Συνέντευξη Γιώργου Τσιάκαλου

image_pdfimage_print

πανεπιστηµιακός, ακτιβιστής και συγγραφέας

Με αφορµή την συµµετοχή του στην 17η Αντιρατσιστική Γιορτή, ο Γιώργος Τσιάκαλος, πανεπιστηµιακός, ακτιβιστής και συγγραφέας, έδωσε συνέντευξη σχετικά µε την άνοδο της ακροδεξιάς στον Θανάση Κούρκουλα για το site redtopia. Η συζήτηση θα συνεχιστεί στο πάνελ του Σαββάτου 21/9 της Αντιρατσιστικής Γιορτής στο Αθλητικό Κέντρο Ρουφ, µε θέµα: «Ρατσιστικές πολιτικές και ακροδεξιά απειλή σε Ελλάδα και Ευρώπη»

Θ.Κ Καλησπέρα Γιώργο, ευχαριστούµε που µας δίνεις τη συνέντευξη και που θα σε δούµε στην Αντιρατσιστική Γιορτή στις 21 Σεπτέµβρη στην Αθήνα. Στις πρόσφατες ευρωεκλογές καταγράφηκε σηµαντική αύξηση της ακροδεξιάς σε µια σειρά από χώρες. Πού νοµίζεις ότι οφείλεται;

Γ.Τ Θανάση είχα την ευκαιρία στην περσινή µας αντιρατσιστική γιορτή να αναφερθώ στο γεγονός, ότι ήταν βέβαιο για µένα, αλλά και για πολλούς άλλους αναλυτές, ότι η ακροδεξιά σε αυτό ευρωκοινοβούλιο θα ήταν δεύτερη πολιτική δύναµη. Εξήγησα τότε τους λόγους. Οι βασικοί λόγοι – τότε και τώρα- είναι η απάντηση στο ερώτηµά σου. Ο προηγούµενος πρωθυπουργός της Πολωνίας, Μοραβιέτσκι, και κυρίως ο ισχυρός άντρας της Πολωνίας εκείνη την εποχή, ο αρχηγός του κόµµατος PiS Κατσίνσκι, είχαν καταφέρει, σε µία διαδικασία που κράτησε δύο χρόνια, κάτι σηµαντικό. Κάλεσαν τους αρχηγούς των διαφόρων ακροδεξιών κοµµάτων της Ευρώπης στην Βαρσοβία,  στην αρχή σε προσωπικές συζητήσεις και αργότερα σε οµάδες, µε σκοπό να συνεννοηθούν για την πολιτική τους σε κάποια σηµαντικά θέµατα. Αυτό που κατάφερε η Πολωνική ηγεσία ήταν η αλλαγή της πολιτικής των ακροδεξιών κοµµάτων απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Συµφώνησαν ότι δεν θα δηλώνουν πια ότι είναι ενάντια της και ότι θέλουν να φύγουν από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Επίσης συµφώνησαν, ότι κανένα ακροδεξιό κόµµα δε θα δηλώνει ότι είναι ενάντια στο ΝΑΤΟ.  Συµφώνησαν λοιπόν  σε αυτό το βασικό θέµα. Και µάλιστα βρήκαν και το σύνθηµα που θα χρησιµοποιούν ως απάντηση σε όσους ισχυρίζονται ότι θέλουν να αποχωρήσουν από την Ευρώπη ή ότι θέλουν να την καταστρέψουν. Η απάντησή τους είναι: «Θα πάρουµε την Ευρώπη στα χέρια µας».

Η συµφωνία οδήγησε σε µία σειρά από πολιτικές πράξεις αλληλεγγύης µεταξύ τους, οι οποίες κατά «περίεργο» τρόπο δεν γίνονταν γνωστές από τα κυρίαρχα ΜΜΕ στην Ευρώπη. Να φέρω ένα παράδειγµα: Στις προεδρικές εκλογές της Γαλλίας, η Λεπέν κατηγορείτο ότι πήρε δάνεια από τον Πούτιν και ότι  ο Πούτιν βρισκόταν πίσω της. ∆εν έπαιζε όµως κανένα ρόλο το γεγονός ότι τρεις φορές κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου επιτέθηκε στον Μακρόν ο πρωθυπουργός της Πολωνίας, και ότι ο Μακρόν αναγκάστηκε να δηλώσει σε συνέντευξη τύπου ότι δεχόταν επίθεση του πρωθυπουργού της Πολωνίας και ότι δεν του επέτρεπε να παρεµβαίνει στην προεκλογική εκστρατεία υπέρ της Λεπέν. Με τον ίδιο τρόπο βρέθηκαν ο πρωθυπουργός της Πολωνίας και το PiS στο πλευρό του Όρµπαν, µε τη δήλωση τους σχετικά µε τη νίκη του στις εκλογές –νίκη, που καταγγέλθηκε από τους ηγετικούς κύκλους της ΕΕ ως αποτέλεσµα της αυταρχικής πολιτικής του Ούγγρου πρωθυπουργού στους κρατικούς θεσµούς και στα ΜΜΕ-  ότι «ήταν δηµοκρατικές εκλογές, στις οποίες αποφάσισε ελεύθερα ο λαός, δεν υπήρχε καµία παραβίαση, συνεπώς εµείς θα συνεργαστούµε µαζί του».

Ο Μακρόν κατηγορεί τον Πολωνό πρωθυπουργό για «παρέμβαση στις γαλλικές εκλογές» υπέρ της Λεπέν

Όλες αυτές οι διαπραγµατεύσεις συνέβαιναν, ενώ στην ευρωβουλή υπήρχαν δύο ακροδεξιές, κοινοβουλευτικές οµάδες. Στη µία, µε όνοµα «Ταυτότητα και ∆ηµοκρατία» (ID)  ήταν η Λεπέν, ο Σαλβίνι, η AFD της Γερµανίας και άλλα κόµµατα. Στην άλλη, µε όνοµα «Ευρωπαίοι Συντηρητικοί και Μεταρρυθµιστές» (ECR), ήτανε το PiS, οι Σουηδοί ∆ηµοκράτες, τα Αδέρφια της Ιταλίας (Μελόνι). Παρεµπιπτόντως, µαζί µε το PiS και τη Μελόνι ήταν και Ελληνική Λύση, ο ευρωβουλευτής του Βελόπουλου, κάτι που επίσης δεν έγινε πολύ γνωστό. Οι καλές σχέσεις, που επιτεύχθηκαν, έδειχναν ότι πράγµατι θα µπορούσαν να είναι η δεύτερη δύναµη, εφόσον οι συνεννοήσεις οδηγούσαν σε ενότητα.. Πράγµατι τον Ιούνιο του 2022 υπέγραψαν όλα τα ακροδεξιά κόµµατα (και από τις δύο οµάδες) ένα µανιφέστο κοινής πολιτικής, µε τη συµφωνία, ότι εάν ένα κόµµα διαφωνούσε µε κάποια σηµεία, µπορούσε να τα παραλείψει στην δηµοσιοποίηση του µανιφέστου στη δική του χώρα. Κάτι που έκανε η Λεπέν σε σχέση µε τον πόλεµο στην Ουκρανία, χωρίς αυτό να δηµιουργήσει προβλήµατα στις σχέσεις τους.  Είχαµε λοιπόν µία καινούργια κατάσταση στο χώρο της Ακροδεξιάς. Παρά τις διαφορές τους συµφώνησαν στα βασικά και είπαν «εµείς όµως θέλουµε να πάρουµε την Ευρώπη στα χέρια µας». Έτσι το σουηδικό ακροδεξιό κόµµα υποστήριξε από κει και πέρα τους δεξιούς για να σχηµατίσουν κυβέρνηση, χωρίς το ίδιο να συµµετέχει σ’ αυτήν, ενώ το φινλανδικό, ουσιαστικά ένα ναζιστικό κόµµα, συµµετέχει µε υπουργούς σε βασικά υπουργεία. Με όλα αυτά γνωστά, ήταν εντελώς προβλέψιµη η επιτυχία της Ακροδεξιάς στις πρόσφατες Ευρωεκλογές.

Αυτό που άλλαξε και δεν έκανε δυνατό να υπάρχει µόνο µία οµάδα στο  ευρωκοινοβούλιο, αλλά τέσσερις,  οφείλεται στο γεγονός, ότι στην εξουσία δεν ήταν πια το PiS.  Έλλειψε εκείνη η προσωπικότητα που τους καλούσε όλους, συζητούσαν,  έβγαιναν φωτογραφίες όλοι µαζί και κατέληγαν σε κοινές πολιτικές. Αλλά η συνολική δύναµη της Ακροδεξιάς µέσα στο ευρωκοινοβούλιο µεγάλωσε και αυτή τη στιγµή είναι σε αριθµούς ελαφρώς µικρότερη από την δύναµη των Χριστιανοδηµοκρατών. Και είναι βέβαιο ότι θα ψηφίζουν σε µία σειρά από αποφάσεις και οι τέσσερις µαζί, καθώς οι σχέσεις τους συνεχίζουν να υπάρχουν.

Γιατί όµως δεν συµφωνούν; Ήδη από την προηγούµενη περίοδο, αιτία ήταν και είναι το κόµµα της Γερµανίας, ΑFD, και η διαφωνία του µε το PiS. Το PiS είχε ζητήσει, να πληρώσει αποζηµιώσεις η Γερµανία για ό,τι έκανε στον δεύτερο παγκόσµιο πόλεµο, που είναι κάτι κοντά στα δύο τρις, όχι σαν αυτά τα λίγα που ζητάµε εµείς. Η ΑFD στη Γερµανία έλεγε ό,τι είχε πει προηγουµένως ο πρόεδρος του: «στο βιβλίο της ιστορίας, η εποχή του ναζισµού ήτανε απλά µια κουτσουλιά, και βέβαια δε θα πληρώσει ο γερµανικός λαός σήµερα γι’ αυτήν». Για το PiS, όµως, είναι βασικό στοιχείο της πολιτικής του, που το διακρίνει από την πολιτική της σηµερινής πολωνικής κυβέρνησης του Τουσκ. Ακόµη και σ’ αυτή την περίπτωση γίνονται προσπάθειες υπέρβασης των διαφορών.

Θ.Κ Υπάρχει η αντίστοιχη τάση ανόδου της Ακροδεξιάς στην Ελλάδα και πώς εκφράζεται αυτή; Είδαµε τι έγινε µε την Χρυσή Αυγή και τι συνεχίζει να γίνεται, βλέπουµε µια άνοδο στον Βελόπουλο, πώς το σχολιάζεις;

Γ.Τ Θανάση, πρέπει να πάµε πάλι στο ποια είναι η πολιτική τους και πώς είναι δυνατόν να συµφωνούν µεταξύ τους παρόλο που ακολουθούν ίσως διαφορετική πολιτική στη χώρα τους. Ας πούµε, η Αριστερά, παραδείγµατος χάρη του ΚΚΕ εσωτερικού – του Συνασπισµού αργότερα –  έλεγε ότι εµείς θέλουµε την «Ευρώπη των εργαζοµένων». Η ∆εξιά έλεγε «η Ευρώπη των πατρίδων» ή «των εθνών» ή «των χωρών». Άρα το διακύβευµα γι’ αυτούς ήταν, ότι δεν µπορεί η Ευρωπαϊκή Ένωση να αποφασίζει για τα «δικά µας». Η λογική τους ήταν ότι δεν µπορεί το Ευρωπαϊκό ∆ικαστήριο Ανθρώπινων ∆ικαιωµάτων να αποφασίζει για µας, δεν µπορεί να είναι πάνω από το δικό µας συνταγµατικό δικαστήριο. Εµείς, λένε οι ακροδεξιοί, «υπερασπιζόµαστε τον δικό µας λαό και έχουµε τα δικά µας δικαστήρια». Όταν η Επιτροπή της ΕΕ έλεγε, ότι στην Πολωνία δεν υπάρχει κράτος δικαίου, το έκανε, επειδή η Πολωνία του PiS λειτουργούσε µε τον παραπάνω τρόπο. Το ίδιο ισχύει για τον Όρµπαν , όταν έκλεισε το Ευρωπαϊκό Πανεπιστήµιο του ιδρύµατος του Σόρος, λέγοντας, ότι για τη λειτουργία του ισχύει ο δικός τους νόµος περί ιδιωτικών πανεπιστηµίων, εκείνοι θα αποφασίζουν µε γνώµονα τα δικά τους και δεν θα τους λέει η Ευρωπαϊκή Ένωση τι θα κάνουν. Μιλούν για µια Ευρωπαϊκή Ένωση  µιας ελίτ, η οποία θέλει να αποφασίζει εις  βάρος των συµφερόντων των χωρών, που έχουν άλλη άποψη. Και τον τελευταίο καιρό λένε, ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση εφαρµόζει µία οικονοµική πολιτική, η οποία είναι ταυτόχρονα και εξωτερική πολιτική, που βοηθάει την αµερικάνικη οικονοµία και όχι την οικονοµία της Ευρώπης και αυτό το πληρώνουν οι χώρες-µέλη.

Τώρα για την ερώτηση στο αν και στην Ελλάδα µπορεί να υπάρχει άνοδος. Έχουµε µία Ακροδεξιά η οποία είναι διαφοροποιηµένη, είναι δηλαδή η Ακροδεξιά του Βελόπουλου, που είναι ουσιαστικά η Ακροδεξιά, όπως την γνωρίζαµε από παλιότερα, και έχει ως βασικό της χαρακτηριστικό τον εθνικισµό και την άρνηση δικαιωµάτων σε µειονότητες κάθε είδους. Έτσι, µπορεί να λέει ότι µας συµφέρει να έχουµε καλύτερη σχέση µε την Ρωσία και όχι µε τις ΗΠΑ, αφού αυτό είναι καλό για τον λαό µας και οικονοµικά και ιστορικά. Το ίδιο ακριβώς λέει βέβαια η Ακροδεξιά στην Πολωνία αλλά µε το διαµετρικά αντίθετο περιεχόµενο. Εκεί λένε, ότι η Ρωσία ήταν πάντα και συνεχίζει να είναι ο µεγαλύτερος εχθρός τους, άρα θα είναι οπωσδήποτε ενάντια στη Ρωσία και υπέρ της Ουκρανίας, χωρίς αυτό να διαταράσσει τη σχέση τους µε την Ελληνική Λύση στο πλαίσιο της Οµάδας τους στο Ευρωκοινοβούλιο. Από την άλλη τη µεριά, το PiS υποστηρίζει τους αγώνες των αγροτών της Πολωνίας, που µπλοκάρουν στα σύνορα µε την Ουκρανία τα φορτηγά και τα τραίνα, που µεταφέρουν αγροτικά προϊόντα της Ουκρανίας στην Πολωνία και γενικότερα στην ΕΕ πιο φθηνά και χωρίς δασµούς.

Στην Ελλάδα έχουµε ένα θέµα που αφορά την εκκλησία. Στην εκκλησία έχουµε ένα µεγάλο µέρος του Αγίου Όρους να είναι υπέρ της ουκρανικής εκκλησίας που θεωρείται η κανονική, την οποία όµως έχει απαγορεύσει τώρα η Ουκρανία. Αυτός αποτελεί λόγο για το κόµµα «Νίκη», να είναι ενάντια στην Ουκρανία, καθώς θεωρεί ότι στην Ουκρανία κυνηγούν τον χριστιανισµό µας. Αυτή είναι µια άλλη µορφή Ακροδεξιάς, που έχει διαφορετικό υπόβαθρο, συµφωνεί σε πολλά µε άλλες ακροδεξιές οµάδες, αλλά ταυτόχρονα διαφοροποιείται σε πολλά σηµεία στο λόγο και κυρίως στη ρητορεία.

Και µετά έχει κανείς και την Λατινοπούλου, την «Φωνή Λογικής», µε άλλο λόγο πια, µια «µοντέρνα Ακροδεξιά». Αυτό δεν αλλάζει τίποτε στο γεγονός ότι στο Ευρωκοινοβούλιο συµµετέχει στη νεοσύστατη οµάδα «Πατριώτες για την Ευρώπη» (όπου εντάχθηκαν τα περισσότερα µέλη της οµάδας «Ταυτότητα και ∆ηµοκρατία») µαζί µε το κόµµα της Λεπέν, το VOX της Ισπανίας (το κόµµα των οπαδών του Φράνκο), το κόµµα του Όρµπαν κ.λπ. 

Άρα βλέπουµε σε ολόκληρη την Ευρώπη να έχουµε πολλά ακροδεξιά κόµµατα, που µπορεί να µην συνεργάζονται στην ίδια τους τη χώρα, να συµµετέχουν σε διαφορετικές οµάδες της ευρωβουλής, αλλά τελικά να συνεργάζονται για την υπερψήφιση ή καταψήφιση αποφάσεων, που αφορούν τις βασικές αρχές της ευρωπαϊκής Ακροδεξιάς. Αυτό είναι κάτι το καινούριο. Προβλέπω περαιτέρω άνοδο της, αν δεν υπάρξει µία πολιτική από τη δική µας πλευρά, εννοώ από τη µεριά της Αριστεράς και των κινηµάτων, ικανή να την σταµατήσει και να ανατρέψει αυτή την εξέλιξη. Πρέπει εµείς να κερδίσουµε τον κόσµο.

«Χαίρομαι που βρίσκομαι ανάμεσα σε φίλους», λέει ο Πολωνός πρωθυπουργός μετά τη σύνοδο κορυφής με τη Λεπέν, τον Ορμπάν και τον Αμπασκάλ στη Μαδρίτη

Θ.Κ Ποια είναι τα βασικά, τα ενοποιητικά στοιχεία της ακροδεξιάς ατζέντας σήµερα, σε όλες τις χώρες;

Γ.Τ Υπάρχει ένα βασικό, το έχει και ο Βελόπουλος. Είναι αυτό που ονοµάζουµε «ταυτοτική Ακροδεξιά», που µιλά για την ταυτότητα «µας» ως έθνος , ως λαός. Ότι είναι εκείνη  που µας διακρίνει, ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση προσπαθεί να την εξαφανίσει, να µας κάνει ένα συνοθύλευµα. Όταν λέγανε, λοιπόν, ότι «είµαστε η Ευρώπη των χωρών, των εθνών, των πατρίδων», υπονοούσαν ότι η κάθε χώρα έχει ταυτότητα (της οποίας τα στοιχεία ορίζουν οι ίδιοι), που πρέπει να προστατευτεί. Ο αγώνας τους είναι εναντίον οποιασδήποτε αλλαγής µπορεί, κατά τη γνώµη τους, να αλλάξει την εθνική ταυτότητα, όπως οι ίδιοι την έχουν κατασκευάσει. Μπορεί, π.χ. να είναι η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης που «επιβάλλει» δικαιώµατα νέου τύπου, που δεν τα είχαµε µέχρι τώρα, όπως αποδοχή νέων µορφών οικογένειας, ύπαρξη περισσότερων φύλων, δικαίωµα επιλογής φύλου κ.λπ. Στα θέµατα αυτά υπάρχουν συγκρούσεις, δεν είναι γενικώς αποδεχτά. Χαρακτηριστικό παράδειγµα ήταν η στάση της Μέρκελ. Εισήγαγε νοµοσχέδιο (χωρίς να είναι υποχρεωµένη) για τα θέµατα φύλου, το οποίο είχαν  προετοιµάσει άλλα κόµµατα σε σχετική επιτροπή της βουλής, µε την αιτιολογία ότι το θέµα απασχολούσε έντονα την κοινωνία, γνωρίζοντας ότι η πλειονότητα των βουλευτών του δικού της κόµµατος διαφωνούσε µε το περιεχόµενο του. Το νοµοσχέδιο υπερψηφίστηκε στη βουλή (µε υπέρ και κατά τοποθετήσεις σε κάθε κόµµα) και την ίδια να το καταψηφίζει δηλώνοντας, ότι ακολουθεί το γράµµα του συντάγµατος, σύµφωνα µε το οποίο η οικογένεια αποτελείται από άνδρα και γυναίκα. Την απόρριψη τέτοιων νέων δικαιωµάτων, τη βιώνουµε σε όλες τις χώρες και σχεδόν σε όλους τους πολιτικούς χώρους µε διαφορετικά επιχειρήµατα και διαφορετική ένταση, όµως η τοποθέτηση της πολύ υψηλά στην πολιτική ατζέντα αποτελεί µέρος της ακροδεξιάς ταυτότητας.

Από ποιον κινδυνεύει –σύµφωνα µε την ακροδεξιά – ο πολιτισµός, που αποτελεί τον πυρήνα της εθνικής ταυτότητας; Κινδυνεύει, λένε, πρώτα πρώτα από τους πρόσφυγες , αφού ερχόµενοι εδώ θα αποκτήσουν δικαιώµατα, όπως είναι το δικαίωµα να φτιάχνουν τζαµιά. Αυτό,  είναι σε εµάς στην Ελλάδα η επίσηµη πολιτική. Είναι παράνοµα τα τζαµιά στην Αθήνα. Γιατί όµως είναι παράνοµα εδώ, ενώ υπάρχουν νόµιµα αλλού στην Ευρώπη; ∆ιάβασα κάποια  στιγµή σε ένα κείµενο ενός ‘Έλληνα που ζει στην Φρανκφούρτη, ο οποίος, αναφερόµενος στην Ελλάδα, έλεγε «µα πώς είναι δυνατόν να ζει κανείς κάπου, όπου θα υπάρχουν 10%  µουσουλµάνοι;». Στην Φρανκφούρτη όµως οι πρόσφυγες είναι 40% , σε ορισµένες περιοχές 80% και υπάρχουν βέβαια τζαµιά. Του έγραψα εγώ από κάτω «και τότε γιατί είσαι εσύ εκεί πέρα»; ∆εν απάντησε.

Το δεύτερο, που κάνει η Ακροδεξιά στον λόγο και την ρητορεία της, είναι, να απορρίπτει αποφάσεις της ΕΕ  που αφορούν την εξέλιξη της ευρωπαϊκής οικονοµίας, όταν αυτές επηρεάζουν αρνητικά πτυχές της οικονοµίας των δικών τους χωρών. Η Λεπέν κέρδισε πολύ µε την αντίσταση της στην κοινή αγροτική πολιτική της Ευρώπης, το ίδιο η ακροδεξιά AFD στη Γερµανία µε την υποστήριξή της στις σχετικές µεγάλες κινητοποιήσεις των αγροτών. Στην περίπτωση αυτή δεν έχουµε να κάνουµε µε έναν ανορθολογισµό, όπως είναι αυτός της ταυτότητας. Ας δούµε την περίπτωση της Πτολεµαΐδας: η κυβέρνηση Μητσοτάκη αποφάσισε και έκανε την απολιγνιτοποίηση ταχύτατα, µε φοβερά αποτελέσµατα σε ολόκληρη της περιοχή.  Πτολεµαΐδα, Κοζάνη και Γρεβενά υποφέρουν αυτή τη στιγµή, γιατί έµεινε άνεργος ξαφνικά τόσος κόσµος. 1800 άτοµα, που είχανε φορτηγά, µετέφεραν λιγνίτη και ζούσαν από αυτό, τα βάλανε τώρα σε ένα µεγάλο parking γιατί δεν ξέρουν τι να τα κάνουνε.  Η Γερµανία αποδέχτηκε να κάνει το ίδιο µ’ εµάς, αλλά θα το ολοκληρώσει το 2038. Θα ήταν ακροδεξιό να πει κανείς, ότι δεν δεχόµαστε να εφαρµόσουµε αυτή την απόφαση της ΕΕ στην χώρα µας και µάλιστα µε αυτή την ταχύτητα;   

Θ.Κ. Πάµε τώρα στο µεταναστευτικό/προσφυγικό. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει τα τελευταία χρόνια κάνει µία ρατσιστική στροφή. Η Ακροδεξιά ταυτόχρονα αυτά τα χρόνια ανεβαίνει. Τι προηγείται και τι έπεται;  Η κότα έκανε το αυγό ή το αυγό την κότα; Μπορούµε να πούµε ότι η Ακροδεξιά έχει επιβάλει αυτή τη στροφή στις πολιτικές ή αντίθετα οι ρατσιστικές πολιτικές είναι υπεύθυνες για την άνοδο της Ακροδεξιάς;

Γ.Τ Πολλές φορές σε συνεντεύξεις και στα γραπτά µου είχα δείξει, ότι πρέπει να δούµε µια σειρά από γεγονότα. Η Ευρωπαϊκή Ένωση είχε ξεκινήσει πολύ νωρίς, πριν να έχουµε αυτά τα ακροδεξιά κόµµατα, να επιβάλλει τέτοιες πολιτικές. Πολύ αποφασιστική στροφή ήταν το 2001, όταν αποφάσισε ότι δεν µπορεί κανείς να έρχεται στην Ευρώπη µε αεροπλάνο ή µε πλοίο και να ζητάει άσυλο, αν δεν είχε βίζα Σέγκεν. Βίζα Σέγκεν σήµαινε ότι έχουµε τον κλειστό µας χώρο, τον χώρο Σέγκεν, και από δω και πέρα επειδή δεν θα έχουµε σύνορα µεταξύ µας, θα κλείσουµε τα εξωτερικά µας σύνορα. Μέχρι το 2001 οι περισσότερες αιτήσεις ασύλου που γινόταν, γινότανε στα αεροδρόµια της Φρανκφούρτης του Άµστερνταµ, της Στοκχόλµης, του Παρισιού. Κι αυτό, επειδή οι άνθρωποι, που έρχονταν για να ζητήσουν άσυλο, µε τα κάποια χρήµατα, που είχαν,  αγόραζαν εισιτήριο,  έφταναν π.χ. στη Φρανκφούρτη, όταν έδειχναν το διαβατήριο τους,  τους έλεγαν οι αστυνοµικοί στον έλεγχο «δεν έχετε βίζα Σέγκεν» κι εκείνοι απαντούσαν «θέλουµε να κάνουµε αίτηση ασύλου». Σε όλες τις χώρες αυτό που υπήρχε ως δίκαιο ως τότε, επέβαλλε, ότι εκείνη τη στιγµή αποδέχονταν το αίτηµα ασύλου ως ατοµικό δικαίωµα καθενός, ανεξάρτητα αν ήταν από την Συρία, από την Ναµίµπια ή από οποιοαδήποτε άλλη χώρα. Και το µεγαλύτερο hotspot που υπήρχε – και ως εγκαταστάσεις συνεχίζει να υπάρχει και σήµερα –  ήταν στο αεροδρόµιο της Φρανκφούρτης. Εκεί µπορούσαν να ζουν έως και 2.000 άτοµα µε οικογένειες, γιατί εκεί έρχονταν οι περισσότεροι.  Το 2001 ήταν η πρώτη φορά που αποφάσισαν στην ΕΕ, ότι κανείς δεν θα µπορεί να χρησιµοποιεί ένα αεροπλάνο και να τον δέχεται µία αεροπορική εταιρεία που έχει πτήση προς την ΕΕ, αν δεν εξετάσει αν έχει βίζα Σέγκεν.  Αν λοιπόν µια εταιρεία αποδεχόταν στο αεροπλάνο της ένα άτοµο χωρίς βίζα, αναλάµβανε όλα τα έξοδα αυτού του ατόµου στην χώρα που πήγαινε και για την επιστροφή του πίσω στην χώρα προέλευσης και πλήρωνε και πολύ υψηλό πρόστιµο. Το πρόστιµο ήταν τέτοιο, ώστε µία εταιρεία που έπρεπε να το πληρώσει δύο φορές ουσιαστικά έκλεινε. Μία τούρκικη εταιρεία για παράδειγµα το έκανε δύο φορές και πλήρωσε 400.000€ πρόστιµο.

Τότε, το 2001, αυτό το είχε υπογράψει και η δική µας χώρα, επί Σηµίτη. Για τις δικές µας χώρες όµως αυτό τι σήµανε τελικά; Αν ούτε µε το πλοίο έρχεσαι ούτε µε αεροπλάνο, τότε µε τα πόδια έρχεσαι µονάχα σε σύνορα που βρίσκονται ακριβώς στην άκρη της Ευρώπης, στα εξωτερικά σύνορα της. Άρα αυτό περιόριζε την εισδοχή προσφύγων στην Ελλάδα και την Βουλγαρία, και «παράνοµα» (σε ό,τι αφορά την έλλειψη βίζας Σένγκεν) µε πλοίο στην Ιταλία, την νότια Γαλλία, την Ισπανία. Αυτό ήταν η αρχή. Και ταυτόχρονα θεωρούταν η προσφυγιά παράνοµη. Έτσι η έννοια «Φρούριο – Ευρώπη» γεννήθηκε τότε σε σχέση µε το Σέγκεν. Και έδωσε το δικαίωµα στους ακροδεξιούς να λένε: «αυτοί οι παράνοµοι θα αλλοιώσουν την ταυτότητά µας», είναι «λαθρο»-µετανάστες, δεν ξέρουµε τι είναι όλοι αυτοί», ενώ ταυτόχρονα άλλοι έλεγαν «δεν µπορούµε να τους αντέξουµε». Αν διάβαζε τότε κανείς αυτά που γράφανε στο facebook, έβλεπε διαρκώς το ρητορικό ερώτηµα «µα πόσους αντέχει η Ευρώπη;». Απαντούσα ότι η Ουγκάντα αντέχει 2.000.000. Η Γερµανία πήρε 800.000. Η Ουγκάντα έχει ένα κατά κεφαλήν εισόδηµα 80 δολάρια. Η Γερµανία είχε 30.000 δολάρια. Η Γερµανία είναι πανίσχυρη. Πόσους αντέχει; Η Τουρκία συνεχίζει να έχει περισσότερους από ότι έχει σήµερα ολόκληρη η Ευρωπαϊκή Ένωση. Αλλά µετά αρχίζουν και σου λένε: «Ναι αλλά εµείς είµαστε χριστιανοί κι αυτοί είναι µουσουλµάνοι και θα µας αλλοιώσουν». Είχα δώσει µια συνέντευξη κάποια στιγµή, που έπαιξε και διεθνώς κάποιο ρόλο, όπου έλεγα: Ναι έρχονται µουσουλµάνοι. Όµως, από τις αφρικανικές χώρες έρχονται κυρίως χριστιανοί. Και σε ορισµένες χώρες είναι καθολικοί χριστιανοί. Αναρωτιόµουν, λοιπόν, κάτι σχετικά µε την Πολωνία, τη χώρα του Πολωνού Πάπα, ο οποίος είχε πάει στην Αφρική και είχε πει: «Στην Αφρική βλέπουµε την οικογένεια να λειτουργεί όπως λειτουργούσε σε εµάς στην παλιά εποχή, όπως κανονικά πρέπει να λειτουργεί σε µία χριστιανική κοινωνία». Όταν όµως έρχονται από την Αφρική, λέει η Πολωνία «Όχι, σε καµιά περίπτωση δεν θα τους δεχτούµε». Προφανώς η ταυτότητα των Πολωνών δεν κινδυνεύει, σύµφωνα µε όσα είπε ο Πολωνός Πάπας, συνεπώς η απόρριψη οφείλεται καθαρά σε ρατσισµό: «Είναι µαύροι. ∆εν πάει να’ ναι χριστιανοί και καθολικοί, µαύροι είναι». Παρά το επιπρόσθετο  γεγονός, ότι στις περισσότερες χώρες της Αφρικής µιλούν είτε Αγγλικά είτε Γαλλικά ως δεύτερη γλώσσα και ενσωµατώνονται στην Ευρώπη πιο εύκολα.

Άλλο θέµα µε την άδεια Σένγκεν. Υπάρχουν κάποιες χώρες, στις οποίες δίνονται πολύ λίγες άδειες Σένγκεν. Από την Ουκρανία πριν από τον πόλεµο είχαν περάσει ως µετανάστες στην ΕΕ πάνω από 5 εκατοµµύρια Ουκρανοί, καθώς το 2016 αποφασίστηκε να βγει η Ουκρανία από τον κατάλογο των χωρών µε υποχρέωση κατοχής βίζας Σένγκεν. Και χρησιµοποιούνταν στην Πολωνία ως φτηνό εργατικό δυναµικό. Αυτοί που προηγουµένως ρωτούσαν «πόσους χωράµε;», δεν είχαν πρόβληµα. Και τώρα έχουµε άλλα 6 εκατοµµύρια Ουκρανούς. Και πάλι κανένα πρόβληµα. Όµως η Ακροδεξιά εκµεταλλεύτηκε τις ρατσιστικές πολιτικές και µεγάλωσε. Κάθε φορά υπήρχε και ένα ακόµα βήµα κλιµάκωσης, για παράδειγµα αρχίσαµε να τους κλείνουµε σε κλειστά στρατόπεδα. Η Μελόνι είπε τώρα, να τους κλείνουµε σε στρατόπεδα στην Αλβανία, να µην τους έχουµε εδώ να τους βλέπουµε κι’ όλας. Χτες ο Μερτς, ο πρόεδρος του Χριστιανοδηµοκρατικού κόµµατος στη Γερµανία, κι’ από ό,τι φαίνεται από τις δηµοσκοπήσεις θα είναι ο επόµενος καγκελάριος, είπε ότι δεν θέλουµε να έρχεται κανένας από το Αφγανιστάν, κανένας από την Συρία. Του απαντήσανε οι νοµικοί, πως δεν µπορείς να πεις, ότι από µια ολόκληρη χώρα «δεν επιτρέπεται κανείς, επειδή είναι ατοµικό δικαίωµα. Μπορείς να πεις, πως είναι µια ασφαλής χώρα η τάδε χώρα αλλά δεν µπορείς να πεις δεν επιτρέπεται κανείς να ζητήσει άσυλο». Και η απάντησή του την επόµενη µέρα, που έπαιξε πολύ στις εφηµερίδες και είναι σηµαντική ήταν: «κοιτάξτε, ο λαός βαρέθηκε πια να του λένε συνέχεια αυτό δεν γίνεται, εκείνο δε γίνεται, δεν επιτρέπεται από τους νόµους και από το διεθνές δίκαιο». Άρα ούτε το σύνταγµα και οι νόµοι της χώρας ούτε το διεθνές δίκαιο δεν υπάρχει λόγος να αποτελεί το µέτρο των αποφάσεων, αφού «ο λαός βαρέθηκε».

Αυτό το ζούµε σε ολόκληρη την Ευρώπη. Και όχι απλώς ότι πήγε προς µία ρατσιστική πολιτική αλλά την πήγε πιο πέρα από ό,τι ζητούσε η Ακροδεξιά. Παραδείγµατος χάρη η Φινλανδία, η οποία δεν έχει και τους φοβερούς πρόσφυγες, αποφάσισε ότι θα κάνει pushbacks στα σύνορα κατευθείαν. ∆εν θα συζητάει, δεν θα επιτρέπει να πουν «εγώ θέλω να ζητήσω άσυλο», θα τους διώχνει, υποχρεωτικά. Έκανε νόµο, σύµφωνα µε τον οποίο ο στρατός και η αστυνοµία θα τους διώχνει στα σύνορα. Όµως πώς θα γίνει αυτό αφού το διεθνές δίκιο δεν το επιτρέπει; Όταν η Ελλάδα ακόµη και από τη FRONTEX κατηγορείται ότι κάνει pushbacks; Η κοµισιόν είπε στην Φινλανδία πως δεν επιτρέπεται αυτό και τότε ζητήσανε από τους νοµικούς τους – 19 νοµικούς κάλεσε η επιτροπή της Βουλής, που ετοίµασε το νόµο – να πουν την άποψή τους. Και οι 19 Φινλανδοί νοµικοί αποφάνθηκαν, ότι είναι ενάντια στο Φινλανδικό Σύνταγµα και ενάντια στο διεθνές δίκαιο.  Παρ’ όλα αυτά το ακροδεξιό κόµµα, που είναι στην κυβέρνηση, έφερε το νόµο στη βουλή και πέρασε µε µεγάλη πλειοψηφία. Και η Επιτροπή της ΕΕ, που προηγουµένως είχε προειδοποιήσει ότι κάτι τέτοιο αντίκειται στο διεθνές δίκαιο, συµφώνησε µετά, επειδή, είπε, έρχεται να αντιµετωπίσει «κατάσταση έκτακτης ανάγκης» (τον κίνδυνο από τη Ρωσία). Όλα αυτά ούτε φανταζότανε οι ακροδεξιοί, ότι θα µπορούσαν να γίνουν, όταν λέγανε ότι δεν τους θέλουµε τους πρόσφυγες και πρέπει να τους διώχνουµε.

Αυτή είναι η Ευρώπη µας τώρα. Και στην Πολωνία του Τουσκ,  που οι άνθρωποι του κάνανε διαδηλώσεις ενάντια στην κυβέρνηση του κόµµατος PiS, γιατί έκανε pushbacks προς τη Λευκορωσία, τώρα αποφασίσανε ότι ο στρατός θα κάνει χρήση όπλων στα σύνορα. Θυµηθείτε τον Πλεύρη παλιά σε µας, που έλεγε αυτά τα πράγµατα, αυτό το αποφάσισε τώρα η Πολωνία. Η δηµοκρατική Πολωνία τώρα, του Τουσκ. Αυτή είναι η Ευρώπη µας. Και πλέον, όταν µιλούµε για Ακροδεξιά θα πρέπει να κοιτάζουµε µέσα στα χαρακτηρισµένα ως µη ακροδεξιά αλλά ως κεντροδεξιά κόµµατα, τί είδους ρατσιστικές πολιτικές υπάρχουν.  Ακόµη και στα σοσιαλδηµοκρατικά.

Όταν κοιτάµε, αν µια κοινωνία ρέπει προς την ακροδεξιά ή τον φασισµό, βασικό είναι να µελετάµε πόσες από τις ακροδεξιές ιδέες και έννοιες έχουν ήδη περάσει ως καθεστωτικές έννοιες και πολιτικές πριν ακόµη έρθει η Ακροδεξιά στην εξουσία. Όταν το δούµε αυτό, τότε θα δούµε γιατί δεν έγινε γεγονός στα ΜΜΕ και στο δηµόσιο λόγο, ότι υπουργός του Ισραήλ πηγαίνει στο συνέδριο που κάνει το VOX, µε προσκεκληµένα όλα τα ακροδεξιά κόµµατα, και ο ίδιος κάθεται µαζί µε κάποιους ανθρώπους του VOX, οι οποίοι είναι πασίγνωστοι αρνητές του ολοκαυτώµατος, και µάλιστα καταδικασµένοι για το λόγο αυτό.

Θ.Κ. Να δούµε πώς µπορεί το κίνηµα και η Αριστερά να απαντήσει σε αυτές τις πολιτικές και να αναχαιτίσει στην Ακροδεξιά;

Γ.Τ Πρέπει την ατζέντα για τα θέµατα αυτά να την βάζουµε εµείς. Θυµάστε πως κάποια στιγµή χρησιµοποιούσαν την έννοια «οι δικαιωµατιστές» για όσους µιλούσαν  για το δικαίωµα στο άσυλο, το οποίο προβλέπεται από τις διεθνείς συνθήκες, εννοώντας ότι είναι κακό να είσαι υπέρ των δικαιωµάτων.  Τώρα, οι κεντροδεξιοί υπερασπίζονται δικαιώµατα, που έχουν σχέση µε την σεξουαλικότητα, µε την ταυτότητα φύλου και όλα αυτά τα θέµατα. Όµως ήταν οι ίδιοι, που στα θέµατα της µετανάστευσης κατηγορούσαν τους αριστερούς ως «δικαιωµατιστές». Πρέπει λοιπόν την ατζέντα να την πάρουµε εµείς και να την κάνουµε ισχυρότατη. Ποια είναι η ατζέντα; Να πούµε ότι υπάρχουν αξίες, που υπήρχαν σε αυτή την Ευρώπη ως δεδοµένες. Η Αριστερά θα πρέπει επίσης σε αυτούς που µιλούν για την ελληνικότητα, για ελληνική ταυτότητα, να πει ότι η Ελλάδα είναι η χώρα που δηµιούργησε την έννοια της φιλοξενίας. Που είχε Ξένιο ∆ία. Και ο Ξένιος ∆ίας δεν ήταν το πρόγραµµα και η πολιτική, που έκανε ο κ. ∆ένδιας για τον Έβρο, µε ποιο τρόπο θα κυνηγούµε τους ξένους. Το ίδιο αφορά τους χριστιανούς. Ο χριστιανισµός λέει ότι κρίνεσαι στη ∆ευτέρα παρουσία από το ότι «ξένος ήµουν και µε δέχτηκες».

Όλα αυτά, ελληνική αρχαιότητα και χριστιανισµός, χρησιµοποιούνται από τους ακροδεξιούς για να φτιάξουν την ελληνική ταυτότητα, όπως αυτοί την θέλουν και τους βολεύει, εκβαρβαρώνοντας τόσο την ελληνική αρχαιότητα όσο και το χριστιανισµό. Αυτά είναι κοµµάτια του δικού µας λόγου, που πρέπει να τα κάνουµε κοµµάτι όλων.  Και αυτό αφορά βέβαια και τη δική µας πρακτική. Εσύ, Θανάση, είσαι από το Κυριακάτικο Σχολείο Μεταναστών, δεν είναι αυτό έµπρακτη αλληλεγγύη;

Τελειώνω µε ένα άρθρο, που διάβασα προχθές: στο Σουδάν, όπου διαδραµατίζεται η µεγαλύτερη προσφυγική κρίση τώρα, οι µισοί από τους πρόσφυγες , που έχουνε φύγει από τον νότο και πήγανε στα βόρια,  φιλοξενούνται από οικογένειες. Από φτωχές οικογένειες. Μιλούµε για εκατοµµύρια πρόσφυγες. ∆ιάβασα µία συνέντευξη από µια γυναίκα, που είπε «ήµασταν ο άντρας, η γυναίκα και τα δύο µας παιδιά,  και βάλαµε άλλα δώδεκα άτοµα στο σπίτι µας». Και εξηγούσε πράγµατα, που τα ξέρω πολύ καλά, τι σηµαίνει αυτό στην καθηµερινή ζωή. Ε, λοιπόν οι αριστεροί είναι οι άνθρωποι της πράξης, που λένε «εγώ δεν γράφω µόνο ένα κείµενο για τους πρόσφυγες και καταγγέλλω, οι πρόσφυγες ξέρουν ότι είµαι δίπλα τους τη στιγµή που µε χρειάζονται». ∆ίπλα τους ως φυσική παρουσία. Και όχι µόνο σε µία διαδήλωση… 

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται.


*


Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.