1

Ο πόλεμος, η Αριστερά και το «DNA της Βάρκιζας»

Αναδημοσίευση από το «Πριν» 23-25 Δεκεμβρίου 2022

του Πάνου Κοσμά

Αν, όπως έχει εύστοχα ειπωθεί, «οικολογία χωρίς ταξική πάλη, είναι κηπουρική», τότε, κατ’ αναλογία, λόγος περί πολέμου χωρίς ταξική πάλη είναι είτε φιλοσοφίζοντα πασιφιστικά φληναφήματα, στην καλύτερη περίπτωση, είτε ωμή κρατική προπαγάνδα, στη χειρότερη. Σε κάθε περίπτωση, η Αριστερά είναι «καταστατικά» υποχρεωμένη να συζητεί για τα ζητήματα του πολέμου και της ειρήνης όχι απλώς από τη σκοπιά της ταξικής πάλης, των άμεσων και ιστορικών συμφερόντων της εργατικής τάξης, αλλά ειδικότερα από τη σκοπιά της πάλης για την εξουσία. 

Το κριτήριο της ταξικής ανεξαρτησίας στον πόλεμο

Κι όμως, αυτή η θεμελιώδης παραδοχή δεν είναι καθόλου δεδομένη και αυτονόητη. Αυτός είναι ο λόγος που στα ταραγμένα νερά του πολέμου η Αριστερά, στην πλειονότητά της, ναυαγεί.  

Η Β’ Διεθνής μάς προσέφερε το πλέον μνημειώδες παράδειγμα «ναυαγίου» της Αριστεράς στα ταραγμένα νερά του πολέμου. Η προδοτική στάση της Β’ Διεθνούς στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν η ρεφορμιστική αντίληψη εκφρασμένη στο ζήτημα του πολέμου, που εν ολίγοις ισχυριζόταν ότι «κατ’ εξαίρεση» υπάρχουν ζητήματα όπου δεν ισχύουν τα προτάγματα της ταξικής πάλης, δηλαδή η ταξική ανεξαρτησία και ο ταξικός ανταγωνισμός. Αυτά -υποτίθεται- ισχύουν στον καιρό της ειρήνης και εμπνέουν τους αγώνες της Αριστεράς και του εργατικού κινήματος για το εισόδημα, τις συνθήκες ζωής και τα δικαιώματα, αλλά αίρονται, τίθενται σε παρένθεση στον καιρό του πολέμου – στον πόλεμο, «υπερασπιζόμαστε την πατρίδα». 

Ας μας προβληματίσουν λίγο οι μακρινές αντανακλάσεις αυτής της λογικής στο σήμερα: στην Αριστερά υπάρχει συμφωνία στους βασικούς στόχους πάλης για το εισόδημα, το «κοινωνικό κράτος», τα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα, αλλά μόλις φτάσουμε στο ζήτημα των «εθνικών» και του πολέμου (αλλά ενίοτε και στο προσφυγικό, αφού έχει κι αυτό «εθνική διάσταση»), η συμφωνία αυτή καταρρέει. 

Πόλεμος και πάλη για την εξουσία

Βεβαίως δεν είναι όλοι οι πόλεμοι ίδιοι και δεν αρμόζει σε κάθε πόλεμο η ίδια στάση από την πλευρά της Αριστεράς: εδώ έγκειται η σημασία της συγκεκριμένης ανάλυσης του χαρακτήρα κάθε συγκεκριμένου πολέμου. Ωστόσο, πριν από αυτό, υπάρχει μία αρχή που ισχύει σε κάθε πόλεμο: η αρχή της ταξικής ανεξαρτησίας. Ακόμη και όταν η Αριστερά πρέπει να καλέσει για συμμετοχή σε έναν δίκαιο πόλεμο, ακόμη και τότε, δεν πρέπει να τον διεξάγει υπό τις σημαίες και πολύ περισσότερο την καθοδήγηση ή τη διοίκηση της αστικής τάξης. Δεν πρέπει να θεωρεί ότι οι ταξικές διακυβεύσεις αναστέλλονται ή μπαίνουν σε παρένθεση για να «διευθετηθούν» μετά τον πόλεμο. Αντίθετα, πρέπει να έχει πλήρη συνείδηση του γεγονότος ότι ο -κυριολεκτικός- εξοπλισμός της εργατικής τάξης και του κόσμου της Αριστεράς θέτει αναπόφευκτα, ή έστω μπορεί να θέσει, μέσα στον πόλεμο και διά του πολέμου, το ζήτημα της εξουσίας. 

Σε αντίθεση με πολλά ρεύματα της Αριστεράς, η αστική τάξη είχε πάντα πλήρη συνείδηση αυτού του γεγονότος. Η Βάρκιζα στέκει εκεί, σαν μνημείο πολιτικού εγκλήματος από μια Αριστερά που κατέθεσε τα όπλα ενώ μπορούσε να πάρει την εξουσία, επειδή πίστευε ότι ο αγώνας ενάντια στην Κατοχή ήταν «εθνικός» και ο στόχος της απελευθέρωσης θα λυνόταν με «εθνικά» μέσα. Την ίδια στιγμή, η αστική τάξη έβλεπε καθαρά: γνώριζε ότι το ΕΑΜ και ο ΕΛΑΣ εκπροσωπούσε τον ένα πόλο του εμφυλίου πολέμου και όχι τον ένα πυλώνα της «εθνικής ενότητας». 

30 χρόνια περίπου μετά, με το πραξικόπημα της χούντας στην Κύπρο, την τουρκική εισβολή και την επιστράτευση στην Ελλάδα, η χούντα, με πρόσφατη την εξέγερση του Πολυτεχνείου, είδε σωστά στους «μαλλιάδες» επίστρατους τον κίνδυνο του ένοπλου λαού για το καθεστώς. Η επιστράτευση κατέρρευσε – και ευτυχώς: η ελληνική Μεταπολίτευση δεν θα υπήρχε χωρίς αυτή την κατάρρευση – που απέδειξε, για μία ακόμη φορά, έστω και έμμεσα και «εν δυνάμει», πως όταν ο λαός εξοπλίζεται μαζικά στον πόλεμο, η αστική τάξη φοβάται -και δικαίως- ότι αυτό μπορεί να αποτελέσει τη βάση για την αμφισβήτηση της εξουσίας της.   

Η αστική τάξη γνωρίζει εκ πείρας ότι η ταξική πάλη δεν τίθεται σε παρένθεση στη διάρκεια του πολέμου, αντίθετα τότε μπορεί να προσλάβει ένοπλη μορφή. Αυτό το ένστικτο της διατήρησης της εξουσίας της στους ταραγμένους καιρούς του πολέμου την κάνει ικανή για τις μεγαλύτερες «εθνικές» προδοσίες και τα μεγαλύτερα εγκλήματα: Δεν είναι μόνο το «διάσημο» παράδειγμα της γαλλικής αστικής τάξης που συμμάχησε με τους Πρώσους εισβολείς ενάντια στην Παρισινή Κομμούνα˙ ούτε μόνο ότι, στα καθ’ ημάς, οι Ράλληδες και οι ταγματασφαλήτες συμμάχησαν και έγιναν όργανα ξένων δυνάμεων (των ναζί πρώτα, της Βρετανίας ύστερα). Στον Έλληνα ύπατο αρμοστή της Σμύρνης Αριστείδη Στεργιάδη οφείλουμε την πιο απερίφραστη, ωμή και ταξικά… διεστραμμένη διατύπωση αυτής της «αρχής», όταν το καλοκαίρι του 1922, αναφερόμενος στον ελληνικό πληθυσμό της Σμύρνης που προσπαθούσε να φύγει με κάθε μέσον προς την Ελλάδα, είπε: «Καλύτερα να μείνουν εδώ να τους σφάξη ο Κεμάλ, γιατί αν πάνε στην Αθήνα θα ανατρέψουν τα πάντα»!  

Οι δυνάμεις της ελληνικής «πατριωτικής αντιμπεριαλιστικής» Αριστεράς, που στον πόλεμο της Ουκρανίας θεωρούν τον ρωσικό ιμπεριαλισμό τη «σωστή πλευρά της Ιστορίας» επειδή η Ουκρανία είναι «τσιράκι» του δυτικού ιμπεριαλισμού αλλά στον ελληνοτουρκικό ανταγωνισμό θεωρούν «σωστή πλευρά της Ιστορίας» την Ελλάδα πυλώνα του ΝΑΤΟ και «προθυμωτέρα των προθύμων» της… «λάθος πλευράς της Ιστορίας» στον πόλεμο της Ουκρανίας,   αυτές οι δυνάμεις δεν είναι απλώς φορείς της αδυναμίας να διακρίνουν τον δίκαιο από τον άδικο πόλεμο (στην προκείμενη περίπτωση, πως ούτε στον πόλεμο της Ουκρανίας ούτε στον ελληνο-τουρκικό ανταγωνισμό υπάρχει «σωστή πλευρά της Ιστορίας»), αλλά κάτι πολύ χειρότερο: εκπροσωπούν την παράδοση της Βάρκιζας, αυτή που ακόμη και στους δίκαιους πολέμους αδυνατεί να διακρίνει τον ταξικό ανταγωνισμό μέσα στον πόλεμο και υποτάσσεται στο «διευθυντικό δικαίωμα» της αστικής τάξης στον «εθνικό αγώνα». 

Η ελληνική Αριστερά, και μάλιστα η αντικαπιταλιστική, δεν θα αναγεννηθεί από το «πολιτικό dna» της Β’ Διεθνούς και της Βάρκιζας!    




Υπόθεση «Κιβωτός»: Δημόσιες δωρεάν δομές – κοινωνικό κράτος κι όχι μεσαιωνική «φιλανθρωπία»!

Του Μάριου Αυγουστάτου

Πριν ακόμη κοπάσει ο θόρυβος από την αποκάλυψη του κυκλώματος παιδοβιαστών με επικεφαλής τον διαβόητο Μίχο, ήρθαν οι αποκαλύψεις για την «Κιβωτό του κόσμου». Ένα ιδιωτικό «φιλανθρωπικό» ίδρυμα πασίγνωστο από τη δημοσιότητα που απλόχερα του χάριζαν τα ΜΜΕ. Κεντρικό πρόσωπο εδώ, ο παπα-Αντώνης, ένα από τα πιο προβεβλημένα πρόσωπα της χριστιανικής «φιλανθρωπίας», για τον οποίο τα ΜΜΕ της μιντιακής αθλιότητας σκιαγραφούσαν επί χρόνια το προφίλ του «καλού παπά», που ήταν «in», έπαιζε μπάσκετ και, μαζί με τη σύζυγο, «βοηθούσαν τα παιδάκια». Οι αποκαλύψεις πλέον τεκμηριώνουν ότι οι δομές του ήταν κολαστήρια για τα ευάλωτα παιδιά που φιλοξενούσε και υποτίθεται φρόντιζε.

Μικρό ιστορικό

Το 1998 χειροτονείται νέος παπάς ο Αντώνης Παπανικολάου, 26 ετών τότε, στον Αϊ-Γιώργη Ακαδημίας Πλάτωνος, στον Κολωνό. Η «Κιβωτός» άρχισε να λειτουργεί μετά από λίγους μήνες. 24 χρόνια μετά, η αρχικά μικρή δομή έφτασε να είναι ένα τεράστιο ανεξέλεγκτο καρκίνωμα με παραρτήματα σε διάφορα μέρη στη χώρα. Εκατομμύρια ευρώ κατέληγαν στα ταμεία της «Κιβωτού», με προεξάρχοντες χρηματοδότες μεγαλοκαπιταλιστές και celebrities, αλλά και ζεστό κρατικό χρήμα.

Πλέον, οι κατά συρροήν καταγγελίες για περιπτώσεις κακοποίησης, σωματικής και ψυχολογικής βίας, ακόμη και βασανιστηρίων, αποκαλύπτουν τη δράση μιας πραγματικά εγκληματικής συμμορίας.

Ο ίδιος ο παπα-Αντώνης δεν δίστασε να διαπράξει τη βλασφημία να κατηγορήσει τα θύματα. Ωστόσο, οι καταγγελίες και αποκαλύψεις είναι τόσο πυκνές, συγκλίνουσες και πειστικές, ώστε καμιά «υπερασπιστική γραμμή» δεν μπορεί να τις διαψεύσει…

Η «Κιβωτός» δεν είχε γίνει ποτέ αντικείμενο οποιουδήποτε ελέγχου (οικονομικού ή κοινωνικού) από δημόσιο φορέα. Αντιθέτως, με τις ευλογίες ΜΜΕ και καπιταλιστών, βραβευόταν για το «έργο» που πρόσφερε. Πλέον έχει αποκαλυφθεί ότι ήταν μια δαιδαλώδης δομή στην οποία γίνονταν κακοποιήσεις, ξυλοδαρμοί, μέχρι και βασανιστήρια με τιμωρητικό χαρακτήρα και όπου βασίλευε ο νόμος της σιωπής.

Απ’ ό,τι διαφαίνεται, οι κακοποιήσεις και ό,τι άλλο έχει γίνει δεν ήταν η εξαίρεση, αλλά ο κανόνας, ισχύει δε κι εδώ ο κανόνας ότι «το ψάρι βρωμάει απ’ το κεφάλι»: βασικοί ύποπτοι είναι ο ίδιος ο παπάς, η σύζυγός του και πρόσωπα από τον στενό κύκλο τους – ενδεχομένως κι άλλοι.

Ιδρύματα, αυτή η μάστιγα

Δεν μας εκπλήσσουν οι αποκαλύψεις. Διαχρονικά τέτοιου είδους «φιλανθρωπικές» οργανώσεις, μέσα και γύρω από την Εκκλησία -και όχι μόνο-, είναι «πλυντήρια» χρήματος και οίκοι εμπορίου ανθρώπινου πόνου και ελπίδας. Οι ίδιοι εκμεταλλευτές που ευθύνονται για τη φτώχεια και την εξαθλίωσή μας, προσποιούνται τους φιλάνθρωπους, ξεπλένοντας και φοροδιαφεύγοντας ταυτόχρονα τεράστια χρηματικά ποσά ενώ κάποιοι παπα-Αντώνηδες θησαυρίζουν πλασάροντας παράλληλα ένα κοινωνικό προφίλ, την ίδια στιγμή που ασκούν ανελέητη σωματική και ψυχολογική βία σε ευάλωτες ψυχές. Δεν είναι τυχαίο ότι όλες οι αντίστοιχες δομές έχουν το στίγμα του ιδρύματος, όντας δεκανίκια και εργαλεία του συστήματος, που κανονικοποιούν τη φτώχεια, συντηρώντας κι αναπαράγοντας τις εκμεταλλευτικές σχέσεις του συστήματος.

Ένα απτό αντιπαράδειγμα: ο αγώνας των τυφλών

Τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης, το 1976 για την ακρίβεια, μια ομάδα εξεγερμένων κατέλαβε τον Οίκο Τυφλών Καλλιθέας, δίνοντας το έναυσμα για μια μακροχρόνια μετωπική σύγκρουση που καταγράφηκε στην ιστορία των κοινωνικών κινημάτων ως ο «αγώνας των τυφλών».

Ο αγώνας των εξεγερμένων είχε απέναντι όλο το οικονομικό, πολιτικό και θρησκευτικό κατεστημένο στην πιο σκληρή εκδοχή του. Ήταν από τους αγώνες που η επιμονή στη σύγκρουση δικαιώθηκε. Παραφράζοντας το «ψωμί, παιδεία, ελευθερία» της (πρόσφατης τότε) εξέγερσης του Πολυτεχνείου, το σύνθημα των τυφλών που κατέλαβαν τον Οίκο Τυφλών στις 2 Μαΐου ήταν το «ψωμί, παιδεία και όχι επαιτεία». Ένα σύνθημα που γεννήθηκε από την ανάγκη να αποτινάξουν τον διαχρονικό (εκκλησιαστικό και όχι μόνο) πατερναλισμό των φιλανθρώπων. Ο βαθμός συνειδητοποίησης αποτυπώθηκε στα αιτήματά τους: δεν ζητούσαν απλώς βελτίωση των συνθηκών λειτουργίας του Οίκου Τυφλών, αλλά άγγιζαν τη ρίζα του προβλήματος και απαιτούσαν την παραχώρηση του ιδρύματος και της περιουσίας του από την Εκκλησία στο Δημόσιο. Η οπισθοχώρηση της Εκκλησίας σε συμβιβασμό από μια ομάδα εξεγερμένων αναπήρων ήταν η πρώτη (και μοναδική μέχρι σήμερα) έμπρακτη αμφισβήτηση στην Ελλάδα του «απαραβίαστου» και «ιερού» θεσμού της εκκλησιαστικής περιουσίας.

Και τώρα τι;

Σαφώς το ζήτημα δεν είναι ότι τα παιδιά που φιλοξενούνται στις δομές «πρέπει» να εξεγερθούν. Είναι δική τους απόφαση πώς θα κινηθούν˙ το γεγονός ότι ξεκίνησε μια διαδικασία αποκαλύψεων από τα ίδια και τους οικείους τους, είναι ήδη ουσιαστική συνεισφορά.

Φυσικά και δεν μας πείθουν τα κροκοδείλια δάκρυα του Μητσοτάκη, ούτε οι εξαγγελίες για «κάθαρση», π.χ. με την αλλαγή του ΔΣ και με την τοποθέτηση σε αυτό προσώπων «κύρους» (που φημίζονται για τις φιλανθρωπικές τους πράξεις σε… αντίστοιχα ιδρύματα).

Δεν μας πείθουν επίσης οι δηλώσεις Ιερώνυμου, που διαχώρισε την επίσημη θέση της Εκκλησίας και διέταξε (sic) να σταματήσει να λειτουργεί ο παπάς, γιατί (μεταξύ άλλων) «ουδέποτε δέχθηκε να θέσει τις δομές της ΜΚΟ υπό την εποπτεία της Αρχιεπισκοπής Αθηνών», όταν π.χ. την υπόθεση των Αγ. Ισιδώρων με τα «θαύματα» κ.λπ. μια χαρά την έχει συγκαλύψει η Αρχιεπισκοπή – γιατί… είναι πολλά τα λεφτά.

Το εμπόριο «σωτηρίας» όχι απλά δεν αρκεί, αλλά συντηρεί και αναπαράγει το ίδιο σύστημα στο οποίο γεννήθηκε και γιγαντώθηκε η «Κιβωτός» και όλες οι αντίστοιχες δομές πουλώντας φιλανθρωπία. Το δικό μας καθήκον είναι να απαιτήσουμε καταρχήν να υπάρξει δωρεάν απεριόριστη μέριμνα και κάλυψη όλων των αναγκών, υλικών και μη, των παιδιών της «Κιβωτού». Να σταματήσει άμεσα το εμπόριο πόνου από τα ΜΜΕ, που με τον τρόπο που προβάλλουν το θέμα επανατραυματίζουν τα θύματα, για τα οποία υποτίθεται κόπτονται.

Εν τέλει να μπει λουκέτο σε όλα ανεξαιρέτως τα αντίστοιχα «φιλανθρωπικά» ιδρύματα και να δημιουργηθούν δημόσιες δωρεάν αποϊδρυματοποιημένες δομές με οικονομικό και κοινωνικό έλεγχο, ενταγμένες στις τοπικές κοινωνίες, σε αλληλεπίδραση με αυτές. Με προσλήψεις εργαζόμενων κάθε αναγκαίας ειδικότητας με επίκεντρο τις ανάγκες των παιδιών, με πλήρη χρηματοδότηση από το κράτος. Και παράλληλα, να παλέψουμε να ανατραπεί το σύστημα που αναπαράγει την εκμετάλλευση και τη φτωχοποίηση και εν τέλει τους παπα-Αντώνηδες. Δεν τους έχουμε ανάγκη!




Qatargate: το πρόσωπο του καπιταλισμού!

το κεντρικό πολιτικό άρθρο της εφημερίδας «Κόκκινο Νήμα» Νο 38 που κυκλοφορεί

Από το Ευρωκοινοβούλιο μέχρι το Μουντιάλ των 6.000 νεκρών εργατών, από τις μπίζνες της κυβέρνησης Μητσοτάκη με τους εμίρηδες του Κόλπου μέχρι την «Κιβωτό», τα σκάνδαλα διαφθοράς και παρακολουθήσεων, από τις επίσημες πολιτικές λιτότητας μέχρι τα επιτόκια και τον πληθωρισμό, η καπιταλιστική «μαφία» λεηλατεί το εργατικό εισόδημα, τους δημόσιους πόρους και το κοινωνικό κράτος

«Η σοσιαλιστική αρχή της ταξικής πάλης απαιτεί τη δράση του προλεταριάτου οπουδήποτε εμπλέκονται τα συμφέροντά του ως τάξης. Αυτό ισχύει για όλες τις συγκρούσεις που διαιρούν την αστική τάξη. Κάθε μετατόπιση στη σχέση των κοινωνικών  δυνάμεων στην αστική κοινωνία, κάθε αλλαγή στις πολιτικές σχέσεις της χώρας, επηρεάζει, κατά πρώτο λόγο, την κατάσταση της εργατικής τάξης. Δεν μπορούμε να λειτουργούμε ως αδιάφοροι μάρτυρες για το τι συμβαίνει στο εσωτερικό της  αστικής τάξης… [Για] να ανατρέψουμε την  αστική κοινωνία με μέσα που δημιουργήθηκαν μέσα στην ίδια αυτή κοινωνία, το  προλεταριάτο πρέπει […] να προσπαθήσει να γίνει μια δύναμη που ζυγίζει όλο και περισσότερο στην ισορροπία σε όλα τα πολιτικά γεγονότα της αστικής κοινωνίας. Η αρχή της ταξικής  πάλης όχι μόνο δεν απαγορεύει, αλλά αντίθετα επιβάλλει την ενεργό παρέμβαση του  προλεταριάτου σε όλες τις πολιτικές και κοινωνικές συγκρούσεις κάποιας σημασίας που λαμβάνουν χώρα μέσα στην αστική τάξη».

Ρ. Λούξεμπουργκ, «Η υπόθεση Ντρέιφους και η υπόθεση Μιλεράν»,
https://www.marxists.org/archive/luxemburg/1899/11/dreyfusaffair.htm.

Το σκάνδαλο Qatargate, που ξέσπασε στην καρδιά της ΕΕ στις Βρυξέλλες με τη σύλληψη της ευρωβουλευτή του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ Εύας Καϊλή και συνεργατών της δεν είναι μόνο ενδεικτικό των διαστάσεων που έχει προσλάβει η διαφθορά και στις καλύτερες των καπιταλιστικών «οικογενειών»˙ είναι επίσης ενδεικτικό του ότι ο νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός των τελευταίων δεκαετιών έγινε το φυτώριο και ο επιταχυντής και εν τέλει γενίκευσε και κανονικοποίησε τη διαφθορά σε όλες τις βαθμίδες του Δημοσίου, συμφύοντας τη νόμιμη («λευκή») με την παράνομη («μαύρη») επιχειρηματικότητα αλλά και τις νόμιμες με τις παράνομες δραστηριότητες στον ίδιο τον δημόσιο τομέα. Ο μηχανισμός που αναπαράγει τη διαφθορά σε διαρκώς διευρυνόμενη κλίμακα είναι ακριβώς ο ίδιος που αναπαράγει σε διαρκώς διευρυνόμενη βάση τις πολιτικές λιτότητας: η ασύδοτη εξουσία του κεφαλαίου, που επιδοτεί παντοιοτρόπως τα κέρδη. Με νόμιμο τρόπο: με τη λεηλασία του εργατικού εισοδήματος, τη διάλυση του κοινωνικού κράτους, την ιδιωτικοποίηση δημόσιων επιχειρήσεων και αγαθών˙ παράνομα, αλλά με διαρκώς διευρυνόμενη συγκάλυψη των καπιταλιστικών θεσμών: με τη διαφθορά, που δεν είναι παρά η μη θεσμισμένη μορφή λεηλασίας δημόσιων πόρων και αγαθών.

Έτσι, δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι ενώ το σκάνδαλο ονομάζεται… επισήμως «Κατάρ γκέιτ», ένα περίεργο σύνδρομο μαζικής τύφλωσης έχει κυριεύσει την Ευρώπη και τον κόσμο όλο, αφού κανείς δεν αποφάσισε να συνδέσει το Κατάρ με το… Κατάρ. Πώς να εξηγήσει κανείς το γεγονός ότι το ευρωπαϊκό «Κατάρ γκέιτ» δεν έχει συνδεθεί ακόμη από κανέναν δημόσιο φορέα αλλά ούτε από τα διεθνή μίντια (για τα ελληνικά, ούτε λόγος…) με το μέγα σκάνδαλο του εν εξελίξει Μουντιάλ που διεξάγεται στο Κατάρ; Κι όμως, η εξήγηση είναι απλή.

Πώς το Κατάρ «αγόρασε» το Μουντιάλ

Αφού ο καπιταλισμός ανακάλυψε το χρυσωρυχείο που λέγεται εμπόριο της εικόνας και αφού ο αναμεταδότης της εικόνας βρέθηκε στην αρχή σε εκατομμύρια και στη συνέχεια σε δισεκατομμύρια σπίτια, γραφεία και καταστήματα, δεν άργησε να αντιληφθεί ότι τα αθλητικά θεάματα ήταν επίσης «φλέβα χρυσού». Το ποδόσφαιρο σαν ο «βασιλιάς των σπορ», στη συνέχεια το μπάσκετ, οι Ολυμπιάδες, τα Μουντιάλ και όλες οι μεγάλες διεθνείς διοργανώσεις, αλλά και τα εθνικά πρωταθλήματα (στα βασικά τουλάχιστον αθλήματα) πλαισιώθηκαν από χορηγούς που διαφημίζονται μέσω των σπορ, εταιρείες παραγωγής αθλητικών ειδών, τηλεοπτικά κανάλια και δικαιώματα. Ένας χορός δισεκατομμυρίων στην αρχή και τρισεκατομμυρίων στη συνέχεια, προσέλκυσε κάθε είδους λευκή και μαύρη επιχειρηματικότητα σε έναν χορό όπου με τα χρόνια έγινε τρομερά δύσκολο να ξεχωρίσει κανείς ποιος είναι τι. Οι μικροί, μεσαίοι και μεγάλοι μαφιόζοι, που είδαν τα «κοινωνικά οφέλη του αθλητισμού» όχι τόσο στην κερδοφορία όσο στο ξέπλυμα μαύρου χρήματος και στην απόκτηση επιχειρηματικών και πολιτικών μοχλών πίεσης (ας σκεφτούμε στα καθ’ ημάς τους «προεδράρες» λαοφιλών ομάδων) βρέθηκαν δίπλα-δίπλα στο «πάρτι» με μεγάλες πολυεθνικές και με κρατικά και πολιτικά συμφέροντα, ενώ οι μεγάλες εθνικές και -ακόμη περισσότερο διεθνείς- αθλητικές ενώσεις μετατράπηκαν γρήγορα σε μαφίες ασύστολης κερδοσκοπίας και διαφθοράς.
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της ανάθεσης της διοργάνωσης του εν εξελίξει Μουντιάλ (Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου) στο Κατάρ.

Στις 2 Δεκεμβρίου 2010 η FIFA ανακοίνωσε τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας στην Εκτελεστική της Επιτροπή, η οποία με ψήφους 22 υπέρ ανέθεσε τη διεξαγωγή του Μουντιάλ του 2022 στο Κατάρ (μειοψήφησε με 14 ψήφους η αμερικανική υποψηφιότητα). Για πρώτη φορά στην Ιστορία ένα Μουντιάλ θα διεξαγόταν χειμώνα (αφού μόνο χειμώνα θα μπορούσε να διεξαχθεί με τις θερμοκρασί9ες που επικρατούν στο Κατάρ) και για τον σκοπό αυτόν η FIFA δεν δίστασε να αλλάξει όλο το καλεντάρι των εθνικών, διεθνών και περιφερειακών διοργανώσεων ποδοσφαίρου!

Στα επόμενα χρόνια η συνέχεια ήταν εντυπωσιακή και παράδοξη ταυτόχρονα: ενώ έρχονταν διαρκώς στο φως στοιχεία για το ότι η ανάθεση του Μουντιάλ στο Κατάρ ήταν αποτέλεσμα πολιτικής ίντριγκας (καταγγέλθηκε ότι αναμίχθηκε προσωπικά ο πρώην πρόεδρος της Γαλλίας Νικολά Σαρκοζί) και εξαγοράς κορυφαίων αξιωματούχων της FIFA από το εμιράτο, καμία δημόσια αρχή (πολιτική, δικαστική ή του ποδοσφαίρου) δεν κίνησε διαδικασία έρευνας, έστω για το «ξεκάρφωμα»!!! Σύμφωνα πάντως με δημοσιεύματα του διεθνούς Τύπου, το εμιράτο «διέθεσε» για την «αγορά» του Μουντιάλ 400+800 εκατ. δολάρια, ενώ μέρος της συναλλαγής ήταν η σωτηρία τής υπό χρεοκοπία γαλλικής ποδοσφαιρικής ομάδας Παρί Σεν Ζερμέν, την οποία ανέλαβε να διασώσει ο νέος, Καταριανός ιδιοκτήτης της Αλ Κελαϊφί.

Τους προηγούμενους μήνες και κατά την έναρξη του Μουντιάλ, ξέσπασε ένα άλλο σκάνδαλο: οι αποτρόπαιες συνθήκες δουλείας υπό τις οποίες εργάζονταν χιλιάδες μετανάστες από την Αφρική στα έργα κατασκευής των υποδομών του Μουντιάλ, που είχαν αποτέλεσμα τον θάνατο 6.500 εργατών!

Ξανά, καμία διεθνής θεσμική αρχή δεν ενδιαφέρθηκε! Το Μουντιάλ, μια τεράστια υπό εξέλιξη «μπίζνα», δεν μπορούσε να ναυαγήσει. Παρά τους ανταγωνισμούς, η βιομηχανία του αθλητικού θεάματος και πολυεθνικές με τεράστια δύναμη δεν θα επέτρεπαν ποτέ να ναυαγήσει. Έτσι, όλα τα σκέπασε η ομερτά…

Το γεγονός αυτό εξηγεί γιατί κανείς δεν θέλει να συσχετιστεί το Κατάρ με το… Κατάρ, δηλαδή το ευρωπαϊκό «Κατάρ γκέιτ» με το Μουντιάλ. Πώς όμως εξηγείται η αποκάλυψη του ίδιου του «Κατάρ γκέιτ». Βαλιτσάκια της ΕΥΠ και εμπιστευτικές πληροφορίες δεν διαθέτουμε, αλλά τέτοια «μυστικά», που πολλοί τα γνωρίζουν αλλά κανείς δεν μιλάει γι’ αυτά, δεν αποκαλύπτονται τυχαία ούτε χάρη στην… αυταπάρνηση της βελγικής αστυνομίας. Το Κατάρ έχει «πολύ χρήμα», αλλά αυτό δεν έπεσε από τον ουρανό: προέρχεται από τα τεράστια αποθέματα φυσικού αερίου που διαθέτει. Και ζούμε σε μια συγκυρία που τα ενεργειακά προϊόντα δεν είναι αντικείμενο διεθνών συναινέσεων αλλά διεθνών συγκρούσεων. Και συνήθως τα σκάνδαλα που κρατεί καλά κρυμμένα η ομερτά, αποκαλύπτονται όταν σπάνε οι συναινέσεις μεταξύ των μαφιόζων…

Από τις ιδιωτικοποιήσεις ως την «ιδιωτικοποίηση» της πολιτικής και του κράτους

Ο νεοφιλελευθερισμός στην εκκίνηση και την ακμή του επαγγέλθηκε -μεταξύ άλλων- ότι θα αντιμετωπίσει τη διασπάθιση του δημόσιου χρήματος από τη διαφθορά του Δημοσίου. Το Δημόσιο καταγγέλθηκε όχι μόνο σαν «κακός επιχειρηματίας» αλλά και σαν «άντρο της διαφθοράς». Την ασθένεια υποτίθεται θα γιάτρευαν οι ιδιωτικοποιήσεις και οι «ανεξάρτητες αρχές» – ανεξάρτητες από τον δημόσιο έλεγχο. Σε τρεις δεκαετίες αποδείχθηκε ότι η διαφθορά του Δημοσίου στο «υπερβολικό κράτος» των μεταπολεμικών δεκαετιών ήταν μικροπαραβατικότητα μπροστά στις επελαύνουσες μαφίες, νόμιμες και κρυφές, της «επιχειρηματικότητας». Αποδείχθηκε ότι οι ιδιωτικοποιήσεις δεν επρόκειτο να τελειώσουν ποτέ, ακόμη και ύστερα από την ιδιωτικοποίηση των πάντων, διότι ο ιδιωτικός καπιταλιστικός τομέας δεν μπορούσε να ζήσει χωρίς τα «τροφεία» του κράτους, δηλαδή χωρίς μαζικές επιδοτήσεις (έμμεσες και άμεσες, νόμιμες και παράνομες). Αποδείχθηκε ότι θεμελιώδης στόχευση των ιδιωτικοποιήσεων ήταν η υπονόμευση, αποσύνθεση και διάλυση του κοινωνικού κράτους (ενώ το κράτος της καταστολής και του πολέμου δεν «μειώθηκε» ποτέ, αντίθετα αυξάνεται διαρκώς), ώστε να επωφελούνται από τους δημόσιους πόρους απευθείας οι επιχειρήσεις κι όχι οι εργαζόμενες τάξεις. Ο χορός των κρατικών «τροφείων» στον ιδιωτικό τομέα, της τάξης των δισεκατομμυρίων σε εθνικό επίπεδο, των πολλών τρισεκατομμυρίων σε ευρωπαϊκό επίπεδο και των δεκάδων τρισεκατομμυρίων σε διεθνές προσείλκυσε όλα τα κοράκια της «λευκής» και «μαύρης» επιχειρηματικότητας και έτσι στήθηκε ένας χορός επηρεασμού της ροής των κρατικών (δηλαδή δημόσιων) πόρων. Περισσότεροι από 20.000 λομπίστες πολιορκούν καθημερινά τα γραφεία της Κομισιόν στις Βρυξέλλες για να επηρεάσουν το περιεχόμενο ευρωπαϊκών οδηγιών ή και πολιτικών αποφάσεων σύμφωνα με τα συμφέροντα που εκπροσωπούν. Το εξουθενωτικό αυτό lobbying δεν γίνεται νύχτα ή εν κρυπτώ, αλλά στο φώς της μέρας και νομιμότατα. Κι όποιος θέλει πιστεύει ότι το «είναι πολλά τα λεφτά, Άρη» μάγεψε μόνο την Καϊλή…

Ο νεοφιλελευθερισμός εισήγαγε με τα χρόνια και στο ώριμο έδαφος των ιδιωτικοποιήσεων την ιδιωτικοποίηση της πολιτικής και του κράτους, κι αυτή με τη σειρά της οδήγησε στη σύμφυση «λευκής» και «μαύρης» επιχειρηματικότητας και κανονικοποίησε τη διαφθορά. Ο Μπερλουσκόνι, αυτός ο πρωτοπόρος του «φαινομένου» έγινε πρωθυπουργός και τώρα συγκυβερνά με τους νεοφασίστες στην Ιταλία, η Βρετανία έχει για πρωθυπουργό έναν δισεκατομμυριούχο του χρηματιστικού τομέα, ο Σαρκοζί, κοτζάμ πρόεδρος της Γαλλίας, παζάρεψε με τους Καταριανούς το Μουντιάλ με αντάλλαγμα -μεταξύ άλλων- τη σωτηρία της Παρί Σεν Ζερμέν, οι ΗΠΑ ανατίναξαν τους ρωσικούς αγωγούς Nord Stream για να μην αφήσουν καμία επιλογή στην Ευρώπη για «λιποψυχία» σχετικά με το ρωσικό φυσικό αέριο, και παντού «πέφτουν κορμιά» για τη ροή των κρατικών, εθνικών ή ευρωπαϊκών, χρηματοδοτήσεων προς τον ιδιωτικό τομέα.

Κάπου-κάπου οι συναινέσεις σπάνε, λόγω διαφωνιών στη μοιρασιά και «κρίσεων ζηλοτυπίας» για το ποιος ευνοήθηκε περισσότερο, οπότε σπάει και η ομερτά, και οι κοινωνίες ανακαλύπτουν έκπληκτες το «ανήκουστο». Έσπασε η διεθνής ομερτά και αποκαλύφθηκε το «Κατάρ γκέιτ»˙ έσπασε η εθνική ομερτά και αποκαλύφθηκε το σκάνδαλο των υποκλοπών. (Απομένει να συνδέσουμε και στην Ελλάδα το Κατάρ με το… Κατάρ και να τεθούν υπό έρευνα οι μπίζνες του Μητσοτάκη με τους εμίρηδες του Κόλπου)

Η ιδιωτικοποίηση της πολιτικής και του κράτους οδηγεί στη διευρυμένη αναπαραγωγή φαινομένων «μαφιοζοποίησης» της πολιτικής και του κράτους, σε ασυδοσία και ατιμωρησία σε πρωτοφανή έκταση.

Νόμιμη και παράνομη λεηλασία

Όλα αυτά δεν είναι παρεκβάσεις από τη «νόμιμη» και «σύννομη» λειτουργία του καπιταλισμού και των θεσμών του, αλλά απότοκα της λειτουργίας του. Η «σύννομη» λειτουργία συμπληρώνει την «παράνομη» και επικοινωνεί μαζί της με χιλιάδες τρόπους. Πρόκειται απλώς για παιχνίδι νομιμοποίησης στα μάτια των υποτελών.

Από τη μια, οι «νόμιμες» πολιτικές λιτότητας, ιδιωτικοποιήσεων, διάλυσης του κοινωνικού κράτους, λεηλασίας του εργατικού εισοδήματος με τα επιτόκια και τον πληθωρισμό. Από την άλλη, εκτεταμένη λεηλασία δημόσιων πόρων, «σύννομη» με τη μορφή επιδοτήσεων στο κεφάλαιο, αλλά και «παράνομη» με τη μορφή εκτεταμένης διαφθοράς.

Ωστόσο, έχοντας πει αυτά, το συμπέρασμα δεν είναι ότι το «παιχνίδι της νομιμότητας» δεν έχει καμία σημασία. Ίσα-ίσα: είναι η αχίλλειος πτέρνα του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού στη νέα ιστορική φάση της παρακμής του. Έχει πάντα την ανάγκη να μεταμφιέζει το ιδιοτελές συμφέρον της αστικής τάξης σε γενικό κοινωνικό συμφέρον, και πλέον δεν μπορεί να το κάνει με ευκολία. Τα σκάνδαλα διαφθοράς δυσκολεύουν ακόμη περισσότερο αυτό το έργο. Πρέπει λοιπόν να αξιοποιήσουμε τη «συναστρία» των σκανδάλων για να πιέσουμε στο αδύναμο σημείο του: μιαν κρίση νο0μιμοποίησης που διαρκώς βαθαίνει. Και να υψώσουμε τον δικό μας αντίλογο, στο όνομα των δημόσιων αγαθών, του εργατικού εισοδήματος, του κοινωνικού κράτους, σε μια άλλη κλίμακα αξιών που δεν περιλαμβάνει το κέρδος και αντιπαλεύει όλες τις μεθόδους προσπορισμού του, νόμιμες και παράνομες.




Δολοφονία Κώστα Φραγκούλη: ΔΙΚΕΟΣΗΝΙ

Η ΕΛ.ΑΣ. δολοφονεί,
η κυβέρνηση επιβραβεύει!

Του Θανάση Κούρκουλα

«Δεν ήταν η βενζίνη, δεν ήταν τα λεφτά, οι μπάτσοι πυροβόλησαν γιατί ήτανε Ρομά»: το σύνθημα ακούγεται διαρκώς στα κέντρα των μεγάλων πόλεων και στους καταυλισμούς των Ρομά σε όλη την Ελλάδα. Σε διαδηλώσεις, καταλήψεις δρόμων, σε συγκρούσεις με τα ΜΑΤ, από την 14η επέτειο της δολοφονίας του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου μέχρι σήμερα. Ένα είναι βέβαιο: Η δολοφονία του Κώστα, που επισήμως ανακοινώθηκε νεκρός οκτώ μέρες μετά τη δολοφονία του, δεν αποσιωπήθηκε και δεν θα ξεχαστεί. Άλλος ένας έφηβος έπεσε θύμα της ρατσιστικής κατασταλτικής μανίας των ράμπο των ομάδων ΔΙΑΣ. Καταδικάστηκε με συνοπτικές διαδικασίες σε θάνατο, σε μια χώρα όπου υποτίθεται ότι η θανατική ποινή δεν ισχύει.

Καταδικάστηκε από τους μπάτσους και όχι από δικαστές. Τους αστυνομικούς που πυροβόλησαν πισώπλατα, στην καλύτερη περίπτωση αδιαφορώντας αν θα τον σκοτώσουν και στη χειρότερη επιχειρώντας συνειδητά να τον δολοφονήσουν. Τους αστυνομικούς που ήξεραν ότι ήταν Ρομά από την ώρα που ξεκίνησαν την καταδίωξη. Που επέλεξαν να καταδιώξουν ένα αυτοκίνητο απλώς και μόνο επειδή δεν πλήρωσε 20 ευρώ βενζίνη. Που -σύμφωνα με τα μέχρι στιγμής στοιχεία- αποφάσισαν να κάνουν χρήση των όπλων τους χωρίς να το αναφέρουν καν στο Κέντρο επιχειρήσεων της ΕΛΑΣ.
Έφταιξε το έλειμμα εκπαιδευσης των αστυνομικών; Ήταν μεμονωμένο περιστατικό; Ήταν η «κακιά ώρα»; Όχι, δεν ήταν τίποτα από όλα αυτά. Ήταν το χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου ενός ακόμη νέου ανθρώπου, σε μια μακάβρια και εξοργιστική αλυσίδα φόνων της ΕΛ.ΑΣ. που από τον Δεκέμβρη του 2008 μέχρι σήμερα στοχεύουν στη νεολαία: την ανυπότακτη, την εναλλακτική, την ασυμβίβαστη, την «παραβατική». Επιδεικνύοντας ιδιαίτερη προτίμηση στους νεαρούς Ρομά, όπως αποδεικνύει η αλληλουχία των γεγονότων των πιο πρόσφατων δολοφονιών στις υποθέσεις Μάγγου, Σαμπάνη, Φραγκούλη….

Ηθικοί αυτουργοί: Η ηγεσία της ΕΛ.ΑΣ.

Όταν υπάρχει επίσημη ανακοίνωση της ΕΛ.ΑΣ. όπου το μόνο που αναφέρεται είναι ο υποτιθέμενος εμβολισμός των μηχανών της ομάδας ΔΙΑΣ από το υπό καταδίωξη όχημα, αλλά όχι το γεγονός του σοβαρού τραυματισμού του οδηγού από σφαίρα αστυνομικού που τον πυροβόλησε πισώπλατα, όταν στην ίδια ανακοίνωση αναφέρεται η τελική σύγκρουση του οχήματος σε μαντρότοιχο δίνοντας την εντύπωση ότι ο σοβαρός τραυματισμός οφείλεται στη σύγκρουση, μιλάμε για άλλη μια, απροσχημάτιστη απόπειρα συγκάλυψης από την αστυνομία. Ασχέτως αν το Κέντρο επιχειρήσεων της ΕΛ.ΑΣ. έδωσε ή όχι την εντολή της καταδίωξης και της χρήσης όπλων, η εκ των υστέρων κάλυψη της ηγεσίας της ΕΛ.ΑΣ. στους δολοφόνους ισοδυναμεί με δήλωση συνενοχής. Ακριβώς πριν από έναν χρόνο, στη δολοφονία Σαμπάνη, η ΕΛ.ΑΣ. έκανε επίσης λόγο για υποτιθέμενη απόπειρα εμβολισμού των μηχανών της ΔΙΑΣ από το όχημα στο οποίο επεβαιναν δύο νεαροί Ρομά, επιχειρώντας να αθωώσει τους 7 κατηγορούμενους αστυνομικούς, που τότε άδειασαν τα περίστροφά τους στην πόρτα του συνοδηγού κάνοντας το όχημα σουρωτήρι με 21 σφαίρες. Σαν να μην έφταναν αυτά, τότε και τώρα, μετά τις δολοφονίες, η κυβέρνηση διά της ΕΛ.ΑΣ. προχώρησε σε μεγάλης κλίμακας επιχειρήσεις καταστολής των Ρομά στους μεγαλύτερους καταυλισμούς σε όλη την Ελλάδα, προσαγάγοντας και συλλαμβάνοντας στο σωρό, προκαλώντας ξεδιάντροπα τις κοινότητες των Ρομά που ξεχειλίζουν από θλίψη και οργή. Επιβεβαιώνοντας για άλλη μια φορά τη ρήση «Αστυνομία παντού, δικαιοσύνη πουθενά»…

…και η κυβέρνηση

Ωστόσο, οι κύριοι ηθικοί -και πολιτικοί- αυτουργοί των εγκλημάτων της ΕΛ.ΑΣ. αποδεικνύονται οι πολιτικοί προϊστάμενοι της αστυνομίας. Ο υπουργός Δημόσιας Τάξης Θεωδορικάκος, λίγο μετά τη δολοφονία του Κώστα και ανήμερα της 6ης Δεκέμβρη, δήλωσε ανερυθρίαστα: «Στηρίζουμε την Ελληνική Αστυνομία στην άσκηση των καθηκόντων της, με αποφασιστικότητα, αλλά πάντα αυστηρά στο πλαίσιο του Νόμου. Το 2008 δεν θα επαναληφθεί», εννοώντας τις κινητοποιήσεις μετά τη δολοφονία Γρηγορόπουλου. Για να προσθέσει πως, όσον αφορά την υπόθεση Φραγκούλη, «η Δικαιοσύνη θα αξιολογήσει τα γεγονότα και θα κρίνει για τις ευθύνες». Κατηγόρησε την αντιπολίτευση ότι επιχειρεί να εργαλειοποιήσει για μικροκομματικούς λόγους αυτή την υπόθεση χρησιμοποιώντας εμπρηστικές δηλώσεις διχασμού και ακραία ρητορική λαϊκισμού και μίσους, ενώ καταδίκασε τις επιθέσεις εναντίον… αστυνομικών.
Μερικούς μήνες πριν, σε μια υπόθεση-καρμπόν, εκείνη της δολοφονίας του 18/χρονου Νίκου Σαμπάνη, ο ίδιος υπουργός είχε επισκεφθεί τους κατηγορούμενους αστυνομικούς στο κρατητήριο, στέλνοντας σαφές μήνυμα στο δικαστικό σώμα. Λίγο αργότερα από τις πρόσφατες προκλητικές δηλώσεις Θεοδωρικάκου, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Οικονόμου εστίασε στις αντιδράσεις στους καταυλισμούς Ρομά, επισημαίνοντας: «Αυτό το σκηνικό βίας, ανομίας, επίθεσης στα όργανα της τάξης, είναι απαράδεκτο και δε θα γίνει ανεκτό». Ο ίδιος ο Μητσοτάκης, κατά την ομιλία του στη Βουλή ανήμερα της επετείου της δολοφονίας Γρηγορόπουλου, επέλεξε να εξαγγείλλει μπόνους 600 ευρώ σε αστυνομικούς και λιμενικούς ενώ δεν βρήκε να πει ούτε μία λέξη για τη δολοφονία Φραγκούλη. Μπόνους για να κάνουν κι’ άλλους φόνους, όπως εύστοχα καταγγέλλουν οι διαδηλωτές στα συνθήματά τους. Μπόνους που δυστυχώς υπερψηφίστηκε στη Βουλή και από τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΚΕ, που κατά τα άλλα καταδίκασαν τη δολοφονία και ζήτησαν δικαιοσύνη.

Φταίει η «κουλτούρα των Ρομά»;

Η οικογένεια Φραγκούλη μένει στον οικισμό Ρομά «Αγία Σοφία» στη Θεσσαλονίκη. Η ακραία φτώχεια και οι άθλιες συνθήκες που επικρατούν στον καταυλισμό, φωτίζουν τους λόγους για τους οποίους κάποιοι από τους νεαρούς Ρομά ωθούνται στη μικροπαραβατικότητα: Ο απομονωμένος καταυλισμός βρίσκεται περίπου 10 χιλιόμετρα από το φωταγωγημένο με χριστουγενιάτικα λαμπιόνια κέντρο της Θεσσαλονίκης. Κατοικείται από περίπου 3.000 Ρομά εδώ και δύο δεκαετίες, όταν εκδιώχθηκαν από προηγούμενο καταυλισμό όπου διέμεναν, σε μια περιοχή όπου το ρεύμα και το αποχετευτικό δίκτυο εξακολουθούν να είναι ανύπαρκτα. Κάποιοι δρόμοι είναι απροσπέλαστοι και τα παιδιά παίζουν σε βρωμόνερα ανάμεσα σε ποντίκια και στοίβες σκουπιδιών. Ο οικισμός δεν έχει επαφή με την υπόλοιπη κοινωνία, τα παιδιά άνω των 7 δεν πηγαίνουν σχολείο, όχι επειδή δεν τα στέλνουν οι γονείς τους αλλά επειδή εκεί κοντά υπάρχει μόνο ένα νηπιαγωγείο, ενώ το πλησιέστερο δημοτικό σχολείο βρίσκεται σε απόσταση 5 χιλιομέτρων. Οι ηλικιωμένοι είναι ανήμποροι, χωρίς να μπορούν να μετακινηθούν. Τα απορριμματοφόρα του δήμου περνούν μόλις δύο φορές την εβδομάδα με συνοδεία της αστυνομίας. Για να κάνουν μπάνιο, ζεσταίνουν βαρέλια με νερό στη φωτιά και πλένονται μέσα σε λεκάνες. Τα λυόμενα σπίτια που τους έχουν παραχωρηθεί πριν από 20 χρόνια, χαρακτηρίζονται από την απουσία επίπλων και τα περισσότερα αποτελούνται από δύο δωμάτια, που το ένα χρησιμοποιείται για να κοιμούνται σε στρώματα και το άλλο ως σαλόνι και κουζίνα. Πολλές φορές κόβεται το ρεύμα για ώρες, ενώ υπάρχουν περιοχές του οικισμού που είναι συνεχώς πλημμυρισμένες και τα σπίτια ετοιμόρροπα.
Παρόμοιες ή χειρότερες συνθήκες επικρατούν σε πολλούς καταυλισμούς Ρομά σε όλη την επικράτεια. Σε πείσμα των συστημικών ΜΜΕ και των ρατσιστικών δηλώσεων κυβερνητικών αξιωματούχων για τους Ρομά, υπεύθυνη για τον κοινωνικό αποκλεισμό τους δεν είναι η άρνηση ένταξης των ίδιων στην κοινωνία αλλά η περιθωριοποίησή τους με απόλυτη ευθύνη της πολιτείας και διαχρονικά των κυβερνήσεων δεκαετιών. Αν κάτι προηγείται από τα ρατσιστικά κίνητρα των καταδιώξεων και των δολοφονιών της ΕΛ.ΑΣ., είναι ο θεσμικός ρατσισμός που θρέφει τον κοινωνικό ρατσισμό και τα στερεότυπα για τους Ρομα σε μεγάλα τμήματα της κοινωνίας. Κι αν θέλουμε πραγματική δικεοσηνι, πέρα από τις δικαστικές αποφάσεις, θα πρέπει να την αναζητήσουμε στην διεκδίκηση της ολοκληρωτικής ανατροπής των απάνθρωπων συνθηκών διαβίωσης των Ρομά και την αντικατάστασή τους από ένα ανθρώπινο πλαισιο ένταξής τους στην κοινωνία. Της ένταξης εκείνων των «Ελλήνων πολιτών» που η μαμά πατρίδα συνεχίζει να καταδιώκει και να στοχοποιεί σε βαθμό κακουργήματος.




Ο καπιταλισμός στην απεχθέστερη μορφή του και τι να του ετοιμάσουμε

Του Ηλία Ιωακείμογλου*

Με αφορµή τις πρόσφατες εκλογές στην Ιταλία, που έδωσαν στην ∆εξιά και την Ακροδεξιά το 44% των ψήφων, ο Enzo Traverso (1) λέει τα εξής: “Στην Ιταλία, υπήρξε µια ριζική τοµή στην ιστορία της Aριστεράς. Η Aριστερά δεν υπάρχει πλέον. Υπάρχει στην Ιταλία µια κριτική θεωρία που είναι πολύ ζωντανή, πολύ ενδιαφέρουσα, αλλά η οποία είναι απολύτως ανίσχυρη σε πολιτικό επίπεδο. Υπάρχει επίσης µια κουλτούρα αντιπολίτευσης, υπάρχουν περιβαλλοντικά, αντιρατσιστικά και αντιφασιστικά κινήµατα που δίνουν πραγµατικές µάχες. Όλα αυτά υπάρχουν, αλλά εντελώς έξω από την πολιτική σφαίρα, αν κατανοήσουµε την πολιτική ως θεσµό. Η δεξιά πτέρυγα είναι πλέον πολιτισµικά ηγεµονική”.

Επειδή αυτά δεν είναι αυτονόητα, ας δούµε τι εννοεί και τι υπονοεί ο Traverso.

Η έκλειψη της Αριστεράς

Το πρώτο που ισχυρίζεται ο Traverso είναι ότι η Αριστερά δεν υπάρχει πλέον. Εάν υπάρχει ακόµη –θα µπορούσαµε να προσθέσουµε εµείς–, υπάρχει ως φαντασίωση ή ως φάντασµα· διότι η Αριστερά ποτέ δεν ήταν το άθροισµα των ατόµων της, ήταν πάντοτε η πολιτική που ασκούσε· και αυτή δεν υπάρχει πια: Μετά το Β’ παγκόσµιο πόλεµο, η πολιτική της στην ∆ύση ήταν µια πολιτική µεταρρυθµίσεων που βελτίωσαν θεαµατικά τις συνθήκες εργασίας και διαβίωσης των υποτελών τάξεων, και η οποία βασιζόταν στον ισχυρισµό ότι το συµφέρον των υποτελών κοινωνικών τάξεων προάγει και το γενικό συµφέρον (ακόµη και αυτό της “οικονοµίας”, δηλαδή των επιχειρήσεων, δηλαδή της αστικής τάξης -που δεν γνώριζε καθώς φαίνεται το πραγµατικό της συµφέρον). Όταν αυτή η µεταρρυθµιστική στρατηγική ηττήθηκε από τον νεοφιλελευθερισµό κατά κράτος στην Ευρώπη, τότε τελείωσε και η Αριστερά στην ∆ύση, κάπου ανάµεσα στο 1982 και το 1990 (2). 

Να µην ξεχάσουµε όµως και την Αριστερά των “πλατιών κοµµάτων” που ακολούθησε µετά το 1990, που την περιφέραµε σαν τον νεκρό El Cid (3) δεµένο όρθιο πάνω στο άλογο των κοινωνικών κινηµάτων και του αµυντικού ρεφορµισµού επί ένα τέταρτο του αιώνα: µια Αριστερά που δεν αναφερόταν πλέον στις κοινωνικές τάξεις και τον ανταγωνισµό τους, ούτε στην µαρξιστική θεωρία, ούτε διέθετε στρατηγική αναφορά, ούτε όραµα· µια Αριστερά προσγειωµένη στο παρόν, που υιοθετούσε την γλώσσα, άρα τις έννοιες, του δικαιωµατικού νεοφιλελευθερισµού που επικράτησε στα κοινωνικά κινήµατα σε µίξη µε τις έννοιες του αστικού πολιτικού µάρκετινγκ. Η Αριστερά, λοιπόν, δεν υπάρχει· έχει εκλείψει ένα τέταρτο του αιώνα πριν, κι ας χρησιµοποιούµε ακόµα την λέξη για να ονοµατίσουµε άλλες πια πραγµατικότητες. 

Μετά την Αριστερά

Αυτό που αλλάζει στην παρούσα ιστορική στιγµή είναι ότι τώρα η έκλειψη της Αριστεράς, ακόµη και στις πιο στρεβλές και ανεπαρκείς µορφές της, γίνεται εκκωφαντική. Εξίσου εκκωφαντική γίνεται και η ανάγκη τής εκ νέου συγκρότησης των κοινωνικών δυνάµεων των υποτελών κοινωνικών τάξεων σε πολιτικά υποκείµενα αντάξια της παρούσας ιστορικής στιγµής. Μιας ιστορικής στιγµής κατά την οποία ο καπιταλισµός στρέφεται ενάντια στον πλανήτη, στις οικολογικές και υγειονοµικές ισορροπίες του, κατά του κόσµου της εργασίας, των “περιττών” πληθυσµών, κατά της δυνατότητας απλής αναπαραγωγής των υποτελών κοινωνικών τάξεων, κατά κάθε είδους και παραλλαγής δηµοκρατίας, κατά της ειρήνης· µιας ιστορικής στιγµής κατά την οποία η αστική τάξη συντίθεται µε τον µετα-φασισµό και συγκροτεί το καθεστώς του αυταρχικού (νέο)φιλελευθερισµού όπως έκανε και στο παρελθόν (4).

Τι υποκείµενα όµως αντιστοιχούν στην παρούσα ιστορική στιγµή όπου ο καπιταλισµός παίρνει την απεχθέστερη µορφή του και στρέφεται πλέον κατά της ανθρωπότητας; Πώς είναι δυνατό να σκεφτόµαστε ακόµη σήµερα την συγκρότηση µετώπων, πλατιών κοµµάτων, χαλαρών πολιτικών οργανώσεων, κοινωνικών κινήσεων και πρωτοβουλιών, δηλαδή µορφών οργάνωσης πλήρως αναντίστοιχων µε τις ανάγκες µιας τέτοιας ιστορικής στιγµής; 

Εάν πρόκειται να υπάρξει ξανά πολιτική εκπροσώπηση των συµφερόντων των υποτελών κοινωνικών τάξεων, αυτό θα γίνει µέσω πολιτικού κόµµατος µε στιβαρή οργάνωση και αντικαπιταλιστικό πολιτικό πρόγραµµα.

Κριτικές θεωρίες ή µαρξιστική θεωρία;

Το δεύτερο που επισηµαίνει ο Traverso, είναι η ύπαρξη των κριτικών θεωριών. Εξ αντιθέτου προκύπτει ότι δεν υπάρχει πλέον ο µαρξισµός ως ιδεολογία µαζών (υπάρχει ως επιστηµονική θεωρία ή πανεπιστηµιακή µανιέρα). Υπάρχουν οι κριτικές θεωρίες για τις οποίες ο Traverso ισχυρίζεται ότι είναι “απολύτως ανίσχυρες σε πολιτικό επίπεδο”. Αρκεί να διαβάσει κάποιος µε προσοχή το σχετικό βιβλίο του Κeucheyan (5) για να πεισθεί ως προς αυτό (εάν υποθέσουµε ότι η ιστορία των κινηµάτων δεν τον έχει ήδη πείσει για την αφλογιστία των κριτικών θεωριών ως οδηγούς αντικαπιταλιστικής δράσης). Πρόκειται για θεωρίες που έχουν διαρρήξει τους δεσµούς µε την µαρξιστική θεωρητική παράδοση σε τουλάχιστον τέσσερα καίρια σηµεία: (α) δεν αναφέρονται στην έννοια της εκµετάλλευσης της εργασίας, η οποία έχει αντικατασταθεί από την έννοια του κοινωνικού αποκλεισµού (6) και της στέρησης δικαιωµάτων, (β) δεν αναγνωρίζουν τον ανταγωνισµό κεφαλαίου και εργασίας ως κεντρικό στοιχείο της αστικής κοινωνίας, (γ) δεν κατανοούν και εποµένως δεν υιοθετούν την λενινιστική µεταγραφή του θεωρητικού σχήµατος του Κλαούζεβιτς για τον πόλεµο στο πεδίο της πολιτικής και (δ) δεν αποδέχονται την µορφή του κόµµατος ως αναγκαίο τρόπο αντικαπιταλιστικής οργάνωσης. 

Με τέτοια ελλείµµατα, πώς είναι δυνατό οι θεωρίες αυτές να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της παρούσας ιστορικής στιγµής; Εάν οι κριτικές θεωρίες είναι ανίσχυρες σε πολιτικό επίπεδο και ανεπαρκείς διότι στρέφουν την πλάτη σε έννοιες στοιχειώδεις για την κατανόηση των βασικών φαινοµένων του καπιταλισµού, δεν είναι αυτό που χρειαζόµαστε τώρα ως οδοδείκτη πολιτικής δράσης των υποτελών κοινωνικών τάξεων. Η επανασύνδεση µε τον µαρξισµό ως µαζική ιδεολογία δεν ήταν ποτέ πιο επίκαιρη. 

Η ιδεολογική ηγεµονία του νεοφιλελευθερισµού και η µακρά πορεία για την ανατροπή της

Το δεύτερο που επισηµαίνει ο Traverso, είναι ότι η ∆εξιά είναι πολιτισµικά ηγεµονική, και αυτή µου φαίνεται ότι είναι η πιο οδυνηρή από τις διαπιστώσεις του. Στο λεξιλόγιο της ιταλικής Αριστεράς και των µιµητών της, αυτό σηµαίνει ότι η ∆εξιά ηγεµονεύει ιδεολογικά (7). Εννοεί δηλαδή, ο Traverso, ότι στον χώρο της ιδεολογίας ο συσχετισµός δύναµης υπέρ της αστικής ιδεολογίας έχει καταστεί συντριπτικός σε βάρος της “κοσµοθεωρίας” του σοσιαλισµού, του κοµµουνισµού και κάθε αυθόρµητης ιδεολογίας των υποτελών κοινωνικών τάξεων. Όµως τι ακριβώς σηµαίνει αυτό; Με τον όρο της ιδεολογίας αναφερόµαστε στις αξίες και τα ήθη, στις ιδέες µε τις οποίες εξηγούµε τα πράγµατα, στις πεποιθήσεις, τις παραστάσεις και τις εικόνες που συγκροτούν ένα vade mecum, έναν πρακτικό οδηγό, για να βαδίζεις µόνος σου, χωρίς καθοδήγηση, στην ζωή σου στον καπιταλισµό, στην καθηµερινή, προσωπική και επαγγελµατική ζωή σου σύµφωνα µε τις ιδέες και τις αξίες της άρχουσας τάξης. Ανάλογα µε την ιδεολογία που τα διακατέχει, τα άτοµα αλλάζουν ή διατηρούν την ίδια περπατησιά ανάλογα πώς ερµηνεύουν και καταλαβαίνουν τις κοινωνικές σχέσεις και την προσωπική ζωή, τον τρόπο που ζουν την ζωή τους δηλαδή, µε αφετηρία την ιδεολογία (8). Αν έτσι έχουν τα πράγµατα, ίσως καταλαβαίνουµε λίγο περισσότερο τι σηµαίνει ιδεολογική ηγεµονία του νεοφιλελευθερισµού: Αυτό που αξίζει και αυτό που δεν αξίζει να κάνεις, αυτό που είναι ηθικό ή ανήθικο, αυτό που πρέπει ή δεν πρέπει να επιδιώκεις στην επαγγελµατική και ιδιωτική ζωή σου, και όλα τα άλλα µε τα οποία βαδίζουµε τις ζωές µας, δεν είναι τα ίδια πριν και µετά την ιδεολογική νίκη του νεοφιλελευθερισµού. Ο τρόπος που έχουµε για να εξηγήσουµε αυτό που συµβαίνει στις ζωές µας και στις ζωές των άλλων, επίσης δεν είναι ο ίδιος πριν και µετά. 

Υπάρχει και χειρότερο: Η ιδεολογία δεν ανήκει στον ίδιο χρόνο µε την πολιτική· η πρώτη ακολουθεί αργόσυρτη πορεία, αλλάζει δύσκολα και ως εκ τούτου αργά, ενώ η δεύτερη ακολουθεί τους ταχείς ρυθµούς της βραχυχρόνιας διάρκειας και της µεσοπρόθεσµης. Αυτό ίσχυσε και για τον νεοφιλελευθερισµό: ενώ είχε θριαµβεύσει πολιτικά µέσα σε µια δεκαετία περίπου (1979-1991), χρειάστηκε τουλάχιστον τριάντα χρόνια για να θριαµβεύσει ιδεολογικά. 

Βρισκόµαστε λοιπόν, εµείς, όσοι θέλουµε να αλλάξει ο κόσµος, εξαρχής αντιµέτωποι µε την µακροχρόνια διάρκεια, που σηµαίνει πως όποια προσπάθεια και αν κάνουµε δεν πρέπει να εγγράφεται µόνο στον βραχυχρόνιο χρόνο της τρέχουσας, καθηµερινής, πολιτικής αλλά και στον µακρό χρόνο των αργόσυρτων αλλαγών· και η µοναδική µορφή πολιτικής οργάνωσης που µπορεί να ανταποκριθεί σε ένα τέτοιο καθήκον είναι το πολιτικό κόµµα των υποτελών κοινωνικών τάξεων. 

*Αναδηµοσίευση από το Commune




Να εξεγερθούμε για να νικήσουμε!

Το κεντρικό πολιτικό άρθρο του φύλλου 36 της εφημερίδας “Κόκκινο Νήμα” που κυκλοφορεί


49 χρόνια από την
εξέγερση του Πολυτεχνείου

«Κι ας µη νικήσουµε ποτέ, θα πολεµάµε πάντα». Η φράση-σύνθηµα έρχεται όλο και συχνότερα στα χείλη -και τις πένες- αγωνιστών/τριών του κινήµατος και της Αριστεράς, τόσο συχνότερα όσο σπανιότερες ή και ανύπαρκτες είναι οι νίκες µας. Προφανώς δεν έχει την ακρίβεια θεωρητικής ή πολιτικής έννοιας αλλά συντίθεται «ποιητική αδεία». Παρ’ όλα αυτά περιγράφει τη συναισθηµατική βάση µιας στράτευσης που πλέον στηρίζεται σε ηθικά προτάγµατα αποσυνδεµένα από τον στόχο να νικήσουµε – ο οποίος µοιάζει είτε τόσο µακρινός ώστε να µην αφορά τον ανθρώπινο χρόνο των ζώντων είτε και «εξ ορισµού» ανέφικτος. Αυτή η «µελαγχολία της ήττας» ταιριάζει σε πολιτικά στρατευµένους/ες, αλλά όχι στις κοινωνικές αντιστάσεις και ακόµη περισσότερο τις εξεγέρσεις – και ευτυχώς! Αυτές δεν εκκινούν ούτε ξεσπούν από ηθικά προτάγµατα, αλλά είναι τέκνα των αναγκών – που γίνονται Ιστορία. Γι’ αυτό οι εξεγέρσεις συχνά εκπλήσσουν µε το ξέσπασµά τους/τις πολιτικά στρατευµένους/ες. Εκπλήσσουν κι αυτούς τους ίδιους που γίνονται ο αρχικός σπινθήρας τους. 

Η αποκοτιά του «κοινωνικού ασυνείδητου» και η «µελαγχολία» του πολιτικά συνειδητού

Oι εξεγέρσεις ξεκινούν από σπινθήρες που κανείς/µιά δεν µπορεί να προβλέψει την εξέλιξή τους. ∆εν γνωρίζουν από στρατηγική και από εκτίµηση του συσχετισµού δύναµης˙ γνωρίζουν µόνο από απελπισία, από ανάγκες που γίνονται πιεστικές, από στέρηση που εξοργίζει, από αποκοτιά και «παράλογα» ρίσκα. Η εξέγερση έρχεται όταν όλα αυτά «συντονίζονται» µαζικά την κατάλληλη ιστορική στιγµή και προκαλούν τη µαζική εισβολή των «µαζών» στο προσκήνιο της Ιστορίας. Η οποία είναι ταυτόσηµη µε τη µαζική εισβολή του «κοινωνικού ασυνείδητου», που δεν έχει σχέδιο και στρατηγική, στο ιστορικό προσκήνιο. Ο συνειδητός «σπινθήρας» δεν είναι παρά ο καταλύτης της αντίδρασης – που κι αυτός στην αρχή δεν έχει ιδέα πόσο µακριά µπορεί να φτάσει.   

Την Τρίτη 14 Νοεµβρίου του 1973, όταν οι φοιτητές/τριες που συµµετείχαν στη συνέλευση της Νοµικής αποφάσισαν να κατέβουν µε πορεία στο Πολυτεχνείο και στη συνέχεια να µείνουν σε αυτό και να ξεκινήσει η κατάληψη, κανείς/µιά δεν µπορούσε να φανταστεί και καµιά πολιτική πρωτοπορία δεν είχε σχεδιάσει την εξέγερση που θα πυροδοτούνταν. Όπως και τον Φλεβάρη του 2017, µε τις πρώτες κινητοποιήσεις των γυναικών, οι Μπολσεβίκοι δεν πίστευαν ότι θα εξελιχθούν σε επανάσταση που θα γκρέµιζε τον τσάρο και θα δηµιουργούσε επαναστατική κατάσταση η οποία θα κατέληγε 8 µήνες αργότερα στη νικηφόρα Οκτωβριανή επανάσταση. Αλλά και πιο πρόσφατα: στα τέλη του 2019, ένα κύκλος εξεγέρσεων -από την Αφρική ως τη Μέση Ανατολή και τη Λ. Αµερική- συντάραξε τον πλανήτη. Όλες τους άφησαν τα κοινωνικά και πολιτικά τους αποτυπώµατα, αλλά καµιά τους δεν νίκησε. 

Ούτε όµως η εξέγερση του 1973 νίκησε στον χρόνο που εκδηλώθηκε – ηττήθηκε από τα τανκς και τον χουντικό κατασταλτικό µηχανισµό. Με µια ορισµένη έννοια όµως, νίκησε σε «δεύτερο χρόνο»: απονοµιµοποίησε τη χούντα, διέλυσε τα σχέδια «εκδηµοκρατισµού» της, ήταν σηµαντικός παράγοντας στην κατάρρευση της επιστράτευσης το καλοκαίρι του 1974, κι όλα αυτά οδήγησαν όχι σε οποιαδήποτε πτώση της χούντας αλλά σε µια πτώση µε τη µορφή κατάρρευσης, που έκλεισε τον δρόµο για µια αυταρχική και πλήρως ελεγχόµενη απ’ τα πάνω Μεταπολίτευση. Υπάρχει λοιπόν κι αυτός ο τρόπος για να πετυχαίνουν οι εξεγέρσεις νίκες, έστω και ατελείς ή ηµιτελείς και αναντίστοιχες της ανθρώπινης συµµετοχής και του κόστους, της συλλογικής ανάτασης και των συλλογικών ονείρων που τη διέτρεξαν. Όπως το είπε και ο στιχουργός, όταν µιλάµε για αγώνες και εξεγέρσεις, «τίποτε δεν πάει χαµένο στη χαµένη µας ζωή».   

Ωστόσο, για όσους/ες στρατεύτηκαν στην Αριστερά (Αριστερά µε την έννοια της Γαλλικής επανάστασης και της Πρώτης ∆ιεθνούς) τα ζητήµατα τίθενται σε άλλη βάση. Όποιος/α εµφορείται από στόχους όπως η κοινωνία της ανθρώπινης χειραφέτησης, ο σοσιαλισµός και ο κοµµουνισµός, είναι εύκολο να πέσει σε πολιτική µελαγχολία. Είναι πολλές και επαναλαµβανόµενες οι ήττες, σε σηµείο ώστε οι όποιες ατελείς ή ηµιτελείς νίκες να µην ικανές να αντισταθµίσουν, κυρίως στο συναίσθηµα αλλά και στη λογική, τις συνέπειές τους. Από την «επανάσταση των γαριφάλων» το 1975 στην Πορτογαλία, την πιο πρόσφατη επαναστατική απόπειρα που εντάσσεται στην κλίµακα του χειραφετητικού προτάγµατος, έχει περάσει σχεδόν µισός αιώνας – η πλέον µακροχρόνια περίοδος επαναστατικής ανοµβρίας στην ιστορία του καπιταλισµού! 

Εξέγερση και επανάσταση

∆εν πρόκειται όµως µόνο γι’ αυτό ή κυρίως γι’ αυτό, έστω και αν από µόνο του είναι πολύ σηµαντικό. Πιο καταλυτικό είναι το γεγονός ότι µετά την κατάρρευση των καθεστώτων του «υπαρκτού σοσιαλισµού» η κρίση της Αριστεράς προσέλαβε «υπαρξιακά» χαρακτηριστικά και ο µαρξισµός σταδιακά αποχώρησε από την ιστορική σκηνή σαν ιδεολογία µαζών. Ό,τι συνήγειρε τις συνειδητές πρωτοπορίες των κινηµάτων και της Αριστεράς, υποτόνησε ή και χρεοκόπησε (ο σοσιαλισµός/κοµµουνισµός ως κοινωνία της ανθρώπινης χειραφέτησης, η Αριστερά ως πολιτικός φορέας αυτού του οράµατος αλλά και ως φορέας της ιστορικής προόδου και του ορθολογισµού ενάντια στον καπιταλιστικό ανορθολογισµό) ενώ το ιδεολογικό περιβάλλον/συσχετισµός µέσα στο οποίο αναπτύσσονταν οι κοινωνικές αντιστάσεις ήταν δυσµενέστατο προκαλώντας πολιτική και ιδεολογική σύγχυση. 

Σε τέτοιες συνθήκες, τον χώρο που άφησε η υποχώρηση του µαρξισµού και η κρίση της Αριστεράς εν γένει, κάλυψαν οι «νέες κριτικές θεωρίες» ή και ένας ξέπνοος ρεφορµισµός. Το αποτέλεσµα ήταν πρώτα να αποκαθηλωθεί η έννοια της επανάστασης και η χρησιµότητα του διλήµµατος µεταρρύθµιση ή επανάσταση στη διαδικασία συγκρότησης της Αριστεράς. Αν ο σοσιαλισµός και ο κοµµουνισµός δεν αποτελούν πηγή έµπνευσης, η επανάσταση, ως ιστορική πράξη που ανοίγει τον δρόµο για την υλοποίηση του χειραφετητικού προγράµµατος… περιττεύει. Στη συνέχεια, αν η επανάσταση… περιττεύει, τότε το µαζικό επαναστατικό κόµµα-εργαλείο για τη νίκη της επανάστασης, περιττεύει επίσης. Και τι αποµένει; Ο σοσιαλισµός/κοµµουνισµός σαν αυτοαναφορικό όραµα κα/ι δήλωση ταυτότητας κι όχι ως στόχος που προσανατολίζει και εµπνέει, η αντίσταση (και τα κινήµατα αντίστασης) και η εξέγερση σαν επιτοµή της αντίστασης, σαν αυταξία, τόσο περισσότερο όσο αποµακρυνόµαστε από την ιστορική έµπνευση και αυτοπεποίθηση ότι µπορούµε να ανατρέψουµε τον καπιταλισµό. 

Ποιο είναι το ιστορικό κενό που γέννησαν αυτές οι µετατοπίσεις; Η σιωπηλή παραίτηση από τον στόχο να νικήσουµε τον καπιταλισµό. Ποια είναι, λοιπόν, η διαφορά µεταξύ εξέγερσης και επανάστασης; Η εξέγερση είναι η εισβολή των «µαζών» στο ιστορικό προσκήνιο, που όµως αποτυγχάνει να γίνει επανάσταση επειδή αποτυγχάνει να αµφισβητήσει την οικονοµική και πολιτική εξουσία της άρχουσας τάξης. ∆εν πρέπει να εξιδανικεύουµε µια τέτοια αποτυχία ή έλλειψη – και, από την άλλη, δεν πρέπει να υποτιµούµε τις εξεγέρσεις µόνο και µόνο επειδή δεν νικούν. 

Ποιος/τι φταίει;

∆εν έχει νόηµα και δεν το δικαιούµαστε να «ζητήσουµε εξηγήσεις» από το «κοινωνικό ασυνείδητο» γιατί µε τα δικά του αποκλειστικά µέσα δεν φτάνει ως το τέρµα του δόµου. Πολύ περισσότερο δεν δικαιούµαστε να «ζητήσουµε εξηγήσεις» όταν συνειδητές συγκροτήσεις της Αριστεράς αντί να λειτουργήσουν σαν υποµόχλια της νίκης, λειτουργούν σαν µηχανισµός «αποθέρµανσης» και υπονόµευσης. Το φταίξιµο και ο φταίχτης πρέπει να αναζητηθούν όχι στο κοινωνικά αυθόρµητο αλλά στο πολιτικά συνειδητό. 

Το δικό µας Πολυτεχνείο το αποδεικνύει! Οι µειοψηφικές δυνάµεις της επαναστατικής Αριστεράς ήταν οι µόνες που µε την πολιτική τους δράση «έστρωναν τα πανιά» στον εξεγερτικό άνεµο. Οι δυνάµεις της ρεφορµιστικής Αριστεράς ήταν στην κατάληψη, τη στήριξαν παθητικά, αλλά το πολιτικό τους σχέδιο ήταν ενάντια στη µετατροπή της σε µαζική εξέγερση για την ανατροπή του χουντικού καθεστώτος. Αυτό το αδύναµο πολιτικό υποµόχλιο, η επαναστατική Αριστερά, είχε την ιστορική τιµή ότι διασφάλισε πως θα ηττηθούν οι πολιτικές δυνάµεις της «αποθέρµανσης», που εκπροσωπούνταν από τη ρεφορµιστική Αριστερά, ώστε να ξεδιπλωθεί η δυναµική της εξέγερσης. Το τι (δεν) κατάφερε να οικοδοµήσει πολιτικά πάνω σε αυτή της τη στάση στην εξέγερση και το κατά πόσο (δεν) κατάφερε να αξιοποιήσει τις ευκαιρίες της Μεταπολίτευσης για την οικοδόµηση µιας µαζικής επαναστατικής Αριστεράς, είναι µια άλλη ιστορία, που πράγµατι προκαλεί πολιτική µελαγχολία. ∆εν υπάρχει όµως στην Ιστορία εξέγερση και επανάσταση που να µην έλαµψε στην αποφασιστική της σηµασία η αντίθεση µεταρρύθµισης – επανάστασης όπως µεταφράζεται πολιτικά στην αντίθεση επαναστατικής – ρεφορµιστικής Αριστεράς: στην Οκτωβριανή και ισπανική επανάσταση, στη διπλή ελληνική επανάσταση (∆εκέµβρης του ’44 και εµφύλιος), στο Πολυτεχνείο του 1973, στον Μάη του ’68.      

Το µεταρρύθµιση ή επανάσταση θέτει στο κέντρο τη στρατηγική, κι αυτή µε τη σειρά της θέτει στο κέντρο τη στάση απέναντι στο αστικό κράτος. Ο ρεφορµισµός, ακόµη κι όταν οµνύει στον κοµµουνισµό και την επανάσταση, δρα πολιτικά σύµφωνα µε τη βαθύτερη πεποίθησή του: την αποφυγή «ανεξέλεγκτων καταστάσεων» και µεγάλων ρίσκων, που εµπνέουν εν τέλει τον µεταρρυθµισµό. Η χρεοκοπία της ∆εύτερης ∆ιεθνούς είναι το πλέον τρανταχτό ιστορικό παράδειγµα, η δε Αλέκα Παπαρρήγα στην εξέγερση του 2008 περιέγραψε ευσύνοπτα µε τη µορφή πολιτικής ατάκας τη ρεφορµιστική στρατηγική διαβεβαιώνοντας ότι «στην πραγµατική επανάσταση δεν θα σπάει ούτε ένα τζάµι». Είναι γνωστή βέβαια και η υψηλή θεωρητικοποίηση: «η κατάσταση δεν είναι (ακόµη) επαναστατική» ή, πιο λαϊκά, «οι συνθήκες δεν είναι ώριµες». Ακολούθησαν ο Αλέξης Τσίπρας και η περί αυτόν ηγετική οµάδα του ΣΥΡΙΖΑ, που είπαν το δικό τους «η κατάσταση δεν είναι ώριµη (για τη ρήξη)» τον Ιούλιο του 2015 µε τη συµµετρική διατύπωση της ΤΙΝΑ (There Is No Alternative – «δεν υπάρχει εναλλακτική»). 

Η υψηλή θεωρητικοποίηση δεν θα είχε καµία άµεση πολιτική σηµασία και κανένα πρακτικό πολιτικό αντίκρισµα αν δεν µεταφραζόταν σε συγκεκριµένη αξιολόγηση για τον ρόλο και επιδίωξη οικοδόµησης συγκεκριµένης σχέσης µε το κοινωνικά αυθόρµητο, µε το κοινωνικά εξεγερτικό στοιχείο. Τι τα θέλουµε τα κινήµατα αντίστασης και πώς φανταζόµαστε τον ρόλο τους στην πορεία εξέλιξής τους σε µαζική κοινωνική εξέγερση; Για να αποτελεί την κοινωνική πίεση που διασφαλίζει τη µεταρρύθµιση του αστικού κράτους; Για να πιέζει προς τα αριστερά και να αποτρέπει τα δεξιά παραστρατήµατα µιας αριστερής κυβέρνησης; Όχι! Αυτές είναι απαντήσεις στο φάσµα δεξιού-αριστερού ρεφορµισµού. Η επαναστατική στρατηγική και η επαναστατική Αριστερά απαντούν στο ερώτηµα αλλιώς: τα κινήµατα αντίστασης και η µετεξέλιξή τους σε µαζική κοινωνική εξέγερση ενάντια στο καθεστώς είναι φορείς του ιστορικού ερωτήµατος της εξουσίας˙ ποια τάξη κατέχει την εξουσία, πώς προετοιµάζεται γι’ αυτήν και πώς την ασκεί. Η επαναστατική στρατηγική και η επαναστατική Αριστερά βλέπουν στα κινήµατα και τη µαζική κοινωνική εξέγερση όχι τους φορείς της µεταρρύθµισης του αστικού κράτους ή µια αποτελεσµατική κοινωνική πίεση που συµπληρώνει το µεταρρυθµιστικό έργο µιας αριστερής κυβέρνησης, αλλά τους φορείς της άλλης εξουσίας, την εξουσία της εργατικής τάξης που αναδύεται. Και η προγραµµατική τους θέση είναι να δυναµώσουν τα φύτρα και οι εκφράσεις αυτής της εναλλακτικής εξουσίας µέχρι να σχηµατιστούν και να τεθούν αντιµέτωποι οι πόλοι της δυαδικής εξουσίας και η εργατική τάξη να κερδίσει την εξουσία µέσα από τον µόνο εφικτό δρόµο: την επανάσταση.   

Εξέγερση και επανάσταση στην εποχή της νέας γενικής κρίσης του καπιταλισµού

Είναι όµως καιρός για «τέτοια» ή πρέπει να µας απασχολεί πώς θα «µαζέψουµε τα κοµµάτια µας» περιµένοντας άλλους, καλύτερους καιρούς; Πρόκειται για κρίσιµο ερώτηµα πολιτικού προσανατολισµού. Το οποίο µόνο µε ένα τρόπο µπορεί να απαντηθεί: αναλύοντας τα χαρακτηριστικά της ιστορικής συγκυρίας. Μία από τις πιο εντυπωσιακές εκφράσεις της ήττας της Αριστεράς και της υποχώρησης του µαρξισµού είναι ότι µια τέτοια ανάλυση ελάχιστα απασχολεί τις οργανωµένες δυνάµεις της Αριστεράς˙ και όταν υπάρχει, συνήθως αποσυνδέεται από τα συνεπαγόµενα-συγκεκριµένα πολιτικιά συµπεράσµατα. 

Έχοντας χρησιµοποιήσει συχνά «επικούς» τόνους που δεν επαληθεύτηκαν, έχοντας κηρύξει συχνά άκαιρους συναγερµούς, έχοντας διαψευστεί σε προβλέψεις για επερχόµενες δοµικές κρίσεις που δεν επήλθαν, χάσαµε την εµπιστοσύνη στην ίδια την αξία της ανάλυσης της συγκυρίας και, το κυριότερο, όταν ήρθε πραγµατικά η ώρα για όλα αυτά, νιώθουµε αδύναµοι και… αναξιόπιστοι για να κηρύξουµε «συναγερµό», έστω και αν είναι απόλυτα δικαιολογηµένος και επιβεβληµένος από τη συγκυρία. Ο νεοφιλελευθερισµός, η απάντηση στην κρίση του ’70, εξάντλησε τα «καύσιµά» του και είναι σε κρίση, χωρίς να διαφαίνεται εναλλακτική – και σίγουρα δεν µπορεί ο νεοφιλελευθερισµός να είναι απάντηση στη δική του κρίση. Η κλιµατική αλλαγή -και οι συνέπειές της- τίθενται εκτός ελέγχου, και ο καπιταλισµός δεν µπορεί να δώσει καµία λύση, γιατί δεν µπορεί να µην είναι ο εαυτός του. Η θέση ηγεµόνα του αµερικανικού ιµπεριαλισµού αµφισβητείται για πρώτη φορά ύστερα από τη λήξη του Ψυχρού Πολέµου και ο πόλεµος στην Ουκρανία προσλαµβάνει χαρακτηριστικά βρόµικου πολέµου φθοράς ανάµεσα σε αντιπαρατιθέµενες δυνάµεις για την παγκόσµια ηγεµονία και εναρκτήριου επεισοδίου του ακήρυκτου Γ’ Παγκοσµίου Πολέµου. Και όλα τα προηγούµενα συµφύονται και επιδεινώνουν ποικίλες πλευρές της κρίσης: την ενεργειακή, την επισιτιστική κ.λπ. Όλα τα σηµάδια «φωνάζουν» για µια ιστορικών διαστάσεων γενική κρίση του καπιταλισµού. 

Ωστόσο, η ήττα της Αριστεράς είναι τόσο βαθιά, ώστε η κρίση ηγεµονίας της αστικής τάξης δεν µετασχηµατίζεται σε ανοιχτή πολιτική κρίση της καπιταλιστικής διακυβέρνησης. Το αποτέλεσµα είναι ότι οι τοξίνες της καπιταλιστικής κρίσης δηλητηριάζουν κάθε ιστό της κοινωνίας: είναι η εποχή της βαθιάς κρίσης του παλιού ενώ το νέο δεν έχει ακόµη γεννηθεί – η εποχή των τεράτων.     

Τακτικά, ευέλικτοι σαν το λάστιχο· στρατηγικά, άκαµπτοι σαν το σίδερο

Σε αυτές τις συνθήκες, οι εργαζόµενες τάξεις και η νεολαία ψάχνουν απεγνωσµένα διέξοδο και έκφραση στην κεντρική πολιτική σκηνή. ∆εν έχουν καµία εµπιστοσύνη και δεν ελπίζουν στον Μπάιντεν, αλλά ψηφίζουν ∆ηµοκρατικούς στις ενδιάµεσες αµερικανικές εκλογές, για να φράξουν το δρόµο στην ακόµη πιο επικίνδυνη ακροδεξιά του Τραµπ. ∆εν ελπίζουν στον Λούλα, αλλά τον ψήφισαν για να φράξουν τον δρόµο στον Μπολσονάρου. ∆εν έχουν καµία εµπιστοσύνη και δεν ελπίζουν στον Τσίπρα, αλλά θα τον ψηφίσουν (πόσο µαζικά, θα το µάθουµε στις εκλογές) για να γλιτώσουν από την ακροδεξιά του Μητσοτάκη. ∆εν εµπιστεύονται τη ρεφορµιστική αριστερά στη Γαλλία (Μελανσόν) ή τη Χιλή, αλλά τη χρησιµοποιούν εκλογικά για να έχουν έστω µια έµµεση και ασθενική παρέµβαση στην κεντρική πολιτική σκηνή κ.λπ. κ.λπ. Επειδή ένα σηµαντικό τµήµα τους δεν έχει αυταπάτες για την αποτελεσµατικότητα µιας τέτοιας, στρεβλής παρέµβασης στο κεντρικό πολιτικό επίπεδο, οι µαζικές κοινωνικές ανξτιστάσεις, ακόµη και οι εξεγέρσεις, δεν θα λείψουν. Η ωρίµανση προϋποθέσεων για µαζική εκδήλωση κοινωνικών αντιστάσεων, η αναζήτηση πολιτικής «πλατφόρµας» για παρέµβαση στην κεντρική πολιτική σκηνή σε συνδυασµό µε την κρίση εµπιστοσύνης στον ρεφορµισµό (που άλλωστε εξακολουθεί να αποδεικνύεται «στρατηγός της ήττας» σε κάθε µικρή ή µεγάλη δοκιµασία) αναδεικνύει τον αντιφατικό χαρακτήρα των διεργασιών για τη συγκρότηση µαζικής πολιτικής έκφρασης των εργαζόµενων τάξεων. Αλλότριες πολιτικές εκφράσεις έχουν πλεονέκτηµα σε σχέση µε την επαναστατική αριστερά: είναι άµεσα διαθέσιµες και εξασφαλίζουν παρέµβαση στην κεντρική πολιτική σκηνή. Είναι όµως πολιτικές πλατφόρµες είτε εντελώς ακατάλληλες είτε και προδοτικές. 

Η αντιφατική αυτή κατάσταση επιβάλλει µεγάλη ευελιξία στην τακτική, η οποία όµως πρέπει αδιαπραγµάτευτα να συνδυάζεται µε ακαµψία στη στρατηγική. Χρειαζόµαστε µια µαζική επαναστατική αριστερά, ως βήµα για τη συγκρότηση µαζικού επαναστατικού κόµµατος. Και, εξίσου και παράλληλα, ευελιξία στη µαζική παρέµβαση και στην οικοδόµηση κοινωνικών αντιστάσεων και κατανόηση για τους λόγους που τµήµατα της εργατικής τάξης και της νεολαίας χρησιµοποιούν πολιτικές πλατφόρµες ευκαιρίας για να έχουν παρέµβαση στο επίπεδο των κεντρικών πολιτικών συσχετισµών.

 




Έφυγε ο Ανδρέας Βογιατζόγλου, γραμματέας του Κ.Ο. του ΚΚΕ(μ-λ)

Έφυγε ο Ανδρέας Βογιατζόγλου, γραμματέας του Κ.Ο. του ΚΚΕ(μ-λ), μετά από άνιση μάχη που έδωσε με τον καρκίνο. Ο σύντροφος υπηρέτησε με συνέπεια στις πρώτες γραμμές των ταξικών αγώνων, από την εποχή της πάλης ενάντια στη χούντα μέχρι πρόσφατα, ενώ συνέβαλλε αποφασιστικά στην ανασυγκρότηση του ΚΚΕ(μ-λ). Υπήρξε αταλάντευτος και με θερμή πίστη στην κομμουνιστική προοπτική, επίμονος αλλά πάντα ειλικρινής και πράος, κερδίζοντας τον σεβασμό εντός και εκτός της οργάνωσής του.

Για την οικογένειά του και τις συντρόφισσες/φους του στο ΚΚΕ (μ-λ), στέλνουμε τα πιο θερμά μας συλλυπητήρια!

Η κηδεία του συντρόφου θα γίνει το Σάββατο 22/10 στις 12:30, στο νεκροταφείο Αγίων Αναργύρων.

Πολιτική Οργάνωση “Κόκκινο Νήμα”




Ειρήνη στο Αιγαίο!

Το κεντρικό πολιτικό άρθρο του φύλλου 36 της εφημερίδας “Κόκκινο Νήμα” που κυκλοφορεί

Ο ελληνο-τουρκικός ανταγωνισμός ξανά κοντά στο «σημείο βρασμού» – πώς να αποτρέψουμε και τι να κάνουμε μπροστά σε ένα «θερμό επεισόδιο» ή και σε πόλεμο

Το τελευταίο δεκαήμερο πληθαίνει η εγχώρια αρθρογραφία για το ενδεχόμενο «θερμού επεισοδίου» στο Αιγαίο μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Δύο είναι οι κυρίαρχες εκδοχές: απόπειρα κατάληψης βραχονησίδας ή απόπειρα ναυτικού αποκλεισμού κατοικημένου ελληνικού νησιού. Ο Τύπος, σε Ελλάδα και Τουρκία, έχει «πάρει τα όπλα» και φορέσει το χακί στο όνομα των «εθνικών δικαίων», η πολεμοκαπηλία είναι στην ημερήσια διάταξη, ενώ ακούγονται πλέον και στην Ελλάδα φωνές για την ανάγκη να προετοιμαστεί ο λαός για την επερχόμενη σύγκρουση, αλλά και για την ανάγκη να αφαιρεθεί το δημόσιο βήμα για τη διατύπωση «αντεθνικών» απόψεων.

Προετοιμάζοντας το «κλίμα»

Ιδού ένα πρόχειρο πλην εύγλωττο απάνθισμα:

Ο «έγκυρος» (λόγω των «βαθιών» σχέσεών του με το πολιτικο-διπλωματικό κατεστημένο των ΗΠΑ) Αλέξης Παπαχελάς αναδεικνύει ως εξής τον ιστορικό χαρακτήρα όσων επαπειλούνται αλλά και την κρισμότητα της αμερικανικής παρέμβασης:
«[…] Τι σημαίνουν όλα αυτά; Ότι αν όντως τα πράγματα φτάσουν στα άκρα κάποιο βράδυ στο Αιγαίο, τότε θα εκτυλιχτεί το πιο σημαντικό μπρα ντε φερ
στην Ουάσιγκτον. Δεν θα κρατήσει πολύ, ενδεχομένως μόνο λίγες ώρες: Εκείνη τη στιγμή όμως θα έχει τεράστια σημασία τι θα εισηγηθούν όσοι θα καθίσουν γύρω από τον Μπάιντεν στο μακρύ τραπέζι του Situation Room στα υπόγεια του Λευκού Οίκου. Όπως ακριβώς συνέβη το 1964, το 1967, το 1974, το 1987, το 1996 […]».1

Ο Γιώργος Καρελιάς υπογραμμίζει την ανάγκη ετοιμότητας της ελληνικής κυβέρνησης ώστε να μην αιφνιδιαστεί, αλλά και ετοιμότητας του Ελληνικού Στρατού ώστε να ενεργήσει αποτελεσματικά τις πρώτες ώρες, μέχρι να εκδηλωθούν οι διεθνείς (κυρίως εκ των ΗΠΑ) παρεμβάσεις:

«Για να το πούμε πρακτικά, αν η Τουρκία επιχειρήσει να καταλάβει κάποια ελληνική βραχονησίδα (νησί δεν μπορεί), να αποτύχει. Ή, αν επιχειρήσει να βάλει σε εφαρμογή σχέδιο αποκλεισμού κάποιων ελληνικών νησιών (σενάριο που είδαμε μετά τις τουρκικές κατηγορίες για μεταφορά αρμάτων), οι ελληνικές δυνάμεις να είναι σε θέση να σπάσουν στον αποκλεισμό».2

Ο «δαιμόνιος ρεπόρτερ» Δήμος Βερύκιος, γνωστός για τις σχέσεις του με το στρατοκρατικό κατεστημένο, αποκαλύπτει:

«Την αποτροπή ενός πιθανού σεναρίου περικύκλωσης ενός μεγάλου νησιού του ανατολικού Αιγαίου από τουρκικά πολεμικά πλοία με βασικό αίτημα την άμεση αποστρατικοποίησή του, εξετάζουν με κάθε λεπτομέρεια στο ελληνικό Γενικό Επιτελείο. Ταυτόχρονα, λαμβάνονται όλα εκείνα τα μέτρα από την πλευρά του στόλου ώστε να εφαρμοστεί και πάλι το σχέδιο της κρίσης του Μάρτη του ’87 […]».3

Ο τακτικός αρθρογράφος του Capital Άγης Βερούτης καλεί για προετοιμασία του κράτους, της κοινωνίας και της οικονομίας:

«Με την προετοιμασία της ελληνικής κοινής γνώμης αλλά και την εκπόνηση σχεδίου κρίσης για το κράτος και τους πολίτες (στην απευκταία περίπτωση που αρχίσουν εχθροπραξίες), η Ελλάδα οφείλει να προετοιμάσει την κοινωνία και την οικονομία της. […] ώστε να ελαχιστοποιήσουμε τις επιπτώσεις των αντιδράσεων των πολιτών και το χάος στην οικονομία και την κοινωνία […] Τρομοκράτηση περί πιθανότητας εμπόλεμης σύγκρουσης […] θα ήταν αν ξυπνήσουμε ένα πρωί οι πολίτες από εκρήξεις και δεν ξέρουμε τι είναι».4

Συνεχίζοντας με τον ίδιο ενθουσιασμό, στο επόμενο άρθρο στη στήλη του καλεί σε «πάταξη» των «αντεθνικών στοιχείων»:

«Ακόμη και αν παραδεχτούμε το ακραίο σενάριο ότι εκείνοι που εχθρεύονται τα εθνικά συμφέροντα της Ελλάδας είναι στρατευμένοι με τα συμφέροντα των εχθρών της χώρας μας, είναι άξιο απορίας ότι οι άνθρωποι αυτοί (σ.σ. αρθρογράφοι εφημερίδων και πολιτικοί) συνεχίζουν να έχουν βήμα στην ελληνική πολιτική σκηνή με την ανοχή των αρχών […]».5

Όλα αυτά όμως είναι πολύ λίγα μπροστά στα «πολεμικά» ρεπορτάζ των καναλιών και των βραδινών ειδήσεων, που σηκώνουν το μεγαλύτερο βάρος στο απαραίτητο «μασάζ» των συνειδήσεων, δημιουργώντας κλίμα «πολεμικού εθνικισμού».

Είναι πιθανό «πολεμικό επεισόδιο» μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας;

Το ερώτημα όμως παραμένει: Είναι όντως πιθανό ένα «πολεμικό επεισόδιο» μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας στον βραχύ χρόνο της συγκεκριμένης συγκυρίας; Η απάντηση έχει κρίσιμο χαρακτήρα: αν ναι, οι συνέπειες θα είναι «βαριές», ιδιαίτερα γι’ αυτούς/ές που πάντα καλούνται να σηκώσουν το βάρος των «εθνικών προσπαθειών» στην ειρήνη ή τον πόλεμο: τις εργαζόμενες τάξεις, αλλά και την Αριστερά που θέλει να εκπροσωπήσει και να αγωνιστεί για τα συμφέροντά τους.

Το γεγονός ότι ύστερα από τα Ίμια το 1996, δηλαδή για πάνω από μία εικοσαετία, ζήσαμε πολλές εξάρσεις του ελληνο-τουρκικού ανταγωνισμού χωρίς αυτές να οδηγήσουν σε κάποιο πολεμικό επεισόδιο έχει δημιουργήσει τη λανθασμένη πεποίθηση ότι ο ελληνοτουρκικός ανταγωνισμός θα είναι πάντα υπό έλεγχο και θα μένει στα όρια των φραστικών αντιπαραθέσεων, των πολιτικο-διπλωματικών εντάσεων και του εξοπλιστικού ανταγωνισμού. Η μεταφυσική αυτή βεβαιότητα είναι λάθος, ιδιαίτερα σε μια συγκυρία που ο πόλεμος στην Ουκρανία γεννά ανησυχίες ότι μπορεί να κλιμακωθεί επικίνδυνα, που μια νέα, μείζων διεθνής εστία είναι έτοιμη για ανάφλεξη στην Ταϊβάν, που ο ενδοϊμπεριαλιστικός ανταγωνισμός κλιμακώνεται παντού (στην πολιτική, την οικονομία, τους εξοπλισμούς), που η παρακμή της ιμπεριαλιστικής αυτοκρατορίας των ΗΠΑ και η χαλάρωση της «λαβής» του «μεγάλου αφεντικού» γενικεύουν τις τάσεις για αναδιαπραγμάτευση των ρόλων και της ισχύος σε διεθνές, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο.

Αν το 1996 ήταν εφικτό το θερμό επεισόδιο των Ιμίων ήταν εφικτό, στις σημερινές συνθήκες ένα πολεμικό επεισόδιο μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας είναι 10 φορές πιο πιθανό. Κανένας εφησυχασμός λοιπόν και, αντίθετα, επείγουσα ανάγκη για «γενική προετοιμασία», με πρώτο στόχο να το αποτρέψουμε.

Υπάρχουν ελληνο-τουρκικές διαφορές;

Ίσως δεν υπάρχει μεγαλύτερη απόδειξη της ευθύνης των αρχουσών τάξεων και των κυβερνήσεων Ελλάδας και Τουρκίας για το πολεμικό κλίμα που διαμορφώνεται, από το γεγονός ότι αμφότερες αρνούνται ουσιαστικά να διαπραγματευτούν, αλλά και να προσφύγουν σε διεθνή διαιτητικά όργανα.
Οι διαδοχικές ελληνικές κυβερνήσεις μετά το 1974 και τον πόλεμο στην Κύπρο κινούνται με βάση την «εθνική γραμμή» ότι δεν υπάρχει κανένα αντικείμενο διαπραγμάτευσης με την Τουρκία πέραν της έκτασης της υφαλοκρηπίδας. Όλα τ’ άλλα, δηλαδή όλα τα ζητήματα που διέπουν την ελληνο-τουρκική αντιπαράθεση, θεωρούνται μονομερείς αξιώσεις της Τουρκίας και άρα εκτός συζήτησης και διαπραγμάτευσης. Έτσι, πέραν όλων των άλλων, τίθενται εκτός αντικειμένου διαπραγμάτευσης, τα δύο κατεξοχήν επίμαχα ζητήματα:
1. Τα θαλάσσια και εναέρια σύνορα:
Στο ζήτημα αυτό, η Ελλάδα διεκδικεί την παγκόσμια πρωτοτυπία: ενώ τα θαλάσσια σύνορά της (χωρικά ύδατα) έχουν καθοριστεί από το Μεσοπόλεμο στα 6 ναυτικά μίλια, τα εναέρια σύνορά της (εθνικός εναέριος χώρος) έχουν καθοριστεί στα… 10 ναυτικά μίλια (ενώ θα έπρεπε να συμπίπτουν). Ταυτόχρονα, αφήνει ανοιχτό το ζήτημα της επέκτασης των θαλάσσιων συνόρων στα 12 ναυτικά μίλια (οπότε και ο εναέριος χώρος θα επεκταθεί αυτόματα στα 12 ναυτικά μίλια). Εδώ μιλάμε για σύνορα, δηλαδή για ζώνη εθνικής κυριαρχίας, κι όχι για αποκλειστικά δικαιώματα εκμετάλλευσης σε διεθνή ύδατα με βάση το δίκαιο των θαλασσών. Η σημερινή διαφορά ανάμεσα στα 6 ναυτικά μίλια χωρικών υδάτων και στα 10 ναυτικά μίλια εναέριου χώρου δεν έχει παρά ελάχιστο αντίκρισμα στην εκμετάλλευση θαλάσσιων και υποθαλάσσιων πόρων, έχει όμως πολύ μεγάλο αντίκρισμα στις ζώνες εθνικής κυριαρχίας στο Αιγαίο. Αν όμως τα ελληνικά χωρικά ύδατα επεκταθούν στα 12 ν.μ., το Αιγαίο γίνεται ελληνική λίμνη, με καταλυτικές επιπτώσεις εναντίον της Τουρκίας στον τουρισμό, την αλιεία, κυρίως όμως στις ζώνες εθνικής κυριαρχίας και τη ναυσιπλοΐα.
6

Εμμένοντας στη διαφορά μεταξύ των 6 ν.μ. χωρικών υδάτων και 10 ν.μ. εναέριου χώρου, κυρίως όμως συντηρώντας την απειλή για επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 ν.μ., η Ελλάδα πυροδοτεί την αντιπαράθεση με την Τουρκία, κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου!

2. Τα όρια της ΑΟΖ των δύο χωρών:

Στο ζήτημα αυτό οι εκατέρωθεν «εθνικές» αξιώσεις προσλαμβάνουν χαρακτήρα παράλογο, όσο δε για το διεθνές δίκαιο, αυτό παραβιάζεται ασυστόλως! Η Τουρκία ισχυρίζεται ότι τα ελληνικά νησιά δεν έχουν ΑΟΖ και επομένως η ΑΟΖ πρέπει να μοιραστεί με βάση τη μέση γραμμή μεταξύ τουρκικών παραλίων και παραλίων της ελληνικής ηπειρωτικής χώρας. Η Ελλάδα ισχυρίζεται ότι όλα τα νησιά έχουν 100% ΑΟΖ. Η απαίτηση αυτή οδηγεί στον εξής παραλογισμό: μόνο το Καστελόριζο διεκδικεί ΑΟΖ μεγαλύτερη από τη συνολική ΑΟΖ της Τουρκίας στην ακτογραμμή του Αιγαίου, ενώ η Κύπρος «δικαιούται» ΑΟΖ τουλάχιστον όση η Τουρκία συνολικά – αν όχι και μεγαλύτερη! Η Ελλάδα διακινεί χάρτη (τον λεγόμενο Χάρτη της Σεβίλλης),7 ο οποίος παρουσιάζει τις μεγαλομανείς ελληνικές αξιώσεις για την AOZ. Βάσει αυτών, η ελληνική ΑΟΖ ενώνεται με την κυπριακή και ολοκληρώνει έναν τέλειο θαλάσσιο… αποκλεισμό της Τουρκίας. (βλέπε σχετικό χάρτη)

Ο παραλογισμός ολοκληρώνεται με τον ισχυρισμό ότι η Τουρκία παραβιάζει την ελληνική ΑΟΖ, η οποία ωστόσο δεν έχει ανακηρυχθεί επίσημα (ο χάρτης κυκλοφορεί ανεπισήμως!). Τέλος, η ελληνική εθνικιστική προπαγάνδα ηθελημένα μπερδεύει τα θαλάσσια σύνορα (χωρικά ύδατα) με τις αποκλειστικές ζώνες εκμετάλλευσης σε διεθνή ύδατα βάσει του δικαίου της θάλασσας. Τα πρώτα είναι 6 μίλια, ενώ όσον αφορά στα δεύτερα η ελληνική αξίωση φτάνει τα 200 μίλια!

Η αποστρατικοποίηση των νησιών του ανατολικού Αιγαίου

Ο ελληνο-τουρκικός ανταγωνισμός στο Αιγαίο και τη νοτιοανατολική Μεσόγειο δεν έχει καμία σχέση με τα «εθνικά δίκαια»˙ είναι μια διαπραγμάτευση για τα συμφέροντα των αστικών τάξεων και τον περιφερειακό τους ρόλο. Μοιραία, αλλάζει διαρκώς κέντρα βάρους. Τα τελευταία σχεδόν 3 χρόνια το κέντρο της αντιπαράθεσης ήταν το ζήτημα των ΑΟΖ˙ το τελευταίο διάστημα προστέθηκε από την πλευρά της Τουρκίας το ζήτημα της αποστρατικοποίησης των νησιών του ανατολικού Αιγαίου. Τουρκία και Ελλάδα επικαλούνται το διεθνές δίκαιο προσχηματικά. Η Τουρκία επικαλείται τη Συνθήκη της Λοζάνης του 1923 (με την οποία η Σαμοθράκη, η Λήμνος και τα νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου «κατακυρώθηκαν» στην Ελλάδα) και τη Συνθήκη των Παρισίων του 1947 (με την οποία τα Δωδεκάνησα περιήλθαν σε ελληνική κυριαρχία). Η Τουρκία δεν επέλεξε τυχαία αυτή την αιχμή, διότι η «απαίτησή» της έχει όντως κάποια βάση στις δύο αυτές συνθήκες.8 Ωστόσο, όπως συμβαίνει και με όλα τα άλλα, οι συνθήκες είναι απλώς ένα πρόσχημα για να στηριχτούν αξιώσεις πολύ πέραν αυτών ή για να παρουσιαστεί ένα επιμέρους «δίκιο» σαν καθολικό.

Οι συνθήκες της Λοζάνης του 1923 και των Παρισίων του 1947 συνήφθησαν σε ιστορικές συγκυρίες πολύ μακρινές και στο έδαφος των διεθνών συσχετισμών που είχαν προκύψει από τον Πρώτο και τον Δεύτερο, αντίστοιχα, Παγκόσμιο Πόλεμο. Στην πρώτη περίπτωση (Συνθήκη της Λοζάνης), η Οθωμανική Αυτοκρατορία όχι μόνο ηττήθηκε, αλλά διαλύθηκε και τα ιμάτιά της διαμοιράστηκαν από του νικητές του ιμπεριαλιστικού μπλοκ. Ενώ η Τουρκία ήταν νικήτρια στον ελληνο-τουρκικό πόλεμο (ύστερα από τη Μικρασιατική εκστρατεία και «καταστροφή»), δεν είχε Ναυτικό για να ολοκληρώσει τη νίκη της στη θάλασσα και -κυρίως- «κληρονόμησε» τις συνέπειες της ήττας και διάλυσης της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Έτσι, η Συνθήκη της Λοζάνης αποτύπωσε όχι ιδιαίτερα τον ελληνοτουρκικό συσχετισμό αλλά ευρύτερα τον διεθνή συσχετισμό.
Με τη συνθήκη των Παρισίων του 1947, η ήττα της Ιταλίας (και του φασιστικού άξονα συνολικά) ανάγκασε -μεταξύ άλλων- την Ιταλία να παραχωρήσει τα Δωδεκάνησα στην Ελλάδα – η ουδετερότητα της Τουρκίας δεν λειτούργησε υπέρ της.

Στο μεταξύ όμως όλα έχουν αλλάξει, και οι συνθήκες αυτές δεν μπορούν να «χωρέσουν» τις επιδιώξεις ούτε του ελληνικού ούτε του τουρκικού καπιταλισμού. Χαρακτηριστικά, το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών, από τη μία δηλώνει πως «ό,τι απειλείται, στρατιωτικοποιείται» και από την άλλη δηλώνει πως έχει σεβαστεί πλήρως τις διατάξεις των συνθηκών τις σχετικές με τις δύο προαναφερθείσες συνθήκες: «Στα Δωδεκάνησα υφίστανται ορισμένες δυνάμεις εθνοφυλακής, οι οποίες έχουν δηλωθεί σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από τις διατάξεις της συμφωνίας CFE».9

Το κλίμα που δημιουργείται στο εσωτερικό από σύσσωμο τον Τύπο και τις καθεστωτικές δυνάμεις είναι ότι η αποστρατικοποίηση των νησιών είναι προοίμιο της κατάληψής τους από την Τουρκία. Αν όμως είναι έτσι, τότε γιατί στα Δωδεκάνησα «υφίστανται ορισμένες δυνάμεις εθνοφυλακής» μόνο; Έχουν εγκαταλειφθεί στην τουρκική κατακτητική βουλιμία;

Όχι στον πόλεμο – ειρήνη στο Αιγαίο!

Ο ελληνο-τουρκικός ανταγωνισμός για συμφέροντα και ρόλους στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα «καταπίνει» τα πάντα: αίφνης και το προσφυγικό εντάσσεται σε αυτόν τον ανταγωνισμό, οι δε πρόσφυγες καταγγέλλονται από το ελληνικό κράτος σαν «όργανα» του Ερντογάν στον «υβριδικό πόλεμο» κατά της Ελλάδας. Είναι αμέτρητα τα δεινά που συσσωρεύει αυτός ο ανταγωνισμός ήδη στην περίοδο της ειρήνης: εθνικιστικό δηλητήριο, εξοπλισμούς που στερούν επιπλέον πόρους από τις κοινωνικές ανάγκες, εγκλήματα κατά των προσφύγων -και της ανθρωπότητας- στο Αιγαίο. Κυρίως όμως φέρνουν όλο και πιο κοντά ένα πολεμικό επεισόδιο που κανείς πλέον δεν εγγυάται ότι θα ελεγχθεί όπως στα Ίμια το 1996 και δεν θα έχει ευρύτερες και οδυνηρότερες συνέπειες. Αλλά και χωρίς αυτό, το μίγμα εθνικισμού, φτώχειας και μιλιταρισμού και η εμπλοκή στον ευρύτερο ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό είναι ό,τι χειρότερο για τις καθημαγμένες από μία τουλάχιστον δεκαετία ανέχειας, λιτότητας, υψηλής ανεργίας και φτώχειας εργαζόμενες τάξεις. Ο κίνδυνος πρέπει να σημάνει γενικό συναγερμό! Πρέπει να σταματήσουμε τη «μηχανή» του εθνικιστικού και αντιδραστικού ελληνο-τουρκικού ανταγωνισμού πριν αυτός μας οδηγήσει σε μεγαλύτερες συμφορές. Είναι η ώρα για μαζικές πρωτοβουλίες του αντιπολεμικού κινήματος και της Αριστεράς!

Ο δικός μας πόλεμος είναι ενάντια στην κυβέρνηση Μητσοτάκη, την ακρίβεια, τη λιτότητα και τη φτώχεια, τον εθνικισμό και τους εξοπλισμούς, ενάντια στην εμπλοκή της Ελλάδας σε τμήμα της πολεμικής μηχανής του ΝΑΤΟ – και όχι ενάντια στους; πρόσφυγες και τον τουρκικό λαό.

Παραπομπές:

1. Αλέξης Παπαχελάς, «Το μήνυμα του Ερντογάν προς το ‘‘βαθύ κράτος’’ των ΗΠΑ», www.kathimerini.gr, 2/10/2022

2. Γιώργος Καρελιάς, «Τι σημαίνει ‘‘είμαστε έτοιμοι’’ αν η Τουρκία χτυπήσει: τα δύο απαραίτητα όπλα», news247.gr, 29/9/2022

3. Δήμος Βερύκιος, ieidiseis 29/9/2022

4. Άγης Βερούτης, www.capital.gr, 30/9/2022

5. Άγης Βερούτης, www.capital.gr, 7/10/2022

6. Η Συνθήκη της Λοζάνης είχε ορίσει τα χωρικά ύδατα Ελλάδας – Τουρκίας στα 3 ναυτικά μίλια. Στις 17 Σεπτεμβρίου 1936 η κυβέρνηση Μεταξά επέκτεινε τα ελληνικά χωρικά ύδατα από τα 3 στα 6 ναυτικά μίλια. Σχεδόν 28 χρόνια αργότερα, το 1964, η Τουρκία επέκτεινε με τη σειρά της τα χωρικά της ύδατα στο Αιγαίο στα 6 ναυτικά μίλια. Με βάση τα 6 ν.μ., η Τουρκία ασκεί εθνική κυριαρχία στο 7,4% του Αιγαίου, η Ελλάδα στο 44% και το 48,4% αποτελεί διεθνή ύδατα. Εάν η Ελλάδα επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 ναυτικά μίλια στο Αιγαίο, θα ασκεί κυριαρχία στο 62% των χωρικών υδάτων. Μάλιστα, όπως δείχνει ο σχετικός χάρτης, με 12 ν.μ. δεν θα υπάρχει συνεχόμενος διάδρομος διεθνών υδάτων για τη ναυσιπλοΐα στο Αιγαίο για τα πλοία που κατεβαίνουν από τον Βόσπορο για να συνεχίσουν στη Μεσόγειο!
7. Ο χάρτης αυτός καταρτίστηκε με τον εξής… έγκυρο από την άποψη του διεθνούς δικαίου τρόπο: Το 2007 με την υποστήριξη του… υπουργείου Παιδείας και Επιστημών της Ισπανίας, οι καθηγητές Juan Luis Suárez de Vivero και Juan Carlos Rodríguez Mateos του Πανεπιστημίου της Σεβίλλης, κατέγραψαν την θαλάσσια γεωγραφία της Ευρώπης, με αναλυτικούς χάρτες και γραφήματα, εκδίδοντας τον «Άτλαντα των Ευρωπαϊκών Θαλασσών και Ωκεανών» («Atlas of the European Seas and Oceans Marine jurisdictions, sea uses and governance»). Πέραν του χάρτη, το έργο περιλαμβάνει μια ταξινόμηση όλων των κύριων θαλάσσιων χρήσεων και δραστηριοτήτων στις ευρωπαϊκές θάλασσες. Στη συνέχεια υιοθετήθηκε στο σύνολο του από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εντασσόμενο στη στρατηγική ολοκληρωμένης θαλάσσιας πολιτικής της Ε.Ε., γνωστή και ως «Μπλε Βιβλίο» (Blue Book).

8. Η Συνθήκη της Λοζάνης αναφέρει: «“Προς εξασφάλισιν της ειρήνης, η Ελληνική Κυβέρνησις υποχρεούται να τηρή εν ταις νήσοις Μυτιλήνη, Χίω, Σάμω και Ικαρία τα ακόλουθα μέτρα:

Αι ειρημέναι νήσοι δεν θα χρησιμοποιηθώσιν εις εγκατάστασιν ναυτικής βάσεως ή εις ανέργερσιν οχυρωματικού τινός έργου.

Θα απαγορευθεί εις την Ελληνικήν στρατιωτικήν αεροπλοίαν να υπερίπταται του εδάφους της ακτής της Ανατολίας. Αντιστοίχως, η Οθωμανική Κυβέρνησις, θα απαγορεύση εις την στρατιωτικήν αεροπλοϊαν αυτής να υπερίπταται των ρηθεισών νήσων.

Αι ελληνικαί στρατιωτικαί δυνάμεις εν ταις ειρημέναις νήσοις θα περιορισθώσι εις τον συνήθη αριθμόν των δια την στρατιωτικήν υπηρεσίαν καλουμένων, οίτινες δύνανται να εκγυμνάζωνται επί τόπου, ως και εις δύναμιν χωροφυλακής και αστυνομίας ανάλογον προς την εφ’ ολοκλήρου του ελληνικού εδάφους υπάρχουσαν τοιαύτην”.
Η Συνθήκη των Παρισίων αναφέρει:

“Αι ανωτέρω νήσοι θα αποστρατιωτικοποιηθώσι και θα παραμείνωσιν αποστρατιωτικοποιημέναι”.

9. Από το σάιτ του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών, κείμενο με τίτλο «Τουρκικοί ισχυρισμοί περί ασποστρατικοποίησης των νησιών του Αιγαίου».




Ο «χειμώνας του 1942», ο πόλεμος που «θα διαρκέσει πολύ ακόμη», η ακροδεξιά κι ο σεξισμός, τα δικαιώματα και οι ελευθερίες

Τι εννοεί ο Άδωνις όταν προτρέπει να προετοιμαστούμε για τον δυσκολότερο χειμώνα ύστερα από το 1942; Γιατί ο Μακρόν προειδοποιεί για το «τέλος της ανεμελιάς»; Τι σημαίνει η προειδοποίηση του γ.γ. του ΝΑΤΟ Στόλτεμπεργκ ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία «θα διαρκέσει πολύ ακόμη»; Γιατί τόσες πολλές κρίσεις (οικονομική, ενεργειακή, επισιτιστική, κρίση στις διεθνείς σχέσεις, κρίση αναπαραγωγής των εργαζόμενων τάξεων) μαυρίζουν τον ορίζοντα της ανθρωπότητας και ποια είναι η σχέση τους με την κλιματική κρίση; Τι σημαίνει η θεαματική άνοδος της άκρας δεξιάς στη Σουηδία και τι θα σημάνει η άνοδος της ακροδεξιάς Μελόνι των «Αδελφών για την Ιταλία» στην πρωθυπουργία; Είναι «ξαφνική και αναπάντεχη» ή προδιαγεγραμμένη η αύξηση των γυναικοκτονιών και η αντεπίθεση των σεξιστικών αντιλήψεων και πρακτικών; Γιατί η κυβέρνηση Μητσοτάκη επιμένει στο κρεσέντο καταστολής ενώ βαδίζουμε προς τις εκλογές; Πώς συνδέονται όλα αυτά και ποια πρέπει να είναι η απάντηση από το κίνημα, την Αριστερά και τον αντικαπιταλιστικό χώρο;

Ποιες είναι οι αιτίες της ακρίβειας (ενέργεια, τρόφιμα, κατοικία)…

Είναι γνωστό ότι η ενεργειακή και επισιτιστική κρίση, δηλαδή η εκρηκτική άνοδος στις τιμές των προϊόντων της ενέργειας και των τροφίμων, άρχισε από τα τέλη του καλοκαιριού του 2021. Ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν δημιούργησε το πρόβλημα, απλώς το όξυνε περισσότερο. Η μεγάλη αύξηση των τιμών (ακρίβεια) γρήγορα γενικεύτηκε σε όλη την γκάμα των προϊόντων.

  • Η λεγόμενη «ενεργειακή μετάβαση» στην «πράσινη ενέργεια» στην Ευρώπη είχε σχεδιαστεί πάνω στο φυσικό αέριο (σαν μεταβατικό καύσιμο, παρόλο που είναι ορυκτό καύσιμο) και βασιστεί στις «πράσινες» μπίζνες και στο χρηματιστήριο ρύπων. Όποιο και αν είναι το πρόβλημα, ο καπιταλισμός μία «λύση» γνωρίζει: τις μπίζνες και την αγορά. Αυτή η «λύση» είχε ήδη εξασφαλίσει την αναρχία και αναποτελεσματικότητα του σχεδίου «μετάβασης» πριν ξεσπάσει ο πόλεμος στην Ουκρανία: ό,τι χανόταν από τη μείωση της προσφοράς προϊόντων άνθρακα (λόγω μείωσης των επενδύσεων σε αυτόν τον τομέα) δεν αναπληρωνόταν από τις «πράσινες» μπίζνες, ενώ οι απαραίτητες δημόσιες υποδομές προσέκρουαν στον τοίχο της «δημοσιονομικής πειθαρχίας». Όσο για το χρηματιστήριο των ρύπων, από υποτιθέμενος μηχανισμός πειθαρχίας στην πράσινη μετάβαση, έγινε η χαρά του κερδοσκόπου…

  • Η έκρηξη της ακρίβειας στα τρόφιμα έχει -μεταξύ άλλων- στρατηγικές αιτίες που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή: μείωση των καλλιεργήσιμων επιφανειών (λόγω συχνότερων και πιο καταστροφικών πυρκαγιών, λόγω ξηρασίας, λόγω ερημοποίησης από την ξηρασία αλλά και από την αποσάθρωση του εδάφους που φέρνει ο ραγδαίος χαρακτήρας των βροχών) και μείωση της απόδοσης των καλλιεργειών (λόγω μετατόπισης των κλιματικών ζωνών, προβλημάτων λειψυδρίας και ποιότητας των υδάτινων αποθεμάτων, μείωσης των σμηνών μελισσών που επιτελούν το αναντικατάστατο έργο της επικονίασης). Σε αυτές ο πόλεμος προσέθεσε το πρόβλημα με τα ουκρανικά σιτηρά και οι δυτικές κυρώσεις προσέθεσαν το πρόβλημα της έλλειψης ρωσικών λιπασμάτων αλλά και ρωσικών σιτηρών. Το χρηματιστήριο εμπορευμάτων πρόσθεσε την έξαρση της κερδοσκοπίας.

  • Η έκρηξη της ακρίβειας στα ενοίκια και στο κόστος στέγασης γενικότερα οφείλεται στη διαρκή επέκταση της αγοράς στη στέγη με αντίστοιχη διαρκή μείωση της ιδιοκατοίκησης – ακόμη και τα σπίτια που κατοικούμε εντάχτηκαν κατά κάποιον τρόπο στην αγορά μέσω του airbnb. Δεν είναι λοιπόν η αύξηση της ζήτησης που επέκτεινε την αγορά, αλλά αντίθετα η συνειδητή και σχεδιασμένη από τις κυβερνήσεις επέκταση της αγοράς που αύξησε τη ζήτηση (υποχρέωσε περισσότερους ανθρώπους να αναζητούν στέγη στην αγορά ενοικίων) και εκτόξευσε την κερδοσκοπία. Η κατάργηση του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας και οποιουδήποτε σχεδίου λαϊκής στέγης σε συνδυασμό με την απαλλοτρίωση εργατικής στέγης μέσα από την μηχανισμό διαχείρισης των «κόκκινων δανείων» δεν ήταν χωρίς λόγο ή σχέδιο ούτε χωρίς συνέπειες.

Η αύξηση της ζήτησης λόγω επανεκκίνησης της οικονομίας ύστερα από τα lock down λόγω πανδημίας ήταν αιτία για να αυξηθούν οι τιμές, αλλά στη συνέχεια με τον πόλεμο στην Ουκρανία έχουμε πλέον πρόβλημα προσφοράς, λόγω των δυτικών κυρώσεων στα ρωσικά ενεργειακά προϊόντα αλλά και επειδή κλιμακώθηκε ο διακρατικός ανταγωνισμός και αυτό όξυνε την αποδιάρθρωση των εφοδιαστικών αλυσίδων και την κρίση του «ελεύθερου εμπορίου». Ήταν το κατάλληλο πλαίσιο για να πάρει τη σκυτάλη η κερδοσκοπία. Καθώς η τιμή όλων των εμπορευμάτων διαπραγματεύεται στα χρηματιστήρια εμπορευμάτων, οι κερδοσκόποι οργάνωσαν ένα πολύ πλούσιο «πάρτι» σε βάρος όλων μας, με τεράστιες διακυμάνσεις στις τιμές από μέρα σε μέρα, ακόμη και στη διάρκεια της ίδιας συνεδρίασης.

Συμπέρασμα: Τι φταίει για την ακρίβεια; Ότι η «ενεργειακή μετάβαση» αφέθηκε στις «πράσινες» μπίζνες και το χρηματιστήριο ρύπων, δηλαδή στην αγορά και το κίνητρο του κέρδους˙ ότι αυτό το σύστημα είναι εγγενώς ανίκανο να σκεφτεί και να οργανώσει απάντηση στην κλιματική κρίση, η οποία αναπόφευκτα κλιμακώνεται, με μία από τις συνέπειές της να είναι η επισιτιστική κρίση˙ότι ο ενεργειακός ανταγωνισμός των ισχυρών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων (για κοιτάσματα, προμήθειες και αποθέματα, αγωγούς και δρόμους μεταφοράς), που ήταν μία από τις αιτίες, ίσως η σημαντικότερη για την πυροδότηση του πολέμου στην Ουκρανία, στο έδαφος του πολέμου οξύνεται ακόμη περισσότερο και γενικεύεται, σπάζοντας διαρκώς νέους κρίκους στις εφοδιαστικές αλυσίδες και το «ελεύθερο εμπόριο»˙ ότι η καθολική επέκταση της εμπορευματοποίησης των κοινωνικών αγαθών, η διάλυση του κοινωνικού κράτους και η διαρκής λιτότητα στους μισθούς, που ισοδυναμεί με επέκταση των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας και πλήρη υπαγωγή των εργαζόμενων τάξεων σε αυτά, δίνει φτερά στην κερδοσκοπία, που σε αυτές τις συνθήκες «αλλάζει πίστα», γίνεται οργιώδης˙ότι οι κυβερνήσεις δεν θέλουν σε κανένα ζήτημα και για κανέναν λόγο να θίξουν την απόλυτη εξουσία της Αγοράς και του Κέρδους.

και ποια η απάντηση;

Οι αιτίες του προβλήματος προσδιορίζουν τις προβλέψεις για το μέλλον, αλλά και τα μέσα για την αντιμετώπισή του. Είναι φανερό ότι οι βασικές αιτίες δεν θα αρθούν, αντίθετα κάποιες από αυτές θα επιδεινώνονται. Είναι επίσης φανερό ότι ο νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός «δεν μπορεί να μην είναι ο εαυτός του», άρα οι λύσεις που σκέφτεται υπόσχονται «αίμα και δάκρυα» για την κοινωνική πλειονότητα (αυτούς κι αυτές που ζουν από τη δική τους εργασία κι όχι από την εργασία των άλλων).

  • Αυξάνουν τα επιτόκια (γιατί αυτή τη «συνταγή» γνωρίζουν) και έτσι μετατρέπουν την οικονομική επιβράδυνση σε ύφεση, αφού το πρόβλημα δεν είναι η υπερθέρμανση της ζήτησης αλλά οι ελλείψεις στην προσφορά. Στη συνέχεια, είτε θα κάνουν πίσω τρομάζοντας από τις οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές συνέπειες της ύφεσης, οπότε θα έχουμε στασιμοπληθωρισμό, είτε θα το πάνε μέχρι τέλους, οπότε η ύφεση θα προσλάβει μεγαλύτερο βάθος, με πιθανή συνέπεια ένα «κραχ» στις αγορές αλλά και χρεοκοπίες επιχειρήσεων και κρατών.

  • Ασκούν παράλληλα τη γνωστή πολιτική «επιδομάτων», η οποία ουδεμία σχέση έχει με αυτό που συνηθίσαμε να ονομάζουμε επιδοματική πολιτική και να το συνδέουμε με τις παροχές του κοινωνικού κράτους. Πρόκειται για επιδότηση του επιχειρηματικού τομέα, η οποία μάλιστα με τις προπληρωμένες κάρτες είναι απευθείας επιδότηση χωρίς τα χρήματα να περνούν καν από τους λογαριασμούς των καταναλωτών (γιατί ο νεοφιλελεύθερος ρατσισμός ενάντια στην εργατική τάξη διδάσκει ότι αυτοί οι «κατώτεροι» μπορεί να ξοδέψουν τα χρήματα για να ικανοποιήσουν τις «χαμερπείς» τους ανάγκες και να μην καταλήξουν στις εταιρείες ενέργειας).

  • Κάνουν ακόμη και εθνικοποιήσεις εταιρειών του ενεργειακού τομέα (στη Γαλλία και την Γερμανία), αλλά μόνο για να μην χρεοκοπήσουν και λειτουργήσουν σαν Lehman Brothers του ενεργειακού τομέα. Αφού το κράτος καλύψει τις ζημιές τους, θα τις αποδώσει ξανά ακμαίες στον ιδιωτικό τομέα.

  • Αποφεύγουν να θίξουν τα γρανάζια της αγοράς και της κερδοσκοπίας. Κάτω από την απειλή της ύφεσης και σοβαρών κοινωνικών και πολιτικών συνεπειών στην Ευρώπη, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατέθεσε πρόταση για αποσύνδεση της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος από την τιμή του φυσικού αερίου (το πλέον αυτονόητο μέτρο), χωρίς να είναι ακόμη βέβαιο ότι θα υιοθετηθεί από την ΕΕ.

  • Αποφεύγουν να στηρίξουν το εργατικό εισόδημα (η Λαγκάρντ είπε ότι οι εργαζόμενοι πρέπει «να περιορίσουν τις μισθολογικές τους απαιτήσεις»!) ενώ η ακρίβεια καλπάζει.

  • Ετοιμάζονται να περικόψουν ακόμη και αυτή την πολιτική των επιδοτήσεων, στο όνομα της δημοσιονομικής πειθαρχίας.

Συγκέντρωση δυνάμεων και αριστερή ατζέντα μάχης

Υπ’ αυτές τις συνθήκες, ο Άδωνις διαβάζει βουλωμένο γράμμα: πράγματι έρχεται πολύ δύσκολος χειμώνας για τις εργαζόμενες τάξεις. Η κατάσταση λοιπόν δεν αφήνει περιθώρια για παθητικότητα και αδράνεια. Απαιτείται κινητοποίηση, πρωτοβουλίες, συγκέντρωση δυνάμεων για κοινές μάχες πάνω σε μια κοινή προγραμματική ατζέντα. Τα βασικά συστατικά μιας τέτοιας ατζέντας μάχης έχουν ήδη εκ των πραγμάτων αναδειχθεί:

  • Αύξηση μισθών και τιμαριθμική αναπροσαρμογή (ΑΤΑ) για να αντιμετωπιστούν οι απώλειες από την ακρίβεια, η οποία για τα χαμηλότερα στρώματα των εργαζόμενων τάξεων ξεπερνά το 20% (υπερκαλύπτοντας τις τελευταίες αυξήσεις του κατώτερου μισθού, που εξάλλου ήταν «παγωμένος» από το 2012)!

  • Μείωση των συντελεστών ΦΠΑ στα ενεργειακά προϊόντα (ηλεκτρικό ρεύμα, πετρέλαιο, φυσικό αέριο) – μείωση των ειδικών φόρων κατανάλωσης στα καύσιμα – αποσύνδεση της τιμής ηλεκτρικού ρεύματος από την τιμή του φυσικού αερίου – κατάργηση του χρηματιστηρίου ενέργειας (του «ναού» της κερδοσκοπίας) – εθνικοποίηση χωρίς αποζημίωση των εταιρειών ενέργειας (αν αυτά «επιτρέπεται» να γίνονται για τη γερμανική θυγατρική της ρωσικής Rosneft, επιβάλλεται να γίνονται για να προστατευτεί το εργατικό εισόδημα και να μην παγώσουν οι εργαζόμενοι). Στα καθ’ ημάς, εθνικοποίηση της ΔΕΗ, όχι για να αποδοθεί ξανά στους μετόχους αλλά ως βήμα για να γίνει ξανά η ενέργεια από χρηματιστηριακό προϊόν κοινωνικό αγαθό.

  • Επανασύσταση της Εργατικής Κατοικίας και υλοποίηση προγράμματος εργατικής κατοικίας, με στόχο να αυξηθεί κι όχι να μειωθεί η ιδιοκατοίκηση.

  • Υγεία – παιδεία – ενέργεια – περιβάλλον – εργατική κατοικία, έξω από τις αγορές, έξω από το κερδοσκοπικό και χρηματιστηριακό «κύκλωμα».

Τα λόγια όμως δεν αρκούν˙ θα χρειαστεί να συσπειρωθούν δυνάμεις, οι ευρύτερες δυνατές, να αναληφθούν πρωτοβουλίες και να οργανωθούν κινητοποιήσεις πάνω σε ένα τέτοιο πρόγραμμα μάχης.

Να σταματήσει εδώ και τώρα ο πόλεμος στην Ουκρανία!

«Πληρώνουμε μια άλλη χώρα για να πολεμά έναν φρικτό πόλεμο στο δικό της έδαφος, ώστε να μην χρειαστεί να πολεμήσουμε έναν χειρότερο πόλεμο στο έδαφος ενός συμμάχου μας στο ΝΑΤΟ», μου είπε ο Φρέντερικ Κάγκαν από το American Enterprise Institute. “Ακούγεται μάλλον ψυχρό όταν τίθεται με αυτόν τον τρόπο, δεν νομίζεις;”». Αυτά έγραφε πρόσφατα σε άρθρο του αρθρογράφος του Bloomberg! Ο πόλεμος στην Ουκρανία, πόλεμος ιμπεριαλιστικός – άδικος από τις δύο πλευρές, παίρνει τα χαρακτηριστικά βρόμικου πολέμου που διαρκεί χωρίς να διαφαίνεται το τέλος του. Εκεί συναντιούνται και τρίβονται οι τεκτονικές πλάκες του ιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού, προκαλώντας «ρίγη» πολεμοκαπηλίας, μιλιταρισμού και εθνικισμού, αλλά και φρενίτιδα εξοπλιστικού ανταγωνισμού.
Πρέπει λοιπόν να κινητοποιηθούμε για το σταμάτημα του πολέμου εδώ και τώρα, αλλά και ενάντια σε όλα όσα αυτός προκαλεί ή απλώς οξύνει. Αυτό δεν θα φέρει μια δίκαιη ειρήνη, αλλά θα είναι προτιμότερο από τη φρίκη και τις πολλαπλές οδυνηρές συνέπειες της συνέχισής του.

Αγώνας ενάντια στον κρατικό αυταρχισμό, την άκρα δεξιά και τον φασισμό

Ένα διεθνές ρεύμα πολύμορφης και ετερόκλητης άκρας δεξιάς, παραδοσιακής και «μεταμοντέρνας», την οποία συμπληρώνουν νεοναζιστικές ομάδες, κομματίδια ή κόμματα (όπως στην Ελλάδα η Χρυσή Αυγή και το κόμμα του Κασιδιάρη), είναι σε διαρκή άνοδο και μαζικοποιείται τα τελευταία χρόνια: Τραμπ και «τραμπισμός» στις ΗΠΑ, Μπολσονάρου στη Βραζιλία, Μελόνι και Σαλβίνι στην Ιταλία, Vox στην Ισπανία και AfD στη Γερμανία, Όρμπαν στην Ουγγαρία. Όχι το ίδιο επιθετικά, με τον ίδιο τρόπο και στον ίδιο βαθμό και με ή χωρίς αναφορές ή νοσταλγία προς την κληρονομιά του φασισμού και του ναζισμού του Μεσοπολέμου, τους ενώνει ωστόσο

ο επιθετικός ρατσισμός και η ξενοφοβία, ο αυταρχισμός, η ισλαμοφοβία και ο αντισημιτισμός, η ανοιχτή ή έμμεση απόρριψη της (αστικής) κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, ο μισογυνισμός, η λατρεία στα ορυκτά καύσιμα και ο κλιματοσκεπτικισμός, ο μιλιταρισμός, η περιφρόνηση για τα δημοκρατικά δικαιώματα και ελευθερίες, η συνωμοσιολογία και η αστυνομική αντίληψη για την Ιστορία, το μίσος για την κοινότητα LGBTQ, ο σκοταδισμός και η παθολογική προσκόλληση στο τρίπτυχο «Πατρίς-Θρησκεία-Οικογένεια». Συνιστούν μεγάλο κίνδυνο όχι μόνο γι’ αυτό που αντιπροσωπεύουν ως κόμματα ή ρεύματα, όχι μόνο γιατί βρέθηκαν ή αναμένεται να βρεθούν στην κυβέρνηση στις αντίστοιχες χώρες, αλλά και γιατί επιβάλλουν πολιτική ατζέντα και μετατοπίζουν συνολικά προς θέσεις ή πρακτικές ή συμμαχίες άκρας δεξιάς κόμματα της παραδοσιακής δεξιάς (όπως η αγγλική δεξιά με ηγέτιδα πλέον την Τρας ή ο Μητσοτάκης στην Ελλάδα) ή και ακροκεντρώους όπως ο Μακρόν, δίνοντας τον τόνο σε μια επικίνδυνη συνολική αυταρχοποίηση του πολιτικού συστήματος και του κράτους.

Ο κίνδυνος που αντιπροσωπεύουν δεν πρέπει να υποτιμηθεί! Αντίθετα, πρέπει να οργανώσουμε συστηματικά τον αγώνα ενάντια στο πρόγραμμα και τις πρακτικές τους.

Αγώνας ενάντια στον ρατσισμό

Τα μεταναστευτικά και προσφυγικά ρεύματα των τελευταίων δεκαετιών οφείλονται σε δύο βασικές αιτίες: στον πόλεμο (ιμπεριαλιστική επέμβαση, διακρατική σύγκρουση, εμφύλιος) και στην ακραία φτώχεια. Η επισιτιστική κρίση και η επικίνδυνη κλιμάκωση των ανταγωνισμών πρόκειται να τα διατηρήσουν και μαζικοποιήσουν, ενώ στο όχι πολύ μακρινό μέλλον θα υπάρξουν και μεταναστευτικά/προσφυγικά ρεύματα από αιτίες που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή (λόγω λειψυδρίας, λόγω εξαφάνισης νησιωτικών περιοχών ή εθνών από την άνοδο της στάθμης της θάλασσας κ.λπ.).

Τα κράτη των αναπτυγμένων πόλων του καπιταλισμού (ΗΠΑ, κράτη-μέλη ΕΕ) επιλέγουν τον ρατσισμό σαν μέθοδο απώθησης, καταστολής, υποτίμησης (ώστε να αξιοποιούνται σε κάποιο βαθμό και ως πάμφθηνη εργατική δύναμη) αλλά και διαχείρισης του πληθυσμού των μεταναστών και προσφύγων, χτίζουν τείχη και καμπ-κολαστήρια στις χώρες πρώτης υποδοχής, νομιμοποιούν ή συγκαλύπτουν κακοποιητικές και δολοφονικές πολιτικές όπως οι επαναπροωθήσεις (pushbacks), οργανώνονται τα ίδια σαν «φρούρια» αποτροπής.

Η Ελλάδα, χώρα που υποδέχεται μετανάστες και πρόσφυγες από τα Βαλκάνια, τη Μέση Ανατολή και την Αφρική, έχει μετατραπεί σε χώρα-«φυλακή» προσφύγων αλλά και σε αντιπροσφυγικό «σύνορο» της ΕΕ. Επί κυβέρνησης Μητσοτάκη οι αντιπροσφυγικές πολιτικές οξύνθηκαν και οι επαναπροωθήσεις προσέλαβαν τρομακτικές διαστάσεις και εγκληματικές μορφές, με τη συνέργεια της Frontex και τη σιωπηλή συναίνεση των ευρωπαϊκών αρχών. Στα νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου και στον Έβρο συντελούνται μικρότερα και μεγαλύτερα εγκλήματα κατά των προσφύγων.

Όχι μόνο για λόγους δικαιοσύνης και ανθρωπισμού, αλλά και γιατί έχουμε ταχθεί με το μέρος των εκμεταλλευόμενων, των καταπιεσμένων και των αδυνάτων αυτού του κόσμου, λέμε «σύνορα ανοιχτά για την προσφυγιά», δικαίωμα στο άσυλο και σε μια ανθρώπινη ζωή, καλοδεχούμενοι οι πρόσφυγες στις γειτονιές μας, δικαίωμα στην υγεία και την εκπαίδευση, όχι στα καμπ-κολαστήρια και τις επαναπροωθήσεις, όχι στη ρατσιστική συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας, στην Ελλάδα-φυλακή και την Ευρώπη-φρούριο, όχι στον ρατσισμό.

και τον σεξισμό

Οι γυναικοκτονίες, των οποίων ο αριθμός αυξάνεται διαρκώς, η ρύθμιση της κυβέρνησης Μητσοτάκη για την υποχρεωτική συνεπιμέλεια των παιδιών, η εμφάνιση και στη χώρα μας πρωτοβουλιών και αποπειρών να νομιμοποιηθούν στη δημόσια συζήτηση θέματα όπως της απαγόρευσης των αμβλώσεων (με τη συμβολή και της Εκκλησίας), γεγονότα όπως η δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου/της Zackie ή του ομαδικού βιασμού της Γεωργίας από φερέλπιδες γόνους μεγάλων επιχειρηματικών οικογενειών, είναι ασφαλής δείκτης κινδύνου για τα δικαιώματα των γυναικών και των παιδιών, καθώς και των LGBTQ ατόμων. Η νέα άκρα δεξιά έχει κάνει σημαία της και μέρος του προγράμματος και της πολιτικής της ατζέντας την ανοιχτή επίθεση σε αυτά τα δικαιώματα και ελευθερίες προσπαθώντας να αντιμετωπίσει έτσι την κρίση της παραδοσιακής οικογένειας και να θέσει ξανά κάτω από την μπότα του «πατρίς-θρησκεία-οικογένεια» τον αναπαραγωγικό ρόλο της οικογένειας και να κανονικοποιήσει σε αντιδραστική κατεύθυνση τα σεξουαλικά πρότυπα. Το γεγονός ότι πιο παραδοσιακές πολιτικές δυνάμεις ή και κράτη επιμένουν στην πολιτική του «δικαιωματισμού», του γάμου των ομοφυλοφίλων κ.λπ. ούτε υποβαθμίζει τον κίνδυνο ούτε πρέπει να κάνει πρότυπό μας ένα τέτοιο δικαιωματισμό. Οι μάχες για τα δικαιώματα των γυναικών, των παιδιών και των LGBTQ ατόμων έχουν κεντρική σημασία, όπως αποδεικνύουν -για παράδειγμα- οι μεγάλες κινητοποιήσεις και η σκληρή αντιπαράθεση για το δικαίωμα στην άμβλωση σε σημαντικές χώρες (Βραζιλία, ΗΠΑ, Πολωνία).




Εισοδηματική πολιτική, κρατική ενίσχυση και το πέρασμα (pass) των υποτελών τάξεων στην “λιτή ζωή”

<strong>Εισοδηματική πολιτική, κρατική ενίσχυση και το πέρασμα (pass) των υποτελών τάξεων στην «λιτή ζωή»</strong>

Οι  αυξήσεις τόσο στην τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας αλλά και των καυσίμων  (πετρέλαιο, βενζίνη, φυσικό αέριο) μείωσαν  σε μεγάλο βαθμό το εισόδημα των εργαζόμενων. Η αντίδραση της κυβέρνησης Μητσοτάκη, υπό τον φόβο της πολιτικής φθοράς και των ενδεχόμενων κοινωνικών αντιδράσεων, είναι η ενίσχυση της καταναλωτικής δύναμης των εργαζομένων μέσω μιας πολιτικής επιδοτήσεων, είτε μέσω εκπτώσεων στα τιμολόγια της ενέργειας είτε μέσω των επιταγών  (vouchers) επιδότησης.  Μάλιστα, o υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Σκρέκας εκτίμησε ότι η επιδότηση του Σεπτεμβρίου θα ανέλθει σε 1,9 δισεκατομμύριο ευρώ. Από πολλούς και πολλές, αυτή η μορφή επιδότησης χαρακτηρίστηκε «επιδοματική πολιτική» που στόχο έχει την οικονομική ενίσχυση των νοικοκυριών προκειμένου να αντεπεξέλθουν στις ανάγκες τους για ενέργεια και καύσιμα. Αρκετοί μάλιστα έκριναν ότι ο πρωθυπουργός αυτοδιαψεύσθηκε, αναγκαζόμενος να μετακινηθεί από τη νεοφιλελεύθερη δογματική αντίθεσή του στην επιδοματική πολιτική. 

Από το κοινωνικό κράτος, στο «δίχτυ προστασίας»

Η επιδοματική πολιτική στην Ελλάδα -και στα περισσότερα καπιταλιστικά και  αστικοδημοκρατικά κράτη-πρόνοιας-  διαμορφώνεται κυρίως μέσα από το σύστημα της κοινωνικής ασφάλισης και το σύστημα της κοινωνικής προστασίας. Το πρώτο αφορά σε ασφάλιση κινδύνων (η ανεργία, η ασθένεια, το γήρας, η μητρότητα κ.λπ.) και χρηματοδοτείται μέσω των ασφαλιστικών εισφορών. Πρόκειται για σύστημα ανταποδοτικό. Το σύστημα της κοινωνικής πρόνοιας αφορά σε μονομερείς παροχές του κράτους προς άτομα ή κοινωνικές ομάδες προκειμένου να καλύψουν ανάγκες τους. Χρηματοδοτείται από την φορολογία. Οι παροχές αφορούν σε παροχές σε χρήμα, είδος ή κοινωνικές υπηρεσίες.

Ήδη από τη δεκαετία του ’80, στα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη οι εκφραστές του νεοφιλελευθερισμού ασκούν κριτική ως προς  το κόστος των κοινωνικών δαπανών: το κράτος πρόνοιας ανακηρύσσεται κοστοβόρο. Οι πιέσεις που ασκούνται για το υψηλό κόστος του κράτους πρόνοιας οδηγούν σε μετασχηματισμούς της κοινωνικής πολιτικής και ειδικότερα της προνοιακής πολιτικής, που μεταλλάσσεται στο νεοφιλελεύθερο «δίχτυ προστασίας». Στην κατεύθυνση αυτή συμβάλλει και η συζήτηση που ξεκίνησε την ίδια δεκαετία για την περίφημη υπο-τάξη (under class), ένα αταξικό μόρφωμα (άνεργοι/ες τοξικοεξαρτημένοι/ες, αρχηγοί μονογονεϊκών νοικοκυριών, αποφυλακισμένες/οι κ.λπ.),  που ταυτίζεται με τη ομάδα φτωχών και περιθωριοποιημένων που βρίσκονται εκτός του πεδίου της παραγωγής και κατανάλωσης, στις παρυφές της εργατικής τάξης. Άθροισμα ατόμων που, σύμφωνα με τους νεοφιλελεύθερους, φέρουν την προσωπική ευθύνη της κατάστασής τους. 

Η κυριαρχία του νεοφιλελευθερισμού στην Ευρώπη προτάσσει ένα ελάχιστα αναδιανεμητικό κράτος, περιστολή των κοινωνικών δαπανών και «δημοσιονομική πειθαρχία». Οι νεοφιλελεύθεροι διακηρύσσουν ότι την ευθύνη για τη δημιουργία της υπο-τάξης έχει το κράτος πρόνοιας˙ είναι αυτό που δημιουργεί κουλτούρα εξάρτησης στους φτωχούς, οι οποίοι προσδοκούν μονίμως οφέλη από τα επιδόματα που χρηματοδοτούν όσοι και όσες εργάζονται, έχουν μειωμένες φιλοδοξίες, είναι παθητικοί δέκτες των επιδομάτων, αποσύρονται εκούσια από την αγορά εργασίας, δεν ενεργοποιούνται και δεν αναλαμβάνουν την ατομική ευθύνη για την διασφάλιση της αξιοπρεπούς διαβίωσής τους.

Η οικονομική κρίση το 2009 στην Ελλάδα επέφερε σημαντικές αλλαγές στην κοινωνική πολιτική και ειδικότερα στις πολιτικές κοινωνικής προστασίας. Το τέλος της «ευημερίας και της ανεμελιάς» των εργαζόμενων τάξεων και το πέρασμα στον «λιτό βίο»  θεσμοθετήθηκε με την εφαρμογή τριών μνημονίων και την άσκηση σκληρών πολιτικών λιτότητας. Το σύστημα των προνοιακών παροχών μετατρέπεται σε σύστημα κάλυψης των «πραγματικών» αναγκών, και πλέον οι κοινωνικές δαπάνες στοχεύουν μόνο σε ειδικές «ευάλωτες» ομάδες (ομάδες-στόχους), διαμορφώνοντας έτσι ένα υπολειμματικό μοντέλο πρόνοιας που παρέχει ένα ελάχιστο «δίχτυ ασφάλειας». Η κρατική εγγύηση αφορά έτσι μόνο την ακραία ένδεια. Οι φτωχοί στρωματοποιούνται και όσοι/όσες δεν βρίσκονται σε κατάσταση ακραίας φτώχειας εκπίπτουν της κοινωνικής προστασίας. Ακόμα και αυτές οι στοχευμένες παροχές στο πλαίσιο του «διχτυού ασφάλειας» (ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, κοινωνικό οικιακό τιμολόγιο) προϋποθέτουν αυστηρούς ελέγχους των περιουσιακών και εισοδηματικών στοιχείων των δικαιούχων. Έτσι, μοναδικός εγγυητής της κοινωνικής αναπαραγωγής των υποτελών τάξεων αναδεικνύεται η αγορά.

Ανταγωνισμός και κρατικές ενισχύσεις

Ωστόσο η αγορά πρέπει να έχει κανόνες, κανόνες που διασφαλίζουν τον ελεύθερο ανταγωνισμό και την προστατεύουν από αθέμιτες πρακτικές που διαστρεβλώνουν, αλλοιώνουν και νοθεύουν τον ανταγωνισμό. Η Συνθήκη της Λειτουργίας της Ένωσης (ΣΛΚ), προκειμένου να θωρακίσει θεσμικά και νομοθετικά την εσωτερική αγορά και τον ανταγωνισμό, εισάγει ρητή ρύθμιση που απαγορεύει τις κρατικές ενισχύσεις. Απαγορεύει δηλαδή ενισχύσεις που χορηγούνται με οποιαδήποτε μορφή από χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), ή με κρατικούς πόρους οι οποίες νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό μέσω της ευνοϊκής μεταχείρισης ορισμένων επιχειρήσεων ή ορισμένων κλάδων παραγωγής. Στο όνομα της ελευθερίας του  ανταγωνισμού, απαγορεύεται κάθε μορφή κρατικής ενίσχυσης προς τις ιδιωτικές επιχειρήσεις που θα αποφέρει πλεονέκτημα, δηλαδή βελτίωση της οικονομικής κατάστασης της επιχείρησης ή συγκεκριμένων κλάδων.

Η νεοφιλελεύθερη και αυταρχική κυβέρνησης της ΝΔ από την πρώτη στιγμή ανάληψης της εξουσίας κατέστησε σαφή την αντίθεσή της με την όποια επιδοματική πολιτική. Κυβερνητικά χείλη διαλαλούσαν και διαλαλούν ότι τα επιδόματα δημιουργούν εξάρτηση και ότι μοναδική θεραπεία στην φτώχεια και την ανεργία είναι η ενεργοποίηση στην αγορά εργασίας. Μάλιστα, στο μανιφέστο του νεοφιλελευθερισμού της κυβέρνησης της ΝΔ, στο πόρισμα Πισσαρίδη, με σαφήνεια αναφέρεται ότι «είναι σημαντικό να εξασφαλιστεί ότι το σύστημα δεν γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης από άτομα που δεν έχουν πραγματική ανάγκη». Να θυμηθούμε ότι από τις πρώτες παρεμβάσεις της κυβέρνησης ήταν οι μειώσεις των ασφαλιστικών εισφορών εργοδοτών και εργαζομένων, που παρουσιάστηκαν ως ελάφρυνση των επιχειρήσεων από το «μη μισθολογικό κόστος» και ως αύξηση του μισθού των εργαζομένων. Παρεμβάσεις που περιόρισαν την ασφαλιστική πολιτική κάλυψης των κινδύνων των εργαζομένων. Στην ίδια κατεύθυνση είναι και το νομοσχέδιο για τον ΟΑΕΔ, που ποινικοποιεί τους ανέργους και την επιδοματική πολιτική για την ανεργία και προτάσσει την ανάληψη της ατομικής ευθύνης για την αναπαραγωγή της εργασιακής τους δύναμης, με όρους μάλιστα αναγκαστικής εργασίας. 

Οι πρόσφατες επιδοτήσεις της κυβέρνησης δεν παρεκκλίνουν από την πολιτικής της, αυτή της  εγγύησης της κερδοφορίας μερίδων του κεφαλαίου, της δημοσιονομικής πειθαρχίας, της υπολειμματικής και αυταρχικής  κοινωνικής πολιτικής που προτάσσει την ατομική ευθύνη στην ανάληψη των κινδύνων. Ειδικότερα οι πρόσφατες μειώσεις στα τιμολόγια της ηλεκτρικής ενέργειας, καθόλου δεν προσιδιάζουν σε επιδοματική πολιτική που παραπέμπει στο κοινωνικό κράτος, διότι δεν αφορά σε κάποιο χρηματικό ποσό που έλαβαν στους τραπεζικούς τους λογαριασμούς οι καταναλωτές, ούτε σε παροχή σε είδος. Πρόκειται για απευθείας μεταβιβάσεις στους παρόχους ενέργειας, μέσω των τιμολογίων. Πρόκειται για δημόσιο χρήμα που καταλήγει στα ταμεία των  ιδιωτικών  επιχειρήσεων παραγωγής και παροχής ρεύματος, αφορά δηλαδή σε πολιτική κρατικής ενίσχυσης. Ακόμη και η παροχή των διαφόρων pass, όπως το fuel pass, προς τα φυσικά πρόσωπα/καταναλωτές αφορά σε παροχές που καταλήγουν στις επιχειρήσεις. Ουσιαστικά, παρακάμπτοντας το θεσμικό πλαίσιο που απαγορεύει τις κρατικές ενισχύσεις, εφαρμόζεται μια έμμεση πλην σαφής πολιτική κρατικής ενίσχυσης των επιχειρήσεων.

Πρόσφατα μάλιστα, στο πλαίσιο αυτής της αυταρχικής υπολειμματικής πολιτικής επανέρχεται και το νεοφιλελεύθερο δόγμα της ορθολογικής επιλογής. Ορθολογική επιλογή που αδυνατούν να κάνουν οι υποτελείς τάξεις, αδυνατώντας να κάνουν σωστή χρήση των κρατικών επιδομάτων και της κρατικής αρωγής. Μάλιστα, οι κρατικές υπηρεσίες ανακάλυψαν ότι δεν υπάρχει διαφάνεια «στο σημερινό μοντέλο πληρωμής των κοινωνικών επιδομάτων, η οποία διευκολύνει τις αδήλωτες και σκιώδεις συναλλαγές, όπως χρήση ροζ τηλεφωνικών γραμμών και διαδικτυακό τζόγο». Στόχος λοιπόν είναι η πληρωμή της πλειονότητας των επιδομάτων του ΟΠΕΚΑ και της ΔΥΠΑ (πρώην ΟΑΕΔ) να γίνεται με προπληρωμένες κάρτες, προκειμένου να ελέγχεται η ορθολογική χρήση των προνοιακών επιδομάτων, αλλά και να αποφεύγεται η φοροδιαφυγή, δηλαδή η είσπραξη του ΦΠΑ, για την οποία ευθύνονται οι υποτελείς τάξεις που τζογάρουν και κάνουν χρήση των ροζ τηλεφωνικών γραμμών!!! Όπως αναφέρει η αρθρογράφος, «Επικρατέστερο επίδομα για να μπει στην νέα λειτουργία -δηλαδή την πληρωμή μέσω προπληρωμένης κάρτας- είναι το επίδομα γέννας των 2.000 ευρώ που τέθηκε σε εφαρμογή από την1ηη Ιανουαρίου του 2020. Με την κάρτα αυτή οι δικαιούχες μητέρες θα μπορούν να αγοράζουν οποιοδήποτε προϊόν τούς χρειάζεται από οποιοδήποτε κατάστημα της χώρας με βρεφικά ή παιδικά είδη, αλλά δεν θα μπορούν να κάνουν ανάληψη ούτε ενός σεντ από αυτό, καθώς δεν θα αντιστοιχεί σε κάποιο τραπεζικό λογαριασμό τους».

Οι εξαγγελίες της κυβέρνησης στη ΔΕΘ δεν περιέχουν τίποτε άλλο παρά ένα μείγμα αυταρχικής υπολειμματικής κοινωνικής πολιτικής, με την μορφή των έκτακτων ενισχύσεων, της κρατικής ενίσχυσης προς τις εταιρείες και των πολιτικών βιοεξουσίας  και πειθάρχησης των υποτελών τάξεων. Ένα μείγμα πολιτικών μέτρων που θωρακίζει την κερδοφορία των επιχειρήσεων, επιφυλάσσει τον «λιτό βίο» για τα νοικοκυριά των εργαζόμενων τάξεων και αναπαράγει το οδυνηρό πέρασμα των υποτελών στη μη  αξιοβίωτη ζωή.

_________________________

1 Από τον ΟΑΕΔ, νυν ΔΥΠΑ, παρέχεται επίδομα ανεργίας, μακροχρόνιας ανεργίας, ειδικό εποχικό βοήθημα, ειδική παροχή προστασίας της μητρότητας, επίδομα διαμονής σε τουριστικά καταλύματα (κοινωνικός τουρισμός), επίδομα διαμονής σε παιδικές κατασκηνώσεις κ.λπ.

2 Τα προνοιακά επιδόματα αφορούν σε επιδόματα στήριξης της οικογένειας, όπως το επίδομα γέννησης ή το επίδομα παιδιού, επίδομα για όσους διαμένουν σε ορεινές και απομακρυσμένες περιοχές, επιδόματα σε άτομα με αναπηρίες, σε ανασφάλιστους υπερήλικες, επιδόματα στέγασης και ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα.  

3 Σύμφωνα με το  άρθρο 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ, κρατική ενίσχυση υπάρχει όταν η ενίσχυση χορηγείται από το κράτος , άμεσα ή έμμεσα μέσω κρατικών πόρων , καταλογίζεται στο δημόσιο, ευνοεί επιλεκτικά μία ή περισσότερες επιχειρήσεις, νοθεύει τον ανταγωνισμό  και επηρεάζει τις συναλλαγές μεταξύ χωρών της ΕΕ.

4 https://www.mononews.gr/oikonomia/meso-propliromenis-kartas-ta-proniaka-epidomata

πηγή: https://commune.org.gr/eisodimatiki-politiki-kratiki-enischysi-kai-to-perasma-pass-ton-ypotelon-taxeon-stin-liti-zoi/?fbclid=IwAR2lisjFPtM0SdmFsTzHx_CgLyIJck_B_KYE5_IzhxlPZEzZkwuhbsAHBpk