1

ΕΦΚΑ: Ένας ξεχαρβαλωμένος Φορέας

Δεν σταματά να μας εκπλήσσει δυσάρεστα αυτός ο Φορέας! Οι εργασιακές συνθήκες γαλέρας, το burn-out και το ξεπούλημα στους ιδιώτες κυριαρχούν όλο και περισσότερο.

Τελευταία δείγματα ερασιτεχνισμού και αδιαφορίας προς τους\τις εργαζόμενους\ες:

 

Επεισόδιο 1ο: Νέα εφαρμογή για τον ΑΜΚΑ

Η λέξη προχειρότητα δεν αρκεί για να περιγράψει όσα έγιναν μίαν ωραία πρωία, όπου δημιουργήθηκε μία νέα εφαρμογή χωρίς καμία ενημέρωση, χωρίς καν να έχει βγει η εγκύκλιος,  χωρίς διαλειτουργικότητα και φυσικά χωρίς καμία εκπαίδευση!

Για άλλη μια φορά οι εργαζόμενοι ρίχτηκαν στον Καιάδα, προσπαθώντας να καταλάβουν τι συμβαίνει, γιατί δεν εκδίδεται νέος ΑΜΚΑ σε πολλές περιπτώσεις και άλλα τέτοια ευτράπελα, που ταυτόχρονα ταλαιπωρούν και τους ασφαλισμένους.

Είναι το δεύτερο δείγμα κακής διοίκησης μέσα σε λίγες εβδομάδες, μετά την απώλεια ασφαλιστικής ικανότητας εκατοντάδων χιλιάδων ασφαλισμένων με τις πρωτοφανείς απαιτήσεις οικονομικής ενημερότητας. Δεν νοείται να καταργήσεις μία εφαρμογή, χωρίς να εξασφαλίσεις ότι η νέα θα δουλεύει άμεσα με τις ίδιε προϋποθέσεις και καλύτερες ακόμα.

Επεισόδιο 2ο:  Οι μαθητευόμενοι μάγοι των ραντεβού

Συνεχίζεται μια προσπάθεια από την Διοίκηση για περιορισμό της υποχρεωτικότητας των ραντεβού για την εξυπηρέτηση στον ΕΦΚΑ. Έτσι μετά τα Τμήματα Μητρώου η υποχρεωτικότητα των ραντεβού καταργείται και στα Τμήματα Γραμματείας Συντάξεων, σύμφωνα με την τελευταία εγκύκλιο!

Απαιτούμε να σταματήσουν τα πειράματα και οι βιαστικές κινήσεις στη πλάτη των εργαζομένων. Να συνεχιστεί η υποχρεωτικότητα των ραντεβού και ταυτόχρονα να επεκταθεί ΣΕ ΟΛΑ τα Τμήματα και τις Διευθύνσεις η ΜΗ ΕΞΥΠΗΡΕΤΗΣΗ του κοινού για μία μέρα την εβδομάδα, ώστε να μπορέσουμε να μειώσουμε τις εκατοντάδες χιλιάδες εκκρεμότητες που υπάρχουν.

Στον ΕΦΚΑ γενικότερη έλλειψη εγκυκλίων και έλλειψη οδηγιών στην εφαρμογή των νόμων, οργάνωσης και μηχανογραφικών εφαρμογών. Πχ εδώ και πολλούς μήνες δεν έχει βγει εγκύκλιος για την παρακράτηση των 30.000 ευρώ.

 

Οργάνωση-Αγώνας-Ανατροπή

Οι εργαζόμενοι\ες, τα συνδικάτα και η Ομοσπονδία μας οφείλουμε να μην σκύψουμε το κεφάλι και να ανατρέψουμε αυτή την χαοτική κατάσταση που επικρατεί στον ΕΦΚΑ.

Μπορούμε να ξεκινήσουμε τη μάχη με αφορμή και την Απόφαση του ΣτΕ, που με τα στοιχεία που έχουμε ως τώρα, πετάει έξω τους ιδιώτες γενικούς διευθυντές! Η διάταξη Χατζηδάκη μπορεί να μην βγήκε αντισυνταγματική, αλλά είναι στο χέρι μας να τους χαλάσουμε τα σχέδια.

Επίσης πρέπει άμεσα να ενεργοποιηθούμε για να μην συνεχιστούν οι απολύσεις των συμβασιούχων και η περαιτέρω αφαίμαξη του ΕΦΚΑ από προσωπικό. Δεν μπορεί να συνεχίζονται διαρκώς οι απολύσεις των συμβασιούχων και το συνδικαλιστικό κίνημα να μην αντιδρά.

Χρειάζονται οργανωμένοι και πολύμορφοι αγώνες με διάρκεια. Επόμενα αγωνιστικά ραντεβού μας θα είναι οι κινητοποιήσεις και τα απεργιακά συλλαλητήρια σε όλη τη χώρα για την Εργατική Πρωτομαγιά την Μ. Τετάρτη 1η Μάη και η 24ωρη απεργία της ΑΔΕΔΥ στις 21 Μάη.

 

ΝΑ ΚΕΡΔΙΣΟΥΜΕ ΟΣΑ ΜΑΣ ΑΝΗΚΟΥΝ!

Ριζοσπαστικές Αγωνιστικές Κινήσεις




Χιλιάδες σήμερα στο δρόμο!




Σωματείο εργαζόμενων δήμου Νέας Φιλαδέλφειας – Νέας Χαλκηδόνας: η απλήρωτη εργασία βαφτίζεται εθελοντισμός

ΣΩΜΑΤΕΙΟ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ

ΔΗΜΟΣ ΝΕΑΣΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑΣ-ΝΕΑΣ ΧΑΛΚΗΔΟΝΑΣ

[email protected]                                                                    

                                                                                                         04/04/2024

                                               ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ

                                       ΝΕΑ ΕΡΓΑΣΙΑΚΑ ΗΘΗ!

Το τελευταίο χρονικό διάστημα παρατηρείται στον Δήμο μας να γίνονται εργασίες από  «εθελοντές», όπως η διοργάνωση του καρναβαλιού, η 25η Μαρτίου, ενώ θα έπρεπε να πραγματοποιούνται από εξειδικευμένο επαγγελματικό προσωπικό.Η  εργασία  αυτή είναι αρμοδιότητα των τεχνικών συνεργείων του Δήμου. Οι συνάδελφοί μας είναι αυτοί που στήνουν εξέδρες. Αυτές οι τεχνικές εργασίες με “εθελοντική εργασία”, όπως φαίνεται από Δελτίο Τύπου του Δήμου θα επεκταθούν με ό,τι αυτό συνεπάγεται και για τον τελικό του Conference League στην πόλη μας.

Πρόκειται για ξεκάθαρη έκκληση για δωρεάν προσφορά εργασίας που δεν θα πληρωθεί!!!  Βαφτίζοντας την απλήρωτη εργασία εθελοντισμό! 

 Ίσως ο εκτεταμένος «εθελοντισμός» να οφείλεται στην κακή οικονομική κατάσταση που επικρατεί στον Δήμο μας, διότι πράγματι υπάρχουν οικονομικές οφειλες στα τεχικά συνεργεία απο την προηγούμενη Διοίκηση. Το γεγονός αυτό, όμως, σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να συναινέσουμε  να οδηγήσει στην υποκατάσταση της εργασίας των συναδέλφων μας, από την «εθελοντική» εργασία.

Προεκλογικά, είχαμε καταθέσει σε όλες τις δημοτικές παρατάξεις την άποψή μας, για τον «εθελοντισμό». Είχαμε τονίσει,  ότι θα πρέπει να λειτουργεί με  συγκεκριμένους όρους, πλαίσιο και στόχο, καθώς και να δρα υποστηρικτικά και συμπληρωματικά προς τους συναδέλφους μας. Με προετοιμασία, οργάνωση, εκπαίδευση, υποστήριξη και εποπτεία των εθελοντών/τριών. 

Εν προκειμένω, οι προϋποθέσεις αυτές δεν υφίστανται και επιδιώκεται πολύ καθαρά να καλυφθούν ανάγκες και καθήκοντα που δεν αντιστοιχούν σε εθελοντές/τριες , αλλά σε επαγγελματίες.

Επιπροσθέτως, όταν για την εκτέλεση εργασιών απαιτείται εξειδίκευση και αυτή δεν υπάρχει, εγκυμονεί ο κίνδυνος ατυχήματος, πολύ περισσότερο δε όταν δεν χορηγούνται μέσα ατομικής προστασίας.

Καταγγέλλουμε αυτή την πολιτική της Δημοτικής Αρχής και την καλούμε να σταματήσει ΤΩΡΑ αυτού του τύπου τον «εθελοντισμό», γιατί η μη αμειβόμενη εργασία είναι εκμετάλλευση. Πάγιο αίτημά μας η αναγακαιότητα των προσλήψεων προσωπικού, ώστε να ενισχυθούν οι υπηρεσίες μας και  να προασπιστεί ο δημόσιος χαρακτήρας τους προς όφελος των πολιτών.  Τέλος σας γνωρίζουμε, ότι εάν υπάρξουν ξανά τέτοια φαινόμενα εθελοντισμού θα ενημερώσουμε την Επιθεώρηση Εργασίας.

                                                 ΤΟ Δ.Σ.




21ο Συνέδριο της ΟΛΜΕ: Ανατρέπουμε τους συσχετισμούς, για μια ΟΛΜΕ αγωνιστική, μακριά από την ηττοπάθεια και την συναίνεση!

21ο Συνέδριο της ΟΛΜΕ: Ανατρέπουμε τους συσχετισμούς, για μια ΟΛΜΕ αγωνιστική, μακριά από την ηττοπάθεια και την συναίνεση!
Με τα πρωτοβάθμια σωματεία στην πρώτη γραμμή, με απεργιακούς αγώνες θα συνεχίσουμε τη μάχη!
Στα 2 χρόνια που πέρασαν από τη διεξαγωγή του συνεδρίου της ΟΛΜΕ η επίθεση του συστήματος και της κυβέρνησης που το υπηρετεί συνεχίζεται με αμείωτη ένταση ενάντια στα εργατικά και λαϊκά στρώματα.
 Συμπληρώνεται ένας χρόνος από την τραγική δολοφονία 57 ατόμων, κυρίως νέων και φοιτητών, εξαιτίας της εγκληματικής πολιτικής των ιδιωτικοποιήσεων και της αδιαφορίας των επιχειρήσεων για τις ζωές των ανθρώπων, προκειμένου να εξασφαλίσουν τα κέρδη τους. Ένα χρόνο μετά όλο το πολιτικό, δικαστικό, οικονομικό και μιντιακό κατεστημένο προσπαθεί να “κουκουλώσει” την υπόθεση και να μην τιμωρηθεί κανένας υψηλά ιστάμενος. Το έγκλημα αυτό δεν θα ξεχαστεί! Θα τιμωρήσουμε τους ενόχους και τις πολιτικές τους.
 Σε διεθνές επίπεδο, συμπληρώνονται 2 χρόνια πολέμου στην Ουκρανία και 7 μήνες όπου το κράτος – τρομοκράτης του Ισραήλ επιδίδεται σε μια τεράστια επιχείρηση εξόντωσης του παλαιστινιακού λαού, με ΗΠΑ ΝΑΤΟ και ΕΕ να στηρίζουν την Ισραηλινή φονική μηχανή. Και ενώ η ελληνική κοινωνία εκφράζει σταθερά την αλληλεγγύη της στον παλαιστινιακό λαό και ταυτόχρονα απαιτεί την κατάπαυση πυρός στην Ουκρανία, η ελληνική κυβέρνηση έχει ενεργό ρόλο και συμμετοχή και στα δύο πολεμικά μέτωπα, παραχωρώντας πλοία, βάσεις και αεροδρόμια για να διευκολύνει το έγκλημα στην Παλαιστίνη και όπλα για να ενισχύσει τον ουκρανικό στρατό. Η δήλωση του επικεφαλής του Ευρωκοινοβουλίου ότι η ΕΕ μπαίνει σε περίοδο «πολεμικής οικονομίας», μόνο δυσάρεστες συνέπειες μας επιφυλάσσει.
 Την ίδια ώρα το περιβάλλον καταστρέφεται για τα κέρδη των επιχειρήσεων, με πυρκαγιές που κατάκαψαν εκατοντάδες χιλιάδες στρέμματα δάσους και σπίτια, ενώ φέτος καίγονται τα δάση ήδη από τον Απρίλη! Τα πλημμυρισμένα σχολεία της Θεσσαλίας ξεκίνησαν τη χρονιά με τηλεκπαίδευση εξαιτίας της εγκληματικής πολιτικής μιας κυβέρνησης που θεωρεί «αναποδιά» τις πλημμύρες που έπνιξαν ανθρώπους, ζώα και καλλιέργειες και δε δίνει δεκάρα τσακιστή για την πρόληψη φυσικών καταστροφών, τα αντιπλημμυρικά έργα και
τις ζωές μας.
Ακρίβεια, αισχροκέρδεια και κερδοσκοπία
Το κύμα της ακρίβειας έρχεται να λειτουργήσει σαν µια νέα µνηµονιακή μείωση του εργατικού μισθού. Οι αυξήσεις – κοροϊδία των 40–50€ δεν καλύπτουν ούτε στο ελάχιστο τις πραγματικές απώλειες του 40% του εισοδήματός μας, ενώ καμία κουβέντα δεν γίνεται για την επιστροφή του 13ου – 14ου μισθού. Την ίδια στιγμή αυξάνονται τα επιδόματα των στελεχών της διοίκησης κατά 30%. Ούτε στον ιδιωτικό τομέα, όμως, η κατάσταση είναι καλύτερη. Η αύξηση στον κατώτατο μισθό, που θα ανέβει λίγο πάνω από τα 800€, δεν πρόκειται να καλύψει παρά μόνο ελάχιστο μέρος από τις αυξήσεις των τελευταίων ετών. Η μεγάλη πλειοψηφία της κοινωνίας οδηγείται στην φτωχοποίηση.
Σημειώνουμε ότι οι αυξήσεις στα είδη διατροφής από το 2020 ξεπερνάνε το 30% και το ποσοστό αυτό αυξάνεται καθημερινά, ενώ πλέον η Ελλάδα είναι προτελευταία στην ΕΕ στην αγοραστική δύναμη.

Η απαξίωση, υποβάθμιση και διάλυση του κοινωνικού κράτους συνιστά, επίσης µια δεύτερη εξίσου σημαντική μείωση του εργατικού
µισθού, καθώς το εργατικό νοικοκυριό χρειάζεται επιπλέον δαπάνες, θεμελιώδεις υπηρεσίες υγείας, πρόνοιας και παιδείας. Η εκτίναξη των τιµών των ενοικίων και των κατοικιών είναι πρωτοφανής, σε επίπεδα έως 40% τα τελευταία χρόνια, εξαιτίας του μαζικού και
ανεξέλεγκτου τουρισμού των golden visa και της κερδοσκοπίας, ενώ η λαϊκή κατοικία απειλείται με τους χιλιάδες πλειστηριασμούς.
Χτύπημα εργασιακών δικαιωμάτων
Αμέσως μετά τη νίκη της στις βουλευτικές εκλογές, η κυβέρνηση έφερε για ψήφιση ένα αντεργατικό νομοσχέδιο για τη 13ωρη καθημερινή εργασία, που καταργεί το 8ωρο και μας γυρνάει πριν το ματωμένο Σικάγο του 1886. Το νομοσχέδιο παρέχει στο κεφάλαιο την δυνατότητα για 13 ώρες δουλειά την ημέρα, 78 ώρες εργασίας την εβδομάδα σε πάνω από έναν εργοδότη, συμβάσεις «μηδενικών ωρών», δηλαδή ευέλικτες μορφές απασχόλησης χωρίς συμφωνημένο ωράριο και μισθό. Όπως και ο νόμος Χατζηδάκη, ποινικοποιεί την απεργία και την συνδικαλιστική δράση, με βαριά πρόστιμα και ποινές φυλάκισης σε όσους περιφρουρούν καταλήψεις και απεργίες. Ταυτόχρονα, η συζήτηση για νέες αυξήσεις στα ηλικιακά όρια συνταξιοδότησης παραμένει ανοιχτή από την πλευρά της κυβέρνησης.
Επίθεση στη δημόσια εκπαίδευση
Η κυβέρνηση της ΝΔ, παρακάμπτοντας το Σύνταγμα πέρασε νόμο για την ίδρυση ιδιωτικών ΑΕΙ, με σκοπό την πλήρη ιδιωτικοποίηση, εμπορευματοποίηση και επιχειρηματικοποίηση του δημόσιου πανεπιστημίου. Με το νομοσχέδιο που ψήφισε ετοιμάζεται να χαρίσει τη δημόσια Τεχνική Επαγγελματική Εκπαίδευση στις δυνάμεις της αγοράς. Προαναγγέλλει νέα μέτρα για ψήφιση, διαγωνισμό ΑΣΕΠ που υπονομεύει τα πτυχία και την προϋπηρεσία των εκπαιδευτικών, «ελεύθερη» επιλογή σχολείων που βαθαίνει την κατηγοριοποίηση σχολείων,
εθνικό απολυτήριο συνδεδεμένο με την πλήρη εφαρμογή της Τράπεζας Θεμάτων, για να μετρούν οι βαθμοί και των τριών τάξεων των ΓΕΛ, ΕΠΑΛ και στη συνέχεια νέες εξετάσεις για την εισαγωγή στα ΑΕΙ.
Η αξιολόγηση έχει δεχτεί ισχυρό πλήγμα!
Για 4η χρονιά το ΥΠΑΙΘ προσπαθεί να επιβάλει την αξιολόγηση και παρόλο που έχει τη στήριξη των δυνάμεων του κυβερνητικού συνδικαλισμού, ο κλάδος συνεχίζει να μην παραδίδεται. Δεκάδες χιλιάδες εκπαιδευτικοί συνεχίζουν στο δρόμο του αγώνα και συντάσσονται με την απεργία – αποχή. Το υπουργείο με 14 δικαστικές προσφυγές, απειλές, εκβιασμούς των νεοδιόριστων, εντολές καθαίρεσης διευθυντών γιατί ασκούν το δικαίωμά τους να απεργούν και συστράτευση όλης της εκπαιδευτικής ιεραρχίας, επιχειρεί να επιβάλει την αξιολόγηση. Δεν θα τους περάσει! Η απεργία αποχή με τις συνεχείς επαναπροκηρύξεις από τα σωματεία μας είναι ισχυρό όπλο και θα γίνει ο εφιάλτης πολλών!
Τα πρωτοβάθμια σωματεία, οι ΕΛΜΕ και οι ΣΕΠΕ με το συντονισμό τους βαδίζουν το δρόμο του αγώνα με την απεργία αποχή και ανάγκασαν ΟΛΜΕ, ΔΟΕ και ΑΔΕΔΥ που πήγαιναν να κλείσουν τον αγώνα, να αποφασίσουν απεργία αποχή. Ανάγκασαν τις ΣΥΝΕΚ, ακόμη και τη ΔΑΚΕ να ψηφίζουν τώρα επαναπροκήρυξη απεργίας αποχής στην ΟΛΜΕ που το 2021 ωρύονταν ότι δε γίνεται, αλλά και το ΠΑΜΕ να ψηφίζει την απεργία αποχή από τους Συλλόγους Π.Ε. και δειλά δειλά και από ΕΛΜΕ, ενώ μέχρι τώρα το αρνιόταν.
Το αν θα κυριαρχήσει η γραμμή της ήττας ή της νίκης εξαρτάται από την δράση πρώτα από όλα των πρωτοβάθμιων σωματείων και ύστερα από την στάση των ομοσπονδιών. Σε περιοχές όπου σωματεία θεωρούν τις μάχες χαμένες ο φόβος και η υποταγή τείνει να γίνει κανονικότητα, ενώ σε περιοχές με σωματεία πραγματικά αγωνιστικά ο αγώνας συνεχίζεται.
Μόνη λύση οι αγώνες μας
Η περίοδος που βρισκόμαστε δεν σφραγίζεται μόνο από μπαράζ αντιεκπαιδευτικών μέτρων ενάντια σε όλες τις βαθμίδες της και την προώθηση αντιλαϊκών μέτρων που θα ενταθούν, στο πλαίσιο αυστηρής τήρησης του Συμφώνου Σταθερότητας που επιβάλει η Ε.Ε. από το 2024, αλλά σηματοδοτείται και από αγώνες. Ο αγώνας των φοιτητών με καταλήψεις, μαζικές γενικές Συνελεύσεις και συγκεντρώσεις κάθε εβδομάδα με πανεκπαιδευτικά χαρακτηριστικά και τη συμμετοχή εκπαιδευτικών σωματείων και μαθητών, είναι ελπιδοφόρος για όλο το εργατικό λαϊκό κίνημα. Ελπίδα μας γεμίζει κι ο μεγάλος αγώνας των αγροτών, η μαζική συμμετοχή των εργαζομένων στην απεργία της 28ης Φλεβάρη και οι χιλιάδες συνάδελφοι/ισσες που αντιστέκονται με όπλο την απεργία αποχή στην αξιολόγηση.
Οι παρατάξεις του κυβερνητικού συνδικαλισμού στην ΟΛΜΕ υπονομεύουν τον αγώνα
Η επαναπροκήρυξη της απεργίας αποχής από την ΓΣ προέδρων των ΕΛΜΕ και την ολομέλεια των προέδρων της ΔΟΕ ήταν η απαίτηση του κόσμου της εκπαίδευσης, κόντρα στην υπονόμευση από τις παρατάξεις του νυν και πρώην κυβερνητικού συνδικαλισμού ΔΑΚΕ-ΣΥΝΕΚ-ΠΕΚ στην ΟΛΜΕ και τις αντίστοιχες στην ΔΟΕ. Μαζί σταμάτησαν την απεργία αποχή από την αυταξιολόγηση και αρνήθηκαν την επαναπροκήρυξή της, όταν κρίθηκε παράνομη. Αρνήθηκαν τη συνέχιση της από τα πρωτοβάθμια σωματεία, ενώ επιδόθηκαν στην ίδια με το
ΥΠΑΙΘΑ εκστρατεία τρομοκράτησης των συναδέλφων. Σε απόλυτη σύμπλευση τα τελευταία χρόνια, οδήγησαν τον κλάδο σε υποχώρηση-συνθηκολόγηση με την υιοθέτηση των ενιαίων κείμενων για την αξιολόγηση της σχολικής μονάδας, με την ανοχή της ΑΣΕ-ΠΑΜΕ. Δέσμιες της απόφασής τους στο 20ο συνέδριο υπέρ μιας καλής αξιολόγησης, δεν παίρνουν μέτρα ουσιαστικής στήριξης του αγώνα, αποφασίζουν τις επαναπροκηρύξεις της α-α με μεγάλες καθυστερήσεις, αφήνοντας τον κλάδο χωρίς συνδικαλιστική κάλυψη.
Η ΑΣΕ – ΠΑΜΕ, αποσύρθηκε από τη μάχη της απεργίας – αποχής με την πρότασή της για «ενιαία αγωνιστικά κείμενα» και έδωσε χείρα βοηθείας στον κυβερνητικό συνδικαλισμό στην προσπάθειά του για μια «συντεταγμένη» από τον κλάδο αποδοχή της αξιολόγησης της σχολικής μονάδας. Είναι τεράστιες οι ευθύνες της που με ορίζοντα τις εκλογές παντός είδους και τη ρήση «ο λαός να βγάλει τα συμπεράσματά του» προχωρεί σε έναν ανέξοδο βερμπαλιστικό αγωνιστικό λόγο, αλλά ταυτόχρονα ακολουθεί μια τακτική με την οποία όσο εύκολα συμφωνούν οι παρατάξεις του κυβερνητικού συνδικαλισμού των ΔΑΚΕ-ΣΥΝΕΚ-ΠΕΚ, τόσο εύκολο είναι και να αναδιπλωθούν. Επιμένει να μην στηρίζει τον συντονισμό των πρωτοβάθμιων σωματείων και την κήρυξη της α-α από αυτά, παρά μόνο σε όσα σωματεία υπάρχει έντονη πίεση από τη βάση και τις αγωνιστικές δυνάμεις του κλάδου. Σε κάθε ΕΛΜΕ ψηφίζει με διαφορετικό τρόπο και γνωρίζει πολύ καλά ότι η τακτική της πολυγλωσσίας που ακολουθεί σπέρνει σύγχυση και ηττοπάθεια.
Σωματεία στα χέρια των εργαζομένων
Ο αγώνας των εργαζομένων σε όλο το δημόσιο, ώστε να μην περάσει η αξιολόγηση συνεχίζεται αμείωτος, κόντρα στους εκφοβισμούς της κυβέρνησης και στα δικαστικά μέσα που χρησιμοποιεί για να βγάλει παράνομες τις κινητοποιήσεις. Όλα τα συνδικάτα, οι ομοσπονδίες και η ΑΔΕΔΥ σέρνονται στα δικαστήρια, τα οποία ακολουθούν πειθήνια τις εντολές της κυβέρνησης και του αντεργατικού νόμου Χατζηδάκη και οι εργαζόμενοι απειλούνται με πρόστιμα, περικοπές μισθού, καθαιρέσεις και άλλες ποινές, αν συνεχίσουν την απεργία αποχή. Τα συνδικάτα πρέπει να συνεχίσουν τον αγώνα και να μην υποχωρήσουν στις απειλές και στις ποινές που θα θελήσουν να εφαρμόσουν κυβέρνηση και δικαστήρια. Έχουμε τη δύναμη και το έχουμε αποδείξει.
Αυτό που διακυβεύεται στην πραγματικότητα δεν είναι η εφαρμογή ή όχι της αξιολόγησης, αλλά το δικαίωμα των εργαζομένων να απεργούν. Αυτό είναι το νόημα της εγκυκλίου Κατσαρού για καθαίρεση των διευθυντών που δε διενεργούν αξιολόγηση, των πειθαρχικών σε συναδέλφους που συμμετέχουν στη νόμιμα προκηρυγμένη από τα εκπαιδευτικά σωματεία απεργία-αποχή, σε κινητοποιήσεις του σωματείου τους, της αγωγής ενάντια στην απεργία -αποχή της ΕΛΜΕ Χανίων.

Η ΟΛΜΕ, ένα ιστορικό σωματείο, με ευθύνη των δυνάμεων του κυβερνητικού συνδικαλισμού των ΔΑΚΕ, ΣΥΝΕΚ, ΠΕΚ τη διετία που
πέρασε έχει οδηγηθεί στο τέλμα! Έφτασαν στο σημείο να μην έχουν σταθερή εβδομαδιαία ημέρα συνεδρίασης του ΔΣ της ΟΛΜΕ,
όπως ορίζει το καταστατικό και να συνεδριάζουν μέχρι και ένα μήνα μετά, αφήνοντας τα μέτρα να περικυκλώνουν τον κλάδο και τα προβλήματα χωρίς απάντηση! Η ΑΣΕ – ΠΑΜΕ θα έπρεπε να έχει διαχωρίσει τη θέση της και να παραιτηθεί από το προεδρείο της ΟΛΜΕ όπου συμμετέχει μαζί με τη ΔΑΚΕ και τις ΣΥΝΕΚ. Τα Πραξικοπήματα και οι αντιδημοκρατικές ενέργειες είναι το στοιχείο τους. Ανέβαλαν τη ΓΣ προέδρων στις 22/10/2022 με τη δικαιολογία ότι δεν βρήκαν αίθουσα, για να μην καταψηφιστεί η συμμετοχή τους στις ηλεκτρονικές εκλογές. Οργάνωσαν παρωδία ΓΣ προέδρων στις 19/11/2022, χωρίς να γίνουν ΓΣ των ΕΛΜΕ, για να νομιμοποιήσουν τους ψευτοαιρετούς!

Η αντιεκπαιδευτική πολιτική δεν πρέπει να περάσει
Η κυβέρνηση της ΝΔ, αν και λειτουργεί χωρίς κοινοβουλευτικό αντίπαλο,έχει μεγάλη φθορά, πολιτικά και δημοσκοπικά. Τα νομοσχέδια, οι συγκαλύψεις και η διαφθορά την έχουν οδηγήσει στην πλήρη απονομιμοποίηση από το σύνολο της κοινωνίας. Τώρα είναι η ώρα να κλιμακώσουμε τον αγώνα μας! Η συνέχιση της απεργίας αποχής με απόφαση από την ολομέλεια των προέδρων είναι σημαντική. Η σημασία είναι πολιτική γιατί αυτή η απόφαση δείχνει ότι ένας από τους μεγαλύτερους κλάδους εργαζομένων είναι πρόθυμος να συγκρουστεί με την κυβέρνηση. Ταυτόχρονα χρειάζεται κλιμάκωση του απεργιακού αγώνα. Γι’ αυτό προτείνουμε συνεχώς απεργιακά βήματα, με απεργίες, όπως της 17/4, που πρέπει να είναι πανεργατικές.Αυτός είναι ο τρόπος για να στηρίξουμε πολιτικά την απεργία – αποχή, κόντρα στις όποιες δικαστικές αποφάσεις και αυτός είναι ο τρόπος για μια «αντιπολίτευση» που θα έχει αποτέλεσμα, ενάντια στις εκλογικές αυταπάτες.
Τα θέλουμε όλα πίσω! Διεκδικούμε:
 Αυξήσεις στους μισθούς μας, 1.200 € καθαρά στον νεοδιόριστο. Επαναφορά του 13ου – 14ου μισθού και σύνταξης, απόδοση του παγωμένου ΜΚ 2016-2017, αποκατάσταση των εισοδηματικών απωλειών από το 2010 μέχρι σήμερα.
 Αφορολόγητο στα 12.000 €. Να καταργηθούν όλοι οι δυσβάσταχτοι φόροι και τα χαράτσια. Να καταργηθεί
ο ΦΠΑ στα τρόφιμα και όλα τα βασικά είδη λαϊκής κατανάλωσης. Όχι στην ακρίβεια!
 Μόνιμους μαζικούς διορισμούς τώρα – μονιμοποίηση όλων των αναπληρωτών αποκλειστικά με βάση το πτυχίο και την προϋπηρεσία – πλήρη δικαιώματα στους αναπληρωτές. Όχι στο προσοντολόγιο και σε διαγωνισμό ΑΣΕΠ. Άμεση μονιμοποίηση όλων των νεοδιόριστων! Να μπει τέλος στην ομηρία τους!
 Όχι στο σχολείο – εξεταστικό κέντρο. Να καταργηθούν τα εξεταστικά πλέγματα (ΕΒΕ, Τράπεζα Θεμάτων, PISA).
 Όχι στην αξιολόγηση – αυτοαξιολόγηση. Απεργία – αποχή από κάθε μορφή αξιολόγησης! Κατάργηση του νόμου 4823/2021.
 Κατάργηση των μεταγυμνασιακών Επαγγελματικών Σχολών Κατάρτισης (ΕΣΚ). Ενιαία 12χρονη εκπαίδευση. Κανένα παιδί χωρίς απολυτήριο Λυκείου.
 Κατάργηση και ανυπακοή στους νόμους Χατζηδάκη και Γεωργιάδη που καταργούν τη δράση των σωματείων, ποινικοποιούν τους αγώνες και επιβάλουν ένα νέο μεσαίωνα στις εργασιακές σχέσεις.
 Κατάργηση του ν. Κατρούγκαλου. Πλήρης σύνταξη με 30 χρόνια εργασίας και χωρίς όριο ηλικίας.
 Επαναφορά του ωραρίου στα προ του 2013 επίπεδα.
 Να ακυρωθούν οι ανατιμήσεις στην ενέργεια και στα βασικά προϊόντα και να μπει πλαφόν και διατίμηση στις τιμές! Αυτόματη προσαρμογή των μισθών με βάση τον τιμάριθμο.
 Όχι στις ιδιωτικοποιήσεις. Να επιστρέψουν οι εταιρείες κοινής ωφέλειας στο δημόσιο (συγκοινωνίες, ρεύμα, ενέργεια, κ.α). Να καταργηθεί το χρηματιστήριο ενέργειας.
 Λευτεριά και ανεξαρτησία στην Παλαιστίνη. Έξω οι φονιάδες Ισραήλ-ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ από τη Γάζα. Καμία εμπλοκή της χώρας μας στη σφαγή. Άμεση αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους, στα όρια που διεκδικούν οι Παλαιστίνιοι.
 Να σταματήσει ο πόλεμος στην Ουκρανία! Να σταματήσει τώρα η εισβολή της Ρωσίας και κάθε επέμβαση των ΗΠΑ – ΝΑΤΟ – ΕΕ! Καμία εμπλοκή της χώρας μας! Να κλείσουν όλες οι βάσεις! Έξω από ΝΑΤΟ – ΕΕ! Ειρήνη και Φιλία των Λαών!
Το 21ο συνέδριο να αποφασίσει τη συνέχιση του αγώνα με ΓΣ των ΕΛΜΕ, με ΓΣ προέδρων με την έναρξη της χρονιάς και πρόταση για παρατεταμένο αγώνα διαρκείας (ενημερώσεις, εκδηλώσεις, αποκλεισμούς, συγκεντρώσεις, επαναλαμβανόμενες απεργίες)
που η εξέλιξή του θα καθορίζεται από ΓΣ.




…Σέντρα ο Βούρος …Γκολ ο Τομπούλογλου!!!

ΣΩΜΑΤΕΙΟ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ

ΔΗΜΟΣ ΝΕΑΣΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑΣ-ΝΕΑΣ ΧΑΛΚΗΔΟΝΑΣ

[email protected]

                                                                                                                        05.04.2024

                           

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ

…Σέντρα ο Βούρος …Γκολ ο Τομπούλογλου!!!

Στις 27 Μαρτίου στο τελευταίο Δημοτικό Συμβούλιο, μεταξύ των θεμάτων ήταν και η χρήση των  αύλειων χώρων σχολείων ως πάρκινγκ για την διεξαγωγή του τελικού Conference League στην πόλη μας.

Ο νυν Δήμαρχος κ. Τομπούλογλου στοχοποίησε τον τέως Δήμαρχο κ. Βούρο, γιατί όπως είπε, αυτός ήταν που υπέγραψε μνημόνιο συνεργασίας μεταξύ Δήμου, ΕΠΟ και UEFA (ειδικός περί μνημονίων) για άνευ όρων παραχώρηση προσωπικού, εγκαταστάσεων, κτιρίων, κλπ στη Διοργανώτρια Αρχή και μάλιστα χωρίς κανένα οικονομικό όφελος.

Εντύπωση προκάλεσε το γεγονός, ότι η υπογραφή «έπεσε» από τον κ. Βούρο χωρίς να υπάρξει διαβούλευση από τους φορείς, ούτε απόφαση Δημοτικού Συμβουλίου!!!

Ωστόσο  το έγγραφο που ήρθε στον Δήμο από την UEFA δεν γράφει πουθενά ότι θα πρέπει να παραχωρηθούν προαύλια σχολείων πλησίον του γηπέδου για χρήση πάρκινγκ!!! 

Θα μπορούσαν στο Δημοτικό Συμβούλιο με ομόφωνη απόφασή τους οι Δημοτικοί Σύμβουλοι να αρνηθούν, μετά και το δυναμικό παρών που έδωσαν πολλοί γονείς και Δ.Σ. συλλόγων γονέων σχολείων, Ένωση Συλλόγων Γονέων, εκπαιδευτικοί, σύλλογοι γυναικών, συνδικαλιστές από Γ’ ΕΛΜΕ και ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ, καθώς και πολλοί δημότες. Όπως φάνηκε από τις τοποθετήσεις της παράταξης του Δημάρχου κ. Τομπούλογλου, καθώς και του τέως κ. Βούρου με την προσχηματική (εκ του ασφαλούς) αρνητική ψήφο του, ΚΑΝΕΝΑΣ ΤΟΥΣ ΔΕΝ ΗΘΕΛΕ να δημιουργήσει πρόβλημα στη Διοργανώτρια Αρχή, αγνοώντας τις εκκλήσεις καθηγητών και γονέων για τις ενδοσχολικές και Πανελλήνιες εξετάσεις εκείνης της περιόδου. Με ποδοσφαιρικούς όρους θα έλεγε κανείς: Σέντρα ο Βούρος, γκολ ο Τομπούλογλου!!!

Παράλληλα αναμένουμε να διευκρινιστεί τί σημαίνει για τους υπαλλήλους  ο Δήμος στη διάθεση του Conference, προκειμένου να τοποθετηθούμε.

Ως Σωματείο κατά το παρελθόν έχουμε εκφράσει τη θέση μας δημόσια και είμαστε κάθετα αντίθετοι σε τέτοιου είδους παραχωρήσεις, που ανοίγουν δρόμους για μόνιμη χρήση. Το γεγονός της μεθοδευμένης απαξίωσης του δημόσιου σχολείου (όπως και Υγεία, Δήμοι κλπ) από τις εκάστοτε κυβερνήσεις έχει ανοίξει την όρεξη στα ιδιωτικά συμφέροντα. Επιπρόσθετα,  τα σχολεία δεν θα πρέπει να λειτουργούν με χορηγούς, σπόνσορες και εθελοντές. Αντιθέτως θα πρέπει να χρηματοδοτούνται από τον κρατικό προϋπολογισμό, σύμφωνα με τις σύγχρονες ανάγκες της σχολικής/εκπαιδευτικής κοινότητας. Είμαστε κάθετα αντίθετοι στη χρήση καμερών και ιδιωτικής φύλαξης (Security). Απεναντίας όλα αυτά τα χρόνια αγωνιζόμαστε για προσλήψεις μόνιμου και επαρκούς προσωπικού  σχολικών φυλάκων και καθαριστριών, για όλα τα σχολεία. Σχολεία με ασφαλείς και σύγχρονες κτιριακές εγκαταστάσεις.

Το Σωματείο μας θα είναι δίπλα στην εκπαιδευτική κοινότητα, στον αγώνα για την αναβάθμιση της δημόσιας παιδείας και ενάντια στην εμπορευματοποίησή της με όρους αγοράς. Άλλωστε αγωνιζόμαστε ως δημοτικοί υπάλληλοι και εμείς για προσλήψεις προσωπικού σε όλες τις υπηρεσίες του Δήμου και τασσόμαστε ενάντια στην ιδιωτική φύλαξη και τις κάμερες στους χώρους της δουλειά μας.

Καλούμε φορείς και συλλογικότητες σε επαγρύπνηση και συντονισμό της δράσης, ώστε να δρομολογήσουμε ένα σχέδιο αγώνα προκειμένου η απόφασή τους να μείνει στα χαρτιά.

  • ΚΑΝΕΝΑ ΣΧΟΛΕΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΥΠΗΡΕΤΗΣΗ  ΙΔΙΩΤΙΚΩΝ  ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ
  • ΑΝΟΙΧΤΑ  ΣΧΟΛΕΙΑ  ΓΙΑ ΟΛΑ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ
  • ΠΑΡΤΕ ΠΙΣΩ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ  ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Το ΔΣ




Καταγγελία Ρ.Α.Κ για την απόφαση της ΑΔΕΔΥ να μην συμμετέχει στην απεργία της ΓΣΕΕ στις 17 Απρίλη

ΑΠΕΡΓΙΑ…ΑΠΕΡΓΙΑ….ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ Η ΑΠΕΡΓΙΑ;

ΝΤΡΟΠΙΑΣΤΙΚΉ Η ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΑΔΕΔΥ ΣΤΙΣ 2/4/2024

Και ενώ πρωτοβάθμια σωματεία σε όλο το δημόσιο έχουν ήδη πάρει απόφαση για απεργία στις 17 Απριλίου, ώστε να υπάρξει συντονισμός με τον ιδιωτικό τομέα και να κλιμακωθούν οι αγωνιστικές κινητοποιήσεις μετά τη μεγαλειώδη απεργιακή κινητοποίηση στις 28 Φεβρουαρίου, οι εκπρόσωποι των παρατάξεων ΔΑΚΕ, ΠΑΣΚΕ, ΣΥΡΙΖΑ στο Γενικό Συμβούλιο της ΑΔΕΔΥ καταψήφισαν την προκήρυξη απεργίας.

Η αιτιολογία είναι ότι η ΓΣΣΕ είναι «συμβιβασμένη» και γι αυτό λόγο πρότειναν να εξεταστεί το ενδεχόμενο για απεργία απέναντι στην ακρίβεια από την ΑΔΕΔΥ, μετά την 15 Μαΐου. Δηλαδή μας ευχήθηκαν Καλό Πάσχα. Καταλάβαμε… Το Μάιο θα μας ευχηθούν Καλό Καλοκαίρι και πάει λέγοντας….

Προφανώς τα ζητήματα της ακρίβειας και των μισθών δεν αγγίζουν τους εκπροσώπους των παρατάξεων ΠΑΣΚΕ, ΔΑΚΕ, ΣΥΡΙΖΑ. Ή ζουν σε άλλο κόσμο από τους υπόλοιπους εργαζόμενους ή δεν θέλουν να πιέσουν την ήδη στριμωγμένη από τις εξελίξεις κυβέρνηση.

Να τους θυμίσουμε, αφού πρώτα κοιταχτούν στον καθρέφτη,  ότι οι συνδικαλιστικές ηγεσίες μπορεί να είναι ξεπουλημένες, αλλά οι εργαζόμενοι και στον ιδιωτικό και στο δημόσιο δεν είναι και έχουν φτάσει στα όριά τους. Στενάζουν από τη διαρκή υποτίμηση της αγοραστικής δύναμης του μισθού τους και δεν μπορούν να βγάλουν το μήνα.

Η 17 Απρίλη πρέπει να γίνει ΓΕΝΙΚΗ ΑΠΕΡΓΙΑ! 

Ακολουθώντας το παράδειγμα της ΕΙΝΑΠ και άλλων σωματείων πρέπει και η ΠΟΣΕ ΕΦΚΑ να πάρει απόφαση για συμμετοχή στην απεργία  17 Απριλίου.

Η υπονόμευση της απεργίας δεν θα περάσει!

ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΕΣ ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΕΣ ΚΙΝΗΣΕΙΣ 

 




Ιταλία 1919-1921: η «κόκκινη διετία»

Του Βαγγέλη Λιγάση

Περίπου έναν αιώνα πριν, ιδρύθηκε επίσημα το φασιστικό κόμμα στην Ιταλία (13/3/1919). Η ίδρυσή του συνέπεσε με την έξαρση ενός ρωμαλέου εργατικού κινήματος που αμφισβήτησε την εξουσία των καπιταλιστών στον χώρο παραγωγής (εργατικά συμβούλια) και δυνητικά την πολιτική εξουσία («κόκκινη διετία» 1919-1920).

Η ενδυνάμωση του φασισμού, πέρα από την απροσχημάτιστη ενίσχυση που έλαβε από την «αστική δημοκρατία» της εποχής, είχε να κάνει κυρίως με την ατολμία των οργανώσεων της εργατικής τάξης στην γείτονα χώρα να διεκδικήσουν κάτι πολύ μεγαλύτερο από προσωρινές κατακτήσεις, παρά το θάρρος και την αυτοθυσία των προλεταρίων. Με τα λόγια ενός πρωταγωνιστή της εποχής, του Αντόνιο Γκράμσι, την ατολμία «να περάσει από τον πόλεμο θέσεων, στον πόλεμο κινήσεων», να διεκδικήσει την εργατική εξουσία.

Οι συντριπτικές ήττες των εργατικών τάξεων της εποχής που, βγαίνοντας από το σφαγείο του 1ου Ιμπεριαλιστικού Πολέμου εξεγέρθηκαν ένοπλα εναντίον των αποδιοργανωμένων αστικών κρατών τους (Γερμανία 1918-19, Ουγγαρία 1919, Ιταλία 1919-1920) καθόρισε στα επόμενα χρόνια την απομόνωση και τελική ήττα της Επανάστασης των Μπολσεβίκων με την άνοδο του Στάλιν στην εξουσία. Η ανάδυση του φασισμού, ως ένα νέο εργαλείο των μεγαλοαστών στην «εποχή των τεράτων» (κρίση του μονοπωλιακού καπιταλισμού), καταδίκασε σε νέες φρικαλεότητες τις επόμενες γενιές και αφήνει το ιστορικό της αποτύπωμα στη σημερινή δυστοπία. Αν η «δρακογενιά» των επαναστατών εκείνης της εποχής δικαιολογείται για την αποτυχία της, λόγω «απειρίας», εμείς δεν «απολαμβάνουμε» αυτό το «δικαίωμα». Αντίθετα, έχουμε την υποχρέωση να «μελετάμε» προσεκτικά τα χαμένα ιστορικά «παράθυρα ευκαιρίας», για να μην χαθούν τα επόμενα.

Η Ιταλία στον Μεγάλο Πόλεμο

Η Ιταλία πλήρωσε βαρύ φόρο αίματος στον πόλεμο, στο πλευρό της Αντάντ (συμμαχία Βρετανίας, Γαλλίας, Ρωσίας κ.ά.). Το 3,5% του πληθυσμού (651.000 στρατιώτες και 589.000 πολίτες) βρήκε τον θάνατο. Η φτώχεια και οι τραγικές συνθήκες διαβίωσης στην αγροτική Ιταλία, διεύρυναν το μίσος απέναντι στον βασιλιά Βίκτωρα Εμμανουήλ, ο οποίος ήταν ήδη αντιδημοφιλής πριν τον πόλεμο.

Σε αντίθεση με τη Γερμανία και τη Γαλλία, όπου τα κυρίαρχα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα συντάχθηκαν με τις αστικές τάξεις των χωρών τους εγκρίνοντας τους πολεμικούς τους προϋπολογισμούς, στην Ιταλία το Ιταλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα (P.S.I.) τάχθηκε εξαρχής (με τη μειοψηφία να παραμένει στο εσωτερικό του) υπέρ της ουδετερότητας και κατήγγειλε την επερχόμενη αιματοχυσία.

Η αντιπαράθεση για την είσοδο ή όχι της Ιταλίας στον πόλεμο, πήρε μάλιστα ένοπλα χαρακτηριστικά το 1915, την περίοδο που ονομάστηκε «οι λαμπρές μέρες του Μάη», με αποτέλεσμα την είσοδο της Ιταλίας στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ.

Η «Κόκκινη διετία»

Όταν όμως οι φαντάροι γύρισαν από το μέτωπο, το ταξικό μίσος, που γιγαντώθηκε στα στρατόπεδα και στα πεδία της μάχης, μεταφέρθηκε στα εργοστάσια και στα μεγάλα αγροκτήματα, όπου οι φτωχοί αγρότες δούλευαν σε άθλιες συνθήκες. Ταυτόχρονα, η αγροτική παραγωγή είχε μειωθεί σχεδόν στο μισό σε σχέση με προπολεμικά, όπως και οι μισθοί, σε αντίθεση με τα υπερκέρδη των εταιρειών Fiat, Breda, Ansaldo κ.λπ, που είχαν εκτοξευτεί λόγω των πολεμικών παραγγελιών. Οι υποσχέσεις που είχαν δοθεί στους αγρότες για παραχώρηση γης με την επιστροφή τους από το μέτωπο, αθετήθηκαν απροσχημάτιστα, κι αυτό έκανε την κατάσταση ακόμα πιο εκρηκτική.

Οι καταλήψεις γης από φτωχούς αγρότες, που είχαν ήδη ξεκινήσει από το 1917, εντάθηκαν, αφού πλέον σε αυτές συμμετείχαν και «εξαπατημένοι» βετεράνοι του πολέμου. Πραγματικές μάχες για την αναδιανομή της γης έγιναν σε όλη τη χώρα, από την Εμιλιάνα Ρομάνα και το Βένετο μέχρι την Απουλία και τη Σικελία.

Από τις αρχές του 1919, η διαρκής άνοδος των τιμών βασικών αγαθών είχε προκαλέσει μαζικές διαδηλώσεις και απεργίες (1.800 περίπου, στις οποίες συμμετείχαν περισσότεροι από 1,5 εκατομμύριο εργάτες). Ενδεικτικά, το καλοκαίρι του 1919 έγινε 3ήμερη απεργία αλληλεγγύης στη Σοβιετική Ένωση…

Κάτω από την επίδραση της Οκτωβριανής Επανάστασης, το συνέδριο του PSI στη Μπολόνια τον Οκτώβρη του 1919 υιοθέτησε ένα επαναστατικό πρόγραμμα και το κόμμα προσχώρησε στην Κομμουνιστική Διεθνή (ΚΔ). Ωστόσο, η πλειοψηφούσα τάση του Σεράτι, παρά τις επαναστατικές της διακηρύξεις, κρατούσε «κεντρίστικη» στάση, αποφεύγοντας συστηματικά κάθε ρήξη με την δεξιά πτέρυγα (Τουράτι), που αντιτασσόταν σφοδρά στη νέα πολιτική του κόμματος. Από την άλλη πλευρά, στην αριστερή πτέρυγα είχαν δημιουργηθεί οι ομάδες του Γκράμσι, που ασκούσε κριτική στην ηγετική ομάδα ωστόσο εξακολουθούσε να τη στηρίζει, και του Μπορντίγκα, που απαιτούσε την απομάκρυνση των ρεφορμιστών και απέρριπτε τη συμμετοχή στις εκλογές.

Η αριστερή στροφή του κόμματος είχε εκτοξεύσει τον αριθμό των μελών από 24.000 σε 200.000, ενώ η CGdL (η αντίστοιχη ιταλική ΓΣΕΕ) μετρούσε 2 εκατομμύρια μέλη – συνδικαλισμένους εργάτες. H αναρχικής επιρροής Ιταλική Συνδικαλιστική Ένωση μετρούσε 800.000 μέλη.

Στις εκλογές του Νοέμβρη του 1919, το PSI θριάμβευσε με 32,4%. Ήδη, στο Τορίνο, οι εργάτες είχαν δημιουργήσει τις πρώτες εργοστασιακές επιτροπές, αμφισβητώντας την εξουσία των αφεντικών στα εργοστάσια.

Το 1920, μετά από πολυάριθμες και σκληρές αναμετρήσεις, μεταξύ των οποίων η «απεργία των δεικτών» (σ.σ. μετά την εργοδοτική αλλαγή ωραρίου στο Τορίνο χωρίς τη γνωμοδότηση και για λόγους αμφισβήτησης των εργοστασιακών συμβουλίων, ξέσπασε απεργία, με τους εργάτες να γυρνούν επιδεικτικά τους δείκτες των ρολογιών της επιχείρησης μία ώρα πίσω, και τα αφεντικά να απολύουν τα μέλη της εσωτερικής επιτροπής.) Η απεργία στις 29/3 εξελίχτηκε σε πανεθνική με 1,2 εκατομμύρια απεργούς, οι εργοδότες απάντησαν με lockout, τα εργοστάσια στο Τορίνο καταλήφθηκαν από (ένοπλους) εργάτες, αλλά οι 50.000 στρατιώτες που έστειλε η κυβέρνηση (μαζί και πολλές εκατοντάδες φασίστες) και η συμφωνία που έσπευσε να κλείσει η ηγεσία της CGdL με την Confindustria (Συνομοσπονδία Βιομηχάνων) «έκλεισαν» την απεργία.

Οι κινητοποιήσεις έφθασαν στο απόγειο τον Αύγουστο του 1920. Το καλοκαίρι, η ομοσπονδία των εργατών μεταλλουργίας FIΟΜ παρουσίασε σειρά διεκδικήσεων, όπως μισθολογικές αυξήσεις, ενοποίηση των μισθολογίων με το κομμάτι και ένα σύστημα αποζημιώσεων ενάντια στην ακρίβεια («Α.Τ.Α.») Το άλλο μέρος απόρριψε την έναρξη διαπραγματεύσεων. Αυτό που διακυβεύονταν δεν ήταν μόνο οικονομικά συμφέροντα, αλλά η ίδια η δυναμική της εξουσίας. Τα αφεντικά ήταν αποφασισμένα να βάλουν ένα τέλος στην πολιτική αυτονομία της εργατικής τάξης που είχε αναπτυχθεί εντός των εργοστασίων.

Από τις 20 Αυγούστου, η Ιταλική Ομοσπονδία των Εργατών Μεταλλουργίας (FIOM) απάντησε με μια στρατηγική κωλυσιεργίας εντός των εγκαταστάσεων, ώστε να αποδυναμώσει την παραγωγή. Στις 31 Αυγούστου, η εργοδοσία αντεπιτέθηκε με κλείσιμο των εργοστασίων, αλλά σε εκείνο το σημείο οι εργάτες προχώρησαν στην κατάληψη των εργοστασίων.

Τα αφεντικά κάλεσαν το στρατό για να περιφρουρήσει τις πύλες των εργοστασίων. Η απάντηση των εργατών ήταν ένα κύμα καταλήψεων εργοστασίων που εξαπλώθηκε σε όλη τη χώρα. Μέσα σε 4 ημέρες το κίνημα εξαπλώθηκε σε όλο τον κλάδο της μεταλλουργίας με τη συμμετοχή 400.000 εργατών. «Όπου υπήρχε εργοστάσιο, αποβάθρα, χαλυβουργείο, σιδηρουργείο, χυτήριο στο οποίο εργαζόταν metallos, εμφανιζόταν μια νέα κατάληψη».

Εκτιμάται πως 100.000 εργάτες άλλων βιομηχανικών κλάδων ακολούθησαν το παράδειγμα των εργατών μετάλλου. Οι άνθρωποι άρχισαν να πιστεύουν πως ο αγώνας δεν ήταν μόνο οικονομικής φύσης. Άρχισαν να κατασκευάζουν και να αποθηκεύουν όπλα στα εργοστάσια. Συνέχισαν την παραγωγή επειδή πίστευαν ότι εγκαινίαζαν μια νέα κοινωνία βασισμένη στον εργατικό έλεγχο. «Εκατοντάδες χιλιάδες εργάτες, με όπλα ή χωρίς, που εργάζονταν, κοιμούνταν μέσα στα εργοστάσια και τα φρουρούσαν. Θεωρούσαν πώς οι εξαιρετικές ημέρες που ζούσαν ήταν η επανάσταση στην πράξη». Η κυβέρνηση παρέλυσε. Στο Νότο οι αγρότες άρχισαν αυθόρμητα να μοιράζουν τη γη. Οι στρατιώτες στην Ανγκόνα στασίασαν για να μην τους στείλουν να πολεμήσουν στην Αλβανία. Οι σιδηροδρομικοί απέργησαν προκειμένου να αποτρέψουν τη μεταφορά «νομοταγών» στρατευμάτων εναντίον της πόλης (κάτι που τελικά δεν απετράπη, λόγω της παρέμβασης των πυροβόλων του Πολεμικού Ναυτικού). Τον Σεπτέμβριο του 1920, οι περισσότερες βιομηχανίες ήταν υπό εργατικό έλεγχο.

Η ιταλική κυβέρνηση, έχοντας συνείδηση της ισχύος του εργατικού κινήματος και των δυσκολιών του κρατικού μηχανισμού να διαχειριστεί ένα κίνημα που μπορούσε να πάρει ανεξέλεγκτο χαρακτήρα, προτίμησε να υιοθετήσει μια στρατηγική φθοράς και διαμεσολάβησης, γνωρίζοντας ότι μπορούσε να βασίζεται στον ρεφορμιστικό προσανατολισμό της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργασίας (CGdL) και την παράλυση του ΣΚΙ.

Στις 20 Σεπτέμβρη 1920 πραγματοποιήθηκε κοινή συνδιάσκεψη του PSI και της CGL. Οι εργάτες της FIAT έστειλαν στη συνδιάσκεψη ένα τηλεγράφημα όπου εξέφραζαν την αποφασιστικότητά τους να πολεμήσουν μέχρι την τελική νίκη της επανάστασης. Κάτω από την πίεση των γεγονότων, η ηγεσία του PSI διακήρυξε ότι στόχος του κινήματος πρέπει να είναι η κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής και της γης και ότι αναλάμβανε να κατευθύνει τον αγώνα σε πανεθνικό επίπεδο. Ο ιστορικός ηγέτης της CGdL Ντ’ Αραγκόνα προκάλεσε ανοιχτά το ΣΚΙ αναφορικά με τη δυνατότητα να ωθήσει τα πράγματα από την κατάληψη των εργοστασιακών εγκαταστάσεων στην επανάσταση: «Εσείς πιστεύετε ότι αυτή είναι η στιγμή να προκληθεί μια επαναστατική ενέργεια, ε, λοιπόν, αναλάβετε εσείς την ευθύνη. Εμείς που δεν αισθανόμαστε να είμαστε σε θέση να αναλάβουμε αυτή την ευθύνη να οδηγήσουμε το προλεταριάτο στην αυτοκτονία, σας λέμε ότι αποσυρόμαστε και παραιτούμαστε… Πάρτε εσείς την καθοδήγηση όλου του κινήματος». Ο γραμματέας του ΣΚΙ Σεράτι, ωστόσο, απέρριψε την προβοκατόρικη πρόταση του Ντ’ Αραγκόνα, και ξαναέθεσε το κόμμα στη διάθεση της Συνομοσπονδίας Εργασίας.

Εντός της CGdL h συζήτηση ανέδειξε κυρίως δύο διακριτές τοποθετήσεις. Από τη μια, την πρόταση του μιλανέζικου εργατικού κέντρου, με επικεφαλής τους Σκιαβέλο-Μπούκο, σύμφωνα με την οποία το Σοσιαλιστικό Κόμμα όφειλε να αναλάβει την καθοδήγηση του εργατικού κινήματος και να θέσει το ζήτημα της κατάκτησης της πολιτικής εξουσίας για την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής. Από την άλλη, η γραμμή που προωθούσε ο γραμματέας (με διακηρυγμένο στόχο «την αναγνώριση εκ μέρους της εργοδοσίας της αρχής του συνδικαλιστικού ελέγχου επί των επιχειρήσεων»), η οποία και πέρασε με πλειοψηφία 3 προς 2.

Μπροστά στην πολιτική απομόνωση και την έλλειψη υποστήριξης, το εργατικό κίνημα έχασε την αποφασιστικότητά του και η FIOM κατέληξε να καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με την εργοδοσία. Ο συλλογικός έλεγχος της παραγωγής δεν υλοποιήθηκε ποτέ, ούτε ήταν το πρελούδιο για την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής όπως διαλαλούσαν οι ρεφορμιστές.

Τις μαζικές απολύσεις και διώξεις κατά των πρωτεργατών του κινήματος ακολούθησε η εξαπόλυση των φασιστικών συμμοριών, που κατέστρεφαν τα γραφεία των εργατικών οργανώσεων, συνδικάτων και εφημερίδων και δολοφονούσαν εργάτες. Η προδοτική ηγεσία του PSI περιορίστηκε σε εκκλήσεις προς το Κοινοβούλιο και το κράτος.

Για την ακρίβεια, την Κόκκινη Διετία διαδέχτηκε η Μαύρη, καθώς η αστική τάξη έδωσε την κυβέρνηση στον φασισμό.

Η γέννηση του φασισμού

Ο Μουσολίνι ίδρυσε την οργάνωση Fasci di Combattimento (ομάδες μάχης) στο Μιλάνο στις 13 Μαρτίου 1919 και αρχικά, τα πρώτα λίγα μέλη ήταν πρώην στρατιώτες που ήταν δυσαρεστημένοι από την έκβαση του πολέμου. Εμφανίστηκε σαν μια αντίδραση βετεράνων του πολέμου που επέστρεφαν στη ζωή τους ως πολίτες, όπου πια δεν μετράνε μία, το μόνο που τους ενώνει είναι η συλλογική βία, και η εμμονή για τσάκισμα οτιδήποτε φαντάζονται ότι αποτελεί αιτία για τη μιζέρια τους: οι ανατρεπτικοί, οι εχθροί του έθνους κ.λπ. Άλλωστε, από τον Ιούλιο του 1918, η φυλλάδα του Μουσολίνι, Il Popolo dItalia,πρόσθεσε στον υπότιτλό της «η καθημερινή εφημερίδα των βετεράνων και των παραγωγών».

Ο Μουσολίνι, πρώην αρχισυντάκτης της εφημερίδας του PSI Avanti, είχε συστήσει στην ίδια πόλη από τον Νοέμβριο του 1914 την ομάδα Fasci dazione rivoluzionaria internazionalista (ομάδες επαναστατικής διεθνιστικής δράσης!) κυκλοφορώντας την εφημερίδα Il popolo dItalia (Ο λαός της Ιταλίας). Την αρχική ομάδα στελέχωσαν παλιοί σοσιαλιστές συνδικαλιστές με ιδιόρρυθμη προσωπικότητα, όπως ο Anceste de Ambris (διανοούμενος του κορπορατισμού, που ωστόσο το 1914 καλούσε τους εργάτες να πουλήσουν τα ποδήλατά τους για να αγοράσουν ρεβόλβερ… και δεν συνέχισε στο φασιστικό κόμμα) και ο Angelo Olivetti (εβραιοϊταλός). Τα Fasci (φάτσι), απ’ όπου βαφτίστηκε και το σχετικό κίνημα, σημαίνει μια δέσμη κλαριών δεμένα μεταξύ τους (και άρα αδύνατο να σπάσουν) και ήταν προηγούμενα συνηθισμένη ονομασία για συνδικαλιστικές ομάδες κ.λπ.

Το «μανιφέστο» τους καλούσε σε κατάργηση της μοναρχίας, της Συγκλήτου και κάθε τίτλου ευγενείας, το δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες, τη δήμευση της εκκλησιαστικής περιουσίας και την απαλλοτρίωση των μεγάλων γαιοκτημόνων και βιομηχάνων… Παραδοσιακά, η μπουρζουαζία αρνείται την ύπαρξη κοινωνικών αντιθέσεων. Ο φασισμός αντίθετα, τις διεκήρυττε ανοιχτά με τη βία, αρνούμενος όμως την ύπαρξή τους μεταξύ των τάξεων και μεταθέτοντάς τες στον ανταγωνισμό μεταξύ των εθνών, κλαψουρίζοντας για τη μοίρα της Ιταλίας ως χώρας φτωχής – «προλεταριακό έθνος».

Ο Μουσολίνι ήταν ταυτόχρονα ένας απαρχαιωμένος θιασώτης παραδοσιακών αξιών που

είχαν ήδη καταστραφεί απ’ το κεφάλαιο, και ταυτόχρονα μοντερνιστής υποστηρικτής των κοινωνικών δικαιωμάτων των ανθρώπων.

Η πληροφορία ότι η εφημερίδα του χρηματοδοτείται από τους Γάλλους, οι οποίοι επιθυμούσαν την είσοδο της Ιταλίας στον πόλεμο, και από βιομηχάνους, που ήθελαν να αποδυναμώσουν το Σοσιαλιστικό Κόμμα, είχε αποτέλεσμα τη διαγραφή του από αυτό. Σύμφωνα με έγγραφα που μελέτησε ο ιστορικός Peter Martland (Cambridge), από το 1917 ο Μουσολίνι πληρωνόταν 100 στερλίνες την εβδομάδα από τη Βρετανική Μυστική Υπηρεσία ΜΙ5, τουλάχιστον επί ένα χρόνο. Αυτό το ποσό ισοδυναμεί με £7.000 στη σύγχρονη εποχή. Τα χρήματα εγκρίνονταν από τον Sir Samuel Hoare, Βρετανό βουλευτή και άνθρωπο της ΜΙ5 που βρισκόταν στη Ρώμη και ήταν τότε επικεφαλής ομάδας 100 Βρετανών πρακτόρων. Εκτός από την έκδοση της εφημερίδας Il Popolo dItalia, ο Hoare ενημερωνόταν και για τη δράση φασιστικών ομάδων που χτυπούσαν διαδηλωτές υπέρ της ειρήνης. Όπως εξηγεί ο Martland, «Το τελευταίο πράγμα που ήθελε τότε η Βρετανία ήταν να σταματήσουν να δουλεύουν τα εργοστάσια του Μιλάνου από απεργούς υπέρ της ειρήνης. Ήταν πολλά τα χρήματα για κάποιον που ήταν δημοσιογράφος τότε (Μουσολίνι), αλλά ήταν ψίχουλα μπροστά στα 4 εκατομμύρια λίρες που ξόδευε η Βρετανία κάθε μέρα για τον πόλεμο».

Το 1919 ο Μουσολίνι δεν αντιπροσώπευε τίποτα: στο Μιλάνο, στις γενικές εκλογές του Νοέμβρη, πήρε λιγότερες από 5.000 ψήφους (ενώ οι σοσιαλιστές πήραν 170.000) και δεν κατάφερε να μπει στην Βουλή.

Στα πρώτα χρόνια, οι ομάδες του κόμματος ονομάζονταν Μελανοχίτωνες (squadristi) και δημιούργησαν μια βάση εξουσίας επιβάλλοντάς την βίαια στους σοσιαλιστές στην αγροτική κοιλάδα Πo, κερδίζοντας έτσι την υποστήριξη των ιδιοκτητών γης. Η ομάδα του, κατά τη διάρκεια του μεγάλου απεργιακού κύματος του 1920, δρα εναντίον των εργατών, οργανώνοντας εκστρατείες «τιμωρίας». Έτσι κερδίζει τη συμπάθεια και τη στήριξη των βιομηχάνων.

Η «Μαύρη διετία»

Από την εμφάνιση των φάτσι κι έπειτα, η αστυνομία έκανε τα στραβά μάτια μπροστά στις λεηλασίες των εργατικών κέντρων από τους φασίστες, ενώ η δικαστική εξουσία επιδείκνυε την πιο γενναιόδωρη επιείκεια και ο στρατός ανεχόταν -αν δε συμμετείχε ανοιχτά- στις φασιστικές επιθέσεις.

Οι φιλελεύθεροι, που συμμάχησαν με τη δεξιά, δεν δίστασαν να σχηματίσουν ένα «εθνικό μπλοκ», με τη συμμετοχή των φασιστών, για τις εκλογές του 1921, δίνοντας στον Μουσολίνι 37 βουλευτικές έδρες.

Η ανοιχτή -αν και ανεπίσημη- υποστήριξη απ’ το κράτος έγινε ημιεπίσημη με την «εγκύκλιο Bonomi». Μετά την αποπομπή του απ’ το Σοσιαλιστικό Κόμμα το 1912, από τον τότε σοσιαλιστή Μουσολίνι, για την υποστήριξή του στον ιταλικό επεκτατικό πόλεμο ενάντια στη Λιβύη, ο Ivanoe Bonomi πέρασε από διάφορα υπουργικά πόστα, και έφτασε μέχρι επικεφαλής της κυβέρνησης του 1921-22. Η εγκύκλιός του τον Οκτώβρη 1921 επέτρεψε σε 60.000 απόστρατους αξιωματικούς να περάσουν στα τάγματα εφόδου του Μουσολίνι, εξασφαλίζοντάς του τον έλεγχο της κατάστασης.

Μέχρι τον Αύγουστο το 1922, ο φασισμός σπάνια αποκτούσε υπόσταση μακριά απ’ τις αγροτικές περιοχές, όπου είχε καταφέρει να ξεριζώσει κάθε ίχνος αυτόνομου αγροτο-εργατικού συνδικαλισμού. Στις αστικές περιοχές τα φάτσι σπάνια κυριαρχούσαν.

Οι Arditi Del Popolo (οι Γενναίοι του Λαού) έκαναν την εμφάνισή τους τον Ιούνιο του 1921 στη Ρώμη. Ο υπολοχαγός Άργκο Σεκοντάρι, ένας πρώην Arditο (επίλεκτο σώμα του ιταλικού στρατού), ενεργός στο απεργιακό κίνημα ήδη από το 1919, κάλεσε μια συγκέντρωση στις 20 Ιούνη που κατέληξε στη συγκρότηση των ADP. Η πρώτη τους πανεθνική διαδήλωση έγινε στις 6 Ιούλη του 1921 στον Βοτανικό Κήπο της Ρώμης. Το Εργατικό Κέντρο της Ρώμης και οι οργανώσεις της Αριστεράς κάλεσαν σε γενική απεργία για να συμμετέχουν οι εργάτες/τριες στη διαδήλωση. Περισσότεροι από 50.000 έδωσαν το «παρών». Το μήνυμά τους ήταν απλό: Οι ADP ήταν μια στρατιωτική οργάνωση που είχε στόχο να κατατροπώσει τη φασιστική βία. Δεν επρόκειτο για μια μικρή ομάδα που επιδιδόταν σε ατομικές τρομοκρατικές ενέργειες ενάντια στους φασίστες, αλλά ένα κίνημα που οργάνωνε δημόσιες συγκεντρώσεις και είχε τη δυνατότητα να εξελιχθεί σε κάτι μεγάλο.

Ωστόσο, ούτε το Σοσιαλιστικό Κόμμα ούτε το νεοϊδρυθέν Κομμουνιστικό Κόμμα στήριξαν τους Arditi Del Popolo, παρά την ενεργή συμμετοχή χιλιάδων μελών τους στο πλευρό τους. Το μεν Σοσιαλιστικό Κόμμα ξεκαθάριζε ότι δεν έχει καμία σχέση με τους ADP και τη δράση τους, μένοντας στις επικλήσεις προς το αστικό κράτος για μπλοκάρισμα της φασιστικής επέλασης. Το δε Κομμουνιστικό Κόμμα, υπό την ηγεσία του Μπορντίγκα, καλούσε τα μέλη του να μη συμμετέχουν στους ADP κινούμενο με τη σεχταριστική αντίληψη που κατηγορούσε τους ADP για έλλειψη ιδεολογικής καθαρότητας. Ο Γκράμσι με την ομάδα του L’Ordine Nuovo, είχε διαφορετική στάση από την ηγεσία του Μπορντίγκα, αλλά δεν είχε τη δύναμη για να κερδίσει το κόμμα στην υποστήριξη των ADP.

Η φασιστική Πορεία προς τη Ραβέννα του Σεπτέμβρη του 1921 δρομολογήθηκε εύκολα. Στη Ρώμη όμως, τον Νοέμβρη του 1921, μια γενική απεργία αποθάρρυνε το προγραμματισμένο φασιστικό συνέδριο, που τελικά δεν διεξήχθη. Ο Μουσολίνι σχεδίαζε να κάνει μια ξεκάθαρη επίδειξη δύναμης του κινήματός του. Για να διευκολύνει την άφιξή τους, η κυβέρνηση είχε συμφωνήσει ότι οι φασίστες θα ταξίδευαν δωρεάν. Μπροστά στην αποφασιστική σύγκρουση που ερχόταν, η ηγεσία των ADP κάλεσε όλα τα μέλη από την γύρω περιοχή του Λάτσιο να έρθουν στην πόλη. Ένας ανταρτοπόλεμος θα ξεσπούσε για τέσσερις ημέρες, με κατάληξη την ήττα των φασιστών και την αποχώρησή τους από την πόλη. Ο σπινθήρας άναψε με τη δολοφονία ενός σιδηροδρομικού εργάτη. Μια γενική απεργία άρχισε τότε να απλώνεται. Οι φασίστες που έφταναν στη Ρώμη βρίσκονταν αντιμέτωποι με μια πόλη παραλυμένη από την απεργία. Οι επιθέσεις των φασιστών στις εργατογειτονιές αποκρούονταν. Οπλισμένες ομάδες αντιφασιστών είχαν τοποθετηθεί στους κύριους δρόμους και οι γυναίκες είχαν ήδη πάρει θέσεις στις ταράτσες και τα παράθυρα, με πέτρες, γλάστρες και κεραμίδια έτοιμες να τα πετάξουν στους φασίστες. Ο Μουσολίνι αναγκάστηκε τελικά να φύγει προς το σιδηροδρομικό σταθμό με την προστασία δύο τεθωρακισμένων που του παρείχε η κυβέρνηση.

Τον Μάη του 1922 οι φασίστες προσπάθησαν ξανά, και σταματήθηκαν ξανά.

Το ίδιο σενάριο επαναλήφθηκε χωρίς πολλές αλλαγές. Μια τοπική φασιστική έφοδος απαντιέται με μια αντεπίθεση της εργατικής τάξης, η οποία αργότερα κάμπτεται, ακολουθώντας τις εκκλήσεις για μετριοπάθεια από τις ρεφορμιστικές εργατικές οργανώσεις, καθώς η αντιδραστική πίεση μειώνεται σταδιακά. Η φασιστική απειλή ανασυντασσόταν και μεταφερόταν αλλού, ενώ με το πέρασμα του χρόνου καθιέρωνε τον εαυτό της απέναντι στο κράτος, αυτό απ’ το οποίο οι μάζες περίμεναν να δώσει λύση. Οι εργάτες ήταν μαχητικοί, πήραν στα χέρια τους τα όπλα, και οχύρωσαν πολλά Casa di Popolo κι εργατικά κέντρα σαν φρούρια, παραμένοντας ωστόσο πάντα στην άμυνα, διεξάγοντας έναν πόλεμο χαρακωμάτων, απέναντι σ’ έναν αεικίνητο αντίπαλο.

Την 1η Αυγούστου, η Συμμαχία της Εργασίας, που συμπεριλάμβανε το συνδικάτο των σιδηροδρομικών, τη CGL και την αναρχική USI κάλεσε σε γενική απεργία. Παρά την ευρεία επιτυχία, η συμμαχία επίσημα ανέστειλε την απεργία στις 3 του μηνός. Σε πολλές πόλεις ωστόσο, συνεχίστηκε παίρνοντας εξεγερσιακή μορφή, η οποία τελικά περιορίστηκε μόνο μετά από μια συνδυασμένη απόπειρα της αστυνομίας και του στρατού, με την υποστήριξη φυσικά των φασιστών.

Στις 3 και 4 Οκτωβρίου 1922 οι squadristi εισβάλλουν στις πόλεις της Γένοβας, του Λιβόρνο και της Ανκόνα και εγκαθιδρύουν τοπικές φασιστικές διοικήσεις. Αυτό που ακολούθησε δεν ήταν τόσο ένα πραξικόπημα όσο μια μεταβίβαση της εξουσίας, υποστηριζόμενης από ένα ευρύ φάσμα δυνάμεων. Στις 28 Οκτώβρη, η «Πορεία προς τη Ρώμη» του Duce και 30.000 φασιστών (ο ίδιος στην πραγματικότητα αρκέστηκε να πάει με το τραίνο) ήταν λίγο – πολύ μια θεατρική πράξη: οι φασίστες υποκρίνονταν ότι επιτίθενται στο κράτος, το κράτος υποκρίθηκε ότι αμύνεται, και ο Μουσολίνι βρέθηκε στην εξουσία. Κάτω απ’ την επιρροή του Badoglio (αρχιστράτηγου κατά το 1919-21), η επίσημη αρχή αυτοκαταργήθηκε. Ο βασιλιάς αρνήθηκε να κηρύξει κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, και στις 30 ζήτησε τελικά απ’ τον Duce να σχηματίσει νέα κυβέρνηση.

Οι φιλελεύθεροι συμμετείχαν στη νέα κυβέρνηση. Με την εξαίρεση των σοσιαλιστών και των κομμουνιστών, όλα τα κόμματα προσέτρεξαν για μια επαναπροσέγγιση με το PNF (Εθνικό Φασιστικό Κόμμα) και υπερψήφισαν τον Μουσολίνι: το Κοινοβούλιο, με μόλις 35

φασίστες βουλευτές, υποστήριξε την πρωθυπουργοποίηση του Μουσολίνι με 306 υπέρ έναντι 116 κατά.

Πρόσωπο με πρόσωπο με τη θύελλα (μετά από την απόλυση 17.000 σιδηροδρομικών, την απαγόρευση και κλείσιμο των κομμουνιστικών εφημερίδων, αμέτρητες συλλήψεις), το PCI πρότεινε μια γενική απεργία για τις 26 Οκτώβρη, για να λάβει την απάντηση της CGL:

«Σε μια στιγμή που τα πολιτικά πάθη έχουν ανάψει, κι όπου δυο δυνάμεις ξένες προς τον συνδικαλισμό μάχονται για την κατάκτηση της εξουσίας, η CGL αισθάνεται ότι το καθήκον της είναι να κρατήσει τους εργαζομένους σε επαγρύπνηση ενάντια στις μεθοδεύσεις των πολιτικών κομμάτων ή ομάδων που επιθυμούν να εμπλέξουν το προλεταριάτο σ’ έναν αγώνα απέναντι στον οποίο θα έπρεπε να παραμείνει αδιάφορο αν θέλει να διατηρήσει την ανεξαρτησία του».

Μπρος σε μια ολοφάνερα πολιτική αντιδραστική εξουσία, η CGL αυτοανακηρύσσεται α-πολιτική, κι ελπίζει στην ανοχή της. Σύντομα θα ταρακουνηθεί απ’ την ονειροπόλησή της.

Λίγους μήνες μετά την απαγωγή και δολοφονία του (μετριοπαθή) σοσιαλιστή βουλευτή Giacomo Matteotti το 1924, ο Μουσολίνι θα εγκαθιδρύσει ολοκληρωτική δικτατορία.

Ο φασισμός απέδειξε την ικανότητά του να καταστέλλει την εργατική απειλή εξασφαλίζοντας επιπλέον 2 δεκαετίες σταθεροποίησης του καπιταλιστικού καθεστώτος στην Ιταλία, κινητοποιώντας ενάντια στο προλεταριάτο μια κοινωνική συμμαχία ξεπεσμένων μικροαστών, κρατικής υπαλληλίας κ.λπ. «ανθρώπινης σκόνης» που η κρίση έβαλε στο περιθώριο της παραγωγής και της ζωής. Τρομοκρατημένα και μπερδεμένα ανθρωπάρια από τη διαταραχή της «καθεστηκυίας τάξης» ακολουθούν πάντα στην όξυνση της ταξικής πόλωσης ανάμεσα σε μεγαλοαστούς και εργάτες αυτόν που εμφανίζεται ως πιο αποφασισμένος και δυνατός.

Ο φασισμός ήταν και είναι κίνημα και όχι απλή «λευκή τρομοκρατία» από το μονοπώλιο κρατικής βίας που ακολουθεί κάθε ηττημένη ή προδομένη εξέγερση, όπως π.χ. ψευδεπίγραφα αναφέρεται ως φασισμός η δικτατορία Μεταξά μετά τον Μάη του ’36, το μεταβαρκιζιανό καθεστώς μετά τον Δεκέμβρη του 44, η χούντα των συνταγματαρχών κ.λπ.

Η σχέση κόμματος και τάξης

Παρ’ όλα αυτά η άνοδος του φασισμού δεν ήταν αποτέλεσμα μαχών στον δρόμο. Οι Ιταλοί (και αργότερα οι Γερμανοί) προλετάριοι δεν νικήθηκαν από τα ρεβόλβερ και γκλομπς των φασιστών, αλλά από την ανεπάρκεια πολιτικής καθοδήγησης των οργανώσεών τους.

Οι πολιτικές αντιθέσεις εντός του PSI -η ύπαρξή του σαν «τσίρκου» ρευμάτων, το οποίο τιθόταν στην ουρά των μαζών (σ.σ. κάτι μας μοιάζει με τον Σύριζα του «αντιμνημονιακού αγώνα 2010-2012)- παρουσιάστηκαν με ιδιαίτερη σφοδρότητα το 1920, τη χρονιά που έφτασε στο απόγειό της η σύγκρουση ανάμεσα στους εργάτες και τα αφεντικά.

Το ζήτημα της εξουσίας θέτει επί τάπητος και το ζήτημα της συγκρότησης της πρωτοπορίας, του κόμματος.

Η κεντριστική ηγεσία του PSI, παρότι δεν υστέρησε καθόλου σε επαναστατική φρασεολογία και εκκλήσεις προς τους εργάτες, αγρότες και στρατιώτες, στην πράξη έκανε ελάχιστα για την οργάνωση του αγώνα και την πολιτική του κατεύθυνση.

Από τα άλλα ρεύματα του εργατικού κινήματος, όπως το αναρχοσυνδικαλιστικό, δεν προωθήθηκε μια λογική υπέρβασης του καπιταλισμού (και δεν αναμενόταν άλλωστε). Το κενό στρατηγικής κλήθηκαν εκ των πραγμάτων να καλύψουν τα εργατικά συμβούλια, τα οποία συνεθλίβησαν στις Συμπληγάδες της ακραίας υποτίμησης από τη μια και της αποθεωτικής υπερτίμησης από την άλλη.

Ωστόσο, και οι επαναστατικές δυνάμεις εντός PSI υπό τον Αντόνιο Γκράμσι και τον Αμαντέο Μπορντίγκα δεν κατάφεραν να ξεφύγουν εγκαίρως από τον θανάσιμο εναγκαλισμό με τους ρεφορμιστές και αποδείχθηκαν «λίγες» την κρίσιμη στιγμή.

Η ομάδα του Μπορντίγκα, παρά τη σωστή κριτική της προς τις άλλες τάσεις, απέρριπτε την τακτική του ενιαίου εργατικού μετώπου. Υποτιμούσε την αξία των μορφών αυτοοργάνωσης της εργατικής τάξης ως οργάνων επαναστατικού αγώνα και εργατικής εξουσίας. «Να καταλάβουμε το εργοστάσιο ή την εξουσία;» ήταν ο τίτλος ενός άρθρου στο «Ιλ Σοβιέτ» το Φλεβάρη του 1920. Σημερινές απόψεις που απορρίπτουν το σύνθημα του εργατικού ελέγχου ως «ρεφορμιστικό, στο πλαίσιο του υπάρχοντος συστήματος», θυμίζουν τις θέσεις του Μπορντίγκα. Στη βάση αυτών των απόψεων, υπήρχε μια λανθασμένη «μπλανκιστική» αντίληψη για τη σχέση του κόμματος με την τάξη, ότι το κόμμα είναι ο «δάσκαλος» κι η εργατική τάξη ο «μαθητής». Ωστόσο, η διαλεκτική σχέση τάξης και πολιτικής πρωτοπορίας της είναι ότι το κόμμα είναι ο καλύτερος μαθητής αυτών που η τάξη με τους αγώνες της διδάσκει..

Η ομάδα του Γκράμσι, από την άλλη, υπερτίμησε τη σημασία των επιτροπών και της αυτοδιαχείρισης της παραγωγής στα εργοστάσια, υποστηρίζοντας τη λανθασμένη τακτική της FIOM. Όπως όμως έχει φανεί και αργότερα (π.χ. τα αυτοδιαχειριζόμενα – εγκαταλελειμμένα εργοστάσια στην χρεοκοπημένη Αργεντινή την δεκαετία του 2000), η τακτική αυτή αποδεικνύεται αδιέξοδη, καθώς από τη μια τα προαπαιτούμενα για μια πραγματική αυτοδιαχείριση της παραγωγής (πρώτες ύλες, οικονομικοί πόροι, μεταφορές κ.λπ.) βρίσκονταν στα χέρια της αστικής τάξης, ενώ από την άλλη η ρουτίνα της καθημερινής δουλειάς στερεί πολύτιμες δυνάμεις από τον αγώνα…

Ο Γκράμσι, στις σελίδες τoυ «Ordine Nuovo», ήταν ξεκάθαρος πλέον για την ανάγκη διαχωρισμού από το ΣΚΙ. Στις 9 Οκτώβρη 1920, λίγες βδομάδες μετά το τέλος της σύγκρουσης των εργατών της μεταλλουργίας, έγραφε: «[] Το Σοσιαλιστικό Κόμμα, που αυτοαναγορεύεται σε καθοδηγητή και δάσκαλο των μαζών, δεν είναι παρά ένας δύσμοιρος συμβολαιογράφος που καταγράφει τις κινήσεις που πραγματοποιούνται αυθόρμητα από τις μάζες. Αυτό το δύσμοιρο Σοσιαλιστικό Κόμμα, δεν είναι τίποτε άλλο παρά εμπόδιο στον προλεταριακό στρατό. [] Aν αυτή η παράταιρη κατάσταση [] δεν έχει ως τώρα προκαλέσει μια καταστροφή, είναι επειδή μέσα στην εργατική τάξη, στις οργανώσεις πόλεων του Κόμματος, στα συνδικάτα, στα εργοστάσια, στα χωριά, υπάρχουν ενεργητικές ομάδες κομμουνιστών [] είναι επειδή υπάρχει δυνητικά, εντός του Σοσιαλιστικού Κόμματος, ένα Κομμουνιστικό Κόμμα από το οποίο λείπει μόνο η ρητή οργάνωση και η συγκεντροποίηση για να αναπτυχθεί, να κατακτήσει και να ανανεώσει το σύνολο του κόμματος της εργατικής τάξης, να δώσει μια νέα κατεύθυνση στη Γενική Συνομοσπονδία Εργασίας».

Τον Γενάρη του 1921 η επαναστατική αριστερά αποχώρησε από το συνέδριο του PSI στο Λιβόρνο και ίδρυσε το Κομμουνιστικό Κόμμα στην Ιταλία (PCI). Η «κόκκινη διετία» είχε καταλήξει σε ήττα, με ευθύνη της ηγεσίας του PSI, και το κίνημα υποχωρούσε ραγδαία. Η ίδια η διάσπαση του Λιβόρνο έγινε με άτσαλο τρόπο. Χιλιάδες εργάτες που πίστευαν στην Κομιντέρν παρέμειναν στο PSI.

Όμως στο Κομμουνιστικό Κόμμα κυριαρχούσε ο Μπορντίγκα κι οι υποστηρικτές του. Η κοινή δράση με τις ρεφορμιστές οργανώσεις -το ενιαίο μέτωπο- ήταν ανάθεμα για αυτούς. Για τον Μπορντίγκα, ο φασισμός ήταν «απλά» μια άλλη μορφή της δικτατορίας της αστικής τάξης. Μ’ αυτή τη λογική, όταν οι εργάτες σε μια σειρά πόλεις συγκρότησαν τους Arditi del Popolo, το Κομμουνιστικό Κόμμα, προσπάθησε να οργανώσει τους δικούς του, «ταξικούς» σχηματισμούς.

Χρειάστηκε μια έντονη εσωκομματική πάλη για να κατανικηθούν αυτές οι απόψεις. Η ανάληψη της ηγεσίας του κόμματος από τον Γκράμσι το 1924 σηματοδοτεί αυτή τη στροφή. Ήταν όμως πολύ αργά, παρότι και στους δύο συντρόφους πρώτους ηγέτες του ΚΚΙ οφείλουμε τεράστιο σεβασμό για τη ζωή και το έργο τους: ο Γκράμσι πέθανε στα 46 μετά από 12 χρόνια στις φυλακές του Μουσολίνι απ’ όπου μας άφησε μια τεράστια παρακαταθήκη, ενώ ο Μπορντίγκα έχει πρωτότυπες (και άγνωστες σχετικά) μαρξιστικές αναλύσεις για τον καπιταλιστικό χαραχτήρα του «υπαρκτού σοσιαλισμού» και όχι μόνο, αλλά και την τιμή να είναι ο μόνος που πέταξε κατάμουτρα στον Στάλιν το 1924 τον χαρακτηρισμό του «νεκροθάφτη της επανάστασης» (και επέζησε).

Οι κομμουνιστές πρέπει να κατανοούμε τη «μοναδικότητα» μιας κοινωνικής σύγκρουσης χωρίς να ξεχνάμε τον καθοδηγητικό ρόλο του κόμματος. Σε σχέση με το κίνημα κατάληψης των εργοστασίων υπάρχει μια πλήρης συνειδητοποίηση της αναπόφευκτης ήττας τους, αν δεν μετατίθονταν ο σκοπός από το οικονομικό επίπεδο στο πολιτικό και την κατάληψη της εξουσίας.

Το ιστορικό δίδαγμα της Κόκκινης Διετίας κινδυνεύει να παραμείνει μια αφηρημένη επιβεβαίωση της αρχής περί αναγκαιότητας κόμματος, αν δεν επικαιροποιεί το πρόβλημα: πράγματι, είναι τεράστιες οι διαφορές σε σχέση με εκατό χρόνια πριν. Την εποχή εκείνη, υπήρχε μια κατάσταση εξαιρετικής υλικής ανέχειας. Σε επίπεδο συνείδησης, τουλάχιστον, «αφ’ εαυτής», η εργατική τάξη ήταν παρούσα, η κομμουνιστική θεωρία είχε κατακτήσει τεράστιο κύρος χάρη στον θρίαμβο της Οκτωβριανής Επανάστασης και μπορούσε να τρέφεται από το μαζικό ρίζωμα σοσιαλιστικών κομμάτων. Αντίθετα, το σημερινό πλαίσιο είναι εντελώς διαφορετικό και η ιδεολογική και πολιτική ηγεμόνευση της αστικής τάξης μοιάζει αδιαμφισβήτητη.

Οποιαδήποτε ανασυγκρότηση του κομμουνισμού ως εναλλακτικής στη βαρβαρότητα σήμερα, ξεκινάει αναγκαστικά από το ξεπέρασμα του κατακερματισμού μας, μέσα από μια ανοιχτή συζήτηση – ανταγωνισμό και υιοθέτηση μιας κοινής πρακτικής στο κίνημα, για την οικοδόμηση μιας ενδιάμεσης προς το κόμμα οργανωτικής μορφής που θα καλύψει μέρος της απόστασης προς την τάξη «για τον εαυτό της».




Αριστερά και Ευρωζώνη – Ευρωπαϊκή Ένωση

Το κεντρικό πολιτικό άρθρο του φύλλου 48 της εφημερίδας “Κόκκινο Νήμα” που κυκλοφορεί

Ο καπιταλισµός, που δεν έρχεται «απ’ έξω», και ο διεθνισµός, που αποδεικνύεται πρώτα απ’ όλα «µέσα», από την πλήρη ανεξαρτησία και την ολοκληρωτική ρήξη µε τη δική µας αστική τάξη 

Καθώς πλησιάζουν οι ευρωεκλογές, οι πολιτικές δυνάµεις όλου του πολιτικού φάσµατος τοποθετούνται για την Ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση, και για τις σχέσεις της Ελλάδας µε αυτήν. Τα αστικά κόµµατα της δεξιάς και του κέντρου, η Ν∆ και το ΠΑΣΟΚ, είναι «ευρωπαϊκά» κόµµατα. Η Ν∆ ήταν εξαρχής τέτοιο, το δε ΠΑΣΟΚ έγινε τέτοιο από τη δεκαετία του ’80, ξεχνώντας τη ριζοσπαστική συνθηµατολογία της πρώτης του περιόδου («ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο»). Το ΠΑΣΟΚ πέρασε από ένα ακόµη «τεστ προσαρµογής» ύστερα από την κρίση και ντε φάκτο χρεοκοπία του ελληνικού ∆ηµοσίου το 2009-2010, όταν υπερασπίστηκε τα µνηµόνια, µαζί µε τη Ν∆, το ακροδεξιό ΛΑΟΣ και την ∆ΗΜΑΡ, δηλαδή το ευρωπαϊκό κεκτηµένο της ελληνικής αστικής τάξης. Ο ΣΥΡΙΖΑ εισήλθε στο κλαµπ του ευρωπαϊσµού όταν η ηγεσία του πέρασε το δικό της σκληρό τεστ: αφού το 2012 κέρδισε την πολιτική εκπροσώπηση του µαζικού αντιµνηµονιακού ρεύµατος της περιόδου 2010-2015, τον Ιούλιο του 2015 πρόδωσε τη βασική του προγραµµατική αιχµή, την κατάργηση των µνηµονίων (που σήµαινε, µεταξύ άλλων, τη µετωπική ρήξη µε τους δανειστές) και υπέγραψε µαζί τους «µνηµόνιο συνεργασίας και κατανόησης». Έκτοτε, η ευρωπαϊκή του δέσµευση απέκτησε την ισχύ απαράγραπτης καταστατικής αρχής. Όσο για τα κόµµατα της άκρας δεξιάς, της Χρυσής Αυγής και γενικά των φασιστών περιλαµβανοµένων, δεν υπήρξαν ποτέ «αντι-ευρωπαϊκά»: υποστηρίζουν την «Ευρώπη των κυρίαρχων εθνών (ή λαών)», την οποία µόνο η ακροδεξιά πολιτική ηγεµονία µπορεί να οικοδοµήσει. 

Στην περίµετρο του κλαµπ του «ευρωπαϊσµού» στέκεται το ΜΕΡΑ25. Στη διακήρυξή του µιλάει για «συγκροτηµένο, έγκυρο και πειστικό Αντι-Μνηµόνιο […] είτε εντός είτε εκτός της Ευρωζώνης […] Καµία λελογισµένη πρόταση οικονοµικής και κοινωνικής πολιτικής (π.χ. µείωση φορολογικών συντελεστών) δεν θα έχει τύχη εφόσον προϋποθέτει την πρότερη σύµφωνη γνώµη του Eurogroup. […] Το 2015 δεν θα επαναληφθεί.»    

Εκτός του πολιτικού κλαµπ των «ευρωπαϊστών» τοποθετούνται το ΚΚΕ, η Ανταρσύα και το σύνολο των οργανώσεων της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς. 

ΕΕ και Ευρωζώνη: η κρίση βαθαίνει

Θα χρειαζόταν ολόκληρο βιβλίο για να περιγράψουµε τις πολλαπλές και διαβρωτικές συνέπειες αυτού που οι αστοί οικονοµολόγοι και δηµοσιολόγοι αποκαλούν «πολυκρίση», και τις κοινωνικές-πολιτικές συνέπειές της. Στον βαθµό που (δεν πρέπει να) ξεχνάµε ότι η ΕΕ – Ευρωζώνη είναι… καπιταλιστικές, η έρπουσα κρίση τους είναι καπιταλιστική κρίση, µε όλα τα τυπικά χαρακτηριστικά αυτής της κρίσης στις χώρες του αναπτυγµένου δυτικού καπιταλισµού: τις συνέπειες του συνδυασµού υψηλού πληθωρισµού και υψηλών επιτοκίων, τη µεγάλη οικονοµική επιβράδυνση, το υψηλό δηµόσιο και ιδιωτικό χρέος, τις «φούσκες» σε κινητά και ακίνητα περιουσιακά στοιχεία που εγκυµονούν τον κίνδυνο νέας χρηµατοπιστωτικής κρίσης, τα προβλήµατα της «πράσινης» και ενεργειακής µετάβασης, την αδυναµία αντιµετώπισης και τις συνέπειες της κλιµατικής κρίσης, την όξυνση της ιµπεριαλιστικής αντιπαράθεσης, τις ανεξέλεγκτες και επικίνδυνες συνέπειες της τεχνητής νοηµοσύνης. 

Το ζήτηµα είναι ότι αν όλα αυτά είναι από µόνα τους και στον συνδυασµό τους πρόβληµα, αυτό το πρόβληµα µεγιστοποιείται από ο γεγονός ότι η ΕΕ χάνει κατά κράτος στον διεθνή ανταγωνισµό και η θέση της υποβαθµίζεται ραγδαία. 

Αυτή η υποβάθµιση είναι, ταυτόχρονα, οικονοµική και (γεω)πολιτική, ο δε συνδυασµός τους «τσακίζει κόκαλα»:

Οικονοµική, για δύο βασικούς λόγους: 

Πρώτο, επειδή χάνεται η µάχη της παραγωγικότητας και των νέων τεχνολογιών µε τους δύο άλλους ισχυρούς πόλους, τις ΗΠΑ και την Κίνα. Η παραγωγικότητα της εργασίας στην ΕΕ κυµαίνεται σε επίπεδα κάτω από το 1% και τείνει… προς το µηδέν, µια κατάσταση σχεδόν αφύσικη για τον καπιταλισµό ύστερα από το ιστορικό του πέρασµα από τον καπιταλισµό της απόλυτης υπεραξίας στον καπιταλισµό της σχετικής υπεραξίας από το τελευταίο πέµπτο του 19ου αιώνα. Αυτό δεν φαίνεται µόνο στα στατιστικά στοιχεία, αλλά πιστοποιείται στο σαφές προβάδισµα ΗΠΑ και Κίνας στις τεχνολογίες των ανανεώσιµων πηγών ενέργειας, στην τεχνητή νοηµοσύνη, στην αεροδιαστηµική.        

∆εύτερο, επειδή η «ευρωπαϊκή ενοποίηση» και το δαχτυλίδι του στέµµατός της, το ευρώ, είναι καθηλωµένα από την ιδρυτική αρχή της λιτότητας και της δηµοσιονοµικής πειθαρχίας σε πολύ υψηλότερο βαθµό σε σχέση µε τις ΗΠΑ και, ακόµη περισσότερο, την Κίνα. Η Κίνα µπορεί να κινητοποιεί, κεντρικά και συγκεντρωτικά, επενδύσεις µεγάλου ύψους και να τις κατευθύνει στοχευµένα εκεί που αποφασίζει το κράτος, οι ΗΠΑ παρακάµπτουν συστηµατικά τη λεγόµενη «δηµοσιονοµική πειθαρχία» και εξαγγέλλουν πρόγραµµα σχεδόν µισού τρισ. δολαρίων επιδότησης επενδύσεων για την «πράσινη µετάβαση», αλλά το ευρωπαϊκό σκορποχώρι δεν µπορεί να εξασφαλίσει τέτοιου ύψους επενδύσεις. Έχει πιο αδύναµο ιδιωτικό τοµέα και πιο αδύναµο τραπεζικό σύστηµα, οι επιµέρους χώρες, ακόµη και οι ισχυρότερες, δεν έχουν τέτοια δηµοσιονοµικά περιθώρια, η δε Γερµανία και οι χώρες του ευρωπαϊκού Βορρά είναι ακλόνητες στο µετερίζι της δηµοσιονοµικής πειθαρχίας, απαγορεύοντας κοινό δανεισµό µέσω ευρωοµολόγων. Το αποτέλεσµα είναι ότι µετατρέπεται γοργά σε «µεγάλο ασθενή» της Ευρώπης η ίδια η Γερµανία, που βολοδέρνει στην ύφεση µε τάσεις αποβιοµηχάνισης.  

(Γεω)πολιτική, λόγω της απόφασης να υπαχθεί στον αµερικανικό σχεδιασµό στην Ουκρανία ήδη από το 2014 και ολοκληρωτικά ύστερα από το ξέσπασµα του πολέµου τον Φεβρουάριο του 2022. Η εγγενής ενεργειακή εξάρτηση επιδεινώνει το πρόβληµα, η αδυναµία στήριξης της Ουκρανίας µε εξοπλισµό χειροτερεύει την κατάσταση στο µέτωπο, οι ΗΠΑ πιέζουν για αύξηση των ευρωπαϊκών στρατιωτικών δαπανών στο 2% ώστε να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, ενώ η διαγραφόµενη επάνοδος του Τραµπ στον Λευκό Οίκο προκαλεί νευρικότητα στα όρια του πανικού, καθώς η «σκληρή αγάπη» των ΗΠΑ επί Μπάιντεν µπορεί να µετατραπεί σε αποσύνδεση των ΗΠΑ σε µια νέα προεδρία Τραµπ: «βγάλτε τα πέρα µόνοι σας µε τη Ρωσία, εµείς έχουµε να ασχοληθούµε µε την Κίνα». 

Ο τρόµος του τι µπορεί να σηµάνουν όλα αυτά σε συνδυασµό µε νίκη της Ρωσίας στο ουκρανικό µέτωπο εµπνέει κινήσεις πανικού και αντιπαραθέσεις κορυφής. Ο Μακρόν προτείνει αποστολή στρατευµάτων του ΝΑΤΟ στο ουκρανικό έδαφος, ο Σολτς απορρίπτει την πρόταση «µετά βδελυγµίας», στη γερµανική αστική τάξη και στον κυβερνητικό συνασπισµό διεξάγεται σκληρή µάχη προσανατολισµού, όλοι µαζί όµως συµφωνούν ότι απαιτείται γενναία και άµεση στροφή στη στρατιωτικοποίηση. 

Η άκρα δεξιά

Η «πολυκρίση» σε συνθήκες επιδείνωσης της θέσης της ΕΕ και Ευρωζώνης στον διεθνή ανταγωνισµό και (γεω)πολιτικής ανασφάλειας στα όρια του πανικού, έχει άµεσες πολιτικές και κοινωνικές συνέπειες. Τα κοινωνικά-κινηµατικά και πολιτικά σκιρτήµατα στα χρόνια ύστερα από την κρίση του 2008-2009, κυρίως στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, υπέστησαν σκληρές ήττες, ιδιαίτερα στην Ελλάδα. Καθώς τα συλλογικά οράµατα ηττήθηκαν, τη θέση των ελπίδων που έβγαζαν τη γλώσσα στη ρεαλιστική ανάγνωση του συσχετισµού δύναµης, πήρε η µαζική ψυχολογία του σκληρού επιβιωτισµού και του κυνισµού σε ένα έδαφος που η οικονοµική κρίση συσσώρευε τις πολυποίκιλες συνέπειες της κοινωνικής κρίσης. Η αίσθηση ότι ζούµε σε µια ιστορική παρένθεση που κάποτε θα κλείσει και το ζήτηµα είναι µέχρι τότε να επιβιώσουµε χωρίς µεγαλύτερες απώλειες, δηµιούργησε το έδαφος για στροφή σε ό,τι σε συνθήκες ήττας και απογοήτευσης  έµοιαζε σταθερό σηµείο αναφοράς και στήριγµα «µέχρι να περάσει η µπόρα». Σε τέτοιες συνθήκες, η άκρα δεξιά διεύρυνε κατά πολύ τον χώρο επιρροής της. Επαγγέλθηκε την Ευρώπη των κυρίαρχων εθνών (ή και λαών) απέναντι στον χυλό του κοσµοπολιτισµού και της παγκοσµιοποίησης, επαγγέλθηκε την ανάκτηση της εθνικής κυριαρχίας στο πλαίσιο µιας τέτοιας Ευρώπης, απέφυγε να τροµάξει µε ευθέως αντι-ευρωπαϊκό λόγο, ταύτισε τον κυρίαρχο λαό µε τον µικρο-µεσοαστικό κορµό (τη «µεσαία τάξη»), σαν σύµβολο της αντίστασης στον εκπεσµό στη θέση των προλετάριων και των φτωχών, κήρυξε την επιστροφή στις σταθερές και στη σιγουριά και ασφάλεια των παραδοσιακών αξιών, υπαινίχθηκε µια εθνική και λαϊκή ανάταση που θα ξαναβάλει σε κίνηση τον µηχανισµό της κοινωνικής κινητικότητας προς τα πάνω τον οποίο κατέστρεψε η κρίση, έδειξε σαν υπαίτιους της κρίσης και της παρακµής όσους εχθρεύονται την προστατευτική µήτρα του «κυρίαρχου κράτους» και λαού και συµβολίζουν τον εκπεσµό στη θέση των φτωχών (τους πρόσφυγες και µετανάστες, τους εχθρούς της «µεσαίας τάξης» στο πολιτικό σύστηµα, τον διαλυτισµό του διεθνισµού της Αριστεράς, τον κοινωνικό εκφυλισµό των αποκλινουσών σεξουαλικών ταυτοτήτων), διαφοροποιήθηκε από την πρόσδεση στο «αµερικανικό άρµα» στο ζήτηµα του πολέµου στην Ουκρανία – τόσο περισσότερο όσο πιο µακριά βρισκόταν από την κυβερνητική διαχείριση, πρόσφερε στο πιο σαλταρισµένο και «νευρικό» τµήµα των ηττηµένων της κρίσης και της ήττας των συλλογικών οραµάτων την ψευδαίσθηση ανάκτησης της δύναµης και αξιοπρέπειάς του µε τη συµµετοχή σε µαχητικές πολιτικές εκφράσεις και δράσεις. 

Η άκρα δεξιά είχε/έχει µια πλήρη και λειτουργική πολιτική πρόταση. Η θεαµατική αύξηση της πολιτικής της δυναµικής δεν οφείλεται πρωτίστως σε µια συντηρητική µετατόπιση στις ιδέες («συντηρητική στροφή»), µάλιστα οι ιδέες καθαυτές είναι το αδύνατο σηµείο της, αλλά στην κρουστικότητα της πολιτικής της πρότασης σε συνθήκες κενού Αριστεράς. Αυτός είναι και ο βασικός λόγος που η άκρα δεξιά από παρέκκλιση από την πολιτική «κανονικότητα» έχει µετατραπεί σε λίγο χρόνο σε δύναµη συγκυβέρνησης σε σειρά ευρωπαϊκών χωρών, που η Μελόνι έχει αναδειχθεί σε σηµείο σύγκλισης των ευρωπαϊκών ισορροπιών.           

Η άκρα δεξιά αλλάζει τους ευρωπαϊκούς πολιτικούς συσχετισµούς, µετατοπίζει διαρκώς (ακρο)δεξιότερα τον πολιτικό άξονα, στενεύει διαρκώς τον χώρο επιρροής του ακραίου κέντρου και της δεξιάς, πιέζει την Αριστερά όχι µόνο πολιτικά και ιδεολογικά, αλλά και κοινωνικά, κερδίζοντας επιρροή στα πλέον ανεκπαίδευτα, ανοργάνωτα και λουµπενοποιηµένα (ή και σαλταρισµένα) τµήµατα µισθωτών και µικροαστών. Ωστόσο, αν αυτή είναι η µαζική κοινωνική της βάση, τα ταξικά της στηρίγµατα είναι τµήµατα της αστικής τάξης, µεσαίας αλλά και των πλέον ασύδοτων τµηµάτων του χρηµατιστικού κεφαλαίου. Ο ταξικός της χαρακτήρας είναι πράκτορας του χρηµατιστικού κεφαλαίου. Το κοινωνικό της πρόγραµµα προβλέπει σκληρή λιτότητα αλλά «για καλό σκοπό»: να ξαναστήσουµε στα πόδια τους τις παραδοσιακές αξίες (πατρίδα-θρησκεία-οικογένεια), να στηριχτεί η «µεσαία τάξη» ώστε να αναγεννηθεί σαν τιµηµένος κορµός της αναγέννησης του έθνους, να στηριχτεί η «οικονοµία» (δηλαδή τα καπιταλιστικά κέρδη, αλλά αυτό είναι η κρυφή ατζέντα του προγράµµατος που γίνεται αλλά δεν λέγεται), και να χρηµατοδοτήσει γενναία αυτό το σχέδιο η εργατική τάξη «τρώγοντας και πέτρες» αν χρειαστεί. Απόδειξη; Ο Τραµπ, ο Μπολσονάρου, η Μελόνι, ο Χαβιέρ Μιλέι.     

Οι main stream συστηµικές πολιτικές δυνάµεις, η δεξιά και το ακραίο κέντρο, µετατοπίζονται διαρκώς δεξιότερα και προσαρµόζουν την πολιτική ατζέντα σε αυτήν της ακροδεξιάς, µε την ελπίδα ότι έτσι θα ανασχέσουν την πορεία της στο να γίνει ηγεµονική πολιτική δύναµη και ότι θα ανακόψουν την ορµή της και θα την κάνουν πιο συστηµική. 

Το συνολικό πολιτικό αποτέλεσµα είναι ότι επωάζονται όλα τα τέρατα µιας µεταβατικής περιόδου προς το άγνωστο: ο εθνικισµός και µιλιταρισµός, ο ρατσισµός, ο σεξισµός, ο πολιτικός αυταρχισµός και οι τάσεις πολιτικού απολυταρχισµού, οι ακραίες µορφές καταστολής, ο εκφυλισµός της αστικής δηµοκρατίας (θεσµικός, πολιτικός και νοµικός-δικαιικός). Είναι το πολιτικό εποικοδόµηµα του «πολεµικού καπιταλισµού» της γενικευµένης κρίσης («πολυκρίση») µε έντονα χαρακτηριστικά σκλήρυνσης αλλά ταυτόχρονα και παρακµής.   

Το δίληµµα είναι αποδέσµευση ή όχι; 

Ενόψει ευρωεκλογών, στην Αριστερά τείνουν να διαµορφωθούν τρεις εκλογικές πλατφόρµες: του ΚΚΕ, της Ανταρσύα και ενός διαφαινόµενου εκλογικού (ή ίσως όχι µόνο) µετώπου ΜΕΡΑ25-ΛΑΕ και δυνάµεων της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς. Η κυρίαρχη διαχωριστική φαίνεται να είναι η στάση στο ζήτηµα της αποδέσµευσης-εξόδου από την ΕΕ. Το ΚΚΕ είναι υπέρ της «ολοµέτωπης» αντιπαράθεσης µε την ΕΕ αλλά όχι της αποδέσµευσης και της εξόδου από την Ευρωζώνη, µε βάση την πάγια λογική του ότι όλες οι καθοριστικές ρήξεις µε το σύστηµα έχουν νόηµα µόνο σε συνθήκες επαναστατικής κατάστασης και άµεσης πάλης για την εργατική εξουσία. Όταν το 2015 τέθηκε το ζήτηµα της ρήξης µε την ΕΕ και Ευρωζώνη µε τους όρους που διαµόρφωσε η δοµική κρίση του ελληνικού καπιταλισµού, η ντε φάκτο χρεοκοπία και ο µαζικός αγώνας για την κατάργηση των µνηµονίων, το ΚΚΕ συνέστηνε την αποφυγή της ρήξης και της εξόδου – η κατάσταση δεν ήταν επαναστατική… Πολύ περισσότερο, η κατάσταση δεν είναι επαναστατική σήµερα. Αυτό όµως δεν εµποδίζει τον ∆ηµήτρη Κουτσούµπα να απαντάει σε ερώτηση για το σε ποιους απευθύνεται το ΚΚΕ «σε όλους όσοι είναι ενάντια στην ΕΕ». 

Η Ανταρσύα µιλάει για αντικαπιταλιστική αποδέσµευση και θεωρεί ότι αυτό είναι η θεµελιώδης διαχωριστική. Η θεµελιώδης στην πορεία προς τις ευρωεκλογές, αλλά θεµελιώδης και στο πρόγραµµα της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς. 

Το ΜΕΡΑ25 προσπερνάει το µέσα ή έξω («είτε µέσα είτε έξω»), άλλες δε δυνάµεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς που προσανατολίζονται σε εκλογική συµµαχία µαζί του στις ευρωεκλογές, λένε ότι η συγκυρία δεν θέτει µε άµεσο τρόπο το ζήτηµα της ρήξης και αποδέσµευσης, εποµένως οι διαφωνίες στο ζήτηµα αυτό µπορούν και πρέπει να προσπεραστούν.    

Παραδόξως, το γεγονός ότι πρόκειται για ευρωεκλογές θεωρείται ότι καθιστά νόµιµη τη µετατόπιση από ένα αντικαπιταλιστικό πρόγραµµα σε ένα πρόγραµµα ρήξης (µε ή χωρίς αποδέσµευση) µε την ΕΕ. 

Από τη µια, γιατί είναι εφικτή και προτιµητέα µια συµµαχία µε το ΜΕΡΑ25; Γιατί η συγκυρία δεν θέτει µε άµεσο τρόπο το ζήτηµα της ρήξης και αποδέσµευσης. Θα κατέβουµε λοιπόν στις εκλογές µε ένα µίνιµουµ πρόγραµµα κινηµατικών στόχων για τη λιτότητα, τα δηµοκρατικά δικαιώµατα, τα κοινά αγαθά, τον αντιρατσισµό και αντισεξισµό, αφού σε αυτά µπορούµε να «συναντηθούµε» µε το ΜΕΡΑ25; Και θα βγάλουµε έτσι ευρωβουλευτή τον Βαρουφάκη, για να γίνει το «µεγάφωνο» του σχεδίου για ανατροπή της «χρεοδουλοπαροικίας» και ενίσχυση, µεταξύ άλλων, «της δηµιουργικής επιχειρηµατικότητας απέναντι στην αρπακτική προσοδοφορία του ολιγαρχικού κατεστηµένου» όπως λέει στη διακήρυξή του το ΜΕΡΑ25;

Από την άλλη, το ζήτηµα της ρήξης και αποδέσµευσης είναι για το σήµερα, γιατί η ΕΕ είναι παντού, θα τη βρεις «όποια πέτρα κι αν σηκώσεις», όπως λέει το ΝΑΡ, οπότε θα αναγάγουµε αυτό σε βασική διαχωριστική και θα υποβαθµίσουµε το συνολικό µας πρόγραµµα σε υποπαραγράφους ενός προγράµµατος που θα κατακλύζεται από εκδοχές ρήξης µε την ΕΕ µε κορωνίδα την αποδέσµευση; 

Αν και προτιµούµε το δεύτερο λάθος, στην ουσία έχουµε να κάνουµε µε συµµετρικά λάθη, τα οποία έχουν κοινό παρονοµαστή την υποβάθµιση της σηµασίας του µεταβατικού προγράµµατος στο όνοµα του οποίου είναι αναγκαία η σύγκρουση και ρήξη µε την ΕΕ και την Ευρωζώνη και αναπόφευκτη κατάληξη η έξοδος. 

Το 2015 ήταν από αυτή την άποψη διδακτικό. Ήταν ένα κίνηµα για τα εργατικά και δηµοκρατικά δικαιώµατα µε αιχµή την κατάργηση των µνηµονίων που έθεσε επί τάπητος και µε ρεαλιστικούς όρους το ζήτηµα της ρήξης µε την ΕΕ και την Ευρωζώνη, που δηµιουργούσε τη συνείδηση ότι αυτή η σύγκρουση οδηγεί αναπόφευκτα στην έξοδο και εγκαθιστούσε την αναγκαιότητα τακτικής διαχείρισης τόσο της ρήξης όσο και της εξόδου.   

Πρέπει να υπάρχει σήµερα στο πρόγραµµα της Αριστεράς, µεταξύ πολλών άλλων, κάποιος µεταβατικός κόµβος που αναδεικνύει µε άµεσο τρόπο το ζήτηµα της ρήξης µε την ΕΕ-Ευρωζώνη µε όλα τα προγραµµατικά σηµεία της πάλης για εργατικά και κοινωνικά δικαιώµατα; Και πρέπει και υπάρχει: Είναι η απαίτηση, το αίτηµα για τη διπλή ανατροπή: Αφενός του καθεστώτος εκµετάλλευσης της εργασίας που επιβλήθηκε µε τα µνηµόνια και διατηρείται, εµπεδώνεται και εµβαθύνεται και στα «µεταµνηµονιακά» χρόνια. Αφετέρου, η κατάργηση της συµφωνίας εξόδου από τα µνηµόνια του 2018, αυτό το υπερ-µνηµόνιο που έχει επίσηµη διάρκεια µέχρι το 2062 (!) και είναι το δηµοσιονοµικό «λουκέτο» της διαρκούς λιτότητας, µε υψηλά πρωτογενή πλεονάσµατα στην υπηρεσία της «ανεπιφύλακτης, εµπρόθεσµης και πλήρους αποπληρωµής του χρέους». Πρέπει να αναδειχθεί σε πυρήνα του µεταβατικού-αντικαπιταλιστικού προγράµµατος ο στόχος αυτής της διπλής ανατροπής. Αυτή είναι η θεµελιώδης, του σήµερα κι όχι του µακρινού αύριο, ζωτική και ζήτηµα εφαρµοσµένης πολιτικής, διαχωριστική. Η ζωτικότητά της προκύπτει όχι µόνο από την αυτονόητη ρήξη µε τους δανειστές (που πλέον είναι µόνο η ΕΕ-Ευρωζώνη) που συνεπάγεται, αλλά από το γεγονός ότι πρωταρχικά συνιστά ρήξη µε τη δική µας αστική τάξη, αφού προσβάλλει στην καρδιά του το σχέδιο της δικής της σωτηρίας εις βάρος της εργατικής τάξης και του µέλλοντος της νεολαίας. 

Οι όροι της ρήξης µε την ΕΕ-Ευρωζώνη οικοδοµούνται µέσα και µε κατεύθυνση «από µέσα προς τα έξω», κι όχι σε αντιπαράθεση µε έναν εχθρό που «έρχεται απ’ έξω». Το κεντρικό ζήτηµα του προγράµµατος και της πολιτικής της Αριστεράς παραµένει η ρήξη µε τη δική µας αστική τάξη. Ο Βαρουφάκης δεν σκέφτεται ένα µεταβατικό-σοσιαλιστικό πρόγραµµα, γι’ αυτό δεν έχει σπάσει τους δεσµούς του µε την αστική τάξη, αλλά θέλει να απαλλάξει τον ελληνικό καπιταλισµό από τον βραχνά της χρεοδουλοπαροικίας – το πρόβληµα έχει αυτή τη θεµελιώδη αιτία, οι ευρωπαϊκές του αυταπάτες είναι το παράγωγο. Το ΚΚΕ δεν θέλει να µπει σε µπελάδες και να σπάσει το «µορατόριουµ» µε την αστική τάξη – εκεί κι όχι σε µια λάθος θεώρηση για την ΕΕ εδράζεται η επιµονή του να τα µεταθέτει όλα, περιλαµβανόµενης της ρήξης-αποδέσµευσης από την ΕΕ, στο µακρινό µέλλον της επαναστατικής κατάστασης.




Το κίνημα των αγροτών, η κυβέρνηση, η κλιματική αλλαγή και η Αριστερά

Του Πάνου Κοσμά

Στα τέλη Ιανουαρίου-αρχές Φεβρουαρίου ξέσπασαν «ξαφνικά» κινητοποιήσεις των αγροτών σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες: Γερµανία, Γαλλία, Ολλανδία, Ιταλία, Ισπανία, Πολωνία, Ελλάδα. Η ευρωπαϊκή διάσταση των κινητοποιήσεων και η µαχητικότητά τους σε χώρες όπως η Γερµανία και η Γαλλία, όπου οι κινητοποιήσεις χαρακτηρίστηκαν «πρωτοφανείς», σηµαίνει ότι σοβαρά προβλήµατα έχουν συσσωρευτεί. Ξαφνικά, ο ευρωπαϊκός Τύπος ανακάλυψε ότι στην αγροτική παραγωγή υπάρχουν σοβαρά προβλήµατα. Υπήρχε κοινός παρονοµαστής στα κινήµατα των αγροτών στις διαφορετικές χώρες που να εξηγεί το ταυτόχρονο ξέσπασµά τους; Είναι αυτός ο κοινός παρονοµαστής η νέα ΚΑΠ (Κοινή Αγροτική Πολιτική) για την περίοδο 2023-2027 και ειδικότερα η Πράσινη Συµφωνία που επιβάλλει στο πλαίσιό της «πράσινες» ρήτρες; Ανεξάρτητα από την Πράσινη Συµφωνία, η κλιµατική κρίση καθαυτή, είναι βασική αιτία προβληµάτων στη γεωργική παραγωγή (πέρα από τις συνολικότερες, αδιαµφισβήτητες, συνέπειές της); Το αγροτικό κίνηµα ποια κοινωνικά συµφέροντα εκφράζει; Είναι σωστό να µιλούµε συλλήβδην για «αγροτιά» σαν να είµαστε αν όχι στις αρχές του περασµένου αιώνα ή στον Μεσοπόλεµο, έστω στη δεκαετία του  ’60; ∆ιαµορφώνονται όροι για επισιτιστική κρίση ή κρίσεις και εποµένως τίθεται ζήτηµα πώς θα τραφεί ο πληθυσµός και ιδιαίτερα η εργατική τάξη και η φτωχολογιά των πόλεων; Με ποιες κοινωνικές συµµαχίες και ποιες πολιτικές θα απαντηθεί αυτό το πρόβληµα; Είναι εφικτή και σε ποια βάση µπορεί να υπάρξει συµµαχία «εργατιάς-αγροτιάς»; Τέλος, πού πρέπει να στραφούν τα βέλη; Στο Μαξίµου, στις Βρυξέλλες, στον καπιταλισµό γενικώς; Τα ερωτήµατα είναι πολλά αλλά τίθενται αναπόφευκτα.

Η νέα ΚΑΠ

Η νέα ΚΑΠ εισάγει δύο βασικές καινοτοµίες: 

Η πρώτη σχετίζεται µε την Πράσινη Συµφωνία και τους εξ αυτής «πράσινους» στόχους, εκ των οποίων οι βασικοί, µε ορίζοντα το 2030, είναι: 

 • Μείωση κατά 50% της χρήσης των πλέον επικίνδυνων για την υγεία φυτοφαρµάκων

 • Μείωση κατά 50% των πωλήσεων αντιβιοτικών για ζώα εκτροφής

 • Μείωση των χηµικών λιπασµάτων κατά τουλάχιστον 50%

 • Μείωση κατά 50% της απώλειας θρεπτικών στοιχείων και ιδιαίτερα αζώτου και φωσφόρου.

 • Το 25% της γεωργικής έκτασης να αφιερωθεί σε βιολογικές καλλιέργειες

 • Αύξηση στο 10% της γεωργικής έκτασης που διατίθεται για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας, περιλαµβανόµενης της έκτασης µε χαρακτηριστικά τοπίου υψηλής ποικιλοµορφίας. 

Η δεύτερη καινοτοµία είναι ότι όλα αυτά θα συνοδευτούν µε µικρότερο προϋπολογισµό. Η νέα ΚΑΠ 2023-2027 εντάσσεται στην προγραµµατική περίοδο 2021-2027, που διαδέχθηκε την προγραµµατική περίοδο 2014-2020. Στην προηγούµενη προγραµµατική περίοδο, για την ΕΕ των 28, διατέθηκε το 37,6% του ευρωπαϊκού προϋπολογισµού. Στην νέα προγραµµατική περίοδο, για την ΕΕ των 27 πλέον, διατέθηκε το 31%. Ωστόσο, δεν πρόκειται µόνο γι’ αυτό: Η νέα ΚΑΠ προβλέπει αιρεσιµότητες και απειλεί µε οριζόντιες περικοπές στις ενισχύσεις τις χώρες που δεν θα τις τηρήσουν. Από την ενιαία ενίσχυση, η οποία σταδιακά µέχρι το 2026 θα περιοριστεί στα 21,5 ευρώ το στρέµµα στις αροτραίες καλλιέργειες, στα 27,5 ευρώ το στρέµµα για τις δενδρώδεις και στα 17,5 ευρώ για τα βοσκοτόπια, αγρότες και γεωπόνοι θα εισπράτουν το 60%. Το υπόλοιπο 40% θα προκύπτει από τα λεγόµενα «οικολογικά σχήµατα», δηλαδή δράσεις για τους στόχους της Πράσινης Συµφωνίας. Αυτές οι δράσεις θα παρακολουθούνται και θα ελέγχονται ως προς την υλοποίησή τους. 

Οι κατεξοχήν χαµένοι θα είναι οι κτηνοτρόφοι και οι δενδροκαλλιεργητές, καθώς τα περιθώρια να αναπληρώσουν το εισόδηµά τους από την περικοπή των ενισχύσεων µέσω των «οικολογικών σχηµάτων» είναι περιορισµένα. 

Όσον αφορά τα κόστη των νέων στόχων της Πράσινης Συµφωνίας, µελέτη του ΕΣΥΦ δείχνει πως αν περιοριστούν τα εντοµοκτόνα, τότε θα έχουµε απώλεια της παραγωγής σε βαµβάκι, καλαµπόκι, µηλοειδή, αµπέλια και ελιά από 30 έως και 60%. Υπάρχουν οικολογικά σκευάσµατα που θα µπορούσαν να αντιµετωπίσουν ασθένειες, ζιζάνια και προσβολές από έντοµα στις φυτείες, ενώ και το κοµφούζιο, η σεξουαλική σύγχυση δηλαδή των εντόµων και οι βιοδιεγέρτες µπορούν να «δουλέψουν», αλλά σε χώρες µε µεγαλύτερο και όχι κατακερµατισµένο κλήρο, όπως συµβαίνει µε την Ελλάδα.

Είναι πασιφανές τι σηµαίνουν όλα αυτά: Άρχισε η (ταξική) πάλη για την κοινωνική κατανοµή του κόστους της κλιµατικής αλλαγής και ταυτόχρονα µπήκαµε στην περίοδο που η χρηµατοδότηση της ΚΑΠ µειώνεται και συνδέεται µε αιρεσιµότητες. Πιο φιλόδοξοι στόχοι, αυξηµένα κόστη παραγωγής, αιρεσιµότητες και µικρότερες ενισχύσεις σηµαίνουν ότι οι αγρότες θα πληρώσουν υψηλό οικονοµικό κόστος. Σε αυτά πρέπει να προσθέσουµε ότι η πίεση από τον υψηλό πληθωρισµό, που η σωρευτική του επίδραση (δηλαδή η συνολική αύξηση των τιµών) θα παραµείνει ακόµη και αν πέσει πολύ χαµηλά από το 2024 και ύστερα, οξύνει την αντιπαράθεση σε όλη τη «διαδροµή» των γεωργικών προϊόντων «από το χωράφι στο ράφι»: αγρότες (και κτηνοτρόφοι) παραγωγοί – χοντρικό εµπόριο – λιανεµπόριο – καταναλωτές. Σε αυτή την «αλυσίδα» οι αγρότες παραγωγοί και οι καταναλωτές είναι οι πιο αδύναµοι κρίκοι. 

Υπάρχουν όµως και δύο ακόµη προβλήµατα στο φόντο: Το ένα είναι µείζον και έχει στρατηγική σηµασία, δηλαδή θα αρχίσει σύντοµα να υπερκαλύπτει όλα τα άλλα: οι συνέπειες της κλιµατικής κρίσης στην αγροτική παραγωγή. Ήδη οι αγρότες της Ιβηρικής στις κινητοποιήσεις τους έθεταν κυρίως αυτό το ζήτηµα, ζητώντας κρατικές ενισχύσεις για να αντιµετωπίσουν τις συνέπειες της µείωσης (ποσοτικής και ποιοτικής) της γεωργικής παραγωγής, εξαιτίας της ξηρασίας και των µεγα-πυρκαγιών, σε κρίσιµα προϊόντα (όπως η ελιά, της οποίας η Ισπανία είναι ο µεγαλύτερος παραγωγός διεθνώς). Γι’ αυτό θα µιλήσουµε παρακάτω. Ο δεύτερος είναι συγκυριακός και αφορά την Ουκρανία µε δύο τρόπους: Πρώτο, µε την ελεύθερη διακίνηση στη ∆ύση των ουκρανικών γεωργικών προϊόντων και δεύτερο µε την πίεση στον ευρωπαϊκό προϋπολογισµό για οικονοµική βοήθεια στην Ουκρανία. Οι Πολωνοί αγρότες έχουν κάνει µπλόκα στα σύνορα µε την Ουκρανία για να εµποδίσουν τις ουκρανικές εξαγωγές.  

Η κλιµατική αλλαγή

Η κλιµατική αλλαγή είναι ο στρατηγικός παράγοντας που άρχισε ήδη να γίνεται σηµαντικός για τη γεωργική παραγωγή. Προοπτικά, στις επόµενες δύο δεκαετίες, είναι ικανός από µόνος του να οδηγήσει σε οξεία επισιτιστική κρίση διεθνώς, καθώς η υπόθεση περιορισµού της αύξησης της µέσης επιφανειακής θερµοκρασίας της ατµόσφαιρας κάτω από 1,5 οC έχει ήδη χαθεί. Το 2023 κυµάνθηκε µεταξύ 1,43 και 1,47 οC, φτάνοντας σε αυτά τα ύψη πολύ γρηγορότερα και από την πιο απαισιόδοξη πρόβλεψη. Πλέον, τα σενάρια που εξετάζονται, µιλούν για αύξηση πάνω από 2 έως και 3 οC, εκτιµήσεις που παραπέµπουν στην καταστροφή του «πλανήτη-κλίβανου». 

Σε αυτή τη διαγραφόµενη προοπτική, ένας καταστροφικός συνδυασµός παρατεταµένων ξηρασιών – µεγα-πληµµυρών – µείωσης της γονιµότητας ή και αποσάθρωσης και ερηµοποίησης εδαφών, αλλά και σειράς άλλων συνεπειών της κλιµατικής κρίσης στη γεωργική παραγωγή θα έχει την αναπόφευκτη διπλή συνέπεια: µείωση καλλιεργήσιµων εκτάσεων, µείωση του όγκου και της ποιότητας της αγροτικής παραγωγής. 

Ποια «αγροτιά»;  

Τα δεδοµένα στην αγροτική παραγωγή είναι πολύ διαφορετικά όχι µόνο σε σχέση µε τις αρχές του προηγούµενου αιώνα, το Μεσοπόλεµο ή τη δεκαετία του ’60-’70, αλλά και σε σχέση µε τα τέλη του προηγούµενου αιώνα. Η εκµηχάνιση και συγκέντρωση της αγροτικής παραγωγής έχουν κάνει άλµατα. Σε αυτήν πλέον κυριαρχούν τα µεσαία και µεγάλα αφεντικά της υπαίθρου. Οι παρατιθέµενοι πίνακες (επιλεγµένες χώρες της ΕΕ όπου είχαµε τις µαζικότερες αγροτικές κινητοποιήσεις και Ελλάδα) αποκαλύπτουν: 

  • Η συγκέντρωση της παραγωγής αυξάνεται ραγδαία. Πάνω από µία δεκαετία µετά το έτος αναφοράς των διαθέσιµων στατιστικών στοιχείων από την ΕΛΣΤΑΤ και τη Eurostat (2013), η συγκέντρωση είναι βέβαιο ότι έχει κλιµακωθεί ακόµη περισσότερο. Στην Ελλάδα, µε µέση καλλιεργούµενη έκταση ανά αγροτική επιχείρηση περίπου 35 στρέµµατα το 2013, τώρα οι εκτιµήσεις µιλούν για µέση καλλιεργούµενη έκταση περί τα 50 στρέµµατα. Στις µεγάλες ευρωπαϊκές χώρες είναι 150-200 στρέµµατα. 

 • Στην Ελλάδα, είµαστε σε ποιο χαµηλά σκαλοπάτια της κλίµακας αλλά η κατανοµή του αριθµού των αγροτικών επιχειρήσεων µε βάση τον ετήσιο τζίρο το -µακρινό πλέον- 2013 αποδεικνύει ότι τα µεσαία και µεγάλα (για τα ελληνικά µέτρα) αφεντικά της υπαίθρου κυριαρχούν, αυξανόµενα και πληθυνόµενα διαρκώς, µε διαχωριστική γραµµή τον ετήσιο τζίρο των 15.000 ευρώ. 

 • Η αντίστοιχη διαχωριστική γραµµή στις επιλεγµένες χώρες της Ευρώπης στον σχετικό πίνακα είναι οι αγροτικές επιχειρήσεις µε καλλιεργήσιµη γη 50 στρέµµατα. 

 • Το ποσοστό των αγροτών µε καλλιεργήσιµη έκταση και εισόδηµα τέτοιο ώστε να µπορούν να το πετύχουν µόνο ή κυρίως µε τη δική τους δουλειά και τη δουλειά µελών της οικογένειάς τους (συµβοηθούντα µέλη) συρρικνώνεται ραγδαία προς το 50% ή και κάτω από αυτό στις ευρωπαϊκές χώρες του πίνακα. Τα µεγάλα αφεντικά, αυτοί που ζουν από τη δουλειά των άλλων, κυριαρχούν πλέον -ή θα κυριαρχήσουν σύντοµα- και αριθµητικά. Στην Ελλάδα ήταν ένα ανερχόµενο 25% το 2013 και σήµερα είναι σίγουρα πάνω από 30%. 

 • Το αριθµητικό στοιχείο, ωστόσο, δεν λέει όλη την αλήθεια. Τα µεγάλα αφεντικά της αγροτικής παραγωγής έχουν πολύ µεγαλύτερο ειδικό βάρος σε σύγκριση µε το ποσοστό τους στο συνολικό αριθµό. Οι δυνατότητες επιχειρηµατικής δικτύωσης, αλλά και πολιτικής δικτύωσης και επιρροής είναι πολύ µεγαλύτερες. ∆εν είναι τυχαίο ότι στις αγροτικές περιοχές (Κρήτη, Θεσσαλία, Μακεδονία) θριαµβεύει η Ν∆ και έχει πολύ υψηλότερο του εθνικού του µέσου όρου ποσοστό το ΠΑΣΟΚ. Ακόµη και στη Θεσσαλία, παρ’ όλη τη συγκλονιστική καταστροφή του καλοκαιριού, αυτή η επιρροή διατηρήθηκε σε µεγάλο βαθµό. Κι όπου έχασε εκπρόσωπος της Ν∆, κέρδισε εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ. Το µεγάλο επιχειρηµατικό και πολιτικό ειδικό βάρος µεταφράζεται και σε µεγάλο ειδικό βάρος στο αγροτικό κίνηµα. ∆εν είναι λοιπόν τυχαίο ότι στο αγροτικό κίνηµα κυριάρχησαν οι αγροτοσυνδικαλιστές της ∆εξιάς και ότι το ΚΚΕ έχει χάσει τον ηγετικό του ρόλο. Και η κατάσταση θα ήταν ακόµη χειρότερη αν δεν είδε προηγηθεί η καλοκαιρινή καταστροφή στη Θεσσαλία που δηµιούργησε µια πολύ ευρύτερη σε σχέση µε την καθαυτό αγροτική παραγωγή δυσαρέσκεια.      

Υπάρχουν βεβαίως και µεσαία ή και µεγάλα αφεντικά της αγροτικής παραγωγής που ζορίζονται. Αντιλαµβάνονται όµως το πρόβληµά τους σαν πρόβληµα κατανοµής κερδών στην αλυσίδα «από το χωράφι στο ράφι» και σαν διάλογο µε τα µεγάλα αφεντικά της πόλης για το δικό τους µερίδιο σε ενισχύσεις. Παρά τα συνθήµατα του ΚΚΕ -και άλλων- για «εργατιά-αγροτιά» ή «φοιτητές-αγροτιά» και την υποδοχή των αγροτών στο Σύνταγµα, δεν υπήρξε ίχνος απεύθυνσης προς τα εργατικά συνδικάτα και τους φοιτητές για κοινό αγώνα στις ανακοινώσεις των µπλόκων, κάτι που στο κάτω-κάτω θα µεγιστοποιούσε τη δύναµη και των αγροτικών αιτηµάτων. 

Αριστερά και άκρα δεξιά

Η άγνοια αυτών των δεδοµένων οδηγεί σε παγίδες. Ο Γιώργος Μητραλιάς στο άρθρο του «Με τους δεξιούς και ακροδεξιούς αγροτοπατέρες ή µε τα ταξικά αγροτικά συνδικάτα και τους ριζοσπάστες οικολόγους»** σωστά κριτικάρει άρθρο στην ιστοσελίδα Kommon µε τίτλο «Οι αγρότες της ΕΕ διαδηλώνουν ενάντια στον οικολογικό φονταµενταλισµό και τις αθρόες ουκρανικές εισαγωγές», επειδή αναφέρεται µε ;αισθήµατα αλληλεγγύης σε «µαρτυρίες» Γάλλων αγροτοπατέρων που πρόσκεινται στη δεξιά και την άκρα δεξιά. Στη Γαλλία, όπου κυριαρχεί η παράδοση των διαφορετικών συνδικάτων τόσο στους µισθωτούς όσο και στους αγρότες, η εσωτερική ταξική διαίρεση στους αγρότες εκφράζεται µέσα από τρία βασικά συνδικάτα, µε παραπλήσια µάλιστα δύναµη: το συνδικάτο της δεξιάς και του ακραίου κέντρου – Μακρόν (FNSEA), το συνδικάτο της άκρας δεξιάς (Coordination Rurale) και το συνδικάτο όπου εκφράζονται οι µικροί αγρότες και οι ριζοσπάστες οικολόγοι (Confédération Paysanne). Αυτό το τελευταίο εξέδωσε µια ανακοίνωση µε τον εύγλωττο τίτλο «Να ανατιµηθεί η εργασία για να απαντηθεί η γεωργική κρίση». 

Είναι βέβαιο ότι οι διαθέσεις και τάσεις αυτές υπάρχουν και στην Ελλάδα, αλλά καθώς δεν υπάρχει παράδοση διαφορετικών συνδικάτων δεν µπορούν να εκφραστούν και είναι ηγεµονευόµενες από τους αγροτοπατέρες που εκφράζουν τα µεσαία και µεγάλα αφεντικά της αγροτικής παραγωγής. 

Στο αγροτικό κίνηµα στην Ευρώπη η άκρα δεξιά έκανε θραύση, προβάλλοντας δύο αιχµές: Πρώτο, ότι η κλιµατική κρίση είναι παραµύθι και, δεύτερο, ότι δεν πρέπει να επιτραπεί στα ουκρανικά γεωργικά προϊόντα να εξάγονται ελεύθερα στα κράτη-µέλη της ΕΕ. Η γεωπολιτική χροιά στέγασε τις ακροδεξιές συµπάθειες προς τον Πούτιν, η δε άρνηση της κλιµατικής αλλαγής στράφηκε, όπως και όλες οι υπόλοιπες αρνήσεις της άκρας δεξιάς, προς το πολιτικό σύστηµα γενικά και στο βάθος την… παγκόσµια κυβέρνηση των µασόνων. 

Όσο για τους αγροπατέρες της δεξιάς και του ακραίου κέντρου, αυτοί αποδύθηκαν σε διαπραγµατεύσεις µε δύο στόχους: Πρώτο, να εξασφαλίσουν µέτρα στήριξης από τις κυβερνήσεις σε κάθε επιµέρους χώρα 

για την ελάφρυνση του κόστους παραγωγής και την ελάφρυνση των συνεπειών των µέτρων της νέας ΚΑΠ που σχετίζονται µε την Πράσινη Συµφωνία και, δεύτερο, µικρή χρονική µετάθεση της ισχύος των «πράσινων» προβλέψεων της νέας ΚΑΠ. Όσον αφορά το τελευταίο, η Κοµισιόν αρχικά και στη συνέχεια η ΕΕ συνολικά έδειξαν «ευελιξία», υποσχόµενες ότι η ισχύς των µέτρων θα µετατεθεί για το 2024 – οι επερχόµενες ευρωεκλογές έπαιξαν τον καθοριστικό ρόλο γι’ αυτή την υποχώρηση. Τα µεγαλύτερα κέρδη ωστόσο είχε το αγροτικό κίνηµα στη Γαλλία. Η Γαλλία είναι η µεγαλύτερη παραγωγός αγροτικών προϊόντων στην ΕΕ, µε ετήσια παραγωγή 100 δισ. ευρώ…      

Η Αριστερά

Η Αριστερά γενικά βρέθηκε σε πολύ µεγάλη αµηχανία. Το πρόβληµα δεν ήταν µόνο η άγνοια ή υποτίµηση των ταξικών διαφοροποιήσεων στην ύπαιθρο, αλλά γενικότερα η κατανόηση των ουσιαστικών προβληµάτων που τίθενται. Έτσι, είτε µίλησε γενικώς για «αγροτιά» και για συµµαχία εργατών-αγροτών-φοιτητών χωρίς να µπει στον κόπο να µιλήσει για προϋποθέσεις και για προγραµµατικά αιτήµατα είτε εστίασε στη νέα ΚΑΠ (που ανοίγει µέτωπο µε την ΕΕ, ενόψει µάλιστα και των ευρωεκλογών) είτε έβαλε σε πρώτο πλάνο την αντικυβερνητική αιχµή. Αυτά που απουσίασαν παντελώς, ήταν τα δύο κρίσιµα και απολύτως αλληλεξαρτώµενα προβλήµατα που τα επόµενα χρόνια θα κυριαρχήσουν αναπόφευκτα: 

α) Η κλιµατική κρίση και η -πέρα και από τη νέα ΚΑΠ- διαµόρφωση όρων για επισιτιστική κρίση (ή κρίσεις), και 

β) Με ποια πολιτική, ποιο πρόγραµµα και ποια κοινωνική συµµαχία θα εξασφαλιστεί όχι απλώς η «επιβίωση των αγροτών» (και ποιων αγροτών) αλλά η διατροφική επάρκεια και ασφάλεια για τις πόλεις. Πώς δηλαδή η εργατική τάξη και η φτωχολογιά των πόλεων θα προµηθεύεται φτηνά και υγιεινά τρόφιµα σε επάρκεια. 

∆εν είναι σκοπός αυτού του άρθρου να δώσει πλήρεις απαντήσεις στο διπλό αυτό το ερώτηµα, αλλά να το θέσει. Σε επόµενο φύλλο θα αποπειραθούµε κάποιες απαντήσεις.  

**Contra-xreos.gr, 11/2/2024

Πίνακας 1

Ελλάδα: Αριθµός αγροτικών εκµεταλλεύσεων
µε βάση τον ετήσιο τζίρο (σε ευρώ)

Ετήσιος τζίρος

2005

2013

<4.000

423.670

352.300

4.000-14.999

284.540

215.900

15.000-49.999

107.690

114.800

50.000-99.999

13.750

20.610

100.000-249.999

3.370

5.020

250.000-499.999

400

620

>500.000

170

270

Σύνολο

833.590

709.500

Πίνακας 2

ΕΕ, επιλεγµένες χώρες: Αριθµός αγροτικών εκµεταλλεύσεων µε βάση την έκταση (εκτάρια*)

0

5>

5-19,9

20-49,9

50-99,9

>100

Γερμανία

2.870

21.730

103.600

71.450

50.220

35.160

Γαλλία

8.500

107.870

85.860

79.050

93.330

97.600

Ισπανία

20.700

485.850

251.580

105.100

49.960

15.100

Ιταλία

880

591.840

287.750

84.560

30.180

51.820

Ολλανδία

1.690

16.790

19.460

17.870

9.280

2.390

Πολωνία

7.450

770.360

517.190

102.480

20.570

10.950

Ελλάδα

5.910

538.440

132.080

26.200

5.430

1.450

*1 εκτάριο=10 στρέµµατα




4 Απρίλη διαδήλωση 6.30 μ.μ. στο πάρκο Ελευθερίας: να σταματήσει η γενοκτονία του Παλαιστινιακού λαού

TA 75 ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥ ΝΑΤΟ ΝΑ ΜΕΤΑΤΡΑΠΟΥΝ ΣΕ ΔΙΑΔΗΛΩΣΕΙΣ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ

ΚΑΛΟΥΜΕ ΣΕ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΤΗΝ ΠΕΜΠΤΗ 4 ΑΠΡΙΛΗ, 18.30 ΣΤΗΝ ΠΛΑΤΕΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΚΑΙ ΣΕ ΠΟΡΕΙΑ ΣΤΙΣ ΠΡΕΣΒΕΙΕΣ ΗΠΑ- ΙΣΡΑΗΛ

ΙΣΡΑΗΛ – ΗΠΑ – ΝΑΤΟ – ΕΕ ΜΕ ΤΗΝ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΔΟΛΟΦΟΝΟΥΝ ΜΑΖΙΚΑ ΑΜΑΧΟΥΣ ΣΤΗΝ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗ

ΝΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣΕΙ ΤΩΡΑ Η ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ, ΟΙ ΒΟΜΒΑΡΔΙΣΜΟΙ ΚΑΙ Η ΠΟΛΙΟΡΚΊΑ ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΙΑΚΟΥ ΛΑΟΥ!

ΚΑΜΙΑ ΕΜΠΛΟΚΗ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ ΣΤΗ ΣΦΑΓΗ ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΙΑΚΟΥ ΛΑΟΥ- ΕΞΩ ΟΙ ΒΑΣΕΙΣ, ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΟ ΝΑΤΟ

ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΣΤΗΝ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗ – ΝΙΚΗ ΣΤΗΝ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΙΑΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ

· Η γενοκτονία του ηρωικού Παλαιστινιακού λαού στη Γάζα, οι δολοφονίες στη Δυτική Όχθη και η επικείμενη εισβολή στη Ράφα απ΄ τους σιωνιστές πυροδοτούν καταστάσεις με απρόβλεπτες συνέπειες σε όλη την ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής, και όχι μόνο!

· Παρά τη γενοκτονία και τον πόλεμο που διαρκεί πέντε μήνες, η ένοπλη Παλαιστινιακή Αντίσταση για μια λεύτερη και Ανεξάρτητη Παλαιστίνη, συνεχίζεται, και φανερώνει την αδυναμία του Ισραήλ να την εξουδετερώσει.

· Οι ιμπεριαλιστές των ΗΠΑ, της ΕΕ και του ΝΑΤΟ στηρίζουν το κράτος – δολοφόνο. Οι αμερικάνοι ιμπεριαλιστές επιδιώκουν να ελέγξουν τις καταστάσεις στην περιοχή, προχωρούν σε νέους τυχοδιωκτισμούς και ανοίγουν νέα πολεμικά μέτωπα, στέλνοντας φρεγάτες στην Ερυθρά Θάλασσα.

· Νέοι πόλεμοι ξεσπούν στην περιοχή και διεθνώς, στο πλαίσιο των ιμπεριαλιστικών επιδιώξεων για το ξαναμοίρασμα του πλανήτη, ενώ το μέτωπο της Ουκρανίας εξακολουθεί να παραμένει με το ΝΑΤΟ μάλιστα να διεξάγει την μεγαλύτερη στρατιωτική άσκηση με την εμπλοκή και των 31 κρατών μελών, ενώ η συζήτηση για την επίσημη αποστολή στρατευμάτων χωρών μελών του ΝΑΤΟ και της ΕΕ στον πόλεμο έχει ανοίξει!

· Η κυβέρνηση της ΝΔ έχει διαλέξει πλευρά, συμμετέχει ανοιχτά στον πόλεμο στο πλευρό του Ισραήλ και βάφει τα χέρια της με το αίμα των παλαιστινίων! εμπλέκει επικίνδυνα τη χώρα στον πόλεμο! Η ελληνική φρεγάτα ΎΔΡΑ που προστέθηκε στο στόλο τους στην Ερυθρά Θάλασσα και η μετατροπή της Λάρισας σε διοικητήριο και της υπόλοιπης χώρας σε πολεμικό ορμητήριο βοηθούν ακόμα και στρατιωτικά το Ισραήλ να συνεχίσει τους βομβαρδισμούς και την πολιορκία των παλαιστινίων και κλιμακώνουν τους κινδύνους για τον ελληνικό λαό!

· Σ΄ ολόκληρο τον πλανήτη, οι λαοί διαδηλώνουν μαζικά, καθημερινά, απαιτώντας να σταματήσει η γενοκτονία και για Λευτεριά στην Παλαιστίνη!

ΟΡΓΑΝΩΣΕΙΣ – ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΤΗΤΕΣ – ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΙΖΟΜΕΝΟ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΙΑΚΟ ΛΑΟ