1

Eκδήλωση: Από την θυματοποίηση στον αγώνα – Φεμινιστικές Αντιστάσεις στην Ελλάδα και τον κόσμο

Διαδικτυακή εκδήλωση
Ομιλήτριες από Ελλάδα, Β. Κύπρο, Αργεντινή, Ιράν, Βραζιλία
Τετάρτη 2 Μαρτίου 2022
7:00 μ.μ.
Live streaming fb Μαχητικές και Ελεύθερες (θα ανακοινωθεί link και για το youtube)
• Cele Fierro – Αργεντινή – MST Movimiento Socialista de los Trabajadores
• Çağla Elektrikçi – (Βόρεια) Κύπρος – Μαχητικές & Ελεύθερες Κύπρου
• Deborah Cavalcante – Βραζιλία – PSOL / Resistencia
• Nasim Sedaghat – Ιράν (πρώην πολιτική κρατούμενη) – Iranian Revolutionary Marxist Tendency
• Κυπρίδου Μαριάνθη – Βόλος – Μαχητικές & Ελεύθερες Βόλου
• Μήτσου Ελένη – Αθήνα – Μαχητικές & Ελεύθερες
• Μιχάλογλου Τζο – Θεσσαλονίκη – Μαχητικές & Ελεύθερες
• Σκαμπά Αθηνά – Αθήνα – Κόκκινο Νήμα



Μπορούμε να πάμε πέρα από τον κομμουνισμό μόνο αν αναμετρηθούμε με την ιστορία του

Μετάφραση και εισαγωγή του Νίκου Τριμικλινιώτη

Σε αυτούς τους ζοφερούς καιρούς που ζούμε, όπου ο πόλεμος στην Ουκρανία μαίνεται, σκορπώντας τον θάνατο, την μιζέρια και την απελπισία, αλλά και αλυσιδωτά οδηγεί σε νέες αντιφάσεις την διεθνή πολιτική-ιδεολογική, γεωπολιτική και οικονομική σκηνή, οφείλουμε να ξανασκεφτούμε και να δούμε την ιστορία της επανάστασης κατά τον εικοστό αιώνα.  Ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν είναι, υπό αυτή τη διάσταση, παρά συνέχεια της διάλυσης της ΕΣΣΔ μια τριακονταετία μετά. Παρατηρούμε με τον πόλεμο αυτό μια βίαιη και άρδην μεταβολή της διεθνούς πολιτικής αρχιτεκτονικής που είχε μπει σε τροχιά ριζικής μεταβολής από τότε με την ανακήρυξη και την δημιουργία νέων κρατών από το 1990 μέχρι το 1995, δεκατέσσερα από τα οποία ορίστηκαν ως εθνικά κράτη σύμφωνα με τις πολιτικές σοβιετικών εθνοτήτων από το 1917 μέχρι τη διάλυση της ΕΣΣΔ.

Το κείμενο που μεταφράσαμε εδώ δεν ασχολείται με το εθνικό ζήτημα στην ΕΣΣΔ ως τέτοιο, αλλά ευρύτερα με την επανάσταση και τη σημασία της κατά τον εικοστό αιώνα. Αποτελεί όμως αναγκαίο υπόβαθρο στη συζήτηση περί ειρήνης, σοσιαλισμού και προοπτικών, κατά την εποχή μιας μακράς ήττας της επανάστασης, αλλά και της όξυνσης των αντιθέσεων στου παγκόσμιου συστήματος. Να μη ξεχνούμε ότι με την κατάρρευσή του «υπαρκτού» φαίνεται να επαληθεύεται η ερμηνεία  ότι η κατάρρευση του «αδύνατου κρίκου» του κοσμο-συστήματος που βασίζονται στο φιλελευθερισμό: Ενώ η επανάσταση του 1917 είχε σοσιαλιστικό χαρακτήρα,  το καθεστώς στη συνέχεια που πρόκυψε λειτούργησε δομικά ως junior partner σε ένα σύστημα σφαιρών επιρροής της παγκόσμια καπιταλιστικής ηγεμονίας των ΗΠΑ.[1] Η  δε παρακμή της Αμερικανικής ισχύος, όπου οι ΗΠΑ σε ένα χαοτικό κόσμο[2] υποφέρουν από imperial overreach και  αποσύρονται από διάφορες περιοχές, οδηγεί στην άνοδο άλλων δυνάμεων σε διάφορες περιφέρειες για να καλύψουν το κενό που προκύπτει. Εξ ου και η σημασία της μετάφρασης του κείμενου του Τραβέρσο που έχει δημοσιευτεί στο περιοδικό  Jacobin και στην διεύθυνση https://jacobinmag.com/2021/12/communism-history-october-revolution-soviet-union-anti-colonialism-social-democracy?fbclid=IwAR2iTdQnytyll9Kk9TiQj5m9bmYFR4JHheVsnXXeraprVrX2WX2O6ao81EU
αλλά και του βιβλίου του Traverso, Revolution, An Intellectual History (Verso, 2021), το οποίο μεταφράζεται και στα ελληνικά.

Ο Τραβέρσο αναπτύσσει ένα ενδιαφέρον ιστορικό σχήμα ανάλυσης της ιστορίας  εξαιρετικά γόνιμο έτσι ώστε νa στοχαστούμε  την ιστορία, όχι στο κενό αλλά ως επαναστατική διαδικασία για το παρόν και το μέλλον. Στα επιμέρους μπορεί να έχουμε διάφορες ενστάσεις. Ιδίως σήμερα που εξελίσσεται ο πόλεμος στην Ουκρανία, αλλά και με την όλη εμπειρία η μελαγχολική διάθεση είναι σίγουρα κατανοητή μετά από τόσες ήττες. Ωστόσο, η μελαγχολία μπορεί να είναι προβληματική ως διάθεση στην ανάλυση διότι πολλές φορές δεν οδηγεί στον αναστοχασμό αλλά στην παράλυση και την απραξία. Εν τούτοις, μπορεί από την άλλη μεριά, να οδηγήσει σε υγιή προβληματισμό και να ωθήσει, αφού ξεπεραστεί η όποια διάθεση εσωστρεφούς παράλυσης, στη αναγκαία φαντασία που απαιτείται στη ανάπτυξη συλλογικής δράσης με στρατηγική για το μέλλον. 

Επίσης, όταν υπάρχει μεγάλη απόσταση και απογοήτευση εξαιτίας της ήττας, οδηγούν σε έξοδο από τη ζωντανή και μαχόμενη δράση ιστορικούς ή αναλυτές που παρακολουθούν την ιστορία από τα έξω. Αυτό μπορεί να έχει θετικές πλευρές επειδή ωθεί σε πιο έγκυρες και ορθές αναλύσεις πέραν σκοπιμοτήτων, και σε εξαγωγή συμπερασμάτων που αποτελούν παρακαταθήκες για τα κινήματα και τους αγωνιζόμενους λαούς στο μέλλον.  Από την άλλη μεριά ωστόσο, η απομόνωση και έξοδος από την ενεργό δράση στερεί από τους αναλυτές τη δυνατότητα αφενός να δουν να δοκιμαζονται οι αναλύσεις τους στην πράξη, κι αφετέρου να έχουν την αίσθηση του συλλογικού ανήκειν. Όσοι είναι μέσα στα κινήματα αντλούν δύναμη κι έμπνευση από  ζωογόνο αναζήτηση παρά τις απανωτές ήττες κι απογοητεύσεις, εφόσον εξακολουθούν να μάχονται. Ο καθένας ασφαλώς με τον τρόπο του  αλλά κυρίως συλλογικά, κι αυτό είναι αφάνταστη πηγή ελπίδας και δύναμης και έμπνευσης που προστατεύει από την μελαγχολία.

Τέλος, ως προς το επαναστατικό μέλλον, το κείμενο που μεταφράσαμε, λίγα πράματα δίνει – το βιβλίο του είναι πολύ πιο πλούσιο ασφαλώς.  Μπορούμε όμως  μέσα από το κείμενο στην ολότητα του να φανταστούμε πολύ περισσότερα για το μέλλον, αλλά γι’ αυτό ας επεξεργαστούμε αντλώντας από τις γόνιμες αυτές εργασίες για να φανταστούμε  το μέλλον της ανθρωπότητας αισιόδοξα πέραν της δυστοπίας ή μια αφελούς ουτοπικής μελλοντολογίας.

[1] Βαλλερστέιν, Ι. Μετά τον Φιλελευθερισμό, εκδ. Ηλέκτρα, 2004.

[2] Βαλλερστέιν, Ι. Η Παρακμή της Αμερικανικής ισχύος. Οι ΗΠΑ σε ένα χαοτικό κόσμο, εκδ. Εξάντας, 2005.

Η κληρονομιά της Οκτωβριανής Επανάστασης διχάζεται ανάμεσα σε δύο αντίθετες ερμηνείες. Η άνοδος των Μπολσεβίκων στην εξουσία εμφανίστηκε, αφενός, ως η αναγγελία ενός παγκόσμιου σοσιαλιστικού μετασχηματισμού κι αφετέρου, ως το γεγονός που έθεσε τις βάσεις για μια εποχή ολοκληρωτισμού. Οι πιο ριζοσπαστικές εκδοχές αυτών των αντιτιθέμενων ερμηνειών – επίσημος κομμουνισμός και ψυχροπολεμικός αντικομμουνισμός – συγκλίνουν επίσης στο βαθμό που, και για τους δύο, το Κομμουνιστικό Κόμμα ήταν ένα είδος δημιουργικής ιστορικής δύναμης.

Αρκετές δεκαετίες μετά την εξάντλησή της, η κομμουνιστική εμπειρία δεν χρειάζεται υπεράσπισης, εξιδανίκευσης ή δαιμονοποίησης. Αξίζει να κατανοηθεί κριτικά στο σύνολό της, ως μια διαλεκτική ολότητα διαμορφωμένη από εσωτερικές εντάσεις και αντιφάσεις, που παρουσιάζει πολλαπλές διαστάσεις σε ένα τεράστιο φάσμα αποχρώσεων, από τα λυτρωτικά élans έως την ολοκληρωτική βία, από τη συμμετοχική δημοκρατία και τη συλλογική διαβούλευση έως την τυφλή καταπίεση και τη μαζική εξόντωση, από την πιο ουτοπική φαντασία στην πιο γραφειοκρατική κυριαρχία — μερικές φορές μετατοπίζεται από το ένα στο άλλο σε σύντομο χρονικό διάστημα.

Όπως πολλοί άλλοι «ισμοί» του πολιτικού και φιλοσοφικού μας λεξικού, ο κομμουνισμός είναι μια πολύσημη και τελικά «διφορούμενη» λέξη. Η ασάφειά του δεν έγκειται αποκλειστικά στην ασυμφωνία που διαχωρίζει την κομμουνιστική ιδέα από τις ιστορικές της ενσωματώσεις. Βρίσκεται στην εξαιρετική ποικιλομορφία των εκφράσεών του. Όχι μόνο επειδή ο ρωσικός, ο κινεζικός και ο ιταλικός κομμουνισμός ήταν διαφορετικοί, αλλά και επειδή μακροπρόθεσμα πολλά κομμουνιστικά κινήματα υπέστησαν βαθιές αλλαγές, παρόλο που κράτησαν τους ηγέτες τους και τις ιδεολογικές τους αναφορές.

Θεωρώντας την ιστορική του τροχιά ως παγκόσμιο φαινόμενο, ο κομμουνισμός εμφανίζεται ως ένα μωσαϊκό κομμουνισμών. Σκιαγραφώντας την «ανατομία» του, μπορεί κανείς να διακρίνει τουλάχιστον τέσσερις ευρείες μορφές, αλληλένδετες και όχι απαραίτητα αντίθετες μεταξύ τους, αλλά αρκετά διαφορετικές ώστε να αναγνωρίζονται από μόνες τους: ο κομμουνισμός ως επανάσταση· ο κομμουνισμός ως καθεστώς· ο κομμουνισμός ως αντιαποικισμός· και τέλος, ο κομμουνισμός ως παραλλαγή της σοσιαλδημοκρατίας.

Επαναστατικό πρότυπο


Είναι σημαντικό να θυμόμαστε τη διάθεση της Ρωσικής Επανάστασης, γιατί συνέβαλε δυναμικά στη δημιουργία μιας εμβληματικής εικόνας που επέζησε από τις κακοτυχίες της ΕΣΣΔ και έριξε τη σκιά της σε ολόκληρο τον εικοστό αιώνα. Η αύρα του προσέλκυσε εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο και παρέμεινε σχετικά καλά διατηρημένη ακόμα και όταν η αύρα των κομμουνιστικών καθεστώτων κατέρρευσε εντελώς. Τις δεκαετίες του 1960 και του 1970, πυροδότησε ένα νέο κύμα πολιτικής ριζοσπαστικοποίησης που όχι μόνο διεκδίκησε αυτονομία από την ΕΣΣΔ και τους συμμάχους της, αλλά τους αντιλαμβανόταν και ως εχθρούς.

Η Ρωσική Επανάσταση βγήκε από τον Μεγάλο Πόλεμο. Ήταν προϊόν της κατάρρευσης του «μακριού δέκατου ένατου αιώνα».

Η Ρωσική Επανάσταση βγήκε από τον Μεγάλο Πόλεμο. Ήταν προϊόν της κατάρρευσης του «μακριού δέκατου ένατου αιώνα» και η συμβιωτική σύνδεση μεταξύ πολέμου και επανάστασης διαμόρφωσε ολόκληρη την τροχιά του κομμουνισμού του εικοστού αιώνα. Αναδυόμενη από τον Γαλλο-Πρωσικό Πόλεμο του 1870, η Κομμούνα του Παρισιού ήταν ο πρόδρομος της στρατιωτικοποιημένης πολιτικής, όπως τόνισαν πολλοί μπολσεβίκοι στοχαστές, αλλά η Οκτωβριανή Επανάσταση την ενίσχυσε σε ασύγκριτα μεγαλύτερη κλίμακα.

Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος μεταμόρφωσε τον ίδιο τον Μπολσεβικισμό, αλλάζοντας πολλά από τα χαρακτηριστικά του: αρκετά κανονικά έργα της κομμουνιστικής παράδοσης, όπως Η Προλεταριακή Επανάσταση και ο Αποστάτης Κάουτσκι (1918) του Λένιν ή Η Τρομοκρατία και ο Κομμουνισμός του Λέον Τρότσκι (1920), απλά δεν μπορούσαν να είχαν συλληφθεί στη φαντασία των συγγραφέων τους πριν από το 1914. Ακριβώς όπως το 1789 εισήγαγε μια νέα έννοια της επανάστασης —που ορίζεται πλέον ως κοινωνική και πολιτική ρήξη— ο Οκτώβριος του 1917 την αναδιατύπωσε με στρατιωτικούς όρους: κρίση της παλιάς τάξης, μαζική κινητοποίηση, δυϊσμός εξουσίας, ένοπλη εξέγερση, προλεταριακή δικτατορία, εμφύλιος πόλεμος και βίαιη σύγκρουση με την αντεπανάσταση.

Το Κράτος και η Επανάσταση του Λένιν επισημοποίησε τον Μπολσεβικισμό τόσο ως ιδεολογία (ερμηνεία των ιδεών του Καρλ Μαρξ) όσο και ως ενότητα στρατηγικών επιταγών που τον διακρίνουν από τον σοσιαλδημοκρατικό ρεφορμισμό, μια πολιτική που ανήκει στην εποχή του φιλελευθερισμού του 19ου αιώνα. Ο μπολσεβικισμός προήλθε από μια εποχή αυξανόμενης βαναυσότητας, όταν ο πόλεμος ξέσπασε στην πολιτική, αλλάζοντας τη γλώσσα και τις πρακτικές του. Ήταν προϊόν του ανθρωπολογικού μετασχηματισμού που διαμόρφωσε τη γηραιά ήπειρο στο τέλος του Μεγάλου Πολέμου.

Αυτός ο γενετικός κώδικας του μπολσεβικισμού ήταν ορατός παντού, από τα κείμενα στις γλώσσες, από την εικονογραφία μέχρι τα τραγούδια, από τα σύμβολα μέχρι τις τελετουργίες. Ξεπέρασε τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και συνέχισε να τροφοδοτεί τα επαναστατικά κινήματα της δεκαετίας του 1970, των οποίων τα συνθήματα και οι λειτουργίες τόνιζαν με εμμονή την ιδέα μιας βίαιης σύγκρουσης με το κράτος. Ο μπολσεβικισμός δημιούργησε ένα στρατιωτικό παράδειγμα επανάστασης που διαμόρφωσε βαθιά τις κομμουνιστικές εμπειρίες σε ολόκληρο τον πλανήτη.

Η Ευρωπαϊκή Αντίσταση, καθώς και οι σοσιαλιστικοί μετασχηματισμοί στην Κίνα, την Κορέα, το Βιετνάμ και την Κούβα αναπαρήγαγαν μια παρόμοια συμβιωτική σχέση μεταξύ πολέμου και επανάστασης. Ως εκ τούτου, το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα οραματιζόταν ως έναν επαναστατικό στρατό που σχηματίστηκε από εκατομμύρια μαχητές, και αυτό είχε αναπόφευκτες συνέπειες όσον αφορά την οργάνωση, τον αυταρχισμό, την πειθαρχία, τον καταμερισμό της εργασίας και, τελευταίο αλλά όχι λιγότερο σημαντικό, τις ιεραρχίες των φύλων. Σε ένα κίνημα πολεμιστών, οι γυναίκες ηγέτες θα μπορούσαν να είναι μόνο εξαιρέσεις.

Σεισμός


Οι Μπολσεβίκοι ήταν βαθιά πεπεισμένοι ότι ενεργούσαν σύμφωνα με τους «νόμους της ιστορίας». Ο σεισμός του 1917 γεννήθηκε από την εμπλοκή πολλών παραγόντων, μερικοί στη μεγάλη διάρκεια της ρωσικής ιστορίας και άλλοι πιο προσωρινοί, συγχρονισμένοι απότομα με τον πόλεμο: μια εξαιρετικά βίαιη αγροτική εξέγερση ενάντια στην αριστοκρατία της γης, μια εξέγερση του προλεταριάτου που επηρέασε από την οικονομική κρίση και τελικά την εξάρθρωση του στρατού, που σχηματίστηκε από αγρότες-στρατιώτες που ήταν εξουθενωμένοι μετά από τρία χρόνια τρομερής σύγκρουσης, την οποία ούτε κατάλαβαν ούτε θεώρησαν ότι πλησίαζε στο τέλος της.

Αν αυτές ήταν οι προϋποθέσεις της Ρωσικής Επανάστασης, είναι δύσκολο να αντιληφθεί κανείς σε αυτήν οποιαδήποτε υποτιθέμενη ιστορική αναγκαιότητα. Το σοβιετικό πείραμα ήταν εύθραυστο, επισφαλές και ασταθές κατά τα πρώτα χρόνια της ύπαρξής του. Απειλούνταν διαρκώς και η επιβίωσή του απαιτούσε τόσο ανεξάντλητες ενέργειες όσο και τεράστιες θυσίες. Ένας μάρτυρας εκείνων των χρόνων, ο Victor Serge, έγραψε ότι το 1919 οι Μπολσεβίκοι θεωρούσαν πιθανή την κατάρρευση του σοβιετικού καθεστώτος, αλλά αντί να τους αποθαρρύνει, αυτή η επίγνωση πολλαπλασίασε την επιμονή τους. Η νίκη της αντεπανάστασης θα ήταν ένα τεράστιο λουτρό αίματος.

Το σοβιετικό πείραμα ήταν εύθραυστο, επισφαλές και ασταθές κατά τα πρώτα χρόνια της ύπαρξής του.

Ίσως η αντίστασή τους να ήταν δυνατή επειδή ήταν εμψυχωμένοι από τη βαθιά πεποίθηση ότι ενεργούσαν σύμφωνα με τους «νόμους της ιστορίας». Όμως, στην πραγματικότητα, δεν ακολούθησαν καμία φυσική τάση. εφευρίσκαν έναν νέο κόσμο, ανίκανοι να ξέρουν τι θα προέκυπτε από την προσπάθειά τους, εμπνευσμένοι από μια εκπληκτικά ισχυρή ουτοπική φαντασία και σίγουρα ανίκανοι να φανταστούν το ολοκληρωτικό της αποτέλεσμα.

Παρά τη συνήθη έκκλησή τους στο θετικιστικό λεξικό των «ιστορικών νόμων», οι Μπολσεβίκοι είχαν κληρονομήσει τη στρατιωτική τους αντίληψη για την επανάσταση από τον Μεγάλο Πόλεμο. Οι Ρώσοι επαναστάτες διάβασαν τον Κλάουζεβιτς και ασχολήθηκαν με τις ατελείωτες διαμάχες σχετικά με την κληρονομιά του μπλανκισμού και την τέχνη της εξέγερσης, αλλά η βία της Ρωσικής Επανάστασης δεν προέκυψε από μια ιδεολογική παρόρμηση. Προερχόταν από μια κοινωνία που βίωσε ο πόλεμος.

Αυτό το γενετικό τραύμα είχε βαθιές συνέπειες. Ο πόλεμος είχε αναδιαμορφώσει την πολιτική αλλάζοντας τους κώδικές της, εισάγοντας μέχρι τότε άγνωστες μορφές αυταρχισμού. Το 1917, το χάος και ο αυθορμητισμός εξακολουθούσαν να επικρατούν σε ένα μαζικό κόμμα που αποτελείται κυρίως από νέα μέλη και διευθύνεται από μια ομάδα εξόριστων, αλλά ο αυταρχισμός εδραιώθηκε γρήγορα κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου. Ο Λένιν και ο Τρότσκι διεκδίκησαν την κληρονομιά της Παρισινής Κομμούνας του 1871, αλλά ο Julius Martov είχε δίκιο όταν επεσήμανε ότι ο πραγματικός τους πρόγονος ήταν ο τρόμος των Ιακωβίνων του 1793-94.

Ωστόσο, το στρατιωτικό υπόδειγμα της επανάστασης δεν πρέπει να εκλαμβάνεται ως λατρεία της βίας. Στην Ιστορία της Ρωσικής Επανάστασης, ο Τρότσκι πρότεινε στέρεα επιχειρήματα ενάντια στη θέση που διαδόθηκε ευρέως από τη δεκαετία του 1920 και μετά για ένα μπολσεβίκικο «πραξικόπημα». Απορρίπτοντας την ευρηματικότητα του ειδυλλιακού οράματος της κατάληψης των Χειμερινών Ανακτόρων ως αυθόρμητης λαϊκής εξέγερσης, αφιέρωσε πολλές σελίδες στη μεθοδική προετοιμασία μιας εξέγερσης που απαιτούσε, πολύ πέρα ​​από μια αυστηρή και αποτελεσματική στρατιωτική οργάνωση, μια εις βάθος αξιολόγηση των πολιτικών συνθηκών  και προσεκτική επιλογή των χρόνων εκτέλεσής του.

Αποτέλεσμα ήταν η απόλυση της προσωρινής κυβέρνησης και η σύλληψη των μελών της πρακτικά χωρίς αίμα. Η αποσύνθεση του παλιού κρατικού μηχανισμού και η κατασκευή ενός νέου ήταν μια επίπονη διαδικασία που κράτησε για περισσότερα από τρία χρόνια εμφυλίου πολέμου. Φυσικά, η εξέγερση απαιτούσε τεχνική προετοιμασία και εφαρμόστηκε από μια μειοψηφία, αλλά αυτό δεν ισοδυναμούσε με «συνωμοσία». Σε αντίθεση με τη διάχυτη άποψη που διαδόθηκε από τον Κούρτσιο Μαλαπάρτε, μια νικηφόρα εξέγερση, έγραψε ο Τρότσκι, «διαχωρίζεται ευρέως τόσο ως προς τη μέθοδο όσο και ως προς την ιστορική σημασία από μια κυβερνητική ανατροπή που επιτυγχάνεται από συνωμότες που ενεργούν κρυφά από τις μάζες».

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η κατάληψη των Χειμερινών Ανακτόρων και η απόλυση της προσωρινής κυβέρνησης ήταν μια σημαντική στροφή στην επαναστατική διαδικασία: ο Λένιν την αποκάλεσε «ανατροπή» ή «εξέγερση» (perevorot). Ωστόσο, οι περισσότεροι ιστορικοί αναγνωρίζουν ότι αυτή η ανατροπή έλαβε χώρα σε μια περίοδο ασυνήθιστου αναβρασμού, που χαρακτηρίζεται από μια μόνιμη κινητοποίηση της κοινωνίας και τη συνεχή προσφυγή στη χρήση βίας. Σε ένα παράδοξο πλαίσιο στο οποίο η Ρωσία, ενώ παρέμενε εμπλεκόμενη σε έναν παγκόσμιο πόλεμο, ήταν ένα κράτος που δεν κατείχε πλέον το μονοπώλιο στη νόμιμη χρήση βίας.

Τέλος της αυταπάτης


Παραδόξως, η θέση του μπολσεβίκικου «πραξικοπήματος» είναι το σημείο σύγκλισης μεταξύ της συντηρητικής και της αναρχικής κριτικής για την Οκτωβριανή Επανάσταση. Οι λόγοι τους ήταν σίγουρα διαφορετικοί – για να μην πω στον αντίποδα η μιας της άλλης – αλλά τα συμπεράσματά τους συνέκλιναν: ο Λένιν και ο Τρότσκι είχαν εγκαθιδρύσει μια δικτατορία.

Η Έμα Γκόλντμαν και ο Αλεξάντερ Μπέρκμαν, που εκδιώχθηκαν από τις Ηνωμένες Πολιτείες το 1919 λόγω της ενθουσιώδους υποστήριξής τους στη Ρωσική Επανάσταση, δεν μπορούσαν να αποδεχτούν την κυριαρχία των Μπολσεβίκων και, μετά την καταστολή της εξέγερσης της Κρονστάνδης τον Μάρτιο του 1921, αποφάσισαν να εγκαταλείψουν την ΕΣΣΔ. Η Γκόλντμαν δημοσίευσε το My Disillusion in Russia (1923) και ο Μπέρκμαν The Bolshevik Myth (1925), του οποίου το συμπέρασμα εξέφραζε μια πικρή και αυστηρή εκτίμηση:

“Γκρι είναι οι μέρες που περνούν. Ένα-ένα τα κάρβουνα της ελπίδας έχουν σβήσει. Ο τρόμος και ο δεσποτισμός έχουν συντρίψει τη ζωή που γεννήθηκε τον Οκτώβριο. Τα συνθήματα της Επανάστασης είναι προαποφασισμένα, τα ιδανικά της καταπνίγονται στο αίμα του λαού. Η ανάσα του χθες καταδικάζει εκατομμύρια σε θάνατο. Η σκιά του σήμερα κρέμεται σαν μαύρο παλάτι πάνω από τη χώρα. Η δικτατορία ποδοπατάει τις μάζες. Η επανάσταση είναι νεκρή· το πνεύμα της κλαίει στην έρημο”.

Η κριτική τους σίγουρα αξίζει προσοχής, αφού προήλθε από το εσωτερικό της ίδιας της επανάστασης. Η διάγνωσή τους ήταν ανελέητη: οι Μπολσεβίκοι είχαν εγκαθιδρύσει μια κομματική δικτατορία που κυβερνούσε όχι μόνο στο όνομα των σοβιέτ αλλά μερικές φορές —όπως στην Κρονστάνδη— εναντίον τους, και της οποίας τα αυταρχικά χαρακτηριστικά γίνονταν όλο και πιο ασφυκτικά.

Στην πραγματικότητα, οι ίδιοι οι Μπολσεβίκοι δεν αμφισβήτησαν αυτήν την λυσσαλέα εκτίμηση. Στο βιβλίο του Ο Πρώτος Χρόνος της Ρωσικής Επανάστασης (1930), ο Victor Serge περιέγραψε την ΕΣΣΔ κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου με αυτόν τον τρόπο:

“Αυτή τη στιγμή, το κόμμα εκπλήρωσε μέσα στην εργατική τάξη τις λειτουργίες ενός εγκεφάλου και ενός νευρικού συστήματος. Είδε, ένιωσε, ήξερε, σκέφτηκε, θέλησε για και μέσα από τις μάζες· η συνείδησή του, η οργάνωσή του ήταν ένα αντιστάθμισμα για την αδυναμία των μεμονωμένων μελών της μάζας. Χωρίς αυτό, η μάζα δεν θα ήταν παρά ένας σωρός ανθρώπινης σκόνης, που θα βίωνε συγκεχυμένες φιλοδοξίες που εκτοξεύτηκαν από λάμψεις νοημοσύνης —αυτές, ελλείψει ενός μηχανισμού ικανού να τις οδηγήσει σε δράση μεγάλης κλίμακας, ήταν καταδικασμένες να σπαταληθούν. Μέσα από την αδιάκοπη ταραχή και την προπαγάνδα του, λέγοντας πάντα την αλήθεια χωρίς βερνίκι, το κόμμα ύψωσε τους εργάτες πάνω από τον δικό τους στενό, ατομικό ορίζοντα και τους αποκάλυψε τις απέραντες προοπτικές της ιστορίας. Μετά το χειμώνα του 1918–19, η επανάσταση γίνεται έργο του Κομμουνιστικού Κόμματος”.

Το εγκώμιο των Μπολσεβίκων για την κομματική δικτατορία, η υπεράσπιση της στρατιωτικοποίησης της εργασίας και η βίαιη γλώσσα τους ενάντια σε κάθε αριστερή κριτική —είτε σοσιαλδημοκρατική είτε αναρχική— της εξουσίας τους, ήταν σίγουρα απεχθής και επικίνδυνη. Ήταν κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου που ο σταλινισμός βρήκε τις εγκαταστάσεις του. Γεγονός παραμένει ότι μια αριστερή εναλλακτική δεν ήταν εύκολη επιλογή. Όπως ο ίδιος ο Σερζ αναγνώρισε ξεκάθαρα, η πιο πιθανή εναλλακτική στον μπολσεβικισμό ήταν απλώς ο αντεπαναστατικός τρόμος.

Χωρίς να είναι πραξικόπημα, η Οκτωβριανή Επανάσταση σήμαινε την κατάληψη της εξουσίας από ένα κόμμα που αντιπροσώπευε μια μειοψηφία και το οποίο παρέμεινε ακόμη πιο απομονωμένο μετά την απόφασή του να διαλύσει τη Συντακτική Συνέλευση. Στο τέλος του Ρωσικού Εμφυλίου, ωστόσο, οι Μπολσεβίκοι είχαν κατακτήσει την πλειοψηφία, και έτσι έγιναν η ηγεμονική δύναμη σε μια κατεστραμμένη χώρα.

Αυτή η δραματική αλλαγή δεν συνέβη λόγω της Τσέκα και του κρατικού τρόμου, όσο ανελέητο κι αν ήταν, αλλά λόγω του διχασμού των εχθρών τους, της υποστήριξης της εργατικής τάξης και της μεταβίβασης στο πλευρό τους τόσο της αγροτιάς όσο και των μη Ρωσικών εθνικοτήτων. Εάν το τελικό αποτέλεσμα ήταν η δικτατορία ενός επαναστατικού κόμματος, η εναλλακτική δεν ήταν ένα δημοκρατικό καθεστώς. Η μόνη εναλλακτική ήταν μια στρατιωτική δικτατορία Ρώσων εθνικιστών, αριστοκρατών γαιοκτημόνων και πογκρομιστών.

Επανάσταση από τα πάνω


Το κομμουνιστικό καθεστώς θεσμοθέτησε τη στρατιωτική διάσταση της επανάστασης. Κατέστρεψε το δημιουργικό, αναρχικό και αυτόχειραφετητικό πνεύμα του 1917, αλλά ταυτόχρονα εγγράφηκε στην επαναστατική διαδικασία. Η στροφή της επανάστασης προς το σοβιετικό καθεστώς πέρασε από διάφορα στάδια: τον Εμφύλιο Πόλεμο (1918–21), την κολεκτιβοποίηση της γεωργίας (1930–33) και τις πολιτικές εκκαθαρίσεις στις Δίκες της Μόσχας (1936–38).

Διαλύοντας τη Συντακτική Συνέλευση, τον Δεκέμβριο του 1917, οι Μπολσεβίκοι επιβεβαίωσαν την ανωτερότητα της σοβιετικής δημοκρατίας, αλλά μέχρι το τέλος του Εμφυλίου Πολέμου η τελευταία πέθαινε. Κατά τη διάρκεια αυτής της άγριας και αιματηρής σύγκρουσης, η ΕΣΣΔ εισήγαγε τη λογοκρισία, κατέστειλε τον πολιτικό πλουραλισμό σε σημείο να καταργήσει οριστικά κάθε φράξια  μέσα στο ίδιο το Κομμουνιστικό Κόμμα, στρατιωτικοποίησε την εργασία και δημιούργησε τα πρώτα στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας και ίδρυσε μια νέα πολιτική μυστική αστυνομία (Cheka). Τον Μάρτιο του 1921, η βίαιη καταστολή της Κρονστάνδης συμβόλιζε το τέλος της σοβιετικής δημοκρατίας και η ΕΣΣΔ αναδύθηκε από τον Εμφύλιο Πόλεμο ως μονοκομματική δικτατορία.

Στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1930, οι πολιτικές εκκαθαρίσεις εξάλειψαν φυσικά τα υπολείμματα του επαναστατικού μπολσεβικισμού και πειθάρχησαν ολόκληρη την κοινωνία εγκαθιδρύοντας τον κανόνα του τρόμου.

Δέκα χρόνια αργότερα, η κολεκτιβοποίηση της γεωργίας τερμάτισε βάναυσα την αγροτική επανάσταση και εφηύρε νέες μορφές ολοκληρωτικής βίας και γραφειοκρατικά συγκεντρωτικό εκσυγχρονισμό της χώρας. Στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1930, οι πολιτικές εκκαθαρίσεις εξάλειψαν φυσικά τα υπολείμματα του επαναστατικού μπολσεβικισμού και πειθάρχησαν ολόκληρη την κοινωνία εγκαθιδρύοντας τον κανόνα του τρόμου. Για δύο δεκαετίες, η ΕΣΣΔ δημιούργησε ένα γιγαντιαίο σύστημα στρατοπέδων συγκέντρωσης.

Από τα μέσα της δεκαετίας του 1930, η ΕΣΣΔ αντιστοιχούσε κατά προσέγγιση με τον κλασικό ορισμό του ολοκληρωτισμού που επεξεργάστηκε λίγα χρόνια αργότερα πολλοί συντηρητικοί πολιτικοί στοχαστές: συσχετισμός επίσημης ιδεολογίας, χαρισματικής ηγεσίας, μονοκομματικής δικτατορίας, καταστολής του κράτους δικαίου και πολιτικού πλουραλισμού. Μονοπώλιο όλων των μέσων επικοινωνίας μέσω της κρατικής προπαγάνδας, του κοινωνικού και πολιτικού τρόμου που υποστηρίζεται από ένα σύστημα στρατοπέδων συγκέντρωσης και της καταστολής του καπιταλισμού της ελεύθερης αγοράς από μια συγκεντρωτική οικονομία.

Αυτή η περιγραφή, που χρησιμοποιείται τώρα για να επισημανθούν οι ομοιότητες μεταξύ κομμουνισμού και φασισμού, δεν είναι λάθος αλλά εξαιρετικά επιφανειακή. Ακόμα κι αν παραβλέψει κανείς τις τεράστιες διαφορές που χώριζαν τις κομμουνιστικές και φασιστικές ιδεολογίες, καθώς και το κοινωνικό και οικονομικό περιεχόμενο των πολιτικών τους συστημάτων, το γεγονός παραμένει ότι ένας τέτοιος κανονικός ορισμός του ολοκληρωτισμού δεν κατανοεί την εσωτερική δυναμική του σοβιετικού καθεστώτος. Απλώς αδυνατεί να το εγγράψει στην ιστορική διαδικασία της Ρωσικής Επανάστασης. Απεικονίζει την ΕΣΣΔ ως ένα στατικό, μονολιθικό σύστημα, ενώ η έλευση του σταλινισμού σήμαινε έναν βαθύ και παρατεταμένο μετασχηματισμό της κοινωνίας και του πολιτισμού.

Εξίσου μη ικανοποιητικός είναι ο ορισμός του σταλινισμού ως γραφειοκρατικής αντεπανάστασης ή «προδομένης» επανάστασης. Ο σταλινισμός σίγουρα σήμαινε μια ριζική απομάκρυνση από κάθε ιδέα δημοκρατίας και αυτοχειραφέτησης, αλλά δεν ήταν, σωστά μιλώντας, αντεπανάσταση. Μια σύγκριση με τη Ναπολεόντεια Αυτοκρατορία είναι κατάλληλη στο βαθμό που ο σταλινισμός συνέδεσε συνειδητά τους μετασχηματισμούς που προκάλεσε η Ρωσική Επανάσταση τόσο με τον Διαφωτισμό όσο και με την παράδοση της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, αλλά ο σταλινισμός δεν ήταν η αποκατάσταση του Παλαιού Καθεστώτος, ούτε πολιτικά ούτε οικονομικά, ούτε καν πολιτιστικά. .

Μακριά από την αποκατάσταση της δύναμης της παλιάς αριστοκρατίας, ο σταλινισμός δημιούργησε μια εντελώς νέα οικονομική, διευθυντική, επιστημονική και πνευματική ελίτ.

Μακριά από την αποκατάσταση της εξουσίας της παλιάς αριστοκρατίας, ο σταλινισμός δημιούργησε μια εντελώς νέα οικονομική, διευθυντική, επιστημονική και πνευματική ελίτ, που στρατολογήθηκε από τις κατώτερες τάξεις των σοβιετικών κοινωνιών —κυρίως της αγροτιάς— και εκπαιδεύτηκε από νέους κομμουνιστικούς θεσμούς. Αυτό είναι το κλειδί για να εξηγήσει γιατί ο σταλινισμός επωφελήθηκε από μια κοινωνική συναίνεση, παρά τον τρόμο και τις μαζικές απελάσεις.

Μνημειώδης και Τερατώδης


Η ερμηνεία του σταλινισμού ως βήμα στη διαδικασία της Ρωσικής Επανάστασης δεν σημαίνει σκιαγράφηση μιας γραμμικής διαδρομής. Το πρώτο κύμα τρόμου σημειώθηκε κατά τη διάρκεια ενός εμφυλίου πολέμου, όταν η ίδια η ύπαρξη της ΕΣΣΔ απειλήθηκε από έναν διεθνή συνασπισμό. Η βαρβαρότητα της λευκής αντεπανάστασης, η ακραία βία της προπαγάνδας και των πρακτικών της —πογκρόμ και σφαγές— ώθησαν τους Μπολσεβίκους να εγκαθιδρύσουν μια αδυσώπητη δικτατορία.

Ο Στάλιν ξεκίνησε το δεύτερο και τρίτο κύμα τρόμου κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1930 – κολεκτιβοποίηση και εκκαθαρίσεις – σε μια ειρηνοποιημένη χώρα της οποίας τα σύνορα είχαν αναγνωριστεί διεθνώς και της οποίας η πολιτική εξουσία δεν είχε απειληθεί ούτε από εξωτερικές ούτε από εσωτερικές δυνάμεις. Φυσικά, η άνοδος στην εξουσία του Χίτλερ στη Γερμανία σηματοδότησε ξεκάθαρα την πιθανότητα ενός νέου πολέμου μεσοπρόθεσμα, αλλά ο μαζικός, τυφλός και παράλογος χαρακτήρας της βίας του Στάλιν αποδυνάμωσε σημαντικά την ΕΣΣΔ αντί να την ενισχύσει και να την εξοπλίσει για να αντιμετωπίσει τέτοιους κινδύνους.

Ο μαζικός, τυφλός και παράλογος χαρακτήρας της βίας του Στάλιν αποδυνάμωσε σημαντικά την ΕΣΣΔ αντί να την ενισχύσει και να την εξοπλίσει για να αντιμετωπίσει τους κινδύνους του ναζισμού.

Ο σταλινισμός ήταν μια «επανάσταση άνωθεν», ένα παράδοξο μείγμα εκσυγχρονισμού και κοινωνικής οπισθοδρόμησης, το τελικό αποτέλεσμα του οποίου ήταν μαζικές εκτοπίσεις, ένα σύστημα στρατοπέδων συγκέντρωσης, ένα σύνολο δοκιμών που εκθάβουν τις φαντασιώσεις της Ιεράς Εξέτασης και ένα κύμα μαζικών εκτελέσεων που αποκεφάλισαν το κράτος, το κόμμα και τον στρατό. Στις αγροτικές περιοχές, ο σταλινισμός σήμαινε, σύμφωνα με τον Νικολάι Μπουχάριν, την επιστροφή σε μια «φεουδαρχική εκμετάλλευση» της αγροτιάς με καταστροφικές οικονομικές επιπτώσεις. Την ίδια στιγμή που οι κουλάκοι λιμοκτονούσαν στην Ουκρανία, το σοβιετικό καθεστώς μετέτρεπε δεκάδες χιλιάδες αγρότες σε τεχνικούς και μηχανικούς.

Εν ολίγοις, ο σοβιετικός ολοκληρωτισμός συνδύασε τον μοντερνισμό και τη βαρβαρότητα· ήταν μια περίεργη, τρομακτική, προμηθεϊκή τάση. Ο Arno Mayer το ορίζει ως «ένα άνισο και ασταθές κράμα μνημειακών επιτευγμάτων και τερατωδών εγκλημάτων». Φυσικά, κάθε αριστερός μελετητής ή ακτιβιστής θα μπορούσε εύκολα να μοιραστεί την εκτίμηση του Victor Serge για την ηθική, φιλοσοφική και πολιτική γραμμή που χώριζε ριζικά τον σταλινισμό από τον αυθεντικό σοσιαλισμό, στο βαθμό που η ΕΣΣΔ του Στάλιν είχε γίνει σύμφωνα με τα λόγια του «ένα απόλυτο, ολοκληρωτικό κράτος, μεθυσμένο από τη δική του δύναμη, για την οποία ο άνθρωπος δεν μετράει». Αλλά αυτό δεν αλλάζει το γεγονός, όπως αναγνωρίζει ο ίδιος ο Σερζ, ότι αυτός ο κόκκινος ολοκληρωτισμός ξεδιπλώθηκε και επέτεινε μια ιστορική διαδικασία που ξεκίνησε από την Οκτωβριανή Επανάσταση.

Αποφεύγοντας οποιαδήποτε τελεολογική προσέγγιση, θα μπορούσε κανείς να παρατηρήσει ότι αυτό το αποτέλεσμα δεν ήταν ούτε ιστορικά αναπόφευκτο ούτε εγγεγραμμένο με συνοχή σε ένα μαρξιστικό ιδεολογικό πρότυπο. Οι απαρχές του σταλινισμού, ωστόσο, δεν μπορούν απλώς να αποδοθούν, όπως υποδηλώνει ο ριζοσπαστικός λειτουργισμός, στις ιστορικές συνθήκες του πολέμου και στην κοινωνική υστέρηση μιας γιγάντιας χώρας με απολυταρχικό παρελθόν, μιας χώρας στην οποία η οικοδόμηση του σοσιαλισμού απαιτούσε αναπόφευκτα την αναπαραγωγή της φρικαλεότητας της «πρωταρχικής συσσώρευσης κεφαλαίου».

Η ιδεολογία των μπολσεβίκων έπαιξε ρόλο κατά τη διάρκεια του Ρωσικού Εμφυλίου Πολέμου σε αυτή τη μεταμόρφωση από τη δημοκρατική άνοδο στην αδίστακτη, ολοκληρωτική δικτατορία. Το κανονιστικό όραμά του για τη βία ως «μαία της ιστορίας» και η υπαίτια αδιαφορία του για το νομικό πλαίσιο ενός επαναστατικού κράτους, ιστορικά μεταβατικού και καταδικασμένου σε εξαφάνιση, ευνόησαν σίγουρα την εμφάνιση ενός αυταρχικού, μονοκομματικού καθεστώτος.

Πολλαπλά νήματα τρέχουν από την επανάσταση στον σταλινισμό, καθώς και από την ΕΣΣΔ μέχρι τα κομμουνιστικά κινήματα που δρουν σε όλο τον κόσμο. Ο σταλινισμός ήταν ταυτόχρονα ένα ολοκληρωτικό καθεστώς και, για αρκετές δεκαετίες, το ηγεμονικό ρεύμα της Αριστεράς σε διεθνή κλίμακα.

Από τη Μόσχα στο Χουνάν


Οι Μπολσεβίκοι ήταν ριζοσπάστες Δυτικιστές (Westernizers). Η μπολσεβίκικη λογοτεχνία ήταν γεμάτη αναφορές στη Γαλλική Επανάσταση, το 1848 και την Κομμούνα του Παρισιού, αλλά ποτέ δεν ανέφερε την Επανάσταση της Αϊτής ή τη Μεξικανική Επανάσταση. Για τον Τρότσκι και τον Λένιν, που αγαπούσαν αυτή τη μεταφορά, ο «τροχός της ιστορίας» κύλησε από την Πετρούπολη στο Βερολίνο, όχι από την απεριόριστη ρωσική ύπαιθρο στα χωράφια του Morelos ή στις φυτείες των Αντιλλών.

Σε ένα κεφάλαιο της Ιστορίας της Ρωσικής Επανάστασης, ο Τρότσκι εξέφρασε τη λύπη του για το γεγονός ότι οι αγρότες συνήθως αγνοούνταν από τα ιστορικά βιβλία, όπως οι κριτικοί θεάτρου δεν δίνουν σημασία στους εργάτες που, στα παρασκήνια, χειρίζονται τις κουρτίνες και αλλάζουν το σκηνικό. Στο δικό του βιβλίο, ωστόσο, οι αγρότες εμφανίζονται ως επί το πλείστον ως μια ανώνυμη μάζα. Δεν παραμελούνται αλλά παρατηρούνται από μακριά, με αναλυτική αποστασιοποίηση παρά ενσυναίσθηση.

Οι Μπολσεβίκοι είχαν αρχίσει να αμφισβητούν το όραμά τους για την αγροτιά – που κληρονόμησε από τα γραπτά του Μαρξ για τον γαλλικό βοναπαρτισμό – ως μια πολιτιστικά καθυστερημένη και πολιτικά συντηρητική τάξη, αλλά ο προλεταριακός τροπισμός τους ήταν πολύ ισχυρός για να ολοκληρώσει αυτή την αναθεώρηση. Αυτό έγινε, όχι χωρίς θεωρητικές και στρατηγικές αντιπαραθέσεις, από τον αντιαποικιακό κομμουνισμό στα χρόνια μεταξύ των δύο παγκοσμίων πολέμων.

Στην Κίνα, η κομμουνιστική στροφή προς την αγροτιά προέκυψε τόσο από την καταστροφική ήττα των αστικών επαναστάσεων στα μέσα της δεκαετίας του 1920 όσο και από την προσπάθεια να εγγραφεί ο μαρξισμός σε μια εθνική ιστορία και πολιτισμό. Μετά την αιματηρή καταστολή που επέφερε το Kuomintang (GMD), οι πυρήνες του Κομμουνιστικού Κόμματος είχαν σχεδόν εξολοθρευτεί στις πόλεις και τα μέλη του είχαν φυλακιστεί και διωχθεί. Υποχωρώντας στη ύπαιθρο, όπου βρήκαν προστασία και μπορούσαν να αναδιοργανώσουν το κίνημά τους, πολλοί κομμουνιστές ηγέτες άρχισαν να κοιτάζουν τους αγρότες με άλλα μάτια, εγκαταλείποντας το πρώην δυτικοποιημένο βλέμμα τους για την ασιατική «οπισθοδρόμηση».

Αυτή η στρατηγική στροφή, αντικείμενο έντονων αντιπαραθέσεων μεταξύ της Κομμουνιστικής Διεθνούς και του κινεζικού τμήματός της κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1930, διεκδικήθηκε από τον Μάο Τσε Τουνγκ στις αρχές του 1927, ακόμη και πριν από τις σφαγές που διέπραξε το GMD στη Σαγκάη και στο Καντόν εκείνο το έτος. Επιστρέφοντας στη γενέτειρά του Χουνάν, ο Μάο έγραψε μια περίφημη αναφορά στην οποία όριζε την αγροτιά – αντί για το αστικό προλεταριάτο – ως την κινητήρια δύναμη της Κινεζικής Επανάστασης.

Ενάντια στους πράκτορες της Μόσχας που θεωρούσαν τις αγροτικές πολιτοφυλακές αποκλειστικά ως εναύσματα αστικών εξεγέρσεων, το 1931, ο Μάο επέμενε στην οικοδόμηση μιας σοβιετικής δημοκρατίας στο Jiangxi. Χωρίς να πιστεύει στον αγροτικό χαρακτήρα της Κινεζικής Επανάστασης, δεν θα μπορούσε να είχε οργανώσει τη Μεγάλη Πορεία για να αντισταθεί στην εκστρατεία εξόντωσης που ξεκίνησε από το GMD. Αρχικά θεωρήθηκε ως τραγική ήττα, αυτό το επικό εγχείρημα άνοιξε το δρόμο για έναν επιτυχημένο αγώνα την επόμενη δεκαετία, πρώτα ενάντια στην ιαπωνική κατοχή και μετά ενάντια στο ίδιο το GMD.

Οι τρεις κύριες διαστάσεις του κομμουνισμού — επανάσταση, καθεστώς και αντιαποικισμός — συγχωνεύτηκαν εμβληματικά στην Κινεζική Επανάσταση.

Η ανακήρυξη της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας στο Πεκίνο το 1949 ήταν το αποτέλεσμα μιας διαδικασίας που, από τις εξεγέρσεις του 1925 έως τη Μεγάλη Πορεία και τον αντι-ιαπωνικό αγώνα, είχε ως προϋπόθεσή της τον Οκτώβριο του 1917· αλλά ήταν και προϊόν στρατηγικής αναθεώρησης. Υπήρχε μια περίπλοκη γενετική σύνδεση μεταξύ της Κινεζικής και της Ρωσικής Επανάστασης. Οι τρεις κύριες διαστάσεις του κομμουνισμού — επανάσταση, καθεστώς και αντιαποικισμός — συγχωνεύτηκαν εμβληματικά στην Κινεζική Επανάσταση.

Ως ριζική ρήξη με την παραδοσιακή τάξη, ήταν αναμφισβήτητα μια επανάσταση που προανήγγειλε το τέλος αιώνων καταπίεσης. Ως ολοκλήρωση ενός εμφυλίου πολέμου, κατέληξε στην κατάκτηση της εξουσίας από ένα στρατιωτικοποιημένο κόμμα που από την αρχή εγκαθίδρυσε τη δικτατορία του με τις πιο αυταρχικές μορφές. Και ως το τέλος δεκαπέντε χρόνων αγώνα, πρώτα ενάντια στην ιαπωνική κατοχή και μετά ενάντια στο GMD – μια εθνικιστική δύναμη που είχε γίνει ο πράκτορας των δυτικών μεγάλων δυνάμεων – η κομμουνιστική νίκη του 1949 σηματοδότησε όχι μόνο το τέλος της αποικιοκρατίας στην Κίνα αλλά σε ευρύτερη κλίμακα και μια σημαντική στιγμή στην παγκόσμια διαδικασία αποαποικιοποίησης.

Ο άνεμος από το Μπακού


Μετά τη Ρωσική Επανάσταση, ο σοσιαλισμός πέρασε τα σύνορα της Ευρώπης και έγινε θέμα ημερήσιας διάταξης στον Νότο και στον αποικιακό κόσμο. Λόγω της ενδιάμεσης θέσης της μεταξύ Ευρώπης και Ασίας, με μια γιγαντιαία επικράτεια που εκτείνεται και στις δύο ηπείρους, κατοικημένη από μια ποικιλία εθνικών, θρησκευτικών και εθνοτικών κοινοτήτων, η ΕΣΣΔ έγινε ο τόπος ένα νέο σταυροδρόμι μεταξύ της Δύσης και του αποικιακού κόσμου. Ο μπολσεβικισμός μπόρεσε να μιλήσει εξίσου στις προλεταριακές τάξεις των βιομηχανικών χωρών και στους αποικισμένους λαούς του Νότου.

Ο μπολσεβικισμός μπόρεσε να μιλήσει εξίσου στις προλεταριακές τάξεις των βιομηχανικών χωρών και στους αποικισμένους λαούς του Νότου.

Κατά τη διάρκεια του δέκατου ένατου αιώνα, η αντι-αποικιοκρατία ήταν σχεδόν ανύπαρκτη στη Δύση, με αξιοσημείωτη εξαίρεση το αναρχικό κίνημα, του οποίου οι ακτιβιστές και οι ιδέες κυκλοφόρησαν ευρέως μεταξύ της Νότιας και Ανατολικής Ευρώπης, της Λατινικής Αμερικής και διαφόρων ασιατικών χωρών. Μετά τον θάνατο του Μαρξ, ο σοσιαλισμός στήριξε τις ελπίδες και τις προσδοκίες του στην αυξανόμενη δύναμη της βιομηχανικής εργατικής τάξης, κυρίως λευκών και ανδρών, και συγκεντρώθηκε στις ανεπτυγμένες (κυρίως προτεσταντικές) καπιταλιστικές χώρες της Δύσης.

Κάθε μαζικό σοσιαλιστικό κόμμα περιελάβανε ισχυρά ρεύματα που υπερασπίζονταν την «εκπολιτιστική αποστολή» της Ευρώπης σε όλο τον κόσμο. Τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα —ιδιαίτερα εκείνα που βρίσκονται στις μεγαλύτερες αυτοκρατορίες— ανέβαλαν την αποικιακή απελευθέρωση μέχρι μετά τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της Ευρώπης και των Ηνωμένων Πολιτειών. Οι Μπολσεβίκοι έσπασαν ριζικά μια τέτοια παράδοση.

Το δεύτερο συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς, που πραγματοποιήθηκε στη Μόσχα τον Ιούλιο του 1920, ενέκρινε ένα προγραμματικό έγγραφο που καλούσε σε αποικιακές επαναστάσεις ενάντια στον ιμπεριαλισμό: στόχος του ήταν η δημιουργία κομμουνιστικών κομμάτων στον αποικιακό κόσμο και η υποστήριξη των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων. Το συνέδριο επιβεβαίωσε ξεκάθαρα μια ριζική στροφή από τις παλιές σοσιαλδημοκρατικές απόψεις για την αποικιοκρατία.

Λίγους μήνες αργότερα, οι Μπολσεβίκοι οργάνωσαν ένα Συνέδριο των Λαών της Ανατολής στο Μπακού της Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Αζερμπαϊτζάν, το οποίο συγκάλεσε σχεδόν δύο χιλιάδες αντιπροσώπους από είκοσι εννέα ασιατικές εθνικότητες. Ο Γκριγκόρι Ζινόβιεφ επιβεβαίωσε ρητά ότι η Κομμουνιστική Διεθνής είχε σπάσει με παλαιότερες σοσιαλδημοκρατικές συμπεριφορές, σύμφωνα με τις οποίες η «πολιτισμένη Ευρώπη» μπορούσε και πρέπει να «λειτουργήσει ως δάσκαλος στη «βάρβαρη» Ασία». Η επανάσταση δεν θεωρούνταν πλέον ως το αποκλειστικό βασίλειο των «λευκών» Ευρωπαίων και Αμερικανών εργατών και ο σοσιαλισμός δεν μπορούσε να φανταστεί κανείς χωρίς την απελευθέρωση των αποικισμένων λαών.

Οι αντικρουόμενες σχέσεις μεταξύ κομμουνισμού και εθνικισμού θα ξεκαθαρίσουν τις επόμενες δεκαετίες, αλλά η Οκτωβριανή Επανάσταση ήταν η εναρκτήρια στιγμή της παγκόσμιας αντιαποικιοκρατίας. Στη δεκαετία του 1920, η αντιαποικιοκρατία μετατοπίστηκε ξαφνικά από το πεδίο της ιστορικής δυνατότητας στο πεδίο της πολιτικής στρατηγικής και της στρατιωτικής οργάνωσης. Η διάσκεψη του Μπακού ανακοίνωσε αυτή την ιστορική αλλαγή.

Η συμμαχία μεταξύ κομμουνισμού και αντι-αποικιοκρατίας γνώρισε αρκετές στιγμές κρίσης και έντασης, που σχετίζονται τόσο με ιδεολογικές συγκρούσεις όσο και με τις επιταγές της εξωτερικής πολιτικής της ΕΣΣΔ. Στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, το Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα συμμετείχε σε μια κυβέρνηση συνασπισμού που κατέστειλε βίαια τις αντιαποικιακές εξεγέρσεις στην Αλγερία και τη Μαδαγασκάρη, και την επόμενη δεκαετία υποστήριξε τον πρωθυπουργό Γκυ Μολέ στην αρχή του Αλγερινού πολέμου. Στην Ινδία, το κομμουνιστικό κίνημα περιθωριοποιήθηκε κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου λόγω της απόφασής του να αναστείλει τον αντιαποικιακό του αγώνα και να υποστηρίξει τη συμμετοχή της Βρετανικής Αυτοκρατορίας σε μια στρατιωτική συμμαχία με την ΕΣΣΔ ενάντια στις δυνάμεις του Άξονα.

Εάν αυτά τα παραδείγματα δείχνουν ξεκάθαρα τις αντιφάσεις της κομμουνιστικής αντιαποικιοκρατίας, δεν αλλάζουν τον ιστορικό ρόλο που έπαιξε η ΕΣΣΔ ως σημείο στήριξης για πολλές αντιαποικιακές επαναστάσεις. Όλη η διαδικασία της αποαποικιοποίησης έλαβε χώρα στο πλαίσιο του Ψυχρού Πολέμου, μέσα στους συσχετισμούς δύναμης που δημιουργήθηκαν από την ύπαρξη της ΕΣΣΔ.

Αναδρομικά, η αποαποικιοποίηση εμφανίζεται ως μια ιστορική εμπειρία στην οποία οι αντιφατικές διαστάσεις του κομμουνισμού που αναφέρθηκαν προηγουμένως – χειραφέτηση και αυταρχισμός, επανάσταση και δικτατορική εξουσία – συγχωνεύτηκαν μόνιμα. Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι αντιαποικιακοί αγώνες σχεδιάστηκαν και οργανώθηκαν σαν στρατιωτικές εκστρατείες που πραγματοποιήθηκαν από στρατούς απελευθέρωσης, και τα πολιτικά καθεστώτα που ίδρυσαν ήταν, από την αρχή, μονοκομματικές δικτατορίες.

Στην Καμπότζη, στο τέλος ενός άγριου πολέμου, η στρατιωτική διάσταση του αντιαποικιακού αγώνα έπνιξε τελείως κάθε χειραφέτηση και η κατάκτηση της εξουσίας από τους Ερυθρούς Χμερ οδήγησε αμέσως στην εγκαθίδρυση μιας γενοκτονικής δύναμης. Η ευτυχία της εξεγερμένης Αβάνας την πρώτη Ιανουαρίου 1959 και ο τρόμος των πεδίων δολοφονίας της Καμπότζης είναι οι διαλεκτικοί πόλοι του κομμουνισμού ως αντιαποικιοκρατίας.

Επαναστάτες Μεταρρυθμιστές


Η τέταρτη διάσταση του κομμουνισμού του εικοστού αιώνα είναι η σοσιαλδημοκρατική: σε ορισμένες χώρες και περιόδους, ο κομμουνισμός έπαιξε τον ρόλο που παραδοσιακά εκπλήρωνε η ​​σοσιαλδημοκρατία. Αυτό συνέβη σε ορισμένες δυτικές χώρες, κυρίως στις μεταπολεμικές δεκαετίες, χάρη σε ένα σύνολο συνθηκών που σχετίζονται με το διεθνές πλαίσιο, την εξωτερική πολιτική της ΕΣΣΔ και την απουσία ή αδυναμία κλασικών σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων· και συνέβη επίσης σε ορισμένες χώρες που γεννήθηκαν από την αποαποικιοποίηση.

Σε ορισμένες χώρες και περιόδους, ο κομμουνισμός έπαιξε τον ρόλο που παραδοσιακά εκπλήρωνε η ​​σοσιαλδημοκρατία.

Τα πιο σημαντικά παραδείγματα αυτού του περίεργου φαινομένου βρίσκονται στις Ηνωμένες Πολιτείες, την εποχή του New Deal, στη μεταπολεμική Γαλλία και Ιταλία, καθώς και στην Ινδία (Κεράλα και Δυτική Βεγγάλη). Φυσικά, ο σοσιαλδημοκρατικός κομμουνισμός ήταν γεωγραφικά και χρονολογικά πιο περιορισμένος από τις άλλες μορφές του, αλλά παρόλα αυτά υπήρχε. Σε κάποιο βαθμό, η αναγέννηση της ίδιας της σοσιαλδημοκρατίας μετά το 1945 ήταν ένα υποπροϊόν της Οκτωβριανής Επανάστασης, η οποία είχε αλλάξει την ισορροπία δυνάμεων σε παγκόσμια κλίμακα και ανάγκασε τον καπιταλισμό να μεταμορφωθεί σημαντικά, υιοθετώντας ένα «ανθρώπινο πρόσωπο».

Ο σοσιαλδημοκρατικός κομμουνισμός είναι ένας οξύμωρος ορισμός που δεν αγνοεί τους δεσμούς του γαλλικού, ιταλικού ή ινδικού κομμουνισμού με τις επαναστάσεις, τον σταλινισμό και την αποαποικιοποίηση. Δεν παραμελεί την ικανότητα αυτών των κινημάτων να ηγούνται εξεγέρσεων —ιδίως κατά τη διάρκεια της Αντίστασης κατά της ναζιστικής κατοχής— ούτε τις οργανικές τους συνδέσεις με τη Μόσχα για αρκετές δεκαετίες. Η πρώτη τους ανοιχτή κριτική για την εξωτερική πολιτική της ΕΣΣΔ έλαβε χώρα μόλις τη δεκαετία του 1960, πρώτα με τη σινοσοβιετική διάσπαση και μετά με την εισβολή στην Τσεχοσλοβακία από σοβιετικά τανκς.

Ακόμη και η εσωτερική τους δομή και οργάνωσή τους ήταν, τουλάχιστον μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1970, πολύ περισσότερο σταλινικά παρά σοσιαλδημοκρατικά, καθώς και η κουλτούρα, οι θεωρητικές πηγές και η πολιτική τους φαντασία. Παρά αυτά τα σαφώς αναγνωρίσιμα χαρακτηριστικά, τέτοια κόμματα έπαιξαν έναν τυπικό σοσιαλδημοκρατικό ρόλο: μεταρρυθμίζοντας τον καπιταλισμό, περιορίζοντας τις κοινωνικές ανισότητες, προσφέροντάς τους πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη, την εκπαίδευση και τον ελεύθερο χρόνο στον μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων. Εν ολίγοις, βελτιώνοντας τις συνθήκες διαβίωσης των εργατικών τάξεων και δίνοντάς τους πολιτική εκπροσώπηση.

Φυσικά, ένα από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του σοσιαλδημοκρατικού κομμουνισμού ήταν ο αποκλεισμός του από την πολιτική εξουσία, εκτός από μερικά χρόνια μεταξύ του τέλους του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου και της έκρηξης του Ψυχρού Πολέμου (το κύκνειο άσμα του σοσιαλδημοκρατικού κομμουνισμού έλαβε χώρα στη Γαλλία στις αρχές της δεκαετίας του 1980, όταν το Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα (PCF) συμμετείχε σε μια αριστερή κυβέρνηση συνασπισμού υπό τον Φρανσουά Μιτεράν. Σε αντίθεση με το Βρετανικό Εργατικό Κόμμα, το Γερμανικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) ή τις σοσιαλδημοκρατίες της Σκανδιναβίας δεν διεκδικούν την πατρότητα του κοινωνικού κράτους.

Στις Ηνωμένες Πολιτείες, το Κομμουνιστικό Κόμμα ήταν ένας από τους αριστερούς πυλώνες του New Deal, μαζί με τα συνδικάτα, αλλά ποτέ δεν μπήκε στην κυβέρνηση Ρούσβελτ. Δεν γνώρισε την εξουσία, μόνο τις εκκαθαρίσεις του Μακαρθισμού. Στη Γαλλία και την Ιταλία, τα κομμουνιστικά κόμματα είχαν ισχυρή επιρροή στη γέννηση των μεταπολεμικών κοινωνικών πολιτικών απλώς και μόνο λόγω της δύναμής τους και της ικανότητάς τους να ασκούν πίεση στις κυβερνήσεις.

Η αρένα του κοινωνικού ρεφορμισμού τους ήταν ο «δημοτικός σοσιαλισμός» στις πόλεις που ηγήθηκαν ως ηγεμονικά προπύργια, όπως η Μπολόνια ή η παρισινή «κόκκινη ζώνη». Σε μια πολύ μεγαλύτερη χώρα όπως η Ινδία, οι κομμουνιστικές κυβερνήσεις της Κεράλα και της Δυτικής Βεγγάλης θα μπορούσαν να θεωρηθούν ισοδύναμες μορφές «τοπικών», μετα-αποικιακών κρατών πρόνοιας.

Στην Ευρώπη, ο σοσιαλδημοκρατικός κομμουνισμός είχε δύο απαραίτητες προϋποθέσεις: από τη μια πλευρά, την Αντίσταση που νομιμοποίησε τα κομμουνιστικά κόμματα ως δημοκρατικές δυνάμεις· από την άλλη, η οικονομική ανάπτυξη που ακολούθησε τη μεταπολεμική ανασυγκρότηση. Μέχρι τη δεκαετία του 1980, η εποχή του σοσιαλδημοκρατικού κομμουνισμού είχε τελειώσει. Επομένως, το τέλος του κομμουνισμού το 1989 ρίχνει ένα νέο φως στην ιστορική τροχιά της ίδιας της σοσιαλδημοκρατίας.

Μια ολοκληρωμένη μορφή του σοσιαλδημοκρατικού κράτους πρόνοιας υπήρχε μόνο στη Σκανδιναβία. Αλλού, το κράτος πρόνοιας ήταν πολύ περισσότερο αποτέλεσμα μιας καπιταλιστικής αυτομεταρρύθμισης παρά μιας σοσιαλδημοκρατικής κατάκτησης. Στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, στη μέση μιας ερειπωμένης ηπείρου, ο καπιταλισμός δεν μπόρεσε να επανεκκινήσει χωρίς ισχυρή κρατική παρέμβαση. Παρά τον προφανή – και σε μεγάλο βαθμό επιταχυνόμενο – στόχο του να υπερασπιστεί την αρχή της «ελεύθερης αγοράς» ενάντια στη σοβιετική οικονομία, το Σχέδιο Μάρσαλ ήταν, όπως έδειξε το όνομά του, ένα «σχέδιο» που εξασφάλιζε τη μετάβαση από τον ολοκληρωτικό πόλεμο στην ειρηνική ανασυγκρότηση.

Το μεταπολεμικό κράτος πρόνοιας ήταν ένα απροσδόκητο αποτέλεσμα της περίπλοκης και αντιφατικής αντιπαράθεσης μεταξύ κομμουνισμού και καπιταλισμού που είχε ξεκινήσει το 1917.

Χωρίς μια τέτοια τεράστια αμερικανική βοήθεια, πολλές ευρωπαϊκές χώρες που είχαν καταστραφεί υλικά δεν θα μπορούσαν να ανακάμψουν γρήγορα και οι Ηνωμένες Πολιτείες ανησυχούσαν ότι μια νέα οικονομική κατάρρευση θα μπορούσε να ωθήσει ολόκληρες χώρες προς τον κομμουνισμό. Από αυτή την άποψη, το μεταπολεμικό κράτος πρόνοιας ήταν ένα απροσδόκητο αποτέλεσμα της περίπλοκης και αντιφατικής αντιπαράθεσης μεταξύ κομμουνισμού και καπιταλισμού που είχε ξεκινήσει το 1917.

Όποιες κι αν ήταν οι αξίες, οι πεποιθήσεις και οι δεσμεύσεις των μελών της, ακόμη και των ηγετών της, η σοσιαλδημοκρατία έπαιξε τον ρόλο του ενοικιαστή: μπορούσε να υπερασπιστεί την ελευθερία, τη δημοκρατία και το κράτος πρόνοιας στις καπιταλιστικές χώρες απλώς και μόνο επειδή υπήρχε η ΕΣΣΔ και ο καπιταλισμός είχε αναγκαστεί να μεταμορφώνεται στο πλαίσιο του Ψυχρού Πολέμου. Μετά το 1989, ο καπιταλισμός ανέκτησε το «άγριο» πρόσωπό του, ανακάλυψε ξανά το την ορμή των ηρωικών του χρόνων και διέλυσε το κράτος πρόνοιας σχεδόν παντού.

Στις περισσότερες δυτικές χώρες, η σοσιαλδημοκρατία στράφηκε στον νεοφιλελευθερισμό και έγινε ουσιαστικό εργαλείο αυτής της μετάβασης. Και παράλληλα με την παλαιού τύπου σοσιαλδημοκρατία, εξαφανίστηκε ακόμη και ο σοσιαλδημοκρατικός κομμουνισμός. Η αυτοδιάλυση του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος, το 1991, ήταν ο εμβληματικός επίλογος αυτής της διαδικασίας: δεν μετατράπηκε σε ένα κλασικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, αλλά μάλλον σε υποστηρικτή του κεντροαριστερού φιλελευθερισμού, με το ρητά διεκδικούμενο μοντέλο του Αμερικανικού Δημοκρατικού Κόμματος.

Μετά τη πτώση


Το 1989, η πτώση του κομμουνισμού έκλεισε την αυλαία ενός θεατρικού έργου τόσο επικό όσο και τραγικό, τόσο συναρπαστικό όσο και τρομακτικό. Η εποχή της αποαποικιοποίησης και του κράτους πρόνοιας είχε τελειώσει, αλλά η κατάρρευση του κομμουνισμού ως καθεστώτος πήρε μαζί της και τον κομμουνισμό ως επανάσταση. Αντί να απελευθερώσει νέες δυνάμεις, το τέλος της ΕΣΣΔ προκάλεσε μια ευρεία συνειδητοποίηση της ιστορικής ήττας των επαναστάσεων του εικοστού αιώνα: παραδόξως, το ναυάγιο του υπαρκτού σοσιαλισμού κατέκλυσε την κομμουνιστική ουτοπία.

Η αριστερά του εικοστού πρώτου αιώνα αναγκάζεται να επανεφεύρει τον εαυτό της, να αποστασιοποιηθεί από τα προηγούμενα πρότυπα. Δημιουργεί νέα μοντέλα, νέες ιδέες και μια νέα ουτοπική φαντασία. Αυτή η ανασυγκρότηση δεν είναι εύκολη υπόθεση, στο βαθμό που η πτώση του κομμουνισμού άφησε τον κόσμο χωρίς εναλλακτικές στον καπιταλισμό και δημιούργησε ένα διαφορετικό ψυχικό τοπίο. Μια νέα γενιά έχει μεγαλώσει σε έναν νεοφιλελεύθερο κόσμο στον οποίο ο καπιταλισμός έχει γίνει μια «φυσική» μορφή ζωής.

Η Αριστερά ανακάλυψε ξανά ένα σύνολο επαναστατικών παραδόσεων που είχαν καταπιεστεί ή περιθωριοποιηθεί κατά τη διάρκεια ενός αιώνα, μεταξύ των οποίων ο αναρχισμός, και αναγνώρισε μια πλειάδα πολιτικών υποκειμένων που προηγουμένως αγνοήθηκαν ή είχαν υποβιβαστεί σε δευτερεύουσα θέση. Οι εμπειρίες των κινημάτων της «άλλης παγκοσμιοποίησης», της Αραβικής Άνοιξης, του Occupy Wall Street, των Ισπανικών Αγανακτισμένων, του ΣΥΡΙΖΑ, του γαλλικού Nuit πρωτοεμφανιζόμενου και των Κίτρινων Γιλέκων, των φεμινιστικών και LGBT κινημάτων και των Black Lives Matter είναι βήματα στη διαδικασία οικοδόμησης  μιας νέας επαναστατικής φαντασίας, με ασυνεχή χαρακτήρα, τρεφόμενη από την μνήμη αλλά ταυτόχρονα αποκομμένη από την ιστορία του εικοστού αιώνα και στερημένη από μια αξιοποιήσιμη κληρονομιά.

Ο κομμουνισμός του εικοστού αιώνα, γεννημένος ως μια προσπάθεια να κατακτήσει τον παράδεισο, έγινε, με και κατά του φασισμού, έκφραση της διαλεκτικής του Διαφωτισμού. Τελικά, οι σοβιετικού τύπου βιομηχανικές πόλεις, τα πενταετή σχέδια, η αγροτική κολεκτιβοποίηση, τα διαστημόπλοια, τα γκουλάγκ που μετατράπηκαν σε εργοστάσια, τα πυρηνικά όπλα και οι οικολογικές καταστροφές, ήταν διαφορετικές μορφές του θριάμβου της εργαλειακής λογικής.

Δεν ήταν ο κομμουνισμός το τρομακτικό πρόσωπο ενός προμηθεϊκού ονείρου, μιας ιδέας της Προόδου που έσβησε και κατέστρεψε κάθε εμπειρία αυτοχειραφέτησης; Δεν ήταν ο σταλινισμός μια καταιγίδα «που στοιβάζει συντρίμμια πάνω σε συντρίμμια», σύμφωνα με την εικόνα του Walter Benjamin, και την οποία εκατομμύρια άνθρωποι αποκαλούσαν λανθασμένα «Πρόοδο»; Ο φασισμός συνδύασε ένα σύνολο συντηρητικών αξιών που κληρονόμησε από τον αντιδιαφωτισμό με μια σύγχρονη λατρεία της επιστήμης, της τεχνολογίας και της μηχανικής δύναμης. Ο σταλινισμός συνδύασε μια παρόμοια λατρεία της τεχνικής νεωτερικότητας με μια ριζοσπαστική και αυταρχική μορφή Διαφωτισμού: ο σοσιαλισμός μεταμορφώθηκε σε μια «ψυχρή ουτοπία».

Μια νέα, παγκόσμια αριστερά δεν θα πετύχει χωρίς να εργαστεί μέσα από αυτήν την ιστορική εμπειρία. Η εξαγωγή του χειραφετητικού πυρήνα του κομμουνισμού από αυτό το πεδίο των ερειπίων δεν είναι μια αφηρημένη, απλώς διανοητική λειτουργία. Θα απαιτήσει νέες μάχες, νέους αστερισμούς, στους οποίους ξαφνικά το παρελθόν θα αναδυθεί ξανά και η μνήμη θα αποκτήσει πάλι την ζωτικότητά της. Οι επαναστάσεις δεν μπορούν να προγραμματιστούν, έρχονται πάντα απροσδόκητα.


 

Πηγή: commune.org.gr




Συλλαλητήρια Συνδικάτων: STOP στον πόλεμο. STOP στην ακρίβεια. ΝΑΙ σε ΣΣΕ, μόνιμη και σταθερή εργασία, αυξήσεις σε μισθούς και συντάξεις

Στο δρόμο, σήμερα, 26 Φλεβάρη 2022, εργαζόμενοι και συνταξιούχοι, καθώς επίσης και εργατικά σωματεία, εργατικές συλλογικότητες, όπως το ΜΕΤΑ, και συνταξιοδοχικές ενώσεις σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Πάτρα και άλλες πόλεις της χώρας. Συλλαλητήρια ενάντια στον πόλεμο, στην ακρίβεια, στην ανυπαρξία ΣΣΕ, στη φοροληστεία μισθών και συντάξεων και σε μια κυβέρνηση που δεν κατοχυρώνει σύγχρονα δικαιώματα για τους εργαζόμενους και τις εργαζόμενες, για την προστασία του εισοδήματος και της υγείας των εργαζομένων και του λαού, κόντρα στην πολιτική που θυσιάζει τις ανάγκες μας για τα κέρδη των ολίγων. Ανάλογες διαδηλώσεις έγιναν και στην Πάτρα.

Το «παρών» στο συλλαλητήριο της Αθήνας, έδωσαν, μεταξύ άλλων, οι εργάτες από την COSCO και τα Λιπάσματα Καβάλας, οι απεργοί από τη ΛΑΡΚΟ με τις οικογένειες τους, οι απολυμένοι από τα Πετρέλαια Καβάλας, καθώς και εργαζόμενοι από πολλούς κλάδους, σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα.

Οι εξελίξεις στην Ουκρανία οδηγήσαν Συνδικάτα και Συλλογικότητες στη συμπλήρωση του πλαισίου των διεκδικήσεων με αντιπολεμικά συνθήματα: «Λεφτά για τις εργατικές, κοινωνικές-λαϊκές ανάγκες – Όχι για εξοπλισμούς. Όχι στις ιμπεριαλιστικές συγκρούσεις που δολοφονούν τους λαούς. Να κλείσουν άμεσα οι βάσεις στη Σούδα, στην Αλεξανδρούπολη, στο Στεφανοβίκειο και στη Λάρισα, να κλείσουν άμεσα όλες οι ευρωατλαντικές υποδομές και να μη χρησιμοποιηθούν για επιχειρήσεις στην Ουκρανία. Καμία εμπλοκή της Ελλάδας. Να σταματήσει τώρα κάθε πολεμική ενέργεια από κάθε πλευρά», αναφέρει στο κάλεσμά του το ΜΕΤΑ.

«Οι κινητοποιήσεις του προηγούμενου διαστήματος ενάντια στην πολιτική που μας αφήνει απροστάτευτους από τα φυσικά φαινόμενα, οι αγωνιστικές πρωτοβουλίες του προηγούμενου διαστήματος σε μια σειρά κλάδους για την προστασία της υγείας, της ζωής μας και της λαϊκής περιουσίας, του εισοδήματος μας, για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων μας είναι πολύτιμη παρακαταθήκη για τη συνέχεια. Είναι ανάγκη οι εστίες αντίστασης να πολλαπλασιαστούν, να απλωθούν παντού σε κάθε χώρο δουλειάς, σε κάθε κλάδο, σε κάθε γειτονιά. Να ενωθούν σε ένα μεγάλο ποτάμι καταδίκης της πολιτικής που ευθύνεται για τα προβλήματα που βιώνουμε, σε ένα μεγάλο μέτωπο συλλογικής διεκδίκησης των δίκαιων αιτημάτων μας… Είναι επιτακτική ανάγκη παντού, σε όλα τα όργανα του κινήματος, στα σωματεία, στα Εργατικά Κέντρα, στις Ομοσπονδίες, στους μαζικούς φορείς, στους χώρους δουλειάς, στα σχολεία και στις σχολές, στις γειτονιές να συζητηθεί και να ξεδιπλωθεί ένα σχέδιο δράσης και συντονισμού του αγωνιστικού μας βηματισμού», σημειώνει, επίσης, ανάμεσα στα άλλα, στο κάλεσμά του το ΜΕΤΑ και συμπληρώνει: «Το Σάββατο 26 Φλεβάρη, στις 12μ., να πλημμυρίσουμε το Σύνταγμα για να διαδηλώσουμε, διεκδικώντας:

  • Ανατροπή – κατάργηση του Νόμου Χατζηδάκη – Μαζική εργατική απειθαρχία – Η απεργία και τα συνδικάτα είναι υπόθεση των εργαζομένων, όχι του κράτους και της εργοδοσίας

  • Κανένας εργαζόμενος χωρίς Συλλογική Σύμβαση Εργασίας. Ουσιαστικές αυξήσεις στους μισθούς, στις συντάξεις και στα κοινωνικά επιδόματα

  • Επαναφορά του 13ου και 14ου μισθού και σύνταξης. Επίδομα ανεργίας 600€ για όλους τους ανέργους χωρίς όρους και προϋποθέσεις

  • Μόνιμη και σταθερή εργασία για όλους. Κατάργηση των ελαστικών σχέσεων εργασίας. Άρση των αναστολών εργασίας και επιστροφή των εργαζομένων στη δουλειά τους

  • Μείωση του ωραρίου εργασίας στις 35 ώρες την εβδομάδα, με προοπτική το 30ωρο για όλους χωρίς μείωση αποδοχών
  • Προσλήψεις προσωπικού με σταθερή δουλειά και δικαιώματα στην υγεία, την πρόνοια, την εκπαίδευση, στους ΟΤΑ και στους τομείς πολιτικής προστασίας.

  • Κατάργηση του θεσμικού πλαισίου της «αξιολόγησης», που οδηγεί στη διάλυση της εκπαίδευσης και όλου το δημόσιου τομέα και στην ιδιωτικοποίησή τους
  • Γενναία μείωση των δημοτικών τελών για τα φτωχά νοικοκυριά

  • Αφορολόγητο στα 12.000 ευρώ. Διαγραφή χρεών των φτωχών εργατικών και λαϊκών νοικοκυριών

  • Κανένα λαϊκό σπίτι χωρίς ρεύμα, νερό, τηλέφωνο. Όχι στις κατασχέσεις και στους πλειστηριασμούς της περιουσίας του λαού

  • Κατάργηση του ΦΠΑ στα είδη λαϊκής κατανάλωσης καθώς και του ΕΝΦΙΑ για τα φτωχά εργατικά και λαϊκά νοικοκυριά

  • Μείωσης της τιμής του ρεύματος κατά 50% και κατάργηση των φόρων στα καύσιμα και συνολικά στην ενέργεια

  • Μέτρα προστασίας της υγείας και της ασφάλειας στους χώρους δουλειάς, στις μεγάλες βιομηχανικές ζώνες, στα σχολεία, στους παιδικούς σταθμούς, στα μέσα μαζικής μεταφοράς

  • Κρατική χρηματοδότηση για τη στήριξη του δημόσιου συστήματος υγείας, επίταξη του ιδιωτικού τομέα της υγεία

  • Λεφτά για τις εργατικές, κοινωνικές-λαϊκές ανάγκες – Όχι για εξοπλισμούς. Όχι στις ιμπεριαλιστικές συγκρούσεις που δολοφονούν τους λαούς. Να κλείσουν άμεσα οι βάσεις στη Σούδα, στην Αλεξανδρούπολη, στο Στεφανοβίκειο και στη Λάρισα, να κλείσουν άμεσα όλες οι ευρωατλαντικές υποδομές και να μη χρησιμοποιηθούν για επιχειρήσεις στην Ουκρανία. Καμία εμπλοκή της Ελλάδας. Να σταματήσει τώρα κάθε πολεμική ενέργεια από κάθε πλευρά».

https://www.902.gr/sites/default/files/styles/902-grid-8/public/MediaV2/20220226/patra.jpg?itok=M6oBZLx9


Πηγές φωτογραφιών: ErgasiaNET, tanea.gr, 902.gr, ΤΑΤΙΑΝΑ ΜΠΟΛΑΡΗ / EUROKINISSI topontiki.gr, typosthess | Πηγή βίντεο: 902.gr

Πηγή: ergasianet.gr




Δίκη Σεπολίων: Τη Δευτέρα 28/2 η συνέχεια -Συγκέντρωση αλληλεγγύης

▸ΣΤΟ ΚΤΙΡΙΟ 13, στις 9 π.μ., συνεχίζεται με τις καταθέσεις μαρτύρων υπεράσπισης η δίκη των 4 από τους 5 κατηγορούμενους για τη συμμετοχή στη διαδήλωση στις 17 Νοέμβρη 2020 από το σταθμό Λαρίσης προς τα Σεπόλια.

Ήδη το κατηγορητήριο με τις χαλκευμένες κατηγορίες έχει πλήρως καταρρεύσει με τις πρώτες καταθέσεις των μαρτύρων υπεράσπισης.

Ενώ, οι καταθέσεις των αστυνομικών με ένα σωρό αντιφάσεις, ψέματα και ανακρίβειες, έχουν αποδομηθεί από τις ερωτήσεις των συνηγόρων υπεράσπισης.

Η ΚΕΔΔΑ καλεί σε συγκέντρωση στα δικαστήρια και επισημαίνει ότι σημαντικό στοιχείο που ενισχύει την προοπτική αθώωσης των διωκόμενων αποτελεί η πρόσφατη αθωωτική απόφαση για διαδηλωτή της ίδιας μέρας στα Προπύλαια, που και αυτός αντιμετώπιζε ευφάνταστες κατηγορίες για «απόπειρα επικίνδυνης σωματικής βλάβης» και «βία κατά υπαλλήλου» και ο αστυνομικός της ομάδας «Δράση» ισχυρίστηκε ότι συνελήφθη γιατί βρισκόταν ανάμεσα σε πλήθος συγκεντρωμένων που… πετούσε πέτρες!


 

Πηγή: prin.gr




Διεθνιστική απάντηση στον πόλεμο!

Ανακοίνωση της πολιτικής οργάνωσης Κόκκινο Νήμα

Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία είναι μια πράξη ωμής ιμπεριαλιστικής επιδρομής.

Είναι η κλιμάκωση και κεντρικοποίηση του ιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού «Ανατολής»-«Δύσης», που πλέον ξεσπά πολεμικά στην Ευρώπη, ύστερα από την εκδήλωσή του σε σειρά από τοπικά και περιφερειακά «μέτωπα».

Είναι η συνέχιση του οικονομικού, εμπορικού, ενεργειακού, νομισματικού πολέμου και του εντεινόμενου οικονομικού προστατευτισμού με πολεμικά μέσα.

Είναι η υπενθύμιση ότι τα πυραυλικά συστήματα, τα τανκς, τα αεροπλάνα, οι φρεγάτες, τα αεροπλανοφόρα δεν υπονομεύουν μόνο τις συντάξεις και το κοινωνικό κράτος αλλά έρχεται πάντα η ώρα που δολοφονούν και καταστρέφουν μαζικά τις προϋποθέσεις της ίδιας της ζωής.

Είναι η υπενθύμιση ότι η αναζήτηση ιμπεριαλιστικής «προστασίας» στο όνομα των «εθνικών» συμφερόντων δεν πληρώνεται μόνο με αυταπάτες αλλά, όλο και συχνότερα, με ανθρώπινες εκατόμβες.

Είναι η στιγμή μιας στοιχειώδους πολιτικής υποχρέωσης: να εκφραστεί η απερίφραστη αλληλεγγύη στους λαούς της Ουκρανίας, από το Κίεβο ως το Ντονμπάς και το Λουχάνσκ. Που ο ιμπεριαλιστικός ανταγωνισμός, ο ουκρανικός εθνικισμός και ο μεγαλορώσικος σοβινισμός τους διαίρεσαν, και τώρα πληρώνουν μαζί το σκληρό τίμημα που οι «προστάτες» έταξαν: του πολέμου, των κυρώσεων, της προσφυγιάς, της καταστροφής των ζωών τους. Καταδίκη του πολέμου χωρίς έκφραση αλληλεγγύης στους λαούς που αποτελούν τα κατεξοχήν θύματά του είναι πολιτική υποκρισία. Ακόμη μεγαλύτερη πολιτική υποκρισία είναι το «Είμαστε όλοι Ουκρανοί» των ιδεολόγων και προπαγανδιστών του δυτικού ιμπεριαλισμού. Έχουν γραμμένους τους λαούς της Ουκρανίας στα παλαιότερα των υποδημάτων τους˙ τους ενδιαφέρει μόνο το γεωπολιτικό και οικονομικό «παίγνιο» περί την Ουκρανία και τα κέρδη ή οι απώλειες για το δυτικό ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο. Η υποτιθέμενη αλληλεγγύη τους επιτάσσει (για την ώρα τουλάχιστον)… κυρώσεις ενάντια στη Ρωσία, δηλαδή εν τέλει ενάντια στον ρωσικό λαό. Λέγοντας «είμαστε όλοι Ουκρανοί», εννοούν είμαστε όλοι κατά της Ρωσίας…

Είναι η ώρα που καταρρέουν με πάταγο οι αυταπάτες για τον υποτιθέμενο «αντιμπεριαλιστικό» χαρακτήρα της Ρωσίας και συνολικά του ιμπεριαλιστικού μπλοκ της «Ανατολής» (με Κίνα και άλλους, λιγότερο ή περισσότερο ευκαιριακούς, συμμάχους περιφερειακής εμβέλειας). Όχι μόνο γιατί αποτελεί μια λυκοσυμμαχία όπως ακριβώς και το ιμπεριαλιστικό μπλοκ της «Δύσης», αλλά και γιατί εφαρμόζουν με συνέπεια τους ωμούς κανόνες της ιμπεριαλιστικής επιβολής: από την πολεμική επιβολή ως την «αλλαγή καθεστώτος» και το δόγμα της «σφαίρας επιρροής». Η Ρωσία δεν περιορίστηκε στο να υποστηρίξει στρατιωτικά το Ντονμπάς, αλλά βομβαρδίζει ολόκληρη την Ουκρανία, επιδιώκει ρητά την αλλαγή καθεστώτος (βαφτίζοντάς την «αποναζιστικοποίηση»), θεωρεί τους Ουκρανούς όχι έθνος αλλά οικόπεδο που αποτελείται από κατοίκους χωρίς ταυτότητα, επικαλείται το «νόμιμο» δικαίωμα απόλυτης κυριαρχίας σε αυτό που θεωρεί και διεκδικεί σαν σφαίρα επιρροής της, έχει ουσιαστικά καταλάβει τη Λευκορωσία χρησιμοποιώντας την σαν στρατιωτικό ορμητήριο.

Φυσικά, οι Δυτικοί ιμπεριαλιστές, με πρώτες και καλύτερες τις ιμπεριαλιστικές ΗΠΑ, αλλά και η τσαρική Ρωσία, είναι οι πρώτοι διδάξαντες την ιμπεριαλιστική ωμότητα σε όλες της τις εκδοχές. Έχουν εφαρμόσει το δόγμα της σφαίρας επιρροής ακόμη και σε μακρινές ηπείρους, έχουν οργανώσει πραξικοπήματα και αλλαγές καθεστώτος στις τέσσερις γωνιές του πλανήτη, έχουν εκατοντάδες στρατιωτικές βάσεις σε όλο τον κόσμο, συνέχισαν να επεκτείνουν το ΝΑΤΟ μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, συστήνουν συμμαχίες πυρηνικής «επιτήρησης» όπως η AUKUS ενάντια στην Κίνα, επεμβαίνουν κατά το δοκούν στη Μ. Ανατολή, τη Λ. Αμερική, την Αφρική, βαρύνονται με μερικά από τα ειδεχθέστερα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας (εγκλήματα του ναζισμού -κι αυτός στη «Δύση» ανήκε-, ισοπέδωση της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι με ατομικές βόμβες αλλά και τη Δρέσδη με ανελέητους βομβαρδισμούς ενώ ο πόλεμος είχε κριθεί).

Είναι η στιγμή της αντιπαράθεσης με το δικό μας «μεγάλο αφεντικό», τον δυτικό ιμπεριαλισμό, και με το δόγμα «ανήκομεν εις την Δύσιν» του ελληνικού εθνικισμού. Είναι η στιγμή να ξαναφωνάξουμε για την έξοδο από το ΝΑΤΟ και τη διάλυσή του και για το κλείσιμο όλων των βάσεων, από τη Σούδα ως την Αλεξανδρούπολη, για την αποχώρηση της Ελλάδας από τον ιμπεριαλιστικό άξονα στη νοτιοανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή (με τους αντιδραστικούς των μοναρχιών του Κόλπου, τον δικτάτορα της Αιγύπτου και τους σιωνιστές του Ισραήλ), για να τερματιστεί ο ανταγωνισμός με την Τουρκία για τις ΑΟΖ και κάθε σχέδιο εξορύξεων στη Μεσόγειο, για να ακυρωθεί το εξοπλιστικό πρόγραμμα-«μαμούθ» για τις γαλλικές φρεγάτες και τα Ραφάλ.

Είναι η στιγμή του διεθνισμού, των διεθνιστικών απαντήσεων στον πόλεμο. Ο Πούτιν κατάλαβε σωστά με ποια ρωσική -και όχι μόνο ρωσική- παράδοση είναι τελείως ξένος και θέλει να ξεκόψει: με τη διεθνιστική παράδοση της Οκτωβριανής επανάστασης. Όπως κατάλαβε και από ποια ρωσική παράδοση εμπνέεται και θέλει να συνεχίσει: του τσαρικού απολυταρχισμού.

Είναι η στιγμή η ελληνική Αριστερά να επιστρέψει στην κοίτη των καλύτερων διεθνιστικών παραδόσεων. Να εγκαταλείψει τις αυταπάτες (για όσους και όσο εξακολουθούν να υπάρχουν) περί αντιμπεριαλιστικού χαρακτήρα του «Ανατολικού» μπλοκ (Κίνα, Ρωσία κ.λπ.). Εδώ δεν υπάρχει τίποτε το αντιμπεριαλιστικό, παρά μόνο η ιμπεριαλιστική έκφραση στόχων για μια συμφέρουσα γι’ αυτές ανατροπή των συσχετισμών ενάντια στο δυτικό στρατόπεδο. Στον βαθμό που προβάλλουν σαν «αναμορφωτές των διεθνών σχέσεων», η μόνη «αναμόρφωση» για την οποία είναι ικανοί, είναι η ιμπεριαλιστική ωμότητα με άλλα αφεντικά. Γι’ αυτό, είναι η στιγμή να εγκαταλειφθεί και μια άλλη αυταπάτη: ενός «πολυπολικού κόσμου» που τάχα θα είναι πιο δημοκρατικός και θα δίνει δυνατότητες «ανεξάρτητης» εξωτερικής πολιτικής σε αδύναμες καπιταλιστικές χώρες. Στον βαθμό που η «παγκοσμιοποίηση» είναι σε ανοιχτή κρίση και οι ΗΠΑ δεν μπορούν πλέον να είναι ο παγκόσμιος «αυτοκράτορας», στον βαθμό που η ανισόμετρη ανάπτυξη έχει ήδη οδηγήσει στο σημείο η Κίνα να αμφισβητεί την αμερικανική οικονομική πρωτοκαθεδρία, ο κόσμος έχει γίνει ντε φάκτο «πολυπολικός», αλλά αυτό δεν είναι καλό νέο: σηματοδοτεί την ένταση των ανταγωνισμών, εξοπλισμούς και πολεμικές προετοιμασίες, πιο άμεση και με μεγαλύτερες αρνητικές συνέπειες συνύφανση της γεωπολιτικής με την οικονομία (αύξηση τιμών ενέργειας και τροφίμων, διατήρηση του υψηλού πληθωρισμού), ένταση του περιφερειακού ανταγωνισμού καθώς τα μεγάλα αφεντικά θα αδυνατούν να «επιβάλλουν την «τάξη», «πλησίασμα» του πολέμου, μικρότερα περιθώρια «ανεξαρτησίας» και αντίθετα μεγαλύτερη ανάγκη για λυκοσυμμαχίες περιφερειακής ή διεθνούς εμβέλειας, με ιμπεριαλιστικό και καθόλου ειρηνευτικό χαρακτήρα..

Αντί για τέτοιες αυταπάτες, είναι η ώρα της επιστροφής στον διεθνισμό. Ο οποίος δεν πρέπει να νοείται σαν η υποτιμημένη, ασθενική πλευρά του αντιμπεριαλισμού, αλλά αντίθετα, σαν το «όλον» που περιέχει σαν διάστασή του τον αντιμπεριαλισμό.
Είναι η στιγμή αυτός ο διεθνισμός να εκφραστεί έμπρακτα με διαδηλώσεις και κάθε είδους δράση, με απερίφραστη καταγγελία της ρωσικής εισβολής, με έκφραση αλληλεγγύης στους λαούς της Ουκρανίας, με γενική αντιπαράθεση με το «δικό μας» μεγάλο αφεντικό, τον δυτικό ιμπεριαλισμό και το γρανάζι του, την Ελλάδα.

 

  • Κάτω η ρωσική εισβολή! Αλληλεγγύη στους λαούς της Ουκρανίας από το Κίεβο ως το Ντονμπάς!
  • Όχι στον ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό «Ανατολής»-«Δύσης», τον πόλεμο, τους εξοπλισμούς, τις «σφαίρες επιρροής», τη μετατροπή των λαών σε πιόνια και θύματα των αστικών και ιμπεριαλιστικών συμφερόντων και του εθνικισμού!
  • Όχι στο «ανήκομεν εις την Δύσιν», καμία ελληνική συμμετοχή, να κλείσουν οι βάσεις, να καταργηθεί το εξοπλιστικό πρόγραμμα-«μαμούθ»!

 

 

Αθήνα 24/2/2022

Πολιτική οργάνωση Κόκκινο Νήμα




Αναίτιες προσαγωγές μελών του Παραρτήματος Θεσσαλονίκης Σ.ΕΡ.Ε.Τ.Ε.

Σε προσαγωγές πέντε μελών του Παραρτήματος Θεσσαλονίκης του Σ.ΕΡ.Ε.Τ.Ε. προχώρησε η Ελληνική Αστυνομία για την ανάρτηση πανό, απέναντι από το Υπουργείο Μακεδονίας-Θράκης, ενάντια στον Νόμο Χατζηδάκη, που καταργεί στην πράξη το 8ωρο και ποινικοποιεί τη συνδικαλιστική δράση. Η επιχείρηση αυτή της αστυνομίας περιελάμβανε ένα πλήθος από περιπολικά, μηχανές και ασφαλίτες. Κατά τη διάρκεια της προσαγωγής αστυνομικοί ζητούσαν τη λίστα μελών του σωματείου, ασφαλίτες έβγαζαν φωτογραφίες τους/ις συναδέλφους/ισσες καθώς επίσης ζητήθηκε από τους προσαχθέντες να κατεβάσουν το πανό. Μετά από κάποια ώρα τα μέλη μας αφέθηκαν ελεύθερα.

Ένα χρόνο μετά το κρεσέντο καταστολής και βίας που έστησε η κυβέρνηση μέσα στο ΑΠΘ, τώρα στοχοποιεί τους/τις εργαζόμενους/ες στην έρευνα, που διεκδικούν τα αυτονόητα: μισθό, ασφάλιση και αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας. Με τον τρόπο αυτό θέλει να επιβάλει σιωπή νεκροταφείου και να καταστείλει όποια φωνή υψώνεται ενάντια στην περαιτέρω υποτίμηση των ζωών μας, οικοδομώντας μια ζοφερή αστυνομοκρατούμενη πραγματικότητα, όπου η μόνη φώνη που θα ακούγεται είναι η αδίστακτη προπαγάνδα που τροφοδοτείται στα ΜΜΕ.

Τέτοιες πρακτικές δεν μας φοβίζουν, τις γνωρίζουμε, μας πεισμώνουν ακόμα παραπάνω για να παλέψουμε και να οργανωθούμε μέσα από οριζόντιες διαδικασίες, ενάντια στον αυταρχισμό και την υποτίμηση της εργασίας μας. Αγωνιζόμαστε πλάι στους φοιτητές, τις καθηγήτριες, τις εργαζόμενες, ενάντια στο φακέλωμα των σωματείων, την κατάργηση του 8ώρου και την ποινικοποίηση της απεργίας.

Διοικούσα επιτροπή παραρτήματος Θεσσαλονίκης Σωματείου Εργαζομένων στην Έρευνα και την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση (Σ.ΕΡ.Ε.Τ.Ε.).




Φασισμός και ρατσισμός στο ισπανικό κράτος

Steve Cedar

Φασισμός και ρατσισμός στο ισπανικό κράτος

Το ισπανικό κράτος δεν αποτελεί εξαίρεση, και η κύρια δύναμη της ακροδεξιάς που έχει αναδειχθεί τα τελευταία χρόνια είναι το Vox, ένα ακροδεξιό λαϊκιστικό κόμμα που αναπτύχθηκε με ανησυχητική ταχύτητα και έχει εκπροσώπηση και επιρροή στις αυτόνομες κοινότητες και πάνω από 50 μέλη του κεντρικού ισπανικού κοινοβουλίου. Στην πραγματικότητα, το Vox είναι μοναδικό σε σύγκριση με άλλα ακροδεξιά κόμματα στην Ευρώπη, καθώς αποτελεί απόσχιση από το κύριο παραδοσιακό συντηρητικό κόμμα (PP / Partido Popular) και όχι ένα νέο κόμμα. Η διάσπαση αυτή αποτελεί μέρος μιας προσπάθειας διάσωσης της (ταλαιπωρημένης από τη διαφθορά) Δεξιάς, όπως ήταν και η δημιουργία των Cs (Ciudadanos)˙ η χουλιγκάνικη και προκλητική πολιτική των Cs άνοιξε την πόρτα για το Vox, και δεν είναι τυχαίο ότι οι ψηφοφόροι των Cs πήγαν μαζικά στο Vox. Η ύπαρξη του ακροδεξιού λαϊκισμού δίνει την ευκαιρία στην παραδοσιακή δεξιά να διευρύνει τη βάση της∙ το PP θεωρείται πολύ «κυριλέ» και μέινστριμ και η συνδυασμένη ψήφος PP -Vox είναι μεγαλύτερη από ό,τι το PP μόνο του.

Η αύξησή τους οφείλεται σε διάφορους παράγοντες: απογοήτευση από την πολιτική και τα παραδοσιακά κόμματα από ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού, συμπεριλαμβανομένων τμημάτων της εργατικής τάξης που τιμωρούνται από το σύστημα∙ εκτός της Καταλονίας, είναι το λυσσαλέο μίσος για το κίνημα υπέρ της ανεξαρτησίας, και αυτό το αντι-καταλανικό συναίσθημα τους έχει φέρει πολλές ψήφους αλλά και εντός της Καταλονίας (με τις ψήφους των Cs να πηγαίνουν στο Vox στην Καταλονία), μια βασική διαφορά από την υπόλοιπη Ευρώπη – ο ρατσισμός και η ισλαμοφοβία που χαρακτηρίζει όλα αυτά τα λαϊκιστικά κόμματα σε όλο τον κόσμο- και μια κραυγή νοσταλγίας για την Ισπανία του Φράνκο- ένας πατριωτικός, κραυγαλέος εθνικισμός, που προσπαθεί να διεκδικήσει την ομοιογένεια της Δεξιάς εις βάρος των άλλων δεξιών κομμάτων. Και φυσικά, το μίσος για την αριστερά, αποκαλώντας την κυβέρνηση PSOE-Podemos «κομμουνιστική» κυβέρνηση. Συνοψίζοντας, ένας κλασικός ακροδεξιός/φασιστικός λόγος προσαρμοσμένος στο συγκεκριμένο ισπανικό κράτος, με όλες τις διαστρεβλώσεις και τα ψέματα που αποτελούν σήμα κατατεθέν των πρώτων φασιστικών κινημάτων. Εν ολίγοις, τα βασικά ερωτήματα για την κινητοποίησή του βασίζονται στη φυλή, την Καταλονία και τον μισογυνισμό: το τελευταίο διαφέρει επίσης (έστω και σε κάποιο βαθμό) από την υπόλοιπη ακροδεξιά στο ότι αρνείται την ύπαρξη έμφυλης βίας.

 

Και ποια είναι η απάντηση της αριστεράς σε αυτή την άνοδο μιας ακροδεξιάς οργάνωσης;

Σε θεσμικό επίπεδο, ελάχιστα ή τίποτα. Παρά τις δυναμικές ομιλίες για την απειλή της ακροδεξιάς, η κυβέρνηση PSOE-Podemos (UP / Unidas Podemos) συνθηκολογεί με την ακροδεξιά σε ζητήματα μετανάστευσης, ανθρωπίνων δικαιωμάτων, προσφύγων, καταστολής και αντι-καταλανικού συναισθήματος.

Ο αντιφασισμός θεωρείται περισσότερο ως έγκλημα στα δικαστήρια από ότι οι συνεχείς πράξεις φασιστικών ομάδων σε όλο το κράτος, σαφής απόδειξη ότι το παλιό φρανκικό καθεστώς δεν απομακρύνθηκε ποτέ από το δικαστικό σύστημα.

Ενώ και τα δύο κυβερνητικά κόμματα είναι επίσημα αντιφασιστικά, είναι αμφίβολο αν χρησιμοποιούν την επιρροή τους για να κάνουν κάποια πράγματα για το ζήτημα.

Σε τοπικό επίπεδο, τα μέλη της UP είναι πιο ενεργά, κυρίως, αλλά όχι μόνο, εκτός Καταλονίας.

Το PSOE κρύβεται πίσω από τον μωβ μανδύα των Podemos για να δώσει στον εαυτό του μια αριστερή κάλυψη, και οι Podemos συνεχίζουν να κατακρεουργούν κάθε αριστερή συμμετοχή στις τάξεις τους, με περισσότερες εκκαθαρίσεις και διαγραφές και γίνονται απλά μια ακόμη αριστερή ρεφορμιστική εκλογική επιλογή. Οποιαδήποτε αντιφασιστική δράση αναληφθεί από τη σοσιαλδημοκρατική αριστερά θα είναι μόνο ως αποτέλεσμα της πίεσης από τα λαϊκά κινήματα.

Όπου το Vox προσπάθησε να εμφανιστεί δημοσίως με τραπεζάκια σε εργατικές συνοικίες, όπως η Βαγέθας στη Μαδρίτη, ή σε πόλεις που είναι υπέρ της ανεξαρτησίας στην Καταλονία, όπως το Βικ, συνάντησε την οργανωμένη αντίδραση όλων των τμημάτων της τοπικής κοινωνίας: των νέων αντιφασιστών, των ενώσεων ενοικιαστών, των συνδικαλιστών και γενικότερα κόσμος που αναγνωρίζει το Vox ως αυτό που είναι: το παλιό φασιστικό κίνημα του Φράνκο με νέα επωνυμία, με με τον ίδιο πολιτικό λόγο με την ακροδεξιά στην υπόλοιπη Ευρώπη, αν και οι ηγέτες του είναι αναμφίβολα φρανκιστές.

Ως επαναστάτες, το έργο μας δεν είναι εύκολο. Πρέπει να οικοδομήσουμε την αντίσταση στο Vox στο δρόμο και στις κοινότητες και να συνεργαστούμε για το ζήτημα αυτό με ανθρώπους με τους οποίους ίσως δεν συμφωνούμε σε κάποια άλλα ζητήματα, αλλά όπως λέω πάντα, κανείς δεν έχει τα πνευματικά δικαιώματα στον αγώνα κατά του φασισμού και του ρατσισμού. Έχουμε το καθήκον να συμμετέχουμε στην οικοδόμηση ενός ενιαίου κινήματος ενάντια στην ακροδεξιά, το οποίο όμως πρέπει να βασίζεται στις κοινότητες και στους χώρους εργασίας, και όχι σε μια οργάνωση «μέτωπο κορυφής», ή σε μια οργάνωση του διαδικτύου, αλλά σε ένα πραγματικό κίνημα ενιαίου μετώπου που μπορεί να εμπλέξει ανθρώπους που θέλουν να αντισταθούν και να σταματήσουν αυτό το κύμα ρατσισμού που πλησιάζει.

Ωστόσο, μια ενωτική καμπάνια κατά του φασισμού από μόνη της δεν αρκεί – δεν αρκεί αν ο στόχος της είναι να υπονομεύσει τις ψήφους (των φασιστών) στην εργατική τάξη-χρειάζεται μια πολιτική εναλλακτική λύση, και αυτή η εναλλακτική λύση δεν προσφέρεται από τους μη αντικαπιταλιστές συμμάχους∙ έτσι, ενώ αναπόφευκτα μια ενωτική εκστρατεία σημαίνει συνεργασία με ρεφορμιστές (ειδικά με τη βάση του UP ή του ERC [Esquerra Republicana de Catalunya] στην Καταλονία, για παράδειγμα), αυτά τα κόμματα είναι ανίκανα να προσφέρουν μια εναλλακτική λύση στους αποξενωμένους από το σύστημα εργάτες που είναι υποστηρικτές του Vox .

Μετάφραση: elaliberta.gr

Steve Cedar, “Fascism and racism in the Spanish State”, Anti*capitalist Resistance, 15 Ιανουαρίου 2022, https://anticapitalistresistance.org/fascism-and-racism-in-the-spanish-state/. Αναδημοσίευση: Europe Solidaire Sans Frontièrehttp://www.europe-solidaire.org/spip.php?article60838

Ο Steve Cedar από τους Anticapitalistas Catalunya, είναι αντιφασίστας ακτιβιστής που συμμετέχει σε ενωτικές εκστρατείες, τόσο στο Ηνωμένο Βασίλειο όσο και στην Καταλονία. Αγωνίζεται κατά του φασισμού και του ρατσισμού σε όλες τις μορφές του, πάντα με βάση την τοπική κοινότητα. Στο παρελθόν ήταν στην πόλη Vic, όπου είχε τη βάση της η φασιστική Plataforma per Catalunya, η οποία έχει πλέον εξαφανιστεί. Αυτή τη στιγμή στη Βαρκελώνη, ο Steve εργάζεται για τη δημιουργία μιας ενωτικής καμπάνιας ενάντια στο Vox, τη σημαντικότερη πολιτική απειλή από την ακροδεξιά αυτή τη στιγμή.




Θεσσαλονίκη: Ψήφισμα υπέρ της επαναλειτουργίας του Λοιμωδών

Το Δημοτικό Συμβούλιο Θεσσαλονίκης ενέκρινε ομόφωνα την άμεση επαναλειτουργία του Νοσοκομείου Ειδικών Παθήσεων – Λοιμωδών.

Το σχέδιο ψηφίσματος κατέθεσε η δημοτική παράταξη «Πόλη Ανάποδα – Δύναμη Ανατροπής»:

Το Νοσοκομείο Ειδικών Παθήσεων – Λοιμωδών στη Θεσσαλονίκη, ένα ιστορικό νοσοκομείο για την πόλη, έκλεισε το 2013 στο πλαίσιο περικοπών. Από τότε παραμένει σφραγισμένο εδώ και 9 περίπου χρόνια, παρά το γεγονός ότι έχει παραχωρηθεί από το ιταλικό κράτος στο ελληνικό δημόσιο με ελάχιστο μίσθωμα (74 ευρώ ετησίως) και υπό τον όρο να λειτουργεί ως δομή υγείας.

Με πρωτοβουλία του Κοινωνικού Ιατρείου Αλληλεγγύης, υγειονομικοί, πολίτες, φορείς και συλλογικότητες της πόλης κινητοποιούνται με διάφορους τρόπους από τον περασμένο Νοέμβριο ζητώντας την επαναλειτουργία του νοσοκομείου, που μπορεί να προσφέρει πολύτιμη ειδική γνώση και κλίνες στην πόλη της Θεσσαλονίκης, ειδικά την εποχή που η δημόσια υγεία βάλλεται από ένα λοιμώδες νόσημα.

Το Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου Θεσσαλονίκης, αντιλαμβανόμενο τα τεράστια κενά της δημόσιας υγείας στην πόλη, συντάσσεται με το αίτημα για άμεση επαναλειτουργία του Νοσοκομείου, με την στελέχωση και τον εξοπλισμό που απαιτείται, και καλεί τη Δημοτική Αρχή να προβεί σε όλες τις αναγκαίες ενέργειες για την προώθηση του δίκαιου αυτού αιτήματος.




Εργαζόμενοι ΕΦΚΑ: Ανυποχώρητος αγώνας για τη διάσωση της Δημόσιας Κοινωνικής Ασφάλισης

Βαγενάς Χρήστος, εργαζόμενος ΕΦΚΑ, Οργαν. Γραμματέας ΠΟΠΟΚΠ, μέλος Ριζοσπαστικών Αγωνιστικών Κινήσεων

 

Με σημαντική συμμετοχή από τους εργαζόμενους πραγματοποιήθηκε 48ωρη απεργία στα Ασφαλιστικά Ταμεία στις 16-17 Φλεβάρη, με αφορμή την κατάθεση και ψήφιση του νέου νομοσχεδίου του Χατζηδάκη για τον “εκσυγχρονισμό” του ΕΦΚΑ.

Το νομοσχέδιο, που ψηφίστηκε την Πέμπτη 17/02/22 με τις ψήφους των βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας, αποτελεί μία ακόμα περίπτωση άλωσης του Δημόσιου Τομέα και της Κοινωνικής Ασφάλισης. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη επιδιώκει ο Δημόσιος Τομέας να μετατραπεί σε κομματικό φέουδο και πεδίο κερδοφορίας για το ιδιωτικό κεφάλαιο και τον κομματικό στρατό των golden boys.

Το νομοσχέδιο αυτό, που αποτελεί πλέον νόμο του κράτους, περιλαμβάνει:

  • Την παράδοση της ακίνητης περιουσίας του ΕΦΚΑ σε Α.Ε., η οποία θα την μεταβιβάσει-χαρίσει στο παρασιτικό ιδιωτικό κεφάλαιο, που με δανεικά και αγύριστα από τις τράπεζες (οι οποίες έχουν ενισχυθεί με δισεκατομμύρια από τους φορολογούμενους τα τελευταία χρόνια) θα κάνουν μπίζνες και επενδύσεις.

  • Την ανάθεση των θέσεων ευθύνης με ξεκάθαρα κομματικά κριτήρια σε άτομα από τον Ιδιωτικό Τομέα με μισθούς που θα φτάνουν τα 8.000€ μηνιαίως! Δηλαδή καταργείται επίσημα η μονιμότητα, ο Υπαλληλικός Κώδικας, το ΑΣΕΠ και το Σύνταγμα της χώρας για να φάει με χρυσά κουτάλια ο κομματικός στρατός της Νέας Δημοκρατίας. Την ίδια ώρα βέβαια δεν έχουν λεφτά, ούτε για προσλήψεις στον ΕΦΚΑ, στην Υγεία, την Παιδεία ή αλλού στο Κοινωνικό Κράτος, και φυσικά δεν έχουν λεφτά ούτε για αυξήσεις στους μισθούς και ειδικά στον κατώτερο μισθό!

  • Δημιουργία νέας Μονάδας Εσωτερικού Ελέγχου με άτομα εκτός ΕΦΚΑ και ταυτόχρονα αποκλεισμό των εκπροσώπων των εργαζομένων από τα Πειθαρχικά Συμβούλια, για να λειτουργούν “καλύτερα”, όπως διατυμπανίζουν. Υπενθυμίζουμε ότι οι εκπρόσωποι των εργαζομένων στα Π.Σ. είναι μειοψηφία σε σχέση με τους εκπροσώπους της Δικαιοσύνης και της Διοίκησης, αλλά αντιλαμβανόμαστε πλήρως ότι με αυτή την ενέργεια ο Υπουργός και η Διοίκηση του ΕΦΚΑ θέλουν να δημιουργήσουν έναν τιμωρητικό μηχανισμό, που θα λειτουργεί κατά το δοκούν, χωρίς δημοσιοποίηση και αιτιολόγηση των αποφάσεων και με μόνη επιδίωξη την τρομοκράτηση των εργαζομένων.

  • Πλήρη αδιαφάνεια και κατασπατάληση των δημόσιων χρημάτων με κατάργηση των μικρών περιορισμών και προϋποθέσεων στις προμήθειες του Οργανισμού.

  • Δημιουργία συνθηκών για πληρωμή με το κομμάτι με θέσπιση μπόνους και πριμ αποδοτικότητας, που θα προσπαθούν να πετύχουν οι εργαζόμενοι για να πληρώνονται κάποια χρήματα παραπάνω. Το αν θα δίνονται με ορθολογικά κριτήρια αυτά τα μπόνους, η απάντηση είναι: Όχι. Καθώς το έχουμε καταλάβει ήδη με βάση τα προηγούμενα κλιμάκια των ομάδων έργου, που είχε θεσπίσει η Διοίκηση του Σύριζα.

Συνδικαλιστικές ηγεσίες της υποταγής


Όταν ο Χατζηδάκης εξήγγειλε σε συνέντευξη τύπου αυτό το νομοσχέδιο η συνδικαλιστική ηγεσία ΠΑΣΚΕ-ΔΑΚΕ στον ΕΦΚΑ ανακοίνωνε την αναβολή απεργιακής κινητοποίησης, που είχε προκηρυχθεί εκείνη την περίοδο με αφορμή τη συζήτηση στο ΣτΕ προσφυγής που είχε κατατεθεί από τις Ομοσπονδίες του ΕΦΚΑ, προκειμένου να κριθεί αντισυνταγματική διάταξη που αφορούσε τη δυνατότητα απονομής συντάξεων από ιδιώτες δικηγόρους και λογιστές.

Ο Χατζηδάκης ανακοίνωνε περαιτέρω ιδιωτικοποίηση του ΕΦΚΑ και η συνδικαλιστική ηγεσία του ΕΦΚΑ ανέβαλλε τις κινητοποιήσεις! Τελικά μετά από πολλές παλινωδίες και αναβολές για απεργιακές κινητοποιήσεις στις οποίες σύμπραξαν και οι παρατάξεις οι φίλα προσκείμενες στον Σύριζα, καταλήξαμε για άλλη μια φορά να απεργούμε κατά τη διάρκεια ψήφισης ενός νόμου.

Έτσι η απόφαση των δύο ομοσπονδιών (ΠΟΣΕ-ΙΚΑ & ΠΟΠΟΚΠ) ήταν για 24ωρες επαναλαμβανόμενες, που ουσιαστικά ήταν μία 48ωρη, όταν ψηφιζόταν το νομοσχέδιο στις 16-17 Φλεβάρη. Για αυτές τις απεργίες η Διοίκηση του ΕΦΚΑ και το Υπ. Εργασίας αποφάσισαν να μην στραφούν δικαστικά, όπως έγινε με τις αντίστοιχες στις 23-24 Δεκέμβρη, όπου δέχτηκαν για αυτό την κατακραυγή του κόσμου, αλλά ταυτόχρονα δεν πτόησε τους απεργούς συναδέλφους.

Συμμετοχή και αγώνας κόντρα σε όλους και όλα


Οι εργαζόμενοι και οι εργαζόμενες του ΕΦΚΑ, παρά την απραξία και την απουσία των συνδικάτων και παρά την ελλιπέστατη προετοιμασία της απεργίας, έδειξε με τη συμμετοχή του ένα μεγάλο κομμάτι, ότι έχει αγωνιστική διάθεση και είναι πρόθυμο να αντιπαλέψει τις αντεργατικές και αυταρχικές πολιτικές της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας.

Πραγματοποιήθηκαν δύο απεργιακές συγκεντρώσεις, μία στο Υπ. Εργασίας την πρώτη μέρα της απεργίας, όπου ακολούθησε και πορεία στη Βουλή, και ένα συλλαλητήριο στο Σύνταγμα. Τα συνθήματα που κυριάρχησαν ήταν για την προστασία της Δημόσιας Κοινωνικής Ασφάλισης (Κάτω τα χέρια από το Ασφαλιστικό, Με αγώνες έχει γίνει η Ασφάλιση κλπ), αλλά και αντικυβερνητικά (Λιτότητα, ανεργία, καταστολή, αυτή είναι της κυβέρνησης η πολιτική, Αυξήσεις στους μισθούς, προσλήψεις στα Ταμεία, όχι στο στρατό και την αστυνομία κα). Ακόμα ακούστηκε και σε αυτές τις κινητοποιήσεις και το “Μητσοτάκη-κάθαρμα”, που επανέρχεται στις διαδηλώσεις όλο και περισσότερο!

Στις συγκεντρώσεις παρευρέθηκαν και συμπαραστάθηκαν αντιπροσωπείες από άλλους χώρους. Χαιρετισμούς αλληλεγγύης εξέφρασαν εκπρόσωποι οργανώσεων των συνταξιούχων, της ΑΔΕΔΥ, του Μετώπου Ταξικής Ανατροπής, του ΠΑΜΕ, του ΚΚΕ και του ΣΥΡΙΖΑ.

Η αστυνομία για άλλη μια φορά απέδειξε και στον πιο δύσπιστο ότι αποτελεί μέρος και γρανάζι του συστήματος, που καταπιέζει τους πολλούς για τα συμφέροντα και τα κέρδη των λίγων. Ήταν συνέχεια σε στενό πρέσινγκ σε όλη την πορεία που πραγματοποιήσαμε, ενώ επιστρατεύτηκαν και τα ΜΑΤ μετά από πολλά χρόνια απέναντι μας! Όχι γιατί ανησυχούσαν ότι θα μπουκάραμε στη Βουλή ή το Υπ. Εργασίας, αλλά σαν μέρος της συνεχιζόμενης κυβερνητικής προσπάθειας να τρομοκρατήσουν τους διαδηλωτές.

Με πανό κατέβηκαν, εκτός από τις δύο ομοσπονδίες, οι σύλλογοι του ΟΓΑ (ΟΠΕΚΑ-ΕΦΚΑ Αγροτών), του ΣΥΑΤ (Σύλλογος Υπαλλήλων Ασφαλιστικών Ταμείων), αλλά και η παράταξη “Ριζοσπαστικές Αγωνιστικές Κινήσεις”.

Σημαντική ήταν η συνεισφορά της παράταξης “Ριζοσπαστικές Αγωνιστικές Κινήσεις” ΕΦΚΑ στην προετοιμασία των απεργιακών κινητοποιήσεων, στην ενημέρωση του κόσμου της εργασίας, αλλά και στα συλλαλητήρια.

Η παράταξη μας επανειλημμένως πρότεινε να προκηρυχθούν πιο νωρίς οι απεργιακές κινητοποιήσεις, αλλά και να προετοιμαστούν καλύτερα. Οι παρατάξεις των ΠΑΣΚΕ-ΔΑΚΕ-Σύριζα καθυστέρησαν να προκηρύξουν τις απεργίες, με πρόσχημα την οργάνωση τους, όπως επίσης και το θέμα των ενδεχόμενων δικαστικών προσφυγών για τις προκηρύξεις των απεργιών, όπου με τον αντεργατικό νόμο 4808/2021 (και αυτός του Χατζηδάκη) πλέον όλες οι απεργίες θα βγαίνουν παράνομες.

Σε αυτό το θέμα θα πρέπει όλα τα συνδικάτα να αγνοήσουν τις διατάξεις του αντεργατικού νόμου, για τον τρόπο προκήρυξης των απεργιών, όπως έχει κάνει μέχρι στιγμής το συνδικάτο εργαζομένων στην Cosco και άλλα συνδικάτα (πχ. εκπαιδευτικών κα).

Και όσο αφορά την προετοιμασία των απεργιακών κινητοποιήσεων, για άλλη μια φορά η συνδικαλιστική ηγεσία των δύο ομοσπονδιών μας, δεν έκαναν απολύτως τίποτα.

Με όπλο την κατάληψη και την απεργία


Ο αγώνας ενάντια στη ρεβανσιστική κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και τα νομοθετήματα της θα είναι μαραθώνιος. Η ψήφιση ενός νόμου δεν πρέπει να είναι το τέλος των κινητοποιήσεων, αλλά η αρχή νέων. Και όταν αναφερόμαστε σε νέες κινητοποιήσεις, δεν αποτελεί πρώτη μας επιλογή η δικαστική προσφυγή, αλλά τελευταία και μάλιστα μαζί με αγωνιστικές δράσεις.

Αυτό που πρέπει να γίνει είναι να οργανώσουμε κινητοποιήσεις, όταν θα προσπαθεί η κυβέρνηση να υλοποιήσει αυτό τον απαράδεκτο νόμο. Δηλαδή θα πρέπει να δράσουμε όταν θα πάνε να προσλάβουν τους ιδιώτες σε θέσεις ευθύνης και με απεργίες και με κάθε μέσο. Όταν ενδεχομένως θελήσουν να αναλάβουν τα καθήκοντα τους, εμείς θα πρέπει να τους κάνουμε τη ζωή δύσκολη. Επίσης δεν θα πρέπει να επιτρέψουμε να λειτουργήσουν Πειθαρχικά, χωρίς τους εκπροσώπους των εργαζομένων, όπως επίσης θα πρέπει να εμποδίζουμε τη λειτουργία της Α.Ε. για το ξεπούλημα της ακίνητης περιουσίας.

Οι δικαστικές προσφυγές μπορούν να χρησιμοποιηθούν σαν μέσο κατάργησης ενός άδικου νόμου, αλλά πλαισιωμένες από απεργίες, συλλαλητήρια, καταλήψεις και αντικυβερνητικές δράσεις. Δυστυχώς, η δικαστική εξουσία στο συντριπτικό ποσοστό της είναι ταυτισμένη με την πολιτική και οικονομική εξουσία, γι’ αυτό και οι περισσότερες δικαστικές αποφάσεις είναι κατά των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων. Χρειάζεται όταν θα εκδικάζονται τέτοιες προσφυγές να οργανώνονται μαζικές κινητοποιήσεις στα δικαστήρια, ώστε να ακούγονται τα εργατικά αιτήματα και να επηρεάζουν τους δικαστές.

Η συμμετοχή στις απεργίες αποτελεί το βασικό μέσο αντίδρασης και πάλης των εργαζομένων. Τα χρήματα που χάνονται στις απεργίες είναι υποπολλαπλάσια, από αυτά που χάνουμε κάθε μέρα από τις μνημονιακές περικοπές, από τους φόρους, από τις αυξήσεις στις τιμές των προϊόντων. Μόνο οι φετινές αυξήσεις στην τιμή του ρεύματος, του φυσικού αερίου, της βενζίνης και του πετρελαίου ροκάνισαν το εισόδημα μας περισσότερο και από τη μεγαλύτερη σε διάρκεια απεργιακή κινητοποίηση που έχει γίνει τα τελευταία 40 χρόνια στην Ελλάδα.

Και όσο θα παραμένει χαμηλή η συμμετοχή στις κινητοποιήσεις, τόσο οι εργαζόμενοι θα έχουμε απώλειες στα κεκτημένα μας, στο επίπεδο διαβίωσης μας και στα δικαιώματα μας. Δεν θα σταματήσουν, αν δεν τους σταματήσουμε.

Πρέπει επιτέλους να προκηρυχτεί Γενική Απεργία, ώστε να εκφραστεί η οργή του κόσμου της εργασίας απέναντι στις αντεργατικές πολιτικές της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Είναι η πρώτη φορά εδώ και δεκαετίες, που δεν έχει πραγματοποιηθεί ακόμα από τον Σεπτέμβρη Γενική Απεργία ή έστω Πανδημοσιοϋπαλληλική. Ειδικά αυτή τη δύσκολη περίοδο με τόσες αντεργατικές επιθέσεις, αυταρχισμό, ακρίβεια, το να συνεχίσει η συνδικαλιστική ηγεσία ΠΑΣΚΕ-ΔΑΚΕ να κάνει πλάτες στην κυβέρνηση, είναι τουλάχιστον εγκληματικό.

Πρέπει άμεσα τα συνδικάτα και οι ομοσπονδίες του ΕΦΚΑ να προετοιμάσουν τις επόμενες κινητοποιήσεις μας. Επιβάλλεται να γίνουν Γενικές Συνελεύσεις σε κάθε πόλη και περιοχή και να ακουστεί επιτέλους η φωνή και η διάθεση των εργαζομένων.

Το εργατικό κίνημα πρέπει και μπορεί να δώσει την απάντηση που αξίζει σε αυτή την μισητή, ακροδεξιά κυβέρνηση!

Τώρα πρέπει να οργανώσουμε την ανυπακοή και την απειθαρχία, να οργανώσουμε την αντίσταση και τη συναδελφική αλληλεγγύη, με αγωνιστική ενότητα των εργαζόμενων «από τα κάτω».

Όχι στις ιδιωτικοποιήσεις των κοινωνικών αγαθών – Δεν είναι εμπορεύματα ανήκουν στο λαό.

Παρατεταμένος αγώνας με όλες τις μορφές (διαδηλώσεις, απεργίες, καταλήψεις) για να καταργηθούν οι αντιασφαλιστικοί- αντεργατικοί νόμοι Χατζηδάκη-Μητσοτάκη.

 

 

 




Το παραγωγικό σύστημα της Ελλάδας συρρικνώνεται

Aναδημοσίευση από το commune.org.gr

του Ηλία Ιωακείμογλου

Το άρθρο αποτελεί το πρώτο της προγραμματισμένης σειράς με γενικό τίτλο 
Η Ελλάδα πεθαίνει.

Πράγματι, λοιπόν, ο ελληνικός καπιταλισμός βρίσκεται σε διαδικασία φθίνουσας αναπαραγωγής του κεφαλαίου, δηλαδή σε πορεία συρρίκνωσης του παραγωγικού συστήματος˙ και πράγματι αυτό αποτελεί μια εξαίρεση στον χώρο της ΕΕ˙ και πράγματι αποτελεί ένα ειδικό καθεστώς συσσώρευσης κεφαλαίου που γνωρίζουμε από την οικονομική ιστορία ότι εμφανίζεται πολύ σπάνια. Όταν όμως συρρικνώνεται το παραγωγικό σύστημα μιας χώρας, παρασύρει μαζί του στην παρακμή και την εργασία, τους μισθούς, την αναπαραγωγή των υποτελών κοινωνικών τάξεων, μεγεθύνει την φτώχεια και την υλική στέρηση, σπρώχνει στο περιθώριο πληθυσμούς που γίνονται πλέον περιττοί για το σύστημα.  

Στον δεύτερο τόμο του Κεφαλαίου, ο Καρλ Μαρξ αναπτύσσει τα σχήματα αναπαραγωγής του κεφαλαίου, εξηγεί δηλαδή γιατί και πώς και υπό ποιες προϋποθέσεις ο τρόπος με τον οποίο λειτουργεί η κεφαλαιοκρατική οικονομία δεν είναι μόνο παραγωγή εμπορευμάτων και κέρδους, είναι και ανασυγκρότηση του εαυτού της τον επόμενό μήνα, το επόμενο έτος, και στο διηνεκές.

Εξετάζει δε δύο περιπτώσεις:

Η πρώτη περίπτωση αναφέρεται στην απλή αναπαραγωγή του κεφαλαίου, όπου το οικονομικό σύστημα με αυθόρμητο τρόπο και χωρίς καμμία έξωθεν παρέμβαση, ανασυγκροτεί τον εαυτό του ταυτόσημο με αυτό που ήταν χθες. Δεν ανασυγκροτεί βέβαια τον εαυτό του στις λεπτομέρειές του, αυτές που ανάγονται στην πραγματικότητα της μιας ή της άλλης χώρας ούτε της μιας ή άλλης εποχής, και έχουν επομένως αστάθμητο χαρακτήρα, δεν αναπαράγει αυτά που μπορεί να υπάρχουν ή να μην υπάρχουν, όσα δηλαδή είναι ενδεχόμενα˙  η αναπαραγωγή αναφέρεται σε όσες σχέσεις μένουν αναλλοίωτες στον χρόνο και στον χώρο (στα τοιαύτα των όντων όσων αι αρχαί μη ενδέχονται άλλως έχειν όπως λέει ο Αριστοτέλης από τον οποίο ο Μαρξ κληρονόμησε τον ορισμό του οικονομικού νόμου –και όχι μόνο).

Η δεύτερη περίπτωση αναφέρεται στην διευρυμένη αναπαραγωγή του κεφαλαίου, όπου και πάλι με τρόπο αυθόρμητο και χωρίς καμμία έξωθεν παρέμβαση, το σύστημα ανασυγκροτεί τον εαυτό του, ακριβώς όπως στην απλή αναπαραγωγή, αυτή την φορά όμως σε διευρυμένη έκδοση˙ αναπαράγει τον εαυτό του δηλαδή, ταυτόσημο, ίδιον με αυτό που ήδη ήταν χθες, καθ’ όλα πλην όμως σε μεγαλύτερη κλίμακα, μεγεθυμένο.

Στο σημείο αυτό μπορεί κάποιος να αναρωτηθεί για ποιο λόγο ο Μαρξ δεν αναπτύσσει την τρίτη περίπτωση, δηλαδή ένα σχήμα συρρικνούμενης αναπαραγωγής του κεφαλαίου, όπου το οικονομικό σύστημα θα αναπαρήγε τον εαυτό του σε φθίνουσα κλίμακα. Η απάντηση του Μαρξ σε αυτό το ερώτημα δεν είναι θεωρητική αλλά εμπειρική: δεν μας απασχολεί αυτό επειδή δεν εμπίπτει στις παρατηρήσεις μας. Πράγματι, εάν εξαιρέσουμε τις περιόδους πολέμου, το καπιταλιστικό οικονομικό σύστημα δεν συρρικνώνεται και η φθίνουσα αναπαραγωγή είναι μια εξαίρεση, ένα ειδικό καθεστώς συσσώρευσης κεφαλαίου, που  εμφανίζεται σπάνια ή πολύ σπάνια.

Μια τέτοια εξαίρεση λοιπόν αποτελεί και η Ελλάδα μετά το 2009, όπου το παραγωγικό σύστημα φθίνει. Αυτό θα εξετάσουμε τώρα στην συνέχεια αυτού του άρθρου.

Τα τεκμήρια της συρρίκνωσης

Ως κριτήρια για την ύπαρξη φθίνουσας αναπαραγωγής του ελληνικού καπιταλισμού θα χρησιμοποιήσουμε εδώ το μέγεθος του παραγωγικού συστήματος, όλων δηλαδή εκείνων των υλικών ή άυλων μέσων που μας επιτρέπουν να παράγουμε ως χώρα το σύνολο των εμπορευμάτων: μηχανές και μηχανικά συστήματα, κτίρια, υποδομές, λογισμικό κλπ. Ως δείκτες δε του μεγέθους του παραγωγικού συστήματος θα χρησιμοποιήσουμε τους εξής:

  1. το απόθεμα παγίου κεφαλαίου, δηλαδή τον δείκτη που θέλει να μας περιγράψει πόσο πολλά είναι τα μέσα παραγωγής που είναι εγκατεστημένα στην χώρα (όχι πόσο μεγάλη είναι η αξία τους αλλά πόσο πολλά είναι, πόσο μεγάλος είναι ο όγκος τους),
  2. το προσαρμοσμένο απόθεμα παγίου κεφαλαίουέναν βελτιωμένο δείκτη του αποθέματος παγίου κεφαλαίου (βλ. στο stats.oecd.org όπου αναφέρεται με το όνομα productive capital stock), και
  3. το δυνητικό ΑΕΠ, δηλαδή την μέγιστη παραγωγή που μπορεί να πραγματοποιήσει μια οικονομία μακροχρονίως χωρίς να σπάσει τα μούτρα της˙ χωρίς δηλαδή να βρεθεί μια μέρα με μη ανεκτά ελλείμματα στις συναλλαγές της με τις άλλες χώρες˙ χωρίς επίσης να βρεθεί με πληθωρισμό τον οποίο προκειμένου να διορθώσει θα απαιτηθεί  οικονομική ύφεση ή επιβράδυνση της οικονομίας (επομένως και μείωση ή επιβράδυνση της παραγωγής, αύξηση της ανεργίας και συνακόλουθες επιπτώσεις).

Τα αποτελέσματα για τους τρεις ανωτέρω δείκτες φαίνονται στο διάγραμμα 1. Όλοι οι δείκτες, μαζί και ο καθένας ξεχωριστά, υποδεικνύουν ότι το παραγωγικό σύστημα της Ελλάδας βρίσκεται σε διαδικασία συρρίκνωσης. Από το 2010 και μετά, το παραγωγικό σύστημα συρρικνώνεται διαρκώς, χωρίς η φθίνουσα πορεία του να ανακοπεί ούτε για μία χρονιά.

Μια ερμηνεία σε πρώτη ανάλυση μάς δίνει το διάγραμμα 2: Ο ελληνικός καπιταλισμός είναι σε διαδικασία αποεπένδυσης. Πιο συγκεκριμένα, οι καθαρές επενδύσεις σε πάγιο κεφάλαιο είναι αρνητικές από το 2011 έως σήμερα, που σημαίνει ότι οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου δεν επαρκούν καν για να αναπληρώσουν το φθαρμένο παραγωγικό δυναμικό που αποσύρεται από την παραγωγή, και κατά μείζονα λόγο δεν επαρκούν για να το μεγεθύνουν.

Μπορεί, βέβαια, ένας δύσπιστος αναγνώστης να ισχυριστεί ότι αυτό δεν συμβαίνει μόνο στην Ελλάδα αλλά γενικώς, δηλαδή και σε άλλες χώρες. Θα μπορούσε τότε να συμβουλευτεί τα διαγράμματα 3, 4 και 5, όπου φαίνονται οι τρεις δείκτες που χρησιμοποιούνται στο άρθρο αυτό υπολογισμένοι για τις χώρες της Μεσογείου που ανήκουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση (επειδή αυτές έχουν οικονομικά χαρακτηριστικά που μοιάζουν κάπως περισσότερο με αυτά της Ελλάδας). Θα διαπίστωνε τότε ο δύσπιστος αναγνώστης ότι η μοναδική χώρα που παρουσιάζει αδιαμφισβήτητα φθίνουσα συσσώρευση κεφαλαίου είναι η Ελλάδα. Μόνο στην περίπτωση της Ελλάδας εμφανίζονται φθίνοντες και οι τρεις δείκτες, και μόνο στην περίπτωση της Ελλάδας η πτώση είναι ευδιάκριτη και επίμονη. Εάν μάλιστα προσθέταμε στα διαγράμματα αυτά και τις χώρες της βόρειας Ευρώπης, τότε θα διαπιστώναμε πανηγυρικά ότι η ελληνική αποεπένδυση είναι μοναδική στον χώρο της ΕΕ.

Συμπέρασμα

Πράγματι, λοιπόν, ο ελληνικός καπιταλισμός βρίσκεται σε διαδικασία φθίνουσας αναπαραγωγής του κεφαλαίου, δηλαδή σε πορεία συρρίκνωσης του παραγωγικού συστήματος˙ και πράγματι αυτό αποτελεί μια εξαίρεση στον χώρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης˙ και πράγματι αποτελεί ένα ειδικό καθεστώς συσσώρευσης κεφαλαίου που γνωρίζουμε από την οικονομική ιστορία ότι εμφανίζεται πολύ σπάνια.

Όταν όμως συρρικνώνεται το παραγωγικό σύστημα μιας χώρας, παρασύρει μαζί του στην παρακμή και την εργασία, τους μισθούς, την αναπαραγωγή των υποτελών κοινωνικών τάξεων, την φτώχεια, την υλική στέρηση κλπ. Τι σημαίνουν όλα αυτά για τον ελληνικό καπιταλισμό και για τις υποτελείς κοινωνικές τάξεις, και τι σημαίνουν για την σταθερότητα της αστικής εξουσίας, θα τα εξετάσουμε σε επόμενα άρθρα της σειράς.