευσης, ενώ ένα άλλο απείχε. Αλλά ακόμη και με βάση το συνολικό εκλογικό σώμα της χώρας, ο Μαδούρο εκλέχτηκε με τις ψήφους του 1/3 των ψηφοφόρων. Αντίστοιχα, για να κάνουμε τη σύγκριση, ο Τραμπ έχει εκλεγεί Πρόεδρος των ΗΠΑ με τις ψήφους μόνο του 25% του συνολικού εκλογικού σώματος της χώρας του.

Τα επιχειρήματα της Δεξιάς για τον δήθεν αντιδημοκρατικό τρόπο εκλογής του Μαδούρο καταρρέουν αν εξετάσουμε συγκεκριμένα το ποιος κόσμος απείχε στις βενεζολάνικες πρόσφατες εκλογές. Παρά τα καλέσματα για αποχή τμήματος της Δεξιάς, είναι ξεκάθαρο πως η μεγάλη πλειοψηφία όσων δεν πήγαν να ψηφίσουν είναι απογοητευμένοι από την κυβέρνηση, δεν επιθυμούν όμως σε καμιά περίπτωση την επιστροφή της Δεξιάς. Το ίδιο ακριβώς αισθάνονται και πάρα πολλοί ψηφοφόροι που τελικά στήριξαν ακόμη μια φορά τον Μαδούρο.

Η κίνηση των ΗΠΑ και των ακολούθων τους στη Νότια Αμερική να αναγνωρίσουν ως νόμιμο πρόεδρο της Βενεζουέλας τον εκλεκτό της Δεξιάς, είναι η αρχή μιας πολύ επικίνδυνης επέμβασης των ιμπεριαλιστών στη χώρα. Οι ΗΠΑ, επί προεδρίας Μπους, ήδη είχαν στηρίξει με ενθουσιασμό το πραξικόπημα του Απρίλη 2002 στη Βενεζουέλα, όταν ανατράπηκε για λίγες μέρες και συνελήφθη από τον στρατό ο εκλεγμένος Πρόεδρος Ούγο Τσάβες. Τότε, είχε αναλάβει επικεφαλής του πραξικοπήματος ο Πέδρο Καρμόνα, βιομήχανος και πρόεδρος της Ένωσης Εργοδοτών της χώρας, ενώ το σύνολο της αστικής τάξης και της Δεξιάς τον στήριξε φανατικά, με πιο χαρακτηριστική περίπτωση όλα τα ΜΜΕ της Βενεζουέλας. Τότε, το πραξικόπημα κατέρρευσε σε τρεις μέρες, κάτω από την πίεση των εξεγερμένων μαζών και ο Ούγο Τσάβες επέστρεψε ελεύθερος στο Προεδρικό Μέγαρο.

Σήμερα, η κυβέρνηση των ΗΠΑ και οι δορυφόροι της προχωρούν στην αναγνώριση ως νόμιμου προέδρου του εκλεκτού της Δεξιάς και αφήνουν όλα τα ενδεχόμενα για τη συνέχεια ανοιχτά, ακόμη και αυτό της στρατιωτικής επέμβασης υπέρ του Χουάν Γκουάϊδο.

Στο πανώ των Marea Socialista υπάρχουν συνθήματα ενάντια στο Κεφάλαιο και ενάντια στη Γραφειοκρατία, ενάντια στο MUD (τον συνασπισμό της ρεβανσιστικής Δεξιάς) και ενάντια στο PSUV (το κυβερνητικό) “Ενιαίο Σοσιαλιστικό” κόμμα της γραφειοκρατίας

Ενάντια στη Δεξιά και την επέμβαση των ΗΠΑ, αλλά ο Μαδούρο δεν αποτελεί τη σοσιαλιστική εναλλακτική

Η Δεξιά απουσιάζει 20 χρόνια από την κυβέρνηση. Βρήκε τώρα αφορμή για να επιχειρήσει ξανά την επιστροφή της, χάρη στην άθλια οικονομική κατάσταση της χώρας. Στη Βενεζουέλα το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων καταρρέει και οι μισθοί δεν μπορούν να εγγυηθούν ούτε την απλή επιβίωση του πληθυσμού.

Η κυβέρνηση Μαδούρο, όπως και η προηγούμενη του Ούγο Τσάβες, καλούν σε μόνιμη βάση τον λαϊκό κόσμο να στρατευτεί για την πολιτική απόκρουση της Δεξιάς.

Αλλά ποτέ αυτές οι κυβερνήσεις δεν τόλμησαν να «κόψουν το κεφάλι της Δεξιάς», απαλλοτριώνοντας το μεγάλο κεφάλαιο. Αντίθετα, τα 20 χρόνια που κυβερνά η παράταξη του Τσάβες, το μοντέλο διακυβέρνησης ήταν: λαϊκές παροχές, ιατρική περίθαλψη κλπ. αλλά χωρίς να πειραχθούν, κατά κανόνα, οι κεφαλαιοκράτες.

Το μοντέλο αυτό παραδόξως δούλεψε για αρκετά χρόνια, χάρη στις εξαγωγές πετρελαίου. Η Βενεζουέλα τυχαίνει να είναι η χώρα με τα μεγαλύτερα αποθέματα πετρελαίου στον κόσμο. Περισσότερα και από τη Σαουδική Αραβία. Οι υψηλές τιμές που πετύχαινε το πετρέλαιο στην παγκόσμια αγορά έδωσαν την ευκαιρία στο καθεστώς Τσάβες να καταφέρει να ανεβάσει την ποιότητα της ζωής των ανθρώπων, χωρίς να αγγίξει τους πλούσιους.

Όμως, οι τιμές του πετρελαίου έχουν πέσει σημαντικά, ενώ η παραγωγή της κρατικής εταιρείας πετρελαίου της Βενεζουέλας κατρακυλά: Η εταιρεία αυτή, όπως και το σύνολο κρατικού τομέα της χώρας, είναι παγκόσμια παραδείγματα -προς αποφυγήν- σε ό,τι αφορά τη γραφειοκρατική κακοδιαχείριση, τη σπατάλη και τη διαφθορά.

Πανό απεργιακής κινητοποίησης που ζητά εργατικό έλεγχο

Στη Βενεζουέλα υπάρχουν τα τελευταία χρόνια πάρα πολλές εργατικές κινητοποιήσεις, με πολύ χαρακτηριστική περίπτωση πέρυσι τον ξεσηκωμό του προσωπικού στα νοσοκομεία, ενάντια στους μισθούς πείνας. «Θέλουμε μισθούς όπως των αξιωματούχων του στρατού» απαιτούσαν οι νοσοκόμες, επισημαίνοντας πως τα στελέχη του στρατού απολαμβάνουν αξιοσημείωτα υψηλό επίπεδο ζωής σε μια χώρα που λιμοκτονεί.

Οι εργατικές κινητοποιήσεις στηρίζονται από δυνάμεις της Αριστεράς, όπως το Κομμουνιστικό κόμμα και το αντικαπιταλιστικό «Μαρέα Σοσιαλίστα». Αυτή η Αριστερά κρατά αποστάσεις από το κυβερνητικό κόμμα, το «Ενιαίο Σοσιαλιστικό», κόμμα που, πολύ συχνά, δεν ξεχωρίζει από τον κρατικό μηχανισμό και που τα στελέχη του δείχνουν πολλά δείγματα αυθαιρεσίας και αναισθησίας στις λαϊκές ανάγκες.

Όμως οι άνθρωποι που σάρωσαν το πραξικόπημα της Δεξιάς το 2002 ήταν οι εργάτες και οι εργάτριες, που πάλεψαν σώμα με σώμα με τον στρατό και την αστυνομία στο δρόμο.

Οι ίδιοι μπορούν να συντρίψουν το σημερινό πραξικόπημα και την ιμπεριαλιστική επέμβαση. Όχι οι χορτασμένοι στρατηγοί και οι απόμακροι γραφειοκράτες.

Ο μόνος τρόπος να ανατραπεί το πραξικόπημα του ιμπεριαλισμού και της Δεξιάς είναι η ανεξάρτητη δράση και πρωτοβουλία των εργατικών μαζών. Και η μόνη έξοδος από την οικονομική κρίση για την Βενεζουέλα είναι η απαλλοτρίωση του Κεφαλαίου.

Την οικονομία της χώρας μπορούν να τη διαχειριστούν μόνο οι εργάτες και οι εργάτριες. Αυτοί και αυτές, δηλαδή, που παράγουν τον πλούτο. Ούτε οι καπιταλιστές ούτε οι γραφειοκράτες, που μονάχα παρασιτούν πάνω στην παραγωγή της εργατικής τάξης. Γι αυτό και πρέπει, αφού πρώτα συντριβεί το πραξικόπημα της Δεξιάς, να ακολουθήσει έπειτα το ξεκαθάρισμα των λογαριασμών της εργατικής τάξης με την ανίκανη και παρασιτική γραφειοκρατία του Μαδούρο.