1

Η Αριστερά απέναντι στα ιδιωτικά Πανεπιστήμια

“Δεν βόσκει κανείς ατιμώρητος στα λιβάδια της αστικής τάξης, δεν σπουδάζει ατιμώρητος στα πανεπιστήμιά της, δεν διαβάζει ατιμώρητος τα βιβλία της, δεν χρησιμοποιεί ατιμώρητος τις επιστήμες της… σχεδόν ανεπαίσθητα, καταπίνει το δηλητήριό της, παραλύει…”

Karin Struck, Ταξική Αγάπη (1)

Aναδημοσίευση από το commune.org.gr

του Χρήστου Βαλλιάνου

«… Η βία της άκρας αριστεράς στα Πανεπιστήμια δεν είναι νορμάλ, είναι μια ζοφερή πραγματικότητα, κι ένας ακόμα από τους λόγους που η ανάγκη ίδρυσης μη κρατικών πανεπιστημίων είναι ακόμα πιο επιτακτική. Για να απαλλαγούμε από όλες αυτές τις νοοτροπίες. Με το νόμο αυτό, κάπου τελειώνει το τελευταίο άπαρτο κάστρο της άκρας αριστεράς στην Ελλάδα. Δεν τους έχει μείνει άλλο». (Α. Γεωργιάδης, συνέντευξη στον Status FM, 26/1/24) (2)

Το ενδιαφέρον του συγκεκριμένου αποσπάσματος της συνέντευξης αυτής του Α.Γ. έγκειται στο γεγονός ότι ο αντιπρόεδρος του κυβερνώντος κόμματος, με τη γνωστή έπαρση και το στυλ «να τα πούμε έξω από τα δόντια» που τον διακρίνει, εκστόμισε κάποιες αλήθειες, τις οποίες βεβαίως φρόντισε να τις διαστρέψει έτσι ώστε να είναι συμβατές με τις σκουριασμένες εμφυλιοπολεμικές ιδέες του. Ακόμα όμως κι έτσι, οι θέσεις αυτές αποκαλύπτουν κάποιες σχετικά άγνωστες αλλά και κρίσιμες πλευρές της αντιπαράθεσης σε σχέση με τα ιδιωτικά Πανεπιστήμια, και ως τέτοιες έδωσαν την αφορμή για τη γραφή αυτού του άρθρου. 

Αυτό που ομολογεί εμμέσως εδώ ο Α. Γ. χωρίς να το παραδέχεται ευθέως, είναι ότι ακόμα και σήμερα, σαράντα χρόνια μετά την αρχική εισαγωγή των ιδεών του νεοφιλελευθερισμού στην ελληνική πολιτική ζωή, προς τα τέλη της πρώτης κυβερνητικής θητείας του ΠΑΣΟΚ, και τη σταδιακή εμπέδωσή τους στο σώμα του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού, και τη διάχυσή τους σε όλο το εύρος του πολιτικού φάσματος, μέχρι τη σημερινή απόλυτη κυριαρχία μιας ακραιφνώς νεοφιλελεύθερης ΝΔ, τα ελληνικά πανεπιστήμια απέχουν πολύ από το να συγχρονίζονται με τη γενική εικόνα. 

Πιστεύω ότι αυτό που εξοργίζει τον Α.Γ. δεν είναι κάποια μεμονωμένα περιστατικά βίας που μπορούμε να εντοπίσουμε στους πανεπιστημιακούς χώρους, προερχόμενα από αντιεξουσιαστικές ή άλλες ομάδες, και που σχεδόν πάντα έχουν χαρακτήρα απάντησης σε αυταρχικές κυβερνητικές ή πρυτανικές πρακτικές. Αυτό που τον εξοργίζει είναι μάλλον το γεγονός ότι ο συνολικός πολιτικός συσχετισμός μέσα στα ΑΕΙ, ακόμα και σε συνθήκες πλειοψηφικής κυριαρχίας  της ΔΑΠ, είναι τέτοιος που δεν επιτρέπει στα κυβερνητικά επιτελεία να προχωρήσουν στη συντριβή των αντιστάσεων που αναπτύσσονται διαχρονικά μέσα στα πανεπιστήμια, αν και σε διαφορετικές μορφές και κλίμακα, ανάλογα με τη γενικότερη συγκυρία. Με μια άλλη διατύπωση, θα λέγαμε ότι αυτό που εξοργίζει τον Α.Γ. είναι το γεγονός ότι ακόμα και αυτή η εύθραυστη ηγεμονία μιας κάποιας εκδοχής της αριστεράς που χαρακτήριζε το πανεπιστήμιο της μεταπολίτευσης (και η οποία πήγαζε πριν απ’ όλα από ένα μαζικό, έντονα πολιτικοποιημένο, και καταξιωμένο στη λαϊκή συνείδηση, φοιτητικό κίνημα) στο διάστημα των πενήντα χρόνων που μεσολάβησαν μέχρι σήμερα, ενώ έχει δεχτεί σοβαρά πλήγματα, αφού εν τω μεταξύ χρεωκόπησαν τα αντίστοιχα οράματα του σοβιετικού ή του κινέζικου «σοσιαλισμού», του ευρωκομμουνισμού, κτλ, δεν έχει (ακόμα) παραχωρήσει τη θέση της σε μια ηγεμονία των ιδεών του (νέο)φιλελευθερισμού, που μέσα στα Πανεπιστήμια παραμένουν σε μεγάλο βαθμό ανυπόληπτες.

Θα μπορούσε εδώ να ρωτήσει κανείς: είναι λοιπόν τόσο σημαντικό πρόβλημα αυτή η πάλαι ποτέ ηγεμονία των ιδεών της αριστεράς, της αμφισβήτησης, ή του φιλελευθερισμού μέσα στα πανεπιστήμια, μήπως δεν είναι το κύριο πρόβλημα η ποιότητα των παρεχόμενων γνώσεων, η αντιστοίχισή τους με τις «ανάγκες της οικονομίας και της κοινωνίας», και εν πάση περιπτώσει, με ποιον τρόπο η ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων θα μπορούσε να οδηγήσει στην εξάλειψη κάθε ίχνους των ενοχλητικών αριστερών ιδεών μέσα στα ΑΕΙ, ή τέλος πάντων, στην άλωση του τελευταίου άπαρτου κάστρου της άκρας αριστεράς, κατά τον Α.Γ.;

Θα ξεκινήσουμε με το δεύτερο ερώτημα, για το οποίο η απάντηση είναι σχετικά εύκολη, παρ’ όλον ότι ο ίδιος ο Α.Γ. αποφεύγει να δώσει κάποια εξήγηση. 

Σύμφωνα με τις επίσημες κυβερνητικές διαβεβαιώσεις, η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων δεν πρόκειται να οδηγήσει σε μείωση της κρατικής χρηματοδότησης της δημόσιας ανώτατης εκπαίδευσης, ούτε και σε μείωση του αριθμού των εισακτέων φοιτητών /τριών. Ο ίδιος ο Πρωθυπουργός δήλωνε πρόσφατα ότι η αναβάθμιση και βελτίωση των δημόσιων πανεπιστημίων παραμένει πάντα μια από τις προτεραιότητές της κυβέρνησής του. 

Ωστόσο, έχουμε κάθε λόγο να είμαστε επιφυλακτικοί απέναντι σε αυτές τις διαβεβαιώσεις. Οι εκθέσεις του Συμβουλίου διοίκησης του Μετσόβιου Πολυτεχνείου(3) και της Συγκλήτου του Πανεπιστημίου Κρήτης που δημοσιοποιήθηκαν πρόσφατα δίνουν μια διαμετρικά αντίθετη εικόνα  σε σχέση με τις επίσημες διαβεβαιώσεις: οι κρατικές επιχορηγήσεις των δυο αυτών ΑΕΙ έχουν μειωθεί στη διάρκεια της τελευταίας δεκαπενταετίας (2009-2024) σε ποσοστό μεγαλύτερο του 50%, ενώ παράλληλα έχει μειωθεί σημαντικά ο αριθμός των διδασκόντων, του ερευνητικού προσωπικού, και των διοικητικών υπαλλήλων. Με σχετική βεβαιότητα μπορούμε να προβλέψουμε ότι με την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων η τάση αυτή δεν πρόκειται να αντιστραφεί. Εξ άλλου, ο ίδιος ο Α.Γ. που περηφανεύεται για το ότι δεν μασάει τα λόγια του, στην παραπάνω συνέντευξη μας εξηγούσε ότι «όταν κάποιος πρύτανης διαφωνήσει με την ηλεκτρονική διαδικασία των εξετάσεων των μαθημάτων και ταυτόχρονα αμυνθεί στο να φέρει την αστυνομία στο Πανεπιστήμιο για να αντιμετωπιστεί η κατάληψη, εκεί θα μπορούσε το Υπουργείο Παιδείας να διερευνήσει άλλους τρόπους διαχείρισης, όπως είναι το θέμα της χρηματοδότησης στο πανεπιστήμιο»(4). Η χρηματοδότηση των Πανεπιστημίων από τον δημόσιο προϋπολογισμό γίνεται μ’ αυτό τον τρόπο μέσο πειθάρχησης των πρυτανικών αρχών και της πανεπιστημιακής κοινότητας συνολικά. Το ότι αυτό σημαίνει ουσιαστικά κατάλυση του αυτοδιοίκητου των ΑΕΙ είναι βεβαίως άνευ ιδιαίτερης σημασίας για τον κ. Υπουργό. 

Αυτό που έχει για μας σημασία είναι να δούμε πώς εννοούν κάποιοι κυβερνητικοί τη διαπάλη των ιδεών και την ανατροπή των δυσμενών γι’ αυτούς ιδεολογικών συσχετισμών (στο βαθμό που αυτοί εξακολουθούν να υφίστανται, και όπου τέλος πάντων υφίστανται) μέσα στο Πανεπιστήμιο: Διαβάζοντας «μέσα από τις γραμμές», καταλαβαίνουμε ότι η ανατροπή αυτή, αφού όλες οι άλλες μέθοδοι (διαγραφές φοιτητών, Πανεπιστημιακή Αστυνομία, κλπ.) δεν αποδίδουν τα αναμενόμενα μπορεί κατά τον Α.Γ. να προκύψει μέσα από τη συνεχή περιθωριοποίηση του δημόσιου Πανεπιστήμιου, την αδυναμία του να ανταπεξέλθει στον ανταγωνισμό με τα μη κρατικά Πανεπιστήμια, και τη μέχρι στραγγαλισμό συρρίκνωση της κρατικής χρηματοδότησής του, στην περίπτωση μη συμμόρφωσής του προς τα φιλελεύθερα πρότυπα. 

Προκειμένου να απαντήσουμε στο πρώτο ερώτημα (γιατί είναι τόσο σημαντικό το ποιες ιδέες – επομένως και ποιες πρακτικές – ηγεμονεύουν μέσα στο Πανεπιστήμιο) θα πρέπει να προσφύγουμε σε κάποιες αναλύσεις, που ήταν πάντα μειοψηφικές στην αριστερά, και που σήμερα έχουν μάλλον παραδοθεί στη λήθη. Αναλύσεις που αναφέρονται στο ρόλο της εκπαίδευσης ως ιδιαίτερου μηχανισμού του αστικού κράτους, όπως και στις αντιθέσεις που αναπτύσσονται στο εσωτερικό της από τον ίδιο το ρόλο που της ανατίθεται.

Ας θυμίσουμε λοιπόν ότι η εκπαίδευση αποτελεί έναν ιδιαίτερο (καθότι δομικά χωρισμένο από τη σφαίρα της παραγωγής και τους λοιπούς μηχανισμούς του αστικού κράτους) εξαιρετικά κρίσιμο για την αναπαραγωγή ενός σύγχρονου κοινωνικού σχηματισμού κρατικό μηχανισμό, με βασικό ρόλο τη δημιουργία ατόμων ικανών και πρόθυμων να στελεχώσουν τις θέσεις εργασίας που δημιουργεί ο δεδομένος κοινωνικός καταμερισμός εργασίας. Σε μια καπιταλιστικά οργανωμένη οικονομία και κοινωνία, όπως η σημερινή ελληνική, ο κοινωνικός καταμερισμός εργασίας μορφοποιείται σε μια ιεραρχική δομή οργανωμένη κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται η αναπαραγωγή σχέσεων ταξικής εξουσίας και εκμετάλλευσης. Προκειμένου λοιπόν να προετοιμαστούν οι μικροί μαθητές να στελεχώσουν τις θέσεις εργασίας που τους περιμένουν στην έξοδό τους από το σχολικό μηχανισμό, θα πρέπει να εξοπλιστούν τόσο με τις κατάλληλες τεχνικές γνώσεις και δεξιότητες που απαιτεί η συγκεκριμένη θέση (αλλά και οι παρόμοιες που θα κληθούν να υπηρετήσουν στη διάρκεια του επαγγελματικού τους βίου), όσο και με τις αντίστοιχες ιδέες και συμπεριφορές που είναι απαραίτητες για την άσκηση των καθηκόντων που πηγάζουν από τη δεδομένη θέση(5).

Έτσι λοιπόν, αυτοί που προορίζονται να στελεχώσουν τις κατώτερες θέσεις στην πυραμίδα της κοινωνικής ιεραρχίας θα πρέπει να είναι εκπαιδευμένοι στις αξίες της πειθαρχίας, του σεβασμού των ανωτέρων, της τήρησης των υποχρεώσεών τους, όπως επίσης να αποδέχονται ως φυσική και αυτονόητη την υφιστάμενη κοινωνική τάξη πραγμάτων, τον καταμερισμό εργασίας σε διευθύνοντες και διευθυνόμενους, σε χειρώνακτες και πνευματικά εργαζόμενους, κοκ. Ιδανικά, τα άτομα αυτά θα πρέπει να μάθουν να εκτιμούν την αξία της χειρωνακτικής εργασίας και τους καρπούς των κόπων τους, να είναι ολιγαρκείς και ευτυχείς με τις πενιχρές απολαβές τους και ευγνώμονες απέναντι στον εργοδότη, την πατρίδα και το θεό τους. 

Αντίστοιχα, αυτοί που προορίζονται να καταλάβουν τις ανώτερες θέσεις της κοινωνικής ιεραρχίας θα πρέπει, εκτός από τις απαραίτητες τεχνικές γνώσεις, το κριτικό πνεύμα, την ικανότητα ανάληψης πρωτοβουλιών, να διαθέτουν και τα αναγκαία ηγετικά προσόντα της διοίκησης των υφισταμένων τους, πράγμα που σημαίνει ότι θα πρέπει να είναι σε θέση να αξιολογούν την εργασία τους, να επιβραβεύουν τους πιο αποδοτικούς, αλλά και να επιβάλουν ποινές σε όσους παραμελούν τα καθήκοντά τους ή υποκύπτουν σε πειθαρχικά παραπτώματα. Ιδανικά, θα πρέπει τα άτομα αυτά, να είναι σε θέση να λαμβάνουν τις γνωστές «δύσκολες αποφάσεις», όταν πχ. θα πρέπει να επιλέξουν ανάμεσα στο συμφέρον του οργανισμού του οποίου φέρουν την ευθύνη, και το ατομικό συμφέρον κάποιων εργαζόμενων που σε μια καμπή της οικονομικής συγκυρίας θα κριθούν πλεονάζοντες και δυσβάστακτο φορτίο. 

Με δυο λόγια, τα άτομα που θα στελεχώσουν τις διάφορες θέσεις του κοινωνικού καταμερισμού εργασίας θα πρέπει, εκτός των άλλων προσόντων τους, να είναι φορείς της κυρίαρχης αστικής ιδεολογίας , με τις ιδιαίτερες μορφές που εμφανίζεται αυτή ανάλογα με την ταξική θέση των υποκειμένων. Μάλιστα, έχουμε σοβαρούς λόγους να πιστεύουμε ότι η εγχάραξη της κυρίαρχης ιδεολογίας (του αρμόζοντος κώδικα συμπεριφοράς) στους εκπαιδευόμενους, τουλάχιστον της κατώτερης και της μέσης βαθμίδας, αποτελεί μια λειτουργία κρισιμότερη από τη μετάδοση των σχετικών γνώσεων. Σε πολλές δε περιπτώσεις, όπως πχ στο μάθημα των θρησκευτικών ή της (εθνικής) ιστορίας, όπου γνώσεις και μύηση σε κώδικα συμπεριφοράς είναι στοιχεία αξεδιάλυτα μεταξύ τους αυτό είναι ιδιαίτερα εμφανές: Αυτό που μένει από τα μαθήματα αυτά δεν είναι οι λεπτομέρειες της ιστορίας του έθνους ή της Καινής Διαθήκης, αλλά η διαμόρφωση χαρακτήρων θεοσεβούμενων και φιλοπάτριδων. 

Ακριβώς γι’ αυτό, ακριβώς δηλ. επειδή η κρίσιμη πλευρά της εκπαίδευσης είναι η εγχάραξη στα κεφάλια των εκπαιδευόμενων και η εμπέδωση της κυρίαρχης ιδεολογίας, είναι σωστό να μιλάμε, όπως πρότεινε ο Λ. Αλτουσέρ, για την εκπαίδευση ως ιδεολογικό μηχανισμό του κράτους. Και παραπέρα, να συνδέουμε την πιθανή δυσλειτουργία ή την κρίση του εκπαιδευτικού μηχανισμού με την αδυναμία του να μεταδώσει στον επιθυμητό βαθμό (και επομένως να αναπαράξει) στους εκπαιδευόμενους την κυρίαρχη ιδεολογία. Είναι σημαντικό να σημειώσουμε εδώ ότι μια τέτοια πιθανή αδυναμία του εκπαιδευτικού μηχανισμού ή τμήματός του δεν προκύπτει ως αποτέλεσμα κάποιων ατελειών ή ελλείψεων του, αλλά κατά βάση είναι αποτέλεσμα κοινωνικών, πολιτικών και ιδεολογικών συγκρούσεων που αναπτύσσονται εντός και εκτός της εκπαίδευσης, συγκρούσεων που οδηγούν στο να γίνεται ορατή στα μάτια των εκπαιδευόμενων η αναντιστοιχία μεταξύ κυρίαρχης ιδεολογίας και κοινωνικής πραγματικότητας. Οι κοινωνικές συγκρούσεις αποκτούν χαρακτήρα τροχοπέδης της ιδεολογικής λειτουργίας των εκπαιδευτικών μηχανισμών, δυσχεραίνουν δηλ. τη μετάδοση της κυρίαρχης ιδεολογίας στους εκπαιδευόμενους και με αυτή ακριβώς την έννοια μπορούμε να μιλάμε για κρίση της εκπαίδευσης.

Αυτή ήταν η περίπτωση του ελληνικού Πανεπιστημίου της μεταπολίτευσης. Οι αντιδημοκρατικές δομές με την καθηγητική αυθεντία και τους επιμελητές – υπηρέτες, το ίδιο το συντηρητικό και σε μεγάλο βαθμό ανυπόληπτο, λόγω της συνεργασίας του με τη χούντα, καθηγητικό κατεστημένο, τα παλιομοδίτικα προγράμματα σπουδών, με τα άδεια αμφιθέατρα, σημάδι του μηδενικού ενδιαφέροντος των φοιτητών για το περιεχόμενο των παραδόσεων, αλλά και η γεροντοκρατία του τότε καραμανλικού καθεστώτος από τη μια μεριά, έρχονταν σε πλήρη αντίθεση με το φοιτητικό κίνημα της εποχής και την αναζήτηση μιας «δημοκρατικής πορείας», σε ρήξη με το «αμαρτωλό παρελθόν».   

Οι διαδοχικές εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις των επόμενων χρόνων (ο «αστικός εκσυγχρονισμός, που ξεκίνησε η Καραμανλική δεξιά, και ολοκλήρωσε το ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του ‘80) αποσκοπούσαν ακριβώς στην υπέρβαση αυτής της κρίσης του Πανεπιστημίου, στην αποκατάσταση της ιδεολογικής λειτουργίας του, και σε τελική ανάλυση, στην αποκατάσταση της ηγεμονεύουσας θέσης της κυρίαρχης ιδεολογίας μέσα στα ΑΕΙ. Από τη χρονική απόσταση που μας χωρίζει από εκείνα τα χρόνια, μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι οι στόχοι αυτών των μεταρρυθμίσεων σε μεγάλο βαθμό επιτεύχθηκαν: δεν είναι μόνον ότι οι εκπρόσωποι της δεξιάς στους φοιτητικούς συλλόγους και τις συνελεύσεις έπαψαν να αποτελούν θλιβερές μειοψηφίες,  είναι πριν απ’ όλα ότι σε πολλές σχολές το κλίμα έχει ανατραπεί θεαματικά: για παράδειγμα, στις οικονομικές σχολές, καθώς απενοχοποιήθηκε κοινωνικά η επιδίωξη του επιχειρηματικού κέρδους και της  ατομικής καριέρας στον επιχειρηματικό τομέα, εμφανίστηκαν και έγιναν ιδιαίτερα δημοφιλή μαθήματα και κατευθύνσεις διοίκησης επιχειρήσεων, χρηματοοικονομικής διαχείρισης, κλπ., ενώ παράλληλα περιθωριοποιήθηκαν τα θεωρητικά μαθήματα με αναφορές στην κριτική της πολιτικής οικονομίας και τις σύγχρονες κριτικές θεωρίες(6).

Ωστόσο, η νίκη αυτή των καθεστωτικών δυνάμεων στα πανεπιστήμια δεν υπήρξε ποτέ πλήρης και οριστική. Οι εστίες αντίστασης και ριζοσπαστικοποίησης στα ΑΕΙ παρέμειναν ενεργές αν και σε λανθάνουσες συνήθως μορφές, τροφοδοτούμενες από υπόγεια κοινωνικά ρεύματα δυσαρέσκειας και διαμαρτυρίας.  Οι ίδιες οι εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις είχαν συχνά αντιφατικά αποτελέσματα. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της πολιτικής της μαζικοποίησης της ανώτατης εκπαίδευσης με τη δημιουργία νέων περιφερειακών ΑΕΙ και ΤΕΙ, η οποία από τη μια  εκτόνωνε τις προσδοκίες των λαϊκών στρωμάτων για πρόσβαση στην ανώτατη εκπαίδευση και κοινωνική άνοδο, από την άλλη τροφοδοτούσε το νεολαιίστικο ριζοσπαστισμό, αφού η χαμηλού επιπέδου οργάνωση των νέων σχολών και τμημάτων, αλλά και η αγορά εργασίας που συναντούσαν οι νέοι πτυχιούχοι διέψευδε τις όποιες προσδοκίες.

Ισχυριζόμαστε ότι η πολιτική επιλογή της ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων που πρωτοεμφανίστηκε την άνοιξη του 2006 με την ανακοίνωση της πρόθεσης αναθεώρησης του άρθρου 16, και που ουσιαστικά δεν αποσύρθηκε ποτέ από το προσκήνιο, αποτελεί τη μετεξέλιξη, σε συνθήκες κυριαρχίας του νεοφιλελευθερισμού, της ίδιας πολιτικής «εκσυγχρονισμού» (και επομένως, υπέρβασης της κρίσης) των Πανεπιστημίων που ακολούθησαν όλες οι αστικές κυβερνήσεις από το 1974 μέχρι σήμερα(7). 

Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι η πολιτική αυτή δεν πήρε διαφορετικές μορφές στην πορεία του χρόνου, ανάλογα με τη συνολικότερη συγκυρία. Η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του Γ. Λιάνη, για παράδειγμα, με το Νόμο-Πλαίσιο του 1982, στόχευε στην αποκατάσταση της ιδεολογικής λειτουργίας των Πανεπιστημίων για την οποία μιλήσαμε προηγουμένως, κυρίως μέσω της ενσωμάτωσης των διάχυτων αιτημάτων εκδημοκρατισμού, της συμμετοχής των φοιτητών και των διοικητικών υπαλλήλων των ΑΕΙ στη διοίκησή τους, κλπ. Η πολιτική επιλογή της ίδρυσης ιδιωτικών Πανεπιστημίων στοχεύει, όπως διαφαίνεται και από τον τρόπο με τον οποίο προσεγγίζει το ζήτημα και ο Α.Γ., στην υπέρβαση της κρίσης μέσω της περιθωριοποίησης της παρουσίας του λαϊκού ριζοσπαστισμού μέσα στα Πανεπιστήμια, η οποία θα επέλθει ως αποτέλεσμα πολλαπλών συνδυασμένων δράσεων. Σαν τέτοιες μπορούμε να δούμε: 

  • τη συρρίκνωση του αριθμού των εισαγόμενων φοιτητών στις Σχολές,
  • την έμμεση υποβάθμιση της αξίας των πτυχίων των δημόσιων Πανεπιστημίων στην αγορά εργασίας μέσω της γενίκευσης των (ουσιαστικά ιδιωτικοποιημένων ελέω διδάκτρων) μεταπτυχιακών προγραμμάτων, 
  • την αναμόρφωση (για μια ακόμα φορά) της τεχνικής επαγγελματικής εκπαίδευσης προκειμένου να εκτονωθεί σ’ αυτήν ένα μεγαλύτερο μέρος της ζήτησης για ανώτατη ή απλά μεταλυκειακή εκπαίδευση(8), και τέλος, 
  • την αδειοδότηση της ίδρυσης Ιδιωτικών Πανεπιστημίων, που (ευσεβής πόθος των υποστηρικτών τους) θα πειθαναγκάσουν τα δημόσια Πανεπιστήμια μέσω του ανταγωνισμού να λειτουργήσουν σύμφωνα με τις «ανάγκες και την (τρέχουσα) ζήτηση της αγοράς εργασίας». 

Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι η πολιτική της αδειοδότησης ιδιωτικών Πανεπιστημίων, όπως και η στρατηγική του νεοφιλελευθερισμού συνολικά, στοχεύει και σε μια αναδιάταξη των ταξικών συμμαχιών, μέσω του προσεταιρισμού μερίδας των λαϊκών στρωμάτων που προσβλέπουν σε κοινωνική ανέλιξη μέσω ενός πτυχίου με αντίκρισμα στην αγορά εργασίας, για το οποίο είναι πρόθυμοι να καταβάλουν το ανάλογο οικονομικό τίμημα. Ας μην ξεχνάμε ότι καμιά από τις μεταρρυθμίσεις του νεοφιλελευθερισμού δεν θα είχε στεριώσει αν δεν είχε αποσπάσει τη συναίνεση τέτοιων μερίδων των μικροαστικών και των λαϊκών τάξεων.

Θεωρώ ότι η πιο πάνω κατανόηση της πολιτικής των ιδιωτικών Πανεπιστημίων είναι απολύτως βάσιμη, όχι γιατί κάτι τέτοιο ισχυρίζεται ο (συχνά παραληρηματικός) Α.Γ., αλλά κατ’ αρχήν γιατί έτσι έχουμε μια πολύ πιο πειστική ερμηνεία της επιμονής  της πολιτικής εξουσίας (της δεξιάς και του ΠΑΣΟΚ με κάποιες αμφιταλαντεύσεις) στη μεταρρύθμιση της αδειοδότησης των ιδιωτικών Πανεπιστημίων, παρά τους γνωστούς πολιτικούς κλυδωνισμούς που παρήγαγε η αντιπαράθεση για το άρθρο 16 κατά την περίοδο 2006-7. Πράγματι, θα ήταν παράλογο να υποθέσουμε ότι όλος ο καυγάς γίνεται προκειμένου να εξυπηρετηθούν κάποιοι φιλικοί προς τη ΝΔ επιχειρηματίες που επιθυμούν να επενδύσουν στην ανώτατη εκπαίδευση, ή προκειμένου να ικανοποιηθούν κάποιοι ιεροφάντες του φιλελευθερισμού που θέλουν να δουν τον ανταγωνισμό δημοσίου – ιδιωτικού να εισβάλλει και στα ΑΕΙ. Το διακύβευμα, για το οποίο η πολιτική εξουσία επιστρατεύει για μια ακόμα φορά το σύνολο των εφεδρειών της, είναι πολύ κρισιμότερο: αφορά την οριστική εξάλειψη των εστιών αντίστασης στην ανώτατη εκπαίδευση, με τη διαμόρφωση ενός ριζικά νέου περιβάλλοντος απρόσκοπτης λειτουργίας της ως μηχανισμού μετάδοσης και αναπαραγωγής της κυρίαρχης ιδεολογίας. Και, υπ’ αυτή την έννοια, αφορά τη μακροημέρευση της κυριαρχίας του συγκεκριμένου μπλοκ εξουσίας. 

Κλείνοντας αυτό το σημείωμα, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι ο αγώνας που έχουμε μπροστά μας δεν τελειώνει με μια ενδεχόμενη ψήφιση νόμου υπέρ των ιδιωτικών Πανεπιστημίων, ούτε ακόμα και με μια πιθανή εγκατάσταση και λειτουργία τους. Το φοιτητικό κίνημα θα κριθεί στα επόμενα χρόνια (και) από την ικανότητά του να παρεμβαίνει στα πανεπιστημιακά πράγματα του δημόσιου Πανεπιστήμιου, να ανοίγει ρωγμές, να υπερασπίζεται τη δημοκρατική λειτουργία του, να οικοδομεί σχέσεις αλληλεπίδρασης και διαλόγου με τα κοινωνικά κινήματα, και τελικά, σε πείσμα της στρατηγικής της νεοφιλελεύθερης αναμόρφωσής του, να «μπλοκάρει», με την έννοια που ορίσαμε πιο πάνω, τη λειτουργία του ως μηχανισμού διάδοσης και αναπαραγωγής της κυρίαρχης ιδεολογίας, πράγμα που σε τελευταία ανάλυση σημαίνει: να βαθύνει την κρίση του. 

1 Το απόσπασμα αυτό από το μυθιστόρημα της Κάριν Στρουκ, παρατίθεται ως κατακλείδα σε ομιλία του Ν. Πουλατζά με θέμα «Παιδεία και κοινωνικό περιβάλλον», που δόθηκε το Μάιο του 1975 στο ΕΜΠ. https://tvxs.gr/life-plus/paideia/paideia-kai-koinoniko-periballon-toy-n-poylantza-omilia-toy-prin-40-xronia/

2 Αδωνις Γεωργιάδης: Ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων για να τελειώνουμε με την Αριστερά, https://left.gr/news/adonis-georgiadis-idrysi-idiotikon-panepistimion-gia-na-teleionoyme-me-tin-aristera

3 https://www.ntua.gr/el/news/announcements/item/3856-anakoinosi-tou-symvouliou-dioikisis-tou-emp

4 Α. Γεωργιάδης, στο ίδιο.

5 Για μια εκτεταμένη παρουσίαση των θεμάτων αυτών, βλ. Γ. Μηλιός, Εκπαίδευση και Εξουσία, 4η έκδοση, εκδ. Κριτική, Αθήνα, 1993, και Ανδ. Βλάχου, Επαναπροσδιορίζοντας τη διαδικασία της εκπαίδευσης στον καπιταλισμό, http://theseis.com/index.php?option=com_content&view=article&id=331:category-331&catid=81&Itemid=113

6 Για την ανατροπή αυτή του ιδεολογικού κλίματος μέσα στα Πανεπιστήμια θα πρέπει να αναζητηθούν και οι ευθύνες του φοιτητικού κινήματος των χρόνων της πασοκικής διακυβέρνησης, που σε μεγάλο βαθμό αναλώθηκε σε μια άγονη υπερπολιτικοποίηση, εγκαταλείποντας το πεδίο της παρέμβασης στην ίδια την κρίση του Πανεπιστημίου. Ωστόσο, ένα τέτοιο ζήτημα ξεφεύγει από τους στόχους αυτού του σημειώματος.

7 Η ειρωνεία της ιστορίας είναι ότι ενώ τόσο η μεταρρύθμιση Κουτσίκου, το 2006-7, όσο και η πιο πρόσφατη παρέμβαση με τη σύσταση της πανεπιστημιακής αστυνομίας το 2022, στόχευαν στην καταστολή του φοιτητικού ριζοσπαστισμού, τελικά το μόνο που κατόρθωσαν ήταν να τον αναζωπυρώσουν…

8 Η τεχνική – επαγγελματική εκπαίδευση, ένας ακόμα θεσμός του «εκσυγχρονισμού» της μεταπολίτευσης, ως επιλογή μετά την εννιάχρονη υποχρεωτική εκπαίδευση, παίζει σημαντικό ρόλο στη σταθεροποίηση της εκπαίδευσης ως μηχανισμού κατανομής των εκπαιδευόμενων στις θέσεις που προβλέπει ο κοινωνικός καταμερισμός εργασίας, αφού δημιουργεί πολύ νωρίς δυο «κυκλώματα» με διαφορετικό προορισμό για τους εκπαιδευόμενους, εξυπηρετώντας ουσιαστικά την αναπαραγωγή της ταξικής τους προέλευσης. Ωστόσο η αριστερά δεν διέκρινε ποτέ αυτή την κρίσιμη κοινωνική διάσταση του θεσμού της τ.ε.ε.

 




Η δίκη του Ισραήλ: Η Νότια Αφρική παρουσιάζει ένα ολοκληρωμένο επιχείρημα για τη γενοκτονία

Aναδημοσίευση από το commune.org.gr

μετάφραση από το C.J. Atkins, 11 Ιανουαρίου 2024, People’s World

Οι ακτιβιστές υπέρ της κατάπαυσης του πυρός σε όλο τον κόσμο που αναρωτιούνται αν κάποιος θα υπερασπιστεί ποτέ τους Παλαιστίνιους στη διεθνή σκηνή πήραν την απάντησή τους την Πέμπτη. Στη Χάγη, Νοτιοαφρικανοί δικηγόροι παρουσίασαν τα πρώτα επιχειρήματα σε μια νομική υπόθεση-ορόσημο που η κυβέρνησή τους έχει καταθέσει στο Διεθνές Δικαστήριο (ΔΔΔ) κατηγορώντας το Ισραήλ για γενοκτονία. Μιλώντας ενώπιον του ανώτατου δικαστηρίου των Ηνωμένων Εθνών, οι δικηγόροι προέβησαν σε καταδικαστικούς ισχυρισμούς κατά του Ισραήλ και δήλωσαν ότι ο σημερινός πόλεμος είναι απλώς το τελευταίο βάναυσο επεισόδιο στην επί δεκαετίες καταπίεση του παλαιστινιακού λαού. Αναφερόμενοι στην 84 σελίδων αίτησή τους προς το δικαστήριο, οι Νοτιοαφρικανοί δικηγόροι δήλωσαν πανηγυρικά στο δικαστήριο ότι θα δει αδιαμφισβήτητα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι το Ισραήλ διαπράττει “το έγκλημα των εγκλημάτων” στη Γάζα. Καθώς η υπόθεση είναι πιθανό να χρειαστεί χρόνια για να διανύσει το δρόμο της μέσα από το διεθνές νομικό σύστημα, η Νότια Αφρική ζητά από το ΔΔΔ να εκδώσει δεσμευτικές προκαταρκτικές εντολές – μια προσωρινή διαταγή – που θα αναγκάζει το Ισραήλ να σταματήσει τη στρατιωτική του επίθεση όσο η δίκη βρίσκεται σε εξέλιξη. Με περισσότερους από 23 χιλιάδες ανθρώπους να έχουν ήδη σκοτωθεί μέσα σε λίγες μόνο εβδομάδες, η Νότια Αφρική είπε στους δικαστές ότι οι Παλαιστίνιοι δεν μπορούν να περιμένουν την τελική ετυμηγορία- μπορεί να έχουν όλοι εκδιωχθεί ή πεθάνει μέχρι τότε. “Τίποτα δεν θα σταματήσει τα δεινά, εκτός από μια εντολή από αυτό το δικαστήριο”, δήλωσε η Νοτιοαφρικανή δικηγόρος Αντίλα Χασίμ στους δικαστές και στο ακροατήριο στο κατάμεστο Παλάτι της Ειρήνης στη Χάγη. Επισήμανε ότι το Ισραήλ έχει πραγματοποιήσει τη μεγαλύτερη συμβατική εκστρατεία βομβαρδισμών στην ιστορία του πολέμου, ρίχνοντας 6 χιλιάδες βόμβες την εβδομάδα. “Κανείς δεν έχει γλιτώσει, ούτε καν τα μωρά”, δήλωσε η Χασίμ. Ωστόσο, μπορεί να χρειαστούν εβδομάδες μέχρι να εκδοθεί μια διαταγή.

Υπάρχει σαφής πρόθεση γενοκτονίας

“Οι γενοκτονίες δεν κηρύσσονται ποτέ εκ των προτέρων”, είπε, “αλλά αυτό το δικαστήριο έχει το πλεονέκτημα των αποδεικτικών στοιχείων των τελευταίων 13 εβδομάδων που δείχνουν αδιαμφισβήτητα ένα μοτίβο συμπεριφοράς και την σχετική πρόθεση που δικαιολογεί ως εύλογο τον ισχυρισμό ότι διαπράττονται πράξεις γενοκτονίας”.

Μαζί με την Χασίμ ήταν στο δικαστήριο ένας άλλος διάσημος Νοτιοαφρικανός δικηγόρος, ο Τεμπέκα Νγκουκαϊτόμπι, ο οποίος είπε στο δικαστήριο ότι “Η κλίμακα της καταστροφής στη Γάζα, η στοχοποίηση οικογενειακών εστιών και αμάχων, ο πόλεμος που είναι πόλεμος κατά των παιδιών – όλα καθιστούν σαφές ότι η πρόθεση γενοκτονίας είναι έκδηλη και βρίσκεται σε εξέλιξη. Η εκφρασμένη πρόθεση είναι η καταστροφή της ζωής των Παλαιστινίων”. Αρκετοί κορυφαίοι Ισραηλινοί ηγέτες έχουν οι ίδιοι επανειλημμένα παράσχει αποδείξεις αυτής της πρόθεσης. Ένα βίντεο με τον πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου να θυμίζει τη βιβλική εξόντωση των Αμαληκιτών παίχτηκε στην αίθουσα του δικαστηρίου, μαζί με πλάνα από ισραηλινούς στρατιώτες που φώναζαν: “Να καεί το χωριό τους, να σβηστεί η Γάζα!”. Εδώ και μήνες, υπουργοί του ισραηλινού υπουργικού συμβουλίου και σημαντικοί πολιτικοί μεταδίδουν επίσης ξεκάθαρα τις επιθυμίες τους. Μόλις την περασμένη εβδομάδα, ο υπουργός Εθνικής Ασφάλειας Μπεν Γκβίρ δήλωσε, και πάλι, ότι “η ενθάρρυνση των κατοίκων της Γάζας να μεταναστεύσουν σε άλλες χώρες του κόσμου είναι μια λύση που πρέπει να προωθήσουμε”. Ο υπουργός Οικονομικών Σμότριχ στην έκκλησή του μόλις πριν από λίγες ημέρες, έλεγε ότι κάθε Παλαιστίνιος πρέπει να φύγει από τη Γάζα, διότι το Ισραήλ δεν μπορεί να έχει δίπλα του “δύο εκατομμύρια ανθρώπους” που “ξυπνούν κάθε πρωί με την προσδοκία της καταστροφής του κράτους του Ισραήλ και με την επιθυμία να σφάζουν, να βιάζουν και να δολοφονούν Εβραίους όπου κι αν βρίσκονται”. Ο Μπεν Γκβιρ και ο Σμότριχ είναι μόνο δύο από τους πολλούς νυν και πρώην ισραηλινούς ηγέτες που έχουν απευθύνει μετά τις 7 Οκτωβρίου εκκλήσεις για την εξάλειψη του παλαιστινιακού λαού από τη Γάζα.

Τα κρατικά έγγραφα που διέρρευσαν και περιγράφουν λεπτομερώς τα σχέδια για την υλοποίηση του στόχου επιβεβαιώνουν ότι αυτός υπερβαίνει τη ρατσιστική πολιτική ρητορική. Ένα υπόμνημα από το ισραηλινό υπουργείο Πληροφοριών τον Οκτώβριο αποκάλυψε ότι η μόνιμη εκδίωξη του παλαιστινιακού λαού από τη Γάζα ήταν η “προτιμώμενη πολιτική επιλογή”. Οραματιζόταν να στείλει τους κατοίκους της Γάζας να φύγουν στην αιγυπτιακή έρημο, χωρίς να επιστρέψουν ποτέ. Το υπόμνημα αντανακλούσε ένα προηγούμενο σχέδιο που δημοσιοποιήθηκε από το Ινστιτούτο Εθνικής Ασφάλειας και Σιωνιστικής Στρατηγικής Μισγκάβ, μια δεξαμενή σκέψης με επικεφαλής τον Σαμπάτ. Ο ίδιος ήταν προηγουμένως σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του πρωθυπουργού Νετανιάχου και είναι βετεράνος επί 30 χρόνια της Σαμπάκ, της μυστικής αστυνομικής υπηρεσίας του Ισραήλ.

Ένα έγγραφο της Μισγκάβ που δημοσιεύθηκε τον Οκτώβριο, με τίτλο “Σχέδιο για την επανεγκατάσταση και την τελική αποκατάσταση στην Αίγυπτο ολόκληρου του πληθυσμού της Γάζας”, παρουσίασε τα οικονομικά της εθνοκάθαρσης. Στην ουσία, ήταν μια λεπτομερής οδηγία απέλασης, ένα σχέδιο που θα έπρεπε να ακολουθήσει το κράτος του Ισραήλ, με ανάλυση όλων των οικονομικών δαπανών που συνεπάγεται. Στην αρχή του εγγράφου πολιτικής και σε ένα tweet που αναρτήθηκε από το Μισγκάβ, ο συγγραφέας του, Βάιτμαν, δήλωσε ότι “Αυτή τη στιγμή υπάρχει μια μοναδική και σπάνια ευκαιρία να εκκενώσουμε ολόκληρη τη Λωρίδα της Γάζας” και να στείλουμε αλλού “ολόκληρο τον αραβικό πληθυσμό” για πάντα.

Όλα αυτά και πολλά άλλα τέθηκαν από τους Νοτιοαφρικανούς δικηγόρους την Πέμπτη.
“Ποιο κράτος θα παραδεχόταν πρόθεση γενοκτονίας;” ρώτησε ο Νγκουκαϊτόμπι. “Ωστόσο, το χαρακτηριστικό γνώρισμα αυτής της υπόθεσης δεν είναι η σιωπή αυτή καθαυτή, αλλά η επανάληψη του γενοκτονικού λόγου σε όλους τους τομείς του κράτους στο Ισραήλ”.

Η ιστορία βαραίνει

Η υπόθεση είναι φορτωμένη με ιστορία που υπερβαίνει τον πόλεμο της Γάζας. Το κράτος του Ισραήλ ιδρύθηκε ως εβραϊκή πατρίδα στον απόηχο της γενοκτονίας με το Ολοκαύτωμα, κατά το οποίο έξι εκατομμύρια Εβραίοι δολοφονήθηκαν στα εργοστάσια θανάτου των Ναζί. Κατηγορείται τώρα μια χώρα που κληρονόμησε μια προηγούμενη γενοκτονία ότι διαπράττει αυτή η ίδια μια γενοκτονία -και μάλιστα με την υποστήριξη της μεγαλύτερης υπερδύναμης του κόσμου. “Η βία και η καταστροφή στην Παλαιστίνη και το Ισραήλ δεν άρχισαν στις 7 Οκτωβρίου 2023”, δήλωσε ο υπουργός Δικαιοσύνης της Νότιας Αφρικής Ρόναλντ Λαμόλα. “Οι Παλαιστίνιοι βιώνουν συστηματική καταπίεση και βία τα τελευταία 76 χρόνια”.

Ο Νετανιάχου βρισκόταν σε άμυνα στις δηλώσεις του στον Τύπο, λέγοντας απλώς ότι -παρά τα όσα έχουν δηλώσει οι κυβερνητικοί του συνάδελφοι, παρά τα όσα αποκαλύπτουν κρατικά έγγραφα που διέρρευσαν και παρά τα όσα κάνει ο στρατός του αυτή τη στιγμή- “το Ισραήλ δεν έχει καμία πρόθεση να καταλάβει μόνιμα τη Γάζα ή να εκτοπίσει τον άμαχο πληθυσμό της”.

Το γεγονός ότι είναι η Νότια Αφρική που κρατάει το λάβαρο για τους Παλαιστίνιους είναι επίσης μια υπενθύμιση στον κόσμο του μακρόχρονου αγώνα ενάντια σε ένα άλλο δολοφονικό καθεστώς: το κράτος απαρτχάιντ που κυβέρνησε τη Νότια Αφρική από το 1948 έως τις αρχές της δεκαετίας του ’90. Το σημερινό κυβερνόν κόμμα, το Αφρικανικό Εθνικό Κογκρέσο, σφυρηλατήθηκε στον αγώνα για την ανατροπή της κυριαρχίας της λευκής μειονότητας και της βίαιης καταπίεσης της μαύρης πλειοψηφίας. Για το Αφρικανικό Εθνικό Κογκρέσο, οι πολιτικές που επιβάλλει το Ισραήλ στη Δυτική Όχθη και τη Γάζα και η βαρβαρότητα που εφαρμόζει εναντίον του παλαιστινιακού λαού μοιάζουν πάρα πολύ με αυτό που έκανε η παλιά κυβέρνηση του απαρτχάιντ στη Νότια Αφρική. Το Αφρικανικό Εθνικό Κογκρέσο δεν έχει επίσης ξεχάσει πόσο σθεναρά το Ισραήλ υποστήριζε το κράτος του απαρτχάιντ στην Νότια Αφρική, συμπεριλαμβανομένης της εκπαίδευσης της αστυνομίας και του στρατού του.

Στο παρασκήνιο, το Ισραήλ ανησυχεί

Θα χρειαστούν εβδομάδες μέχρι να αποφασιστεί το αίτημα της Νότιας Αφρικής για ασφαλιστικά μέτρα, ενώ οι δικηγόροι του Ισραήλ θα απευθυνθούν στο Διεθνές Δικαστήριο την Παρασκευή για να απαντήσουν στις κατηγορίες που έχουν διατυπωθεί μέχρι στιγμής. Δημόσια, αποπνέουν αέρα αυτοπεποίθησης, αλλά ένα μυστικό κυβερνητικό τηλεγράφημα που αποκαλύφθηκε δείχνει ότι το Ισραήλ ανησυχεί. “Μια απόφαση του δικαστηρίου θα μπορούσε να έχει σημαντικές δυνητικές επιπτώσεις που δεν αφορούν μόνο τον νομικό κόσμο, αλλά έχουν πρακτικές διμερείς, πολυμερείς, οικονομικές, επιπτώσεις στην ασφάλεια”, δήλωσε το ισραηλινό υπουργείο Εξωτερικών σε πρεσβείες και διπλωμάτες. Το Τελ Αβίβ έδωσε εντολή στους αξιωματούχους των εξωτερικών υπηρεσιών του να πιέσουν άλλες κυβερνήσεις και πολιτικούς να συνταχθούν με το Ισραήλ εναντίον της Νότιας Αφρικής. Τους έδωσε ένα υπόδειγμα συμπλήρωσης κενών που θα μπορούσαν να εκδώσουν οι σύμμαχοι για να “δηλώσουν δημόσια και ξεκάθαρα ότι η χώρα τους απορρίπτει τους εξωφρενικούς, παράλογους και αβάσιμους ισχυρισμούς εναντίον του Ισραήλ”. Στην Ουάσιγκτον, η κυβέρνηση Μπάιντεν δεν χρειάστηκε καμία προτροπή από τον Νετανιάχου. Ο εκπρόσωπος του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας Τζον Κίρμπι και ο υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν δήλωσαν και οι δύο υπάκουα ότι οι κατηγορίες της Νότιας Αφρικής ήταν “αβάσιμες, αντιπαραγωγικές και εντελώς χωρίς καμία πραγματική βάση”. Αρκετές άλλες χώρες, ωστόσο, διαφωνούν. Το Μπαγκλαντές, η Βολιβία, η Βραζιλία, η Κολομβία, η Μαλαισία, οι Μαλδίβες, η Ναμίμπια, η Νικαράγουα, το Πακιστάν, η Τουρκία, η Βενεζουέλα -και η κορυφαία σύμμαχος των ΗΠΑ Ιορδανία- έχουν δηλώσει την υποστήριξή τους στη Νότια Αφρική. Η πρωθυπουργός του Βελγίου Πέτρα Ντε Σούτερ πιέζει την κυβέρνησή της να υποστηρίξει επίσης την υπόθεση. Εκατοντάδες άνθρωποι μέσα στο Ισραήλ, μεταξύ των οποίων και νομοθέτες της αντιπολίτευσης, έχουν επίσης υπογράψει την αίτηση. Σύμφωνα με το τηλεγράφημα, η νομική στρατηγική του Ισραήλ φαίνεται να βασίζεται στην προσπάθεια να πείσει τους δικαστές να υιοθετήσουν μια στενή ανάγνωση της Σύμβασης του 1948 για τη Γενοκτονία, υποστηρίζοντας ότι η πλήρης εξόντωση ενός λαού είναι απαραίτητη για να συμβεί γενοκτονία. Με αυτή τη λογική, όσο επιβιώνει ένας μόνο Παλαιστίνιος, σύμφωνα με αυτή την ανάγνωση, δεν έχει διαπραχθεί γενοκτονία.

Εάν οι δικαστές καταλήξουν τελικά να εκδώσουν εντολή προς τον ισραηλινό στρατό να σταματήσει τον πόλεμό του, είναι άγνωστο εάν το Ισραήλ θα συμμορφωθεί με την απόφαση. Σε περίπτωση που αγνοήσει μια τέτοια απόφαση, θα μπορούσε να αντιμετωπίσει κυρώσεις από τον ΟΗΕ, αν και η κυβέρνηση Μπάιντεν μπορεί να εμποδίσει την εφαρμογή τους με βέτο στο Συμβούλιο Ασφαλείας.

Εν τω μεταξύ, οι δικηγόροι της Νότιας Αφρικής πιστεύουν ότι έχουν μπορούν να κερδίσουν την υπόθεση. “Τα στοιχεία για την πρόθεση γενοκτονίας δεν είναι μόνο ανατριχιαστικά, είναι επίσης συντριπτικά και αδιαμφισβήτητα”, δήλωσε την Πέμπτη ο Νγκουκαϊτόμπι.

Καθώς εκδικαζόταν η υπόθεση, χιλιάδες Παλαιστίνιοι συγκεντρώθηκαν στο άγαλμα του αείμνηστου Νοτιοαφρικανού ηγέτη της απελευθέρωσης και προέδρου Νέλσον Μαντέλα στη Ραμάλα της Δυτικής Όχθης. Κρατούσαν ψηλά μεγάλες πινακίδες φωτισμένες με το μήνυμα “Ευχαριστούμε, Νότια Αφρική”. Αναμφίβολα θυμήθηκαν τα λόγια του Μαντέλα: “Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι η ελευθερία μας είναι ελλιπής χωρίς την ελευθερία των Παλαιστινίων.




Πώς θα είναι η «επόμενη μέρα» στο Ισραήλ και την Παλαιστίνη;

Αναδημοσίευση από το commune.org.gr

του Avishai Ehrlich

Πρέπει να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε τον σημερινό πόλεμο ως έναν πόλεμο που θα διαρκέσει όχι μήνες αλλά χρόνια

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα  Zu Haderech (Αυτός είναι ο δρόμος), του Κομμουνιστικού Κόμματος Ισραήλ. αρ. 1/24 (3/1/24)]

Το «στεφάνι» που συγκρατούσε την ακροδεξιά κυβέρνηση πριν από τις 7/10 ήταν ένα κοινό πολιτικό σχέδιο «νόμιμου πραξικοπήματος». Απέναντι στην κυβέρνηση Νετανιάχου βρισκόταν μια ελαφρώς πιο φιλελεύθερη σιωνιστική αντιπολίτευση. Το σχέδιο της «Δικαστικής Επανάστασης» σταμάτησε από τη διαμαρτυρία, αλλά δεν εξαλείφθηκε.(1) Η σφαγή «σοκ και δέος» από τη Χαμάς στις 7/10 έπληξε βαθιά το αίσθημα ασφάλειας των Ισραηλινών και άγγιξε το αρχέγονο άγχος της εξόντωσης στη χώρα που θεμελιώθηκε στη Shoah (Ολοκαύτωμα) έναν από τους δύο πυλώνες του Σαμψών στους οποίους στηριζόταν η νομιμοποίησή του κράτους του Ισραήλ. Ο δεύτερος πυλώνας στήριξης του εβραϊκού κράτους στην ισραηλινή ιδεολογία είναι η «ελέω θεού γη της επαγγελίας». Το σοκ από τη σφαγή και την άγρια καταστροφή στα ισραηλινά χωριά που περιβάλλουν τη Λωρίδα της Γάζας εξηγεί, κατά τη γνώμη μου, τη γρήγορη και πλήρη μετατροπή του κινήματος διαμαρτυρίας σε στρατιωτική εφεδρεία. Η ολοκληρωτική εξόντωση των εβραϊκών χωριών και πόλεων γύρω από τη Γάζα άλλαξε απότομα την «εθνική ατζέντα» και υπονόμευσε τα στρατόπεδα «Just Not Bibi» (δηλαδή «Απλώς όχι ο Μπίμπι») και «Brothers in Arms» ( «Αδέρφια στα όπλα») τα ονόματα των δύο κύριων οργανώσεων εφέδρων στρατιωτών του κινήματος διαμαρτυρίας. Από τις 7/10, το σχέδιο «εξόντωσης της Χαμάς» έγινε το εθνικό πολιτικό σχέδιο του διευρυμένου πολεμικού συνασπισμού που περιλαμβάνει τον Γκαντζ(2) και το κόμμα του στο πολεμικό υπουργικό συμβούλιο καθώς και τον Λαπίντ(3) και το κόμμα του εκτός συνασπισμού. Αν δεν γινόταν η σφαγή στην Λωρίδα της Γάζας, θα ήταν πολύ δύσκολο να προκύψει ένα τόσο ευρύ συγκεντρωτικό σχέδιο σε ένα διαιρεμένο Ισραήλ. Οι επίσημοι στόχοι του πολέμου (εξάλειψη της Χαμάς με διάφορους τρόπους) και οι ανεπίσημοι (εθνοκάθαρση και εβραϊκός εποικισμός) συνδέουν τώρα τον Γκανζ με την «ακροδεξιά». Η εμπόλεμη κατάσταση δίνει στην «πλήρη/απόλυτη δεξιά» (φασιστική δεξιά) περισσότερο θράσος από ποτέ να συνεχίσει να καταλαμβάνει τους κρατικούς μηχανισμούς από τα μέσα και να τους αλλάζει. Ο περιορισμός του πολέμου ή η παραμέλησή του θα οδηγούσε στην κατάρρευση του συνασπισμού Γκανζ-Νετανιάχου- Σμότιτζ(4)-Μπεν-Γκβιρ(5). Το αίτημα του Γκαντς για πάγωμα της πολιτικής  μεταρρύθμισης ενόψει της ανάγκης για ενότητα λόγω  της έκτακτης κατάστασης δεν πραγματοποιείται, αλλά ο Γκαντς συνεχίζει να υπηρετεί στη κυβέρνηση. 

Μόνιμος πόλεμος: Από τη σκοπιά του Νετανιάχου, η διατήρηση της κυβέρνησής του εξαρτάται σήμερα, επομένως, από τη συνέχιση του πολέμου: στη Γάζα είτε στη Δυτική Όχθη, στο Λίβανο, στη Συρία, στην Υεμένη, στο Ιράν και αλλού. Η «επόμενη μέρα» δεν πρέπει να έρθει και ο πόλεμος απλά δεν θα τελειώσει! Ο στρατός θέλει να ξέρει τι θα συμβεί την επόμενη μέρα για να προετοιμαστεί και οι Αμερικανοί θέλουν να καταλάβουν τι θέλει το Ισραήλ και τι θέλει το Ισραήλ από αυτούς. Ο Νετανιάχου όμως αρνείται να αποφασίσει γιατί οποιαδήποτε καθορισμένη απόφαση θα ρίξει την κυβέρνησή του. Είναι σημαντικό να γίνει κατανοητό στο Ισραήλ και στο εξωτερικό, ότι η συνέχιση του πολέμου δεν απορρέει μόνο από τεχνικούς στρατιωτικούς λόγους, αλλά, πρωτίστως, από μια εσωτερική, ενδο-ισραηλινή πολιτική αναγκαιότητα. Ό,τι θα μπορούσε να επιτευχθεί στρατιωτικά στον πόλεμο στη Γάζα έχει ήδη σχεδόν εξαντληθεί, το να «εξαλειφθεί η Χαμάς» είναι ευσεβής πόθος – όχι συγκεκριμένη λύση. Δεν υπάρχει «μια για πάντα» και δεν υπάρχει «τελική λύση». Μετά την καταστροφή αυτού που υπήρχε στη Γάζα, το Ισραήλ πρέπει να αρχίσει να εγκαθιδρύει κάτι άλλο αντ’ αυτού. Αλλά ποια είναι αυτή η νέα τάξη πραγμάτων; Με ποιον είναι διατεθειμένο το Ισραήλ να την οικοδομήσει; Ποια θα είναι η μορφή της; Δεν είναι δυνατόν να βρεθούν κοινές απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα σε αυτή την κυβέρνηση. 

Ένας σκληρός πόλεμος φθοράς διεξάγεται τώρα στη Γάζα. Ο πρώτος πόλεμος φθοράς στην ισραηλινοαραβική σύγκρουση έλαβε χώρα μετά τον Πόλεμο των Έξι Ημερών (Al-Naksha στα αραβικά), διήρκεσε από την έβδομη ημέρα για περισσότερα από τρία χρόνια, από τον Ιούλιο του 1967 έως τον Αύγουστο  του  1970, και ονομάστηκε επίσης «πόλεμος των χιλίων ημερών». Ο πρώτος πόλεμος φθοράς ξεκίνησε εναντίον της Αιγύπτου. Συμμετείχαν παλαιστινιακές οργανώσεις σε διάφορα εδάφη της διασποράς τους, καθώς και η Ιορδανία, η Συρία, ο Λίβανος, οι ΗΠΑ και η Σοβιετική Ένωση. Τελικά, οι Αμερικανοί επέβαλαν στο Ισραήλ κατάπαυση του πυρός και επανέναρξη της πολιτικής διαδικασίας, κάτι σαν το σχέδιο Ροτζέρ που εξανάγκασε σε ειρήνη τον πόλεμο φθοράς το 1969.(6) Πρέπει να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε τον σημερινό πόλεμο ως έναν μακρύ πόλεμο που θα διαρκέσει όχι μήνες αλλά χρόνια. Είναι η γνώμη μου εδώ και πολλά χρόνια ότι το Ισραήλ είναι μια μόνιμη πολεμική κοινωνία. Ωστόσο, πρέπει να διακρίνουμε μεταξύ διαφορετικών επιπέδων έντασης της κατάστασης πολέμου. Όσο χαμηλότερη είναι η ένταση, τόσο πιο φυσιολογική φαίνεται η ζωή στο Ισραήλ – παρόμοια με τη ζωή σε χώρες που δεν βρίσκονται σε πόλεμο. Όλες οι πτυχές της ζωής στο Ισραήλ, σχεδόν ανεξαιρέτως, επηρεάζονται αποφασιστικά από την κατάσταση μόνιμου πολέμου.

Τα εγκλήματα του σημερινού πολέμου: Η Χαμάς πολεμά με τον μόνο τρόπο που μπορεί, έναν ασύμμετρο τρόπο, διεξάγει έναν ανταρτοπόλεμο αφού δεν έχει κράτος και δεν έχει τις δυνατότητες που έχει το Ισραήλ: guerilla στα ισπανικά σημαίνει μικρός πόλεμος, από την εποχή του Ναπολέοντα. Ο πρώτος κανόνας του ανταρτοπόλεμου (σύμφωνα με τον Μάο Τσε Τουνγκ) είναι ότι η σχέση μεταξύ των μαχητών του λαού και του ιδίου του λαού είναι σαν αυτή μεταξύ του ψαριού και του νερού. Το αντάρτικο κρύβεται μέσα στο λαό του. Φυσικά, μια τέτοια κατάσταση δημιουργεί ένα πρόβλημα διάκρισης μεταξύ μαχητών και αμάχων. Μπορεί να ισχυριστείτε ότι αυτό δεν είναι ορθό; Ίσως, ωστόσο ισχύει επίσης ότι ένας αντάρτης δεν έχει τις ίδιες δυνατότητες με τον αντίπαλό του: ένα κράτος ή οπλικά συστήματα. Και αυτό ακριβώς είναι το ζητούμενο για το οποίο αγωνίζονται οι Παλαιστίνιοι, ένα κράτος. Ο πόλεμος, ας θυμηθούμε, δεν είναι άθλημα. Δεν υπερασπίζομαι τη συμπεριφορά της Χαμάς, απλώς εξηγώ εδώ τι είναι ο ανταρτοπόλεμος.  

Την περασμένη εβδομάδα, η Wall Street Journal, που είναι φιλοϊσραηλινή εφημερίδα, ανέφερε ότι το 70% των κτιρίων στη Γάζα υπέστησαν ζημιές από τους βομβαρδισμούς, ότι σχεδόν όλες οι υποδομές ύδρευσης, ηλεκτρισμού, επικοινωνίας, αποχέτευσης, υγείας και εκπαίδευσης καταστράφηκαν. Τα περισσότερα εργοστάσια, εμπορικά κέντρα, θέατρα, τζαμιά, εκκλησίες, σχολεία, ξενοδοχεία και αρχαιότητες υπέστησαν ζημιές. Περίπου 29.000 βόμβες, οι περισσότερες από τις οποίες προέρχονται από τα αμερικανικά αποθέματα έκτακτης ανάγκης, έχουν πέσει στη Λωρίδα μέχρι στιγμής, περισσότερες από ό,τι στη Δρέσδη της Γερμανίας στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αμερικανοί εμπειρογνώμονες υποστηρίζουν ότι αυτό που συμβαίνει στη Γάζα είναι «μία από τις πιο έντονες τιμωρητικές ενέργειες στον κόσμο». Η Νότια Αφρική προσέφυγε στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης κατηγορώντας το Ισραήλ για αδιάκριτη χρήση βίας, βίαιη απομάκρυνση των κατοίκων και δημιουργία συνθηκών γενοκτονίας. Οι έρευνες θα διαρκέσουν σίγουρα για χρόνια. Σε ολόκληρο τον κόσμο επικρατεί η πεποίθηση ότι το Ισραήλ επιφέρει πλήγματα στους μη εμπλεκόμενους κατοίκους της Γάζας. Η Λωρίδα είναι πλέον μια νεκρή περιοχή χωρίς συνθήκες για να φιλοξενήσει και να συντηρήσει τον απελαθέντα πληθυσμό. Πρόκειται για συλλογική τιμωρία, για φρικτή και θεαματική καταστροφή, και οι φωτογραφίες μετατρέπουν το Ισραήλ σε «λεπρή» χώρα στα μάτια του κόσμου. Περίπου εννέα χιλιάδες παιδιά έχουν σκοτωθεί μέχρι στιγμής στη Γάζα καθώς ένα μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού της Γάζας είναι ανήλικοι και οι αδιάκριτοι βομβαρδισμοί είναι μια «τυχαία συνέπεια»[μήπως εδώ η ορθή μετάφραση είναι «παράπλευρη απώλεια»;], ένας φρικτός νομικός όρος με δεδομένες τις φωτογραφίες των παιδιών σε σάβανα στα χέρια των γονιών τους ή θαμμένα σε ομαδικούς τάφους. Τα ζωντανά παιδιά δεν θα ξεχάσουν τα αδέλφια τους. Το μέλλον δημιουργείται στο παρόν.  

 Η πείνα του πληθυσμού είναι επίσης ένα έγκλημα πολέμου που αγγίζει τα όρια της γενοκτονίας. Η παρεμπόδιση της προμήθειας τροφίμων και νερού είτε η παρεμπόδιση και διατάραξη της διανομής τους αποσκοπεί στη διάρρηξη του δεσμού μεταξύ του πληθυσμού της Γάζας και των μαχητών του ώστε να επιτευχθεί η νίκη. Η προθυμία με την οποία αποφασίζεται να λιμοκτονήσει ένας πληθυσμός υποκινείται από το μίσος και την εκδίκηση αλλά και από τις δύσκολες μάχες. Ακόμη και στρατηγοί που μέχρι πρόσφατα δεν ταυτίζονταν με τη φασιστική δεξιά (Γκιόρα Εϊλάν(7) και Γάϊρ Γκολάν(8)) έχουν ζητήσει την επιβολή της πείνας της Γάζας. Ο κόσμος κοιτάζει το Ισραήλ με τρόμο – και δικαίως. 

Η απαγωγή και η κράτηση παιδιών, γυναικών και ηλικιωμένων (από τη Χαμάς) αποτελεί έγκλημα πολέμου σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο. Η πιθανότητα να καταφέρει το Ισραήλ να απελευθερώσει τους απαχθέντες με τη βία είναι μικρή έως μηδαμινή. Αν προσπαθήσει, κάποιοι από αυτούς θα σκοτωθούν από τους απαγωγείς τους και κάποιοι από τους διασώστες τους (όπως έγινε στην περίπτωση των τριών απαχθέντων που σκοτώθηκαν από Ισραηλινούς στρατιώτες). Ο σκοπός της απαγωγής τους ήταν να αποσπάσουν ένα τίμημα. Κύρια τιμήματα είναι, για παράδειγμα η  παύση των εχθροπραξιών, η εγγύηση για τη ζωή των απαγωγέων και η ανταλλαγή αιχμαλώτων. Όσοι εντός της κυβέρνησης αντιτίθενται στην καταβολή οποιουδήποτε τιμήματος στους απαγωγείς και ισχυρίζονται ότι και αυτοί είναι υπέρ της απελευθέρωσης των απαχθέντων λένε συνειδητά ψέματα. Μόνο όσοι είναι πραγματικά έτοιμοι για την παύση των εχθροπραξιών προτίθενται να φέρουν πίσω τους απαχθέντες. Μόνο όσοι είναι έτοιμοι να ανταλλάξουν «Όλους για Όλους» (όλους τους Ισραηλινούς με όλους του Παλαιστίνιους που κρατούνται) στέκονται δίπλα στις οικογένειες που αγωνίζονται για την απελευθέρωση των ομήρων. 

Σταματήστε τον πόλεμο τώρα, απελευθερώστε όλους τους απαχθέντες και από τις δύο πλευρές, ρίξτε την κυβέρνηση και εργαστείτε για μια πολιτική-μη στρατιωτική λύση.

 

1 Υποσημείωση του commune.org.gr: Πρόκειται για την απόπειρα της ακροδεξιάς κυβέρνησης του Νετανιάχου που προκάλεσε τέτοια κρίση στο Ισραήλ. Από τον Ιανουάριο έως τον Οκτώβριο του 2023, πραγματοποιήθηκαν διαδηλώσεις μεγάλης κλίμακας σε όλο το Ισραήλ ως απάντηση στην προσπάθεια της κυβέρνησης να προχωρήσει σε μια ευρεία δικαστική μεταρρύθμιση.  Η κρίση στο Ισραήλ φτάνει σε κομβικό σημείο όταν το Ανώτατο Δικαστήριο ανατρέπει έναν αμφιλεγόμενο νόμο που ψήφισε η κυβέρνηση. Ακολουθούν μήνες αναταραχής σχετικά με τα σχέδια της κυβέρνησης να αλλάξει τον τρόπο λειτουργίας του δικαστικού συστήματος.  Από την αρχή του έτους, τεράστιες εβδομαδιαίες διαδηλώσεις πραγματοποιούνται από ανθρώπους που αντιτίθενται στα μεταρρυθμιστικά σχέδια της κυβέρνησης. Δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι γεμίζαν τους δρόμους σε πόλεις και κωμοπόλεις σε ολόκληρη τη χώρα. Απτόητη, η κυβέρνηση πέρασε τον Ιούλιο  νόμο που αφαίρεσε την εξουσία του Ανώτατου Δικαστηρίου (και των κατώτερων δικαστηρίων) να ακυρώνει κυβερνητικές αποφάσεις που κρίνονται «εξαιρετικά παράλογες». Οι διαδηλωτές απατούσαν να καταργηθούν όλες οι σχεδιαζόμενες μεταρρυθμίσεις και να παραιτηθεί ο πρωθυπουργός Νετανιάχου. Τους υποστηρίζουν μεταξύ άλλων οι πολιτικοί αντίπαλοι του κ. Νετανιάχου, καθώς και πρώην ανώτατοι αξιωματούχοι του στρατού, των μυστικών υπηρεσιών και των υπηρεσιών ασφαλείας του Ισραήλ, πρώην ανώτατοι δικαστές και εξέχουσες νομικές προσωπικότητες και επιχειρηματίες. Εκατοντάδες έφεδροι στρατιωτικοί, μεταξύ των οποίων και πιλότοι της πολεμικής αεροπορίας που είναι ζωτικής σημασίας για την άμυνα του Ισραήλ, απείλησαν να αρνηθούν να παρουσιαστούν για υπηρεσία.

2 Ο Benjamin Ganz είναι ισραηλινός πολιτικός και στρατηγός εν αποστρατεία του στρατού, ο οποίος υπηρετεί ως υπουργός χωρίς χαρτοφυλάκιο από το 2023. Ο Γκαντζ διετέλεσε επίσης υπουργός Άμυνας, μεταξύ 2020 και 2022 και αναπληρωτής πρωθυπουργός του Ισραήλ μεταξύ 2021 και 2022. Από το 2020 έως το 2021, ήταν ο αναπληρωτής πρωθυπουργός του Ισραήλ.

3 Ο Yair Lapid είναι Ισραηλινός πολιτικός του κεντρώου Σιωνιστικού κόμματος Yesh Atid και πρώην δημοσιογράφος. Είναι αρχηγός της αντιπολίτευσης από τον Ιανουάριο του 2023, ενώ προηγουμένως είχε διατελέσει αρχηγός της αντιπολίτευσης από το 2020 έως το 2021. Διετέλεσε ο 14ος πρωθυπουργός του Ισραήλ από την 1η Ιουλίου έως τις 29 Δεκεμβρίου 2022.

4 Ο Bezalel Yoel Smotrich είναι ισραηλινός ακροδεξιός πολιτικός και δικηγόρος, ο οποίος διετέλεσε υπουργός Οικονομικών από το 2022. Είναι ηγέτης του Εθνικού Θρησκευτικού Κόμματος-Θρησκευτικού Σιωνισμού, ενώ προηγουμένως διετέλεσε μέλος της Κνεσέτ. Είναι έποικος στην κατεχόμενη από το Ισραήλ Δυτική Όχθη, ζώντας στον οικισμό Kedumim, ο οποίος θεωρείται παράνομος σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο. Η κατοικία του χτίστηκε επίσης παράνομα εκτός του ίδιου του οικισμού. Η εξτρεμιστική πολιτική του Σμότριτς και οι συχνά ρατσιστικές και ομοφοβικές δηλώσεις του έχουν οδηγήσει σε αρκετές αντιπαραθέσεις, ενώ είναι υποστηρικτής της επέκτασης των ισραηλινών εποικισμών στη Δυτική Όχθη, αντιτίθεται στην παλαιστινιακή κρατική υπόσταση και αρνείται την ύπαρξη του παλαιστινιακού λαού.

5 Ο Ιtamar Ben-Gvir είναι Ισραηλινή δικηγόρος και ακροδεξιά πολιτικός, Υπουργός Εθνικής Ασφάλειας από το 2022. Είναι μέλος της Κνεσέτ και ηγέτης της Otzma Yehudit. Έποικος στην κατεχόμενη από το Ισραήλ Δυτική Όχθη, έχει αντιμετωπίσει κατηγορίες για ρητορική μίσους κατά των Αράβων που είχε επίσης καταδικαστεί στο παρελθόν για την υποστήριξη μιας τρομοκρατικής ομάδας γνωστής ως Kach, η οποία υποστήριζε τον Καχανισμό, μια εξτρεμιστική θρησκευτική σιωνιστική ιδεολογία.

6 Το Σχέδιο Ρότζερς (επίσης γνωστό ως Deep Strike) ήταν ένα πλαίσιο που πρότεινε ο υπουργός Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών Ουίλιαμ Π. Ρότζερς για να επιτευχθεί ο τερματισμός της πολεμικής σύρραξης στην αραβοϊσραηλινή σύγκρουση μετά τον Πόλεμο των Έξι Ημερών και τον συνεχιζόμενο Πόλεμο Φθοράς.

7 Ο Giora Eiland είναι απόστρατος υποστράτηγος των Ισραηλινών Αμυντικών Δυνάμεων και πρώην επικεφαλής του Ισραηλινού Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας. Μετά την αποχώρησή του από τον δημόσιο τομέα, ήταν ανώτερος ερευνητικός συνεργάτης στο Ινστιτούτο Μελετών Εθνικής Ασφάλειας (INSS).

8 Ο Γιαΐρ Γκολάν είναι Ισραηλινός πολιτικός και ανώτερος στρατιωτικός. Διετέλεσε αναπληρωτής υπουργός Οικονομίας στην τριακοστή έκτη ισραηλινή κυβέρνηση και διετέλεσε μέλος της Κνέσετ εκπροσωπώντας το Meretz από το 2019-2022.




Ο «μαξιλαροπόλεμος» στον ΣΥΡΙΖΑ

Aναδημοσίευση από το https://commune.org.gr

του Πάνου Κοσμά

Με αφορμή την αντιπαράθεση Κασσελάκη – Τσακαλώτου
για το «μαξιλάρι» του χρέους

Διεκδικώντας τη χειραφέτηση του δικού του πλέον ΣΥΡΙΖΑ από τα «κακόφημα» μνημονιακά πεπραγμένα του παλιού ΣΥΡΙΖΑ, ο Στέφανος Κασσελάκης άνοιξε «μέτωπο» αντιπαράθεσης με τον Τσακαλώτο σχετικά με το «μαξιλάρι» ρευστών διαθεσίμων του χρέους. Η αντιπαράθεση κινήθηκε πάλι στο διάνυσμα μνημονιακό – αντιμνημονιακό! Ο Κασσελάκης κατήγγειλε την απόφαση για σχηματισμό του «μαξιλαριού» σαν μνημονιακή. Κι ο Τσακαλώτος απάντησε λέγοντας

«Ο κ. Κασσελάκης επίσης δεν θα μάζευε τα 37 δισ. για το δημοσιονομικό μαξιλάρι έτσι ώστε να βγούμε από το μνημόνιο χωρίς πιστοληπτική γραμμή στήριξης. Φαίνεται πως ο κ. Κασσελάκης είναι ανοιχτός στο να ενσωματώνει μεγάλο κομμάτι του αφηγήματος του αντιΣΥΡΙΖΑ ρεύματος εντός του ΣΥΡΙΖΑ, όπως εύστοχα παρατήρησε και ο Γ. Σταθάκης σε πρόσφατο άρθρο του. Μάλλον θα συνεχίσει να το κάνει μέχρι να αποδομήσει πλήρως την προσφορά της πρώτης αριστερής κυβέρνησης στη χώρα και των εκατομμυρίων πολιτών που τη στήριξαν και την υπερασπίζονται ακόμα, με πλήρη επίγνωση και των δυσκολιών και των αδυναμιών του όλου εγχειρήματος».
Και οι δύο πλευρές παρουσιάζονται εδώ σαν να μην έχουν ιδέα για ποιο πράγμα μιλούν. Συνεργάτες του κ. Κασσελάκη έχουν κατηγορήσει τον Τσακαλώτο γιατί άφησε «κάβα» στον Μητσοτάκη πολλά δισ. ευρώ, κάτι σαν «περίσσευμα» του «μαξιλαριού» που θα μπορούσε να χρηματοδοτήσει φιλολαϊκές πολιτικές από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος απάντησε τότε ότι αυτό δεν μπορούσε να γίνει γιατί θα προκαλούσε έλλειμμα στον προϋπολογισμό και για κάποιον λόγο αυτό θα ήταν πολύ κακό για τον ΣΥΡΙΖΑ ακόμη και στην προεκλογική περίοδο του 2019! Τίποτε απ’ όλα αυτά δεν ισχύει· και οι δύο αντιπαρατιθέμενοι μιλούν σαν να μην γνωρίζουν καν τι είναι το «μαξιλάρι» και αν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για φιλολαϊκές πολιτικές. Αν όμως αυτό είναι αναμενόμενο για τον Κασσελάκη, που ο ίδιος δεν έχει ιδέα και αναπαράγει ιδέες συνεργατών του που επίσης δεν γνωρίζουν καλά, είναι απίστευτο για τον Ευκλείδη Τσακαλώτο, που ήταν υπουργός Οικονομικών!

Τι είναι το «μαξιλάρι» του χρέους…

Επειδή για το «μαξιλάρι» έχει παγιωθεί στον δημόσιο διάλογο η αναφορά σε 37 δισ. ευρώ, πρέπει να ειπωθεί κατ’ αρχάς ότι το ύψος του δεν είναι σταθερό: κυμαίνεται ανάλογα με την αυξομείωση διάφορων συνιστωσών του. Η σύνθεσή του είναι η εξής:
● 15.697 εκατ. ευρώ (με στρογγυλοποίηση, 15,7 δισ. ευρώ), το λεγόμενο «σκληρό μαξιλάρι». Από αυτά, τα 11,4 δισ. ευρώ ήταν/είναι δάνειο του ESM, άρα τμήμα του δημόσιου χρέους. Τα υπόλοιπα 4.297 εκατ. προήλθαν -και «κλειδώθηκαν» σε αυτό- από δύο ομολογιακές εκδόσεις του Δημοσίου το 2017 και το 2018. Όσον αφορά αυτό το τμήμα του «μαξιλαριού», η «επιταγή» των δανειστών είναι σαφής: «Δεν αγγίζεται». Μπορεί, υπό προϋποθέσεις, στον κατάλληλο χρόνο και με τη συναίνεση των δανειστών, να διατεθεί μόνο για τη διαγραφή χρέους. Ως τότε, κρατείται στον λογαριασμό του Δημοσίου στην ΤτΕ ως «εγγύηση» για την εξυπηρέτηση του χρέους.
● Ρευστά διαθέσιμα των φορέων του ευρύτερου δημόσιου τομέα, περί τους 1.700 συνολικά, κατατεθειμένα στον Ενιαίο Λογαριασμό Θησαυροφυλακίου στην ΤτΕ και μικρό τους τμήμα σε λογαριασμούς στις εμπορικές τράπεζες. Κατά κανόνα, στο μεγαλύτερο μέρος τους είναι κρατικές επιχορηγήσεις προς τους φορείς, στο μικρότερο μέρος τους δικά τους έσοδα. Η συγκέντρωσή τους σε λογαριασμό της ΤτΕ έγινε με τον νόμο 4549 του ΣΥΡΙΖΑ το 2018. Ήδη από το πρώτο εξάμηνο της διακυβέρνησής του το 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ συγκέντρωσε διαθέσιμα του ευρύτερου δημόσιου τομέα με Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου για να αποπληρώσει δόσεις δημόσιου χρέους καθώς οι δανειστές είχαν σφίξει τον χρηματοδοτικό βρόχο στον λαιμό του ελληνικού Δημοσίου. Η λογική της συγκέντρωσής τους, πέρα από επικλήσεις στη διαφάνεια και την αποφυγή κακοδιαχείρισής τους, είναι απλή: Στην έκτακτη ανάγκη, δεν μπορεί να χρεοκοπήσει το κράτος και να μείνουν άθικτα τα διαθέσιμα του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Στη λογική αυτή, όλοι -ανεξαιρέτως!- οι πρωταγωνιστές της σημερινής αντιπαράθεσης για το «μαξιλάρι» είχαν κινητοποιηθεί για να μαζέψουν τα διαθέσιμα των φορέων του ευρύτερου δημόσιου τομέα την άνοιξη του 2015 για να πληρωθούν οι δόσεις του δημόσιου χρέους – μέχρι που το δημόσιο ταμείο «στράγγιξε» ολοκληρωτικά και τότε η κυβέρνηση αναφώνησε προς τους δανειστές: Δεν υπάρχει ευρώ για να δώσουμε, τώρα πρέπει να… συμβιβαστούμε!
● Ρευστά διαθέσιμα της κεντρικής διοίκησης κατατεθειμένα στην ΤτΕ και πολύ μικρό μέρος τους στις εμπορικές τράπεζες. Εδώ περιλαμβάνεται το πρωτογενές πλεόνασμα και το τυχόν υπερ-πλεόνασμα (πλεόνασμα πάνω από τον στόχο για το πρωτογενές). Η συμφωνία με τους δανειστές προβλέπει ότι μόνον το υπερ-πλεόνασμα μπορεί να διατεθεί για άλλου τύπου κρατικές δαπάνες πέραν της εξυπηρέτησης του χρέους. Το κατ’ έτος πρωτογενές πλεόνασμα είναι οιονεί «σκληρό μαξιλάρι».
● Περίπου 1 δισ. ευρώ ειδικά τραβηχτικά δικαιώματα (SDR) από το ΔΝΤ.
Υποθέτοντας ότι μιλάμε για «σεβασμό» στις δεσμεύσεις που ανέλαβε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ το 2018 στο πλαίσιο της συμφωνίας με τους δανειστές για «καθαρή έξοδο» από τα μνημόνια» (αν μιλάμε για συνειδητή παραβίαση αυτού του πλαισίου, τότε η συζήτηση αλλάζει έδαφος και γίνεται εντελώς διαφορετική), τότε το μόνο «περίσσευμα» που υπάρχει στο «μαξιλάρι» και μπορεί να διατεθεί για φιλολαϊκή κοινωνική πολιτική είναι το υπερ-πλεόνασμα, δηλαδή το περίσσευμα πάνω από το συμφωνημένο πρωτογενές πλεόνασμα.
Επομένως, ξεκινάμε από τούτο: ούτε ο Ευκλείδης Τσακαλώτος έχει δίκιο ούτε ο Κασσελάκης (δηλαδή ο Νίκος Παππάς κι ο Παύλος Πολάκης που του βάζουν τις ιδέες).
Ο Τσακαλώτος δεν έχει δίκιο διότι, όπως θα δούμε παρακάτω, όχι μόνο το 2018, όχι στην προεκλογική περίοδο του 2019, αλλά ήδη από το 2017 υπήρξε υπερ-πλεόνασμα, που, ενώ μπορούσε να διατεθεί για φιλολαϊκή κοινωνική πολιτική χωρίς να παραβιαστούν οι στόχοι για το έλλειμμα, δεν διατέθηκε.
Ο Κασσελάκης (και οι υποβολείς του) δεν έχουν δίκιο γιατί: 
- Εμφανίζονται να μη γνωρίζουν καν τι είναι το «μαξιλάρι» και άρα δεν μπορούν να υπολογίσουν πόσο είναι το «περίσσευμα», μιλώντας αορίστως για πολλά δισ. ευρώ.
– Ο Κασσελάκης καταγγέλλει την απόφαση να σχηματιστεί το «μαξιλάρι» σαν μνημονιακή χωρίς να απαντάει (ίσως να μην του περνάνε καν από το μυαλό, ίσως απλά να είναι αμοραλιστής και κάνει μια εύκολη προπαγανδιστική «αρπαχτή» απέναντι στον Τσακαλώτο και τους υπόλοιπους που έτρεξαν σε υποστήριξή του) σε προφανή ερωτήματα: Αν χωρίς το «μαξιλάρι» δεν υπήρχε «καθαρή έξοδος», ποια θα έπρεπε να είναι η επιλογή; Η προληπτική πιστοληπτική γραμμή που έλεγαν ο Στουρνάρας και η ΝΔ; Ή μήπως η ρήξη με τους δανειστές, την ελληνική αστική τάξη και τις αγορές;
Επειδή το τελευταίο ερώτημα είναι προφανώς ρητορικό, το αμέσως προηγούμενο έχει σημασία, κι εδώ έχει δίκιο ο Τσακαλώτος – πόσο και με ποια έννοια, θα το δούμε παρακάτω.
Έχουν όμως άδικο και σε κάτι ακόμη, που αποκτά ιδιαίτερη σημασία τώρα που ο Τσίπρας και Κασσελάκης πορεύονται χέρι-χέρι στο ευάερο και ευήλιο αστικό κέντρο: Είναι των αδυνάτων αδύνατον τις αποφάσεις για το υπερ-πλεόνασμα να τις πήρε μόνος του ο Τσακαλώτος χωρίς να πάρει χαμπάρι ο Τσίπρας! Άρα ό,τι αποφασίστηκε, είναι απόφαση του νυν συνεταίρου του κ. Κασσελάκη, του κ. Τσίπρα.

Η στρατηγική της «καθαρής εξόδου από τα μνημόνια»
ή τι άφησε ο ΣΥΡΙΖΑ «κάβα στον Μητσοτάκη»;

Τα δεδομένα των προϋπολογισμών και των μηνιαίων Δελτίων Εκτέλεσής τους είναι αναρτημένα στο σάιτ του υπουργείου Οικονομικών και στη διάθεση του κοινού. Όσον αφορά λοιπόν το πλεόνασμα και το υπερ-πλεόνασμα για τα έτη 2016, 2017, 2018, 2019 τα δεδομένα είναι τα εξής:
2016: Ο στόχος του προϋπολογισμού του 2017, σε συμφωνία με τη Σύμβαση Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης (τη χρηματοδοτική σύμβαση που συνόδευε το 3ο μνημόνιο), ήταν πρωτογενές πλεόνασμα 1.907 εκατ. ευρώ (1,1% του ΑΕΠ). Αντί αυτού του στόχου, καταγράφηκε πρωτογενές πλεόνασμα 6.560 εκατ. ευρώ (3,8% του ΑΕΠ)! «Με το καλημέρα» της εφαρμογής του 3ου μνημονίου, λοιπόν, το 2016, είχαμε υπερ-πλεόνασμα 4.653 εκατ. ευρώ.
2017: Ο στόχος του προϋπολογισμού του 2018, στο πλαίσιο πλέον της Ενισχυμένης Εποπτείας, ήταν για πρωτογενές πλεόνασμα 3.154 εκατ. ευρώ ή 1,75% του ΑΕΠ. Αντ’ αυτού, εκτοξεύτηκε στα 7.442 εκατ. ευρώ ή 4,13% του ΑΕΠ! Υπερ-πλεόνασμα: 4.288 εκατ. ευρώ.
2018: Ο στόχος ήταν πρωτογενές πλεόνασμα 6.498 εκατ. ευρώ ή 3,5% του ΑΕΠ και αντ’ αυτού είχαμε πρωτογενές πλεόνασμα 7.383 εκατ. ευρώ ή 3,98% του ΑΕΠ. Υπερ-πλεόνασμα: 885 εκατ. ευρώ.
2019: Ο στόχος (ο οποίος τέθηκε από τον προϋπολογισμό που κατέθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ) ήταν πρωτογενές πλεόνασμα 6.746 εκατ. ευρώ ή 3,5% του ΑΕΠ. Τελικά, επιτεύχθηκε πρωτογενές πλεόνασμα 6.945 εκατ. ευρώ ή 3,6% του ΑΕΠ.
Όσον αφορά τα υπερ-πλεονάσματα των ετών μέχρι και το 2018, με δεδομένο ότι υλοποιούσε σκληρό μνημόνιο και η κοινωνική του πολιτική ήταν από πενιχρή έως πρακτικά ανύπαρκτη, αυτά δεν καταναλώθηκαν αλλά περνούσαν από έτος σε έτος. [Επομένως, θα ήταν λάθος να τα αθροίσουμε και να πούμε ότι υπήρχε ένας… πακτωλός πολλών δισ. ευρώ που δεν διατέθηκαν]
Πώς εξηγείται όμως αυτός ο μνημονιακός «οίστρος» της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ με τη διαρκή υπέρβαση των στόχων για το πρωτογενές πλεόνασμα; Πολύ απλά, αυτό απαιτούσε η στρατηγική της «καθαρής εξόδου από τα μνημόνια». Χωρίς την «καθαρή έξοδο» στο ενεργητικό του, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορούσε να πάει στις εκλογές του 2019! Δεν μπορούσε να ισχυριστεί ότι «εμείς βγάλαμε την Ελλάδα από τα μνημόνια με την κοινωνία όρθια». Έπρεπε λοιπόν να δελεάσει τους δανειστές επιδεικνύοντας από έτος σε έτος υπερβάσεις στους στόχους για το πρωτογενές πλεόνασμα μέχρι τουλάχιστον να κλείσει η συμφωνία για την «καθαρή έξοδο».
Άρα για το ερώτημα «τι άφησε ο ΣΥΡΙΖΑ στον Μητσοτάκη», αυτό που μετράει τελικά είναι ο λογαριασμός του 2019 μέχρι και τον Ιούνιο. Το 2018, μετά τη συμφωνία εξόδου, ο ΣΥΡΙΖΑ πήρε κάποια μέτρα κοινωνικών παροχών αλλά δεν εξάντλησε το υπερ-πλεόνασμα: Άφησε στα δημόσια ταμεία υπερ-πλεόνασμα 885 εκατ. ευρώ, που μεταφέρθηκε στο 2019.
Επομένως, το τελικό ερώτημα είναι: τι περίσσευμα πάνω από τους συμφωνημέν0υς με τους δανειστές δημοσιονομικούς στόχους άφησε ο ΣΥΡΙΖΑ φεύγοντας τον Ιούνιο του 2019;
Με βάση το Δελτίο Εκτέλεσης του Προϋπολογισμού του Ιουνίου 2019, δηλαδή ένα μήνα πριν τις εκλογές του 2019 στις οποίες αναδείχθηκε νικήτρια η ΝΔ του Μητσοτάκη, το πρωτογενές πλεόνασμα ανερχόταν σε 381 εκατ. ευρώ (ο ετήσιος στόχος επιμερίζεται σε μηνιαίους στόχους) ενώ ο στόχος για το διάστημα αυτό ήταν πρωτογενές έλλειμμα 1.573 εκατ. ευρώ. Για να το πούμε πιο απλά: Ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε να αφήσει πρωτογενές έλλειμμα 1.573 εκατ. ευρώ αποχωρώντας από την κυβέρνηση και να είναι και «τυπικώς εντάξει» με τους στόχους του προϋπολογισμού. Θα μπορούσε δηλαδή να διαθέσει 1.573 + 381 = 1.954 εκατ. ευρώ για κοινωνικές παροχές σε προεκλογικό χρόνο χωρίς να βγει εκτός στόχων του προϋπολογισμού – και δεν το έκανε!
Αυτό πώς μπορεί να εξηγηθεί; Να διευκρινίσουμε ξανά ότι, χωρίς να γνωρίζουμε τι εισηγήθηκε ο Τσακαλώτος ή και άλλοι από το περιβάλλον του ίδιου του Τσίπρα, το μόνο σίγουρο είναι πως ήταν απόφαση του Τσίπρα και μόνο του Τσίπρα. Και δηλώνει πιθανά δύο πράγματα: Είτε ότι ήταν «εκτεθειμένος» και δεσμευμένος απέναντι σε κέντρα του συστήματος είτε ότι ήθελε, ακόμη και χάνοντας τις εκλογές, να διεκδικήσει την εύφημη μνεία της αστικής τάξης για μια μελλοντική επάνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβερνητική εξουσία. Άλλωστε, και η μετέπειτα μη αντιπολίτευση που άσκησε στο διάστημα από το 2019 έως το 2023 αυτά μαρτυρά…
Έτσι, οι ισχυρισμοί ότι «παραδώσαμε γεμάτα ταμεία και ρευστά διαθέσιμα 37 δισ. ευρώ» ήταν η αφελής προκαταβολή «σοβαρότητας» για να εξασφαλίσει τη συναίνεση κέντρων του συστήματος στη μελλοντική κυβερνητική επάνοδο.

Η αλυσίδα της πολιτικής χρεοκοπίας

Συνοψίζοντας, η αλυσίδα της πολιτικής χρεοκοπίας αποκαλύπτεται σε όλους τους βασικούς της κρίκους ως εξής: Από το 2012, σε απάντηση του «ζητήματος της εξουσίας», υιοθετείται η στρατηγική του «έντιμου συμβιβασμού» και της «βίαιης ωρίμανσης» του κόμματος. Αυτό οδηγεί τον Ιούλιο του 2015 στην ήττα, τη μνημονιακή στροφή και προδοσία. Αυτή με τη σειρά της οδηγεί σε μνημονιακή διακυβέρνηση ιδιαίτερου ζήλου ώστε οι δανειστές να συμφωνήσουν στην «καθαρή έξοδο»-απαραίτητη προϋπόθεση για να κατέβει ο ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του 2019. Για να επιτευχθεί όλο αυτό, βασικός σύμμαχος δεν ήταν η ελληνική αστική τάξη (η ΝΔ και ο Στουρνάρας ήθελαν προληπτική πιστοληπτική γραμμή, ώστε ο ΣΥΡΙΖΑ να πάει στις εκλογές χωρίς το χαρτί της εξόδου, και μνημονιακός και αποτυχημένος), αλλά… οι δανειστές. Μετά την εκλογική ήττα του 2019, όμως, η επάνοδος στην κυβερνητική εξουσία προϋπέθετε πλέον συναινέσεις και αποδοχή από την πλευρά τουλάχιστον τμημάτων της ελληνικής αστικής τάξης.
Αφήνοντας λοιπόν… χάρισμα ένα γενναίο υπερ-πλεόνασμα στον Μητσοτάκη, ο Τσίπρας μπήκε στη ρότα να διεκδικήσει τέτοια συναίνεση και αποδοχή ασκώντας την πιο ξενέρωτη αντιπολίτευση στη χειρότερη δεξιά κυβέρνηση της Μεταπολίτευσης. Όμως, η αστική τάξη ήταν μπετοναρισμένη με τον Μητσοτάκη και συνέχισε να επιτίθεται λυσσασμένα στον ΣΥΡΙΖΑ απαιτώντας από τον Τσίπρα να «τελειώσει τη δουλειά»: να ξεφορτωθεί όλα τα οργανωτικά και ιδεολογικοπολιτικά «βαρίδια» που θύμιζαν Αριστερά και διατηρούσαν έστω και ασθενικά όρους αριστερόστροφης εργατικής εκπροσώπησης. Η εκλογική συντριβή του Μαΐου – Ιουνίου απέδειξε ότι τα εργατικά στηρίγματα του ΣΥΡΙΖΑ δεν άντεξαν τόσο κεντρώα και συστημική προσαρμογή, «έσκασαν» και τον εγκατέλειψαν πριν ολοκληρωθεί η πορεία στο πολιτικό Ελντοράντο του κέντρου. Ταυτόχρονα, η εκλογική συντριβή κατέστησε ακατάλληλο τον Τσίπρα να τελειώσει τη δουλειά. Με τη σιωπηρή του αλλά αποφασιστική στήριξη από το παρασκήνιο, τη δουλειά ολοκλήρωσε ο «από μηχανής θεός» Στέφανος Κασσελάκης.
Στο τέλος, ο Κασσελάκης και ο Τσίπρας εγκλώβισαν τον Τσακαλώτο στη θέση του υπερασπιστή της… μνημονιακής τιμής της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ και άραξαν, χωρίς τα αριστερά «βαρίδια» πλέον και τραγουδώντας αντιμνημονιακά άσματα, στο πολιτικό καφενείο του κέντρου.
Στις θλιβερές ιστορίες ταιριάζει ένα θλιβερό τέλος. Οι αριστερές «καλές ψυχές» του ΣΥΡΙΖΑ, που είναι σε κατάσταση σοκ, έχουν τώρα την ευκαιρία και το καθήκον να «διαβάσουν» αναδρομικά όλη τη διαδρομή με μια κριτική, πραγματικά αριστερή ματιά. Και να απαιτήσουν από τους ηγέτες της αριστερής διάσπασης να τεθεί υπό συζήτηση το 2015 – και η στρατηγική που υιοθετήθηκε μετά το 2012 η οποία οδήγησε στο 2015 και τη μετέπειτα πορεία προς την πολιτική χρεοκοπία και την κατάρρευση μέσα στη χλεύη.

Υστερόγραφο 1:
Η δήλωση Τσακαλώτου ότι «μαζέψαμε 37 δισ. ευρώ» δείχνει είτε θηριώδη άγνοια (που δεν θέλουμε να το πιστέψουμε) είτε προπαγανδιστικό αμοραλισμό: Είπαμε ποια είναι η σύνθεση του «μαξιλαριού». Τι απ’ όλα του τα συστατικά… κοπίασαν ο Ευκλείδης Τσακαλώτος και η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ για να «μαζέψουν»; Το δάνειο που εμπεριέχεται στο «σκληρό μαξιλάρι»; Τις εκδόσεις ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου, που έγιναν εφικτές μόνο χάρη στα μνημονιακά υπερ-πλεονάσματα; Τα διαθέσιμα των φορέων του ευρύτερου δημόσιου τομέα; Ή μήπως τα ρευστά διαθέσιμα του Δημοσίου (στα οποία περιλαμβάνονται τα πρωτογενή πλεονάσματα και τα υπερ-πλεονάσματα;) Και με ποια έννοια… κοπίασαν για όλα αυτά; Υλοποιώντας το τρίτο μνημόνιο με τόσο ζήλο ώστε να παράγει διαρκώς υψηλά υπερ-πλεονάσματα, δηλαδή να ξεπερνάει ακόμη και τους μνημονιακούς στόχους, κάνοντας το 100% μνημόνιο 120% μνημόνιο;
Υστερόγραφο 2:
Ο Τσακαλώτος (όπως και ο Τσίπρας) ισχυρίζεται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ το 2018 έδωσε μάχη με τους δανειστές για να κερδίσει την «καθαρή έξοδο». Δεν είναι αλήθεια. Οι δανειστές ήθελαν επίσης την «καθαρή έξοδο», όπως και το «μαξιλάρι». Ήθελαν να τελειώσει η «ελληνική εκκρεμότητα» με μια μνημονιακή-«μεταμνημονιακή» δημοσιονομική συμφωνία μακρού χρόνου. Απαίτησαν από τον Τσίπρα και τον Τσακαλώτο σαν εγγύηση εμπροσθοβαρείς αποδείξεις ότι αποδέχονται την «ιδιοκτησία» μιας τέτοιας συμφωνίας επιτυγχάνοντας υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα και υπερ-πλεονάσματα. Η μόνη μάχη που έδωσε ο ΣΥΡΙΖΑ, ήταν να ανταποκριθεί σε αυτή την απαίτηση. Με τη διαφορά ότι αυτή τη μάχη την έδωσε ενάντια στα δικαιώματα και τις κατακτήσεις της εργατικής τάξης.

 

 




«Αντιμνημονιακός» Κασσελάκης vs μνημονιακού Τσακαλώτου! Το μνημονιακό όριο Συριζικής σοσιαλδημοκρατίας

Aναδημοσίευση από το commune.org.gr

του Πάνου Κοσμά

«Η εποχή που ο ΣΥΡΙΖΑ κυβερνούσε με Τσακαλώτους και Κατρούγκαλους ήταν μνημονιακή. Αυτή η εποχή έχει λήξει», δήλωσε ο νέος πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Στέφανος Κασσελάκης, «ρίχνοντας το γάντι» στους μέχρι πρότινος εσωκομματικούς του αντιπάλους (Τσακαλώτος, Αχτσιόγλου κ.λπ.).

Διά του Τσακαλώτου (στον βαθμό που δεν εκφράζει μόνο τον εαυτό του), εκείνοι «σήκωσαν το γάντι». Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος μάλιστα αποφάσισε να γίνει πιο αναλυτικός, ώστε να μη μείνει καμία απορία, λέγοντας μεταξύ άλλων:
«(ο. κ. Κασσελάκης) έτσι φαίνεται φαντάζεται το μέλλον, ως αγνό παρελθόν, με όσα επικίνδυνα για την κοινωνία και την οικονομία ενέχει μια τέτοια στοχοθεσία […] Εκείνο όμως που επί της ουσίας τίθεται από τον κ. Κασσελάκη είναι ότι δεν διατίθεται να υπερασπιστεί την κληρονομιά του ΣΥΡΙΖΑ και τις επιλογές του Αλέξη Τσίπρα, στον οποίο υποτίθεται ότι ομνύει […] Ο κ. Κασσελάκης επίσης δεν θα μάζευε τα 37 δισ. για το δημοσιονομικό μαξιλάρι έτσι ώστε να βγούμε από το μνημόνιο χωρίς πιστοληπτική γραμμή στήριξης. […] Φαίνεται πως ο κ. Κασσελάκης είναι ανοιχτός στο να ενσωματώνει μεγάλο κομμάτι του αφηγήματος του αντι-ΣΥΡΙΖΑ ρεύματος εντός του ΣΥΡΙΖΑ […]
Μάλλον θα συνεχίσει να το κάνει μέχρι να αποδομήσει πλήρως την προσφορά της πρώτης αριστερής κυβέρνησης στην χώρα και στων εκατομμυρίων πολιτών που την στήριξαν και την υπερασπίζονται ακόμα, με πλήρη επίγνωση και των δυσκολιών και των αδυναμιών του όλου εγχειρήματος».

Σε γλώσσα φέισμπουκ, θα λέγαμε ότι αυτή η αντιπαράθεση «έχει πολύ γέλιο», αλλά εμείς θα πάρουμε τα πράγματα σοβαρά, γιατί, από ορισμένες τουλάχιστον πλευρές, είναι πολύ σοβαρά.

Ο Κασσελάκης, αντιμνημονιακός;

Πρέπει λοιπόν να συμπεράνουμε ότι ο Στέφανος Κασσελάκης είναι αντιμνημονιακός; Στην πραγματικότητα δεν είναι καθόλου ξεκάθαρο. Η δήλωσή του συνιστά ταυτολογία: Η εποχή που ο ΣΥΡΙΖΑ «κυβερνούσε με Τσακαλώτους και Κατρούγκαλους» (αλλά επίσης και με Αχτσιόγλου και Παππά και άλλους/ες όλων των τάσεων του ΣΥΡΙΖΑ) ήταν όντως μνημονιακή εξ ορισμού, αφού η τότε κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ ψήφισε και υλοποιούσε μνημόνιο. Ότι αυτή η εποχή «έχει λήξει» είναι επίσης προφανές: το μνημονιακό θεσμικό πλαίσιο της επιτήρησης από τους δανειστές έχει λήξει από το καλοκαίρι του 2018, και ο κ. Κασσελάκης δεν χρειάζεται να προσθέσει κανένα ευφυές επιχείρημα επ’ αυτού.
Μήπως όμως ο κ. Κασσελάκης, πέρα από ρηχές ταυτολογίες και κοινοτοπίες, θέλει να ισχυριστεί κάτι πιο βαθύ και ουσιαστικό; Μήπως θέλει να ισχυριστεί ότι στις συνθήκες του Ιουλίου του 2015 ο ίδιος δεν θα μετέτρεπε το ΟΧΙ του δημοψηφίσματος σε ΝΑΙ και θα προχωρούσε σε ρήξη με τους δανειστές; Και επειδή, προφανώς «αυτή η εποχή έχει λήξει», μήπως η δήλωσή του επέχει θέση διαβεβαίωσης ότι και σε ανάλογη συγκυρία στο μέλλον θα επέλεγε τη ρήξη με τους δανειστές, το εγχώριο και το διεθνές σύστημα;
Είναι περισσότερο και από βέβαιο ότι δεν εννοεί κάτι τέτοιο – και υποθέτουμε ότι κανείς/μιά δεν μας κατηγορήσει για έλλειψη επιχειρημάτων στο συγκεκριμένο ζήτημα…

Μήπως έστω εννοεί ότι αμφισβητεί σήμερα τις μακροχρόνιες και μνημονιακού χαρακτήρα ρυθμίσεις που προβλέπει η «συμφωνία εξόδου από τα μνημόνια» του 2018 (πρωτογενή πλεονάσματα, ρυθμίσεις για την αποπληρωμή του χρέους που φτάνουν μέχρι μετά το 2060 κ.λπ.), την οποία υπέγραψε η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα; Είναι, ξανά, περισσότερο και από βέβαιο πως ούτε αυτό εννοεί – και υποθέτουμε, ξανά, ότι κανείς/μιά δεν μας κατηγορήσει για έλλειψη επιχειρημάτων στο συγκεκριμένο ζήτημα….

Ο κ. Κασσελάκης, λοιπόν, δεν είναι αντιμνημονιακός, απλώς κάνει μια προπαγανδιστική «αρπαχτή» με μεθόδους της «επιτροπής αλήθειας» της ΝΔ· και μάλιστα εκ του ασφαλούς, αφού η εποχή που ο ΣΥΡΙΖΑ κυβερνούσε με Τσακαλώτους και Κατρούγκαλους (και πρωθυπουργό τον Τσίπρα…) έχει λήξει – το βεβαιώνουμε κι εμείς αυτό. Και αφού δεν είναι αντιμνημονιακός, αφού ούτε τότε (στην εποχή που έχει λήξει) θα έκανε την επιλογή της ρήξης ούτε τώρα αμφισβητεί το «μεταμνημονιακό» καθεστώς μακροχρόνιας επιτήρησης της ελληνικής χρεοκοπίας, ο κ. Κασσελάκης είναι μνημονιακός – και τα προπαγανδιστικά του κόλπα πολύ φτηνά.

Ο Τσακαλώτος, μνημονιακός;

Πρέπει να πιστέψουμε ότι ο Ευκλείδης Τσακαλώτος είναι μνημονιακός; Ασφαλώς, διότι το ισχυρίζεται ρητά ο ίδιος – και του αναγνωρίζουμε ότι το κάνει με πάσα ειλικρίνεια.
Μνημονιακός τότε: Διότι συντάχθηκε με την άποψη ότι η μόνη δυνατή επιλογή ήταν η μετατροπή του ΟΧΙ σε ΝΑΙ, η υπερψήφιση και υλοποίηση μνημονίου. Διότι υπηρέτησε από τη θέση του ισχυρότετου υπουργού τη στρατηγική εξόδου από τα «μνημόνια» διά… της ψήφισης και υλοποίησης του 3ου μνημονίου. Διότι συντάχθηκε με το εσωκομματικό πραξικόπημα του Τσίπρα να ματαιώσει το συνέδριο τον Οκτώβριο του 2015 (ώστε να τοποθετηθεί στα πράγματα το κόμμα), με το οποίο πέταξε εκτός κόμματος όλο το αριστερό δυναμικό που διαφωνούσε με την ψήφιση και υλοποίηση μνημονίου – κάτι ανάλογο με αυτό που κάνει τώρα ο Κασσελάκης με αυτόν και τους συντρόφους του που αποχωρούν.

Μνημονιακός τώρα και… για πάντα: Με την έννοια ότι υπερασπίζεται το μνημονιακού χαρακτήρα (ως προς το οικονομικό του περιεχόμενο, που καθορίζει σε υψηλό βαθμό και το κοινωνικό περιεχόμενο) πλαίσιο της συμφωνίας του 2018 για την «καθαρή έξοδο από τα μνημόνια»: Πλήρης σεβασμός των υποχρεώσεων αποπληρωμής του χρέους και λεπτομερής καταγραφή τους σε ορίζοντα δεκαετιών, υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα στο ύψος των ετήσιων δαπανών για τόκους (δηλαδή πάνω από 2%) και πλήρης σεβασμός του νεοφιλελεύθερου κανονιστικού πλαισίου της ΕΕ και της Ευρωζώνης. Με τόσα «λουκέτα», πόσος χώρος μένει για φιλολαϊκή πολιτική; Ελάχιστος, με τη μορφή οριακών κατανομών ανάμεσα σε κοινωνικές δαπάνες και φόρους.

Με τη δήλωσή του σε απάντηση των ισχυρισμών του κ. Κασσελάκη, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος τον ελέγχει επί… τυχοδιωκτισμώ, με την αποστροφή «φαντάζεται το μέλλον ως αγνό παρελθόν, με όσα επικίνδυνα για την κοινωνία και την οικονομία ενέχει μια τέτοια στοχοθεσία». Έχει ο Κασσελάκης «στοχοθεσία» να επιστρέψει στο «αγνό παρελθόν» τού πριν τη μνημονιακή στροφή του 2015 ΣΥΡΙΖΑ, κι ο Ευκλείδης Τσακαλώτος το θεωρεί αυτό επικίνδυνο για την κοινωνία (αυτό συγχωρείται κάπως) και την οικονομία (αυτό είναι ασυγχώρητο); Είναι τελικά ο Κασσελάκης πιο αριστερός από τον Ευκλείδη Τσακαλώτο; Δεν είναι τελικά άνθρωπος εμπιστοσύνης ως προς τη μνημονιακή του προσήλωση και σοβαρότητα, σε σημείο να είναι ικανός να προβοκάρει τη σταθερότητα του συστήματος; Τα ύστερα του κόσμου!

Ποιον κίνδυνο αντιπροσωπεύει ο Κασσελάκης;

Το 2015 και ύστερα από την προδοσία του ΟΧΙ από την ηγεσία Τσίπρα, κάποιοι -ελάχιστοι- από την αριστερή αντιμνημονιακή πτέρυγα, πολύ και δικαίως οργισμένοι με την προδοσία του ΟΧΙ, αλλά και με τους εαυτούς τους που δεν οργάνωσαν επαρκείς αντιστάσεις μέσα στο κόμμα ώστε να μη φτάσουμε εκεί, χαρακτήρισαν τον ΣΥΡΙΖΑ… μουσολινικό μόρφωμα. Τώρα, το σοκ από την ξαφνική και απίστευτη «επιθετική εξαγορά» της ηγεσίας και του κόμματος από τον Κασσελάκη οδηγεί κάποιους από τους αποχωρήσαντες να μιλούν για μουσολινικό ύφος ή τραμπισμό. Υπάρχει μήπως στα σοβαρά η εκτίμηση ότι ο Κασσελάκης κατέλαβε εξ εφόδου τον ΣΥΡΙΖΑ για να τον μετατοπίσει πολιτικά στην κατεύθυνση της αντισυστημικής ακροδεξιάς πηδώντας χωρίς στάση πάνω από το φιλελεύθερο αστικό κέντρο; Ο «αντιμνημονιακός τυχοδιωκτισμός» του Κασσελάκη, που κατά τον Ευκλείδη Τσακαλώτο μπορεί να κάνει κακό «στην κοινωνία και την οικονομία», συνιστά δεξιό ή και ακροδεξιό αντισυστημισμό;

Υπερβαίνοντας τα εσκαμμένα, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος συμβάλλει σε μια απέραντη πολιτική σύγχυση. Όχι όμως ανεξήγητα. Αυτός και οι σύντροφοι/ισσές του που αποχωρούν από τα αριστερά, ένα πράγμα δεν μπορούν να διανοηθούν και να θέσουν υπό συζήτηση: ότι ο Κασσελάκης είναι αυτός που ήρθε απ’ έξω, σαν από μηχανής θεός, για να ολοκληρώσει τη μακρά διαδικασία μετατόπισης του ΣΥΡΙΖΑ από τη ριζοσπαστική αριστερά στην ηττημένη και συμβιβασμένη σοσιαλδημοκρατία και τελικά στο αστικό κέντρο. Όπως εξήγησα σε προηγούμενο άρθρο μου αυτής της σειράς (https://commune.org.gr/5-megales-allages-sto-politiko-systima-apo-tis-vouleftikes-mechri-tis-aftodioikitikes-ekloges/). Αυτή η διαδικασία δεν μπορούσε να ολοκληρωθεί ομαλά και με τον ΣΥΡΙΖΑ να παραμένει σε κυβερνητικά εκλογικά ποσοστά: η μετατόπιση στο αστικό κέντρο υπονόμευε τα κυβερνητικά ποσοστά. Αν θυμόμαστε καλά, η εκλογική κατάρρευση επήλθε πριν εμφανιστεί ο Κασσελάκης ως διεκδικητής της ηγεσίας και επομένως συνιστά πολιτική συντριβή του πριν τον Κασσελάκη «όλου ΣΥΡΙΖΑ», πρώτα απ’ όλα του Αλέξη Τσίπρα, που ήταν ο αρχιτέκτονας και ο επισπεύδων της μετατόπισης στο κέντρο. Η παραίτηση Τσίπρα πριν δρομολογηθούν οι διαδικασίες για το συνέδριο και την εκλογή νέου προέδρου, επιδείνωσε τη διαλυτική κατάσταση που δημιουργήθηκε ύστερα από την εκλογική συντριβή και δημιούργησε τις προϋποθέσεις για την «αρπαγή» της ηγεσίας και του κόμματος από έναν… εφοπλιστή! Αυτός, δηλαδή ο Στέφανος Κασσελάκης, με τη σειρά του, θα οργανώσει τη μετατόπιση στο κέντρο (και είπαμε: το κέντρο είναι πάντα αστικό) με τον δικό του τρόπο κι όχι με τον τρόπο του Τσίπρα. Αρχηγός είναι και μάλιστα νεοκλεγείς, άρα το «δικαιούται».

Το τι είδους κόμμα του αστικού κέντρου (θα) είναι ο υπό τον Κασσελάκη ΣΥΡΙΖΑ, αν θα μοιάζει με το ΠΑΣΟΚ ή σε τι θα διαφέρει απ’ αυτό, είναι μια άλλη συζήτηση. Πάντως, ο πραγματικός κίνδυνος που αντιπροσωπεύει ο Κασσελάκης είναι ότι «τελειώνει την ιστορία» της μετατόπισης του ΣΥΡΙΖΑ στο αστικό κέντρο. Με τον δικό του τρόπο κι όχι με τον τρόπο του Τσίπρα και όλων όσων σήμερα αποχωρούν αλλά επί της ηγεσίας του απλώς ψέλλιζαν επιμέρους διαφωνίες. Αντί να υπογραμμίσει αυτόν τον κίνδυνο, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος επικαλείται τον φανταστικό κίνδυνο ο Κασσελάκης να προκαλέσει αντιμνημονιακούς-αντισυστημικούς κλυδωνισμούς!

Είναι ωστόσο εύκολα εξηγήσιμο γιατί αντί για τον πραγματικό κίνδυνο, ανακαλύπτει φανταστικούς κινδύνους: Πώς να απευθύνει στον Κασσελάκη την κατηγορία ότι μετατοπίζει το κόμμα στο αστικό κέντρο, όταν η διεύρυνση προς το κέντρο ήταν το trend της πολυθρύλητης διαδικασίας «βίαιης ενηλικίωσης» του ΣΥΡΙΖΑ ήδη από το 2012, σε αλληλοδιάδοχες φάσεις μετατόπισης προς το κέντρο μέχρι και την πρόσφατη εκλογική συντριβή; Αν μη τι άλλο, σε αυτή την περίπτωση δεν θα μπορούσε να διεκδικήσει την κληρονομιά του προ Κασσελάκη ΣΥΡΙΖΑ και του ίδιου του Τσίπρα. Έτσι, όμως,
Καταφέρνει να αντιπολιτεύεται τον Κασσελάκη απ’ τα δεξιά και από μνημονιακές θέσεις!
Επιβεβαιώνει τον προπαγανδιστικό του ελιγμό, ότι δηλαδή η διακυβέρνηση με Τσακαλώτους και Κατρούγκαλους ήταν σύμπτωμα μιας μνημονιακής εποχής και ότι αυτή η εποχή έχει λήξει – και ο νέος, δικός του ΣΥΡΙΖΑ (του Κασσελάκη) δεν είναι μνημονιακός, ενώ ο Τσακαλώτος και οι σύντροφοί/σσές του παραμένουν τέτοιοι/ες! Φορτώνει με το άχθος και το άγος του μνημονιακού παρελθόντος το νέο εγχείρημα, τη στιγμή που ο Κασσελάκης και ο νέος, δικός του ΣΥΡΙΖΑ αθετούν τη μνημονιακή κληρονομιά.

Τα μνημονιακά και «αντιμνημονιακά» νάματα

Πιθανότατα, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος να μην έχει καν συνειδητοποιήσει ότι με αυτή την αντιπαράθεση με τον Κασσελάκη στο διάνυσμα μνημονιακή κληρονομιά – «αντιμνημονιακή αναβάπτιση» επιβεβαιώνει τη βαριά υποψία ότι το νέο τους εγχείρημα αντί να έχει ξεπεράσει τις «παλιές αμαρτίες», εξακολουθεί να εμπνέεται απ’ αυτές. Να μην έχει καν συνειδητοποιήσει ότι υπέστη δεινή ήττα από τον κ. Κασσελάκη. Ίσως κάτι άρχισε να καταλαβαίνει -αλίμονο γι’ αυτόν αν δεν κατάλαβε ακόμη τίποτε!- όταν είδε τον Αλέξη Τσίπρα, αυτόν τον αδιαμφισβήτητο αρχιτέκτονα της μνημονιακής στροφής και προδοσίας του 2015 αλλά και της μετέπειτα μνημονιακής διακυβέρνησης, που με τις τόσο εύγλωττες σιωπές του όλη αυτή την περίοδο συνέβαλε τα μέγιστα στην «επιθετική εξαγορά» του ΣΥΡΙΖΑ από τον Κασσελάκη, να εμφανίζεται ευδιάθετος στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του «αποκαθαρμένου» από το μνημονιακό παρελθόν ΣΥΡΙΖΑ. Ενώ ο Ευκλείδης Τσακαλώτος και οι σύντροφοι/ισσές του υπερασπίζονταν την κληρονομιά της μνημονιακής διακυβέρνησης και θεωρούσαν ότι πραγματοποιούν έναν επιτυχή τακτικό ελιγμό ταυτίζοντάς την με την κληρονομιά του Αλέξη Τσίπρα, αυτός ο τελευταίος -ο αρχιτέκτονας, επαναλαμβάνουμε, της μνημονιακής προδοσίας και διακυβέρνησης- εμφανιζόταν από τα σκοτάδια της αποχής του τελευταίου διαστήματος στην Κ.Ο. του νέου, «αντιμνημονιακού» ΣΥΡΙΖΑ!

Ο ελέφαντας στο δωμάτιο: το 2015!

«Προς γαρ το τελευταίον εκβάν έκαστον των πριν υπαρξάντων κρίνεται»
Δημοσθένης

Ως προς την πατρότητα της ιδέας της «βίαιης ενηλικίωσης», των συνεχών διευρύνσεων προς τα δεξιά και της μετατόπισης στο κέντρο, που στην πραγματικότητα ήταν στρατηγική οικοδόμησης του κόμματος ΣΥΡΙΖΑ, του προγράμματος και των χαρακτηριστικών του στην περίοδο ύστερα από τις διπλές εκλογές του Μαϊου-Ιουνίου 2012, αυτή ανήκει αυτοδίκαια στην Αλέξη Τσίπρα και την περί αυτόν ηγετική ομάδα. Όμως μόνος του ο Τσίπρας και η ηγετική ομάδα δεν θα μπορούσαν να κάνουν όσα έκαναν σε αυτή την κατεύθυνση. Απαιτούνταν συναινέσεις, ενεργητικές ή παθητικές, αλλά και ενοχές-ανοχές που έχτιζαν ένα «μπλοκ εξουσίας» στον ΣΥΡΙΖΑ το οποίο επέβαλλε τις συνεχείς δεξιές μετατοπίσεις (στο πρόγραμμα, τις κοινωνικές και πολιτικές συμμαχίες, την οργανωτική λειτουργία και χαρακτηριστικά). Μέχρι και τη μνημονιακή στροφή και προδοσία του Ιουλίου 2015, ήταν το μπλοκ της πλειοψηφίας υπό τον Αλέξη Τσίπρα, στο οποίο συμμετείχαν και όλοι/ες που σήμερα αποχωρούν καταγγέλλοντας τον Κασσελάκη.

Στο διάστημα αυτό, συντελέστηκε σε μεγάλο βαθμό η προσωποποίηση της πολιτικής δυναμικής του ΣΥΡΙΖΑ στο πρόσωπο του Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος με διαρκή τετελεσμένα (υπό την ανοχή και συνενοχή όχι μόνο των στελεχών του μπλοκ της πλειοψηφίας αλλά και της Αριστερής Πλατφόρμας σε κρίσιμα σημεία. Ύστερα από τον Ιούλιο του 2015 και τη μαζική αποχώρηση του αριστερού αντιμνημονιακού δυναμικού, ο Αλέξης Τσίπρας από ανεξέλεγκτος έγινε απόλυτος άρχων του κόμματος, αφού το «διευθυντικό δικαίωμα» του προέδρου του κόμματος που είχε κατοχυρώσει σαν προσωπικό του δικαίωμα κάθε είδους και κάθε ωμότητας τετελεσμένο ενάντια στα συλλογικά όργανα και διαδικασίες, συμπληρώθηκε από το πολύ μεγαλύτερης εμβέλειας «διευθυντικό δικαίωμα» του πρωθυπουργού όπως αναγνωρίζεται από το σύνταγμα! Έτσι, από τον Ιούλιο του 2015 και ύστερα, η προσωποποίηση της πολιτικής δυναμικής του κόμματος στο πρόσωπο του Τσίπρα έφτασε στο απόγειό της. Στο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ τον Απρίλιο του 2022, υπερψηφίστηκε με 75% (η πρόταση της Ομπρέλας, που διαφώνησε, πήρε το 25%) των 4.681 ψηφισάντων αντιπροσώπων) η πρόταση για εκλογή προέδρου αλλά και Κεντρικής Επιτροπής (!) από τη βάση του κόμματος. Ο ΣΥΡΙΖΑ-ιδιοκτησία του αρχηγού και των περί αυτόν μηχανισμών και «κυκλωμάτων» διακυβέρνησης του κόμματος απέκτησε πλέον και πιστοποιητικό θεσμικής γνησιότητας. Τι διάολο, ο Ηγεμών θα παρακάμπτει τις συλλογικές διαδικασίες σαν κοινός πραξικοπηματίας, όταν μπορεί απλώς να θεσμοποιήσει το ανεξέλεγκτο και να κατοχυρώσει θεσμικά τον διακοσμητικό ρόλο των οργάνων; Ποιος να τον ελέγξει όταν είναι «λαοπρόβλητος» εκλεγμένος από τον «λαό»; Και τι ισχύ έχει το ίδιο το κόμμα, όταν ακόμη και η ΚΕ του έχει επίσης εκλεγεί από τον «λαό» των δύο ευρώ και των δύο ωρών; Όταν και το ίδιο έχει ουσιαστικά διαλυθεί μέσα στον χυλό αυτού του «λαού»;

‘Ενα τέτοιο κόμμα προσφερόταν από καιρό στην «επιθετική εξαγορά» από κάποιον Κασσελάκη. Το γιατί ο ίδιος ο Τσίπρας αποδείχθηκε ακατάλληλος να ολοκληρώσει τη μετατόπιση στο αστικό κέντρο και χρειάστηκε ο «από μηχανής θεός» Κασσελάκης, είναι κάτι που έχουμε εξηγήσει στο άρθρο της παραπομπής.

Εδώ πρέπει να πούμε ότι το «τελευταίον εκβάν» της σημερινής πολιτικής χρεοκοπίας και κατάρρευσης μέσα στη χλεύη δεν εξηγείται από λάθη τακτικής, αλλά από το στρατηγικό λάθος που ενέπνευσε τη μνημονιακή στροφή και προδοσία του 2015: τη ρεφορμιστική στρατηγική -και ακραία μορφή πολιτικής αυταπάτης στις συνθήκες της περιόδου 2010-2015- που πίστεψε ότι υπάρχει μέση οδός ανάμεσα στη ρήξη για την κατάργηση των μνημονίων και τα ίδια τα μνημόνια, κάποιου είδους ταξικό και διεθνοπολιτικό win-win, ένα είδος συμβιβασμού με «μνημόνιο με ανθρώπινο πρόσωπο» (μνημόνιο 70%). Αυτή η στρατηγική, η οποία ακολουθήθηκε συστηματικά ύστερα από τις διπλές εκλογές του 2012 που έφεραν τον ΣΥΡΙΖΑ μπροστά στο «ζήτημα της εξουσίας», ενσαρκώθηκε τον Ιούλιο του 2015 σε εφαρμοσμένη πολιτική με την ψήφιση και υλοποίηση του τρίτου μνημονίου.

Προφανέστατα, ένα κόμμα που οικοδομείται και προετοιμάζεται για να δώσει της σκληρή μάχη της ρήξης για την κατάργηση των μνημονίων όχι μόνο δεν ήταν απαραίτητο και επιλογή, αλλά αντίθετα ήταν εμπόδιο και κίνδυνος για μια τέτοια στρατηγική. Εδώ λοιπόν, στο όχι και τόσο μακρινό 2012 και το 2015, εντοπίζεται η στρατηγική αφετηρία που οδήγησε, μέσα από διαδοχικές φάσεις εκφυλισμού -προγραμματικού, ιδεολογικοπολιτικού και οργανωτικού- στο σημερινό αποτέλεσμα. Ο Κασσελάκης, με την παροχή πλέον ISO «πολιτικής αξιοπιστίας» από τον Τσίπρα, οδήγησε το τρένο στον τερματικό σταθμό του αστικού κέντρου. Δεν έχει κανέναν λόγο να θυμάται ούτε το 2012 ούτε το 2015. Ούτε όμως οι αποχωρούντες/ούσες δείχνουν να θέτουν υπό επερώτηση το 2015 και τη στρατηγική επιλογή που οδήγησε σε αυτό! Γι’ αυτό δεν υπάρχει πολιτικός χώρος για να «σταθούν» ούτε ταυτότητα για να διεκδικήσουν. Σε μια ύστατη, τραγική και αυτοκαταστροφική εκδήλωση πολιτικής ένδειας, δηλώνουν ευθαρσώς -διά του Τσακαλώτου και άλλων- ότι είναι πιστοί στη μνημονιακή παράδοση, ενώ ο Κασσελάκης και ο Τσίπρας ανοίγουν τα… αντιμνημονιακά τους φτερά! Και οι δύο πλευρές, έχουν τους λόγους τους να μη βλέπουν τον ελέφαντα στο δωμάτιο…

 




Ο πόλεμος στην Παλαιστίνη, μια ιστορική καμπή;

Aναδημοσίευση από το commune.org.gr

του Ηλία Ιωακείμογλου

Ο ολοκληρωτικός πόλεμος που διεξάγεται εναντίον της Παλαιστίνης υπό την προστασία, την έγκριση και την υποστήριξη της «Δύσης» απαξιώνει το σύνολο του συστήματος ηθικών αξιών, το οποίο όριζε τους κανόνες του πολέμου που ίσχυαν μετά την αντιφασιστική νίκη του 1945 στις χώρες του αναπτυγμένου καπιταλισμού˙ διότι δεν μπορείς να επικαλείσαι αξίες που ποδοπάτησες. Ο πόλεμος χωρίς κανόνες και ηθικούς περιορισμούς που διαμορφώθηκαν αμέσως μετά την ήττα του ναζισμού, και χάρη σε αυτήν, διεξάγεται και πάλι, μόνο που αυτή την φορά από το baby των κυβερνήσεων της Ευρώπης και των ΗΠΑ. Στη διάρκεια των τελευταίων εβδομήντα χρόνων, διεξάχθηκαν και άλλοι πόλεμοι που παραβίασαν, λίγο ή πολύ, τους ηθικούς περιορισμούς που είχαν κωδικοποιηθεί στους νόμους του πολέμου. Ό,τι και αν συνέβη όμως τότε, καταγράφηκε ως παράβαση και παραβίαση των κανόνων του πολέμου, καταδικαστέο σφάλμα που οι κυβερνήσεις έσπευδαν να κρύψουν και το οποίο δεν θα έπρεπε να επαναληφθεί. Το νέο που φέρνει ο πόλεμος στην Παλαιστίνη, είναι ότι εκεί διεξάγεται πόλεμος που καταφανώς παραβιάζει τους καθιερωμένους ηθικούς περιορισμούς χωρίς οι κυβερνήσειςτης «Δύσης» να καταλογίζουν ενοχή σε αυτούς που διαπράτουν εγκλήματα πολέμου, τα οποία είναι κραυγαλέα έκδηλα και βιάζουν κάθε είδους αίσθημα δικαιοσύνης, ενσυναίσθησης και συστολής απέναντι στο έγκλημα. Επειδή έτσι συμβαίνει, θα πρέπει να αναρωτηθούμε στα σοβαρά, εάν όλα αυτά διαρρηγνύουν και απαξιώνουν το ηθικό περιεχόμενο που άφησε στον αστικό πολιτισμό η νίκη επί του ναζισμού το 1945. Εάν είναι έτσι, τότε οι κυβερνήσεις της Ευρώπης και των ΗΠΑ κάνουν αυτή την στιγμή ένα μεγάλο βήμα προς την βαρβαρότητα, την ίδια βαρβαρότητα που ηττήθηκε το 1945/ αλλά δεν είναι όλα χαμένα, διότι η κοινωνική πλειοψηφία δεν τους ακολουθεί.

Πόλεμος χωρίς κανόνες, κοινώς μακελλειό

Πάει πολύς καιρός που ο πόλεμος έχει κανόνες και ως εκ τούτου διαρκεί από τις επαρκώς προσδιορισμένες διαδικασίες της κήρυξης μέχρι εκείνες της ανακωχής, έχει ως στόχο την εξουδετέρωση και όχι την εξόντωση των δυνάμεων του αντιπάλου, δεν είναι ωμή, γυμνή βία, είναι οργανωμένος από την πολιτική που τον διευθύνει, είναι βία περιχαρακωμένη με κανόνες, νομικές αποφάσεις, που καθοδηγούνται από ηθικές αρχές. Γνωρίζουμε από την Τεχνη του Πολέμου του Κλαούζεβιτς ότι ο πόλεμος οφείλει να είναι χαλιναγωγημένη βία, διότι εάν αφεθεί στις αυθόρμητες ορέξεις του, στην εσωτερική του δυναμική, θα καταλήγει σε σφαγή, σε φαύλο κύκλο εκδίκησης και αντεκδίκησης, σε βία τυφλή, αμιγή και εξοντωτική, σε ωμότητες και μακελλειό. «Ο πόλεμος εισάγει την δικονομία μέσα στις πιο πρωτόγονες επιθετικές σχέσεις. Τι είναι μια σύρραξη; Η βία συν κάποιο συμβόλαιο (…) [Ο πόλεμος] είναι εγκλωβισμένος στα δεσμά του δικαίου», λέει ο Μισέλ Σέρ. Όλες αυτές τις διακρίσεις μεταξύ πολέμου και μακελειού, τις γνώριζε πολύ καλά ο Τσε όπως τις γνωρίζει πολύ καλά επίσης ο υποδιοικητής Μάρκος: «Ο EZLN είναι οργανωμένος σαν στρατός και τηρεί όλες τις διεθνείς συμβάσεις ώστε να αναγνωρισθεί σαν στρατός. Σεβαστήκαμε πάντα τις διεθνείς συμβάσεις και τους νόμους του πολέμου».

Η σύγχρονη μορφή πολέμου που αντιστοιχεί στον ρωμαϊκό bellum romanum, στον πόλεμο χωρίς κανόνες, είναι ο ολοκληρωτικός πόλεμος (total war), ο οποίος θα έπρεπε να θεωρηθεί ως ιδιαίτερη πλευρά μιας γενικότερης τάσης του σύγχρονου κόσμου που ο Έρικ Χόμπσμπομ ονόμαζε βαρβαρότητα, εννοώντας με αυτόν τον όρο «την αποδιάρθρωση και την κατάρρευση των συστημάτων κανόνων και ηθικής συμπεριφοράς με τα οποία κάθε κοινωνία ρυθμίζει τις σχέσεις μεταξύ των μελών της, και τις σχέσεις μεταξύ των μελών της και των μελών άλλων κοινωνιών». Σε αυτόν τον γενικό ορισμό της βαρβαρότητας ανήκει ο πόλεμος που διεξάγεται από το baby των κυβερνήσεων της Ευρώπης και των ΗΠΑ εναντίον της Παλαιστίνης.

Το αποτέλεσμα είναι διπλό: αφενός οι κυβερνήσεις ανοίγουν την πόρτα στην βαρβαρότητα, και αφετέρου, η παραβίαση των κανόνων του πολέμου, απαξιώνει αυτές τις ίδιες. «Αν θέλεις να ορκιστείς σε κάτι που να γίνει πιστευτό να ορκιστείς σε ό,τι δεν έχεις κακοποιήσει»: ποιος, άραγε, θα παίρνει στο εξής στα σοβαρά τα ψελλίσματα του Μπάιντεν και του Μπλίνκεν περί προστασίας των αμάχων μετά από την εκατόμβη; Οι κυβερνήσεις αυτές, κακοποιούν το αξιακό πλαίσιο που περιόριζε την θηριώδη φύση του πολέμου και το απαξιώνουν. Απαξιώνοντας όμως τους κανόνες του πολέμου, απαξιώνουν το ίδιο το κύρος τους ως ηγεμόνες/ πριονίζουν το κλαδί επάνω στο οποίο κάθονται.

Πριονίζοντας το κλαδί επάνω στο οποίο κάθονται

Αφήνοντας τον πόλεμο χωρίς κανόνες να εξελίσσεται σε κοινή θέα στην Παλαιστίνη, οι κυβερνήσεις της Ευρώπης και των ΗΠΑ πριονίζουν το κλαδί επάνω στο οποίο κάθονται, διότι αποδυναμώνουν την νομιμοποίηση που τους προσφέρει το κυριότερο θεμέλιο της κυριαρχίας της αστικής τάξης, το οποίο δεν είναι η βία αλλά η ιδεολογική ισχύς που αποσπά την συναίνεση ή έστω την αδράνεια και την παθητικότητα των υποτελών κοινωνικών τάξεων επειδή μιλάει στο όνομα του γενικού συμφέροντος. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή:

Τα άτομα είναι «χτισμένα» μέσα σε ένα δίχτυ κοινωνικών σχέσεων και ρόλων τους οποίους αποδέχονται οικειοθελώς επειδή υποτάσσονται σε ιδέες (σε μια ορισμένη ιδεολογία, στην κυρίαρχη ιδεολογία), ή σε πειθαρχίες που συνήθισαν να θεωρούν ως φυσική τάξη πραγμάτων, και αυτό πάλι χάρη στη δύναμη των ιδεών. Ιδεολογία και πειθαρχίες, εμπλέκουν τα άτομα στο παιχνίδι της κρατικής εξουσίας. Οι Ιδεολογικοί Μηχανισμοί του Κράτους επιβάλλουν την κυρίαρχη ιδεολογία και μέσω αυτής τις «πρακτικές ιδεολογίες» που καθοδηγούν στάσεις και συμπεριφορές˙ εν την απουσία καταναγκασμού (τα «υποκείμενα» πορεύονται μόνα τους. Η ιδεολογική ηγεμονία, όμως, έχει ως προϋπόθεση ότι η άρχουσα τάξη ορίζει ένα σύστημα αξιών το οποίο πρέπει να είναι σε θέση να το υπερασπιστεί ως σύστημα αξιών που αντιστοιχεί στο γενικό συμφέρον, να του αποδώσει καθολικό χαρακτήρα, που ισχύει ανεξάρτητα από τις περιστάσεις, και γίνεται η βάση των νόμων που το κωδικοποιούν σε κανόνες και νόρμες.

Αφού έτσι έχουν τα πράγματα, όσα συμβαίνουν τώρα στην Παλαιστίνη μπορεί να αποτελέσουν σημείο ιστορικής καμπής για δύο λόγους: Πρώτον, διότι νομιμοποιούν τον πόλεμο χωρίς κανόνες, που ανατρέπει ένα από τα σημαντικά θεμέλια του αστικού πολιτισμού όπως αυτός διαμορφώθηκε μετά την νίκη του 1945, και δεύτερον, επειδή αυτή η ανατροπή απονομιμοποιεί μια πολιτική ηγεμονία που δεν μπορεί πια να ορκίζεται σε αξίες που έχει κακοποιήσει και οι οποίες ανήκαν στον πυρήνα της ιδεολογικής συγκρότησής της, τον πυρήνα που αποτελεί την βάση της ιδεολογικής κυριαρχίας της. Η πιο γλαφυρή εικόνα της κρίσης της πολιτικής ηγεμονίας της αστικής τάξης είναι το γιγαντιαίο και επίμονο κύμα υπεράσπισης της Παλαιστίνης που αναπτύσσεται στον πλανήτη, από τα κάτω, μέσα στις υποτελείς κοινωνικές τάξεις. Η απόσταση μεταξύ αυτών των μαζικών κινημάτων και των αντίστοιχων κυβερνήσεων είναι το μέτρο της κρίσης ηγεμονίας των αστικών τάξεων. Από εδώ και πέρα, βέβαια, δεν θα εξελιχθούν τα πράγματα με μηχανικό τρόπο˙ όλα εξαρτώνται από την οργάνωση του μαζικού κινήματος και τις ενέργειες που μπορούν να δώσουν στην διάσταση των υποτελών με την πολιτικήεξουσία, νόημα, προοπτική και επομένως συνέχεια, ώστε η απόσταση να γίνει ρήξη, όπως έγινε μετά το 1968 με τον πόλεμο του Βιετνάμ. Αλλιώς, το επίμονο κίνημα αλληλεγγύης και υπεράσπισης της Παλαιστίνης θα καταχωριστεί στα βιβλία της ιστορίας ακριβώς όπως καταχωρίστηκε το μεγάλο κύμα διαμαρτυρίας για το έγκλημα στα Τέμπη.




Κασσελάκης όπως Τσίπρας. Πώς ο Κασσελάκης ολοκληρώνει την «επιθετική εξαγορά» του ΣΥΡΙΖΑ

Aναδημοσίευση από το commune.org.gr

του Πάνου Κοσμά

Τον Ιούλιο του 2015 και αφού η ηγεσία Τσίπρα είχε πραγματοποιήσει την μνημονιακή στροφή και προδοσία, οι αντιπαραθέσεις μέσα στο κόμμα οδήγησαν στην απόφαση να πραγματοποιηθεί συνέδριο τον Οκτώβριο του 2015 για να συζητήσει τη… μνημονιακή στροφή. Δεν υπήρχε προφανώς πολλή λογική σ’ αυτό: Η κυβέρνηση θα ψήφιζε και θα υλοποιούσε μνημόνιο και το κόμμα θα το αρνούνταν εκ των υστέρων; Σε αυτή την περίπτωση, θα έπεφτε η κυβέρνηση απ’ τα μέσα – αλλά τότε γιατί να μην ανατραπεί εξαρχής, με «ανταρσία» των αντιμνημονιακών βουλευτών/βουλευτριών της Κοινοβουλευτικής Ομάδας, και έτσι να αποφευχθεί και η «ρετσινιά» της ψήφισης του μνημονίου; Ήταν προφανές ότι το συνέδριο του Οκτωβρίου ήταν ένα θεσμικό και εύσχημο πρόσχημα για «να παραμείνει το κόμμα ενωμένο», δηλαδή να μείνει η Αριστερή Πλατφόρμα και αριστερές αντιπολιτεύσεις του μπλοκ της πλειοψηφίας στο κόμμα – παρά την ψήφιση και υλοποίηση μνημονίου, σαν εσωκομματική… αντιμνημονιακή αντιπολίτευση. 

Αν προχωρούσαν έτσι τα πράγματα, είναι βέβαιο ότι η Αριστερή Πλατφόρμα και άλλες αριστερές δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ θα γίνονταν το περιώνυμο θύμα μιας αργόσυρτης εκφυλιστικής διαδικασίας. Ενώ όμως πολλοί στην Αριστερή Πλατφόρμα ήταν έτοιμοι να την υποστούν, ο Αλέξης Τσίπρας αποφάσισε να ξεκαθαρίσει τα πράγματα: προκήρυξε εκλογές τον Σεπτέμβριο, καταργώντας έτσι κάθε ψηφισμένο χρονοδιάγραμμα (συνέδριο) και παρακάμπτοντας κάθε όργανο του κόμματος. Με αυτή του την κίνηση, ο Αλέξης Τσίπρας έδειξε την έξοδο ακόμη και σε πολλούς/ές που, παρά το μνημόνιο, δεν είχαν επιλέξει να φύγουν. 

Το γιατί παρά τη μνημονιακή στροφή και παρά αυτή την ωμή παραβίαση κάθε συλλογικού κανόνα και τη μαζική διάσπαση που προκάλεσε, κέρδισε τις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015, είναι μια άλλη ιστορία, άκρως ενδιαφέρουσα, που όμως δεν είναι αντικείμενο αυτού του μικρού κειμένου. Η αναφορά αυτή στο μακρινό χρονικά αλλά απολύτως σχετιζόμενο με τις τωρινές εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ γεγονός του 2015, γίνεται για έναν αρχικά λόγο: για να υποδειχθεί η εντυπωσιακή ομοιότητα (επί της ουσίας και παρά τις υπαρκτές διαφορές) του χειρισμού του Τσίπρα το 2015 με την τωρινή πρωτοβουλία του Κασσελάκη, ο οποίος με βιντεοσκοπημένο διάγγελμα (!) έβαλε συνειδητά «μπουρλότο» στην προγραμματισμένη ΚΕ του Σαββατοκύριακου με τρόπο που ουσιαστικά έδειξε την πόρτα και εξανάγκασε σε έξοδο ακόμη και τάσεις που δεν είχαν αποφασίσει να φύγουν – και πιθανόν δεν θα το αποφάσιζαν ποτέ…   

Ο Τσίπρας ως πρωθυπουργός μπορούσε να καταθέσει την εντολή και να ζητήσει εκλογές, παρακάμπτοντας έτσι, με το πρωθυπουργικό «διευθυντικό δικαίωμα», όλα τα όργανα του κόμματος. Ο Κασσελάκης απηύθυνε διάγγελμα μέσω βίντεο προς τα μέλη της ΚΕ την παραμονή της προγραμματισμένης συνεδρίασης!!! Αμφότεροι, με την κίνησή τους, έδειξαν την έξοδο και στους πλέον μετριοπαθείς αντιπολιτευόμενους και συσπείρωσαν εναντίον τους ακόμη και συμπολιτευόμενους. Η ουσία είναι η ίδια, οι περιστάσεις και άλλα, δευτερεύουσας όμως σημασίας, «συμφραζόμενα» διαφέρουν. 

Η ουσία είναι η ίδια και ως προς το εξής: Τόσο ο Αλέξης Τσίπρας όσο και ο Στέφανος Κασσελάκης, δεν κινδύνευαν με ανατροπή του ελέγχου τους στο κόμμα. Ήταν εντελώς απίθανο το συνέδριο του Οκτωβρίου 2015 (που εξάλλου θα μπορούσε κάλλιστα να μετατεθεί ώστε να χάσει κάθε ουσιαστικό αντικείμενο) να ακυρώσει τη μνημονιακή στροφή και διακυβέρνηση. [Εξάλλου, το θεωρητικό και πολιτικό σχήμα είχε ήδη εγκαθιδρυθεί: «Η κυβέρνηση δεν ταυτίζεται με το κόμμα», «το κόμμα ελέγχει και η κυβέρνηση κυβερνά», «ούτε κομματικοποίηση του κράτους ούτε κρατικοποίηση του κόμματος».]

Έτσι και τώρα: Στις συνθήκες που είχαν δημιουργηθεί, ο Κασσελάκης θα ήλεγχε εύκολα το παιχνίδι στην ΚΕ: Οι της «Ομπρέλας» θα αποχωρούσαν (είχαν ήδη αρχίσει να αποχωρούν προ της ΚΕ «επώνυμα» στελέχη και πρώην υπουργοί) και το προεδρικό μπλοκ θα κέρδιζε με άνεση όλες τις ψηφοφορίες – όπως και το συνέδριο του Φεβρουαρίου. Όμως ούτε για τον Τσίπρα ούτε για τον Κασσελάκη ήταν αρκετό να έχουν τον έλεγχο των εξελίξεων. Ήθελαν πολύ περισσότερα: ήθελαν τον απόλυτο έλεγχο και την αποπομπή ακόμη και των πλέον μετριοπαθών διαφωνούντων. Περισσότερο κι απ’ αυτό, ήθελαν να εγκαθιδρυθεί με ωμά τετελεσμένα η απόλυτη εξουσία τους στη μορφή ενός ανεξέλεγκτου προεδρικού βοναπαρτισμού. Ο Τσίπρας ήθελε μέσα στο κόμμα μόνο οπαδούς της μνημονιακής διακυβέρνησης στο όνομα της ΤΙΝΑ (There Is No Alternative: Δεν υπάρχει εναλλακτική)· ο Κασσελάκης, μόνο οπαδούς της πλήρους, ανεπιφύλακτης και άμεσης μετατόπισης στο φιλελεύθερο αστικό κέντρο. 

Κατάρρευση μέσα στη χλεύη

Υπάρχει όμως και μια ουσιαστική διαφορά, που πάντως δεν αφορά το σχέδιο, τις προθέσεις και την κατεύθυνση, αλλά τις δυνατότητες καθενός με βάση το πλαίσιο δεσμεύσεων και συσχετισμών που διέθεταν/διαθέτουν. Σαρξ εκ τη σαρκός της ρεφορμιστικής Αριστεράς, ο Αλέξης Τσίπρας δεν είχε τον συσχετισμό δύναμης για να κυβερνήσει ενάντια στο εναπομείναν κόμμα και δεν μπορούσε να κυβερνήσει μνημονιακά χωρίς να αποδεχθεί συμβιβασμούς και κομματικές λειτουργίες οι οποίες (θα) εξασφάλιζαν στοιχειωδώς τη συναίνεση του κόμματος. Έχοντας εκδιώξει κακήν κακώς τους αντιμνημονιακούς, δεν ήταν δύσκολο να το πετύχει, αλλά αυτό συντηρούσε «αριστερές αγκυλώσεις». Το κυριότερο όμως, ήταν ότι αυτές οι αριστερές «αγκυλώσεις», ξέπνοες όσον αφορά την εσωκομματική τους δυναμική, διατηρούσαν τη μαζική επιρροή του κόμματος με όρους αριστερού προφίλ. 

Ο πλέον δύσκολος και, όπως αποδείχθηκε τελικά, ανέφικτος στόχος για τον Αλέξη Τσίπρα ήταν να συνεχίσει να διατηρεί τη μαζική επιρροή του ΣΥΡΙΖΑ σε εργατολαϊκά στρώματα ενώ μετατοπιζόταν διαρκώς προς το κοινωνικό και πολιτικό κέντρο. Οι διπλές βουλευτικές εκλογές του 2023 απέδειξαν ότι ο μόνος τρόπος για να διατηρηθεί η μαζική επιρροή του ΣΥΡΙΖΑ στις εργαζόμενες τάξεις, ήταν να συντηρείται το αριστερό προφίλ του κόμματος – μια υπόμνηση πολιτικού ριζοσπαστισμού που είχε πολύ μεγαλύτερο αντίκρισμα στην κοινωνία παρά εσωκομματικά. Το γεγονός ότι η επιρροή του ΣΥΡΙΖΑ στις εργαζόμενες τάξεις κατάρρευσε το 2023 κι όχι το 2019 ύστερα από 4 χρόνια μνημονιακής διακυβέρνησης, αποδεικνύει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ απογοήτευσε τη μαζική εργατική του βάση όχι τόσο για τη μνημονιακή του θητεία (για την οποία πείσθηκε ότι δεν υπήρχε εναλλακτική) αλλά για τη θητεία του στην αντιπολίτευση μεταξύ 2019 και 2023. Το 2015 ο Τσίπρας έπεισε πως έκανε ό,τι έκανε με το πιστόλι των δανειστών στον κρόταφο. Το 2019-2023, χωρίς πλέον αυτό το άλλοθι και απέναντι στη χειρότερη κυβέρνηση της Μεταπολίτευσης, έπεισε ότι δεν σκόπευε να επανέλθει σε κάποιου είδους ριζοσπαστική πολιτική – και ξενέρωσε και τους πλέον καλόπιστους. 

Γενικότερα: Σε αντίθεση με τον αστικό μύθο ότι οι συνεχείς διευρύνσεις προς το κέντρο και τη «λαϊκή δεξιά» εξασφαλίζουν και μαζικότητα, η πραγματικότητα, όπως αποτυπώθηκε στα εκλογικά αποτελέσματα μετά τον Ιανουάριο του 2015 μέχρι και τον Μάιο-Ιούνιο του 2023, τεκμηριώνει το αντίθετο: ήταν ο ριζοσπαστικός ΣΥΡΙΖΑ, ο ΣΥΡΙΖΑ «του 4%», που χάρη κι όχι ενάντια στον ριζοσπαστικό του χαρακτήρα πέτυχε το ξεπέταγμα στις εκλογές του 2012 που τον έκαναν «κυβέρνηση εν αναμονή» και εξασφάλισαν το υψηλότερο εκλογικό του ποσοστό στις εκλογές του Ιανουαρίου 2015. Μετά τη μνημονιακή του στροφή, από τον Σεπτέμβριο του 2015 το ποσοστό του πέφτει διαρκώς, σε απόλυτη αναλογία με τις διαρκείς διευρύνσεις και τη συντηρητικοποίηση του πολιτικού του προφίλ – δηλαδή με την μετατόπιση προς το κέντρο. 

Ωστόσο, σε πείσμα ακόμη και των εκλογικών στατιστικών, αφοσιωμένος σε διαρκείς ωμότητες και τετελεσμένα ενάντια σε κάθε είδους συλλογικές διαδικασίες, προγραμματικές δεσμεύσεις και αποφάσεις, ο Αλέξης Τσίπρας ήταν πεπεισμένος ότι για όλα φταίνε οι αριστερές «αγκυλώσεις» που λειτουργούν σαν μηχανισμός «χρονοκαθυστέρησης» και δεν επιτρέπουν να ολοκληρωθεί η μετατόπιση στο αστικό κέντρο (περιττό να διευκρινίσουμε: εξ ορισμού, το κέντρο είναι πάντα αστικό…). Σε πείσμα όλων των δεδομένων, που έδειχναν ότι η στροφή στο κέντρο είναι συνταγή εκλογικής αποδυνάμωσης και εν τέλει συντριβής (στις εκλογές του 2023), όλες οι μετεκλογικές παρεμβάσεις του Τσίπρα μέχρι και την παραίτησή του από την προεδρία του κόμματος, έδειχναν σαν αίτιο τη μη ολοκλήρωση της μετατόπισης στο κέντρο. Απ’ τη μια, οι όποιες μετατοπίσεις προς το κέντρο ήταν «ανεπαρκείς». Από την άλλη, στις εκλογές του 2023 αποδείχθηκαν υπερεπαρκείς για την εκλογική συντριβή. 

Ο «από μηχανής θεός»

Μετά την εκλογική συντριβή, που δεν ήταν τίποτε άλλο παρά η εκδίκηση της εργατικής εκλογικής βάσης για την «απιστία της ηγεσίας» με το διαρκές -και χωρίς… ανταπόκριση όπως έδειξαν οι εκλογές του 2023- φλερτ με τη μεσαία τάξη, ο Τσίπρας έγινε κι αυτός ακατάλληλος για να ολοκληρώσει τη μετατόπιση στο φιλελεύθερο αστικό κέντρο.     

Έτσι, το εγχείρημα έμεινε μετέωρο και δεν υπήρχε δύναμη στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ που να μπορεί να το συνεχίσει. Η τραγωδία έληξε με τη μέθοδο του «από μηχανής θεού»: κάποιου που, όπως στην αρχαία τραγωδία, παρεμβαίνει απ’ έξω για να δώσει τη λύση. Είχε έρθει η ώρα του Κασσελάκη. Το γεγονός ότι αυτός ήταν καταλληλότερος του Τσίπρα (και οποιουδήποτε άλλου στελέχους του ΣΥΡΙΖΑ) για να ολοκληρώσει άμεσα τη μετατόπιση στο φιλελεύθερο αστικό κέντρο, οφείλεται στο γεγονός ότι ο μηχανισμός «χρονοκαθυστέρησης» που εμπόδιζε τον Τσίπρα να «τελειώσει τη δουλειά» είχε διαλυθεί μετά την εκλογική συντριβή: οι ριζοσπαστικές απαιτήσεις της εργατικής βάσης έφυγαν από τη σκηνή και απέμεναν, ορφανές και ξέπνοες, οι αριστερές εσωκομματικές «αγκυλώσεις». Δεν υπήρχε κάτι για να χαθεί, γιατί είχε ήδη χαθεί. Η υψωμένη γροθιά της Αχτσιόγλου το βράδυ των εκλογικών αποτελεσμάτων για την προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ, ήταν σκηνή από έργο που ανέβαινε πλέον χωρίς θεατές: η μαζική εργατική βάση του ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν στην πλατεία ούτε νοερά…  

Ο Κασσελάκης, ένας αστός που ήρθε απ’ έξω για να ολοκληρώσει, με μεθόδους «επιθετικής εξαγοράς» όπως εύστοχα έχει λεχθεί, την άμεση μετατόπιση του ΣΥΡΙΖΑ στο φιλελεύθερο αστικό κέντρο,   δεν είχε κανέναν λόγο να αποδεχτεί έναν εσωκομματικό μηχανισμό «χρονοκαθυστέρησης», ορφανεμένο μάλιστα από κάθε αντίκρισμα στην κοινωνία. Με την ωμή πράξη του πραξικοπήματος στην ΚΕ έδειξε την πόρτα της εξόδου και στους πλέον μετριοπαθείς εκπροσώπους του αριστερού προφίλ. 

Οι «Ερινύες» του 2015

Ο στόχος, που ήταν και στόχος του Τσίπρα, επετεύχθη: ο ΣΥΡΙΖΑ είναι οριστικά κόμμα του φιλελεύθερου αστικού κέντρου. Πλήρως και σε όλα του: και στην οργανωτική δομή. Δεν χρειάζεται καν κόμμα ούτε καν ένα ομοίωμα κόμματος, παρά μόνο ένας ρευστός αστερισμός προσώπων και μηχανισμών που ορίζονται κατά το δοκούν από τον Βοναπάρτη. 

Η επιθετική εξαγορά ολοκληρώθηκε! Ο ΣΥΡΙΖΑ κατέρρευσε μέσα στη χλεύη. Και καμία σοβαρή απόπειρα ερμηνείας δεν ευσταθεί αν δεν βάλει στη συζήτηση τη μεγάλη στροφή και προδοσία του Ιουλίου 2015. Σε μια αργόσυρτη διαδικασία, τον ΣΥΡΙΖΑ τον «κομμάτιασαν», βασανιστικά και σε δόσεις, οι Ερινύες του 2015…    




Οι ενοικιαστές και οι ιδιοκτήτες κατοικιών. H ανάπτυξη μιας ανταγωνιστικής αντίθεσης

Αναδημοσίευση από το commune.org.gr

του Ηλία Ιωακείμογλου

Μισθωτές, ένας αναγκαστικός μπελάς για τους ιδιοκτήτες κατοικιών

Οι ιδιοκτήτες κατοικιών, όπως και όλοι οι κεφαλαιούχοι, κάτοχοι παραγωγικών εγκαταστάσεων, ακινήτων, μετοχών και χρηματιστικού κεφαλαίου εν γένει, ζουν με την πλάνη ότι το κεφάλαιό τους είναι μια αξία που αυτο-αξιοποιείται, αξιοποιεί μόνο του τον εαυτό του και για τον εαυτό του, και παράγει έτσι κέρδος. Νομίζουν δηλαδή ότι πρόκειται για ένα αεικίνητο, ένα perpetuum mobile, μια μηχανή που αφού τεθεί σε λειτουργία, έχει την ιδιότητα να κινείται στον διηνεκές χωρίς να καταναλώνει ενέργεια. Μπορεί η Φυσική να έχει αντιληφθεί προ πολλού ότι ένα αεικίνητο δεν μπορεί να υπάρξει, αλλά οι ιδιοκτήτες κεφαλαίου είναι αδύνατον να το αντιληφθούν και νομίζουν ότι το κεφάλαιό τους έχει την μαγική ιδιότητα να συνουσιάζεται με τον εαυτό του και να πολλαπλασιάζεται μόνο του˙ δεν έχουν ιδέα ότι το ενοίκιο είναι ιδιοποίηση της εργασίας των άλλων βασισμένη στο αποκλειστικό δικαίωμα που τους προσφέρει η ιδιωτική ιδιοκτησία να ορίζουν εκείνοι και μόνο εκείνοι πώς, από ποιόν και πότε θα χρησιμοποιηθεί το ακίνητο. Πάνω στην πλάνη τους ότι το κεφάλαιο είναι αξία που αυξάνει ενδογενώς τον εαυτό της χτίζουν ολόκληρο τον κόσμο τους και διαμορφώνουν ανάλογα τις απαιτήσεις τους από τον υπόλοιπο κόσμο.

Βυθισμένος σε έναν τέτοιο κόσμο παραισθήσεων, ο ιδιοκτήτης που εκμισθώνει την κατοικία του και την αντιλαμβάνεται ως αυτο-αξιοποιούμενο κεφάλαιο, νοιώθει ότι ο ενοικιαστής είναι ένας αναγκαίος μπελάς˙ αναγκαίος διότι μπορεί μεν το ενοίκιο να είναι αξία παραγόμενη από το κεφάλαιο που βρίσκεται ενσωματωμένο στο ακίνητο (έτσι πιστεύει ο ιδιοκτήτης), πλην όμως, για να κάνει την εμφάνισή της, αυτή η αξία, στις τσέπες του ιδιοκτήτη με την μορφή χρήματος, χρειάζεται ένας ενοικιαστής ως ενδιάμεσο γρανάζι, ως ένας ιμάντας μεταφοράς, ως μια τεχνική προϋπόθεση της μετεμψύχωσης του κεφαλαίου σε νέα αξία, σε χρήμα, σε περισσότερο κεφάλαιο. Αυτό όμως το γρανάζι έχει την ιδιότητα ότι φθείρει ένα μέρος του ακινήτου, επομένως του κεφαλαίου που είναι ενσωματωμένο σε αυτό, επομένως φθείρει την πηγή του πλούτου του ιδιοκτήτη. Από αυτό απορρέουν περισσότερα φαινόμενα. Καταρχάς, οι ιδιοκτήτες αναπτύσσουν αυθόρμητη αντιπάθεια προς τον ενοικιαστή, η οποία φτάνει, σε ορισμένες περιπτώσεις, στα όρια του μίσους, αν κρίνουμε από όσα μπορεί να διαβάσει τώρα κάποιος σε όσα δημοσιεύουν οι ίδιοι οι ιδιοκτήτες στα σόσιαλ μίντια. Έπειτα, από τις παραισθήσεις του ιδιοκτήτη σχετικά με την πηγή της αξίας που καρπώνεται χάρη στο ακίνητο, απορρέει ένα μεγάλο μέρος του περιεχομένου των συμφωνητικών ενοικίασης κατοικίας, όπου ο ενοικιαστής αντιμετωπίζεται με την μέγιστη περιφρόνηση και αναγκάζεται να υπογράψει ταπεινωτικούς όρους. Το χειρότερο είναι ότι ο ενοικιαστής δεν είναι μόνο αναγκαίος όρος για να εισπράξει ο ιδιοκτήτης το ενοίκιο, είναι και μπελάς, διότι μιλάει, σκέφτεται, και συνήθως έχει αίσθηση αξιοπρέπειας, και το χειρότερο από όλα, είναι ικανός να φέρνει αντιρρήσεις, να θέτει όρους και να διαμορφώνει απαιτήσεις. Στο σημείο αυτό ο ιδιοκτήτης εξεγείρεται διότι αυτή η συνήθως ασήμαντη ποσότητα ύπαρξης σαμποτάρει το εισόδημά του και το κεφάλαιό του.

Θα μπορούσε, όμως, να προβάλει κάποιος την δικαιολογημένη αντίρρηση στην ανωτέρω περιγραφή της σχέσης των ιδιοκτητών με τους ενοικιαστές, ότι δεν συνέβαινε πάντα έτσι ή ότι ακόμη και τώρα δεν συμβαίνει πάντα έτσι. Κάτι λείπει, λοιπόν, από τα προηγούμενα, και αυτό σχετίζεται με την ιστορία.

Η ενοικίαση αλλάζει φύση: από την κοινωνική αναπαραγωγή στην αξιοποίηση κεφαλαίου

Υπάρχει μια προϋπόθεση, για να συμβαίνουν τα πράγματα όπως περιγράφονται στην προηγούμενη ενότητα του άρθρου: Πρέπει ο ιδιοκτήτης της κατοικίας να αντιλαμβάνεται το ακίνητο ως κεφάλαιο με την αυστηρή έννοια του όρου˙ και αυτό ακριβώς είναι που συμβαίνει, σε αυξανόμενο βαθμό, στην Ελλάδα σήμερα ενώ παλαιότερα συνέβαινε σε πολύ πιο περιορισμένη έκταση.

Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή: «Παραδοσιακά», όταν ο ιδιοκτήτης κατοικίας, μίσθωνε μια κατοικία, ενέτασσε την πράξη της ενοικίασης σε μια λογική αποταμίευσης, συντήρησης ή μεγέθυνσης του νοικοκυριού και της οικογένειας, επομένως σε μια λογική απλής ή διευρυμένης κοινωνικής αναπαραγωγής, όπου ο σκοπός δεν ήταν η αύξηση του κεφαλαίου αλλά η συμπλήρωση του οικογενειακού εισοδήματος και η εξασφάλιση κατοικίας στην επόμενη γενιά ως μέσο ασφάλισης έναντι μελλοντικών κινδύνων. Αυτό βεβαίως, δεν ήταν ένας απόλυτος κανόνας αλλά ένας κανόνας με τις εξαιρέσεις του˙ όμως στην Ελλάδα, αυτό συνέβαινε κυρίως και συνήθως, και η ενοικίαση της κατοικίας ως κεφάλαιο, ως πράξη υποταγμένη πρωτίστως στην λογική της αξιοποίησης του κεφαλαίου, δηλαδή του κέρδους, δεν έλειπε αλλά συνέβαινε σε μικρότερο βαθμό.

Η κατάσταση αντιστρέφεται τώρα με ραγδαίους ρυθμούς: βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη ταχύτατη διαδικασία μετάβασης της ενοικίασης των κατοικιών, από την υπαγωγή στην κοινωνική αναπαραγωγή στην υπαγωγή στο κέρδος, στην δικαιοδοσία της λογικής της αξιοποίησης του κεφαλαίου.

Ο καταλύτης δε αυτής της διαδικασίας στην Ελλάδα είναι η επέκταση της βραχυχρόνιας μίσθωσης στις πόλεις, η διατήρηση κλειστών διαμερισμάτων και οικιών που αντιμετωπίζονται ως κεφάλαιο «που κοιμάται», η δραματική μείωση της αγοραστικής δύναμης των μισθών η οποία εξωθεί ορισμένα νοικοκυριά στην λογική του κεφαλαίου, οι πλειστηριασμοί και η μετατροπή των εκπλειστηριασμένων ακινήτων σε «επενδυτικά αγαθά», η άνοδος των επιτοκίων που σηματοδοτεί την γενική άνοδο του «κανονικού» μέσου κέρδους και κεντρίζει την απληστία των ιδιοκτητών, και η συνέργεια όλων των ανωτέρω παραγόντων (ίσως και άλλων).

Προφανώς αυτή η διαδικασία μετάβασης της υπαγωγής της ενοικίασης από την λογική της κοινωνικής αναπαραγωγής στην λογική της αξιοποίησης κεφαλαίου, δεν ολοκληρώνεται αμέσως αλλά σε βάθος χρόνου, διατηρώντας έτσι, για μια ολόκληρη ιστορική περίοδο, μικτά χαρακτηριστικά με βαθμιαία, αν και ταχεία, μετάβαση από την υπαγωγή στην κοινωνική αναπαραγωγή στην αξιοποίηση του κεφαλαίου και επομένως στην μεγιστοποίηση του κέρδους. Όπως αναφέρεται στην πιάτσα, η κατοικία μετατρέπεται σε «επενδυτικό αγαθό».

Σε αντιστοιχία με αυτήν την διαδικασία, αλλάζουν βαθμιαία και οι συμπεριφορές των ιδιοκτητών προς τους ενοικιαστές, αλλάζουν και οι όροι στα μισθωτήρια συμφωνητικά σε βάρος του ενοικιαστή σε εξευτελιστικό βαθμό, και εντείνεται η επίβλεψη του ιδιοκτήτη στο ακίνητο. Επειδή δε, η κατοικία είναι «επενδυτικό αγαθό» οι αγοραπωλησίες γίνονται συχνότερες και μαζί με αυτές συχνότερες γίνονται και οι αναγκαστικά αδιάκριτες επισκέψεις πιθανών «επενδυτών» στην ίδια την κατοικία, η οποία για τον ενοικιαστή είναι κάτι παραπάνω από κατοικία, σπίτι, διαμέρισμα, είναι η εστία του. Η σχέση ιδιοκτήτη-ενοικιαστή μετασχηματίζεται, λοιπόν, και αυτή στον βαθμό που η ενοικίαση αλλάζει χαρακτήρα, μετατρέπεται από διαχειρίσιμη αντίθεση που μπορεί να λυθεί με διάλογο και καλή διάθεση, σε ανταγωνιστική αντίθεση, που μπορεί να λυθεί μόνο με αντιπαράθεση (1).

Η υλική βάση της ανταγωνιστικής αντίθεσης ιδιοκτητών και ενοικιαστών

Στον πυρήνα της ανταγωνιστικής αντίθεσης ιδιοκτητών και ενοικιαστών που αναπτύσσεται τώρα, βρίσκεται η διπλή φύση της κατοικίας στον καπιταλισμό: για τους μεν το ακίνητο είναι Κεφάλαιο, ενώ για τους δε, είναι Εστία.

Η έννοια της Εστίας υπερβαίνει κατά πολύ την έννοια της κατοικίας, διότι η εστία είναι κατοικία που λειτουργεί ως τόπος ατομικής ασφάλειας, είναι το πέρασμα από το ιδιωτικό στο δημόσιο, ο χώρος αυτονομίας και καταφυγής που μας μεταφέρει, έστω εν μέρει,  έξω από τον κόσμο της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής και της μισθωτής εργασίας, είναι υπαρξιακό αρχείο, μνήμη και καταχώριση των προσωπικών σχέσεων, ιδιωτικός χώρος που συμμετέχει στην συγκρότηση των ατόμων ως υποκείμενα. Επειδή έχει αυτά τα χαρακτηριστικά, η εστία ικανοποιεί αρχέγονες ανάγκες που υπερβαίνουν την ιστορία και την γεωγραφία, ανάγκες που παραμένουν αναλλοίωτες από τον Οδυσσέα του Ομήρου έως σήμερα. Για αυτό και η κατάσχεση και η έξωση θίγουν τα άτομα στον υπαρξιακό τους πυρήνα, λειτουργούν ως συντριπτική επίθεση και απόπειρα καταστροφής του υποκειμένου, μηδενισμός του αρχείου και της μνήμης, αναίρεση της ασφάλειας και εκρίζωση της οικειότητας. Για τους ιδιοκτήτες, αντιθέτως, η εστία του Άλλου είναι χρήμα που θέλει, και απαιτεί, να γίνει περισσότερο χρήμα, είναι με μια λέξη Κεφάλαιο.

Αυτές οι δύο όψεις της κατοικίας, Εστία από τη μια και Κεφάλαιο από την άλλη, είναι ασυμβίβαστες και επομένως η αντίθεσή τους είναι ανταγωνιστική, δηλαδή δεν μπορεί να λυθεί με διάλογο και αμοιβαία κατανόηση˙ και ο ανταγωνισμός αυτός θα οξύνεται στον βαθμό που θα προχωράει η μετάβαση από τη τυπική στην ουσιαστική υπαγωγή της κατοικίας στο κεφάλαιο.

 

____________________

(1) Ο αναγνώστης ας λάβει υπόψη του μιαν επιπλέον διάκριση: Ενοικιαστές, σε κάποιο μικρό ποσοστό, είναι και οι ανώτεροι όροφοι των μισθωτών που εργάζονται ως εκπρόσωποι του κεφαλαίου, διευθυντές και συναφείς κατηγορίες, και των οποίων οι αμοιβές περιλαμβάνουν αμοιβή εργασίας και συμμετοχή στην λεία από την εκμετάλλευση της εργασίας. Αυτοί δεν χωρούν στους συλλογισμούς αυτού του άρθρου, όπως δεν χωρούν και οι ιδιοκτήτες ακινήτων που τυχαίνει να είναι και ενοικιαστές, διότι αυτό που ενδιαφέρει εμάς είναι η κύρια πλευρά του ζητήματος, που είναι η σχέση της μισθωτής εργασίας με την έγγεια ιδιοκτησία, στην καθαρή μορφή της.




Η εξέγερση στην Παλαιστίνη

Aναδημοσίευση από το https://commune.org.gr

Τον Δεκέμβριο του 1987, μια νέα ιντιφάντα ξέσπασε στην Παλαιστίνη, συγκλονίζοντας το Ισραήλ καθώς και τις ελίτ του αραβικού κόσμου. Λίγες εβδομάδες αργότερα, ο μεγάλος ηλικιωμένος Σύρος ποιητής Nizar Qabbani έγραψε την “Τριλογία των παιδιών των λίθων”, στην οποία κατήγγειλε την παλαιότερη γενιά των Παλαιστινίων ηγετών – που σήμερα εκπροσωπείται από τη διεφθαρμένη, δωσίλογη Παλαιστινιακή (Μη) Αρχή. Τραγουδήθηκε και απαγγέλθηκε σε πολλά παλαιστινιακά καφενεία:

Τα παιδιά των λίθων
σκόρπισαν τα χαρτιά μας
έχυσαν μελάνι στα ρούχα μας
κορόιδεψαν την κοινοτοπία των παλιών κειμένων…
Ω Παιδιά της Γάζας
Μην ασχολείστε με τις εκπομπές μας.
Μην μας ακούτε.
Είμαστε οι άνθρωποι του ψυχρού υπολογισμού.
της πρόσθεσης, της αφαίρεσης.
Κάντε τους πολέμους σας και αφήστε μας ήσυχους.
Είμαστε νεκροί και άστεγοι.
Ορφανά χωρίς μάτια.
Παιδιά της Γάζας
Μην αναφέρεστε στα γραπτά μας
Μην είστε σαν εμάς.
Είμαστε τα είδωλά σας.
Μη μας λατρεύετε.
Ω τρελοί άνθρωποι της Γάζας,
Χίλιους χαιρετισμούς στους τρελούς
Η εποχή της πολιτικής λογικής έχει περάσει προ πολλού.
Διδάξτε μας λοιπόν την τρέλα…

Από τότε, ο παλαιστινιακός λαός έχει δοκιμάσει κάθε μέθοδο για να επιτύχει κάποια μορφή ουσιαστικής αυτοδιάθεσης. “Αποκήρυξε τη βία”, τους είπαν. Το έκαναν, εκτός από τα περίεργα αντίποινα μετά από μια ισραηλινή θηριωδία. Μεταξύ των Παλαιστινίων στην πατρίδα και στη διασπορά, υπήρξε μαζική υποστήριξη για το Μποϊκοτάζ, την Αποεπένδυση και τις Κυρώσεις (BDS): ένα κατ’ εξοχήν ειρηνικό κίνημα, το οποίο άρχισε να κερδίζει έδαφος παγκοσμίως μεταξύ καλλιτεχνών, ακαδημαϊκών, συνδικάτων και περιστασιακά κυβερνήσεων. Οι ΗΠΑ και η οικογένεια του ΝΑΤΟ απάντησαν προσπαθώντας να ποινικοποιήσουν το BDS σε όλη την Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική – ισχυριζόμενες, με τη βοήθεια των σιωνιστικών ομάδων λόμπι, ότι το μποϊκοτάζ του Ισραήλ ήταν “αντισημιτικό”. Αυτό αποδείχθηκε σε μεγάλο βαθμό αποτελεσματικό. Στη Βρετανία, το Εργατικό Κόμμα του Keir Starmer απαγόρευσε κάθε αναφορά στο “ισραηλινό απαρτχάιντ” στο επερχόμενο εθνικό του συνέδριο. Η Εργατική Αριστερά, φοβούμενη την αποπομπή της, σιώπησε για το θέμα αυτό. Μια θλιβερή κατάσταση πραγμάτων. Εν τω μεταξύ, τα περισσότερα αραβικά κράτη έχουν ενωθεί με την Τουρκία και την Αίγυπτο και έχουν συνθηκολογήσει με την Ουάσιγκτον. Η Σαουδική Αραβία βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε διαπραγματεύσεις, με τη μεσολάβηση του Λευκού Οίκου, για την επίσημη αναγνώριση του Ισραήλ. Η διεθνής απομόνωση του παλαιστινιακού λαού φαίνεται ότι θα αυξηθεί. Η ειρηνική αντίσταση δεν έχει οδηγήσει πουθενά.

Όλο αυτό το διάστημα, οι ένοπλες δυνάμεις του Ισραήλ επιτέθηκαν και σκότωσαν Παλαιστίνιους κατά βούληση, ενώ οι διαδοχικές ισραηλινές κυβερνήσεις εργάστηκαν για να σαμποτάρουν κάθε ελπίδα κρατικής υπόστασης. Πρόσφατα, μια χούφτα πρώην στρατηγών των ισραηλινών ένοπλων δυνάμεων και πρακτόρων της Μοσάντ παραδέχτηκαν ότι αυτό που γίνεται στην Παλαιστίνη ισοδυναμεί με “εγκλήματα πολέμου”. Αλλά βρήκαν το θάρρος να το πουν αυτό μόνο αφού είχαν ήδη συνταξιοδοτηθεί. Όσο υπηρετούσαν ακόμα, υποστήριζαν πλήρως τους φασίστες εποίκους στα κατεχόμενα εδάφη, παρακολουθώντας τους να καίνε σπίτια, να καταστρέφουν ελαιώνες, να ρίχνουν τσιμέντο σε πηγάδια, να επιτίθενται σε Παλαιστίνιους και να τους διώχνουν από τα σπίτια τους, ενώ φώναζαν “Θάνατος στους Άραβες”. Το ίδιο έκαναν και οι δυτικοί ηγέτες – οι οποίοι άφησαν όλα αυτά να εξελιχθούν χωρίς να βγάλουν άχνα. Η εποχή της πολιτικής λογικής είχε προ πολλού παρέλθει, όπως θα έλεγε ο Καμπάνι.

Τότε, μια μέρα, η εκλεγμένη ηγεσία στη Γάζα αρχίζει να αντιστέκεται. Βγαίνουν από την υπαίθρια φυλακή τους και διασχίζουν τα νότια σύνορα του Ισραήλ, χτυπώντας στρατιωτικούς στόχους και πληθυσμούς εποίκων. Οι Παλαιστίνιοι βρίσκονται ξαφνικά στην κορυφή των διεθνών πρωτοσέλιδων. Οι δυτικοί δημοσιογράφοι είναι σοκαρισμένοι και τρομοκρατημένοι από το γεγονός ότι αντιστέκονται πραγματικά. Αλλά γιατί να μην αντισταθούν; Ξέρουν καλύτερα από τον καθένα ότι η ακροδεξιά κυβέρνηση στο Ισραήλ θα ανταποδώσει άγρια, με την υποστήριξη των ΗΠΑ και της αλαζονικής ΕΕ. Αλλά ακόμα κι έτσι, δεν είναι πρόθυμοι να κάτσουν με σταυρωμένα χέρια καθώς ο Νετανιάχου και οι εγκληματίες του υπουργικού του συμβουλίου σταδιακά εκδιώκουν ή σκοτώνουν τους περισσότερους από τους ανθρώπους τους. Γνωρίζουν ότι τα φασιστικά στοιχεία του ισραηλινού κράτους δεν θα είχαν κανένα ενδοιασμό να εγκρίνουν τη μαζική δολοφονία των Αράβων. Και ξέρουν ότι για αυτό πρέπει να αντισταθούν με κάθε μέσο. Νωρίτερα φέτος, οι Παλαιστίνιοι παρακολούθησαν τις διαδηλώσεις στο Τελ Αβίβ και κατάλαβαν ότι αυτοί που διαδήλωναν για να “υπερασπιστούν τα πολιτικά δικαιώματα” δεν νοιάζονταν για τα δικαιώματα των κατεχόμενων γειτόνων τους. Αποφάσισαν να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους.

Έχουν οι Παλαιστίνιοι το δικαίωμα να αντισταθούν στην ασταμάτητη επίθεση στην οποία υπόκεινται; Απολύτως. Δεν υπάρχει καμία ηθική, πολιτική ή στρατιωτική ισοδυναμία όσον αφορά τις δύο πλευρές. Το Ισραήλ είναι ένα πυρηνικό κράτος, οπλισμένο μέχρι τα δόντια από τις ΗΠΑ. Η ύπαρξή του δεν απειλείται. Είναι οι Παλαιστίνιοι, τα εδάφη τους, οι ζωές τους που απειλούνται. Ο δυτικός πολιτισμός φαίνεται πρόθυμος να μείνει αμέτοχος ενώ αυτοί εξοντώνονται. Αυτοί, από την άλλη πλευρά, ξεσηκώνονται ενάντια στους αποικιοκράτες.

Διαβάστε περισσότερα: Πέρυ Άντερσον, “Ο οίκος της Σιών”, New Left Review 96, https://newleftreview.org/issues/ii96/articles/perry-anderson-the-house-of-zion




Η καταπίεση γέννησε τη βία. Ανακοίνωση της Εβραϊκής Φωνής για την Ειρήνη

Η καταπίεση γέννησε τη βία. Ανακοίνωση της Εβραϊκής Φωνής για την Ειρήνη.
Η αμερικανική εβραϊκή οργάνωση Jewish Voice for Peace εξέδωσε την παρακάτω ανακοίνωση για τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή.
«Αυτή τη στιγμή, οι Παλαιστίνιοι, οι Ισραηλινοί και όλοι εμείς που έχουμε οικογένεια στο έδαφος, αγωνιούμε για τους αγαπημένους μας. Θρηνούμε για τις ζωές εκείνων που έχουν ήδη χαθεί και παραμένουμε προσηλωμένοι σε ένα μέλλον όπου κάθε ζωή είναι πολύτιμη και όλοι οι άνθρωποι ζουν σε ελευθερία και ασφάλεια.
Μετά από 16 χρόνια ισραηλινού στρατιωτικού αποκλεισμού, Παλαιστίνιοι μαχητές από τη Γάζα εξαπέλυσαν μια άνευ προηγουμένου επίθεση, κατά την οποία εκατοντάδες Ισραηλινοί σκοτώθηκαν και τραυματίστηκαν και απήχθησαν άμαχοι. Η ισραηλινή κυβέρνηση κήρυξε τον πόλεμο, εξαπολύοντας αεροπορικές επιδρομές, σκοτώνοντας εκατοντάδες Παλαιστίνιους και τραυματίζοντας χιλιάδες, βομβαρδίζοντας κατοικημένα κτίρια και απειλώντας να διαπράξει εγκλήματα πολέμου εναντίον των πολιορκημένων Παλαιστινίων στη Γάζα.
Μπορεί η ισραηλινή κυβέρνηση να κήρυξε τώρα τον πόλεμο, αλλά ο πόλεμός της κατά των Παλαιστινίων ξεκίνησε πριν από 75 χρόνια. Το ισραηλινό απαρτχάιντ και η κατοχή – και η συνενοχή των Ηνωμένων Πολιτειών σε αυτή την καταπίεση – είναι η πηγή όλης αυτής της βίας. Η πραγματικότητα διαμορφώνεται από το πότε εσύ ξεκινάς το χρονόμετρο.
Τον τελευταίο χρόνο, η πιο ρατσιστική, φονταμενταλιστική, ακροδεξιά κυβέρνηση στην ιστορία του Ισραήλ κλιμάκωσε αδίστακτα τη στρατιωτική κατοχή της επί των Παλαιστινίων στο όνομα της εβραϊκής υπεροχής με βίαιες εκδιώξεις και κατεδαφίσεις σπιτιών, μαζικές δολοφονίες, στρατιωτικές επιδρομές σε προσφυγικούς καταυλισμούς, ανελέητη πολιορκία και καθημερινή ταπείνωση. Τις τελευταίες εβδομάδες, οι ισραηλινές δυνάμεις εισέβαλαν επανειλημμένα στους ιερότερους μουσουλμανικούς χώρους της Ιερουσαλήμ.
Για 16 χρόνια, η ισραηλινή κυβέρνηση δημιουργεί συνθήκες ασφυξίας για τους Παλαιστίνιους στη Γάζα κάτω από έναν δρακόντειο στρατιωτικό αποκλεισμό από αέρος, θαλάσσης και ξηράς, φυλακίζοντας και λιμοκτονώντας δύο εκατομμύρια ανθρώπους. Την ίδια στιγμή αρνείται την ιατρική βοήθεια. Η ισραηλινή κυβέρνηση σφαγιάζει συστηματικά Παλαιστίνιους στη Γάζα- δεκάχρονα παιδιά που ζουν στη Γάζα έχουν ήδη τραυματιστεί από επτά μεγάλες εκστρατείες βομβαρδισμών στη σύντομη ζωή τους.
Για 75 χρόνια, η ισραηλινή κυβέρνηση διατηρεί στρατιωτική κατοχή επί των Παλαιστινίων, λειτουργώντας ένα καθεστώς απαρτχάιντ. Παλαιστινιακά παιδιά σύρονται από τα κρεβάτια τους σε επιδρομές που γίνονται πριν από την αυγή από Ισραηλινούς στρατιώτες και κρατούνται χωρίς κατηγορία σε ισραηλινές στρατιωτικές φυλακές. Τα σπίτια των Παλαιστινίων πυρπολούνται από ορδές Ισραηλινών εποίκων ή καταστρέφονται από τον ισραηλινό στρατό. Ολόκληρα παλαιστινιακά χωριά εκκενώνονται και οι άνθρωποι αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τα σπίτια, και τη γη που ανήκε στις οικογένειές τους εδώ και γενιές.
Η αιματοχυσία του σήμερα και των τελευταίων 75 ετών συνδέεται άμεσα με τη συνενοχή των ΗΠΑ στην καταπίεση και τη φρίκη που προκαλεί η στρατιωτική κατοχή του Ισραήλ. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ επιτρέπει σταθερά την ισραηλινή βία και φέρει την ευθύνη για αυτή τη κατάσταση. Η ανεξέλεγκτη στρατιωτική χρηματοδότηση, η διπλωματική κάλυψη και τα δισεκατομμύρια δολάρια ιδιωτικού χρήματος που ρέουν από τις ΗΠΑ επιτρέπουν και ενισχύουν το καθεστώς απαρτχάιντ του Ισραήλ. Όσοι συνεχίζουν να ζητούν “σιδερένια” υποστήριξη των ΗΠΑ προς τον ισραηλινό στρατό, το μόνο που κάνουν είναι να ανοίγουν το δρόμο για περισσότερη βία.
Θα ξεριζώσουμε τη συνενοχή εκεί που βρισκόμαστε: απαιτούμε από την κυβέρνηση των ΗΠΑ να λάβει άμεσα μέτρα για να αποσύρει τη στρατιωτική χρηματοδότηση προς το Ισραήλ και να καταστήσει την ισραηλινή κυβέρνηση υπεύθυνη για τις κατάφωρες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τα εγκλήματα πολέμου κατά των Παλαιστινίων. Δεσμευόμαστε να κλιμακώσουμε τις εκστρατείες μας για μποϊκοτάζ, απόσυρση επενδύσεων και κυρώσεις για να σταματήσουμε τα δισεκατομμύρια που εισρέουν στην ισραηλινή πολεμική μηχανή από εταιρείες και ιδιωτικά ιδρύματα.
Οι καταπιεσμένοι άνθρωποι παντού θα αναζητούν – και θα κερδίζουν – την ελευθερία τους. Όλοι μας αξίζουμε την απελευθέρωση, την ασφάλεια και την ισότητα. Ο μόνος τρόπος για να φτάσουμε εκεί είναι να ξεριζώσουμε τις πηγές της βίας, ξεκινώντας από τη συνενοχή της δικής μας κυβέρνησης.
Πηγή: https://diktiospartakos.blogspot.com