1

«Πράσινος» Βορράς, «μαύρος» Νότος ή πώς η Ε.Ε. γίνεται μια «Μεγάλη Αυστρία»

του Γιάννη Νικολόπουλου

Τα αδιέξοδα του ευρωπαϊκού καπιταλισµού αναµορφώνουν σε µια νέα ισορροπία τρόµου και το πολιτικό προσωπικό της επόµενης δεκαετίας

Η πρόσφατη πολιτική αναµέτρηση στην κάλπη των ευρωεκλογών απέδειξε ξανά τη βαθιά και παρατεταµένη κρίση στην οποία έχει βυθιστεί, τελµατωµένη, η Ε.Ε. Η καπιταλιστική κρίση δεν έχει κοπάσει, η κρίση δηµοκρατίας και αντιπροσώπευσης δεν έχει τερµατιστεί, τα εκλογικά σώµατα, οι «λαοί», όπου και σε όσα ποσοστά προσέρχονται, έχουν σταµατήσει να ψηφίζουν συντεταγµένα. Μια γενική αποευθυγράµµιση που αντανακλά το βαθύ ρήγµα ανάµεσα σε αντιπροσώπους και αντιπροσωπευόµενους συνιστά την κοινή πυξίδα για τα αποτελέσµατα της ευρωκάλπης – οι πάλαι ποτέ πανίσχυροι συνδιαχειριστές και ισορροπιστές της ευρωενωσιακής και ευρωζωνικής νεοφιλελεύθερης περιόδου «της ευηµερίας», το Λαϊκό Κόµµα και οι σοσιαλδηµοκράτες, υπέστησαν ξανά δεινές ήττες ή κέρδισαν πρόσκαιρες και πύρρειες νίκες, πολύ µακριά από τα παλιά, ηγεµονικά ποσοστά τους.

ΚΑν από το 2014, τις προηγούµενες ευρωεκλογές έως και προχθές, τον τόνο έδωσε η άνοδος της ακροδεξιάς, στις φετινές κάλπες η «έκπληξη» προήλθε από τα λεγόµενα πράσινα κόµµατα και, στην ειδική όσο και καθοριστική περίπτωση της Βρετανίας, τους Φιλελεύθερους. Σε γενικές γραµµές, ο ευρωπαϊκός Βορράς προχώρησε σε µια ψήφο υποκατάστασης της σοσιαλδηµοκρατίας από τους Πράσινους, ενώ ο ευρωπαϊκός Νότος -και εδώ από πολιτική σκοπιά, συµπεριλαµβάνεται και η Γαλλία- σταθεροποίησε, παρά τις προβλέψεις για εκτόξευση, την απήχηση της ακροδεξιάς. Με µια, σκληρά διδακτική εξαίρεση: την Ιταλία.

 

Σαλβίνι και Λεπέν

Παρά την ελαφρώς πανηγυρτζίδικη ατµόσφαιρα, επειδή δήθεν η ακροδεξιά δεν έκανε το άλµα κατάληψης των Βρυξελλών στο οποίο πόνταραν οι ηγέτες της, από τη Λεπέν έως τον Ορµπάν, ο ιταλικός εσπερινός που έδωσε πρωτοκαθεδρία στη Λέγκα του Βορρά πρέπει να προβληµατίσει, ακριβώς γιατί εµφανίζει τους κινδύνους που εγκυµονεί όχι µόνο η άκριτη και επιπόλαια υιοθέτηση κατά κύριο λόγο της αντιµεταναστευτικής ατζέντας των ευρωπαίων ακροδεξιών και «ευρωσκεπτικιστών», αλλά κυρίως η είσοδός τους σε κυβερνητικά σχήµατα, όπου υποτίθεται ότι θα είναι ελέγξιµοι – µε άλλα λόγια, η Ευρώπη δεν έµαθε τίποτα από το φρικαλέο µάθηµα του Μεσοπολέµου.

Η Λέγκα µέσα σε λιγότερο από µια δεκαετία κατάφερε αφενός να µετατραπεί από τοπική, αυτονοµιστική πολιτική οργάνωση σε πανεθνικό, αντιµεταναστευτικό κόµµα υπεράσπισης της «ιταλικότητας», στοιχιζόµενη αρχικά στον ευρύ συνασπισµό της δεξιάς που είχε σφυρηλατήσει ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι και αφετέρου πρώτα να κανιβαλίσει το εκλογικό ακροατήριο της λαϊκιστικής, χαζοχαρούµενης ∆εξιάς του Φόρτσα Ιτάλια, και έπειτα από µόλις έναν χρόνο κυβερνητικής συγκατοίκησης, να πράξει το ίδιο µε το εκλογικό ακροατήριο του αντιελιτίστικου και ακοµµάτιστου, χαζοχαρούµενου και ακροκεντρώου «Κινήµατος των Πέντε Αστέρων». Σήµερα (αυτο)προβάλλεται ως το αυθεντικότερο, ακροδεξιό «πείραµα» στην Ευρώπη, αξιοποιώντας και την οργανωτική και οικονοµική χορηγία του παλιού συµβούλου του Τραµπ, Στιβ Μπάνον – κι ας απαγορεύτηκε πρόσκαιρα η ίδρυση «ακαδηµίας» στη Ρώµη, για την κατάρτιση στελεχών της ευρωπαϊκής ακροδεξιάς, την οποία θα χρηµατοδοτούσε το ίδρυµα του Μπάνον. Ο Αµερικανός πολυεκατοµµυριούχος, συνταξιούχος τραπεζίτης της Γκόλντµαν Σακς θα επανέλθει…

Στη Γαλλία ήταν αναµενόµενη η οριακή επικράτηση της Λεπέν, όχι εναντίον όσο εξαιτίας της άγριας πολιτικής λιτότητας και καταστολής που εφαρµόζει η προεδρία του ακροκεντρώου Μακρόν – άλλο ένα µάθηµα-εκδίκηση της Ιστορίας, από τη στιγµή που οι υποτίθεται «υπεράνω κοµµάτων και πολιτικής» πρόεδροι ή πρωθυπουργοί του ακραίου κέντρου θέτουν σε εφαρµογή το πρόγραµµα της άκρας δεξιάς.

 

Βρετανία: η θύελλα του Brexit

Η Βρετανία τεκµηρίωσε διά της ψήφου πως το «αθώο» δηµοψήφισµα για το Brexit παράγει περισσότερη ιστορία και αποτελέσµατα από όσα µπορεί να αντέξει ο διχοτοµηµένος και εσωτερικά αλληλοσπαρασσόµενος δικοµµατισµός των Συντηρητικών και των Εργατικών. Στην ευρωκάλπη τιµωρήθηκε εξίσου η αναβλητικότητα στη έξοδο από την Ε.Ε., που σύµφωνα µε τη συµφωνία Μπαρνιέ πάει για το 2024 και µετά, µε την πριµοδότηση και τη νίκη του κόµµατος ειδικού σκοπού από τον επανεµφανιζόµενο φαφλατά Νάιτζελ Φάρατζ, αλλά και η αναιµική στήριξη σε µια εκδοχή του Bremain, το οποίο µόνο το κόµµα των Φιλελευθέρων υποστηρίζει αναφανδόν και σύσσωµο – και κέρδισε αυτό το τµήµα των εκλογέων. Συντηρητικοί και Εργατικοί σκόρπισαν στους τέσσερις ανέµους της µπρεξιτικής θύελλας, ακριβώς επειδή και στην πραγµατικότητα δεν έχουν σαφή, ξεκάθαρη και εφαρµόσιµη θέση για το Brexit ούτε καν ως τήρηση της ετεροβαρούς και ταξικά κακής συµφωνίας Μπαρνιέ.

 

Η «έκπληξη» των Πράσινων

Η «έκπληξη» όµως ήρθε από τους Πράσινους, στη Βρετανία, τη Γερµανία και αλλού. Η ανοδική πάντως πορεία έχει καταγραφεί σε διάφορα κράτη-µέλη της Ε.Ε., µε αποκορύφωµα την Αυστρία όπου ο πρώην ηγέτης τους, Αλεξάντερ βαν ντερ Λέµπεν, κατέχει το ύπατο αξίωµα του προέδρου της δηµοκρατίας, έπειτα από τις περιπετειώδεις εκλογές του 2016.

Και αν όντως το πετυχηµένο εκλογικό αποτέλεσµα των Πρασίνων σε ευρωενωσιακή κλίµακα προέρχεται από τη συνεπή και µαχητική στάση τους στο θέµα της υπερθέρµανσης του πλανήτη και τη δικαιωµατική προσέγγισή τους στο θέµα της µετανάστευσης, οι Πράσινοι σε καµιά περίπτωση δεν είναι αντικαπιταλιστές ούτε και αντιΕΕυρωπαϊστές. Παρ’όλα αυτά και εξαιτίας της αλλοπρόσαλλης ή αυτοκτονικής πολιτικής παρουσίας (ή απουσίας) της Αριστεράς, κατορθώνουν να αποσπάσουν και ταξική και νεανική ψήφο, βάζοντας τα θεµέλια µιας δυναµικής εµφάνισής του στο προσκήνιο, µε καύσιµο και τις συνεχείς µαθητικές διαδηλώσεις και διαµαρτυρίες για το κλίµα κυρίως στις χώρες του ευρωπαϊκού Βορρά.

Η Αυστρία όµως καθώς και µια σειρά κρατιδιακών κυβερνήσεων στη Γερµανία, όπου οι Πράσινοι κατέχουν υπουργικές και διοικητικές θέσεις είτε σε σχήµατα µε σοσιαλδηµοκρατική πλειοψηφία είτε σε συνεννόηση µε τους Χριστιανοδηµοκράτες, δείχνουν και τα όρια του ενθουσιασµού για το «πράσινο κύµα» στην Ευρώπη.

Στη Βιέννη ειδικά, η συγκατοίκηση Πράσινου προέδρου µε την (ακρο)δεξιά κυβέρνηση Κουρτς – Στράχε υπήρξε εξαιρετικά αρµονική, έως το σκάνδαλο Ίµπιζα που οδηγεί τη χώρα σε πρόωρες εκλογές τον προσεχή Σεπτέµβριο. Με άλλα λόγια, αν υπάρχει οποιαδήποτε αυταπάτη ότι οι Πράσινοι µπορεί να αποτελέσουν τη «φυσική» και «λογική» απάντηση ανάσχεσης στην ακροδεξιά και το ακραίο κέντρο, καλύτερα να επαληθευτούν τα οικονοµικά και κοινωνικά πεπραγµένα τους µε την σε πολλούς αστερίσκους εξαίρεση της µετανάστευσης στην Αυστρία της συναίνεσης και τις κρατιδιακές κυβερνήσεις της Γερµανίας.

Έτσι, τα αποτελέσµατα των ευρωεκλογών, δεύτερων στην περίοδο της ευρωπαϊκής, καπιταλιστικής κρίσης, προοιωνίζονται µια νέα, πολιτική ισορροπία ανάµεσα σε έναν όλο και πιο «πράσινο» πολιτικά Βορρά και σε έναν Νότο που οι µαύρες σκιές θα πέφτουν εξαιρετικά βαριές στο πολιτικό σκηνικό.

Υστερόγραφο: Την ώρα που γράφονταν όλα τα παραπάνω, στη ∆ανία, τις εκεί βουλευτικές εκλογές, κέρδιζαν, µε 25,9%, οι Σοσιαλδηµοκράτες της 41χρονης ιστορικού Μέτε Φρεντέρικσεν, που έχουν υποσχεθεί αφενός περισσότερες «πράσινες» επενδύσεις στην προσαρµογή της δανέζικης οικονοµίας µπροστά στις προκλήσεις της κλιµατικής αλλαγής και αφετέρου αυστηρούς ελέγχους, µικρότερες ποσοστώσεις και σε βάθος χρόνου ανάσχεση της µετανάστευσης από τις «µη-δυτικές» χώρες.

Ποιος είπε πως το πράσινο πρόγραµµα και το αντιµεταναστευτικό µίσος δεν µπορούν να συγκεραστούν στην οβιδιακή και µισαλλόδοξη µεταµόρφωση της σοσιαλδηµοκρατίας;




Ευρωεκλογές 2019: Μέτωπο ενάντια στους νεοναζί και την ακροδεξιά

Του Θανάση Κούρκουλα
  

Για τους φασίστες µε µπότα και µε γραβάτα, οι επικείµενες ευρωεκλογές αποτελούν σηµαντική ευκαιρία. Με την ενσωµάτωση και την υποχώρηση µεγάλου διεθνούς τµήµατος της ριζοσπαστικής αριστεράς που ακολούθησε την κωλοτούµπα του ΣΥΡΙΖΑ µετά το 2015 και τις ήττες και καταρρεύσεις των «ροζ» κυβερνήσεων στη Λ. Αµερική, πάσης φύσεως Ευρωπαίοι εθνικιστές και ακροδεξιοί ρατσιστές βρήκαν την ευκαιρία και πουλάνε κάλπικη αντισυστηµική ρητορεία για να ωφεληθούν πολιτικά από τον «ευρωσκεπτικισµό» – ρεύµα που διευρύνει την επιρροή του και εντός των λαϊκών τάξεων σε όλη την Ευρώπη σαν µορφή αποπροσανατολισµένης αντίδρασης στην ευρωλιτότητα της δεξιάς και της σοσιαλδηµοκρατίας. Νέες ακροδεξιές δυνάµεις απελευθερώνονται από τα κλασικά χριστιανοδηµοκρατικά κόµµατα (όπως π.χ. το Φρανκικό κόµµα Vox στην Ισπανία), ενώ παλαιότεροι ακροδεξιοί σχηµατισµοί συνεχίζουν να αυξάνουν την πολιτική τους επιρροή, όπως απέδειξαν οι πρόσφατες εκλογές που έγιναν στη Φινλανδία. Ενόψει των ευρωεκλογών, το φάντασµα ενός νέου «Μαύρου Μετώπου» διαγράφεται αδρά στον ευρωπαϊκό ορίζοντα.

Το γεγονός ότι οι περισσότεροι ακροδεξιοί πολιτικοί πετυχαίνουν να αποφεύγουν την ταύτιση µε τα ναζιστικά τάγµατα εφόδου και πλασάρονται σαν κυριλέ πολιτικές δυνάµεις, δεν τους καθιστά λιγότερο επικίνδυνους. Το αντίθετο µάλιστα, αφού διευρύνουν την απήχηση του εθνικισµού και του ρατσισµού στα εθνικά ακροατήρια. Άλλωστε, οι ρατσιστικές πολιτικές που εφαρµόζουν φασίστες µε γραβάτα σαν τον Σαλβίνι στην Ιταλία, ενθαρρύνουν καθαρόαιµους νεοναζί όπως της Casa Pound να εφορµούν στους δρόµους των πόλεων και να επιχειρούν πογκρόµ, όπως πρόσφατα ενάντια σε Ροµά σε προάστιο της Ρώµης. Επίσης τίποτα δεν αποκλείει τη µετατροπή ακροδεξιών κοµµάτων ή τµηµάτων τους σε φασιστικές οργανώσεις µε τάγµατα εφόδου στην «κατάλληλη» συγκυρία, αν κάτι τέτοιο θεωρήσουν ότι θα αυξήσει την πολιτική τους δυναµική. Τέλος, γιατί σε µια ενδεχόµενη κατάρρευση των ακροδεξιών εκδοχών λόγω της ταύτισής τους µε τις επιλογές του συστήµατος, είναι πολύ πιθανό να µετατοπιστούν τα πολιτικά τους ακροατήρια προς αµιγείς φασιστικές δυνάµεις. Κάτι τέτοιο συνέβη στην Ελλάδα µε την εξαφάνιση του ΛΑΟΣ του Καρατζαφέρη και την ενίσχυση της Χρυσής Αυγής από το 2009 και µετά. Οι δυνάµεις του κινήµατος και της αριστεράς χρειάζεται λοιπόν να πάρουµε στα σοβαρά την απειλή και να συγκροτήσουµε ευρύ ενιαίο µέτωπο απάντησης στην ακροδεξιά και το φασισµό.

 

Μαύρη διεθνής;

Στην Ευρώπη, τα ακροδεξιά κόµµατα επιχειρούν να ισχυροποιήσουν και να διευρύνουν τις 3 διαφορετικές ακροδεξιές ευρωοµάδες που υπάρχουν αυτή τη στιγµή στο Ευρωκοινοβούλιο. Όµως παρά τις παραινέσεις του πάλαι ποτέ µέντορα του Τραµπ ονόµατι Στιβ Μπάνον που έχει εγκατασταθεί από καιρό στην Ευρώπη για να τους ενώσει, η επιχείρηση σύµπηξης ενιαίου µετώπου της ευρωπαϊκής ακροδεξιάς δεν στέφεται προς το παρόν µε ιδιαίτερη επιτυχία. Ο βασικός λόγος είναι πως οι ακροδεξιοί εκπροσωπούν στην κάθε χώρα τα συµφέροντα τµήµατος της αστικής τους τάξης, µε αποτέλεσµα να µην οµονοούν σε βασικά θέµατα της οικονοµίας και της πολιτικής. Για παράδειγµα, η Γαλλίδα Λεπέν εµφανίζει προτίµηση στον οικονοµικό προστατευτισµό, ενώ οι Σκανδιναβοί ακροδεξιοί σκίζουν τα ιµάτιά τους υπέρ του άκρατου νεοφιλελευθερισµού των αγορών. Ο ρατσιστής επικεφαλής της Λέγκας του Βορά στην Ιταλία Σαλβίνι επιθυµεί να «ξεφορτωθεί» τους πρόσφυγες που πατούν το πόδι τους στην Ιταλία προς άλλους ευρωπαϊκούς προορισµούς ενώ ο Ούγγρος Ορµπάν δεν έχει την παραµικρή διάθεση να υποδεχθεί οποιονδήποτε πρόσφυγα. Ένα σηµαντικό τµήµα της ευρωπαϊκής ακροδεξιάς ξεκίνησε µε την αντίθεση στην Ευρωζώνη, όµως τα οικονοµικά και πολιτικά αδιέξοδα του παρατεταµένου σίριαλ του βρετανικού Brexit έχουν κάνει πολλούς από αυτούς να µετατοπίζονται πλέον σε µια γραµµή «µεταρρύθµισης» της ΕΕ παρά «κατεδάφισης» -έστω στα λόγια- της Ευρωζώνης. Συστηµικότεροι των συστηµικών έχουν αποδειχθεί οι Χρυσαυγίτες, που από πολύ νωρίς τάχθηκαν µε το Ευρώ ως µόνη ρεαλιστική επιλογή. Αυτές οι αντιφάσεις µπορούν να αξιοποιηθούν από την αντικαπιταλιστική αριστερά, αρκεί να επιχειρήσει να ριζώσει µέσα στην κοινωνία και στις λαϊκές τάξεις, δίνοντας απαντήσεις και αγωνιστικές διεξόδους ενάντια στη λιτότητα των Βρυξελλών από ταξική και διεθνιστική σκοπιά.

Χρυσή Αυγή και εκλογές

Στην Ελλάδα, οι Ευρωεκλογές του Μαΐου συνδυάζονται µε τις αυτοδιοικητικές εκλογές πρώτου και δεύτερου βαθµού. Ο συνδυασµός είναι εξαιρετικά επικίνδυνος. Παρότι έχουν αποκτήσει κακή φήµη ως νεοναζί και κανείς Ευρωπαίος ακροδεξιός δεν θέλει να έχει σχέσεις µαζί τους, οι Χρυσαυγίτες φαντασιώνονται να καρπωθούν την ευρωπαϊκή αίγλη της ακροδεξιάς, όντας ο βασικός πυλώνας της ελληνικής ακροδεξιάς. Στριµωγµένοι από τη δίκη της εγκληµατικής οργάνωσης και αποδεκατισµένοι από τις συνεχείς αποχωρήσεις ηγετικών στελεχών τους και διασπάσεις οµάδων µελών τους που συγκροτούν διάσπαρτες φασιστικές οµαδούλες, επιχειρούν να ξεφύγουν από το αδιέξοδο αξιοποιώντας τις κάλπες του Μαΐου. Ταυτόχρονα µε την εθνικιστική και ρατσιστική υστερία σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο, οι Έλληνες φασίστες επιχειρούν να ενεργοποιήσουν τοπικούς φασιστικούς θυλάκους, συγκροτώντας ψηφοδέλτια σε όλες τις περιφέρειες και σε 10 µεγάλους δήµους της χώρας. Ήδη ο Μιχαλολιάκος και κεντρικά στελέχη της ναζιστικής οργάνωσης πραγµατοποιούν τον πρώτο γύρο δηµόσιων εκδηλώσεων «παρουσίασης» των ψηφοδελτίων των περιφερειακών εκλογών στη Χαλκίδα, την Πτολεµαΐδα, το Κορωπί και άλλες περιοχές. Το γεγονός ότι τους παραχωρούνται χώροι της Περιφέρειας (π.χ. στη Χαλκίδα) ή δηµοτικές αίθουσες (όπως στο Κορωπί) αποδεικνύει πως η τοπική δραστηριοποίηση των αντιφασιστικών δυνάµεων είναι ανεπαρκής. Οι συγκεντρώσεις αυτές δεν διακρίνονται από «µέγα πλήθος και µέγα πάθος», παρά τις προσδοκίες του Μιχαλολιάκου. Όµως, το πιο πιθανό είναι να ακολουθήσουν οι «περιοδείες» των φασιστών στις γειτονιές των πόλεων όπου συγκροτούν δηµοτικά σχήµατα. Οι προεκλογικές φασιστικές παρεµβάσεις δεν θα είναι τίποτε άλλο από επιχείρηση επανεµφάνισης ταγµάτων εφόδου στις γειτονιές. Για να µη συµβεί κάτι τέτοιο, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η ενεργοποίηση των δυνάµεων του κινήµατος και της αριστεράς, η αντιφασιστική στάση των αυτοδιοικητικών παρατάξεων της αριστεράς ώστε να µην παραχωρείται δηµόσιος χώρος στους φασίστες και η ενότητα στη δράση – όπως πρόσφατα στην περίπτωση της εµφάνισης φασιστών στους δρόµους της Καλλιθέας, η οποία έχει µπει στο στόχαστρο των Χρυσαυγιτών. Μια τέτοια κινητοποίηση είναι σε θέση να περιθωριοποιήσει τους νεοναζί στις γειτονιές και να οδηγήσει στην αποδυνάµωσή τους στις κάλπες του Μαΐου.

 

Ακροδεξιά «πολυκατοικία»

Αυτή τη φορά οι Χρυσαυγίτες θα έχουν αρκετούς ακροδεξιούς ανταγωνιστές. Απόπειρες σαν την Ελληνική Λύση του τηλεπλασιέ επιστολών του Ιησού Κ. Βελλόπουλου, ακροδεξιές συµµαχίες όπως του Π. Καµµένου µε τον Μπαλτάκο, τον Κρανιδιώτη, τον Καρατζαφέρη, το ∆. Καµµένο, τον Σώρρα. Επίσης αποσκιρτήσαντες Χρυσαυγίτες όπως ο υποψήφιος δήµαρχος Κουκούτσης στην Καλαµάτα ή ο ευρωβουλευτής Συναδινός. Όλοι αυτοί ή κάποιοι από αυτούς θα επιχειρήσουν να εκφράσουν το χώρο της ακροδεξιάς ανταγωνιστικά προς το Μιχαλολιάκο, µε αµφίβολες πιθανότητες επιτυχίας. Φαίνεται πάντως για πρώτη φορά πως υπάρχει έντονη κινητικότητα στο χώρο της πέραν της ΧΑ ακροδεξιάς, που δεν πρέπει να υποτιµηθεί αλλά να αντιµετωπιστεί σαν αυτό που πραγµατικά είναι: το «λάιτ» συµπλήρωµα των νεοναζί που επιδιώκει να συσπειρώσει εκλογική πελατεία η οποία δεν επιθυµεί να ταυτιστεί ευθέως µε τους µαχαιροβγάλτες του Μιχαλολιάκου και είναι επικίνδυνοι παρότι δεν έχουν καταφέρει να συγκροτήσουν ενιαίο φορέα. Εκτός από την πίεση της εκλογικής επιρροής της Χρυσής Αυγής, όλοι αυτοί δέχονται εκλογικές πιέσεις πρωτίστως από τη γοητεία που ασκεί η κυβερνητική προοπτική επανόδου της Ν∆ στην εξουσία. Μιας δεξιάς που έχει άλλωστε στους κόλπους της πρωτοκλασάτους ακροδεξιούς όπως τον Γεωργιάδη, τον Βορίδη και τον Θ. Πλεύρη, «εκπαιδευµένους» στην ξενοφοβική και εθνικιστική απεύθυνση στους ψηφοφόρους της ∆εξιάς.

 

Αριστερή απάντηση

Η αριστερά οφείλει να έχει ενιαία στάση απέναντι στους φασίστες µε την µπότα και σε αυτούς µε τη γραβάτα. Να αναδεικνύει τον εγκληµατικό χαρακτήρα των ναζιστών, αλλά να µη µένει εκεί. Να αποδεικνύει τον συστηµικό χαρακτήρα των ακροδεξιών πάσης φύσης, ως εχθρικών δυνάµεων προς τα συµφέροντα της εργατικής τάξης και της φτωχολογιάς. ∆εν είναι τυχαίο πως οι Χρυσαυγίτες συντάσσονται µε τους εφοπλιστές στο Πέραµα συγκροτώντας απεργοσπαστικό σωµατείο µπράβων και ταυτόχρονα γραφείο ευρέσεως εργασίας µε πενιχρά µεροκάµατα και χωρίς δικαιώµατα. Πως έχουν ταχθεί ενάντια σε περιβαλλοντικά κινήµατα και υπέρ των επιχειρηµατικών συµφερόντων τόσο για τις εξορύξεις στην Ήπειρο, όσο για την Ελντοράντο στη Χαλκιδική ή για την καύση σκουπιδιών στο Βόλο. Κατά τα άλλα, η ενασχόλησή τους µε τα αυτοδιοικητικά πράγµατα σε τίποτα δεν έχει να κάνει µε τα πραγµατικά προβλήµατα των πόλεων. Σε αυτά είναι ανύπαρκτοι. Το µόνο τους µέληµα αφορά την εγκληµατικότητα, για να τη φορτώσουν συλλογικά στους µετανάστες, τους πρόσφυγες και τους Ροµά και να επιχειρήσουν την αφύπνιση των πιο αντιδραστικών δυνάµεων. Και σίγουρα δεν µπορεί να απαντηθεί από τις ξενοφοβικές κραυγές των στελεχών της Ν∆, αλλά ούτε και από τις επιχειρήσεις των ΜΑΤ των Γεροβασίλη και Βίτσα ενάντια στους πρόσφυγες στο σταθµό Λαρίσης και στα ∆ιαβατά. Η συνεργασία τοπικών στελεχών της δεξιάς µε ακροδεξιούς, χουντικούς, πρώην και νυν Χρυσαυγίτες, όπως στην Πτολεµαΐδα επίσης είναι κάτι που χρήζει καταγγελίας. Όµως η αριστερά χρειάζεται επίσης να ορθώνει µέτωπο απέναντι στις αερολογίες του ΣΥΡΙΖΑ περί συγκρότησης «προοδευτικού πόλου» ενάντια στην ακροδεξιά. Κανένας αντιφασιστικός πόλος δεν µπορεί να επικαλείται την αναγκαιότητα των απάνθρωπων hot spot για τους πρόσφυγες στα νησιά του Αιγαίου. ∆εν µπορεί να υλοποιεί εξώσεις προσφύγων από τα διαµερίσµατα και τα καµπς και να τους πετά στο δρόµο. Ούτε να συναντιέται µε τους φιλο-χρυσαυγίτες Αµβρόσιους και να επιδιώκει την εκλογική στήριξη του πιο σκοταδιστικού παπαδαριού.

Ο µόνος προοδευτικός πόλος που µπορεί να συγκροτηθεί απέναντι στους ακροδεξιούς, είναι αυτός της αλληλεγγύης προς τους πρόσφυγες, της αντίστασης στις ρατσιστικές πολιτικές της ΕΕ και της Ελλάδας και της διεκδίκησης για ανοιχτά σύνορα και ελεύθερη µετακίνηση των θυµάτων της φτώχειας και του πολέµου. Έναν τέτοιο πόλο χρειάζεται να συγκροτήσουµε επειγόντως. Πριν, κατά τη διάρκεια και µετά από τις εκλογές του Μαΐου.




Οι ευρωεκλογές και η ριζοσπαστική Αριστερά

Του Γιάννη Νικολόπουλου

Σε τρεις περίπου µήνες θα διεξαχθούν οι εκλογές για την ανάδειξη του νέου Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του νέου επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Ίσως οι πιο κρίσιµες εκλογές στη δύση της πρώτης δεκαετίας της ευρωπαϊκής και παγκόσµιας καπιταλιστικής κρίσης. Τα πολιτικά προµηνύµατα και το γενικότερο κλίµα προς τις ευρωκάλπες, κακά τα ψέµατα, είναι άσχηµα. Έχει ήδη στηθεί ένας νέος ευρωπαϊκός διπολισµός ανάµεσα από τη µία µεριά στους θεωρούµενους «ευρωπαϊστές» του Κέντρου και της ∆εξιάς και από την άλλη µεριά στους λεγόµενους «ευρωσκεπτικιστές» και «λαϊκιστές» της Άκρας ∆εξιάς.

Στο πρώτο στρατόπεδο καταγράφονται πλέον και δυνάµεις του Κόµµατος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς, που ανέλαβαν να διαχειριστούν τα τελευταία χρόνια τον «νεοφιλελευθερισµό µε ανθρώπινο πρόσωπο» στην Πορτογαλία και την Ελλάδα. Με τον ΣΥΡΙΖΑ να αποτελεί το ευρωπαϊκό παράδειγµα, των µεν, γοργής ενσωµάτωσης στην κυρίαρχη πολιτική και… βίαιης ωρίµανσης στην κυβερνητική εξουσία, των δε, πολεµικής ενάντια σε µια βολική εκδοχή της «αριστεράς», που τάχα είναι εκ των προτέρων έτοιµη να παραδώσει και να απαρνηθεί αρχές, αξίες και προγράµµατα, προκειµένου να διατηρήσει τις καρέκλες της εξουσίας. Ίσως η χειρότερη υπηρεσία και ζηµιά που έκανε στην υπόθεση της ριζοσπαστικής Αριστεράς η ταξική προδοσία του καλοκαιριού του 2015, από τον Τσίπρα και την παρέα του: έριξε νερό στον µύλο του συνόλου της ευρωπαϊκής Ακροδεξιάς και έστρεψε πολυπληθή ακροατήρια να αναζητήσουν την πολιτική και εκλογική λύση του ευρωπαϊκού δράµατος σε νέας, φασιστικής κοπής δηµαγωγούς, όπως ο Σαλβίνι και η Λεπέν.

 

Σαλβίνι και Λεπέν

Οι δυο τους, σφυρηλάτησαν ένα κοινό Σύµφωνο µε στόχο την «άλωση» των Βρυξελλών, και µε τις ευλογίες του πάλαι ποτέ πανίσχυρου µυστικοσυµβούλου του Τραµπ, µεγαλοτραπεζίτη της Γκόλντµαν Σακς και ιδρυτή της ακροδεξιάς, φεηκνιουζγραφικής ιστοσελίδας ΜπράιτµπαρτΝιουζ, Στιβ Μπάνον. Ο τελευταίος έχει αναλάβει εδώ και έναν χρόνο να ενώσει τις δυνάµεις της ευρωπαϊκής Ακροδεξιάς κάτω από τη σκέπη του λεγόµενου «Κινήµατος», µε τον συντονισµό του Βέλγου υπερσυντηρητικού δικηγόρου και πολιτικού, Μίκαελ Μοντριγκάµερ, που εδρεύει στις Βρυξέλλες. Στο µυαλό του Μπάνον, η ΕΕ και οι επιµέρους χώρες-µέλη προσοµοιάζουν µε τις ΗΠΑ. Η Ιταλία, η Γαλλία και η Ουγγαρία του Όρµπαν είναι αντίστοιχα, το Τέξας, η Νότια Καρολίνα και η Ιντιάνα της Ευρώπης, στις οποίες, αφού κυριάρχησαν ή κατέγραψαν υψηλές εκλογικές επιδόσεις οι πιο ακραίες και µισαλλόδοξες φωνές του Ρεπουµπλικανικού Κόµµατος, έπειτα στοιχήθηκαν πίσω από τον Τραµπ για να «αποξηράνουν το έλος της Ουάσιγκτον», να υψώσουν το Τείχος του Μεξικού και να κυνηγήσουν µεταναστευτικές, λατινοαµερικανικές µάγισσες.

Η Ιταλία έχει τον πλέον κοµβικό ρόλο στη µάχη που έρχεται. Όχι µόνο επειδή ο Σαλβίνι αποτελεί τον πραγµατικά ισχυρό εταίρο της κυβέρνησης συνεργασίας Πέντε Αστέρων και Λέγκας του Βορρά, συνεργασία που περνά εσχάτως από σαράντα κύµατα, εξαιτίας των πολιτικών δεσµών που αναπτύσσει η Λέγκα µε τα µουσολινικά «Αδέρφια της Ιταλίας», κατ’ αρχάς στο πλαίσιο των αυτοδιοικητικών εκλογών, αλλά πάντα µε την παραίνεση (και) του Μπάνον, αλλά και επειδή η πολιτική ατζέντα στη γείτονα είναι ακριβώς εκείνη που ισχυροποιεί την Άκρα ∆εξιά σε πανευρωπαϊκή κλίµακα: Αντιπροσφυγικό και αντιµουσουλµανικό µένος. «Εύκολη» και επιφανειακή σύγκρουση µε τις Βρυξέλλες και τις «ελίτ». Ακατάσχετη υποσχεσιολογία για παροχές στο πλαίσιο ενός νεοπαγούς κορπορατικού κράτους «µόνο για Ιταλούς (και όσους µετανάστες πρόλαβαν να ‘‘ιταλοποιηθούν’’ έως τη δεκαετία του 1990)», όταν και εφόσον προκύψει η… πολυαναµενόµενη ανάπτυξη του ιταλικού κεφαλαίου. Μέσα στην επόµενη τριετία – και βλέπουµε.

 

Το Κέντρο και η ∆εξιά «τρέφουν» την ακροδεξιά «επαναθεµελίωση»

Παρά τα περί του αντιθέτου θρυλούµενα, το Σύµφωνο και το «Κίνηµα» δεν θέλουν να διαλύσουν την ΕΕ-θέλουν να την επαναθεµελιώσουν σε ολοκληρωτικά, αντιδραστική τροχιά. Και για την ακρίβεια, θέλουν να χτίσουν πάνω στα θεµέλια του κρισιακού καπιταλισµού, που άφησαν οι συνασπισµένες δυνάµεις της ∆εξιάς, της Σοσιαλδηµοκρατίας και της ενσωµατωµένης «αριστεράς». Η στάση που τήρησαν Ιταλία και Ουγγαρία στις διαπραγµατεύσεις για το Brexit και την επικύρωση της συµφωνίας Μπαρνιέ, αποδεικνύει του λόγου το αληθές. Πιθανότατα µάλιστα µαζί µε την ελληνική κυβέρνηση, υπήρξαν και οι πιο «σκληρές» χώρες στους όρους, τις προϋποθέσεις και τα βάρη που µετακυλίστηκαν στους Βρετανούς και τους Ευρωπαίους εργαζόµενους, ώστε να «βγει ο λογαριασµός» της συµφωνίας.

Από την άλλη πλευρά, οι παραδοσιακές δυνάµεις του Κέντρου και της ∆εξιάς καθαγιάζουν τα ταξικά εγκλήµατά τους επισείοντας τον κίνδυνο της ακροδεξιάς απειλής – άλλο, βέβαια, αν ήταν ακριβώς αυτές οι δυνάµεις που άνοιξαν την πόρτα του ευρωπαϊκού, πολιτικού φρενοκοµείου στον νεοφασισµό. Ποιος άραγε θυµάται σήµερα, για παράδειγµα, πως ο Όρµπαν υπήρξε ο φιλελεύθερος πρωθυπουργός της εισόδου της Ουγγαρίας στην ΕΕ το 2004;

Στο διά ταύτα, στην οικονοµία, τη διεθνή θέση της ΕΕ, την πανευρωπαϊκή αντιµετώπιση των κοινωνικών προβληµάτων, οι δυο πόλοι δεν διαφωνούν. Απλώς αλλάζει η ένταση στη ρητορική και την πολεµική. Οµογνωµούν στη λιτότητα, τη συντριβή της εργατικής τάξης, την καταδίωξη και τον εγκλεισµό σε στρατόπεδα των προσφύγων, στη διαρκή εσωτερική επιτήρηση των εργατών και την ακόµη διαρκέστερη πολεµική καταστολή µέσα και έξω από τα όρια της Ευρώπης των «27». Και µόνο τα γεγονότα στη Γαλλία µε την κινητοποίηση των Κίτρινων Γιλέκων και την αιµατοβαµµένη απάντηση του κράτους του Μακρόν, τεκµηριώνουν τα παραπάνω.

 

Η Ριζοσπαστική – Αντικαπιταλιστική Αριστερά

Με αυτό το τοπίο διαµορφωµένο, η στάση της ριζοσπαστικής και αντικαπιταλιστικής Αριστεράς καθίσταται εξαιρετικά δυσχερής, αλλά και κρίσιµη, καθώς, για να παραφράσουµε τους κλασικούς, οι ευρωεκλογές µπορούν να αλλάξουν την Ευρώπη – προς το χειρότερο. Και µάλλον η διάσπαση του ΚΕΑ και η ανασύνταξη πολιτικών σχηµατισµών στο «Πρώτα οι λαοί!» (σ.σ. οι λαοί ή οι εργατικές τάξεις;) µε στόχο µια καλή εκλογική επίδοση δεν φαίνεται να αρκεί στους καιρούς µας. Ο Μακρόν δεν δίστασε να βάψει τα χέρια του µε αίµα, η Βενεζουέλα µόνο στον χάρτη είναι µακριά και η Μεσόγειος, ειδικά στα ιταλικά παράλια, δεν έχει πάψει να είναι φρούριο και νεκροταφείο για τους απόκληρους της άγριας εκµετάλλευσης και δυστυχίας, που έχουν σκορπίσει οι Ευρωπαίοι πλουτοκράτες στην Αφρική. Με άλλα λόγια, και ενώ ο καπιταλισµός όχι µόνο δεν βγαίνει από την κρίση του, αλλά φαντάζει πιθανότερο να καταφύγει στην παλιά, δοκιµασµένη συνταγή µιας πολεµικής σύρραξης πλανητικών διαστάσεων και εµπλοκών, το αίτηµα και η υπόθεση µιας στρατηγικής πέρα από τις έδρες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και τις προσεχείς κάλπες φαντάζουν πιο επίκαιρες από ποτέ. Τουλάχιστον, µέχρι την επόµενη «κακή στροφή» που θα πάρει ο καπιταλισµός της εποχής µας µε οδηγούς τύπου Τραµπ, Μπολσονάρου, Σαλβίνι και Όρµπαν. Όταν δεν θα αρκούν οι κάλπες για να σωθεί η κατάσταση. Είτε των εργατών είτε του κλίµατος είτε του πλανήτη στο σύνολό του.