1

Το Μακεδονικό: Όταν το ΚΚΕ αρνείται το Μακεδονικό έθνος, αρνείται την ιστορία του

“Γίνεται προσπάθεια να διασκεδαστούν οι εντυπώσεις από την αναγνώριση ‘μακεδονικής’ ιθαγένειας και γλώσσας, με διαχωρισμό από την αρχαία ιστορία της Μακεδονίας. Να σημειωθεί εδώ ότι η κυβέρνηση υπερασπίζεται τα στοιχεία αυτά της συμφωνίας με το αντιδραστικό ιδεολόγημα του ‘αυτοπροσδιορισμού’, που ανοίγει την πόρτα για κάθε λογής επικίνδυνα σχέδια. Το ίδιο πρόβλημα γεννάνε και οι αναφορές στον ‘μακεδονικό λαό’.

… Μακεδονικό έθνος δ
εν υπήρξε ποτέ στη Βαλκανική, ούτε βέβαια μακεδονική γλώσσα. Και μόνο το γεγονός ότι ο όρος ‘Μακεδόνας’ συνεχίζει να υπάρχει για τον προσδιορισμό των κατοίκων της συγκεκριμένης χώρας, έστω και με τον ‘μανδύα’ της ιθαγένειας, γεννάει πολλά ερωτήματα και ανησυχίες για το πώς μπορεί να αξιοποιηθεί στο μέλλον. Το ίδιο και οι αναφορές σε ‘μακεδονική’ γλώσσα”.

Αυτά έγραφε ο Ριζοσπάστης του Σαββατοκύριακου 19/20 Γενάρη με αφορμή την κριτική του κόμματος στην Συμφωνία των Πρεσπών. Δεν είναι η πρώτη φορά που η ηγεσία του ΚΚΕ εκφράζει τέτοιες θέσεις. Ο Ριζοσπάστης της 26/27 Μάη του 2018 δημοσίευε ένα σημείωμα του Πολιτικού Γραφείου του ΚΚΕ από το 1995, που επαναλάμβανε  τις ίδιες θέσεις: “δεν υπάρχει μακεδονικό έθνος (και αντίστοιχα ύπαρξη μακεδονικής εθνικής μειονότητας, ως κομμάτι αυτού του έθνους που έμεινε έξω από τα σύνορά του)… Η γλώσσα, από μόνη της, δεν προσδιορίζει το έθνος”.  Αν κάτι άλλαξε από το μακρινό 1995 είναι ότι σήμερα η ηγεσία του ΚΚΕ δεν αναγνωρίζει καν τη μακεδονική γλώσσα.  


Το ελληνικό κεφάλαιο θέλει να εντάξει τα Δυτικά Βαλκάνια στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ με τους δικούς του όρους και η κυβέρνηση του Τσίπρα κάνει ακριβώς αυτό την ίδια στιγμή που αγκαλιάζεται με τον Τραμπ και τη Μέρκελ. Αυτή θα έπρεπε να ήταν η αφετηρία της αριστερής, διεθνιστικής απόρριψης της Συμφωνίας. Όμως, η ηγεσία του ΚΚΕ -και του 1995 αλλά και πιο έξαλλα η σημερινή- επιλέγει να δανειστεί “επιχειρήματα” από το οπλοστάσιο της δεξιάς και της εθνικοφροσύνης. Με αυτό τον τρόπο πετάει στο καλάθι των αχρήστων την ίδια την ιστορία του. 



ΣΕΚΕ


Το ΣΕΚΕ ιδρύθηκε από τις οργανώσεις που πάλευαν ενάντια στον εθνικισμό και τον πόλεμο. Το 1925-26, ο γραμματέας του κόμματος, ο Παντελής Πουλιόπουλος, σέρνεται σε δίκη από τη δικτατορία του στρατηγού Πάγκαλου, μαζί με άλλους 22 συντρόφους του, με την κατηγορία ότι συνωμοτούσαν για την «απόσχιση» της Μακεδονίας. 


Η απολογία του Πουλιόπουλου που κράτησε πέντε ώρες, ήταν τόσο συγκλονιστική που τελικά το δικαστήριο τον αθώωσε -παρόλα αυτά η δικτατορία τον έστειλε εξορία. Η υπεράσπιση του δικαιώματος στην αυτοδιάθεση έγραφε το 1928 ο Πουλιόπουλος «στρέφει την αγανάκτηση των εθνικώς καταπιεζόμενων από τον εθνικιστικό στον αντικαπιταλιστικό δρόμο». 


Στις αρχές της δεκαετίας του ’30 η επικράτηση του σταλινισμού είχε στερήσει από το ΚΚΕ τον επαναστατικό του χαρακτήρα. Παρόλα αυτά, το κόμμα δεν αμφισβητούσε την ύπαρξη μακεδονικού έθνους και γλώσσας. Αντίθετα, προσπαθούσε με κάθε τρόπο να αναδείξει την καταπίεση της μακεδονικής μειονότητας. 


Ένα ρεπορτάζ που δημοσιεύθηκε στον Ριζοσπάστη σε συνέχειες τον Οκτώβρη-Νοέμβρη του 1933 είναι χαρακτηριστικό από αυτή την άποψη. Μιλάει για μακεδονική εθνότητα και για μακεδονική γλώσσα τη “μακεντόντσκι” (συγκεκριμένα στο φύλλο της 31/10/1933). Ο δημοσιογράφος, με το ψευδώνυμο “Ν. Κοντός”, που περιόδευσε στις περιοχές της Δυτικής Μακεδονίας γράφει:


“Στη Μακεδονία παίζεται ένα άγριο δράμα σε βάρος μιας εθνότητας που δεν εννοεί να υποταχθεί σκλάβα στον ελληνικό, γιουγκοσλαβικό ή βουλγαρικό ιμπεριαλισμό” (19 Οκτώβρη) και Μακεδονία… Ένας τόπος που έχει τραβήξει τα πάνδεινα στην Ιστορία. Εστία όλων των τελευταίων πολέμων στα Βαλκάνια. Το μήλο της έριδος ανάμεσα στους ιμπεριαλιστές της Βαλκανικής. Και πριν απ όλα η περιοχή όπου ένας λαός ηρωικός και ανδρείος στενάζει υπόδουλος κάτω από τη μπότα τριών ιμπεριαλισμών: του ελληνικού, γιουγκοσλαβικού και βουλγαρικού… Εδώ ακριβώς αντιμετωπίζεται η αντίσταση της καταπιεζόμενης εθνότητας των Μακεδόνων, γι αυτό το λόγο ακριβώς η τρομοκρατία ενάντια στον εργαζόμενο πληθυσμό είναι αφάνταστα πιο απάνθρωπη από άλλα μέρη” (22 Οκτώβρη).


Το 1935/36 το ΚΚΕ έκανε τη στροφή προς την αναζήτηση συμμαχιών με τμήματα της αστικής τάξης (η στρατηγική των Λαϊκών Μετώπων) και άρχισε να μιλάει για την “εθνική άμυνα” και τα “εθνικά συμφέροντα”. Όμως, και τότε, πάλευε για το δικαίωμα της μειονότητας να μιλάει τη γλώσσα της να έχει τα δικά της σχολεία, παράλληλα με τους αγώνες για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων της φτωχής αγροτιάς. Αυτά τα δυο ήταν αξεχώριστα. 


Στις εκλογές του Γενάρη του 1936 οι υποψήφιοι και οι αγωνιστές του “Παλλαϊκού Μετώπου” στις περιοχές της μειονότητας αντιμετώπισαν καταστολή, απαγορεύσεις, επιθέσεις από χωροφύλακες, “αγανακτισμένους πολίτες”. Ο Ριζοσπάστης έγραφε (16/1/1936) για μια ομάδα κομμουνιστών που συνελήφθησαν στη Βεύη και δικάστηκαν ως “αυτονομιστές” στη Θεσσαλονίκη:


“Ο πρόεδρος του δικαστηρίου μίλησε λυσσασμένα κατά της μακεδονικής μειονότητας και είπε αποτεινόμενος προς τους κατηγορούμενους Μακεδόνες πως ‘έπρεπε να ισχύσει για σας ένα ακόμα ιδιώνυμο γιατί μιλάτε μακεδονικά και θα σας στείλω στα Λαγκάδια της Τρίπολης για να γίνετε Έλληνες”.

Αυτή η στάση έφερε ανάμεσα στα άλλα την ενίσχυση της εκλογικής επιρροής του ΚΚΕ σε αυτές τις περιοχές. Στις εκλογές του 1936 στο Σκλήθρο της Φλώρινας τους κομμουνιστές υποψήφιους “περίμενε όλο το χωριό. Τα συνθήματά μας έγιναν ανάρπαστα. ‘Ντόλου μπόγια’ (Κάτω ο μπόγιας) φώναζαν οι γυναίκες”. Σε περιοδεία δυο υποψηφίων στα χωριά της Βεγορίτιδας “στον Αγιο Αθανάσιο έγινε πανζουρλισμός. Τους πήραν στα χέρια και κατ’ απαίτησή τους ο δεύτερος τους μίλησε στα μακεδονικά, στη γλώσσα τους” (Τάσος Κωστόπουλος, Η Απαγορευμένη Γλώσσα, σ.σ. 153-4).


Έτσι μπήκαν οι βάσεις για να μπορέσει η Αριστερά να κερδίσει τη στήριξη της πλειοψηφίας της μακεδονικής μειονότητας στην Αντίσταση. Και οι Γερμανοί και οι Βούλγαροι φασίστες προσπάθησαν να κερδίσουν τη μειονότητα εκμεταλλευόμενοι το παρελθόν της καταπίεσης από το ελληνικό (και το σερβικό) κράτος. Όμως, δεν τα κατάφεραν.  



Αντίσταση


Οι Μακεδόνες πύκνωσαν τις γραμμές των παρτιζάνων του Τίτο και στήριξαν μαζικά το ΕΑΜ και το ΚΚΕ. Ρόλο σε αυτό έπαιξε και η απόφαση των  οργανώσεων του ΚΚΕ στη δυτική Μακεδονία να οργανώσουν το “Σλαβομακεδονικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Μέτωπο” (ΣΝΟΦ) το φθινόπωρο του 1943 με στόχους όπως: «πλατειά διαφώτιση για την συναδέλφωση των Σλαβομακεδόνων και Ελλήνων και για την Ενιαία τους πάλη»  και «Να δημιουργήσουμε Εθνική συνείδηση στο λαό μας, συνοχή και ενότητα κάνοντας χτήμα του ιδιαίτερα την Επαναστατική του Ιστορία του Ήλιντεν και ικανό να συνεχίζη τις καλές Λαϊκές παραδόσεις του»


Πολυάριθμες εφημερίδες του ΚΚΕ, του ΣΝΟΦ, του ΕΑΜ εκδίδονται στη μακεδονική γλώσσα. Στις περιοχές που είχε απελευθερώσει ο ΕΛΑΣ το καλοκαίρι του 1944 γιορτάζεται με κάθε επισημότητα η Επανάσταση του Ιλιντεν του 1903. Θεατρικές ομάδες της ΕΠΟΝ κάνουν παραστάσεις του “Ματωμένου Μακεδονικού Γάμου” ενός θεατρικού που είχε γραφτεί το 1900 στη “μακεδονική λαλιά”. Μετά την απελευθέρωση, τον Δεκέμβρη του 1944 εκδίδεται μακεδονικό αλφαβητάρι, ξεκινάει τη λειτουργία ταχύρρυθμο φροντιστήριο για Μακεδόνες δασκάλους και ανοίγουν σχολεία. 


Κι όταν η “λευκή” τρομοκρατία της δεξιάς ενάντια στο κίνημα της Αντίστασης και την Αριστερά άρχισε να παίρνει διαστάσεις εθνοκάθαρσης το 1945-46, οι Μακεδόνες άρχισαν να συγκροτούν αντάρτικες ομάδες και να εντάσσονται μαζικά στο Δημοκρατικό Στρατό. 


Αυτή η περίοδος αντιμετωπίζεται στην ιστοριογραφία -ακόμα και στην αριστερή- υπό το πρίσμα των σχέσεων της ηγεσίας του ΚΚΕ με τον Τίτο τη ρήξη του με τον Στάλιν το 1948 και τις επιπτώσεις που είχε στο ΝΟΦ (το Λαϊκό Απελευθερωτικό Μέτωπο) των μακεδόνων. Πράγματι, η περιβόητη απόφαση της 5ης Ολομέλειας της ΚΕ του ΚΚΕ τον Γενάρη του 1949 (έγινε στις Πρέσπες) είχε να κάνει με αυτές τις κόντρες. 


Όμως, όταν ανέφερε ότι “Στη Βόρεια Ελλάδα ο μακεδονικός (σλαβομακεδονικός) λαός τα δωσε όλα για τον αγώνα και πολεμά με μια ολοκλήρωση ηρωισμού και αυτοθυσίας που προκαλούν το θαυμασμό”, αποτύπωνε μια πραγματικότητα. Κι όταν δήλωνε ότι: “Δεν πρέπει να υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι σαν αποτέλεσμα της νίκης του ΔΣΕ και της λαϊκής επανάστασης, ο μακεδονικός λαός θα βρει την πλήρη εθνική αποκατάστασή του έτσι όπως το θέλει ο ίδιος, προσφέροντας σήμερα με το αίμα του για να την αποχτήσει. Οι Μακεδόνες κομμουνιστές στέκονται πάντα επικεφαλής στην πάλη του λαού των”  δεν κατασκεύαζε “εθνότητες” αλλά προσπαθούσε να ανταποκριθεί στις ελπίδες χιλιάδων ανδρών και γυναικών που πολεμούσαν.


Η ηγεσία του ΚΚΕ έχει ανεβάσει στο βάθρο της “σημαντικότερης στιγμής της ταξικής πάλης”, τον Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας. Κι όμως, την ίδια στιγμή αρνείται την ύπαρξη μακεδονικού έθνους και μακεδονικής γλώσσας. 


Αυτή η στάση δεν βοηθάει ούτε το δυνάμωμα της αριστερής αντιπολίτευσης απέναντι στην κυβέρνηση του Τσίπρα που επιστρατεύει “μακεδονοφάγους” όπως ο Μέρτζος για να στηρίξει την Συμφωνία των Πρεσπών, ούτε την κοινή πάλη των εργατών και εργατριών των Βαλκανίων ενάντια σε άρχουσες τάξεις και ιμπεριαλιστές. Δεν μπορείς να καλείς σε κοινή πάλη λαούς που δεν τους αναγνωρίζεις. 

Λέανδρος Μπόλαρης, Εργατική Αλληλεγγύη

https://www.tiken.net/index.php?route=product%2Fproduct&product_id=1203&tag=%CE%9C%CE%B1%CE%BA%CE%B5%CE%B4%CE%BF%CE%BD%CE%AF%CE%B1&fbclid=IwAR1MNux-VAu98RWG9cYOISsoO0XoYqDbxlDm27rY7rUjdvN7VtCcrLKUDNs




Πώς εξηγούνται οι ρατσιστικές δηλώσεις Σοφιανού;

Σε συγκέντρωση κατοίκων στον Σταθμό Λαρίσης ο Νίκος Σοφιανός, από τους κεντρικούς εκπροσώπους του ΚΚΕ, επέλεξε να επιτεθεί στις 9 Μαΐου σε πρόσφυγες και μετανάστες, με δηλώσεις που δύσκολα ξεχωρίζουν από αντίστοιχες της Ακροδεξιάς. Σύμφωνα με ρεπορτάζ της ΕφΣΥΝ απέδωσε αποκλειστικά στους μετανάστες την εγκληματικότητα (η πιο χαρακτηριστική ρατσιστική κραυγή του ήταν «Μια συμμορία Βορειοαφρικανών  λυμαίνεται το κέντρο»!) , ενώ απαίτησε την κατασταλτική επέμβαση της αστυνομίας απέναντι σε καταλήψεις που φιλοξενούν πρόσφυγες.

Δεν χρειάζεται να επιχειρηματολογήσουμε εδώ ότι για την εγκληματικότητα δεν ευθύνονται οι μετανάστες αλλά ο καπιταλισμός, ότι η Αριστερά οφείλει να καλλιεργήσει την ταξική ενότητα μεταξύ ντόπιων και μεταναστών εργατών ή ότι η Αστυνομία είναι ένοπλο σώμα του αστικού κράτους και οφείλουμε να είμαστε πάντα απέναντί της, πολύ περισσότερο δεν επιτρέπεται να την καλούμε για να καταστείλει με τη βία τα θύματα του πολέμου και της φτώχειας. Αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία είναι να σημειώσουμε ακόμα ένα περιστατικό που θυμίζει πόσο συντηρητικό είναι το μεγαλύτερο κόμμα της Αριστεράς στην Ελλάδα, ιδιαίτερα στη βάση της επιδίωξης να προσεταιριστεί πιο «μετριοπαθή» εκλογικά ακροατήρια.

Είναι πάγια τακτική των ρεφορμιστικών κομμάτων να επιδιώκουν να «πλατύνουν» την κοινοβουλευτική επιρροή τους στρίβοντας δεξιά- εδώ ο πάλαι ποτέ ριζοσπαστικός ΣΥΡΙΖΑ έχει δώσει μαθήματα στην πρόσφατη ιστορία. Στην πραγματικότητα το ζήτημα δεν αφορά ούτε την –υποτιθέμενη- αύξηση της εκλογικής επιρροής ούτε κάποια  «λάθη»-πρόκειται για επίδειξη «υπευθυνότητας» απέναντι στην αστική τάξη. Το ΚΚΕ έχει προσφέρει αρκετά τέτοια δείγματα κατά καιρούς, με την «υπεύθυνη» στάση του από τις φοιτητικές καταλήψεις του 2006-7 μέχρι την εξέγερση της νεολαίας το 2008 και από τις πλατείες του 2011 μέχρι το δημοψήφισμα του 2015.

Όμως η ιστορία διδάσκει πως τέτοια «ανοίγματα» που θυσιάζουν την ταξική ενότητα με τη δικαιολογία ότι θα κερδίσουν ψήφους πληρώνεται ακριβά. Με τέτοιου είδους δεξιές στροφές, «λάθη» και τακτικισμούς αφενός αμβλύνεται η συνείδηση της εργατικής τάξης και ποτίζεται με «αυτοσυγκράτηση», κοινοβουλευτικές αυταπάτες και συντηρητικές ιδέες και αφετέρου αργά ή γρήγορα ο κόσμος δεν κερδίζεται από την Αριστερά αλλά από τους αυθεντικούς εκφραστές των συντηρητικών απόψεων, δηλαδή τα αστικά κόμματα.

Πολύ πιθανό δε, το ΚΚΕ να αισθάνεται πιο απελευθερωμένο πλέον να πραγματοποιεί τέτοιες στροφές, αφού δεν νιώθει ούτε την πίεση των κοινωνικών αγώνων (που βρίσκονται σε ύφεση) ούτε κάποια κοινοβουλευτική πίεση από τα αριστερά όπως παλιότερα. Ίσως γι αυτό πληθαίνουν τέτοια δείγματα γραφής τελευταία, όπως τα συλλαλητήρια μαζί με ξενοφοβικές-αντιπροσφυγικές δυνάμεις (σε νησιά του Ανατολικού Αιγαίου) ή η κριτική στον ΣΥΡΙΖΑ από τα δεξιά για το Μακεδονικό.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο ο κ.Σοφιανός τελικά δεν ενισχύει τις απόψεις για τον κομμουνισμό που υποτίθεται ότι πρεσβεύει, αλλά τη ρατσιστική ατζέντα και τη συντηρητική δεξιά και ακροδεξιά ρητορεία περί νόμου και τάξης. Δεν πιστεύουμε ότι το ΚΚΕ πέρασε στο αντίπαλο στρατόπεδο ή ότι ταυτίζεται με τους ακροδεξιούς, αλλά τέτοιες απαράδεκτες απόψεις αφήνουν εκτεθειμένο τμήμα των αγωνιστών της Αριστεράς στην ξενοφοβία και τις λογικές της «ασφάλειας» που προωθούν οι ταξικοί αντίπαλοι.

Τέτοιες απόψεις δένουν αρμονικά με την «αυτοσυγκράτηση» που συνηθίζει να δείχνει το κόμμα στην ταξική πάλη (ιδιαίτερα τις μεγάλες -κι επικίνδυνες για το σύστημα- ταξικές μάχες) και τελικά αποδεικνύουν ότι καθόλου δεν έχει ξεμπερδέψει με τη σταλινική διαταξική στρατηγική των σταδίων- όσο κι αν καμώνεται για αντίθετο. Βεβαίως, εμείς γνωρίζουμε ότι το ΚΚΕ έχει μετατραπεί σε κόμμα ταξικής συνεργασίας εδώ και δεκαετίες και δεν το απασχολούν τέτοιοι προβληματισμοί. Καιρός είναι όμως να αρχίσει να το συνειδητοποιεί και ο απλός κόσμος και η μαχόμενη βάση του ΚΚΕ.

Τέλος, προσυπογράφουμε τη δήλωση της Ντίνας Ρέππα, εκπροσώπου της δημοτικής κίνησης  «Αντικαπιταλιστική Ανατροπή στην Αθήνα», που έσωσε την τιμή της Αριστεράς στη συγκεκριμένη συγκέντρωση, κλείνοντας την ομιλία της ως εξής: «Ένα μόνο κτίριο πρέπει να κατεδαφιστεί, τα γραφεία της μιας και μόνης εγκληματικής οργάνωσης στην περιοχή, που είναι η Χρυσή Αυγή».




Όταν το ΚΚΕ παρέδωσε τα όπλα

του Χάρη Παπαδόπουλου

Η Συμφωνία της Βάρκιζας, 12 Φλεβάρη 1945

«Από την πρώτη στιγμή της νίκης, πρέπει η δυσπιστία τους {εννοεί: των εργατών και εργατριών} να απευθύνεται όχι πια ενάντια στο ως τα τώρα αντιδραστικό κόμμα, αλλά ενάντια στους ως τότε συμμάχους τους. Ενάντια στο κόμμα που θέλει να εκμεταλλευτεί μονάχο του την κοινή νίκη…

Για να μπορέσουν όμως οι εργάτες να αντιταχθούν δραστήρια και απειλητικά απέναντι στην παράταξη που η προδοσία της θα αρχίσει την ώρα της νίκης, πρέπει να είναι οπλισμένοι και οργανωμένοι. Ο εξοπλισμός ολόκληρου του προλεταριάτου με τουφέκια, καραμπίνες, κανόνια και πυρομαχικά πρέπει να πραγματοποιηθεί αμέσως. Πρέπει να αντιδράσουμε στο ξαναζωντάνεμα της παλιάς αστικής πολιτοφυλακής που στρεφόταν ενάντια στους εργάτες…

Όπλα και πολεμοφόδια δεν παραδίδονται σε καμία περίπτωση».

(Καρλ Μαρξ, «Προσφώνηση της Κεντρικής Επιτροπής προς τον Κομμουνιστικό Σύνδεσμο» 1848, στην επαναστατημένη Γερμανία)

Η Βάρκιζα είναι μια παραθαλάσσια πολίχνη στην Αττική που -παρά την αστικοποίηση- δεν έχει χάσει εντελώς την ομορφιά της. Όμως η λέξη Βάρκιζα στη συλλογική μνήμη της Αριστεράς δεν σηματοδοτεί τίποτε το ειδυλλιακό. Είναι αντίθετα συνώνυμο της πανωλεθρίας και της καταισχύνης.

Αιτία: η συμφωνία, που υπογράφηκε στη Βάρκιζα στις 12 Φλεβάρη 1945 ανάμεσα στο ΕΑΜ και την κυβέρνηση των εγκάθετων του Σκόμπυ και του Τσώρτσιλ, αμέσως μετά το τέλος των Δεκεμβριανών. Η συμφωνία της Βάρκιζας οδήγησε στην παράδοση των όπλων του ΕΛΑΣ και στη διάλυσή του. Ακολούθησε ένα απίστευτο όργιο τρομοκρατίας και χιλιάδων δολοφονιών κατά των αριστερών πολιτών. Η βία κορυφώθηκε με το κολαστήριο της Μακρονήσου και το σφαγείο του εμφυλίου πολέμου. Η Αριστερά στην Ελλάδα θα χρειαστεί τρεις δεκαετίες και την εξέγερση του Πολυτεχνείου για να συνέλθει από τη συντριβή στη Βάρκιζα.

Ήταν αναπόφευκτη η Βάρκιζα;

Για όλο τον κόσμο της Αριστεράς η Συμφωνία της Βάρκιζας σημαίνει όλεθρο και ντροπή.

Απέναντι σε αυτή την κοινή αίσθηση, υπήρξαν πολλές οι φωνές γνωστών διανοουμένων της Αριστεράς που επιχείρησαν να στηρίξουν την άποψη πως το ενθουσιώδες εργατικό και λαϊκό κίνημα του ΕΑΜ ήταν αδύνατο να αντιμετωπίσει τους «αρνητικούς συσχετισμούς» της εποχής του. Γι αυτό, υποστήριξαν, η Αριστερά και το ΕΑΜ έπρεπε να αφήσουν στην άκρη την ελπίδα να πάρουν την εξουσία.

Έτσι ο ιστορικός Φίλιππος Ηλιού έγραψε π.χ. στο «Ο ελληνικός εμφύλιος πόλεμος – η εμπλοκή του ΚΚΕ»:

«Ήταν δυνατόν μια κοινωνική επανάσταση ή ένας εμφύλιος πόλεμος καθοδηγημένος από τους κομμουνιστές να επιτύχει σε χώρα της Δυτικής Ευρώπης εκείνη την εποχή; Ήταν δυνατό ένα λαϊκό κίνημα, όσο ισχυρό και αν μπορούσε να είναι, να ανατρέψει τις γεωπολιτικές ισορροπίες που είχαν αποδεχθεί οι Μεγάλες Δυνάμεις στη διάρκεια του Β’ παγκοσμίου πολέμου;»

Άλλοι συγγραφείς, με πιο σοβαρή περίπτωση τον Γρηγόρη Φαράκο, δίπλα στην αδυναμία των λαϊκών κινημάτων προσθέτουν και την αδυναμία της Ρωσίας να αλλάξει τους συσχετισμούς, λες και η γραφειοκρατία του Στάλιν υπήρξε πράγματι στο πλευρό του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ: «Τι άλλο θα έπρεπε να κάνει η Σοβιετική Ένωση στο δεδομένο για την εποχή διεθνή συσχετισμό δυνάμεων;».

Δίπλα στις αυθεντίες αυτές που ήδη απεβίωσαν, προσθέτουν τα πονήματά τους σύγχρονοι ιστορικοί. Χαρακτηριστικά, ο καθηγητής Γιώργος Μαργαρίτης, από τον χώρο τον προσκείμενο στο ΚΚΕ, είναι ο άνθρωπος που έχει κάνει την πιο συστηματική ως τώρα δουλειά για να στηρίξει το επιχείρημα πως ο ΕΛΑΣ συνολικά δεν ήταν σε θέση να αντιμετωπίσει στα Δεκεμβριανά τον αγγλικό στρατό και τις δυνάμεις της Δεξιάς. Σε μια διάλεξή του, από τον τίτλο της ακόμα ο κ. Μαργαρίτης δίνει το στίγμα του για τον ξεσηκωμό των Δεκεμβριανών: «Επανάσταση σε μη επαναστατικούς καιρούς».

Το συμπέρασμα όλων αυτών είναι προφανές. Το ΕΑΜ δεν μπορούσε να πάρει την εξουσία. Έπρεπε να βρεθεί ένας κάποιος συμβιβασμός με τους αστούς. Κάπως η Αριστερά έπρεπε να υποχωρήσει. Και, εν τέλει, η Βάρκιζα ήταν -λίγο πολύ- αναπόφευκτη.

Παραθέτουμε ξανά τον Γρηγόρη Φαράκο:

«Οι διεθνείς συνθήκες ήταν σαφείς. Ήταν ολοφάνερη η απόφαση των Άγγλων να αντιμετωπίσουν ένοπλα την οποιαδήποτε αντίδραση. Η απόφαση λοιπόν για ένοπλη σύγκρουση ήταν το λιγότερο παράλογη… Όλα αυτά τα χρόνια το ΚΚΕ έχει αναθεματίσει σε όλους τους τόνους τη Συμφωνία της Βάρκιζας. Η άποψή μου είναι ότι η Βάρκιζα ήταν μια συνέχεια και συνέπεια των προηγούμενων εξελίξεων. Και ήταν υποχρεωτική την ώρα που έγινε».

Η αστική τάξη δεν έχει ούτε τύψεις ούτε αυταπάτες:

«Δια να υπάρξη ο Δεκέμβριος έπρεπε προηγουμένως να είχωμεν έλθει εις την Ελλάδα. Και τούτο ήτο δυνατόν μόνον με την συμμετοχήν και του ΚΚΕ εις την κυβέρνησιν, δηλαδή με τον Λίβανον. Και δια να ευρεθούν εδώ οι Βρετανοί, οι οποίοι ήσαν απαραίτητοι δια την Νίκην, έπρεπε προηγουμένως να υπογραφεί το σύμφωνον της Καζέρτας. Και δια να γίνει η Στάσις του Δεκεμβρίου έπρεπε προηγουμένως να επιμείνω εις την άμεσον αποστράτευσιν του ΕΛΑΣ και να θέσω το ΚΚΕ ενώπιον του διλήμματος ή να αποδεχθεί ειρηνικώς τον αφοπλισμόν του ή να επιχειρήσει την Στάσιν, υπό συνθήκας όμως πλέον, αι οποίαι οδήγουν προς την συντριβήν του».

Γεώργιος Παπανδρέου (ο Γέρος της … Δημοκρατίας)

Ο Γεώργιος Παπανδρέου ήταν ο επικεφαλής της ελληνικής κυβέρνησης που προέκυψε από τον συμβιβασμό του ΕΑΜ στον Λίβανο. Αυτή η κυβέρνηση ματοκύλισε την Αθήνα τον Δεκέμβρη του 1944. Όπως αποκαλύπτεται και από την περιγραφή του, το αστικό στρατόπεδο στην Ελλάδα ούτε μια στιγμή δεν δίστασε σε κανέναν ελιγμό και οποιοδήποτε έγκλημα προκειμένου να μην παραχωρήσει ούτε χιλιοστό από την εξουσία στον λαό και την Αριστερά.

Φυσικά, θα ήταν αδιανόητο κάτι διαφορετικό. Η ελληνική αστική τάξη στα τέλη του 1944 βρέθηκε να παλεύει -για πρώτη και μοναδική φορά στην ύπαρξή της- για να μη χάσει την εξουσία. Και το κομμάτι του αστικού πολιτικού επιτελείου που ακολούθησε τον βασιλιά και τους Άγγλους στη Μέση Ανατολή, αλλά και η πλειονότητα της αστικής τάξης που έμεινε στην Ελλάδα και συνεργάστηκε με τους Ναζί, άφησαν στην άκρη τις διαφορές τους και ενώθηκαν απέναντι στον εχθρό λαό.

Στον Δεκέμβρη του ΄44 η Ορεινή Ταξιαρχία και ο Ιερός Λόχος, οι μοναδικές στρατιωτικές δυνάμεις που διέθετε η αστική κυβέρνηση Παπανδρέου, πολέμησαν δίπλα-δίπλα με τους χιλιάδες χίτες και ταγματασφαλήτες. Όλο αυτό το κατακάθι του έθνους το είχε παραδώσει ο ΕΛΑΣ στους Άγγλους για να δικαστούν για τα εγκλήματά τους στο πλευρό των Ναζί. Αλλά απέναντι στην Αριστερά και την εργατική τάξη όλοι οι πρόθυμοι φονιάδες ήταν καλοδεχούμενοι. Έτσι πολιτεύτηκε το «στρατόπεδο της Δημοκρατίας».

Και η Αριστερά; Το ΚΚΕ; Όσο κυνισμό και αναλγησία διέθετε η αστική τάξη, άλλο τόσο ήταν τυφλή και μεθυσμένη από τις αυταπάτες η ηγεσία της Αριστεράς. Και δεν επρόκειτο για στιγμιαίο λάθος, για εγκληματική έστω ανεπάρκεια κάποιων ηγετικών στελεχών.

Το ΚΚΕ από το 1934 ακόμα, με την περίφημη απόφαση της 6ης Ολομέλειας, είχε ενστερνιστεί τη «θεωρία των σταδίων». Με άλλα λόγια: Στην Ελλάδα οι συνθήκες δεν είναι τάχα ώριμες για σοσιαλιστική επανάσταση, αλλά μονάχα για μια «αστικοδημοκρατική αλλαγή», όπου η Αριστερά και η εργατική τάξη θα είναι σύμμαχοι με το υποτιθέμενο προοδευτικό και εθνικό κομμάτι της αστικής τάξης απέναντι στο ξενόδουλο.

Ήταν η πολιτική της 6ης Ολομέλειας που οδήγησε το ΚΚΕ στο Σύμφωνο Σοφούλη-Σκλάβαινα, την προσπάθεια συμμαχίας με τη βενιζελική παράταξη και, κατόπιν, στον πυροσβεστικό ρόλο της κομματικής ηγεσίας απέναντι στην εξεγερμένη εργατική τάξη της Σαλονίκης τον Μάη του ’36 και αποτέλεσμα τη νίκη του Μεταξά και την επικράτηση της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου.

Αλλά η πανωλεθρία της Βάρκιζας υπήρξε χωρίς προηγούμενο. Ένα ένοπλο επαναστατικό κίνημα που έλεγχε το σύνολο σχεδόν της ελληνικής επικράτειας, παρέδωσε τα όπλα και διέλυσε τις μονάδες του. Οι δοσίλογοι των ταγμάτων ασφαλείας ξανάγιναν οι κυρίαρχοι των δρόμων και των γειτονιών. Και ακολούθησε η κάθοδος στον Άδη για τους ανθρώπους που οργάνωσαν την αντίσταση στους ναζί.

Υπήρχε άλλη επιλογή;

Είναι ψέμα πως το ΚΚΕ και το ΕΑΜ δεν μπορούσαν να πετάξουν τους Άγγλους και την αστική τάξη στη θάλασσα τον Δεκέμβρη του ’44, έστω και μετά τις διπλωματικές καταστροφές του Λιβάνου και της Καζέρτας που τους έφεραν πίσω στην Ελλάδα. Η συντριπτική πλειοψηφία των δυνάμεων του ΕΛΑΣ δεν ενεπλάκησαν στη μάχη των Δεκεμβριανών για να «αποφύγουν να προκαλέσουν» τον αγγλικό στρατό που σάρωνε χωρίς συγκρατημό με τα αεροπλάνα του και τα τανκς τις συνοικίες της Αθήνας.

Αλλά ακόμη και αν ο ΕΛΑΣ έπρεπε υποχρεωτικά να αποχωρήσει από την Αθήνα και να περιοριστεί στην άμυνα στα βουνά, θα είχε τη δυνατότητα -κρατώντας τον οπλισμό και τους σχηματισμούς του- να υπερασπίσει πολύ καλύτερα τον λαό και τους αγωνιστές του από το μαχαίρι της Δεξιάς και της αντεπανάστασης. Τον εμφύλιο πόλεμο το ΚΚΕ δεν μπόρεσε να τον αποφύγει. Μόνο που αναγκάστηκε να τον δώσει κάτω από τις πιο δυσμενείς συνθήκες, όταν ο ταξικός εχθρός είχε οργανωθεί σε κράτος και ο οργανωμένος κόσμος της Αριστεράς στις πόλεις τραβούσε για τα εκτελεστικά αποσπάσματα και τα ξερονήσια.

Όσο για τους «διεθνείς συσχετισμούς» και την υπεροπλία των Άγγλων: Μεγάλο κομμάτι του αγγλικού στρατού στην Αθήνα το 1944 ήταν Ινδοί στρατιώτες. Μια ζύμωση και προκηρύξεις ενάντια στον αγγλικό ιμπεριαλισμό και υπέρ της ανεξαρτησίας της Ινδίας, μόνο προβλήματα και διάλυση θα προκαλούσε στον στρατό του Σκόμπυ. Αλλά και το καθαρά αγγλικό στρατιωτικό προσωπικό δεν θα έμενε ανεπηρέαστο από τη ζύμωση του ΕΛΑΣ. Οι Άγγλοι φαντάροι σε συντριπτικό ποσοστό αντιπαθούσαν την πολιτική και στρατιωτική ηγεσία τους και σιχαίνονταν τον Τσώρτσιλ. Στις εκλογές που ακολούθησαν λίγο μετά οι φαντάροι του αγγλικού στρατού ψήφισαν μαζικά ενάντια στον Τσώρτσιλ και τον πέταξαν, μαζί με τους Τόρηδες, από την εξουσία.

Αλλά δεν υπάρχει καμιά δύναμη που να μπορεί ποτέ να αλλάξει τους «αρνητικούς συσχετισμούς» χωρίς πολιτική ανεξαρτησία και συγκροτημένη πολιτική σκέψη. Η ηγεσία του ΚΚΕ επιχείρησε να σταθεί σε δύο βάρκες. Και στους «από κάτω» που πάλευαν για λαοκρατία και καλύτερη ζωή και στους «προοδευτικούς» αστούς. Και, όπως ήταν φυσικό, βρέθηκε στο νερό. Το ΚΚΕ στάθηκε πολύ λίγο απέναντι στο καθήκον της ηγεσίας του κινήματος.

Ίσως το χαρακτηριστικότερο δείγμα της πολιτικής σύγχυσης της ηγεσίας του ΚΚΕ στη Βάρκιζα ήταν αυτή εδώ η δήλωση, μία μόλις μέρα πριν υπογραφεί η ολέθρια συμφωνία:

«Εφόσον οι μεγάλοι σύμμαχοι αποφάσισαν πως η παρουσία του βρετανικού στρατού στην Ελλάδα είναι χρήσιμη, σημαίνει πως είναι. Πιστεύουμε πως η σύγκρουση ΕΛΑΣ και Βρετανών ήταν αποτέλεσμα μιας θλιβερής παρεξήγησης, η οποία ελπίζουμε θα ξεχαστεί».

(Γιώργης Σιάντος, ηγέτης του ΚΚΕ, σε συνέντευξή του στους ξένους ανταποκριτές στις 12 Φλεβάρη 1945, αμέσως μετά την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας).

Η πιο μεγάλη επαναστατική ευκαιρία που γεννήθηκε ποτέ στην Ελλάδα, συντρίφτηκε. Όχι εξαιτίας των «αρνητικών συσχετισμών», αλλά επειδή η ηγεσία του κινήματος, το ΚΚΕ, δεν είχε κανένα σκοπό να δώσει τη μάχη.

Για να πάρουμε νικηφόρα τη ρεβάνς στην επόμενη ευκαιρία, πρέπει να έχουμε σφυρηλατήσει μια άλλη επαναστατική αριστερά, με καθαρές ιδέες. Και, κυρίως, χωρίς αυταπάτες για τις προθέσεις του ταξικού εχθρού.




Από το σύμφωνο Σοφούλη-Σκλάβαινα, στον Μανιαδάκη

Η στρατηγική της πανωλεθρίας που ακολούθησε το ΚΚΕ µπροστά στην άνοδο της δικτατορίας του Μεταξά το 1936

Του Χάρη Παπαδόπουλου

«Οι τακτικές χωρίς στρατηγική είναι ο θόρυβος λίγο πριν από την ήττα»
(Σουν Τσου: «Η τέχνη του πολέµου»)

 

Το επαναστατικό κύµα του ’36

Το 1936 ήταν µια χρονιά όπου, σε όλη την Ευρώπη, η έκπληξη και η οργή για την άνοδο των ναζί στην εξουσία τρία χρόνια πριν, έµοιαζε να γυρνά σε επαναστατική θύελλα. Η Γαλλία και η Ισπανία υψώνονταν ως αντιπαραδείγµατα στη Γερµανία του Χίτλερ και την Ιταλία του Μουσολίνι. Ιδιαίτερα από το καλοκαίρι και µετά, υπήρχε η αίσθηση πως το ευρωπαϊκό εργατικό κίνηµα ήταν σε θέση να ανακόψει την άνοδο των φασιστών σε µια σειρά χωρών. Φαινόταν πως ο επερχόµενος παγκόσµιος πόλεµος θα µπορούσε να αποτραπεί και η Ευρώπη να γίνει ο στίβος του θριάµβου της εργατικής τάξης. Και όχι το σφαγείο της.

Στη Γαλλία, η εκλογική νίκη του Λαϊκού Μετώπου θα οδηγήσει το καλοκαίρι του ’36 σε ένα κύµα µαζικών καταλήψεων των εργοστασίων, που θα αναγκάσει τα αφεντικά να παραχωρήσουν -έντροµα- µια σειρά δικαιώµατα στη γαλλική εργατική τάξη: αυξήσεις µισθών, πληρωµένη άδεια τριών εβδοµάδων το καλοκαίρι κ.λπ.

Στην Ισπανία, η αντίστοιχη νίκη του Ισπανικού Λαϊκού Μετώπου θα φέρει άγριες απεργίες από την εργατική τάξη. Η ∆εξιά και τα αφεντικά θα απαντήσουν στηρίζοντας το δολοφονικό πραξικόπηµα του Φράνκο. Αυτό, µε τη σειρά του, θα προκαλέσει την εξέγερση των εργατικών µαζών. Στη Μαδρίτη και τη Βαρκελώνη, καθώς και στις περισσότερες πόλεις, οι εργάτες και οι εργάτριες οπλίζονται µε ό,τι µπορούν να χρησιµοποιήσουν ως όπλο, περικυκλώνουν τα στρατόπεδα του στρατού όπου έχει ξεσπάσει το πραξικόπηµα, και πνίγουν στο αίµα τους πραξικοπηµατίες. Ο Φράνκο υπερισχύει σε λιγότερο από το ένα τρίτο της Ισπανίας. Θα ακολουθήσει ένας αιµατηρότατος τρίχρονος εµφύλιος πόλεµος, µέχρι να υπερισχύσει ο φασισµός.

Όσο για την εξεγερµένη Σαλονίκη το Μάη του 1936, έδειχνε πως µπορεί να είναι ο πυροκροτητής για ένα ντόµινο εκρήξεων σε όλη την Ευρώπη.

Όµως, παντού στην Ευρώπη το ενθουσιώδες εργατικό κίνηµα προδόθηκε από τις ηγεσίες του. Και στη Γαλλία και στην Ισπανία και στην Ελλάδα ήταν καθοριστική η γραµµή των Κοµµουνιστικών Κοµµάτων, που επέβαλαν στην ξεσηκωµένη εργατική τάξη τη συµµαχία µε το «δηµοκρατικό» κοµµάτι των αστών. Αυτό σήµαινε πως, µέσα στην επαναστατική έκρηξη, τα Κοµµουνιστικά Κόµµατα έπρεπε να κάνουν «κρύα ντους» στους εργάτες για να µην τροµάξουν οι υποτιθέµενοι σύµµαχοι από το φιλελεύθερο στρατόπεδο.

Έτσι, οι ευκαιρίες χάθηκαν. Ο ενθουσιασµός παρέλυσε, ενώ η εργατική τάξη και στις τρεις χώρες υπέστη ολέθριες ήττες. Πουθενά, ασφαλώς, δεν εµφανίστηκε κάποιου είδους δηµοκρατική δράση µέσα στους φιλελεύθερους αστούς. Το επαναστατικό κύµα του 1936 ηττήθηκε ντροπιαστικά. Παντού οι εργάτριες και οι εργάτες βούλιαξαν στην αποθάρρυνση. Οι φασίστες θριάµβευσαν. Ο δεύτερος παγκόσµιος πόλεµος είχε δροµολογηθεί οριστικά.

 

Η ελληνική περίπτωση

Το 1936 ήταν πρωτοφανείς οι εκρήξεις οργής των «από κάτω». Λίγους µήνες πριν µπει η χρονιά, θα γίνουν τα «Σταφιδικά», δηλαδή οι ένοπλες διαδηλώσεις των αγροτών στη Μεσσηνία για την τιµή της σταφίδας. Τα «Σταφιδικά» θα εξελιχθούν σε κανονικές µάχες των αγροτών µε τη χωροφυλακή και θα ακολουθήσει η κήρυξη στρατιωτικού νόµου. Η Καλαµάτα και οι Γαργαλιάνοι θα καταληφθούν από δύο στρατιωτικές µεραρχίες.

Τον Φλεβάρη του 1936 θα γίνει η, ξεχασµένη σήµερα, αλλά εκπληκτική εξέγερση της Λέσβου, όπου οι άνεργοι και οι φτωχοί του νησιού θα επιβάλουν στις αρχές έκτακτες χορηγήσεις για να µην πεθάνουν από την πείνα. Θα ακολουθήσει η εργατική εξέγερση του Μάη ’36 στη Σαλονίκη, όπου οι χωροφύλακες θα πολιορκηθούν στα αστυνοµικά τµήµατα, οι φαντάροι θα συναδελφωθούν µε τον εξεγερµένο λαό και για δύο εικοσιτετράωρα η πόλη θα είναι υπό τον έλεγχο της Κεντρικής Απεργιακής Επιτροπής.

Σ΄ αυτό το κλίµα, οι εκλογές -που έγιναν τον Γενάρη 1936- ήταν λογικό να µη δώσουν καµία πολιτική διέξοδο. Η υποτιθέµενη φιλελεύθερη παράταξη, οι βενιζελικοί, κέρδισαν 141 έδρες και οι Λαϊκοί µε τους συµµάχους τους 143 έδρες. Το ΚΚΕ -µε τους 15 βουλευτές του- πίστευε πως θα γινόταν ο ρυθµιστής των εξελίξεων. Και η µυστική συµφωνία, που υπέγραψε το κόµµα µε τους φιλελεύθερους, ήταν η αποτύπωση στο χαρτί των αυταπατών του.

Η συµφωνία αυτή ήταν κοµµάτι της προσπάθειας του ΚΚΕ να συµµαχήσει µε το Φιλελεύθερο Κόµµα ενάντια στο επικείµενο πραξικόπηµα της άκρας δεξιάς, που περίµενε να πραγµατοποιηθεί από τον Μεταξά ή τον Κονδύλη. Το σύµφωνο -που υπογράφηκε µυστικά από τον αρχηγό των Φιλελευθέρων Σοφούλη και το στέλεχος του ΚΚΕ και επικεφαλής της κοινοβουλευτικής οµάδας του κόµµατος Σκλάβαινα, στις 19 Φλεβάρη 1936- όριζε πως το ΚΚΕ αναλάµβανε να στηρίξει στη Βουλή µε την ψήφο του µια κυβέρνηση των Φιλελευθέρων, µε ελάχιστα ανταλλάγµατα. Αµνηστία στους πολιτικούς κρατούµενους, διατίµηση στο ψωµί κ.λπ.

 

Η προδοσία

Το ΚΚΕ τήρησε τη συµφωνία από τη µεριά του. Στις 6 Μάρτη 1936 ο Σοφούλης εκλέχτηκε πρόεδρος της Βουλής χάρη στις ψήφους των βουλευτών του ΚΚΕ.

Όµως, το σύµφωνο ήταν ήδη νεκρό ελάχιστες βδοµάδες µετά την υπογραφή του. Οι Φιλελεύθεροι αποφάσισαν να στηρίξουν µε ζέση µια συνεννόηση µε την αντίπαλη παράταξη, τους Λαϊκούς. Αυτός ο «µεγάλος συνασπισµός» δεν θα κυβερνούσε ο ίδιος, αλλά θα στήριζε µε την ανοχή του µια κυβέρνηση από το κόµµα των «Ελευθεροφρόνων» του Μεταξά. Στην κυβέρνηση ∆εµερτζή-Μεταξά (κυβέρνηση που διέθετε την ψήφο 7 µόλις βουλευτών στους 300 της Βουλής, είχε όµως την εµπιστοσύνη του βασιλιά) ο ανακτορικός ∆εµερτζής ήταν η επιλογή του Λαϊκού κόµµατος. Ωστόσο, ο Μεταξάς -ως αντιπρόεδρός της- ήταν ο απαράβατος όρος που έθεταν οι Φιλελεύθεροι.

Η ηγεσία του Φιλελεύθερου Κόµµατος υπολόγιζε πως ο Μεταξάς θα κάνει όλη τη «βρώµικη» δουλειά ενάντια στο ανερχόµενο εργατικό κίνηµα και θα φθαρεί άµεσα, έτσι ώστε να έρθει γρήγορα η σειρά τους. Ο κοινοβουλευτικός κρετινισµός σε όλο του το µεγαλείο.

Το ΚΚΕ δεν παραιτήθηκε από την προοπτική να τα ξαναβρεί µε τους Φιλελεύθερους ούτε όταν ολόκληρη η ελληνική Βουλή, εκτός από το ίδιο, στήριξε την κυβέρνηση µειοψηφίας ∆εµερτζή-Μεταξά. Πολύ σύντοµα, µε τον θάνατο του ∆εµερτζή στις 13 Απρίλη 1936, η κυβέρνηση είχε πια πρωθυπουργό τον Μεταξά αυτοπροσώπως. Αυτή η πολιτική επιλογή του συνόλου των αστικών κοµµάτων και θεσµών σήµαινε στην ουσία: «επιτελείο έκτακτης ανάγκης για τη σωτηρία των καπιταλιστών από την εργατική απειλή». Ενώ η αστική τάξη στην Ελλάδα συµπαρατασσόταν ενωµένη για να υπερασπιστεί τα προνόµιά της µέσα στην κρίση από την απειλή των εργατικών κινητοποιήσεων, το ΚΚΕ έψαχνε τρόπο να αναστήσει από τον τάφο τη συµµαχία µε το «δηµοκρατικό» κοµµάτι της αστικής τάξης.

Πιστή στη φενάκη της συµµαχίας µε τη βενιζελική παράταξη, η ηγεσία του ΚΚΕ προτίµησε να «νερώσει το κρασί της» στην εξέγερση του Μάη 1936 στη Σαλονίκη, εµπλέκοντας Φιλελεύθερους βουλευτές στην Κεντρική Απεργιακή Επιτροπή της πόλης και κάνοντας τα πάντα για να επιστρέψουν οι εξεγερµένες µάζες στην κοινοβουλευτική «κανονικότητα».

Το Κοµµουνιστικό Κόµµα αρνήθηκε να ρίξει συνθήµατα για πτώση της κυβέρνησης Μεταξά και ακόµη υπονόµευσε τη γενική απεργία που αναγκάστηκαν να κηρύξουν όλα τα συνδικάτα της χώρας, ταξικά και εργοδοτικά, µπροστά στο µακελειό των εργατών που διέπραξε η χωροφυλακή στη Σαλονίκη. Και όλα αυτά, για να µην τροµάξουν οι φιλελεύθεροι «σύµµαχοι», που παρέµεναν σύµµαχοι µόνο στη φαντασία της ηγεσίας του ΚΚΕ.

Όταν το κίνηµα ξεθύµανε, οι Φιλελεύθεροι συνέχισαν να στηρίζουν σταθερά την κυβέρνηση Μεταξά που ετοίµαζε πραξικόπηµα. Ακολούθησε η κήρυξη δικτατορίας από τον Μεταξά και τον βασιλιά την 4η Αυγούστου και τα µέλη του ΚΚΕ, όπως και κάθε άλλος αριστερός αγωνιστής, βρέθηκαν βορά στις ορέξεις του Μανιαδάκη.

Το σύµφωνο Σοφούλη-Σκλάβαινα και η ψυχρολουσία πάνω στην εξεγερµένη εργατική τάξη στη Σαλονίκη τον Μάη, πληρώθηκαν στις 4 Αυγούστου. Και πληρώθηκαν πολύ ακριβά.




Συμβολή στην Εισήγηση της Κ.Ε. για το «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ περίοδος 1918-1949» (*)

των Γιώργου Κολλιά – Δημήτρη Κατσορίδα

1. Η κριτική στη Θεωρία των Σταδίων

Η Συνδιάσκεψη του ΚΚΕ τον Ιούνη του 2018 (βλ. το ειδικό ένθετο στο Ριζοσπάστη, 30/6-1/7/2018), υλοποιώντας παλαιότερες συνεδριακές αποφάσεις, επικύρωσε εκ νέου τη μελέτη και συγγραφή της ιστορίας του κόμματος από το 1918 έως το 1949. Πρόκειται για ένα ιστορικής σημασίας βήμα, κατά την γνώμη μας, το οποίο επικυρώνει θεωρητικές και προγραμματικές επανατοποθετήσεις του ΚΚΕ σε αριστερή κατεύθυνση, που ιστορικά είχαν δημιουργήσει σχίσμα τόσο στο ελληνικό όσο και στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα.

Διαβάζοντας κάποιος/-α προσεκτικά την εισήγηση της Κεντρικής Επιτροπής (Κ.Ε.) του ΚΚΕ προς την Συνδιάσκεψη, θα διαπιστώσει ότι το ΚΚΕ, παρά τις αντιφάσεις που το διακατέχουν, κυρίως στα ζητήματα της πολιτικής πρακτικής στην συγκυρία, εντούτοις επιμένει, και σωστά, σε κριτική θεώρηση όλης της ιστορικής του διαδρομής, ξεκινώντας από την διερεύνηση των όρων συγκρότησης του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού πριν ακόμα από την ίδρυσή του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος Ελλάδας (ΣΕΚΕ) το 1918, το οποίο ήταν πρόδρομος του ΚΚΕ. Αποδομεί τις θεωρητικές προσεγγίσεις που κυριάρχησαν από την δεκαετία του 1930, σχετικά με τον χαρακτήρα του ελληνικού καπιταλισμού, οι οποίες την εποχή εκείνη ήταν αντικείμενο συστηματικής κριτικής από την Αριστερή Αντιπολίτευση του ΚΚΕ (ομάδα Σπάρτακος).

Συγκεκριμένα, η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη θεωρεί λαθεμένο τον παλαιό στρατηγικό προσανατολισμό του ΚΚΕ για τον αστικοδημοκρατικό χαρακτήρα της επανάστασης στην Ελλάδα, ο οποίος στηρίχτηκε στην Θεωρία των Σταδίων, που υιοθετήθηκε όπως υπογραμμίζει τόσο «με δική του ευθύνη, καθώς και με ευθύνη της Κομμουνιστικής Διεθνούς (Κ.Δ.)». Σε άλλο σημείο αναφέρει ότι το πρόβλημα στρατηγικής έχει την ρίζα του κυρίως στην δεκαετία του 1930, με καθοριστικές τις Αποφάσεις της 6ης Ολομέλειας του 1934 και του 7ου Συνεδρίου της Κ.Δ. το 1935, και στη συνέχεια, την ίδια χρονιά, του 6ου Συνεδρίου του ΚΚΕ.

Εδώ να θυμίσουμε ότι η Θεωρία των Σταδίων στηρίζεται σε μια γραμμική αντίληψη της ιστορίας, που έχει ως βάση της την εξελικτική πορεία των πραγμάτων, η οποία θεωρεί ότι όλες οι χώρες θα πρέπει υποχρεωτικά-νομοτελειακά να περάσουν από όλα τα οικονομικά και κοινωνικά συστήματα (φεουδαρχία, καπιταλισμό και μετά σοσιαλισμό), δηλαδή όλους τους σταθμούς μετάβασης από το ένα στάδιο της οικονομίας στο άλλο, χωρίς επαναστατικά άλματα και ανατροπές. Όσον αφορά την Ελλάδα, η Θεωρία των Σταδίων, η οποία ουσιαστικά υιοθετήθηκε από την προαναφερθείσα Απόφαση της 6ης Ολομέλειας, υποστήριζε ότι ήταν μια χώρα υπανάπτυκτη και εξαρτημένη, με κυρίαρχες τις φεουδαρχικές μορφές οικονομίας και γι’ αυτό θα έπρεπε πρώτα να ολοκληρωθεί ο αστικός μετασχηματισμός της ελληνικής οικονομίας, με την ανάπτυξη της βιομηχανίας, η οποία με τη σειρά της θα ισχυροποιούσε την εργατική τάξη, και ύστερα, σε κάποιο άλλο στάδιο ανάπτυξης, θα γινόταν η μετάβαση στο σοσιαλισμό.

2. Η δικαίωση του Πουλιόπουλου

Στη θέση αυτή απάντησε ο Παντελής Πουλιόπουλος, εκφραστής της γενιάς της μπολσεβικοποίησης του κόμματος από ΣΕΚΕ σε ΚΚΕ, και πρώτος γραμματέας του, το 1924 (μετέπειτα διαγραφείς από αυτό, το 1927), με το θεωρητικό του έργο, «Δημοκρατική ή Σοσιαλιστική Επανάσταση στην Ελλάδα;», με το οποίο απορρίπτει τεκμηριωμένα και με επιχειρήματα τη θέση της ηγεσίας του ΚΚΕ. Εκεί αποδεικνύει ότι ο ελληνικός κοινωνικός σχηματισμός είναι ενσωματωμένος στο πλαίσιο της ιμπεριαλιστικής αλυσίδας, οι καπιταλιστικές σχέσεις έχουν επικρατήσει πλήρως, το ελληνικό κεφάλαιο δεν εξαρτάται, αλλά συνεργάζεται στενά με το ξένο και γι’ αυτό το καθήκον των κομμουνιστών, όταν πάρουν την εξουσία στην Ελλάδα, είναι η απαλλοτρίωση των βασικών τομέων της οικονομίας και η εργατική δημοκρατία και όχι η ολοκλήρωση του αστικού μετασχηματισμού του ελληνικού καπιταλισμού. Ο Πουλιόπουλος, επιπλέον προειδοποιούσε ότι η αλλαγή κατεύθυνσης του πολιτικού προσανατολισμού του κόμματος, από σοσιαλιστική σε αστική, στο όνομα της «ανωριμότητας των συνθηκών», θα το οδηγήσει στη ενσωμάτωση στην στρατηγική του αστισμού.

Η προειδοποίηση αυτή επιβεβαιώθηκε με τραγικό τρόπο το 1944, γιατί ενώ το αστικό μπλοκ ήταν αποφασισμένο να πάρει όλη την εξουσία για τον εαυτό του, το ΚΚΕ «εγκλωβισμένο στο στόχο της συνεργασίας με αστικές δυνάμεις για τον αστικό εκδημοκρατισμό», όπως το ίδιο ομολογεί, δεν επεξεργάστηκε σχέδιο κατάληψης της εξουσίας που ντεφάκτο είχε τεθεί από την δυναμική της ταξικής αντιπαράθεσης. Μάλιστα, η Κ.Ε. με την Εισήγησή της, στη Συνδιάσκεψη, εκτιμά ότι είχε πράγματι, τότε, διαμορφωθεί επαναστατική κατάσταση, «δηλαδή ότι διαμορφώθηκαν αντικειμενικές συνθήκες, ώστε ο υποκειμενικός παράγοντας, το επαναστατικό κίνημα, υπό την καθοδήγηση του ΚΚΕ, [θα μπορούσε, σ.σ.] να σχεδιάσει και να οργανώσει επαναστατική εξέγερση, εργατική (προλεταριακή), σοσιαλιστική επανάσταση με στόχο την κατάληψη της εξουσίας».

Επίσης, πολύ ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα ερωτήματα που θέτει η Εισήγηση της Κ.Ε., στο κατά πόσο και σε ποιο βαθμό η στρατηγική του Δημοκρατικού Στρατού για ένοπλο αντάρτικο (1946-49), το οποίο όμως δεν είχε στόχο την κατάληψη της εξουσίας, αλλά την πίεση για ομαλές δημοκρατικές εξελίξεις, ήταν αποτέλεσμα δισταγμού του Κόμματος ή των αδελφών ΚΚ, και πρώτα απ’ όλα του ΚΚ της Σοβιετικής Ένωσης. Όπως εκτιμά η Εισήγηση της Κ.Ε., «Ο καθοδηγητικός πυρήνας του ΚΚΕ προσανατολίζονταν σε δυναμική αναμέτρηση με τον ταξικό αντίπαλο, δίχως όμως και να έχει ξεκάθαρη στρατηγική επαναστατικής κατάκτησης της εργατικής εξουσίας, ενώ εξαρτούσε την υλοποίηση του σχεδίου από τη σύμφωνη θέση του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, αλλά και από την πολεμική βοήθειά του».

3. Το Μακεδονικό ζήτημα

Μια αρνητική εξέλιξη είναι η αλλαγή της θέσης για το Μακεδονικό, η οποία, κατά την γνώμη μας, είναι σε αντίθεση με τις παραδόσεις του ΚΚΕ. Ιστορικά, το ΚΚΕ αναγνώριζε την ύπαρξη μακεδονικού έθνους, που καταπιέζεται από την ελληνική, την βουλγάρικη και την σέρβικη εξουσία, το οποίο έχει και δική του γλώσσα, την σλάβικη (βλ. Ριζοσπάστης, 24 και 25 Νοεμβρίου 1932. Για περισσότερα, δες το άρθρο μας στην Ίσκρα, 9-2-2018, με τίτλο: «Το ΚΚΕ για τον προσδιορισμό και το όνομα της Π.Γ.Δ.Μακεδονίας»). Μάλιστα, διεκδικούσε το δικαίωμα της ισοτιμίας, ενώ αναγνώριζε με την 5η Ολομέλεια της Κ.Ε. (Γενάρης 1949) και το δικαίωμα της «εθνικής αποκατάστασης» του «Μακεδονικού λαού», όταν επικρατήσει η επανάσταση, ενώ με την 6η Ολομέλεια της Κ.Ε. (Οκτώβρης 1949), παρ’ ότι διορθώνει τη θέση του, εντούτοις εξακολουθεί να κάνει τη διάκριση μεταξύ ελληνικού και σλαβομακεδόνικου λαού και ότι «Η πάλη για την ισοτιμία τους […] δένει τους Μακεδόνες με τους Έλληνες…». Αντίθετα, από αυτά, η Εισήγηση της Κ.Ε. θεωρεί ότι «δεν μπορεί να τεκμηριωθεί ιστορικά η άποψη ότι οι Μακεδόνες αποτελούν αυτοτελή εθνότητα», παρά το γεγονός ότι στην ευρύτερη γεωγραφική περιοχή της Μακεδονίας υπάρχει ήδη, από το 1945, κρατική οντότητα με το λαό της να αυτοπροσδιορίζεται εθνικά ως Μακεδόνες σλάβικης προέλευσης. Βέβαια, η Εισήγηση της Κ.Ε. του ΚΚΕ, συμπληρώνει ότι «το όλο ζήτημα της εξέλιξης των εθνοτήτων […] αποτελεί αντικείμενο βαθύτερης ιστορικής μελέτης». Ελπίζουμε, το ΚΚΕ, να διαπιστώσει σύντομα το λάθος που κάνει ένα αιώνα μετά την ίδρυσή του, που ισχυρίζεται ότι «δεν υπάρχει μακεδονικό έθνος, μακεδονική εθνότητα, μακεδονική γλώσσα, μακεδονικός λαός», συμπληρώνοντας μάλιστα πως «είναι ανιστόρητα όλα αυτά».

4. Μία πρόταση προς διερεύνηση

Τέλος, θεωρούμε πολύ θετική την ενέργεια της κομματικής αποκατάστασης του Άρη Βελουχιώτη, ενώ θα ήταν πολύ σημαντικό βήμα εάν η συνέχιση της κριτικής αξιολόγησης της ιστορίας του ΚΚΕ από τα μέλη, τα στελέχη και ένα ευρύ ερευνητικό δυναμικό, το οδηγούσε και στην πολιτική, τουλάχιστον, αποκατάσταση του πρώτου γραμματέα του ΚΚΕ, Παντελή Πουλιόπουλου, και στην μελέτη των απόψεών του, ο πυρήνας των οποίων υιοθετείται και επίσημα από τα κομματικά ντοκουμέντα.

(*) Αναδημοσίευση από την Ίσκρα, 20-7-2018




«Απορίες» – για τα όσα γράφει ο Ριζοσπάστης με αφορμή τους 2 Έλληνες στρατιωτικούς…

του Θοδωρή Μαράκη

Με αφορμή την απελευθέρωση των δύο Ελλήνων στρατιωτικών στη στήλη του «Ριζοσπάστη» (17\8\18) «Η ΑΠΟΨΗ ΜΑΣ» –άρα άποψη της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ– με τίτλο «Κανένας εφησυχασμός» γράφονται πράγματα που προξενούν «απορίες»…

Γράφει ο Ριζοσπάστης (Οι υπογραμμίσεις δικές μας):

«…πέρα από την προσπάθεια να εξαργυρώσει πολιτικά την απελευθέρωση των δύο στρατιωτικών, η κυβέρνηση συνεχίζει να καλλιεργεί εφησυχασμό για την τούρκικη επιθετικότητα και θολώνει τα νερά για τον επικίνδυνο ρόλο των ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ στην περιοχή, την κλιμάκωση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων με άμεση εμπλοκή της Ελλάδας».

Παρακάτω επισημαίνει ότι

«…Κανένας εφησυχασμός δεν πρέπει να υπάρχει στο λαό. Οι εξελίξεις στην περιοχή μυρίζουν μπαρούτι και απαιτούν ένταση της πάλης ενάντια στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς και την εμπλοκή της Ελλάδας».

Στις 5\9\18 ο Ριζοσπάστης, με τίτλο «Επικίνδυνη η κατάσταση στην περιοχή, ο λαός να είναι σε ετοιμότητα», παραθέτει την ανακοίνωση του γραφείου τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ, όπου αναφέρεται:

«Το ΚΚΕ εκφράζει την έντονη ανησυχία του για τις εξελίξεις σε Ανατολική Μεσόγειο και Μέση Ανατολή…

»…Η κατάσταση είναι επικίνδυνη, συνδέεται με τους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς στα Βαλκάνια, την ένταξη των Δυτικών Βαλκανίων στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ, για αλλαγή συνόρων ανάμεσα π.χ στη Σερβία και το Κόσσοβο, αλλά και την ένταση της επιθετικότητας της Τουρκίας…».

Γι’ αυτό:

«Το ΚΚΕ καλεί το λαό σε ετοιμότητα…

»Να κλιμακώσει τον αγώνα ενάντια στις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και πολέμους…

»Να παλέψει μαζικά ενάντια στην αντιλαϊκή πολιτική της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, που είναι σημαιοφόρος των συμφερόντων του ΝΑΤΟ και της ΕΕ στην περιοχή και να απαιτήσει να μην υπάρξει εμπλοκή στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς. Καμιά συμμετοχή στην ΑμερικανοΝΑΤΟϊκή άσκηση ”Bright star 2018” και στις άλλες στρατιωτικές ασκήσεις. Να κλείσουν τώρα η βάση-ορμητήριο Σούδας και οι άλλες στρατιωτικές βάσεις».

«Εφησυχασμός»; Κάθε άλλο!

Συμμεριζόμαστε την ανησυχία της ΚΕ του ΚΚΕ για τις εξελίξεις στην περιοχή ότι «μυρίζουν μπαρούτι», ότι η κατάσταση είναι επικίνδυνη, κλπ.

Αλλά είναι «απορίας άξιον» σε ποια στοιχεία στηρίζει η Κεντρική Επιτροπή (ΚΕ) του ΚΚΕ την άποψη ότι:

«η κυβέρνηση συνεχίζει να καλλιεργεί τον εφησυχασμό για την τουρκική επιθετικότητα».

Το αντίθετο συμβαίνει.

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, που είναι κυβέρνηση του ελληνικού καπιταλισμού-ιμπεριαλισμού, απαντάει με επιθετικότητα στην επιθετικότητα του τούρκικου ιμπεριαλισμού!

Αυτό, στην πραγματικότητα, το παραδέχεται η ίδια η ΚΕ του ΚΚΕ όταν θεωρεί και ως ένα βαθμό σωστά την κυβέρνηση «σημαιοφόρο των συμφερόντων του ΝΑΤΟ και της ΕΕ στην περιοχή»!

Μόνο που –και αυτό δεν μας το λέει η ΚΕ– η κυβέρνηση δεν είναι σημαιοφόρος μόνο για τα συμφέροντα του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, αλλά πάνω απ’ όλα για τα συμφέροντα του ελληνικού καπιταλισμού-ιμπεριαλισμού που ταυτίζονται με του ΝΑΤΟ των ΗΠΑ και της ΕΕ.

Και για να γίνουμε συγκεκριμένοι: Η συγκρότηση του άξονα Ελλάδα-Ισραήλ-Αίγυπτος-Κύπρος, με τις ευλογίες των ΗΠΑ (και την υποστήριξη του Αμερικανικού 6ου στόλου) είναι στοιχείο εφησυχασμού;

Υπάρχει η επιθετικότητα της Τουρκίας, ασφαλώς, αλλά από πλευράς Ελλάδας δεν υπάρχει εφησυχασμός, υπάρχει αντεπίθεση, την οποία οι Μαρξιστές έχουν καθήκον να αποκαλύπτουν.

Χρειάζονται δύο για να τσακωθούν, δεν γίνεται να είσαι σημαιοφόρος του ΝΑΤΟ και καλό παιδί των ΗΠΑ, αλλά ταυτόχρονα να καλλιεργείς εφησυχασμό και να στερείσαι επιθετικότητας!

Για να γίνουμε πάλι συγκεκριμένοι, στην Ελλάδα των μνημονίων το χρήμα για εξοπλισμούς ρέει άφθονο! Είναι και αυτό σύμπτωμα της καλλιέργειας εφησυχασμού;

Ενίσχυση εθνικισμού

Κάτι άλλο, επίσης «απορίας άξιον», είναι πώς δεν αντιλαμβάνεται η ΚΕ του ΚΚΕ ότι με απόψεις όπως αυτές που εκφράζει ενισχύει τον εθνικισμό σε Ελλάδα και Τουρκία και κάθε άλλο παρά βοηθάει «στην κοινή πάλη των λαών της περιοχής ενάντια στην εξουσία του κεφαλαίου, που “ταΐζει” την εκμετάλλευση και τον πόλεμο, “σπέρνει” φτώχεια και προσφυγιά».

Αν –πράγμα που δεν ισχύει– η κυβέρνηση καλλιεργεί εφησυχασμό απέναντι στην τούρκικη επιθετικότητα, τότε, η ΚΕ του ΚΚΕ, μ’ αυτές τις απόψεις καλλιεργεί εφησυχασμό για το ρόλο του ελληνικού ιμπεριαλισμού στην κλιμάκωση της έντασης στην περιοχή και αυτό είναι εξαιρετικά πιο επικίνδυνο!!!

Ποια ετοιμότητα, ποια κλιμάκωση;

Ας πάμε πάρα κάτω:

«Το ΚΚΕ καλεί το λαό σε ετοιμότητα»…

Δηλαδή τι ακριβώς να κάνει ο λαός για να τεθεί σε ετοιμότητα; Υποθέτουμε πως η ΚΕ δεν εννοεί να πάμε όλοι στο Μοναστηράκι να αγοράσουμε στολές παραλλαγής και τα συναφή…

«Να κλιμακώσει τον αγώνα του ενάντια στις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και πολέμους…».

Ποιον αγώνα; Γίνεται αγώνας ενάντια στις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και δεν τον πήραμε χαμπάρι; Κάνει αγώνα ο λαός από μόνος του – πότε έγινε αυτό; Και χρειάζεται να τον κλιμακώσει – πώς θα τον κλιμακώσει;

Είναι καιρός να σταματήσει αυτή η κοροϊδία, με την ηγεσία του ΚΚΕ να πετάει αντιιμπεριαλιστικές-αγωνιστικές κορώνες που για τα λαϊκά στρώματα δεν έχουν καμία πρακτική αξία! Τελικά ο μόνος ρόλος που παίζουν αυτού του είδους τα καλέσματα είναι να αξιοποιούνται από την ηγετική ομάδα για να καθιστά υπεύθυνα για ότι πρέπει να γίνει τα λαϊκά στρώματα απαλλάσσοντας την ηγεσία από τις δικές της ευθύνες.

Αν η Αριστερά (ειδικά το ΚΚΕ) θέλει, τότε μπορεί!

Ο αγώνας που πρέπει να γίνει είναι υπόθεση του ΚΚΕ και των οργανώσεων της Αριστεράς. Αν η  ΚΕ του ΚΚΕ θέλει να ασχοληθεί σοβαρά με το να μπει ο λαός στην αντεπίθεση, οφείλει να οργανώσει την πάλη του σε μαζικό επίπεδο – πράγμα εντελώς διαφορετικό από το να καλεί σε κομματικές στην ουσία συγκεντρώσεις, όπως συνηθίζει να κάνει την ίδια στιγμή που καταγγέλλει όποιον διαφωνεί μαζί του σαν όργανο της άρχουσας τάξης.

Αυτό σημαίνει να μπει επικεφαλής του αγώνα ενάντια στον πόλεμο και τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, σε κοινό μέτωπο δράσης με ΑΝΤΑΡΣΥΑ- ΛΑΕ και κάθε άλλη κίνηση και κινηματική πρωτοβουλία.

Αγώνα πολύμορφο και συνεχή, με διαδηλώσεις, απεργίες, συγκεντρώσεις, κεντρικές και κατά συνοικία, σε εργοστάσια, επιχειρήσεις κοκ.

Κανείς δεν διαφωνεί με την ΚΕ του ΚΚΕ για την αναγκαιότητα της κοινής πάλης των λαών της περιοχής.

Αυτό όμως σημαίνει ότι είναι αναγκαίος ο συντονισμός με τις όποιες αριστερές οργανώσεις και κινήματα των χωρών της περιοχής, με διεθνιστικό προσανατολισμό.

Χωρίς τέτοιου είδους προτάσεις για ενωτική δράση όλα τα άλλα είναι λόγια και κοροϊδία.

Ακόμα, σήμερα περισσότερο από ποτέ, οι συνθήκες επιβάλουν την αναγκαιότητα και το χτίσιμο μια νέας Διεθνούς πάνω στην παράδοση των 4ων πρώτων συνεδρίων της 3ης, Κομμουνιστικής Διεθνούς, το έργο που ξεκίνησε ο Μαρξ και συνέχισε ο Λένιν αλλά κατέστρεψε ο Στάλιν «κλείνοντας» την Κομουνιστική Διεθνή το 1943.

Μια διεθνής οργάνωση των εργαζομένων είναι η δύναμη (και η μόνη δύναμη) που μπορεί να πείσει τους λαούς ότι δεν έχουν τίποτα να χωρίσουν – και πάνω σ’ αυτή τη βάση θα γίνει δυνατή η κοινή πάλη των λαών.