1

Το διεθνές επαναστατικό κύμα του 1848: μια παλιά ιστορία, δύο αφηγήσεις

Του Βαγγέλη Λιγάση

Το µακρινό 1848 είναι ένα ιστορικό ορόσηµο: τη χρονιά εκείνη ξέσπασε και κορυφώθηκε ένα διεθνές επαναστατικό κίνηµα, που αγκάλιασε 50 (!) χώρες. Όπως για κάθε µεγάλο ιστορικό γεγονός, έτσι και γι’ αυτό, υπάρχουν βασικά δύο “αφηγήσεις”. Η αντικαπιταλιστική-επαναστατική Αριστερά, που ζωογονείται όχι µόνο από τις µάχες του σήµερα αλλά και από τα διδάγµατα των µεγάλων επαναστατικών παραδόσεων, δεν µπορεί να αρκεστεί στην “επίσηµη” – “αντικειµενική” αφήγηση. Αναγκασµένη καθώς είναι -επί ποινή ιστορικής ήττας- να αντλεί διδάγµατα από τη βαθύτερη ανάλυση των γεγονότων, αναγκασµένη να δίνει διαρκώς τον αγώνα “της µνήµης ενάντια στη λήθη”, βασίζεται και προστρέχει στη “στρατευµένη” και “υποκειµενική” ανάγνωση των γεγονότων, στρατευµένη και υποκειµενική µε την έννοια ότι γίνεται υπό το πρίσµα των άµεσων και µακροπρόθεσµων-ιστορικών συµφερόντων του προλεταριάτου.

Αφήγηση πρώτη, «επίσηµη», «αντικειµενική»

(σχολικά βιβλία, Wikipedia, διαδίκτυο γενικώς)

Η πρώτη επανάσταση άρχισε τον Ιανουάριο στη Σικελία. Μετά από νέα επανάσταση που ξεκίνησε στη Γαλλία τον Φεβρουάριο, απλώθηκε σύντοµα σε διάφορες περιοχές της Γερµανίας, οι οποίες βρίσκονταν άµεσα ή έµµεσα κάτω από τον έλεγχο του βασιλιά της Πρωσίας, στην Αυστρία και Ουγγαρία -τότε χώρες του αυτοκράτορα της Βιέννης-, το Λουξεµβούργο, τη ∆ανία, την Πολωνία, τη Μολδοβλαχία και την Ιταλία, ουσιαστικά σ΄ όλη την κεντρική Ευρώπη, καθώς επίσης στην Ελλάδα και στις Βραζιλία, Χιλή. Συνολικά επηρεάστηκαν πάνω από 50 χώρες, αλλά χωρίς συντονισµό µεταξύ των αντίστοιχων επαναστατικών κινηµάτων και ρευµάτων.

Οι κοινωνικοί φορείς της επανάστασης ήταν αστικές δυνάµεις, κυρίως µικροαστικά (αγρότες) και διανοούµενα στρώµατα των πόλεων (φοιτητές), αλλά και οι εργάτες. Με κύριο στόχο την κατάργηση των παλιών µοναρχικών δοµών και τη δηµιουργία ανεξάρτητων εθνικών κρατών, είχαν ουσιαστικά φύση «αστικοδηµοκρατική».

∆εκάδες χιλιάδες άνθρωποι σκοτώθηκαν και πολλαπλάσιοι αναγκάστηκαν να εξοριστούν. Από τις σηµαντικές µεταρρυθµίσεις που επέζησαν, ήταν η κατάργηση της δουλοπαροικίας στην Αυστρία και την Ουγγαρία, το τέλος της απόλυτης µοναρχίας στη ∆ανία και η εισαγωγή της αντιπροσωπευτικής δηµοκρατίας στην Ολλανδία.

Οι επαναστάσεις ήταν πιο σηµαντικές στη Γαλλία, την Ολλανδία, τα κράτη της Γερµανικής Συνοµοσπονδίας που αργότερα σχηµάτισαν τη Γερµανική Αυτοκρατορία στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα, στην Ιταλία και την Αυστριακή Αυτοκρατορία. Τα κέντρα της επανάστασης τα αποτελούσαν οι µεγάλες πόλεις της κεντρικής Ευρώπης (Βερολίνο, Φρανκφούρτη, Μόναχο, Βιέννη, ∆ρέσδη, Πράγα κ.λπ.), η πρωσική και αυστριακή Πολωνία (Πόζεν, Γαλικία), η βόρεια Ιταλία και ιδιαίτερα η Ουγγαρία (που νικήθηκε τελευταία, τον Αύγουστο του ’49, και µόνο µετά την αποφασιστική επέµβαση ρωσικών στρατευµάτων στο έδαφος της αυτοκρατορίας των Αψβούργων).

Στο τέλος του 1849, οι δυνάµεις καταστολής επικράτησαν παντού και τα αντιδραστικά καθεστώτα του Βερολίνου, της Βιέννης και της Αγίας Πετρούπολης µπόρεσαν να σώσουν την κυριαρχία τους µέχρι το τέλος του Α’ Παγκοσµίου Πολέµου.

Γαλλία: Εκεί ο Βασιλιάς Λουδοβίκος – Φίλιππος, έχοντας εγκαταλείψει την αρχική φιλελεύθερη πολιτική του, προκαλεί γενική αποστροφή. Αστοί και εργάτες, συµµαχώντας, τον ανατρέπουν στις……. (µόνο 16 νεκροί στο Παρίσι). Μόλις όµως οι αστοί δηµοκράτες ένιωσαν λίγο στέρεο το έδαφος κάτω από τα πόδια τους, πρώτος σκοπός τους ήταν να αφοπλίσουν τους εργάτες. Αυτό έγινε σπρώχνοντάς τους στην εξέγερση του Ιούνη του 1848, µε ανοιχτή εξαπάτηση και την απόπειρα να εξορίσουν τους άνεργους σε µια απόµερη επαρχία. Η κυβέρνηση είχε φροντίσει να έχει συντριπτική υπεροχή δυνάµεων. Ύστερα από πενθήµερο αγώνα οι εργάτες νικήθηκαν. Και τότε ακολούθησε ένα λουτρό αίµατος των άοπλων αιχµαλώτων, που παρόµοιο δεν είχε γίνει από την εποχή των εµφύλιων πολέµων που προετοίµασαν την πτώση της ρωµαϊκής δηµοκρατίας.

Έτσι ήρθε στο προσκήνιο ένας νέος ηγέτης για τους αστούς, ο Λουδοβίκος Ναπολέοντας Βοναπάρτης (ανιψιός του Μ. Ναπολέοντα), ο οποίος κέρδισε τις εκλογές τον ∆εκέµβρη µε 55,6% (θα αυτοανακηρυχθεί αργότερα Αυτοκράτορας, µε το όνοµα Ναπολέων Γ’).

Γερµανία: Ο Πρώσος βασιλιάς Φρειδερίκος Γουλιέλµος ∆’, ο οποίος διατηρούσε την εικόνα ενός ενωτικού ηγεµόνα, αναγκάζεται να προχωρήσει στη σύγκληση εθνοσυνέλευσης, µε εκπροσώπηση όλων των τάσεων (Φραγκφούρτη, 30 Μαρτίου 1848).

Αυστροουγγαρία: Οι εξεγέρσεις που σηµειώθηκαν ήταν οξύτερες, καθώς «αφυπνίστηκαν» ταυτόχρονα πολλές διαφορετικές εθνότητες (Γερµανοί, Μαγυάροι, Τσέχοι, Πολωνοί, Σλοβάκοι, Σέρβοι και Ιταλοί). Στη Βιέννη ο αυτοκράτορας αναγκάσθηκε να εκχωρήσει σύνταγµα όταν η ενότητα της αυτοκρατορίας κινδύνεψε από τις επιµέρους εξεγέρσεις στην Ουγγαρία και Βοηµία. Η «θεοµηνία» των εξεγέρσεων αυτών σήµανε και το πολιτικό τέλος του τότε πανίσχυρου Μέτερνιχ. Στις 31 Αυγούστου 1848, µια συντακτική εθνοσυνέλευση θα καταργήσει τα προνόµια των φεουδαρχών.

Ελλάδα (από άρθρο του Γ. Νικολόπουλου): Στις 25 του Μάρτη, φοιτητές της Αθήνας διαδηλώνουν µε σύνθηµα «Ζήτω η δηµοκρατία!» έξω από τα Ανάκτορα (σηµερινή Βουλή). Οι φοιτητές καταδιώκονται από τη φρουρά έως τα Χαυτεία, µε περίπου 30 τραυµατίες. Αντάρτες αγρότες της Στερεάς, έπειτα από συνέλευση, αποφασίζουν να δράσουν. Στις 9 του Απρίλη, περίπου 700 καταδιωκόµενοι που έχουν βρει καταφύγιο στην τουρκοκρατούµενη Θεσσαλία, περνούν τα σύνορα και κατηφορίζουν προς τη Λαµία. Στα χωριά ο λαός τούς υποδέχεται σαν ήρωες, ψήνει ψωµιά και τους ενισχύει µε το υστέρηµά του, ενώ στο πέρασµά τους καταργούνται όλες οι αρχές του οθωνικού κράτους και παραδίδονται στις φλόγες τα φορολογικά αρχεία των κοτζαµπάσηδων.

Στις 19 Μαρτίου ο Πρώσος βασιλιάς της Ελλάδας, υπό την πίεση των ξεσηκωµένων αγροτών, υπόσχεται µεταρρυθµίσεις. Μια από τις µεταρρυθµίσεις που υποσχέθηκε (και µια από τις πολλές που δεν τήρησε) ήταν το δικαίωµα ψήφου για τις γυναίκες…

Σύντοµα η επανάσταση στην Στερεά παίρνει διαστάσεις – οι αντάρτες ξεπερνούν τους 3.000 στις 22 του Απρίλη, µέρα που καταλαµβάνεται η Λαµία και οι εξεγερµένοι προωθούνται κατά µπουλούκια προς την Υπάτη και τη Λιβαδειά. Η πρώτη θα πέσει στα χέρια των επαναστατηµένων τρεις µέρες µετά.

Οι διαδηλωτές φοιτητές είναι για την κυβέρνηση «ασήµαντα παιδάρια», «ελαφρόµυαλοι». Οι ξεσηκωµένοι αγρότες είναι «τουρκοαντάρτες εισβολείς», «προδότες». Αποστέλλει στη Στερεά περίπου 5.000 άνδρες (σχεδόν το σύνολο του τακτικού στρατού της Αθήνας, µαζί µε τµήµατα της χωροφυλακής).

Ταυτόχρονα, (στις 24 Απρίλη) oχτακόσιοι εξεγερµένοι αγρότες µε επικεφαλής τον γεωργό Γιώργο Περρωτή καταλαµβάνουν την Καλαµάτα, καταργούν τη χωροφυλακή και απαιτούν την εκλογή τοπικής συνέλευσης από αγρότες, κτηνοτρόφους και κατώτερους υπαλλήλους, µε πρώτο ζητούµενο την αναδιανοµή της γης των προεστών και των µοναστηριών στους ακτήµονες. Μια µέρα µετά, εκατοντάδες άλλοι µπαίνουν στην Περαχώρα και τα πρώτα σπίτια της Κορίνθου, απαιτώντας γη και δηµοκρατία.

Καθ’ υπόδειξη του Ρώσου ναυάρχου, στέλνονται στην Πελοπόννησο ο Νοταράς µε τον Κολοκοτρώνη (υιό) επικεφαλής περίπου 2.500 στρατιωτών. Μαζί εκστρατεύουν οµάδες κουµπουροφόρων διάφορων προεστών. Οι ξεσηκωµένοι πετσοκόβονται παντού. Στις 3 του Μάη, ο Περρωτής και περίπου 600 αγρότες µπλοκάρονται στο µοναστήρι της Βουλκάνου στην Ιθώµη και έπειτα από πολύωρη µάχη, ο αρχηγός κατορθώνει να ξεφύγει µε µόνο 20 ζωντανούς επαναστάτες και καταφεύγει στα γύρω δασωµένα βουνά.

Μια εβδοµάδα µετά και έπειτα από πολύνεκρες µάχες στο Παλιοχώρι (µε νικητές τους αντάρτες) και τη Θήβα (µε νικήτριες, τις οθωνικές δυνάµεις), ο κυβερνητικός στρατός πολιορκεί την Υπάτη, την οποία έχουν καταλάβει οι αντάρτες αγρότες. Έπειτα από διήµερη µάχη και την καταλυτική παρουσία του πυροβολικού που ισοπεδώνει τη µισή πόλη, οι αντάρτες εγκαταλείπουν την Υπάτη, αφήνοντας πίσω τους περίπου 400 νεκρούς.

Κοπάδια από γελάδια και πρόβατα κατασφάζονται επιδεικτικά στη Θήβα και τη Λαµία, αµπέλια ανασκάπτονται, σιταροχώραφα καίγονται και τουλάχιστον 1.200 αγρότες κλείνονται στις φυλακές της Λαµίας και της Χαλκίδας. Τα ίδια συντελούνται και στην Πελοπόννησο, όπου οι κάποι των κοτζαµπάσηδων δολοφονούν στα κρυφά πρωτεργάτες της εξέγερσης, στην Καλαµάτα, την Κόρινθο, τον Μελιγαλά και το Οίτυλο, ολόκληρο το καλοκαίρι του 1848.

Αφήγηση 2η: «Στρατευµένη», «υποκειµενική»

(κυρίως, Νταβίντ Ραζιάνοφ «Ο Μαρξ και ο Ένγκελς όχι µόνο για αρχάριους»)

«Ένα φάντασµα πλανιέται στην Ευρώπη: το φάντασµα του κοµµουνισµού. Όλες οι δυνάµεις της γερασµένης Ευρώπης ενώθηκαν σε µια ιερή συµµαχία για να κυνηγήσουν αυτό το φάντασµα: ο πάπας και ο τσάρος, Γάλλοι ριζοσπάστες και Γερµανοί αστυνοµικοί (…)

Σ’ αυτό το στάδιο, εποµένως, οι προλετάριοι δεν καταπολεµούν ακόµα τους δικούς τους εχθρούς, αλλά τους εχθρούς των εχθρών τους, τα υπολείµµατα της απόλυτης µοναρχίας, τους γαιοκτήµονες, τους µη βιοµήχανους αστούς, τους µικροαστούς. Έτσι, όλη η ιστορική κίνηση είναι συγκεντρωµένη στα χέρια της αστικής τάξης. Κάθε νίκη που κερδίζεται µ’ αυτόν τον τρόπο, είναι νίκη της αστικής τάξης (…)

Οι εργάτες αρχίζουν να συγκροτούν συνασπισµούς ενάντια στους αστούς. Εδώ κι εκεί η πάλη ξεσπάει µε τη µορφή εξεγέρσεων. Από καιρό σε καιρό οι εργάτες νικούν, αλλά η νίκη τους είναι παροδική. Το πραγµατικό αποτέλεσµα των αγώνων τους δεν είναι η άµεση επιτυχία, αλλά η συνένωση των εργατών που ολοένα επεκτείνεται (…)

(Οι Κοµµουνιστές) αγωνίζονται για την επίτευξη των άµεσων σκοπών και συµφερόντων της εργατικής τάξης, αλλά στο σηµερινό κίνηµα εκπροσωπούν ταυτόχρονα και τo µέλλον του κινήµατος (…)

Στη Γαλλία, οι κοµµουνιστές τάσσονται µε το σοσιαλιστικό-δηµοκρατικό κόµµα ενάντια στη συντηρητική αστική τάξη, χωρίς όµως να παραιτηθούν από τo δικαίωµα να κριτικάρουν τις αυταπάτες που έχουν την προέλευσή τους στην επαναστατική παράδοση.

Στην Ελβετία υποστηρίζουν τους ριζοσπάστες, χωρίς να παραγνωρίζουν ότι αυτό τo κόµµα αποτελείται από αντιφατικά στοιχεία.

Ανάµεσα στους Πολωνούς οι κοµµουνιστές υποστηρίζουν το κόµµα που θεωρεί την αγροτική επανάσταση σαν προϋπόθεση της εθνικής  απελευθέρωσης, δηλαδή το κόµµα που το 1846 προκάλεσε την εξέγερση της Κρακοβίας.

Στη Γερµανία, κάθε φορά που η αστική τάξη εκδηλώνεται επαναστατικά, το κοµµουνιστικό κόµµα παλεύει µαζί µε την αστική τάξη ενάντια στην απόλυτη µοναρχία, ενάντια στη φεουδαρχική γαιοκτησία και τον µικροαστισµό. Όµως ούτε στιγµή δεν παραµελεί το κοµµουνιστικό κόµµα να καλλιεργεί στους εργάτες µια όσο το δυνατό πιο καθαρή συνείδηση σχετικά µε την εχθρική αντίθεση που υπάρχει ανάµεσα στην αστική τάξη και το προλεταριάτο, για να µπορούν οι Γερµανοί εργάτες να στρέψουν αµέσως ενάντια στην αστική τάξη τις κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες που η αστική τάξη είναι υποχρεωµένη να πραγµατοποιήσει µε την κυριαρχία της, έτσι που, αµέσως µετά την ανατροπή των αντιδραστικών τάξεων στη Γερµανία, ν’ αρχίσει αγώνας ενάντια στην ίδια την αστική τάξη.

Με µια λέξη, οι κοµµουνιστές υποστηρίζουν παντού κάθε επαναστατικό κίνηµα ενάντια στην υπάρχουσα κοινωνική και πολιτική κατάσταση. Σε όλα αυτά τα κινήµατα προβάλλουν το ζήτηµα της ιδιοκτησίας, οποιαδήποτε µορφή, περισσότερο ή λιγότερο εξελιγµένη, κι αν έχει πάρει, σαν το βασικό ζήτηµα του κινήµατος. Τέλος, οι κοµµουνιστές εργάζονται παντού για τη σύνδεση και τη συνεννόηση των δηµοκρατικών κοµµάτων όλων των χωρών».

Αυτά γράφει µεταξύ άλλων το Μανιφέστο του Κοµµουνιστικού Κόµµατος που τυπώθηκε λίγες µέρες πριν απ’ την έκρηξη της επανάστασης του Φλεβάρη. Η οργάνωση της Ένωσης των Κοµµουνιστών συγκροτήθηκε µόλις το Νοέµβρη του 1847 – µια οργάνωση που περιλάµβανε τον σύλλογο του Παρισιού, των Βρυξελλών και του Λονδίνου, κι η οποία είχε µόνο περιορισµένη επαφή µε µικρές γερµανικές οµάδες.

Η επανάσταση ξεσπάει στις 24 του Φλεβάρη του 1848 στο Παρίσι. Γρήγορα επεκτείνεται στη Γερµανία. Στις 3 του Μάρτη στην Κολωνία, την πρωτεύουσα της Ρηνανίας, διαδραµατίζεται κάτι σαν λαϊκή εξέγερση. Οι δηµοτικοί άρχοντες είναι αναγκασµένοι να στραφούν µε µια αναφορά στον βασιλιά της Πρωσίας, για να του επιστήσουν την προσοχή σ’ αυτή τη λαϊκή εξέγερση και να κάνει µερικές παραχωρήσεις.

Την εποχή εκείνη ο Μαρξ βρίσκεται στις Βρυξέλες. Η βελγική κυβέρνηση, που δε θέλει να έχει την τύχη της γαλλικής µοναρχίας, τον συλλαµβάνει και µετά από µερικές µέρες τον απελαύνει. Ο Μαρξ φεύγει για το Παρίσι, καθώς ένας απ’ τους ηγέτες της προσωρινής κυβέρνησης, ο Φλοκόν, συντάκτης της εφηµερίδας όπου συνεργαζόταν ο Ένγκελς, στέλνει αµέσως ένα γράµµα στον Μαρξ, στο όποιο εξηγεί ότι όλα τα διατάγµατα της παλιάς κυβέρνησης έχουν καταργηθεί, και τον προτρέπει να επιστρέψει.

Ανάµεσα στους Γερµανούς εργάτες που συρρέουν στο Παρίσι, γεννιούνται διαµάχες και οργανώνονται διάφορες οµάδες. Με µια απ’ αυτές έχει σχέσεις κι ο αναρχικός Μιχαήλ Μπακούνιν, που µαζί µε τον Γερµανό ποιητή Χέρβεγκ συλλαµβάνει ένα παρανοϊκό σχέδιο: αποφασίζουν, µε µια ένοπλη οργάνωση, να επιτεθούν στη Γερµανία.

Ο Μαρξ πασχίζει ν’ αποτρέψει τους εργάτες απ’ αυτό το σχέδιο και τους προτείνει να πάνε µεµονωµένα στη Γερµανία κι εκεί να συµµετάσχουν στα επαναστατικά γεγονότα. Ο Χέρβεγκ οργανώνει µια επαναστατική λεγεώνα και µπαίνοντας επικεφαλής, βαδίζει προς τα γερµανικά σύνορα, όπου και συντρίβεται. Ο Μαρξ καταφέρνει µαζί µε άλλους συντρόφους να φτάσει στη Γερµανία, όπου εγκαθίστανται σε διάφορα µέρη – ο Μαρξ κι ο Ένγκελς στη Ρηνανία.

Στη Ρηνανία εκδιδόταν από το 1842 το πρώτο µεγάλο πολιτικό όργανο της γερµανικής αστικής τάξης, κι ο Μαρξ κι ο Ένγκελς πέτυχαν να πάρουν στα χέρια τους τη νεόκοπη εφηµερίδα, επιλέγοντας την είσοδο στη ∆ηµοκρατική Ένωση που υπήρχε στην Κολωνία. Αυτό έφερε τον Μαρξ και τον Ένγκελς απ’ την αρχή σε µια κάπως αµφίβολη κατάσταση απέναντι στην Εργατική Ένωση της Κολωνίας, που είχε ιδρυθεί αµέσως µετά τις 3 του Μάρτη απ’ τον Γκότσαλκ και τον Βίλιχ.

Ο Γκότσαλκ ήταν γιατρός και πολύ δηµοφιλής ανάµεσα στους φτωχούς της Κολωνίας. Ο σύλλογος που είχε ιδρύσει στην Κολωνία, η «Εργατική Ένωση Κολωνίας», πολύ σύντοµα συσπείρωσε σχεδόν όλους τους εργάτες της πόλης. Αριθµούσε περί τα 7.000 µέλη, και για µια πόλη µε πληθυσµό 80.000 κατοίκων ο αριθµός αυτός ήταν τεράστιος.

Όταν ήρθε η είδηση για την ήττα που γνώρισε το προλεταριάτο του Παρισιού τον Ιούνη, όταν ο Καβενιάκ χτύπησε το προλεταριάτο του Παρισιού προκαλώντας µια σφαγή στην οποία σκοτώθηκαν µερικές χιλιάδες προλετάριοι, η Νέα Εφηµερίδα του Ρήνου, «όργανο της δηµοκρατίας», στις 28 Ιούνη του 1848 δηµοσίευσε ένα παθιασµένο άρθρο. Ιδού µια περικοπή:

«Οι εργάτες του Παρισιού συντρίφτηκαν απ’ την υπεροπλία, δεν υπέκυψαν σ’ αυτήν. Ο προσωρινός θρίαµβος της ωµής βίας ξεπληρώθηκε µε τη διάλυση κάθε αυταπάτης και φαντασίωσης της επανάστασης του Φλεβάρη, ξεπληρώθηκε µε τη διάσπαση του γαλλικού έθνους σε δυο έθνη, το έθνος των ιδιοκτητών και το έθνος των εργατών. Η τρίχρωµη δηµοκρατία έχει πια µόνο ένα χρώµα, το χρώµα των νικηµένων, το χρώµα του αίµατος (…)

Θα µας ρωτήσουν αν θα κλάψουµε, αν θα αναστενάξουµε, αν θα µιλήσουµε για τα θύµατα της λαϊκής οργής, για την εθνοφρουρά, για τον τακτικό στρατό: Η πολιτεία θα φροντίσει τις χήρες και τα ορφανά τους. ∆ιατάγµατα θα τους εξυµνήσουν, οι κηδείες τους θα γίνουν µε µεγαλοπρεπείς τελετές, ο επίσηµος Τύπος θα τους ανακηρύξει αθάνατους, η ευρωπαϊκή αντίδραση θα τους δοξάσει απ’ Ανατολή σε ∆ύση.

Όµως οι πληβείοι, ρηµαγµένοι απ’ την πείνα, καταφρονηµένοι απ’ τον Τύπο, εγκαταλειµµένοι απ’ τους γιατρούς, βρισµένοι απ’ τους αξιοπρεπείς σαν ληστές, εµπρηστές και κατάδικοι, οι γυναίκες και τα παιδιά τους ριγµένα σε µια ακόµα πιο φοβερή αθλιότητα, µε τους άριστους απ’ τους ζωντανούς εξόριστους µακριά – προνόµιο και δικαίωµα τον δηµοκρατικού Τύπου είναι να πλέξει σ’ αυτούς το δάφνινο στεφάνι γύρω απ’ το απειλητικά σκοτεινό τους µέτωπο».

Ο Μαρξ κι ο Ένγκελς υπερασπίζονται κάθε επαναστατικό κίνηµα που στρεφόταν τότε ενάντια στην κρατούσα τάξη πραγµάτων. Είναι οι πιο παθιασµένοι υποστηριχτές της ουγγρικής επανάστασης, οι πιο παθιασµένοι υποστηριχτές της Πολωνίας, που λίγο πριν είχε επιχειρήσει µια νέα εξέγερση. Με το ίδιο πνεύµα ζητούν και την ένωση της Γερµανίας σε µια ενιαία δηµοκρατία.

Η Επανάσταση υποχωρεί παντού, µετά την ήττα του προλεταριάτου της Βιέννης τον Οκτώβρη. Η τσαρική Ρωσία είχε βοηθήσει µε κάθε τρόπο. Η ήττα στη Βιέννη συνετέλεσε στην ήττα στο Βερολίνο. Η πρωσική κυβέρνηση πήρε πάλι θάρρος: τον ∆εκέµβρη διαλύει την πρωσική Εθνοσυνέλευση. Εκείνη ακριβώς τη στιγµή η πρωσική αστική τάξη, προσπαθεί να πετύχει ένα συµβιβασµό ανάµεσα στο λαό και στη βασιλική κυβέρνηση.

Να τι δηµοσιεύει σχετικά ο Μαρξ:

«(…)εγωίστρια, χωρίς πίστη στα συνθήµατά της, τροµαγµένη απ’ την παγκόσµια αναστάτωση (και προσπαθώντας να επωφεληθεί απ’ αυτήν), κίβδηλη από κάθε άποψη, πρωτότυπη µόνο στη χαµέρπεια, κατευθύνει και παραµερίζει τις νεανικές τάσεις ενός λαού ισχυρού. Γριά στραβή, κουφή και ξεδοντιάρα, αυτή ήταν η πρωσική αστική τάξη, όταν βρέθηκε στο πηδάλιο του κράτους, µετά την επανάσταση του Μάρτη».

Έτσι ο Μαρξ απ’ το φθινόπωρο του 1848 αλλάζει τακτική. Μαζί µε τον Ένγκελς και τους παλιούς συντρόφους από τους κύκλους των επαναστατών Γερµανών εµιγκρέδων, Μολ και Σάπερ, εντείνουν τη δουλειά τους µέσα στην Εργατική Ένωση της Κολωνίας. Μετά τη σύλληψη του Γκότσαλκ, ο Μολ εκλέχτηκε εκπρόσωπος της Εργατικής Ένωσης. Όταν ο Μολ υποχρεώθηκε να «εξαφανιστεί» απ’ την Κολωνία, στη θέση του εκλέχτηκε ο Μαρξ, παρά τις επανειληµµένες αρνήσεις να δεχτεί την εκλογή (ο Μαρξ, πάσχιζε την εποχή εκείνη να πολιτογραφηθεί ξανά Πρώσος. Όταν η επανάσταση δυνάµωνε, εµφανιζόταν δηµόσια, αλλά µόλις κέρδιζε έδαφος η αντίδραση και εντείνονταν οι διώξεις, ο Μαρξ εξαφανιζόταν και αρκούνταν στη διεύθυνση της Νέας Εφηµερίδας του Ρήνου). Τον Φλεβάρη, που γίνονταν οι εκλογές για το νέο Κοινοβούλιο, ο Μαρξ κι η οµάδα του επέµεναν ότι οι εργάτες, εκεί που δε µπορούσαν να εκλέξουν τους δικούς τους υποψηφίους, έπρεπε να εκλέξουν δηµοκράτες. Η ίδια η Εργατική Ένωση αναδιοργανώθηκε και µετατράπηκε σε κεντρική λέσχη, µε καινούργια περιφερειακά τµήµατα και λέσχες. Στα τέλη του Απρίλη ο Μαρξ κι ο Σάπερ δηµοσίευσαν µια πρόσκληση, στην οποία καλούσαν όλες τις εργατικές ενώσεις της Ρηνανίας και της Βεστφαλίας σ’ ένα συνέδριο, και προέτρεπαν να οργανωθούν για ένα γενικό εργατικό συνέδριο που θα πραγµατοποιούνταν τον Ιούνη στη Λειψία.

Την στιγµή που ο Μαρξ κι οι σύντροφοί του προχωρούσαν στην άµεση οργάνωση κόµµατος της εργατικής τάξης, η επανάσταση δέχτηκε νέο πλήγµα. Η πρωσική κυβέρνηση, που είχε διαλύσει την πρωσική Εθνοσυνέλευση, αποφασίζει τώρα να βάλει ένα τέλος και στην Παγγερµανική Εθνοσυνέλευση. Η «Νέα Εφηµερίδα του Ρήνου» κλείνει στις 19 Μάη του 1849. Μετά ο Μαρξ εγκαταλείπει την Γερµανία σαν ξένος. Ο Ένγκελς, ο Μολ και ο Βίλιχ πηγαίνουν να ενωθούν µε τους επαναστάτες στη Νότια Γερµανία.

Μετά από µερικές βδοµάδες ηρωικής αλλά κακά οργανωµένης αντίστασης ενάντια στα πρωσικά στρατεύµατα, οι επαναστάτες υποχρεώθηκαν να καταφύγουν στην Ελβετία. Τα παλιά µέλη της Νέας Εφηµερίδας του Ρήνου και της Εργατικής Ένωσης της Κολωνίας κατέφυγαν στο Παρίσι, αλλά µετά την αποτυχηµένη διαδήλωση στις 13 Ιούνη του 1849 καταδιώχτηκαν κι έτσι υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν τη Γαλλία. Ο Μολ είχε σκοτωθεί κατά τη διάρκεια της εξέγερσης στη Νότια Γερµανία. Ο Μαρξ, ο Ένγκελς, ο Σάπερ, ο Βίλιχ και ο Βολφ πήγαν στο Λονδίνο.

Ο Μαρξ κι ο Ένγκελς δεν έχασαν στην αρχή την ελπίδα πως πρόκειται για µια προσωρινή κάµψη του επαναστατικού κινήµατος, και ότι θ’ ακολουθούσε ένα καινούργιο κύµα αναταραχής. Εκείνη ακριβώς την εποχή η Ένωση των Κοµµουνιστών εκδίδει δύο ενδιαφέρουσες εγκυκλίους. Γράφτηκαν κυρίως απ’ τον Μαρξ.

«Όλες οι δυνάµεις πρέπει να στρέφονται στην προσπάθεια να αντιπαραθέσουµε στη δηµοκρατική οργάνωση την εργατική οργάνωση. Κατά πρώτο λόγο είναι αναγκαίο να δηµιουργήσουµε ένα εργατικό κόµµα. Πρέπει µε όλα τα µέσα να προωθήσουµε τους δηµοκράτες, σε κάθε διεκδίκησή τους ν’ απαντάµε µε µιαν άλλη πιο ριζοσπαστική. Οι δηµοκράτες ζητούν το δεκάωρο, εµείς θα ζητήσουµε το οχτάωρο. Αυτοί ζητούν απαλλοτρίωση της µεγάλης έγγειας ιδιοκτησίας µε δίκαιες αποζηµιώσεις, εµείς θα ζητήσουµε τη χωρίς αποζηµίωση απαλλοτρίωση. Πρέπει να προωθήσουµε την επανάσταση µε όλα τα µέσα, πρέπει να την κάνουµε διαρκή, να την έχουµε την κάθε στιγµή στην ηµερήσια διάταξη: ∆εν πρέπει να επαναπαυόµαστε στις λεγόµενες κατακτήσεις της επανάστασης. Κάθε προσπάθεια να κηρύξουµε την επανάσταση τελειωµένη, είναι προδοσία στην υπόθεση της επανάστασης».

Ωστόσο, στα τέλη του 1850 ο Μαρξ καταλήγει στο συµπέρασµα ότι µέσα σε οικονοµική ευηµερία κάθε προσπάθεια να εκβιαστεί η επανάσταση θα καταλήξει σε ανώφελη ήττα. Με την άποψη αυτή όµως δε συµφωνούσαν πολλά µέλη της Ένωσης των Κοµµουνιστών. Ο Βίλιχ, που µαζί µε τον Γκότσαλκ είχε προκαλέσει στις 3 του Μάρτη την επανάσταση στην Κολωνία και είχε παίξει µεγάλο ρόλο κατά τη διάρκεια της εξέγερσης στη Νότια Γερµανία, ο Σάπερ, µέλη της Εργατικής Ένωσης της Κολωνίας και οι παλιοί οπαδοί του Βάιτλινγκ συνασπίζονται. Επιµένουν στην ανάγκη να οργανώσουν µια εξέγερση. Γίνεται προσπάθεια να πάρουν ένα δάνειο απ’ την Αµερική – ένα δάνειο που θα χρηµατοδοτούσε την επανάσταση στη Γερµανία… Τελικά επέρχεται η διάσπαση. Ένας από τους «πράκτορες» της Ένωσης στη Γερµανία συλλαµβάνεται. Βρίσκουν επάνω του έγγραφα που δίνουν τη δυνατότητα στην πρωσική µυστική αστυνοµία να καταδιώξει τους συντρόφους του. Η πρωσική κυβέρνηση αποφασίζει να οργανώσει µια µεγάλη δίκη κατά των κοµµουνιστών στην Κολωνία, για να δείξει στην πρωσική αστική τάξη πως δεν πρέπει να µετανιώνει που το 185]0 της αφαιρέθηκαν µερικές ελευθερίες.

Με απόφαση της παράταξης των κοµµουνιστών που είχε µείνει µαζί του, ο Μαρξ έγραψε µια µπροσούρα µ’ αφορµή τη δίκη κατά της Ένωσης των Κοµµουνιστών, στην οποία αποκάλυψε τις µηχανορραφίες της αστυνοµίας.

Στα τέλη του 1852 διαλύθηκε επίσηµα η Ένωση των Κοµµουνιστών. Μερικά απ’ τα µέλη της µετανάστευσαν στην Αµερική. Μερικά χρόνια αργότερα, στο Λονδίνο, ο Σάπερ αναγνώρισε πως είχε κάνει λάθος και συµφιλιώθηκε πάλι µε τον Μαρξ και τον Ένγκελς.

Οι ιστορικοί της πρώτης αφήγησης προσπαθούν να γράψουν τα γεγονότα µε (σχετική) αντικειµενικότητα. Οι επαναστάτες της δεύτερης αφήγησης προσπαθούν (παθιασµένα) να δώσουν «ζωή» στα γεγονότα. Σε συνθήκες καινούριες, αναπόδραστα θα κάνουν λάθη, αλλά διατηρούν την ψυχραιµία και γενναιότητα να διδαχθούν και να διδάξουν από αυτά.

Να πώς ανασκευάζει αργότερα ο Μαρξ την πολιτική κριτική υποστήριξης στην «γριά» και «ξεδοντιάρα» (σε συνθήκες προϊµπεριαλιστικές) αστική τάξη κριτικάροντας το «πρώιµο» σοσιαλδηµοκρατικό κόµµα στην Γαλλία:

«Οι µικροαστοί έβλεπαν πως δεν είχαν αµειφθεί καλά ύστερα από τις µέρες του Ιούνη του 1848, έβλεπαν να διαµφισβητούνται από την αντεπανάσταση οι δηµοκρατικές εγγυήσεις που θα τους εξασφάλιζαν την επιβολή των (υλικών) συµφερόντων τους. Είχαν κλείσει συµµαχία µε τους σοσιαλιστές αρχηγούς. Τον Φλεβάρη του 1849 πανηγύρισαν µε συµπόσια τη συµφιλίωση. Καταρτίστηκε ένα κοινό πρόγραµµα. Ιδρύθηκαν κοινές εκλογικές επιτροπές και υποβλήθηκαν κοινοί υποψήφιοι. Από τις κοινωνικές διεκδικήσεις του προλεταριάτου αφαίρεσαν την επαναστατική τους αιχµή και τους έδωσαν µια δηµοκρατική τροπή.

∆εν πρέπει όµως να κάνει κανείς την σκέψη ότι οι δηµοκρατικοί αντιπρόσωποι είναι όλοι τους µαγαζάτορες ή ότι λαχταρούν να γίνουν µαγαζάτορες. Μπορεί εξαιτίας της µόρφωσής τους ή της ατοµικής τους θέσης να απέχουν απ’ αυτούς όσο απέχει ο ουρανός από τη γη. Εκείνο που τους κάνει εκπρόσωπους των µικροαστών είναι ότι η στενοκεφαλιά τους δε µπορεί να ξεπεράσει τα όρια που η κοινωνική θέση βάζει πρακτικά στους µικροαστούς».

Και όπως έγραψε το 1865 ο Ένγκελς,

«Αυτούς πρέπει να τους υποδεχόµαστε µε τη λόγχη, στο ξίφος τους ν’ αντιπαρατάσσουµε το δικό µας ξίφος».

Η κόκκινη σηµαία, η “σκέτη” κόκκινη σηµαία, αρχικά ήταν η σηµαία που σηµαίνει ότι δεν θα υπάρξουν αιχµάλωτοι. Κατά τη διάρκεια της γαλλικής επανάστασης, το αιµατηρό αυτό σύµβολο το υψώνουν οι δυνάµεις της αντίδρασης, Σε απάντηση, µετά το 1790, την παίρνει το πλήθος και την υψώνει αυτό. Η κόκκινη σηµαία γίνεται λοιπόν η σηµαία της λαϊκής βίας απέναντι στην αιµατηρή καταστολή. Από τότε επανήλθε στην επανάσταση του 1848, πάντα σε αντιπαράθεση µε την τρίχρωµη γαλλική σηµαία-σύµβολο της αστικής ιδεολογίας. Εκείνη την πρώτη φορά, το 1848, µέσα από µεγάλες αντιπαραθέσεις, οι εργάτες υποχωρούν και κατεβάζουν την κόκκινη σηµαία. Η επανάσταση του 1848 παραµένει πιστή στην τρίχρωµη. Την επόµενη φορά όµως, το 1871, στην Κοµµούνα, η κόκκινη σηµαία αντικαθιστά τη θλιβερή σηµαία των αστών ιµπεριαλιστών.




Γιατί δεν νικούν οι εξεγέρσεις; Πώς μπορούν να νικήσουν;

Του Αλέξη Λιοσάτου

Η Οκτωβριανή επανάσταση σαν πηγή έµπνευσης για τη στρατηγική της νίκης

Στα τέλη του 2019 ξέσπασε κύκλος εξεγέρσεων σε πάνω από 15 χώρες της καπιταλιστικής περιφέρειας (µεταξύ άλλων, Χιλή, Ιράν – Λίβανος – Ιράκ, Αλγερία, Εκουαδόρ, Αϊτή, Σουδάν, Κολοµβία, Χονγκ Κονγκ). Στη Γαλλία, σιγοβράζει η εξέγερση των Κίτρινων Γιλέκων η οποία ξέσπασε το 2018, που τον περασµένο χειµώνα «συναντήθηκε» και συγχωνεύτηκε µε τον πανεργατικό ξεσηκωµό ενάντια στα αντεργατικά µέτρα της κυβέρνησης Μακρόν για τις συντάξεις. Την άνοιξη του 2020 ξέσπασε η εξέγερση στις ΗΠΑ µε αφορµή τη στυγνή δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ. Ωστόσο, παρά τον ηρωισµό, την αυτοθυσία και την αντοχή των εξεγερµένων, καµία από αυτές δεν βρήκε τον δρόµο για τη νίκη. Καµία δεν ανέδειξε ένα «υπόδειγµα» πάλης που να µπορεί να θεωρηθεί νικηφόρο υπό καλύτερες συνθήκες. Τα ερωτήµατα, λοιπόν, «γιατί δεν νικούν οι εξεγέρσεις» και υπό ποιες προϋποθέσεις µπορούν να νικήσουν», είναι κρίσιµα και έχουν άµεσο, πρακτικό πολιτικό κι όχι µόνο θεωρητικό, χαρακτήρα.

Ο κόσµος που εξεγείρεται φοβάται -δικαιολογηµένα- ότι ύστερα από το µικρό διάλειµµα της συλλογικής ανάτασης πο0υ φέρνει η εξέγερση, θα επιστρέφουµε ξανά και ξανά στην αθλιότητα του πολεµικού καπιταλισµού που καταστρέφει τις ζωές µας. Αν εµπεδωθεί µια τέτοια αίσθηση µαταιότητας, τότε η ίδια η «ιδέα» της εξέγερσης θα απαξιωθεί, και οι ιδεολόγοι και προπαγανδιστές του καπιταλισµού θα διαβεβαιώνουν ξανά για το «τέλος της Ιστορίας», για το ανέφικτο να ανατρέψουµε τον καπιταλισµό και να βαδίσουµε σε ένα µέλλον χωρίς εκµετάλλευση και καταπίεση.

Πρέπει λοιπόν να χειραφετηθούµε από την πεισιθανάτια λογική που κυριαρχεί στην Αριστερά ότι το πεπρωµένο µας είναι να εξεγειρόµαστε και να χάνουµε όλες τις µάχες. Πρέπει να ξαναπιάσουµε το νήµα µιας νικηφόρας στρατηγικής. Και σε αυτό το καθήκον, η Οκτωβριανή επανάσταση, της οποίας γιορτάζουµε τον φετινό Οκτώβρη τα 103χρονα, έχει να µας διδάξει πολλά.

 

Ο «κινηµατισµός» δεν αρκεί

Ξεκινώντας από τα θεµελιώδη, δεν πιστεύουµε ότι το «κίνηµα» αρκεί για να ανατρέψει τον καπιταλισµό ή έστω για να πετύχει µονιµότερες και ριζικότερες κατακτήσεις «από µόνο του». ∆εν πιστεύουµε ότι «κάποια στιγµή», αυτονόητα και νοµοτελειακά, «η γη θα γίνει κόκκινη», το κίνηµα θα «ξεσπάσει» και θα «βρει τον δρόµο του από µόνο του»· ότι όλοι εµείς που επιθυµούµε την ανατροπή του καπιταλισµού το µόνο που έχουµε να κάνουµε είναι «υποµονή µέχρι να ξεσπάσει το µεγάλο κίνηµα/η εξέγερση»· ότι όταν αυτό ξεσπάσει απλώς πρέπει να συµµετάσχουµε, να ρίξουµε το κατάλληλο σύνθηµα ή να προχωρήσουµε στην τάδε «συγκρουσιακή» ενέργεια, γιατί έτσι αίφνης οι «µάζες θα ακολουθήσουν» και θα ανατρέψουν τους τυράννους τους. Αυτή η άποψη υφέρπει και καθορίζει, λιγότερο ή περισσότερο, πολλούς νέους αγωνιστές κι αγωνίστριες αλλά και οργανωµένα τµήµατα της Αριστεράς, του αναρχισµού και της αυτονοµίας.

Από τις απαρχές του καπιταλισµού µέχρι σήµερα, από τα πιο παλιά παραδείγµατα ταξικών µαχών µέχρι τις πρόσφατες εξεγέρσεις, ο ρόλος των µαζικών-συνειδητών πολιτικών υποκειµένων, που λειτουργούν σαν συλλογική ηγεσία, στην έκβασή τους έχει αποδειχθεί απόλυτα καθοριστικός. Ακόµα κι όταν δεν υπάρχει προφανής και στιβαρή ηγεσία, αυτή είναι υπαρκτή: έχει να κάνει µε τη συνισταµένη των πεποιθήσεων, της αγωνιστικής εµπειρίας, του επιπέδου αποφασιστικότητας και στράτευσης των ανθρώπων που τραβάνε µπροστά σε µια µάχη. «Ηγεσία» υπήρχε και στην Παρισινή Κοµµούνα το 1871, και στο Σικάγο το 1886, στη Ρωσική Επανάσταση το 1917, στη Γερµανική Επανάσταση το 1918-23, στην Ισπανική Επανάσταση το 1936-37, στην Ελληνική Αντίσταση το 1941-1949 κ.λπ.

∆εν πιστεύουµε λοιπόν ότι οι εξεγέρσεις άλλοτε νικούν κι άλλοτε χάνουν «τυχαία», ότι αυτό εξαρτάται από τη δύναµη του «αυθόρµητου», από το ότι άλλοτε οι άνθρωποι «ξυπνούν» περισσότερο και νικάνε κι άλλοτε «ξυπνούν» λιγότερο και χάνουν κ.λπ. Αυτού που τύπου ο «κινηµατισµός» είναι συνώνυµος της ήττας. Η µαζική πρωτοπορία, αυτή που αντικειµενικά είναι ηγεσία σε κάθε µεγάλο αγώνα, είτε θα συγκροτηθεί σε συλλογικό πολιτικό υποκείµενο και θα δράσει αποτελεσµατικά σαν συλλογική ηγεσία είτε θα είναι σε κατάσταση διεσπαρµένη και άρα αναποτελεσµατική, ανίκανη να οδηγήσει στη νίκη.

 

Εργατική τάξη ή νέα κοινωνικά υποκείµενα;

Στο θεµελιώδες αυτό ζήτηµα η µαρξιστική θεωρία για την εργατική τάξη ως εν δυνάµει υποκείµενο της κοινωνικής αλλαγής έχει υποκατασταθεί από ποικίλες θεωρήσεις για τα νέα κοινωνικά υποκείµενα. Στο πλαίσιο αυτών, η αντίθεση κεφαλαίου – εργασίας δεν είναι η βασική αντίθεση, αλλά µία ανάµεσα σε δεκάδες άλλες. Η εργατική τάξη προφανώς έχει υποστεί αλλαγές αλλά αυτό δεν σηµαίνει ότι έπαψε να είναι η δύναµη που βάζει σε κίνηση την παραγωγή και την οικονοµία. Οι εργάτ(ρι)ες είναι όχι απλώς περισσότεροι από παλιά αλλά κοινωνική πλειονότητα, παρόλο που πολλοί και πολλές δεν φοράνε µπλε φόρµα. Το γεγονός ότι είναι µορφωµένοι-ε, ακολουθούν κάποιο (άτυπο ή επιβεβληµέnο) dress cod και συχνά χρησιµοποιούν λάπτοπ δεν σηµαίνει8 ότι είναι λιγότερο εργατική τάξη ή λιγότερο ικανοί να παλέψουν για την κοινωνική αλλαγή. ∆εν σηµαίνει επίσης ότι είναι «προνοµιούχοι» ή «εξασφαλισµένοι»: ∆εν ήταν στις δεκαετίες του νεοφιλελευθερισµού πριν την κρίση του 2008, δεν είναι -πολύ περισσότερο- τώρα. Ζουν µε 500 και 1.000 ευρώ στην Ελλάδα, µε λίγο περισσότερα στον δυτικό κόσµο, µε πολύ λιγότερα στον υπόλοιπο πλανήτη. Σήµερα είναι απείρως περισσότεροι και αντικειµενικά ισχυρότεροι από ό,τι πριν 100 χρόνια.

Το πρόβληµα είναι «υποκειµενικό»: ότι οι πολιτικές τους οργανώσεις είναι σε κρίση ύστερα από αλλεπάλληλες ήττες. Έχουν ξεχάσει όχι µόνο να οργανώνουν αλλά και να µιλούν έστω για την εργατική τάξη. Έτσι, οι ίδιοι οι εργάτες (εργαζόµενοι, µισθωτοί, «προλεταριάτο») είναι λιγότερο οργανωµένοι και άρα περισσότερο εξαρτώµενοι από την αστική προπαγάνδα, πιο παθητικοί, λιγότερο µαχητικοί, µε µικρότερη αυτοπεποίθηση και συλλογική αίσθηση των κοινών συµφερόντων τους, µε λιγότερες δυνατότητες να δώσουν οικονοµικές µάχες απέναντι στα αφεντικά τους και να νιώσουν τη δύναµη που τους δίνει ο χώρος δουλειάς τους. Τέτοιες δυσκολίες ωστόσο, κατά ιστορικές περιόδους µάλιστα ακόµη µεγαλύτερες, πάντα υπήρχαν στο κίνηµα αντίστασης. Το ζήτηµα δεν είναι να αναλύσουµε το προλεταριάτο σαν «τάξη καθεαυτή», αλλά να εστιάσουµε στους τρόπους και στη διαδικασία συγκρότησής της σε «τάξη για τον εαυτό της». Αυτή η διαδικασία είναι κατεξοχήν πολιτική και ιδεολογική, και είναι ακριβώς αυτή από την οποία έχει ουσιαστικά παραιτηθεί η Αριστερά.

 

Μεταρρύθµιση ή επανάσταση;

Το δίληµµα επανάσταση ή µεταρρύθµιση τέθηκε στο κέντρο της στρατηγικής συζήτησης από την Ρόζα Λούξεµπουργκ, απαντήθηκε εµφατικά από τους Μπολσεβίκους και επιβεβαιώθηκε σαν εφαρµοσµένη στρατηγική στην Οκτωβριανή επανάσταση, σφραγίζοντας τις εξελίξεις ολόκληρου του 20ού αιώνα. Η ρεφορµιστική πτέρυγα της εποχής, οι Μενσεβίκοι (που δήλωναν «µαρξιστές» επίσης) και οι Εσέροι, ηγεσία των φτωχών αγροτικών µαζών µέχρι τότε, κρατούσαν τα εργατικά συµβούλια (σοβιέτ) υπό την οµηρία των αστών και των γαιοκτηµόνων και γύρευαν συµβιβασµούς µαζί τους. Ως αποτέλεσµα ούτε η Γη δόθηκε στους αγρότες ούτε ψωµί στους εργάτες ούτε ο πόλεµος σταµάτησε. Τα συνθήµατα της Ρώσικης Επανάστασης υλοποιήθηκαν όλα και άµεσα µόλις οι Μπολσεβίκοι πήραν την πλειοψηφία στα Σοβιέτ και αφαίρεσαν την εξουσία από τους αστούς.

Για να γίνουν αυτά δεν αρκούσε το «αυθόρµητο»: η αυθόρµητη κινητοποίηση των µαζών γκρέµισε τον τσάρο, αλλά η επανάσταση χρειαζόταν συνθήµατα και τακτική που να οδηγούν στην ανατροπή του συστήµατος εξουσίας του τσάρου, των αστών και των γαιοκτηµόνων, διαφορετικά το πιθανότερο ήταν να επιστρέψει ο τσάρος ή ένα άλλο αντιδραστικό καθεστώς από την πίσω πόρτα. Το κίνηµα έδωσε σηµάδια αυτοθυσίας και ηρωισµού όταν οι τσαρικοί πυροβολούσαν στο ψαχνό. Οδήγησε στη συµφιλίωση µε τον στρατό µέσα από τη στάση του αυτή και έπειτα από πολλούς νεκρούς. Ωστόσο, δεν µπορούσε να φτάσει να υλοποιήσει τη στρατηγική «όλη η εξουσία στα Σοβιέτ». Η επανάσταση του Φλεβάρη αποδείχθηκε ότι είχε «ηγεσία» -ή ίσως καλύτερα ότι παραχώρησε την ηγεσία- στους ρεφορµιστές στα Σοβιέτ, για να την παραδώσουν αυτή µε τη σειρά τους στους αστούς.

 

Το µαζικό επαναστατικό κόµµα

Χρειαζόταν λοιπόν µια οργανωµένη δύναµη, που να αποκαλύψει τον προδοτικό ρόλο της «υπαρκτής» ηγεσίας, να της αποσπάσει την επιρροή και να δώσει µια άλλη προοπτική στην επανάσταση. Αυτό το καθήκον µε τη σειρά του απαιτούσε συγκεκριµένη τακτική: πρωτοβουλίες για κλιµάκωση του αγώνα, διεκδίκηση µέχρι τέλους των αιτηµάτων της επανάστασης όταν οι ρεφορµιστές έκαναν εκπτώσεις, κοινή δράση µε τους «προδότες» ρεφορµιστές απέναντι στον καπιταλισµό αλλά και τακτικές υποχωρήσεις –π.χ. «φρενάρισµα» της Ιουλιανής εξέγερσης στην Πετρούπολη, που επειδή ήταν πρόωρη θα µπορούσε να αποβεί καταστροφική, καθώς οι συνθήκες δεν ήταν εξίσου ώριµες στην υπόλοιπη Ρωσία. Ωστόσο, τα «Ιουλιανά» του 1917 δεν είχαν καµία σχέση µε την τακτική του ΚΚΕ στην εξέγερση του ∆εκέµβρη του 2008 στην Ελλάδα, όταν το κόµµα του Περισσού έκανε συµµαχία µε το αστικό-κρατικό µπλοκ καταγγέλλοντας «απ’ έξω» την εξέγερση («Ο ΣΥΡΙΖΑ χαϊδεύει τα αυτιά των κουκουλοφόρων») και το χειροκροτούσαν οι ∆εξιοί και οι φασίστες. Οι Μπολσεβίκοι στα «Ιουλιανά» εφάρµοσαν την «παιδαγωγική» µέθοδο προς τα λάθη του προλεταριάτου που είχε συστήσει ο Μαρξ αναφερόµενος στην Κοµµούνα: µαζί µε την εργατική τάξη ακόµη και στα λάθη της,  όχι µόνο γιατί είναι η τάξη µας αλλά και γιατί µόνο έτσι θα µάθει να τα αποφεύγει εµπιστευόµενη την ηγεσία του επαναστατικού κόµµατος.

Με µια τέτοια στάση απέναντι στα «Ιουλιανά» του 1917, οι Μπολσεβίκοι κατάφεραν να ελαχιστοποιήσουν τους νεκρούς (έχοντας και οι ίδιοι νεκρούς και συλληφθέντες), πείθοντας τους εργάτες ότι είχαν δίκιο µέσα στην κοινή µάχη. Τελικά οι Μπολσεβίκοι µε τον παράνοµο οργανωµένο µηχανισµό τους επιβίωσαν του κύµατος καταστολής που ακολούθησε τα «Ιουλιανά» και διατήρησαν στο ακέραιο τις προϋποθέσεις για την επανάσταση αλλά και τη δυνατότητα των ίδιων να ηγηθούν σε αυτήν.

Τέτοιες «δεξιότητες» το κόµµα του Λένιν και του Τρότσκι απέκτησε επειδή τα στελέχη του ατσαλώθηκαν στα 15 χρόνια που προηγήθηκαν της επανάστασης, δοκιµαζόµενα σε καιρό καταστολής, παρανοµίας, πολέµων, της τσακισµένης επανάστασης του 1905. ∆εν αρκούσαν µια χούφτα φωτισµένοι ηγέτες που τη «στιγµή» της επανάστασης του 1917 θα έχτιζαν δεσµούς µε τις µάζες· προπαιτούνταν προεργασία χρόνων και µαζικός µηχανισµός αγωνιστ(ρι)ών µε ρίζες στους εργασιακούς χώρους και στις πόλεις, που θα µπορούσε να παίξει ρόλο προπαγανδιστή, οργανωτή, συντονιστή, ηγέτη της µάχης την κρίσιµη στιγµή.

Το µαζικό επαναστατικό κόµµα (πρέπει να) είναι συλλογικός διανοούµενος, οργανωτής, η ανθεκτική και πρωτοπόρα ραχοκοκαλιά της τάξης µας, ηγέτης στον αγώνα. Πρέπει το ίδιο να διδαχθεί την τέχνη της επανάστασης – και ο διαπαιδαγωγητής πρέπει να διαπαιδαγωγηθεί. Και όλα αυτά δεν γίνονται την κρίσιµη ώρα, αλλά προετοιµάζονται σε «ανύποπτο» χρόνο, στα χρόνια πριν την επανάσταση.

Η σηµερινή Αριστερά, στην πλειονότητά της δεν έχει εγκαταλείψει µόνο το «προλεταριάτο» αλλά και το «κόµµα».

 

∆ιεθνισµός και επαναστατικός ντεφετισµός ενάντια στην «εθνική ενότητα» και τα «εθνικά δίκαια»

Το Μπολσεβίκικο κόµµα έκανε πριν, κατά τη διάρκεια και µετά το 1917 δύσκολες επιλογές και κόντρα στο ρεύµα, όπως το να παλεύει για να ηττηθεί η χώρα «του» στον πόλεµο, για να µετατρέψει τον «πατριωτικό» ιµπεριαλιστικό πόλεµο σε ταξικό εµφύλιο, δηλαδή σε πόλεµο ενάντια στην αστική τάξη (αντί να παλεύει για «ανεξαρτησία της Ρωσίας απέναντι στη Γαλλία, τη Γερµανία και την Αγγλία» π.χ., όπως θα έκανε η πλειονότητα της σηµερινής Αριστεράς αν δρούσε στη Ρωσία εκείνης της εποχής), αλλά µε την ακλόνητη πίστη ότι ο διεθνισµός είναι προϋπόθεση τόσο για το σταµάτηµα του πολέµου όσο και για τη νίκη της επανάστασης, που µπορεί να επικρατήσει µόνο διεθνώς και όχι αποµονωµένα σε µια ή δυο χώρες. Πολλοί εκπρόσωποι της σταλινοπατριωτικής ή/και της ευρωκοµµουνιστικής παράδοσης σήµερα σηκώνουν τη σηµαία των «κυριαρχικών δικαιωµάτων» στις διεθνείς θάλασσες και µοιάζουν έτοιµοι να κηρύξουν «επιστράτευση» για συµµετοχή ακόµη και σε πόλεµο «ενάντια στον φασίστα Ερντογάν».   

Τι όµως στα αλήθεια έκαναν οι Μπολσεβίκοι στη Ρωσία ύστερα από τη νίκη της επανάστασης; Υπέγραψαν ειρήνη «πάση θυσία» µε τη Γερµανία, παραχωρώντας µάλιστα περίπου το 1/3 των ρωσικών εδαφών (συνθήκη ειρήνης του Μπρεστ Λιτόφσκ). Γιατί το έκαναν αυτό; Μήπως γιατί ήταν «πουληµένοι» στα γερµανικά συµφέροντα, γιατί ήταν «πράκτορες», τσιράκια των αντίστοιχων «Γκρίζων λύκων» των «γερµαναράδων»; Κάθε άλλο: το έκαναν γιατί µόνο αρνούµενοι να πολεµήσουν τους Γερµανούς φαντάρους-ταξικά τους αδέρφια, θα βοηθούσαν να ξεδιπλωθεί η διεθνής δυναµική της σοσιαλιστικής επανάστασης. Όπως κι έγινε, καθώς σχεδόν άµεσα µετά την σύναψη Ειρήνης του Μπρεστ-Λιτόφσκ ξέσπασε η µεγάλη γερµανική επανάσταση, µε το γερµανικό προλεταριάτο να µιµείται το παράδειγµα του ρωσικού. Πόσο µακριά είναι αυτή η λογική από την σηµερινή ελληνική Αριστερά που κατά πλειοψηφία υπερασπίζεται τα «κυριαρχικά δικαιώµατα» και τα ελληνικά αστικά-ιµπεριαλιστικά δίκια στη µάχη των ΑΟΖ και τους Έλληνες απέναντι τους Τούρκους καπιταλιστές;

Οι ίδιοι οι Μπολσεβίκοι δεν θα διανοούνταν καν την επανάσταση του Οκτώβρη του 1917 σε µια καθυστερηµένη χώρα (όπως η τσαρική Ρωσία) αν ακολουθούσαν το παράδειγµα της εγχώριας σταλινικής Αριστεράς, για την οποία συνήθως οι συνθήκες «ποτέ δεν είναι ώριµες» ούτε για εξέγερση ούτε για σοσιαλισµό. Οι Ρώσοι επαναστάτες το έκαναν γιατί πίστευαν στη διεθνή νίκη του σοσιαλισµού, την οποία όµως θα άνοιγε η επανάσταση σε µια -έστω- καθυστερηµένη χώρα. Και αντίθετα η νίκη του σοσιαλισµού δεν θα διατηρούταν στη Ρωσία αν δεν ακολουθούσαν νίκες και σε άλλες, προηγµένες καπιταλιστικά χώρες όπως η Γερµανία.

Οι Μπολσεβίκοι έδωσαν το δικαίωµα στις καταπιεσµένες εθνότητες της ρωσικής αυτοκρατορίας για αυτοδιάθεση, µέχρι και το δικαίωµα απόσχισης-αποχωρισµού. Πόσο µακριά από τη σηµερινή Αριστερά που αρνείται το δικαίωµα αυτοπροσδιορισµού στους σλαβόφωνους Μακεδόνες εργάτες/εργάτριες του γειτονικού κράτους, κάνοντας κριτική στην ελληνική αστική τάξη από τα δεξιά;

Όπως τότε έτσι και σήµερα ο σοσιαλισµός στην Ελλάδα δεν µπορεί να νικήσει αν δεν εξαπλωθεί στα Βαλκάνια και στην Τουρκία. Αλλά για να εξαπλωθεί εκεί πρέπει εκείνοι οι λαοί να παραδειγµατιστούν από τον διεθνισµό του ελληνικού προλεταριάτου. Με κραυγές για πόλεµο και υπεράσπιση των «εθνικών δικαίων» οι εργάτ(ρι)ες των χωρών σε Βαλκάνια και Αιγαίο το µόνο που εξασφαλίζουν είναι να έρθουν πιο κοντά σε ένα ακόµα σφαγείο και συντριβή.




Οι Τζόκερ στον Πλανήτη Γκόθαμ

του Βασίλη Μορέλλα

Το κινηματογραφικό Τζόκερ σάρωσε τα ταμεία σε σειρά χωρών, σπάζοντας αρκετά ρεκόρ του μποξ-οφις, την ίδια στιγμή που εξεγέρσεις σαρώνουν παγκοσμίως σε κάποιες άλλες, αρκετά διαφορετικές χώρες. Τι σχέση έχουν τα δυο αναντίστοιχα φαινόμενα; Τι σχέση έχει η σκιά με τη φωτιά;

Τα πρόσωπα της βίας

Στο μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη οι άνθρωποι υποφέρουν από ακραίες ανισότητες, φθίνουσες ή ανύπαρκτες κοινωνικές υπηρεσίες και την αλαζονική διαφθορά πολιτικών και καπιταλιστών.

Στην Αϊτή, η μεγάλη φτώχεια (οι περισσότεροι ζουν με κάτω από 2$ τη μέρα) βγάζει δεκάδες χιλιάδες στους δρόμους εδώ κι ενάμιση χρόνο. Οι διαδηλώσεις, που μεταξύ άλλων ζητούν την παραίτηση της κυβέρνησης, κορυφώθηκαν τους τελευταίους δυο μήνες, όταν ανατιμήθηκαν αιφνιδίως τα καύσιμα.

Στον Λίβανο, η ελίτ κυκλοφορεί με Φεράρι μεταξύ πολυτελών νάιτκλαμπ και πεντάστερων ξενοδοχείων, αλλά οι πολίτες ζουν σε γκέτο χωρίς πόσιμο νερό, γεμάτα σκουπίδια, ανοιχτούς υπονόμους και τοξικούς αέριους ρύπους, που τους στέλνουν σε νοσοκομεία που δεν μπορούν να πληρώσουν. Οι αυξήσεις σε καύσιμα και τηλεφωνία ήταν απλά η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι πριν ένα μήνα. Διαδηλώσεις, απεργίες και οδοφράγματα αντέχουν μέχρι σήμερα.

Στον Ισημερινό, οι πρόσφατες αυξήσεις στα καύσιμα και οι αντεργατικοί νόμοι (νέοι φόροι και μειώσεις μισθών 20%, μείωση αδειών κ.α.) ελέω προγράμματος ΔΝΤ, έφεραν οδοφράγματα, καταλήψεις κτιρίων και διυλιστηρίων, απεργίες. Η κυβέρνηση αναγκάστηκε σε δημόσιες συνομιλίες με τους ηγέτες του ιθαγενικού κινήματος και στη συνέχεια σε απόσυρση του «πακέτου» μέτρων. Ωστόσο, ήδη ετοιμάζεται δεύτερος γύρος, αφού φαίνεται ότι προωθούνται οι ίδιες μεταρρυθμίσεις με άλλο περιτύλιγμα, εν μέσω συνεχιζόμενων συλλήψεων.

Στο Ιράκ, το σύνθημα του 2011 «ο λαός θέλει να πέσει το καθεστώς» ξανακούγεται, κυρίως από την σιιτική πλειοψηφία. Επαναστάτησε κατά της επιχειρούμενης ισλαμοποίησης του κράτους και του κατακερματισμού του πληθυσμού με βάση το θρήσκευμα. Αλλά και για την ανεργία, τη διαφθορά, την έλλειψη ρεύματος και νερού, την ιρανική ανάμειξη στα εσωτερικά της χώρας.

Στην Αλγερία, μετά την παραίτηση του προέδρου-δικτάτορα Μπουτεφλίκα τον Απρίλη, μυριάδες πλημμυρίζουν τους δρόμους κάθε Παρασκευή από τον Φλεβάρη, απαιτώντας βάθεμα της επανάστασης, σαρωτικές αλλαγές στο πολίτευμα και «νέα ανεξαρτησία» από την πολιτική μαφία που κυβερνά, από κοινού με τον στρατό και τον μεγάλο πλούτο.

Στη Χιλή, ο λαός διαδηλώνει κατά εκατομμύρια, ζητά νέο Σύνταγμα και ακύρωση των πολιτικών Πινοσέτ που τον τυραννούν εδώ και μισό αιώνα, παρά τον τυπικό τερματισμό της στρατιωτικής χούντας το 1990. Είναι μια χώρα όπου φοιτητές οδηγούνται σε αυτοκτονία όταν δεν μπορούν να εξυπηρετήσουν φοιτητικά δάνεια, οικογένειες πουλάνε έπιπλα για να πληρώσουν τα νοσήλια στο διαλυμένο σύστημα Υγείας, ιθαγενείς αγρότες βλέπουν τα κοπάδια τους να πεθαίνουν από δίψα επειδή το ιδιωτικοποιημένο νερό προορίζεται για τις φυτείες αβοκάντο και τις εξορύξεις.

Κι ακόμη, στο Πουέρτο Ρίκο, εναντίον ενός μισογύνη διεφθαρμένου προέδρου, στην Ονδούρα, ενάντια σε μια κυβερνητική δυναστεία ναρκεμπόρων, στην Καταλονία για τα δημοκρατικά δικαιώματα και την καταστολή, στη Νικαράγουα, για το ασφαλιστικό σύστημα, στο Χονγκ-Κονγκ, για την λογοκρισία, την έκδοση στην Κίνα, τις εξωδικαστικές συλλήψεις, αλλά και την ακρίβεια… Παρόμοια μαρτύρια περνούν τα έξι έβδομα της ανθρωπότητας -και το υπόλοιπο ένα έβδομο, με τον έναν ή άλλον τρόπο, προορίζεται να τα περάσει. Αυτή είναι η διαρκής οικονομική βία των «αρίστων» προς στα υποζύγιά τους. Αραιά και πού, η προσβολή συμπληρώνει την κακομεταχείριση. Όπως όταν πρόσφατα, στην Χιλή, ο δισεκατομμυριούχος Πρόεδρος του 26%, χαρακτήρισε τον λαό στους δρόμους ως «αδίστακτο εχθρό», εναντίον του οποίου διεξάγει… «πόλεμο». Αλλά, όπως αντανακλά κι η μεγάλη οθόνη, η βία είναι δανεική και επιστρέφεται. Ακόμη χειρότερα όταν οι προσβολές, οι κοροϊδίες και τα κατάφωρα ψέματα των από πάνω, ολοκληρώνονται στην φονική βία κατά των ξεσηκωμένων.

Στο Λίβανο, Σουνίτες, Σιίτες και Μαρωνίτες διαδηλωτές φωνάζουν ποικίλα υβριστικά συνθήματα κατά αστυνομικών και πολιτικών, που τριχοτομούν το λαό με ένα σύστημα θρησκευτικών διακρίσεων και ποσοστώσεων από το 1990. «Χριστιανοί και Μουσουλμάνοι μαζί, γ…..ε τους πολιτικούς!» Εκεί δεν έχουν αναφερθεί ακόμη νεκροί. Αλλά στον Ισημερινό, ο στρατιωτικός νόμος επέφερε δέκα νεκρούς, φυλακίσεις δημοσιογράφων, 1200 συλλήψεις και 1300 τραυματίες. Στη Χιλή, τα συνθήματα «κόντρα στους πλούσιους που μας έχουν καθυποτάξει», απαντήθηκαν με αστυνομικές μηχανές να πέφτουν πάνω στους διαδηλωτές, βροχή από πλαστικές σφαίρες με κόστος τα μάτια 100 ανθρώπων, τανκς στους δρόμους, δεκάδες νεκρούς και πολλές χιλιάδες τραυματίες και φυλακισμένους. Ο κόσμος αμύνθηκε, συλλαμβάνοντας 50 στρατιώτες, οδηγώντας αυτοκίνητα πάνω στα ΜΑΤ, βάζοντας φωτιά σε δύο εγκαταστάσεις ακροδεξιών ΜΜΕ. Στο Ιράκ, μόνο μέσα στην πρώτη βδομάδα του Οκτώβρη, παρακρατικοί και αρχές σκότωσαν και τραυμάτισαν πάνω από 100 και 600 άτομα αντίστοιχα, μέχρι η κυβέρνηση να υποχρεωθεί σε ελιγμούς, με ανασχηματισμό και υποσχέσεις για 100.000 νέες εργατικές κατοικίες και επιδόματα ανεργίας. Στην Αϊτή η αστυνομική καταστολή έχει σκοτώσει πάνω από 40 άτομα. Στις 27 Οκτώβρη, όταν κάποιος (μάλλον αστυνομικός με πολιτικά) άνοιξε πυρ και σκότωσε έναν διαδηλωτή, ο κόσμος τον λίντσαρε και έκαψε το πτώμα του…

Ποιος μπορεί να τους κατηγορήσει; Η βία των από κάτω είναι αυτοάμυνα. Εξάλλου, σχεδόν πάντα ωχριά μπροστά σε εκείνην που την προκάλεσε. Για παράδειγμα, στο Σουδάν, η επανάσταση που ζητούσε πτώση της στρατιωτικής χούντας και πολιτική κυβέρνηση, αιματοκυλίστηκε επανειλημμένα από τον στρατό. Παρόλα αυτά ο κόσμος απέφυγε κάθε βίαιη αντεκδίκηση φοβούμενος έναν εμφύλιο σαν αυτόν την Συρίας. Συνήθως, αυτή η μεγαλοψυχία δεν αναγνωρίζεται από την Ιστορία, οπότε δεν περιμένουμε να δικαιωθεί το πείραμα της τρίχρονης «προσωρινής» συγκυβέρνησης χουντικών και πολιτών που έχει προκύψει.

Οι εντεινόμενες ανισότητες και η επερχόμενη οικονομική κρίση, μαζί με την κλιματική κρίση και τις απροσδιόριστες συνέπειες της περιβαλλοντικής υποβάθμισης, περικυκλώνουν την ανθρωπότητα, σαν συμπληγάδες που κλείνουν αργά, αλλά σίγουρα. Ο καπιταλισμός, η ανάγκη για σταθερά ποσοστά κέρδους σε μια αέναα επεκτεινόμενη παραγωγή, σε έναν πεπερασμένο πλανήτη, απειλεί να συνθλίψει ή ήδη συνθλίβει δισεκατομμύρια. Είναι η πραγματικότητα. Ένα θρίλερ εφιαλτικότερο, αλλά και ανώτερο από το «Τζόκερ»: η πλοκή έχει διαρκείς ανατροπές χωρίς να χάνει το… ρεαλισμό της, οι χαρακτήρες είναι ανθρώπινοι και ηρωικοί ταυτόχρονα, ενώ παρά τα επαναλαμβανόμενα μοτίβα αποφεύγει τα κλισέ και τα γλυκανάλατα χάπι-εντ. Σαν μπόνους για τους φαν του είδους, μοιάζει να κρατάει για πάντα. Βέβαια, η πραγματικότητα δεν είναι τέχνη, δεν είναι συνειδητό δημιούργημα κανενός νου. Είναι και δύσκολο να την παρακολουθήσεις. Γι’αυτό οι περισσότεροι προτιμούμε την τέχνη, μέχρι η πραγματικότητα να μας βάλει με το ζόρι σε ρόλους κομπάρσων ή ανώνυμων πρωταγωνιστών.

Ένα πογκρόμ κατά των πλουσίων;

Τελικά, ποιοι είναι οι ανισόρροποι εγκληματίες της υπόθεσης; Αυτοί που πυροβολούν τηλεπαρουσιαστές επειδή δεν έχουν πάρει τα φάρμακά τους ή το κράτος που τους έκλεψε τα φάρμακα; Αυτοί που βάζουν φωτιά σε δημόσια κτίρια ή αυτοί που διατάζουν πολέμους ελαφρά τη καρδία; Αυτοί που διαδηλώνουν «παράνομα», που δραπετεύουν από τον πόλεμο «παράνομα», που ζούνε και πουλάνε ομπρέλες «παράνομα» -ή αυτοί που τους συλλαμβάνουν, «υπηρετώντας τον νόμο»; Αυτοί που λεηλατούν σουπερμάρκετ ή αυτοί που τους στέρησαν το φαγητό; Οι πολλοί που κόβουν την κυκλοφορία για βδομάδες και μήνες χωρίς ξεκάθαρη αντιπρόταση, οι λίγοι που αυτοπυρπολούνται από απελπισία, ή οι ελάχιστοι που υπαγορεύουν οδηγίες εξαθλίωσης υπό μορφή δανειακών όρων και προγραμμάτων «σταθερότητας»;

Σε επίπεδο συζήτησης, πρέπει να παραδεχτούμε ότι το «Τζόκερ» έχει αναλυθεί πλήρως, σε αντίθεση με το «Πλανήτης Γκόθαμ». Σε επίπεδο συζήτησης, θα είναι πιο ενδιαφέρον να διερευνήσουμε την πραγματικότητα των εξεγέρσεων, σεισμογραφικών εκρήξεων που αποκαλύπτουν πολλά για τη δομή των κοινωνιών μας, την μεγάλη δύναμη και την καταβλητική αδυναμία των υποταγμένων τάξεων, τους τερατώδεις μηχανισμούς ελέγχου των κυρίαρχων, αλλά και το πόσο λίγο ελέγχουν (αν ενδιαφέρονται καν) το χαοτικό οικοδόμημά τους.

Επιπρόσθετα, ο «Πλανήτης Γκόθαμ» είναι ένα έργο που οι αστυνομίες όλου του κόσμου δεν έχουν καταφέρει να σταματήσουν. «Γι’αυτό», σκέφτηκαν οι ακροδεξιοί κύκλοι του βαθέος κράτους σε ΗΠΑ και Ελλάδα, «ας σταματήσουμε τουλάχιστον το φιλμ. Πού ξέρεις, κι έτσι ίσως κάτι γλιτώσουμε». Τι περιγράφουν τα πιο πορωμένα ΜΜΕ ως «λίαν τρομακτικό και βίαιο»; Γιατί ξεφύτρωσε ως και η… Μιλένα Αποστολάκη για να ρίξει το λίθο στον Τζόκερ; Ίσως η ιδεαλιστική αγνότητα του συνθήματος «Kill the Rich», η πιο ασήμαντη αφορμή που μπορεί να ανάψει μεγάλη φωτιά, ή το παράφρον βλέμμα του Τσάρλι Τσάπλιν που ευλογεί τον εξεγερμένο όχλο από την αφίσα των Μοντέρνων Καιρών… Αυτά ομολογουμένως φέρνουν δυσάρεστους συνειρμούς. «Η αντιδραστική ομάδα του Τζόκερ δημιουργεί τρομοκρατία στους δρόμους», όπως διαβάσαμε στο «Βήμα» και πολύ γελάσαμε. Κι ας τελειώνει το φιλμ πριν επέμβει ο στρατός, όπως γίνεται συνήθως. Κι ας είναι η δική τους βία πολύ πιο βάρβαρη –ακριβώς γι’αυτό φοβούνται την εκδίκηση, άρα την δυσανάλογη, μη ρεαλιστική και απεγνωσμένη βία των φιλμικών λούμπεν.

Κανονικά, οι καπιταλιστές πρέπει να νιώθουν μεγάλη αυτοπεποίθηση, έχοντας καταφέρει να αποδιαρθρώσουν σχεδόν παντού στην Δύση και την κατεστραμμένη Μ. Ανατολή την οργανωμένη εργατική τάξη. Δεν είναι τυχαίο ότι οι εργαζόμενοι, παρόλο που συμμετέχουν σε όλες τις εξεγέρσεις ή επαναστάσεις, πουθενά δεν έχουν την πολιτική ηγεμονία, σχεδόν πουθενά δεν ελέγχουν κάποιο επαναστατικό εργατικό κόμμα, ενώ συχνά τους λείπουν μέχρι και αξιόπιστες συνδικαλιστικές δομές, που προσπαθούν να ξανακερδίσουν από εξαγορασμένες ή διορισμένες γραφειοκρατίες. Ίσως όχι τυχαία οι χώρες που ο «Τζόκερ» σημείωσε τις μεγαλύτερες εισπράξεις (ΗΠΑ, Ν. Κορέα, ΗΒ, Μεξικό, Ιαπωνία, Ρωσία, Βραζιλία, Αυστραλία, Ιταλία) έχουν κοινωνίες που ασφυκτιούν από τον νεοφιλελευθερισμό, αλλά προς το παρόν στέκουν σχετικά αδρανείς και κουρασμένες. Φυσικά, όταν δεν μπορείς να κάνεις εξέγερση, δεν είναι κακό να ονειρεύεσαι την εξέγερση. Αντίθετα, είναι πολύ προτιμότερο από το να ονειρεύεσαι να σου τύχει το… τζόκερ. Έτσι, η ταινία άρεσε όχι μόνο σε οργισμένους νέους, αλλά και σε συνταξιούχους που ψηφίζουν «το μη χείρον».

Αλλά -είπαμε- μιλάμε για τις αντιδράσεις των λιγότερο εκλεπτυσμένων, των πιο άτσαλων φανατικών, των πιο αρτηριοσκληρωτικών ακροδεξιών εισαγγελέων, υπουργών και αστυνομικών του FBI ή της ΕΛΑΣ. Διάσπαρτοι διαδηλωτές ανά τον κόσμο, από το Σαντιάγκο και τη Βηρυτό μέχρι το Χονγκ-Κονγκ και την Βαρκελώνη, τους έχουν πάρει χαμπάρι και τους ειρωνεύονται, φορώντας μάσκες Γκάι Φωκς ή ασπροπράσινο μακιγιάζ. Το χειρότερο όμως –κι αυτό αφορά όλους τους- είναι ότι οι εξεγέρσεις θα συμβαίνουν και χωρίς… Τζόκερ, Βεντέτα, ή άλλα μαζικά σύμβολα. Και με όντως με τυχαίες αφορμές. Η συνέχεια δεν αναμένεται επί της οθόνης.