Ρατσιστικά στερεότυπα και κανονικοποιημένος ρατσισμός

image_pdfimage_print

Του Δημήτρη Λαβατσή

Με αφορμή τις δηλώσεις  Αντετοκούνμπο ξεσηκώθηκε κύμα διαμαρτυριών από διάφορους αρθρογράφους, που με ύφος ανωτερότητας λόγω χρώματος και εθνικότητας, του απάντησαν ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχει ρατσισμός αλλά αυτός είναι αχάριστος. 

Ας δούμε λοιπόν τον… αντιρατσισμό των παραπάνω και τα στερεότυπα με τα οποία αυτοί ενισχύουν τον κανονικοποιημένο  ρατσισμό, αυτόν της καθημερινότητας -πέρα από αυτόν των νεοναζί-, τον ρατσισμό  των «εγώ δεν είμαι ρατσιστής αλλά…».

«(…) Ο Γιάννης είναι αξιοθαύμαστος, τον σεβόμαστε, τον τιμούμε και σε ανταπόδοση αυτός οφείλει να μην μιλάει ποτέ για τα βιώματά του στην Ελλάδα. Αν μιλήσει γι’ αυτήν, μόνο ύμνους πρέπει να έχει. Γιατί είχαμε την καλοσύνη να του χαρίσουμε την ιθαγένεια».

Γιατί εδώ στην Ελλάδα, όπως έγραψε ένας καλός φίλος, κυριαρχεί μια ΟΘΩΜΑΝΙΚΗ νοοτροπία: τίποτα δεν θεωρείται αυτονόητο δικαίωμα, ακόμα κι αν το προβλέπουν οι νόμοι ή το δίκαιο, όλα είναι ΧΑΡΕΣ που κάνουν οι από πάνω στους από κάτω, με τους τελευταίους να πρέπει να ευγνωμονούν ισοβίως τους «ευεργέτες» τους! Ο μετανάστης «να λέει ευχαριστώ που του δώσαμε ένα πιάτο φαΐ», ο πρόσφυγας «να λέει ευχαριστώ που του σώσαμε τη ζωή», ο εργαζόμενος «να λέει ευχαριστώ που του δώσαμε ψωμάκι και τρώει αντί να λιμοκτονήσει» κ.ο.κ.! Ακόμα και η αμοιβή για τη δουλειά που κάνει κανείς θεωρείται… ευεργεσία, που δίδεται «απ’ τη μεγαλοψυχία του αφεντικού» και γεννά υποχρέωση αιώνιας ανταπόδοσης και υποτέλειας! Ο κάθε κάτοχος μικροεξουσίας απαιτεί από όποιον την υφίσταται να μετατραπεί σε δούλο του, αφού «του χρωστάει».

Αυτή η οθωμανική νοοτροπία, που δυστυχώς εσωτερικεύεται και σε πολλούς; που υποφέρουν από αυτήν, βολεύει θαυμάσια την εξουσία του ελληνικού  καπιταλισμού. Ηχούν περίπου παράξενα και κάπως αυθάδικα στα αυτιά των περισσοτέρων συμπατριωτών μας ακόμη και στις κατώτερες κοινωνικές τάξεις εκφράσεις όπως: «κοινωνικά δικαιώματα, εργατικά δικαιώματα, πολιτικά δικαιώματα». Με την παρακμή των συνδικάτων μετά το 1990-2000, οι εκφράσεις αυτές έγιναν… εξωτικές.

Έτσι, αφενός μεν ξεχνάμε ότι την ιθαγένεια την δώσαμε όταν τον ζήτησαν από το ΝΒΑ και αφετέρου επιμένουμε να αγνοούμε ότι η ιθαγένεια είναι αυτονόητο δικαίωμα για τα παιδιά που γεννήθηκαν στην Ελλάδα μετά το 2004. Αυτό το δικαίωμα, που επί δεκαετίες δεν είχε νομοθετηθεί και δεκάδες χιλιάδες παιδιά που γεννήθηκαν μέχρι το 2004 και σήμερα ζουν και εργάζονται στη χώρα μας το στερούνται, γιατί στο ελληνικό κράτος υπερισχύει η λογική της «γραμμής του αίματος».

Ένα δεύτερο στερεότυπο των «δεν είμαστε  ρατσιστές. αλλά…» είναι πως είμαστε έθνος αγίων.

Έτσι το ελληνικό έθνος στην νεώτερη ιστορία του ούτε υποδούλωσε ποτέ ούτε σκλάβωσε ούτε βασάνισε…

Τι κι αν έγραψε η Διδώ Σωτηρίου τα «Ματωμένα χώματα», τι κι αν αφηγούνται δεκάδες ημερολόγια των πολεμιστών της δεκαετίας 1912-22 τις αγριότητες που ζήσανε στην πορεία «προς την Κόκκινη Μηλιά», τι κι αν οι  χιλιάδες παλαιοί πολεμιστές μέχρι το 1935 φώναζαν για την φρίκη των πολέμων και την συμμετοχή τους σε αυτήν, η κυρίαρχη αφήγηση υπερισχύει γιατί, εκτός των άλλων, οι περισσότεροι-ες δεν θέλουμε να μαθαίνουμε κάτι πέρα από τα στερεότυπα. Που είναι πάντοτε εύκολα και βολικά.

Παράλληλα, όταν έρθει η κουβέντα στα αίτια της παραβατικότητας των προσφύγων (που βεβαίως υπερδιογκώνονται), όλοι αυτοί αρνούνται την εξαθλίωση των γκέτο και των στρατοπέδων απελπισίας των ανέστιων σαν γενεσιουργές αιτίες και αντιπαραβάλλουν το αμίμητο: «Και εμείς πηγαίναμε μετανάστες αλλά είχαμε χαρτιά και είμαστε κύριοι»!

Όταν τους παρουσιάσεις μια σειρά από σοβαρές μελέτες που μιλούν για την κτηνώδη εκμετάλλευση, την άγρια φτώχεια και τον ακραίο ρατσισμό που ζούσαν στο πετσί τους εκατοντάδες χιλιάδες συμπατριώτες μας στην πορεία για μια καλύτερη ζωή, από τους μεσάζοντες αλλά και τους Αγγλοσάξονες, προτεστάντες, όπως μας δείχνει ο μεγάλος Ηλίας Καζάν στο αριστούργημά του «Αμέρικα! Αμέρικα!», αυτοί επιμένουν να μην θέλουν να μάθουν τίποτα!

Οι μελετητές της ελληνικής μετανάστευσης, όπως και ο Ηλίας Καζάν, δεν ντρέπονται να μιλήσουν και για την παραβατικότητα που ανέπτυξαν πολλοί συμπατριώτες μας στις ακραίες εκείνες συνθήκες.

Για να μην μιλήσουμε για τα πολλές φορές ανύπαρκτα έγγραφα εισόδου όταν ακόμη και τώρα κάποιοι συμπατριώτες μας στην προσπάθειά τους να φτάσουν στις ΗΠΑ πάνε τουρίστες στον Καναδά και περνούν, με χίλιους κινδύνους, το «Παγωμένο ποτάμι».

Το τρίτο στερεότυπο, που βγαίνει από τα άλλα δύο, είναι πως ο ανέστιος ικέτης που φτάνει στο ελληνικό έδαφος είναι παράνομος και πρέπει να νιώθει ένοχος που ήρθε!

Η στάση βέβαια αυτή έχει διακυμάνσεις από το «είναι φτωχοί άνθρωποι, αλλά υπάρχουν νόμοι και σύνορα» μέχρι το «δεν χωράμε» και ακόμη χειρότερα μέχρι το είναι πράκτορες των Σόρος, απολίτιστοι, «λαθροπιθήκια» και άλλα πολλά του νεοελληνικού ορθολογισμού και της ανθρωπιάς.

Όσοι καταλαβαίνουμε ή θέλουμε να καταλάβουμε την κοινωνική πραγματικότητα απέναντι σε όλα τα παραπάνω στερεότυπα, οφείλουμε να είμαστε κάθετοι:

Όπως οι κοινωνικές ανισότητες που διαλύουν τις κοινωνίες και παράγουν πρόσφυγες και ανέστιους, να σκεφτόμαστε και να το φωνάζουμε: πως είναι οι ίδιες πολιτικές που παράγουν όλο και πιο ακραίες κοινωνικές ανισότητες  που κάνουν την χώρα μας δυστοπική τόσο που να νιώθουμε ότι χωράμε όλο και λιγότεροι, ότι «δεν χωράμε» ούτε οι μισοί από εμάς τους ντόπιους, δηλαδή η πλειονότητα των «από κάτω» τάξεων.

Και όσοι  γίνονται τόσο ανόητοι ώστε να θεωρούν αιτία των δεινών μας τους ανέστιους, μπορούν να είναι σίγουροι πως οι επόμενες κλοτσιές της εξουσίας και των ταξικά ανώτερών τους θα είναι εναντίον τους!

Ήδη η αρχή έγινε και θεσμικά και ιδεολογικά όταν ο πρωθυπουργός, την περασμένη εβδομάδα, αναφέρθηκε στις περικοπές που έκανε στα οφειλόμενα στους συνταξιούχους βγάζοντας ηλικιακό ρατσισμό. Όταν είπε πως δεν μπορούν οι συνταξιούχοι να επιβαρύνουν τις νεότερες γενιές με παλιές απαιτήσεις και ας δικαιώθηκαν στο Συμβούλιο της Επικρατείας.

Φυσικά ούτε κουβέντα για τους έχοντες και κατέχοντες που επωφελήθηκαν από όλη την κρίση της δεκαετίας για να κερδίσουν κι άλλα. Αυτοί απλώς υποφορολογούνται. Ούτε κουβέντα για τα αντικοινωνικά σχέδια που προχωράει αυτός και η κυβέρνησή του με δικαιολογία την πανδημία…

6 Σχόλια

  1. Οι συνήθεις ευκολίες, απλουστεύσεις και ισοπεδώσεις τής παλαιάς (και ευτυχώς θνήσκουσας) Αριστεράς –ας πάει στο καλό μια ώρα αρχύτερα, δεν θα μας λείψει….

    Λόγου χάρη:

    ◾ Η ενόχληση από την αρνητική κριτική (δίκαιη ή άδικη) ενός ξένου στην καταγωγή προς την κοινωνία τής χώρας υποδοχής είναι ρατσισμός.

    ◾ Η ανησυχία για τη σταδιακή μετατροπή μια κοινωνίας «όπως την ξέρουμε» (δηλαδή εμείς κι εμείς) σε μια κοινωνία που δεν ξέρουμε πώς θα είναι μετά από τη μακροχρόνια συγκατοίκηση με μεγάλους αριθμούς ξένων (χωρίς μάλιστα να είμαστε σε θέση να ξέρουμε και πού θα σταματήσει το κοντέρ….) συνιστά κι αυτή ρατσισμό.

    ◾ Η τάση εξιδανίκευσης του εαυτού είναι κι αυτή ρατσισμός (αναρωτιέμαι: ο κ. Λαβατσής δεν έγραψε ούτε μια φορά στη ζωή του ένα βιογραφικό προς εξεύρεση εργασίας και δεν φλέρταρε ποτέ του;).

    Μια και μιλάει, όμως, για στερεότυπα, ας του κάνω δώρο κι εγώ ένα ακόμα «στερεότυπο» (μακάρι να το αξιοποιήσει, –ποτέ δεν είναι αργά):

    Μια ιστορία που δεν τελειώνει

    Οι πρόσφυγες που ξεφεύγουν από την κτηνωδία του πολέμου και του ολοκληρωτισμού ή την αγριότητα μιας πεινασμένης και αδιέξοδης ύπαρξης χτυπούν τις πόρτες κάποιων άλλων, κι αυτό συμβαίνει από τις αρχές της σύγχρονης εποχής. Για τους ανθρώπους που αφουγκράζονται τα χτυπήματα πίσω από τις πόρτες τους, οι πρόσφυγες ήταν πάντα, όπως και τώρα, ξένοι. Οι ξένοι τείνουν να προκαλούν άγχος ακριβώς γιατί δεν τους ξέρουμε — είναι απρόβλεπτοι κι αυτό έχει κάτι το τρομακτικό, σε αντίθεση με τους ανθρώπους που συναναστρεφόμαστε καθημερινά, από τους οποίους νομίζουμε ότι ξέρουμε τι να περιμένουμε· ποιος μπορεί να πει με σιγουριά ότι όλοι αυτοί οι ξένοι δεν θα καταστρέψουν τα πράγματα που αγαπάμε, δεν θα σακατέψουν ή θα διαλύσουν τον συνηθισμένο τρόπο ζωής μας, που τόσο μας παρηγορεί; Τους ανθρώπους με τους οποίους έχουμε συνηθίσει να συμβιώνουμε, στις γειτονιές, τους δρόμους και τα γραφεία μας τους χωρίζουμε κοινότοπα σε φίλους και «εχθρούς», τους συναναστρεφόμαστε με ευχαρίστηση ή απλώς τους ανεχόμαστε· πάντως, σε όποια κατηγορία κι αν τους βάλουμε, γνωρίζουμε καλά πώς να τους φερθούμε και πώς να οργανώσουμε τη συνύπαρξή μας μαζί τους. Για τους ξένους, ωστόσο, γνωρίζουμε τόσο ελάχιστα πράγματα, που δεν μπορούμε να διαβάσουμε κατάλληλα τις κινήσεις τους ώστε να προετοιμάσουμε τις αντιδράσεις μας, ούτε να μαντέψουμε τις προθέσεις τους και τι ετοιμάζουν. Η άγνοια πώς να κινηθούμε, πώς να αντιμετωπίσουμε μια κατάσταση που δεν οφείλεται σε μας και δεν την ελέγχουμε, είναι ένα μείζον αίτιο του άγχους και του φόβου.

    Θα μπορούσαμε να πούμε πως αυτά αποτελούν γενικά και υπεριστορικά προβλήματα της ύπαρξης «ξένων ανάμεσά μας», που εμφανίζονται σε όλες τις εποχές και κατατρύχουν όλα τα τμήματα του πληθυσμού, με λίγο-πολύ παρόμοια ένταση και σε λίγο-πολύ παρόμοιο βαθμό. Οι πυκνοκατοικημένες αστικές περιοχές προκαλούν αναπόφευκτα τις αντιφατικές παρορμήσεις της «μεικτοφιλίας» (της έλξης προς τα πολύχρωμα, ετερόκλητα περιβάλλοντα που προμηνύουν άγνωστες και ανεξερεύνητες εμπειρίες και άρα την ευχαρίστηση της περιπέτειας και της ανακάλυψης) και της «μεικτοφοβίας» (του φόβου του μη διαχειρίσιμου όγκου των άγνωστων, ανεξημέρωτων, άβολων και ανεξέλεγκτων ερεθισμάτων). Η πρώτη παρόρμηση είναι το βασικότερο θέλγητρο της αστικής ζωής. Η δεύτερη, αντίθετα, είναι το πιο τρομακτικό της τραύμα, ιδίως στα μάτια των λιγότερο τυχερών και εύπορων, οι οποίοι (σε αντίθεση με τους πλούσιους και τους προνομιούχους, που έχουν τη δυνατότητα να απομονωθούν σε «περιφραγμένες κοινότητες» προστατευόμενοι από την ενοχλητική, μπερδεμένη και συχνά τρομακτική αναταραχή και φασαρία των πολύβουων δρόμων της πόλης) δεν μπορούν εύκολα να απομακρυνθούν από τις αμέτρητες παγίδες και ενέδρες που είναι διάσπαρτες στο ετερογενές και συχνά δύσπιστο και εχθρικό αστικό περιβάλλον, στους κρυφούς του οποίου κινδύνους είναι καταδικασμένοι να μείνουν εκτεθειμένοι για όλη τους τη ζωή. Όπως μας πληροφορεί ο Αλμπέρτο Ναρντέλι, «σχεδόν το 40% των Ευρωπαίων αναφέρουν το μεταναστευτικό ως το πιο σοβαρό ζήτημα που έχει να επιλύσει η ΕΕ[7] – αναδεικνύοντάς το πρώτο. Μόλις ένα χρόνο πριν, το αντίστοιχο ποσοστό ήταν μικρότερο από 25%. Αντίστοιχα, ένας στους δύο Βρετανούς αναφέρουν πλέον το μεταναστευτικό ως ένα από τα πιο σημαντικά ζητήματα που απασχολούν τη χώρα».
    ______________________________

    Τάδε έγραψε ο γνωστός «εκπρόσωπος» του «στερεοτυπικού» και «κανονικοποιημένου» «ρατσισμού» …Ζίγκμουντ Μπάουμαν!!! (να σημειωθεί ότι τα έγραψε το Δεκέμβριο του 2015, όταν το Μεταναστευτικό/Προσφυγικό Ζήτημα είχε πάρει εκρηκτικές διαστάσεις….).

    Αυτά για απόψε. Αύριο, δηλαδή αργότερα σήμερα, ένα συμπλήρωμα σχετικά με το «jus sanguinis».

  2. ΣΧΟΛΙΟ ΓΙΑ ΤΗ «ΓΡΑΜΜΗ ΤΟΎ ΑΙΜΑΤΟΣ» ΚΑΙ ΤΟ JUS SANGUINIS

    Όπως όλοι οι αριστεροί που σέβονται τις «αδιαπραγμάτευτες αρχές και αξίες τής Αριστεράς», έτσι και ο αρθρογράφος δεν δυσκολεύεται να εκδηλώσει τη δυσανεξία του για τη συνθήκη που με απλά λόγια θα μπορούσε να περιγραφεί με τη φράση «το αίμα, δηλαδή η βιολογική καταγωγή, μετράει πρώτα και πρώτο απ’ όλα», όταν πρόκειται ένα κοινωνικό σύνολο, εν προκειμένω ένα έθνος, να αναγνωρίσει κάποιο άτομο ως ισότιμο μέλος του. Μια συνθήκη που ισχύει χωρίς την παραμικρή εξαίρεση σε όλα τα σύγχρονα κράτη τής γης (φυσικά, τα failed states δεν πιάνονται). Πράγματι, η μοναδική περίπτωση να αναγνωρίζεται κάποιο άτομο αυτομάτως με τη γέννησή του σε μια δοσμένη χώρα ως ομοεθνές χωρίς την παραμικρή προϋπόθεση είναι να έχει γεννηθεί από γονείς που ήδη είναι ομοεθνείς. Ακόμα και στα πιο «γαλαντόμα» κράτη στην απόδοση ιθαγένειας, όπως επί παραδείγματι είναι η Αγγλία ή η Γερμανία, αν μιλήσουμε για την Ευρώπη, η checklist τών περιορισμών μετράει κάμποσα μπούλετς.

    Πού οφείλεται αυτή η δυσανεξία τών αριστερών τού σωρού; –θα εξηγηθεί παρακάτω γιατί τούς κατατάσσω σ’ αυτήν την κατηγορία· δεν οφείλεται στη δυσανεξία τους, πάντως. Εντάξει, δεν είναι και πολύ δύσκολο να απαντηθεί αυτό το ερώτημα. Οποιαδήποτε σκέψη περί αίματος φέρνει στη μνήμη τις ναζιστικές ρατσιστικές θεωρίες (και τις θηριωδίες που γέννησαν) ή, για τους πιο διαβασμένους, απολογητές τού «επιστημονικού» ρατσισμού σαν τον Γκομπινό ή τον Φογκτ που πίστευε ότι η μαύρη φυλή είχε στενή συνάφεια με τους πιθήκους –ενώ, ως γνωστόν, όλοι εμείς οι υπόλοιποι καταγόμαστε από τον Αδάμ και την Εύα (διευκρίνιση δική μου). Στα καθ’ ημάς, φέρνει επίσης και το γνωστό σύνθημα της ΧΑ περί αίματος και τιμής….

    Μέχρι εδώ όλα καλά και άγια, κατανοητά και συγγνωστά. Τα προβλήματα αρχίζουν όταν αυτή η δυσανεξία που φτάνει στην απέχθεια γίνεται το θερμοκήπιο για να αναπτυχθεί η τόσο διαδεδομένη σε μεγάλο ποσοστό εντός τής Αριστεράς αντίληψη που μπορεί να θεωρείται από πολλούς από εμάς «ριζοσπαστική» (ο εξωραϊσμός και ο ευφημισμός είναι φανεροί εδώ), αλλά στην πραγματικότητα δεν είναι παρά εκδήλωση ολοκληρωτιστικής σκέψης. Αυτή τη σκέψη την περιγράφει αρκετά γλαφυρά η γνωστή έκφραση της καθομιλουμένης «πονάει δόντι – κόψει κεφάλι» (στην αριστερή ιδιόλεκτο χρησιμοποιείται συνήθως η επίσης πολύ γνωστή σε μας παρεμφερής διατύπωση «λύγισμα της βέργας από την άλλη μεριά», λάθος που δεν απέφευγε ούτε ο Λένιν, όπως ομολογεί σε μια επιστολή ή σημείωμά του –δυστυχώς, δεν κράτησα σημείωση όταν έπεσα κατά τύχη πάνω σ’ εκείνο το κείμενό του κι άντε βρες το τώρα, για να πειστούν οι άπιστοι Θωμάδες….).

    Πώς εκδηλώνεται συγκεκριμένα αυτή η αντίληψη στο ζήτημα της «γραμμής τού αίματος» που έγραψε, υποθέτω ανατριχιάζοντας, ο Δημήτρης Λαβατσής; Εκδηλώνεται με την υπόρρητη διάθεση του σβησίματός της! Ο μέσος αριστερός «αντιρατσιστής μέχρι θάνατο» εύχεται και περιμένει πώς και πώς να έρθει η στιγμή που θα πάρει στα χέρια του μια γόμα για να εξαφανίσει από προσώπου γης αυτή τη «γραμμή τού Κακού». Σε πόσους από αυτούς τούς ταλιμπάν τού αντιρατσισμού περνάει από το μυαλό η σκέψη ότι κάτι τέτοιο είναι τόσο εφικτό όσο εφικτό ήταν να ηρεμήσει η θάλασσα μετά το μαστίγωμά της που διέταξε ο Ξέρξης και, ακόμα, η κάπως πιο προχώ ότι, από την εποχή τής προϊστορίας κιόλας, οι πρώτες πρωτόγονες κοινωνίες, μακριά εξέλιξη των οποίων είναι οι τωρινές, έγινε δυνατό να συγκροτηθούν ακριβώς χάρη σε αυτή τη «μισητή γραμμή»; Άγνωστον. Πάντως, αν κρίνει κανείς από το πόσο υποψιασμένος είναι ο μέσος σημερινός αριστερός για τα θεωρούμενα αυτονοήτως αυτονόητα (τόσο «αυτονόητα», που κανείς πλην ελαχίστων δεν χαραμίζει ούτε λίγη ώρα από τη ζωή του έστω και για ένα πρόχειρο επαληθευτικό τσεκάρισμα), δεν επιτρέπεται και πολύ μεγάλη αισιοδοξία. (Αυτή η πικρή διαπίστωση είναι που εξηγεί και την αναφορά μου λίγο παραπάνω σε αριστερούς τού σωρού.)

    Όμως, αυτή η αλήθεια για το αδύνατον του σβησίματος της γραμμής τού αίματος, χάρη στην οποία μπήκε ο θεμέλιος λίθος τής συγγένειας που πάνω του οικοδομήθηκαν οι ανθρώπινες κοινωνίες και δημιουργήθηκε το jus sanguinis (με την ευρεία έννοια και όχι μόνο με αυτήν τής νομολογίας για την ιθαγένεια), είναι τόσο μεγάλη που ακόμα κι όταν δεν συνειδητοποιείται, «κοιμάται» στο πίσω μέρος τού μυαλού, ίσως και πιο βαθιά, στο συλλογικό υποσυνείδητο. Και κάπως έτσι, ανακαλύφθηκε ο άλλος δρόμος για το σβήσιμό της: αφού το αίμα νερό δεν γίνεται να εξατμιστεί ώστε να σβηστούν τα ίχνη τής καταγωγικής διαδρομής του, ας κάνουμε ένα ωραίο κοκτέιλ από αίματα ντόπια και εισαγωγής ώστε να μπερδευτούν τόσο οι γραμμές που να χάνει η μάνα το παιδί της και το παιδί τον πατέρα του. Ένας αριστερός «ριζοσπάστης» Σέρλοκ Χολμς θα το έλεγε κάπως έτσι: If you can’t erase a line, draw some more around it. Elementary, my dear comrades!

    Εδώ ακριβώς είναι που τα πράγματα σοβαρεύουν και απαιτούν την κατάδυση στα νερά διαφόρων επιστημών τού ανθρώπου (αλλά και των άλλων ζώων τού έμβιου βασιλείου). Δυστυχώς, για τους αριστερούς τού σωρού τα νερά αυτά είναι άγνωστα και τα φοβούνται όπως ο Διάολος το λιβάνι. Έτσι, όχι μόνο κατάδυση δεν αποτολμούν, αλλά ούτε καν να βουτήξουν τα δάχτυλα του ποδιού τους, διερωτώμενοι, έστω, γιατί κάποιος «δικός μας» και υπεράνω πάσης υποψίας για ρατσιστικές αντιλήψεις αναφερόταν σε «καθαρότητα πληθυσμού». Είναι κι αυτό μια από τις σοβαρές αιτίες που εξηγούν γιατί πηγαίνουμε κατά διαόλου….

    • Ρε φίλε λυπήσου μας λίγο, τι εξυπνακισμοί είναι αυτοί που γράφεις; Για ποια επιστήμη μιλάς; 200 τουλάχιστον χρόνια ανθρωπολογίας, κοινωνιολογίας και πολιτικών επιστημών τα έκανες αχταρμά για να υποστηρίξεις τη… “γραμμή του αίματος”;
      Το απόσμασμα του Μπάουμαν (που πολύ βολικά νομίζεις ότι απομόνωσες) απλά προσπαθεί να εξηγήσει τις αιτίες της ξενοφοβίας. Στην κατακλείδα του ίδιου κειμένου γράφει:
      “Οι στρατηγικές που επιστρατεύουν οι πολιτικοί για να αρπάξουν αυτή την ευκαιρία μπορεί να είναι –και είναι– πολλές και ποικίλες, αλλά ένα πράγμα πρέπει να είναι ξεκάθαρο: η πολιτική του αμοιβαίου διαχωρισμού και της τήρησης αποστάσεων, η οικοδόμηση τειχών αντί για γέφυρες και η καταφυγή σε ηχομονωμένους «ηχοθαλάμους» αντί για ανοιχτές γραμμές απαραμόρφωτης επικοινωνίας (ακόμα και η νίψη των χειρών ή η διακήρυξη της αδιαφορίας, μεταμφιεσμένης έστω σε ανεκτικότητα) δεν οδηγούν πουθενά, παρά μόνο στην έρημο της αμοιβαίας δυσπιστίας, αποξένωσης και επιδείνωσης. Παρότι μοιάζει βραχυπρόθεσμα καθησυχαστική (γιατί διώχνει την πρόκληση εκτός πεδίου), αυτή η απατηλή, αυτοκτονική πολιτική συσσωρεύει εκρηκτικές ύλες που είναι έτοιμες να εκραγούν στην πρώτη φυτιλιά. Κι έτσι, ένα συμπέρασμα πρέπει να είναι εξίσου ξεκάθαρο: ο μόνος δρόμος που μας απομακρύνει από την τωρινή δυσφορία και τη μελλοντική συμφορά περνά μέσα από την απόρριψη του ύπουλου πειρασμού του διαχωρισμού. Ακόμα καλύτερα, μέσα από την ακύρωσή του, την αποσυναρμολόγηση των φραχτών των «κέντρων υποδοχής και φιλοξενίας» και το πλησίασμα των ενοχλητικών διαφορών, ανομοιοτήτων και των αυτοεπιβαλλόμενων χασμάτων σε στενή, καθημερινή και όλο και πιο άμεση επαφή –η οποία ελπίζω ότι θα έχει ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη μιας γόνιμης σχέσης των δύο μερών αντί για την τωρινή, αυτοτροφοδοτούμενη σχάση ανάμεσά τους.”

      Για αρχή προτείνω 2 βιβλία, για διαφορετικούς λόγους το καθένα. Το πρώτο είναι τουλάχιστον απαραίτητο ανάγνωσμα για οποιονδήποτε αυτοπροσδιορίζεται ως αριστερός:
      «Η καταγωγή της οικογένειας, της ατομικής ιδιοκτησίας και του κράτους» του Ένγκελς
      και
      «Φυλετικές θεωρίες στην Ελλάδα. Προσλήψεις και χρήσεις στις επιστήμες, την ιστορία της τέχνης, τη λογοτεχνία και την πολιτική κατά τον 19ο και τον 20ό αιώνα» (συλλογικό, από τις πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης)

      • Θοδωρή, έχω όλη την καλή διάθεση να σας λυπηθώ, στο κάτω-κάτω στο ίδιο σόι ανήκουμε, αλλά, αν μιλήσουμε για σένα, πριν σε λυπηθώ εγώ, έχεις την υποχρέωση να λυπηθείς εσύ κατ’ αρχήν τον εαυτό σου και να μην ξεκινάς διάλογο χωρίς να έχεις καταλάβει τι ακριβώς έχει πει ο ομιλητής στον οποίο απαντάς (ούτε και εκείνος που έφερε σαν μάρτυρά του εδώ). Αυτό, εκτός άλλων, είχε σαν αποτέλεσμα να βγάλεις τα ματάκια σου μόνος σου, με τα ίδια σου τα χεράκια.

        Κατ’ αρχήν, για να ’χω το καλό ρώτημα, για ποιους «εξυπνακισμούς» μιλάς; Δεν μας το κάνεις σαφές, αλλά κατά κάποιο τρόπο τούς συνδέεις με μια αναφορά μου σε επιστήμη και ένα ανακάτεμα που δήθεν έκανα δύο αιώνων (τουλάχιστον) «ανθρωπολογίας, κοινωνιολογίας και πολιτικών επιστημών». Αυτοί είναι οι «εξυπνακισμοί» μου; Μα, Θοδωρή μου, η αναφορά μου σε επιστήμη έγινε στη φράση «επιστημονικός» ρατσισμός (να υποθέσω ότι δεν αγνοείς τι σηματοδοτούν τα εισαγωγικά εδώ κι ότι απλώς δεν τα πρόσεξες, ή είμαι πολύ αισιόδοξος;). Και έγινε ακόμα και με μια αναφορά μου σε επιστήμες τού ανθρώπου, μερικές από τις οποίες τις αναφέρεις ονομαστικά …εσύ ο ίδιος! («ανθρωπολογία, κοινωνιολογία και πολιτικές επιστήμες»). Όσο για το ανακάτεμα («αχταρμά» το γράφεις) δύο αιώνων ανθρωπολογίας, κοινωνιολογίας κ.λπ., διαβάζω ξαναδιαβάζω τι έγραψα δεν το βλέπω. Εκτός κι αν εννοείς την αναφορά μου στους Γκομπινό και Φογκτ (θα ’χει γούστο η αναφορά σε πρόσωπα του παρελθόντος να ταυτίζεται στο μυαλό σου με παρελθοντικό «αχταρμά»!). Εν πάση περιπτώσει, αν επανέλθεις, καλό θα είναι να μου διευκρινίσεις ποιοι ακριβώς είναι αυτοί οι περίφημοι «εξυπνακισμοί» μου.

        Θοδωρή μου, δεν υπερασπίζομαι καμία «γραμμή αίματος». Η γραμμή αίματος δεν έχει ανάγκη ούτε τη δική μου υπεράσπιση ούτε κανενός άλλου. Είναι δεδομένη από την εποχή που υπάρχουν λάσπες. Τα έγραψα και νομίζω τα έγραψα με απλά λόγια που μπορεί να τα καταλάβει ακόμα κι ο Αργύρης, η σκέψη τού οποίου θολώνει από το πολύ οπαδιλίκι. Από την προϊστορική εποχή, από τις πρώτες πρωτόγονες κοινωνίες, η γραμμή τού αίματος ήταν ο θεμέλιος λίθος τής συγγένειας (= συν + γένος, you know?). Πώς νομίζεις ότι σχηματίστηκαν οι νομαδικές ομάδες τών τροφοσυλλεκτών; Τι κρατούσε την ορδή ενωμένη; Τι ξεχώρισε την clan τών Allardice από την clan τών Anderson, λόγου χάρη; Το ότι οι πρώτοι υποστήριζαν μέχρι θανάτου τη Σέλτικ και οι δεύτεροι ήταν φόλα Ρέιντζερς με διαρκείας και δική τους σουίτα; Και τι ξεχώριζε τη φάρα τών Μποτσαραίων από τη φάρα τών Τζαβελαίων; Ότι οι Μποτσαραίοι ήταν καραμανλικοί μέχρι το κόκαλο, ενώ οι Τζαβελαίοι έπιναν νερό στο όνομα του Αντρέα; Καημένε Θοδωρή…. Έχεις διαβάσει και την Καταγωγή τής Οικογένειας του γέρο Φρειδερίκου…. Μα και μόνο αυτό το βιβλίο θα αρκούσε για να σε έχει ήδη πείσει 1.000% για το ρόλο τής γραμμής τού αίματος στην κοινωνική συγκρότηση!

        Αλλά όχι. Εσύ κλωτσάς σαν μουλάρι σε ανηφόρα. Το έχω ήδη εξηγήσει. Προφανώς, ανήκεις κι εσύ σ’ αυτούς τους «ορκισμένους αντιρατσιστές» που διαβάζουν «γραμμή τού αίματος» και καταλαβαίνουν NSDAP, φυλετικοί νόμοι Νυρεμεβέργης, κρανιακές μετρήσεις, Άουσβιτς, Zyklon B και τα παρόμοια. Ούτε ο πρώτος είσαι ούτε, δυστυχώς, ο τελευταίος που ο φανατισμός, η μηχανιστική σκέψη και ο κονφορμιστικός κανόνας τής ασφάλειας του να βαδίζει κανείς ακριβώς εκεί που πάτησαν οι προηγούμενοι, μπας και πατήσει κάποια νάρκη και κλονιστούν τα θεμέλια του ναού και ταραχτούν τα ιερατεία, τον τυφλώνει και τον οδηγεί σε τέτοιες τερατώδεις παρανοήσεις (μόνο τυφλός δεν θα πρόσεχε πως εγώ μιλάω γενικά για γραμμή τού αίματος· δεν κάνω καμία «αιματολογική» εξέταση, καμία διάκριση, καμία αξιολογική κατάταξη σε ανωτέροι και κατωτέροι εκ Θεού ή φύσεως. Λέω ότι το αίμα μετράει (κάθε αίμα: άσπρων, μαύρων, κίτρινων, Άγγλων, Γάλλων, Πορτογάλων, Σέρβων, Βούλγαρων, Ρουμάνων). Πουθενά δεν λέω –ή υπονοώ– ότι το αίμα διαφέρει.

        Τα όσα σημειώνεις σχετικά με τον Μπάουμαν επιβεβαιώνουν την παρανόηση των όσων έγραψα εγώ.

        Με κατηγορείς σε μια άψογα στημένη δίκη προθέσεων ότι θέλησα να απομονώσω «πολύ βολικά» το απόσπασμα από το άρθρο τού Μπάουμαν και μου εξηγείς –επίτρεψέ μου– με όλη την αφέλεια του κόσμου ότι ο Μπάουμαν …«απλά προσπαθεί να εξηγήσει τις αιτίες της ξενοφοβίας»! Έλα, ρε συ! Κι εγώ είχα την εντύπωση ότι ήθελε να εξηγήσει την οχτάρα που έριξε η Μπάγιερν στη Μπάρτσα!

        Μα, αγαπητέ Θοδωρή, ακριβώς γι’ αυτό που λες ότι ήθελε ο καημένος ο Μπάουμαν να εξηγήσει επέλεξα κι εγώ να βάλω το συγκεκριμένο απόσπασμα. Γιατί κι εγώ αυτό ακριβώς ήθελα να εξηγήσω στον Δημήτρη Λαβατσή που έγραψε το άρθρο και σε οποιονδήποτε άλλον το διάβασε: τις αιτίες τής ξενοφοβίας. Και το έκανα μέσω τού Μπάουμαν, έναν επιστήμονα και άνθρωπο που έχει κερδίσει με την αξία του μια πολύ σημαντική θέση στον κόσμο τών ιδεών –και των αξιών.

        Και τι μας είπε αυτός ο αξιοσέβαστος από κάθε άποψη άνθρωπος, φίλε μου Θοδωρή; Μας είπε το εξής καίριο και καθοριστικό:

        Θα μπορούσαμε να πούμε πως αυτά [σ.σ.: η ανησυχία, το άγχος και η ανασφάλεια που προκαλείται από τους ξένους] αποτελούν γενικά και υπεριστορικά προβλήματα της ύπαρξης «ξένων ανάμεσά μας», που εμφανίζονται σε όλες τις εποχές και κατατρύχουν όλα τα τμήματα του πληθυσμού, με λίγο-πολύ παρόμοια ένταση και σε λίγο-πολύ παρόμοιο βαθμό.

        Κατάλαβες, φίλε Θοδωρή, τι σου λέει, τι σας λέει, ο Μπάουμαν εδώ; Σας λέει πολύ απλά ότι αυτό που έχει επικρατήσει (όχι με τη θέλησή μου) να αποκαλείται εντός τής «ριζοσπαστικής αριστεράς» ξενοφοβία είναι ούτε λίγο ούτε πολύ ένα γενικό ανθρωπολογικό χαρακτηριστικό. Επομένως:

        Αν συμφωνείς, την επόμενη φορά που θα είναι η σειρά σου να σηκώσεις ένα από αυτά τα γελοία πανό που γράφουν «όχι στην ξενοφοβία και τον ρατσισμό» και βάζουν έτσι στο ίδιο τσουβάλι ένα ανθρωπολογικό ιδίωμα με μια διεστραμμένη απάνθρωπη ιδεολογία, να πεις:

        «Σύντροφοι, να με συμπαθάτε, αλλά εγώ αυτή τη μαλακία δεν τη σηκώνω, που να με κάνετε χρυσό!»

        Δεν θα το κάνεις, όμως, Θοδωρή. Θα πήγαινα άνετα στοίχημα ότι δεν θα το κάνεις. Γιατί έχω τη βάσιμη υποψία ότι ανήκεις κι εσύ στην κατηγορία εκείνων τών αριστερών τού σωρού που θεωρούν έναν «ξενόφοβο» (δηλαδή, κατά Μπάουμαν, έναν …άνθρωπο!) ως ρατσιστή και φασίστα με πολιτικά. Κι ακόμα, θεωρούν οποιονδήποτε προσπαθεί να χτυπήσει το καμπανάκι, λέγοντας ότι διόλου δεν είναι έτσι κι ότι μια τέτοια μηδενιστική προσέγγιση το μόνο που επιτυγχάνει είναι να φουσκώνει τα μαύρα πανιά τού νεοναζισμού, «ύποπτο». Το γεγονός ότι νιώθεις την ανάγκη να μου υπενθυμίσεις πως ο Μπάουμαν είναι ριζικά εχθρικός με εκείνους που προσπαθούν να επενδύσουν στην «ξενοφοβία» για να καλλιεργήσουν την εχθρότητα μεταξύ τών λαών (λες κι εγώ κατέβασα κάποιο τέτοιου είδους «επενδυτικό σχέδιο»!) είναι αποχρώσα ένδειξη ότι κι εμένα σ’ αυτή μάλλον την κατηγορία τών «υπόπτων» με ψιλοκατατάσσεις. Κι όταν βλέπω ότι στην προτεινόμενη βιβλιογραφία σου συμπεριλαμβάνεις κι ένα βιβλίο περί …φυλετισμού, καταλαβαίνω ότι όλα τα παραπάνω δεν ισχύουν: δεν με ψιλοθεωρείς απλώς «ύποπτο»· παίρνεις όρκο για την ένοχή μου!

        Θα το αντέξω. Τα έχω βγάλει πέρα με πολύ πιο δύσκολες καταστάσεις. Αντίθετα, εκείνοι που προσπάθησαν να με βγάλουν από τη μέση με τέτοιες μεθόδους υποχρεώθηκαν να βάλουν την ουρά στα σκέλια κάμποσες φορές.

        Οπότε (επανέρχομαι για να κλείσω), ούτως εχόντων τών πραγμάτων, φίλε Θοδωρή, το πανό που εγώ σού προτείνω να πετάξεις στα σκουπίδια νομίζω ότι εσύ όχι μόνο θα το σηκώσεις όλο υπερηφάνεια, αλλά και αυτό που γράφει θα το βροντοφωνάξεις και σε σύνθημα. Εγώ, όμως, θα κάνω μια ακόμα προσπάθεια, λέγοντάς σου:

        Λιγότερα συνθήματα και πιο πολλά ερωτηματικά….

  3. Σαφώς και έχει παίξει το ρόλο της η “γραμμή του αίματος” στην κοινωνική συγκρότηση, κανείς δεν το αμφισβήτησε αυτό. Όπως και διάφορα άλλα υπήρχαν ιστορικά που έπαιξαν το ρόλο τους στην κοινωνική συγκρότηση, πχ προ πατριαρχίας υπήρχε μητριαρχία (γραμμή της μητρότητας), μέχρι πριν κάποια χρόνια υπήρχε σκλαβιά, προ καπιταλισμού η φεουδαρχία κλπ κλπ. Το θέμα είναι τι κάνουμε από κει και πέρα. Σε περιπτώσεις για παράδειγμα απόδοσης ιθαγένειας είναι τρομερά ελλιπής η συγκεκριμένη γραμμή. Κατά τη γνώμη σου, τι κάνουμε με τα παιδιά μεταναστών που γεννήθηκαν ή ζουν το μεγαλύτερο διάστημα στην χώρα μας; Βάσει της “γραμμής του αίματος” δεν δικαιούνται να παίρνουν ιθαγένεια κλπ κλπ.
    Συγνώμη αλλά φάσκεις και αντιφάσκεις. Απ’τη μία δε συμφωνείς με το “όχι στην ξενοφοβία”, απ’την άλλη (λες) ότι προσπαθείς να βρεις τα αίτιά της και πολύ καλά κάνεις, αν είναι έτσι. Θα ήθελα πολύ να ξέρω που είδες κάποιο πανό με το “όχι στην ξενοφοβία”, απ’όσο έχω δει οι περισσότερες οργανώσεις που βάζουν ψηλά τέτοια ζητήματα εστιάζουν στο θέμα του ρατσισμού και του ρόλου του ως διαίρει και βασίλευε των από πάνω. Και φυσικά όσοι εξομοιώνουν όλους τους ξενοφοβικούς με τους ρατσιστές και τους φασίστες είναι λάθος. Η ξενοφοβία έχει πολλά πλοκάμια, από τη γιαγιά που φοβισμένη και μόνη τρώει αμάσητα την προπαγάνδα των καναλιών, του “πρώτου θέματος” και εν τέλει της ΧΑ, στον μικροαστό που λέει “οκ δε θέλω να τους πετάξουμε στη θάλασσα” αλλά βλέπει “πολιτιστικό αγεφύρωτο χάσμα”, μέχρι τον συνειδητό ρατσιστή / φασίστα που λέει ότι οι “ξένοι φταίνε για όλα τα κακά της μοίρας μας”.
    Οκ μέσα, λιγότερα συνθήματα και περισσότερη σκέψη και ανάλυση, αλλά εσύ αν συμπύκνωνες τη δική σου σκέψη σε ένα (ή και δύο) σύνθημα τι θα ήταν; Πολύ καλές οι σκέψεις και αναλύσεις αλλά στο δια ταύτα τα συνθήματα βάζουν τις αιχμές της πολιτικής ατζέντας.
    Προσωπικά με εκφράζει το εξής: “Για τη φτώχεια δε φταίει ο μετανάστης κι ο πρόσφυγας, φταίει ο τραπεζίτης”. Κι αν θέλεις ανάλυση: Αν μείνεις στο ταυτοτικό του κάθε καταπιεσμένου και δεν βάλεις και το ταξικό είναι ελλιπές. Κι αυτό είναι λάθος που (καλοπροαίρετα) το κάνει πολλές φορές η αριστερά παγκοσμίως ξεχνώντας (ή παραλείποντας) την ταξική της βάση, στο “όνομα των καταπιεσμένων”.

    • Θοδωρή,

      Καλό (και καλόπιστο) το σχόλιό σου και με αυτή την έννοια πολύ εποικοδομητικό και χρήσιμο. Λόγω φορτωμένης “ατζέντας” αυτή τη στιγμή, θα γράψω τις δικές μου σκέψεις αργότερα.

      Τα λέμε

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται.


*


Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.