Η αντιναζιστική Λαϊκή Ολυμπιάδα της Βαρκελώνης του 1936

image_pdfimage_print

Γράφουν ο Μιχάλης Τζάνογλος και ο Γιάννης Καστανάρας

Τον Ιούλιο του 1936, ενώ ο Σπύρος Λούης έψαχνε να βρει το ωραιότερο κλαδί ελιάς για να το προσφέρει στον Χίτλερ εν όψει της 11ης Ολυμπιάδας του Βερολίνου, κάποιοι άλλοι ετοιμάζονταν για την αντιναζιστική Λαϊκή Ολυμπιάδα που ήταν προγραμματισμένη να πραγματοποιηθεί στη Βαρκελώνη της δημοκρατικής Ισπανίας. Απέμεναν ελάχιστες μέρες μέχρι τις 19 του μηνός, όταν ο φασίστας και φανατικός Καθολικός στρατηγός Φρανθίσκο Φράνκο θα εξαπέλυε το ύπουλο πραξικόπημά του εναντίον της δημοκρατικής κυβέρνησης. Στον τρίχρονο αιματηρό πόλεμο που θα ακολουθούσε, εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι θα έχαναν τη ζωή τους, ενώ μετά τη νίκη των εθνικιστών αμέτρητοι εκτελέστηκαν, δολοφονήθηκαν, φυλακίστηκαν, βασανίστηκαν, και οδηγήθηκαν σε αναγκαστική εξορία στη διάρκεια μιας παρατεταμένης στυγνής στρατιωτικής δικτατορίας. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.

Στις 26 Μαΐου 1931, σχεδόν δυο χρόνια πριν ο Αδόλφος Χίτλερ διοριστεί επικεφαλής του γερμανικού Ράιχ, η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή, ανέθεσε τη διοργάνωση της Θερινής Ολυμπιάδας του 1936 στην πόλη του Βερολίνου. Οι πρώτες φωνές αμφισβήτησης και διαμαρτυρίας για την απόφαση αυτή ακούστηκαν αμέσως μόλις ο 85χρονος Γερμανός πρόεδρος Πάουλ φον Χίντενμπουργκ αποφάσισε πραξικοπηματικά να χρίσει καγκελάριο τον Χίτλερ και άρχισαν να δυναμώνουν όσο πλησίαζε η Ολυμπιακή χρονιά. Μέλη της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής, πρόεδροι αθλητικών ομοσπονδιών και συλλόγων, αλλά και συνδικαλιστικές ή αντιναζιστικές οργανώσεις από χώρες όπως οι ΗΠΑ, ο Καναδάς, η Μεγάλη Βρετανία, η Γαλλία, η Τσεχοσλοβακία, η Ολλανδία (ακόμα και μέσα από τη Γερμανία) εξέφρασαν τον σκεπτικισμό τους και την έντονη αντίθεσή τους στη συμμετοχή αθλητών από τις χώρες τους στους αγώνες. Πολλοί μάλιστα πρότειναν τη διοργάνωση αντι-Ολυμπιάδων.

Μία από τις κυβερνήσεις που αποφάσισαν επίσημα να μποϋκοτάρουν τους αγώνες, ήταν η ισπανική δημοκρατική κυβέρνηση του Μανουέλ Αθάνια, η οποία προχώρησε ένα βήμα παραπέρα αποφασίζοντας να διοργανώσει τη Λαϊκή Ολυμπιάδα στη Βαρκελώνη από τις 19 έως τις 26 Ιουλίου του 1936. Οι ημερομηνίες αυτές είχαν επιλεγεί προκειμένου οι αγώνες να έχουν ολοκληρωθεί πριν την έναρξη της επίσημης διοργάνωσης, με την ελπίδα ότι η επιτυχία τους θα αποτελούσε ένα ισχυρό πλήγμα στο γόητρο της ναζιστικής φιέστας.

Αφίσες της Λαϊκής Ολυμπιάδας

Το πρακτικό μέρος της διοργάνωσης ανέλαβε η Comitè Catalàpro Esport Popular (Καταλανική Επιτροπή Λαϊκού Αθλητισμού) και είχε τη συμπαράσταση σχεδόν όλων των αριστερών κομμάτων και συνδικαλιστικών οργανώσεων της Ισπανίας με εξαίρεση την αναρχοσυνδικαλιστική Εθνική Συνομοσπονδία Εργατών (CNT) και του αντισταλινικού αριστερού κόμματος POUM (Εργατικό Κόμμα Μαρξιστικής Ενοποίησης), τα οποία έβλεπαν με σκεπτικισμό κάθε σύμπραξη με τους σοσιαλιστές και τους σταλινικούς, ενώ θεωρούσαν ότι τέτοιου είδους αθλητικές εκδηλώσεις αποτελούσαν εκπόρνευση του λαϊκού αθλητισμού που έπρεπε αποσκοπεί στη σωματική και ψυχική υγεία και όχι στον ανταγωνισμό. Ωστόσο, οι αρχικές επιφυλάξεις τους δεν ήταν τόσο έντονες ώστε να δημιουργήσουν πρόβλημα στη διοργάνωση ή να αποτρέψουν μέλη τους να βοηθήσουν αλλά και να δηλώσουν συμμετοχή στους αγώνες, είτε σε συλλογικό (όπως το Συνδικάτο των Πυγμάχων) είτε και σε ατομικό επίπεδο. 

Εκτός από τα αθλήματα, το πρόγραμμα της Λαϊκής Ολυμπιάδας περιλάμβανε μία σειρά άλλων, παράλληλων εκδηλώσεων όπως μουσική, θέατρο, λαϊκούς χορούς, σκάκι αλλά και έκθεση λαϊκής τέχνης, προσδίδοντας στους αγώνες ένα ευρύτερο και πιο γιορταστικό χαρακτήρα, φέρνοντάς τους πιο κοντά στα κοινωνικοπολιτικά πιστεύω των αναρχοσυνδικαλιστών και του POUM. Το αγωνιστικό μέρος είχε προγραμματιστεί να γίνει στο Estadi Olímpic de Montjuïc, ένα στάδιο 54.000 θέσεων (το σημερινό Estadi Olímpic Lluís Companys – από το όνομα του Καταλανού προέδρου την περίοδο του ισπανικού εμφυλίου που εκτελέστηκε από τον Φράνκο το 1940), ενώ το καλλιτεχνικό σε διάφορους χώρους της Βαρκελώνης.

Στους αγώνες είχαν δηλώσει συμμετοχή περίπου 6.000 αθλητές και, εκτός από τους Καταλανούς και τους Ισπανούς, οι διοργανωτές περίμεναν περίπου 20.000 επισκέπτες από όλο τον κόσμο. Φυσικά, οι αντιπροσωπείες δεν ήταν επίσημες ούτε είχαν την έγκριση των κυβερνήσεων ή των περιφερειακών Ολυμπιακών Επιτροπών. Οι αθλητές ήταν κατά κύριο λόγο μέλη αριστερών ή κομμουνιστικών κομμάτων, συνδικαλιστικών οργανώσεων, αντιφασιστικών ομάδων, εβραϊκών οργανώσεων κ.α. χωρίς αυτό να σημαίνει κατ’ ανάγκη ότι ανάμεσά τους δεν υπήρχαν αθλητές παγκόσμιας κλάσης όπως ο Αφροαμερικανός πυγμάχος Charlie Burley, ο λευκός πυγμάχος Irving Jenkins και η Καναδή πρωταθλήτρια του ύψους και χάλκινη ολυμπιονίκης στο Λος Άντζελες το 1932, Eva Dowes.

Οι συμμετέχοντες είχαν τη δυνατότητα να δηλώσουν συμμετοχή είτε σε εθνικό είτε σε περιφερειακό ή τοπικό επίπεδο, σπάζοντας με αυτό το τρόπο την καθαρά εθνικιστική αντίληψη με την οποία λειτουργούσαν οι επίσημες Ολυμπιάδες. Έτσι, υπήρξαν συμμετοχές από χώρες όπως οι ΗΠΑ, η Μεγάλη Βρετανία, η Ολλανδία, το Βέλγιο, η Τσεχοσλοβακία, η Δανία, η Νορβηγία, η Σουηδία, η Σοβιετική Ένωση, η Νότια Αφρική, η Πολωνία και η Ελλάδα, ή από περιφέρειες όπως η Καταλονία, η Γαλικία, η Χώρα των Βάσκων, η Παλαιστίνη (στην οποία συμμετείχαν Εβραίοι κυνηγημένοι από το ναζιστικό καθεστώς), το Ισπανικό και το Γαλλικό Μαρόκο, η Αλγερία (που ακόμα δεν είχε κερδίσει την ανεξαρτησία της από την αποικιοκρατική Γαλλία), ακόμα και πόλεις όπως το Οράν της Αλγερίας που θα συμμετείχε με δική του ομάδα. Μεταξύ των αντιπροσωπειών δεν έλειψαν αυτές των Γερμανών και των Ιταλών αντιφασιστών.

Κατά την προσφιλή της τακτική, η Σοβιετική Ένωση είχε αποφασίσει να διοργανώσει τη δική της αντι-Ολυμπιάδα (Σπαρτακιάδα), βλέποντας όμως τη διεθνή ανταπόκριση, το πλήθος των συμμετοχών στην Βαρκελώνη, και διαισθανόμενη την επικείμενη επιτυχία, αποφάσισε την τελευταία στιγμή να επιτρέψει τη συμμετοχή ορισμένων αθλητών–.

Από τις 6.000 συμμετοχές, περίπου οι μισές ήταν από την Ιβηρική Χερσόνησο και από τις υπόλοιπες περίπου 1.500 ήταν από τη γειτονική Γαλλία. Αυτό σημαίνει ότι 1.500 αθλητές ταξίδεψαν από όλο σχεδόν τον κόσμο για να συμμετάσχουν στην εκδήλωση και να δηλώσουν την αντίθεσή τους στο φασισμό και το ναζισμό. Σημαντική για τα δεδομένα της εποχής ήταν η συμμετοχή των γυναικών καθώς περισσότερο από το ένα έκτο των αθλητών ήταν γυναίκες.

Στην Ελλάδα οι αντιδράσεις για την Ολυμπιάδα του Βερολίνου προέρχονταν κυρίως από την πλευρά του ΚΚΕ, το οποίο με άρθρα στο Ριζοσπάστη καλούσε την κυβέρνηση και την Ολυμπιακή Επιτροπή να μποϋκοτάρουν τους αγώνες. Από τη πλευρά τους ο ΣΕΓΑΣ και η Ολυμπιακή Επιτροπή απαγόρευσαν στους Έλληνες αθλητές τη συμμετοχή στους αγώνες της Βαρκελώνης, απειλώντας τους με διαγραφή από τα αθλητικά μητρώα, ενώ η κυβέρνηση καθυστερούσε επιδεικτικά την έκδοση των διαβατηρίων. Ωστόσο, αυτές οι απειλές δεν πτόησαν τους υποστηρικτές του μποϋκοτάζ: ίδρυσαν τη «Λαϊκή Ολυμπιακή Επιτροπή», η οποία ανέλαβε τη συγκέντρωση χρημάτων προκειμένου να βοηθήσει οικονομικά όσους αθλητές ήθελαν να ταξιδέψουν στη Βαρκελώνη. Με εράνους κατάφερε να συγκεντρώσει το ποσό των 30.000 δραχμών (έναντι των 2.300.000 δραχμών που διέθεσε το κράτος για την αποστολή στο Βερολίνο). Ο πλήρης κατάλογος των Ελλήνων αθλητών που είχαν δηλώσει συμμετοχή και ταξίδεψαν ή προσπάθησαν να ταξιδέψουν στη Βαρκελώνη είναι άγνωστος. Πάντως, στις εφημερίδες της εποχής αναφέρονται τα ονόματα του εφημεριδοπώλη Φώτη Αδαμίδη (πρωταθλητής στα 800 και τα 1500 μ.), του πρώτου αθλητή που ταξίδεψε για την Βαρκελώνη με το ατμόπλοιο «Κάιρο Σίτυ», το οποίο αναχώρησε από τον Πειραιά στις 8 Ιουλίου 1936. Ο Αδαμίδης ήταν ο μόνος Έλληνας αθλητής που πήρε μέρος στην παρέλαση κατά την τελετή έναρξης της Λαϊκής Ολυμπιάδας στις 11 Ιουλίου 1936. Άλλοι Έλληνες που συμμετείχαν ήταν ο σφαιροβόλος κάτοχος του πανελληνίου ρεκόρ και Βαλκανιονίκης Ηλίας Βεργίνης (ο επονομαζόμενος «κόκκινος σφαιροβόλος». Στη διάρκεια του ελληνικού εμφυλίου εξορίστηκε στην Ικαρία, επέστρεψε φυματικός από την εξορία και πέθανε το 1973), οι αθλητές στίβου Μαυραπόστολος, Νίτσας, Σταυρινός και Ζιώγας, οι παλαιστές Παπαδάκης, Σαλής και Μητρόπουλος και οι κολυμβητές Κουραχάνης, Βεργόπουλος και Δουνάκης, οι οποίοι ήταν προγραμματισμένο να ακολουθήσουν τον Αδαμίδη στις 11 Ιουλίου, αλλά εξαιτίας εμποδίων από τον ΣΕΓΑΣ και την ελληνική κυβέρνηση κατάφεραν να ταξιδέψουν μόλις στις 17 του μηνός. Μαζί τους ταξίδεψε ένας δημοσιογράφος από την εφημερίδα «Ακρόπολις».Αρθρο από τις εφημερίδα “Ριζοσπάστης”με θέμα την Λαϊκή Ολυμπιάδα της Βαρκελώνης

Ο κόκκινος σφαιροβόλος Ηλίας Βεργίνης και επιστολή του που δημοσιεύτηκε στον τύπο της εποχής

Το πρόγραμμα των αγώνων ήταν εκτεταμένο και σχεδιασμένο να δώσει την ευκαιρία σε όλους τους αθλητές να συμμετάσχουν σε ένα κατάλληλο επίπεδο. Για μερικά αγωνίσματα όπως η κολύμβηση, το επίπεδο συναγωνισμού περιλάμβανε παιδιά – μπορούσαν να συμμετάσχουν αγόρια μέχρι 14 ετών και κορίτσια μέχρι 13 ετών. Για τους άνδρες υπήρχαν αγώνες δρόμου από 100 μέτρα μέχρι μαραθώνιος, όπως και όλα τα συνηθισμένα αγωνίσματα στίβου, συμπεριλαμβανομένων δρόμου μετ’ εμποδίων και βάδην. Για τις γυναίκες υπήρχαν αγώνες δρόμου 100 και 600 μέτρων, καθώς και 80 μέτρων μετ’ εμποδίων. Το αθλητικό πρόγραμμα περιλάμβανε επίσης άλμα εις μήκος, ύψος, ακοντισμό, δισκοβολία και σφυροβολία.

Ιούλιος 1936 Αντιφασίστες αθλητές από όλο τον κόσμο φτάνουν στη Βαρκελώνη για την αντιναζιστική Ολυμπιάδα

Από την παραμονή της τελετής έναρξης που είχε προγραμματιστεί να πραγματοποιηθεί στις 19 Ιουλίου στο Teatre Grec, είχαν αρχίσει να κυκλοφορούν φήμες για φασιστικό πραξικόπημα και το ενδεχόμενο ματαίωσης των αγώνων. Παρόλα ταύτα, η πρόβα της τελετής πραγματοποιήθηκε μέσα σε συγκινητική ατμόσφαιρα στο θέατρο Palau de la Música και περιλάμβανε μεταξύ άλλων συναυλία με την «Ωδή στη Χαρά» του Μπετόβεν από την ορχήστρα του Pablo Casals με μαέστρο τον ίδιο τον Casals. Ανήμερα της προγραμματισμένης τελετής έναρξης (19/7/1936) ξέσπασαν στη Βαρκελώνη οι πρώτες οδομαχίες ανάμεσα σε μονάδες του στρατού που είχαν συνταχθεί με τους φασίστες στασιαστές του στρατηγού Φράνκο και των δημοκρατικών δυνάμεων στις οποίες συμμετείχε μεγάλο μέρος του λαού και των εργατών της Βαρκελώνης. Αν και μέχρι τις 22 Ιουλίου, όταν σύμφωνα με το πρόγραμμα θα άρχιζε το αγωνιστικό μέρος της αντι-Ολυμπιάδας η πόλη είχε περάσει πλέον στα χέρια των δημοκρατικών, ήταν προφανές ότι η πραγματοποίηση των αγώνων ήταν αδύνατη. Για την πλήρη συμμετοχή των αθλητών ανάλογα με τα αθλητικά τους προσόντα, υπήρχαν τρεις διαφορετικές κατηγορίες: για αθλητές Ολυμπιακών προδιαγραφών, για διεθνείς συναγωνισμούς, και για διεθνείς συναγωνισμούς περιφερειακών και επαρχιακών ομάδων που περιορίζονταν σε αγώνες σκυταλοδρομίας.

Φυλλάδια με τους κανονισμούς και το πρόγραμμα της Λαϊκής Ολυμπιάδας

Για την προώθηση της Λαϊκής Ολυμπιάδας οργανώθηκαν εκδηλώσεις σε αρκετά μέρη της Ισπανίας και σε μερικές από τις χώρες που συμμετείχαν, ενώ στις περισσότερες επαρχίες της Ισπανίας και σε μερικές χώρες συστάθηκαν παράλληλες ολυμπιακές επιτροπές που οργάνωσαν περιφερειακούς και τοπικούς αγώνες προκειμένου να βρεθούν αθλητές κατάλληλοι για να συμμετάσχουν στους αγώνες της Βαρκελώνης. Οργανώθηκαν επίσης σχετικές πολιτιστικές εκδηλώσεις σε ολόκληρης τη χώρα – μια ένδειξη για το πόσο σημαντικοί ήταν οι αγώνες για τον ισπανικό λαό σε μια περίοδο αναταραχής και οικονομικής κρίσης. Υπήρξε επίσης οικονομική ενίσχυση από κυβερνήσεις χωρών που (κρυφά ή φανερά) ήταν αντίθετες στη ναζιστική Ολυμπιάδα. Σύμφωνα με την ανακοίνωση της οργανωτικής επιτροπής της Λαϊκής Ολυμπιάδας: «Είναι επονείδιστο που στη σημερινή κοινωνία υπάρχουν στοιχεία τα οποία καταχρώνται τον αθλητισμό και τον εκμεταλλεύονται για τους μιλιταριστικούς και πολεμοκάπηλους σκοπούς τους. Εκμεταλλεύονται τη λαχτάρα και τον ενθουσιασμό της νεολαίας για τον αθλητισμό και την οδηγούν στο μονοπάτι του πολέμου. Με το πρόσχημα της ενδυνάμωσης του σώματός τους, υποβάλλουν συστηματικά τους νέους σε μια αυστηρή στρατιωτική πειθαρχία και τους προετοιμάζουν σε τεχνικό και ιδεολογικό επίπεδο για τον μελλοντικό πόλεμο. Ο φασισμός αλλάζει το γνήσιο αθλητικό πνεύμα μετατρέποντας ένα προοδευτικό κίνημα για την ειρήνη και την αδελφοσύνη ανάμεσα στους λαούς σε γρανάζι της μηχανής του πολέμου».

Στις 19 Ιουλίου 1936 ο Φράνκο έκανε την κίνησή του σε μια προσπάθεια να ανατρέψει αστραπιαία τη δημοκρατική κυβέρνηση της Μαδρίτης αλλά λογάριαζε χωρίς την αντίδραση των συνδικάτων και του λαού που πήραν τα όπλα (συνήθως σε πείσμα της ίδιας της κυβέρνησης) και αντιστάθηκαν αυθόρμητα στους στασιαστές στρατιωτικούς, νικώντας τους σε πολλές περιοχές της Ισπανίας. Αυτό που συνέβη στη χώρα ήταν άνευ προηγουμένου στην ιστορία. Ολόκληρη η Καταλονία και άλλες μεγάλες περιοχές της Ισπανίας πέρασαν στον έλεγχο των αναρχοσυνδικαλιστών και των αναρχικών, συγκροτήθηκαν χιλιάδες εργατικές και αγροτικές κολεκτίβες που ανέλαβαν τα μέσα παραγωγής για την ενίσχυση του αντιφασιστικού αγώνα, ενώ οι σοσιαλιστές και οι κομμουνιστές συμμετείχαν στη μάχη εναντίον του Φράνκο για τους δικούς τους λόγους.

Με το ξέσπασμα των οδομαχιών στη Βαρκελώνη, οι περισσότεροι αθλητές προσπάθησαν να επιστρέψουν με όποιον τρόπο μπορούσαν στην πατρίδα τους. Ωστόσο, περίπου 200 από αυτούς αποφάσισαν να παραμείνουν στην πόλη για να πολεμήσουν τη φασιστική απειλή, ενώ μερικοί από όσους έφυγαν επέστρεψαν για να συγκροτήσουν τις πρώτες μονάδες των Διεθνών Ταξιαρχιών. Ανάμεσα στους τελευταίους ήταν η διάσημη Ελβετή κολυμβήτρια Clara Thalmann που η έναρξη του εμφυλίου τη βρήκε καθ’ οδόν προς την Βαρκελώνη αλλά παρά την ακύρωση των αγώνων συνέχισε το ταξίδι για να ενταχθεί στην περίφημη ταξιαρχία του αναρχικού ηγέτη Μπουεναβεντούρα Ντουρούτι. Ο δε Αμερικανός προπονητής Alfred «Chick» Chakin, ενώ αρχικά είχε φύγει με το ξέσπασμα των συγκρούσεων, εγκατέλειψε την πανεπιστημιακή του θέση και επέστρεψε στην Ισπανία για να πολεμήσει με τις Διεθνείς Ταξιαρχίες μέχρι τη σύλληψή του κατά την υποχώρηση της 15ης Ταξιαρχίας από την Τερουέλ τον Μάρτιο του 1938 και την εκτέλεσή του από τους φασίστες μερικές μέρες αργότερα.

Ανάμεσα στους εθελοντές που είχαν προσφερθεί να βοηθήσουν στη διοργάνωση ήταν η 17χρονη Marina Ginestà, η οποία λίγες ώρες μετά το ξέσπασμα των οδομαχιών στη Βαρκελώνη φωτογραφήθηκε στην ταράτσα του ξενοδοχείου Colón με ένα αινιγματικό χαμόγελο και με το τουφέκι στον ώμο σε μια ιστορική πλέον φωτογραφία της εποχής. Σε μία συνέντευξη που παραχώρησε πολλά χρόνια αργότερα δήλωσε: «Ήμασταν τόσο αφελείς που νομίζαμε ότι η στρατιωτική εξέγερση ήταν για να εμποδιστεί η Λαϊκή Ολυμπιάδα».

Παρά το γεγονός ότι η «Olimpiada Popular» τελικά δεν πραγματοποιήθηκε, η μεγάλη ανταπόκριση που είχε στην Ισπανία όσο και σε διεθνές επίπεδο συνεπάγεται πολλούς σημαντικούς παράγοντες σε σχέση με τον αθλητισμό της εργατικής τάξης τα χρόνια του Μεσοπολέμου. Σε οργανικό επίπεδο η κίνηση αυτή ήταν συνδεδεμένη με το διεθνές εργατικό κίνημα και, σε αντίθεση με τον «επίσημο» αθλητισμό, είχε διαφορετικό ηθικό περιεχόμενο. Επιπλέον, επρόκειτο για μια καθαρά πολιτική εκδήλωση, καθώς προήγαγε την ειρήνη και τη συναδέλφωση των λαών και το μήνυμά της ήταν ξεκάθαρα ενάντια στον πόλεμο. Παρά την πολιτική αναταραχή που επικρατούσε στην Ισπανία, οι εργάτες στήριξαν τη διοργάνωση τόσο με τη συμμετοχή τους στην προετοιμασία της διοργάνωσης όσο και με τη συμμετοχή τους, ανεξάρτητα από την κατάληξη. Εξαρχής, ο κόσμος που σκόπευε να παρακολουθήσει ή να συμμετάσχει στη Λαϊκή Ολυμπιάδα της Βαρκελώνης γνώριζε πολύ καλά ότι προέβαινε σε μια πολιτική δήλωση σε πείσμα της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής που στήριζε τη χιτλερική διοργάνωση παρά τους ρατσιστικούς και αντισημιτικούς νόμους των Ναζί και έκλεινε τα αυτιά της στα αιτήματα για τη μεταφορά της 11ης Ολυμπιάδας από το Βερολίνο που έχει μείνει στην ιστορία σαν η «Ολυμπιάδα των Ναζί». Μολονότι το κίνημα υπέρ του μποϊκοτάζ απέτυχε να επηρεάσει τους αγώνες του Βερολίνου, η εκστρατεία χρησίμευσε για να αποσαφηνιστεί η αντίθεση ανάμεσα στην ΔΟΕ και τους οργανωτές της Λαϊκής Ολυμπιάδας. Επιπλέον, οι οργανωτές των αγώνων της Βαρκελώνης κατέστησαν σαφές ότι οι Ναζί χρησιμοποιούσαν την «επίσημη» εκδήλωση σαν όχημα για τη νομιμοποίηση του δολοφονικού καθεστώτος τους, σε αντίθεση με τους στόχους της Λαϊκής Ολυμπιάδας, η οποία συνέδεε σαφώς τους Αγώνες της με την προάσπιση της δημοκρατίας και της ελεύθερης έκφρασης. Και αυτός ήταν ένας από τους λόγους που τόσος κόσμος και τόσοι αθλητές έσπευσαν να δηλώσουν συμμετοχή.

Πηγή:merlins.gr

3 Σχόλια

  1. Τον Ιούλιο του 1936, ενώ ο Σπύρος Λούης έψαχνε να βρει το ωραιότερο κλαδί ελιάς για να το προσφέρει στον Χίτλερ εν όψει της 11ης Ολυμπιάδας του Βερολίνου, […]
    ______________________________
    Αυτό λέγεται μέχρι και προσβολή μνήμης νεκρού (ξέρω, ξέρω: μπρος στον αντιεθνικιστικό αγώνα που τον μεταφράζετε με τα φτωχά αριστερά σας σε ανθελληνικό αγώνα, τί ’ναι μια προσβολούλα; –εξ άλλου, ως «γνωστόν», «ο αστικός νόμος είναι μια απάτη – νόμος είναι το δίκιο τού εργάτη»).

    Συνέλθετε.

    • *Την 1η Αυγούστου του 1936 ο Σπύρος Λούης έσφιξε το χέρι του Αδόλφου Χίτλερ και του έδωσε ένα κλαδί ελιάς λέγοντας “τί χαμπάρια κυρ Χίτλερ μου, τί κάνει η οικογένεια;”*, κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων στη ναζιστική Γερμανία. Από τότε (όσοι δεν αποκρύπτουν το συγκεκριμένο περιστατικό) προσπαθούν συνήθως να διασκεδάσουν τις εντυπώσεις με επιχειρήματα τα οποία προσβάλλουν τη λογική μας.
      Τύπου: «Τι να γνώριζε ένας φτωχός νεροκουβαλητής από το Μαρούσι για τις διεθνείς πολιτικές εξελίξεις και τα μετέπειτα εγκλήματα του Χίτλερ;»
      «Πώς θα μπορούσε να μην παραστεί σε μια διεθνή αθλητική διοργάνωση, στην οποία συμμετείχαν αποστολές από ολόκληρη την Ευρώπη;»
      Το 1936 κατά τη διάρκεια των αγώνων ήδη ακουγόταν ακόμα ένα επιχείρημα, το οποίο κατέρρευσε μετά τον Β’ΠΠ και το Ολοκαύτωμα: «Ο αθλητισμός δεν πρέπει να έχει καμία σχέση με την πολιτική». Αυτά ήταν τα λόγια του Αβερι Μπρούνταζ, μετέπειτα προέδρου της ΔΟΕ, ο οποίος υποστήριζε ότι το μποϊκοτάζ των Αγώνων του 1936 αποτελούσε μια «εβραιο-κομμουνιστική συνωμοσία» εναντίον της Γερμανίας, η οποία κατά την άποψή του… “σεβόταν απόλυτα τα δικαιώματα των Εβραίων”.
      ΚΑΝΕΝΑ από τα επιχειρήματα υπέρ των αθλητών που έσφιξαν το χέρι του Χίτλερ, δεν μπορεί να σταθεί στο βάθος της Ιστορίας. Ακόμα και κατά τη διάρκεια των Αγώνων δύο αθλήτριες από την Τουρκία, η Χαλέτ Τσαμπέλ (η πρώτη μουσουλμάνα γυναίκα που συμμετείχε σε Ολυμπιακούς Αγώνες) και η Φετγκερί Ασάνι, ΑΡΝΗΘΗΚΑΝ να συναντήσουν τον Χίτλερ λόγω της στάσης του απέναντι στους Εβραίους.
      Αλλοι αθλητές, όπως ο ξιφομάχος Αλμπερτ Γουλφ, αποχώρησαν με μεγάλο προσωπικό κόστος από τις εθνικές ομάδες τις οποίες εκπροσωπούσαν. «Δεν μπορώ να συμμετάσχω σε κάτι που χορηγείται από τον Αδόλφο Χίτλερ, ακόμη και αν πρέπει να το κάνω για τη Γαλλία» είχε δηλώσει, ο οποίος στα χρόνια που ακολούθησαν πολέμησε τους ναζί, συνελήφθη και οδηγήθηκε σε στρατόπεδο εξόντωσης από όπου δραπέτευσε και συνέχισε να πολεμάει το φασισμό.
      ΧΙΛΙΑΔΕΣ άλλοι επαγγελματίες και ερασιτέχνες αθλητές αποδέχτηκαν το αίτημα εβραϊκών οργανώσεων να μποϊκοτάρουν τη διοργάνωση του Χίτλερ και αντί για το Βερολίνο ταξίδεψαν μέχρι τη Βαρκελώνη για την Αντιναζιστική Ολυμπιάδα.

      Δυστυχώς τα “εθνικά” αφηγήματα έχουν διαποτίσει μεγάλα τμήματα της κοινωνίας και (ακόμα πιο δυστυχώς) της “αριστεράς”. Δεν εκπροσωπώ το redtopia ούτε κάποια άλλη οργάνωση, είμαι ανένταχτη αριστερή για διάφορους λόγους, αλλά έχετε μπερδέψει κάποια πράγματα στην “πατριωτική” αριστερά.
      Το ξεκαθάρισμα των κομμουνιστών με τους σοσιαλσωβινιστές της Β’ Διεθνούς έγινε από τον Α’ΠΠ, όταν τα σοσιαλιστικά κόμματα συντάχθηκαν με τις άρχουσες τάξεις των χωρών τους και ενέκριναν τον πόλεμο, σε αντίθεση με τους Μπολσεβίκους που ήταν κατά των εθνικών πολέμων και υπέρ στο να γίνουν ταξικοί. Κι επίσης μετά τον Α’ΠΠ τα λαϊκά μέτωπα (που εμπεριείχαν εθνικές ενότητες) όπου επιχειρήθηκαν απέτυχαν.
      Μάλλον εσείς πρέπει να συνέλθετε “Left” G700. Δε συνάδει το να υποστηρίζετε εθνικιστικές θέσεις ταυτόχρονα με ταξικές, βαφτίζοντας μάλιστα “ανθελληνικό” ότι σπάει τα τεχνητά “εθνικά” αφηγήματα, όπως κάνει η ακροδεξιά. Διαβάστε λίγο Λένιν, δεν κάνει κακό.
      Mπράβο στα παιδιά που έγραψαν το κείμενο, είναι μια όχι τόσο γνωστή ιστορία…

      • Αγαπητή Κατερίνα,

        Αν δεν με είχες αναφέρει ονομαστικά (Μάλλον εσείς πρέπει να συνέλθετε “Left” G700), θα δυσκολευόμουν πολύ να πειστώ –και μάλλον δεν θα τα κατάφερνα– ότι το σχόλιό σου πηγαίνει σε μένα. Διότι θίγεις ζητήματα τα οποία δεν με απασχόλησαν καν, αντεπιχειρηματολογείς εναντίον επιχειρημάτων που δεν κατέθεσα ούτε υπαινικτικά και ξιφομαχείς απέναντι σε ξίφος που ουδέποτε έβγαλα από τη θήκη!

        Αν και το αρχικό μου σχόλιο είναι αρκετά σαφές, ας το διασαφηνίσω ακόμα περισσότερο, αφού είναι φανερό ότι το παρερμήνευσες με αποτέλεσμα να το ξεχειλώσεις μέχρι εκεί που δεν παίρνει:

        Αυτό που εγώ επισήμανα και κριτικάρισα αρνητικά ήταν το γεγονός ότι η διατύπωση που επέλεξαν οι δύο συγγραφείς τού άρθρου (εκ των υστέρων διαπίστωσα ότι προέρχονται από την αναρχία κι αυτό εξηγεί σε μεγάλο βαθμό την επιλογή τους….) άφηνε όλα τα περιθώρια σε κάθε λογικώς σκεπτόμενο άτομο να συμπεράνει ότι ο Σπύρος Λούης ήταν θαυμαστής τού Χίτλερ μέχρι προσωπολατρίας (και όχι βέβαια για τη χωρίστρα-αλφάδι, το επιμελώς ατημέλητο τσουλούφι του και το πάντα περιποιημένο μουστακάκι του, αλλά για τη ναζιστική ιδεολογία που λάνσαρε).

        Επ’ αυτής τής ένστασής μου έχεις να πεις κάτι ενάντιο; Έχεις κάποια στοιχεία που αποδεικνύουν ότι είναι αβάσιμη και πρέπει να απορριφθεί πανηγυρικά, αφού όντως ο Λούης είχε ασπαστεί τη ναζιστική κοσμοθεωρία κι έπινε νερό στο όνομα του Χίτλερ; Γιατί δεν μας τα καταθέτεις εδώ, ενώπιον όλων, ώστε να συνειδητοποιήσω κι εγώ και όποιος άλλος αφελής σαν και μένα πιστεύει ότι ο Λούης βρέθηκε εκεί χρισμένος από την Ελληνική Ολυμπιακή Επιτροπή επί κεφαλής τής ελληνικής αποστολής με υπαγορευμένο από αυτήν ρόλο και προκαθορισμένες μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια κινήσεις και συμπεριφορές στις επίσημες εμφανίσεις του στα πλαίσια του τελετουργικού πρωτόκολλου των Ολυμπιακών Αγώνων, γιατί δεν μας φέρνεις τα πειστήρια που θα πείσουν όλους ότι διόλου δεν έχουν έτσι τα πράγματα κι ότι, «απλώς», ο Λούης ήταν ναζί;

        Θα μου πεις –μου το είπες ήδη με το σχόλιό σου (σχόλιο-copy paste από άρθρο τού Άρη τού Χατζηστεφάνου· επ’ αυτού στο τέλος, στο υστερόγραφο): «Στα παλιά μου τα παπούτσια αν τον έχρισε η ΕΟΕ επί κεφαλής τής ελληνικής αποστολής. Να μην πήγαινε! Να αρνιόταν!»

        Μάλιστα. Δεν το έκανε. Δεν αρνήθηκε και πήγε. Κι επειδή δεν αρνήθηκε και πήγε, δικαιούται ο πάσα ένας (ο χι Τζάνογλος, ο ψι Καστανάρας ή ο ωμέγα Χατζηστεφάνου) να βγάζει τον Λούη ναζί;;; Πού το είδες αυτό γραμμένο; Δηλαδή, όλοι οι ολυμπιονίκες που δέχθηκαν να τους απονείμουν τα μετάλλιά τους αξιωματούχοι τού ναζιστικού καθεστώτος και να ανταλλάξουν χειραψία μαζί τους ήταν ναζί;;; Και το ίδιο ήταν και όλοι οι χιλιάδες αθλητές, προπονητές, γιατροί, φυσικοθεραπευτές, συνοδοί που «δεν αρνήθηκαν και πήγαν» στο Βερολίνο το καλοκαίρι τού 1936;;; Δεν το καταλαβαίνεις ότι αυτό είναι μια ανατριχιαστικά ολοκληρωτιστική λογική (όχι, λυπάμαι, δεν θα σου κάνω τη χάρη, εσένα ή της RedTopia, να τη χαρακτηρίσω «σταλινική»….) που διώχνει μακριά –και τρέχοντας γρηγορότερα από τον Λούη– όποιον έρχεται σε επαφή μαζί της; Με τέτοιες αντιλήψεις προσδοκά η Αριστερά να συσπειρώσει γύρω της την πλειοψηφία τών υποτελών τάξεων, «του λαού» που λέμε στην καθομιλουμένη, ή, έστω, την μίνιμουμ κρίσιμη μάζα ανθρώπων που απαιτείται για να αλλάξει τα πράγματα; Πιο πιθανό είναι να ανατείλει ο ήλιος από τη δύση, να βγουν τα ψάρια στη στεριά και να αποκτήσουν οι καμήλες βράγχια, παρά να εκπληρωθεί η προσδοκία της!

        Έστω κι αν είναι έτσι

        Αλλά, ας κάνουμε μια υπόθεση εργασίας. Ας πούμε ότι το γεγονός πως ο Λούης έσφιξε το χέρι τού Χίτλερ και του έκανε δώρο τον κότινο (για τα λόγια που του βάζεις στο στόμα, επίσης στο υστερόγραφο) είναι κάτι παραπάνω από αποχρώσα ένδειξη ότι διαπνεόταν από φιλοναζιστικά αισθήματα και λατρεία για τον Αδόλφο. ΟΚ.

        Για πες μου, σε παρακαλώ, αν ο Λούης ήταν ναζί με πολιτικά, τι ήταν ο άνθρωπος ο οποίος (μιλάμε πάντα για τους Ολυμπιακούς τού 1936), έσπευσε να αθωώσει τον Χίτλερ από την αθλιότητα να αποχωρήσει από το Ολυμπιακό Στάδιο του Βερολίνου πριν της ώρας του και άρον άρον μόνο και μόνο για να μη συγχαρεί δια χειραψίας τον νικητή του τελικού τών 100 μέτρων Τζέσε Όουενς, δικαιολογώντας τον εμμέσως πλην σαφώς με τον ισχυρισμό ότι εκείνο που τον υποχρέωσε να αποχωρήσει πρόωρα δεν ήταν η απέχθειά του για τους «υπάνθρωπους νέγρους», αλλά τα κυβερνητικά του καθήκοντα κι ότι, εν πάση περιπτώσει, ο Χίτλερ φρόντισε να τον χαιρετίσει από μακριά κι ότι είναι άκομψο να κριτικάρει κανείς τον ηγέτη μιας ξένης χώρας;

        Και τι παραπάνω μπορούμε να πούμε γι’ αυτόν τον άνθρωπο, πόσο πιο αποφασιστικά και με ήσυχη τη συνείδηση μπορούμε να τον καταδικάσουμε στο πυρ το εξώτερον, αν αναλογισθούμε πως ό ίδιος αυτός ισχυρίστηκε δημόσια και με κάθε επισημότητα ότι, σε σύγκριση με τον Χίτλερ, ο ρατσιστής ήταν ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Φραγκλίνος Ντελάνο Ρούζβελτ;

        Ξέρεις ποιος ήταν αυτός ο άνθρωπος, καλή μου (πλην ανενημέρωτη) φίλη Κατερίνα; Ο ίδιος ο Τζέσε Όουενς!!!

        Με τα δικά του λόγια (για τις πρώτες δηλώσεις):

        Hitler had a certain time to come to the stadium and a certain time to leave. It happened he had to leave before the victory ceremony after the 100 meters. But before he left I was on my way to a broadcast and passed near his box. He waved at me and I waved back. I think it was bad taste to criticize the “man of the hour” in another country. [Τεκμηρίωση]

        Για τις δεύτερες δηλώσεις (αυτές στις οποίες ο Ρούζβελτ μάς προκύπτει …πιο ρατσιστής από τον Χίτλερ!):

        Hitler didn’t snub me—it was our president who snubbed me. The president didn’t even send me a telegram. [Τεκμηρίωση 1, Τεκμηρίωση 2]

        Όπως καταλαβαίνεις, αγαπητή μου Κατερίνα, περιμένω πώς και πώς τη στιγμή που θα καταγγείλεις (μαζί με τον κ. Τζάνογλο, τον κ. Καστανάρα και τον κ. Χατζηστεφάνου) τον Τζέσε Όουενς, λέγοντας ευθέως ότι στην πραγματικότητα δεν ήταν παρά ένας ναζιστής τού κερατά! Να το δω, κι ας πεθάνω (που λέει ο λόγος)!

        Άλλα σού λέει το πληκτρολόγιό μου κι αλλαντάλλα το δικό σου

        Όπως επίσης (ίσως και ακόμα πιο πολύ), περιμένω πώς και πώς και το άλλο: πού είδες όλα αυτά τα ορέα που μου καταμαρτυρείς; Πού είδες όλους αυτούς τούς δράκους που ζωντανεύεις με τη φαντασία σου και τους «φυτεύεις» δίπλα μου για να τους «κατατροπώσεις» μαζί μ’ εμένα;

        Ποιο ακριβώς είναι το «εθνικό αφήγημα» που είδες να ξετυλίγεται στο σχόλιό μου;

        Πού εφάπτονται τα λόγια μου με τους «σοσιαλσωβινιστές τής Β´ Διεθνούς» και τα γεγονότα εκείνης τής περιόδου σχετικά με το ζήτημα του πρώτου μεγάλου ιμπεριαλιστικού πολέμου;

        Πού ακριβώς εντοπίζεις την ταύτισή μου «με την άρχουσα τάξη τής χώρας μου»; (ελπίζω να μη μου φέρεις ως απόδειξη το γεγονός ότι οδηγώ κι εγώ δεξιά ή το γεγονός πως κι εγώ ακολουθώ τη συνήθεια των καπιταλιστών να βάζουν στον καφέ ζάχαρη κι όχι αλάτι….).

        Ποιες ακριβώς είναι οι «εθνικιστικές θέσεις» που υποστηρίζω;

        Και ποια είναι «τα τεχνητά ‘‘εθνικά’’ αφηγήματα» που τάχα έσπασαν οι συγγραφείς τού άρθρου κι εγώ, ως «ταυτισμένος με την ελληνική άρχουσα τάξη», τα πήρα και βάφτισα το σπάσιμο που έκαναν εκδήλωση ανθελληνισμού; Εγώ δεν είδα να σπάνε κανένα τέτοιο αφήγημα. Αντίθετα, εντελώς τελείως αντίθετα, τους είδα να στήνουν ένα τεχνητό ανθελληνικό αφήγημα (με το μυαλό τους «διεθνιστικό», είμαι βέβαιος, για αναρχικούς μιλάμε άλλωστε, δεν έχουμε να περιμένουμε και πολλά….), σύμφωνα με το οποίο ο αθλητικός κόσμος τής Ελλάδας, συμβολοποιούμενος μέσω τού προσώπου τού Σπύρου Λούη και με την εξαίρεση περίπου μόνο τών κομμουνιστών και των επιρροών τους, έκανε ρεβεράντζες στον Χίτλερ (αφήνοντας να εννοηθεί ότι τις έκανε γι’ αυτό που αντιπροσώπευε στην πολιτική), ενώ «κάποιοι άλλοι ετοιμάζονταν για την αντιναζιστική Λαϊκή Ολυμπιάδα».

        Φίλη μου Κατερίνα, περιμένω εναγωνίως τις απαντήσεις σου.

        Τα λέμε

        ΥΓ Για οποιονδήποτε άνθρωπο, δεν είναι καθόλου τιμητικό να σχολιάζει με δικές του υποτίθεται σκέψεις και λόγια, ενώ στην πραγματικότητα κάνει copy paste στη ζούλα. Πολύ περισσότερο δεν είναι τιμητικό αυτό για έναν άνθρωπο που εμφανίζεται να μιλάει στο όνομα της Αριστεράς, όπως εσύ (και μάλιστα με τάση να προσεγγίσει το σκληρό πυρήνα της, τον κομμουνιστικό). Όταν δε αυτή η «απόκρυψη και παραλλαγή» συνοδεύεται και από την ανεντιμότητα της πλαστογραφικής παραποίησης (όπως έκανες εσύ, όταν έβαλες στο στόμα τού Σπύρου Λούη την ατάκα «τί χαμπάρια κυρ Χίτλερ μου, τί κάνει η οικογένεια;» –όχι πως αν την έλεγε θα σήμαινε ότι ήταν ναζί!), τότε το πράγμα φεύγει από την περιοχή τού μη τιμητικού και πηγαίνει προς εκείνη τού εξευτελιστικού. Και όσο αφορά εσένα, δικός σου είναι ο εαυτός και μπορείς να τον κάνεις ό,τι θέλεις. Ακόμα και να τον εξευτελίζεις. Η έρημη η Αριστερά, στην οποία θέλεις να ανήκεις, τι χρωστάει να λούζεται τέτοιου είδους συμπεριφορές και στάσεις;

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται.


*


Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.