1

“ΑΡΗΣ”: Μια πολύ δυνατή παράσταση

του Χρήστου Βαγενά

Η παράσταση “Άρης” της Σοφίας Αδαμίδου με τον Τάσο Σωτηράκη ανεβαίνει για 6η συνεχόμενη χρονιά στο θέατρο. Το έργο είναι ένας θεατρικός μονόλογος με τον μοναδικό ηθοποιό της παράστασης να δίνει ρεσιτάλ ερμηνείας παρουσιάζοντας την πολυκύμαντη ζωή του Άρη Βελουχιώτη.

Η συγγραφέας Σοφία Αδαμίδου, που έφυγε από τη ζωή πρόωρα στις 12 Ιουνίου 2021, κάνει μια διαδρομή στο χαρακτήρα και τη δράση του αρχικαπετάνιου και ουσιαστικού δημιουργού του ΕΛΑΣ (Ελληνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός) και παρά κάποια μικρά κενά στην αρχή και στο τέλος, μεταφέρει πιστά το κλίμα της εποχής.

Ο Άρης αποτελεί μια προσωπικότητα της Αντίστασης και του κομμουνιστικού κινήματος, που αγαπήθηκε, λατρεύτηκε και μισήθηκε όσο κανείς άλλος. Τα εργατικά, λαϊκά στρώματα, οι φτωχοί αγρότες τον τιμούν και τον αναγνωρίζουν σαν ήρωα που αγωνίστηκε για την ελευθερία και τα δικαιώματα της φτωχολογιάς και των καταπιεσμένων. Οι αστοί, το πολιτικό κατεστημένο και η γραφειοκρατία του ΚΚΕ τον μισούν ακόμα και νεκρό.

 

Στην παράσταση παρουσιάζεται η προσωπική του ζωή και ο χαρακτήρας του, με τα προτερήματα και τα (πολύ λιγότερα) ελαττώματα. Η ένταξη του στο Κομμουνιστικό Κόμμα, το πάθος του για το κόμμα και την υπεράσπιση των αδικημένων, η δήλωση μετάνοιας και η απομόνωση του από το ΚΚΕ. Και παρόλα αυτά η τυφλή εμπιστοσύνη σε αυτό, ακόμα και όταν δεν παράδωσε τα όπλα μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας.

Ο Άρης λατρεύτηκε όσο ελάχιστοι άνθρωποι στην Ελλάδα τα τελευταία εκατό χρόνια κυρίως μέσα από διαδρομή του στον ΕΛΑΣ. Είναι ο δικός μας, ντόπιος Τσε Γκεβάρα!

Ο Τάσος Σωτηράκης παρουσιάζει τους αγώνες του στα βουνά με τους συναγωνιστές και τις συναγωνίστριες του, τη στρατιωτική ιδιοφυΐα και τον ηρωισμό του, αλλά και τις κόντρες με το κόμμα.

Η παράσταση είναι ένα πολιτικό έργο, που αξίζει να δεις, για να μάθουν οι νεότεροι και να θυμηθούν οι παλαιότεροι. Ειδικά για τη νεολαία θα είναι πολύ χρήσιμο να διδαχθούν από τους αγώνες της Αριστεράς, αλλά και από τα λάθη της σταλινογενούς παράδοσης της. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η 11η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ τον Απρίλη του 1945, διέγραψε και αποκήρυξε τον Άρη. Ούτε ψωμί, ούτε νερό στον δηλωσία Μιζέρια, ήταν το σύνθημα.

Ο Άρης πιστός ακόμα στο κόμμα τριγυρνούσε στα βουνά της Ελλάδας και μέχρι τα ελληνοαλβανικά σύνορα πιστεύοντας τα κομματικά μέλη, προκειμένου να συναντήσει το Νίκο Ζαχαριάδη, καθώς θεωρούσε ότι θα τον έπειθε να αλλάξει τη γραμμή της συνθηκολόγησης και της παράδοσης.

Τελικά απομονωμένος, καταδιωκόμενος και κυκλωμένος από στρατεύματα, παρακρατικούς και προδότες θα βρει το θάνατο σε ηλικία 40 ετών, αυτοκτονώντας στη Χαράδρα του Φάγκου στον Αχελώο Ποταμό κοντά στο χωριό Μεσούντα Άρτας.

Το 2011 το ΚΚΕ αποφάσισε την πολιτική, αλλά όχι την κομματική αποκατάσταση του Άρη Βελουχιώτη, θεωρώντας ότι είχε δίκιο ως προς την εκτίμηση που είχε για τη Συμφωνία της Βάρκιζας. Το ΚΚΕ εννέα μήνες μετά το θάνατο του Άρη ξεκίνησε το Δεύτερο Αντάρτικο, δηλαδή την αντίσταση στις διώξεις των δεξιών καθεστωτικών, που οδήγησε σε αυτό που ονομάζεται σήμερα Ελληνικός Εμφύλιος Πόλεμος.

Ακολούθησε το 2018 και η κομματική αποκατάσταση του Άρη, εβδομήντα επτά χρόνια από το τραγικό του τέλος.

Η μορφή του Άρη, ο ηρωισμός και η θυσία του βρίσκονται ακόμα γύρω μας και στις καρδιές εκατομμυρίων ανθρώπων και θα μας εμπνέει για νέους αγώνες. Ταυτόχρονα η μνήμη του θα μένει καρφί στα μάτια των αστών, που μπορεί να τον οδήγησαν στον θάνατο, δεν κατάφεραν όμως να σβήσουν τις ιδέες του!

 

 




Οι ενοικιαστές και οι ιδιοκτήτες κατοικιών. H ανάπτυξη μιας ανταγωνιστικής αντίθεσης

Αναδημοσίευση από το commune.org.gr

του Ηλία Ιωακείμογλου

Μισθωτές, ένας αναγκαστικός μπελάς για τους ιδιοκτήτες κατοικιών

Οι ιδιοκτήτες κατοικιών, όπως και όλοι οι κεφαλαιούχοι, κάτοχοι παραγωγικών εγκαταστάσεων, ακινήτων, μετοχών και χρηματιστικού κεφαλαίου εν γένει, ζουν με την πλάνη ότι το κεφάλαιό τους είναι μια αξία που αυτο-αξιοποιείται, αξιοποιεί μόνο του τον εαυτό του και για τον εαυτό του, και παράγει έτσι κέρδος. Νομίζουν δηλαδή ότι πρόκειται για ένα αεικίνητο, ένα perpetuum mobile, μια μηχανή που αφού τεθεί σε λειτουργία, έχει την ιδιότητα να κινείται στον διηνεκές χωρίς να καταναλώνει ενέργεια. Μπορεί η Φυσική να έχει αντιληφθεί προ πολλού ότι ένα αεικίνητο δεν μπορεί να υπάρξει, αλλά οι ιδιοκτήτες κεφαλαίου είναι αδύνατον να το αντιληφθούν και νομίζουν ότι το κεφάλαιό τους έχει την μαγική ιδιότητα να συνουσιάζεται με τον εαυτό του και να πολλαπλασιάζεται μόνο του˙ δεν έχουν ιδέα ότι το ενοίκιο είναι ιδιοποίηση της εργασίας των άλλων βασισμένη στο αποκλειστικό δικαίωμα που τους προσφέρει η ιδιωτική ιδιοκτησία να ορίζουν εκείνοι και μόνο εκείνοι πώς, από ποιόν και πότε θα χρησιμοποιηθεί το ακίνητο. Πάνω στην πλάνη τους ότι το κεφάλαιο είναι αξία που αυξάνει ενδογενώς τον εαυτό της χτίζουν ολόκληρο τον κόσμο τους και διαμορφώνουν ανάλογα τις απαιτήσεις τους από τον υπόλοιπο κόσμο.

Βυθισμένος σε έναν τέτοιο κόσμο παραισθήσεων, ο ιδιοκτήτης που εκμισθώνει την κατοικία του και την αντιλαμβάνεται ως αυτο-αξιοποιούμενο κεφάλαιο, νοιώθει ότι ο ενοικιαστής είναι ένας αναγκαίος μπελάς˙ αναγκαίος διότι μπορεί μεν το ενοίκιο να είναι αξία παραγόμενη από το κεφάλαιο που βρίσκεται ενσωματωμένο στο ακίνητο (έτσι πιστεύει ο ιδιοκτήτης), πλην όμως, για να κάνει την εμφάνισή της, αυτή η αξία, στις τσέπες του ιδιοκτήτη με την μορφή χρήματος, χρειάζεται ένας ενοικιαστής ως ενδιάμεσο γρανάζι, ως ένας ιμάντας μεταφοράς, ως μια τεχνική προϋπόθεση της μετεμψύχωσης του κεφαλαίου σε νέα αξία, σε χρήμα, σε περισσότερο κεφάλαιο. Αυτό όμως το γρανάζι έχει την ιδιότητα ότι φθείρει ένα μέρος του ακινήτου, επομένως του κεφαλαίου που είναι ενσωματωμένο σε αυτό, επομένως φθείρει την πηγή του πλούτου του ιδιοκτήτη. Από αυτό απορρέουν περισσότερα φαινόμενα. Καταρχάς, οι ιδιοκτήτες αναπτύσσουν αυθόρμητη αντιπάθεια προς τον ενοικιαστή, η οποία φτάνει, σε ορισμένες περιπτώσεις, στα όρια του μίσους, αν κρίνουμε από όσα μπορεί να διαβάσει τώρα κάποιος σε όσα δημοσιεύουν οι ίδιοι οι ιδιοκτήτες στα σόσιαλ μίντια. Έπειτα, από τις παραισθήσεις του ιδιοκτήτη σχετικά με την πηγή της αξίας που καρπώνεται χάρη στο ακίνητο, απορρέει ένα μεγάλο μέρος του περιεχομένου των συμφωνητικών ενοικίασης κατοικίας, όπου ο ενοικιαστής αντιμετωπίζεται με την μέγιστη περιφρόνηση και αναγκάζεται να υπογράψει ταπεινωτικούς όρους. Το χειρότερο είναι ότι ο ενοικιαστής δεν είναι μόνο αναγκαίος όρος για να εισπράξει ο ιδιοκτήτης το ενοίκιο, είναι και μπελάς, διότι μιλάει, σκέφτεται, και συνήθως έχει αίσθηση αξιοπρέπειας, και το χειρότερο από όλα, είναι ικανός να φέρνει αντιρρήσεις, να θέτει όρους και να διαμορφώνει απαιτήσεις. Στο σημείο αυτό ο ιδιοκτήτης εξεγείρεται διότι αυτή η συνήθως ασήμαντη ποσότητα ύπαρξης σαμποτάρει το εισόδημά του και το κεφάλαιό του.

Θα μπορούσε, όμως, να προβάλει κάποιος την δικαιολογημένη αντίρρηση στην ανωτέρω περιγραφή της σχέσης των ιδιοκτητών με τους ενοικιαστές, ότι δεν συνέβαινε πάντα έτσι ή ότι ακόμη και τώρα δεν συμβαίνει πάντα έτσι. Κάτι λείπει, λοιπόν, από τα προηγούμενα, και αυτό σχετίζεται με την ιστορία.

Η ενοικίαση αλλάζει φύση: από την κοινωνική αναπαραγωγή στην αξιοποίηση κεφαλαίου

Υπάρχει μια προϋπόθεση, για να συμβαίνουν τα πράγματα όπως περιγράφονται στην προηγούμενη ενότητα του άρθρου: Πρέπει ο ιδιοκτήτης της κατοικίας να αντιλαμβάνεται το ακίνητο ως κεφάλαιο με την αυστηρή έννοια του όρου˙ και αυτό ακριβώς είναι που συμβαίνει, σε αυξανόμενο βαθμό, στην Ελλάδα σήμερα ενώ παλαιότερα συνέβαινε σε πολύ πιο περιορισμένη έκταση.

Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή: «Παραδοσιακά», όταν ο ιδιοκτήτης κατοικίας, μίσθωνε μια κατοικία, ενέτασσε την πράξη της ενοικίασης σε μια λογική αποταμίευσης, συντήρησης ή μεγέθυνσης του νοικοκυριού και της οικογένειας, επομένως σε μια λογική απλής ή διευρυμένης κοινωνικής αναπαραγωγής, όπου ο σκοπός δεν ήταν η αύξηση του κεφαλαίου αλλά η συμπλήρωση του οικογενειακού εισοδήματος και η εξασφάλιση κατοικίας στην επόμενη γενιά ως μέσο ασφάλισης έναντι μελλοντικών κινδύνων. Αυτό βεβαίως, δεν ήταν ένας απόλυτος κανόνας αλλά ένας κανόνας με τις εξαιρέσεις του˙ όμως στην Ελλάδα, αυτό συνέβαινε κυρίως και συνήθως, και η ενοικίαση της κατοικίας ως κεφάλαιο, ως πράξη υποταγμένη πρωτίστως στην λογική της αξιοποίησης του κεφαλαίου, δηλαδή του κέρδους, δεν έλειπε αλλά συνέβαινε σε μικρότερο βαθμό.

Η κατάσταση αντιστρέφεται τώρα με ραγδαίους ρυθμούς: βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη ταχύτατη διαδικασία μετάβασης της ενοικίασης των κατοικιών, από την υπαγωγή στην κοινωνική αναπαραγωγή στην υπαγωγή στο κέρδος, στην δικαιοδοσία της λογικής της αξιοποίησης του κεφαλαίου.

Ο καταλύτης δε αυτής της διαδικασίας στην Ελλάδα είναι η επέκταση της βραχυχρόνιας μίσθωσης στις πόλεις, η διατήρηση κλειστών διαμερισμάτων και οικιών που αντιμετωπίζονται ως κεφάλαιο «που κοιμάται», η δραματική μείωση της αγοραστικής δύναμης των μισθών η οποία εξωθεί ορισμένα νοικοκυριά στην λογική του κεφαλαίου, οι πλειστηριασμοί και η μετατροπή των εκπλειστηριασμένων ακινήτων σε «επενδυτικά αγαθά», η άνοδος των επιτοκίων που σηματοδοτεί την γενική άνοδο του «κανονικού» μέσου κέρδους και κεντρίζει την απληστία των ιδιοκτητών, και η συνέργεια όλων των ανωτέρω παραγόντων (ίσως και άλλων).

Προφανώς αυτή η διαδικασία μετάβασης της υπαγωγής της ενοικίασης από την λογική της κοινωνικής αναπαραγωγής στην λογική της αξιοποίησης κεφαλαίου, δεν ολοκληρώνεται αμέσως αλλά σε βάθος χρόνου, διατηρώντας έτσι, για μια ολόκληρη ιστορική περίοδο, μικτά χαρακτηριστικά με βαθμιαία, αν και ταχεία, μετάβαση από την υπαγωγή στην κοινωνική αναπαραγωγή στην αξιοποίηση του κεφαλαίου και επομένως στην μεγιστοποίηση του κέρδους. Όπως αναφέρεται στην πιάτσα, η κατοικία μετατρέπεται σε «επενδυτικό αγαθό».

Σε αντιστοιχία με αυτήν την διαδικασία, αλλάζουν βαθμιαία και οι συμπεριφορές των ιδιοκτητών προς τους ενοικιαστές, αλλάζουν και οι όροι στα μισθωτήρια συμφωνητικά σε βάρος του ενοικιαστή σε εξευτελιστικό βαθμό, και εντείνεται η επίβλεψη του ιδιοκτήτη στο ακίνητο. Επειδή δε, η κατοικία είναι «επενδυτικό αγαθό» οι αγοραπωλησίες γίνονται συχνότερες και μαζί με αυτές συχνότερες γίνονται και οι αναγκαστικά αδιάκριτες επισκέψεις πιθανών «επενδυτών» στην ίδια την κατοικία, η οποία για τον ενοικιαστή είναι κάτι παραπάνω από κατοικία, σπίτι, διαμέρισμα, είναι η εστία του. Η σχέση ιδιοκτήτη-ενοικιαστή μετασχηματίζεται, λοιπόν, και αυτή στον βαθμό που η ενοικίαση αλλάζει χαρακτήρα, μετατρέπεται από διαχειρίσιμη αντίθεση που μπορεί να λυθεί με διάλογο και καλή διάθεση, σε ανταγωνιστική αντίθεση, που μπορεί να λυθεί μόνο με αντιπαράθεση (1).

Η υλική βάση της ανταγωνιστικής αντίθεσης ιδιοκτητών και ενοικιαστών

Στον πυρήνα της ανταγωνιστικής αντίθεσης ιδιοκτητών και ενοικιαστών που αναπτύσσεται τώρα, βρίσκεται η διπλή φύση της κατοικίας στον καπιταλισμό: για τους μεν το ακίνητο είναι Κεφάλαιο, ενώ για τους δε, είναι Εστία.

Η έννοια της Εστίας υπερβαίνει κατά πολύ την έννοια της κατοικίας, διότι η εστία είναι κατοικία που λειτουργεί ως τόπος ατομικής ασφάλειας, είναι το πέρασμα από το ιδιωτικό στο δημόσιο, ο χώρος αυτονομίας και καταφυγής που μας μεταφέρει, έστω εν μέρει,  έξω από τον κόσμο της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής και της μισθωτής εργασίας, είναι υπαρξιακό αρχείο, μνήμη και καταχώριση των προσωπικών σχέσεων, ιδιωτικός χώρος που συμμετέχει στην συγκρότηση των ατόμων ως υποκείμενα. Επειδή έχει αυτά τα χαρακτηριστικά, η εστία ικανοποιεί αρχέγονες ανάγκες που υπερβαίνουν την ιστορία και την γεωγραφία, ανάγκες που παραμένουν αναλλοίωτες από τον Οδυσσέα του Ομήρου έως σήμερα. Για αυτό και η κατάσχεση και η έξωση θίγουν τα άτομα στον υπαρξιακό τους πυρήνα, λειτουργούν ως συντριπτική επίθεση και απόπειρα καταστροφής του υποκειμένου, μηδενισμός του αρχείου και της μνήμης, αναίρεση της ασφάλειας και εκρίζωση της οικειότητας. Για τους ιδιοκτήτες, αντιθέτως, η εστία του Άλλου είναι χρήμα που θέλει, και απαιτεί, να γίνει περισσότερο χρήμα, είναι με μια λέξη Κεφάλαιο.

Αυτές οι δύο όψεις της κατοικίας, Εστία από τη μια και Κεφάλαιο από την άλλη, είναι ασυμβίβαστες και επομένως η αντίθεσή τους είναι ανταγωνιστική, δηλαδή δεν μπορεί να λυθεί με διάλογο και αμοιβαία κατανόηση˙ και ο ανταγωνισμός αυτός θα οξύνεται στον βαθμό που θα προχωράει η μετάβαση από τη τυπική στην ουσιαστική υπαγωγή της κατοικίας στο κεφάλαιο.

 

____________________

(1) Ο αναγνώστης ας λάβει υπόψη του μιαν επιπλέον διάκριση: Ενοικιαστές, σε κάποιο μικρό ποσοστό, είναι και οι ανώτεροι όροφοι των μισθωτών που εργάζονται ως εκπρόσωποι του κεφαλαίου, διευθυντές και συναφείς κατηγορίες, και των οποίων οι αμοιβές περιλαμβάνουν αμοιβή εργασίας και συμμετοχή στην λεία από την εκμετάλλευση της εργασίας. Αυτοί δεν χωρούν στους συλλογισμούς αυτού του άρθρου, όπως δεν χωρούν και οι ιδιοκτήτες ακινήτων που τυχαίνει να είναι και ενοικιαστές, διότι αυτό που ενδιαφέρει εμάς είναι η κύρια πλευρά του ζητήματος, που είναι η σχέση της μισθωτής εργασίας με την έγγεια ιδιοκτησία, στην καθαρή μορφή της.




Αντεργατικός νόµος Άδωνη Γεωργιάδη

της Σάσας Χασάπη

Ο νόμος του υπουργείου Εργασίας που ψηφίστηκε Βουλή (ν. 5053/26-09-23) έρχεται να συµπληρώσει τον αντεργατικό νόµο Χατζηδάκη, «επισηµοποιώντας» και εµβαθύνοντας τον εργασιακό µεσαίωνα. Θέσπισε το 13ωρο συνεχούς απασχόλησης, σε δύο διαφορετικούς εργοδότες, την εξαήµερη εργασία, τις συµβάσεις «µηδενικού χρόνου» και «κατά παραγγελία» και -µε προσθήκη που ο Άδωνης Γεωργιάδης έφερε εκ των υστέρων- την επέκταση της κατάργησης της κυριακάτικης αργίας! 

Θέσπιση 13ωρου

Ο νόµος απελευθερώνει το ωράριο εργασίας και δίνει σε κεφάλαιο και εργοδότες τη δυνατότητα να προχωρήσουν στην εκµετάλλευση της εργατικής δύναµης πέραν του 8ωρου καθηµερινά, µε πολλαπλή απασχόληση του εργαζοµένου σε πλέον του ενός εργοδότη. Νοµιµοποιεί την παράλληλη εργασία σε δύο διαφορετικούς εργοδότες µε µία σύµβαση πλήρους και µία µερικής απασχόλησης. Το νοµοσχέδιο παρέχει στο κεφάλαιο την δυνατότητα για 13 ώρες δουλειά την ηµέρα, 78 ώρες εργασίας την εβδοµάδα. Με τον τρόπο αυτό καταργεί το 5ήµερο και το 8ωρο. Μέχρι σήµερα ακόµη και ένα προεδρικό διάταγµα του 1932 απαγορεύει σε εργοδότη να απασχολήσει µέσα στην ίδια µέρα µισθωτούς οι οποίοι έχουν ήδη εργαστεί σε άλλη επιχείρηση ολόκληρο το νόµιµο οχτάωρό τους.

Εξαήµερη εργασία

Προβλέπει, εφόσον το επιθυµεί η εργοδοσία, υποχρεωτική εξαήµερη εργασία το Σάββατο σε επιχειρήσεις 24ωρης λειτουργίας µε βάρδιες, για παράδειγµα σε τοµείς βαριάς βιοµηχανίας. Στην πράξη, δίνει στους εργοδότες τη δυνατότητα να υπερεκµεταλλευτούν το υπάρχον εργατικό δυναµικό αντί να κάνουν προσλήψεις για να καλύψουν τις ανάγκες τους.

Συµβάσεις «µηδενικών ωρών» και «κατά παραγγελία»

Στο πλαίσιο της προώθησης των «ευέλικτων» µορφών απασχόλησης -και όχι εργασίας- ο νόµος προέβλεπε τις συµβάσεις µηδενικών ωρών (zero hour contracts). Πρόκειται για συµβάσεις µε τις οποίες ο εργοδότης µπορεί να αξιοποιεί τον εργαζόµενο όσο επιθυµεί. Ο εργοδότης θα κάνει πρόσληψη στον υπάλληλο, χωρίς συγκεκριµένο ωράριο. Θα τον έχει stand by και το ωράριό του θα είναι κατά το δοκούν. Θα τον καλεί να δουλέψει όποτε και για όσο τον χρειαστεί. Αυτό σηµαίνει ότι ο εργαζόµενος θα αµείβεται µε την ώρα, χωρίς υποχρέωση για µίνιµουµ ώρες απασχόλησης.

Σύµβαση µηδενικών ωρών σηµαίνει ότι η επιχείρηση τον έχει προσλάβει, του έχει ορίσει ωροµίσθιο, αλλά δεν του ορίζει ωράριο και πόσο θα τον χρειαστεί. Οι λεγόµενες συµβάσεις µηδενικών ωρών προϋπάρχουν χρόνια σε χώρες που το εργατικό κίνηµα ηττήθηκε, µε κορυφαίο παράδειγµα την Βρετανία. Παράλληλα, προβλέπει τις συµβάσεις «κατά παραγγελία», βάσει των οποίων ο εργοδότης θα µπορεί να καλεί τον εργαζόµενο σε επιπλέον του συµφωνηµένου µε τη σύµβαση πρόσληψης ωραρίου απασχόληση για την κάλυψη «έκτακτων αναγκών» του εργοδότη!

Κάτω από την κατακραυγή των συνδικάτων και του χώρου των εργατολόγων, ο Άδωνης απέσυρε τελικά τη ρύθµιση για τις συµβάσεις «µηδενικού χρόνου», αλλά διατήρησε τη ρύθµιση για τις συµβάσεις «κατά παραγγελία». Σύµφωνα µε τους εργατολόγους, πρόκειται για παιχνίδι στην γκρίζα περιοχή µεταξύ των δύο κατηγοριών συµβάσεων, που στην ουσία ακυρώνει εν πολλοίς το νόηµα της απόσυρσης των συµβάσεων «µηδενικού χρόνου».

Προστασία στους απεργοσπάστες

Όποιος/α εµποδίζει την ελεύθερη προσέλευση ή αποχώρηση από την εργασία ή την παροχή της εργασίας από εργαζοµένους που επιθυµούν να εργαστούν ή ασκεί σωµατική ή ψυχολογική βία εις βάρος τους ή συµµετέχει σε κατάληψη χώρων εργασίας ή εισόδων τους, ιδίως κατά τη διάρκεια απεργίας, θα τιµωρείται µε φυλάκιση τουλάχιστον 6 µηνών και µε χρηµατική ποινή τουλάχιστον 5.000 ευρώ, αν η πράξη δεν τιµωρείται βαρύτερα από άλλη διάταξη. Σε περίπτωση υποτροπής, τα όρια διπλασιάζονται.

Εργαζόµενοι υπό δοκιµή

Προβλέπει ότι οι εργαζόµενοι θα είναι υπό δοκιµή για 6 µήνες. Ο εργαζόµενος θα εξακολουθήσει να µην δικαιούται αποζηµίωση µέχρι την συµπλήρωση του 12µηνου εργασίας, όπως ισχύει και σήµερα, παρά τις αντίθετες εξαγγελίες της κυβέρνησης.

Γιατί ψήφισε αυτό τον νόµο η κυβέρνηση

Ο νόµος αυτός είναι σαφές ότι συµπληρώνει το νόµο Χατζηδάκη σε πιο αντιδραστική κατεύθυνση. Έρχεται επίσης να συµπληρώσει την αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης στα 74 για όσους-ες δεν έχουν καταφέρει έως τα 67 χρόνια τους να αποκτήσουν τα απαιτούµενα ένσηµα.

Επιθυµία και στόχος κυβέρνησης και καπιταλιστών είναι η αύξηση της εκµετάλλευσης της εργατικής δύναµης και η µεγιστοποίηση του κέρδους των επιχειρήσεων, το τελικό χτύπηµα των συνδικαλιστικών και εργασιακών δικαιωµάτων. Η κυβέρνηση επιλέγει να δώσει ένα µεγάλο δώρο στην εργοδοσία επικαλούµενη οδηγίες της ΕΕ, αντί να δώσει αυξήσεις ίσες µε την αύξηση του πληθωρισµού και την απώλεια των εισοδηµάτων των εργαζοµένων στα µνηµονιακά χρόνια.

υστυχώς, κανένας εργαζόµενος δεν µπορεί να περιµένει από την ΓΣΕΕ ότι θα απαντήσει στην αντεργατική νοµοθεσία. Η απεργία στις 21 Σεπτέμβρη δεν ήταν αρκετή. Είναι κρίσιµο τα σωµατεία βάσης να πιέσουν τα Εργατικά Κέντρα και τις Οµοσπονδίες για απεργιακό αγώνα οργανωµένο, µε συντονισµό και δηµιουργία επιτροπών αγώνα, ώστε να μην εφαρμοστεί αυτός ο νόμος και να ανατραπούν τα σχέδια καπιταλιστών και κυβέρνησης.

 

 




Ακυρώνουμε την ευρωπαϊκή φασιστική συγκέντρωση

Αντιφασιστική Συγκέντρωση, Τετάρτη 1η Νοεμβρίου, 16:00 Λεωφόρος Ηρακλείου 420. Δεν έχει περάσει πολύς καιρός από την είσοδο των Σπαρτιατών στη Βουλή, από τη διέλευση ανενόχλητων των Κροατών νεοναζί και τη δολοφονία του Μιχάλη Κατσουρή, την υποψηφιότητα του Κασιδιάρη για δήμαρχο Αθηνών και οι φασίστες σπεύδουν να οργανώσουν φασιστική φιέστα την 1η Νοέμβρη στο Νέο Ηράκλειο για τα δέκα χρόνια από την εκτέλεση των Φουντούλη, Καπελώνη, απευθύνοντας και πανευρωπαϊκό κάλεσμα σε νεοναζιστικές ομάδες.
Το κάλεσμα από τις παρακρατικές οργανώσεις της Propatria και της Ιαχής, αλλά και από το Μέτωπο Νεολαίας της Χρυσής Αυγής, δείχνει πως οι φασίστες έχουν ως στόχο την ανασυγκρότηση τους στο δρόμο, την περαιτέρω δικτύωσή τους στην Ευρώπη, την διεκδίκηση χώρου για τη ρητορεία τους. Μέσα σε μια συνθήκη ολοένα και αυξανόμενης φτωχοποίησης των λαϊκών στρωμάτων, μετατόπισης της ατζέντας όλο και πιο ακροδεξιά και μιας γενικευμένης κρίσης που οξύνεται από το 2020 και μετά, εγχώρια και διεθνώς, οι φασίστες επιδιώκουν να γίνουν ο εκφραστής της λαϊκής δυσαρέσκειας, εκείνη η αντισυστημική φωνή που είναι έτοιμη να δώσει απαντήσεις.
Ωστόσο, εμείς είμαστε εδώ για να θυμίζουμε πάντα τι είναι η Χρυσή Αυγή, τι είναι ο φασισμός. Ήμασταν και είμαστε εδώ για να μπλοκάρουμε κάθε προσπάθεια εμφάνισης των νεο-ναζί στον δημόσιο χώρο. Δε θα τους επιτρέψουμε να υπάρξουν στα σχολεία, τις δουλειές, τις γειτονιές μας. Σε αυτήν την προσπάθεια είναι απαραίτητο να συσπειρωθούν όλες οι δυνάμεις, αντιφασιστικές συλλογικότητες, φοιτητικοί σύλλογοι, σωματεία, συνελεύσεις κατοίκων, ενώσεις γονέων, πολιτικές ομάδες και άλλοι μαζικοί φορείς.Για όλους αυτούς τους λόγους η 1η Νοέμβρη είναι μια μάχη που πρέπει να δώσουμε με όλες μας τις δυνάμεις.
Η μέρα αυτή για τους φασίστες είναι μια ευκαιρία για μια δυναμική επανεμφάνιση στο δρόμο, ένα κρίσιμο για αυτούς βήμα στην ανασυγκρότηση που ήδη επιχειρούν. Η μέρα αυτή είναι για εμάς, μια μέρα που θα δείξουμε στους φασίστες ότι ο δρόμος ανήκει στο αντιφασιστικό κίνημα, μια μέρα που θα στείλουμε δυνατά και καθαρά το μήνυμα του ανυποχώρητου αγώνα.Υψώνουμε τείχος στους φασίστες. Ακυρώνουμε τη φασιστική φιέστα της 1ης Νοέμβρη.
Δε θα αφήσουμε το Νέο Ηράκλειο να γίνει ορμητήριο μίσους.Καλούμε συγκέντρωση Τετάρτη, 1/11 στις 16:00 στην Λεωφόρο Ηρακλείου 420.
Αντιφασιστικός Συντονισμός Αθήνας Πειραιά



Αντιστεκόμαστε στην αξιολόγηση – διάλυση του δημόσιου σχολείου

Συνθηκολόγηση με ενιαία κείμενα ή πραγματικός αγώνας με απεργία – αποχή, απεργίες και διαδηλώσεις;
◾️Οι προσπάθειες για την εφαρμογή της αξιολόγησης στην εκπαίδευση έχουν φέρει κυβέρνηση και υπουργείο παιδείας σε ανοιχτή αντιπαράθεση με όλο τον κλάδο των εκπαιδευτικών. Μέχρι τώρα 21 ΕΛΜΕ αποτυπώνουν τη βούληση των συναδέλφων/ισσών για συνέχιση του αγώνα, επιλέγοντας την απεργία – αποχή ως τον καλύτερο τρόπο απόρριψης και ανατροπής της αξιολόγησης. Το ΔΣ της ΟΛΜΕ, όμως, με απόφαση ΔΑΚΕ – ΣΥΝΕΚ και ανοχή ΑΣΕ – ΠΑΜΕ αποφασίζει «ενιαία κείμενα» για την αποτίμηση και την αξιολόγηση των σχολικών μονάδων, αδειάζοντας και περιφρονώντας τις διαδικασίες των ΕΛΜΕ. Τα «ενιαία κείμενα» αποτελούν όχημα αποκλιμάκωσης του αγώνα και συνθηκολόγησης, ενώ για να περπατήσουν υιοθετούν παραμέτρους της αξιολόγησης όπως τους δείκτες, τις ομάδες εργασίας, την ποσοτικοποίηση και δεν εξασφαλίζουν το ενιαίο του χαρακτήρα τους. Είναι, δε, οξύμωρο η πλειοψηφία της ΟΛΜΕ να αναφέρει ότι «όλα τα σχολεία θα δηλώνουν τα ίδια», ενώ τα ίδια τα σχέδια δράσης που προτείνει καταγράφουν στοιχεία που είναι διαφορετικά σε κάθε σχολείο (ανάγκες για προσωπικό, πόρους, υποδομές κλπ).
◾️Τη στιγμή που η αξιολογική διαδικασία έχει απονομιμοποιηθεί στη συνείδηση του κλάδου, ενώ η Α/Α έχει αποδειχθεί ισχυρό όπλο για μπλοκάρισμα όλων των διαδικασιών αξιολόγησης και ενώ θα έπρεπε να συνεχιστεί και να διευρυνθεί η εναντίωσή μας και το μπλοκάρισμα στην πράξη της αξιολόγησης σε όλα τα επίπεδα, η στάση αυτή όχι μόνο δεν οδηγεί σε ενιαία απάντηση του κλάδου απέναντι στην επίθεση της κυβέρνησης, αντίθετα διευκολύνει τις κυρίαρχες συνδικαλιστικές δυνάμεις στην αποκλιμάκωση, στην καλλιέργεια της λογικής να ακυρώσουμε με ήπιες μορφές και «από μέσα» την αξιολόγηση, αλλά και τη λογική περί δυνατότητας μιας «ήπιας» αξιολόγησης.
Σε αυτή την φάση, η ΑΣΕ- ΠΑΜΕ αποσύρεται επίσημα από τη μάχη της απεργίας – αποχής με την πρότασή της για «ενιαία αγωνιστικά κείμενα» και δίνει χείρα βοηθείας στον κυβερνητικό συνδικαλισμό στην προσπάθειά του για μια «συντεταγμένη» από τον κλάδο αποδοχή της αξιολόγησης της σχολικής μονάδας. Δεν είναι όμως η πρώτη φορά· όταν οι 21 ΕΛΜΕ σήκωναν το βάρος της συνέχισης του αγώνα με απεργία – αποχή, ενάντια σε κυβέρνηση, υπουργείο παιδείας, αλλά και στον κυβερνητικό συνδικαλισμό ΔΑΚΕ – ΣΥΝΕΚ – ΠΕΚ, η ΑΣΕ – ΠΑΜΕ πρότεινε την υιοθέτηση των ενιαίων κειμένων στις ΕΛΜΕ που πλειοψηφεί (Κεφαλονιάς – Ιθάκης, Ζακύνθου, Λήμνου, Πειραιά με στήριξη ΣΥΝΕΚ). Το ίδιο έκανε και στην Γ ΕΛΜΕ Αθήνας, που με πρόταση Ενωτικής Πρωτοβουλίας – ΑΣΕ (αρ.8/10-1-22) αποδέχτηκε τα ενιαία κείμενα. Η πίεση όμως των συναδέλφων/φισσών, ανάγκασε την πλειοψηφία της Γ ΕΛΜΕ να «εξαφανίσει» την απόφαση για ενιαία κείμενα και να μην τα προπαγανδίσει σε κανένα σύλλογο και σε καμιά συνέλευση έκτοτε.
Η Αντίσταση, ήδη από τις 14/10/21 ζητούσε την κήρυξη απεργίας – αποχής από την Γ ΕΛΜΕ· πρόταση που, τελικά, έγινε αποδεκτή έναν ολόκληρο χρόνο μετά, στις 29/11/22 από την πλειοψηφία του ΔΣ της ΕΛΜΕ. Πρόταση, όμως, που ήρθε καθυστερημένα, αφού οι ομάδες αξιολόγησης είχαν ήδη συγκροτηθεί. Παρά την καθυστέρηση και παρά την ελλιπέστατη προπαγάνδιση της Α/Α από την πλειοψηφία του σωματείου, που έφτασε στα όρια της υπονόμευσής της, σημαντική μερίδα συναδελφων/ισσων την υπερασπίστηκαν.
Τίποτα δεν έχει κριθεί. Να συνεχίσουμε πιο αποφασιστικά!
▪️Η κυβέρνηση και το υπουργείο παιδείας, παρά την αλλαγή ηγεσίας, με την αξιολόγηση ως πολιορκητικό κριό, επιχειρεί να κατηγοριοποιήσει τα σχολεία και εν τέλει να τα διχάσει σε «καλά» και «κακά». Να περιορίσει τη συμμετοχή του κράτους στη χρηματοδότηση της λειτουργίας τους. Να ενοχοποιήσει τη σχολική κοινότητα για τις δικές της ευθύνες και τις δικές της υποχρεώσεις στις υποδομές, στη στελέχωση και την ανάπτυξη των δραστηριοτήτων κάθε σχολικής μονάδας. Να καταστήσει τα σχολεία ως σχολεία υποδοχής παιδιών ενός καθορισμένου κοινωνικού προφίλ, ώστε να συντρίψει τα σχολεία των πληβείων και να απογειώσει τα σχολεία της ελίτ. Να βάλει την αγορά, τους χορηγούς και τους δήμους, κανονικά και από την πόρτα πια, μέσα στην εκπαίδευση, ακόμα και στα περιεχόμενα της μάθησης. Να στριμώξει γερά την εκ-παιδευτική κοινότητα, να την ελέγξει στυγνά και να τη χειραγωγήσει, ώστε να συμμορφωθεί και να υπηρετήσει αυτά τα σχέδια, κάνοντας επισφαλέστατο το εργασιακό της περιβάλλον.
Μέχρι στιγμής κανένα σκέλος της αξιολόγησης δεν έχει προχωρήσει όπως θα το ήθελε η κυβέρνηση (σχολικής μονάδας, εκπαιδευτικών, εκπαιδευτικών προγραμμάτων – PISA) και ούτε έχει την νομιμοποίηση ε-ντός των σχολείων και στην κοινωνία. Το αν θα κυριαρχήσει η γραμμή της ήττας ή της νίκης εξαρτάται από την δράση πρώτα από όλα των πρωτοβάθμιων σωματείων και ύστερα από την στάση των ομοσπονδιών. Σε περιοχές όπου σωματεία θεωρούν τις μάχες χαμένες ο φόβος και η υποταγή τείνει να γίνει κανονικότητα, ενώ σε περιοχές με σωματεία πραγματικά αγωνιστικά ο αγώνας συνεχίζεται.
Δυναμώνουμε την απεργία – αποχή ενάντια στην αξιολόγηση!



Ανακοίνωση του “Ανυπότακτου Κορυδαλλού” για τις δημοτικές εκλογές

Ο επικεφαλής, οι υποψήφιοι/ες δημοτικοί σύμβουλοι και τα μέλη του ΑΝΥΠΟΤΑΚΤΟΥ ΚΟΡΥΔΑΛΛΟΥ θέλουμε να ευχαριστήσουμε τις εκατοντάδες Κορυδαλλιώτισσες και Κορυδαλλιώτες που μας τίμησαν με την ψήφο τους. Θέλουμε να ευχαριστήσουμε με ειλικρίνεια και όλους τους συναγωνιστές και συμπολίτες/ισσες με τους οποίους ήρθαμε σε επαφή όλο το προηγούμενο προεκλογικό διάστημα, ανταλλάξαμε γόνιμες σκέψεις και απόψεις, αλλά είτε απείχαν της διαδικασίας των εκλογών είτε δεν στήριξαν τελικά το ψηφοδέλτιο του Ανυπότακτου Κορυδαλλού στην κάλπη.

Η πολύ χαμηλή συμμετοχή είναι ο «νικητής» σε αυτές τις εκλογές, όπως και στον Κορυδαλλό. Ενδεικτικά 6.380 λιγότεροι συμπολίτες μας εκφράστηκαν στην κάλπη σε σχέση με το 2019, με την συμμετοχή φέτος να φτάνει μόλις το 47.50% ενώ στις δημοτικές του 2019 ήταν 59.50%, στις εθνικές του Μαΐου 2023 ήταν 59.83%, στις εθνικές του Ιουνίου 2023 ήταν 56.01% ενώ στις δημοτικές του 2014 η συμμετοχή έφτασε το 63.32%.

Για την χαμηλή συμμετοχή ευθύνονται οι πολιτικές υποβάθμισης των δήμων σε απλούς ιμάντες μεταβίβασης των κεντρικών πολιτικών από τις κυβερνήσεις και τους τοπικούς εκφραστές τους που απαξιώνουν συστηματικά την Τοπική Αυτοδιοίκηση στα μάτια του κόσμου. Το 61% της δημοτικής αρχής Χουρσαλά είναι ένα ποσοστό, σε μια εκλογική διαδικασία χωρίς συμμετοχή. Κατάφερε να συσπειρώσει όλο τον τοπικό κομματικό μηχανισμό της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ και του πολιτικού κατεστημένου που διοικεί την πόλη τα τελευταία 30 χρόνια.

Ευθύνες έχουμε κι εμείς για το ότι δεν καταφέραμε να κινητοποιήσουμε εκλογικά υπαρκτές κοινωνικές δυναμικές που αναπτύσονται στην πόλη, με τις οποίες δώσαμε από κοινού αγώνες όλο το προηγούμενο διάστημα, καθώς και να πείσουμε τους χιλιάδες συμπολίτες μας –με τους οποίους επικοινωνήσαμε προεκλογικά- να συμμετέχουν στην εκλογική διαδικασία και να μας εμπιστευθούν στην κάλπη.

Ως ενεργοί πολίτες του Κορυδαλλού παραμένουμε στην πρώτη γραμμή των αγώνων ενάντια στις συντηρητικές και νεοφιλελεύθερες πολιτικές λιτότητας, για να μπουν σε πρώτο πλανο οι ανάγκες των πολιτών και της νεολαίας, για τα μεγάλα και καθημερινά προβλήματα της πόλης και των κατοίκων της.

Ο Ανυπότακτος Κορυδαλλός έχει ρίξει τον «σπόρο» του στην πόλη, έναν «σπόρο» δημοκρατίας, ριζοσπαστισμού και ανανέωσης. Έναν «σπόρο» που θα ανθίσει την επόμενη ημέρα σε ένα μεγάλο προοδευτικό αγωνιστικό μέτωπο που θα εκφράσει τις αγωνίες και τα προβλήματα της μεγάλης πλειοψηφίας των πολιτών και της νεολαίας του Κορυδαλλού.

#Ανυπότακτος #Κορυδαλλός #Δημοτικές #Εκλογές #Ανακοίνωση




Ανακοίνωση της πολιτικής οργάνωσης Κόκκινο Νήμα: για τις αυτοδιοικητικές εκλογές, τον δεύτερο γύρο, τις προοπτικές

Κριτική ψήφος στους υποψήφιους της Λαϊκής Συσπείρωσης στον δεύτερο γύρο
Καμία υποστήριξη σε εκπροσώπους του φιλελεύθερου αστικού κέντρου, λευκό-άκυρο-αποχή
Μέτωπο της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς

 

Αποτίμηση αποτελεσμάτων πρώτου γύρου

Η συστημική προπαγάνδα προσπαθεί να πείσει ότι και αυτές οι εκλογές ήταν ένας ξεκάθαρος θρίαμβος της ΝΔ και του φιλελεύθερου κέντρου. Στο φόντο της «μεγάλης εικόνας» παραμένουν όλα τα στοιχεία που κάνουν έναν τέτοιον ισχυρισμό «προφανή»: Ο Μπέος που εκλέχτηκε πανηγυρικά από τον πρώτο γύρο, κερδίζοντας και όχι χάνοντας από τα ομοφοβικά και ακροδεξιού ύφους καραγκιοζιλίκια του· ότι δύο λιμάνια της χώρας (ο Πειραιάς και ο Βόλος) ελέγχονται σταθερά από εκπροσώπους της «μαύρης» επιχειρηματικότητας· ότι η ΝΔ πήρε από τον πρώτο γύρο 7 περιφέρειες και στον δεύτερο διεκδικεί τις υπόλοιπες από δεξιούς «αντάρτες» (πλην μόνο της Θεσσαλίας)· ότι στη μόλις πρόσφατα κατεστραμμένη Θεσσαλία νίκησε ο Αγοραστός και στον δεύτερο γύρο διεκδικείται όχι με τις μεγαλύτερες ελπίδες από ένα μέτωπο ΠΑΣΟΚ-ΣΥΡΙΖΑ.
Πίσω από το φόντο όμως, είναι ευδιάκριτες οι ρωγμές και οι αντιφάσεις, αλλά και οι δυνατότητες σχετικά μαζικής επιρροής που έχει η Αριστερά, η οποία πλέον εκπροσωπείται αποκλειστικά από αντικαπιταλιστικές και κομμουνιστογενείς δυνάμεις.
Πρώτο, σε σημαντικές περιπτώσεις που νίκησαν εκπρόσωποι της Δεξιάς, όχι μόνο ο αριθμός των ψήφων αλλά και τα ποσοστά μειώθηκαν:
Στην Αθήνα, ο Μπακογιάννης έχασε σε ποσοστό 2,65% αλλά χάνοντας το 35% των ψηφοφόρων του του 2019 και κερδίζοντας την πρώτη θέση με το συγκλονιστικό 12,84% των εγγεγραμμένων!
Στη Θεσσαλία ο Αγοραστός πήρε μεν 41% «παρά τις πλημμύρες», αλλά με συμμετοχή 53%, ενώ το 2019 με συμμετοχή 62% είχε ποσοστό 55%. Είχε λοιπόν πραγματική πτώση περίπου 37%!
Στην Αττική, με μείωση της συμμετοχής από 58% σε 38%, ο Χαρδαλιάς «θριάμβευσε» με 46,74%, αλλά το 2019 ο Πατούλης πήρε 37,6% στον α’ γύρο και 65% στον β’ γύρο, ενώ Πατούλης, Τζήμερος και χρυσαυγίτες είχαν περίπου το ποσοστό που έπιασε σήμερα ο Χαρδαλιάς. Το τελικό συμπέρασμα είναι ότι με 20 μονάδες μικρότερη συμμετοχή έχουμε πτώση της ΝΔ για τις περιφερειακές εκλογές στην Αττική κατά περίπου 20 μονάδες.
Δεύτερο, οι εκπρόσωποι του αστικού κέντρου, ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ, ηττήθηκαν καθαρά. Η εικόνα, συνολικά, μπορεί να περιγραφεί σαν βάλτωμα (κυρίως για το ΠΑΣΟΚ) και αποσάθρωση (κυρίως για τον ΣΥΡΙΖΑ):
Αθροιστικά στις περιφερειακές εκλογές, ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε δυνάμεις, επιτυγχάνοντας το συγκλονιστικό 10,84% (με όλη τη σχετικότητα που έχουν οι αναγωγές σε ποσοστά κομματικής επιρροής σε εθνική κλίμακα) ενώ το ΠΑΣΟΚ αποτελεί πλέον τέταρτη δύναμη, πίσω από το ΚΚΕ.
Το 2019 ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ μαζί εξέλεξαν έναν περιφερειάρχη (Κρήτη με ΠΑΣΟΚο επικεφαλής). Ο ΣΥΡΙΖΑ απώλεσε τότε και τις δύο περιφέρειες τις οποίες έλεγχε το 2014. Φέτος το ΠΑΣΟΚ ισχυρίζεται ότι θριάμβευσε και κέρδισε «πολλαπλάσιους δήμους». Πρόκειται για ξεκαρδιστικές αστειότητες. Κέρδισε 72 δήμους, τους περισσότερους μαζί με τον ΣΥΡΙΖΑ, και διεκδικεί, λέει, άλλους 43 στον β’ γύρο. Αν δεχτούμε χάριν ευκολίας ότι θα κερδίσει περίπου τους μισούς, βρίσκεται περίπου στα ίδια επίπεδα με τις εκλογές του 2019. Αυτό πιο πολύ μοιάζει με αναδιάταξη δυνάμεων στην πολυκατοικία της «κεντροαριστεράς», καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ σχεδόν πουθενά πανελλαδικά δεν έκανε αυτόνομο συνδυασμό παρά στήριξε κατά κόρον υποψήφιους του ΠΑΣΟΚ. Αποτελέσματα ανακοινωμένα από τον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ δεν βρήκαμε, πλην ελάχιστων εξαιρέσεων.
Ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ μίλησε για ήττα, αλλά ο πιο ακριβής χαρακτηρισμός είναι αποσάθρωση και συντριβή. Η «καθαρή» υποψηφιότητα ΣΥΡΙΖΑ στον δήμο της Αθήνας, όπου το κριτήριο της ψήφου είναι αμιγώς κεντρικοπολιτικό, με τον Κώστα Ζαχαριάδη, πήρε 13%, πίσω από το ΠΑΣΟΚ και μόλις 0,5% πάνω από το ΚΚΕ). Στη Θεσσαλονίκη, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ υποστήριξαν τον υποψήφιο του δεύτερου Σπύρο Πέγκα, ο οποίος δεν πέρασε καν στον β’ γύρο.
Τρίτο, η Αριστερά (ΚΚΕ, Ανταρσύα και ευρύτερη αντικαπιταλιστική Αριστερά) γνώρισε σημαντική άνοδο:
Ο δήμος Πατρέων διεκδικείται με μεγάλες πιθανότητες από τον υποψήφιο του ΚΚΕ και νυν δήμαρχο Πελετίδη, πρώτο με διαφορά στον πρώτο γύρο, απέναντι στο μέτωπο ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΣΥΡΙΖΑ.
Το ΚΚΕ, που στα μάτια αρκετού κόσμου εκπροσωπεί πλέον ηγεμονικά την Αριστερά, ήρθε τρίτο μεσοσταθμικά σε πανελλαδική κλίμακα στις περιφέρειες.
Τα σχήματα που εκπροσωπούσαν τον χώρο της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς κέρδισαν σε αυτές τις εκλογές πανελλαδική αναγνωρισιμότητα και «ορατότητα» σε περιφέρειες και βασικούς δήμους. Ιδιαίτερα στους δήμους Αθήνας και Θεσσαλονίκης, τα ενωτικά ψηφοδέλτια της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς πέτυχαν σημαντικά ποσοστά (6,1% και 5,5% αντίστοιχα).
Τέταρτο: Με την εξαίρεση του δήμου της Αθήνας η άκρα δεξιά και οι φασίστες δεν κατέβασαν αυτόνομα ψηφοδέλτια. Το γεγονός αυτό α) είναι ένδειξη του πόσο έχει λεηλατήσει την πολιτική τους ατζέντα η ΝΔ, β) ότι η πολιτική τους επιρροή δεν έχει δημιουργήσει αυτοδιοικητικά ερείσματα και στελέχη, γ) του οργανωτικού και πολιτικού κατακερματισμού του χώρου που εκπροσώπησε η Χρυσή Αυγή πριν την πτώση της, του μετεωρικού χαρακτήρα που έχει η άνοδος των πολιτικών εκφράσεων του χώρου. Ταυτόχρονα, αυτό αποτελεί μέτρο της φθοράς της συνολικής δεξιάς/ακροδεξιάς επιρροής (η οποία στις εθνικές εκλογές είχε ξεπεράσει το 55%) αν τη συγκρίνουμε με τα ποσοστά των υποψηφίων της ΝΔ που, πλην ελάχιστων εξαιρέσεων, σε αυτές τις εκλογές εκπροσώπησε το σύνολο της δεξιάς «πολυκατοικίας». Τέλος, το ποσοστό του Κασιδιάρη στον δήμο της Αθήνας, χωρίς να είναι ευκαταφρόνητο ή ένδειξη ότι ο φασιστικός κίνδυνος εξουδετερώθηκε (κάθε άλλο), είναι πάντως αποτυχία αν σκεφτεί κανείς τη συνολική δύναμη της άκρας δεξιάς και πού είχαν βάλει οι ίδιοι οι φασίστες τον πήχη των προσδοκιών. Σε κάθε περίπτωση, δεν αποτελεί εφαλτήριο περαιτέρω ανάπτυξης της πολιτικής τους δυναμικής.

Τα παραπάνω συμπεράσματα και εκτιμήσεις οριακά μόνον μπορούν να αλλάξουν με τον δεύτερο γύρο.

Η αποχή

Για την πιο ουσιαστική εκτίμηση των πολιτικών τάσεων και συσχετισμών που διαμορφώνονται, πρέπει να αξιολογηθεί η σημασία της αποχής. Αναμφίβολα αυτή ήταν έκφραση δυσαρέσκειας που έπληξε κυρίως τη Δεξιά και το φιλελεύθερο Κέντρο (ΣΥΡΙΖΑ κυρίως και δευτερευόντως ΠΑΣΟΚ). Οι δεκάδες χιλιάδες ψηφοφόροι του 2019 που δεν προσήλθαν να ψηφίσουν Μπακογιάννη, Αγοραστό, ακόμη και Τζιτζικώστα και η έλλειψη βάσης που δεν επέτρεψε στον ΣΥΡΙΖΑ να κατεβάσει σχεδόν πουθενά αυτόνομα δικά του ψηφοδέλτια πλην του δήμου Αθήνας, συνιστούν «ψήφο» διαμαρτυρίας ενάντια στη δεξιά και το φιλελεύθερο κέντρο. Ωστόσο, η προέλευση της αποχής δεν είναι αποκλειστικά δεξιά και κεντρώα. Ένα μέρος της είναι αριστερή αποχή και αφορά κυρίως πρώην πολιτική/εκλογική βάση του ΣΥΡΙΖΑ που απογοητεύτηκε απ’ αυτόν χωρίς να γοητευτεί από κάποια άλλη αριστερή εναλλακτική. Όσον αφορά την αριστερής προέλευσης αποχή, πρόκειται για ένα ακόμη επεισόδιο απομάκρυνσης ή και πολιτικής περιθωριοποίησης κόσμου της Αριστεράς, που βαραίνει αρνητικά για την Αριστερά στον συνολικό συσχετισμό δύναμης, αφού σημαίνουν ότι κόσμος της Αριστεράς και εργατολαϊκός κόσμος που συσπειρωνόταν στην Αριστερά και διεκδικούσε αριστερή πολιτική εκπροσώπηση στην κεντρική πολιτική σκηνή, μεταπίπτει σε κατάσταση πολιτικής αποχής και γίνεται ευάλωτος στην πολιτική απάθεια και τον παντοιοτρόπως ιδεολογικοπολιτικό εκφυλισμό. Είχαν προηγηθεί, μόνο στα χρόνια μετά το 2015, αλλεπάλληλα τέτοια κύματα, στους εκλογικούς σταθμούς που καθορίστηκαν από τις αλλεπάλληλες πολιτικές προδοσίες της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ: στις βουλευτικές εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015, του 2019, του 2023. Η αριστερή αποχή, λοιπόν, είναι δυσμενής συνθήκη για την Αριστερά.
Στον αντίποδα, η μεγάλης έκτασης δεξιά αποχή στις τωρινές δημοτικές και περιφερειακές εκλογές είναι νέο φαινόμενο για την περίοδο μετά το 2019 και σηματοδοτεί προδρομικές τάσεις φθοράς και ρωγμές στο κοινωνικοπολιτικό μπλοκ εξουσίας που εκπροσωπεί ο Μητσοτάκης. Θα μπορούσε να είναι καλό νέο για την Αριστερά, αλλά μόνο υπό τον όρο ότι θα δώσει αξιόπιστη πολιτική εναλλακτική σε αυτόν τον κόσμο πριν τον καταπιεί η πολιτική απάθεια ή και η κακοήθης ιδεολογικοπολιτική εξαλλαγή. Σε αντίθετη περίπτωση, το αστικό μπλοκ εξουσίας που εκπροσωπεί ο Μητσοτάκης δεν θα έχει πρόβλημα, διότι η εργατική τάξη δεν έχει άλλο πολιτικό εργαλείο πέρα από τα κόμματά της (έστω και στη μορφή των αστικών-εργατικών κομμάτων), ενώ το κεφάλαιο έχει πάντα ύστατο στήριγμα το κράτος.
Επομένως, το πώς θα επιδράσει η αμφίπλευρη αποχή στους πολιτικούς συσχετισμούς, θα εξαρτηθεί από το αν η Αριστερά, δηλαδή το ΚΚΕ και η αντικαπιταλιστική Αριστερά, θα οικοδομήσουν αξιόπιστη πολιτική εναλλακτική όχι μόνο για τον κόσμο που παραμένει συσπειρωμένος αριστερά αλλά και για τα «θύματα» της αριστερής αποχής.

ΣΥΡΙΖΑ: το τέλος της «εκκρεμότητας»

Παρά τη μνημονιακή στροφή και προδοσία του ΣΥΡΙΖΑ τον Ιούλιο του 2015, με τη μετατροπή του ΟΧΙ σε ΝΑΙ και την υπογραφή και μετέπειτα υλοποίηση του 3ου μνημονίου, ο ΣΥΡΙΖΑ παρέμενε μέχρι και τις βουλευτικές εκλογές του 2023 μια «εκκρεμότητα» που έπρεπε να κλείσει οριστικά για το αστικό πολιτικό σύστημα, για δύο αλληλένδετους λόγους:
Πρώτο, διότι ένα σημαντικό μέρος εργατολαϊκού κόσμου και κόσμου της ευρύτερης Αριστεράς παρέμενε μέσω του ΣΥΡΙΖΑ έστω και ελάχιστα ενεργός πολιτικά, με την αίσθηση ότι εκπροσωπείται (έστω και ανεπαρκέστατα ή στρεβλά) στην κεντρική πολιτική σκηνή, με τη συντήρηση της δυνατότητας να ενεργοποιηθεί κινηματικά ή πολιτικά υπό τις κατάλληλες προϋποθέσεις.
Διότι αυτή η σχέση πολιτικής εκπροσώπησης ανάμεσα σε αυτόν τον κόσμο και την ηγεσία και το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ, που βαρυνόταν σε αξιόλογο βαθμό από αμοιβαία έλλειψη εμπιστοσύνης, σκεπτικισμό και σε αρκετές περιπτώσεις «αντιπάθεια», ήταν πρόβλημα για την πλήρη αποκατάσταση της «κανονικότητας» στο αστικό πολιτικό σύστημα.
Δεύτερο, διότι η αδυναμία της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ να χειραφετηθεί με γρήγορους ρυθμούς και αποφασιστικά από αυτή τη σχέση, διατηρούσε αριστερές «αγκυλώσεις» και τον έκανε ακατάλληλο για να αναλάβει πλήρως τα καθήκοντα αστικού κόμματος του κέντρου.
Ήταν λάθος να παραβλέπεται αυτή η σημαντική «εκκρεμότητα» για δύο επίσης σημαντικούς λόγους:
Πρώτο, διότι έμενε ανοιχτό ακόμη το στοίχημα τι θα γίνει πολιτικά με αυτόν τον κόσμο του ΣΥΡΙΖΑ: αν θα παραμείνει έστω και με αυτούς τους ελάχιστους όρους ενεργός στα αριστερά ή θα απογοητευτεί πλήρως, θα διασπαρεί και θα γίνει έρμαιο του ιδεολογικοπολιτικού εκφυλισμού.
Δεύτερο, διότι αυτή η «εκκρεμότητα» λειτουργούσε και σαν αριστερό πολιτικό αντίβαρο στη δυναμική δεξιάς μετατόπισης και πλήρους αποκατάστασης της «κανονικότητας» στο αστικό πολιτικό σύστημα.
Με την εξ εφόδου κατάληψη της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ από τον Κασσελάκη, αυτή η «εκκρεμότητα» κλείνει. Αν στις βουλευτικές εκλογές επήλθε η πλήρης αποκατάσταση της κανονικότητας στο αστικό πολιτικό σύστημα, η ηγεσία Κασσελάκη σηματοδοτεί την αποκατάσταση της κανονικότητας στον ΣΥΡΙΖΑ και την άρση της «εκκρεμότητας». Είναι επομένως ο πολιτικός σπασμός που ολοκληρώνει ό,τι συντελέστηκε στις εκλογές του Μαΐου και του Ιουνίου.
Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πλέον αμετάκλητα φιλελεύθερο αστικό κόμμα του κέντρου, κι αυτό όχι κυρίως με κριτήριο τις μετατοπίσεις στο πρόγραμμα, αλλά το οριστικό τέλος σε μια σχέση μαζικής πολιτικής εκπροσώπησης στην κεντρική πολιτική σκηνή κόσμου της ευρύτερης Αριστεράς και εργατολαϊκού κόσμου με όρους που παρέπεμπαν -έστω αδύναμα, έμμεσα και στρεβλά- στο αριστερό παρελθόν και στις αριστερές παραδόσεις. Είναι η κατάρρευση των μαζικών σχέσεων εκπροσώπησης του ευρύτερου κόσμου της Αριστεράς και της εργατολαϊκής του βάσης ο βασικός λόγος που τον μετατρέπει σε φιλελεύθερο κόμμα του αστικού κέντρου. Τώρα, ο Κασσελάκης, κατά τον ίδιο τρόπο που «επέλεξε τον λαό» που τον ανέδειξε αρχηγό, θα «επιλέξει» κι έναν άλλο λαό για τον ΣΥΡΙΖΑ.

ΚΚΕ: το νόημα της εκλογικής του επιτυχίας

Σε αυτές τις συνθήκες, το ΚΚΕ αναδεικνύεται στον μόνο υπαρκτό μαζικό αριστερό πόλο. Στις δημοτικές και αυτοδιοικητικές εκλογές αυτό ήταν πιο εμφατικό απ’ ό,τι στις δεύτερες εκλογές του Ιουνίου. Οι εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ έπαιξαν κάποιον ρόλο για να μεγαλώσει η υποστήριξη κόσμου του ΣΥΡΙΖΑ στο ΚΚΕ. Αν όμως αυτό ονομάζεται από το ΚΚΕ «μεγάλη νίκη», τότε η αποτυχία του να συσπειρώσει το μεγαλύτερο, ή πολύ μεγαλύτερο απ’ ό,τι συσπείρωσε, ποσοστό της εκλογικής και κοινωνικής βάσης του ΣΥΡΙΖΑ ύστερα από την κατάρρευσή του, πρέπει να ονομαστεί «μεγάλη ήττα».
Η αποτυχία αυτή δεν είναι αναίτια. Στους δύο επάλληλους πολιτικούς «κύκλους», του Μαΐου 2010 – Ιουλίου 2015 (αντιμνημονιακός αγώνας, οικονομική κρίση και κρίση του αστικού πολιτικού συστήματος, μαζικός αριστερός ριζοσπαστισμός) και του Ιουλίου 2010-Μαΐου-Ιουνίου 2023 (ήττα και υποχώρηση του κινήματος και της Αριστεράς, παραφθορά, κρίση και κατάρρευση της μαζικής πολιτικής εκπροσώπησης από τον ΣΥΡΙΖΑ εργατολαϊκών στρωμάτων και άνοδος της δεξιάς και της άκρας δεξιάς) η πολιτική της ηγεσίας του ΚΚΕ ήταν πολιτική συστηματικής πολιτικής φυγομαχίας.
Στην περίοδο 2010-2015, ουσιαστικά απείχε από τις πολιτικές διακυβεύσεις της περιόδου, με αποκορύφωμα το άκυρο-λευκό στο δημοψήφισμα του 2015. Σε μία από τις μεγαλύτερες ιστορικά κορυφώσεις του μαζικού εξωκοινοβουλευτικού αγώνα και μία από τις πιο «ανοιχτές» σε ταξικές και πολιτικές διεργασίες και διακυβεύσεις περίοδο, αρκέστηκε στην κομματικά περιφρουρημένη παρουσία του στις κινητοποιήσεις της περιόδου, χωρίς καμία πολιτική πρωτοβουλία, υψώνοντας περισσότερο τα τείχη απέναντι σε όλες τις δυνάμεις της Αριστεράς και του κινήματος που δεν ήλεγχε, απέχοντας από κάθε διακύβευση. Αντιμετωπίζοντας μια τόσο πλούσια και ιστορικής σπουδαιότητας περίοδο σαν «διαδικασία προδιαγεγραμμένου τέλους», δεν ευθύνεται μόνο για το γεγονός ότι χάθηκαν ευκαιρίες χωρίς να δοθεί ουσιαστική μάχη, αλλά και για το γεγονός ότι άφησε ελεύθερο το πεδίο ώστε να μονοπωλήσει την πολιτική εκπροσώπηση του μαζικού αντιμνημονιακού αγώνα όχι ο ΣΥΡΙΖΑ γενικά αλλά η ηγεσία Τσίπρα συγκεκριμένα. Το γεγονός ότι ανάλογες ευθύνες έχουν και οι τάσεις της αριστερής αντιπολίτευσης στον ΣΥΡΙΖΑ δεν αλλάζει το συμπέρασμα όσον αφορά το ΚΚΕ. Η βασική συνέπεια ήταν να αποξενωθεί ή και να γίνει απωθητικό για σημαντικό τμήμα του μαζικού αντιμνημονιακού αγώνα και επομένως να μην αποτελεί αριστερή εναλλακτική γι’ αυτόν τον κόσμο.
Στην περίοδο 2015-2023 απέτυχε να κατανοήσει τη δυναμική ανόδου της Δεξιάς και της άκρας δεξιάς που προετοίμαζε το σημερινό καταθλιπτικό δεξιό-ακροδεξιό πολιτικό μονοπώλιο και τον αυταρχικό μετασχηματισμό του πολιτικού συστήματος και του κράτους, μιλώντας για τον ανύπαρκτο «δικομματισμό» δεν άκουσε τον Βορίδη που έθεσε στόχο να εξολοθρεύσει κάθε αριστερή πρόσβαση στο κράτος (οι δήμοι και περιφέρειες είναι επίσης κράτος), υποτίμησε ή δεν κατανόησε καν τη σημασία του δεξιού αναθεωρητισμού και ρεβανσισμού ενάντια σε οτιδήποτε αριστερό και στη βάση αυτή ταύτισε τον ΣΥΡΙΖΑ με τη Δεξιά και αναλώθηκε σε διμέτωπο ενάντια σε ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, που σε κρίσιμες στιγμές παρέκκλινε σε στοχοποίηση κυρίως του ΣΥΡΙΖΑ.
Στην πρώτη μαζική ανάκαμψη των κινηματικών διαθέσεων με το «κίνημα των Τεμπών», αποκάλυψε ότι η συστηματική αποφυγή κάθε είδους διακύβευσης στην ταξική πάλη εκτείνεται πολύ πέραν της πολιτικής: Όχι μόνο απέφυγε να υποστηρίξει το σύνθημα-αίτημα για επανακρατικοποίηση των σιδηροδρόμων γενικά, αλλά κατήγγειλε σαν αυταπάτη ακόμη και το σύνθημα-αίτημα για κρατικοποίηση χωρίς αποζημίωση του ιδιώτη ιδιοκτήτη και με εργατικό-κοινωνικό έλεγχο.
Παρ’ όλα αυτά, το ΚΚΕ κατέχει κάποια «εξουσία»: στον δήμο Πατρέων είχε την προηγούμενη τετραετία δικό του δήμαρχο (και διεκδικεί ξανά τον δήμο στις επαναληπτικές εκλογές). Εκεί λοιπόν έμεινε στην αριστερή χρηστή διαχείριση του δήμου και απέφυγε να επιδιώξει ρήξεις ανατρεπτικού χαρακτήρα: Από τη μια, ισοσκελισμένοι προϋπολογισμοί, σεβασμός στις υποχρεώσεις που απορρέουν από τα μνημόνια και τις δανειακές συμβάσεις, απασχόληση εργαζομένων με συμβάσεις ορισμένου χρόνου. Από την άλλη, αριστερή ρητορεία των αποφάσεων του δημοτικού συμβουλίου (ανακοινώσεις και ψηφίσματα), αντίσταση στην επέλαση των εργολάβων και την ιδιωτικοποίηση λειτουργιών του δήμου (π.χ. καθαριότητα) και έμφαση στην κοινωνική πολιτική (προγράμματα για την απασχόληση των παιδιών τους καλοκαιρινούς μήνες, «λαϊκό φροντιστήριο» κ.λπ.) και στον πολιτισμό (πολιτιστικές εκδηλώσεις, κινηματογράφος και θεατρικές παραστάσεις στις γειτονιές).
Έτσι, το κόμμα που απέχει συστηματικά από τις πολιτικές και ταξικές διακυβεύσεις στη βάση της θεωρητικής στρεψοδικίας ότι «η κατάσταση δεν είναι επαναστατική», ευρισκόμενο στην ηγεσία ενός δήμου, κάνει απλώς αριστερή χρηστή διαχείριση, με απόλυτο σεβασμό στις μεγάλες μνημονιακές συντεταγμένες που καθορίζουν την πολιτική των δήμων ως γραναζιού του αστικού κράτους. Βεβαίως αυτές οι συντεταγμένες δεν μπορούν να αλλάξουν τοπικά, μπορεί όμως μια κομμουνιστική ηγεσία σε ένα δήμο να συγκρουστεί με αυτές τις συντεταγμένες συμμαχώντας με τις ενεργές αγωνιστικές δυνάμεις της τοπικής κοινωνίας, να μετατρέψει τον δήμο σε «προγεφύρωμα» κοινωνικών συμμαχιών σε τοπικό επίπεδο και πρωτοβουλιών, έχοντας βεβαίως πλήρη επίγνωση ότι έτσι βγαίνει εκτός «νομιμότητας» και διακινδυνεύει την καθαίρεσή της. Όμως έτσι θα έδινε ένα υπόδειγμα εφαρμοσμένης ανατρεπτικής πολιτικής στην πράξη και θα δικαίωνε την πολιτική κατεύθυνση να γίνουν οι δήμοι μετερίζι αγώνα, που σημαίνει να αποσπαστούν από τις δουλείες που επιβάλλει το γεγονός ότι είναι απολύτως ελεγχόμενα τοπικά γρανάζια του κράτους. Έτσι όμως το ΚΚΕ θα έμπαινε στην πολιτική των διακυβεύσεων – και αν σε κάτι είναι αταλάντευτα εχθρικό, είναι ακριβώς αυτό.

Σε τι συνίσταται η εκλογική επιτυχία του ΚΚΕ; Στο ότι ένα μικρό μέρος από την κατάρρευση της εκλογικής-πολιτικής επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ το επέλεξε ως αριστερή εκλογική εναλλακτική. Αυτό είναι θετικό γεγονός γιατί σημαίνει ότι αυτός ο κόσμος δεν αποστρατεύεται, δεν αδρανεί πολιτικά, εξακολουθεί να νοεί και να αναζητεί στα αριστερά. Αυτό δεν σημαίνει ότι επιβραβεύει την πολιτική του, αλλά ότι επιμένει αριστερά και δεν έχει άλλη εναλλακτική. Ένα πολύ μεγαλύτερο μέρος της αριστερής και εργατολαϊκής επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ δεν στήριξε εκλογικά το ΚΚΕ και δεν πρόκειται ούτε στο μέλλον να το κάνει αν δεν αλλάξει την πολιτική του να αποφεύγει τις πολιτικές διακυβεύσεις και να υψώνει τείχη απέναντι στις άλλες δυνάμεις της Αριστεράς.
Το ΚΚΕ, που μέχρι τώρα κρυβόταν από την πολιτική και τις διακυβεύσεις της και αποξενωνόταν από την υπόλοιπη Αριστερά, τώρα αποκτά «υποχρεώσεις» και δεν μπορεί να κρύβεται καταγγέλλοντας τους «οπορτουνιστές». Τώρα πρέπει να αποδείξει αυτό τι μπορεί να κάνει. Αυτό σημαίνει ότι θα πιέζεται διαρκώς περισσότερο να κάνει στην πράξη αριστερή – ανατρεπτική πολιτική και να μην έχει στάση «κομμουνιστικού αναχωρητισμού», με ανέξοδες σοσιαλιστικές και κομμουνιστικές ρητορείες στα λόγια και συντηρητική πολιτική στην πράξη. Η πρόβλεψή μας είναι ότι αν, πιεζόμενο, εγκαταλείψει τη στάση του πολιτικού αναχωρητισμού, θα το κάνει με βάση την ιστορική σταλινική παράδοση της μετάπτωσης από τον σεχταρισμό (δηλαδή τον αριστερό οπορτουνισμό) στον δεξιό οπορτουνισμό.
Είναι γι’ αυτούς τους λόγους που πιστεύουμε ότι καλλιέργεια κλίματος πολιτικής «συμπάθειας» προς το ΚΚΕ και ακόμη περισσότερο οι αυταπάτες ότι μπορεί να αποτελέσει τον φορέα της πολιτικής ανασύνταξης της Αριστεράς είναι επικίνδυνες και πρέπει να αντιμετωπιστούν αποφασιστικά. Την ίδια στιγμή όμως η πολιτική της αντικαπιταλιστικής αριστεράς προς το ΚΚΕ, τον κόσμο του πρέπει να είναι πολιτική ενιαίου μετώπου.

Δεύτερος γύρος: Κριτική ψήφος στη Λαϊκή Συσπείρωση

Αυτό σημαίνει, καταρχήν, πως δεν μπορεί και δεν πρέπει να υποτιμηθεί ή αγνοηθεί ότι το ΚΚΕ αναδεικνύεται ντε φάκτο στον μοναδικό μαζικό πόλο της Αριστεράς. Το γεγονός αυτό σημαίνει ότι έχει μια κεντρική θέση στον αριστερό συσχετισμό δύναμης, παρόλο που είναι ακατάλληλος «διαχειριστής» του.
Αυτό σημαίνει επίσης ότι το κάλεσμα, προς την ηγεσία και τον κόσμο του ΚΚΕ, για την από κοινού οργάνωση αντιστάσεων και μαχών απέναντι στο σύστημα πρέπει να είναι διαρκές.
Αυτό σημαίνει, τέλος, ότι στον δεύτερο γύρο των εκλογών πρέπει να υποστηριχτούν κριτικά οι υποψήφιοι της Λαϊκής Συσπείρωσης. Ψήφος σε αυτούς, για να ενισχυθεί ο αριστερός συσχετισμός δύναμης σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο και στην κοινωνία. Ψήφος κριτική, γιατί το ΚΚΕ δεν μπορεί να είναι ο μαζικός αντικαπιταλιστικός-ανατρεπτικός φορέας που έχουμε ανάγκη.
Τέλος, σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, άκυρο-λευκό-αποχή. Ύστερα από τον οριστικό μετασχηματισμό του ΣΥΡΙΖΑ σε κόμμα του φιλελεύθερου αστικού κέντρου, δεν υπάρχουν διλήμματα που να αφορούν με οποιονδήποτε τρόπο την Αριστερά και τον κόσμο της εκεί που δεν κατεβαίνει υποψήφιος της Λαϊκής Συσπείρωσης. Η κριτική ψήφος σε υποψήφιους του αστικού κέντρου ενάντια σε δεξιούς υποψήφιους είναι πολιτικό λάθος γιατί ενισχύει την πολιτική άποψη ότι το αστικό κέντρο μπορεί να είναι δύναμη αντίστασης στη δεξιά-αστική ηγεμονία ενώ είναι συμπληρωματική δύναμη σε αυτήν.

Όχι στη στρατηγική του «πλατιού κόμματος» – μέτωπο της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς!

Η επιτυχία των δύο ενωτικών ψηφοδελτίων της αντικαπιταλιστικής αριστεράς σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη (6,1% και 5,5% αντίστοιχα) ανοίγουν αντικειμενικά τη συζήτηση για τη συγκρότηση μαζικού πόλου-μετώπου της αντικαπιταλιστικής αριστεράς γιατί υποδεικνύουν μια ιστορική δυνατότητα που θα ήταν μεγάλο λάθος να μην αξιοποιηθεί. Η ιστορική αυτή δυνατότητα έχει προκύψει από δύο διαδρομές που στη δεδομένη συγκυρία συνέκλιναν σε αυτό το αποτέλεσμα:
Πρώτο, από την επιμονή, την κινηματική γείωση και την πρόοδο των ενωτικών διαδικασιών των δυνάμεων της αντικαπιταλιστικής αριστεράς την τελευταία δεκαπενταετία. Η ΕΑΑΚ, τα ενωτικά σχήματα της αντικαπιταλιστικής αριστεράς σε εργασιακούς χώρους, τα σχήματα σε περιφέρειες και δήμους, η Ανταρσύα, η δράση των δυνάμεων της αντικαπιταλιστικής αριστεράς που αποσπάστηκαν το 2015 από τον ΣΥΡΙΖΑ, οι συγχρωτισμοί και οι ενωτικές πρωτοβουλίες μεταξύ μεγάλου μέρους αυτών των δυνάμεων, ήταν θετικές διεργασίες χρόνων που με την αφορμή των δημοτικών εκλογών συνέκλιναν εκλογικά στην ίδια κοίτη. Παρ’ όλα τα λάθη και τις αποτυχίες που συνόδευσαν και συνοδεύουν ακόμη αυτή την πορεία, τα αποτελέσματά της δεν πρέπει να υποτιμηθούν ούτε να διασκορπιστούν απερίσκεπτα, αλλά να αξιοποιηθούν ως βάση για το επόμενο βήμα.
Δεύτερο, από την ολοκλήρωση των πολιτικών «κύκλων» του 2010-2015 και 2015-2019 με μαζική καταστροφή των πάσης φύσεως και απόχρωσης ρεφορμιστικών σχεδίων (πλην του ΚΚΕ) και με απτές αποδείξεις ότι ο καπιταλισμός στην πολύπλευρη κρίση του και ιδιαίτερα ο ελληνικός καπιταλισμός δεν αφήνουν χώρο όχι για τον κλασικό κομμουνιστογενή ρεφορμισμό αλλά ούτε καν για έναν στοιχειωδώς αξιοπρεπή σοσιαλδημοκρατικό ρεφορμισμό!
Τρίτο, με την οριστική χρεοκοπία του σχεδίου ανασυγκρότησης της Αριστεράς με την κωδική ονομασία «πλατύ κόμμα της ριζοσπαστικής αριστεράς». Η πολιτική χρεοκοπία του ΣΥΡΙΖΑ, του ΜΕΡΑ25 και της ΛΑΕ ισοδυναμούν με τη χρεοκοπία διαφορετικών εκδοχών αυτής της ιδέας. Δεν υπάρχει χώρος για ένα πλατύ κόμμα του ρεφορμισμού, αριστερού, κεντρώου ή σοσιαδημοκρατικού.
Ο συνδυασμός αυτών των τριών δεδομένων οδηγεί σε ένα αναπόφευκτο συμπέρασμα: η μορφή ανασυγκρότησης της αριστεράς που είναι «συμβατή» με τα καθήκοντα της ιστορικής συγκυρίας είναι το μαζικό αντικαπιταλιστικό μέτωπο. Σε μια ιστορική συγκυρία που ακόμη και οι φασίστες μπορούν να οικοδομούν μαζικές οργανώσεις και που ο ρεφορμισμός οποιασδήποτε μορφής δεν έχει χώρο ύπαρξης και δεν μπορεί να είναι μαζικός, η αντικαπιταλιστική-επαναστατική αριστερά μπορεί να γίνει μαζική δύναμη.

Οι προοπτικές

Σε αντίθεση με τη μιντιακή προπαγάνδα, σε αντίθεση ακόμη με τον βαθύ αριστερό πεσιμισμό, τα αποτελέσματα των δημοτικών-περιφερειακών εκλογών είναι σαφής ένδειξη ότι το κοινωνικό και πολιτικό μπλοκ εξουσίας που εκπροσωπεί ο Μητσοτάκης και η δεξιά «πολυκατοικία», περιλαμβανομένης της άκρας δεξιάς και των φασιστών, δεν είναι αρραγές και παντοδύναμο. Η συγκρότησή του μέσα από μια διαρκή ανοδική δυναμική ύστερα από την μνημονιακή εξαλλαγή και την προδοσία του ΣΥΡΙΖΑ το 2015 έχει περάσει το υψηλότερο σημείο της και είναι ήδη ορατά τα προδρομικά σημάδια αποδυνάμωσης και ρωγμών. Σε αυτές τις εκλογές, η δεξιά και η ακροδεξιά (σε μικρότερο βαθμό) και το αστικό κέντρο (κυρίως ο ΣΥΡΙΖΑ) υποχώρησαν ή ηττήθηκαν καθαρά, το δε μπλοκ εξουσίας εμφάνισε αξιόλογες ρωγμές. Το ΚΚΕ και η αντικαπιταλιστική αριστερά ενισχύθηκαν. Πρόκειται για επιβεβαίωση της άποψής μας ότι οι πολιτικές διεργασίες και εξελίξεις δεν μπορούν να ερμηνευτούν σωστά με τη φόρμουλα της «συντηρητικοποίησης της κοινωνίας». Όχι γιατί δεν υπάρχει τέτοια, αλλά γιατί δεν είναι αυτή το βασικό ερμηνευτικό κλειδί. Αντί για μια τέτοια προσέγγιση, πρέπει να ερμηνεύσουμε όσα συμβαίνουν -ακόμη και τη συντηρητικοποίηση!- με τον συνδυασμό δύο άλλων παραγόντων: των πολιτικών εναλλακτικών που οικοδομούνται στα αριστερά αλλά και της ίδιας της αριστερής πολιτικής, από τη μια, και των υλικών όρων συγκρότησης της δεξιάς ηγεμονίας και του μπλοκ εξουσίας από την άλλη.
Οι ιδεολογικές ηγεμονίες (συντηρητικοποίηση) είναι υπόθεση του μακρού, μεσομακροπρόθεσμου χρόνου. Οι πολιτικές διεργασίες και τα μπλοκ εξουσίας έχουν πιο ρευστό χαρακτήρα και είναι υπόθεση του βραχυμεσοπρόθεσμου χρόνου. Η κατάσταση είναι αναμφίβολα πολύ δύσκολη και κάποιες πλευρές της δημιουργούν σε πολύ κόσμο του κινήματος και της Αριστεράς ισχυρά αισθήματα αποθάρρυνσης. Όμως η εκτίμηση ότι αυτή η συνθήκη είναι στρατηγικά ανθεκτική στο μεσομακροπρόθεσμο χρόνο, είναι λάθος. Μεταξύ άλλων, μια τέτοια «καταθλιπτική» εκτίμηση ενισχύει αντικειμενικά την άποψη ότι πρέπει να απαντήσουμε στο ερώτημα ποια Αριστερά και τι είδους πολιτική συγκρότηση χρειαζόμαστε με τη φόρμουλα που έχει πέρα από κάθε αμφιβολία χρεοκοπήσει ολοσχερώς: να ενωθούμε όπως όπως με τη μέθοδο του ελάχιστου κοινού παρονομαστή, ώστε να είμαστε όσο το δυνατόν περισσότεροι, που καταλήγει στη φόρμουλα του «πλατιού κόμματος».
Αντί γι’ αυτό, πρέπει να συνδυάσουμε τις δύο βασικές κατευθύνσεις της στρατηγικής του ενιαίου μετώπου: να ενωθούμε όσο περισσότεροι μπορούμε για να οργανώσουμε κοινές μάχες ενάντια στο σύστημα, αλλά πολιτικά να ενωθούμε αυτοί που έχουν συνειδητοποιήσει ότι στην ιστορική συγκυρία της βαθιάς και πολύπλευρης κρίσης του καπιταλισμού μόνο η μαζική αντικαπιταλιστική – επαναστατική αριστερά μπορεί να είναι αξιόμαχος αντίπαλος του συστήματος. Και όχι μόνο αυτό, αλλά μπορεί να είναι (να γίνει) και μαζική.




Μαζικό συλλαλητήριο αλληλεγγύης στο δοκιμαζόμενο λαό της Γάζας

Χιλιάδες διαδηλωτές και διαδηλώτριες συμμετείχαν την Παρασκευή 13 Οκτώβρη στην κινητοποίηση ενάντια στα εγκλήματα του Ισραήλ στην Παλαιστίνη και τη συνεχιζόμενη σφαγή στη Γάζα.

Η συγκέντρωση έγινε στο Πάρκο Ελευθερίας (Μέγαρο Μουσικής)  και ακολούθησε δυναμική πορεία μέχρι την πρεσβεία του Ισραήλ. Τον παλμό στην πορεία τον έδιναν οι εκατοντάδες Παλαιστίνιοι και Παλαιστίνιες που συμμετείχαν μαζικά με τις οικογένειες και τα παιδιά τους. Επίσης στο συλλαλητήριο συμμετείχαν σχεδόν όλες οι πολιτικές οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς. Κεντρικό σύνθημα που αντηχούσε ήταν: Λευτεριά στην Παλαιστίνη!

Αυτή η κινητοποίηση είναι πολύ σημαντική για να σπάσει η μονοδιάστατη προπαγάνδα των συστημικών κομμάτων και των ΜΜΕ, που στηρίζουν τόσο ανεπιφύλακτα την πλευρά του επιτιθέμενου σφαγέα, κατακτητή και εισβολέα, δηλαδή του Ισραήλ.

Ακόμα και ο Σύριζα στήριξε το Ισραήλ μαζί με Νέα Δημοκρατία και ΠΑΣΟΚ, ενώ το ΚΚΕ καταγγέλλει το Ισραήλ, αλλά ακόμα (προφανώς λόγω των εκλογών) δεν συμμετέχει στα συλλαλητήρια διαμαρτυρίας που έχουν γίνει.

Την ίδια στιγμή και στην Ευρώπη έχουν αρχίσει οι κινητοποιήσεις υπέρ των Παλαιστινίων, κόντρα στις απαγορεύσεις πολλές  φορές, καθώς όλες οι κυβερνήσεις στην Ευρώπη στηρίζουν το κράτος-τρομοκράτη του Ισραήλ.

Το Ισραήλ από το 1948 έχει κατακτήσει σχεδόν το 90% της Παλαιστίνης και έχει καταδικάσει στο θάνατο, την εξορία, στη φυλακή και στις πόλεις-στρατόπεδα-φυλακές εκατομμύρια Παλαιστινίων. Δεν πρέπει να του επιτρέψουμε να ολοκληρώσει τη νέα επίθεση του, γιατί θα έχει οδυνηρές επιπτώσεις στους κατοίκους της Γάζας, που απ’ ότι φαίνεται έχει σκοπό να ισοπεδώσει τη λωρίδα αυτή.

Η συμμετοχή μας στις κινητοποιήσεις αλληλεγγύης και η μαζικότητα τους θα μπορέσουν αν πιέσουν τις χώρες τις Ε.Ε. να πάψουν να στηρίζουν το Ισραήλ και να το οδηγήσουν στην διεθνή απομόνωση για τα εγκλήματα που διαπράττει σε βάρος του παλαιστινιακού λαού.

 

 

 




Hλεκτρονικές εκλογές: δώρο στους Χατζηδάκη – Γεωργιάδη

Οι Ριζοσπαστικές Αγωνιστικές Κινήσεις έχουμε αποφασίσει τη ΜΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ μας στην ηλεκτρονική εκλογική διαδικασία, καθώς για πολλοστή φορά ο ΕΦΚΑ καθίσταται φορέας εξαίρεσης, όσον αφορά τη λειτουργία των δημοσίων υπηρεσιών και ταυτόχρονα πειραματόζωο του αντιδραστικού νόμου Χατζηδάκη, που επιχειρεί να μετατρέψει τις συλλογικές διαδικασίες των εργατικών σωματείων σε εξατομικευμένες υπάρξεις των social media με like και emoji στα ψηφοδέλτια παρατάξεων που προτείνουν διαφορετικούς δρόμους διεκδίκησης των κοινωνικών μας αναγκών.

Ο Γεωργιάδης αφού εξύμνησε το νόμο του Χατζηδάκη, τροποποίησε τις ευθύνες των συνδικάτων, όσον αφορά το ζήτημα των απεργιών, επεκτείνοντας την αστική σε ποινική ευθύνη για καταλήψεις και παρεμπόδιση απεργοσπαστών. Ακόμα και η προτροπή να απεργήσουμε μπορεί να εκληφθεί ως ψυχολογική βία και τα σωματεία μας να αντιμετωπίσουν ποινικές ευθύνες (6 μήνες φυλακή και 5.000€ πρόστιμο), ενώ οι πραγματικές απειλές της κυβέρνησης και των εργοδοτών κατά απεργών αποτελού…θεάρεστο έργο!

 

Η κοινή και πιθανά προσυμφωνηθείσα πρόταση της ΣΥΜΜΑΧΙΑΣ με την κυβερνητική ΔΑΚΕ για ένα ενιαίο ψηφοδέλτιο, προκειμένου εναλλάξ να εκπροσωπηθούν οι 4 πρώτες παρατάξεις στο ΔΣ του ΕΦΚΑ με συμμετοχή τελικά στις ηλεκτρονικές εκλογές, είχε σκοπό να βάλει και τις αριστερές παρατάξεις στο δρόμο της υποταγής του νόμου Χατζηδάκη. Η απόφαση βρίσκεται σε αντίθεση και με τις αποφάσεις της ΑΔΕΔΥ, αλλά δυστυχώς συμφώνησαν Συμμαχία, ΔΑΚΕ, ΠΑΣΚΕ και Ανεξάρτητοι.

Το επιχείρημα ότι η πλειοψηφία της ΠΟΣΕ-ΕΦΚΑ δεν θέλει να διακινδυνεύσει την κατάργηση της θέσης του εκπροσώπου των εργαζομένων από τη σύνθεση του ΔΣ του ΕΦΚΑ είναι έωλο.

Στα όργανα συνδιοίκησης ουδέποτε οι εργαζόμενοι είχαν την πλειοψηφία για να επηρεάσουν τις αποφάσεις της εκάστοτε κυβερνητικής πολιτικής. Αντίθετα, στις περισσότερες περιπτώσεις αποδείχτηκαν όργανα κορπορατισμού των συνδικαλιστών στην κρατική πολιτική της άρχουσας τάξης. Επιπρόσθετα, τι νόημα έχει η συμμετοχή στις ηλεκτρονικές διαδικασίες, όταν αύριο δεν θα μπορεί να απεργήσει κανείς; Μήπως σκέφτονται ότι είναι καλύτερα να εγκαταλείψουμε τους πραγματικούς αγώνες; Δεν αντιλαμβάνονται ότι ο ΕΦΚΑ γίνεται το πειραματόζωο για ολόκληρο το Δημόσιο;

 

Ο Δουφεξής δέχτηκε ένα χρόνο μετά τις εκλογές μας τους εκπροσώπους της Ομοσπονδίας μας και την επομένη παραιτήθηκε για να αναλάβει ένας άλλος…τεχνοκράτης, στον οποίο θα πρέπει να εκθέσουμε τις απόψεις μας κι αν δεν τις δεχτεί θα πρέπει να αγωνιστούμε όπως τον παλιό καλό καιρό. Μόνο που η “προοδευτική” ΣΥΜΜΑΧΙΑ εγκαταλείπει τον αγώνα πριν αυτός ξεκινήσει, “πειθόμενη” ενδεχομένως από την κυβερνητική ΔΑΚΕ για το τι είναι καλό για τους εργαζόμενους.

Οι συμβιβασμοί έχουν ήδη ξεκινήσει και όσοι πίστεψαν σε μια εναλλακτική άσκηση διοίκησης στα συνδικάτα και την Ομοσπονδία μας, διαψεύδονται.

 

Οι Ριζοσπαστικές Αγωνιστικές Κινήσεις καλούμε όλους/ες του/τις εργαζόμενους/ες να απέχουν από τη διαδικασία των ηλεκτρονικών εκλογών, που θα αποδειχτεί η ταφόπλακα των συνδικάτων μας και της ίδιας της ΠΟΣΕ-ΕΦΚΑ.

 

ΜΑΖΙΚΗ ΑΠΟΧΗ ΑΠΟ ΤΙΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ-ΠΑΡΩΔΙΑ




Καμία ειρήνη χωρίς δικαιοσύνη – Αλληλεγγύη στην Παλαιστίνη. Όλες/οι Παρασκευή 6 μ.μ. στo Πάρκο Ελευθερίας.

Το κράτος του Ισραήλ κλιμακώνει διαρκώς τον πόλεμο από την πλευρά του ενάντια στον παλαιστινιακό λαό. Οι εποικισμοί δεν έχουν σταματήσει ποτέ, η απομόνωση, όπως και η γενοκτονία των Παλαιστίνιων στη Λωρίδα της Γάζας.

Ο παλαιστινιακός λαός έχει δοκιμάσει κάθε μέθοδο για να επιτύχει κάποια μορφή ουσιαστικής αυτοδιάθεσης. “Αποκήρυξε τη βία”, κατάφερε μαζική υποστήριξη για το Μποϊκοτάζ, την Αποεπένδυση και τις Κυρώσεις (BDS): ένα κυρίως ειρηνικό κίνημα, το οποίο κέρδισε έδαφος παγκοσμίως μεταξύ καλλιτεχνών, ακαδημαϊκών, συνδικάτων, οργανώσεων και κάποιων κυβερνήσεων. Οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ προσπαθώντας να απονομιμοποιήσουν το BDS στη Δύση χέρι χέρι με τα σιωνιστικά λόμπι, ότι το μποϊκοτάζ του Ισραήλ ήταν “αντισημιτικό”. Το αποτέλεσμα; Πρακτικά ελάχιστα κέρδισαν με “ειρηνικά μέσα”.

Πλέον η εκλεγμένη ηγεσία στη Γάζα αρχίζει -απόλυτα δικαιολογημένα- να αντιστέκεται ένοπλα. Όλο το αστικό πολιτικό σύστημα, παγκοσμίως και στη χώρα μας, επέλεξαν (καθόλου τυχαία) την ενεργητική στήριξή τους στο ισραηλινό κράτος – σφαγέα του παλαιστινιακού λαού. ΗΠΑ, ΝΔ, ΠΑΣΟΚ είναι ξεκάθαρα στο πλευρό του Ισραήλ. Ακόμα και ο ΣΥΡΙΖΑ έβγαλε μια κατάπτυστη ανακοίνωση, αποδεικνύοντας άλλη μια φορά την υποταγή του στα ιμπεριαλιστικά κέντρα. Και όπως πάντα, ένας τεράστιος μηχανισμός προπαγάνδας από τα επίσημα ΜΜΕ έχει ενεργοποιηθεί, εκφράζοντας μονόπλευρα και ξεκάθαρα με τη μεριά του κράτους-φονιά Ισραήλ, τις “φρικαλεότητες του πολέμου”.

Οι Παλαιστίνιοι έχουν κάθε δικαίωμα να αντισταθούν στις επιθέσεις που υπόκεινται. Δεν υπάρχει κανενός είδους “ισοδυναμία”, στρατιωτική, πολιτική, ούτε καν ηθική όσον αφορά τις δύο πλευρές. Το Ισραήλ είναι ένα πανίσχυρο κράτος με πυρηνικά, εξοπλισμένο από τις ΗΠΑ, που η ύπαρξή του επ ουδενί απειλείται. Για τους Παλαιστίνιους, απειλούνται οι ζωές τους, τα εδάφη τους, με σύσσωμο το δυτικό “πολιτισμό” απέναντί τους. Και απολύτως δικαιολογημένα ξεσηκώνονται ενάντια στους αποικιοκράτες, με όποιο τρόπο μπορούν.

Είμαστε και θα είμαστε με τους καταπιεσμένους και εξεγερμένους Παλαιστίνιους.

Η Πολιτική Οργάνωση “Κόκκινο Νήμα” στηρίζει και καλεί στη συγκέντρωση αλληλεγγύης στον αγώνα τους την Παρασκευή 6 μ.μ στο Πάρκο Ελευθερίας (Μετρό Μέγαρο Μουσικής).

Καμία ειρήνη χωρίς δικαιοσύνη – Αλληλεγγύη στην Παλαιστίνη