1

Στηρίζουμε την Πρωτοβουλία Ανεξάρτητων Εκπαιδευτικών στις εκλογές του συλλόγου Αριστοτέλη την Τρίτη 26 Νοέμβρη

Για μια πραγματική αντιπολίτευση στην δεξιά και τα μνημόνια.
Για να υπερασπιστούμε τα σχολεία μας και τις δουλειές μας.
Για να προασπίσουμε το δικαίωμα όλων των των παιδιών στην δημόσια δωρεάν εκπαίδευση.
Για να ανοίξει η κουβέντα για την οργάνωση ενός αγώνα που θα βάζει στόχο την κατάργηση του προσοντολογίου και της αξιολόγησης και θα επιβάλει τους μαζικούς διορισμούς με βάση το πτυχίο και την προϋπηρεσία και θα απαιτεί πραγματικές αυξήσεις στους μισθούς.
Μιλάμε για έναν απεργιακό αγώνα με σχέδιο και προετοιμασία, με επιτροπές αγώνα και απεργιακά ταμεία. Έναν αγώνα που στόχο θα έχει μόνο την νίκη.

 




Το Κυριακάτικο Σχολείο Μεταναστών στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του Open TV (video)

Το Κυριακάτικο Σχολείο Μεταναστών στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του Open TV: Μιλούν μαθητές του Κυριακάτικου και αλληλέγγυοι εθελοντές του. Για 15 χρόνια το Κυριακάτικο Σχολείο Μεταναστών, μια πρωτοβουλία συνύπαρξης, κοινής δράσης και από κοινού διεκδίκησης προσφύγων, μεταναστών και ντόπιων, βρίσκεται στην πρώτη γραμμή του αγώνα για μια ζωή χωρίς διακρίσεις, καταστάσεις εξαίρεσης και ρατσισμό. Παρά το μπαράζ πολλών μεγάλων ΜΜΕ περί “ανεπιθύμητων προσφύγων” και σε πείσμα των ξενοφοβικών αντιδράσεων σε διάφορες περιοχές της χώρας, πρωτοβουλίες σαν το Κυριακάτικο, είναι εδώ για να θυμίζουν τη δύναμη της αλληλεγγύης που εκφράζεται από μια πολύ μεγάλη μερίδα ανθρώπων που ζουν στη χώρα, με κάθε ευκαιρία. Απέναντι σε ρατσιστικές πολιτικές, ξενοφοβικές κραυγές και φασιστικές επιθέσεις, η αλληλεγγύη θα νικήσει.




Bιβλιοπαρουσίαση “5 χρόνια δράσεις Political Stencil” στο Κυριακάτικο Σχολείο Μεταναστών

Ο χώρος του Κυριακάτικου Σχολείου Μεταναστών αποδείχτηκε μικρός σε σχέση με τον κόσμο που ήρθε για να ακούσει, να δει και να συζητήσει με την ομάδα των Political Stencil. “Ένα σύνολο ανθρώπων τυχαίας συνθεσης, που προέκυψε από μια αναγκαιότητα (κάλυψη δικαστικών εξόδων φίλου) με κοινό στοιχείο όλων μας, η τεχνική του stencil και το περιεχόμενο αυτής, το οποίο εμπεριέχει άμεσα ή έμμεσα πολιτικό μήνυμα και σχολιασμό”, όπως αυτοπροσδιορίζονται.
Σε μια εξαιρετική παρουσίαση, που την παρακολουθήσαμε όλες και όλοι με κομένη την ανάσα, μας μίλησαν για το graffiti, για τις “φυλές” και τα διαφορετικά είδη του, για την ιστορία του, το παρελθόν και το παρόν. Και στη χώρα μας και παγκόσμια.
Επίσης μας παρουσίασαν την ομάδα τους, τις δράσεις και τις παρεμβάσεις τους στο δημόσιο χώρο. Αφήνοντας το δικό της αποτύπωμα στους τοίχους των πόλεων από τις οποίες περνά, η ομάδα του Political Stencil έχει κάνει γκράφιτι και στένσιλ που έχουν γράψει ήδη ιστορία. Εδώ και 5 χρόνια έχουν καταφέρει μια τομή τόσο στον κόσμο του γκράφιτι όσο και στον κόσμο των πολιτικών κινημάτων. Κατάφεραν να ενώσουν αυτούς τους δύο χώρους με τέτοιο τρόπο που να αναδεικνύεται με εξαιρετικό τρόπο τόσο η καλλιτεχνική, όσο και η κοινωνικοπολιτική πτυχή των πρωτοβουλιών της.
Όπως λένε και οι ίδιοι: “Μπορεί και να μην είχαμε επισκεφθεί την Κρήτη, τα Ιωάννινα, την Θήβα ή την Πάτρα, μπορεί και να μην βολτάραμε Εξάρχεια, Κερατσίνι, Πέραμα και στις εθνικές οδούς, μπορεί και να μην κατεβαίναμε σε πορείες και κινητοποιήσεις. Μπορεί και ο Παύλος Φύσσας να μην είχε δολοφονηθεί από φασίστες, μπορεί και ο Ζακ Κωστόπουλος να μην είχε χτυπηθεί μέχρι θανάτου, μπορεί ακόμα να ζούσε και ο Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος εάν δεν είχε δολοφονηθεί από αστυνομικό, μπορεί να ζούσε ίσως και ο Βαγγέλης Γιακουμάκης. Μπορεί επίσης να μην υπήρχαν πόλεμοι, φτώχεια, προσφυγιά, φασίστες, ομοφοβικοί, εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενοι. Μπορεί και να μην ξέραμε καν τι είναι το stencil. Μπορεί και να μην υπήρχαμε τελικά σαν ομάδα. Αλλά τότε θα γράφαμε σενάρια επιστημονικής φαντασίας και θα είμασταν ο Νταρθ Βέιντερ. Έχουμε υποσχεθεί στους εαυτούς μας να συμμετάσχουμε στον πόλεμο των άστρων με τις δυνάμεις του φωτός αλλά για την ώρα βάφουμε τοίχους στο σκότος με τις δυνάμεις μας. Ελπίζουμε και με τις δικές σας.”

Τους ευχαριστούμε από καρδιάς κατ’αρχήν για τις παρεμβάσεις τους: στις διαδηλώσεις, στις απεργίες, στα δημόσια (και μη) κτήρια και φυσικά για την παρουσίαση. Το βιβλίο τους “5 χρόνια δράσεις – Political Stencil” (εκδόσεις “Στο περιθώριο”) περιλαμβάνει εκατοντάδες «πατήματα» της ομάδας με στένσιλ, μεγάλα νόμιμα και “παράνομα” γκράφιτι, καθώς και ατομικές παρεμβάσεις σε διαφημιστικές πινακίδες, από το 2014 μέχρι σήμερα. Περιλαμβάνει επίσης τις ατομικές δουλειές των ατόμων που έχουν περάσει ή αποτελούν ακόμη μέρος της τωρινής σύνθεσης. Το συστήνουμε ανεπιφύλακτα, αναζητήστε το.

Η σελίδα τους στο fb: www.facebook.com/politicalstencil




«Αναπτυξιακό» πολυνομοσχέδιο: Τα ανεξόφλητα γραμμάτια και η ατζέντα της νεοφιλελεύθερης πολιτικής

Του Γιώργου Ορταντζόγλου*

Η κυβέρνηση στις 24 Οκτώβρη έφερε στη Βουλή για ψήφιση το «αναπτυξιακό» πολυνομοσχέδιο. Είναι σίγουρο ότι ήρθε η ώρα να εξοφληθούν τα «γραμμάτια» και οι υποσχέσεις προς το μεγάλο κεφάλαιο, και μάλιστα στους πρώτους μήνες κυβέρνησης Μητσοτάκη, ανοίγοντας την ατζέντα των ιδιωτικοποιήσεων σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα με επιθετικό τρόπο.

Την ίδια στιγμή ο ΣΥΡΙΖΑ μεταφέρει την κουβέντα αλλού (…), αφού έχει συμφωνήσει προ πολλού σε όλα αυτά, με την ψήφιση του 3ου μνημονίου όταν ήταν κυβέρνηση, δένοντας όλους μας χειροπόδαρα μέχρι το 2060.

«Ανάπτυξη» – ανταγωνιστικότητα» – επιχειρηματικότητα

Στους δήμους το «πάρτι» των εργολάβων με την άμεση ή έμμεση εκχώρηση-ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών καθαριότητας, πρασίνου, ηλεκτροφωτισμού έχει ξεκινήσει αρκετά χρόνια πριν, κυρίως σε επαρχίες και  χωριά.

Η απαξίωση των υπηρεσιών των δήμων με την έλλειψη προσωπικού (10 χρόνια έχουν να γίνουν προσλήψεις), η έλλειψη κρατικής χρηματοδότησης (κόπηκε κατά 70%) και η μεταφορά επιπλέον αρμοδιοτήτων στο εναπομείναν προσωπικό, έφεραν σε τραγική κατάσταση τις υπηρεσίες των δήμων και τους ίδιους τους εργαζόμενους, με τελικό αρνητικό αποδέκτη τους δημότες.

Αφού λοιπόν το σχέδιο της απαξίωσης «ωρίμασε» τα προηγούμενα χρόνια από τις εκάστοτε κυβερνήσεις, τώρα ήρθε η ώρα ο δημόσιος και κοινωνικός χαρακτήρας των υπηρεσιών των δήμων να πέσει, σαν ώριμο φρούτο, στην αγκαλιά των μεγαλοεργολάβων. Εις βάρος πάντα των εργαζομένων και της -υπό αμφισβήτηση πλέον- εργασίας τους, καθώς και των λαϊκών νοικοκυριών που θα κληθούν να πληρώσουν τα κέρδη των μεγαλοεργολάβων.

Τα επίμαχα άρθρα για τους ΟΤΑ

Άρθρο 179: Δίνει το δικαίωμα στους δημάρχους -εκτός της υπηρεσίας καθαριότητας- να εκχωρούν σε εργολάβους και τις υπηρεσίες πρασίνου και ηλεκτροφωτισμού.

Τροποποιεί το Άρθρο 61 και καταργεί την αιτιολόγηση μιας απόφασης του Δημοτικού Συμβουλίου, η οποία λαμβανόταν με την απόλυτη πλειοψηφία του συνόλου των μελών. Τώρα, π.χ. με μόνο 10 παρόντες στο Δημοτικό Συμβούλιο θα υπάρχει η δυνατότητα να ιδιωτικοποιούν τμήματα και υπηρεσίες, χωρίς ιδιαίτερη τεκμηρίωση της απόφασης.

Με το άρθρο 12 απαλλάσσει τους «επενδυτές» από την καταβολή ανταποδοτικών τελών, αφαιρώντας το δικαίωμα από τους δήμους της παροχής υπηρεσιών καθαριότητας και ηλεκτροφωτισμού εντός των ορίων των «επιχειρηματιών πάρκων».

Αυτό το «αναπτυξιακό» νομοσχέδιο όχι μόνο είναι αντεργατικό, όχι μόνο προωθεί την επέλαση των μεγαλοεργολάβων στις δημόσιες και κοινωνικές υπηρεσίες, αλλά φροντίζει και για την «ανάπτυξη» της κερδοφορίας τους με φτηνούς εργαζόμενους χωρίς δικαιώματα, καταργώντας ΣΣΕ και προωθώντας την μερική και εκ περιτροπής εργασία.

Την ίδια στιγμή μέσα από τον «αναπτυξιακό» νόμο θέλει να τσακίσει το συνδικαλιστικό κίνημα, για να μην υπάρχουν αντιδράσεις, με το ηλεκτρονικό φακέλωμα και την ηλεκτρονική ψήφο, ως συνέχεια του νόμου Αχτσιόγλου με το 50+1.

Πάνω σε αυτό το αντικοινωνικό και αντεργατικό νομοσχέδιο, η εκτελεστική επιτροπή τηςΠΟΕ-ΟΤΑ κάλεσε τα πρωτοβάθμια σωματεία να γίνουν συνελεύσεις και να συζητήσουν οι εργαζόμενοι, παίρνοντας αποφάσεις για την πορεία των απεργιακών κινητοποιήσεων και δράσεων στους χώρους δουλειάς, μια εβδομάδα πριν κατατεθεί και ψηφιστεί στη Βουλή.

Με δεδομένο ότι στην πλειονότητά τους τα Δ.Σ. των πρωτοβάθμιων σωματείων είναι ελεγχόμενα από κυβερνητικούς και εργοδοτικούς συνδικαλιστές, στόχευαν είτε να μην προβούν σε Γενικές Συνελεύσεις, είτε να περιοριστούν στα άρθρα της ατζέντας της Ν.Δ., δηλαδή μόνο ενημέρωση, χωρίς να παρθούν αποφάσεις για την εξέλιξη του αγώνα.

Η ηγεσία της ΠΟΕ-ΟΤΑ, έχοντας την εμπειρία των προηγούμενων μνημονιακών ετών, θα έπρεπε να οργανώσει τον αγώνα του κλάδου με διαφορετικό τρόπο και όχι να προαναγγέλλει 24ωρες απεργίες της τελευταίας στιγμής, από τα πάνω.

Η επίμονη, συνεχής ενημέρωση τόσο των εργαζομένων όσο και των κατοίκων θα έπαιζε καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη του αγώνα, καθώς όπως γνωρίζουμε, η προετοιμασία για το πώς δίνεις μια μάχη παίζει καθοριστικό ρόλο. Αυτά τα δύο σημαντικά στοιχεία, οι εργαζόμενοι και οι δημότες θα αλλάξουν τους όρους στο πεδίο των μαχών.

Αλλά όπως φαίνεται η πλειοψηφία της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, ούτε θέλει ούτε μπορεί να αλλάξει ρότα σε ό,τι αφορά τον τρόπο οργάνωσης της πάλης των εργαζομένων, γιατί αφενός στα όργανα κυριαρχεί ο κυβερνητικός συνδικαλισμός, όπως προείπαμε, και αφετέρου γιατί εξυπηρετεί να κρατούν τις καρέκλες τους, αποκοιμίζοντας την εργατική τάξη όπως τους βολεύει.   

Αυτή η ήττα του κλάδου των εργαζομένων στην Τ.Α. ίσως αποδειχθεί στρατηγικής σημασίας, καθώς σε πολύ σύντομο χρόνο η νεοφιλελεύθερη πολιτική της ΝΔ θα δώσει τη δυνατότητα να περάσουν, μέσω των δημάρχων και των δημοτικών συμβούλων φυσικά, όλοι οι κερδοφόροι τομείς σε χέρια ιδιωτών-μεγαλοεργολάβων.

Όσο κι αν η ηγεσία της ΠΟΕ-ΟΤΑ εμμένει ότι ο αγώνας πλέον θα δοθεί στα επιμέρους Δημοτικά Συμβούλια από τα πρωτοβάθμια σωματεία, δεν πείθει. Οι παρεμβάσεις τους δεν θα είναι ικανές να αποτρέψουν εν τέλει την όποια ιδιωτικοποίηση υπηρεσιών, γιατί τόσο ο συσχετισμός στα Σωματεία όσο και στα Δημοτικά Συμβούλια είναι τέτοιος που δεν θα φέρει θετικά αποτελέσματα.

Μόνο η οργανωμένη, μαζική παρέμβαση εργατών και δημοτών θα μπορέσει να αποτρέψει ιδιωτικοποιήσεις.

Βασικός και καθοριστικός παράγοντας είναι η συμπόρευση των εργαζομένων στους Δήμους, με αυτούς της Παιδείας, της Υγείας, της Νεολαίας κ.λπ. Επειδή  τα προβλήματα είναι κοινά, θα πρέπει και οι αγώνες να έχουν κοινά χαρακτηριστικά.

Με Επιτροπές Αγώνα – Απεργιακές Επιτροπές, ανά κλάδο, εκλεγμένες μέσα από Γενικές Συνελεύσεις εργαζομένων, που θα έχουν τη διεύθυνση του αγώνα, ώστε να υπερασπιστούμε, με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, τα ταξικά μας συμφέροντα, να αντισταθούμε στη σκληρή νεοφιλελεύθερη ρεβάνς που ετοιμάζουν με βία και καταστολή, και να αγωνιστούμε για την αναβάθμιση του δημόσιου χαρακτήρα των υπηρεσιών προς όφελος των πολλών. 

*Μέλος της διοίκησης του Σωματείου Εργαζομένων στο δήμο Νέας Φιλαδέλφειας – Χαλκηδόνας

 




Δύναμη και αδυναμίες της ταινίας Ενήλικοι στο Δωμάτιο του Κώστα Γαβρά

Δημοσιεύουμε εδώ άρθρο κριτικής του Ερίκ Τουσέν στην πρόσφατη ταινία του Κώστα Γαβρά “Ενήλικες στο δωμάτιο”. Με κάθε επιφύλαξη για αυτά που λέει ή δεν λέει ο συγγραφέας, το δημοσιεύουμε ως συμβολή στο διάλογο για την κρίσιμη περίοδο 2010-15. Ένα διάλογο που δεν έγινε ποτέ επαρκώς και που οφείλει να γίνει,  ιδίως από τους πρωταγωνιστές, τις πολιτικές δυνάμεις που έδρασαν ή δεν έδρασαν επαρκώς εκείνη την περίοδο.
RedTopia.gr

 

του Ερίκ Τουσσέν*

Κείμενο που δημοσιεύτηκε στις 22 Νοεμβρίου στη βελγική εφημερίδα Le Soir

Στην τελευταία του ταινία, ο Κώστας Γαβράς καταγγέλλει την ωμή συμπεριφορά των Ευρωπαίων πολιτικών ηγετών στη διάρκεια της ελληνικής κρίσης το 2015. Πρόκειται για ένα ιδιαίτερα αξιέπαινο εγχείρημα. Όμως, είναι λυπηρό ότι αποσιωπά αρκετά σημεία που σημάδεψαν εκείνη την περίοδο.

Ο Κώστας Γαβράς είναι μεγάλος σκηνοθέτης και το έργο του φανερώνει μια μόνιμη στράτευση στον αγώνα ενάντια στις αδικίες. Οι πολιτικές ταινίες του συμβάλλουν στην αποκάλυψη των μαύρων και δραματικών περιόδων του εικοστού αιώνα: Το Ζ (που αναφέρεται στους πολιτικούς αγώνες στην Ελλάδα στη δεκαετία του 1960), ο Αγνοούμενος (καταγγελία των κατασταλτικών μεθόδων των δικτατοριών στη Νότια Αμερική στη δεκαετία του 1970 και της υποστήριξης που τους προσέφερε η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών), η Ομολογία (που καταγγέλλει τις σταλινικές δίκες στο σοβιετικό μπλοκ), το Αμήν (που αποκαλύπτει την παθητικότητα ή ακόμα και τη συνενοχή του Βατικανού απέναντι στα εγκλήματα των Ναζιστών και στο ολοκαύτωμα), το Κεφάλαιο (που είναι μια καταγγελία του σύγχρονου καπιταλισμού). Αυτές οι ταινίες ανήκουν στη πολιτισμική κληρονομιά εκείνων που αγωνίζονται για να δώσουν ένα τέλος στις αδικίες.

Η ταινία Ενήλικοι στο Δωμάτιο πλουτίζει αυτό το έργο και είναι πολύ θετικό το γεγονός ότι μετά το Ζ, ο Κώστας Γαβράς αφιερώνει και πάλι μια ταινία στα γεγονότα που αφορούν την Ελλάδα και που συγκλόνισαν την Ευρώπη το 2015.

Βαρουφάκης, ο μάρτυρας-κλειδί

Κύριος στόχος της ταινίας είναι η βάναυση συμπεριφορά των Ευρωπαίων πολιτικών ηγετών απέναντι στην ελληνική κυβέρνηση, η λύσσα με την οποία προσπάθησαν να εμποδίσουν την κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα να τελειώσει με τη λιτότητα που είχαν επιβάλλει οι ίδιοι Ευρωπαίοι ηγέτες μέσω των μνημονίων (Memorandum of Understanding ή MoU) που, όπως το βεβαιώνει ο Γιάνης Βαρουφάκης στη ταινία, ωφέλησαν τις μεγάλες γερμανικές και γαλλικές τράπεζες σε βάρος του ελληνικού λαού.

Για να φτιάξει την πλοκή του, ο Κώστας Γαβράς δανείστηκε τόσο πολύ εκείνη που περιλαμβάνεται στο βιβλίο που έγραψε ο πρώην υπουργός Οικονομικών ώστε έφτασε να δώσει στην ταινία του τον ίδιο τίτλο Ενήλικοι στο Δωμάτιο.

Βασιζόμενος στη μαρτυρία από πρώτο χέρι του Βαρουφάκη, ο Κώστας Γαβράς πέτυχε να αποκαλύψει στα μάτια όλου του κόσμου την εντελώς αντιδημοκρατική συμπεριφορά των ευρωπαίων ηγετών. Και αυτό είναι σημαντικό.

Στοιχεία που ξεχάστηκαν

Φυσικά, είναι αδύνατο να παρουσιάσεις μέσα σε δυο ώρες με όλη την πολυπλοκότητά τους αυτά που συνέβησαν στην Ελλάδα και στην Ευρώπη στη διάρκεια μιας περιόδου έξι μηνών. Και είναι κρίμα που ο Κώστας Γαβράς αποσιώπησε αρκετά αξιοσημείωτα γεγονότα εκείνης της περιόδου. Έτσι, δεν αναφέρει τις πράξεις αλληλεγγύης που έγιναν στην Ευρώπη προς τον ελληνικό λαό σε στιγμές-κλειδιά των διαπραγματεύσεων. Ωστόσο, ο Βαρουφάκης τις αναφέρει στο βιβλίο του και θα ήταν δυνατό να δείξει ότι ενώ διεξάγονταν ατέλειωτες διαπραγματεύσεις στις Βρυξέλλες ή αλλού (στη Φρανκφούρτη ή στην Αθήνα), γίνονταν διαδηλώσεις υποστήριξης στον ελληνικό λαό με χιλιάδες κόσμο. Ο ίδιος ο Βαρουφάκης παραδέχεται ότι αυτές οι διαδηλώσεις ήταν μεγάλες τις σπάνιες φορές που ο Τσίπρας ή ο ίδιος είχαν δώσει δημόσια σημάδια αντίστασης στην Τρόικα. Επίσης, θα ήταν εξίσου βασικό να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στους πολίτες στην Ελλάδα ενώ ο Κώστας Γαβράς δεν τους δείχνει παρά μόνο μέσα από τα τζάμια του αυτοκινήτου με το οποίο μετακινούνται ο Βαρουφάκης και ο Τσίπρας λίγο μετά το σχηματισμό της κυβέρνησης στα τέλη του Γενάρη 2015.

Απών ο λαός

Με εξαίρεση μια σκηνή στην οποία ο Βαρουφάκης είναι σε ένα εστιατόριο με φίλους, ο λαός είναι κυριολεκτικά απών από την ταινία. Το φιλμ μοιάζει να είναι κεκλεισμένων των θυρών με ατέλειωτες συζητήσεις και ο Κώστας Γαβράς δυσκολεύεται να αναδείξει τα διάφορα στάδια της διαπραγμάτευσης. Αν και ο σκηνοθέτης δηλώνει ότι ακολουθεί την αφήγηση του Βαρουφάκη, δυο εντελώς θεμελιώδη στοιχεία παρουσιάζονται με βαθύτατα αλλοιωμένο τρόπο. Το πρώτο στοιχείο: ο Κώστας Γαβράς κάνει σαν ο Τσίπρας και ο Βαρουφάκης να ήταν αντίθετοι μέχρι το δημοψήφισμα του Ιουλίου 2015 στη συνέχιση του μνημονίου ενώ ο Βαρουφάκης παραδέχεται ότι στις 20 Φεβρουαρίου και στις επόμενες μέρες αποδέχτηκε εκ μέρους της ελληνικής κυβέρνησης την παράταση για τέσσερις μήνες του ισχύοντος μνημονίου που έπρεπε να τερματιστεί στα τέλη Φεβρουαρίου 2015. Όχι μόνο ο Τσίπρας και ο Βαρουφάκης συμφωνούσαν να παρατείνουν το μνημόνιο αλλά και συνέχισαν τις ιδιωτικοποιήσεις που είχαν υποσχεθεί ότι θα τερμάτιζαν και άδειασαν τα χρηματοκιβώτια όλων των δημόσιων θεσμών για να εξοφλήσουν τους πιστωτές της Τρόικας. Ενώ ο Βαρουφάκης εξηγεί στο βιβλίο του πως πρότεινε στις κινεζικές αρχές να ολοκληρώσει την απόκτηση του συνόλου του λιμανιού του Πειραιά και να προσθέσει την πώληση των ελληνικών σιδηροδρόμων, η ταινία δεν κάνει την παραμικρή αναφορά σε αυτό.

Μια παραπλανητική εκδοχή

Το δεύτερο στοιχείο που αλλοιώθηκε αφορά τον τρόπο με τον οποίο ο πυρήνας γύρω από τον Τσίπρα αντέδρασε στη νίκη του Όχι στο δημοψήφισμα. Πρέπει να θυμηθούμε ότι εξαγγέλοντας το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου, ο Τσίπρας είχε καλέσει τον ελληνικό λαό να ψηφίσει Όχι για να αρνηθεί τις απαιτήσεις των πιστωτών. Σε μια από τις τελικές σκηνές του φιλμ βλέπουμε τον Τσίπρα και εκείνους που τον περιστοιχίζουν να αλληλοσυγχαίρονται με ενθουσιασμό για τη νίκη του Όχι ενώ ο ίδιος ο Βαρουφάκης διευκρινίζει ότι είναι βέβαιος πως ο Τσίπρας ποντάριζε στη νίκη του Ναι για να νομιμοποιήσει την συνθηκολόγησή του.’Αρα ο Κώστας Γαβράς αποφάσισε σε αυτό το σημείο να μην ακολουθήσει την αφήγηση του Βαρουφάκη και να δώσει μια παραπλανητική εκδοχή των πραγματικών γεγονότων. Η αλήθεια είναι ότι ο Τσίπρας αιφνιδιάστηκε από τη θέληση του ελληνικού λαού να αντισταθεί ακόμα μια φορά στους πιστωτές ψηφίζοντας υπέρ του Όχι με πάνω από το 61% των ψήφων. Πολλοί αυτόπτες μάρτυρες είναι κατηγορηματικοί: Όταν ο Τσίπρας και το περιβάλλον του έμαθαν τη νίκη του Όχι δεν εκδήλωσαν κανέναν ενθουσιασμό. Η Ζωή Κωνσταντοπούλου, πρόεδρος του ελληνικού κοινοβουλίου, και φίλη τότε του Τσίπρα το λέει ξεκάθαρα. Εξάλλου, και ο Βαρουφάκης δεν ισχυρίζεται κάτι διαφορετικό.

Αντίθετα, σε ένα άλλο σημείο, ο Κώστας Γαβράς αποφάσισε να σεβαστεί την αφήγηση του Βαρουφάκη που στις 500 σελίδες του βιβλίου του δεν κάνει την παραμικρή αναφορά στο λογιστικό έλεγχο του ελληνικού χρέους που γινόταν στην Ελλάδα το πρώτο εξάμηνο του 2015. Γιατί ο Κώστας Γαβράς που άσκησε το δικαίωμα να εφεύρει εκ τού μηδενός μια σκηνή πανηγυρισμών για τη νίκη του Όχι δεν άσκησε το ίδιο δικαίωμα του δημιουργού για να προσθέσει στην ταινία τις εργασίες της επιτροπής αλήθειας για το ελληνικό χρέος, μιας επιτροπής που δημιουργήθηκε από την πρόεδρο της Βουλής με την επίσημη υποστήριξη του Τσίπρα και του Βαρουφάκη; Ενώ το ζήτημα του χρέους είναι μόνιμα παρόν στην ταινία, γιατί παραλήφθηκε η ύπαρξη των εργασιών αυτής της επιτροπής παρόλο που αυτή συγκέντρωνε όλη την προσοχή ενός σημαντικού μέρους του ελληνικού λαού; Αυτό εκπλήσσει ακόμα περισσότερο από τη στιγμή που στους τίτλους τέλους ο Κώστας Γαβράς αναφέρει το φιλμ “Ο έλεγχος του ελληνικού χρέους” http://www.cadtm.org/Film-L-audit-Enquete-sur-la-dette-grecque που γύρισε ο κινηματογραφιστής Μαξίμ Κουβαράς σε συνεργασία με την CADTM. Αυτό το ντοκιμαντέρ, που αναφέρει ο Κώστας Γαβράς, είναι πλήρως αφιερωμένο στις εργασίες της επιτροπής καθώς και στην αλληλεγγύη που εκδηλώθηκε στην Ευρώπη σε υποστήριξη του ελληνικού λαού. Αναφέρεται επίσης στην έλλειψη σεβασμού που επέδειξε ο Τσίπρας στην λαϊκή βούληση που εκφράστηκε στο δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2015.

Μια λειασμένη εικόνα

Μπορούν να γίνουν και άλλες κριτικές στην ταινία: Η στάση της διευθύντριας του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ, και η στάση του Εμμανουέλ Μακρόν, υπουργού οικονομίας, βιομηχανίας και ψηφιακής της κυβέρνησης Βαλς έχουν παρουσιαστεί λαθεμένα. Ο Κώστας Γαβράς τους παρουσιάζει να σέβονται τη θέληση της ελληνικής κυβέρνησης και να συμπάσχουν με τον ελληνικό λαό ενώ στη πραγματικότητα και οι δυο τους έκαναν μέτωπο με τους άλλους ευρωπαίους ηγέτες για να βασανίσουν την ελληνική κυβέρνηση και να καταστρέψουν τις ελπίδες του λαού της.

Οι κριτικές που μόλις έκανα δεν με εμποδίζουν να ευχαριστήσω τον Κώστα Γαβρά που αφιέρωσε μια ταινία στην εντελώς απαράδεκτη μεταχείριση που επιφυλλάχτηκε στη κυβέρνηση και στο λαό της Ελλάδας το 2015. Αυτή δίνει μιαν ακόμα ευκαιρία να συζητήσουμε τα διδάγματα που πρέπει να αντλήσουμε και τη στρατηγική που πρέπει να υιοθετήσουμε για να αποφύγουμε την επανάληψη μιας τέτοιας καταστροφής. Βέβαια, θα είχα προτιμήσει να δείχνει το φιλμ ότι θα μπορούσαμε να είχαμε ακολουθήσει ένα άλλο σενάριο και ότι ήταν δυνατό να νικήσουμε την αντιδημοκρατική στάση και τις πολιτικές λιτότητας που επέβαλαν οι πιστωτές.

* Ο Ερίκ Τουσσέν, δόκτωρ πολιτικών επιστημών, είναι διεθνής εκπρόσωπος της CADTM (Επιτροπή για την Κατάργηση των Άνομων Χρεών www.cadtm.org). Μετά από αίτημα της προέδρου του ελληνικού κοινοβουλίου, συντόνισε τις εργασίες της επιτροπής για την αλήθεια του ελληνικού χρέους το 2015. Η εκδοχή του για την ελληνική εμπειρία θα εκδοθεί το 2020 με τον τίτλο “Συνθηκολόγηση μεταξύ Ενηλίκων” (Capitulation entre Adultes).

 Μετάφραση: Γιώργος Μητραλιάς

ΠΗΓΗ: www.contra-xreos.gr




23.11.2019 Πετυχημένη η κινητοποίηση των εκπαιδευτικών

Πετυχημένη η κινητοποίηση των εκπαιδευτικών το Σάββατο 23 Νοέμβρη στο κέντρο της Αθήνας, όχι μόνο από άποψη προσέλευσης κόσμου (800 άτομα) αλλά πολύ περισσότερο από αυτά που συζητήθηκαν στην συνέχεια στην συνέλευση αγώνα στο κεντρικό αμφιθέατρο της παιδαγωγικής σχολής.

Ο κόσμος της πορείας και της συνέλευσης ήταν περισσότερο αγωνιστές και αγωνίστριες της αριστεράς και του συνδικαλισμού από συλλόγους εκπαιδευτικών από πολλά μέρη της χώρας. Η συζήτηση της συνέλευσης περιστράφηκε γύρω από τα μεγάλα προβλήματα της εκπαίδευσης (το προσοντολόγιο και τις τεράστιες ανατροπές στους πίνακες αλλά και τους χιλιάδες αποκλεισμούς συναδέλφων, την αξιολόγηση που έρχεται τον συνδικαλιστικό νόμο, το νέο ασφαλιστικό, τα κενά στα σχολεία, την αναπλήρωση, το νέο λύκειο) δηλαδή τους ψηφισμένους μνημομιακούς νόμους του ΣΥΡΙΖΑ και τους νέους της ΝΔ αλλά και την καθαρά προδοτική στάση των ηγεσιών των ΔΟΕ-ΟΛΜΕ που σαν συνέταιροι του υπουργείου Παιδείας ανοίγουν διάπλατα τον δρόμο για την υλοποίηση των σχεδίων του ΟΟΣΑ .

 


Τον λόγο πήραν και φοιτητές ,εκπροσωπώντας αρκετούς συλλόγους της Αθήνας βάζοντας τις εικόνες των δυναμικών φοιτητικών κινητοποιήσεων και της μάχης τους ενάντια στην καταστολή .
Το θετικό της όλης κουβέντας είναι κάτι που δεν συνηθίζεται, να συμφωνήσουν δηλαδή οι δυο μεγάλες παρατάξεις της εκπαιδευτικής αριστεράς ΠΑΜΕ και Παρεμβάσεις αλλά και οι Πρωτοβουλία Ανεξάρτητων Εκπαιδευτικών σε κοινές μέρες κινητοποιήσεων και δράσεων.
Έτσι συμφωνήθηκε να στηριχθούν απο κοινού μια σειρά κινητοποιήσεων έως τις 14 Δεκέμβρη για το ασφαλιστικό και τον προϋπολογισμό με αρχή αυτήν της Δευτέρας 25 Νοέμβρη στον ΑΣΕΠ στην συνάντηση που θα κάνει η ΔΟΕ.
Από την πλευρά μας σαν Πρωτοβουλία Ανεξάρτητων Εκπαιδευτικών προτείναμε να χρησιμοποίησουμε το κοινό κείμενο για απεργία – αποχή ενάντια στην αξιολόγηση των 63 συλλόγων πρωτοβαθμιας και ΕΛΜΕ με την προσθήκη κοινής αφίσας, σαν κοινό μέτωπο αγώνα που στόχο έχει να διευρυνθεί και με άλλους συλλόγους και να ανοίξει την κουβέντα για την οργάνωση ενός απεργιακού αγώνα. Ενός αγώνα όχι συμβολικού αλλά με στόχο μόνο την νίκη , ενός αγώνα με αίτημα την απόσυρση του προσοντολογιου και της αξιολόγησης ,που θα επιβάλει τους μαζικούς διορισμούς με βάση το πτυχίο και την προϋπηρεσία και τις πραγματικές αυξήσεις στους μισθούς. Αυτός ο αγώνας θα πρέπει να έχει σχέδιο και οργάνωση από τα πριν, δηλαδή να φτιαχτούν επιτροπές αγώνα, να στηθούν απεργιακά ταμεία και να υπάρξει συντονισμός με τους φυσικούς συμμάχους των εκπαιδευτικών που είναι οι ενώσεις γονέων, οι μαθητές και οι φοιτητές.

Ελισσαίος Φάκαρος, αναπληρωτής από τον σύλλογο Αριστοτέλη




#Colombia: Τρεις νεκροί και εκατοντάδες τραυματίες στις διαδηλώσεις στην Κολομβία

Η εξέγερση εξαπλώνεται μαζικά παγκοσμίως, πλέον και στην Κολομβία. Οι φτωχοποιημένοι και καταπιεσμένοι αυτού του κόσμου από τις πολιτικές του νεοφιλελευθερισμού με ακροδεξιές εκφάνσεις, αποδεικνύουν ότι η αντίσταση δεν θάφτηκε ούτε από την καπιταλιστική προπαγάνδα, ούτε κάτω από τις κωλοτούμπες του ρεφορµισμού, της “αριστεράς” της ήττας και της ΤΙΝΑ. Οι μάζες αντιστέκονται με ότι μέσο έχουν. Τις περισσότερες φορές αυθόρμητα, ξεπερνώντας ξεπουλημένες ηγεσίες και με περίσσευμα σθένους και αγωνιστικότητας, παρά τους νεκρούς και τραυματίες… Από το εξεγερσιακό κύμα τι λείπει κραυγαλέα; Η μαζική, επαναστατική, αντικαπιταλιστική, αλληλέγγυα και διεθνιστική Αριστερά. Που θα προχωρήσει παρακάτω τα αιτήματα, θα οργανώσει τις εξεγερμένες μάζες με στόχο την ανατροπή παντού. Η ανασυγκρότηση και η πύκνωση των γραμμών της επαναστατικής αριστεράς, η (ανα)συγκρότηση του εργατικού κινήµατος και των κινηµάτων αντίστασης είναι πιο επείγον καθήκον σε όλο τον πλανήτη.

Aναδημοσίευση από το thepressproject.gr

Με δολοφονίες και βία απαντά η κυβέρνηση Ντουκέ στις «ιστορικών διαστάσεων» κινητοποιήσεις που ζει η Κολομβία. «Μετάδοση» των αντιδράσεων κατά δεξιών κυβερνήσεων σε όλη τη Λατινική Αμερική. Εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες διαδήλωσαν την Πέμπτη στους δρόμους της Κολομβίας. Τουλάχιστον τέσσερις χιλιάδες αστυνομικοί παρατάχθηκαν στους δρόμους της χώρας και προχώρησαν σε εκτεταμένη χρήση βίας και χημικών κατά των διαδηλωτών. Οι πολίτες διαμαρτύρονται για τα νεοφιλελεύθερα μέτρα που προωθεί η κυβέρνηση του δεξιού προέδρου Ιβάν Ντούκε, αλλά και τις δολοφονίες γηγενών και ακτιβιστών.

Τρεις νεκροί, εκατοντάδες τραυματίες και άγνωστος αριθμός συλλήψεων, είναι ο απολογισμός των συγκρούσεων με την αστυνομία, στην Κολομβία, όπου συνεχίζονται οι συγκεντρώσεις κατά της νεοφιλελεύθερης κυβέρνησης του Ιβάν Ντουκέ. Σύμφωνα με τις επίσημες ανακοινώσεις, που έκανε ο υπουργός Άμυνας, Κάρλος Χόλμες Τρουχίγιο, δύο άνθρωποι σκοτώθηκαν στην Μπουοναβεντούρα, διότι «η αστυνομία έπρεπε να τους σταματήσει, καθώς της πετούσαν πέτρες και ξύλα». Ο τρίτος νεκρός είναι στην πόλη Καντελερία και ακόμη δεν έχει γίνει γνωστό το κάτω από ποιες συνθήκες δολοφονήθηκε.

Εν τω μεταξύ, ιστορικών διαστάσεων χαρακτήρισε ο αριστερός κολομβιανός Τύπος και διεθνή μέσα, την κινητοποίηση του λαού της Κολομβίας χτες, Πέμπτη, και προβλέπει συνέχιση των κινητοποιήσεων «κατά το πρότυπο της Χιλής». Οι ειρηνικές κινητοποιήσεις, που συνοδεύτηκαν από γενική απεργία, ήταν οι μαζικότερες εδώ και χρόνια σε 185 πόλεις της χώρας –  μεταξύ των οποίων Μπογκοτά, Μεντεγίν, Κάλι, Καρταγένα, Σάντα Μάρτα – οι δρόμοι γέμισαν εργάτες, νεολαίους και ιθαγενείς. Πολλοί παρέμειναν μέχρι τα ξημερώματα στους χώρους συγκέντρωσης, μετατρέποντας τις διαμαρτυρίες σε 48ωρες. Η κυβέρνηση επέβαλε απαγόρευση κυκλοφορίας μετά τις 19:00

Οι διαδηλωτές με τα αιτήματα της απεργίας απορρίπτουν το πακέτο αντιλαϊκών μέτρων της κυβέρνησης που διαλύει τις εργασιακές σχέσεις, ενώ καθιερώνει μισθό για τους νέους στο 75% του βασικού και χτυπάει το δικαίωμα των εργαζομένων σε αξιοπρεπείς μισθούς και συντάξεις. Σύμφωνα με το Telesur, η κυβέρνηση Ντούκε προωθεί παράλληλα περαιτέρω ιδιωτικοποιήσεις στον τομέα της Ασφάλισης, αλλά και και νέες φοροαπαλλαγές για τις μεγάλες επιχειρήσεις.

Ο Ντουκέ, το κόμμα του οποίου είδε πολύ κακά ποσοστά στις πρόσφατες δημοτικές εκλογές και που βλέπει τη δυσαρέσκεια κατά της κυβέρνησής του να φτάνει το 70% στις δημοσκοπήσεις, ελέγχει τα ΜΜΕ της χώρας, που πάντως δεν κατόρθωσαν να σταματήσουν τις λαϊκές αντιδράσεις.




H κόντρα ΗΠΑ – Κίνας μπορεί να ξεφύγει από τον έλεγχο

Με συνέπειες χειρότερες από αυτές του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου

– Έτσι προειδοποιεί ο πρώην υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Χένρι Κίσινγκερ*

Όταν οι εκπρόσωποι της άρχουσας τάξης, και μάλιστα των ισχυρότερων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων του πλανήτη, παραδέχονται ότι υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο οι ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί να οδηγήσουν σε παγκόσμιο πόλεμο και χειρότερο μακελειό από αυτό του Α’ ΠΠ, αυτό αποτελεί τη μεγαλύτερη δικαίωση για τους μαρξιστές και τις οργανώσεις τους. Που επί χρόνια λοιδωρούνταν από «Κασσάνδρες», από  εκπροσώπους της άρχουσας τάξης αλλά και της ρεφορμιστικής Αριστεράς με κατηγορίες κι «επιχειρήματα» του τύπου: «είστε εκτός πραγματικότητας, σας αρέσει να κινδυνολογείτε, έχετε μείνει 100 χρόνια πίσω, ονειρεύεστε Μπολσεβίκους, οι εποχές έχουν αλλάξει, ο καπιταλισμός ξεπερνά τις κρίσεις του χωρίς πολέμους, δεν μπορούν να γίνουν πλέον παγκόσμιοι πόλεμοι» κ.λπ.

Αυτός ο φόβος λειτουργεί ως ένας επιπλέον παράγοντας που οδηγεί τις άρχουσες τάξεις σε σκλήρυνση της στάσης τους στο εσωτερικό, με διαρκή λιτότητα και ακραίες μορφές αστυνομοκρατίας, καταστολής, καταπάτησης και περιστολής των ατομικών και δημοκρατικών δικαιωμάτων. Τα αφεντικά του πλανήτη διαπιστώνουν ότι η αναιμική ανάκαμψη-ανάπαυλα που ακολούθησε τη διεθνή κρίση του 2008 υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο να αποτελέσει απλώς προοίμιο μιας ακόμα σοβαρότερης κρίσης. Η όξυνση των ανταγωνισμών σε συνδυασμό με την εν αναμονή κρίση δημιουργούν έναν φαύλο κύκλο όπου το ένα γεγονός τροφοδοτεί το άλλο. Κίνα (και μαζί της Ρωσία) και ΗΠΑ ανταγωνίζονται στην Ασία, τη Μέση Ανατολή, την Αφρική, τη Λ. Αμερική για την παγκόσμια κυριαρχία. Οι ΗΠΑ χάνουν συνεχώς έδαφος από την Κίνα αλλά δεν θα δεχθούν απλά να τους ξεπεράσει η κινεζική οικονομία, θα αγωνιστούν για να διατηρήσουν τα κεκτημένα τους. Δείτε για παράδειγμα τι γίνεται τον τελευταίο καιρό στη Λ. Αμερική, όπου επισπεύδεται η ανατροπή δημοκρατικών κυβερνήσεων με εμπλοκή του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, για να κρατηθεί/πεταχτεί έξω το κινεζικό κεφάλαιο. Αυτή είναι η βάση που οδηγεί τις κυβερνήσεις της Δύσης σε κλιμάκωση της λιτότητας, του αυταρχισμού, του ρατσισμού και του εθνκισμού. Αυτή είναι βάση που οδηγεί στη μετατόπιση της σοσιαλδημοκρατίας και της Δεξιάς δεξιότερα και στην πρόκριση όλο και πιο ρεβανσιστικών και ακροδεξιών κυβερνητικών λύσεων από τις άρχουσες τάξεις, που γεννά Τραμπ και Μπολσονάρου, που πυροβολεί διαδηλωτές στα μάτια και τους τυφλώνει (Χιλή), που πυροβολεί πρόσφυγες, παρακολουθεί αγωνιστές και ξυλοκοπεί-συλλαμβάνει φοιτητές, που αφήνει ελεύθερους τους χρυσαυγίτες των ΜΑΤ να κινούνται όπως στη χούντα (Μητσοτάκης) και πάει λέγοντας.

Αυτός ο φαύλος κύκλος τροφοδοτεί την αντίσταση κι ανατροφοδοτείται από αυτήν. Οι εξεγέρσεις που πολλαπλασιάζονται διεθνώς, είναι η απόδειξη ότι η ταξική πάλη κλιμακώνεται καθώς όλο και μεγαλύτερα τμήματα του παγκόσμιου πληθυσμού εξαθλιώνονται – τόσο που δεν έχουν τίποτα να χάσουν. Αυτός είναι ο λόγος που έχουν αντέξει τόσο πολύ αρκετές εξεγέρσεις του τελευταίου διαστήματος παρά την άγρια καταστολή. Οι «από πάνω», ακριβώς πάνω στο υπόβαθρο που περιγράψαμε, είναι πιο απρόθυμοι από ποτέ να κάνουν παραχωρήσεις, κι αν κάνουν (όπως στο Εκουαδόρ) επειδή υποχρεώνονται, προετοιμάζουν άμεσα τις κινήσεις τους για να πάρουν  πίσω τα διπλά. Ο καπιταλισμός παρά τον απίστευτο πλούτο και τις επιστημονικο-τεχνολογικές εξελίξεις, βυθίζει όλο και περισσότερο ποσοστό του παγκόσμιου πληθυσμού στην πείνα, την αβεβαιότητα και τον θάνατο, παράγει όλο και περισσότερα όπλα και οι «εθνικοί» καπιταλισμοί προετοιμάζονται σοβαρά να λύσουν τις διαφορές τους με πόλεμο. Πιο πολύ σήμερα παρά ποτέ, μοιάζει ένα σύστημα που σαπίζει και πιο πολύ από ποτέ δείχνει ότι αυτό το σύστημα δεν μπορεί να μεταρρυθμιστεί με την ψήφο, πρέπει να ανατραπεί με την εργατική-λαϊκή από τα κάτω δράση, μέχρι να μη μείνει «πέτρα πάνω στην πέτρα», για να αντικατασταθεί από ένα άλλο σύστημα, το σοσιαλιστικό, όπου οι απλοί άνθρωποι του πλανήτη, σπάζοντας από τα σύνορα, θα διαχειριστούν συλλογικά τις παραγωγικές δυνατότητες για να ευημερήσει όλος ο πληθυσμός, θα πάρουν μέτρα για να σώσουν το περιβάλλον, θα καταργήσουν την άχρηστη παραγωγή όπλων, θα σταματήσουν τα μελλοντικά σφαγεία που οι «από πάνω» μάς επιφυλάσσουν. Οι εξεγέρσεις επιστρέφουν, οι επαναστατικές ιδέες δικαιώνονται και είναι πιο επίκαιρες από ποτέ, οι επαναστατικές οργανώσεις πρέπει να μαζικοποιηθούν και να αναλάβουν πιο ενεργητικό ρόλο στις ερχόμενες μάχες, η εργατική τάξη και οι από κάτω πρέπει να οργανώσουν τον δικό τους «στρατό» στις μεγάλες μάχες που αναμφίβολα έρχονται. Οι ήττες του παρελθόντος είναι διδακτικές και τουλάχιστον για τα χρόνια μετά τον Β’ΠΠ, το κάλεσμα της Ιστορίας είναι πιο εκκωφαντικό από ποτέ.

* Την είδηση αλιεύσαμε από το σάιτ της RCIT. Αποσπάσματα και περίληψη της δημοσίευσής τους παρουσιάζουμε παρακάτω:

«Σε κάθε ταξική κοινωνία, η άρχουσα τάξη εκπαιδεύει τους πολιτικούς της για να κυβερνήσουν και τους επαγγελματίες ιδεολόγους της  για να στηρίξουν την υπαρκτή εκμεταλλευτική κοινωνική δομή. Μερικές φορές, η άρχουσα τάξη δημιουργεί έξυπνους ηγέτες που συνδυάζουν τους δύο αυτούς ρόλους. Τέτοιο παράδειγμα είναι ο Κίσινγκερ, ο οποίος έχει δημοσιεύσει πολλά βιβλία σχετικά με τις παγκόσμιες εξελίξεις και τις γεωπολιτικές στρατηγικές επιλογές του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού. Πρόσφατα, ο Κίσινγκερ μίλησε στο Φόρουμ της Νέας Οικονομίας στο Πεκίνο, το οποίο διοργανώθηκε από το Bloomberg Media Group. Άλλοι συμμετέχοντες ήταν ο Κινέζος αντιπρόεδρος Wang Qishan, ο Μπιλ Γκέιτς και ο πρώην υπουργός Οικονομικών των Ηνωμένων Πολιτειών Hank Paulson. Τέτοιες εκδηλώσεις δεν απευθύνονται στις λαϊκές μάζες – πρόκειται μάλλον για φόρουμ όπου ηγετικές φιγούρες της αστικής τάξης μιλούν μεταξύ τους και όπου αισθάνονται αρκετά ελεύθεροι για να εκφράσουν τις ανησυχίες τους.

Ο Κίσινγκερ αξιοποίησε την ευκαιρία να ζητήσει συμβιβασμό μεταξύ Ουάσιγκτον και Πεκίνου. Προειδοποίησε για τους κινδύνους που εγκυμονεί η έκρηξη της αντιπαλότητας μεταξύ των δύο μεγαλύτερων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων  – των ΗΠΑ και της Κίνας. Είπε ότι οι ΗΠΑ και η Κίνα βρίσκονται ‘‘στα πρόθυρα του Ψυχρού Πολέμου’’. Αντικατοπτρίζοντας τους αυξανόμενους φόβους των κυρίαρχων τάξεων σε όλο τον κόσμο, ο Κίσινγκερ τόνισε: ‘‘Επομένως, μου φαίνεται απαραίτητη η προσπάθεια περιορισμού των επιπτώσεων των συγκρούσεων. Εάν η σύγκρουση αφεθεί ανεξέλεγκτη, το αποτέλεσμα θα μπορούσε να είναι ακόμη χειρότερο από ό,τι στην Ευρώπη. Ο πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος ξέσπασε επειδή μια σχετικά μικρή κρίση δεν μπόρεσε να ξεπεραστεί’’.

O βρετανικός Guardian εξέφρασε πρόσφατα έναν παρόμοιο φόβο:

‘‘Υπάρχει κάτι που θυμίζει έντονα το καλοκαίρι του 1914 στην κατάσταση των σχέσεων ΗΠΑ – Κίνας’’.

Είναι προφανές ότι ακόμα και οι ηγετικοί εκπρόσωποι της αστικής τάξης φοβούνται την έκρηξη των εντάσεων μεταξύ των Μεγάλων Δυνάμεων».

«Ο πανικός αυτός είναι πλήρως δικαιολογημένος», γράφουν οι σ., «κι ενισχύεται τους τελευταίους μήνες από ένα κύμα μαζικών διαμαρτυριών και λαϊκής εξέγερσης που έχει εξαπλωθεί σε όλο τον κόσμο. Από τη Χιλή και τον Ισημερινό, το Ιράκ, το Λίβανο και την Αλγερία, μέχρι την Καταλονία και το Χονγκ Κονγκ, οι εργαζόμενοι, οι νέοι και οι καταπιεσμένοι εξεγείρονται σε όλες σχεδόν τις ηπείρους».

Και καταλήγουν: Οι Κίσινγκερ, Ξι, Μέρκελ, Μακρόν και Πούτιν αυτού του πλανήτη είναι καλά οργανωμένοι, καλά οπλισμένοι και διαθέτουν το χρήμα. Οι εργάτ(ρι)ες και οι καταπιεσμένοι-ες δεν έχουμε άλλον δρόμο από το να οργανωθούμε εξίσου.

Πηγή https://www.thecommunists.net/worldwide/global/worsethanworldwari/

Και οι πηγές του σάιτ https://www.bloomberg.com/news/articles/2019-11-21/kissinger-says-u-s-and-china-in-foothills-of-a-cold-war?srnd=premium-europe

και

https://www.theguardian.com/commentisfree/2019/aug/05/the-guardian-view-on-the-china-us-trade-wars-the-global-economy-is-at-risk

Μετάφραση-επιμέλεια: Α.Λ

 




Απόφαση συντονιστικού των 5.500 εργαζομένων στο δημόσιο με προγράμματα ΟΑΕΔ

Την Τετάρτη 20/11 πραγματοποιήσαμε, με μεγάλη μαζικότητα, κινητοποίηση έξω από το Υπουργείο Εργασίας, με αίτημα συνάντηση με τον Υπουργό Εργασίας προκειμένου να του καταθέσουμε τα αιτήματά μας ως Συντονιστικό Αγώνα Εργαζομένων του Ειδικού Προγράμματος Απασχόλησης του ΟΑΕΔ για 5.500 άνεργους πτυχιούχους ηλικίας 22-29 και να πάρουμε μια επίσημη απάντηση από πλευράς κυβέρνησης σχετικά με αυτά. Την ίδια ώρα στο Υπουργείο Εργασίας είχαν κινητοποίηση οι συμβασιούχοι δασεργάτες, τους οποίους απολύουν.

Έχοντας κάτω από το γραφείο του χιλιάδες κόσμου που αγωνιά για το μέλλον και την επιβίωσή του, ο κ. Βρούτσης επέλεξε να μην εμφανιστεί, παρά τα συνεχή μας αιτήματα. Μετά την επίμονη παρουσία μας έξω από το Υπουργείο και έχοντας κλείσει για ώρα τη Σταδίου επέτρεψαν σε μόλις 4 (!) άτομα από το Συντονιστικό Αγώνα να μπουν για να συναντηθούν όχι με τον Υπουργό αλλά με τον Προϊστάμενο Γενικής Διεύθυνσης Εργασιακών Σχέσεων, ο οποίος επί της ουσίας δήλωνε αναρμόδιος για το θέμα μας!

Από τη συζήτηση ήταν ξεκάθαρο πως η συνάντηση έγινε λόγω της ασφυκτικής πίεσης που δημιούργησαν οι εκατοντάδες συνάδελφοι που βρίσκονταν στο δρόμο, ενώ καμία απάντηση δε δόθηκε για το μέλλον μας με το πρόσχημα «δε γνωρίζω το πρόγραμμά σας» και «δεν αφορά το Υπουργείο Εργασίας αυτό το αίτημα». Μετά από πίεση μας παρέπεμψε σε επόμενο ραντεβού, πάλι μαζί του και όχι με τον Υπουργό ή κάποιον που να θεωρείται «αρμόδιος», την Τετάρτη 27/11.

Στη συνέχεια κινηθήκαμε δυναμικά με πορεία προς το Σύνταγμα και πραγματοποιήσαμε μαζική συνέλευση αγώνα με συμμετοχή από διάφορους νομούς πανελλαδικά, όπου αποφασίσαμε την Τετάρτη 27/11 στις 12:00 να πραγματοποιήσουμε ακόμα πιο μαζική και δυναμική κινητοποίηση έξω από το Υπουργείο Εργασίας. Στη συνέχεια θα πραγματοποιήσουμε εκ νέου πανελλαδική συνέλευση αγώνα.

Θέλουμε να κάνουμε ξεκάθαρο πως την επόμενη Τετάρτη δεν πρόκειται να φύγουμε από το Υπουργείο Εργασίας, εάν δε συναντηθούμε με αρμόδιο στέλεχος του Υπουργείου που θα μας δώσει σαφή απάντηση για τα αιτήματά μας.

Δε θα συναινέσουμε στην πολιτική της ανακύκλωσης της ανεργίας, των ελαστικών σχέσεων εργασίας και της συνεχούς ανασφάλειας. Είμαστε εργαζόμενες/οι και δε θα ανεχτούμε να γινόμαστε «μπαλάκι» της κάθε κυβέρνησης. Διεκδικούμε τα αυτονόητα και δε θα σταματήσουμε αν δε τα πάρουμε.

Δεν πάμε βήμα πίσω από τις διεκδικήσεις μας! Δεν θα υποχωρήσουμε αν δεν ικανοποιηθούν τα δίκαια αιτήματά μας. Είμαστε στο πλευρό όλων των συμβασιούχων και όλων των εργαζομένων που μάχονται για το δικαίωμα στη μόνιμη και σταθερή δουλειά. Δε σταματάμε, αντίθετα κλιμακώνουμε τον αγώνα μας, είμαστε μονάχα στην αρχή!

Καλούμε τους/τις συναδέλφους/ισσες του προγράμματος να πλαισιώσουν με ακόμη μεγαλύτερη μαζικότητα την επόμενη κινητοποίησή μας.

Καλούμε σωματεία, ομοσπονδίες, φορείς, εργαζομένους να είναι στο πλευρό μας στον αγώνα ενάντια στην ανακύκλωση της ανεργίας, στις ελαστικές σχέσεις εργασίας, στην πάλη για ανανέωση των συμβάσεων μας και μόνιμη και σταθερή δουλειά για όλες/ους.

Διεκδικούμε:

-Μόνιμη και σταθερή δουλειά για όλες/ους. Ίση αντιμετώπιση των εργαζομένων. Ίση αμοιβή για ίση εργασία με πλήρη ασφαλιστικά και εργασιακά δικαιώματα. Ίσα δικαιώματα για τις εργαζόμενες μητέρες και τις εγκύους.

-Άμεση ανανέωση της σύμβασής μας για χρονική διάρκεια ίση με την αρχική προκήρυξη και παράλληλη εκκίνηση διαδικασιών για τη μετατροπή των συμβάσεων μας σε αορίστου χρόνου.

-Στελέχωση των Υπουργείων, των δημόσιων υπηρεσιών και των δήμων με μόνιμο και σταθερό προσωπικό.

-Να σταματήσει η πολιτική ανακύκλωσης της ανεργίας μέσω των προγραμμάτων του ΟΑΕΔ.

-Καμία απόλυση συναδέλφου/ισσας. Να μπει τέλος στις ελαστικές σχέσεις εργασίας!

-Καμία συρρίκνωση του δημόσιου τομέα. Καμία ιδιωτικοποίηση των δημόσιων φορέων. Καμία σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα [ΣΔΙΤ] στους δημόσιους φορείς.

-Λεφτά για τις ανάγκες των εργαζομένων και όχι για τα πλεονάσματα.

Συντονιστικό Αγώνα Εργαζομένων του Ειδικού Προγράμματος Απασχόλησης του ΟΑΕΔ για 5.500 άνεργους πτυχιούχους ηλικίας 22-29




Μαρξισμός και Κόμμα: Ο Μοντέρνος Ηγεμόνας του Γκράμσι

 

Του Τζον Μόλινιου (1978)

Μετάφραση Βασίλης Μορέλλας

Πηγή: https://www.marxists.org/history/etol/writers/molyneux/1978/party/

Οι εμφάσεις με έντονα μαύρα γράμματα από τη διαχείριση του σάιτ

6o κεφάλαιο: Ο Μοντέρνος Ηγεμόνας του Γκράμσι

Ενώ ένας πολιορκημένος Τρότσκι πάλευε να διατηρήσει και να εφαρμόσει τη Λενινιστική θεωρία για το κόμμα, ένας άλλος μαρξιστής, ο Αντόνιο Γκράμσι, εργαζόταν για 11 χρόνια μέσα σε μια φασιστική φυλακή για να αναπτύξει νέες και πρωτότυπες ιδέες πάνω στην επαναστατική στρατηγική. Ο καρπός αυτού του τεράστιου έργου και το κεντρικό κομμάτι της Γκραμσιανής στρατηγικής, ήταν μια νέα σύλληψη του ρόλου και των καθηκόντων του επαναστατικού κόμματος, που συνιστά τη μόνη θεμελιακή προσθήκη στη μαρξιστική κομματική θεωρία απ’τον καιρό του Λένιν. Ο Γκράμσι ήταν ικανός να πετύχει αυτήν την καινοτομία, πάνω απ’όλα λόγω της μοναδικής φιλοσοφικής οπτικής από την οποία προσέγγιζε το πρόβλημα του κόμματος. Συνεπώς, κάθε ανάλυση της θεωρίας του Γκράμσι για το κόμμα πρέπει να αρχίζει με μια θεώρηση των φιλοσοφικών προϋποθέσεων στις οποίες βασιζόταν.

 

  1. Η φιλοσοφία της πράξης

 

Όπως ο Γκέοργκ Λούκατς, ο άλλος εξέχων μαρξιστής φιλόσοφος της μεσοπολεμικής περιόδου, ο Γκράμσι έφτασε στον μαρξισμό μέσω του Χέγκελ και άρα «μέσω της φιλοσοφίας». Οι μορφές-κλειδιά στην ιδεολογική διάπλαση του Γκράμσι ήταν οι Μπενεντέτο Κρότσε και Αντόνιο Λαμπριόλα. Ο Κρότσε ήταν ένας ιδεαλιστής φιλόσοφος για τον οποίο ο κεντρικός σκοπός της φιλοσοφίας ήταν η κατανόηση της ιστορίας και ο οποίος επομένως αυτοαποκαλούταν «απόλυτος ιστορικιστής». Ο Γκράμσι τον θεωρούσε ως τον υψηλότερο εκπρόσωπο της Ιταλικής αστικής κουλτούρας και μάλιστα ως έναν από τους προεξάρχοντες εκφραστές του φιλελευθερισμού στον κόσμο. Ο Κρότσε επέκρινε τον μαρξισμό, μα για τον Γκράμσι το έργο του βρισκόταν σε πολύ πιο προηγμένο διανοητικό επίπεδο απ’ότι εκείνο του χυδαίου μαρξισμού και θετικισμού* που διέπρεπαν στην προ του 1914 Ιταλία. Γι’αυτό η σχέση του Γκράμσι με τον Κρότσε παραλληλίζεται με εκείνη μεταξύ Μαρξ και Χέγκελ -πρώτα υπό την επιρροή του, μετά όλο και περισσότερο να τον βλέπει ως μια μείζων μορφή που πρέπει να διαμφισβητηθεί και ν’αντικατασταθεί με μια νέα σύνθεση. Αυτό που ο Γκράμσι πήρε από τον Κρότσε και ανέπτυξε, ήταν η απόρριψη του οικονομικού ντετερμινισμού και θετικισμού και η σπουδαιότητα του «ηθικο-πολιτικού» ή «ιδεολογικού» παράγοντα/moment στην ιστορία.

Η γέφυρα ανάμεσα στο μαρξισμό και τον ιδεαλισμό του Κρότσε χορηγήθηκε από τον Αντόνιο Λαμπριόλα, τον «θεμελιωτή πατέρα» του Ιταλικού μαρξισμού στα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα. Ο Λαμπριόλα ήταν ένας καθηγητής φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Ρώμης που προσχώρησε στο μαρξισμό αργά στη ζωή του, έχοντας υπάρξει ηγετική φυσιογνωμία στην Ιταλική χεγκελιανή σχολή. Ήταν ο Λαμπριόλα αυτός που εισήγαγε πρώτος τον όρο «η φιλοσοφία της πράξης», χρησιμοποιημένο από τον Γκράμσι ως υποκατάστατο για τον «μαρξισμό» στα Τετράδια της Φυλακής, ώστε να περάσει από το λογοκριτή της φυλακής.[1] Ο Γκράμσι είχε σε μεγάλη υπόληψη τον Λαμπριόλα, εκτιμώντας ιδιαίτερα την έμφασή του στην ενότητα θεωρίας και πράξης και την ανεξαρτησία του μαρξισμού από κάθε άλλο φιλοσοφικό ρεύμα. Στα Τετράδια της Φυλακής ο Γκράμσι τον περιγράφει ως «το μόνο άνθρωπο που έχει προσπαθήσει να οικοδομήσει τη φιλοσοφία της πράξης επιστημονικά».[2]

Η κατεύθυνση στην οποία κινούνταν οι ιδέες του Γκράμσι φάνηκε καθαρά από ένα άρθρο με το οποίο χαιρέτιζε τη Ρωσική Επανάσταση, Η Επανάσταση ενάντια στο Κεφάλαιο, το οποίο υμνούσε τους Μπολσεβίκους για την άρνησή τους να δεσμευτούν από σιδερένιους ιστορικούς νόμους. Κι όταν, μετά το τέλος του πρώτου παγκοσμίου πολέμου, ο Γκράμσι έγινε ένας πλήρως αναπτυγμένος μαρξιστής και κομμουνιστής, η δική του έκδοση του μαρξισμού ήταν τελείως διαφορετική από τον ορθόδοξο «επιστημονικό» υλισμό που χαρακτήριζε τη Δεύτερη Διεθνή και που εν πολλοίς κυριαρχούσε και στην Τρίτη Διεθνή, με εξαίρεση τον Λένιν που είχε αναθεωρήσει τη φιλοσοφική του θέση στα 1914.

Για τον ώριμο Γκράμσι των Τετραδίων της Φυλακής «η φιλοσοφία της πράξης είναι απόλυτος “ιστορικισμός”, η απόλυτη εκκοσμίκευση και επιγειότητα της σκέψης, ένας απόλυτος ουμανισμός της ιστορίας».[3] Είναι ολοκληρωτικά αντίθετος σε όλες τις μορφές υπερβατισμού**, είτε αυτός είναι ο υπερβατισμός μιας αφηρημένης «ανθρώπινης φύσης» ή του «ανθρώπου εν γένει», της θρησκείας και των παράγωγων ιδεαλιστικών φιλοσοφιών, είτε ο υπερβατισμός του μεταφυσικού υλισμού που βασίζει τον εαυτό του σε «αντικειμενικούς νόμους».

Ορίζοντας τον μαρξισμό με ένα ιστορικιστικό/ουμανιστικό τρόπο, ο Γκράμσι διαχωρίζει τον εαυτό του όχι μόνο από τους Μπουχάριν και Κάουτσκι και από τους νεοκαντιανούς***, μα επίσης κι από τον Πλεχάνοφ, τον φιλοσοφικό δάσκαλο όλων των Ρώσων μαρξιστών κι αυτό τον οδηγεί σε μια κριτική της καθιερωμένης παρουσίασης των θεμάτων που είναι μέγιστης σημασίας για τη θεωρία του κόμματος: τον φαταλισμό, την πρόβλεψη και τον οικονομικό ντετερμινισμό.

Όπως έχουμε συχνά υποδείξει, φαταλιστικές ερμηνείες του μαρξισμού έχουν επανειλημμένα εμποδίσει την κατανόηση του ρόλου του κόμματος και είναι ένα από τα μεγάλα επιτεύγματα του Λένιν που ήρθε σε ρήξη με τη φαταλιστική σύλληψη της οργάνωσης από τη Δεύτερη Διεθνή. Όμως αυτό που διακρίνει τον Γκράμσι από τον Λένιν, τον Τρότσκι και άλλους αντιπάλους του φαταλισμού είναι ότι οι τελευταίοι ποτέ δεν αντιμετώπισαν πραγματικά σε φιλοσοφικό επίπεδο τον φαταλισμό ως τέτοιο. Το βασικό επιχείρημα πάντα αποφευγόταν με την εισαγωγή του χρονικού παράγοντα. Βέβαια, μακροπρόθεσμα,  έλεγαν, η ενότητα του προλεταριάτου, η νίκη του σοσιαλισμού κλπ είναι αναπόφευκτη, αλλά το ερώτημα είναι πώς θα επιταχύνουμε αυτή τη διαδικασία, τι οφείλουμε εμείς να κάνουμε τώρα κι ούτω καθεξής. Με αυτόν τον τρόπο οι ολέθριες συνέπειες του φαταλισμού αποκρούονταν ξανά και ξανά, μα ποτέ δεν αναιρέθηκαν εκ βάθρων. Για τον Γκράμσι, ωστόσο, παρόλο που αναγνωρίζει τον ιστορικά «χρήσιμο» ρόλο που έπαιξε ο φαταλισμός, δεν υπάρχει καμία τέτοια βασική υπεκφυγή. «Πρέπει να σημειωθεί πώς το ντετερμινιστικό, φαταλιστικό και μηχανιστικό στοιχείο έχει υπάρξει άμεσο ιδεολογικό “άρωμα”, αναβλύζον από τη φιλοσοφία της πράξης, μάλλον παρόμοια με τη θρησκεία ή τα ναρκωτικά (στην αποχαυνωτική τους επίπτωση).»[4]

Σε περιόδους ήττας, η φαταλιστική άποψη ότι «η ιστορία είναι με το μέρος μας» έχει υπάρξει μεγάλη πηγή δύναμης και αντίστασης, αλλά όταν το προλεταριάτο καταλαμβάνει τη σκηνή ως ενεργός κατευθυντήρας των γεγονότων (δηλ. σε μια επανάσταση) «σε ορισμένο σημείο η μηχανικότητα μετατρέπεται σε άμεσο κίνδυνο».[5]

Για τον ντετερμινιστή μαρξιστή, η μεγάλη δύναμη του μαρξισμού κόντρα στην αστική ιδεολογία είναι η ικανότητά του να προβλέπει το μέλλον λόγω της επίγνωσής του για τους «νόμους της ιστορίας». Αυτός ο ισχυρισμός γίνεται από τον Μπουχάριν και είναι ένα επανερχόμενο θέμα στα γραπτά του Τρότσκι και πολλών άλλων. Ο Γκράμσι, ωστόσο, γράφει ότι:

 

Στην πραγματικότητα κάποιος μπορεί να προβλέψει «επιστημονικά» μόνο την πάλη, αλλά όχι τις χειροπιαστές στιγμές της πάλης, οι οποίες δεν μπορούν παρά να είναι αποτελέσματα αντιτιθέμενων δυνάμεων σε συνεχή κίνηση, οι οποίες ποτέ δεν ανάγονται σε σταθερές ποσότητες, αφού στο εσωτερικό τους η ποσότητα μετατρέπεται συνεχώς σε ποιότητα. Στην πραγματικότητα κάποιος μπορεί να «προβλέψει» στο μέτρο που δρα, στο μέτρο που ασκεί μια εθελοντική προσπάθεια και επομένως συνεισφέρει χειροπιαστά στη δημιουργία του «προβλεπόμενου» αποτελέσματος. Η πρόβλεψη αποκαλύπτει τον εαυτό της όχι ως μια επιστημονική πράξη γνώσης, αλλά ως η αφηρημένη έκφραση της συντελεσμένης προσπάθειας, ως ο πρακτικός τρόπος δημιουργίας μιας συλλογικής θέλησης.[6]

 

Εάν, για τον Γκράμσι, ο φαταλισμός είναι συγγενής με τη θρησκεία, τότε ο οικονομικός ντετερμινισμός μόνο λίγο καλύτερος μπορεί να είναι από τη δεισιδαιμονία και τον πλήρη εκχυδαϊσμό του μαρξισμού. Εναντίον του οικονομικού ντετερμινισμού ως ιστορικής μεθοδολογίας, παραθέτει «την αυθεντική μαρτυρία του Μαρξ, του συντάκτη στέρεων πολιτικών και ιστορικών έργων».[7]

Ο Γκράμσι βλέπει τον «οικονομισμό» ή τον συνδικαλισμό ως μια τάση στο κίνημα της εργατικής τάξης, προερχόμενη περισσότερο από τον φιλελευθερισμό του laissez-faire[8] (την ελεύθερη κίνηση των οικονομικών δυνάμεων), παρά από τον μαρξισμό, που στοχεύει μέσω της πολιτικής στην καθυπόταξη των οικονομικών δυνάμεων στην ανθρώπινη θέληση. Ο συνδικαλισμός είναι η θεωρία μιας καταπιεσμένης τάξης «που εμποδίζεται από αυτή τη θεωρία να γίνει ποτέ κυρίαρχη».[9]

Η υπεραριστερή εκλογική αποχή, η απόλυτη απόρριψη «συμβιβασμών» και η εχθρότητα στις συμμαχίες, όλα συνδέονται από τον Γκράμσι με τον «οικονομισμό» στο ότι όλα βασίζονται στην πεποίθηση πως οι οικονομικοί νόμοι (ειδικά όπως εκφράζονται στις καπιταλιστικές κρίσεις) θα οδηγήσουν καθαυτοί στο σοσιαλισμό. Για τον Γκράμσι αυτή η άποψη του ρόλου των οικονομικών κρίσεων ήταν «πέρα για πέρα ιστορικός μυστικισμός, η προσδοκία ενός είδους εκ θαύματος φώτισης».[10] Αντίθετα:

ότι οι οικονομικές κρίσεις καθαυτές παράγουν θεμελιώδη ιστορικά γεγονότα είναι κάτι που μπορεί να αποκλειστεί: αυτές μπορούν απλώς να δημιουργήσουν ένα έδαφος πιο πρόσφορο για τη διάδοση ορισμένων μεθόδων σκέψης και ορισμένων τρόπων να θέτεις και να επιλύεις προβλήματα που ενέχουν ολόκληρη τη συνακόλουθη ανάπτυξη της εθνικής ζωής. [11]

Για τον Γκράμσι μια αυθεντική μαρξιστική ανάλυση μιας κατάστασης πρέπει να αποτελεί απτή μελέτη του συσχετισμού δυνάμεων μέσα στην κατάσταση, αποβλέπουσα στην αλλαγή της. Μια τέτοια ανάλυση πρέπει να ενσωματώνει και να διακρίνει τουλάχιστον τρεις «παράγοντες» ή «επίπεδα».[12]

1. «Τον συσχετισμό των κοινωνικών δυνάμεων που συνδέονται στενά με τη δομή, αντικειμενικές, ανεξάρτητες από την ανθρώπινη θέληση και που μπορούν να μετρηθούν με τη συστηματικότητα των ακριβών ή φυσικών επιστημών». Σε αυτή τη βάση μπορεί κανείς να ανακαλύψει «εάν σε μια συγκεκριμένη κοινωνία υπάρχουν οι αναγκαίες και επαρκείς συνθήκες για τον μετασχηματισμό της».

  1. Τον συσχετισμό των πολιτικών δυνάμεων: «μια εκτίμηση της ομοιογένειας, αυτογνωσίας και οργάνωσης που έχουν κατορθώσει οι ποικίλες κοινωνικές τάξεις».
  2. Τον συσχετισμό των στρατιωτικών δυνάμεων. «Η ιστορική ανάπτυξη παλινδρομεί συνεχώς μεταξύ του πρώτου και του τρίτου παράγοντα με τη μεσολάβηση του δεύτερου»,[13] γράφει ο Γκράμσι και είναι ακριβώς με τον δεύτερο, μεσολαβητικό παράγοντα της πολιτικής που απασχολείται ιδιαίτερα.

Ο Γκράμσι, λοιπόν, αποδίδει στις φιλοσοφίες, τις κοσμοαντιλήψεις και τις ιδέες που διατηρούν οι άνθρωποι, έναν σπουδαίο και ενεργό ρόλο στη διαμόρφωση της ιστορίας. Φυσικά, αυτό τον εκθέτει σε κατηγορίες για βολονταρισμό και ιδεαλισμό (και τέτοιες κατηγορίες ήταν συχνά διαθέσιμες στις εσωκομματικές διαμάχες). Η αλήθεια είναι ότι ο Γκράμσι ενδιαφέρεται όχι για τη φιλοσοφία αφηρημένα, μα για την απτή ιστορική ανάπτυξη συγκεκριμένων φιλοσοφιών και πάνω απ’όλα για τον αντίκτυπό τους στην καθημερινή σκέψη και τον «κοινό νου» των μαζών.

Γιατί το να οδηγηθεί μια μάζα ανθρώπων να σκέφτεται συνεκτικά με τον ίδιο συνεκτικό τρόπο για τον υπαρκτό κόσμο είναι ένα «φιλοσοφικό» συμβάν μακράν πιο σπουδαίο και «πρωτότυπο» απ’την ανακάλυψη από μια φιλοσοφική «ιδιοφυία» μιας αλήθειας που παραμένει κτήμα μικρών ομάδων διανοουμένων.[14]

Ο Γκράμσι επιμένει ότι «ο καθένας είναι ένας φιλόσοφος, αν και με τον δικό του τρόπο και ασυνείδητα»,[15] αλλά αυτό που είναι απαραίτητο είναι να μεταμορφώσεις το υπονοούμενο, το αντιφατικό και κατακερματισμένο μέσα στις μάζες, σε κριτική και συστηματική επίγνωση που μπορεί να απολήξει στο σχηματισμό μιας λαϊκής συλλογικής θέλησης για δράση. Όμως, μια άποψη για τον κόσμο, δεν φυτρώνει αυθόρμητα σε μεμονωμένα άτομα. Ο σχηματισμός μια συλλογικής θέλησης απαιτεί ένα σημείο προέλευσης και ένα σημείο διασποράς. Πρέπει να υπάρχει μια ενεργή δύναμη που να εργάζεται για να τον αναπτύξει και στη θεωρία και στην πράξη.[16]

Έτσι, η φιλοσοφία της πράξης του Γκράμσι, με την έμφασή της στην συνειδητή ανθρώπινη μεσολάβηση στην ιστορία και της από μέρους της απόρριψη όλου του μηχανιστικού ή άκαμπτου ντετερμινισμού, οδήγησε κατευθείαν στο ζήτημα του επαναστατικού  κόμματος και τον εξόπλισε θαυμάσια για να το διαπραγματευθεί. Αλλά πάνω στη βάση της φιλοσοφικής επιτήδευσης μόνο, ο Γκράμσι δε θα είχε σταθεί ικανός να προχωρήσει σημαντικά τη θεωρία για το κόμμα.[17] Για την κομματική θεωρία του Γκράμσι, υπήρξε και μια δεύτερη προϋπόθεση: βαθιά εμπλοκή στην πολιτική πρακτική στο εργατικό κίνημα και η επ’αυτού συμπαγής ανάλυση. Σε αυτό στρεφόμαστε τώρα.

  1. Η Ιταλική εμπειρία –επανάσταση και ήττα

Η αποφασιστική πολιτική εμπειρία για τη διάπλαση της σκέψης του Γκράμσι ήταν ο ξεσηκωμός των Ιταλών εργατών, με αιχμή του δόρατος το προλεταριάτο του Τορίνο στα 1919 και 1920. Η παρέμβαση του Γκράμσι σε αυτά τα γεγονότα, μέσω του εβδομαδιαίου περιοδικού L’Ordine Nuovo****, τον έφερε στη στενότερη επαφή με τους εργάτες του Τορίνο. Αυτός ανακαλεί ότι

 

Εκείνο τον καιρό καμιά πρωτοβουλία δεν αναλαμβανόταν που να μη δοκιμάζεται στην πραγματικότητα… αν οι γνώμες των εργατών δεν λαμβάνονταν πλήρως υπόψη. Γι’αυτόν τον λόγο, οι πρωτοβουλίες μας εμφανίζονταν ως διερμηνεία μιας αισθητής ανάγκης, ποτέ ως ψυχρή εφαρμογή ενός διανοητικού σχήματος.[18]

 

Το μεγάλο επίτευγμα του Γκράμσι στο L’Ordine Nuovo ήταν η “μεταγλώττιση” της Ρωσικής ιδέας των σοβιέτ στην Ιταλία, μέσα από την ανάπτυξη των ήδη υπαρχόντων εργοστασιακών εσωτερικών επιτροπών σε εργοστασιακά συμβούλια, ως θεμέλια ενός νέου κράτους. Σε ένα σημαντικό απόσπασμα γραμμένο στα 1920, ο Γκράμσι συνόψισε τη βασική αντίληψή του για τον κομμουνισμό.

 

Έχουμε επομένως ισχυριστεί: 1. ότι η επανάσταση δεν είναι απαραίτητα προλεταριακή  και κομμουνιστική αν σκοπεύσει κι εξασφαλίσει την ανατροπή του αστικού κράτους∙ 2. ούτε και είναι προλεταριακή και κομμουνιστική αν σκοπεύσει κι εξασφαλίσει την καταστροφή των αντιπροσωπευτικών θεσμών και της διοικητικής μηχανής μέσω των οποίων η κεντρική κυβέρνηση ασκεί την πολιτική εξουσία της μπουρζουαζίας∙ δεν είναι προλεταριακή και κομμουνιστική ακόμη κι αν το κύμα λαϊκής εξέγερσης τοποθετήσει την εξουσία στα χέρια ανθρώπων που αυτοαποκαλούνται (και ειλικρινά είναι) κομμουνιστές. Η επανάσταση είναι προλεταριακή και κομμουνιστική μόνο στο βαθμό που απελευθερώνει τις προλεταριακές και κομμουνιστικές δυνάμεις παραγωγής, δυνάμεις που αναπτύσσονταν μέσα στην κυριαρχούμενη απ’την καπιταλιστική τάξη κοινωνία. Είναι προλεταριακή και κομμουνιστική στο βαθμό που προχωρά και προωθεί τη μεγέθυνση και συστηματοποίηση των προλεταριακών και κομμουνιστικών δυνάμεων που μπορούν να ξεκινήσουν το υπομονετικό, μεθοδικό έργο που απαιτείται για την οικοδόμηση μιας νέας τάξης στις σχέσεις παραγωγής και διανομής.[19]

 

Αυτή η έμφαση στη δημιουργική, εποικοδομητική πλευρά της εργατικής επανάστασης σε αντίθεση με την καταστροφική πλευρά της ανατροπής του καπιταλισμού, επρόκειτο να παραμείνει αμετάβλητη θεματική στη σκέψη του Γκράμσι.

Όμως, αυτή η εμπειρία ήταν επίσης αρνητική, στο ότι αποκάλυψε την αποφασιστική αδυναμία του Ιταλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος (PSI) και της όλης παράδοσης του Ιταλικού μαξιμαλιστικού σοσιαλισμού. Η επικρατούσα τάση του Ιταλικού σοσιαλισμού απέτυχε παταγωδώς να εκτιμήσει τη σπουδαιότητα των εργοστασιακών συμβουλίων, θεωρώντας τα απειλή για την καθεστηκυία τάξη των συνδικάτων και το Τορινέζικο προλεταριάτο αφέθηκε να παλέψει μονάχο. Την κρίσιμη στιγμή, το PSI παρέμεινε σε γραφειοκρατική παράλυση και ανίκανο ή απρόθυμο να δώσει συνεκτική ηγεσία στο ανερχόμενο επαναστατικό κίνημα∙ ως αποτέλεσμα, η πρωτοβουλία χάθηκε και ο δρόμος άνοιξε για την λυσσασμένη αντεπανάσταση που αποκορυφώθηκε στην πορεία του Μουσολίνι προς τη Ρώμη*****. Η απάντηση του Γκράμσι σε αυτή την προδοσία ήταν μια ισοπεδωτική κριτική με τίτλο Προς μια Ανανέωση του Σοσιαλιστικού Κόμματος[20] στην οποία κατηγορούσε την κομματική ηγεσία για την αποτυχία της να δημιουργήσει ένα ομογενές μαχητικό κόμμα, εκκαθαρισμένο από τα ρεφορμιστικά και μη-κομμουνιστικά του στοιχεία, την αποτυχία της να εμπλέξει το κόμμα στη ζωή της Τρίτης Διεθνούς, την από μέρους της έλλειψη επαναστατικής αντιπολίτευσης στη Γενική Συνομοσπονδία Εργασίας, την προσκόλλησή της στην κοινοβουλευτική δημοκρατία και την αποχωρητική άρνησή της να αποδυθεί στον αγώνα για την εξουσία. Αυτές οι θέσεις, που δέχτηκαν την επιδοκιμασία του Λένιν, κατέληγαν ότι,

 

Η ύπαρξη ενός συνεκτικού και εξαιρετικά πειθαρχημένου κομμουνιστικού κόμματος με εργοστασιακούς, συνδικαλιστικούς και συνεταιριστικούς πυρήνες, που να μπορεί να συντονίζει και να συγκεντροποιεί στην κεντρική του εκτελεστική επιτροπή όλη την επαναστατική δράση του προλεταριάτου, αποτελεί το θεμελιώδη και αναντικατάστατο όρο για κάθε πείραμα στα σοβιέτ. [21]

Έτσι όχι μόνο η φιλοσοφική θέση του Γκράμσι, μα επίσης κι η πρακτική του πείρα τον οδήγησαν στο ζήτημα του κόμματος. Αρχικά, ωστόσο, η πρωτοτυπία του συγκαλυπτόταν και αδυνατούσε να επιδιώξει μια ανεξάρτητη πολιτική. Αυτό οφειλόταν εν μέρει στην πίεση των καθημερινών γεγονότων την περίοδο της αυξανόμενης φασιστικής καταστολής και εν μέρει στην θέση όπου βρέθηκε μέσα στο νεοσχηματισμένο Κομμουνιστικό Κόμμα Ιταλίας (PCI). Το PCI διασπάστηκε ανάμεσα στην δεσπόζουσα μορφή του Αμαντέο Μπορντίγκα, ενός άκαμπτου υπεραριστεριστή και μια οπορτουνιστική δεξιά πτέρυγα υπό την ηγεσία του Αντζέλο Τάσκα. Ο Γκράμσι διαφωνούσε έντονα με τον Μπορντίγκα, αλλά εκτιμούσε την παρουσία του στην κομματική ηγεσία και ήταν απρόθυμος να τον αμφισβητήσει από φόβο παράδοσης του κόμματος στον Τάσκα. Μέχρι την κάθειρξή του το 1926 ο Γκράμσι δεν είχε την ευκαιρία να αναπτύξει και να εξηγήσει τις ιδέες του και ως τότε τα διαδραματιζόμενα στην παγκόσμια σκηνή έπαιρναν επίσης μεγάλες διαστάσεις στις ανησυχίες του. Επιθυμούσε να διδαχθεί τα μαθήματα της ήττας του μεταπολεμικού επαναστατικού κύματος, όχι μόνον στην Ιταλία, αλλά σε όλη την Ευρώπη∙ και με τη μεγέθυνση του φασιστικού συντεχνιακού****** κράτους και την ανάδειξη του Φορντισμού******* στην Αμερική, ο Γκράμσι διείδε νέες εξελίξεις στον καπιταλισμό, που θα έθεταν νέα στρατηγικά προβλήματα στο εργατικό κίνημα.

Αυτό ήταν το υπόβαθρο πάνω στο οποίο ο Γκράμσι, στα γραπτά του της φυλακής, άρχισε να εκπονεί την αντίληψή του για το επαναστατικό κόμμα.

 

  1. Ο Μοντέρνος Ηγεμόνας και η διπλή προοπτική

 

Στα Τετράδια της Φυλακής ο Γκράμσι προσεγγίζει το πρόβλημα του κόμματος μέσα από μια μελέτη του Ηγεμόνα του Μακιαβέλι********. Η σπουδαιότητα του Μακιαβέλι για τον Γκράμσι είναι ότι αυτός εκπροσώπησε μια πρωτοποριακή προσπάθεια στην Ιταλία, να δείξει πώς δημιουργείς μια εθνική συλλογική θέληση για την εγκαθίδρυση ενός καινούργιου κράτους (μιας ενοποιημένης αστικής Ιταλίας). Ο Μακιαβέλι ήταν ένας «πρόωρος Γιακωβίνος»,[22] που μέσω της αλληγορικής μορφής «του Ηγεμόνα» εξήγησε την απαραίτητη για την επίτευξη αυτού σκοπού πολιτική ηγεσία, στρατηγική και τακτική. Η εγκαθίδρυση ενός καινούργιου εργατικού κράτους επίσης απαιτεί τέτοια πολιτική ηγεσία –ένα «μοντέρνο ηγεμόνα». Αλλά ο Γκράμσι υποστηρίζει:

 

Ο μοντέρνος ηγεμόνας… δε μπορεί να είναι ένα πραγματικό πρόσωπο, ένα χειροπιαστό άτομο. Μπορεί μόνο να είναι ένας οργανισμός, ένα περίπλοκο στοιχείο της κοινωνίας στο οποίο μια συλλογική θέληση που έχει ήδη αναγνωριστεί και έχει σε ένα κάποιο βαθμό επιβληθεί στη δράση, αρχίζει να παίρνει χειροπιαστή μορφή. Η ιστορία έχει ήδη παράσχει αυτόν τον οργανισμό και είναι το πολιτικό κόμμα –το πρώτο κύτταρο στο οποίο συνέρχονται σπέρματα μιας συλλογικής θέλησης που τείνει να γίνει οικουμενική και πλήρης.[23]

 

Ακριβώς όπως ο Μακιαβέλι παρουσιάζει τα απαραίτητα χαρακτηριστικά ενός επιτυχημένου ηγεμόνα, έτσι κι ο Γκράμσι προχωρά, βασιζόμενος απ’άκρο σ’άκρο πάνω στη φιλοσοφική τοποθέτηση που έχουμε σκιαγραφήσει παραπάνω, για να συζητήσει τα απαραίτητα χαρακτηριστικά του επαναστατικού κόμματος. Δυστυχώς αυτό δεν γίνεται συστηματικά, αλλά σε μια σειρά πολύ πλούσιων και πολύπλοκων παρατηρήσεων που είναι λίγο-πολύ ασύνδετες και στις οποίες συνταγές για το μαρξιστικό κόμμα αναμιγνύονται με αναλυτικά σημεία για τα κόμματα εν γένει. Έτσι, κάθε σχετική σύντομη έκθεση αυτών των ιδεών, όπως αυτή η μελέτη, πρέπει αναγκαία να προσπαθήσει να ξεδιαλέξει τις κύριες θεματικές και να τις δώσει μια δομή που δεν υπάρχει (τουλάχιστον εμφανώς) στο πρωτότυπο. Αυτό πρέπει να είναι, σε έναν βαθμό, αυθαίρετη και όχι ευχάριστη διαδικασία, μα είναι αναπόφευκτο.

Ένα χρήσιμο σημείο αφετηρίας για την κατανόηση της πρωτοτυπίας της θεωρίας του Γκράμσι είναι η ιδέα του για τη «διπλή προοπτική» με την οποία ένα κόμμα πρέπει να λειτουργεί. Ο ίδιος ο όρος προκύπτει στ’αλήθεια από το Εδάφιο XIII των Θέσεων για την Τακτική που υιοθετήθηκε με έμπνευση του Ζινόβιεφ από το Πέμπτο Παγκόσμιο Συνέδριο της Κομιντέρν∙[24] αλλά είναι σαφές πως ο Γκράμσι επενδύει την έννοια με πολύ μεγαλύτερη και καθολική σπουδαιότητα και βαθύτερο περιεχόμενο απ’ότι ο γεννήτοράς της προτίθετο. Γράφει:

 

Η διπλή προοπτική μπορεί να παρουσιαστεί σε ποικίλα επίπεδα, από το πιο στοιχειώδες στο πιο περίπλοκο: αλλά αυτά μπορούν τελείως θεωρητικά να αναχθούν σε δύο θεμελιώδη επίπεδα, που αντιστοιχούν στη διπλή φύση του μακιαβελικού Κενταύρου –μισό ζώο και μισός άνθρωπος. Είναι τα επίπεδα της δύναμης και της συναίνεσης, της εξουσίας και της ηγεμονίας, της βίας και του πολιτισμού, του ατομικού παράγοντα και του οικουμενικού παράγοντα («εκκλησία» και «κράτος»),της αγκιτάτσιας και της προπαγάνδας, της τακτικής και της στρατηγικής κλπ.[25]

 

Ο Γκράμσι αντιστέκεται σε κάθε μηχανιστικό διαχωρισμό των δύο επιπέδων ή κάθε απόπειρα να τα παρουσιάσει ως διαδοχικά στάδια, διακριτά στο χρόνο. Το στοιχείο της συναίνεσης είναι πάντα παρόν στην εφαρμογή της δύναμης και το στοιχείο της δύναμης είναι πάντα παρόν στην επίτευξη της συναίνεσης. Οι συντάκτες της Αγγλικής έκδοσης των Επιλογών από τα Τετράδια της Φυλακής σχολιάζουν:

 

Ίσως κανείς μπορεί να δει εδώ μια απόπειρα να θεωρητικοποιηθεί η πάλη που ο Γκράμσι είχε διεξάγει στο PCI κατά του Μπορντίγκα από τη μια πλευρά και του Τάσκα από την άλλη. Ο Μπορντίγκα θα αντιπροσώπευε, σε αυτό το σχήμα, μια μη διαλεκτική απομόνωση του παράγοντα της δύναμης, της κυριαρχίας κλπ. Ο Τάσκα μια παράλληλη απομόνωση του παράγοντα της συναίνεσης, της ηγεμονίας∙ ο Γκράμσι ζητούσε να θεωρητικοποιήσει την ενότητα των δύο προοπτικών. [26]

 

Όμως, είναι επίσης αλήθεια ότι ακριβώς όπως στην επαναστατική διαλεκτική καταστροφής/αναδόμησης ο Γκράμσι υπογραμμίζει την αναδόμηση, έτσι, ενώ ποτέ δε χάνει από τα μάτια του τον παράγοντα της δύναμης, είναι ο παράγοντας της συναίνεσης που ο Γκράμσι υπογραμμίζει και πάνω στον οποίο αναπτύσσει τις έρευνές του. Ο λόγος για αυτή την έμφαση είναι εν μέρει πολεμικός (δηλ. η πάλη κατά του Μπορντιγκισμού), μα κυρίως η από μέρους του Γκράμσι βαθιά επαναξιολόγηση των καθηκόντων που αντικρίζουν τα επαναστατικά κόμματα, ως αποτέλεσμα της ήττας του μεταπολεμικού επαναστατικού κύματος και της ανάπτυξης του σύγχρονου καπιταλισμού.

Εάν το επαναστατικό κόμμα πρέπει να επιδιώξει μια «διπλή προοπτική», είναι επειδή η άρχουσα τάξη συντηρείται με την ίδια μέθοδο –με ένα συνδυασμό δικτατορίας και ηγεμονίας, που θεσμοθετούνται αντίστοιχα στην πολιτική κρατική εξουσία και την κοινωνία των πολιτών. Όμως η καταπιεστική κρατική εξουσία και οι θεσμοί της κοινωνίας των πολιτών δεν αναπτύσσονται ομαλά, ούτε κι έχουν την ίδια σχέση η μία ως προς την άλλη σε όλες τις συγκυρίες ή σε όλες τις χώρες. Το επαναστατικό κόμμα πρέπει να κάνει μια χειροπιαστή ανάλυση αυτής της σχέσης και να σχηματοποιήσει τη στρατηγική του ανάλογα. Συγκεκριμένα, ο Γκράμσι πίστευε πως η μεταπολεμική αποτυχία της επανάστασης στη Δύση ήταν συνέπεια μιας βασικής διαφοράς μεταξύ Ρωσίας και Δύσης με αυτήν την έννοια.

Στη Ρωσία το κράτος ήταν τα πάντα, η κοινωνία των πολιτών ήταν πρωτόγονη και εύθραυστη∙ στη Δύση υπήρχε μια κατάλληλη σχέση μεταξύ κράτους και κοινωνίας των πολιτών και όταν το κράτος κλονιζόταν, μια εύρωστη δομή της κοινωνίας των πολιτών αποκαλυπτόταν μεμιάς.[27]

Κι επίσης

στην περίπτωση των πιο προηγμένων κρατών… η «κοινωνία των πολιτών» έχει γίνει μια πολύ περίπλοκη δομή και μια τέτοια που αντέχει τις καταστροφικές «επιδρομές» του άμεσου οικονομικού στοιχείου (κρίσεις, υφέσεις κλπ.)[28]

Στη Ρωσία επομένως, το καπιταλιστικό κράτος στεκόταν απομονωμένο στις κατασταλτικές του λειτουργίες και ήταν επιρρεπές σε μια ραγδαία επίθεση κατά μέτωπο, μα στη Δύση όπου ο καπιταλισμός ήταν παλιότερος και είχε ριζώσει πολύ βαθύτερα στην κοινωνία, απαιτούταν μια διαφορετική στρατηγική . Ο Γκράμσι, χρησιμοποιώντας μια αναλογία από τη στρατιωτική στρατηγική, ορίζει αυτόν τον «πόλεμο θέσεων»********* σε αντίθεση με τον προηγούμενο «πόλεμο ελιγμών».[29] Σε άλλα σημεία στα Τετράδια, ο Γκράμσι θέτει το ερώτημα της μετάβασης από τον πόλεμο ελιγμών στον πόλεμο θέσεων διαφορετικά –όχι με όρους Ρωσίας και Δύσης, μα με όρους χρονικής κλίμακας. «Στην σημερινή εποχή ο πόλεμος ελιγμών έλαβε χώρα πολιτικά από το Μάρτη του 1917 ως τον Μάρτη του 1921∙ αυτό ακολουθήθηκε από έναν πόλεμο θέσεων.»[30]

Δε σημαίνει απαραίτητα ότι υπάρχει καμιά αντίφαση εδώ, καθώς ο Γκράμσι μπορεί να προτείνει ότι ο πόλεμος ελιγμών ήταν πάντα ακατάλληλος για τον προηγμένο καπιταλισμό, μα ότι ήταν μόνο μετά τις ήττες του 1921 που αυτό άρχισε να γίνεται κατανοητό (με τη στροφή στην πολιτική του ενιαίου μετώπου από την Κομιντέρν).

Σε αντίθεση με τον πόλεμο ελιγμών που προσφέρει προοπτική γρήγορης νίκης, ο πόλεμος θέσεων υπονοεί μια μακροχρόνια «αμοιβαία πολιορκία»[31] που απαιτεί μια «άνευ προηγουμένου συγκέντρωση ηγεμονίας».[32] Ο αγώνας του επαναστατικού κόμματος να υποσκάψει τη συναίνεση που δίνεται από τις μάζες στην εξουσία της άρχουσας τάξης (που διασφαλίζεται μέσα από 1000 θεσμικoύς κι επιχειρηματικούς διαύλους  και διεισδύει βαθιά στην καθημερινή σκέψη της «κοινής λογικής») και να καθιερώσει τη δική του ηγεμονία πρέπει να λάβει χώρα πάνω σε τρία αλληλοσχετιζόμενα επίπεδα. Το πρώτο είναι το ζήτημα των συμμαχιών:

Το προλεταριάτο μπορεί να γίνει η ηγετική και άρχουσα τάξη στο βαθμό που πετυχαίνει να δημιουργήσει ένα σύστημα ταξικών συμμαχιών που το καθιστά ικανό να κινητοποιήσει την πλειοψηφία του εργαζόμενου πληθυσμού κατά του καπιταλισμού και του αστικού κράτους. [33]

Τέτοιες συμμαχίες, επισημαίνει ο Γκράμσι, πρέπει αναπόφευκτα να περιέχουν ένα στοιχείο συμβιβασμού. «Αν η ενότητα δύο δυνάμεων είναι αναγκαία ώστε να νικήσεις μια τρίτη… η μόνη χειροπιαστή δυνατότητα είναι ο συμβιβασμός.»[34] Η από θέση αρχής αποστροφή των υπεραριστερών για τους συμβιβασμούς κι επομένως τις συμμαχίες είναι, ισχυρίζεται, ένα προϊόν του φαταλιστικού τους «οικονομισμού»:

από τη στιγμή που πρόσφορες συνθήκες πρόκειται να εμφανιστούν αναπότρεπτα … είναι προφανές ότι κάθε συνειδητή πρωτοβουλία που τείνει να προκαθορίσει και να σχεδιάσει αυτές τις συνθήκες δεν είναι μόνο άχρηστη, αλλά μέχρι και βλαβερή.[35]

Ο Γκράμσι, αντίθετα, έδωσε ιδιαίτερη σημασία στην στρατηγική των συμμαχιών, επειδή στην Ιταλία η επανάσταση μπορούσε να γίνει μόνο μέσω μιας συμμαχίας του προλεταριάτου του βορρά και της αγροτιάς του νότου -ένα ζήτημα στο οποίο η επίδοση του Ιταλικού σοσιαλισμού ήταν πενιχρή. Το ξεπέρασμα όλων των σεκταριστικών τάσεων στο κόμμα είναι προϋπόθεση για την επίτευξη της ηγεμονίας του. Έτσι, δεν προκαλεί έκπληξη που ο Γκράμσι ήταν τελείως αντίθετος στην τακτική της Σταλινικής «τρίτης περιόδου»**********, παρόλο που αυτό είχε συγκαλυφθεί εκείνο τον καιρό.[36]

Το δεύτερο επίπεδο της πάλης για ηγεμονία είναι εκείνο της εκπαίδευσης των δυνάμεων που κανείς έχει. Γιατί ο πόλεμος θέσεων δεν είναι δυνατό να επαφίεται μόνο στην κινητοποίηση της μάζας των εργατών πίσω από άμεσα αιτήματα και συνθήματα. Περισσότερο αυτοί πρέπει να κερδηθούν στο βασικό επίπεδο του πώς βλέπουν τον κόσμο και να δεθούν σε μια «μόνιμα οργανωμένη και για καιρό ετοιμαζόμενη δύναμη, που μπορεί να τεθεί στο πεδίο την ευνοϊκή στιγμή».[37] Για να το κάνει αυτό, το κόμμα πρέπει

ποτέ να μην κουραστεί να επαναλαμβάνει τα δικά του επιχειρήματα (αν και προσφέροντας εκφραστικές παραλλαγές στη μορφή): η επανάληψη είναι το καλύτερο διδακτικό μέσο για να επιδράσεις στη λαϊκή διάνοια (και πρέπει) να εργαστείς ακατάπαυστα για να ανυψώσεις το ιδεολογικό επίπεδο των διαρκώς μεγεθυνόμενων στρωμάτων του κοσμάκη.[38]

Αυτό απαιτεί μια διόρθωση της ισορροπίας μεταξύ αγκιτάτσιας και προπαγάνδας (υπέρ της προπαγάνδας),[39] γιατί το κόμμα δεν πρέπει μόνο να αποτελεί μια έκφραση της τάξης, μα πρέπει να “αντιδρά ενεργητικά [πάνω της] για να [την] προχωρήσει, να την κάνει να αποκτήσει βάσεις και να την καταστήσει παγκόσμια”.[40] Ο σεκταριστικός δογματισμός στη θεωρία, είναι μοιραίος για μια τέτοια δουλειά «ιδεολογικής και ηθικής μεταρρύθμισης» και ο Γκράμσι πάντα αντιτίθετο στην εκδήλωση, για παράδειγμα, ακατέργαστου αντικληρικαλισμού στη σοσιαλιστική προπαγάνδα. Η ανύψωση του ιδεολογικού επιπέδου των μαζών δε μπορεί να προκληθεί από την επιβολή ενός δόγματος, μα πρέπει να περάσει μέσα από το διαχωρισμό του στοιχείου της «καλής λογικής», σύμφωνα με τη δική τους  «κοινή λογική», από το στοιχείο της συγχυσμένης προκατάληψης και μέσα από την εργασία επέκτασης και ανάπτυξής του. Αυτό απαιτεί μια επιτηδευμένη και μη-οικονομιστική μαρξιστική μέθοδο.

Το τρίτο επίπεδο, που προϋποθέτει την επιτυχία των πρώτων δύο, μπορεί ίσως να οριστεί ως  η πάλη για τους διανοούμενους και αυτό με τη σειρά του έχει δύο πλευρές. Πρώτο, είναι αναγκαίο να δημιουργήσουμε ένα στρώμα διανοουμένων «οργανικό» για την εργατική τάξη. Εδώ ο Γκράμσι δε χρησιμοποιεί τον όρο διανοούμενος με το συνήθη τρόπο, για να δηλώσει τον άνθρωπο των γραμμάτων, το φιλόσοφο, τον αφηρημένο στοχαστή κλπ, αλλά για να αναφερθεί στον εργάτη που έχει μια σαφή αντίληψη του κόσμου και των δικών του στόχων, που είναι δραστήριος συμμέτοχος στην πρακτική ζωή, ένας «μόνιμος προπαγανδιστής» που συνιστά το οργανωτικό, κατευθυντήριο στοιχείο στην εργατική τάξη. Με άλλα λόγια, το προλεταριακό ισοδύναμο των οργανικών διανοούμενων της μπουρζουαζίας -οι βιομηχανικοί τεχνικοί, οι πολιτικοί οικονομολόγοι, οι δικαστές και δικηγόροι κλπ.[41]

Ο σχηματισμός «κάποιων ελίτ διανοουμένων ενός νέου τύπου, που αναδεικνύονται κατευθείαν μέσα από τις μάζες, αλλά παραμένουν σε επαφή μαζί τους για να γίνουν, σαν να ήταν η μπαλένα στον κορσέ … είναι αυτό που αληθινά τροποποιεί το “ιδεολογικό πανόραμα” της εποχής».[42]

Αλλά ο Γκράμσι δεν γίνεται σε αυτό το θέμα ουτοπικός. Έχει πλήρη επίγνωση, από την δική του πείρα, για τη δυσκολία της διανοητικής εργασίας και της συστηματικής μελέτης, ειδικά για τον εργάτη, κι αναγνωρίζει πως ο σχηματισμός εργατών-διανοούμενων αποτελεί μακρόχρονη, αργή διαδικασία που μπορεί να ολοκληρωθεί μόνο μετά την κατάκτηση της κρατικής εξουσίας.

Είναι επίσης απαραίτητο, ωστόσο, να γίνει δουλειά σε σχέση με τους μη-προλεταριακούς διανοούμενους, αν και πάλι ο Γκράμσι είναι σαφής για τους περιορισμούς αυτού του πράγματος.

Οι διανοούμενοι εξελίσσονται αργά, πολύ πιο αργά από κάθε άλλη κοινωνική ομάδα, λόγω της ίδιας της φύσης τους και του ιστορικού τους ρόλου… Το να νομίσει κανείς ότι είναι εφικτό αυτός ο τύπος να μπορεί, μαζικά, να αποσπαστεί από όλο το παρελθόν ώστε να τοποθετηθεί ολόκαρδα στο πλευρό μιας νέας ιδεολογίας, είναι παράλογο. Είναι παράλογο για τους διανοούμενους ως μάζα και ίσως επίσης παράλογο για πάρα πολλούς διανοούμενους παρμένους ατομικά, παρ’όλες τις εντιμότατες προσπάθειες που αυτοί κάνουν και θέλουν να κάνουν. Λοιπόν οι διανοούμενοι μας ενδιαφέρουν ως μάζα και όχι μόνο ως άτομα. Είναι σίγουρα σημαντικό και χρήσιμο για το προλεταριάτο, ένας ή περισσότεροι διανοούμενοι, ατομικά, να προσχωρήσουν στο πρόγραμμα του και το δόγμα του, να συγχωνευθούν με το προλεταριάτο και να γίνουν και να νιώσουν τους εαυτούς τους αναπόσπαστο τμήμα του… Όμως είναι επίσης σημαντικό και χρήσιμο μια οργανικού είδους ρήξη, χαρακτηρισμένη ιστορικά, να προκληθεί μέσα στη μάζα των διανοουμένων: να σχηματιστεί, ως μαζικός σχηματισμός, μια αριστερή τάση, με τη σύγχρονη έννοια της λέξης, δηλαδή, μία τάση που προσανατολίζεται προς το επαναστατικό προλεταριάτο.[43]

Αυτό είναι αναγκαίο όχι μόνο επειδή κάτι τέτοιο υποσκάπτει την εξάσκηση της αστικής ηγεμονίας γενικά, αλλά επειδή ο Γκράμσι θεωρεί ότι οι διανοούμενοι παίζουν ρόλο-κλειδί στη διατήρηση του συστήματος συμμαχιών που οικοδομούνται από την κυρίαρχη τάξη με τα υποταγμένα στρώματα κι επομένως μπορούν να παίξουν έναν αντίστοιχο ρόλο στο σύστημα συμμαχιών που πρέπει να οικοδομηθεί από το κόμμα του προλεταριάτου. Με την προσοχή στην Ιταλία, ο Γκράμσι αναλύει το ρόλο των διανοούμενων στο νότιο αγροτικό μπλοκ, όπου έδρασαν ως μεσάζοντες ανάμεσα στους αγρότες και τους μεγάλους γαιοκτήμονες∙ και ισχυρίζεται ότι μια αριστερή τάση μεταξύ των διανοουμένων αποτελεί ένα από τα προαπαιτούμενα για το σπάσιμο αυτού του μπλοκ και την εξασφάλιση της συμμαχίας αγροτιάς και προλεταριάτου. Σε σύνδεση με αυτό σημειώνει ο Γκράμσι ότι όσο πιο αναπτυγμένο το στρώμα των οργανικών διανοούμενων του προλεταριάτου, τόσο μεγαλύτερο πόλο έλξης του επαναστατικού κόμματος θα συνιστά για τους διανοούμενους γενικά κι ότι τέτοιοι διανοούμενοι είναι πιθανό να απωθηθούν αν τους παρουσιαστεί μια χυδαία υλιστική έκδοση της μαρξιστικής θεωρίας.

 

  1. Αυθορμητισμός και ηγεσία

 

Βασική σε ολόκληρη τη θεωρία του Γκράμσι για το κόμμα είναι η από μέρους του σύλληψη της σχέσης αυθορμητισμού και συνειδητής ηγεσίας, που μπορεί να ιδωθεί, τουλάχιστον εν μέρει, ως ισοδύναμη με τη σχέση μεταξύ κόμματος και τάξης και που είναι θεμελιακό ζήτημα της μαρξιστικής κομματική θεωρίας. Η παρουσίασή τού του προβλήματος αποτελεί ξεκάθαρο προχώρημα πάνω σε αυτό που είχε επιτευχθεί από τη Ρόζα Λούξεμπουργκ, τον πρώιμο Λένιν ή τον Λούκατς και ανταποκρίνεται πιο στενά στη θέση του ώριμου Λένιν. Ο Γκράμσι ξεκινά με μια κριτική της ίδιας της έννοιας του αμιγούς αυθορμητισμού.

 

Πρέπει να τονιστεί ότι «αμιγής» αυθορμητισμός δεν υπάρχει στην ιστορία: θα κατέληγε στο ίδιο πράγμα με την «αμιγή» μηχανιστικότητα. Στο «πιο αυθόρμητο» κίνημα είναι απλώς αλήθεια ότι τα στοιχεία της «συνειδητής ηγεσίας» δε μπορούν να εντοπιστούν, δεν έχουν αφήσει κανένα αξιόπιστο ντοκουμέντο. Μπορεί να ειπωθεί ότι ο αυθορμητισμός είναι γι’αυτό χαρακτηριστικός της «ιστορίας των υποδεέστερων τάξεων» και πραγματικά των πιο περιθωριακών και περιφερειακών στοιχείων τους… Ως εκ τούτου, σε τέτοια κινήματα υπάρχουν πολλά στοιχεία «συνειδητής ηγεσίας», μα κανένα από αυτά δεν είναι κυρίαρχο ή δεν υπερβαίνει το επίπεδο της «λαϊκής επιστήμης» ενός δεδομένου κοινωνικού στρώματος -της «κοινής λογικής» του ή της παραδοσιακής αντίληψης του κόσμου.[44]

 

Ο Γκράμσι απορρίπτει εκείνους που αντιτάσσουν αυτόν τον αυθορμητισμό στον μαρξισμό και που τον εκθειάζουν ως πολιτική μέθοδο. Αυτό το λάθος στη θεωρία και την πράξη βασίζεται σε μια «χυδαία αντίφαση που προδίδει τον πασίδηλο πρακτικό προορισμό της -δηλ. την άμεση επιθυμία να αντικατασταθεί μια δεδομένη ηγεσία με μια διαφορετική».[45] Όμως είναι εξίσου αντίθετος σε μια καταφρονητική στάση προς τον μαζικό αυθορμητισμό.

 

Το να παραμελείς, ή ακόμη χειρότερα, να απεχθάνεσαι τα αποκαλούμενα «αυθόρμητα» κινήματα, δηλ. να αποτυγχάνεις να τους δώσεις μια συνειδητή ηγεσία ή να τα εξυψώσεις πολιτικοποιώντας τα, μπορεί συχνά να έχει εξαιρετικά σοβαρές συνέπειες. Είναι σχεδόν πάντα αλήθεια ότι ένα «αυθόρμητο» κίνημα των κατώτερων τάξεων συνοδεύεται από ένα αντιδραστικό κίνημα της δεξιάς πτέρυγας της κυρίαρχης τάξης, για συνακόλουθους λόγους. Μια οικονομική κρίση, για παράδειγμα, επιφέρει από τη μία πλευρά δυσαρέσκεια μεταξύ των κατώτερων τάξεων κι αυθόρμητα μαζικά κινήματα και από την άλλη, συνωμοσίες μεταξύ των αντιδραστικών ομάδων, που εκμεταλλεύονται την αντικειμενική εξασθένιση της κυβέρνησης για να αποπειραθούν πραξικοπήματα. Ανάμεσα στις ουσιαστικές αιτίες των πραξικοπημάτων πρέπει να συμπεριληφθεί η αποτυχία των υπεύθυνων ομάδων να παρέχουν κάποια συνειδητή ηγεσία στις αυθόρμητες εξεγέρσεις ή να τις μετατρέψουν σε ένα θετικό πολιτικό παράγοντα.[46]

 

Παρόλο που ο Γκράμσι αναφέρεται ακολούθως στον ξεσηκωμό των Σικελικών Εσπερινών του 1282*********** (πιθανώς για να περισπάσει το λογοκριτή) έχει ξεκάθαρα κατά νου τη στάση του PSI και των Μπορντιγκιστών στα γεγονότα του 1919-20 ως έναν παράγοντα που επέτρεψε τον θρίαμβο του Μουσολίνι.

Ως παράδειγμα της σωστής σχέσης μεταξύ αυθορμητισμού και συνειδητής ηγεσίας ο Γκράμσι παραθέτει το έργο της ομάδας του Ordine Nuovo.

 

Το Τορινέζικο κίνημα κατηγορήθηκε ταυτόχρονα ότι ήταν «αυθορμητίστικο» και «βολονταριστικό» ή Μπεργκσονικό************. Αυτή η αντιφατική κατηγορία, αν κανείς την αναλύσει, μαρτυρά μόνο το γεγονός ότι η ηγεσία που δόθηκε στο κίνημα ήταν και δημιουργική και σωστή. Αυτή η ηγεσία δεν ήταν «αφηρημένη»∙ ούτε και συνίστατο σε μηχανικά επαναλαμβανόμενες επιστημονικές ή θεωρητικές φόρμουλες, ούτε μπέρδευε την πολιτική, την πραγματική δράση με τη θεωρητική διατριβή. Εφαρμοζόταν σε πραγματικούς ανθρώπους, διαμορφωμένους σε συγκεκριμένες ιστορικές σχέσεις, με συγκεκριμένα αισθήματα, νοοτροπίες, αποσπασματικές αντιλήψεις του κόσμου κλπ. που ήταν αποτέλεσμα «αυθόρμητων» συνδυασμών μιας δεδομένης κατάστασης της υλικής παραγωγής με την «τυχαία» συσσώρευση ετερόκλητων κοινωνικών στοιχείων στο εσωτερικό της. Το στοιχείο του «αυθορμητισμού» δεν παραμελήθηκε κι ακόμη λιγότερο δεν περιφρονήθηκε. Εκπαιδεύτηκε, κατευθύνθηκε, αποπλύθηκε από εξωτερικές επιμολύνσεις∙ ο στόχος ήταν να ευθυγραμμιστεί με τη σύγχρονη θεωρία [τον μαρξισμό] -αλλά με ένα ζωντανό και ιστορικά αποτελεσματικό τρόπο. Οι ηγέτες οι ίδιοι μιλούσαν για τον «αυθορμητισμό» του κινήματος και σωστά. Αυτή η παραδοχή αποτελούσε ένα κίνητρο, ένα τονωτικό, ένα στοιχείο εις βάθος ενοποίησης∙ πάνω απ’όλα αρνιόταν ότι το κίνημα ήταν τεχνητό, μια μαγειρεμένη επιχείρηση και τόνιζε την ιστορική του αναγκαιότητα. Έδινε στις μάζες μια «θεωρητική» συνείδηση ότι ήταν δημιουργοί ιστορικών και θεσμικών αξιών, ότι ήταν θεμελιωτές ενός Κράτους. Αυτή η ενότητα ανάμεσα στον «αυθορμητισμό» και τη «συνειδητή ηγεσία» ή την «πειθαρχία» αποτελεί ακριβώς την πραγματική πολιτική δράση των κατώτερων τάξεων, στο βαθμό που πρόκειται για μαζική πολιτική και όχι απλά για μια περιπέτεια ομάδων που ισχυρίζονται ότι εκπροσωπούν τις μάζες.[47]

Ως απόρροια αυτής της ανάλυσης ο Γκράμσι εγείρει κατόπιν αυτό που αποκαλεί ένα «θεμελιώδες θεωρητικό ερώτημα» που σχετίζεται, αν και από μια διαφορετική γωνία, με την άποψη του Λένιν στο Τι να κάνουμε; ότι ο σοσιαλισμός πρέπει να εισαχθεί στην εργατική τάξη από τα έξω. Ο Γκράμσι ρωτά:

 

Μπορεί η σύγχρονη θεωρία [ο μαρξισμός] να είναι σε αντίθεση με τα «αυθόρμητα» αισθήματα των μαζών; («Αυθόρμητα» με την έννοια ότι δεν είναι αποτέλεσμα κάποιας συστηματικής εκπαιδευτικής δραστηριότητας από την πλευρά μιας ήδη συνειδητής ηγετικής ομάδας, μα έχουν σχηματιστεί μέσω καθημερινών εμπειριών φωτισμένων από την «κοινή λογική», δηλ. από την παραδοσιακή λαϊκή αντίληψη του κόσμου.) [48]

 

Η απάντηση του Γκράμσι:

 

Δε μπορεί να είναι σε αντίθεση με αυτά. Μεταξύ των δύο υπάρχει μια «ποσοτική» διαφορά βαθμού, όχι ποιότητας. Μια αμοιβαία «αναγωγή», τρόπος του λέγειν, ένα πέρασμα από το ένα στο άλλο και αντιστρόφως, πρέπει να είναι εφικτή.[49]

 

Η αντίθεση μεταξύ της άποψης του Γκράμσι κι εκείνης του πρώιμου Λένιν, μαζί και του Λούκατς, πρέπει να είναι ξεκάθαρη. Ο Γκράμσι εγκαθιστά τη σύνδεση και την αμοιβαία σχέση (που απαρνιέται το Τι να κάνουμε; και το Ιστορία και Ταξική Συνείδηση) μεταξύ υπαρκτής συνείδησης, πείρας και πρακτικής της εργατικής τάξης και δυνάμει σοσιαλιστικής ταξικής συνείδησης. Και το κάνει αυτό χωρίς να πέφτει στο αντίθετο λάθος του αυθορμητισμού.

Όμως ο Γκράμσι δεν διαπραγματεύεται μόνον τα στρατηγικά καθήκοντα του κόμματος και μαζί με αυτά το ποια θα’πρεπε να’ναι η σχέση του με τη μάζα της τάξης. Τα Τετράδια της Φυλακής επίσης περιέχουν έναν αριθμό από σχόλια για την οργάνωση και την εσωτερική ζωή που αυτό χρειάζεται για να είναι ικανό να παίξει το ρόλο που του’χει ανατεθεί. Πράγματι, φτάνει μέχρι το σημείο να πει ότι «ο τρόπος με τον οποίο το κόμμα λειτουργεί παρέχει διακριτικά κριτήρια»[50] για να κριθεί το κόμμα συνολικά. «Όταν το κόμμα είναι προοδευτικό, λειτουργεί “δημοκρατικά” (δημοκρατικός συγκεντρωτισμός): όταν το κόμμα είναι οπισθοδρομικό, λειτουργεί “γραφειοκρατικά” (γραφειοκρατικός συγκεντρωτισμός).[51]

Την ίδια στιγμή δεν υπάρχει ίχνος ουτοπισμού στην εικόνα του Γκράμσι για το κόμμα και τα μέλη του. Ξεκινά βεβαιώνοντας το «πρωτογενές και (δεδομένων ορισμένων γενικών όρων) [δηλ. την ύπαρξη της ταξικής κοινωνίας -Τζ.Μ.] αμετασκεύαστο γεγονός… πως υπάρχουν στ’αλήθεια κυρίαρχοι και κυριαρχούμενοι, καθοδηγητές και καθοδηγούμενοι»[52] και ότι παρόλο που αυτή η διαίρεση έχει την προέλευσή της σε ταξικές διαιρέσεις, λειτουργεί επίσης μέσα σε κοινωνικά ομοιογενείς ομάδες κι επομένως μέσα σε κόμματα. Ευθυγραμμισμένος με αυτήν την προκείμενη, ο Γκράμσι αναλύει την ιδιότητα του μέλους του κόμματος ως αποτελούμενη από τρία στοιχεία:

 

  1. Ένα μαζικό στοιχείο, που συντίθεται από συνηθισμένους, μέσους ανθρώπους, των οποίων η συμμετοχή παίρνει τη μορφή της πειθαρχίας και αφοσίωσης, παρά κάποιου δημιουργικού πνεύματος ή οργανωτικής ικανότητας. Χωρίς αυτούς το κόμμα δε θα υπήρχε, είναι αλήθεια, αλλά είναι επίσης αλήθεια ότι δε θα υπήρχε μονάχα με αυτούς. Αυτοί είναι μια δύναμη στο βαθμό που υπάρχει κάποιος να τους συγκεντρώσει, οργανώσει και πειθαρχήσει…
  2. Το πρωτεύον συνεκτικό στοιχείο, που συγκεντρώνει πανεθνικά και καθιστά αποτελεσματικό και ισχυρό ένα σύμπλεγμα δυνάμεων που αφημένες μόνες τους δε θα μετρούσαν για τίποτα. Αυτό το στοιχείο είναι προικισμένο με μεγάλες συνεκτικές, συγκεντρωτικές και πειθαρχικές δυνάμεις∙ επίσης -και όντως αυτό είναι ίσως η βάση για τα άλλα- με τη δύναμη της καινοτομίας…
  3. Ένα ενδιάμεσο στοιχείο, που συναρθρώνει το πρώτο στοιχείο με το δεύτερο και συντηρεί την επαφή μεταξύ τους, όχι μόνο φυσικά, μα επίσης ηθικά και πνευματικά.[53]

 

Ούτε κι έχει ενδοιασμούς ο Γκράμσι για το γεγονός ότι από τα τρία στοιχεία είναι το δεύτερο, η ηγεσία, στο οποίο προσδίδει την περισσότερη σημασία.

 

Είναι επίσης αλήθεια πως ούτε αυτό το στοιχείο θα μπορούσε να σχηματίσει ένα κόμμα μόνο του∙ ωστόσο, θα μπορούσε να κάνει πολύ περισσότερα απ’ότι θα μπορούσε το πρώτο στοιχείο. Κανείς μιλά για στρατηγούς χωρίς στρατό, μα στην πραγματικότητα είναι ευκολότερο να διαμορφώσεις έναν στρατό, παρά να διαμορφώσεις στρατηγούς.[54]

 

Ωστόσο, αυτός ο «ρεαλισμός» εξισορροπείται από ένα άλλο εξίσου θεμελιώδες πρόταγμα.

 

Κατά τη διαμόρφωση ηγετών… η πρόθεση είναι να υπάρχουν πάντα κυρίαρχοι και κυριαρχούμενοι, ή ο σκοπός είναι να δημιουργήσεις τις συνθήκες στις οποίες αυτή η διαίρεση δε θα είναι πια αναγκαία;[55]

 

Αφού ο στόχος του Γκράμσι είναι σίγουρα το δεύτερο, η εξουσία της ηγεσίας και η πειθαρχία δεν πρέπει να βασίζονται πάνω σε

 

μια παθητική και νωχελική αποδοχή διαταγών ή την μηχανική επιτέλεση μιας αποστολής (που, μολοντούτο, θα είναι ακόμη απαραίτητα σε συγκεκριμένες περιστάσεις), αλλά [πάνω] στη συνειδητή και διαυγή αφομοίωση της κατεύθυνσης που είναι να επιτευχθεί.[56]

 

Αυτό που πρέπει να επιτευχθεί μέσα στο κόμμα, επομένως, είναι ο «συγκεντρωτισμός σε κίνηση» -δηλ. μια συνεχής προσαρμογή της οργάνωσης στο πραγματικό κίνημα, μια αντιστοιχία ωθήσεων από τα κάτω με διαταγές από τα πάνω, μια αδιάκοπη εισδοχή στοιχείων που πετιούνται από τα βάθη της βάσης μέσα στο συμπαγές πλαίσιο του ηγετικού μηχανισμού.[57] «Ένα από τα πιο σπουδαία ζητήματα που αφορούν το πολιτικό κόμμα», υποστηρίζει ο Γκράμσι, είναι «η δυνατότητα του κόμματος να αντιδρά στη δύναμη της συνήθειας.»[58] Τα κόμματα δημιουργούνται ώστε να προετοιμαστούν για καταστάσεις κρίσης, να είναι ικανά να δράσουν σε ιστορικά σημεία καμπής, αλλά συχνά γίνονται ρουτινιάρικα και ανίκανα να προσαρμοστούν σε νέα καθήκοντα. Με αυτή την έννοια ο κύριος εχθρός είναι η γραφειοκρατία.

 

Η γραφειοκρατία είναι η πιο επικίνδυνα στενοκέφαλη και συντηρητική δύναμη∙ αν καταλήξει να συγκροτήσει ένα συμπτυγμένο σώμα, που στέκεται μόνο του και αισθάνεται τον εαυτό του ανεξάρτητο από τη μάζα των μελών, το κόμμα καταλήγει να μετατραπεί σε αναχρονιστικό και σε στιγμές οξείας κρίσης κενώνεται από το κοινωνικό του περιεχόμενο και μένει σα να αιωρείται στον αέρα.[59]

 

Αλλά αυτό το ζήτημα επίσης δεν πρέπει να ιδωθεί μόνο από μία πλευρά -γιατί ενώ υπάρχει το πρόβλημα της συνήθειας και της ρουτίνας, επίσης υπάρχει η ανάγκη διατήρησης της συνέχειας και καθιέρωσης μιας παράδοσης.

 

Υπάρχει ένας κίνδυνος “γραφειοκρατικοποίησης” είναι η αλήθεια, αλλά κάθε οργανική συνέχεια εμφανίζει αυτόν τον κίνδυνο, που πρέπει να παρακολουθείται. Ο κίνδυνος της ασυνέχειας, του αυτοσχεδιασμού, είναι ακόμη μεγαλύτερος.[60]

 

Γι’αυτό, στην περίπτωση της εσωτερικής ζωής του κόμματος, ακριβώς όπως με τη «διπλή προοπτική» και τη σχέση του κόμματος με την τάξη, ο Γκράμσι οραματίζεται μια διαλεκτική ενότητα μεταξύ καθοδηγητών και καθοδηγούμενων, πειθαρχίας και πρωτοβουλίας, συνέχειας και αλλαγής.

 

  1. Μια προσωρινή εκτίμηση

 

Τι γίνεται με τον ισχυρισμό ότι ο Γκράμσι είναι «ο θεωρητικός της επανάστασης στη δύση»; Ο Λενινισμός επιβεβαιώθηκε στη Ρωσία και με αυτό κατέκτησε νέο έδαφος οικουμενικής σπουδαιότητας. Ήταν ο Γκράμσι, μέσα από την ανάλυσή του για την ανάπτυξη της κοινωνίας των πολιτών και των βαθιών ριζών της αστικής ηγεμονίας, που είδε πιο καθαρά από οποιονδήποτε άλλον τη βασική διαφορά μεταξύ Ρωσίας και προηγμένου καπιταλισμού κι επομένως τη διεύρυνση του πλαισίου του Λενινισμού που θα ήταν αναγκαία. Οι Λένιν και Τρότσκι, όπως ήξερε ο Γκράμσι, είχαν αρχίσει το 1921 να αισθάνονται το πρόβλημα, μα ο Λένιν ήταν αποκλειστικά απασχολημένος με τη Ρωσία και γρήγορα θα πέθαινε κι ο Τρότσκι, επίσης πιεσμένος από άλλες δυσκολίες, αδυνατούσε να αναπτύξει τη διόρασή του πέρα από το επίπεδο της τακτικής.[61] Ο Γκράμσι, ωστόσο, αναλογιζόταν τις συνέπειες της ανάλυσής του, τόσο διεξοδικά και χειροπιαστά όσο η απομόνωση του κελιού του επέτρεπε. Πέραν τούτου, η ιστορία αποδείχθηκε να είναι «με την μεριά του Γκράμσι» με αυτή την έννοια. Ο δυτικός καπιταλισμός φάνηκε να κατέχει πολύ μεγαλύτερη αντοχή απ’ό,τι λάμβανε υπόψη η θεωρία των μαρξιστών του πρώτου καιρού της Κομιντέρν κι η ανάλυση του Γκράμσι για την επέκταση του αστικού κοινωνικού ελέγχου, στη μελέτη του περί «Αμερικανισμού και Φορντισμού», τον φανερώνει ως βαθυστόχαστο προφήτη των νέων καπιταλιστικών τάσεων.

Φιλοσοφικά ο Γκράμσι επίσης έχει δικαιωθεί: από τη δημοσίευση των πρώτων γραπτών του Μαρξ και τις Grundrisse και από τις πολυάριθμες σύγχρονες έρευνες στη μαρξιστική φιλοσοφία. Μπορεί κανείς σοβαρός μαρξιστής σήμερα να αμφισβητήσει την ολέθρια επιρροή του φαταλισμού και του οικονομικού ντετερμινισμού στο επαναστατικό κίνημα; Άλλοι μεταγενέστεροι μαρξιστές προσέγγισαν, αν δεν ισοφάρισαν, τον Γκράμσι με την διορατικότητά τους στην δομή της καπιταλιστικής κοινωνίας και της μαρξιστικής φιλοσοφίας, αλλά ο Γκράμσι διακρίνεται από όλους αυτούς στο ότι αυτός και μόνος αυτός στάθηκε ικανός να σφυρηλατήσει αυτή τη διορατικότητα σε συνεκτική επαναστατική στρατηγική, βασισμένη στην ανάπτυξη της θεωρίας για το κόμμα. Ο Γκράμσι είναι έτσι ο μόνος μαρξιστής που έχει προσθέσει κάτι θεμελιωδώς καινούργιο στη θεωρία του Λένιν για το κόμμα.

Μολαταύτα, απομένει ένα ερωτηματικό πάνω από τη συνεισφορά του Γκράμσι. Οι ιδέες του δεν έχουν ποτέ εφαρμοστεί στην πράξη. Όπως κι ο Μακιαβέλι, δεν ήταν ο ίδιος σε θέση να αλλάξει την πραγματικότητα -«παρά μόνο να δείξει απτά πώς οι ιστορικές δυνάμεις θα όφειλαν να δράσουν για να είναι αποτελεσματικές».[62]

Ούτε κι έχουν βρει οι ιδέες του Γκράμσι άλλα χέρια να τις αναλάβουν και τις εφαρμόσουν και το σημαντικότερο, δε θα μπορούσαν να το έχουν κάνει. Η Γκραμσιανή στρατηγική απαιτεί ως σημείο αφετηρίας την ύπαρξη ενός Λενινιστικού κόμματος, μα οι συνδυασμένες συνέπειες της μακράς μεταπολεμικής άνθησης και των πανωλεθριών του Σταλινισμού σήμαιναν ότι τέτοια κόμματα δεν έχουν υπάρξει στην πράξη. Οι βασικές αρχές του Μπολσεβικισμού μπορούν, εντός ορισμένων ορίων (και είναι αρκετά στενά όρια), να καθοδηγήσουν τη δραστηριότητα μιας μικρής οργάνωσης ή ακόμη και μιας μικροσκοπικής ομάδας. Αυτό δεν συμβαίνει με τις ιδέες του Γκράμσι. Ο πόλεμος ελιγμών, όπως ο ανταρτοπόλεμος, μπορεί να διεξαχθεί με σχετικά μικρές δυνάμεις, αλλά ο πόλεμος θέσεων απαιτεί ένα μαζικό στρατό. Χωρίς ένα μαζικό κόμμα, οι συμμαχίες δεν θα είναι συμμαχίες ανάμεσα σε τάξεις μέσα σ’ένα ιστορικό μπλοκ, αλλά απλές προσωρινές συνεργασίες ανάμεσα σε ομάδες, που μπορεί συχνά να εξυπηρετούν μόνο στο να θολώνουν θεωρητικές και προγραμματικές διαφορές. Χωρίς μια μαζική προλεταριακή βάση, η διάπλαση οργανικών διανοούμενων και η πάλη για να κερδηθούν παραδοσιακοί διανοούμενοι δε θα ενδυναμώσει, όπως θα είναι η πρόθεση, την προλεταριακή ηγεμονία, μα θα εκφυλιστεί σε σχολαστικό διανοουμενισμό και ακαδημαϊσμό. Ο Γκράμσι, πρέπει να θυμηθούμε, έγραφε σε ένα φόντο όπου οι βασικές ιδέες του σοσιαλισμού ήταν πολύ πλατιά απλωμένες στην εργατική τάξη και το PCI είχε ιδρυθεί με περίπου 40.000 μέλη, από τα οποία 98 τοις εκατό ήταν εργάτες και κάτω από 0,5 τοις εκατό (245 όλοι κι όλοι) διανοούμενοι.[63] Το να φαντάζεται κανείς ότι οι ιδέες του μπορούν απλά να μεταφερθούν σε μια κατάσταση όπου το επαναστατικό κίνημα είναι παραφορτωμένο με φοιτητές και μικροαστούς και έχει ισχνότατες μόνο ρίζες στην εργατική τάξη, είναι συντριπτικά ανιστορικό.

Δεν ξέρουμε στ’ αλήθεια με τι μοιάζει ο πόλεμος θέσεων σε πρακτικές λεπτομέρειες. Έτσι κάθε κρίση για την κομματική θεωρία του Γκράμσι πρέπει να είναι προσωρινή. Αν κανείς εντυπωσιαστεί και πειστεί, που είναι δύσκολο να μην το κάνει, από τη συνοχή, το βάθος, τη λεπτότητα και τη στερεότητα των ιδεών του Γκράμσι, τότε πρέπει να συγκρατήσει ότι αυτές θα αντιμετωπίσουν την αποφασιστική δοκιμασία τους στο μέλλον, όταν ο προηγμένος Δυτικός καπιταλισμός θα αντιπαρατεθεί μια ακόμη φορά με μαζικά επαναστατικά εργατικά κόμματα.

 

* Ο θετικισμός θεωρεί τις θετικές εμπειρικές επιστήμες ως μόνη πηγή γνώσης και απορρίπτει τη φιλοσοφική μελέτη. Εμπειρική, μα και περισσότερο μηχανιστική κι όχι διαλεκτική θεωρία. Στο επίπεδο της κοινωνικής επιστήμης («κοινωνική φυσική») απορρίπτει την εμπλοκή του μελετητή της κοινωνίας και της ιστορίας σε αυτές, ώστε να διατηρήσει την «αντικειμενικότητά» του. Αντί να «πειραματιστεί» με την κοινωνική δράση και να ελέγξει τη θεωρία του, ο θετικιστής περιορίζεται να απολογίζει τα «σίγουρα» ιστορικά γεγονότα και να φτιάχνει «σιδερένιους», στατιστικούς  ιστορικούς νόμους (π.χ. Εμίλ Ντιρκέμ, (1858-1917)). Έχει πλέον δεχτεί πλήγματα στο επίπεδο και των φυσικών επιστημών.

**Υπερβατισμός: αντίληψη που απορρίπτει την εμπειρία και την ορθολογική ή επιστημονική επεξεργασία της ως μόνες πηγές της γνώσης. Η γνώση βασίζεται σε προαισθήματα/ενοράσεις και δε μπορεί να επιβεβαιωθεί από τις αισθήσεις ή το νου.

*** Ο Ιμμάνουελ Καντ (Απρίλης 1724 – Φλεβάρης 1804, Καίνιξμπεργκ Πρωσίας) ήταν από τους σημαντικότερους φιλοσόφους στη σύγχρονη και νεότερη ιστορία, ιδρυτής της Κριτικής της Φιλοσοφίας. Προσπάθησε να συνδυάσει τον υλισμό και τον ιδεαλισμό, ξεκινώντας ως επιστήμονας επηρεασμένος από τον εμπειρισμό και αποδεχόμενος την ύπαρξη της αντικειμενικής πραγματικότητας, μα από την άλλη καταλήγει ότι είναι αδύνατο ο Λόγος, με τη συνθετική του -αλλά βάση δοσμένων κανόνων και κατηγοριών- ικανότητα, να γνωρίσει την ουσία των πραγμάτων, το «πράγμα καθεαυτό». Τα πράγματα φαίνονται έτσι συνεχώς αντιφατικά κι άρα η «γνώση» μπορεί να βασιστεί μόνο στην Πίστη. Όντας ενθουσιώδης υποστηρικτής της Γαλλικής Επανάστασης, ο Καντ έβγαλε επίσης την Ηθική από τις μεταφυσικές της βάσεις, της έθεσε ως κέντρο και σκοπό τον «ελεύθερο» άνθρωπο («να μεταχειρίζεσαι την ανθρωπότητα…ως σκοπό και ποτέ ως μέσο»), αλλά με ιδεαλιστικό τρόπο. Η φιλοσοφία του Καντ περιγράφοντας τις αντιφάσεις της πραγματικότητας κι αφήνοντας κενά στην εξήγησή τους αποτέλεσε πρόδρομο της Διαλεκτικής ανάλυσης του Χέγκελ.

Με τον όρο νεοκαντιανοί τώρα, περιγράφεται ένα ευρύ φάσμα στοχαστών που προσπάθησαν να «βελτιώσουν» πλευρές των καντιανών θέσεων κατά το δοκούν, κυρίως αφαιρώντας επί μέρους ιδεαλιστικά στοιχεία από τις θεωρίες του. Ο Μπουχάριν αναφέρεται σε σύνδεση με αυτούς, επειδή όπως έλεγε κι ο Λένιν στη Διαθήκη του, «υπάρχει σ’αυτόν κάτι το σχολαστικιστικό (στο βάθος δεν κατάλαβε ποτέ τη διαλεχτική)». Οι επιμέρους του αναλύσεις του ήταν χρήσιμες όταν περιορίζονταν στα πλαίσια που έβαζε το Κόμμα, μα όταν αυτό γραφειοκρατικοποιήθηκε ο Μπουχάριν παρασυρόταν σε ντετερμινιστικές/φαταλιστικές θέσεις. Για παράδειγμα, ο Μπουχάριν, υποστηρίζοντας αριστερίστικες εξεγέρσεις –αφού ο καπιταλισμός είναι ιστορικά… «ξοφλημένος»- όπως η γερμανική Δράση του Μάρτη του 1921, περιορίστηκε και ηττήθηκε από τον Λένιν στο Γ’ Συνέδριο της Κομιντέρν, που έβγαλε το σύνθημα «προς τις μάζες». Αντίστοιχα, μετά από λίγα χρόνια και με τη σταλινοποίηση του καθεστώτος επί τω έργω, μη μπορώντας να συλλάβει τη διαλεκτική ούτε της σχέσης της ρωσικής οικονομίας με τις καπιταλιστικές χώρες, ούτε της σχέσης της εργατικής με τις υπόλοιπες τάξεις στον συγκεκριμένο παγκόσμιο συσχετισμό δυνάμεων, έφτασε να γίνει θιασώτης του «σοσιαλισμού σε μία μόνο χώρα» και της συμμαχίας του ΚΚ Κίνας με τους αστούς που μετά το αιματοκύλισαν.

**** «Η Νέα Τάξη: Εβδομαδιαία Επιθεώρηση Σοσιαλιστικού Πολιτισμού», περιοδικό που εκδόθηκε το 1919 από τους Τολιάτι, Γκράμσι, Τάσκα και Τερατσίνι, μέλη της αριστερής πτέρυγας του ιταλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος (PSI). Το περιοδικό έγινε καθημερινή εφημερίδα-όργανο του ιταλικού ΚΚ (PCI), όταν αυτό σχηματίστηκε από τη διάσπαση του ΣΚ το 1921. Η έκδοση συνεχίστηκε με πολλές διακοπές, κυρίως λόγω απαγορεύσεων του φασιστικού καθεστώτος, μέχρι το 1925. Το όνομα του περιοδικού οικειοποιήθηκε το 1956 ιταλική φασιστική οργάνωση.

***** Στα τέλη του Οκτώβρη του 1922, το φασιστικό κόμμα του Μουσολίνι -κοινοβουλευτικό από το 1921- έχοντας πρωτοστατήσει στην άγρια καταστολή του εργατικού κινήματος και τη διάλυση των συνδικάτων μαζί με τον κρατικό μηχανισμό, οργανώνει την «πορεία προς τη Ρώμη». Στις 28 Οκτώβρη, θα φτάσουν ως τα περίχωρα της πόλης -με την προφανή ανοχή του στρατού- περίπου 20.000 ανεπαρκώς οπλισμένοι και πεινασμένοι φασίστες από διάφορες κατευθύνσεις. Λίγοι από αυτούς θα αντέξουν να μπουν στη Ρώμη. Την επόμενη μέρα ο βασιλιάς Βίκτωρ Εμμανουήλ Γ’ θα δώσει στο Μουσολίνι εντολή σχηματισμού κυβέρνησης. Η μετέπειτα φασιστική προπαγάνδα μετέτρεψε την «πορεία» σε μυθική επέλαση …300.000 φασιστών που κατάκτησαν ηρωικά την εξουσία.

****** κορπορατίστικου, με την έννοια της οργάνωσης των τομέων της οικονομίας σε συντεχνίες-μονοπώλια (κρατικών ή ιδιωτικών επιχειρήσεων) που εποπτεύει το κράτος για να συντονίσει την ιμπεριαλιστική προσπάθεια του έθνους.

******* Ο Φορντισμός είναι μια μέθοδος βιομηχανικής διοίκησης που περιλαμβάνει χρήση της γραμμής παραγωγής για μαζικά, φτηνά και ομοιόμορφα προϊόντα, όπως και σχετικά υψηλούς μισθούς που να εξασφαλίζουν την κατανάλωση των προϊόντων και την αφοσίωση των εργατών. Από την άλλη καταπολεμά το συνδικαλισμό και κάθε είδους εργατική συμμετοχή στις αποφάσεις. Ο ίδιος ο Χένρι Φορντ (1863-1947) υπήρξε πετυχημένος Αμερικανός μεγαλοβιομήχανος και αντισημίτης (έγραψε το βιβλίο Ο Διεθνής Εβραίος), βοήθησε με τις επενδύσεις του το χιτλερικό καθεστώς και γι’αυτό βραβεύτηκε από τη Γερμανία με το ανώτερο μετάλλιο που μπορούσε να δοθεί σε μη-Γερμανό, τον Μεγαλόσταυρο του Γερμανικού Αετού, το 1938.

******** Νικολό Μπ. Μακιαβέλι, (Μάης 1469- Ιούνης 1527), Φλωρεντινός διπλωμάτης και συγγραφέας.

*********δηλ. πόλεμο «χαρακωμάτων», όπου κυρίως υπερασπίζεσαι τη θέση σου και προχωράς αργά

********** Τρίτη Περίοδος της Γ’ Διεθνούς χαρακτηρίζεται το διάστημα 1928-1934. Τότε η σταλινική γραφειοκρατία, ξεκινώντας το πρώτο Πεντάχρονο Πλάνο και ακολουθώντας ακραία δεξιά πολιτική μέσα στην ΕΣΣΔ, χρησιμοποίησε τον υπεραριστερισμό στη Διεθνή για να «διορθώσει» τις εντυπώσεις από τις προηγούμενες δεξιές οπορτουνιστικές συμμαχίες που είχε διατάξει (Επανάσταση Κίνας, Αγγλορωσική Επιτροπή στη Βρετανία) και τις συμφορές που αυτές είχαν φέρει, μα και για να παροπλίσει τους εσωκομματικούς αντιπάλους (Μπουχάριν). Η γραμμή αυτής της περιόδου απέκλειε κάθε ενιαίο μέτωπο και συνεργασία με τους σοσιαλδημοκράτες, που κατηγορούνταν σαν «σοσιαλφασίστες», πιο επικίνδυνοι κι από το Χίτλερ.

*********** εξέγερση κατά του φιλοπαπικού βασιλιά Καρόλου Α’ του Ανδεγαυού

************Ανρί-Λουί Μπεργκσόν (1859-1941), Γαλλοεβραίος φιλόσοφος. Υποστήριζε ότι η άμεση εμπειρία και η ενόραση είναι σημαντικότερες από την επιστήμη και τη λογική, που απλώς κατακερματίζουν ατελέσφορα την πραγματικότητα σε επιμέρους εμπειρίες. Ο λογικός σχεδιασμός της δράσης έχει πολύ λίγο νόημα αφού ο χρόνος ξεδιπλώνει πάντα απρόβλεπτες δυνατότητες. Η καινοτομία δεν πετυχαίνεται ως προκαθορισμένο αποτέλεσμα, μα ως αποτέλεσμα της απελευθερωμένης δημιουργικότητας.

 

 

Παραπομπές

[1] Για να εξαπατήσει το λογοκριτή της φυλακής, ο Γκράμσι απέφευγε κάθε χρήση συμβατικής μαρξιστικής ορολογίας και κάθε άμεση αναφορά γνωστών επαναστατών. Έτσι, η «τάξη» γίνεται «θεμελιώδης κοινωνική ομάδα»∙ η «καταπιεσμένη τάξη» είναι «υποδεέστερη ομάδα»∙ ο Τρότσκι είναι Λεβ Νταβίντοβιτς∙ ο Λένιν είναι Ίλιτς ή «ο πρόσφατος μεγάλος θεωρητικός»∙ και μαρξισμός είναι «η φιλοσοφία της πράξης».

[2] Αντόνιο Γκράμσι, Επιλογές από τα Τετράδια της Φυλακής, Λονδίνο 1971, σ.387.

[3] στο ίδιο σ.465.

[4] στο ίδιο σ.336.

[5] στο ίδιο σ.336-37.

[6] στο ίδιο σ.438.

[7] στο ίδιο σ.407.

[8] στο ίδιο σ.160.

[9] στο ίδιο.

[10] στο ίδιο σ.233.

[11] στο ίδιο σ.104.

[12] στο ίδιο σ.180-81.

[13] στο ίδιο σ.183.

[14] στο ίδιο σ.325.

[15] στο ίδιο σ.323.

[16]Δες στο ίδιο σ.192.

[17] Για να διαφωτίσουμε αυτό το σημείο, έχουμε το παράδειγμα του Λούκατς, που με παρόμοιο τρόπο προσέγγισε το ζήτημα του κόμματος πάνω στη βάση μιας κριτικής του μηχανιστικού υλισμού, αλλά που παρέμεινε εντελώς μέσα στο έδαφος της φιλοσοφίας. Ο Λούκατς αντιλαμβανόταν το κόμμα ως τον φορέα και την ενσάρκωση της προλεταριακής ταξικής συνείδησης, μα επειδή όριζε την ταξική συνείδηση με έναν ανιστορικό και ρασιοναλιστικό τρόπο, έπεσε σε μια εξιδανικευμένη και ελιτίστικη οπτική του κόμματος, που απέτυχε να προσθέσει ο,τιδήποτε χρήσιμο στο Λένιν, του οποίου μάλιστα υπολειπόταν.

[18] Παρατίθεται στο Τζον Μέρρινγκτον, «Θεωρία και πράξη στο μαρξισμό του Γκράμσι», Σοσιαλιστικό Μητρώο (Socialist Register), 1968, σ.165.

[19] Αντόνιο Γκράμσι, Σοβιέτ στην Ιταλία, Λονδίνο 1969, σ.22-23.

[20] Δημοσιευμένο στο Σοβιέτ στην Ιταλία, ο.π.

[21] στο ίδιο σ.35.

[22] Αντόνιο Γκράμσι, Επιλογές από τα Τετράδια της Φυλακής, ο.π. σ.123.

[23] στο ίδιο σ.129.

[24] Για το υπόβαθρο δες το ίδιο σ.169.

[25] στο ίδιο σ.169-70.

[26] στο ίδιο σ.124.

[27] στο ίδιο σ.238.

[28] στο ίδιο σ.235.

[29] στο ίδιο σ.229-39.

[30] στο ίδιο σ.120.

[31] στο ίδιο σ.239.

[32] στο ίδιο σ.238.

[33] Αντόνιο Γκράμσι, «Το Ζήτημα του Νότου», στο Ο Μοντέρνος Ηγεμόνας και Άλλα Κείμενα, Λονδίνο 1972, σ.30-31.

[34] Αντόνιο Γκράμσι, Επιλογές από τα Τετράδια της Φυλακής, ο.π., σ.168.

[35] στο ίδιο

[36] Ο αδερφός του Γκράμσι, Τζενάρο, τον επισκέφτηκε στη φυλακή για να εξακριβώσει τη στάση του προς την «τρίτη περίοδο», αλλά βρίσκοντας ότι την αντιστρατευόταν, κράτησε την πληροφορία μυστική μην τυχόν κι ο αδερφός του αποπεμφθεί. Δες Τζουζέπε Φιόρι, Αντόνιο Γκράμσι: Η Ζωή ενός Επαναστάτη, Λονδίνο 1970, σελ 252-53.

[37] Αντόνιο Γκράμσι, Επιλογές από τα Τετράδια της Φυλακής, ο.π., σ.185.

[38] στο ίδιο σ.340.

[39] Ο Γκράμσι το επισημαίνει αυτό ως μέρος μιας ανάλυσης των Ιταλικών πολιτικών κομμάτων «γενικά» αλλά, όπως τόσο συχνά με τις «αφηρημένες» συζητήσεις του Γκράμσι, υπάρχει ένα σαφές υπονοούμενο για την πρακτική του επαναστατικού κόμματος.

[40] Αντόνιο Γκράμσι, Επιλογές από τα Τετράδια της Φυλακής, ο.π., σ.227.

[41] Για την ανάλυση του Γκράμσι για τους «διανοούμενους» δες στο ίδιο σ.5-23.

[42] στο ίδιο σ.340.

[43] Αντόνιο Γκράμσι, Ο Μοντέρνος Ηγεμόνας και Άλλα Κείμενα, ο.π., σ.50-51.

[44] Αντόνιο Γκράμσι, Επιλογές από τα Τετράδια της Φυλακής, ο.π., σ.196-97.

[45] στο ίδιο σ.197.

[46] στο ίδιο σ.199.

[47] στο ίδιο σ.198.

[48] στο ίδιο σ.198-99.

[49] στο ίδιο σ.199.

[50] στο ίδιο σ.155.

[51] στο ίδιο

[52] στο ίδιο σ.144.

[53] στο ίδιο σ.152-53.

[54] στο ίδιο

[55] στο ίδιο σ.144.

[56] Παρατίθεται στο Α. Ποζολίνι, Αντόνιο Γκράμσι: Μια Εισαγωγή στη Σκέψη του, Λονδίνο 1970, σ.65.

[57] Αντόνιο Γκράμσι, Επιλογές από τα Τετράδια της Φυλακής, ο.π., σ.188.

[58] στο ίδιο σ.211.

[59] στο ίδιο

[60] στο ίδιο σ.195.

[61] Βλ. Αντόνιο Γκράμσι, Επιλογές από τα Τετράδια της Φυλακής, ο.π., σ.236-38. Ο Γκράμσι καταγράφει ότι ο Τρότσκι άρχισε «μια αναθεώρηση των τρεχουσών τακτικών μεθόδων», σύμφωνα με αυτές τις κατευθύνσεις στο τέταρτο συνέδριο της Κομιντέρν. Αλλά παραδόξως και για λόγους που μπορούν μόνο να γίνουν αντικείμενο υποθέσεων, κατηγορεί τον Τρότσκι ότι είναι: «ο πολιτικός θεωρητικός της επίθεσης κατά μέτωπο σε μια περίοδο που οδηγεί μόνο σε ήττες». (στο ίδιο σ.238.)

[62] Αντόνιο Γκράμσι, Επιλογές από τα Τετράδια της Φυλακής, ο.π., σ.173.

[63] στο ίδιο σ1iii.