Στο δρόμο σπάσαμε τον τρόμο – ο αγώνας συνεχίζεται μέχρι την ανατροπή

image_pdfimage_print

Κ.Μ.

Η αντιμετώπιση της διαθρωτικής οικονομικής κρίσης που ξεκίνησε πριν την πανδημία και επιταχύνεται εξαιτίας αυτής, επιλέχθηκε (σε συντονισμό της ελληνικής κυβέρνησης με άλλες ευρωπαϊκές) να γίνει με εργαλειοποίηση της πανδημίας για την φαλκίδευση εργασιακών, κοινωνικών και δημοκρατικών δικαιωμάτων. To μπαραζ αυτών των νομοθετημάτων συνοδεύεται με ένα συνεχόμενο κρεσέντο αυταρχισμού και κυβερνητικής τρομοκρατίας.

Δυστυχώς, η αρχική απαγόρευση της κυκλοφορίας (με τα πρόστιμα, το ξύλο στη νεολαία κ.ά.) ήταν το πρελούδιο της αυταρχικής «μεταρρύθμισης» και της αποστασιοποίησης της κυβέρνησης από το Κράτος Δικαίου. Από την αρχή της πανδημίας είχε επισημανθεί ο κίνδυνος ότι τα περιοριστικά μέτρα που επιβλήθηκαν εμπεριείχαν τον κίνδυνο για ενδεχόμενες μελλοντικές καταχρήσεις. Μάλιστα, ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου του ΕΚΠΑ Σπ. Βλαχόπουλος ανέφερε ότι υπάρχει «μεγάλος κίνδυνος της σταδιακής εμπέδωσης ενός “συνταγματικού μιθριδατισμού”, ο οποίος θα μας εθίσει στην ιδέα της απώλειας θεμελιωδών δικαιωμάτων μας για λόγους προστασίας υπέρτερων εννόμων αγαθών» (Καθημερινή 29/3/2020).

Ενόψει της επετείου της δολοφονίας του Αλέξη Γρηγορόπουλου, με απόφαση του Αρχηγού της Αστυνομίας επαναλαμβάνεται 20 μέρες μετά την επέτειο του Πολυτεχνείου η αντισυνταγματική απαγόρευση της συνάθροισης άνω των 3 ατόμων, με το πρόσχημα της προστασίας της δημόσιας υγείας. Μάλιστα, αξιοποιώντας την εμπειρία από την προηγούμενη εφαρμογή του (εμπνευσμένου από την περίοδο της χούντας) μέτρου, ουσιαστικά επιβλήθηκε απαγόρευση κυκλοφορίας, με κλείσιμο 24 σταθμών μετρό, 8 σταθμών τραμ και εμποδίζοντας με πάνω από 4.000 αστυνομικούς την προσέλευση έστω και μεμονωμένων ατόμων στην ευρύτερη περιοχή του σημείου της δολοφονίας. Η πολιτική στόχευση να μην επαναληφθεί το «σπάσιμο» της απαγόρευσης ήταν φανερή. Βέβαια οι προσδοκίες αυτές δεν μπορούν παρά να είναι ουτοπικές. Οι δυνάμεις της μαχόμενης αριστεράς έδωσαν το στίγμα τους, «σπάζοντας» (έστω και συμβολικά)  την απαγόρευση, παρά το όργιο της κυβερνητικής αυθαιρεσίας και τρομοκρατίας που μετά την 17 Νοέμβρη επαναλήφθηκε – με το βαθμό καταστολής να αυξάνεται.

Η Κυβέρνηση  από νωρίς το πρωί έδειξε αποφασισμένη να μην αφήσει να αμφισβητηθεί το αφήγημά της για την επιβολή του δόγματος σοκ και δέος. Προσηλωμένη στο στόχο της τρομοκράτησης του εργαζόμενου λαού – ενόψει της αυξανόμενης δυσαρέσκειας για την αποτυχημένη διαχείριση της πανδημίας και των οικονομικών επιπτώσεων της κρίσης – δεν δέχεται παρεκκλίσεις. Και αυτή η στοχο-προσήλωση δεν της επιτρέπει πλέον δισταγμούς απέναντι σε νομικά εμπόδια, ακόμη και αν αυτά αφορούν στην τήρηση της συνταγματικής έννομης τάξης.

Παραπομπή σε δίκη 135 συλληφθέντων με βάση το άρθρο 285 του Ποινικού Κώδικα

Έτσι, είχαμε 374 προσαγωγές και – για πρώτη φορά μετά την μεταπολίτευση – την σύλληψη και παραπομπή σε δίκη 135 αγωνιστών, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται δικηγόροι μέλη του διοικητικού συμβουλίου του ΔΣΑ, ηγέτες των πιο παραδοσιακών οργανώσεων της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, συνδικαλιστικά στελέχη μαζικών εργατικών οργανώσεων μέχρι και ιατροί πρώτης γραμμής (σε εντατικές COVID-19). Οι συλλήψεις σε όλη τη χώρα έγιναν, σε πολλές περιπτώσεις, με το που εμφανίζοντας οι αγωνιστές και εκδήλωναν την πρόθεσής τους για πορεία, πάντα με αυστηρή τήρηση των υγειονομικών μέτρων. Είναι δε αξιοσημείωτο ότι τόσο κατά την προσαγωγή τους, όσο και κατά την κράτησή τους μέχρι αργά το βράδυ, οι συνθήκες κάθε άλλο παρά υγειονομική προστασία παρείχαν (χαρακτηριστικό ότι μόνο στη ΓΑΔΑ στοιβάχτηκαν 80 συλληφθέντες σε μια αίθουσα χωρίς αερισμό, χωρίς νερό και τροφή).

Οι συλληφθέντες θα παραπεμφθούν για παράβαση του άρθρου 285 Π.Κ. Αν και αρχικά διαφαίνεται μια «υποβάθμιση» σε σχέση με τις κατηγορίες (πρόκληση σε απείθεια κ.ά.) που διατυπώθηκαν σε συλληφθέντες την ημέρα της μνήμης του Πολυτεχνείου, στην πραγματικότητα η κυβερνητική μεθόδευση αυτή τη φορά είναι πιο «μελετημένη». Στην πραγματικότητα επιχειρείται δια της πλαγίας οδού μια νομιμοποίηση του αυταρχισμού, με την μαζικής κλίμακας ενεργοποίηση εφαρμογής υφιστάμενου πριν τα τελευταία μέτρα νόμου (2019), ο οποίος εισήγαγε την τιμωρία όποιου παραβιάζει τα μέτρα που έχει διατάξει ο νόμος ή η αρμόδια αρχή για να αποτραπεί η εισβολή ή η διάδοση μιας μεταδοτικής ασθένειας.

Μια πρόχειρη θεώρηση του νομικού σκέλους των κατηγοριών, σκοντάφτει σε αρκετά ζητήματα. Αρχικά, βασικό στοιχείο πλήρωσης της αντικειμενικής υπόστασης του υποτιθέμενου εγκλήματος με το επικαλούμενο άρθρο 285, είναι ο εντοπισμός των διατάξεων του νόμου ή της αρμόδιας αρχής που καθορίζουν τα μέτρα αποτροπής της συγκεκριμένης μεταδοτικής ασθένειας και, βέβαια, στη σημερινή περίπτωση που η παράβαση αφορά διαταγή από τον Αρχηγό της Αστυνομίας, ελέγχεται αν η συγκεκριμένη αρχή ήταν αρμόδια για τον καθορισμό των συγκεκριμένων μέτρων – με δεδομένο ότι δεν προηγήθηκε κάποια σχετική εισήγηση της ειδικής επιτροπής του Υπουργείου Υγείας. Επίσης, τα μέτρα, που υποτίθεται ότι παραβιάστηκαν, έπρεπε να είναι σε κάθε περίπτωση σχετικά με τους τρόπους μεταδόσεως της συγκεκριμένης ασθένειας και μάλιστα αποτρεπτικά αυτής, με τρόπο ώστε η παραβίασή τους να μπορεί να οδηγήσει αποδεδειγμένα  στη διάδοση της ασθένειας (ισχυρισμός που καταπίπτει μεταξύ άλλων και από τις πρόσφατες δηλώσεις Χρυσοχοΐδη  – πολιτικού προϊστάμενου του εκδίδοντος την διαταγή απαγόρευσης). Τέλος, σύμφωνα και με βασικές αρχές της νομικής, απαιτείται σε πραγματικό επίπεδο κάτι περισσότερο από την αφηρημένη επικινδυνότητα προκειμένου η διάταξη να τύχει εφαρμογής.

Πρέπει να γίνει σαφές ότι δεν υπάρχει σε καμία περίπτωση νόμιμη δυνατότητα στην Κυβέρνηση να περιορίζει ελεύθερα τα συνταγματικά δικαιώματα και να χρησιμοποιεί καμία ποινική διάταξη (και ιδίως αυτή του 285 ΠΚ σύμφωνα και με τις προϋποθέσεις της) ως «δαμόκλειο σπάθη», αλλά μόνον στις περιπτώσεις εκείνες, που προβλέπει το Σύνταγμα και κατά το μέτρο, τον τρόπο και τον χρόνο που οι περιορισμοί αυτοί συνδέονται με αιτιώδη συνάφεια περιβάλλον μέσα στο οποίο ασκούνται και με τις παγιωμένες συνταγματικές αρχές, όπως ενδεικτικά η αρχή της αναλογικότητας.

Η Κυβέρνηση από τον εορτασμό του Πολυτεχνείου μέχρι σήμερα κορυφώνει μια πολύ επικίνδυνη «επιχείρηση»: τη μετάβαση από το Κράτος Δικαίου στην επιβολή του Δίκαιου του Ισχυρού, εκτιμώντας ότι έχει τη δύναμη να επιβάλει την ισχύ του νόμου πέρα από τα όρια της νομιμότητας. Είναι δε γεγονός ότι ανάλογες «επιχειρήσεις» εξελίσσονται (με αργούς ή γρήγορους ρυθμούς) σε παγκόσμια κλίμακα. Ζητούμενο είναι η εμπέδωση του φόβου στους καταπιεσμένους, ώστε να ανασταλούν οι επιθυμίες αντίστασης και αγώνα απέναντι στη ραγδαία επιδείνωση των όρων ζωής τους, που τους επιφυλάσσεται για το πολύ προσεχές μέλλον.

Όμως η πλανεύτρα ιστορία έχει δείξει ότι πολλές φορές ο στόχος δεν επιτυγχάνεται ή έχει προσωρινή διάρκεια. Πολύ δε περισσότερο όταν αναφερόμαστε σε εποχές με μεγάλη συμπύκνωση του πολιτικού χρόνου, όπως η σημερινή. Πρέπει να γίνει βαθιά αντιληπτό ότι αυτή η «αλλαγή πίστας» όσον αφορά την κυβερνητική καταστολή, δεν είναι εύκολα αναστρέψιμη από τους ίδιους τους επιχειρούντες. Μια μετάλλαξη του τρόπου διακυβέρνησης σε μορφές αυταρχισμού ολοκληρωτικής κατεύθυνσης, συνεπάγεται διάρρηξη συμμαχιών με φορείς που παρέχουν απορρόφηση των κραδασμών του συστήματος, αποστροφή ακόμη και ευαίσθητων μερίδων της εκλογικής πελατείας των κυβερνώντων (ειδικά στα στρώματα του επιβιωτισμού) και πολιτικές απομονώσεις. Η επιστροφή σε ένα αφήγημα «κανονικότητας» καθίσταται ανέφικτη και η παραπέρα όξυνση της πόλωσης, από τη μεριά των κυβερνήσεων γίνεται μονόδρομος. Τα ζητήματα της ανατροπής αργά ή γρήγορα τίθενται στην ημερήσια διάταξη και το ζητούμενο είναι πόσο γρήγορα μπορεί να συγκροτηθεί η συνειδητή πρωτοπορία των καταπιεσμένων που θα έχει τη δυνατότητα να διεξάγει νικηφόρους αγώνες (και να δώσει ελπίδα στις αναπόφευκτες εξεγέρσεις τους).

 

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται.


*


Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.