1

Απεργία Λιμενεργατών Cosco – Καταδικάζουμε την επιχείρηση καταστολής – Απαιτούμε να αποσυρθούν οι Αστυνομικές και Λιμενικές δυνάμεις από το Λιμάνι

Οι Λιμενεργάτες στις προβλήτες ΙΙ και ΙΙΙ συνεχίζουν και κλιμακώνουν τον απεργιακό αγώνα τους διεκδικώντας την ικανοποίηση των δίκαιων αιτημάτων τους με την υπογραφή ΣΣΕ.

Την ίδια στιγμή η κυβέρνηση κινητοποίησε από τα ξημερώματα Ματ, Αύρες, Αστυνομία, Λιμενικό με σκοπό να εκφοβίσει και να τρομοκρατήσει τους εργαζόμενους και με τον τρόπο αυτό θέτει τις δυνάμεις καταστολής στην υπηρεσία της Cosco.

Η επιχείρηση αυτή για άλλη μία φορά έπεσε στο κενό, χάρη στην αδιατάρακτη ενότητα των λιμενεργατών στο ΣΕΜΠΟ, οι οποίοι συμμετείχαν μαζικά στην απεργία και αχρήστευσαν τους σχεδιασμούς Cosco – εργολάβων – κυβέρνησης να υπονομευτεί η συνέχεια των απεργιακών τους κινητοποιήσεων.

Την ίδια ώρα κινητοποιούνται οι “γνωστοί άγνωστοι” εργοδοτικοί – ναυτιλιακοί φορείς και λοιπές αντιδραστικές δυνάμεις που καταλογίζουν την ευθύνη για το κλείσιμο του λιμανιού στους απεργούς λιμενεργάτες.

Είναι οι ίδιες δυνάμεις που σε αντίστοιχες κινητοποιήσεις των Ναυτεργατών στοχοποιούν τον αγώνα τους, άλλοτε διότι κινδυνεύει ο τουρισμός, άλλοτε η ακτοπλοϊκή σύνδεση με τα νησιά και έτσι υπονομεύεται η ομαλή πορεία της “εθνικής μας οικονομίας”….!

Θεωρούμε ότι για τα όποια προβλήματα αναφύονται από την πολυήμερη απεργία των λιμενεργατών, την ευθύνη έχει αποκλειστικά η προκλητική αδιαλλαξία της Cosco αλλά και η κυβέρνηση η οποία ζητάει μετ΄ επιτάσεως να ανοίξει το λιμάνι με το σταμάτημα της απεργίας!

Ξεχνάει όμως ότι εδώ και μήνες το λιμάνι ήταν ανοιχτό, οι εργαζόμενοι επαναλαμβανόμενα μέσω των διαπραγματεύσεων επιχειρούσαν να βρεθούν λύσεις στα ώριμα και δίκαια αιτήματά τους, αλλά η Cosco υπονόμευσε, ακύρωσε και απέρριψε τις πρωτοβουλίες των εργαζομένων!

Κατά συνέπεια για το κλείσιμο του λιμανιού υπαίτια, υπεύθυνη και υπόλογη είναι η Cosco!!!

Απαιτούμε να αποσυρθούν οι αστυνομικές και λιμενικές δυνάμεις καταστολής από το λιμάνι, δηλώνουμε την αλληλεγγύη μας στον δίκαιο αγώνα των λιμενεργατών!

Καλούμε την εργατική τάξη, τις συνδικαλιστικές της οργανώσεις, ευρύτερα τους φορείς του λαϊκού κινήματος να σταθούν στο πλάι των απεργών μέχρι την τελική νίκη.

Η ΠΕΝΕΝ που όλο αυτό το διάστημα βρίσκεται δραστήρια στο πλευρό των εργαζομένων θα στηρίξει τον αγώνα τους και με οικονομική ενίσχυση.

 

Η Διοίκηση της ΠΕΝΕΝ


Πηγή: penen.gr




Όλες και όλοι στα απεργιακά συλλαλητήρια σε όλη τη χώρα την Κυριακή 1η Μάη

ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ 2022

 

Η 1η Μάη αποτελεί παγκόσμια μέρα µνήµης και δράσης των εργαζομένων, που τιμώντας τους αγώνες και τους νεκρούς μας, συνεχίζουμε να παλεύουμε για κοινωνική δικαιοσύνη και κατάργηση της εκμετάλλευσης.

Καθιερώθηκε ως η Παγκόσμια Ηµέρα των Εργατών στις 20 Ιουλίου 1889 κατά τη διάρκεια του ιδρυτικού συνεδρίου της ∆εύτερης (Σοσιαλιστικής) ∆ιεθνούς στο Παρίσι, σε ανάμνηση του µακελειού του Σικάγο το 1886, όπου η αστυνομία άνοιξε πυρ κατά εργατών που αγωνίζονταν υπέρ της διεκδίκησης της οκτάωρης εργασίας και καλύτερων εργασιακών συνθηκών.

Στην Ελλάδα η Εργατική Πρωτομαγιά γιορτάστηκε για πρώτη φορά το 1893, με κύρια αιτήματα τη θέσπιση της κυριακάτικης αργίας, την οκτάωρη εργασία και την κοινωνική προστασία των εργαζομένων, δηλαδή για Κοινωνικό Κράτος και Κοινωνική Ασφάλιση!

 

Η φετινή Πρωτομαγιά  βρίσκει την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα μπροστά σε πρωτόγνωρες συνθήκες με έναν πόλεμο που εξελίσσεται στην Ευρώπη και μια νέα οικονομική κρίση με προέκταση στην ενέργεια, αλλά και την διατροφική επάρκεια.

Η κυβέρνηση της ΝΔ συνεχίζει ακάθεκτη την εφαρμογή των αντεργατικών της πολιτικών και την εγκληματική διαχείριση της πανδημίας με τους χιλιάδες νεκρούς συμπολίτες, ενώ οι δημόσιες υπηρεσίες απαξιώνονται και καταρρέουν προς όφελος των ιδιωτών. Παράλληλα, η κυβέρνηση έχει θέσει σε εφαρμογή το νόμο Χατζηδάκη, που πλήττει βάναυσα τα εργασιακά και συνδικαλιστικά μας δικαιώματα. Στην ίδια κατεύθυνση, της εξυπηρέτησης των συμφερόντων των επιχειρήσεων και του κεφαλαίου, και ο πρόσφατος νόμος ιδιωτικοποίησης του ΟΑΕΔ, καθώς και οι διατάξεις για fast-track συντάξεις και συντάξεις “εμπιστοσύνης” στον ΕΦΚΑ, που συνεχίζουν την μεθοδευμένη κυβερνητική προσπάθεια για διάλυση της Δημόσιας Κοινωνικής Ασφάλισης.

 

Ο φετινός γιορτασμός της Εργατικής Πρωτομαγιάς πρέπει να αποτελέσει την απαρχή για ένα συντονισμένο, οργανωμένο και διαρκή αγώνα των εργαζομένων, που θα κλιμακωθεί το επόμενο διάστημα για να ανατρέψουμε την αντεργατική πολιτική. Η 1η Μάη  πρέπει και μπορεί να πάρει τη σκυτάλη από την πανεργατική απεργία στις 6 Απρίλη και να αποτελέσει σταθμό στην προσπάθεια να ηττηθούν οι αντεργατικές πολιτικές της ακρίβειας, της φτώχειας και του πολέμου, η ίδια η κυβέρνηση της ΝΔ!

Στο δρόμο του αγώνα βαδίζουμε ξανά!

 

ΟΛΕΣ & ΟΛΟΙ ΣΤΑ ΑΠΕΡΓΙΑΚΑ ΣΥΛΛΑΛΗΤΗΡΙΑ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗ ΧΩΡΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ 1η ΜΑΗ

Προσυγκέντρωση στην Αθήνα στα Προπύλαια στις 11πμ

 Ριζοσπαστικές Αγωνιστικές Κινήσεις 




Πρωτομαγιά 2022: Μαζί ζούμε – αντιστεκόμαστε – διεκδικούμε

ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ 2022

Προπύλαια 11 π.μ.

ΜΑΖΙ ΖΟΥΜΕ – ΑΝΤΙΣΤΕΚΟΜΑΣΤΕ – ΔΙΕΚΔΙΚΟΥΜΕ

Η εργατική Πρωτομαγιά είναι μέρα αγώνα για τους εργάτες και τις εργάτριες σε όλο τον κόσμο. Ανεξάρτητα από φυλή, φύλο και σεξουαλική προτίμηση, προέλευση και θρησκεία, 136 χρόνια μετά από την Ιστορική Πρωτομαγιά του 1886 στο Σικάγο, τιμάμε τους αγώνες της εργατικής τάξης. Τότε που χιλιάδες μετανάστες εργάτες μαζί με τους υπόλοιπους συντρόφους και συντρόφισσές τους έδιναν τη μάχη και επέβαλλαν στα επόμενα χρόνια την καθιέρωση του 8/ωρου.

Σήμερα, 135 χρόνια μετά, στην Ελλάδα της νεοφιλελεύθερης κυβέρνησης Μητσοτάκη, κατεβαίνουμε στο δρόμο για να διεκδικήσουμε ζωή με αξιοπρέπεια. Απαιτούμε μέτρα ανάσχεσης της ακρίβειας και πραγματικές αυξήσεις στους μισθούς πάνω από τον πληθωρισμό, για να μην πετσοκοπεί ακόμα περισσότερο το εργατικό εισόδημα. Διεκδικούμε την κατάργηση του νόμου του υπουργού των ιδιωτικοποιήσεων Χατζηδάκη που καταργεί το 8ωρο, απαγορεύει τις απεργίες και διαλύει τα συνδικάτα. Η Πρωτομαγιά του 2022 σηματοδοτεί την συνέχεια της μάχης της απεργίας της 6ης Απρίλη και θα είμαστε ξανά στους δρόμους!

Την ώρα που συνεχίζει να μαίνεται ο καταστροφικός πόλεμος στην Ουκρανία, οι Πρωτομαγιάτικες διαδηλώσεις θα είναι ταυτόχρονα αντιπολεμικές διαδηλώσεις. Κινητοποιήσεις έκφρασης του διεθνούς κινήματος για την ειρήνη, τη φιλία και τη συνεργασία των λαών. Απαιτούμε να αποσυρθούν όλες οι Ρωσικές στρατιωτικές δυνάμεις από την Ουκρανία. Να σταματήσει ο εξοπλισμός της ουκρανίας από ΝΑΤΟ-ΕΕ και οι κυρώσεις ενάντια στη Ρωσία που δεν βλάπτουν τους «ολιγάρχες» αλλά τους φτωχούς ανθρώπους. Απαιτούμε από την Ελληνική κυβέρνηση να σταματήσει την άμεση εμπλοκή της χώρας στον πόλεμο στην Ουκρανία με αποστολή στρατιωτικού υλικού και συμμετοχή στις κυρώσεις της Δύσης απέναντι στη Ρωσία. Να ακυρωθούν τα υπέρογκα εξοπλιστικά προγράμματα που έχουν δρομολογηθεί για τα επόμενα χρόνια και αντί γι’ αυτά να αυξηθούν δραστικά οι δαπάνες για δημόσια υγεία, παιδεία, μισθούς και συντάξεις.

Την ίδια ώρα, οι μετανάστες και μετανάστριες, πρόσφυγες και προσφύγισσες, θύματα των πολέμων και της επισιτιστικής κρίσης, δίνουμε μαζί με τους υπόλοιπους συναδέλφους/ισσες μας, αγώνα για την ανατροπή του ρατσιστικού οπλοστασίου της κυβέρνησης. Για να σταματήσουν οι δολοφονίες στα σύνορα, οι παράνομες επαναπροωθήσεις και οι απελάσεις. Για να κλείσουν τα στρατόπεδα της ντροπής. Για άσυλο και αξιοπρεπή στέγαση σε κάθε πρόσφυγα, άδεια παραμονής σε κάθε μετανάστη-τρια που ζει στη χώρα. Τα δικαιώματα των προσφυγ(ισσ)ων και των μεταναστ(ρι)ών αφορούν κάθε εργαζόμενο/η. Η εξαίρεση από στοιχειώδη εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα για τους πιο αδύναμους αποτελούν το πρώτο βήμα για την υποβάθμιση των δικαιωμάτων και της ζωής όλων μας. Γι΄αυτό καλούμε εργαζόμενους και ανέργους, νέους και νέες, ντόπιους, πρόσφυγες και μετανάστ(ρι)ες, να δώσουμε μαζί το παρών στην απεργία και στις εργατικές συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις της πρωτομαγιάς.

Κυριακάτικο Σχολείο Μεταναστών – Κίνηση «Απελάστε τον Ρατσισμό»

 




Καταγγέλλουμε το νέο εργατικό ατύχημα σε πλοίο μέσα στο λιμάνι του Πειραιά

Σύμφωνα με ανακοίνωση των εργαζομένων στο λιμάνι του Πειραιά Λιμενεργάτης στην ώρα εργασίας του στην περιοχή του ΣΕΜΠΟ έπεσε από ύψος 12 μέτρων αφού υποχώρησαν τα σαπισμένα προστατευτικά κιγκλιδώματα του πλοίου!!!

Να σημειωθεί ότι ο εργαζόμενος τηρούσε τα ατομικά μέτρα ασφάλειας και προστασίας.

Καταγγέλλουμε το σοβαρότατο αυτό ατύχημα και θεωρούμε υπεύθυνη την εφοπλιστική εταιρεία που επέδειξε εγκληματική αμέλεια στην τήρηση των κανόνων για την ασφαλή εργασία των εργαζομένων.

Βαρύτατες ευθύνες έχει και ο Υπουργός Ε.Ν αλλά και οι αρμόδιες υπηρεσίες του οι οποίες δυστυχώς όπως αποδεικνύεται και με αυτό το ατύχημα οι έλεγχοι που υποτίθεται κάνουν είναι εικονικοί έως ανύπαρκτοι θέτοντας με αυτόν τον τρόπο σε θανάσιμο κίνδυνο την ασφάλεια και την ζωή των εργαζομένων.

Εκφράζουμε τις ευχές μας στον συνάδελφο εργαζόμενο για γρήγορη ανάρρωση και αποκατάσταση της υγείας του.

Απαιτούμε να παρθούν άμεσα και ουσιαστικά μέτρα για την ασφαλή εργασία στο λιμάνι, στα καράβια, στην επισκευαστική ζώνη και σε όλους τους εργασιακούς χώρους, σύμφωνα με τις θέσεις των εργαζομένων.

Όχι στα μεροκάματα του τρόμου, όχι άλλο αίμα εργατών για τα κέρδη των εφοπλιστών και της Cosco!

Η Διοίκηση της ΠΕΝΕΝ




Ανακοίνωση Πρωτοβουλίας για την Εργατική Πρωτομαγιά 2022 | Κυριακή 1η του Μάη

Η Πρωτοβουλία για μια ανεξάρτητη αγωνιστική εργατική συνδικαλιστική συλλογικότητα σας καλεί να δώσετε το «παρών» στα απεργιακά συλλαλητήρια που θα γίνουν πανελλαδικά για την Εργατική Πρωτομαγιά, Κυριακή 1η του Μάη 2022 | Στην Αθήνα, 11πμ., στα Προπύλαια, και στην ενωτική αγωνιστική πορεία προς τη Βουλή

ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ 2022
ΕΡΓΑΣΙΑ, ΥΓΕΙΑ, ΕΙΡΗΝΗ
ΟΙ ΕΡΓΑΤΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΜΠΡΟΣΤΑ

Η Εργατική Πρωτομαγιά είναι ημέρα τιμής και αγώνα της Εργατικής Τάξης που παλεύει, σε όλη την ιστορική της διαδρομή, για να σπάσει τα δεσμά της εκμετάλλευσης, να απαλείψει τις κοινωνικές ανισότητες, να διατηρήσει και να διευρύνει κατακτήσεις και δικαιώματα. Οι εργάτες/τριες στο Σικάγο το 1886 έδωσαν μια από τις πιο σκληρές μάχες διεκδικώντας 8 ώρες δουλειά, 8 ώρες ύπνο, 8 ώρες ελεύθερο χρόνο και βελτίωση των συνθηκών εργασίας. Σήμερα, 136 χρόνια μετά, οι εργαζόμενοι/ες ζουν τη βαρβαρότητα της πιο σκληρής επίθεσης του κεφαλαίου, που θέλει να πάρει την ιστορική ρεβάνς, και να τους/τις επαναφέρει στον εργασιακό και κοινωνικό μεσαίωνα.

Η κυβέρνηση της ΝΔ συνεχίζει ακάθεκτη την εφαρμογή των αντεργατικών της πολιτικών και την εγκληματική διαχείριση της πανδημίας με τους χιλιάδες νεκρούς συμπολίτες μας και τα εκατομμύρια κρούσματα, η δημόσια υγεία, η δημόσια παιδεία, οι κοινωνικοπρονοιακές υποδομές απαξιώνονται και καταρρέουν εξαιτίας της έλλειψης μόνιμων προσλήψεων και της μείωσης κρατικής χρηματοδότησης προς όφελος των ιδιωτών, ενώ το ξεπούλημα δημόσιων αγαθών, δημόσιων χώρων αλλά και η καταστροφή του περιβάλλοντος καλά κρατούν προς όφελος της «ανάπτυξης» των ολίγων. Παράλληλα, η κυβέρνηση έχει θέσει σε εφαρμογή το νόμο Χατζηδάκη, που πλήττει βάναυσα τα εργασιακά και συνδικαλιστικά μας δικαιώματα, καθώς και το νόμο ιδιωτικοποίησης του ΕΦΚΑ, με τον οποίο ξεπουλάει την ακίνητη περιουσία του, αφού παρέδωσε πρώτα την επικουρική ασφάλιση και τις εισφορές μας στους ιδιώτες και στον τζόγο. Στην ίδια κατεύθυνση, της εξυπηρέτησης των συμφερόντων των επιχειρήσεων και του κεφαλαίου, και ο πρόσφατος νόμος ιδιωτικοποίησης του ΟΑΕΔ, μέσω του οποίου λεηλατούνται τα αποθεματικά των εργαζομένων που προορίζονται για στεγαστική πολιτική, ξεπουλιέται η ακίνητη περιουσία του, ποινικοποιείται η ανεργία και τιμωρούνται και διαγράφονται από τα Μητρώα ΟΑΕΔ και το επίδομα οι άνεργοι/ες που θα αρνηθούν τρεις φορές θέσεις που θα τους προσφέρει ο Οργανισμός.

Η επισιτιστική κρίση είναι εδώ και η κυβέρνηση μοιράζει ψίχουλα στους εργαζομένους, τους άνεργους, τους συνταξιούχους και το λαό σαν «φάρμακο» στην ακρίβεια, που έχει πιάσει στρατόσφαιρα και κατατρώει τα εναπομείναντα εισοδήματά τους, βυθίζοντάς τους στην ανέχεια και την ενεργειακή φτώχεια: το ρεύμα, το φυσικό αέριο, τα καύσιμα, το ψωμί και βασικά είδη διαβίωσης μετατρέπονται σε είδη πολυτελείας. Την ίδια ώρα, οι μεγάλες επιχειρήσεις συνεχίζουν να αυξάνουν τα κέρδη τους, ενισχύουν την κερδοσκοπία τους ενώ η κυβέρνηση τους παρακολουθεί υποσχόμενη «έλεγχο» και «τιμωρία» των υπευθύνων με… τουφεκιές.

Συνάδελφισσες, συνάδελφοι

Η αύξηση του 1,66 ευρώ την ημέρα στον κατώτατο μισθό αποτελεί πρόκληση για κάθε εργατική – λαϊκή οικογένεια που στενάζει καθημερινά, αδυνατώντας να ανταποκριθεί στο κύμα ακρίβειας και συνολικά στις ανάγκες της. Ο νέος κατώτατος μισθός είναι όχι μόνο κάτω από το μισθό που είχαν οι εργαζόμενοι πριν από 13 χρόνια αλλά και από τους ρυθμούς αύξησης του πληθωρισμού που λεηλατεί το λαϊκό εισόδημα.

Για τους/τις εργαζομένους/ες είναι ξεκάθαρο ότι οι σημερινές συνθήκες ακραίας ακρίβειας και ασύδοτης κερδοσκοπίας του κεφαλαίου, ενεργειακής φτώχειας, υψηλού ποσοστού ανεργίας, οι μειωμένοι μισθοί, συντάξεις και κοινωνικά επιδόματα είναι αποτέλεσμα της ακραίας νεοφιλελεύθερης πολιτικής της κυβέρνησης της ΝΔ, που υπηρετεί τα συμφέροντα των ολίγων και συνεχίζει τις μνημονιακές πολιτικές όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων. Η κατάσταση που βιώνουν οι εργαζόμενοι/ες είναι, παράλληλα, συνέπεια της δημιουργίας του «επιτελικού κράτους» από την κυβέρνηση, καθώς επίσης και της πολιτικής που γιγαντώνει τις εξοπλιστικές δαπάνες και τις φοροαπαλλαγές των επιχειρήσεων και του κεφαλαίου.

Η κυβέρνηση της ΝΔ εμπλέκει ενεργά τη χώρα μας στον πόλεμο στην Ουκρανία και τους ευρύτερους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς, αποστέλλοντας όπλα, παραχωρώντας τις Βάσεις που βρίσκονται σε ελληνικό έδαφος για τις πολεμικές επιχειρήσεις του ΝΑΤΟ και αγοράζοντας αεροπλάνα και νέα οπλικά συστήματα, εξελίξεις που θέτουν στην «πρώτη γραμμή» του κινδύνου τη χώρα μας και το λαό.

Το «επιτελικό κράτος» και η αντιλαϊκή, ακραία νεοφιλελεύθερη εφαρμοζόμενη πολιτική, που περιλαμβάνει μόνο στήριξη του κεφαλαίου και της εργοδοσίας, δεν μπορεί να μείνει χωρίς απάντηση.

ΤΑΞΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ – ΟΡΓΑΝΩΣΗ – ΑΓΩΝΑΣ
ΝΑ ΠΑΡΟΥΜΕ ΑΠΟ ΤΑ ΚΕΡΔΗ ΤΟΥΣ ΓΙΑ ΝΑ ΖΗΣΟΥΜΕ

Το δίκιο και τα δικαιώματα των εργαζομένων και του λαού είναι πάνω απ’ όλα! Και θα τα υπερασπιστούμε. Είμαστε βέβαιοι ότι υπάρχουν οι δυνατότητες! Να εργαζόμαστε όλοι και όλες και να εργαζόμαστε λιγότερο. Να μην καρπώνεται τη δουλειά μας το κεφάλαιο και να μην διαλύει τη σταθερή εργασία.

Τώρα είναι η ανάγκη να δυναμώσουν η συνδικαλιστική οργάνωση στους χώρους δουλειάς, η ταξική ενότητα και η αλληλεγγύη των εργαζομένων, να βγουν μπροστά οι διεκδικήσεις μας. Να χτίσουμε μέτωπο ενάντια στον εργοδοτικό – κυβερνητικό συνδικαλισμό, που επιχειρεί να διαβρώσει την έννοια του συνδικαλισμού, να καθηλώσει τις αντιδράσεις μας. Η ηγεσία της ΓΣΕΕ δε θέλει και δε μπορεί να οργανώσει την αντίσταση της εργατικής τάξης. Δίνει καιρό τώρα διαπιστευτήρια υποταγής στο ΣΕΒ, την εργοδοσία και την κυβερνητική πολιτική. Δεν έβγαλε άχνα για την υγειονομική κρίση, για τη διεύρυνση της φτώχειας, για τις αυξήσεις-κοροϊδία της ΝΔ.

Ο φετινός γιορτασμός της Εργατικής Πρωτομαγιάς πρέπει να αποτελέσει την απαρχή για μια μεγάλη κινητοποίηση, για ένα συντονισμένο, οργανωμένο και διαρκή αγώνα των εργαζομένων και του λαού, που θα κλιμακωθεί το επόμενο διάστημα για να ανατρέψουμε την αντεργατική πολιτική. Οφείλουμε να σηκώσουμε τον πήχη των απαιτήσεων μας και να περάσουμε στην αντεπίθεση, διεκδικώντας:

Να πάνε αυτή τη φορά τα πράγματα αλλιώς. Γιατί μόνο έτσι μπορούμε ν’ αντιμετωπίσουμε την οργανωμένη επίθεση που δεχόμαστε. Γιατί μόνο έτσι θα πάρουμε πίσω όσα μας πήραν με τα μνημόνια και θα επιβάλλουμε τις εργατικές ανάγκες της εποχής μας.

Συναδέλφισσες, συνάδελφοι

Το λέμε ξεκάθαρα! Δυνατοί είμαστε όταν είμαστε ενωμένοι απέναντι στους εργοδότες, απέναντι στις πολιτικές του κεφαλαίου. Όταν μαχητικά κι αποφασιστικά υπερασπιζόμαστε τα δικαιώματά μας και τις ιστορικές μας κατακτήσεις.

Η Πρωτοβουλία για μια ανεξάρτητη αγωνιστική εργατική συνδικαλιστική συλλογικότητα σας καλεί να δώσετε το «παρών» στα απεργιακά συλλαλητήρια για την Εργατική Πρωτομαγιά, Κυριακή 1η του Μάη 2022, για να απαιτήσουμε:

• Αυξήσεις στους μισθούς, στα μεροκάματα, στις συντάξεις και στα κοινωνικά επιδόματα. Συλλογικές Συμβάσεις για όλους και όλες!

• Εδώ και τώρα δραστική μείωση του χρόνου εργασίας. Τον 21ο αιώνα είναι ώριμο και δυνατό η δικιά μας Πρωτομαγιά να διεκδικήσει 5νθήμερο – 6ωρο – 30ώρο. για να αντιμετωπιστεί η ανεργία και η μετανάστευση των νέων και για να ωφεληθούν και οι εργαζόμενοι από την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας.

• Επίδομα ανεργίας τώρα για όλους τους ανέργους χωρίς προϋποθέσεις.

• Άμεση έκτακτη φορολόγηση των κερδών και του μεγάλου πλούτου και να διατεθούν για κοινωνικές παροχές.

• Κατάργηση του ΦΠΑ στα βασικά είδη πλατιάς λαϊκής κατανάλωσης. Δραστική μείωση του ΦΠΑ και κατάργηση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στο πετρέλαιο, στη βενζίνη, στο φυσικό αέριο και στην ηλεκτρική ενέργεια. Κατάργηση του ΕΝΦΙΑ για τα εργατικά – λαϊκά νοικοκυριά. Κατάργηση του χρηματιστηρίου της ενέργειας, επαναφορά της δημόσιας ιδιοκτησίας στις επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, να μην κοπεί καμία παροχή. Μέτρα για το δικαίωμα στη στέγη (πλαφόν στα ενοίκια, προστασία από πλειστηριασμούς)

• Να μην εφαρμοστούν και να καταργηθούν ο αντεργατικός νόμος Χατζηδάκη, οι αντιασφαλιστικοί νόμοι ιδιωτικοποίησης της επικουρικής ασφάλισης και του ΕΦΚΑ, καθώς και ο νόμος ιδιωτικοποίησης του ΟΑΕΔ.

• Αυξήσεις των δημοσίων δαπανών για την υγεία, μαζικές προσλήψεις μόνιμου προσωπικού, μετατροπή όλων των συμβάσεων σε αορίστου χρόνου. Άμεση επιστροφή των ανεμβολίαστων εργαζομένων στην εργασία. Καμία σκέψη για ιδιωτικοποίηση και διάλυση του Εθνικού Συστήματος Υγείας και των δομών του.

• Πόρους για κοινωνικές δαπάνες κι όχι για πολεμικούς εξοπλισμούς. Να παραμείνουν υπό δημόσιο έλεγχο τα κοινωνικά αγαθά της Παιδείας, της Υγείας, της Πρόνοιας, της Ασφάλισης, του Νερού, του Ρεύματος και των Συγκοινωνιών. Όχι στη συρρίκνωση και εμπορευματοποίησή τους, Όχι στην εκποίηση της δημόσιας περιουσίας και στην τσιμεντοποίηση των ελεύθερων χώρων.

• Άμεσο σταμάτημα του πολέμου στην Ουκρανία και της εμπλοκής της χώρας μας στους πολεμικούς σχεδιασμούς ΗΠΑ – ΝΑΤΟ – ΕΕ. Να κλείσουν τώρα οι βάσεις του ΝΑΤΟ στη χώρα μας.

Όλοι/ες στις συγκεντρώσεις πανελλαδικά, την Κυριακή 1η του Μάη. Στην Αθήνα, 11πμ., στα Προπύλαια, και στην ενωτική αγωνιστική πορεία προς τη Βουλή.

ΚΥΡΙΑΚΗ 1η ΤΟΥ ΜΑΗ | ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΡΓΙΑ
ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ | ΕΙΝΑΙ ΑΠΕΡΓΙΑ


Πηγή: ergasianet.gr




Eκδήλωση της ΠΕΝΕΝ στο πλοίο ΕΛΥΡΟΣ με θέμα την Εργατική Πρωτομαγιά, την ακρίβεια και το Ρωσο-Ουκρανικό πόλεμο

Μαζική ήταν η συμμετοχή του πληρώματος όλων των επιστασιών στο πλοίο «ΕΛΥΡΟΣ» στην εκδήλωση που πραγματοποίησε η Διοίκηση της ΠΕΝΕΝ στις 20/4/2022 με θέμα Εργατική Πρωτομαγιά – Ακρίβεια και Ρωσο-Ουκρανικός πόλεμος.

 

Στην παρέμβασή του ο Πρόεδρος της ΠΕΝΕΝ έκανε αναφορά στο ιστορικό της Εργατικής Πρωτομαγιάς, στον χαρακτήρα και το περιεχόμενό της ως μιας μέρας με τεράστια σημασία για τους εργαζόμενους. Σημείωσε την ηρωϊκή εξέγερση των εργατών στο Σικάγο το 1886, τις μεγάλες μάχες που ακολούθησαν σε όλο τον κόσμο για το 8ωρο και την θεσμοθέτησή του.

Σημείωσε ότι η εργατική Πρωτομαγιά δεν είναι μόνο μια ιστορική μέρα μνήμης αλλά σε αυτήν βγαίνουν στο προσκήνιο οι αξίες και τα ιδανικά της εκμεταλλευόμενης τάξης της εργαζόμενης πλειοψηφίας, η αλληλεγγύη των εργατών όλου του κόσμου μεταξύ τους, ο αγώνας για τα δικαιώματα και την κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο.

Είναι η διαρκής και ανειρήνευτη πάλη για την διεκδίκηση των σύγχρονων αναγκών τους, είναι η απόκρουση της επίθεσης κεφαλαίου και αστικών κυβερνήσεων να πάρουν πίσω κατακτήσεις που κερδήθηκαν με θυσίες και ποτάμια αίματος της εργατικής τάξης.

Ο Πρόεδρος της ΠΕΝΕΝ σημείωσε επίσης ότι οι συνθήκες για τους εργαζόμενους της χώρας μας έχουν επιδεινωθεί δραματικά την 15ετία της οικονομικής κρίσης, της μνημονιακής επέλασης αλλά και στην φάση της πανδημίας, της ενεργειακής κρίσης και του πολέμου Ρωσίας – Ουκρανίας.

Υπογράμμισε την καταδίκη αυτού του πολέμου, τα ιμπεριαλιστικά επιθετικά σχέδια των εμπλεκόμενων δυνάμεων σε αυτόν ΗΠΑ – ΝΑΤΟ – Ε.Ε με την Ρωσία.

Στάθηκε επίσης στην ανάγκη άμεσης απεμπλοκής της χώρας από τους επικίνδυνους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς τονίζοντας την θέση για το κλείσιμο και την απομάκρυνση των Αμερικανικών βάσεων από την χώρα μας.

 

Εκτενή αναφορά έκανε επίσης στο κύμα της ακρίβειας που έχει ξεσπάσει πριν και μετά τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, τις βαρύτατες οικονομικο – κοινωνικές συνέπειες για τον λαό αλλά και την αντιλαϊκή κυβερνητική πολιτική η οποία τόσο στην πανδημία όσο και στην ενεργειακή κρίση μένει σταθερή στην γραμμή να καθορίζει τις λαϊκές ανάγκες με βάση το δόγμα της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων και με τον τρόπο αυτό η αισχροκέρδεια να χτυπάει κόκκινο για τα νοικοκυριά από τις απανωτές αυξήσεις σε ΔΕΗ – καύσιμα – λαϊκά καταναλωτικά αγαθά.

Κλείνοντας αναφέρθηκε ότι οι εργαζόμενοι και οι Ναυτεργάτες στις συνθήκες αυτές επιβάλλεται να ενισχύσουν την ενότητα, την οργάνωση και τον αγώνα τους βάζοντας μπροστά και διεκδικώντας λύσεις στα προβλήματα ώστε να μην είναι και αυτή την φορά τα μεγάλα θύματα του πολέμου, της ενεργειακής και εφοδιαστικής αλυσίδας.

 

Στην συνέχει πήρε τον λόγο ο Σταύρος Μαυρουδέας Οικονομολόγος και καθηγητής του Πάντειου Πανεπιστημίου την ομιλία του οποίου παραθέτουμε βιντεοσκοπημένη στην συνέχεια.

Ομιλία του Οικονομολόγου – καθηγητή του Πάντειου Πανεπιστημίου Σταύρου Μαυρουδέα  




«Αρχειομαρξιστές. Οι άλλοι κομμουνιστές του Μεσοπολέμου», Κώστας Παλούκης

Αναδημοσίευση από το https://marginalia.gr

του Λουκή Χασιώτη

Το βιβλίο του ιστορικού Κώστα Παλούκη αφηγείται παράλληλα την ιστορία του αρχειομαρξισμού, του κομμουνιστικού και του εργατικού κινήματος, αλλά και της ελληνικής κοινωνίας κατά τον Μεσοπόλεμο. Ο συγγραφέας περνάει ομαλά από το μερικό στο γενικό, από την αναφορά σε μια μειοψηφική, αλλά δυναμική, τάση της ούτως ή άλλως αδύναμης ελληνικής αριστεράς του Μεσοπολέμου, στο ευρύτερο ελληνικό και ευρωπαϊκό ιστορικό πλαίσιο, επισημαίνοντας τις μεταξύ τους αλληλεπιδράσεις. Κι αυτό το πετυχαίνει όντας εξοικειωμένος με τη νεότερη και σύγχρονη ευρωπαϊκή και ελληνική ιστορία, με την ιστοριογραφία του εργατικού κινήματος και της αριστεράς, τόσο με τις πιο παραδοσιακές προσεγγίσεις όσο και με την πολιτισμική και κοινωνική προσέγγιση του Άγγλου ιστορικού Τόμσον και των επιγόνων του. Παράλληλα, φαίνεται ότι γνωρίζει καλά τις ανθρωπολογικές και ιστορικές μελέτες της ελληνικής κοινωνίας της εποχής.  Θα προσπαθήσω λοιπόν να παρουσιάσω κάποιες όψεις από το ευρύτερο ιστορικό πλαίσιο, εντός του οποίου ο Κώστας Παλούκης συζητάει την περίπτωση του ελληνικού αρχειομαρξισμού.

Η πρώτη αφορά τα κατεξοχήν θύματα του Μεγάλου Πολέμου: τους βετεράνους του, και ιδιαίτερα τους ανάπηρους πολέμου. Υπολογίζεται ότι περισσότεροι από 8 εκατομμύρια στρατιώτες έμειναν ανάπηροι εξαιτίας του πολέμου μεταξύ των χωρών και των πληθυσμών που ενεπλάκησαν σε αυτόν. Στην Ελλάδα ο αντίστοιχος αριθμός (που συμπεριλαμβάνει το σύνολο της πολεμικής δεκαετίας 1912-1922) φαίνεται πως ξεπερνούσε τις 100.000. Σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες οι ανάπηροι συγκρότησαν σωματεία διεκδικώντας συντάξεις, επαγγελματική αποκατάσταση και στέγη. Οι κυβερνήσεις προσπάθησαν να ανταποκριθούν τόσο για συμβολικούς λόγους όσο και για να απαντήσουν σε πραγματικές κοινωνικές και πολιτικές προκλήσεις. Αφενός, όπως λέει ο Παλούκης, «οι ανάπηροι πολέμου αποτέλεσαν ιδιαίτερη κατηγορία αναπήρων με ξεχωριστή ιδεολογία και συνείδηση, αυτή της θυσίας για το καλό της πατρίδας». Αφετέρου, η εγκατάλειψή τους οδηγούσε στην επαιτεία, αλλά και στην πολιτική τους οργάνωση, με προσανατολισμούς συχνά ριζοσπαστικούς. Και στην Ελλάδα, όπως και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, η αποκατάσταση των αναπήρων πολέμου συνέβαλε στο πέρασμα από τη φιλανθρωπία στην κρατική πρόνοια. Οι καθυστερήσεις και οι ανεπάρκειες, ωστόσο, του συστήματος ενίσχυσαν την επιρροή της αριστεράς στα σωματεία των αναπήρων ειδικότερα και των παλαιών πολεμιστών γενικότερα. Εδώ ο συγγραφέας επισημαίνει τις διακριτές στοχεύσεις αρχειομαρξιστών και ΚΚΕ, καθώς οι πρώτοι ηγήθηκαν του κινήματος των αναπήρων πολέμου, ενώ το δεύτερο και ιδιαίτερα ο Πουλιόπουλος, ηγήθηκαν του κινήματος των ριζοσπαστικοποιημένων παλαιών πολεμιστών.

Μία άλλη παράμετρος της εμπειρίας της βίας του Μεγάλου Πολέμου υπήρξε η ίδια η επιλογή της βίας και από το κράτος, αλλά και από όλες τις πολιτικές παρατάξεις, όποτε αυτό κρινόταν αναγκαίο. Ο Παλούκης σχολιάζει την κατάσταση αυτή ως «ανοιχτό εμφύλιο πόλεμο», που στην Ελλάδα αποτελούσε μια συνέχεια του Εθνικού Διχασμού, αλλά και μια διεύρυνση των αντιπαραθέσεων, οι οποίες είχαν πολιτικά, κοινωνικά και πολιτισμικά χαρακτηριστικά. Στο πλαίσιο αυτό το βιβλίο εξετάζει το φαινόμενο της βίας μεταξύ αρχειομαρξιστών και «κομματικών», που περιλάμβανε τόσο δημόσιες συγκρούσεις με πολιτικά διακυβεύματα όσο και ενέδρες που αφορούσαν υποθέσεις τιμής και γοήτρου. Ο τελευταίος λόγος ανταποκρινόταν, σύμφωνα με τον συγγραφέα, στις παραδοσιακές αξίες που έφεραν οι πρωταγωνιστές των συγκρούσεων από τον τόπο καταγωγής τους (Μανιάτες, Ηπειρώτες), αλλά και από το λαϊκό πολιτισμικό περιβάλλον των ελληνικών πόλεων (τον κόσμο του ρεμπέτικου, με τον οποίο γίνονται αρκετές συγκρίσεις στο βιβλίο).

Ακόμη μία όψη της ευρύτερης ευρωπαϊκής εμπειρίας κατά τον Μεσοπόλεμο την οποία εξετάζει ο συγγραφέας υπό ελληνικό πρίσμα, είναι βέβαια οι ταξικοί ανταγωνισμοί της περιόδου. Οι ανταγωνισμοί αυτοί περιλάμβαναν απεργίες, συνδικαλισμό, εργοδοτική, κρατική και συνδικαλιστική βία, επαναστατικές επιδιώξεις και αντεπαναστατικές πρακτικές. Ο αρχειομαρξιστικός συνδικαλισμός συμμετείχε σ’ αυτούς ως τρίτο ρεύμα ανάμεσα στο ΚΚΕ και τους «καθαρούς συνδικαλιστές» ή «εργατοπατέρες». Στα τέλη της δεκαετίας του 1920 ήλεγχε 26 μαχητικά σωματεία, διέθετε 1500 μέλη και διατηρούσε κάποια επιρροή σε πολύ περισσότερους εργάτες, οργανωμένους σε συνδικάτα. Οι αρχειομαρξιστές/αρχειομαρξίστριες ήταν συνήθως νέοι, κυρίως εσωτερικοί μετανάστες, οικοδόμοι, αρτεργάτες, υποδηματοποιοί, τυπογράφοι, υπάλληλοι, διανοούμενοι που αμφισβητούσαν το αστικό καθεστώς. Συμμετείχαν σε σωματεία, απεργίες και διαδηλώσεις, «φυλακίζονταν, βασανίζονταν και εξορίζονταν». Όπως και τα μέλη του ΚΚΕ, υιοθετούσαν πάνω απ’ όλα την κουλτούρα της ολικής στράτευσης και το μπολσεβικικό πρότυπο του επαγγελματία επαναστάτη –χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί ο αρχηγός της οργάνωσης Δημήτρης Γιωτόπουλος (Witte).

Στο πλαίσιο των ταξικών ανταγωνισμών η κομμουνιστική αριστερά υποστήριξε την κατασκευή ενός «νέου πολιτικού ανθρώπου», ο οποίος θα συμβόλιζε τη ρήξη με τις παραδοσιακές και αστικές αξίες. «Ο νέος πολιτικός άνθρωπος» δεν θα ήταν ο παλιός κομματάρχης ή ο επιφανής αστός, αλλά ο απλός «άνθρωπος του λαού», ταυτόχρονα ακτιβιστής και διανοούμενος. Έπρεπε να χαρακτηρίζεται από αυτοκυριαρχία, αυτοθυσία, κομμουνιστική πειθαρχία και τιμιότητα, και να απέχει από τον καπνό, το αλκοόλ, το χασίς και την χαρτοπαιξία. Στη ρητορική των αρχειομαρξιστών οι περιορισμοί αυτοί παραπέμπαν, όπως εύστοχα επισημαίνει ο συγγραφέας, σε μια «διαπλοκή ηθικής και ταξικής συνείδησης»: ηθικοί εργάτες vs καθολικά ανήθικης αστικής τάξης. Έτσι, ο αστικός πολιτισμός καταδικαζόταν συλλήβδην ως ανήθικος, συμπεριλαμβανομένου του ρεμπέτικου, του καρναβαλιού και των χοροεσπερίδων. Ανάλογους, μολονότι όχι τόσο αυστηρούς, ηθικούς περιορισμούς έθετε στα μέλη του το ΚΚΕ –αλλά και άλλα εργατικά κινήματα της εποχής.

Ο «νέος πολιτικός άνθρωπος» έπρεπε να είναι ταυτόχρονα μορφωμένος. Οι αρχειομαρξιστές έδωσαν εξαρχής ιδιαίτερη προσοχή σε αυτήν τη διάσταση, διατηρώντας ισχυρή μορφωτική επιρροή μεταξύ των εργατών, ακόμα και μεταξύ μελών του ΚΚΕ. Δημιούργησαν μορφωτικούς συλλόγους και κόκκινα σχολεία, οργάνωναν φυσιολατρικές εκδρομές, στελέχωναν μαθητικές και αθλητικές ομάδες, όπου διεξάγονταν μαθήματα μαρξισμού, συνδικαλισμού, αλλά και γενικής παιδείας. Η διαδικασία αυτή εξέφραζε, αφενός, μια σταθερή εμπιστοσύνη στην παιδεία και την επιστήμη και, αφετέρου, το πνεύμα της αυτομόρφωσης –χαρακτηριστικό στοιχείο από την εποχή των μεθοδιστών αγκιτατόρων του 18ου αι. μέχρι τα σύγχρονα κοινωνικά και αντικαπιταλιστικά κινήματα. Ο πολιτισμικός τους ρόλος επομένως ήταν σημαντικός στη διαμόρφωση της εργατικής ταυτότητας στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου.

Στο εσωτερικό της Αριστεράς εξελισσόταν βέβαια μια σειρά από ανταγωνισμοί για την πολιτική ηγεμονία. Στη Γερμανία της Βαϊμάρης Σοσιαλδημοκράτες και Κομμουνιστές πάλεψαν μέχρις εσχάτων (μέχρι την επικράτηση του ναζισμού) για την κυριαρχία στο εργατικό κίνημα. Στην Ελλάδα η σοσιαλδημοκρατία ήταν ουσιαστικά ανύπαρκτη, αλλά και το ΚΚΕ ήταν εξαιρετικά αδύναμο. Αυτό επέτρεψε την ανάπτυξη του αρχειομαρξισμού που, κατά τον Παλούκη, αποτελούσε εκδοχή και των δύο, με έντονα στοιχεία ελληνικών ριζοσπαστικών ρευμάτων της προπολεμικής περιόδου. Η σύγκρουση μεταξύ αρχειομαρξιστών και «κομματικών» υπήρξε σκληρή και περιλάμβανε από ηθικιστικές κριτικές μέχρι δολοφονικές επιθέσεις.

Η συστράτευση των αρχειομαρξιστών με τον τροτσκισμό και η παράλληλη ανάληψη της ηγεσίας του ΚΚΕ από τον Ζαχαριάδη οριστικοποίησε και όξυνε ακόμα περισσότερο τη μεταξύ τους αντιπαράθεση. Αντιπαράθεση που θα μπορούσε να συγκριθεί, ως ένα σημείο βέβαια, με την αντίστοιχη διαμάχη ανάμεσα στο ΚΚ Ισπανίας και το POUM, με το οποίο καθόλου τυχαία επικοινωνούσε ο Γιωτόπουλος και στις τάξεις του οποίου πολέμησε κατά τον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο, μέχρι που συνελήφθη από τις φιλοκομμουνιστικές αρχές και κινδύνευσε με εκτέλεση, για να γλιτώσει τελικά χάρη σε διεθνή εκστρατεία υποστήριξής του. Η όξυνση της διαμάχης αρχειομαρξιστών-ΚΚΕ έβλαψε τελικά τους πρώτους περισσότερο, όπως φαίνεται από την κατακόρυφη πτώση της δυναμικής τους μετά το 1933. Βέβαια για την πτώση αυτή ο συγγραφέας παρουσιάζει περισσότερους λόγους: κυρίως την επιλογή μιας άτυπης συμμαχίας-ανοχής με το αντιβενιζελικό στρατόπεδο και τη στροφή στη χρήση υπερεπαναστατικού και αντισυντεχνιακού λόγου στον συνδικαλισμό.

Το τελευταίο αυτό σημείο αξίζει μεγαλύτερης διευκρίνισης, επειδή ακριβώς είναι χαρακτηριστικό της μετεξέλιξης της εργασίας και της βιομηχανίας στις ευρωπαϊκές χώρες: πρόκειται για έναν ακόμα ανταγωνισμό ανάμεσα στον εκσυγχρονισμό και την παράδοση, «ανάμεσα στη βιομηχανική εργατική τάξη και τον κόσμο του εργαστηρίου», όπως υπογραμμίζει ο συγγραφέας. Οι αρχειομαρξιστές υπήρξαν αρχικά φορείς μιας συντεχνιακής συνδικαλιστικής κουλτούρας, από την οποία το ΣΕΚΕ και στη συνέχεια το ΚΚΕ απομακρύνονταν. Αποτέλεσαν εν μέρει ένα αντιεκσυγχρονιστικό συνδικαλιστικό κίνημα (θυμίζοντας στοιχεία τόσο του «καθαρού» όσο και του «επαναστατικού» συνδικαλισμού) μέχρι το 1930, όταν αυτό εγκατέλειψε σταδιακά τις προηγούμενες θέσεις του προκειμένου να συνδεθεί με τη βιομηχανική εργατική τάξη. Η επιλογή αυτή δεν σημείωσε ιδιαίτερα κέρδη μεταξύ των βιομηχανικών εργατών/τριών, ενώ από την άλλη απομάκρυνε τα παλιά χειροτεχνικά στρώματα, τα οποία, όπως επισημαίνεται στο βιβλίο, δεν έπαψαν να υπάρχουν στον Μεσοπόλεμο.

Άφησα για το τέλος την αναφορά του βιβλίου τους έμφυλους ρόλους εντός του αρχειομαρξιστικού κινήματος και στον αρχειομαρξιστικό φεμινισμό. Οι προσεγγίσεις γύρω από το έμφυλο δεν είναι ιδιαίτερα συνηθισμένες στην ελληνική ιστοριογραφία του εργατικού και του σοσιαλιστικού κινήματος, μολονότι είναι νομίζω καθοριστικής σημασίας για να κατανοήσουμε τα χαρακτηριστικά τόσο των ίδιων των κινημάτων όσο και γενικότερα των κοινωνικών αντιλήψεων μιας εποχής.  Ο Παλούκης επιχειρεί λοιπόν να μας συστήσει τους αρχειομαρξιστές/στριες και με έναν ακόμα τρόπο, προσπαθώντας να περιγράψει τις έμφυλες ταυτότητες που οι ίδιοι/ες υιοθέτησαν. Και στην περίπτωση αυτή κινητήριος δύναμη της συγκρότησης του αρχειομαρξιστικού ανδρισμού είναι η ηθική καταδίκη της έκφυλης αστικής τάξης και η ανάγκη επανανοηματοδότησής του με βάση τις αξίες του «νέου πολιτικού ανθρώπου» και της κολεκτιβίστικης ηθικής. Εδώ ο συγγραφέας εντοπίζει ρήξεις με τα αντίστοιχα πρότυπα και της αστικής κουλτούρας και της λούμπεν υποκουλτούρας, αλλά ταυτόχρονα και σημεία σύνδεσης με την τελευταία, στο πλαίσιο ενός «κοινού λαϊκού ιδιώματος» που είχε ως κοινό παρονομαστή την εξέγερση εναντίον της αστικής κοινωνίας. Ωστόσο, στην περίπτωση των ρεμπετών η εξέγερση αυτή ήταν ατομική, ενώ των αρχειομαρξιστών συλλογική: ο αρχειομαρξιστής ήταν ο κοινωνικός αγωνιστής, όχι ο παραβατικός τύπος. Ως τέτοιος όφειλε να σέβεται τις συντρόφισσές του ως ίσες και στον χώρο εργασίας, αλλά και στην πολιτική δράση.

Μολονότι βέβαια πολύ λίγες γυναίκες ανέβηκαν ψηλά στην ιεραρχία της οργάνωσης, οι αρχειομαρξίστριες ανέδειξαν σημαντική δράση και συγκρότησαν διακριτή φεμινιστική οργάνωση εντός της Κομμουνιστικής Οργάνωσης Μπολσεβίκων Λενινιστών Ελλάδας–Αρχειομαρξιστών (ΚΟΜΛΕΑ). Βέβαια ο αρχειομαρξιστικός φεμινισμός, όπως και γενικότερα ο φεμινισμός που αναπτύχθηκε στο πλαίσιο των κομμουνιστικών κομμάτων ή των εργατικών συνδικάτων στον Μεσοπόλεμο, ήταν προσανατολισμένος κυρίως στη συνολική κοινωνική χειραφέτηση παρά ειδικά στη γυναικεία και εκπορευόταν, αφενός, από την καθολικότητα του σοσιαλιστικού ανθρωπισμού και, αφετέρου, από την ανάγκη προσεταιρισμού της αυξανόμενης γυναικείας εργατικής δύναμης. Οι αρχειομαρξίστριες πάντως δεν αγνοούσαν τη «διπλή σκλαβιά» των γυναικών, την εκμετάλλευσή τους δηλαδή και από το κεφάλαιο και από την αντρική εξουσία. Στο πλαίσιο αυτό τα πρότυπα της εργατικής θηλυκότητας προσομοίαζαν με εκείνα του αντίστοιχου ανδρισμού: η αρχειομαρξίστρια όφειλε να είναι μαχητική, αταλάντευτη στις αρχές της, να απορρίπτει τα αστικά θηλυκά πρότυπα (της «κούκλας των σαλονιών», σύμφωνα με το ιδεώδες που πρόβαλε ο αστικός Τύπος της εποχής) και ταυτόχρονα να είναι σεμνή και ηθική (μια αναμφίβολα αμυντική στάση έναντι της διαχρονικής αστικής και συντηρητικής πρόσληψης της επαναστάτριας ως ανήθικης ή πόρνης), ακόμα και να αρνείται τον έρωτα χάριν της πολιτικής στράτευσης

Τελικά, το βιβλίο ικανοποιεί τους αναγνώστες/τριες  και για το ιστορικό ενδιαφέρον που έχει το θέμα του και για τις ιστοριογραφικές προσεγγίσεις του, αλλά και για την στρωτή και ρέουσα αφήγηση που προσφέρει.


Το κείμενο του Λουκή Χασιώτη επιμελήθηκε ο Αντώνης Γαζάκης




Σχόλιο ΜΕΤΑ για τη ρήτρα αναπροσαρμογής (επιχειρηματικό ρίσκο) και το «golden boy» της ΔΕΗ που χτίζει ανάκτορο 759 τ.μ.

Η επισιτιστική κρίση και ο ενεργειακός μαυραγοριτισμός με τη βούλα του κράτους (ληστρική ρήτρα αναπροσαρμογής στο ρεύμα) είναι εδώ και η κυβέρνηση μοιράζει «ψίχουλα» με την αύξηση – κοροϊδία του κατώτατου μισθού (1,66 ευρώ την ημέρα) στους εργαζομένους και με τα επιδόματα στους άνεργους, στους συνταξιούχους και στο λαό σαν «φάρμακο» στην ακρίβεια και στην ενεργειακή φτώχεια. Θέλει να ξεχάσουμε ότι η ρήτρα αναπροσαρμογής είναι το επιχειρηματικό ρίσκο, το κόστος του οποίου μετακυλίεται στους πολίτες που καλούνται «να πληρώσουν το μάρμαρο», ότι η κυβέρνηση αφήνει την αγορά δήθεν να αυτορυθμίζεται με ένα πλαίσιο αισχροκέρδειας.

Η αύξηση στον κατώτατο μισθό (50 ευρώ το μήνα, ανακοίνωσε ο Μητσοτάκης και αναφέρει η σχετική υπουργική απόφασηουσιαστικά, όμως, ο αμειβόμενος με κατώτατα όρια και χωρίς προϋπηρεσία θα πάρει στο χέρι όχι περισσότερα από 43,3 ευρώ το μήνα) αποτελεί πρόκληση για κάθε εργατική – λαϊκή οικογένεια που στενάζει καθημερινά, αδυνατώντας να ανταποκριθεί στο κύμα ακρίβειας και συνολικά στις ανάγκες της: είναι όχι μόνο κάτω από το μισθό που είχαν οι εργαζόμενοι πριν από 13 χρόνια αλλά κι επιπλέον δεν μπορεί να καλύψει ούτε καν την αύξηση του πληθωρισμού, που το Μάρτιο 2022 έβγαλε «φτερά» και έφτασε στο 8,9%.

Οι αυξήσεις στις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος και των καυσίμων παράγουν με τη σειρά τους νέες αυξήσεις στις τιμές όλων των προϊόντων, πλήττουν αντικειμενικά σε εξοντωτικό βαθμό τους πιο αδύναμους, τους χαμηλόμισθους και τους συνταξιούχους κάνοντας για πρώτη φορά την έννοια της ενεργειακής φτώχειας κατανοητή στο σύνολο του λαού. Οικογένειες καταχρεώνονται με λογαριασμούς που υπερβαίνουν τους μισθούς, τα αποθεματικά των πολυκατοικιών εξαντλούνται δημιουργώντας νέα συνθήκη εξεύρεσης ατομικών λύσεων, τα σπίτια παγώνουν.  Ο κόσμος καθηλώνεται περιορίζοντας το δικαίωμα του στην κινητικότητα, φοιτητές ξενοικιάζουν, η αγροτική παραγωγή ωθείται σε συνθήκες ασφυξίας. Δεκάδες συμπολίτες μας χάνουν τη ζωή τους από επικίνδυνους τρόπους θέρμανσης.

Η κυβέρνηση της ΝΔ, εξυπηρετώντας το σύγχρονο ενεργειακό μαυραγοριτισμό, αντί να μειώσει την έμμεση φορολογία, να εξασφαλίσει αγορά καυσίμων σε χαμηλότερες τιμές, να ρυθμίσει τις τιμές και να μειώσει τις τιμές πώλησης επιδοτεί την αισχροκέρδεια χωρίς αυτό να φτάνει να λύσει το πρόβλημα των καταναλωτών. Στοχεύοντας στο να αποσιωπήσει τις δικές της ευθύνες, όντας ο βασικός κήρυκας και πολιτικός πυλώνας του νεοφιλελευθερισμού στη χώρα, παρουσιάζει το πρόβλημα ως μία ακόμα θεομηνία που μας έπληξε και αναζητεί το φταίξιμο μονάχα σε εξωγενή αίτια όπως, για παράδειγμα, στον πόλεμο στην Ουκρανία ή στην απότομη αύξηση της ζήτησης σε ενέργεια από αναδυόμενες οικονομίες της Άπω Ανατολής μετά το άνοιγμα των οικονομιών από την πανδημία.

Ωστόσο, είναι αποδεδειγμένο, όπως η ρήτρα αναπροσαρμογής, ένα… τέρας εν υπνώσει κρυμμένο στα ψιλά γράμματα των συμβολαίων, από το περασμένο φθινόπωρο άρχισε σταδιακά να δείχνει τα «δόντια» της στους καταναλωτές με τριπλάσιες και τετραπλάσιες χρεώσεις, που ακολουθούσαν την αλματώδη αύξηση στη χονδρική τιμή ρεύματος, όπως διαμορφωνόταν στο χρηματιστήριο ενέργειας. Πέραν αυτού, η ΔΕΗ προσχώρησε στο «κλαμπ» της ρήτρας από το περασμένο καλοκαίρι αιφνιδιάζοντας εκατομμύρια πολίτες που μόλις τώρα, στους εκκαθαριστικούς λογαριασμούς του βαρύ χειμώνα, αντιλαμβάνονται την ασύλληπτη επιβάρυνση, από την οποία η κρατική επιδότηση καλύπτει λιγότερο από το 30% και μόνο στις χαμηλές καταναλώσεις.

Και μέσα σε όλα τα παραπάνω, από τη μια έχουμε δηλώσεις από κυβερνητικά στελέχη για δήθεν «πάγωμα της διανομής μερισμάτων της ιδιωτικοποιημένης πια ΔΕΗ (την ξεπούλησε η ΝΔ, σε συνέχεια σχετικών αποφάσεων από το ΣΥΡΙΖΑ), των μετοχών υψηλής αξίας, κι από την άλλη αποκαλύψεις που καταρρίπτουν το «αφήγημα» της κυβέρνησης. Χαρακτηριστικότερη περίπτωση αυτή του «γαλάζιου παιδιού» και διευθύνοντα συμβούλου της ΔΕΗ, Γιώργου Στάσση, ο οποίος ετοιμάζεται να λάβει μισθό 360.000 ευρώ το χρόνο -πέρα από τα μπόνους που μοιράζουν τα «golden boy» της ΔΕΗ: σύμφωνα με δημοσίευμα της «Κυριακάτικης Δημοκρατίας» χτίζει «φαραωνικό εξοχικό – ανάκτορο» στη Τζια 759 τ.μ., την ώρα που οι πολίτες λαμβάνουν λογαριασμούς με ρήτρα αναπροσαρμογής στο ύψος των μπόνους των «golden boy». 

Όλοι καταλαβαίνουμε ότι όσο και να υποχωρήσουν οι υπέρμετρα υψηλές τιμές των καυσίμων και της ενέργειας (εάν αποδειχθούν ότι είναι παροδικές) σε κάθε περίπτωση αυτές θα κατασταλάξουν σε ένα επίπεδο πολύ υψηλότερο από αυτό που ίσχυε πριν. Και τότε όταν, πάψουν να δίνονται και οι «ασπιρίνες» με την μορφή της επιδότησης που κάνει σήμερα η κυβέρνηση τα πράγματα θα διαμορφώσουν μια ακόμα πιο ζοφερή κατάσταση για τα νοικοκυριά και τους καταναλωτές. Έτσι απέναντι στην διαφαινόμενη ενεργειακή φτώχεια καθίσταται κυρίαρχο το αίτημα για ενεργειακή δικαιοσύνη. Η ενέργεια να ξαναγίνει Δημόσιο και Κοινωνικό Αγαθό. Και η υποχρέωση του κράτους να εξασφαλίζει το αγαθό αυτό σε όλους τους πολίτες να τεθεί εκ νέου επί τάπητος.

Στο φετινό γιορτασμό της Εργατικής Πρωτομαγιάς, η οποία πρέπει να αποτελέσει την απαρχή για μια μεγάλη κινητοποίηση, για ένα συντονισμένο, οργανωμένο και διαρκή αγώνα των εργαζομένων και του λαού, που θα κλιμακωθεί το επόμενο διάστημα για να ανατρέψουμε την αντεργατική πολιτική, οφείλουμε να σηκώσουμε τον πήχυ των απαιτήσεων μας και να περάσουμε στην αντεπίθεση, διεκδικώντας και για την ενέργεια:

  • Να τεθεί πλαφόν της τιμής στα υγρά καύσιμα και στην ηλεκτρική ενέργεια με κρατική παρέμβαση στα επίπεδα προ κρίσης:
    ▬ Μέσα από την κατάργηση του χρηματιστηρίου ενέργειας και την αποσύνδεση της τιμής της ηλεκτρικής ενέργειας από τη χρηματιστηριακή τιμή του φυσικού αερίου, το οποίο συμμετέχει στην παραγωγή του ηλεκτρικού ρεύματος για να ηλεκτροδοτηθεί η χώρα μας κατά 38%. Συνεπώς, για ποιο λόγο η κυβέρνηση της ΝΔ συνεχίζει κατά αυτόν τον τρόπο την τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος; Μήπως εκεί «κρύβονται» τα υπερκέρδη των επιχειρήσεων ενέργειας που ανέφερε ο πρωθυπουργός στη Βουλή, μήπως εκεί και η αισχροκέρδεια με τη βούλα του κράτους;
    ▬ Μέσα από την κατάργηση του ειδικού φόρου κατανάλωσης και του ΦΠΑ στα υγρά καύσιμα.

    ▬ Μέσα από μακροχρόνιες διμερείς συμφωνίες για αγορά φυσικού αερίου. Να εγκαταλειφθεί το σχέδιο προμήθειας ακριβού LNG χάριν της απεξάρτησης από το ρώσικο φυσικό αέριο.
  • Να τεθεί φραγμός στην ανεξέλεγκτη και χωρίς σχέδιο εισαγωγή των ΑΠΕ στη χώρα:
    ▬ Οι πραγματικές ανάγκες του εθνικού ενεργειακού μείγματός, η ισόρροπη χωρική κατανομή των έργων σε αναφορά και με την τοπική ζήτηση, ο σεβασμός και η προστασία του φυσικού και του πολιτιστικού περιβάλλοντος, να αποτελούν βασικό κριτήριο για την διαμόρφωση του σχεδίου ενεργειακής μετάβασης.
  • Να σταματήσει η βίαιη απολιγνιτοποίηση και να υπάρξει σχέδιο για την αξιοποίηση της λιγνιτικής παραγωγής ως ουσιαστική εφεδρεία παράλληλα με το σχέδιο ενεργειακής μετάβασης.
  • Να σταματήσει το περαιτέρω ξεπούλημα της ΔΕΗ. Να υπάρξει εκ νέου εθνικοποίηση του συστήματος παραγωγής, μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας.
  • Να υπάρξει ουσιαστική προσπάθεια για περιορισμό της κατανάλωσης ενέργειας:
    ▬ Με την επέκταση και γενναία χρηματοδότηση προγραμμάτων εξοικονόμησης στις κατοικίες και αντικατάσταση συσκευών.
    ▬ Με την ανάπτυξη αποτελεσματικού δικτύου Δημόσιων μέσων σταθερής τροχιάς στις μεταφορές και τις αστικές συγκοινωνίες και τον περιορισμό της αυτοκίνησης.

Όλοι/ες στην κινητοποίηση Κυριακή 1η του Μάη, 11πμ., στα Προπύλαια,
και στην ενωτική αγωνιστική πορεία προς τη Βουλή.

ΚΥΡΙΑΚΗ 1η ΤΟΥ ΜΑΗ | ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ
ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΡΓΙΑ ΕΙΝΑΙ ΑΠΕΡΓΙΑ




Μήτρα του πολέμου [Matrix of War]

Aναδημοσίευση από το https://commune.org.gr

Απόσπασμα από το κείμενo του Tony Wood που δημοσιεύθηκε στις 6 Απριλίου 2022 στο Νew Left Review, 133 / 134 Jan/Apr 2022, 41.

Μετάφραση: Νίκος Τριμικλινιώτης

Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία στις 24 Φεβρουαρίου 2022, που εξαπέλυσε το Κρεμλίνο μετά από μήνες αυξανόμενων εντάσεων, δημιούργησε γρήγορα μια πλημμύρα θυμάτων και αρκετά εκατομμύρια πρόσφυγες, καθώς και την παράλογη καταστροφή πόλεων και κωμοπόλεων. Μια ειρηνική διαπραγμάτευση μπορεί ακόμη να δώσει ένα τέλος. Αλλά εν μέσω του συνεχιζόμενου βομβαρδισμού ουκρανικών πόλεων από το ρωσικό πυροβολικό και της αύξησης της δυτικής στρατιωτικής βοήθειας προς την Ουκρανία, παραμένει η πιθανότητα ο πόλεμος να συνεχιστεί. Με αυτό, οι πιθανότητες μιας ευρύτερης ανάφλεξης στην οποία θα εμπλέκονται πολλά πυρηνικά εξοπλισμένα κράτη θα αυξηθούν ανησυχητικά. Ενώ δεν είναι ακόμη σαφές πώς θα εξελιχθεί ο πόλεμος, ο κόσμος βρίσκεται στο κατώφλι μιας νέας ταραγμένης περιόδου. Αυτό που ακολουθεί είναι μια προσπάθεια να σκιαγραφηθεί η ιστορική μήτρα από την οποία αναπτύχθηκε η παρούσα σύγκρουση και να προσδιοριστούν τα πιθανά σενάρια που βρίσκονται μπροστά μας.

1.

Το Κρεμλίνο φέρει την ευθύνη για την εξαπόλυση αυτού του πολέμου, και ανεξάρτητα από την έκβαση, θα φέρει βαρύ ηθικό φορτίο για την καταστροφή που έχει ήδη προκαλέσει. Εν μέσω ευρέος κύματος συμπάθειας για την Ουκρανία και καταδίκης του Πούτιν -που εκφράστηκε για λίγο και στη Ρωσία, με έκρηξη αυθόρμητων αντιπολεμικών διαδηλώσεων- η προσπάθεια των ΗΠΑ και των συμμάχων τους να τιμωρήσουν και να εξοστρακίσουν το σημερινό ρωσικό καθεστώς έχει επιταχυνθεί. Όμως η δικαιολογημένη οργή και τα άμεσα αιτήματα αλληλεγγύης προς τους Ουκρανούς δεν πρέπει να οδηγήσουν στην αγνόηση ευρύτερων ζητημάτων ιστορικής ευθύνης.

Ως το ισχυρότερο μπλοκ σε μια γεωπολιτική διαμάχη δεκαετιών για την Ουκρανία, οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους στο ΝΑΤΟ έπαιξαν αναπόφευκτα ρόλο στη διαμόρφωση του πλαισίου για την εισβολή, όπως ακριβώς οι ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί στην Belle Epoque δημιούργησαν το σκηνικό για την καταβύθιση στον πόλεμο τον Αύγουστο του 1914. Οποιαδήποτε ανάλυση που περιορίζεται μόνο στις ενέργειες της Ρωσίας, ή που εξετάζει χωρίς να υπερβαίνει το εσωτερικό του κεφαλιού του Πούτιν, είναι στην καλύτερη περίπτωση μια μονόπλευρη αυταπάτη και στη χειρότερη διαστρεβλώνει εσκεμμένα τα γεγονότα.

Μια σαφής κατανόηση απαιτεί να έχουμε κατά νου τρεις αλληλένδετους άξονες ανάλυσης:

Πρώτο, την εσωτερική ανάπτυξη και τις προτεραιότητες της ίδιας της Ουκρανίας από το 1991.

Δεύτερο, την προέλαση του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε. στο στρατηγικό κενό που άφησε η ανατολική Ευρώπη μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου.

Τρίτο, την πορεία της Ρωσίας από τη μετασοβιετική παρακμή στην (σχετική) εθνική ανασύσταση της πολιτικής της ισχύος. Η αντιφατική σχέση και οι συγκλίσεις αυτών των τριών δυναμικών παρήγαγαν το ευρύτερο πλαίσιο μέσα στο οποίο η Ρωσία διέπραξε στη συνέχεια την επιθετική της πράξη.

2.

Ο πόλεμος του 2022 είναι ταυτόχρονα η έκφραση και το αποτέλεσμα μακροπρόθεσμων δυναμικών που έχουν τοποθετήσει την Ουκρανία στο επίκεντρο αντίπαλων γεωπολιτικών και γεωοικονομικών σχεδίων: από τη μία πλευρά, ένας δυτικής έμπνευσης σχεδιασμός του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, που επιδιώκει να επεκτείνει τη στρατηγική κυριαρχία των ΗΠΑ και να εντάξει την Ουκρανία στη φιλελεύθερη καπιταλιστική αρχιτεκτονική της ΕΕ˙ από την άλλη, οι ρωσικές προσπάθειες με στόχο να αποκαταστήσουν μια σφαίρα επιρροής στο «εγγύς εξωτερικό» της. Η ισορροπία ισχύος -στρατιωτική, οικονομική, ιδεολογική- μεταξύ αυτών των δύο σχεδίων ήταν τουλάχιστον μονόπλευρη. Για μεγάλο μέρος της δεκαετίας του 1990 και του 2000, το ένα από αυτά μπόρεσε να προχωρήσει ανενόχλητο, ενώ το άλλο παρέμεινε κάτι περισσότερο από μια αντισταθμιστική φαντασίωση στις συνθήκες της μετασοβιετικής αποδιοργάνωσης της Ρωσίας. Ωστόσο, από τα μέσα της δεκαετίας του 2000, με την οικονομία της Ρωσίας να αναζωογονείται από τα έσοδα των φυσικών πόρων, τα δύο αυτά αντίπαλα σχέδια βρίσκονται σε πορεία σύγκρουσης, με τη θεμελιώδη ασυμβατότητά τους να γίνεται όλο και πιο εμφανής.

Από τότε που απέκτησε την κυριαρχία της το 1991, η Ουκρανία έχει υποστεί ταυτόχρονες, επιταχυνόμενες διαδικασίες κρατικής διαμόρφωσης και εθνικής οικοδόμησης, ενώ παράλληλα προσπαθεί να προωθήσει τα δικά της συμφέροντα, αυτόνομα τόσο από τη Δύση όσο και από τη Ρωσία. Αλλά έχοντας προσπαθήσει να ισορροπήσει μεταξύ Ρωσίας και Δύσης στη δεκαετία του 1990 και στις αρχές της δεκαετίας του 2000, βρέθηκε στη συνέχεια αντιμέτωπη με μια επιλογή μηδενικού αθροίσματος. Από το 2014 -μετά την προσάρτηση της Κριμαίας και κυρίως τον συνεχιζόμενο πόλεμο στο Ντονμπάς- η αντιπαράθεση των δύο σχεδίων μόνο εντάθηκε, δημιουργώντας ένα είδος τεκτονικής διάτμησης που αναδιαμόρφωσε την ουκρανικό κράτος, με τους ηγέτες του να γέρνουν τη χώρα σταθερά προς τη Δύση, ακόμη και όταν τα ανατολικά εδάφη της παρέμεναν βυθισμένα σε μια αυτονομιστική σύγκρουση που χρηματοδοτείται από τη Ρωσία.

Η εισβολή του Πούτιν στο 2022 σχεδιάστηκε για να διαλύσει αυτό το προϋπάρχον πολιτικό και στρατηγικό μοτίβο και στη συνέχεια να το αναδιαμορφώσει σύμφωνα με τις προδιαγραφές της Μόσχας. Ωστόσο, μπορεί απλώς να επιβεβαιώσει την υποκείμενη ιστορική τάση, σύμφωνα με την οποία οι μετασοβιετικοί γείτονες της Ρωσίας απομακρύνονται επιτυχανόμενα, παράγοντας ακριβώς τον οχυρωμένο δακτύλιο των φιλοδυτικών κρατών που η ρωσική πολιτική ξόδεψε χρόνια προσπαθώντας να προλάβει.

3.

Η εδραίωση μιας ένθερμα φιλοδυτικής ουκρανικής πολιτείας, η στάση της οποίας καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από την ανάγκη να αντισταθεί στη ρωσική εχθρότητα, είναι ένα ακόμη πιο εντυπωσιακό ιστορικό αποτέλεσμα, δεδομένης της πλουραλιστικής κληρονομιάς της χώρας και του σημαντικού βαθμού εγγύτητάς της με τη Ρωσία. Ως προς την εδαφική της σύνθεση, τον πολιτισμό και το δημογραφικό της προφίλ, η Ουκρανία που απέκτησε την ανεξαρτησία της με τη διάλυση της ΕΣΣΔ ήταν αρκετά διαφορετική από, ας πούμε, τις χώρες της Βαλτικής, των οποίων τα εδαφικά περιγράμματα είχαν διαμορφωθεί μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και οι οποίες παρέμειναν πολιτισμικά διακριτές από την υπόλοιπη Ένωση. Τα σύγχρονα όρια της Ουκρανίας, που εκτείνονται από την ιστορική καρδιά του ουκρανικού εθνικισμού στα δυτικά έως τη σοβιετική βιομηχανική νεωτερικότητα στα ανατολικά -από το μπαρόκ ρούλος του Lviv έως το κονστρουκτιβιστικό Παλάτι της Βιομηχανίας στο Χάρκοβο- είναι η κληρονομιά τόσο του αυτοκρατορικού όσο και του σοβιετικού παρελθόντος.[1] Οι Μπολσεβίκοι ήταν αυτοί που, μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο, καθόρισαν το περίγραμμα της Ουκρανικής Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας το 1922, φέρνοντας σε επαφή το Κίεβο και τον πυρήνα της μεσαιωνικής Ρωσίας με τα εδάφη της στέπας που είχε κατακτήσει αρχικά η αυτοκρατορία των Ρομανόφ τον 18ο αιώνα και το εκβιομηχανισμένο Ντονμπάς. Στην αρχή και στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, προστέθηκαν περαιτέρω ουκρανόφωνες επαρχίες στα δυτικά, που ήταν εδάφη των Αψβούργων και στη συνέχεια της Πολωνίας. Το 1954, η Κριμαία -από το 1921 αυτόνομη μονάδα της ρωσικής συνιστώσας της ΕΣΣΔ, της οποίας ολόκληρος ο πληθυσμός των Τατάρων της Κριμαίας απελάθηκε μαζικά το 1944- αποδόθηκε στην ουκρανική ΕΣΣΔ.

Οι πρώιμες σοβιετικές πολιτικές, σύμφωνα με τις λενινιστικές αρχές περί αυτοδιάθεσης, ενθάρρυναν τη χρήση της ουκρανικής γλώσσας και την εθνική «ιθαγενοποίηση» (indigenisation) των κρατικών δομών. Η δεκαετία του 1920 έφερε επίσης μια λογοτεχνική και πολιτιστική άνθηση, καθώς έλαβαν τώρα κρατική στήριξη/χορηγία δίκτυα εθνικών ευαισθησιών που ήσαν προηγουμένως διαχωρισμένα/ εξοβελισμένα λόγω των αυτοκρατορικών συνόρων. Αλλά στο τέλος της δεκαετίας, η Μόσχα άλλαξε πορεία και υιοθέτησε μια τιμωρητική προσέγγιση- η εθνική διανόηση της Ουκρανίας αποδεκατίστηκε.[2] Στη συνέχεια, αν και τα ηγετικά κλιμάκια της κομμουνιστικής Ουκρανίας ήταν Ουκρανοί, τα περιθώρια έκφρασης ακόμη και μιας σοβιετικοποιημένης ουκρανικής εθνικής ταυτότητας περιορίστηκαν σημαντικά.

Δημογραφικά, ενώ οι ρωσικές διαμαρτυρίες ότι οι Ουκρανοί είναι ο «αδελφός λαός» ήταν πάντα τόσο συγκαταβατικές όσο και ιδιοτελείς, από την εποχή του τσαρικού καθεστώτος υπήρξε σημαντική μετανάστευση και μεικτοί γάμοι μεταξύ των δύο, σε όλα τα επίπεδα της κοινωνίας. Αν η εκβιομηχάνιση της ανατολικής Ουκρανίας περιλάμβανε εισροή ρωσόφωνων, αντίθετα ο αποικισμός των αγροτικών συνόρων της Σιβηρίας πραγματοποιήθηκε σε σημαντικό βαθμό από Ουκρανούς αγρότες. Ο Anatol Lieven έχει παρομοιάσει τον ρόλο των Ουκρανών στη ρωσική αυτοκρατορία με εκείνον των Σκωτσέζων και όχι των Ιρλανδών – με τη διαφορά ότι, στον θεσμικό και τον οικονομικό τομέα, ήταν «αδύνατο να ξεχωρίσει κανείς ποιοι ήταν οι “αποικιοκράτες” και ποιοι οι “αποικιοκρατούμενοι”».[3] Ως προς αυτό η Ουκρανία διέφερε από τις σοβιετικές δημοκρατίες της Κεντρικής Ασίας και του Καυκάσου, όπου υπήρχε κάτι πιο κοντά σε μια αποικιακή σχέση. Σε όλη την ΕΣΣΔ, τα ρωσικά ήταν στις περισσότερες περιπτώσεις η γλώσσα της υψηλής πολιτικής, της εκπαίδευσης και της κοινωνικής ανέλιξης -το μέσο του σοβιετικού εκσυγχρονισμού, όπως το έθεσε ο Lieven-[4] και η διγλωσσία που ήταν αναμενόμενη από μη Ρώσους, σπάνια είχε αμοιβαία ανταπόκριση από Ρώσους.

Και σε αυτό το σημείο η Ουκρανία διέφερε: μέχρι το τέλος της σοβιετικής εποχής το μεγαλύτερο μέρος της Ουκρανίας ήταν πραγματικά δίγλωσσο, με τη ρωσική να αποτελεί τη lingua franca ή τη μητρική γλώσσα σε αρκετές από τις μεγάλες πόλεις και τους κατοίκους του Κιέβου και των κεντρικών επαρχιών να μιλούν διαλέκτους που συγχωνεύουν τις δύο γλώσσες.

Αυτό που η Ουκρανία μοιραζόταν με τις περισσότερες άλλες πρώην σοβιετικές δημοκρατίες ήταν μια οικονομική δομή η οποία ήταν θεμελιωδώς προσανατολισμένη στο να αποτελεί μέρος ενός πανενωσιακού συστήματος – και ως εκ τούτου μια δομή που επρόκειτο να διαταραχθεί δραματικά όταν έγινε ανεξάρτητο και κυρίαρχο κράτος.

Παράλληλα με έναν μεγάλο γεωργικό τομέα, η Ουκρανία διέθετε τα ορυχεία και τη βαριά βιομηχανία του Ντονμπάς, καθώς και σημαντικό στρατιωτικό τομέα. Αυτοί οι τομείς, που είχαν ήδη μείνει στάσιμοι από τη δεκαετία του 1980, αποκόπηκαν από τη σοβιετική κατάρρευση, αφήνοντας την Ουκρανία να προσπαθεί να βρει νέες εξαγωγικές αγορές, ακόμη και όταν προσπαθούσε να επαναφέρει την οικονομία της σε ισορροπία, εν μέσω μιας ύφεσης ακόμη πιο βαθιάς από εκείνες που έπληξαν άλλα μετασοβιετικά κράτη: το ΑΕΠ συρρικνώθηκε κατά περισσότερο από 60% μεταξύ 1990 και 1999, και ακόμη και το 2020 παρέμεινε μόλις στο μισό του ύστερου σοβιετικού επιπέδου του (σε σταθερές τιμές).[5]

Η Ουκρανία ήταν επίσης η τελευταία από τις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες που κατάφεραν να δημιουργήσουν ένα μόνιμο δικό τους νόμισμα: το προσωρινό κουπόνι karbovanets, που εισήχθη το 1992 και στη συνέχεια καταστράφηκε από τον υπερπληθωρισμό, αντικαταστάθηκε από τη γρίβνα μόλις το 1996.

Αυτές οι ιδιαιτερότητες -εδαφική ποικιλομορφία, μια sui generis σχέση με τη Ρωσία, κληρονομιές της σοβιετικής οικονομικής αλληλεξάρτησης- έκαναν την Ουκρανία εγγενώς ποικιλόμορφη και δυνητικά πιο διχασμένη σε σχέση με πολλές μετασοβιετικές χώρες. Αυτά τα χαρακτηριστικά επρόκειτο να θέσουν σημαντικούς περιορισμούς στην ανάπτυξή της κατά τη δεκαετία του 1990.

[…]

Η απόφαση της Ρωσίας να εισβάλει στην Ουκρανία αιφνιδίασε ακόμη και εκείνους που επί μήνες ανακοίνωναν την επικείμενη επέλασή της. Ορισμένοι από τους πιο διαυγείς παρατηρητές περίμεναν ότι τη ρωσική αναγνώριση των κρατιδίων του Ντονμπάς θα ακολουθούσε μια περιορισμένη στρατιωτική επιχείρηση για την εδαφική τους επέκταση. Το αρχικό σοκ για την εισβολή πολύ μεγαλύτερης κλίμακας, που αντ’ αυτού ακολούθησε, επιδεινώθηκε από την προφανώς παραληρηματική φύση των διακηρυγμένων πολεμικών στόχων του Κρεμλίνου: την αποστρατιωτικοποίηση και την «αποναζιστικοποίηση» της Ουκρανίας, υπονοώντας όχι μόνο κινήσεις για τον μόνιμο ακρωτηριασμό του ουκρανικού στρατού αλλά και για την εγκαθίδρυση ενός νέου πολιτικού καθεστώτος. Μήπως αυτό παραπέμπει σε μια βαθύτερη ιλαρότητα από την πλευρά του Κρεμλίνου – μια αποσύνδεση της λήψης αποφάσεων από τη βασική στρατηγική λογική;

Η ιδέα ότι η Ρωσία θα μπορούσε, το 2022, να επιβάλει μια κυβέρνηση-μαριονέτα σε μια χώρα στην οποία δεν μπόρεσε να βοηθήσει ούτε καν στη νοθεία των εκλογών το 2004, δεν ήταν πειστική. Ωστόσο, η αρχική στρατιωτική στρατηγική, η οποία περιλάμβανε ταχείες προσπάθειες κατάληψης του Κιέβου και αποκεφαλισμού της κυβέρνησης, αντανακλούσε αυτή τη φιλοδοξία. Μέσα σε λίγες ημέρες η προσέγγιση αυτή είχε εμφανώς αποτύχει, γεγονός που οδήγησε σε αναπροσαρμογή και στροφή προς τους βομβαρδισμούς πυροβολικού και τις μεθόδους πολιορκίας που παρατηρήθηκαν στην Τσετσενία. Οι αναφορές για φρικαλεότητες των ρωσικών δυνάμεων στις κατεχόμενες περιοχές ενίσχυσαν τον απόηχο αυτού του ζοφερού προηγούμενου.

Το τρομακτικό παράδοξο της ρωσικής στρατιωτικής στρατηγικής είναι ότι τη μεγαλύτερη καταστροφή έχει μέχρι στιγμής υποστεί η ανατολική και η νότια Ουκρανία, δηλαδή οι πιο «ρωσικές» περιοχές που το Κρεμλίνο ισχυρίζεται ότι «απελευθερώνει». Αν και η ομιλία του Πούτιν στις 21 Φεβρουαρίου μπορεί να προανήγγειλε μια «συγκέντρωση των ρωσικών εδαφών», το πρώτο αποτέλεσμα του πολέμου ήταν η καταστροφή των ρωσόφωνων περιοχών, πιθανή συνέπεια της οποίας θα είναι η απώθηση ενός πληθυσμού που το Κρεμλίνο θεωρούσε επί μακρόν ρωσική μειονότητα εντός της Ουκρανίας που μπορούσε να μπλοκάρει τους όποιους σχεδιασμούς κατά της Ρωσίας.

Η αδιαφορία για την ευημερία τους υποδηλώνει είτε μια απίθανη αποτυχία των μυστικών υπηρεσιών -πίστευε πραγματικά κανείς στις κορυφές εξουσίας ότι οι Ρώσοι στρατιώτες θα ήταν ευπρόσδεκτοι ως απελευθερωτές;- είτε μια πιο θεμελιώδη κατανόηση, σε κάποιο επίπεδο, ότι πρόκειται για πληθυσμούς διαφορετικούς από αυτούς της ίδιας της Ρωσίας. Το γεγονός και μόνο ότι οι Ρώσοι στρατηγικοί σύμβουλοι σκέφτηκαν ακόμη και να διεξαγάγουν αυτόν τον πόλεμο πιστοποιεί τελικά την επίγνωσή τους ότι η Ουκρανία είναι όντως μια ξεχωριστή, κυρίαρχη οντότητα σε μια επιταχυνόμενη πορεία απομάκρυνσης από την τροχιά της Ρωσίας. Καταστρέφοντας φυσικά την κοινή σοβιετική κληρονομιά που κάποτε συνέδεε τη Ρωσία και την Ουκρανία, ο πόλεμος απλώς επιβεβαιώνει την υποκείμενη πολιτική πραγματικότητα.

4.

Μετά από πέντε εβδομάδες, μένει να δούμε ποια θα είναι η μελλοντική πορεία του πολέμου.

Το χειρότερο δυνατό σενάριο, που περιλαμβάνει πόλεμο πλήρους κλίμακας μεταξύ των δυνάμεων του ΝΑΤΟ και της Ρωσίας, δεν έχει ακόμη υλοποιηθεί. Όσο όμως συνεχίζεται ο πόλεμος, τόσο αυξάνεται η πιθανότητα κλιμάκωσης, με δυνητικά καταστροφικές συνέπειες. Η πολεμοχαρής δήλωση του Μπάιντεν κατά την επίσκεψή του στην Πολωνία στα τέλη Μαρτίου ότι ο Πούτιν «δεν μπορεί να παραμείνει στην εξουσία» αύξησε τις προοπτικές μιας τέτοιας έκβασης. Ήδη υπονοείται ξεκάθαρα από τoν συντονισμένο οικονομικό πόλεμο της Δύσης, που είναι πρωτοφανής σε κλίμακα, και η αλλαγή καθεστώτος, η οποία έχει πλέον τεθεί ρητά, αν και ανεπίσημα, ως στόχος της αμερικανικής πολιτικής.

Ένα δεύτερο σενάριο θα ήταν μια στρατιωτική ήττα της Ρωσίας, εξαιτίας του συνδυασμού κυρώσεων και αποστολών όπλων από τις ΗΠΑ και την Ευρώπη, που θα βοηθούσε όχι μόνο να ανακοπεί η ρωσική προέλαση αλλά και να εξαναγκαστεί η Ρωσία σε υποχώρηση χωρίς καμία ειρηνευτική συμφωνία. Αυτό φαίνεται απίθανο από μόνο του -το μέγεθος του ρωσικού στρατού σημαίνει ότι μπορεί να συνεχίσει να πολεμά για κάποιο χρονικό διάστημα, στον βαθμό που υπάρχει η πολιτική βούληση- και ελλείψει ειρηνευτικής συμφωνίας δεν θα ισοδυναμούσε παρά με προσωρινή ανάπαυλα για την Ουκρανία.

Μια τρίτη πιθανότητα, και η πιο καταστροφική για την Ουκρανία, είναι η ατελείωτη παράταση της σύγκρουσης, με τον κατά πολύ μεγαλύτερο ρωσικό στρατό να αντιμετωπίζει τις ουκρανικές δυνάμεις που επανεξοπλίζονται συνεχώς από τις ΗΠΑ και τις ευρωπαϊκές δυνάμεις. Το αποτέλεσμα θα ήταν να γίνει η Ουκρανία ο τόπος ενός αδυσώπητου πολέμου δι’ αντιπροσώπων, με τη βοήθεια των ΗΠΑ και των συμμάχων τους να συμβάλλουν στην ανάσχεση αλλά όχι στην εξουδετέρωση της καταστροφικής δύναμης των ρωσικών όπλων.

Προς τα εκεί δείχνει σήμερα η συντονισμένη πολιτική των δυτικών κυβερνήσεων, και οι συνέπειες γελοιοποιούν τις φαινομενικές ανησυχίες τους για την ευημερία των Ουκρανών. Στις 28 Φεβρουαρίου, η Χίλαρι Κλίντον στο MSNBC περιέγραψε το Αφγανιστάν της δεκαετίας του 1980 ως «το μοντέλο προς το οποίο ο κόσμος κοιτάζει τώρα», αν και «οι ομοιότητες δεν είναι αυτές στις οποίες θα πρέπει να βασιστείτε». Το παράδειγμα της Συρίας δεν φαίνεται λιγότερο ανατριχιαστικά σχετικό.

Ένα τέταρτο, λιγότερο απαισιόδοξο σενάριο περιλαμβάνει την ταχεία επίτευξη ειρήνης. Μέχρι τα μέσα Μαρτίου μια νέα σειρά ρωσικών απαιτήσεων είχε εμφανιστεί στις συνομιλίες μεταξύ Ουκρανών και Ρώσων απεσταλμένων: Ουκρανική ουδετερότητα, αναγνώριση της ρωσικής κυριαρχίας στην Κριμαία και της ανεξαρτησίας των επαρχιών Ντονέτσκ και Λουχάνσκ. Στα τέλη Μαρτίου οι Ουκρανοί διαπραγματευτές παρουσίασαν ένα σχέδιο δέκα σημείων, το οποίο πρότεινε να υιοθετήσει η χώρα το καθεστώς της αδέσμευτης και μη πυρηνικής χώρας, με την επιφύλαξη δημοψηφίσματος, και να εγγυηθεί την ασφάλειά της μια κοινοπραξία άλλων κρατών. Η συζήτηση για την Κριμαία θα αποσπαστεί σε ξεχωριστή διμερή διαδικασία και το Ντονμπάς δεν αναφέρθηκε. Όποιο και αν είναι το περίγραμμα μιας ενδεχόμενης ειρηνευτικής διευθέτησης, και παρ’ όλη τη στάση της Ουάσινγκτον και των συμμάχων της, φαίνεται να υπάρχει ευρεία συμφωνία ότι η ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ θα πρέπει να κλείσει. Δεδομένου του πόσο μικρή προστασία παρείχε στην Ουκρανία η πιθανότητα ένταξης στο ΝΑΤΟ και πόσα έκανε το ίδιο το ΝΑΤΟ για να καταστήσει τη σύγκρουση πιο πιθανή εξαρχής, ο ουκρανικός πληθυσμός μπορεί να το θεωρήσει αυτό αποδεκτό όρο για την ειρήνη.

Αλλά με τις ρωσικές δυνάμεις να φαίνεται ότι έχουν σταματήσει την προέλασή τους, και τα αμερικανικά και ευρωπαϊκά όπλα να συνεχίζουν να κατακλύζουν την Ουκρανία, η ουκρανική κυβέρνηση μπορεί να έχει μειωμένα κίνητρα για να δεχτεί μια διευθέτηση υπό την απειλή όπλων, ειδικά αν ενθαρρύνεται από τους συμμάχους της να πιστεύει ότι αυτά τα όπλα θα αναγκαστούν τελικά να υποχωρήσουν.

Εάν έρθουν στο φως νέες αναφορές για φρικαλεότητες μετά από αυτές που αποκαλύφθηκαν στην Bucha στις αρχές Απριλίου, η ηθική υπόθεση της διαπραγμάτευσης μιας ειρήνης με τη Ρωσία θα γίνει επίσης ακόμη πιο δύσκολη.

Μια πέμπτη πιθανότητα, κάπου ανάμεσα στα δύο προηγούμενα σενάρια, είναι ότι ένα στρατιωτικό αδιέξοδο δεν οδηγεί σε ειρηνευτική διευθέτηση αλλά σε ένοπλη ανακωχή. Από τη μία πλευρά, τα ρωσικά κατοχικά στρατεύματα μπορεί να καταλήξουν να ελέγχουν αρκετά εδάφη για να επιβάλουν μια de facto διχοτόμηση, ενώ από την άλλη οι ουκρανικές δυνάμεις, με την υποστήριξη του ΝΑΤΟ, θα βρίσκονται τοποθετημένες πίσω από τις γραμμές του μετώπου, που εκτείνονται σε εκατοντάδες χιλιόμετρα.

Οι ρωσικές κινήσεις, από τα τέλη Μαρτίου, για την αναπροσανατολισμό των στρατιωτικών προσπαθειών στο Ντονμπάς σηματοδοτούσαν σαφώς μια τέτοια πιθανότητα. Αυτό θα ήταν μια πολύ μεγαλύτερης κλίμακας εκδοχή της τεθωρακισμένης γραμμής εκεχειρίας μεταξύ της Βόρειας και της Νότιας Κορέας και θα συνεπαγόταν μια μόνιμη στρατιωτικοποίηση όχι μόνο εκατέρωθεν, αλλά και σε μεγάλο μέρος της Ευρώπης.

Ο πόλεμος έχει ήδη προκαλέσει απαράδεκτο φόρο αίματος στην Ουκρανία και σε κάθε σενάριο το μέλλον της μοιάζει δύσκολο, αν όχι ζοφερό. Η αποκατάσταση των φυσικών ζημιών και η επιστροφή των προσφύγων στα σπίτια τους μετά από ενδεχόμενη ειρήνη δεν θα είναι εύκολο έργο – η αποκατάσταση της κυριαρχίας της θα είναι ένα εγχείρημα άλλης τάξης, εξαρτώμενο από τα σχέδια και τις πιέσεις των εξωτερικών δυνάμεων. Μια ρωσική απόσυρση, με την ελπίδα ότι αυτή θα ερχόταν το συντομότερο δυνατό, θα επέτρεπε τουλάχιστον την έναρξη του έργου της ανοικοδόμησης. Αλλά η εισβολή έσπειρε μια εχθρότητα που θα παραμείνει.

Στην ίδια τη Ρωσία, ο πόλεμος έχει ήδη οδηγήσει σε μια πιο γυμνή αυταρχική στροφή. Το ξέσπασμα των διαδηλώσεων κατά της εισβολής προκάλεσε εσωτερική καταστολή, με χιλιάδες συλλήψεις σε δεκάδες πόλεις. Ενώ η λαϊκή επιδοκιμασία του πολέμου παραμένει χαμηλή, η συνολική αύξηση της δυτικής πίεσης προς το καθεστώς και η ευρύτερη ευρωπαϊκή στρατιωτικοποίηση που θα προκύψει από τη σύγκρουση μπορεί κάλλιστα να ενθαρρύνουν μια συσπείρωση γύρω από τη σημαία, αντί για μαζικές λιποταξίες ή εξεγέρσεις. Ελλείψει ενός τέτοιου πολιτικού σεισμού, το καθεστώς θα είναι επίσης ελάχιστα διατεθειμένο να δημιουργήσει θετικές σχέσεις με την Ουκρανία. Μακροπρόθεσμα, εάν η τιμωρία της Ρωσίας με βάση τις κυρώσεις θεσμοθετηθεί, θα βρεθεί αντιμέτωπη με μια επιλογή μεταξύ της θωρακισμένης αυτονομίας και της στενότερης οικονομικής ολοκλήρωσης με την Κίνα.

Σε κάθε περίπτωση, η εξάρτησή της από τις εξαγωγές φυσικών πόρων και οι τεράστιες ανισότητες του σημερινού οικονομικού μοντέλου πιθανότατα θα βαθύνουν, καθώς μάλιστα οι στρατιωτικές δαπάνες καταναλώνουν ολοένα και μεγαλύτερο μερίδιο του μειούμενου εθνικού εισοδήματος της Ρωσίας.

Η Ευρώπη, επίσης, είναι πιθανό να στρατιωτικοποιηθεί περαιτέρω, με την ανακοίνωση της Γερμανίας στα τέλη Φεβρουαρίου ότι θα αυξήσει τις στρατιωτικές δαπάνες σε ποσοστό άνω του 2% του ΑΕΠ να αποτελεί ένα σκοτεινό σημάδι των πραγμάτων που έρχονται. Εάν η επικρατούσα πολιτικοοικονομική τάξη παραμείνει στη θέση της, είναι δύσκολο να δούμε ότι αυτή η αύξηση των στρατιωτικών δαπανών δεν θα έρθει σε βάρος των ελάχιστων κοινωνικών δικτύων ασφαλείας που έχουν απομείνει. Το νεοφιλελεύθερο κράτος ασφάλειας θα ανταλλάξει την ανάπτυξη με ακόμα περισσότερους πυραύλους και συρματοπλέγματα.

Είναι δύσκολο να μην δούμε εδώ παραλληλισμούς με το λυκόφως της Belle Epoque. Τότε, όπως και τώρα, οι ενδοϊμπεριαλιστικές εντάσεις τροφοδοτούσαν μια ξέφρενη κούρσα εξοπλισμών. Τότε όπως και τώρα, επίσης, η κοινή γνώμη συσπειρωνόταν εύκολα πίσω από τις εθνικές κυβερνήσεις. Το 1914 τα κοινοβουλευτικά κόμματα της αριστεράς ακολούθησαν το παράδειγμα, ψηφίζοντας για πολεμικές πιστώσεις στα εθνικά τους νομοθετικά σώματα και επιτρέποντας έτσι το λουτρό αίματος που είχαν υποσχεθεί να αποτρέψουν δύο χρόνια νωρίτερα.

Βρισκόμαστε, φυσικά, σε έναν άλλο αιώνα, και η Αριστερά βρίσκεται σε πολύ πιο αδύναμη θέση, με πολύ μικρότερη επιρροή στην πορεία των γεγονότων. Με την ίδια λογική, είναι πολύ πιο ευάλωτη στο να παρασυρθεί ή να παραμεριστεί από μια στρατιωτικοποιημένη αντιπαράθεση μεγάλων δυνάμεων στην οποία δεν έπαιξε κανένα ρόλο στη δημιουργία της. Κάποια από τα παλιά εργαλεία -διεθνισμός, ταξική αλληλεγγύη, σκληρή και ασυμβίβαστη αναλυτική σαφήνεια- θα χρειαστούν για να επανεξοπλίσουν την αριστερά ενάντια σε αυτόν τον νέο γύρο της ενδοϊμπεριαλιστικής διαμάχης: ενάντια στους ισχυρούς, ενάντια τόσο στους πολέμους όσο και στην ειρήνη τους.

[1] Για μια ισορροπημένη ιστορική επισκόπηση αυτών των εποχών, βλέπε Orest Subtelny, Ukraine: A History, 4η έκδοση, Τορόντο 2009, σ. 201-335 και 348-537.

[2] Και για τις δύο φάσεις βλέπε Terry Martin, The Affirmative Action Empire: Nations and Nationalism in the Soviet Union, 1923-1939, Ithaca NY 2001, ιδίως τα κεφάλαια 2, 3, 6 και 7. Ευχαριστώ επίσης τον Kyle Shybunko για τις ιδέες του σχετικά με αυτή την περίοδο.

[3]  Anatol Lieven, Ουκρανία και Ρωσία: Washington dc 1999, σελ. 27.

[4] Lieven, Ukraine and Russia, σελ. 50

[5] Στοιχεία εθνικών λογαριασμών της Παγκόσμιας Τράπεζας, «ΑΕΠ (σταθερό 2015$)-Ουκρανία».




Συζήτηση για τον πόλεμο:κριτική στον Ζιλμπέρ Ασκάρ

Αναδημοσίευση από το https://commune.org.gr

του Πάνου Κοσμά

Μέρος δεύτερο του συνολικού άρθρου «Η συζήτηση στην Αριστερά για τον πόλεμο στην Ουκρανία». Το πρώτο μέρος δημοσειύθηκε στο CommuneOrg Gr με τον τίτλο «Πόλεμος ιμπεριαλιστικός ή πόλεμος κατακτητικός-αποικιοκρατικός από την πλευρά της Ρωσίας;»

Στα πλαίσια του διαλόγου σχετικά με το Ουκρανικό ζήτημα, το CommuneOrgGr φιλοξενεί ποικίλες και διαφορετικές απόψεις του αριστερού πολιτικού χώρου, οι οποίες όμως δεν αποτελούν οπωσδήποτε τις απόψεις της συντακτικής ομάδας της σελίδας μας. Αυτές έχουν εκτεθεί στο δημοσιευμένο άρθρο “Ενάντια στη ρωσική εισβολή, το ΝΑΤΟ, τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο”.

«Χρειαζόμαστε ένα σαφές και ακριβές σύνθημα, που να αντιστοιχεί στη νέα κατάσταση. Κατά τη γνώμη μου, υπάρχει αυτή τη στιγμή μόνο ένα τέτοιο σύνθημα: Ενωμένη, ελεύθερη και ανεξάρτητη σοβιετική, εργατική και αγροτική Ουκρανία! Αυτό το πρόγραμμα είναι πριν από όλα μια αδιάλλακτη αντίθεση προς τα συμφέροντα των τριών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, της Πολωνίας, της Ρουμανίας και της Ουγγαρίας. […] Ασφαλώς, δεν είναι καλύτεροι […] ούτε όλοι εκείνοι οι ‘‘εθνικιστές’’ που προτείνουν να λυθεί το ουκρανικό ζήτημα χρησιμοποιώντας τον έναν ιμπεριαλισμό εναντίον του άλλου. Ο Χίτλερ έδωσε σε αυτούς τους τυχοδιώκτες ένα ανεκτίμητο μάθημα παραδίδοντας (για πόσο καιρό;) την υποκαρπάθια Ουκρανία στους Ούγγρους, οι οποίοι έσφαξαν αμέσως πολλούς από αυτούς τους Ουκρανούς με αυτοπεποίθηση. Ενόσω το αποτέλεσμα εξαρτάται από τη στρατιωτική δύναμη των ιμπεριαλιστικών κρατών, η νίκη οποιουδήποτε μπλοκ δεν μπορεί παρά να σημαίνει περαιτέρω διαμελισμό και ακόμη πιο βάναυση υποδούλωση του ουκρανικού λαού. Το πρόγραμμα της ουκρανικής ανεξαρτησίας στην εποχή του ιμπεριαλισμού είναι άμεσα και άρρηκτα συνδεδεμένο με το πρόγραμμα της προλεταριακής επανάστασης. […] Μετά από όλες αυτές τις εμπειρίες, μόνο πολιτικά πτώματα απομένουν για να συνεχίζουν να εναποθέτουν τις ελπίδες τους σε κάποια από τις μερίδες της ουκρανικής αστικής τάξης ως ηγεσία του εθνικού αγώνα για χειραφέτηση. Μόνο το ουκρανικό προλεταριάτο είναι σε θέση όχι μόνο να φέρει σε πέρας αυτό το καθήκον, το οποίο είναι επαναστατικό στην ουσία του, αλλά και να αναλάβει πρωτοβουλία για την επίλυσή του. Το προλεταριάτο και μόνο το προλεταριάτο μπορεί να συσπειρώσει γύρω του τις αγροτικές μάζες και την αυθεντικά επαναστατική εθνική διανόηση. […] Ο επερχόμενος πόλεμος θα δημιουργήσει μια ευνοϊκή ατμόσφαιρα για κάθε είδους τυχοδιώκτες, θαυματοποιούς και αναζητητές του χρυσόμαλλου δέρατος. Αυτοί οι κύριοι, που τους αρέσει ιδιαίτερα να ζεσταίνουν τα χέρια τους στα εθνικά ζητήματα, δεν πρέπει να μπουν στην εμβέλεια του εργατικού κινήματος. Ούτε ο παραμικρός συμβιβασμός με τον ιμπεριαλισμό, είτε είναι φασιστικός είτε δημοκρατικός! Ούτε η παραμικρή παραχώρηση στους Ουκρανούς εθνικιστές, είτε αντιδραστικούς-κληρικούς είτε ειρηνιστές-φιλελεύθερους!».

Λέον Τρότσκι, Απρίλιος 1939

Ο Τζο Μπάιντεν αποδείχθηκε πολύ καλά πληροφορημένος για την προετοιμασία της ρωσικής εισβολής, ακόμη και για την ημέρα που αυτή θα πραγματοποιηθεί! Δεν έδειξε όμως καμία διάθεση να την αποτρέψει ούτε καν για μεγιστοποιήσει το πολιτικό κόστος για τη ρωσική ηγεσία. Αν πράγματι οι προθέσεις και τα σχέδιά του ήταν να προστατεύσει τον ουκρανικό λαό από τη φρίκη του πολέμου, είχε πολλά περιθώρια πρωτοβουλιών ώστε να πιέσει τη Ρωσία για διαπραγματεύσεις (μέσω του ΟΗΕ, μέσω του G-20 group κ.λπ.). Δεν το προσπάθησε καν, έστω για προσχηματικούς λόγους – πώς να διακινδυνεύσει το ενδεχόμενο ρωσικής ανταπόκρισης που θα ακύρωνε το από καιρό μελετημένο και προετοιμασμένο προσεκτικά σχέδιό του να εξωθήσει τη Ρωσία σε πολεμική ενέργεια; Οι σκοποί του ήταν άλλοι: καθώς το «μοιραίο» της ανάδειξης της κινεζικής οικονομίας σε ισχυρότερη στον κόσμο πλησιάζει και η «αυτοκρατορική» παντοδυναμία του αμερικανικού ιμπεριαλισμού είναι παρελθόν και φθίνει διαρκώς, ήθελε μια πρόωρη ρήξη με τον «αδύναμο κρίκο» των δυνάμεων που αμφισβητούν την αμερικανική ηγεμονία, τη Ρωσία. Η Ρωσία βόλευε επίσης, επειδή ένας πόλεμος σε ευρωπαϊκό έδαφος θα έδινε -όπως και έδωσε- τη δυνατότητα για να ισχύσει το δόγμα του Ψυχρού Πολέμου: «Οι ΗΠΑ πάνω, η Ρωσία έξω, η Γερμανία κάτω» – βάλτε τώρα στη θέση της Γερμανίας την Ευρωζώνη και την ΕΕ.

Η μεγάλη καμπή στην υλοποίηση αυτού του σχεδίου ήρθε όταν οι αμερικανικές πιέσεις κατέβαλαν τις γερμανικές αντιρρήσεις για τον Nord Stream ΙΙ, οδηγώντας στο «πάγωμά» του τον Ιούλιο του 2021 – ενώ ήταν ετοιμοπαράδοτος, «με το κλειδί στο χέρι». Αν ξεκινούσε η λειτουργία του Nord Stream ΙΙ, που παρακάμπτει την Ουκρανία, οι ΗΠΑ θα έχαναν κάθε ουσιαστικό μοχλό πίεσης στις ευρωπαϊκές εξελίξεις -προς την ΕΕ και την Ρωσία- και η γεωπολιτική αξία της Ουκρανίας τόσο για την ΕΕ όσο και για τη Ρωσία θα υποβαθμιζόταν εξαιρετικά – κι αυτό το γνώριζαν πολύ καλά όλοι, περιλαμβανόμενης της ουκρανικής αστικής τάξης. Ήταν μια μεγάλη νίκη των ΗΠΑ ενάντια σε Ευρωζώνη-ΕΕ και Ρωσία˙ ήταν επίσης, εκ του αποτελέσματος, μια νίκη της αστικής τάξης της Ουκρανίας – που τώρα πληρώνεται με το αίμα του ουκρανικού λαού.

Όταν πολύ γρήγορα φάνηκε ότι ο αρχικός στόχος της ρωσικής εισβολής, η αλλαγή πολιτικού καθεστώτος στην Ουκρανία, δηλαδή η ιδιόμορφη αποικιοποίησή της, απέτυχε -κάτι που οι καλά πληροφορημένες ΗΠΑ ενδεχομένως είχαν εκτιμήσει ή πιθανολογήσει-, το προαναφερθέν δόγμα του Ψυχρού Πολέμου άρχισε να δουλεύει για τα καλά: οι ΗΠΑ καθυπόταξαν την ΕΕ στο πλαίσιο της δυτικής «αλληλεγγύης», η ΕΕ βρέθηκε «επί ξύλου κρεμάμενη» όσον αφορά την κάλυψη των ενεργειακών της αναγκών και εξαρτήθηκε μερικώς από το αμερικανικό υγροποιημένοι φυσικό αέριο, η Ρωσία βούλιαξε στον βούρκο του δικού της βρόμικου πολέμου και βρέθηκε αντιμέτωπη με τρομακτικές, πολεμικού χαρακτήρα οικονομικές κυρώσεις, κι ο Ζελένσκι, εκπρόσωπος μιας αδύναμης αλλά ιμπεριαλιστικής αστικής τάξης, έγινε πρωταγωνιστής μιλώντας εξ ονόματος του «μεγάλου αφεντικού» – τόσο, ώστε να ταπεινώνει τον Γερμανό πρόεδρο Στάινμάγερ και να εκθέτει τον Μητσοτάκη και τον Αναστασιάδη.

Η δεύτερη φάση της ενδοϊμπεριαλιστικής αναμέτρησης εξελίσσεται τώρα, οι δε προοπτικές της θα κριθούν από το αποτέλεσμα του πολέμου στην ανατολική Ουκρανία. Δεν πρέπει να υπάρχει καμία αμφιβολία -εξάλλου τεκμηριώνεται από τη τάση ΗΠΑ, Μ. Βρετανίας και του ουκρανικού πιονιού τους, ότι οι ΗΠΑ επιδιώκουν τη συνέχιση του πολέμου, με προφανή στόχο τη μεγιστοποίηση της στρατιωτικής και οικονομικής φθοράς της Ρωσίας και την επέκτασή της στο μεσοπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα: μια συμφωνία ειρήνης θα απεγκλωβίσει από τη θανάσιμη αμερικανική λαβίδα την ΕΕ και θα αποκλιμακώσει ντε φάκτο τις δυτικές κυρώσεις στη Ρωσία – κι αυτό θα συνιστά πλέον όχι επιβεβαίωση αλλά ανατροπή του δόγματος του Ψυχρού Πολέμου… Αντίθετα, τυχόν διχοτόμηση της Ουκρανίας χωρίς συμφωνία θα συντηρήσει όλα τα πλεονεκτήματα για τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό και θα τα επεκτείνει στη μεσοπρόθεσμη διάρκεια. Δεν πρέπει όμως να αποκλειστεί ακόμη και η αναβάθμιση της πολεμικής σύγκρουσης εκ μέρους της Δύσης, με εφοδιασμό και χρήση (από την Ουκρανία και Δυτικούς χειριστές) ακόμη πιο αναβαθμισμένων οπλικών συστημάτων. Η βύθιση του «Μόσκβα» αλλά και πληροφορίες που βλέπουν το φως μέσω δυτικών μέσων ενημέρωσης για τέτοια, αναβαθμισμένα οπλικά συστήματα, προϊδεάζουν σαφώς για κάτι τέτοιο. Εξάλλου, ο Μπάιντεν έχει δημόσια προβάλλει ρητά και δημοσίως την επιθυμία-στόχο για αλλαγή καθεστώτος στη Ρωσία. Δεν αποκλείεται η στρατιωτική αναδίπλωση της Ρωσίας στην ανατολική Ουκρανία να μην είναι μόνο απόρροια της κατάρρευσης του αρχικού σχεδίου για αλλαγή καθεστώτος και αποικιοποίηση της Ουκρανίας αλλά και προσπάθεια να διασφαλίσει κάποια εδαφικά κέρδη και να κλείσει γρήγορα τις πολεμικές επιχειρήσεις, ώστε να αποφύγει το σενάριο αναβάθμισης της πολεμικής αναμέτρησης και να ανακόψει τη φθορά από το βούλιαγμα στον βούρκο του δικού της βρόμικου πολέμου.

Στο μεταξύ, οι συνέπειες του πολέμου είναι παγκόσμιες και πολύ μεγαλύτερης εμβέλειας σε σχέση με οποιονδήποτε προηγούμενο των τελευταίων δεκαετιών, περιλαμβανομένου και του πολέμου στη Συρία. Η ενεργειακή και επισιτιστική κρίση, ο πληθωρισμός και η ακρίβεια, ο καλπασμός του πολιτικού αυταρχισμού, η γενική άνοδος των στρατιωτικών εξοπλισμών, του μιλιταρισμού και του εθνικισμού.

Αυτός ο πόλεμος είναι ένα παγκόσμιο «πρότζεκτ»: στις αιτίες και τους σχεδιασμούς που τον προετοίμασαν και τον έκαναν αναπόφευκτο, στο γαϊτανάκι των σχεδίων που υφαίνεται στη διάρκεια της διεξαγωγής του, στους σχεδιασμούς που κυριαρχούν όσον αφορά τη συνέχιση και το τέλος του, στην επέκταση των συνεπειών του στο μεσοπρόθεσμο χρονικό διάστημα.

..…

Στις συνθήκες αυτές η Αριστερά πρέπει να αποφασίσει τη γραμμή πλεύσης της. Και όλες οι ιστορικές εμπειρίες, που έχουν αποδείξει ότι ο πόλεμος είναι σκληρό καρύδι για τα «δόντια» της, επιβεβαιώνονται και τώρα. Στην προκείμενη περίπτωση, είναι χαρακτηριστικά δύο συμμετρικά λάθη: Από τη μια, ένας ανυπόστατος «φιλορωσισμός» που στηρίζεται σε θεωρητικά («η Ρωσία δεν είναι ιμπεριαλιστική δύναμη») και πολιτικά («η Ρωσία δεν φταίει, εξωθήθηκε από τον δυτικό ιμπεριαλισμό και αναγκάστηκε να αμυνθεί») λάθη, που τροφοδοτείται και από τον φόβο των συνεπειών πιθανής νίκης του δυτικού ιμπεριαλισμού (γιατί δική του νίκη θα είναι) σε αυτόν τον πόλεμο. Από την άλλη, η εντελώς μονομερής ανάγνωση αυτού του πολέμου σαν πολέμου «του Πούτιν», σαν αποικιοκρατικού πολέμου του μεγαλορωσικού σοβινισμού που αμφισβητεί το δικαίωμα εθνικής αυτοδιάθεσης μιας αδύναμης χώρας˙ άποψης που καταλήγει σε πολιτικά προτάγματα όπως η συναίνεση στον εξοπλισμό της Ουκρανίας από τη Δύση, η μη καταδίκη των δυτικών οικονομικών κυρώσεων, η απαίτηση για συνέχιση του πολέμου μέχρι την πλήρη ανάκτηση από την Ουκρανία του Ντονμπάς και της Κριμαίας, η μη αναγνώριση δικαιώματος αυτοδιάθεσης για τους κατοίκους του Ντονμπάς πριν μια τέτοια ανάκτηση, η διεξαγωγή μονομερούς καμπάνιας ενάντια στη ρωσική εισβολή. Αν η αντίληψη που αποτελεί βάση του πρώτου λάθους μπορεί να περιγραφεί με τη φράση «όλα είναι δυτικός ιμπεριαλισμός», η αντίληψη που αποτελεί βάση του δεύτερου λάθους είναι, αντίστοιχα, «όλα είναι ρωσικός ιμπεριαλισμός». Καθώς ζούμε στην επικράτεια του δυτικού ιμπεριαλισμού, το πρώτο λάθος έχει διαβρωτικές ιδεολογικοπολιτικές συνέπειες για την Αριστερά, το δεύτερο όμως έχει πιο επικίνδυνες άμεσες πολιτικές συνέπειες.1

Το δεύτερο αυτό λάθος εκπροσωπούν οι πολιτικές θέσεις του ρεύματος της 4ης Διεθνούς˙2 και ο Ζιλμπέρ Ασκάρ είναι το στέλεχος της 4ης Διεθνούς με τη μεγαλύτερη συγγραφική δραστηριότητα σχετικά με τον πόλεμο στην Ουκρανία, που υπερασπίζεται, επεξηγεί και εξειδικεύει όπως αυτός θεωρεί καλύτερα τη γενική της γραμμή τραβώντας την ως τις τελικές της συνέπειες.3

Ο χαρακτήρας του πολέμου

«Κομμουνισμός ή πουτινισμός, ο Βλαδίμηρ Ίλιτς ή ο Βλαδίμηρ Πούτιν, το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση των εθνών ή το δικαίωμα των αυτοκρατοριών να εισβάλλουν και να προσπαθούν να προσαρτήσουν άλλες χώρες: ο καθένας μπορεί να κάνει τις επιλογές του, αλλά πρόκειται για επιλογές ασυμβίβαστες μεταξύ τους»,

αναφέρει σε κείμενό του ο Μισέλ Λεβί.4

«Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία είναι η δεύτερη καθοριστική στιγμή του Νέου Ψυχρού Πολέμου στον οποίο έχει βυθιστεί ο κόσμος από την αλλαγή του αιώνα ως αποτέλεσμα της απόφασης των ΗΠΑ να επεκτείνουν το ΝΑΤΟ. Η πρώτη καθοριστική στιγμή ήταν η εισβολή στο Ιράκ υπό την ηγεσία των ΗΠΑ το 2003»,

εκτιμά ο Ζιλμπέρ Ασκάρ.

Ώστε λοιπόν πρόκειται περί αυτού: αν θα νομιμοποιηθεί το δικαίωμα των «αυτοκρατοριών» να εισβάλλουν και να προσαρτούν άλλες χώρες. Το επιχείρησαν οι ΗΠΑ στο Ιράκ και το Αφγανιστάν, το επιχειρεί τώρα η Ρωσία στην Ουκρανία. Οι ΗΠΑ απέτυχαν – κι αυτό ήταν θετικό. Το ίδιο θετικό θα είναι αν αποτύχει η Ρωσία. Νίκη στην Ουκρανία, λοιπόν! Διότι, όπως λέει ο Ζ.Α.,

«Η τύχη της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία θα καθορίσει την τάση όλων των άλλων χωρών για επιθετικές ενέργειες. Αν αποτύχει και αυτή με τη σειρά της [σ.σ. όπως των ΗΠΑ στο Ιράκ], η επίδραση σε όλες τις παγκόσμιες και περιφερειακές δυνάμεις θα είναι μια ισχυρή αποτροπή. Αν πετύχει, αν δηλαδή η Ρωσία καταφέρει να “ειρηνεύσει” την Ουκρανία κάτω από τη ρωσική μπότα, το αποτέλεσμα θα είναι μια σημαντική διολίσθηση της παγκόσμιας κατάστασης προς τον αχαλίνωτο νόμο της ζούγκλας, ενθαρρύνοντας τον ίδιο τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό και τους συμμάχους του να επαναλάβουν τη δική τους επιθετική στάση».

Το πρώτο που πρέπει να παρατηρήσουμε, είναι ότι υπάρχει εδώ ένα σημείο ασάφειας: είναι ο πόλεμος στην Ουκρανία ο δεύτερος μείζων σπασμός του Νέου Ψυχρού Πολέμου ή η προσπάθεια του μεγαλορωσικού σοβινισμού να προσαρτήσει την Ουκρανία αμφισβητώντας της το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση (η ιστορική «ουκρανική πληγή» που αιμορραγεί ξανά); Ή μήπως και τα δύο ταυτόχρονα; Είναι σπασμός του Νέου Ψυχρού Πολέμου ή κάτι ανάλογο της απόπειρας του μεγαλοσερβικού εθνικισμού να συστήσει τη «Μεγάλη Σερβία» με τον πρώτο πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας;1 Αν πάλι πρόκειται για σπασμό του Νέου Ψυχρού Πολέμου, για ποιον λόγο η αμερικανική εισβολή στο Ιράκ το 2003 έχει κάποια σχέση με τον Νέο Ψυχρό Πόλεμο κι όχι με απρόκλητη εκδήλωση επιθετικότητας του νικητή του… παλιού Ψυχρού Πολέμου και εκδήλωση της αυτοκρατορικής του παντοδυναμίας; Αν, τέλος, πρόκειται για το ουκρανικό εθνικό ζήτημα που ξανανοίγει λόγω της αμφισβήτησης της ουκρανικής εθνικής αυτοδιάθεσης με τη ρωσική εισβολή, τότε μήπως η θεμιτή αναλογία είναι ο πόλεμος στη Γιουγκοσλαβία του ‘90-‘93 ή ο πόλεμος της Τσετσενίας; Το εκκρεμές αιωρείται ανάμεσα στις δύο θέσεις, κατά περίπτωση, χωρίς το ζήτημα να διευκρινίζεται.
Στην πρώτη ανακοίνωση του Εκτελεστικού Γραφείου της 4ης Διεθνούς, λίγο πριν ξεσπάσει ο πόλεμος,2 με τίτλο «Ενάντια στη στρατιωτική κλιμάκωση ΝΑΤΟ-Ρωσίας στην ανατολική Ευρώπη», η 4η Διεθνής κρατάει ίσες αποστάσεις ανάμεσα στις αντιπαρατιθέμενες πλευρές υπογραμμίζοντας σωστά τους κινδύνους από αυτή την κλιμάκωση. Φαίνεται όμως πως ο πόλεμος που ξέσπασε λιγότερο από έναν μήνα μετά αυτή την ανακοίνωση δεν είναι «προέκταση» της στρατιωτικής κλιμάκωσης ΝΑΤΟ-Ρωσίας, αλλά αποτέλεσμα της μονομερούς ιμπεριαλιστικής επιθετικότητας του μεγαλορωσικού σοβινισμού, γιατί η δεύτερη ανακοίνωση του Εκτελεστικού Γραφείου,2 λίγες μέρες ύστερα από το ξέσπασμα του πολέμου (1 Μαρτίου 2022), είχε τον εύγλωττο τίτλο «Όχι στην εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία! Στήριξη της ουκρανικής αντίστασης! Αλληλεγγύη με τη ρωσική αντίσταση στον πόλεμο!» – πλέον, όλη η αλήθεια των γεγονότων περικλείεται στον Πούτιν, τον μεγαλορωσικό σοβινισμό και την Ουκρανία της οποίας καταπατάται βάναυσα το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση.

Μετά πάντως από αυτή τη δεύτερη ανακοίνωση, είναι εντελώς αναμενόμενο ότι:

  • Εξαφανίζεται ο ανταγωνισμός ΝΑΤΟ-Ρωσίας ως γενεσιουργός αιτία του πολέμου, ως διάσταση και περιεχόμενο του ίδιου του πολέμου, ως «μεγάλης εικόνας» στο πλαίσιο της οποίας πρέπει να αξιολογηθεί ο χαρακτήρας του πολέμου και να εκτιμηθούν οι προοπτικές.
  • Απωθείται σαν μη έχουσα οργανική σχέση με τον πόλεμο και τις αιτίες του οποιαδήποτε αναφορά στον ακήρυκτο παγκόσμιο οικονομικό πόλεμο που κλιμακώνεται διαρκώς ύστερα από την άνοδο του Τραμπ στην εξουσία (εμπορικός πόλεμος – δασμοί, πόλεμος των αγωγών και των εμπορικών δρόμων, νομισματικός πόλεμος, κρίση της οικονομικής παγκοσμιοποίησης και του «ελεύθερου εμπορίου», κρίση και «εθνικοποίηση» των εφοδιαστικών αλυσίδων από τις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, ενεργειακή κρίση, πόλεμος στρατηγικών προϊόντων και αποθεμάτων κ.λπ.).
  • Αγνοείται παντελώς η θεμελιώδης ιδιαιτερότητα της σημερινής ιστορικής συγκυρίας, δηλαδή η για πρώτη φορά μετά τη λήξη του Ψυχρού Πολέμου ωρίμανση τεκτονικών ανατροπών του συσχετισμού ισχύος ανάμεσα στις παλιές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της Δύσης από τη μια και τις νέες ανερχόμενες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις (Κίνα, Ινδία, Ρωσία) και υποϊμπεριαλισμούς περιφερειακής εμβέλειας από την άλλη. Ενώ γίνεται λόγος για Νέο Ψυχρό Πόλεμο, ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν συνδέεται με αυτή τη νέα ιστορική συγκυρία αλλά συγχέεται με την αμερικανική επέμβαση στο Ιράκ το 2003, όταν ο Ψυχρός Πόλεμος είχε λήξει με νίκη του δυτικού ιμπεριαλισμού και ο Νέος δεν είχε ακόμη ξεκινήσει.

Ο Ζιλμπέρ Ασκάρ προβάλλει την άποψη ότι όλα αυτά που συμβαίνουν σήμερα δεν έχουν «οργανική» σχέση με τον πόλεμο στην Ουκρανία. Για να προσδιορίσουν τον χαρακτήρα του πολέμου ως ιμπεριαλιστικού, θα πρέπει να υπάρξει άμεση κήρυξη πολέμου μεταξύ των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Ειδάλλως, σε αυτή την ιστορική συγκυρία που μυρίζει μπαρούτι στις 4 γωνιές του πλανήτη Γη, θα έχουμε μόνο «αυτοκρατορικές» απόπειρες προσάρτησης και αμφισβήτησης της αυτοδιάθεσης αδύναμων εθνών!

Μια τέτοια προσέγγιση δεν συνιστά μόνο πλήρη αφαίρεση της θεμελιώδους ιδιαιτερότητας της ιστορικής συγκυρίας, της «μεγάλης εικόνας», αλλά και εξαφάνιση της ομολογημένης μόλις στα τέλη Ιανουαρίου «στρατιωτικής κλιμάκωσης» μεταξύ ΝΑΤΟ και Ρωσίας στην ανατολική Ευρώπη. Όχι, ούτε αυτή η κλιμάκωση έχει «οργανική» σχέση με τον πόλεμο στην Ουκρανία. Ήταν τρομερά επικίνδυνη, αλλά αφορούσε κάτι άλλο, κάτι «υπερβατικό» ή αφηρημένο, όχι την ωμή πραγματικότητα ενός πραγματικού πολέμου στην ανατολική Ευρώπη.

Το ΝΑΤΟ δεν συμμετέχει στον πόλεμο – διότι, είπαμε, η συμμετοχή τεκμαίρεται μόνο αν αποσταλούν στο ουκρανικό έδαφος στρατεύματα του ΝΑΤΟ, αν δηλαδή το ΝΑΤΟ κηρύξει τον πόλεμο στη Ρωσία. Τότε και μόνο τότε ο πόλεμος θα γίνει ιμπεριαλιστικός, σύμφωνα με τον Ζιλμπέρ Ασκάρ:

«Αν κάθε πόλεμος όπου κάθε πλευρά υποστηρίζεται από έναν ιμπεριαλιστή αντίπαλο ονομαζόταν ενδοϊμπεριαλιστικός πόλεμος, τότε όλοι οι πόλεμοι της εποχής μας θα ήταν ενδοϊμπεριαλιστικοί, αφού κατά κανόνα αρκεί ένας από τους αντίπαλους ιμπεριαλισμούς να υποστηρίζει τη μία πλευρά για να υποστηρίξει και ο άλλος την αντίθετη πλευρά. Ένας ενδοϊμπεριαλιστικός πόλεμος δεν είναι κάτι τέτοιο. Είναι ένας άμεσος πόλεμος, και όχι ένας πόλεμος μέσω αντιπροσώπων, μεταξύ δύο δυνάμεων, η καθεμία από τις οποίες επιδιώκει να εισβάλει στο εδαφικό και (νεο)αποικιακό πεδίο της άλλης, όπως ήταν πολύ καθαρά ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος. Είναι ένας ‘‘πόλεμος αρπαγής’’ και από τις δύο πλευρές, όπως συνήθιζε να τον αποκαλεί ο Λένιν. […] Φυσικά, η άμεση είσοδος στον πόλεμο του άλλου ιμπεριαλιστικού στρατοπέδου θα μετέτρεπε την τρέχουσα σύγκρουση σε έναν πραγματικό ενδοϊμπεριαλιστικό πόλεμο, με την ακριβή σημασία της έννοιας, έναν τύπο πολέμου απέναντι στον οποίο είμαστε κατηγορηματικά εχθρικοί. Προς το παρόν, τα μέλη του ΝΑΤΟ δηλώνουν ότι δεν θα περάσουν την κόκκινη γραμμή της αποστολής στρατευμάτων για να πολεμήσουν τις ρωσικές ένοπλες δυνάμεις στο ουκρανικό έδαφος ή της κατάρριψης ρωσικών αεροσκαφών στον ουκρανικό εναέριο χώρο – παρά τις προτροπές του Βολόντιμιρ Ζελένσκι. Και αυτό γιατί δικαίως φοβούνται μια μοιραία κλιμάκωση, επιφυλακτικοί, όπως έχουν γίνει, για τον ορθολογισμό του Πούτιν, ο οποίος δεν δίστασε να προβάλει από την αρχή την πυρηνική απειλή».

Ζητώ συγγνώμη από τους/τις αναγνώστες/στριες για το εκτεταμένο της περικοπής, αλλά εδώ είναι το βασικό επιχείρημα του Ζιλμπέρ Ασκάρ, με το οποίο θεωρεί ότι «καθαρίζει» τη συζήτηση.

Προσπερνούμε τον συγκαταβατικό τόνο για τους «δικαιολογημένους» φόβους των Δυτικών για τον «ορθολογισμό» του Πούτιν και τον κίνδυνο πυρηνικού πολέμου – είναι γνωστό ότι οι Δυτικοί δίδαξαν ορθολογισμό στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι ενώ ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος είχε κριθεί, αποδεικνύοντας έτσι ότι έχουν τα πυρηνικά μόνο και μόνο για να αμυνθούν σε τύπους που στερούνται «ορθολογισμού» όπως ο Πούτιν… Αν όμως ο φόβος πυρηνικής καταστροφής σε περίπτωση άμεσης εμπλοκής, δηλαδή κήρυξης πολέμου ανάμεσα στις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, είναι δικαιολογημένος και μάλιστα ο μόνος που εμποδίζει την άμεση εμπλοκή του ΝΑΤΟ, γιατί το συμπέρασμα να μην είναι ότι ο πόλεμος αυτός (κι όχι βέβαια κάθε πόλεμος) είναι ένας ιμπεριαλιστικός πόλεμος που λόγω δικαιολογημένων φόβων για πυρηνική καταστροφή δεν γίνεται ιμπεριαλιστικός με τον τρόπο που θα ήθελε να δει ο Ζιλμπέρ Ασκάρ για να τον αναγνωρίσει ως τέτοιον; Γενικότερα, γιατί να μην οδηγηθούμε στο συμπέρασμα ότι η ύπαρξη των πυρηνικών έχει αλλάξει τα δεδομένα του πολέμου, με αποτέλεσμα ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος ο σύμφωνος με τις εμπειρίες του Α’ και του Β’ Παγκόσμιων Πολέμων να μην είναι εύκολη επιλογή, ακόμη και για πολεμικές μηχανές με μεγάλη στρατιωτική υπεροπλία στον συμβατικό πόλεμο;

Πριν τα πυρηνικά, η στρατιωτική υπεροχή ήταν σοβαρό κίνητρο για να επιχειρήσει μια ιμπεριαλιστική δύναμη να καθυποτάξει τον ανταγωνιστή της με τα όπλα, στην εποχή των πυρηνικών όμως όχι – τουλάχιστον όχι αν απέναντι βρίσκεται μια πυρηνική δύναμη που διαθέτει διηπειρωτικούς πυραύλους με πυρηνικές κεφαλές. Αυτό δημιουργεί μια συνθήκη όπου κάλλιστα μπορούν να υπάρξουν πολλοί μεσαίας εμβέλειας ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι όπως αυτός στην Ουκρανία (και πριν στη Συρία) πριν συμβεί το απευκταίο «μεγάλο κακό». Με άλλα λόγια: στην εποχή των πυρηνικών και δη στην ιστορική συγκυρία των τεκτονικών ανατροπών στους συσχετισμούς δύναμης στην κορυφή της ιμπεριαλιστικής πυραμίδας, μπορεί κάλλιστα ένας πόλεμος να είναι ιμπεριαλιστικός χωρίς άμεση κήρυξη πολέμου και απευθείας πολεμική αναμέτρηση μεταξύ ισχυρών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων.

Έχουν κάποιον λόγο οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ να μη θέλουν να συντρίψουν στρατιωτικά τη Ρωσία ή μήπως φοβούνται μήπως χάσουν έναν συμβατικό πόλεμο; Και υπάρχει άλλο μέσον πλην της άμεσης εμπλοκής στρατευμάτων τους στο ουκρανικό έδαφος που να μην έχουν χρησιμοποιήσει; Ας υπενθυμίσουμε σε όσους/ες, όπως ο Ζιλμπέρ Ασκάρ, ξεχνούν ή δεν θεωρούν σημαντικό να αναφέρουν επειδή πιστεύουν ότι δεν  επηρεάζει τον χαρακτήρα του πολέμου:

  • Συστηματικός εξοπλισμός της Ουκρανίας από το 2014 και ύστερα.
  • Εκπαίδευση του ουκρανικού στρατού σε οπλικά συστήματα αλλά και σε τακτικές μάχης με άμεση παρουσία εκπαιδευτών ειδικών δυνάμεων των ΗΠΑ και της Μ. Βρετανίας, από το 2014 μέχρι και στη διάρκεια του τωρινού πολέμου.
  • Καθοδήγησή του, ώστε να αποκτήσει πολεμική εμπειρία, στον διαρκή εμφύλιο πόλεμο στις ανατολικές περιοχές της χώρας από το 2014 μέχρι σήμερα.
  • Άμεση ανάληψη της στρατιωτικής διοίκησης και του σχεδιασμού του τωρινού πολέμου με τη Ρωσία από «εμπειρογνώμονες» της Μ. Βρετανίας, των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ.
  • Άμεση καθοδήγηση της ουκρανικής ηγεσίας στο ζήτημα των διαπραγματεύσεων με τη Ρωσία για τους όρους τερματισμού του πολέμου. Είναι τόσο φανερό ώστε να μη χρειάζονται επιχειρήματα ότι το πότε, το αν και οι όροι μιας συμφωνίας τερματισμού του πολέμου δεν το αποφασίζει ο Ζελένσκι, αλλά οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ.
  • Η κινητοποίηση όλων των προηγμένων μέσων τηλεπαρακολούθησης και ενημέρωσης του ΝΑΤΟ στην υπηρεσία της ουκρανικής πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας.
  • Γενναία οικονομική ενίσχυση από ΗΠΑ, ΕΕ, ΔΝΤ, Παγκόσμια Τράπεζα με πολλά δισ. ευρώ.
  • Συντονισμένος οικονομικός πόλεμος κατά της Ρωσίας με τη μορφή πρωτοφανών οικονομικών κυρώσεων πολεμικού χαρακτήρα που σε πολλά στοιχεία τους ξεπερνούν κατά πολύ τις «παραδόσεις» των δύο παγκόσμιων πολέμων.
  • Συντονισμένη από όλο το δυτικό στρατόπεδο προπαγανδιστική-ιδεολογική εκστρατεία, που σε ορισμένα σημεία ξεπερνάει κατά πολύ την προπαγάνδα των Δυτικών ενάντια στην ΕΣΣΔ στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου και μετατρέπεται σε ωμό αντιρωσικό ρατσισμό.

Τελικά, τι άλλο μένει για να χαρακτηριστεί άμεση η εμπλοκή του ΝΑΤΟ στον πόλεμο της Ουκρανίας, και ο πόλεμος ιμπεριαλιστικός; Η διακινδύνευση του πυρηνικού πολέμου που -προσώρας- αποφεύγεται;..

Τα παραδείγματα του Ιράκ, της… Βενεζουέλας και της Συρίας

Ας ελέγξουμε τώρα τον ισχυρισμό του Ζιλμπέρ Ασκάρ ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι σαν τον πόλεμο στο Ιράκ το 2003, με μόνη διαφορά ότι στο Ιράκ ο επιτιθέμενος ήταν οι ΗΠΑ ενώ στην Ουκρανία είναι η Ρωσία. Δεν θα μπορούσε να υπάρχει πιο ατυχής αναλογία, σε όλη τη γραμμή! Από τη μία πλευρά, το στοιχείο της ιμπεριαλιστικής επιδρομής από την πλευρά της Ρωσίας στον τωρινό πόλεμο είναι βέβαια αδιαμφισβήτητο. Από την άλλη όμως, το Ιράκ ήταν μόνο του, χωρίς συμμάχους, ιμπεριαλιστές ή μη. Αν κάποιος άλλος ιμπεριαλισμός εμπλεκόταν στον πόλεμο στο πλευρό του Ιράκ με τον τρόπο που εμπλέκεται τώρα το ΝΑΤΟ στην Ουκρανία, αν μια τέτοια εμπλοκή ήταν «προέκταση» ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών που είχαν κλιμακωθεί την περίοδο που είχε προηγηθεί της αμερικανικής εισβολής για την ένταξη του Ιράκ στη μία ή την άλλη σφαίρα επιρροής, αν ισχυρές, αντίπαλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις είχαν «υιοθετήσει» με όλους τους δυνατούς τρόπους το Ιράκ και το είχαν μάλιστα καθοδηγήσει στην εισβολή στο Κουβέιτ, αν αυτές οι αντίπαλες ισχυρές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις είχαν αναπτύξει τις οικονομικές και στρατιωτικές τους ικανότητες ώστε να ανταγωνίζονται τις ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή, τότε ναι, ο πόλεμος στο Ιράκ το 2003 θα «έμοιαζε» πολύ με τον σημερινό πόλεμο στην Ουκρανία. Όμως τίποτε από όλα αυτά τα «αν» δεν ίσχυε.5

Ο Ασκάρ κατασκευάζει και ένα άλλο, φανταστικό παράδειγμα: ας υποθέσουμε, λέει, ότι οι ΗΠΑ εισβάλλουν στη Βενεζουέλα και η Ρωσία (που είναι ιμπεριαλιστική, δεν είναι; ρωτάει αποστομωτικά) την εξοπλίζει για να αντισταθεί στην εισβολή. Θα θεωρούσαμε αυτό τον εξοπλισμό ιμπεριαλιστική εμπλοκή και θα οδηγούμασταν στη θέση ότι πρόκειται για ιμπεριαλιστικό πόλεμο; Το φανταστικό παράδειγμα είναι απλώς παιδαριώδες και άσχετο με την περίπτωση της Ουκρανίας σε όλες του τις παραμέτρους: Καμία σύγκριση δεν μπορεί να γίνει ανάμεσα στο καθεστώς της Βενεζουέλας και αυτό της Ουκρανίας, η δε Ρωσία (ή η Κίνα) δεν έχουν καμία απολύτως δυνατότητα να εμπλακούν στη Βενεζουέλα με τον τρόπο που εμπλέκεται η Δύση στην Ουκρανία. Αν αποκτήσουν τέτοιες δυνατότητες και μέσω της… Βενεζουέλας θέλουν να… περικυκλώσουν τις ΗΠΑ, αν δεν πρόκειται για ιμπεριαλιστική προσπάθεια ανατροπής ενός αριστεροπροοδευτικού και αντιμπεριαλιστικού καθεστώτος τύπου Τσάβες ή Μαδούρο αλλά για επεισόδιο του ιμπεριαλιστικού πολέμου, αν ο πόλεμος ξεσπάσει ως αποτέλεσμα κλιμάκωσης της ενδοϊμπεριαλιστικής αντιπαράθεσης που έχει κλιμακωθεί πριν απ’ αυτόν, τότε το φανταστικό αυτό παράδειγμα απλώς δεν θα ισχύει ώστε να ελέγξουμε μέσω αυτού τα κριτήριά μας για τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Υπάρχει όμως ένα παράδειγμα πιο κοντινό, απτό και πραγματικό, και ο Ασκάρ δεν παραλείπει να αναφερθεί και σε αυτό: ο πόλεμος στη Συρία.

Στο κείμενό του με τίτλο «Περιφρονητική άρνηση της εκπροσώπησης στο όνομα της γεωπολιτικής ή και της ειρήνης», λέει τα εξής:

«Η ίδια Αριστερά [σ.σ. η φιλορωσική Αριστερά, που πιστεύει ότι η Ρωσία είναι αντιμπεριαλιστική δύναμη] είχε ήδη βρεθεί αντιμέτωπη με τον διχασμό σχετικά με τη δολοφονική επέμβαση της Ρωσίας στη Συρία μετά την επέμβαση του Ιράν, αλλά οι συνθήκες ήταν πολύ διαφορετικές. […] Η υποστήριξη της στρατιωτικής επέμβασης της Ρωσίας στη Συρία ή, στην καλύτερη περίπτωση, η άρνηση καταδίκης της στηρίχθηκαν στις περισσότερες περιπτώσεις σε έναν γεωπολιτικά μονόπλευρο ‘‘αντιμπεριαλισμό’’ που θεωρούσε την τύχη του συριακού λαού υποδεέστερη του υπέρτατου στόχου της εναντίωσης στον υπό την ηγεσία των ΗΠΑ δυτικό ιμπεριαλισμό που θεωρήθηκε ότι υποστήριζε τη συριακή εξέγερση».

Δολοφονική επέμβαση της Ρωσίας, επέμβαση του Ιράν, επέμβαση και της Τουρκίας και του Ιράκ και του Ισραήλ προσθέτουμε εμείς, αλλά για τον υπό την ηγεσία των ΗΠΑ δυτικό ιμπεριαλισμό η μομφή είναι ότι «θεωρήθηκε πως υποστήριζε τη συριακή εξέγερση» (ενώ δεν την υποστήριζε «πραγματικά» ως θα «όφειλε»;). Σε αντίθεση με την Ουκρανία, η επέμβαση του αμερικανικού ιμπεριαλισμού στη Συρία δεν αποσκοπούσε στην ανατροπή του καθεστώτος μιας αδύναμης χώρας ούτε συνιστούσε «δολοφονική» ιμπεριαλιστική επιδρομή;

Καταφεύγοντας στο παράδειγμα της Συρίας, το κείμενο δεν μας διαφωτίζει παρ’ όλα αυτά ποια είναι η άποψη του συγγραφέα για τον πόλεμο στη Συρία. Αδιαμφισβήτητα, το 2011 ξεκίνησε ως εμφύλια σύγκρουση με το ξέσπασμα της «αραβικής άνοιξης», αλλά πολύ γρήγορα επενέβησαν οι ΗΠΑ («σαν έτοιμες από καιρό» και πολύπειρες στο να αξιοποιήσουν για μια τέτοια επέμβαση ακόμη και μια λαϊκή εξέγερση) και μερικά χρόνια αργότερα δεν είχε μείνει περιφερειακή ιμπεριαλιστική δύναμη της περιοχής που να μην επενέβη, καθώς και η Ρωσία. Αυτός ο πόλεμος, που ξεκίνησε σαν εμφύλιος (μεταξύ άλλων, και η σύγκρουση με τον ISIS εμφύλιος είναι), δεν εξελίχθηκε σε ιμπεριαλιστικό; Δεν ισχύει εδώ το κριτήριο του ίδιου του Ασκάρ προκειμένου για την Ουκρανία, ότι ο πόλεμος θα γίνει ιμπεριαλιστικός σε περίπτωση εμπλοκής του ΝΑΤΟ στο έδαφος της Ουκρανίας;

Μήπως όμως υπάρχει κάποια αναλογία υποστηρικτική της άποψης του Ζιλμπέρ Ασκάρ για τον πόλεμο στην Ουκρανία στο εδάφιο που ακολουθεί;

«Και εδώ υπήρχε και πάλι μια κραυγαλέα αντίφαση, αφού όσοι είχαν μια τέτοια θέση δεν διαδήλωναν κατά του υπό την ηγεσία των ΗΠΑ πολέμου εναντίον του λεγόμενου Ισλαμικού Κράτους (ΙΚ) και δεν απαιτούσαν να σταματήσει. Στην πραγματικότητα, κάποιοι από αυτούς που, στο όνομα της εναντίωσης στον αμερικανικό ιμπεριαλισμό, δεν θα καταδίκαζαν την επέμβαση της Ρωσίας για τη στήριξη της συριακής δικτατορίας, υποστήριζαν την επέμβαση των ΗΠΑ στο πλευρό του κουρδικού YPD, των Σύριων ομοϊδεατών του Εργατικού Κόμματος Κουρδιστάν (PKK) της Τουρκίας, στον αγώνα κατά του Ισλαμικού Κράτους. (Οι Ηνωμένες Πολιτείες υποστήριξαν ταυτόχρονα ακόμη και τις φιλοϊρανικές πολιτοφυλακές του Ιράκ στον ίδιο αγώνα)».

Η κριτική, προφανώς, στρέφεται κατά όσων δεν βλέπουν την αναλογία ανάμεσα στον δίκαιο πόλεμο των Κούρδων κατά του ISIS παρ’ όλη την επέμβαση των ΗΠΑ στο πλευρό τους (που πάντως αργότερα τους «άδειασαν» μεγαλοπρεπώς, παραδίδοντάς τους στο έλεος της τουρκικής σπάθης) και στον δίκαιο πόλεμο της Ουκρανίας κατά της Ρωσίας παρ’ όλη την εμπλοκή του δυτικού ιμπεριαλισμού στο πλευρό της. Υποθέτουμε, επομένως, ότι ο ίδιος ο Ζιλμπέρ Ασκάρ δεν έχει πρόβλημα με την επέμβαση των ΗΠΑ (αφού αυτές υποστήριζαν τη συριακή αντιπολίτευση και τους Κούρδους και ηγούνταν του αγώνα ενάντια στο Ισλαμικό Κράτος) παρά ίσως επειδή οι ΗΠΑ δεν ήταν συνεπείς σε αυτή την υποστήριξη˙ έχει όμως πρόβλημα με τη ρωσική επέμβαση, γιατί η Ρωσία έσπευσε στο πλευρό της «συριακής δικτατορίας».

Σύμφωνα με τον Ζιλμπέρ Ασκάρ, στην Ουκρανία, ο χαρακτήρας του πολέμου είναι ιμπεριαλιστικός-αποικιοκρατικός μόνο από την πλευρά της Ρωσίας, που αμφισβητεί το δικαίωμα της Ουκρανίας στην εθνική αυτοδιάθεση – και σε τέτοιες περιπτώσεις η Αριστερά πρέπει να υποστηρίζει το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση ακόμη και αν στην ηγεσία της αντίστασης είναι ένας δικτάτορας, ακόμη και αν ο δικτάτορας στηρίζεται από μια ιμπεριαλιστική χώρα˙ στη Συρία όμως το απόλυτο κριτήριο είναι ακριβώς ο δικτατορικός χαρακτήρας του καθεστώτος του Άσαντ και ο ιμπεριαλιστικός χαρακτήρας της Ρωσίας που έσπευσε να τον στηρίξει.

Στην Ουκρανία ο χαρακτήρας του πολέμου δεν αλλάζει από το γεγονός ότι ο δυτικός ιμπεριαλισμός, οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ συμμετέχουν στον πόλεμο πάση δυνάμει και κινητοποιώντας κάθε διαθέσιμο μέσον, επειδή δεν κηρύσσουν άμεσα τον πόλεμο στη Ρωσία. Στη Συρία όμως, η ρωσική εμπλοκή στον πόλεμο υπέρ του καθεστώτος Άσαντ ήταν αξιοκατάγγελτη ιμπεριαλιστική επέμβαση, ο δε πόλεμος δεν ήταν ιμπεριαλιστικός ακόμη και αν σε αυτόν συμμετείχαν οι ΗΠΑ, η Ρωσία και μερικοί τοπικοί υποϊμπεριαλισμοί – ίσως επειδή οι ΗΠΑ και Ρωσία, αλλά και το Ιράν, το Ισραήλ, η Τουρκία δεν κήρυξαν πόλεμο και μεταξύ τους… Στη Συρία, ο χαρακτήρας του πολέμου είναι εμφύλιος (ο δικτάτορας Άσαντ που κατασφάζει τον εξεγερμένο λαό του), και το πρόβλημα είναι η ρωσική επέμβαση που στηρίζει τον δικτάτορα, ενώ η αμερικανική επέμβαση που ρητά αποσκοπούσε στην ανατροπή του καθεστώτος Άσαντ δεν συνιστούσε αμφισβήτηση της εθνικής αυτοδιάθεσης.

Ας καταλάβει όποιος μπορεί.

Ο εξοπλισμός της «ουκρανικής αντίστασης»

«Είμαστε υπέρ της παράδοσης αμυντικών όπλων στα θύματα της επίθεσης χωρίς δεσμεύσεις – στην προκείμενη περίπτωση στο ουκρανικό κράτος που πολεμά τη ρωσική εισβολή στο έδαφός του. Κανένας υπεύθυνος αντιιμπεριαλιστής δεν κάλεσε την ΕΣΣΔ ή την Κίνα να συμμετάσχουν στον πόλεμο στο Βιετνάμ ενάντια στην αμερικανική εισβολή, αλλά όλοι οι ριζοσπάστες αντιιμπεριαλιστές ήταν υπέρ των αυξημένων αποστολών όπλων από τη Μόσχα και το Πεκίνο στην αντίσταση του Βιετνάμ. Το να δώσουμε σε αυτούς που διεξάγουν έναν δίκαιο πόλεμο τα μέσα για να πολεμήσουν εναντίον ενός πολύ ισχυρότερου επιτιθέμενου είναι ένα στοιχειώδες διεθνιστικό καθήκον. Η στείρα αντίθεση σε τέτοιες αποστολές έρχεται σε αντίθεση με τη στοιχειώδη αλληλεγγύη προς τα θύματα».

Αυτά λέει ο Ασκάρ για τον εξοπλισμό της Ουκρανίας. Μόνο αμυντικά όπλα! Και ποιος θα το κρίνει, αποφασίσει και διασφαλίσει αυτό; Δεν θα έπρεπε να προταθεί η συγκρότηση «ανεξάρτητης επιτροπής» του ΟΗΕ που θα ελέγχει, θα εξετάζει και θα αποφασίζει για τον αμυντικό χαρακτήρα του οπλισμού που παραδίδουν οι ΗΠΑ, η Μ. Βρετανία και το ΝΑΤΟ στην Ουκρανία; Πραγματικά αυτή η απαίτηση θα μπορούσε να εξελιχθεί στον μεγαλύτερο πονοκέφαλο του ΝΑΤΟ, του οποίου οι επιτελείς πονοκεφαλιάζουν προσπαθώντας να λύσουν τον γρίφο και να ταξινομήσουν τα όπλα που στέλνουν στο ουκρανικό καθεστώς σε αμυντικά και επιθετικά.

Όμως, για μια στιγμή! Γιατί μόνο αμυντικά όπλα; Ένας πόλεμος κρίνεται από τον συνολικό συσχετισμό στρατιωτικής ισχύος. Γιατί να στερηθεί η «ουκρανική αντίσταση» ενός ευνοϊκότερου στρατιωτικού συσχετισμού δύναμης, όταν μάλιστα έχει να αντιμετωπίσει έναν πολύ ισχυρότερο αντίπαλο; [Το γεγονός ότι δεν αποδεικνύεται πολύ ισχυρότερος στα πεδία των μαχών, πρέπει προφανώς να αποδοθεί στην ακατάβλητη ουκρανική ψυχή και όχι σε καθαρά στρατιωτικούς παράγοντες που σχετίζονται με την υπερτίμηση της μαχητικής ικανότητας του ρωσικού στρατού και με την εμπλοκή του ΝΑΤΟ στον πόλεμο…] Δεν ισοδυναμεί αυτό με το να θέλουμε να παραταθεί ο πόλεμος και τα βάσανα του ουκρανικού λαού; Δεν ισοδυναμεί με το να θέλουμε να διακινδυνεύσουμε, στο όνομα «άκαιρων» και ανόητων ευαισθησιών, να περιπέσει ο ουκρανικός λαός σε κατάσταση δουλοπαροικίας; Η βύθιση του ρωσικού καταδρομικού «Μόσκβα» στη Μ. Θάλασσα είναι μια «ατυχής στιγμή»… απαράδεκτης χρήσης επιθετικών όπλων ή μια στιγμή αγαλλίασης για όλες τις καλές ψυχές που συμμετέχουν στη διεθνή καμπάνια υποστήριξης της «ουκρανικής αντίστασης» με όλα τα μέσα;

Δεν μας εμπνέει η «ουκρανική αντίσταση», δεν είναι το σύγχρονο αντίστοιχο της αντίστασης του λαού του Βιετνάμ στην αμερικανική επέμβαση; Δεν είναι στο τέλος-τέλος ο Ζελένσκι και ο διοικητής του τάγματος Αζόφ οι σύγχρονοι Χο Τσι Μινχ και Τετ; Και δεν είναι η σημερινή Κίνα η Κίνα του Μάο Τσε Τουνγκ; Ποιος τυφλός δεν βλέπει τις εξόφθαλμες ομοιότητες;

Οι δυτικές κυρώσεις

Ο Ζιλμπέρ Ασκάρ δεν μπορεί να μην πει κάτι και για τις δυτικές κυρώσεις ενάντια στη Ρωσία. Όχι, δεν περιμένουμε να συμφωνήσει μαζί μας ότι έχουν πολεμικό χαρακτήρα και είναι σημαντική πλευρά της δυτικής συμμετοχής στον πόλεμο. Θα περιμέναμε όμως να πάρει έστω μια σαφή θέση. Όμως, όχι:

«Η αντίθεσή μας στη ρωσική επιθετικότητα σε συνδυασμό με τη δυσπιστία μας απέναντι στις δυτικές ιμπεριαλιστικές κυβερνήσεις σημαίνει ότι δεν πρέπει ούτε να υποστηρίξουμε τις κυρώσεις των τελευταίων ούτε να απαιτήσουμε την άρση τους».

Κοινώς, για τις δυτικές κυρώσεις ποιούμεν την νήσσαν. Προτιμούμε δηλαδή την παθητική υποστήριξή τους – άφησέ τες να ισχύουν αλλά χωρίς τη δική μας «επικύρωση». Για μία ακόμη φορά: οι επιτελείς του Μπάιντεν είναι σε πολύ δύσκολη θέση μετά απ’ αυτό…

Η «προτιμότερη έκβαση»

Ο Ζιλμπέρ Ασκάρ αντιλαμβάνεται -όπως όλος ο κόσμος- ότι η έκβαση του πολέμου και οι συνέπειές της θα είναι σημαντικές. Λέει λοιπόν γι’ αυτό:

«Η τύχη της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία θα καθορίσει την τάση όλων των άλλων χωρών για επιθετικές ενέργειες. Αν αποτύχει και αυτή με τη σειρά της, η επίδραση σε όλες τις παγκόσμιες και περιφερειακές δυνάμεις θα είναι μια ισχυρή αποτροπή. Αν πετύχει, αν δηλαδή η Ρωσία καταφέρει να “ειρηνεύσει” την Ουκρανία κάτω από τη ρωσική μπότα, το αποτέλεσμα θα είναι μια σημαντική διολίσθηση της παγκόσμιας κατάστασης προς τον αχαλίνωτο νόμο της ζούγκλας, ενθαρρύνοντας τον ίδιο τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό και τους συμμάχους του να επαναλάβουν τη δική τους επιθετική στάση. […] Μια επιτυχημένη ρωσική κατάληψη της Ουκρανίας θα ενθάρρυνε τις Ηνωμένες Πολιτείες να επιστρέψουν στο δρόμο της κατάκτησης του κόσμου με τη βία σε ένα πλαίσιο όξυνσης της νέας αποικιοκρατικής διαίρεσης του κόσμου και επιδείνωσης των παγκόσμιων ανταγωνισμών, ενώ μια ρωσική αποτυχία –που θα προστεθεί στις αποτυχίες των ΗΠΑ στο Ιράκ και το Αφγανιστάν– θα ενίσχυε αυτό που στην Ουάσιγκτον αποκαλείται ‘‘σύνδρομο του Βιετνάμ’’. Επιπλέον, μου φαίνεται αρκετά προφανές ότι μια ρωσική νίκη θα ενίσχυε σημαντικά την πολεμοκαπηλία και την ώθηση προς την αύξηση των στρατιωτικών δαπανών στις χώρες του ΝΑΤΟ, η οποία έχει ήδη ξεκινήσει με μεγάλη ταχύτητα, ενώ μια ρωσική ήττα θα προσέφερε πολύ καλύτερες συνθήκες για τη μάχη μας για τον γενικό αφοπλισμό και τη διάλυση του ΝΑΤΟ».

Νέα αποικιοκρατική διαίρεση του κόσμου, γενικός αφοπλισμός, διάλυση του ΝΑΤΟ, πολεμοκαπηλία και στρατιωτικές δαπάνες, επιθετικότητα των ΗΠΑ: αν ηττηθεί η Ρωσία, όλα θα πάνε καλύτερα σε αυτούς τους τομείς! Αν όμως νικήσει, όλα θα πάνε χειρότερα. Για να προβαίνει κανείς σε τέτοιες εκτιμήσεις, πρέπει πραγματικά να πιστεύει ότι:

  • Η νέα αποικιοκρατική διαίρεση του κόσμου, οι στρατιωτικές δαπάνες και ο μιλιταρισμός θα κλιμακωθούν όχι επειδή ο νόμος της ανισόμερης ανάπτυξης δημιούργησε τους όρους για τεκτονικού χαρακτήρα ανατροπές στους συσχετισμούς δύναμης στην κορυφή της ιμπεριαλιστικής πυραμίδας, όχι από την όξυνση του ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού που απορρέει από αυτό το αντικειμενικό γεγονός, αλλά από τη ρωσική επιθετικότητα (ή από την επιθετικότητα του Ιράν που επενέβη στη Συρία ή από την επιθετικότητα αύριο της Κίνας που εποφθαλμιά την Ταϊβάν κ.λπ. κ.λπ.).
  • Η επιθετικότητα του αμερικανικού ιμπεριαλισμού δεν απορρέει από την αμφισβήτηση της ηγεμονίας του από τους ανταγωνιστές του, αντίθετα, χάνει το έδαφος κάτω από τα πόδια της όσο ηττώνται οι ανταγωνιστές του! Μια αριστερή εκδοχή της ιμπεριαλιστικής αφήγησης ότι εχθροί της ειρήνης και της δημοκρατίας είναι οι «αναθεωρητικές» δυνάμεις, τις οποίες το μέτωπο της ειρήνης και της δημοκρατίας πρέπει να οδηγεί από ήττα σε ήττα. Όσοι υπερασπίζονται το στάτους κβο επειδή τους βολεύει (από τον Μπάιντεν ως τον Μητσοτάκη), όσοι δεν έχουν λόγους να είναι αναθεωρητές γιατί έχουν ήδη περισσότερα από αυτά που δικαιολογεί η σημερινή τους οικονομική ή στρατιωτική ισχύς, αυτοί μόνο με ευθύνη των αναθεωρητών μπορεί να γίνουν επικίνδυνοι. Και ποιοι είναι οι δακτυλοδεικτούμενοι αναθεωρητές; Η Κίνα, η Ρωσία, η Ινδία, το Ιράν, η Τουρκία κ.λπ.

Σε μια τέτοια παραμορφωτική θέαση του κόσμου και της ιστορικής συγκυρίας, οι ΗΠΑ είναι μια αυτοκρατορική ιμπεριαλιστική δύναμη σε αποδρομή, που έχει ηττηθεί σε διάφορα μέτωπα (Μ. Ανατολή) και «αποσύρεται», σχεδόν ακίνδυνη αν δεν προκληθεί (όπως τώρα από τη Ρωσία). Αν έλειπαν οι αναθεωρητικές δυνάμεις, η δυτική ιμπεριαλιστική αυτοκρατορία θα παράκμαζε ήσυχα και στωικά, ο γενικός αφοπλισμός και η διάλυση του ΝΑΤΟ θα έρχονταν πιο κοντά! Το γεγονός ότι η αμερικανική επιθετικότητα κλιμακώθηκε ύστερα από τη νίκη των ΗΠΑ και των δυτικών τους συμμάχων στον Ψυχρό πόλεμο, σε συνθήκες ανυπαρξίας «προκλήσεων» και επίφοβων ανταγωνιστών, το γεγονός ότι σε κείνες τις συνθήκες δεν ήρθε η ώρα για τη διάλυση του ΝΑΤΟ και τον γενικό αφοπλισμό, αλλά αντίθετα η ώρα για τη διαρκή, κατά κύματα, επέκταση του ΝΑΤΟ, δεν δίδαξε τίποτε στον Ζιλμπέρ Ασκάρ˙ και ουσιαστικά μας καλεί να στρέψουμε το βλέμμα σ’ αυτούς -όπως ο Πούτιν- που δίνουν «πατήματα», προκαλούν την «αφύπνιση» και «νομιμοποιούν» την αμερικανική επιθετικότητα.

Μπροστά πάντως στις τόσο ελκυστικές συνέπειες ενδεχόμενης ρωσικής ήττας στον πόλεμο στην Ουκρανία, ο Ζιλμπέρ Ασκάρ δεν είναι διατεθειμένος για παραχωρήσεις που θα τις έθεταν εν αμφιβόλω:

«Το αίτημα της ρωσικής αποχώρησης ισχύει για κάθε σπιθαμή του εδάφους της Ουκρανίας – συμπεριλαμβανομένου του εδάφους που εισέβαλε η Ρωσία το 2014. Όταν υπάρχει μια διαφωνία σχετικά με την κυριότητα οποιουδήποτε εδάφους οπουδήποτε στον κόσμο -όπως η Κριμαία ή οι επαρχίες στην Ανατολική Ουκρανία, στην προκειμένη περίπτωση- δεν δεχόμαστε ποτέ να επιλυθεί με τη γυμνή βία και το δίκαιο της ισχύος, αλλά πάντα μόνο μέσω της ελεύθερης άσκησης από τους ενδιαφερόμενους λαούς του δικαιώματός τους για δημοκρατική αυτοδιάθεση».

Η πρώτη πρόταση αυτής της παραγράφου εγκαθιστά μια έμμεση πλην σαφή απαίτηση: συνέχιση της ουκρανικής αντίστασης και κανένας συμβιβασμός πριν «απελευθερωθεί», πριν δηλαδή υπαχθεί εις τας διαταγάς του ουκρανικού στρατού, του τάγματος Αζόφ και των ομοίων του και η τελευταία σπιθαμή ουκρανικού εδάφους, ώστε να εγγυηθούν αυτοί με την εγνωσμένη ευαισθησία και αμεροληψία που τους διακρίνει την «ελεύθερη άσκηση» του δικαιώματος των κατοίκων του Ντονμπάς και της Κριμαίας στην αυτοδιάθεση. Στη βάση της ίδιας απαίτησης και βέβαια των δικών τους κινήτρων -στα οποία δεν περιλαμβάνονται η δημοκρατία, η ειρήνη και το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση-, ο Μπάιντεν και ο Τζόνσον «συμβουλεύουν» τον Ζελένσκι να μη δεχθεί συμβιβασμό. Πλήρης αυτοδιάθεση ή θάνατος – ημών τε και αλλήλων!

Όμως, μια στιγμή να θέσουμε ένα εμβόλιμο ερώτημα: από το 2014 μέχρι και μία μέρα πριν τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση μέχρι και του κρατικού αποχωρισμού δεν ίσχυε για το Ντονέτσκ, το Λουχάνσκ και την Κριμαία; Η αμφισβήτηση αυτού του δικαιώματος με τα όπλα από την ουκρανική ηγεσία και υπό την καθοδήγηση (και στρατιωτική) της Δύσης, δεν ήταν επαρκής λόγος για να το υπερασπιστούμε με ακόμη μεγαλύτερη θέρμη;

Φαίνεται πως η αυτοδιάθεση δεν προορίζεται για τα «βόδια» και τους μεταλλωρύχους του Ντονμπάς,7 γιατί αυτοί είναι ενεργούμενα των ολιγαρχών του Ντονμπάς, αλλά μόνο για τη «χρυσή νεολαία», τους μεγαλοαγρότες που λεηλάτησαν την πρώην κρατική γη ύστερα από τα μέτρα του Ζελένσκι για την ιδιωτικοποίησή της και τα αστικά και μικροαστικά στρώματα της δυτικής Ουκρανίας˙6 και ισοδυναμεί με το δικαίωμά τους να επιβληθούν με τα όπλα σε όλη την ουκρανική επικράτεια. Αντί γι’ αυτό, θα έπρεπε να βλέπουμε το ουκρανικό έθνος σαν σύνθεση πολλαπλών ιστορικών ευαισθησιών, διαδρομών και ταχυτήτων και βέβαια εθνικών μειονοτήτων,7 που σίγουρα δεν μπορούν να αφεθούν στην ομοιογενοποιητική κριτική των όπλων του Αζόφ και των ομοίων του.

Φαίνεται επίσης πως το ζήτημα δεν είναι καν η ρωσική εισβολή: αρκεί που «απέναντι» είναι ένας μεσαιωνικός σατανάς, που μπροστά του όλα τα πολιτικά κριτήρια διαλύονται σαν το αλάτι στο ζεστό νερό:

«Αν η Ουκρανία πετύχαινε να αποτρέψει τον ρωσικό ζυγό, είναι κάτι παραπάνω από πιθανό ότι θα γινόταν υποτελής στις δυτικές δυνάμεις. Το θέμα όμως είναι ότι, αν δεν το καταφέρει, θα υποδουλωθεί στη Ρωσία. Και δεν χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός στη μεσαιωνική ιστορία για να γνωρίζει ότι η κατάσταση ενός υποτελούς είναι ασύγκριτα προτιμότερη από εκείνη ενός δουλοπάροικου!».

Συγγνώμη, αλλά μπερδευτήκαμε: η σημερινή Ρωσία δεν περιλαμβάνεται στις νέες, ανερχόμενες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις του 21ου καπιταλιστικού αιώνα; Πού κολλάνε η «μεσαιωνική ιστορία» και η «δουλοπαροικία»; Εντάξει, είναι σχήμα λόγου: δυτική υποτέλεια versus ρωσική δουλοπαροικία. Πόσο εύγλωττο όμως – εννοούμε από πολιτική άποψη! Και πόσο εύκολο στην πολιτική του μετάφραση: η υποτέλεια στις δυτικές «δυνάμεις» είναι «ασύγκριτα προτιμότερη» από τον ρωσικό «ζυγό». Με πόση ακρίβεια έχουν επιλεγεί οι λέξεις ώστε να υποστηρίζουν με δύναμη το πολιτικό συμπέρασμα. Και πόσο… μεσαιωνικό λυρισμό απαιτεί η στήριξη ενός τέτοιου πολιτικού συμπεράσματος!

Όμως, θυμόμαστε πολύ καλά ότι η «δουλοπαροικία» στην οποία αναφέρεται ο Ζιλμπέρ Ασκάρ -εννοώντας, υποθέτουμε και ελπίζουμε, την κατάσταση των δημοκρατικών δικαιωμάτων στη Ρωσία, κι όχι την επιστροφή της Ρωσίας στον… μεσαιωνικό τρόπο παραγωγής- υπήρχε εξίσου στην Ουκρανία πριν τον πόλεμο, εξακολουθεί δε να υπάρχει στην Ουκρανία εξίσου αν όχι περισσότερο βίαιη και απ’ ό,τι  στη Ρωσία στη διάρκεια του πολέμου. Φαίνεται όμως ότι εδώ υποκρύπτεται μια θεωρία περί «ασιατικής βαρβαρότητας» που εκπροσωπεί η Ρωσία και από την οποία η Ουκρανία προσπαθεί απεγνωσμένα και υπό την ομόθυμη στήριξη του «δημοκρατικού κόσμου» να λυτρωθεί…
Για να το κάνουμε όμως ακόμη πιο δύσκολο, αυτού του τύπου η «δουλοπαροικία» της αναστολής των δημοκρατικών δικαιωμάτων υπήρχε επίσης -και μάλιστα ακόμη περισσότερο- επί ΕΣΣΔ. Ο Ζιλμπέρ Ασκάρ ανήκει στο τροτσκιστικό ρεύμα της 4ης Διεθνούς, το οποίο για να κρίνει τον χαρακτήρα της ΕΣΣΔ δεν υποκλίθηκε σε θεωρήσεις όπως ο νεολογισμός περί «δουλοπαροικίας». Αντίθετα, στον Ψυχρό Πόλεμο ήταν ο δυτικός καπιταλισμός που στήριζε την ιμπεριαλιστική του προπαγάνδα σε τέτοιας πολιτικής αξίας εννοιολογήσεις και προπαγανδιστικά σχήματα. [Δεν εννοούμε προφανώς ότι ο κοινωνικός χαρακτήρας της ΕΣΣΔ και τη σημερινής Ρωσίας είναι ταυτόσημοι – κάθε άλλο. Εννοούμε μόνο ότι ο Ζιλμπέρ Ασκάρ έχει μετατοπιστεί σε πολιτικά κριτήρια και εννοιολογήσεις πόρρω απέχοντα από τον μαρξισμό.]

Κυβέρνηση και καθεστώς της Ουκρανίας και «ουκρανική αντίσταση»

Γράφει ο Ζιλμπέρ Ασκάρ:

«Πρέπει να υποστηρίξουμε έναν λαό που αντιστέκεται σε μια πάνοπλη ιμπεριαλιστική εισβολή μόνο αν η αντίστασή του καθοδηγείται από κομμουνιστές και όχι από μια αστική κυβέρνηση; Αυτή είναι μια πολύ παλιά υπεραριστερή θέση για το εθνικό ζήτημα, την οποία ο Λένιν δικαίως καταπολέμησε στην εποχή του. Ένας δίκαιος αγώνας ενάντια στην εθνική καταπίεση, πόσο μάλλον στην ξένη κατοχή, πρέπει να υποστηρίζεται ανεξάρτητα από τη φύση της ηγεσίας του: αν αυτός ο αγώνας είναι δίκαιος, αυτό συνεπάγεται ότι ο συγκεκριμένος πληθυσμός συμμετέχει ενεργά σε αυτόν και αξίζει υποστήριξη, ανεξάρτητα από τη φύση της ηγεσίας του».

Συμπληρώνει ο Μισέλ Λεβί5 ως προς το ζήτημα του ρόλου της ναζιστικής δεξιάς στην Ουκρανία:

«Tο επιχείρημα της ‘‘αποναζιστικοποίησης’’ στερείται κάθε λογικής βάσης. Ο ουκρανικός λαός εξέλεξε πρόεδρο ένα Εβραίο, τον Ζελένσκι, ο οποίος είναι περήφανος για τον παππού του που πολέμησε στις γραμμές του Κόκκινου Στρατού κατά του ναζισμού. Βεβαίως, υπάρχουν νεοναζιστικά κόμματα και ομάδες νεοναζί στην Ουκρανία, αλλά στις τελευταίες εκλογές δεν συγκέντρωσαν πάνω από το 3% των ψήφων. Υπάρχουν παρόμοιες ομάδες και στη Ρωσία. Με ποιο δικαίωμα διεκδικεί ο Πούτιν την ταυτότητα του αντιφασίστα, την ώρα που στηρίζει πολιτικά και οικονομικά αρκετά νεοφασιστικά κόμματα στην Ευρώπη, όπως το Εθνικό Μέτωπο της οικογένειας Λεπέν στη Γαλλία, ή τη Λέγκα του Ματέο Σαλβίνι στην Ιταλία;»

Είναι εξίσου πιθανό ο πληθυσμός μιας χώρας να «συμμετέχει ενεργά» σε έναν πόλεμο χωρίς ο πόλεμος αυτός να είναι δίκαιος, ιδιαίτερα στην πρώτη περίοδο: έτσι συνέβη με την πρώτη παγκόσμια αλληλοσφαγή. Είναι πιθανόν η «ενεργός συμμετοχή» να εμπνέεται από την ανάγκη να υπερασπιστεί τη ζωή του απέναντι στον ένοπλο αντίπαλο ανεξάρτητα από οποιαδήποτε αισθήματα περί δίκαιου ή άδικου πολέμου. Είναι πιθανόν η «ενεργός συμμετοχή» του λαού σε έναν άδικο αλλά και σε έναν δίκαιο πόλεμο να πάρει τη μορφή αυθόρμητης συνδρομής στα τακτικά στρατεύματα της χώρας και άρα να έχει περιορισμένο και επουσιώδη χαρακτήρα. Είναι όμως πιθανόν σε έναν δίκαιο πόλεμο η ένοπλη αυτο-οργάνωση του λαού να πάρει τη μορφή λαϊκών πολιτοφυλακών ή και λαϊκού στρατού. Για να συμβεί αυτό το τελευταίο, θα πρέπει είτε ο τακτικός στρατός να είναι πρακτικά ανύπαρκτος είτε να είναι ισχνός και να αντιμετωπίζει τη μαζική καχυποψία του λαού, και σε αυτό το πλαίσιο αντικαθεστωτικές πολιτικές δυνάμεις να αναλάβουν στρατιωτική πρωτοβουλία, να καλύψουν το κενό και να συγκροτήσουν αντίπαλο δέος στον τακτικό στρατό. Ο Ζιλμπέρ Ασκάρ βγάζει τον συμπέρασμα ότι αφού ο πόλεμος είναι δίκαιος (κατά τη δική του εκτίμηση), δεν μπορεί παρά ο λαός να συμμετέχει ενεργά στην πολεμική προσπάθεια.

Το ερώτημα όμως είναι: έχει τον πλήρη έλεγχο των πολεμικών επιχειρήσεων ο τακτικός ουκρανικός στρατός; Είναι αυτός που διατηρεί απόλυτα το στρατιωτικό μονοπώλιο στη χώρα;8

Ο Ζιλμπέρ Ασκάρ δεν θέτει καν αυτό το ερώτημα, διότι στη θεώρησή του δεν υπάρχει χώρος για να δει τον πόλεμο (ανεξάρτητα και από τον χαρακτήρα του, αλλά πολύ περισσότερο που είναι άδικος και από τις δύο πλευρές) σαν πεδίο συνέχισης της ταξικής πάλης με άλλα μέσα. Κι έτσι δεν τον ενοχλεί η πραγματικότητα, ότι δηλαδή η ουκρανική αστική τάξη και ο ιμπεριαλισμός έχουν τον πλήρη έλεγχο του στρατού, των στρατιωτικών επιχειρήσεων και της χώρας. Αφού ο πόλεμος κατ’ αυτόν είναι δίκαιος κι αφού αυτό δεν μπορεί παρά να συνεπάγεται την ενεργό συμμετοχή του λαού, δεν μπορεί επίσης παρά η αστική τάξη να «καθοδηγεί» -κι όχι να διεξάγει- τον πόλεμο. Τον πόλεμο τον διεξάγει ο λαός και τον καθοδηγεί η αστική τάξη – ε, συνδράμει και «λίγο» ο Μπάιντεν σε αυτή την καθοδήγηση, αλλά μην το κάνουμε θέμα… Κι έτσι διολισθαίνοντας σε κάθε βήμα του συλλογισμού του και κάνοντας πολιτικά ανεπίτρεπτα λογικά άλματα, δεν είναι καθόλου περίεργο που φτάνει να παρομοιάσει την «ουκρανική αντίσταση» με την αντίσταση του λαού του Βιετνάμ στην αμερικανική επέμβαση!

Το καθεστώς της Ουκρανίας

Όμως σε μια εμπόλεμη χώρα δεν μιλούν μόνο τα όπλα, αλλά (εξακολουθεί να μιλάει) και η πολιτική. Κι εδώ υπάρχουν πολλά που ο Ζιλμπέρ Ασκάρ είναι υποχρεωμένος να αποσιωπήσει:

  • Η επιβολή στρατιωτικού νόμου – απ’ ό,τι φαίνεται είναι απαραίτητη στο καθεστώς παρά την πάνδημη λαϊκή συμμετοχή στον πόλεμο…
  • Η απαγόρευση όλων των πολιτικών κομμάτων από το κέντρο και αριστερά. Ο ηγέτης του Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος φωτογραφήθηκε ανθρώπινο ράκος, μωλωπισμένος και σιδηροδέσμιος – προφανώς για να δοθεί το μήνυμα της λαϊκής ενότητας στην αντίσταση κατά της ρωσικής εισβολής…
  • Διαρκούντος του πολέμου ανεστάλησαν «προσωρινά» τα εργατικά δικαιώματα9 – προφανώς για να δοθεί η ορθή και εθνικώς αποδεκτή ερμηνεία της «ενεργού λαϊκής συμμετοχής» στον πόλεμο… Διότι χωρίς καταστολή και καθεστώς έκτακτης ανάγκης, πώς θα «ζεσταθεί» η λαϊκή διάθεση για ενεργό συμμετοχή στον πόλεμο;

Αυτά έχει ο πόλεμος, θα μπορούσε κανείς να σχολιάσει μα απολίτικη θυμοσοφία. Ωστόσο, η προσπάθεια υπεράσπισης του δημοκρατικού χαρακτήρα του ουκρανικού καθεστώτος αφορά και την περίοδο πριν τον πόλεμο και εστιάζει στην υποβάθμιση του ρόλου των ναζιστικών ταγμάτων και της ναζιστικής δεξιάς στην Ουκρανία.
Καταρχήν, είναι ολόσωστο ότι ο Πούτιν δεν δικαιούται να διεκδικεί την ταυτότητα του αντιφασίστα. Αυτό όμως δεν τεκμηριώνει αυτόματα το συμμετρικό λάθος ότι το ουκρανικό καθεστώς δικαιούται να διεκδικεί την ταυτότητα του δημοκρατικού ή, ακόμη χειρότερα, να το διεκδικεί η Αριστερά για λογαριασμό του – αφού, απ’ ό,τι φαίνεται, αυτό το ίδιο δεν το πολυενδιαφέρει μια τέτοια διεκδίκηση.

Πράγματι, η ναζιστική δεξιά πήρε χαμηλά ποσοστά στις εκλογές. Ωστόσο, αυτό δεν είναι τεκμήριο δημοκρατικότητας για το ουκρανικό καθεστώς. Για να μην θεωρητικολογούμε, ας σκεφτούμε με ένα δικό μας παράδειγμα: στο ελληνικό μετεμφυλιακό καθεστώς, οι ταγματασφαλίτες δεν αισθάνθηκαν την ανάγκη να φτιάξουν κόμμα και να κατέβουν στις εκλογές. Αν το είχαν κάνει, πιθανότατα θα είχαν καταγράψει εξίσου μικρά ποσοστά με την ουκρανική άκρα/ναζιστική Δεξιά. Αυτό όμως δεν θα ήταν δείκτης ‘‘δημοκρατικότητας’’ για το ελληνικό μετεμφυλιακό καθεστώς. Αυτό που ήταν δείκτης για το ελληνικό μετεμφυλιακό καθεστώς και είναι εξίσου για το ουκρανικό καθεστώς ύστερα από το 2014 είναι η ανάγκη ενσωμάτωσης στις κρατικές δομές του ακροδεξιού/ναζιστικού ‘‘σιδηρού’’ βραχίονα και η εθνικοποίηση των συμβόλων και ιστορικών αναφορών του ναζιστικού παρελθόντος αυτού του βραχίονα.

Το ουκρανικό καθεστώς μετά το 2014 είναι καθεστώς πολιτικού βοναπαρτισμού και έκτακτης ανάγκης που χρειάζεται αυτόν τον σιδηρούν βραχίονα για να ολοκληρώσει τη ‘‘βρόμικη δουλειά’’ και την πολιτική και ταξική ‘‘εκκαθάριση’’ που απαιτείται. Είναι καθεστώς εμφυλίου πολέμου, που μέχρι πριν τον πόλεμο διεξαγόταν κυρίως, ένοπλα, ενάντια στις ρωσόφωνες μειονότητες στην ανατολική Ουκρανία και τώρα, στη διάρκεια του πολέμου διεξάγεται ενάντια σε ό,τι θεωρείται ‘‘φιλορωσικό’’ (από τα συνδικάτα μέχρι όλο το πολιτικό φάσμα πέραν του κέντρου, περιλαμβανόμενης της κεντροαριστεράς), εμπλουτισμένο με τα υλικά του αντιρωσικού ρατσισμού και αντικομμουνισμού της δυτικής ιμπεριαλιστικής προπαγάνδας αλλά και από τα ‘‘εθνικά ιδεώδη’’ που θεμελίωσε η συνεργασία με τους ναζί στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.10

Η ιδεολογική αντιπαράθεση

Στον πόλεμο επιστρατεύονται επίσης όλα τα ιδεολογικά μέσα. Οι αντίπαλοι κατασκευάζουν «αφηγήσεις» διεκδικώντας το δίκιο με τη δική τους πλευρά, αναδεικνύουν ήρωες, κατασκευάζουν σύμβολα και αξίες.

Ο ρωσικός ιμπεριαλισμός διακήρυξε τη δική του μεγάλη ιδεολογική αφήγηση με το διάγγελμα του Πούτιν προς τον ρωσικό λαό (ομιλία στη Δούμα) μία μέρα πριν την εισβολή. Στο σημείο αυτό, ο Μισέλ Λεβί, όπως και άλλα στελέχη της 4ης Διεθνούς, τα λέει πολύ καλά:

«Σύμφωνα με τον Ρώσο πρόεδρο, η Ουκρανία ‘‘είναι δημιούργημα της μπολσεβίκικης και κομμουνιστικής Ρωσίας’’, γιατί ‘‘ο Λένιν και οι σύντροφοί του άρπαξαν την Ουκρανία από τη Ρωσία’’! Η Ουκρανία αξίζει να ονομαστεί ‘‘Ουκρανία του Λένιν’’ γιατί εκείνος ήταν ο ‘‘δημιουργός και ο αρχιτέκτονας’’ αυτής της χώρας. Είναι εφεύρημα του Λένιν το καταστροφικό ‘‘δικαίωμα των εθνών στην αυτοδιάθεση μέχρι της κρατικής απόσχισης στο οποίο βασίζεται το σοβιετικό κράτος’’, μια παράλογη παραχώρηση τους εθνικιστές των διάφορων δημοκρατιών που δημιουργήθηκαν μετά την επανάσταση του 1917. Το να δοθεί στις δημοκρατίες αυτές το δικαίωμα να αποσχιστούν από το ρωσικό κράτος ήταν, σύμφωνα με τον Πούτιν, ‘‘μια τρέλα, κάτι το εντελώς αδιανόητο’’, μια πραγματική καταστροφή της ‘‘ιστορικής Ρωσίας’’ (δηλαδή της τσαρικής). Απευθυνόμενος στους Ουκρανούς ηγέτες, ο Πούτιν ισχυρίζεται: μιλάτε για την αποκομμουνιστοποίηση της Ουκρανίας (δηλαδή να σπάσετε τους δεσμούς με το κομμουνιστικό της παρελθόν), αλλά κολλήσατε στη μέση του δρόμου. ‘‘Θα σας δείξουμε εμείς ποια είναι η πραγματική αποκομμουνιστοποίηση’’, συμπεραίνει ο Πούτιν, αναφερόμενος στο σχέδιό του να επανενσωματώσει την Ουκρανία, με τη βία εννοείται, στο ρωσικό κράτος».5

Ως εδώ καλά. Πράγματι, ο Πούτιν εκπροσωπεί τον μεγαλορωσικό σοβινισμό και αναφέρεται στο τσαρικό εθνικό μεγαλείο. Και πράγματι, η ρωσική εισβολή πρέπει να καταδικαστεί ως η μία πλευρά ενός άδικου, από όλες τις πλευρές, ιμπεριαλιστικού πολέμου.

Ωστόσο, όσοι υποστηρίζουμε τη θέση περί ιμπεριαλιστικού πολέμου, δεν είμαστε «φιλορώσοι» απολογητές του Πούτιν και επομένως αφενός αυτή η κριτική δεν μας αγγίζει και αφετέρου δικαιούμαστε να πιστεύουμε ότι ο χαρακτήρας του πολέμου στην Ουκρανία δεν απορρέει αυτομάτως και μονομερώς από τα εθνικιστικά παραληρήματα του Πούτιν – αλλιώς, θα ήταν απλό: θα ψάχναμε στο κεφάλι του Πούτιν για να βρούμε τις απαντήσεις. Και όσος Λένιν κι αν «καταναλωθεί», δικαίως, ενάντια στον μεγαλορωσικό σοβινισμό του Πούτιν, δεν κάνουμε ούτε βήμα στην κατεύθυνση μιας ουσιαστικής απάντησης στο ερώτημα για τον χαρακτήρα του πολέμου. Το πράγμα γίνεται ακόμη χειρότερο αν ο Λένιν του δικαιώματος στην αυτοδιάθεση μέχρι και του κρατικού αποχωρισμού στρέφεται ενάντια στον… υπόλοιπο Λένιν, άρα συνολικά ενάντια στον Λένιν:

  • Στην άκαμπτη επιμονή του ότι η ταξική ανεξαρτησία, δηλαδή ο ανταγωνιστικός χαρακτήρας των ταξικών συμφερόντων, δεν αίρεται σε συνθήκες πολέμου αλλά ίσα-ίσα τότε είναι που επιβεβαιώνεται στον ύψιστο βαθμό, με τη φωτιά και το σίδερο. Κατά τον Λένιν, μάλιστα, αυτή η ανεξαρτησία από την αστική τάξη δεν αίρεται ούτε στις περιπτώσεις δίκαιων εθνικοαπελευθερωτικών ή αντιαποικιακών αγώνων: η έκβαση ακόμη και δίκαιων πολέμων δεν είναι ταξικά ουδέτερη, η δε Αριστερά δεν συμπεριφέρεται σαν «συναγωνιστική» δύναμη στους πολιτικούς εκπροσώπους των αστικών συμφερόντων, αλλά ως ανταγωνιστική δύναμη. Διότι ο πόλεμος καθαυτός και η έκβασή του δεν είναι ταξικά ουδέτερα: η θα επιβεβαιώσουν σε πιο σκληρή εκδοχή την κυριαρχία της αστικής τάξης στο εσωτερικό του έθνους ή θα αποδυναμώσουν την ταξική της κυριαρχία, διαμορφώνοντας προϋποθέσεις για ανατροπές υπέρ της εργατικής τάξης.
  • Στις περιπτώσεις που ένα ισχυρό έθνος καταπιέζει ένα αδύναμο αμφισβητώντας του το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση, ο Λένιν μιλούσε για τα «διαφορετικά συγκεκριμένα καθήκοντα» των κομμουνιστών: στο έθνος που καταπιέζει, οι κομμουνιστές παλεύουν ενάντια στο «δικαίωμα» του δικού τους έθνους να καταπιέζει και σε όλες τις πολιτικές που ασκούνται στο όνομα αυτού του «δικαιώματος»˙ στο έθνος που καταπιέζεται, οι κομμουνιστές παλεύουν ενάντια στον εθνικισμό του καταπιεσμένου έθνους και ενάντια στα αυταρχικά και εκμεταλλευτικά μέτρα και πολιτικές της «δικής» τους αστικής τάξης. Και στις δύο πλευρές των συνόρων, οι κομμουνιστές μιλούν και εργάζονται για τη συναδέλφωση και την αποτίναξη της αστικής εξουσίας.
  • Αν ο πόλεμος είναι άδικος και από τις δύο πλευρές, η πολιτική των κομμουνιστών είναι ο επαναστατικός ντεφετισμός: η μετατροπή του πολέμου σε ταξικό πόλεμο στη δική μας χώρα για την ανατροπή της αστικής τάξης και τον σοσιαλισμό.
  • Το πρώτιστο καθήκον της Αριστεράς σε χώρες που δεν εμπλέκονται άμεσα στον πόλεμο (όπως στην Ελλάδα και στις χώρες της Δύσης γενικότερα) είναι να στοχοποιήσουν την αστική τάξη της χώρας τους και τη συμπαράταξή της με το ένα από τα αντιπαρατιθέμενα μπλοκ, να αγωνιστούν ενάντια στον εθνικισμό, τον μιλιταρισμό και τους εξοπλισμούς, ενάντια στις συνέπειες του πολέμου για τις εργαζόμενες τάξεις (ενεργειακή και διατροφική φτώχεια κ.λπ.) στη δική τους χώρα. Και όλα αυτά, χωρίς να αποκρύβουν τον ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα ρου πολέμου και τις ευθύνες και των δύο αντιπαρατιθέμενων μπλοκ-δυνάμεων.

Αφού λοιπόν ο Ζιλμπέρ Ασκάρ και ο Μισέλ Λεβί μιλούν στο όνομα του Λένιν και του κομμουνισμού, ιδού το μόνο νόμιμο, από κομμουνιστική και λενινιστική άποψη, πεδίο ισχύος τους: η ταξική αυτονομία και ο διεθνισμός σε κάθε περίσταση, σε κάθε πόλεμο, ακόμη και σε δίκαιους εθνικοαπελευθερωτικούς και αντιαποικιακούς πολέμους. Πάντως, δεν περιλαμβάνεται στο πεδίο αναφορών και εφαρμογής του λενινισμού και του κομμουνισμού η συναίνεση και η οιονεί συμπαράταξη με τον δυτικό ιμπεριαλισμό στον εξοπλισμό της «ουκρανικής αντίστασης»11 και στη διεθνή καμπάνια υποστήριξης της Ουκρανίας, η ηρωοποίηση του Ζελένσκι και της πολιτικής ηγεσίας της αστικής τάξης της Ουκρανίας και η υιοθέτηση της (ή παθητική συναίνεση στην) προπαγανδιστικής ρητορείας του δυτικού ιμπεριαλισμού και του ουκρανικού εθινικισμού, η υποβάθμιση του ρόλου των ναζιστικών ουκρανικών ταγμάτων (όπως του Αζόφ), η υποβάθμιση των εγκλημάτων και των στόχων του ουκρανικού εθνικισμού, η αφωνία μπροστά στο κρεσέντο αυταρχισμού και στην επιβολή καθεστώτος εμφυλιακής έκτακτης ανάγκης από την κυβέρνηση της Ουκρανίας, η πλήρης αποσιώπηση του εμφυλίου πολέμου από το 2014 μέχρι και σήμερα και των εγκλημάτων του ουκρανικού εθνικισμού στην ανατολική Ουκρανία, η μη υπεράσπιση του δικαιώματος αυτοδιάθεσης μέχρι και του κρατικού αποχωρισμού για το Ντονμπάς και την Κριμαία. Όσο και αν περιοριστεί ταχυδακτυλουργικά ο Λένιν μόνο στη θέση για το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση και όσος με αυτόν τον τρόπο ακρωτηριασμένος Λένιν και αν «καταναλωθεί», δεν σώζονται ούτε τα προσχήματα.

Με το να δικαιώσουμε τον Λένιν και τους Μπολσεβίκους ενάντια στον μεγαλορωσικό σοβινισμό του Πούτιν δεν έχουμε κάνει ούτε τη μισή από την απαραίτητη εργασία: απομένουν όλα τα άλλα, για τα οποία -δυστυχώς- «ούτε φωνή ούτε ακρόαση». Ακόμη χειρότερα: το να χρησιμοποιείς το «ντιμπέιτ» Λένιν και Μπολσεβίκων με Πούτιν και τσάρο όχι απλώς για να καταγγείλεις δικαίως τον μεγαλορωσικό σοβινισμό ή να ασκήσεις δίκαιη κριτική στη φιλορωσική πτέρυγα της Αριστεράς αλλά για να καλύψεις μια πολιτική ουράς απέναντι στον δυτικό ιμπεριαλισμό και τον ουκρανικό εθνικισμό, για να υποδείξεις εμφατικά το «κοιτάτε στον Πούτιν» για να μη βλέπουμε όλα τ’ άλλα, για να αγνοούμε τη συνολική-μεγάλη εικόνα, αγγίζει τα όρια της πολιτικής ταχυδακτυλουργίας. Και, μεταξύ άλλων, προσφέρει πολύτιμες υπηρεσίες στον -πράγματι απαράδεκτο- αριστερό φιλορωσισμό.

Επιμύθιο

Αφού ασκούμε κριτική στις απόψεις στελεχών της 4ης Διεθνούς και αφού διατυπώσαμε την άποψή μας για τις απόψεις του Λένιν στα ζητήματα της εθνικής αυτοδιάθεσης και του πολέμου, δεν είναι ίσως περιττό να καταφύγουμε και στη συνδρομή του Τρότσκι (βλέπε χωρίο στην αρχή του κειμένου) για να επιβεβαιώσουμε στις σημερινές συνθήκες βασικά του συμπεράσματα:12

  • «[…] όλοι εκείνοι οι ‘‘εθνικιστές’’ που προτείνουν να λυθεί το ουκρανικό ζήτημα χρησιμοποιώντας τον έναν ιμπεριαλισμό εναντίον του άλλου. Ενόσω το αποτέλεσμα εξαρτάται από τη στρατιωτική δύναμη των ιμπεριαλιστικών κρατών, η νίκη οποιουδήποτε μπλοκ δεν μπορεί παρά να σημαίνει περαιτέρω διαμελισμό και ακόμη πιο βάναυση υποδούλωση του ουκρανικού λαού».
  • «Μετά από όλες αυτές τις εμπειρίες, μόνο πολιτικά πτώματα απομένουν για να συνεχίζουν να εναποθέτουν τις ελπίδες τους σε κάποια από τις μερίδες της ουκρανικής αστικής τάξης ως ηγεσίας του εθνικού αγώνα για χειραφέτηση. Μόνο το ουκρανικό προλεταριάτο είναι σε θέση όχι μόνο να φέρει σε πέρας αυτό το καθήκον, το οποίο είναι επαναστατικό στην ουσία του, αλλά και να αναλάβει πρωτοβουλία για την επίλυσή του».
  • «Ούτε ο παραμικρός συμβιβασμός με τον ιμπεριαλισμό, είτε είναι φασιστικός είτε δημοκρατικός! Ούτε η παραμικρή παραχώρηση στους Ουκρανούς εθνικιστές, είτε αντιδραστικούς-κληρικούς είτε ειρηνιστές-φιλελεύθερους!»
  • «Το πρόγραμμα της ουκρανικής ανεξαρτησίας στην εποχή του ιμπεριαλισμού είναι άμεσα και άρρηκτα συνδεδεμένο με το πρόγραμμα της προλεταριακής επανάστασης».
  • «Πλήρης ανεξαρτησία του προλεταριακού κόμματος ως πρωτοπορίας των εργατών!»

Οι διακυβεύσεις είναι πράγματι ιστορικές, η συγκυρία κοφτερή σαν το μαχαίρι, και απαιτεί εξίσου καθαρές και «κοφτερές» θέσεις. Η αλληλεγγύη στον ουκρανικό λαό πρέπει να εκτείνεται από το Κίεβο ως το Ντονμπάς, να είναι ανταγωνιστική τόσο στη ρωσική αποικιοκρατική εισβολή όσο και στον δυτικό ιμπεριαλισμό και την ουκρανική αστική τάξη και να υπερασπίζεται τόσο το δικαίωμα της Ουκρανίας στην εθνική αυτοδιάθεση όσο και το δικαίωμα του λαού του Ντονμπάς και της Κριμαίας στην αυτοδιάθεση. Πρέπει να μεταφράζεται σε προσπάθεια και σε γενική κινητοποίηση της Αριστεράς, του εργατικού κινήματος και του αντιπολεμικού κινήματος, για να μπλοκάρουμε τα γρανάζια του πολέμου, να υπονομεύσουμε με κάθε τρόπο την πολεμική προσπάθεια και να αποτρέψουμε τη συνέχισή του, σε κάθε χώρα, στις εμπόλεμες αλλά και σε αυτές που βρίσκονται στα ιμπεριαλιστικά «μετόπισθεν», στην Ουκρανία και τη Ρωσία, αλλά και στις ΗΠΑ, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ελλάδα κ.λπ. Πρέπει να μεταφράζεται σε πάλη ενάντια στις συνέπειες του πολέμου στις εργαζόμενες τάξεις, στην Ουκρανία, τη Ρωσία, τις χώρες του δυτικού ιμπεριαλιστικού στρατοπέδου, τις χώρες της Αφρικής και της Ασίας που βρίσκονται μπροστά στον κίνδυνο του λιμού. Μόνο σε αυτή τη βάση μπορεί να οικοδομηθεί ένα διεθνές, μαζικό και διεθνιστικό αντιπολεμικό κίνημα.

Αυτή η πολιτική κατεύθυνση είναι πράγματι τελείως διαφορετική, είναι πολιτικά ανταγωνιστική με την κατεύθυνση της «αλληλεγγύης στην ουκρανική αντίσταση» που, παρά τις προθέσεις, γίνεται ντε φάκτο αριστερή εκδοχή της «αλληλεγγύης» του δυτικού ιμπεριαλιστικού στρατοπέδου.

Σημειώσεις και παραπομπές:

https://commune.org.gr/i-syzitisi-stin-aristera-gia-ton-polemo-stin-oukrania-meros-proto-polemos-iberialistikos-i-polemos-kataktitikos-apoiokratikos-apo-tin-plevra-tis-rosias/ Η σειρά θα ολοκληρωθεί με το τρίτο μέρος.

 

  1. Στον πρώτο πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας, όταν ξεδιπλώθηκε η προσπάθεια του μεγαλοσερβικού εθνικισμού να επανενώσει τα έθνη της πρώην Γιουγκοσλαβίας υπό τη σερβική μπότα, ιδιαίτερα μάλιστα όταν αυτή η απόπειρα έφτασε ως την πραγματοποίηση εγκλημάτων πολέμου όπως αυτό της εθνοκάθαρσης στη βοσνιακή Σρεμπρένιτσα, ο φιλοσερβισμός ήταν το πιο επικίνδυνος πολιτικά και το πιο διαβρωτικό ιδεολογικά λάθος. Οι ίσες αποστάσεις και η «ουδετερότητα» (ένας εθνικιστικός πόλεμος άδικος απ’ όλες τις πλευρές) ήταν επίσης λάθος. Στην περίπτωση αυτή είχε εφαρμογή αντίληψη του Λένιν για τη θέση των κομμουνιστών σε περίπτωση κατακτητικού πολέμου από τον ισχυρό εθνικισμό ενάντια στον αδύναμο. Στον σημερινό πόλεμο της Ουκρανίας όμως, για να τον χαρακτηρίσεις κάτι ανάλογο, προϋποτίθεται μια γιγάντια αφαίρεση των πραγματικών στοιχείων και των ουσιωδών χαρακτηριστικών των δυνάμεων που εμπλέκονται.
  2. Η 4η Διεθνής δημοσιοποίησε τις θέσεις της με δύο ανακοινώσεις του Εκτελεστικού της Γραφείου. Η πρώτη, με ημερομηνία 30/1/2022, είχε τίτλο ««Ενάντια στη στρατιωτική κλιμάκωση ΝΑΤΟ – Ρωσίας στην Ανατολική Ευρώπη». (xecutive Bureau of the Fourth International, «Against NATO and Russian military escalation in Eastern Europe»,International Viewpoint, 1 Φεβρουαρίου 2022,https://internationalviewpoint.org/spip.php?article7503)
    Η δεύτερη, στη 1/3/2022, «Όχι στην εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία! Στήριξη της ουκρανικής αντίστασης! Αλληλεγγύη στη ρωσική αντίσταση στον πόλεμο!». (https://internationalviewpoint.org/spip.php?article7503)
  3. Συγκεκριμένα, αναφερόμαστε στα κείμενα:
    Gilbert Achcar, «Σημείωμα για τη ριζοσπαστική αντιιμπεριαλιστική θέση σχετικά με τον πόλεμο στην Ουκρανία», 27 Φεβρουαρίου 2022

Gilbert Achcar, «Έξι συχνές ερωτήσεις για τον αντιμπεριαλισμό σήμερα και τον πόλεμο στην Ουκρανία», 22 Μαρτίου 2022

Gilbert Achcar, «Συνέπεια και ασυνέπεια σχετικά με τον πόλεμο στην Ουκρανία», 6 Απριλίου 2022

Έχουν μεταφραστεί στα ελληνικά και δημοσιευτεί στο σάιτ www.elaliberta.gr

  1. Michael Löwy, «Κομμουνισμός ναι. Πουτινισμός όχι», 1 Απριλίου 2022
  2. Πρέπει να σημειώσουμε εδώ ότι στην επέμβαση των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν μετά την επίθεση στους δίδυμους πύργους, ήταν ο Ζιλμπέρ Ασκάρ που έγραψε ένα βιβλίο με τον εύγλωττο τίτλο «Σύγκρουση βαρβαροτήτων»: η βαρβαρότητα των ΗΠΑ ενάντια στη βαρβαρότητα της Αλ Κάιντα και των Ταλιμπάν. Η Αλ Κάιντα μπορούσε να εξυψωθεί σε «πολιτικά ομότιμο» αντίπαλο του αμερικανικού ιμπεριαλισμού στον πόλεμο του Αφγανιστάν, αλλά το ΝΑΤΟ δεν μπορεί να εξυψωθεί σήμερα σε «πολιτικά ομότιμο» αντίπαλο του ρωσικού ιμπεριαλισμού στην Ουκρανία…
  3. https://acta.zone/les-communistes-et-le-donbass/ Δεν έχουμε τα μέσα για να επιβεβαιώσουμε τις πληροφορίες και εκτιμήσεις αυτού του άρθρου (και άλλων του ίδιου ιστότοπου) ούτε ταυτιζόμαστε με την θολή εκδοχή «κομμουνισμού» με την οποία αυτοπροσδιορίζονται οι συγγραφείς του. Ωστόσο, βρίσκεται πολύ πιο κοντά στην πραγματικότητα σε σχέση με εκτιμήσεις όπως αυτές που παρατίθενται στο άρθρο «Η εξέγερση των ολιγαρχών στο Ντονμπάς» του στελέχους της 4ης Διεθνούς Ζμπίγκνιου Κοβαλέφσκι (www.contra-xreos.gr 8/4/2022), όπου οι διαθέσεις αυτοδιάθεσης στην ανατολική Ουκρανία ταυτίζονται με τους ολιγάρχες του Ντονμπάς και τον μεγαλορωσικό σοβινισμό ενώ το κίνημα Euromaidan παρουσιάζεται σαν γνήσια λαϊκή εξέγερση. Ο Μισέλ Λεβί πάντως, στο άρθρο του «Κομμουνισμός ναι. Πουτινισμός όχι» παραδέχεται έμμεσα ότι υπήρχε θέμα προστασίας των ρωσόφωνων περιοχών της ανατολικής Ουκρανίας: «Όσο ο Πούτιν ήθελε να προστατέψει τις ρωσόφωνες μειονότητες της περιοχής του Ντονέσκ, υπήρχαν κάποια ορθολογικά στοιχεία στην πολιτική του».
  4. «Μήτρα του πολέμου [Matrix of War], του Tony Wood, από το New Left Review, https://commune.org.gr/mitra-tou-polemou-matrix-of-war/
  5. Το πράγμα είναι ακόμη χειρότερο κι απ’ αυτό: την ουσιαστική διοίκηση του ουκρανικού στρατού έχουν αναλάβει το ΝΑΤΟ, οι ΗΠΑ και οι Βρετανοί στρατιωτικοί. Βλέπε «Οι Αμερικανοί κάνουν κουμάντο στον πόλεμο στην Ουκρανία», «Εφημερίδα των Συντακτών 13/4/2022. Το άρθρο αναφέρεται στα ευρήματα του Γάλλου ανταποκριτή της γαλλικής «Le Figaro» Ζορζ Μαλμπρουνό, που επιστρέφοντας από την Ουκρανία όπου είχε ταξιδέψει με Γάλλους «εθελοντές μαχητές», δήλωσε στο τηλεοπτικό δίκτυο CNews ότι οι Αμερικανοί είναι άμεσα «υπεύθυνοι» για τις εξελίξεις στον πόλεμο.
  6. «Sotsialnyi Rukh: οι εργοδότες χρησιμοποιούν την κατάσταση έκτακτης ανάγκης για να επιτεθούν στους εργαζόμενους», elaliberta 6 Απριλίου 2022
  7. «Η εισβολή του τάγματος Αζόφ στην ελληνική Βουλή», www.commune.org.gr, 8/4/2022, https://commune.org.gr/i-eisvoli-tou-tagmatos-azof-stin-elliniki-vouli/
  8. Ύστερα από τα προηγούμενα, μπορούμε να επεξηγήσουμε τα εισαγωγικά στον όρο «ουκρανική αντίσταση»: δεν σηματοδοτούν κάποια εκτίμηση ότι δεν υπάρχει λαϊκή αντίθεση και ενεργοποίηση ενάντια στη ρωσική εισβολή ή πολύ περισσότερο κάποια εκτίμηση για τον βαθμό στο οποίο αυτή υπάρχει, αλλά ότι δεν πρόκειται για έναν δίκαιο πόλεμο που διεξάγει ο λαός.
  9. Οι κατευθύνσεις που εμπεριέχονται συμπυκνωμένα σε αυτό το χωρίο είναι στην ουσία τους ολόσωστες. Αρκεί στην αναγκαία ιστορική τους επικαιροποίηση να αποφύγουμε τα λάθη που επέβαλε στον Μεσοπόλεμο και στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο με την ογκώδη παρουσία του ο σταλινισμός ή και τα λάθη αυτών που κλήθηκαν να εξειδικεύσουν στο ξεκίνημα του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου και ύστερα τα προπολεμικά αντιπολεμικά μανιφέστα και τις κατευθύνσεις του Τρότσκι.