ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΟΚΚΙΝΟ ΝΗΜΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
4ης ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗΣ – ΙΟΥΝΙΟΣ 2024
ΔΙΕΘΝΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ
Η κρίση του καπιταλισμού προσλαμβάνει ιστορικά χαρακτηριστικά: είναι γενικευμένη, με έντονα στοιχεία «σαπίσματος», πολυπαραγοντική και κλιμακούμενη. Στο πλαίσιο αυτής της κρίσης, εισήλθαμε σε μια νέα φάση, έναν αιώνα μετά τη φάση 1914-1949, που μπορεί να χαρακτηριστεί φάση «πολέμων και επαναστάσεων». Προς το παρόν είμαστε στην εισαγωγή σε αυτή τη φάση: ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος στην Ουκρανία και η διάχυση και περιφερειοποίηση του πολέμου του Ισραήλ κατά της Παλαιστίνης αποτελούν ακριβώς μια τέτοια εισαγωγή. Δεν είναι μια αιφνίδια έξαρση που θα αποκλιμακωθεί, αλλά προδρομικά γεγονότα, προοίμιο κλιμάκωσης της ιμπεριαλιστικής αντιπαράθεσης.
Όταν αναφερόμαστε σε πολυπαραγοντική κρίση, εννοούμε ότι είναι η σύμφυτη και το συνδυασμένο αποτέλεσμα τριών δομικών καπιταλιστικών κρίσεων, που ωρίμασαν σε διαφορετικούς χρονισμούς, αλλά ξεσπούν στην ίδια ιστορική συγκυρία, σε μια πολύπλευρη-ιστορικού χαρακτήρα κρίση του καπιταλισμού. Αυτές είναι οι οι δύο μεγάλες κρίσεις του καπιταλισμού που γνωρίζουμε: i) η δομική οικονομική κρίση, και ii) η κρίση ηγεμονίας στο ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο, που οδηγεί στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο. Σε αυτές προστίθεται η iii) κλιματική κρίση που προσδίδει στη συνολική κρίση όψεις αδιέξοδης και βαθιάς, δηλαδή ιστορικής κρίσης.
1) Οικονομική κρίση
Με την κρίση του 2008 μπήκαμε σε νέο, επιταχυνόμενο μακρύ καθοδικό κύμα. Πλέον έχουμε να κάνουμε με πλήρη αδυναμία εξόδου από την κρίση του νεοφιλελεύθερου μοντέλου συσσώρευσης. Σύμφωνα με στοιχεία του IIF (Διεθνές Χρηματο-οικονομικό Ινστιτούτο), το παγκόσμιο χρέος κυμαίνεται περί τα 250 τρισεκατομμύρια δολάρια και ανέρχεται σε 330% του παγκόσμιου ΑΕΠ (Παγκόσμιο ΑΕΠ = 77 τρισεκατομμύρια δολάρια). Είμαστε σε αναμονή του ξεσπάσματος της παγκόσμιας κρίσης χρέους, που εξακολουθεί να αυξάνεται (παρά τα δρακόντεια προγράμματα λιτότητας ή ακριβώς εξαιτίας του μοντέλου συσσώρευσης που τα επιβάλλει), ιδιαίτερα τώρα που δεν μπορεί να συνεχίσει να εξυπηρετείται με χαμηλά (σχεδόν μηδενικά) επιτόκια, λόγω πληθωρισμού. Ο πληθωρισμός, που επέστρεψε σε συνδυασμό με υφέρπουσα στασιμότητα (στασιμοπληθωρισμός) μετά από 3 και πλέον δεκαετίες, είναι ακριβώς το σύμπτωμα της παρακμής του νεοφιλελεύθερου μοντέλου συσσώρευσης μετά το 2008.
2) Κρίση ηγεμονίας στο ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο
Ο παρασιτισμός και η «ανισόμετρη ανάπτυξη» που επέβαλε ο δυτικός ιμπεριαλισμός στον πλανήτη, υπέσκαψε την ίδια του την κυριαρχία στην σφαίρα της παραγωγής, μετατρέποντας «αναπτυσσόμενους υποτελείς» σε ανταγωνιστές. Αναδείχθηκε η Κίνα (εμφανώς μετά το 2008) σε άμεσο ανταγωνιστή των ΗΠΑ. Οι εμπορικές συμφωνίες – επενδύσεις της Κίνας σε Αφρική, Ασία και πολύ περισσότερο στην «πίσω αυλή» των ΗΠΑ στην Λατινική Αμερική, μαζί με το τεράστιο χαρτοφυλάκιο Αμερικάνικου κρατικού χρέους που διαθέτει, επέβαλαν την «απεμπλοκή» από την Μέση Ανατολή και το «πίβοτ» στον Ειρηνικό Ωκεανό του Ομπάμα, τον εμπορικό πόλεμο και προστατευτισμό του Τραμπ, την έμμεση αναγνώριση της Ταϊβάν από τον Μπάιντεν και την πολεμική ετοιμότητα στα νερά που την χωρίζουν από την ηπειρωτική Κίνα. Η pax Americana και το «τέλος της ιστορίας» που διαφημίστηκε επαρκώς μετά την κατάρρευση του κρατικού καπιταλισμού στην ΕΣΣΔ και τους δορυφόρους της αποδείχθηκε σύντομο ανέκδοτο… Ωστόσο, οι στρατιωτικές δαπάνες των ΗΠΑ εξακολουθούν να υπερβαίνουν αυτές όλων των υπολοίπων χωρών αθροιστικά εδώ και δεκαετίες.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι το 1ο σοβαρό επεισόδιο ενός γενικευμένου, αντιδραστικού και επικίνδυνα κλιμακούμενου για την ανθρωπότητα ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού ανάμεσα σε «δύση» (ΗΠΑ-ΕΕ κλπ.) και «ανατολή» (Ρωσία-Κίνα). Η ρευστότητα συσπείρωσης ανάμεσα στους 2 κύριους πόλους αναδεικνύει μια ιμπεριαλιστική πολυπολικότητα (BRICS κ.ά.), που δεν κάνει τον κόσμο ασφαλέστερο. Η ελληνοτουρκική «υποϊμπεριαλιστική» αντιπαράθεση για τις ΑΟΖ, εντάσσεται στο παραπάνω πλαίσιο όξυνσης των ανταγωνισμών ισχύος, αποθεμάτων κλπ.
Ακόμη και η σχετική αυτονόμηση του Ισραήλ, του «μαντρόσκυλου» των ΗΠΑ στην Μ. Ανατολή, που με την απροκάλυπτα εγκληματική του συμπεριφορά στη Γάζα δυσχεραίνει την μετά την γενοκτονία «τακτοποίηση» των ισορροπιών στην περιοχή (παρά την ολοσχερή προεκλογική υποστήριξη από Μπάιντεν και Τραμπ), καταδεικνύει την εικόνα των ασταθών συμμαχιών – ισορροπιών «όλων εναντίον όλων».
3) Κλιματική κρίση
Στη λιτότητα και τη φτώχεια, που περισφίγγουν σαν μέγγενη την κοινωνική πλειονότητα του πλανήτη Γη, έρχεται έτσι να προστεθεί μια νέα μεγάλη απειλή: των καταστροφών εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής. Oι ιδιαιτερότητες της κλιματικής κρίσης: i) Ωρίμασε στον πολύ μακρό ιστορικό χρόνο, που ταυτίζεται με όλη τη διάρκεια ζωής του βιομηχανικού καπιταλισμού ii) Είναι γενικευμένη, τόσο στις αιτίες όσο και στα αποτελέσματά της: Η βιομηχανική παραγωγή, η μεγάλη, βιομηχανοποιημένη γεωργία και κτηνοτροφία, η επέκταση των ανθρώπινων οικοσυστημάτων σε βάρος της φύσης, η καθαυτό παραγωγή αλλά και το διεθνές εμπόριο, το ενεργειακό πρότυπο το βασισμένο στα ορυκτά καύσιμα, το καταναλωτικό πρότυπο του αναπτυγμένου καπιταλιστικού κόσμου – όλα είναι αιτίες της κρίσης. iii) Είναι κρίση πλανητική κι όχι εστιασμένη σε κάποιες περιοχές (παρόλο που κάποιες περιοχές πλήττονται με σχετικά μεγαλύτερη σφοδρότητα). iv) Η κρίση αυτή έχει σημείο μη επιστροφής, πέρα από το οποίο ανατροφοδοτείται και κλιμακώνεται ανεξέλεγκτα πέρα από κάθε δυνατότητα να αναστραφεί. Έργο ανθρώπων, έργο του καπιταλισμού, η κλιματική κρίση ξεφεύγει από τις δυνατότητες του καπιταλισμού να τη διαχειριστεί όσον αφορά τόσο τις αιτίες της όσο και τις συνέπειές της. Ιστορικά ανήμπορος μπροστά στο καταστροφικό του έργο, μπορεί μόνο να προφυλάξει την καπιταλιστική τάξη, τα κέρδη της και στο «ο μη γένοιτο» την επιβίωσή της – αφήνοντας τους κοινωνικά αδύναμους (εργατική τάξη, βιοποριζόμενοι από τον αγροτικό τομέα και φτωχά λαϊκά στρώματα), αλλά και αδύναμα κράτη και τις κλιματικά ευάλωτες περιοχές εκτεθειμένους στη «μανία της φύσης» που ο ίδιος προκάλεσε.
Άνοδος της άκρας δεξιάς
Η άνοδος της άκρας δεξιάς παρατηρείται ως φαινόμενο εδώ και δύο δεκαετίες περίπου, τόσο στην Ευρώπη, όσο και σε άλλες μεγάλες χώρες όπως οι ΗΠΑ (Τραμπ), η Βραζιλία (Μπολσονάρου) κ.λ.π. Η εξέλιξη αυτή είναι ευθέως ανάλογη των οικονομικών και συνεπακόλουθα κοινωνικών κρίσεων που δημιουργεί η παγκοσμιοποιημένη, καπιταλιστική οικονομία. Οι κρίσεις αυτές, με πιο εμφατική εκείνη του 2008 στις ΗΠΑ που χτύπησε σαν τσουνάμι και την Ευρώπη, αντιμετωπίστηκαν από τους καπιταλιστές με μετατόπιση της ευθύνης στην εργατική τάξη κάθε χώρας με μέτρα «δημοσιονομικής πειθαρχίας». Η παρατεταμένη λιτότητα που επιβλήθηκε στην εργατική τάξη επέφερε κοινωνικές αντιδράσεις. Εκείνη την περίοδο, τη δεκαετία του 2010, οι αστοί επέλεξαν να ενισχύσουν τον ακροδεξιό ριζοσπαστισμό, για να συγκρατήσουν την άνοδο της Αριστεράς. Παραχώρησαν ελευθερία κινήσεων, ατιμωρησία και έδωσαν δημόσιο βήμα μέσα από τα ΜΜΕ σε μικρές ακροδεξιές και φασιστικές ομάδες, οι οποίες άρχισαν να μεγαλώνουν. Ενσωμάτωσαν την ακροδεξιά ατζέντα στον λόγο και στην άσκηση της πολιτικής τους με εγκληματικές συνέπειες. Προσπάθησαν με αυτόν τον τρόπο να συσπειρώσουν το συντηρητικό τους ακροατήριο, εν όψει «εθνικών κινδύνων», ενώ ταυτόχρονα ήθελαν να χτυπήσουν την άνοδο της αριστεράς, με τη δημιουργία ενός αντίθετου, διαχειρίσιμου, εθνικιστικού πόλου. Έχασαν όμως τον έλεχο και βλέπουν με τρόμο να εξαπλώνεται ο “ευρωσκεπτικισμός” της άκρας δεξιάς. Η Ευρώπη βρίσκεται και πάλι, μετά τον «παγετώνα» του covid, σε περίοδο λιτότητας, με μειωμένη παραγωγικότητα, εξαρτημένη ενεργειακά από τη Ρωσία, ανέτοιμη και αδύναμη να ανταγωνιστεί τις υπόλοιπες μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Σε αυτή την «ανθυγιεινή» κατάσταση, η άνοδος της ακροδεξιάς παίρνει ακόμα μεγαλύτερες διαστάσεις. Οι δεξιές κυβερνήσεις, όπως του Μητσοτάκη, πιέζονται όλο και περισσότερο να ενσωματώσουν ακροδεξιές πολιτικές και όλο και περισσότερο χάνουν έδαφος από τους ακροδεξιούς δημαγωγούς, όπως ο Βελόπουλος. Οι πρόσφατες ευρωεκλογές έδειξαν το μέγεθος της ανόδου της άκρας δεξιάς και ακόμα είμαστε στην αρχή. Ακροδεξιά κόμματα βρίσκονται ακόμα πιο κοντά στην εξουσία, κυρίως στις μεγαλύτερες χώρες, Γαλλία (Λεπέν) κι Γερμανία (AfD) και με σημαντική άνοδο στις υπόλοιπες (Ισπανία, Πορτογαλλία, Ελλάδα κ.λ.π). Η γενικευμένη πολιτική και ιδεολογική μετατόπιση προς το κράτος έκτακτης ανάγκης, το ρατσισμό και τον εθνικισμό, τον κυνισμό και την ωμότητα, είναι πρώτα απ’ όλα προϊόν όλων των προηγούμενων. Όταν, για τις ανάγκες του γαλλικού ιμπεριαλισμού, ο Μακρόν, διαπρύσιος υποστηρικτής της παγκοσμιοποίησης, διατηρεί και ενισχύει το αστυνομικό κράτος έκτακτης ανάγκης και το στρατιωτικό νόμο στη Γαλλία, είναι σαν να παραδίδει τη σκυτάλη στην Λεπέν για να «τρέξει» ακόμη μακρύτερα. Πίσω από αυτή τη μετατόπιση βρίσκεται επίσης η ήττα της Αριστεράς. Η ακροδεξιά και ο φασισμός γεννιούνται σαν φορείς των πιο ωμών λύσεων για λογαριασμό του χρηματιστικού κεφαλαίου και για να αντιμετωπίσουν τον αριστερό κίνδυνο. Αναπτύσσονται όμως ραγδαία πάνω στο έδαφος που διαμορφώνουν οι ήττες της Αριστεράς. Ο καπιταλισμός δεν έχει στην τωρινή συγκυρία την ανάγκη των πιο ωμών λύσεων όπως ο φασισμός, αλλά έχει μπει ήδη στη φάση που τον βολεύουν η ρεβανσιστική δεξιά και η ακροδεξιά. Τέτοιους δρόμους και προοπτικές ανοίγει η καπιταλιστική/ιμπεριαλιστική αντεπίθεση στη Αμερική αλλά και στην Ευρώπη.
Τα κινήματα αντίστασης σε Ευρώπη και Αμερική
Το αντίπαλο δέος, τα κινήματα και οι εργατικές αντιστάσεις, εμφανίστηκαν στην ευρωπαϊκή ήπειρο αλλά και στην καρδιά του κτήνους, στην Αμερική. Οι κινητοποιήσεις των αγροτών πήραν πανευρωπαϊκό χαρακτήρα, καθώς τα τρακτέρ βγήκαν στους δρόμους σε Ελλάδα, Γαλλία, Βέλγιο, Γερμανία. Αγροτικά μπλόκα είχαν στηθεί και σε Πολωνία, Ρουμανία και Ισπανία, ενώ κινητοποιήσεις πραγματοποιήθηκαν και στην Ολλανδία κ.α. Τα εργατικά συνδικάτα της Γαλλίας έβγαλαν δεκατέσσερις φορές τους εργαζόμενους σε απεργιακές κινητοποιήσεις και διαδηλώσεις κατά της διάλυσης του συνταξιοδοτικού συστήματος και αύξησης των ορίων συνταξιοδότησης στα 64 από την κυβέρνηση Μακρόν. Τα συνδικάτα και οι εργοδοτικές οργανώσεις στην Ισπανία επισφράγισαν τη συμφωνία που προβλέπει αυξήσεις μισθών 4% φέτος και 3% το 2024 και το 2025, ώστε να αντισταθμιστεί εν μέρει η ραγδαία αύξηση των τιμών τους τελευταίους μήνες. Στις ΗΠΑ, χιλιάδες φοιτητές, σε περισσότερα από 140 κολέγια και πανεπιστήμια στις ΗΠΑ, συμμετέχουν σε κινητοποιήσεις ενάντια στον συνεχιζόμενο πόλεμο στη Γάζα με διαδηλώσεις, καταλήψεις και στήσιμο καταυλισμών. Η βίαιη καταστολή και οι συλλήψεις προκάλεσαν διαδηλώσεις σε όλες τις ΗΠΑ. Διαδηλώσεις έχουν πραγματοποιηθεί σε 45 από τις 50 πολιτείες και στην Ουάσιγκτον. οι διαδηλώσεις εξαπλώθηκαν στην Ευρώπη. Οι αντιπολεμικές φωνές του φοιτητικού και εργατικού κινήματος δείχνουν στοιχεία της νέας ριζοσπαστικοποίησης που συντελείται στις ΗΠΑ τα τελευταία χρόνια.
Ελλάδα: Οικονομικές και πολιτικές εξελίξεις
Μετά την κρίση του 2008 και τη χρεοκοπία Δημοσίου και τραπεζών, μετά την περιπέτεια 2010-2015, η αστική τάξη δεν συμβιβάζεται με τίποτε λιγότερο από το κράτος του «πολεμικού καπιταλισμού» ενάντια στην εργασία και από μια κυβέρνηση σαν του Μητσοτάκη, αδίστακτη, με απολύτως «λυμένα χέρια», χωρίς περιορισμούς και αυτοπεριορισμούς. Η τάση αυταρχοποίησης του κράτους σε όλα τα επίπεδα είναι γενικευμένη, ο διακρατικός ανταγωνισμός οξύνεται, ο ανορθολογισμός, ο ρατσισμός και ο εθνικισμός είτε νομιμοποιούνται είτε υποκινούνται είτε και κανοναρχούνται άμεσα από το κράτος και το αστικό πολιτικό σύστημα, η ακροδεξιά ενισχύεται, ο φασιστικός κίνδυνος επανέρχεται. Το καθεστώς εκμετάλλευσης της εργασίας που εγκαθιδρύθηκε με τα μνημόνια, όχι μόνο δεν αναιρέθηκε, αλλά εμπεδώνεται και από πολλές απόψεις εμβαθύνεται. Φτάσαμε στο 2023 για να ξαναφτάσει ο κατώτατος μισθός λίγο πάνω από τα επίπεδα του 2012 (όταν οι μισθοί μειώθηκαν με το δεύτερο μνημόνιο κατά 22,5%). Επί 8 χρόνια, από το 2012 έως το 2019, ο πληθωρισμός, έστω και χαμηλός εκείνη την περίοδο, κατέτρωγε τους μισθούς. Από το φθινόπωρο του 2021 προστέθηκε ο υψηλός πληθωρισμός και ακόμη περισσότερο η ακρίβεια στα αγαθά και υπηρεσίες του «καλαθιού του νοικοκυριού» (που είναι τουλάχιστον διπλάσια του επίσημου πληθωρισμού). Ακόμη και με τη νέα αύξηση που εξαγγέλθηκε στις αρχές Απριλίου, ο πραγματικός μισθός (αποπληθωρισμένος) δεν έχει φτάσει ακόμη στα επίπεδα του 2012.
Ύστερα από την κρίση του 2008, τη χρεοκοπία Δημοσίου και τραπεζών και την «επάνοδο στην κανονικότητα» μέσω των μνημονίων, εγκαθιδρύθηκε στην Ελλάδα ένα μοντέλο συσσώρευσης του κεφαλαίου που:
Είναι αποτελεσματικό μόνο για τα καπιταλιστικά κέρδη: είναι τα μόνα που επανήλθαν, και μάλιστα πανηγυρικά και με θεαματικό τρόπο, στην «κανονικότητα» και ξεπέρασαν κατά πολύ τα προ της κρίσης επίπεδα.
Είναι αναποτελεσματικό ακόμη και από τη σκοπιά του ίδιου του καπιταλισμού. Η Ελλάδα είναι διεθνές αντιπαράδειγμα στο ζήτημα του πάγιου κεφαλαίου (είναι η μόνη ευρωπαϊκή χώρα όπου μειώνεται διαρκώς για πάνω από μία δεκαετία!) και ευρωπαϊκός περίγελος στο ζήτημα της παραγωγικότητας.
Η συμφωνία του 2018 είναι ένα υπερ-μακροχρόνιο μνημόνιο απαραβίαστο από τη σκοπιά της ελληνικής αστικής τάξης αν δεν θέλει να ξαναμπεί σε περιπέτειες.
Τα προηγούμενα εξηγούν γιατί όχι μόνο παραμένει, επεκτείνεται στην μετά τα μνημόνια περίοδο, αλλά και επιτηρείται δρακόντεια και από πολλές απόψεις εμβαθύνεται, το καθεστώς ακραίας εκμετάλλευσης της εργασίας. Ο ελληνικός καπιταλισμός είναι «ειδικών αναγκών» και θα πέσει ξανά σε αστάθεια αν αυτό το καθεστώς ακραίας εκμετάλλευσης της εργασίας απειληθεί με ανατροπή.
Ο νέος αναπτυξιακός κύκλος του ελληνικού καπιταλισμού της περιόδου 2019-2024 έχει περάσει ήδη το σημείο της ακμής του και είναι στην καθοδική του φάση. Υπό κανονικές συνθήκες, θα προεκταθεί μέχρι και το 2024-2025, αλλά με ισχυρές πτωτικές τάσεις. Έχει έντονα κερδοσκοπικό χαρακτήρα με την έννοια ότι είναι συνυφασμένος με νέες «φούσκες», στα ακίνητα και τον χρηματο-οικονομικό τομέα. Στο ενδεχόμενο διεθνούς κρίσης, οι «φούσκες» αυτές θα σκάσουν με πάταγο, οδηγώντας σε νέα κρίση του ελληνικού καπιταλισμού.
Μετά τις ευρωεκλογές
Το πολιτικό σκηνικό μετά τις ευρωεκλογές χαρακτηρίζεται από κρίση των παραδοσιακών κομμάτων εξουσίας και την απουσία εναλλακτικής διαχείρισης από την πλευρά του συστήματος. Η ΝΔ του πρώην 41% υπέστη ήττα από την μοναδική αντιπολίτευση που βρέθηκε απέναντί της, τα κινήματα και τους εργατικούς αγώνες. Η απώλεια πάνω από ενός εκατομμυρίου ψήφων από τις προηγούμενες ευρωεκλογές καταδεικνύει την τρομακτική πολιτική φθορά της κυβέρνησης και ψαλιδίζουν την ταξική της υπεροψία. Παρ’ όλα αυτά η ΝΔ δεν διστάζει να συνεχίσει την επίθεση στα λαϊκά στρώματα: με την επίσπευση της 6ήμερης εργασίας, το ξεπούλημα της ΛΑΡΚΟ και του λιμανιού του Λαυρίου σε ιδιώτες, τη διάλυση των υποδομών στο Αττικό νοσοκομείο που λειτουργεί χωρίς κλιματιστικά εν μέσω καύσωνα, την σφαγή στα θέματα φυσικής των πανελλαδικών εξετάσεων που προλειαίνει το έδαφος για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, την καταστολή, τα ρατσιστικά push backs σε πρόσφυγες, όπως αποκάλυψε ο γιος Μπαλτάκος.
Η αδυναμία και η φθορά της ΝΔ τροφοδοτεί τα σενάρια αναστήλωσης ενός εναλλακτικού πόλου διακυβέρνησης-διαχείρισης των συμφερόντων της αστικής τάξης. Σε ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ μετά τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών έχει ανοίξει η συζήτηση για κεντροαριστερή ανασύνθεση. Ήδη μετά τις διπλές εκλογές του Μαΐου – Ιουλίου 2023 και η μετέπειτα κρίση και αλλαγή ηγεσίας στον ΣΥΡΙΖΑ σηματοδότησαν το οριστικό κλείσιμο, σε δύο διαδοχικές και απόλυτα συσχετιζόμενες φάσεις, των εκκρεμοτήτων στο πολιτικό σύστημα που άνοιξε η περίοδος 2010-2012-2015. Με τη σειρά του, το βασικό αποτέλεσμα αυτού του κλεισίματος εκκρεμοτήτων είναι η καταστροφή της δυνατότητας της εργατικής τάξης και του «λαϊκού παράγοντα» να παρεμβαίνουν στο κεντρικό πολιτικό σκηνικό προβάλλοντας ελπίδες και διεκδικήσεις, έστω και ισχνά, στρεβλά και έμμεσα. Αυτό όμως σημαίνει, ταυτόχρονα, ότι στενεύει τρομακτικά, αν δεν εξαλείφεται τελείως, ο χώρος για την ύπαρξη και αναπαραγωγή μιας σοσιαλδημοκρατίας με αναφορά στην Αριστερά και συνδεμένης με εργατικές ελπίδες και επιθυμίες σε αυτή τη βάση. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ ανακάμψει εκλογικά, θα έχει προφανώς κερδίσει και την ψήφο εργατικών στρωμάτων (αλλιώς δεν θα ανακάμψει καν), αυτή όμως η ανάκαμψη θα γίνει πλέον με άλλους όρους: με τους όρους που εργατικά στρώματα υποστηρίζουν ένα αστικό κόμμα ενάντια σε ένα άλλο που στα μάτια τους εκπροσωπεί τον μεγαλύτερο κίνδυνο. Όπως ψήφιζαν κάποτε την Ένωση Κέντρου ενάντια στην ΕΡΕ, όπως ψηφίζουν τώρα Μπάιντεν ενάντια στην απειλή του Τραμπ κ.λπ. Η “χειραφέτηση” της διοίκησης Κασσελάκη από τα αριστερά «βαρίδια» στο κόμμα και η επιβολή όρων ηγεσίας τύπου διευθύνοντος συμβούλου καπιταλιστικής εταιρείας είναι η πιο εύγλωττη απόδειξη του τι είδους «προσαρμογή» απαιτούσαν κέντρα του συστήματος ώστε να θέσει ο ΣΥΡΙΖΑ σοβαρή υποψηφιότητα να μετέχει ξανά στο μπλοκ εξουσίας- και πάλι όχι σαν βασικός διαχειριστής αλλά σαν συμπληρωματικό γρανάζι. Οι συζητήσεις “από τα πάνω” και προερχόμενενες από μιντιακούς ολιγάρχες για σύμπραξη με το ΠΑΣΟΚ εντάσονται σε αυτή τη διερεύνηση για βολικές συγκολήσεις.
Αριστερά
Οι εξελίξεις αυτές συνιστούν όχι απλώς την πολιτική χρεοκοπία του ΣΥΡΙΖΑ ως εκφυλισμένης σοσιαλδημοκρατίας με κυβερνητική εμβέλεια, αλλά και τη χρεοκοπία της πολιτικής παράδοσης και ιστορικής διαδρομής του ελληνικού ευρωκομουνισμού, που ξεκίνησε με το ΚΚΕ Εσ., συνεχίστηκε με τον Συνασπισμό και στη συνέχεια με τον ΣΥΡΙΖΑ (παρόλο που ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν μια απλή συνέχεια αλλά μια ιδιότυπη παρέκβαση σε αυτή τη διαδρομή). Από την ιστορική αυτή πολιτική κοίτη έμειναν δύο αδύναμα ρυάκια, προϊόντα και τα δύο μεταλλάξεων και υβριδοποιήσεων, η Νέα Αριστερά και το ΜΕΡΑ25-ΛΑΕ. Πρόκειται για ρυάκια που προέκυψαν από παράπλευρες ήττες του σοσιαλδημοκρατικού «οικοσυστήματος» μέσα από το μεγάλο «τεστ» του 2010-2015. Το γεγονός ότι είναι εξωκοινοβουλευτικής εκλογικής-πολιτικής δυναμικής δεν είναι τυχαίο ούτε προϊόν ατυχών τακτικών επιλογών – ασφαλώς υπήρξαν και τέτοιες, αλλά δεν είναι ο καθοριστικός παράγοντας. Η «ιστορική καταστροφή» για την ελληνική σοσιαλδημοκρατία οφείλεται σε δομικές αιτίες και γι’ αυτό δεν είναι ανατάξιμη (τουλάχιστον στον προβλεπτό πολιτικό χρόνο και με τις υπάρχουσες εκδοχές της).
ΚΚΕ
Η σταλινική γραφειοκρατία του ΚΚΕ σέβεται το πολιτικό «συμβόλαιο» της νομιμοποίησής του το 1974: το ΚΚΕ δεν θα υποστηρίξει οτιδήποτε ευνοεί δυναμικές αστάθειας για το αστικό πολιτικό σύστημα και τον ελληνικό καπιταλισμό, και το αστικό σύστημα θα του απονέμει τα εύσημα. Δεν είναι τυχαίο ούτε περίεργο που σε μια τόσο πλούσια πολιτική περίοδο (2006 – 2015), με έναν τέτοιο πολιτικό ρόλο το ΚΚΕ δεν εξασφάλιζε καν την απλή αναπαραγωγή του (εκλογική και πολιτική επιρροή, αλλά και οργανωτική). Απλώς «άντεχε». Και άντεξε μέχρι να υπάρξει η κατάρρευση της σοσιαλδημοκρατίας, με τη διπλή εκλογική συντριβή και τις παρεπόμενες εκφυλιστικές διαδικασίες και συνέπειες στον ΣΥΡΙΖΑ. Στις αυτοδιοικητικές εκλογές του 2023 που ακολούθησαν τις εθνικές, όπως και στις ευρωεκλογές του 2024, επιβραβεύτηκε για δεύτερη φορά για την υπομονή του, με μια αξιοσημείωτη επιτυχία. Η εκλογική του επιτυχία και η συνακόλουθη αναβάθμιση του πολιτικού του κύρους και της ελκυστικότητάς του σε νέα πολιτικά ακροατήρια αχνοφαίνεται ως δυνατότητα. Ωστόσο, οι δυνάμεις αδράνειας της σεχταριστικής γραμμής είναι τεράστιες, καθώς έχουν μεταβολιστεί με τη μορφή πολιτικής κουλτούρας στον πολιτικό «οργανισμό» του ΚΚΕ. Επιπλέον -και ακόμη σημαντικότερο- η σταλινική γραφειοκρατία δεν έχει καμία διάθεση να μπει σε… περιπέτειες, δηλαδή σε δυναμικές που δεν θα μπορεί να τις ελέγξει και να τις περιορίσει στο πλαίσιο του «συμβολαίου» του 1974. Δεν θέλει να επιλεγεί μαζικά σαν πολιτική εναλλακτική από κόσμο που θέλει η Αριστερά να κάνει πολιτική και να αλλάξει τους συσχετισμούς σ’ αυτή τη ζωή κι όχι σε κάποια επόμενη. Δυστυχώς, όσο και να ψάξει στην παράδοσή του. Είναι «ανέπαφοι» με τη μεταβατική επαναστατική στρατηγική, η οποία προσπαθεί να γεφυρώσει αυτά που για το ΚΚΕ είναι αγεφύρωτα: την επαναστατική στρατηγική με μια μέθοδο να κάνει η επαναστατική αριστερά πολιτική με τρόπο που να εξαντλεί τις δυνατότητες αλλαγής των συσχετισμών στο σήμερα. Το ΚΚΕ είναι μπροστά σε δύο ενδεχόμενα: Είτε θα επιμείνει στον σεχταρισμό, οπότε η ανάκαμψη της πολιτικής του δυναμικής θα είναι βραχύβια, καθώς θα «ξενερώσει» γρήγορα τη νέα του πολιτική επιρροή (ή εν δυνάμει επιρροή), είτε θα εγκλωβιστεί σε αυτήν περισσότερο απ’ όσο θα ήθελε και μπορεί να αντέξει, οπότε η ηγεσία του ή τμήμα της θα επιστρέψει στον οπορτουνισμό των λαϊκών μετώπων και θα βάλει σοβαρές υποθήκες ακόμη και για διάσπαση. Το πιθανότερο είναι ότι θα συνδυάσει τον σεχταρισμό με δειλά οπορτουνιστικά ανοίγματα, η εκλογική του άνοδος θα ανακοπεί και θα ξαναπέσει στην πολιτική μιζέρια.
Η αντικαπιταλιστική αριστερά
Η πολιτική συγκυρία διαμορφώνει τους όρους μιας νέας πολιτικής ευκαιρίας για την αντικαπιταλιστική αριστερά. Ευκαιρίας να αποπεριθωριοποιηθεί και να αναδειχθεί σε μαζικό πολιτικό ρεύμα. Η νέα της ευκαιρία προκύπτει από εξελίξεις που σχετίζονται με την ιστορική συγκυρία και που ωρίμασαν στον μακρύ ιστορικό χρόνο μερικών δεκαετιών:
Η βαθιά, ιστορικών διαστάσεων κρίση του καπιταλισμού («πολυκρίση»)
Η κατάρρευση της σοσιαλδημοκρατίας στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς
Η πλήρης άρνηση του συστήματος να αποδεχτεί τη σοσιαλδημοκρατία σαν εναλλακτική εξουσία με οποιαδήποτε φιλολαϊκή διαχείριση
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι υπάρχει δεξιά μετατόπιση του συσχετισμού δύναμης, δηλαδή μετατόπιση εις βάρος της εργατικής τάξης, των κινημάτων αντίστασης και της Αριστεράς: τόσο του συνολικού όσο και των επιμέρους συστατικών του, δηλαδή του πολιτικού και του ιδεολογικού συσχετισμού δύναμης. Όμως η μετατόπιση του συσχετισμού δύναμης δεξιά i) δεν είναι τέτοια ώστε να απαγορεύει την εκδήλωση κινημάτων αντίστασης και μάλιστα μαζικών (Τέμπη), αλλά και την οργάνωση μαζικών κοινωνικών αντιστάσεων σε κρίσιμους κοινωνικούς χώρους (εκπαίδευση-αξιολόγηση, πανεπιστήμια-άρθρο 16, απεργίες για κατώτατο μισθό), ii) δεν καταργεί τη δυνατότητα για την ανασυγκρότηση της Αριστεράς και ιδιαίτερα της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, για την ανάληψη πολιτικών πρωτοβουλιών και την ανάδειξή της σε μαζικό πολιτικό ρεύμα. Το αν η αντικαπιταλιστική αριστερά θα αξιοποιήσει τη δυνατότητα να αναδειχθεί σε μαζικό πολιτικό ρεύμα και θα σπάσει την πολιτική περιθωριοποίηση-καθήλωση εξαρτάται αποκλειστικά από την πολιτική στάση της ίδιας και των πολιτικών δυνάμεων που την απαρτίζουν, και από τις πολιτικές-κινηματικές πρωτοβουλίες που θα αναλάβει/ουν. Η ανάπτυξη κινημάτων και η οργάνωση κοινωνικών αντιστάσεων δεν σημαίνουν καθόλου αυτονόητα ότι η Αριστερά θα συνδεθεί με αυτά, θα αναδειχθεί σε δύναμη πολιτικής τους εκπροσώπησης και σε πολιτική τους ηγεσία ή έστω θα επωφεληθεί με ουσιαστικό τρόπο. Το παράδειγμα του κινήματος των Τεμπών είναι η πιο πρόσφατη και πιο εύγλωττη απόδειξη γι’ αυτό. Όμως, αν τα μεγάλα γεγονότα του όχι μακρινού μέλλοντος μας βρουν στη σημερινή κατάσταση αδυναμίας, είναι πιθανότερο να μας ισοπεδώσουν παρά να αποτελέσουν αφετηρία πολιτικής ανάκαμψης. Ο καθορισμός στρατηγικού και, στη βάση αυτή, τακτικού προσανατολισμού για τη συμμετοχή μας στο κίνημα και την οικοδόμηση μαζικής αντικαπιταλιστικής αριστεράς, ώστε να γίνουμε δύναμη πρωτοβουλιών σε αυτή την κατεύθυνση, είναι η μόνη άμεση θετική προοπτική.
Η πολιτική μας πρόταση
Οι δύο βασικές θέσεις μας για την επαναστατική οικοδόμηση
α) Ο ενοποιητικός παράγοντας της τακτικής μας είναι η επαναστατική οικοδόμηση. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μας ενδιαφέρει το κίνημα (το εργατικό, της νεολαίας, τα κινήματα για όλη την γκάμα των δικαιωμάτων κ.λπ.), αλλά ότι παρεμβαίνουμε στο κίνημα με δύο παράλληλους και αλληλένδετους στόχους: Πρώτο, τη συγκέντρωση δυνάμεων και τη διαμόρφωση όρων για αποτελεσματικές-νικηφόρες μάχες ενάντια στο σύστημα. Δεύτερο, τη διαμόρφωση όρων επαναστατικής ηγεσίας, δηλαδή την οικοδόμηση μαζικής-αντικαπιταλιστικής αριστεράς και επαναστατικής οργάνωσης – επαναστατικού κόμματος.
β) Οι δύο στόχοι της τακτικής μας (πρώτο, ισχυρή επαναστατική οργάνωση και δεύτερο μαζική αντικαπιταλιστική αριστερά) δεν ταυτίζονται. Δεν έχουν τις ίδιες προϋποθέσεις, δεν θα υλοποιηθούν μέσα από ταυτόσημες διαδρομές, αλλά βέβαια ούτε ανεξάρτητα ο ένας από τον άλλον και σε παράλληλη πορεία. Καθένας χωριστά, αλλά και η μεταξύ τους σχέση, πρέπει να διευκρινιστούν.
Αριστερός και δεξιός οπορτουνισμός
Τα συμμετρικά λάθη του αριστερού και του δεξιού οπορτουνισμού τα συναντούμε αναπόφευκτα και στο ζήτημα της εξουσίας, που κατά τον Λένιν είναι το κεντρικό ζήτημα κάθε επανάστασης, άρα και το κεντρικό ζήτημα της επαναστατικής πολιτικής. Στο ζήτημα αυτό τα λάθη στην τακτική του ενιαίου μετώπου «προεκτείνονται» σε λάθη στο ζήτημα της εξουσίας. Η βάση είναι κοινή: η αποσύνδεση της πάλης για την αλλαγή των συσχετισμών εις βάρος της αστικής τάξης στο σήμερα από την πάλη για την ανατροπή της εξουσίας της και την κατάκτηση της εργατικής εξουσίας ως προοπτική. Αυτή η αποσύνδεση εκφράζεται διαφορετικά στον αριστερό και στον δεξιό οπορτουνισμό:
Στον αριστερό οπορτουνισμό εκφράζεται ως υποτίμηση ή και άρνηση της συγκεκριμένης μάχης για την αλλαγή των συσχετισμών σήμερα. Με θεωρητική αφετηρία τη στρεψοδικία «Η κατάσταση δεν είναι ώριμη» ή «η κατάσταση δεν είναι επαναστατική», υποτιμά τις δυνατότητες κάθε συγκεκριμένης συγκυρίας για την αλλαγή των συσχετισμών υπέρ της εργατικής τάξης, για νίκες και ανατροπές. Με δύο τρόπους: i) Αρνείται τις δυνατότητες συγκεκριμένων συγκυριών για μάχες και νίκες, ii) αρνείται, κατά συνέπεια, να συσπειρώσει και εξοπλίσει την αγωνιζόμενη πρωτοπορία με μεταβατικά αιτήματα, αλλά και με μεθόδους και μέσα πάλης για τη νίκη. Σε αυτή την περίπτωση, ο σεχταρισμός γίνεται η Κασσάνδρα που προβλέπει όλες τις ήττες για τις οποίες είναι ο ίδιος υπεύθυνος. Το επιχείρημα είναι ότι αιτήματα ριζοσπαστικά (όπως εθνικοποίηση χωρίς αποζημίωση, διαγραφή χρέους κ.λπ.) σκορπούν αυταπάτες, διότι δεν έχει κατακτηθεί η πολιτική εξουσία η οποία θα κάνει εφικτή την επίτευξή τους. Το ζήτημα θα διευθετηθεί μια και καλή όταν δημιουργηθεί επαναστατική κατάσταση και νικήσουμε στη μάχη για την εργατική εξουσία. Μέχρι τότε, το να θέτεις στόχους για επιμέρους ανατροπές σε συγκεκριμένες συγκυρίες, γεννά αυταπάτες και απογοητεύσεις. Το ΚΚΕ απείχε από κάθε πολιτική διακύβευση και από τη μάχη των συσχετισμών σε μια τόσο πλούσια σε δυνατότητες περίοδο όπως αυτή του 2010-2015 με τέτοια επιχειρήματα, με μόνο αποτέλεσμα να κάνει την ηγεσία Τσίπρα τον μοναδικό και αδιαφιλονίκητο διαχειριστή των μαζικών διαθέσεων για πολιτική ανατροπή ως όρο για την κατάργηση των μνημονίων.
Ο δεξιός οπορτουνισμός, αντίθετα, είναι «ενωτικός» και μπαίνει στις μάχες της συγκυρίας, έχοντας πάντα πρόχειρη μια πρόταση συμμαχιών ή και (κυβερνητικής) εξουσίας, αλλά αποκομμένη από τη στρατηγική της ανατροπής – αυτή είναι πολύ μακριά, το θέμα είναι τι κάνουμε τώρα. Ο ενωτικός και «ανοιχτός» χαρακτήρας του δεξιού οπορτουνισμού εκφράζεται με πολλούς τρόπους:
i) Με υποτίμηση των προϋποθέσεων για να είναι οι συγκεκριμένες μάχες νικηφόρες. Να μαζευτούμε πολλοί και να μην «ψειρίζουμε» τις προϋποθέσεις ώστε οι αγώνες να είναι αποτελεσματικοί. Η ευρύτητα ως μοναδικός όρος για τη νίκη ή η ευρύτητα ενάντια στην αποτελεσματικότητα.
ii) Υποστηρίζοντας την ευθεία αναγωγή στην οποία αναφερθήκαμε παραπάνω: όσοι συναντιούνται σε κοινούς αγώνες, να συναντηθούν και στην κεντρική πολιτική σκηνή. Αυτό, αναπόφευκτα, υποτιμά τη σημασία του προγράμματος, βάζοντας ξανά το κάρο μπροστά από τα άλογα: να αποφασίσουμε πρώτα ποιοι θέλουμε να συναντηθούμε πολιτικά, κι ύστερα να κόψουμε και να ράψουμε το πρόγραμμα με τη μέθοδο του ελάχιστου κοινού παρονομαστή ώστε να αναγνωρίζονται σε αυτό ακόμη και αντιφατικές πολιτικές και προγραμματικές θέσεις. Ο ρεφορμισμός έχει αναγάγει αυτή την «τεχνική» σε επιστήμη.
iii) Επεκτείνοντας την «ευελιξία» στην τακτική πέρα απ’ τα όρια, με συμμαχίες ακόμη και με «προοδευτικές» μερίδες της αστικής τάξης και πολιτικούς εκπροσώπους τους, ακόμη και με «αμυνόμενους» ή «φιλειρηνικούς» ιμπεριαλισμούς.
Αυτά τα συμμετρικά λάθη οφείλονται σε έλλειψη κατανόησης της μεταβατικής στρατηγικής, που αναλύεται σε μεταβατική τακτική (τακτική ενιαίου μετώπου) και σε μεταβατικό πρόγραμμα-πρόγραμμα μάχης για την εργατική εξουσία.
Ισχυρή αντικαπιταλιστική αριστερά – μέτωπο αντικαπιταλιστικής αριστεράς
Το δεύτερο «κεφάλαιο» του σχεδίου μας οικοδόμησης είναι η συγκρότηση μαζικού μετώπου-ρεύματος της αντικαπιταλιστικής αριστεράς.
Η ιδέα δεν είναι ένα μέτωπο που θα προετοιμάσει τη μετατροπή του σε κοινή μαζική οργάνωση ή κόμμα, αλλά ένα μέτωπο που θα δημιουργήσει μια μαζική κοίτη, ένα μαζικό ρεύμα αντικαπιταλιστικής αριστεράς, θα είναι ικανό να οργανώνει μάχες με το σύστημα στα βασικά μέτωπα της περιόδου, θα έχει το μίνιμουμ απαραίτητο πρόγραμμα ώστε να μπορούν να δοθούν αυτές οι μάχες και ένα στρατηγικό επιστέγασμα αντικαπιταλιστικού, διεθνιστικού-αντιμπεριαλιστικού, αντιδιαχειριστικού προγράμματος και θα ασκεί μια μαζική αλλά όχι οπορτουνιστική πολιτική με βάση τη λογική του ενιαίου μετώπου.
Οι λόγοι που επιβάλλουν τη συμπλήρωση του σχεδίου οικοδόμησης με αυτό το στοιχείο είναι οι εξής:
α. Καμία ξεχωριστά οργάνωση της επαναστατικής αριστεράς δεν έχει κατορθώσει τις τελευταίες δεκαετίες να αποκτήσει πανελλαδική εμβέλεια και αναγνώριση τέτοια, ώστε να απαντήσει στοιχειωδώς στο πρόβλημα του συσχετισμού δύναμης με τον ρεφορμισμό. Χωρίς αυτή την προϋπόθεση, η υλοποίηση τακτικής ενιαίου μετώπου απέναντι στον ρεφορμισμό έχει πολύ περιορισμένη εμβέλεια και αποτελέσματα.
β. Όχι μόνο ο ρεφορμισμός αλλά και η αντικαπιταλιστική αριστερά έχει χαρακτηριστικά «χώρου» με μεγάλο ποσοστό αγωνιστών/στριών να είναι ανένταχτοι. Έτσι, η μετωπική του συγκρότηση αναδεικνύεται σε προϋπόθεση για την ενεργοποίηση, συσπείρωση και πολιτικοποίηση αυτών των αγωνιστών/στριών, είτε στο μέτωπο καθαυτό είτε σε παρατάξεις και σχήματα του χώρου. Οι ανένταχτοι/ες του χώρου της αντικαπιταλιστικής αριστεράς εμφορούνται από τη διάθεση της ενότητας, καθώς δεν θεωρούν τον πολυκερματισμό αυτού του χώρου δικαιολογημένο.
γ. Μέσα σε αυτόν τον χώρο (κεντρικά, αλλά και στα σχήματα και παρατάξεις του) γίνεται μια πολιτική διεργασία και δοκιμάζονται πολιτικοί και προγραμματικοί προσανατολισμοί πάνω στη διαχωριστική γραμμή αντικαπιταλισμός (δηλαδή κεντρισμός) ή «ριζοσπαστική αριστερά», δηλαδή αριστερός-κινηματικός ρεφορμισμός. Η μάχη αυτή δεν μας είναι αδιάφορη. Το να κερδηθεί υπέρ του αντικαπιταλιστικού προσανατολισμού είναι προϋπόθεση για τη συγκρότηση μαζικού αντικαπιταλιστικού μετώπου-ρεύματος.
Η θέση για μαζικό ρεύμα-μέτωπο της αντικαπιταλιστικής αριστεράς:
Δείχνει κατεύθυνση απάντησης στο ερώτημα τι Αριστερά χρειαζόμαστε και είναι συνώνυμη της ρήξης με πολιτικούς-προγραμματικούς προσανατολισμούς στη σοσιαλδημοκρατία, στο «πλατύ κόμμα», στο μίνιμουμ πρόγραμμα κ.λπ.
Απορρέει από την εκτίμησή μας για την ιστορική συγκυρία.
Επιδιώκουμε την υπέρβαση της Ανταρσύα σε ένα νέο μέτωπο της αντικαπιταλιστικής αριστεράς στο πλαίσιο του οποίου θα υπάρχουν ορατές μετατοπίσεις α) στο να κερδηθεί η μάχη ενάντια στον δεξιό οπορτουνισμό, β) στο να κερδηθεί η μάχη ενάντια στον σεχταρισμό ή έστω θα υπάρξουν ορατές μετατοπίσεις στην κατεύθυνση της τακτικής του ενιαίου μετώπου.