Κλάδοι αιχμής στην ιστορική πορεία του εργατικού κινήματος. Σκέψεις για το σήμερα

image_pdfimage_print
του Δημήτρη Κατσορίδα

Το ειδικό βάρος της εργατικής τάξης στην Ελλάδα έχει φανεί καθ’ όλη την ιστορική της διαδρομή και εξέλιξη, σε συνάρτηση τόσο με τον βαθμό της ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού όσο και με την εκάστοτε πολιτική συγκυρία. Η εκάστοτε χρονική συγκυρία συνδυάστηκε και με τη διαδικασία διαμόρφωσης του ελληνικού κράτους, και με τη σειρά της αντεπιδρούσε ποικιλοτρόπως στις διεργασίες που ελάμβαναν χώρα στο εσωτερικό του εργατικού-συνδικαλιστικού κινήματος. Μια διαδικασία, η οποία ταυτίστηκε με τη διαμόρφωση της εργατικής τάξης αλλά και με έντονες κρατικές παρεμβάσεις στο εσωτερικό των συνδικάτων, οι οποίες συνέβαλαν με τον τρόπο τους στις παθογένειες του συνδικαλιστικού κινήματος – χωρίς αυτό να σημαίνει ότι παραγνωρίζονται και οι δικές του ευθύνες. Για παράδειγμα, μια μορφή παρέμβασης είναι οι πρόσφατες εξελίξεις, τόσο με αφορμή την επιβολή των μνημονίων από το κράτος και τους δανειστές όσο και με αφορμή την κρίση της πανδημίας, οι οποίες είναι καταιγιστικές σε όλα τα επίπεδα, εφόσον αποδομούνται δικαιώματα δεκαετιών, ενώ ταυτόχρονα αλλάζουν τη διάρθρωση της εργατικής τάξης, μέσω των πιέσεων που δέχεται εξαιτίας των υψηλών ποσοστών ανεργίας και της επικράτησης κάθε είδους «ευελιξιών» στην εργασία.

Παρακάτω θα επιχειρήσουμε την εν τάχει περιοδολόγηση των βασικών σταθμών του εργατικού-συνδικαλιστικού κινήματος στην Ελλάδα, επικεντρωνόμενοι στους κλάδους αιχμής της εκάστοτε περιόδου, προσπαθώντας ταυτόχρονα να εξαγάγουμε και κάποια συμπεράσματα για το σήμερα:

  1. Η περίοδος του Μεσοπολέμου (1918-‘36)

  • Ίδρυση της ΓΣΕΕ (1918), η οποία συμπίπτει με την ίδρυση του ΣΕΚΕ-ΚΚΕ. Ψηφίζεται ως βασική αρχή η πάλη των τάξεων. Σχηματίζονται τρεις τάσεις. Η μία συνδεδεμένη με τα αστικά κόμματα, η δεύτερη με το ΣΕΚΕ και μια τρίτη από κάποιους σοσιαλιστές και αναρχοσυνδικαλιστές. Επικράτησε η πρώτη τάση.

  • Πρώτο άμεσο ρήγμα, το 1919-20. Αποπομπή των σοσιαλιστών, σε συνεργασία με την κυβέρνηση Βενιζέλου. Το δεύτερο Συνέδριο της ΓΣΕΕ (Σεπτέμβριος 1920), που συγκαλεί η επιτροπή εργατών της Αθήνας, ενάντια σε αυτούς που προκάλεσαν το ρήγμα, θεωρείται το πραγματικό ιδρυτικό Συνέδριο.

  • Διακοπή των οργανικών σχέσεων του ΚΚΕ με τη ΓΣΕΕ (3ο Συνέδριο ΓΣΕΕ, Μάρτης 1926). Επικράτηση της δεξιάς πτέρυγας. Παγιοποίηση των κρατικών παρεμβάσεων (συλλήψεις κομμουνιστών συνδικαλιστών, διαγραφές, αλλοιώσεις συσχετισμών).

  • Διάσπαση της ΓΣΕΕ (4ο Συνέδριο, Μάης 1928). Ίδρυση της Ενωτικής ΓΣΕΕ (ΕΓΣΕΕ, Φεβρουάριος 1929) από κομμουνιστές.

  • Αποπομπή των σοσιαλιστών στο 5ο Συνέδριο (Σεπτέμβρης 1930). Νέα διάσπαση. Ίδρυση της Πανελλαδικής Συνομοσπονδίας Εργασίας (ΠΣΕ). Απόλυτος έλεγχος της ΓΣΕΕ από τη δεξιά πτέρυγα, νίκη του κράτους και της εργοδοσίας.

  • Άνοδος των εργατικών αγώνων. Κορυφαία στιγμή η εργατική εξέγερση στη Θεσσαλονίκη (Μάης 1936), όπου η σπίθα άναψε από τους καπνεργάτες, οι οποίοι αντιμετώπιζαν εκτεταμένη ανεργία και είχαν ξεκινήσει απεργία από τις 29 Απριλίου. Καταστολή της εξέγερσης, κύμα διώξεων και εκτοπίσεων συνδικαλιστών και εργατών, ενώ λίγους μήνες μετά επιβάλλεται η δικτατορία Μεταξά (4 Αυγούστου 1936).

Προεξέχον ποιοτικό χαρακτηριστικό της περιόδου είναι η εργατική δεσπόζουσα στους κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες, με κλάδο αιχμής τους καπνεργάτες, οι οποίοι αποτελούσαν τον πολυπληθέστερο, μαχητικότερο και πλέον συμπαγή κλάδο την εποχή του Μεσοπολέμου, με ισχυρή συγκέντρωση σε ορισμένες πόλεις της χώρας. Αποτέλεσαν την πρωτοπορία του εργατικού κινήματος, επειδή μπορούσαν να διεξαγάγουν τους μεγαλύτερους σε διάρκεια, μαχητικότητα και συμμετοχή εργατικούς αγώνες, εμπνέοντας και στους εργάτες άλλων κλάδων το αίσθημα της συμμετοχής και της αλληλεγγύης. Η νέα, βιομηχανική εργατική τάξη που αναπτύσσεται εκείνη την περίοδο παρουσιάζει συνδικαλιστική αδυναμία. Ταυτόχρονα, υπάρχει ισχυρή θεσμική και κατασταλτική παρέμβαση από το αστικό κράτος.

  1. Το Εργατικό ΕΑΜ (1941-’44)

  • Δημιουργία του Εργατικού ΕΑΜ (16-7-1941). Αποτελεί κορυφαίο σταθμό, διότι λειτουργεί ως ηγεμονικός εργατικός πόλος, ενώ μέσω αυτού επιτυγχάνεται η ενότητα της εργατικής τάξης και του συνδικαλιστικού κινήματος. Βασικοί στόχοι: η επιβίωση του λαού, η εξασφάλιση και παροχή τροφίμων, η οργάνωση συσσιτίων, η αύξηση των μισθών, η οργάνωση των αγώνων και η αντιμετώπιση της πολιτικής επιστράτευσης, με συνεχείς απεργίες και διαδηλώσεις.

Κύριο χαρακτηριστικό της περιόδου, η ενότητα των μισθωτών τάξεων σε αντικατοχικούς, οικονομικούς και εθνικούς στόχους, και η έντονη ταξική πόλωση.

  1. Το 8ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ (1946)

  • Δημιουργία του Εργατικού Αντιφασιστικού Συνασπισμού (ΕΡΓΑΣ), στις 30-3-1945. Επικράτησή του στο 8ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ (1-3-1946). Μεγάλη επιρροή της Αριστεράς. Συνέδριο-σταθμός. Έγινε με απόλυτα δημοκρατικές διαδικασίες.

  • Άμεση κρατική παρέμβαση. Ακύρωσή του και διορισμός, από το κράτος, νέας δεξιάς διοίκησης (25-7-1946).

Πρόκειται για προσωρινή περίοδο νόμιμου επανελέγχου των συνδικάτων από την Αριστερά (δημοκρατικό διάλλειμα, το πλέον δημοκρατικό συνέδριο). Από εκεί και μετά αρχίζει μια μακρά περίοδος με διώξεις και φυλακίσεις συνδικαλιστών, αντιδημοκρατικές μεθοδεύσεις, έλεγχο των επίσημων συνδικάτων, κρατικές-αστυνομικές παρεμβάσεις, εργατοπατερισμό.

  1. Τα πέτρινα χρόνια (1946-’74)

  • Εξωθεσμική συγκρότηση των συνδικάτων. Δημιουργείται το Κίνημα Ελεύθερου Συνδικαλισμού-ΚΕΣ (1949) και το Εργατικό Συνδικαλιστικό Κίνημα Ελλάδος-ΕΣΚΕ (Μάιος 1950). Από την ενοποίησή τους προέκυψε το Δημοκρατικό Συνδικαλιστικό Κίνημα-ΔΣΚ (Μάιος 1955).

  • Μεταξύ 1956-1961 αναπτύσσεται μεγάλο απεργιακό κίνημα στη χώρα. Κορυφαία στιγμή, η μεγάλη απεργία των οικοδόμων 1 και 2 Δεκεμβρίου 1960.

  • Νέα απεργιακή ώθηση με τη δημιουργία της Κίνησης των 115 Συνεργαζόμενων Εργατοϋπαλληλικών Οργανώσεων (ΣΕΟ-115) τον Φεβρουάριο του 1962 (κυριαρχούν πάλι οι οικοδόμοι, Ιουλιανά 1965 κ.λπ.).

  • Βασικά αιτήματα της περιόδου: εκδημοκρατισμός του συνδικαλιστικού κινήματος, πολιτικές και συνδικαλιστικές ελευθερίες, βελτίωση των συνθηκών εργασίας, αύξηση των αποδοχών.

  • Βασικό σημείο αιχμής, η ενότητα της εργατικής τάξης. Εναντίωση, από την συνδικαλιστική αριστερά, στη δημιουργία άλλης ΓΣΕΕ.

  • Στρατιωτική δικτατορία, 21-4-1967. Διάλυση συνδικαλιστικών οργανώσεων, φυλακίσεις, εξορίες. Διορισμός δοτών διοικήσεων.

Προεξέχον ποιοτικό χαρακτηριστικό της περιόδου είναι η εργατική δεσπόζουσα στους κοινωνικούς και πολιτικούς-δημοκρατικούς αγώνες, με κλάδο αιχμής τους οικοδόμους, ο οποίος βρέθηκε στην πρωτοπορία των εργατικών αγώνων τη δεκαετία του 1960, εξαιτίας και της βαρύνουσας σημασίας που είχε ως κλάδος, λόγω της μεγάλης ανάπτυξης της οικοδομικής δραστηριότητας στο σύνολο της ελληνικής επικράτειας. Τα βασικά τους αιτήματα ήταν η υπαγωγή στα βαρέα και ανθυγιεινά, η καθιέρωση των επτά ωρών εργασίας, η εξυγίανση και ο εκδημοκρατισμός του συνδικαλιστικού κινήματος κ.ά. Οι απεργίες τους είχαν συμβολικό βάρος, επειδή τοποθέτησαν με οξύτητα στο δημόσιο πεδίο το πρόβλημα των κοινωνικών δικαιωμάτων και της κοινωνικής πολιτικής, ανέδειξαν μια κινηματική διαδικασία και έγιναν το σημείο αναφοράς για όλο το συνδικαλιστικό κίνημα εκείνης της εποχής. Αντίθετα, έχουμε αδύναμη συνδικαλιστικά βιομηχανική εργατική τάξη. Ταυτόχρονα, υπάρχει ισχυρή θεσμική-κατασταλτική παρέμβαση από το αστικό κράτος, ήδη πριν τη δικτατορία.

  1. Μεταπολίτευση (1974-1990)

  • Σχετική ομαλοποίηση των λειτουργιών του συνδικαλιστικού κινήματος. Εξακολουθούν, ωστόσο, οι κρατικές παρεμβάσεις. Ψηφίζεται ο Νόμος 330 του 1976 (θέσπιση ανταπεργίας, ενίσχυση των απεργοσπαστικών μηχανισμών, απαγόρευση πολιτικής απεργίας, νομιμοποίηση του οργανωτικού κατακερματισμού).

  • Ανάπτυξη εργατικών αγώνων, μαχητικός εργοστασιακός συνδικαλισμός (1975-‘77), δημιουργία συντονιστικών οργάνων, όπως η Συντονιστική Επιτροπή Δημοσιοϋπαλληλικών Οργανώσεων-ΣΕΔΟ (1976) και οι Συνεργαζόμενες Αγωνιστικές Δημοκρατικές Εργατοϋπαλληλικές Οργανώσεις-ΣΑΔΕΟ (1977) ως αντίβαρο στην κυβερνητικά ελεγχόμενη ΓΣΕΕ.

  • Νόμος 1264/1982. Συνέδρια εκδημοκρατισμού της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ (Δεκέμβριος 1983). Εκκαθάριση των μητρώων, επίτευξη της οργανωτικής ενότητας των συνδικάτων, εκλογές σε αυτά με απλή αναλογική, συμμετοχή στα κέντρα λήψης αποφάσεων, διεκδίκηση σημαντικών κοινωνικών αλλαγών (π.χ. εργατικός-κοινωνικός έλεγχος, αυτοδιαχείριση).

  • Ανάκαμψη, ξανά, του κινήματος του εργοστασιακού συνδικαλισμού μέσα από τις «Προβληματικές επιχειρήσεις» (1982), κινητοποιήσεις στις ΔΕΚΟ, στον τραπεζικό κλάδο, στην εκπαίδευση κ.λπ.

Προεξέχον ποιοτικό χαρακτηριστικό της περιόδου είναι η επανεμφάνιση της ταξικής πόλωσης. Αυτό φαίνεται από τη μαζική ανάπτυξη συνδικαλιστικών αγώνων, σε όλους τους τομείς της οικονομίας, με κλάδο αιχμής τους οικοδόμους, αλλά και με βασική τομή τη ριζοσπαστικοποίηση των βιομηχανικών εργατών, όπου για πρώτη φορά έχουμε μαζικό εργοστασιακό συνδικαλισμό, ο οποίος συνεχίζεται, και μετά το 1981, με τους εργατικούς αγώνες στις λεγόμενες «προβληματικές επιχειρήσεις». Κεντρικός στόχος του εργοστασιακού κινήματος, της περιόδου 1975-‘77 ήταν η βελτίωση των συσχετισμών μέσα στο εργοστάσιο, ο περιορισμός της δικτατορίας του εργοδότη, η αμφισβήτηση του διευθυντικού δικαιώματος και η κατάκτηση κάποιων συνδικαλιστικών ελευθεριών. Την περίοδο 1982 και μετά έχουμε ξανά ανάκαμψη του κινήματος του εργοστασιακού συνδικαλισμού. Υπό την πίεση της βιομηχανικής εργατικής τάξης (π.χ. μέσα από μορφές καταλήψεων των εργοστασίων κ.λπ.) παραμένουν ανοικτές και συνεχίζουν τη λειτουργία τους οι λεγόμενες «προβληματικές επιχειρήσεις», υπό τον έλεγχο του Οργανισμού Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων. Τέλος, σοβαροί συνδικαλιστικοί αγώνες αναπτύσσονται επίσης και στον τραπεζικό κλάδο, στους εκπαιδευτικούς κ.λπ.

Κατά το χρονικό διάστημα από το 1990 και μετά λαμβάνει χώρα η ενσωμάτωση του συνδικαλιστικού κινήματος εντός του πλαισίου του κοινωνικού εταιρισμού, και στις στρατηγικές επιλογές του κεφαλαίου (ΟΝΕ και ευρώ, Ολυμπιακοί Αγώνες κ.λπ.).

  1. Η εποχή των μνημονίων

  • Έκρηξη των απεργιακών αγώνων την περίοδο 2010-2012. Στον ιδιωτικό τομέα έχουμε ένταση των αγώνων κυρίως στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, στη Χαλυβουργία και τους ναυτεργάτες. Στο στενό δημόσιο τομέα αναπτύσσονται απεργίες κυρίως στον χώρο της υγείας και της αυτοδιοίκησης, ενώ από τον χώρο της Κοινής Ωφέλειας στα μέσα μαζικής μεταφοράς και στα ΕΛΠΕ. Από εκεί και έπειτα, με την επικράτηση των μνημονίων και την ήττα του συνδικαλιστικού κινήματος, έχουμε συνεχή πτώση των εργατικών αγώνων.

Βασικό χαρακτηριστικό της περιόδου είναι η απουσία εργατικού κλάδου αιχμής ο οποίος να δίνει τον τόνο στους συνδικαλιστικούς αγώνες. Είναι ένα ζήτημα το οποίο έχει αρχίσει να παρατηρείται από τα τέλη της δεκαετίας του 1980, ενώ πήρε έντονες διαστάσεις από το 1990 και έπειτα.

Πρώτα συμπεράσματα

Από τα προαναφερθέντα είναι δυνατό να διαπιστώσουμε τα εξής:

1) Ενώ στις περιόδους του Μεσοπολέμου, των πέτρινων χρόνων και της Μεταπολίτευσης έχουμε πιο σαφείς εργατικές ταξικές ταυτότητες, από το 1990 και μετά έχουμε υποχώρηση αυτού του στοιχείου και συντηρητική μετατόπιση. Για παράδειγμα, ενώ στον Μεσοπόλεμο στην πρωτοπορία των αγώνων του εργατικού κινήματος είναι οι καπνεργάτες, στα πέτρινα χρόνια (1950-67) είναι οι οικοδόμοι και στην περίοδο της Μεταπολίτευσης (1974-90) οι βιομηχανικοί εργάτες μαζί με τους οικοδόμους, από το 1990 και έπειτα δεν έχει υπάρξει κλάδος με το αντίστοιχο βάρος που είχαν οι προηγούμενοι.

2) Ζητήματα που ταλάνισαν τα συνδικάτα στο παρελθόν, εξακολουθούν ακόμη να είναι σε ισχύ: κρατικές παρεμβάσεις, τάση ενσωμάτωσης σε θεσμούς του κράτους, κομματικοί μηχανισμοί σαν ιμάντες μεταβίβασης, γραφειοκρατικές παραμορφώσεις, αδύναμες οργανωτικές δομές, πολυκερματισμός, επικράτηση συντεχνιακών αντιλήψεων, έλλειψη οικονομικής αυτοτέλειας κ.λπ.

Επιπρόσθετα, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη η δομή της παραγωγής (αριθμός και μέγεθος επιχειρήσεων, μέσος αριθμός απασχολουμένων ανά επιχείρηση), καθώς και οι συνολικές κοινωνικο-οικονομικές και ειδικότερα οι κλαδικές μεταβολές, με έμφαση στην τάση μείωσης του δευτερογενούς τομέα και την αντίστοιχη κυριαρχία του τομέα των υπηρεσιών. Από μελέτες μπορεί να φανεί ποιος ή ποιοι κλάδοι έχουν οικονομική μεγέθυνση, και κυρίως ποιοι είναι αυτοί με την καλύτερη εργατική συγκέντρωση και συνδικαλιστική πυκνότητα, ώστε να γίνουν κλάδοι αιχμής για οργάνωση του αγώνα και διεκδικήσεις, και άρα να επικεντρωθούν καταρχήν εκεί οι δυνάμεις της συνδικαλιστικής Αριστεράς. Η προαναφερθείσα μικρή ιστορική αναφορά έδειξε ότι κάπως έτσι κινήθηκε η εργατική τάξη στην Ελλάδα. Τώρα, ποιος -ή ποιοι- είναι ο κλάδος αιχμής;

Το ξέσπασμα της πανδημίας, μεταξύ άλλων, ανέδειξε τη μεγάλη σημασία του τομέα της κοινωνικής αναπαραγωγής, στον οποίο υπάγονται σειρά από υπηρεσίες, όπως της υγείας, της εκπαίδευσης, των εργασιών καθαρισμού κ.λπ., οι οποίες συνήθως παρέχονται από τον δημόσιο τομέα. Κατά τη γνώμη μου, αυτός που αποδείχτηκε κλάδος αιχμής της περιόδου είναι ο τομέας της υγείας, ο οποίος κατά πώς φαίνεται θα είναι η αιχμή του δόρατος και για τα επόμενα χρόνια. Υπό αυτή την έννοια, επειδή αποδεικνύεται ως κλάδος με βαρύνουσα σημασία για τη λειτουργία της κοινωνίας και συν τοις άλλοις με μεγάλο βαθμό συγκέντρωσης εργατικού δυναμικού, θα μπορούσε να λειτουργήσει ως ο κλάδος πιλότος για όλη την εργατική τάξη και γενικά την κοινωνία και γύρω από αυτόν να συσπειρωθούν και άλλοι σημαντικοί κλάδοι (π.χ. του πολιτισμού, του επισιτισμού-τουρισμού, της εκπαίδευσης, της ενέργειας, των τραπεζών). Αυτό μπορεί να συμβεί μόνο όταν τα αιτήματα του κλάδου της υγείας και οι κινητοποιήσεις τους δεν θα αφορούν αποκλειστικά το επάγγελμά τους, αλλά θα επιδιώκουν να εκφράσουν την πραγματοποίηση των οραμάτων ολόκληρης της κοινωνίας: την έμφαση στην ποιότητα της εργασίας, την ποιότητα στη ζωή, να θέσουν συνολικά το θέμα της φιλοσοφίας της υγείας για τον πληθυσμό, να αναδείξουν τις οικογενειακές και κοινωνικές ανάγκες των ανθρώπων, καθώς επίσης το αίσθημα της συμμετοχής και της αλληλεγγύης.

Τέλος, συνδυαζόμενα όλα αυτά με τη διόγκωση της ανεργίας και της εργασιακής επισφάλειας, μετά την πρόσφατη οικονομική κρίση και την επικράτηση των μνημονίων, η οποία επανέρχεται δριμύτατη με την κρίση του κορονοϊού, καθώς επίσης τη συναρτώμενη, με όλα τα παραπάνω, μείωση της συμμετοχής των μισθωτών στα συνδικάτα, που έχει συνέπεια τον περιορισμό της διαπραγματευτικής τους ισχύος, συνθέτουν αυτό που όλοι γνωρίζουμε ως κρίση του συνδικαλιστικού κινήματος. Αυτά με τη σειρά τους αναδεικνύουν κάτι άλλο, που έχει επίσης υποβαθμιστεί, και είναι η οργάνωση των ανέργων και των επισφαλώς εργαζομένων, παρά τα προβλήματα που έχει κάτι τέτοιο.

Η επιβίωση των συνδικάτων θα εξαρτηθεί από το χτίσιμο μιας νέας κουλτούρας ενότητας και αλληλεγγύης μεταξύ του κόσμου της εργασίας, κάτι το οποίο προϋποθέτει να προσελκύσουν στις γραμμές τους τα τμήματα των εργαζομένων που παραμένουν έξω από τις δομές τους, όπως οι νέες κατηγορίες υπαλλήλων και τεχνικών, οι αλλοδαποί εργαζόμενοι, η νέα γενιά των εργαζομένων, οι γυναίκες, καθώς επίσης ο μεγάλος αριθμός των ανέργων και των επισφαλώς απασχολούμενων. Αυτό, βέβαια, προϋποθέτει την κριτική επανεξέταση των δομών του συνδικαλιστικού κινήματος με τις κατάλληλες οργανωτικές αλλαγές (π.χ. οργάνωση σε επίπεδο περιοχών ή και ανάλογες εκδηλώσεις).

Η εκπλήρωση αυτού του αιτήματος, δηλαδή της ενότητας και της αλληλεγγύης, και άρα το αν θα καταφέρει να εκπροσωπήσει τα συνολικά συμφέροντα της εργατικής τάξης, είναι το στοίχημα του συνδικαλιστικού κινήματος στις σημερινές συνθήκες, οι οποίες οξύνονται με την κρίση του κορονοϊού, επιφέροντας σοβαρές επιπτώσεις στον κόσμο της εργασίας.

Είναι προβληματισμοί που, όσο και αν διατρέχουν το παρόν άρθρο, μόνο το ίδιο το συνδικαλιστικό κίνημα και ο κόσμος της εργασίας μπορούν να απαντήσουν.

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται.


*


Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.