1

Ο καπιταλισμός στην απεχθέστερη μορφή του και τι να του ετοιμάσουμε

Του Ηλία Ιωακείμογλου*

Με αφορµή τις πρόσφατες εκλογές στην Ιταλία, που έδωσαν στην ∆εξιά και την Ακροδεξιά το 44% των ψήφων, ο Enzo Traverso (1) λέει τα εξής: “Στην Ιταλία, υπήρξε µια ριζική τοµή στην ιστορία της Aριστεράς. Η Aριστερά δεν υπάρχει πλέον. Υπάρχει στην Ιταλία µια κριτική θεωρία που είναι πολύ ζωντανή, πολύ ενδιαφέρουσα, αλλά η οποία είναι απολύτως ανίσχυρη σε πολιτικό επίπεδο. Υπάρχει επίσης µια κουλτούρα αντιπολίτευσης, υπάρχουν περιβαλλοντικά, αντιρατσιστικά και αντιφασιστικά κινήµατα που δίνουν πραγµατικές µάχες. Όλα αυτά υπάρχουν, αλλά εντελώς έξω από την πολιτική σφαίρα, αν κατανοήσουµε την πολιτική ως θεσµό. Η δεξιά πτέρυγα είναι πλέον πολιτισµικά ηγεµονική”.

Επειδή αυτά δεν είναι αυτονόητα, ας δούµε τι εννοεί και τι υπονοεί ο Traverso.

Η έκλειψη της Αριστεράς

Το πρώτο που ισχυρίζεται ο Traverso είναι ότι η Αριστερά δεν υπάρχει πλέον. Εάν υπάρχει ακόµη –θα µπορούσαµε να προσθέσουµε εµείς–, υπάρχει ως φαντασίωση ή ως φάντασµα· διότι η Αριστερά ποτέ δεν ήταν το άθροισµα των ατόµων της, ήταν πάντοτε η πολιτική που ασκούσε· και αυτή δεν υπάρχει πια: Μετά το Β’ παγκόσµιο πόλεµο, η πολιτική της στην ∆ύση ήταν µια πολιτική µεταρρυθµίσεων που βελτίωσαν θεαµατικά τις συνθήκες εργασίας και διαβίωσης των υποτελών τάξεων, και η οποία βασιζόταν στον ισχυρισµό ότι το συµφέρον των υποτελών κοινωνικών τάξεων προάγει και το γενικό συµφέρον (ακόµη και αυτό της “οικονοµίας”, δηλαδή των επιχειρήσεων, δηλαδή της αστικής τάξης -που δεν γνώριζε καθώς φαίνεται το πραγµατικό της συµφέρον). Όταν αυτή η µεταρρυθµιστική στρατηγική ηττήθηκε από τον νεοφιλελευθερισµό κατά κράτος στην Ευρώπη, τότε τελείωσε και η Αριστερά στην ∆ύση, κάπου ανάµεσα στο 1982 και το 1990 (2). 

Να µην ξεχάσουµε όµως και την Αριστερά των “πλατιών κοµµάτων” που ακολούθησε µετά το 1990, που την περιφέραµε σαν τον νεκρό El Cid (3) δεµένο όρθιο πάνω στο άλογο των κοινωνικών κινηµάτων και του αµυντικού ρεφορµισµού επί ένα τέταρτο του αιώνα: µια Αριστερά που δεν αναφερόταν πλέον στις κοινωνικές τάξεις και τον ανταγωνισµό τους, ούτε στην µαρξιστική θεωρία, ούτε διέθετε στρατηγική αναφορά, ούτε όραµα· µια Αριστερά προσγειωµένη στο παρόν, που υιοθετούσε την γλώσσα, άρα τις έννοιες, του δικαιωµατικού νεοφιλελευθερισµού που επικράτησε στα κοινωνικά κινήµατα σε µίξη µε τις έννοιες του αστικού πολιτικού µάρκετινγκ. Η Αριστερά, λοιπόν, δεν υπάρχει· έχει εκλείψει ένα τέταρτο του αιώνα πριν, κι ας χρησιµοποιούµε ακόµα την λέξη για να ονοµατίσουµε άλλες πια πραγµατικότητες. 

Μετά την Αριστερά

Αυτό που αλλάζει στην παρούσα ιστορική στιγµή είναι ότι τώρα η έκλειψη της Αριστεράς, ακόµη και στις πιο στρεβλές και ανεπαρκείς µορφές της, γίνεται εκκωφαντική. Εξίσου εκκωφαντική γίνεται και η ανάγκη τής εκ νέου συγκρότησης των κοινωνικών δυνάµεων των υποτελών κοινωνικών τάξεων σε πολιτικά υποκείµενα αντάξια της παρούσας ιστορικής στιγµής. Μιας ιστορικής στιγµής κατά την οποία ο καπιταλισµός στρέφεται ενάντια στον πλανήτη, στις οικολογικές και υγειονοµικές ισορροπίες του, κατά του κόσµου της εργασίας, των “περιττών” πληθυσµών, κατά της δυνατότητας απλής αναπαραγωγής των υποτελών κοινωνικών τάξεων, κατά κάθε είδους και παραλλαγής δηµοκρατίας, κατά της ειρήνης· µιας ιστορικής στιγµής κατά την οποία η αστική τάξη συντίθεται µε τον µετα-φασισµό και συγκροτεί το καθεστώς του αυταρχικού (νέο)φιλελευθερισµού όπως έκανε και στο παρελθόν (4).

Τι υποκείµενα όµως αντιστοιχούν στην παρούσα ιστορική στιγµή όπου ο καπιταλισµός παίρνει την απεχθέστερη µορφή του και στρέφεται πλέον κατά της ανθρωπότητας; Πώς είναι δυνατό να σκεφτόµαστε ακόµη σήµερα την συγκρότηση µετώπων, πλατιών κοµµάτων, χαλαρών πολιτικών οργανώσεων, κοινωνικών κινήσεων και πρωτοβουλιών, δηλαδή µορφών οργάνωσης πλήρως αναντίστοιχων µε τις ανάγκες µιας τέτοιας ιστορικής στιγµής; 

Εάν πρόκειται να υπάρξει ξανά πολιτική εκπροσώπηση των συµφερόντων των υποτελών κοινωνικών τάξεων, αυτό θα γίνει µέσω πολιτικού κόµµατος µε στιβαρή οργάνωση και αντικαπιταλιστικό πολιτικό πρόγραµµα.

Κριτικές θεωρίες ή µαρξιστική θεωρία;

Το δεύτερο που επισηµαίνει ο Traverso, είναι η ύπαρξη των κριτικών θεωριών. Εξ αντιθέτου προκύπτει ότι δεν υπάρχει πλέον ο µαρξισµός ως ιδεολογία µαζών (υπάρχει ως επιστηµονική θεωρία ή πανεπιστηµιακή µανιέρα). Υπάρχουν οι κριτικές θεωρίες για τις οποίες ο Traverso ισχυρίζεται ότι είναι “απολύτως ανίσχυρες σε πολιτικό επίπεδο”. Αρκεί να διαβάσει κάποιος µε προσοχή το σχετικό βιβλίο του Κeucheyan (5) για να πεισθεί ως προς αυτό (εάν υποθέσουµε ότι η ιστορία των κινηµάτων δεν τον έχει ήδη πείσει για την αφλογιστία των κριτικών θεωριών ως οδηγούς αντικαπιταλιστικής δράσης). Πρόκειται για θεωρίες που έχουν διαρρήξει τους δεσµούς µε την µαρξιστική θεωρητική παράδοση σε τουλάχιστον τέσσερα καίρια σηµεία: (α) δεν αναφέρονται στην έννοια της εκµετάλλευσης της εργασίας, η οποία έχει αντικατασταθεί από την έννοια του κοινωνικού αποκλεισµού (6) και της στέρησης δικαιωµάτων, (β) δεν αναγνωρίζουν τον ανταγωνισµό κεφαλαίου και εργασίας ως κεντρικό στοιχείο της αστικής κοινωνίας, (γ) δεν κατανοούν και εποµένως δεν υιοθετούν την λενινιστική µεταγραφή του θεωρητικού σχήµατος του Κλαούζεβιτς για τον πόλεµο στο πεδίο της πολιτικής και (δ) δεν αποδέχονται την µορφή του κόµµατος ως αναγκαίο τρόπο αντικαπιταλιστικής οργάνωσης. 

Με τέτοια ελλείµµατα, πώς είναι δυνατό οι θεωρίες αυτές να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της παρούσας ιστορικής στιγµής; Εάν οι κριτικές θεωρίες είναι ανίσχυρες σε πολιτικό επίπεδο και ανεπαρκείς διότι στρέφουν την πλάτη σε έννοιες στοιχειώδεις για την κατανόηση των βασικών φαινοµένων του καπιταλισµού, δεν είναι αυτό που χρειαζόµαστε τώρα ως οδοδείκτη πολιτικής δράσης των υποτελών κοινωνικών τάξεων. Η επανασύνδεση µε τον µαρξισµό ως µαζική ιδεολογία δεν ήταν ποτέ πιο επίκαιρη. 

Η ιδεολογική ηγεµονία του νεοφιλελευθερισµού και η µακρά πορεία για την ανατροπή της

Το δεύτερο που επισηµαίνει ο Traverso, είναι ότι η ∆εξιά είναι πολιτισµικά ηγεµονική, και αυτή µου φαίνεται ότι είναι η πιο οδυνηρή από τις διαπιστώσεις του. Στο λεξιλόγιο της ιταλικής Αριστεράς και των µιµητών της, αυτό σηµαίνει ότι η ∆εξιά ηγεµονεύει ιδεολογικά (7). Εννοεί δηλαδή, ο Traverso, ότι στον χώρο της ιδεολογίας ο συσχετισµός δύναµης υπέρ της αστικής ιδεολογίας έχει καταστεί συντριπτικός σε βάρος της “κοσµοθεωρίας” του σοσιαλισµού, του κοµµουνισµού και κάθε αυθόρµητης ιδεολογίας των υποτελών κοινωνικών τάξεων. Όµως τι ακριβώς σηµαίνει αυτό; Με τον όρο της ιδεολογίας αναφερόµαστε στις αξίες και τα ήθη, στις ιδέες µε τις οποίες εξηγούµε τα πράγµατα, στις πεποιθήσεις, τις παραστάσεις και τις εικόνες που συγκροτούν ένα vade mecum, έναν πρακτικό οδηγό, για να βαδίζεις µόνος σου, χωρίς καθοδήγηση, στην ζωή σου στον καπιταλισµό, στην καθηµερινή, προσωπική και επαγγελµατική ζωή σου σύµφωνα µε τις ιδέες και τις αξίες της άρχουσας τάξης. Ανάλογα µε την ιδεολογία που τα διακατέχει, τα άτοµα αλλάζουν ή διατηρούν την ίδια περπατησιά ανάλογα πώς ερµηνεύουν και καταλαβαίνουν τις κοινωνικές σχέσεις και την προσωπική ζωή, τον τρόπο που ζουν την ζωή τους δηλαδή, µε αφετηρία την ιδεολογία (8). Αν έτσι έχουν τα πράγµατα, ίσως καταλαβαίνουµε λίγο περισσότερο τι σηµαίνει ιδεολογική ηγεµονία του νεοφιλελευθερισµού: Αυτό που αξίζει και αυτό που δεν αξίζει να κάνεις, αυτό που είναι ηθικό ή ανήθικο, αυτό που πρέπει ή δεν πρέπει να επιδιώκεις στην επαγγελµατική και ιδιωτική ζωή σου, και όλα τα άλλα µε τα οποία βαδίζουµε τις ζωές µας, δεν είναι τα ίδια πριν και µετά την ιδεολογική νίκη του νεοφιλελευθερισµού. Ο τρόπος που έχουµε για να εξηγήσουµε αυτό που συµβαίνει στις ζωές µας και στις ζωές των άλλων, επίσης δεν είναι ο ίδιος πριν και µετά. 

Υπάρχει και χειρότερο: Η ιδεολογία δεν ανήκει στον ίδιο χρόνο µε την πολιτική· η πρώτη ακολουθεί αργόσυρτη πορεία, αλλάζει δύσκολα και ως εκ τούτου αργά, ενώ η δεύτερη ακολουθεί τους ταχείς ρυθµούς της βραχυχρόνιας διάρκειας και της µεσοπρόθεσµης. Αυτό ίσχυσε και για τον νεοφιλελευθερισµό: ενώ είχε θριαµβεύσει πολιτικά µέσα σε µια δεκαετία περίπου (1979-1991), χρειάστηκε τουλάχιστον τριάντα χρόνια για να θριαµβεύσει ιδεολογικά. 

Βρισκόµαστε λοιπόν, εµείς, όσοι θέλουµε να αλλάξει ο κόσµος, εξαρχής αντιµέτωποι µε την µακροχρόνια διάρκεια, που σηµαίνει πως όποια προσπάθεια και αν κάνουµε δεν πρέπει να εγγράφεται µόνο στον βραχυχρόνιο χρόνο της τρέχουσας, καθηµερινής, πολιτικής αλλά και στον µακρό χρόνο των αργόσυρτων αλλαγών· και η µοναδική µορφή πολιτικής οργάνωσης που µπορεί να ανταποκριθεί σε ένα τέτοιο καθήκον είναι το πολιτικό κόµµα των υποτελών κοινωνικών τάξεων. 

*Αναδηµοσίευση από το Commune