1

Βαριά σκιά πάνω απ’ τη Βραζιλία

Της Κικής Σταματόγιαννη

Ο ακροδεξιός Μπολσονάρου, ο επονομαζόμενος και «Tropical Trump», νέος πρόεδρος της Βραζιλίας

Βραζιλία, Οκτώβρης 2018. Καταγγελία πανεπιστημιακών και φοιτητών για κλιμάκια αστυνομικών και δικαστικών που εισβάλλουν στα πανεπιστήμια, ερευνώντας, ανακρίνοντας, κατάσχοντας1. Η επίσημη αιτιολογία είναι η έρευνα περί υλικών “αθέμιτης εκλογικής προπαγάνδας”, η οποία σύμφωνα με τη βραζιλιάνικη νομοθεσία απαγορεύεται. Το περίεργο, ωστόσο, είναι ότι ανάμεσα στα ύποπτα και κατασχεθέντα αντικείμενα συμπεριλαμβάνονται και υλικά που καθόλου δεν σχετίζονται με τον προεκλογικό αγώνα των υποψηφίων στις προεδρικές εκλογές. Μια αντιφασιστική σημαία. Ένα πανό προς τιμή της δολοφονημένης μαύρης, λεσβίας αγωνίστριας της αριστεράς Μαριέλε Φράνκου. Κάποια φλάιερς που φέρουν τον εξαιρετικά επικίνδυνο τίτλο “Μανιφέστο για την υπεράσπιση της δημοκρατίας στα δημόσια πανεπιστήμια”. Από πότε ο αντιφασιστικός λόγος και οι μπροσούρες για την υπεράσπιση της δημοκρατίας θεωρούνται αθέμιτη εκλογική προπαγάνδα; Από πότε το φάντασμα του φασισμού και της στρατιωτικής δικτατορίας στη Βραζιλία της περιόδου 1964-1985 ξαναστοίχειωσε εν έτει 2018 τα πανεπιστήμια ελέγχοντας ακαδημαϊκούς και φοιτήτριες/τές;

Το πώς και το γιατί φθάσαμε σε αυτό το σημείο και κυρίως τι μπορεί να γίνει από δω και πέρα σε μια χώρα με ισχυρή αντιφασιστική, αριστερή και εργατική/συνδικαλιστική παράδοση, θα επιχειρηθεί να αναδειχθεί με το παρόν άρθρο.

Και το όνομα αυτού: Ζαΐχ Μπολσονάρου

Το ξημέρωμα της 29ης Οκτώβρη βρήκε ανθρώπους στις τέσσερις γωνιές του πλανήτη να έχουν στο στόμα τους ένα όνομα. Σημάδεψε -επίσης- τη Βραζιλία, μια χώρα 210 εκατομμυρίων, με την εκλογή στη θέση του προέδρου ενός δηλωμένου ακροδεξιού. Ο τελευταίος κατάφερε να συγκεντρώσει ένα ποσοστό της τάξης του 55,1% και σχεδόν 58 εκατομμύρια ψήφους (57.800.000) μέσα σε ένα διεθνές πλαίσιο όπου η ακροδεξιά καταγράφει σοβαρή άνοδο παγκοσμίως.

Οποιοδήποτε λήμμα ρατσιστικής, μισογύνικης, σεξιστικής, ομο/τρανσφοβικής ή φασιστικής απόχρωσης μπορέσεις να σκεφτείς, θα μπορούσε να συνοδεύεται άνετα από τη φωτογραφία του Ζαϊχ Μπολσονάρου. Δηλώνει όπου βρεθεί κι όπου σταθεί υπέρ των βασανιστηρίων, της οπλοκατοχής, της στρατιωτικής δικτατορίας, των παραδοσιακών οικογενειακών αξιών και της θρησκείας. Και καταφέρεται εναντίων των κινημάτων, των καταπιεσμένων, της αριστεράς, των συνδικάτων, των λοατκια+ ανθρώπων, των αυτοχθόνων, των αφροβραζιλιάνων, των περιβαλλοντικών ακτιβιστ(ρι)ών.

Οικονομική κρίση, διαφθορά, σκάνδαλα, εκφυλισμός και σήψη του Κόμματος των Εργατών (PT), πόλεμος συμμοριών και βία στους δρόμους. Στοιχεία που πρέπει να ληφθούν υπόψη ασφαλώς. Από μόνα τους, όμως, δεν εξηγούν την εκτόξευση του Μπολσονάρου και το μαζικό ρεύμα ενθουσιασμού που προκαλεί. Απαίτηση για ακόμα αυστηρότερη αστυνομική καταστολή. Η βραζιλιάνικη αστυνομία συνοδεύεται από τη φήμη της πιο σκληρής, ωμής και απάνθρωπης κατασταλτικής δύναμης παγκοσμίως. Μια αστυνομία που σημαδεύει περίπου όποιον κινείται και ο οποίος συνήθως “συμβαίνει” να έχει κάπως πιο σκούρο δέρμα. Μόνο μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2018 και μόνο στην πόλη του Ρίο ντε Τζανέιρο, έχουν καταγραφεί 895 δολοφονίες πολιτών από αστυνομικούς. Συνολικά οι δολοφονίες σκαρφαλώνουν στον τρομακτικό αριθμό των 5.000 κάθε χρόνο2. Και παρόλα τα αποκρουστικά αυτά στοιχεία, οι άνθρωποι της μεσαίας –ιδίως- τάξης ένιωσαν την ανάγκη να εκφράσουν και εκλογικά το αίτημά τους για περισσότερη “ασφάλεια, νόμο και τάξη”, υπερψηφίζοντας τον κύριο και πιο γνήσιο εκφραστή αυτών.

Ο Μπολσονάρου ανταποκρίνεται και ικανοποιεί περίφημα τα πιο αντιδραστικά ένστικτα των ανθρώπων της μεσαίας τάξης, που θέλουν να πατήσουν πάνω στους πιο αδύναμους, ακριβώς για να μη βρεθούν αυτοί στον πάτο. Δεν είναι τυχαίο που ο ακροδεξιός υποψήφιος σάρωσε εκλογικά στους λευκούς, ενώ είχε μειωμένα ποσοστά στον μαύρο πληθυσμό. Άνθρωπος ο ίδιος της μεσαίας αστικής τάξης που κατάφερε να ανέλθει μέσα από τον στρατιωτικό μηχανισμό, λειτουργώντας κατά κάποιο τρόπο και σαν πρότυπο κοινωνικής ανέλιξης. Ανταποκρίνεται στην ανάγκη των μεσαίων και κατώτερων στρωμάτων να υπάρξει ένας δυνατός άντρας που θα χτυπήσει τη γροθιά του στο τραπέζι. Θα καθαρίσει τη διαφθορά και θα βάλει μια τάξη στο κράτος. Θα ενισχύσει την καταστολή και θα τερματίσει την εγκληματικότητα και τον πόλεμο των συμμοριών. Θα ενισχύσει τους μικρομεσαίους επιχειρηματίες με μείωση της φορολογίας και λήψη μέτρων προστασίας τους.

Η εκλογή Μπολσονάρου είναι η πλέον επικίνδυνη επιλογή που θα μπορούσαν να κάνουν όσοι πήγαν στις κάλπες. Και αυτό γιατί –ακόμα κι αν οι ίδιοι οι ψηφοφόροι δεν αυτοπροσδιορίζονται ως φασίστες, ακόμα κι αν δεν υπάρχει ακόμα ένα πανεθνικό φασιστικό πολιτικό κόμμα- η εκλογή Μπολσονάρου ανοίγει τον δρόμο και ευνοεί το περιβάλλον μέσα στο οποίο βρίσκουν την ευκαιρία να δρουν οι συμμορίες με τα φασίζοντα χαρακτηριστικά.

Οι δυνάμεις που βγαίνουν στον δρόμο υπέρ του Μπολσονάρου δεν συνιστούν ακριβώς τάγματα εφόδου. Τουλάχιστον όχι ακόμα. Σε όλη την προεκλογική περίοδο έχουν καταγραφεί πολλές επιθέσεις απέναντι σε ανθρώπους που οι μπολσομίτος θεωρούν “περιθώριο, βρώμα και κατακάθι”: σε αντιφασίστες, τρανς, γυναίκες των κινημάτων. Απειλές, βία, εμπρησμοί, ξυλοδαρμοί, χάραξη της σβάστικας πάνω στο σώμα κοπέλας-μέλους του κινήματος #EleNao, δολοφονίες.

Για την ώρα, οι μπολσομίτος συγκροτούν ομάδες με ογκούμενα χαρακτηριστικά αντιδραστικού λαϊκού κινήματος. Ένα κίνημα, στο οποίο ο Μπολσονάρου έχει υποσχεθεί προεκλογικά απελευθέρωση της οπλοκατοχής. Ένα κίνημα που θα μπορεί πλέον να κυκλοφορεί στους δρόμους οπλοφορώντας, απειλώντας και –ενδεχομένως- σκοτώνοντας κατά βούληση. Αν κάτι χαρακτηρίζει αυτές τις ομάδες είναι ο ενθουσιασμός και η πρωτοβουλία – στοιχεία βασικά για την ανάπτυξη λαϊκού φασιστικού ρεύματος.

Δεν υπάρχει κανένα περιθώριο για ράθυμη αναμονή μπροστά στις εξελίξεις.

Οι εντιμότατοι φίλοι του

«Δεν μπορούμε πλέον να συνεχίσουμε το φλερτ με τον σοσιαλισμό, τον κομμουνισμό, τον λαϊκισμό της αριστεράς» ήταν το πρώτο μήνυμα αμέσως μετά την εκλογή του. Ωμός, σαφής και ξεκάθαρος στις προθέσεις του.

Κάποιοι και κάποιες επομένως θέλησαν να τον επιβραβεύσουν για αυτή του την ειλικρίνεια. Κάποιοι και κάποιες δεν αισθάνθηκαν υποχρεωμένοι/ες να κρατήσουν ούτε τα ελάχιστα αστικά προσχήματα. Η Μαρί Λεπέν και ο Ματέο Σαλβίνι έσπευσαν να τον συγχαρούν και να του ευχηθούν “καλή επιτυχία”, προσβλέποντας ο τελευταίος σε ακόμη ισχυρότερη φιλία των δύο λαών και κυβερνήσεων.

Οι δεξιοί πρόεδροι της Χιλής, Σεμπαστιάν Πινιέρα, και της Αργεντινής, Μαουρίτσιο Μάκρι, δεν στάθηκαν ούτε αυτοί φειδωλοί σε έκφραση ευχών και συγχαρητηρίων. Από κοντά και η Ευρωπαϊκή Ένωση δια του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Ούτε η Ρωσία θέλησε να αποτελέσει εξαίρεση, με τον Πούτιν να δηλώνει ότι “προσβλέπει στην ανάπτυξη των σχέσεων των δύο χωρών στο πλαίσιο των G20”. Είναι πολλά τα λεφτά και οι οικονομικές συμφωνίες –για τις αστικές κυβερνήσεις- για να μπαίνουν ενοχλητικά εμπόδια δημοκρατικών ευαισθησιών και εργατικών δικαιωμάτων στη μέση.

Τελευταίος στην αναφορά μας εδώ -αλλά όχι έσχατος ασφαλώς- ο Αμερικανός πρόεδρος. Αξίζει να θυμίσουμε ότι σύμβουλος του Μπολσονάρου δεν είναι άλλος από τον “πολύ” Στιβ Μπάνον, τον σύμβουλο στρατηγικού σχεδιασμού του ίδιου του Ντόναλντ Τραμπ. Το κάδρο συμπληρώθηκε. Στήριξη από ακροδεξιά, καθαρόαιμη λαϊκή δεξιά και ΕΕ. Τα μισόλογα, η υποκριτική ανησυχία και οι δήθεν προβληματισμοί του γάλλου προέδρου Μακρόν δεν αναιρούν τον κανόνα: Το μεγάλο κεφάλαιο και η αστική τάξη, στη Βραζιλία και διεθνώς, παρέχουν αυτή τη στιγμή απλόχερα και γενναιόδωρα τη στήριξή τους σε αυτόν που αντιπροσωπεύει την οπισθοδρόμηση και τον σκοταδισμό της πιο σκληρής δικτατορίας.

Κύμα «Bullsonaro»

Στην αναδυόμενη αγορά της 8ης μεγαλύτερης οικονομικής δύναμης στον κόσμο, τα χρηματιστήρια ανταποκρίθηκαν θετικά στην επικράτηση Μπολσονάρου. Αμέσως μετά τον πρώτο γύρο της 7ης Οκτώβρη, ο δείκτης στο βραζιλιάνικο χρηματιστήριο κατέγραφε άνοδο 18 μονάδων. Ο νέος εκλεκτός των αγορών είχε αναδειχθεί πριν καν την οριστική επικύρωση. Τη Δευτέρα, 29 Οκτώβρη, οι πανηγυρισμοί και το κλίμα ενθουσιασμού εκφράστηκαν και στο πεδίο της οικονομίας. Ήδη οι οικονομικοί αναλυτές κάνουν λόγο για “κύμα Bullsonaro”. Λογοπαίγνιο, όπου ως πρώτο συνθετικό χρησιμοποιείται η λέξη “bullish”, για να εκφραστεί η αισιοδοξία, η ανοδική τάση και η ευφορία αγορών και χρηματιστηρίων. Οι επικρίσεις για τον αυταρχισμό, την ωμότητα, τις ομοφοβικές και ρατσιστικές δηλώσεις, τη σεξιστική ρητορεία, λίγο αγγίζουν τον κόσμο των επιχειρήσεων. Οι επενδυτές χρειάζονται ένα περιβάλλον σταθερότητας και ασφάλειας. Αυτό εκτίμησαν ότι δεν ήταν πλέον σε θέση να τους το παράσχει το PT, στο οποίο χρεώνουν τη χειρότερη ύφεση στην οποία βρέθηκε η Βραζιλία. Στράφηκαν επομένως στον άνθρωπο που πλασαρίστηκε ως ο αντίθετος –του PT– πόλος. Στράφηκαν σε αυτόν που δεσμεύτηκε προεκλογικά για μεγάλες ιδιωτικοποιήσεις. Ανάμεσα σε αυτές, την ιδιωτικοποίηση της Δημόσιας Επιχείρησης Ηλεκτρισμού Eletrobras, καθώς και της Δημόσιας Επιχείρησης Πετρελαίου Petrobras – μια ενέργεια που εκτιμάται ότι θα αποφέρει 400 δις δολάρια στα δημόσια ταμεία. Δεσμεύτηκε επίσης για περικοπή των δημοσίων δαπανών για μισθούς, συντάξεις, παιδεία και υγεία. Για μείωση της φορολογίας στις μεγάλες επιχειρήσεις. Για μεταρρυθμίσεις στο ασφαλιστικό (σε βάρος των ασφαλισμένων προφανέστατα, που κατά μέσο όρο αυτή τη στιγμή συνταξιοδοτούνται στα 55 τους χρόνια και λαμβάνουν το 70% του τελικού μισθού τους) και δηλώνοντας την πρόθεσή του ειδικά για το τελευταίο να έρθει σε σύγκρουση με το Κογκρέσο, στο οποίο δεν έχει την πλειοψηφία. Καθόλου άσχημα όλα αυτά για το μεγάλο κεφάλαιο. Τρομακτικό σενάριο, ωστόσο, για τους εργαζόμενους, για 13 εκατομμύρια ανέργους, για πάνω από 50 εκατομμύρια που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας (25% του πληθυσμού) με το 43,5% εξ αυτών να συγκεντρώνεται στον υποβαθμισμένο οικονομικά βορρά και το 78,5% να είναι μαύροι ή σκουρόχρωμοι, με ημερήσιο εισόδημα όχι μεγαλύτερο από 5,5 δολάρια. Έξι -μόλις- δισεκατομμυριούχοι στη χώρα συγκεντρώνουν τον πλούτο 100 εκατομμυρίων ανθρώπων συνολικά3. Καλώς ήρθατε στη Βραζιλία των τρομακτικών κοινωνικών ανισοτήτων.

Οι μεγάλες ευθύνες του PT

Το Κόμμα των Εργατών προέκυψε μέσα από τους αγώνες ενάντια στη δικτατορία στα τέλη της δεκαετίας ’70. Μέσα σε δύσκολες συνθήκες και καθεστώς παρανομίας κατάφερε να σφυρηλατήσει ισχυρούς δεσμούς –που σε μεγάλο βαθμό διατηρούνται μέχρι σήμερα- με την οργανωμένη εργατική τάξη. Ο αδιαφιλονίκητος ηγέτης του, ο Λούλα, βιομηχανικός εργάτης σε αυτοκινητοβιομηχανία του Σάο Πάολο, με κομμένα δάχτυλα από εργατικό ατύχημα, με την ανάληψη της κυβέρνησης διπλώνει προσεκτικά, βάζει στην άκρη και “ξεχνάει” για πάντα το πανό στη Σύνοδο του Κοινωνικού Φόρουμ στο Πόρτο Αλέγκρε. “Ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός – Μόνο με Σοσιαλισμό”.

Επί 13 χρόνια ο Λούλα ακολουθεί πολιτικές ταξικής συμφιλίωσης, που ουδεμία σχέση έχουν με τον σοσιαλισμό και με τον άλλο κόσμο που οραματίζονταν οι καταπιεσμένοι/ες. Εμπιστεύεται κρίσιμα πόστα και υπουργεία σε ανθρώπους του συστήματος και του μεγάλου κεφαλαίου. Εφαρμόζει πιστά νεοφιλελεύθερες πολιτικές. Ρίχνει βάρος στις ιδιωτικές επενδύσεις και τις εξαγωγές. Αυξάνει τους έμμεσους φόρους. Αποδέχεται υπάκουα κάθε περικοπή στις δημόσιες δαπάνες που του υπαγορεύεται από το ΔΝΤ. Τσακίζει το δικαίωμα στέγασης, με αποτέλεσμα δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι να μένουν άστεγοι μέσα από τη διάλυση παραγκουπόλεων. Καταστέλλει σκληρά εργατικές και νεολαιίστικες κινητοποιήσεις. Κάνει, με άλλα λόγια, ό,τι μπορεί για να πριονίσει το κλαδί όπου καθόταν. Αποκόπτεται έτσι από τις οργανωμένες δυνάμεις που του είχαν ανοίξει τον δρόμο προς την εξουσία. Την ίδια ώρα προσπαθεί να διατηρήσει το φιλολαϊκό του προφίλ με σειρά μέτρων που ανακουφίζουν τα στρώματα που βρίσκονται σε ακραία φτώχεια: κοινωνικά επιδόματα, μικρή αύξηση σε μισθούς και συντάξεις. Μόνο που δεν μπορείς να υπηρετείς ταυτόχρονα δύο αφεντάδες. Έρχεται κάποτε το πλήρωμα του χρόνου και σου στοιχίζει ακριβά η προσπάθεια να ισορροπείς αιωνίως σε δύο βάρκες. Κάποτε βουλιάζεις.

Η οργανωμένη αριστερά και τα εργατικά συνδικάτα που επηρεάζονταν σημαντικά ακόμα από το PT, δεν αξιοποίησαν ούτε την ευκαιρία που τους δόθηκε στη μεγαλειώδη γενική απεργία τον Απρίλη του 2017. Δεν άρκεσαν περισσότερα από 35 εκατομμύρια εργαζόμενοι -σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα- που βγήκαν στους δρόμους, παραλύοντας τη χώρα, για να πέσει η κυβέρνηση Τεμέρ. Ο τελευταίος είχε ανατρέψει με κοινοβουλευτικό πραξικόπημα την Ντίλμα Ρούσεφ -τη διάδοχο του Λούλα- που αποπέμφθηκε από την εξουσία μετά από την κατηγορία οικονομικού σκανδάλου και ο Λούλα βρέθηκε στη φυλακή.

Πόσο βαθιά είναι η ήττα;

Το Κόμμα των Εργατών σαφώς έχει χάσει σε σημαντικό βαθμό την αίγλη, το κύρος και την επιρροή του ανάμεσα στους εργαζόμενους. Είναι όμως τελείως διαφορετικό αυτό από μια κατάσταση όπου τα συνδικάτα έχουν συντριβεί ολοκληρωτικά.

Στο σώμα της Βραζιλίας έχουν εγγραφεί σημαντικοί αγώνες. Εργατικοί, συνδικαλιστικοί, αντιρατσιστικοί.

Ο Βορράς με τις τεράστιες κοινωνικές ανισότητες και τους –αντίστοιχα- τεράστιους κοινωνικούς αγώνες έχει δώσει τις συγκλονιστικές μάχες για την απελευθέρωση των μαύρων σκλάβων ενάντια στους αποικιοκράτες, τα πλούσια λευκά αφεντικά.

Το 1896-7 ο Βορράς είχε γνωρίσει μια απίστευτη επανάσταση των πεινασμένων που συγκεντρώθηκαν στο Κανούντος, μικρή πόλη μέσα στην βραζιλιάνικη έρημο (Σερτάου). Οι εξεγερμένοι, επέβαλαν απανωτές ταπεινωτικές πανωλεθρίες στον επίλεκτο και βαριά οπλισμένο βραζιλιάνικο στρατό που επιχείρησε να τους καταστείλει. Ξεσηκώθηκε το “έθνος του αμνού”, οι κολλήγοι, ενάντια στο “έθνος του λύκου”, δηλαδή τους γαιοκτήμονες και τους στρατηγούς. Τι ήταν αυτό που ξεχώριζε τα δύο έθνη; Τα χέρια τους: Οι “αμνοί” είχαν ρόζους στα χέρια από τη δουλειά. Οι “λύκοι” όχι. Ακόμα κι αν σφαγιάζεται μέχρι τελευταίου αγωνιστή και αγωνίστριας, το Κανούντος -η “Νέα Ιερουσαλήμ” για τους εξεγερμένους – εγγράφεται στην επαναστατική μνήμη.

Ο Βορράς συνεχίζει ως σήμερα την παράδοση με αγώνες ενάντια στις ρατσιστικές διακρίσεις και τη φτώχεια. Δεν είναι τυχαίο ότι μία από τις μεγαλύτερες και πιο δυναμικές αντιφασιστικές πορείες τις παραμονές του δεύτερου γύρου των προεδρικών εκλογών έγινε στο Σαλβαντόρ, πρωτεύουσα της Μπαΐα. Στην καρδιά της κόκκινης γης. Η μαύρη ψυχή και συνείδηση της Βραζιλίας, το αντιρατσιστικό πνεύμα και οι διαχωριστικές γραμμές που στην περιοχή εκείνη έχουν χαραχτεί με αίμα, δύσκολα θα μπορούσαν να ξεχαστούν, παρόλη τη φρενίτιδα ενθουσιασμού που ξεσηκώνει το ρεύμα Μπολσονάρου.

Ο Αμαζόνιος, είναι το δεύτερο κέντρο αγώνα. Με το κίνημα των Ακτημόνων (MST, Οι Χωρίς Γη) που προβαίνουν σε καταλήψεις γης και οργανώνουν συλλογικά την παραγωγή, με τους αυτόχθονες και τους ακτιβιστές και τις μάχες που δίνουν. Με μια συγκλονιστική εξέγερση τη δεκαετία του ’20 όπου καθοδηγητής στο κίνημα των ινδιάνων ήταν ένας λευκός στρατηγός, κομμουνιστής, μετέπειτα γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος Βραζιλίας.

Σήμερα, ο αγώνας για τη σωτηρία του δάσους του Αμαζονίου έχει κρίσιμη αξία για όλη την ανθρωπότητα: χωρίς τον Αμαζόνιο ο πλανήτης θα έχει τόση ζωή όση και ένας άνθρωπος χωρίς πνευμόνια.

Ο Μπολσονάρου έχει ήδη δηλώσει προεκλογικά ότι θα αποσύρει τη Βραζιλία από τη Συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα. Δήλωση που συνοδεύει το άνοιγμα σαμπάνιας για το λόμπι των βιομηχάνων, των εξορυκτικών εταιρειών και των μεγαλογαιοκτημόνων που θέλουν να κατασπαράξουν τον Αμαζόνιο. Την ίδια στιγμή, πρόκειται για δήλωση που ισοδυναμεί με κήρυξη πολέμου στους περιβαλλοντικούς ακτιβιστές/ριες, καθώς και στους αυτόχθονες που υπερασπίζονται με νύχια και με δόντια τη γη τους και πολύ συχνά καταλήγουν δολοφονημένοι.

Και φυσικά, ο Νότος. Ο Νότος με δύο από τις μεγαλύτερες πόλεις σε ολόκληρο τον κόσμο, το Σάο Πάολο και το Ρίο και την τεράστια συγκέντρωση εργατικής τάξης σε κολοσσιαίες βιομηχανίες. Με τη μεγάλη εργατική και συνδικαλιστική παράδοση και τις πάμπολλες κινηματικές συλλογικότητες. Ο Νότος της εργατικής τάξης και των συνδικάτων. Η περιοχή όπου επαναστατικό, συνδικαλιστικό, αριστερό και αναρχικό κίνημα απαντώνται πριν από τις αρχές του 20ου αιώνα. Ο Νότος όπου εκδίδεται για πρώτη φορά ο “Σοσιαλιστής” το 1895, η σοσιαλιστική εφημερίδα που έχει σχέσεις με τη Β΄ Διεθνή, ακριβώς τα χρόνια που ο Βορράς γνωρίζει τη συγκλονιστική μεσσιανική εξέγερση του Κανούντος.

Η μνήμη είναι ζόρικο πράγμα. Ξυπνά σε απρόσμενες στιγμές. Ξυπνά στις μεγάλες απεργιακές συγκεντρώσεις του ενός εκατομμυρίου στο Σάο Πάολο το 2017. Είχαν προηγηθεί οι μεγάλες διαδηλώσεις διαμαρτυρίας του 2013 ενάντια στις περικοπές των δημοσίων δαπανών προκειμένου να χρηματοδοτηθούν το Μουντιάλ του 2014 και οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 2016. Ο Νότος με το Σάο Πάολο να πρωτοστατεί στις κινητοποιήσεις ενάντια στην αύξηση της τιμής των εισιτηρίων στα ΜΜΜ. Να κλιμακώνεται η αντικυβερνητική δυσαρέσκεια με πορείες στις οποίες συμμετέχουν εκατομμύρια άνθρωποι σε μια σειρά από επαγγελματικούς κλάδους (μεταλλεργάτες, εργαζόμενοι στα ΜΜΜ, εκπαιδευτικοί). Να εξαπλώνεται η απεργιακή πυρκαγιά σε μια σειρά από πόλεις (Ρίο, Μπραζίλια). Η βραζιλιάνικη εργατική τάξη και οι κινηματικές συλλογικότητες έχουν δείξει το μέταλλό τους. Στα δύσκολα.

 

Και τώρα;

Είναι λες και άνοιξαν οι πύλες της κολάσεως – λες και ανακοινώθηκε επίσημα η έναρξη της κυνηγετικής περιόδου” σημείωνε με έκδηλη ανησυχία μέλος της λοατκια+ κοινότητας στη Βραζιλία τη μέρα του δεύτερου γύρου των εκλογών οπόταν και διαφαινόταν η τελική επικράτηση Μπολσονάρου.

Ο χαρακτηρισμός του σημείου στο σημείο βρισκόμαστε έχει τεράστια σημασία για το επόμενο βήμα. Αυτή τη στιγμή και παρά το ισχυρότατο πλήγμα, η εργατική τάξη στη Βραζιλία δεν έχει υποστεί συντριπτική ήττα. Δεν είναι η ώρα επομένως για απόσυρση και προπαγανδιστική δουλειά πρωταρχικής συσσώρευσης. Δεν είμαστε εκεί.

Ο Μπολσονάρου κατάφερε να μεταστρέψει την απογοήτευση από την οικονομική και πολιτική κρίση και το αντι-PT αίσθημα σημαντικών τμημάτων της μεσαίας, αλλά και της εργατικής τάξης, σε ένα διάχυτο αντι-αριστερό αίσθημα, ταυτίζοντας το PT με την αριστερά εν συνόλω. Και δεν κατάφερε μόνο αυτό. Πέτυχε να πολώσει όλο το πολιτικό σκηνικό και να το στρέψει στην άκρα δεξιά. Δεν υπάρχει η παραμικρή χρονική πολυτέλεια να υποτιμηθεί ο φασιστικός κίνδυνος. Να θεωρηθεί ο Μπολσονάρου άλλος ένας δεξιός, αντιδραστικός και κάπως “ιδιόρρυθμος” πολιτικός. Είναι η στιγμή για την επαναστατική αριστερά της Βραζιλίας να επιμείνει στην τακτική του ενιαίου εργατικού μετώπου των καταπιεσμένων. Χωρίς αυταπάτες για διαδρόμους κοινοβουλίων και χωρίς προσπάθεια συνδιαλλαγής με την αστική τάξη και τους πολιτικούς εκπροσώπους της. Χωρίς παζάρια για τα ψίχουλα ενός ταξικού συμβιβασμού.

Είναι ενθαρρυντικό ότι μπροστά στον επαπειλούμενο φασιστικό κίνδυνο τμήματα της αριστεράς επιχειρούν να ενωθούν. Έχει διαμορφωθεί μια συμμαχία ανάμεσα στο PSOL (που έχει αποσπαστεί από το PT), το Κίνημα των Χωρίς Γη (MST) και το KK Βραζιλίας. Μαζί με αυτές τις τρεις μεγαλύτερες δυνάμεις ενώνονται πολλές μικρότερες οργανώσεις της άκρας αριστεράς και κινηματικές συλλογικότητες που υπερασπίζονται δικαιώματα μειονοτικών ομάδων. Τάσσονται ενάντια στον Μπολσονάρου και την ίδια στιγμή ενάντια στη συμφιλιωτική πολιτική του PT και την υποταγή της στην αστική τάξη. Προσπαθούν να δώσουν φωνή στα 13 εκατομμύρια ανέργων και να οργανώσουν την οργή των εργαζομένων, των γυναικών, των λοατκια+, των αυτοχθόνων ή όσων έχουν πιο σκούρο δέρμα. Το κίνημα και η αριστερά στη Βραζιλία έχουν αποδείξει ότι μπορούν να κινητοποιήσουν εκατομμύρια ανθρώπων. Έχουν δώσει υποδειγματικές μάχες στον δρόμο. Το επίπεδο ταξικής πάλης ήταν και συνεχίζει να είναι ιδιαιτέρως υψηλό.

Αρκεί τα αριστερά αυτά κόμματα να μην ποντάρουν ακόμη μια φορά στο να θολώσουν το στίγμα τους για να ελκύσουν τις μεσαίες τάξεις. Να οργανώσουν αγώνες και όχι να πλειοδοτήσουν ξανά σε “προτάσεις επιχειρηματικότητας” για ανάπτυξη εντός του καπιταλιστικού συστήματος, όπως μέχρι κορεσμού επέμεναν στις τελευταίες εκλογές.

Ένα σημαντικό στατιστικό στοιχείο είναι το ότι ο Μπολσονάρου κέρδισε το 97% των πλουσιότερων πόλεων και ο Αντάτζι (υποψήφιος του PT) στο 98% των πιο φτωχών4. Είναι σημαντικό που το Νορντέστε, το βορειανατολικό τμήμα της Βραζιλίας, κατάφερε και άντεξε. Οι μαύροι, απόγονοι σκλάβων, οι πάμφτωχοι στις φαβέλες και στις αφιλόξενες ερήμους του Σερτάου, έκαναν ό,τι μπορούσαν και περνούσε από το χέρι τους. Θρήνησαν τον “δικό τους άνθρωπο”, τον δολοφονημένο το βράδυ του πρώτου γύρου των εκλογών αντιφασίστα δάσκαλο της capoeira, τον mestre Moa do Katende, οργανώνοντας συγκεντρώσεις και πορείες μέσα στις παραγκουπόλεις. Πραγματοποίησαν μια μεγαλειώδη αντιφασιστική πορεία στο Σαλβαντόρ, την πρωτεύουσα της Μπαΐα. Όταν έφτασε η ώρα της κάλπης, απέρριψαν με συντριπτικά ποσοστά -της τάξης του 70%- τον Μπολσονάρου.

Όσο συγκινητική κι αν είναι η καταγραφή από το κόκκινο βορειανατολικό φρούριο των “φτωχοδιαβόλων”, όσο κι αν μας δίνει χαρά η αντίστασή τους κόντρα σε κάθε συσχετισμό και το πείσμα τους ότι δεν έχουν χαθεί όλα, η προσπάθεια αυτή κινδυνεύει να μείνει ημιτελής. Κι αυτό γιατί η τελική μάχη και η αναμέτρηση με την απειλή του φασισμού θα κριθεί στα μεγάλα βιομηχανικά κέντρα του Νότου. Όταν οι εργαζόμενοι στο Σάο Πάολο και οι καταπιεσμένες στο Ρίο αποφασίσουν ότι η τελευταία λέξη ανήκει σε αυτές και αυτούς. Όταν αποφασίσουν να κινητοποιηθούν ξανά, βγαίνοντας στον δρόμο κατά εκατομμύρια. Όταν αποφασίσουν να ενώσουν τους αγώνες όλων των από κάτω και αναλάβουν την πάλη ενάντια στον φασισμό ως δική τους ευθύνη. Όταν συνειδητοποιήσουν πως οργάνωση της πάλης ενάντια στον φασισμό είναι στην ουσία ο λυσσαλέος αγώνας απέναντι στο καπιταλιστικό τέρας που γεννά τους Μπολσονάρους φασίστες αυτού του κόσμου.

Ο τρόπος που επιλέγεις να αντιδράσεις μπροστά σε μια δυσκολία δείχνει και το υλικό που σε πλάθει. Ο Μπολσονάρου προσφέρει με ωμότητα δύο επιλογές στα μέλη της αριστεράς: την εξορία ή τη φυλακή. Ήδη οι αγωνίστριες και οι αγωνιστές οργανώνουν το επόμενο βήμα δράσης. Επιλέγουν τους δρόμους.

1 Amy Erica Smith , “Brazilian media report that police are entering university classrooms to interrogate professors – Is this how democracy starts to die?”, https://www.vox.com/mischiefs-of-faction/2018/10/26/18029696/brazilian-police-interrogate-professors?fbclid=IwAR1PgK1lIJA4wCIqUMPEAtWlKDfaTBLEEtWX7mqVqVPd932YmJ0ivRXskPA

2 Alistair Farrow, “Resistance needed after far right victory in Brazil”, Socialist Worker, https://socialistworker.co.uk/art/47409/Resistance+needed+after+far+right+victory+in+Brazil

3More Than 50 Million Brazilians Living Below Poverty Line”, The Rio Times, https://riotimesonline.com/brazil-news/rio-politics/more-than-25-million-brazilians-living-below-poverty-line/




Κύπρος 1974: η κατάρρευση της επιστράτευσης που γκρέμισε τη χούντα

Του Αλέξη Λιοσάτου

Τι συμπεράσματα βγαίνουν σήμερα για το αντιπολεμικό κίνημα και την Αριστερά;

Θα μπορούσε να είναι ένα «επετειακό» άρθρο από αυτά που γράφονται κάθε Ιούλιο με αφορμή την επέτειο του πραξικοπήματος του Σαμψών στην Κύπρο και της τουρκικής εισβολής. Ωστόσο, ίσως σε αυτή τη συγκυρία να έχει μεγαλύτερη αξία, αν συνδυαστεί με τη συγκυρία του ελληνο-τουρκικού ανταγωνισμού και το νέο μεγαλοϊδεατισμό των υδρογονανθράκων και των 12 ναυτικών μιλίων και τα επικίνδυνα αδιέξοδα στα οποία απειλεί να οδηγήσει την Αριστερά η απήχηση της «πατριωτικής» παράδοσης στους κόλπους της. Ένα από τα θέσφατα αυτής της παράδοσης είναι πως, ανεξαρτήτως περιστάσεων, από το Μεσοπόλεμο του 20ού αιώνα και ύστερα, η πολιτική της Αριστεράς στα «εθνικά» θέματα πρέπει να διέπεται από το πατριωτικό πρόταγμα. Πως η διεθνιστική παράδοση της στάσης των επαναστατών διεθνιστών, του Λένιν και της Λούξεμπουργκ, κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο, η διεθνιστική παράδοση του νεαρού ελληνικού Κομμουνιστικού Κόμματος και του γραμματέα του Παντελή Πουλιόπουλου κατά τους Βαλκανικούς πολέμους και τη μικρασιατική εκστρατεία, είναι «μη λειτουργικές», λαθεμένες και «σεχταριστικές».

Στο πλαίσιο αυτό, στην πλειονότητα των αναφορών στο κυπριακό 1974 και στην επίδρασή του στις πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα, καταγράφεται μια τρανταχτή αποσιώπηση: ο κρίσιμος ρόλος που διαδραμάτισε η κατάρρευση της επιστράτευσης που κήρυξε η χούντα το καλοκαίρι του 1974. Αυτή η κατάρρευση οφείλεται βεβαίως στο πηγαίο και «βιωματικό» αντικαθεστωτικό και διεθνιστικό πνεύμα των επίστρατων και ιδιαίτερα των νεολαίων κι όχι σε κάποια πολιτική γραμμή που εφαρμόστηκε σε μαζική κλίμακα. Αυτό όμως της προσδίδει ακόμη μεγαλύτερη αξία. Χωρίς την κατάρρευση της επιστράτευσης και τη διάλυση της συνοχής και του ελέγχου της χούντας στο στρατό, όχι μόνο δεν θα υπήρχε η ελληνική μεταπολίτευση με τα χαρακτηριστικά των μαζικών λαϊκών αγώνων – κατακτήσεων και τη μαζικοποίηση – άνοδο της επιρροής της Αριστεράς, αλλά πιθανότατα θα είχαμε οδηγηθεί σε ελληνο-τουρκικό πόλεμο και σε ανείπωτα δεινά για τις εργαζόμενες τάξεις σε Ελλάδα-Κύπρο και Τουρκία. Η «συμπεριφορά» των επίστρατων, η κατάρρευση της επιστράτευσης και του χουντικού ελέγχου στο στρατό και η καταλυτική τους επίδραση στην αποτροπή ελληνο-τουρκικού πολέμου και στον προοδευτικό χαρακτήρα της μεταπολίτευσης συνιστά ένα γεγονός που διαψεύδει όχι μόνο τα θέσφατα των «εθνικών» μύθων αλλά και τα θέσφατα της «πατριωτικής» παράδοσης της Αριστεράς: να που το επωφελές για τις εργαζόμενες τάξεις δεν ήταν η «πατριωτική συστράτευση» για την υπεράσπιση των «εθνικών δικαίων» αλλά η αποτροπή του πολέμου και η αξιοποίηση της πολεμικής περιπέτειας για να ανατραπεί η χούντα. Το γεγονός ότι η εμπειρία του καλοκαιριού του 1974 δεν έγινε «παράδοση» για την Αριστερά οφείλεται μόνο στην παραλυτική κυριαρχία του «πατριωτισμού» στους κόλπους της και στη βολική υποβάθμιση αν όχι πλήρη αποσιώπηση της σημασίας αυτής της ιστορικής εμπειρίας.

Το 1974 Ελλάδα και Τουρκία μπήκαν σε ένα σύντομο πολεμικό επεισόδιο πάνω στα εδάφη της Κύπρου, με καταστροφές στο νησί και δεκάδες νεκρούς Έλληνες και Τούρκους, Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους. Η σύρραξη ολοκληρώθηκε με την οριστικοποίηση της διχοτόμησης του νησιού σε νότια ελληνοκυπριακή και βόρεια τουρκοκυπριακή Κύπρο.

Η αιτία του πολέμου ήταν οι ελληνοτουρκικοί ανταγωνισμοί για τον έλεγχο πάνω στο νησί. Για αιώνες Ε/Κ και Τ/Κ ζούσαν αρμονικά στην Κύπρο σε μικτούς πληθυσμούς σε χωριά και πόλεις σε όλο το νησί, μέχρι και τους πρώτους αιώνες του 20ού αιώνα, γράφοντας μάλιστα μια μακρόχρονη ιστορία κοινών αγώνων χριστιανών και μουσουλμάνων φτωχών ενάντια στην οθωμανική αυτοκρατορία. «Η ανάπτυξη του καπιταλισμού δημιούργησε, και στην περίπτωση της Κύπρου, την εθνοτική σύγκρουση. Στον 20ο αιώνα οι εθνικές διαφορές Ελλάδας – Τουρκίας μεταφέρονται στην Κύπρο, ιδιαίτερα με τους Βαλκανικούς Πολέμους και τη Μικρασιατική εκστρατεία. Η ελληνική και Ε/Κ πλευρά αρχίζει να επιδιώκει την ένωση Ελλάδας – Κύπρου και ως αντίδραση από την τουρκική και Τ/Κ πλευρά αρχίζει να προωθείται ο τουρκικός εθνικισμός. Οι Τ/Κ γνώριζαν ότι ένωση Ελλάδας-Κύπρου θα σήμαινε εκδίωξή τους από το νησί, όπως είχε γίνει με τους Τούρκους της Κρήτης μετά τους βαλκανικούς πολέμους ή τους Τούρκους των Δωδεκανήσων το 1947».

(Άγγελος Καλοδούκας, Το Κυπριακό από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο μέχρι και το σχέδιο Ανάν, 2003 εκδόσεις ΔΕΑ)

Η αφορμή του πολεμικού επεισοδίου ήταν η 15η Ιουλίου 1974, όπου η χούντα προώθησε στρατιωτικό πραξικόπημα ενάντια στον εκλεγμένο πρωθυπουργό Μακάριο. Η χούντα έτσι προσπάθησε να επεκτείνει τη χούντα –και το ελληνικό καθεστώς- στην Κύπρο και να υλοποιήσει τον από καιρό διακαή πόθο της ελληνικής αστικής τάξης για Ένωση Κύπρου-Ελλάδας. Αυτόν τον στόχο προώθησε επιθετικά το ελληνικό κράτος κι ο ελληνικός εθνικισμός τη δεκαετία του ’50 και του ’60, επεμβαίνοντας στην Κύπρο και καταπιέζοντας, διώκοντας, καταστέλλοντας αλλά και δολοφονώντας μαζικά τους Τουρκοκύπριους.

Ο Μακάριος, εκφράζοντας από τα τέλη του ’50 μια ανερχόμενη ελληνοκυπριακή αστική τάξη που δεν ήθελε να αποτελεί ουρά της ελληνικής αστικής τάξης, στεκόταν εμπόδιο στην Ένωση Ελλάδας-Κύπρου.

Αντικειμενικά η κίνηση της χούντας να ανατρέψει τον Μακάριο ήταν επιθετική ενέργεια για την αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων εις βάρος της Τουρκίας που διεκδικούσε εξίσου έλεγχο στο νησί και η χούντα γνώριζε, όπως όλοι, ότι η πρόκληση δεν θα έμενε αναπάντητη. Το πραξικόπημα της χούντας όμως δεν ήταν «προδοσία» ή «απονενοημένη ενέργεια». Οι χουντικοί εξέφραζαν τους πόθους που είχε η ελληνική αστική τάξη (αλλά μέχρι πριν λίγα χρόνια και η Ε/Κ αστική τάξη) για την «Ένωση» και τον αποκλεισμό της Τουρκίας από την Ανατολική Μεσόγειο. Οι χουντικοί επιπλέον προσπαθούσαν να σώσουν το τομάρι τους και να εξαντλήσουν την προσπάθεια να διατηρήσουν τον έλεγχο ή έστω να εξασφαλίσουν ρόλο στο νέο καθεστώς. Όντας απόλυτα απομονωμένοι μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου, βλέποντας τον κόσμο να έχει σπάσει τον φόβο και να οργανώνεται, να μαζικοποιεί την Αριστερά, βλέποντας τον εξεγερσιακό αέρα του «διεθνή Μάη ‘68» να σαρώνει την Ευρώπη και τον κόσμο, να κλονίζει ή και να γκρεμίζει αυταρχικά και στρατιωτικά καθεστώτα, βλέποντας και στην Ελλάδα τους αστούς να οργανώνουν την «ομαλή μετάβαση» σε ένα «δημοκρατικότερο» καθεστώς, κυρίως φοβούμενοι μια νέα –κι ακόμα μεγαλύτερη- λαϊκή εξέγερση (με την επικείμενη πρώτη επέτειο της εξέγερσης και σφαγής του Νοέμβρη ’73 να πλησιάζει), πήραν την απόφαση να τολμήσουν τη «φυγή προς τα μπρος», να παίξουν το χαρτί του εθνικισμού και του πολέμου, μπας και μετατραπούν σε …εθνικούς ήρωες. Ελπίζανε ότι έτσι θα στριμώξουν την Αριστερά, θα μπορέσουν να διατηρήσουν το στρατιωτικό καθεστώς και την κοινωνία «στον γύψο» και κυρίως ότι θα προσαρτούσανε την Κύπρο ή έστω το μεγαλύτερο κομμάτι της, ελπίζοντας βεβαίως στη στήριξη των ΗΠΑ.

 

Η αποδόμηση των εθνικών μύθων

Ούτε η «διχοτόμηση» της Κύπρου αποτελούσε «προδοσία», πολύ περισσότερο δεν αποτελούσε προδοσία αποκλειστικά της χούντας: από τα τέλη της δεκαετίας του ’50 η ελληνική άρχουσα τάξη έχει συμβιβαστεί με την ιδέα της διχοτόμησης σαν το μόνο «ρεαλιστικό σενάριο». Τη διχοτόμηση του νησιού σε εδάφη Ε/Κ και εδάφη Τ/Κ επιβάλλει ντε φάκτο ο Μακάριος με τα πογκρόμ κατά των Τ/Κ το 1963-64, τη νομιμοποίηση αυτής της κατάστασης από τις «ειρηνευτικές δυνάμεις» του ΟΗΕ το 1964 και την εγκαθίδρυση καθεστώτος απαρτχάιντ κατά των Τ/Κ.

Ο Μακάριος ήταν ένας καθαρόαιμος αστός με ακροδεξιό παρελθόν και τον χέρια του είναι βρώμικα από το αίμα εκατοντάδων Ε/Κ και Τ/Κ – η στάση μας ενάντια στο ελληνικό πραξικόπημα δεν του δίνει συγχωροχάρτι. Δυστυχώς η Ε/Κ σταλινική Αριστερά από τη δεκαετία του ’50 κι έπειτα έγινε ουρά του Μακάριου και τον στήριξε ως «αντι-ιμπεριαλιστή», ενώ μέχρι και σήμερα η ελληνική σταλινική-πατριωτική Αριστερά φορτώνει όλες τις ευθύνες για την τραγωδία της Κύπρου στη χούντα (με το επιχείρημα «η χούντα πρόδωσε τα εθνικά δίκαια και χάρισε τη μισή Κύπρο στην Τουρκία»), ξεπλένοντας ουσιαστικά τον Μακάριο. Αυτό που εννοεί η αφήγηση είναι ότι η Κύπρος ανήκει «ολόκληρη» στην Ελλάδα και τους Ε/Κ – ακολουθώντας την γραμμή του ΚΚΕ τη δεκαετία του ’50 και του ’60, που πρώτα στήριξε το σύνθημα «Ένωση Ελλάδας-Κύπρου» κι έπειτα στήριξε τη γραμμή Μακάριου για ανεξάρτητη Κύπρο κάτω από την κυριαρχία των Ε/Κ.

Στις 25 Ιουλίου 1974 άρχισαν στην Γενεύη οι ειρηνευτικές συνομιλίες για την Κύπρο, μεταξύ των Υπουργών Εξωτερικών των τριών εγγυητριών χωρών της Κυπριακής Δημοκρατίας (Ελλάδα-Τουρκία-Αγγλία), που κατέληξαν στο δικαίωμα να διαθέτουν οι δύο πλευρές (Ε/Κ και Τ/Κ) δική τους αστυνομία και δυνάμεις ασφαλείας, και η διεξαγωγή διαπραγματεύσεων (που κρατά μέχρι σήμερα) με συμμετοχή Ελλήνων, Τούρκων, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων για οριστική διευθέτηση του Κυπριακού. Προστατεύοντας μέχρι σήμερα ο ελληνικός και τουρκικός καπιταλισμός τα συμφέροντά τους σε ξένα χώματα (στην Κύπρο) διατηρούν στρατιωτικές δυνάμεις με τη συναίνεση –και τη συμμετοχή- του διεθνούς ιμπεριαλισμού.

Σήμερα η πατριωτική Αριστερά αναμασά τα επιχειρήματα της ελληνικής άρχουσας τάξης και του ελληνικού εθνικισμού για την φρικτή κατάληψη του 36% της Κύπρου από την Τουρκία, τους «εποικισμούς», την «κατοχή» από τον τουρκικό στρατό, για το «ψευδοκράτος» της Βόρειας Κύπρου. Πρόκειται σαφώς για υποκρισία. Ο ελληνικός στρατός είχε κι έχει αδιαλείπτως παρουσία στην Κύπρο από τη δεκαετία του ’50, με κυρίαρχο ρόλο στην περιοχή, στηρίζοντας και προωθώντας τα συμφέροντα των Ελλήνων και Ελληνοκυπρίων καπιταλιστών. Επιπλέον, η ΕΟΚΑ που δρούσε από το 1955 στην Κύπρο έπαιρνε εντολές από το ελληνικό Γενικό Επιτελείο Στρατού. Η ίδια η δημιουργία του μικρού κράτους της Κυπριακής Δημοκρατίας το 1960 προέκυψε σε μεγάλο βαθμό μέσα από τον συσχετισμό δύναμης που δημιουργούσε μέχρι τότε ο ελληνοτουρκικός ανταγωνισμός και τη διεθνή παρέμβαση, με εγγυήτριες δυνάμεις τις Ελλάδα, Τουρκία και Βρετανία.

Η ανατροπή του Μακαρίου χαρακτηρίζεται αντικειμενικά ως «ξένη επέμβαση» ακόμα και από Ε/Κ αστούς πολιτικούς. Η αφορμή για την προσπάθεια ανατροπής του Μακάριου είναι η προσπάθεια του τελευταίου να διώξει τον ελληνικό στρατό από την Κύπρο. Ο ίδιος ο Μακάριος τη στιγμή της ανατροπής του μιλά για ξένη επέμβαση της Ελλάδας.

Παρά τη σχετική ανεξαρτητοποίηση που ακολούθησε η Ε/Κ αστική τάξη από το ’60 μέχρι σήμερα, η Ελλάδα πλασάρεται ως ο «μεγάλος αδελφός-προστάτης» της σε οικονομικό-πολιτικό-στρατιωτικό επίπεδο, ενώ τα συμφέροντα Ελλήνων και Ε/Κ καπιταλιστών συγκρούστηκαν ξανά και ξανά. Από μεριάς ελληνικού καπιταλισμού πρόκειται όχι για «εθνική αλληλεγγύη», αλλά για ενός τύπου ιμπεριαλιστική προστασία. Όσο η τουρκοκυπριακή αστική τάξη «κατέχει» το 36% από κοινού με την Τουρκία, τόσο η ελληνοκυπριακή αστική τάξη από κοινού με την Ελλάδα με τους δυτικούς συμμάχους της «κατέχει» το 64%, το οποίο συμμετέχει στην ΕΕ και οργανώνει τον αποκλεισμό της Τουρκίας με τα σχέδια για ενιαία ΑΟΖ Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ. Όσο η Ε/κ πλευρά βλέπει τα συμφέροντά της να απειλούνται από την Τουρκία και μιλά για κατοχή, τόσο η Τ/κ πλευρά έχει κάθε λόγο να πιστεύει ότι χωρίς την προστασία –και παρουσία- της Τουρκίας, οι Τ/κ θα ξαναπειληθούν από τους Έλληνες «να τους ρίξουν στη θάλασσα», όπως έκανε ο χουντόκινητος Σαμψών.

Ισχυρίζεται η πατριωτική Αριστερά ότι οι Μεγάλες Δυνάμεις επέτρεψαν στην Τουρκία να καταλάβει τη Βόρεια Κύπρο. Η αλήθεια είναι ότι το 1974 «επιτράπηκε» από τις Μεγάλες Δυνάμεις στην Τουρκία να πάρει ΜΟΝΟ ένα τμήμα του νησιού, την περιόρισαν δηλαδή, ενώ πολιτικά και στρατιωτικά ήταν ικανή να πάρει όλο το νησί. Επιπλέον η οικονομική κυριαρχία στο νησί παρέμεινε στα ελληνικά και ελληνοκυπριακά χέρια, ενώ οι ΗΠΑ επέβαλαν εμπάργκο όπλων στην Τουρκία ως το 1978 για να διευκολύνουν την Ελλάδα να αποκαταστήσει την στρατιωτική ισορροπία δυνάμεων στο Αιγαίο.

Η Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου (ΤΔΒΚ) μπορεί να αναγνωρίζεται μόνο από την Τουρκία, αλλά σημασία έχει ότι αναγνωρίζεται ως κράτος από τους κατοίκους της, τους Τ/Κύπριους. Η μη διεθνής αναγνώρισή της από τους ιμπεριαλιστές δεν μπορεί να είναι επιχείρημα για την Αριστερά, αλλά αντίθετα ακόμα ένας λόγος αναγνώρισης του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης στους Τ/Κ εργάτες και εργάτριες. Ακόμα και το ελληνικό κράτος το 1979, δια του εφετείου Αθηνών, αναγνωρίζει ότι η τουρκική επέμβαση στην Κύπρο (και άρα και τα νέα δεδομένα που δημιούργησε) είναι νόμιμη.

Η μη διεθνής αναγνώριση από τους ιμπεριαλιστές είναι ακόμα ένα χτύπημα στην εθνικιστική αφήγηση ότι «ο ιμπεριαλισμός στηρίζει (μόνο ή κυρίως) την Τουρκία απέναντι στη φτωχή πλην τίμια Ελλάδα». Σήμερα με τις πλάτες της Δύσης και του ελληνικού υποϊμπεριαλισμού ο Ε/Κ καπιταλισμός είναι ο μοναδικός που αναγνωρίζεται διεθνώς στο νησί, συμμετέχει στην ΕΕ (και βαδίζει ολοταχώς προς το ΝΑΤΟ) και χαράζει μονομερώς ΑΟΖ με το Ισραήλ και τα γεωτρύπανα των δυτικών πολυεθνικών. Άλλωστε για την πατριωτική Αριστερά, το επιχείρημα της μη διεθνούς αναγνώρισης της ΤΔΒΚ είναι σαφώς υποκριτικό- άλλωστε οι ίδιοι δεν αναγνωρίζουν ούτε τη Δημοκρατία της Μακεδονίας που αναγνωρίζουν πάνω από 140 χώρες διεθνώς.

Μέχρι σήμερα, καμιά διεθνής πίεση επί των Ελληνοκυπρίων αστών δεν έχει αποδώσει, καθώς μπλοκάρουν κάθε πιθανή λύση, επιμένουν να ζητάνε τα πάντα από τους Τουρκοκύπριους και παράλληλα συνεχίζουν να εξαπλώνουν την οικονομική κυριαρχία τους στο νησί εξαθλιώνοντας Ε/Κ αλλά ακόμα περισσότερο τους Τ/Κ εργάτες, καλλιεργώντας τον εθνικισμό και τη διαίρεση των κατοίκων του νησιού. Όποιος-όποια δεν λάβει υπόψη την προϊστορία και τον βρώμικο ρόλο ελληνικού (πέραν του τουρκικού) εθνικισμού στην Κύπρο, την έχθρα που καλλιεργήθηκε πρώτα και με κύρια ευθύνη της ελληνικής πλευράς προσφέρει υπηρεσίες μόνο στον ελληνικό εθνικισμό και ε/κυπριακό εθνικισμό.

Δυστυχώς η γραμμή της πατριωτικής Αριστεράς φτάνει να ταυτίζεται με τη γραμμή του ελληνικού κράτους. Το ελληνικό κράτος κι οι Ε/Κ/ υπερασπίζονται την «ενιαία Κύπρο», με όρους όμως που εξασφαλίζουν την κυριαρχία των Ε/Κ (και μαζί τους των Ελλήνων) σε όλο το νησί. Η Ε/Κ αστική τάξη είναι πολύ ισχυρότερη από την Τ/Κ και –θεωρητικά- χωρίς ξένες επεμβάσεις θα μπορούσε να κυριαρχήσει σχεδόν αμέσως οικονομικά, πολιτικά, στρατιωτικά, εθνικά πάνω στο νησί. Αυτό το γνωρίζει πολύ καλά η Τ/Κ αστική τάξη κι ο τουρκικός ιμπεριαλισμός. Η πατριωτική αριστερά στην πράξη λέει «έξω ο τουρκικός καπιταλισμός από την Κύπρο», ταυτιζόμενη με τις θέσεις του ελληνικού καπιταλισμού που θέλει να παίζει μπάλα «μόνος του» στο νησί.

Η μόνη αριστερή –και άρα αντιμπεριαλιστική- λύση είναι η σοσιαλιστική Κύπρος που θα προκύψει από τους κοινούς αγώνες Ε/Κ και Τ/Κ εργατών, μαζί με τις εργατικές τάξεις της Ελλάδας, της Τουρκίας και των Βαλκανίων, απέναντι σε Ε/Κ, Τ/Κ, Ελληνική, Τουρκική αστική τάξη και Μεγάλες Δυνάμεις. Αυτή ήταν και η γραμμή του ΚΚ Κύπρου τη δεκαετία του 1920, πριν μεταλλαχθεί σε σταλινικό, άρα ρεφορμιστικό πατριωτικό κόμμα-ουρά της Ε/Κ αστικής τάξης και της Εκκλησίας. Και υπερασπιζόμαστε απόλυτα το δικαίωμα αυτοδιάθεσης του τουρκοκυπριακού πληθυσμού ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ, μια και πρόκειται για μειοψηφία, και μάλιστα για την καταπιεσμένη κοινότητα του νησιού. Στη σοσιαλιστική Κύπρο χωράνε όλοι και όλες, ΚΑΙ οι Τούρκοι («έποικοι») εργάτες που ζούνε εκεί, κι εμείς σε καμία περίπτωση δεν ζητάμε αποχώρησή τους από το νησί.

 

Το πραξικόπημα, η επιστράτευση και η κατάρρευσή της

Στις 15 Ιουλίου πραγματοποιείται το πραξικόπημα της χούντας στην Κύπρο, και η χούντα οργανώνει την απάντηση στην αναμενόμενη τουρκική αντίδραση. «Ο Ν. Σαμψών διακήρυξε την πρόθεσή του να πετάξει, εντός μηνών, τους τουρκοκύπριους στη θάλασσα»,

Πώς, αλήθεια, ανατράπηκε η δικτατορία; Αντώνης Νταβανέλος | 17.07.2018

που ξεκίνησε να υλοποιείται με τη μαζική σφαγή Τουρκοκυπρίων: «Μια μεγάλη πόλη του νησιού, η Πάφος, εξεγείρεται κατά των φασιστών πραξικοπηματιών και κατασφάζεται από τον ελληνικό στρατό και τους ελληνοκύπριους φασίστες – με εκατοντάδες νεκρούς σε μία μόνο μέρα. Οι πραξικοπηματίες, για να τονώσουν το «εθνικό αίσθημα» των ελληνοκυπρίων, δηλαδή για να ξαναδεθούν με τον ελληνικό πληθυσμό, αρχίζουν τα μαζικά πογκρόμ κατά των γνωστών εξιλαστήριων θυμάτων: Σε όλο το νησί, οι τουρκοκύπριοι, πολίτες β’ κατηγορίας, δολοφονούνται συστηματικά και θάβονται σε ομαδικούς τάφους. Μέσα σ’ αυτό το κρεσέντο αίματος ήταν που ο τουρκικός στρατός μπήκε στην Κύπρο στις 20 Ιούλη 1974».

Τι πραγματικά συνέβη στην Κύπρο το 1974; Χάρης Παπαδόπουλος | 15.07.2017

Στις 20 Ιουλίου η Τουρκία εισβάλλει στην Κερύνεια και αμέσως η χούντα κηρύσσει επιστράτευση στην Ελλάδα.

Η επιστράτευση καταρρέει σχεδόν αμέσως και η φυγή προς τα μπρός αποδεικνύεται φιάσκο- η χούντα έχει υποτιμήσει το πόσο καθολικά μισητή είναι μετά τη σφαγή στις 17/11/1973. Όλη η κοινωνία είχε αποκτήσει αυτοπεποίθηση μετά την εξέγερση του Νοέμβρη, οργανωνόταν και ετοιμαζόταν για τον επόμενο γύρο κινητοποιήσεων. Πρωτοβουλίες, επιτροπές, συνελεύσεις και συγκεντρώσεις μαζικοποιούνταν και απειλούσαν το καθεστώς με νέο λαϊκό ξεσηκωμό. Στη μαζική αυτή διάθεση και στην κινητικότητα ενάντια στη χούντα, η επιστράτευση στην Ελλάδα λειτουργεί ραγδαία διαβρωτικά για τον στρατό, ρίχνοντας την χαριστική βολή στη χούντα.

Στα στρατόπεδα καλούνται να πάρουν όπλα τα παιδιά της εξέγερσης, οι νεολαίοι που μισούν τη χούντα κι απεργάζονται σχέδια ανατροπής της. Μαζικά φαινόμενα αυθάδειας και απειθαρχίας δημιουργούνται σε κάθε στρατόπεδο, με τους αξιωματικούς να έχουν παραλύσει από τον φόβο μην στραφούν τα όπλα απέναντι στους ίδιους.

Οι μαρτυρίες επιστρατευμένων φαντάρων είναι χαρακτηριστικές:

«Από τη στιγμή που ο κόσμος που ήτανε στο Πολυτεχνείο μπήκε μέσα στο στρατό, στην επιστράτευση, είπε “εμείς δεν πολεμάμε γι’ αυτούς. Θα σας καθαρίσουμε μαλάκες”… Αξιωματικοί είχαν κλειστεί στα βαγόνια τους, αποφεύγοντας τα πολλά πολλά με τους φαντάρους»…«(Οι φαντάροι) στις συζητήσεις αποκαλύπτονταν αδύναμοι μικροαστοί που μόνη τους έγνοια ήταν πως άφησαν τις δουλειές τους, τις σπουδές τους, τις οικογένειές τους ή ακόμα και το χουζούρι τους…Καταρχήν η ίδια η εμφάνισή τους ήταν ντε φάκτο άρνηση της στρατιωτικής πειθαρχίας. … Κανένας δεν έκοψε τα μαλλιά ή το μούσι του. Η πατριωτική προπαγάνδα τους άφηνε αδιάφορους. Δεν έβρισκαν κανένα νόημα στον πόλεμο. Το μόνο που ήθελαν ήταν να τελειώσει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα αυτή η ταλαιπωρία. Παρακολουθούσαν τις ειδήσεις και δεν έκρυβαν την απέχθειά τους για τις πολεμικές συγκρούσεις. Ήταν φανερό ότι σε περίπτωση σύρραξης, οι λιποταξίες καθώς και οι εκτελέσεις αξιωματικών θα έπαιρναν μεγάλες διαστάσεις. Η διάλυση του στρατού που είναι και το πιο σημαντικό γνώρισμα της επαναστατικής κατάστασης, ήταν κάτι παραπάνω από φανερή»… «οι ιωαννιδικές μονάδες καθηλώθηκαν στην Κρήτη, περικυκλωμένες από επίστρατους Κρητικούς που η νομιμοφροσύνη τους στη δημοκρατία γενικά είναι γνωστή». Αλλά υπάρχει διαθέσιμη και η μαρτυρία ενός έφεδρου αξιωματικού, του Μπάμπη Σαχτούρη, που εξηγεί πως «με το ξεκίνημα της επιστράτευσης, ο λαός εξοπλίστηκε. Δηλαδή πήρανε όπλα στα χέρια τους και άνθρωποι που δεν ήταν ελεγχόμενοι από το καθεστώς. Αυτό σημαίνει ότι το κράτος, η χούντα, δεν μπορούσε να έχει τον έλεγχο. Έ, και τότε αναγκάστηκαν να καλέσουν τον Καραμανλή». Την παραπάνω αποσάθρωση της χούντας επιβεβαιώνει με τον καλύτερο τρόπο ο επικεφαλής του χουντικού στρατού, στρατηγός Μπονάνος: «… ο Ιωαννίδης αντελαμβάνετο πλέον και αυτός, ότι … οι επίστρατοι αξιωματικοί και οπλίται, εισερχόμενοι στας Ενόπλους Δυνάμεις, έφερνον μαζί των και ένα φιλελεύθερον πνεύμα, προσεγγίζον ενίοτε την απειθαρχίαν, αλλά πάντως υπονομεύον οπωσδήποτε την κυριαρχίαν των αφοσιωμένων εις αυτόν αξιωματικών»

Πηγή: «Έτσι και κουνηθείτε θα σας πολεμήσουμε εμείς με τα όπλα που μας δώσατε»! 24 Ιούλιος, 2016 – Γιώργος Τσιρίδης – Δημήτρης Παπανικολόπουλος

Όπως γράφει ο αντιδικτατορικός αγωνιστής, Α.Νταβανέλος,

«Αγωνιστές της ΚΝΕ, του Ρήγα, της άκρας Αριστεράς, χωρίς το χρόνο για να έχουν οργανωμένη γραμμή και τακτική, παρασέρνονταν από το κύμα «αντάρτικης» απειθαρχίας που εκδήλωνε μια εξοργισμένη εργατική και λαϊκή νεολαία. Το Επιτελείο έντρομο διαπίστωνε ότι, αν μοίραζε όπλα σε αυτόν τον κόσμο, θα έπαιζε με το κεφάλι του. Η επιστράτευση και η πολεμική προετοιμασία κατέρρευσαν και μαζί τους ανατράπηκε η χούντα».

Πώς, αλήθεια, ανατράπηκε η δικτατορία; Αντώνης Νταβανέλος | 17.07.2018

Αυτός ο τρόμος να στραφούν τα όπλα των φαντάρων ενάντια στους χουντικούς αξιωματικούς είναι η αιτία που αναφέρονται περιπτώσεις με αποστολή φορτίων στην Κύπρο που δεν έχουν όπλα μέσα αλλά …πέτρες.

Παράλληλα στην Ε/Κ πλευρά ο δημοφιλής άρτι ανατραπείς πρωθυπουργός Μακάριος καλούσε σε απειθαρχία απέναντι στις διαταγές της χούντας και του διορισμένου «πρωθυπουργού» φασίστα Ν.Σαμψών, καταγγέλλοντας την εισβολή της Ελλάδας. Είχε προηγηθεί από τις δυνάμεις του στρατού η δολοφονία 91 ανθρώπων –Ελληνοκυπρίων αριστερών, δημοκρατών και υποστηρικτών του Μακαρίου- κατά τη διάρκεια του πραξικοπήματος.

Σε αυτό το φόντο ήταν απίθανη η πετυχημένη πολεμική αντιπαράθεση με την Τουρκία, ενώ η βάσιμη πιθανότητα να ξεσπάσει νέο παλλαϊκό κίνημα οργής ενάντια στους στρατοκράτες συμπληρωνόταν με την πιθανότητα να γίνει αυτό το κίνημα ένοπλο! Μονόδρομος πλέον ήταν η πρόσκληση στον Καραμανλή και η μεταπολίτευση για να σωθεί η ελληνική άρχουσα τάξη.

Δεν υπάρχει «προδοσία» της Κύπρου από τη χούντα, αλλά ένας τυχοδιωκτισμός που εκπροσωπούσε ένα μεγάλο τουλάχιστον τμήμα της ελληνικής αστικής τάξης. Άλλωστε και ο Κ. Καραμανλής με την ανάληψη των καθηκόντων του συσκέπτεται ξανά και ξανά με τη στρατιωτική ηγεσία για πιο γενικευμένη πολεμική αντιπαράθεση με την Τουρκία- η σκέψη αυτή καταρρέει ακριβώς εξαιτίας του τρόπου με τον οποίο έχει καταρρεύσει η χουντική επιστράτευση- από τα κάτω και ενάντια στην εθνική ενότητα.

Γι’ αυτό τον λόγο η εξέγερση του Πολυτεχνείου αποτελεί την αιτία της πτώσης της χούντας και όχι «η προδοσία της Κύπρου». Η εξέγερση και η καταστολή απομόνωσαν πλήρως τη χούντα χωρίς να φοβίσουν τους εργαζόμενους και τη νεολαία. Δεν επρόκειτο για μια απλή στρατιωτική ήττα σε έναν πόλεμο δυο αστικών κρατών- η χούντα ανατράπηκε πολιτικά από τα κάτω και η επιστράτευση κατέρρευσε επειδή ήταν αδύνατο να υπάρξει «εθνική συσπείρωση» υπό την ηγεσία της, επειδή ο κόσμος θα έστρεφε τα όπλα απέναντι στους αξιωματικούς του.

Η εξέγερση της 17 Νοέμβρη και τα γεγονότα που ακολούθησαν μέχρι την στρατιωτική αναμέτρηση στην Κύπρο και την πτώση της χούντας «διαβάστηκαν» σωστά από τους αγωνιστές και τις αγωνίστριες της περιόδου, που αντιλήφθηκαν ότι η χούντα έπεσε μέσα από τη δύναμη των μαζικών λαϊκών-εργατικών αγώνων. Αυτός ήταν ο λόγος που από το 1974 ως το 1981 ξέσπασε ένα τεράστιο κύμα απεργιών, διαδηλώσεων εκατοντάδων χιλιάδων και καταλήψεων σε εργοστάσια και σχολές, μια γιγάντια άνθιση της συνδικαλιστικής οργάνωσης βάσης των εργαζομένων και η μαζικοποίηση των αριστερών οργανώσεων και κομμάτων. Οι αστοί ετοιμάζανε μια ομαλή μετάβαση στα πλαίσια της Χιλής ή της Τουρκίας. Αντίθετα μπήκαν σε περιπέτειες και υποχρεώθηκαν σε μεγάλες υποχωρήσεις, μέχρι να μπορέσουν να τιθασεύσουν το κίνημα της μεταπολίτευσης. Υποχωρήσεις στα ωράρια εργασίας, το ασφαλιστικό, αυξήσεις στους μισθούς, παραχωρήσεις στις συνθήκες εργασίας, συνδικαλιστικές ελευθερίες και δικαιώματα στους χώρους δουλειάς, κοινωνικές παροχές.Ο λόγος που δεν τα κατάφεραν οι καπιταλιστές να ελέγξουν τη μετάβαση ήταν η ορμητική και «ανεξέλεγκτη» δράση του κόσμου και η συνειδητοποίηση της συλλογικής δύναμής του να ανατρέπει με τη δράση του καθεστώτα που θεωρητικά φαντάζουν πανίσχυρα και σκορπούν τον τρόμο και τη βία.

Οι μαζικές δυνάμεις της Αριστεράς (ούτε) τότε δεν έβγαλαν τα σωστά συμπεράσματα. Το ΚΚΕ και μετά τη μεταπολίτευση συνέχισε να θεωρεί την εξέγερση του Πολυτεχνείου αριστερίστικο λάθος και έργο προβοκατόρων. Ο Μίκης Θεοδωράκης , σύμβολο του αντιδικτατορικού αγώνα και θεωρούμενος κοντά στον «χώρο» του ΚΚΕ προωθούσε από το 1973 την λύση Καραμανλή και το 1974 έμεινε στην ιστορία το σύνθημά του «Καραμανλής ή τανκς».

Το ΚΚΕ Εσωτ. Καλούσε σε νέα Εθνική Αντιδικτατορική Ενότητα από την Αριστερά μέχρι τη Δεξιά. ΚΚΕ και ΚΚΕ Εσωτ. άφησαν στα πρώτα χρόνια στο απυρόβλητο τον Καραμανλή για να εμπεδωθεί όσο πιο ομαλά γινόταν για το αστικό καθεστώς η «μετάβαση». Τ

Μέλη της ΟΚΔΕ διαδηλώνουν στην Αθήνα.

 

 

Στην ίδια μας τη χώρα είναι ο εχθρός

Οι Έλληνες φαντάροι το 1974 εκφράζουνε εμπειρικά και χωρίς επαναστατική ηγεσία μια διάθεση που μοιάζει με τη γραμμή των επαναστατών του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου «στην ίδια μας τη χώρα είναι ο εχθρός- δεν πολεμάμε για τα καπιταλιστικά συμφέροντα- μετατρέπουμε τον εθνικό πόλεμο σε επανάσταση-στρέφουμε τα όπλα ενάντια στους αξιωματικούς μας». Είναι αυτή η γραμμή που υλοποιούν οι μπολσεβίκοι στη Ρωσία και οι Σπαρτακιστές στη Γερμανία του 1918, με αποτέλεσμα να σταματήσει ο ρωσογερμανικός πόλεμος και να μεταδοθεί η επανάσταση στη Γερμανία. Αυτή είναι η γραμμή που ακολουθούν και οι πρώτοι κομμουνιστές στην Ελλάδα, που οργανώνουν μαζικές λιποταξίες στο μέτωπο της μικρασιατικής εκστρατείας και εργατικές κινητοποιήσεις στα μετόπισθεν: Για το ΣΕΚΕ (μετέπειτα ΚΚΕ) ο πόλεμος στη Μικρά Ασία για τη «Μεγάλη Ιδέα» αποτελεί ιμπεριαλιστική επέμβαση της Ελλάδας και εργάζονται για την ήττα της ελληνικής πλευράς, καλώντας σε πόλεμο με την ελληνική άρχουσα τάξη (που χρησιμοποιεί το ελληνικό προλεταριάτο σαν κρέας για τα κανόνια) και σε ειρήνη με τα ταξικά αδέρφια στα τουρκικά εδάφη.

Είναι ακριβώς η αντίθετη πολιτική που εκφράζει σήμερα η πατριωτική Αριστερά (πλειοψηφική ακόμα στην Ελλάδα), που υπερασπίζεται τα «εθνικά δίκαια», στηρίζει τα πιο επιθετικά αιτήματα του ελληνικού αστισμού-εθνικισμού (που τα υπερασπίζεται με τις πλάτες της ΕΕ και του ΝΑΤΟ) κι επί της ουσίας δηλώνει ότι θα πολεμήσει στο πλευρό της άρχουσας τάξης σε ενδεχόμενο ελληνοτουρκικού πολέμου.

Κάνει κριτική από τα δεξιά στα ζητήματα των ΑΟΖ και της διαμάχης για το Κυπριακό, ζητά από τις κυβερνήσεις λιγότερη «εθελοδουλεία» και περισσότερη πυγμή απέναντι στον Ερντογάν, καταγγέλλει μονομερώς την τουρκική και βγάζει λάδι την ελληνική επιθετικότητα στο Αιγαίο, τη στιγμή που η Ελλάδα είναι το μαντρόσκυλο της ΕΕ και του ΝΑΤΟ στη ΝΑ Μεσόγειο, ενώ η σχέση των τελευταίων με τον τουρκικό καπιταλισμό βρίσκονται σε παρατεταμένη κρίση

(Βλέπε και Οι θέσεις της πατριωτικής Αριστεράς για το Μακεδονικό https://www.redtopia.gr/%ce%bf%ce%b9-%ce%b8%ce%ad%cf%83%ce%b5%ce%b9%cf%82-%cf%84%ce%b7%cf%82-%cf%80%ce%b1%cf%84%cf%81%ce%b9%cf%89%cf%84%ce%b9%ce%ba%ce%ae%cf%82-%ce%b1%cf%81%ce%b9%cf%83%cf%84%ce%b5%cf%81%ce%ac%cf%82-%ce%b3/- Τα ίδια και χειρότερα ισχύουν για τις θέσεις της πατριωτικής Αριστεράς στις ελληνοτουρκικές διαφορές)

Με τη σημερινή στάση της στα «εθνικά θέματα» η ελληνική πατριωτική Αριστερά δεν τιμά στην πράξη το κίνημα που έριξε τη χούντα. Πολλοί επικαλούνται τη στάση του Ν.Ζαχαριάδη, που καλούσε τις δυνάμεις του ΚΚΕ το 1940 σε εθνικό αγώνα κάτω από την σημαία του φασίστα Μεταξά απέναντι στους Γερμανούς Ναζί. Σε αυτή τη στάση αποδίδουν τη μετέπειτα επιτυχία του ΕΑΜ και του αντικατοχικoύ αγώνα. Σαφέστατα πρόκειται για λάθος ερμηνεία της ιστορίας- στη στάση του Ζαχαριάδη ανιχνεύονται αποκλειστικά τα σπέρματα του Λίβανου, της Καζέρτας και της Βάρκιζας, όχι η επιτυχία του ΕΑΜ, αλλά αυτά αποτελούν αντικείμενο ξεχωριστής συζήτησης. Εδώ απλά πρέπει να σημειώσουμε ότι όσοι και όσες στην πατριωτική Αριστερά επικαλούνται το 1940, πρέπει να πάρουν θέση για ένα αρκετά πιο πρόσφατο γεγονός, το οποίο ανατρέπει την ιστορική ερμηνεία τους για το ’40: την κατάρρευση της επιστράτευσης. Μήπως ως Αριστερά έπρεπε να το κάνουμε «όπως ο Ζαχαριάδης το ‘40» και να καλέσουμε τη νεολαία να πολεμήσει με όλες της τις δυνάμεις για την «πατρίδα» του χουνταίου Ιωαννίδη; Καλώς κατέρρευσε η επιστράτευση του ’74, που κόστισε «εθνικά»; Καλώς οι νέοι και οι νέες του ’74 μισούσαν την «εθνική τους κυβέρνηση» και δεν είχαν καμία διάθεση να πολεμήσουν άλλους λαούς, κάτι που για τους καπιταλιστές θεωρείται Νο 1 «εσχάτη προδοσία»; Εμείς απαντάμε ξεκάθαρα ναι!

Αν οι επιστρατευμένοι φαντάροι του ’74 ακολουθούσαν τη γραμμή της σημερινής πατριωτικής Αριστεράς, για παράδειγμα «αγώνα για τα κυριαρχικά δικαιώματα και για τη σωτηρία της Κύπρου», όπως πρακτικά είναι η γραμμή του ΚΚΕ ή της ΛΑΕ σήμερα, αυτό που θα συνέβαινε ήταν η «εθνική ενότητα» υπό την ηγεσία της χούντας και ένας πολύ πιο αιματηρός πόλεμος με την Τουρκία για το Κυπριακό, με πολύ περισσότερους θανάτους Ελλήνων, Τούρκων, Ε/Κ και Τ/Κ, με πολύ αμφίβολα «εθνικά» αποτελέσματα (με πιθανότερο σενάριο ακόμα μεγαλύτερες απώλειες εθνικών εδαφών). Η χούντα θα ξέπλενε τα εγκλήματά της και θα μπορούσε να διεκδικήσει μικρότερο ή πρωταγωνιστικό ρόλο στη διαδικασία ομαλής μετάβασης καθεστώτος. Στην Ελλάδα θα γινόταν εφικτό αυτό που έγινε σε άλλες χώρες, όπου η μεταπολίτευση έγινε από τα πάνω, όπως στη Χιλή ή στην Τουρκία, όπου ποτέ δεν υπήρξε ουσιαστικός εκδημοκρατισμός και ο στρατός συνέχισε να παίζει κεντρικό ρόλο και στη «δημοκρατία» των χωρών αυτών. Θα σπαταλιόταν το πολιτικό κεφάλαιο που γέννησε η εξέγερση του Πολυτεχνείου, αυτό το πολιτικό κεφάλαιο που άνοιξε το δρόμο για την ανατροπή της χούντας από τα κάτω και τις πολυετείς άγριες απεργίες, διαδηλώσεις και καταλήψεις που υποχρέωσαν τους αστούς σε άτακτη υποχώρηση και οδήγησαν στον ουσιαστικό εκδημοκρατισμό της ελληνικής κοινωνίας και τις μεγάλες εργατικές-κοινωνικές κατακτήσεις που έθεσαν το περίγραμμα της ελληνικής κοινωνίας όπως διαμορφώθηκε το 1981-2008. Ο «εθνικός αγώνας» θα ακύρωνε τον ταξικό αγώνα. Το ίδιο ισχύει ακόμα περισσότερο σήμερα.

Ένα αγαπημένο σύνθημα της πατριωτικής Αριστεράς, όταν θέλει να κριτικάρει τον αυταρχισμό και την αστυνομοκρατία των ελληνικών κυβερνήσεων είναι το «χούντα δεν υπάρχει μόνο στην Τουρκία». Αν όμως επικρατούσε η πολιτική της υπεράσπισης των «εθνικών δικαίων», η μεταπολίτευση θα ήταν τελείως διαφορετική-οι αστοί όχι μόνο δεν θα υποχρεώνονταν σε καμία παραχώρηση, αλλά ίσως να μη μιλούσαμε καν για μεταπολίτευση- το πιθανότερο πάντως είναι να είχαμε ένα καθεστώς που μοιάζει στο τουρκικό…

Εξέγερση του Πολυτεχνείου και κατάρρευση της επιστράτευσης είναι ένα αδιαίρετο όλον που άνοιξε το δρόμο για την ανατροπή των ταξικών συσχετισμών προς όφελος της εργασίας και σε βάρος του κεφαλαίου. Αυτή η πραγματικότητα είναι που κάνει τους αστούς να ξορκίζουν ακόμα και σήμερα το φάντασμα της μεταπολίτευσης- της ανεξέλεγκτης μεταπολίτευσης από τα κάτω.

Σήμερα στην Ελλάδα ζούμε σε μια εποχή ραγδαίας επιδείνωσης του βιοτικού επιπέδου της συντριπτικής πλειοψηφίας των ανθρώπων και ταυτόχρονα η αστική τάξη κλιμακώνει τον ανταγωνισμό της με το τουρκικό κράτος, παίζοντας επικίνδυνα με τον εθνικισμό και με νέες πολεμικές περιπέτειες. Ταυτόχρονα προβάλλει στην πολιτική σκηνή μια ισχυρή ακροδεξιά κι εθνικιστική πτέρυγα που πλειοδοτεί σε εθνικισμό, διεκδικεί να προσανατολίσει την οργή του κόσμου απέναντι στο σύστημα σε ακροδεξιά κατεύθυνση και διεκδικεί ακόμα μεγαλύτερη πυγμή απέναντι στις γειτονικές χώρες. Οι αστοί αναλυτές εκτιμούν ότι ένα πολεμικό επεισόδιο με την Τουρκία στο φόντο της κρίσης, των ανταγωνισμών και της γενικότερης αστάθειας στην ΝΑ Μεσόγειο είναι πιθανό σενάριο την επόμενη δεκαετία. Η Κύπρος είναι σήμερα η πιο στρατιωτικοποιημένη περιοχή του πλανήτη και μια μόνιμη πηγή αφορμών για να ξεσπάσει ελληνοτουρκικός πόλεμος.

Ιδιαίτερα στην Ελλάδα μια νέα πολιτική κρίση δεν αποκλείεται, που μπορεί να συνοδευτεί με νέα έκφρασή του στο «πεζοδρόμιο» και τους κοινωνικούς αγώνες. Μπροστά στα όποια αδιέξοδα βρεθεί η ελληνική αστική τάξη δεν αποκλείεται να προσπαθήσει να απαντήσει όπως απάντησε η χούντα- με προσπάθεια «εθνικής συσπείρωσης», αυταρχικού καθεστώτος έκτακτης ανάγκης και «φυγής προς τα μπρος». Αυτό σημαίνει ότι η Αριστερά πρέπει να είναι έτοιμη ανά πάσα στιγμή και να πάρει θέση. Σήμερα να οργανώσει την εργατική τάξη για πόλεμο απέναντι στα αφεντικά, την κυβέρνηση, το κράτος και να χτίσει διεθνιστικούς δεσμούς με τις γειτονικές χώρες. Αύριο,σε περίπτωση πολέμου, να κάνει ακριβώς το ίδιο, οργανώνοντας επιπλέον τη σύγκρουση με την εθνική ενότητα και την άρνηση να πολεμήσει για τις ΑΟΖ και τα γεωτρύπανα, για τα συμφέροντα του Λάτση, του Βαρδινογιάννη και των λοιπών πετρελαιάδων, των εφοπλιστών και των άλλων καπιταλιστών που έχουν αντίστοιχα συμφέροντα. Να συγκεκριμενοποιήσουμε την τακτική που αποτυπώνεται στα συνθήματα «στην ίδια μας τη χώρα είναι ο εχθρός» και «ειρήνη στις καλύβες-πόλεμος στα παλάτια» της μαρξιστικής-μπολσεβίκικης παράδοσης. Να δηλώσουμε ότι εμείς δεν πολεμάμε τα ταξικά μας αδέλφια στην άλλη πλευρά του Αιγαίου αλλά τα μνημόνια, τη φτώχεια, την ανεργία και το σύστημα που τα γεννάει. Να προωθήσουμε την ενότητα μεταξύ ελληνικής, τουρκικής, Ε/Κ και Τ/Κ εργατικής τάξης.

Η κρισιμότητα της περιόδου και η ανάγκη συγκρότησης μαζικού αντιπολεμικού-αντιεθνικιστικού μετώπου απαιτεί να θυμηθούμε τον τρόπο που ανατράπηκε η χούντα, να ανασύρουμε από τα συρτάρια τη «γραμμή» που παρήγαγαν φαντάροι της τάξης μας και να χαράξουμε αναλόγως τη γραμμή μας για το σήμερα. Και άρα να συγκροτήσουμε μια νέα μαζική επαναστατική και διεθνιστική Αριστερά που θα παλεύει με τη γραμμή της αδυσώπητης πάλης ενάντια στο κεφάλαιο και αντικαπιταλιστική ανατροπή, όχι με τη γραμμή της σταλινικής-πατριωτικής παράδοσης, της εθνικής ενότητας και της ταξικής συνεργασίας.




Μαζικές διαδηλώσεις στο Κίεβο και απεργίες στο Ντονμπάς

Η Διεθνής Ημέρα του ΟΗΕ για την Εξάλειψη της Φτώχειας (17 Οκτωβρίου) χαρακτηρίστηκε στην Ουκρανία από μια μαζική διαδήλωση των συνδικάτων στο Κίεβο. Είχε προηγηθεί μια σειρά συνδικαλιστικών δράσεων σε διάφορες πόλεις της Ουκρανίας, συμπεριλαμβανομένων των περιοχών Ζιτόμιρ, Ρίβνε, Ζαπορίζια και Τρανσκαρπάθια.

Η διαδήλωση οργανώθηκε από την Ομοσπονδία Συνδικάτων της Ουκρανίας (FPU) και είχε την υποστήριξη από εργαζόμενους από όλους τους τομείς και τις περιοχές της Ουκρανίας. Με την FPU ενώθηκαν και άλλοι ακτιβιστές του εργατικού κινήματος.

Η μαζική διαδήλωση στο κέντρο του Κίεβου κατευθύνθηκε προς το Υπουργικό Συμβούλιο της Ουκρανίας ζητώντας από την κυβέρνηση και τους βουλευτές την καθιέρωση αξιοπρεπών μισθών που θα αποτρέπουν τη μαζική μετανάστευση εργαζομένων στο εξωτερικό, την άμεση αποπληρωμή των καθυστερούμενων μισθών, την ακύρωση της αύξησης των τιμών της ενέργειας που υπαγορεύει το ΔΝΤ, την ασφάλεια στην εργασία, την κατάλληλη χρηματοδότηση της υγείας και της εκπαίδευσης στον κρατικό προϋπολογισμό και την παύση των επιθέσεων εναντίον των συνδικάτων.

Συγκέντρωση πραγματοποιήθηκε κοντά στο κτίριο του Υπουργικού Συμβουλίου της Ουκρανίας, με ομιλητές τον επικεφαλής της FPU Γκριγκόρι Οσόβι, τον πρόεδρο της Ομοσπονδίας Ορυχείων της Ουκρανίας Βίκτορ Τουρμανόφ, τον επικεφαλής της τοπικής οργάνωσης του Συνδικάτου των Εκπαιδευτικών στο Κίεβο Ολεξάντρ Γιατσούν και άλλους εκπρόσωπους εργατικών συνδικάτων.

Μια αντιπροσωπεία από τις συνδικαλιστικές οργανώσεις της Ουκρανίας προειδοποίησε την κυβέρνηση να σταματήσει να καθυστερεί την αντιμετώπιση των αιτημάτων των συνδικάτων και να αγνοεί τις προτάσεις τους. Δήλωσαν ότι οι συνδικαλιστικές οργανώσεις διατηρούν το δικαίωμα να διεξάγουν μαζικές διαδηλώσεις σε ολόκληρη τη χώρα, συμπεριλαμβανομένης μιας Γενικής Πανεργατικής Πανουκρανικής απεργίας εάν είναι απαραίτητο.

unions 31

unions7

unioons 5

Διαδηλώσεις εργατών ορυχείων στην Περιφέρεια του Ντονέτσκ

Εργατικές διαδηλώσεις διεξάγονται επίσης στην Περιφέρεια Ντονέτσκ (στην περιοχή που δεν βρίσκεται κάτω από ρωσική κατοχή). Οι Διαδηλώσεις οργανώνονται από τους εργάτες ορυχείων της Συνομοσπονδίας Ελεύθερων Συνδικάτων (KVPU). Ο επικεφαλής της Ανεξάρτητης Ομοσπονδίας Ορυχείων της Ουκρανίας (NGPU) στην κρατική εταιρεία εξορύξεων  «Σελιντιβουγκόλλιγια» ξεκίνησε απεργία πείνας σε ένδειξη διαμαρτυρίας ενάντια στην πολύμηνη καθυστέρηση της πληρωμής των μισθών. Οι εργαζόμενοι στα ορυχεία δεν έχουν λάβει μισθούς για τέσσερις μήνες. Τα οφειλόμενα είναι περισσότερα από 7.600.000 ευρώ. Μια διαδήλωση γυναικών και οικογενειών πραγματοποιήθηκε για την υποστήριξη των εργαζομένων στα ορυχεία.

Εντωμεταξύ στο Γκίρνικ επίσης στην Περιφέρεια του Ντονέτσκ οι εργαζόμενοι στο εργοστάσιο χημικής επεξεργασίας άνθρακα της κρατικής επιχείρησης Σελιντιβουγκόλλιγια βρίσκονται στη δεύτερη μέρα απεργιακής δράσης. Δεν τους έχουν καταβληθεί μισθοί για 4 μήνες.

 

Πηγή: https: elaliberta.gr




Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος: αντιφασιστικός και προοδευτικός ή αντιδραστικός από όλες τις πλευρές;

του Αλέξη Λιοσάτου

«Η Αγγλία, η Γαλλία, το Βέλγιο, η Ολλανδία, στηρίζονται στην υποδούλωση των αποικιακών λαών. Η δημοκρατία των ΗΠΑ στηρίζεται στο ξεζούμισμα του απέραντου πλούτου μιας ολόκληρης ηπείρου. Οι μικρές, χωρίς αποικίες, καπιταλιστικές δημοκρατίες, είναι δορυφόροι των μεγάλων δυνάμεων που τσιμπολογούν ένα μερτικό από τα αποικιακά κέρδη. Τι κάνει αυτές τις δυνάμεις ‘‘δημοκρατικές;’’»
Λ. Τρότσκι, 1940

Kάθε χρόνο, στις παραμονές της 28ης Οκτωβρίου, ανοίγει η συζήτηση για το «υπερήφανο ελληνικό ΟΧΙ» στον Μουσολίνι και επεκτείνεται γύρω από τον χαρακτήρα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Το ΟΧΙ το είπε ο Μεταξάς, ισχυρίζεται η ελληνική άρχουσα τάξη. Οι Δυτικοί ιμπεριαλιστές βαφτίζουν τον Β’ ΠΠ ως πόλεμο «δημοκρατίας εναντίον φασισμού», προσπαθώντας να διαχωρίσουν τον καπιταλισμό (τον οποίο υπερασπίζονται με λύσσα) από το φασισμό. Τόνοι προπαγάνδας ξοδεύονται από τις άρχουσες τάξεις σε Δύση (ΕΕ-ΝΑΤΟ) και Ανατολή, όπου επιχειρούν να ξεπλυθούν ως «αντιφασιστικές» δυνάμεις την ώρα που τροφοδοτούν και χρηματοδοτούν την ανάπτυξη του φασισμού στο σήμερα. Πρόσφατα, ενώπιον Ευρωπαίων ηγετών κι εκπροσώπων του ΟΗΕ ο Πούτιν, διεκδικώντας τη σταλινική «εποποιεία» σαν δικιά του παράδοση, ευχαριστούσε τη Βρετανία, τη Γαλλία, τις ΗΠΑ κι άλλες «αντιφασιστικές» χώρες για «τη συμμετοχή τους στη νίκη». Όλοι τους συσκοτίζουν την αλήθεια για να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντα των δικών τους αστικών τάξεων.

Την ίδια στιγμή η σταλινική Αριστερά αντιτείνει ότι «το ΟΧΙ το είπε ο λαός», ότι ο φασισμός ηττήθηκε εξαιτίας της μεγαλοφυούς τακτικής του Στάλιν και της ΕΣΣΔ, υπερασπίζεται ως σωστή τη γραμμή του τότε ΚΚΕ, που φτιάχνοντας το ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ νικήσε τους Ναζί και ελευθέρωσε την Ελλάδα, αποδίδοντας τις συνθήκες του Λιβάνου, της Καζέρτας και της Βάρκιζας σε στιγμιαία «λάθη». Τίποτα από όλα αυτά δεν αντιστοιχεί στην πραγματικότητα.

 

Πόσο «δημοκρατικός» ήταν ο δυτικός ιμπεριαλισμός και πόσο «σοσιαλιστική» η ΕΣΣΔ;

Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος δρομολογήθηκε με βάση τις εκκρεμμότητες του Α’ ΠΠ, το ισχυρό διεθνές εργατικό κίνημα που είχε γεννήσει η επαναστατική πλημμυρίδα του 1917-1923 και το μεγάλο κραχ του 1929 που ώθησε τους καπιταλιστές όλων των χωρών σε κλιμάκωση του οικονομικού ανταγωνισμού και της κούρσας εξοπλισμών. Απότοκο φαινόμενο της οικονομικής κρίσης και της πάλης του κεφαλαίου ενάντια στην εργατική τάξη ήταν η στήριξη των καπιταλιστών στο φασισμό.
Ο Χίτλερ από τον καιρό της γερμανικής επανάστασης (1918-23) έχαιρε της εκτίμησης της γερμανικής «δημοκρατικής» αστικής τάξης και στη συνέχεια με τη στήριξή της ανέβηκε στην εξουσία, όταν ο «δημοκράτης» Χίντενμπουργκ τον όρκισε καγκελάριο.
Βρετανία, Γαλλία και ΗΠΑ είδαν με συμπάθεια τόσο τη νίκη του Μουσολίνι το 1922 όσο και του Χίτλερ το 1933, αντιμετωπίζοντάς τους ως χρήσιμες δυνάμεις απέναντι στο εργατικό κίνημα και την απειλή της κοινωνικής επανάστασης. Οι ΗΠΑ και οι -σύμφωνα με τους σημερινούς νοσταλγούς του Χίτλερ- «Εβραιοσιωνιστές Ροκφέλερ» έκαναν χρυσές δουλειές με τους Ναζί και στήριξαν τον επανεξοπλισμό της Γερμανίας. Οι δυτικοί ιμπεριαλιστές υπέγραψαν τη διχοτόμηση της Αιθιοπίας με τον Μουσολίνι το 1935 και την παράδοση της Τσεχοσλοβακίας στον Χίτλερ το 1938. Τον Ιούνιο του 1939 Αγγλία και Γερμανία είχανε ακόμα διπλωματικές επαφές και μοίραζαν σφαίρες επιρροής – ο «αντιφασισμός» του Τσόρτσιλ… ενεργοποιήθηκε αφού οι Ναζί κατέκτησαν αστραπιαία την Ολλανδία, το Βέλγιο και τη Γαλλία. Το καλοκαίρι του ’40, με απόφαση του γαλλικού κοινοβουλίου-κεφαλαίου, η Γαλλία παραδόθηκε αμαχητί στον Χίτλερ και σε μια νύχτα και στη «δημοκρατική» Γαλλία εγκαθιδρύθηκε φιλοναζιστική δικτατορία.
Η κρατικοκαπιταλιστική ΕΣΣΔ του Στάλιν, με την επιρροή που είχε στο εργατικό κίνημα, άφησε να ανοίξει ο δρόμος του Χίτλερ προς την εξουσία το 1930-33 με τη σεχταριστική πολιτική του γερμανικού ΚΚ (τακτική της 3ης περιόδου), κι έπειτα πετσόκοψε κάθε ελπίδα μιας από τα κάτω ανατροπής του φασισμού πνίγοντας τη γαλλική εργατική εξέγερση και την ισπανική εργατική-αντιφασιστική επανάσταση το 1936 με τη στροφή στα «λαϊκά μέτωπα» και τη συμμαχία με «δημοκρατικά» αστικά κόμματα. Στη συνέχεια, το 1939, η χιτλερική Γερμανία και η ΕΣΣΔ μοίρασαν μεταξύ τους την Πολωνία, τη Φινλανδία και τις χώρες της Βαλτικής, εισέβαλαν από κοινού, έσφαξαν άμαχους πληθυσμούς και τις κατέλαβαν. Η σφαγή του Κατίν στην Πολωνία από την ΕΣΣΔ (1940), με την ανοχή και συγκάλυψη των Δυτικών Συμμάχων, αποδεικνύει επίσης πόσο «αντιφασιστική» ήταν η ΕΣΣΔ.
Ο ΗΠΑ διατηρούσαν καθεστώς φυλετικών διακρίσεων και στέρησης πολιτικών δικαιωμάτων ανάλογο με αυτό του νοτιοαφρικανικού απαρτχάιντ για τους μαύρους. Μεγάλη Βρετανία και Γαλλία το 1939 κατείχαν σε αποικίες το 1/3 της επιφάνειας του πλανήτη. ΗΠΑ και Βρετανία κρατούσαν κλειστά τα σύνορά τους απέναντι στους Εβραίους πρόσφυγες ακόμα και κατά τη διάρκεια της μαζικής εξόντωσής τους στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Το 1941 ο Τρούμαν εξηγούσε το «αντιφασιστικό» σκεπτικό των ΗΠΑ: «Κι αν τον κερδίζει (τον πόλεμο με τη Γερμανία) η Ρωσία οφείλουμε να βοηθήσουμε τη Γερμανία και με τον τρόπο αυτό ας τους αφήσουμε να σκοτώσουν όσο μπορούν περισσότερους (…)»
Στη γαλλική Βόρεια Αφρική το 1942, Αμερικανοί και Άγγλοι έκλεισαν συμφωνία με τον φιλοναζιστή ναύαρχο Νταρλάν. Στην Ιταλία το 1943, Άγγλοι και Αμερικανοί αναγνώρισαν και στήριξαν ως νόμιμη κυβέρνηση την ομάδα του μουσολινικού στρατάρχη Μπαντόλιο. Στη Βουλγαρία, όπου ο ρωσικός στρατός μπήκε το Σεπτέμβριο του 1944, όρισε επικεφαλής της κυβέρνησης τον ακροδεξιό πραξικοπηματία Κίμον Γκεοργκίεφ, ενώ στην κυβέρνηση της Ρουμανίας συμμετείχε ο φιλοναζί Ταταρέσκου. Στην Πολωνία, ο Στάλιν άφησε τους ναζί να πνίξουν στο αίμα την εξέγερση της Βαρσοβίας (1944). Στις Φιλιππίνες (1944) οι αμερικανικές δυνάμεις έσπευσαν να αγκαλιάσουν τους μεγαλογαιοκτήμονες (που είχαν συνεργαστεί και με τη φιλοχιτλερική ιαπωνική αυτοκρατορία) για να εξοντώσουν τους κομμουνιστές αντάρτες. Η σταλινική Ρωσία προτίμησε να στηρίξει το αστικό καθεστώς του Τσιανγκ – Κάι – Σεκ στην Κίνα, αντί για τους αντάρτες του Μάο, με αντάλλαγμα την παραχώρηση από την κινεζική κυβέρνηση όλων των εδαφών και των αποικιακού τύπου προνομίων που είχαν οι Τσάροι στην Κίνα. Οι μαζικές σφαγές εκατοντάδων χιλιάδων αμάχων του Αμβούργου (1943), της Χιροσίμα, του Ναγκασάκι και της Δρέσδης (1945), τα κορυφαία εγκλήματα πολέμου στον 20ό αιώνα μαζί με τους θαλάμους αερίων του Χίτλερ, και οι βιασμοί εκατομμυρίων Γερμανίδων από τους στρατιώτες των δυτικών αλλά και των ρωσικών στρατευμάτων πιστώθηκαν στα κατορθώματα των «δημοκρατών» Ρούζβελτ-Τσόρτσιλ-Στάλιν.

 

Η προδομένη αντιφασιστική διάθεση των «από κάτω»

Ενώ οι ιμπεριαλιστές έκαναν τα δικά τους σχέδια και ενώ στην κατεχόμενη Ευρώπη η μεγάλη πλειονότητα των καπιταλιστών συνεργαζόταν αγαστά με τους Ναζί και συνέχισε να αβγατίζει τα κέρδη της (τότε αναδείχθηκαν στην Ελλάδα οι Λάτσηδες, οι Μποδοσάκηδες, οι Λαναράδες…), οι εργάτες κι οι εργάτριες γνώρισαν συντριβή των δικαιωμάτων και της αγοραστικής τους δύναμης και ασύλληπτη καταστολή. Η αντιφασιστική διάθεση για τους «από κάτω» αποκτούσε ειλικρινές και ταξικό περιεχόμενο ενάντια στον χιτλερικό στρατό και τους ντόπιους συνεργάτες του, δημιουργώντας μια νέα επαναστατική δυναμική το 1944-’45.
Όμως η υπαρκτή, η μαζική Αριστερά έπαιρνε γραμμή από την ΕΣΣΔ, που στο όνομα της «αντιφασιστικής συμμαχίας» με το δυτικό ιμπεριαλισμό, καλλιεργούσε εκ νέου τη συμμαχία με τμήματα της «εθνικής» αστικής τάξης . Έτσι, ενώ στη Γαλλία, το Βέλγιο, την Ιταλία δημιουργήθηκαν επαναστατικές καταστάσεις, τα ΚΚ δέχτηκαν τον αφοπλισμό τους για να μπουν σε αστικές κυβερνήσεις και να σώσουν τον καπιταλισμό στις «πατρίδες» τους. Στην Γαλλία, ο Μορίς Τορέζ (γενικός γραμματέας του ΚΚΓ και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Ντε Γκολ) έλεγε πως «οι απεργίες είναι όπλο των τραστ» και καλούσε τους Γάλλους εργάτες να σφίξουν το ζωνάρι για να ανοικοδομηθεί η αστική Γαλλία.Την ίδια στιγμή βέβαια στην Αλγερία,το 1945, ο γαλλικός στρατός και η αεροπορία σκότωναν χιλιάδες Αλγερινούς που διεκδικούσαν την ανεξαρτησία τους από τους Γάλλους αποικιοκράτες.
Με το που τελείωσε ο Β’ ΠΠ, η γαλλική κυβέρνηση με τη συμμετοχή του ΚΚ ξεκινούσε τον αποικιακό πόλεμο στο Βιετνάμ ενάντια στο βιετναμέζικο ΚΚ… Με μια ανάλογα «εθνικά υπεύθυνη» πολιτική το ΚΚΕ οδήγησε την ελληνική επανάσταση στις συνθήκες του Λιβάνου, της Καζέρτας και της Βάρκιζας, μπήκε στην κυβέρνηση «εθνικής ενότητας» με τον Γ. Παπανδρέου και χρεωνόταν οικειοθελώς μια πολιτική λιτότητας για τους εργάτες ήδη πριν τα Δεκεμβριανά, στο όνομα της «ανασυγκρότησης της οικονομίας». Δεν επρόκειτο για στιγμιαίο «λάθος» του ΚΚΕ: Δρομολογούνταν ήδη η ιμπεριαλιστική μοιρασιά του κόσμου (που ολοκληρώθηκε με τις συνθήκες της Γιάλτας και του Πότσνταμ το 1945), επιβάλλοντας για άλλη μια φορά στα ΚΚ της Δύσης την ταξική συνεργασία, τον αφοπλισμό και την καταδίκη των εργατών.
Για όλους αυτούς τους λόγους, η συμμαχία ΗΠΑ, Γαλλίας, Αγγλίας και ΕΣΣΔ μεταξύ 1941-1945 με το ιμπεριαλιστικό μοίρασμα του κόσμου σε Ανατολικό και Δυτικό Μπλοκ και η «ειρηνική συνύπαρξη» στη συνέχεια στερούνται οποιαδήποτε στοιχεία αντιφασισμού και προοδευτικότητας. Επρόκειτο για τη συνειδητή πολιτική των αρχουσών τάξεων της Αμερικής,της Βρετανίας και της σταλινικής Ρωσίας, που είχαν στόχο την παγκόσμια κυριαρχία και ήθελαν να αποφύγουν πάση θυσία οποιαδήποτε κοινωνική αναταραχή. Απέναντι στην προοπτική της εξέγερσης των «από κάτω», ο Ρούζβελτ, ο Τσόρτσιλ και ο Στάλιν στάθηκαν μεταξύ τους αλληλέγγυοι.

Ελλάδα: Το «Όχι» και η μετατροπή του εθνικού πολέμου σε εμφύλιο

Το «ΟΧΙ» του φασίστα Μεταξά δεν ήταν ούτε «πατριωτικό» ούτε «αντιφασιστικό».Το ελληνικό κεφάλαιο ήταν δεμένο με τον βρετανικό ιμπεριαλισμό, και αυτό ακολούθησε ο δικτάτορας, όπως εξηγούσε δυο μέρες μετά το «ΟΧΙ» («Διά την Ελλάδα η Αγγλία είναι η φυσική φίλη και επανειλημμένως εδείχθη προστάτρια, ενίοτε δε η μόνη προστάτρια»).

Κι όπως εύστοχα εξηγούσε ο Π. Πουλιόπουλος, «οι Έλληνες ιμπεριαλιστές υπερασπίζοντας το έδαφος της εκμετάλλευσής τους, διεκδικούν συνάμα την επέκτασή τους στην Βαλκανική, στα νησιά της ανατολικής Λεκάνης της Μεσογείου και αλλού». Όμως το ελληνικό κεφάλαιο προσαρμόστηκε γρήγορα και συμβιβάστηκε με τους Ναζί. Οι Έλληνες φαντάροι ξεκίνησαν με εθνικιστικό ενθουσιασμό τον πόλεμο, μα ενώ υπέφεραν και πέθαιναν σταχαρακώματα μέσα σε όλων των ειδών τις κακουχίες, οι αξιωματικοί τους καλοπερνούσαν σε ζεστά σπίτια, με καλό φαΐ και υπηρέτες, όπως και τα στελέχη της ΕΟΝ του Μεταξά που είχαν μείνει στην Αθήνα, κάτι που άρχισε να γεννά προβληματισμούς για την ειλικρίνεια του «εθνικού αγώνα».
Έτσι τον Απρίλη του 1941 η κατάρρευση των μετώπων μετά την εισβολή της Βέρμαχτ έφτασε να συνοδεύεται μέχρι και από φαινόμενα μαζικής ανυπακοήςτων φαντάρων. Λίγες μέρες μετά κι ενώ οι στρατιώτες πολεμούσαν ακόμα, ένα τμήμα της στρατιωτικής ηγεσίας με επικεφαλής τον στρατηγό Τσολάκογλου έσπευδε να υπογράψει την άνευ όρων παράδοση. Ήταν ένα παράπτωμα που σε καιρό πολέμου θεωρείται εσχάτη προδοσία και τιμωρείται κατευθείαν με εκτελεστικό απόσπασμα… Αντίθετα, ο Τσολάκογλου ορκίστηκε υπό την αρωγή του ελληνικού κεφαλαίου ο πρώτος δωσίλογος πρωθυπουργός της χώρας.
Η ναζιστική κατοχή έκανε τη φτώχεια και την πείνα ακόμα πιο ανυπόφορη για τη συντριπτική λαϊκή πλειονότητα μα και πάλι μια μειονότητα αστών και συνεργατών τους πλούτιζε.
Ήταν σε αυτό το πλαίσιο που εκδηλώθηκε η κλασική δυναμική μετατροπής ενός εθνικού πολέμου σε ταξικό εμφύλιο (και όχι σε «εθνική αντίσταση» όπως μας διδάσκει το αστικό κράτος) και έδωσε και οδήγησε στην εποποιία του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, παρά τη λανθασμένη στρατηγική της ηγεσίας του. Ήταν σε αυτότο πλαίσιο που σημειώθηκαν περιστατικά λιποταξίας χιλιάδων Ιταλών και Γερμανών κατοχικών στρατιωτών (μέχρι και μιας ολόκληρης ιταλικής μεραρχίας, της μεραρχίας Πινιερόλο), που πέρασαν στο πλευρό του ΕΛΑΣ, όπως και έντυπου προπαγανδιστικού υλικού που μοίραζε το ΕΑΜ στη γλώσσα τους και τους καλούσε σε κοινή δράση απέναντι στον Χίτλερ. Ο ρατσισμός καιη στοχοποίηση «εσωτερικών εχθρών»(όπως οι μικρασιάτες πρόσφυγες και οι Εβραίοι, οι Τούρκοι της ελληνικής Θράκης, οι ντόπιοι σλαβόφωνοι Μακεδόνες στη Δυτική και Κεντρική Μακεδονία) αποτελούσαν βασική«ιδεολογία» των δωσιλογικών κυβερνήσεων, σαν μια συνέχεια του μεταξικού καθεστώτος με πιο αυταρχικούς όρους.
Οι περιουσίες των Εβραίων της Θεσσαλονίκης μοιράστηκαν σε Έλληνες αστούς και συνεργάτες των ναζί. Όλοι αυτοί οι καταπιεσμένοι συσπειρώθηκαν γύρω από το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ που τους υπερασπίστηκε, στο πλευρό των εργατών και των φτωχών απέναντι στο ελληνικό κράτος και τη ναζιστική στρατιωτική μηχανή. Είναι αστείο λοιπόν να μιλάει η αστική προπαγάνδα για «εθνικό αγώνα». Την Αριστερά και την εργατική τάξη έπρεπε τότε (και πρέπει σήμερα) να τη διακατέχει ασίγαστο μίσος για το φασιστικό καθεστώς του Μεταξά, που διατηρούσε μέχρι το ξέσπασμα του πολέμου καλές σχέσεις με το καθεστώς του Χίτλερ, που βασάνιζε και δολοφονούσε χιλιάδες αριστερούς, που προετοίμαζε τους εργάτες και τη νεολαία σαν κρέας για τα κανόνια.
Κανένα «έθνος», ποτέ και πουθενά, δεν μπορεί να ενώσει τους εργάτες με τα αφεντικά, χωρίς να βγουν χαμένοι οι εργάτες. Κι όμως, η στήριξη του εθνικού αγώνα υπό τον φασίστα Μεταξά ήταν η γραμμή που έδωσε ο γ.γ. του ΚΚΕ, Ν. Ζαχαριάδης με την περίφημη «Ανοιχτή Επιστολή» του: «Στον πόλεμο αυτό, που τον διευθύνει η κυβέρνηση Μεταξά, όλοι μας πρέπει να δώσουμε όλες μας τις δυνάμεις χωρίς επιφύλαξη (…)», προοικονομώντας στην πραγματικότητα την καταστροφική γραμμή που οδήγησε το μεγαλύτερο επαναστατικό κίνημα της Ευρώπης στη συντριβή και τη σφαγή του 1944-’49.
Ο Τρότσκι, αντίθετα, συμμεριζόταν το μίσος των εργατών για τον Χίτλερ αλλά προειδοποιούσε προφητικά το 1940 με τις εξής αναφορές του: «Αν στον τωρινό πόλεμο η εργατική τάξη δέσει τη μοίρα της με τη μοίρα της ιμπεριαλιστικής δημοκρατίας, το μόνο που θα διασφαλίσει θα είναι μια νέα σειρά από ήττες»
– «Είναι σημαντικό, φυσικά, να εξηγήσουμε στους πρωτοπόρους εργάτες ότι ο πραγματικός αγώνας ενάντια στο φασισμό γίνεται με τη σοσιαλιστική επανάσταση. Αλλά είναι ακόμα πιο σημαντικό να εξηγήσουμε στα εκατομμύρια των Αμερικανών εργατών ότι η υπεράσπιση της ‘‘δημοκρατίας’’ δεν μπορεί να αφεθεί σε έναν Αμερικανό στρατάρχη Πετέν»
– «Η (σταλινική) γραφειοκρατία το εκμεταλλεύεται και λέει, υποστηρίξτε τον ηττημένο γκάνγκστερ» (σ.σ. τον Μεταξά στην ελληνική περίπτωση). «Εμείς βγάζουμε εντελώς διαφορετικά συμπεράσματα».

 

Επίλογος

Ο Τρότσκι αποδείχτηκε ότι είχε απόλυτο δίκιο όταν δήλωνε το 1940: «Είναι αδύνατον κάθε Πολωνός, Νορβηγός, Δανός, Ολλανδός, Βέλγος, Γάλλος εργάτης ή αγρότης να επιβλέπεται από έναν στρατιώτη με ένα τουφέκι. Ο εθνικοσοσιαλισμός δεν έχει καμία συνταγή για να μετατρέψει τους νικημένους λαούς από εχθρούς σε φίλους (…) Ο Χίτλερ κομπάζει ότι θα εγκαθιδρύσει την κυριαρχία της Γερμανίας σε βάρος όλης της Ευρώπης και του κόσμου για τα ‘‘επόμενα χίλια χρόνια’’. Αλλά κατά πάσα πιθανότητα όλα αυτά τα μεγαλεία δεν θα αντέξουν ούτε δέκα χρόνια (…)». Ο Β’ ΠΠ ήταν απίθανο να λήξει με νίκη του Χίτλερ, για πολιτικούς, οικονομικούς και στρατιωτικούς λόγους με βάση το διεθνή συσχετισμό δυνάμεων. Το ερώτημα λοιπόν για τον Τρότσκι δεν ήταν πώς θα νικήσουν εργάτες σε συμμαχία με τους ιμπεριαλιστές τον Χίτλερ, αλλά πώς θα προετοιμαστούν εργάτες και κομμουνιστές για να διεκδικήσουν την εξουσία από το κεφάλαιο και τον ιμπεριαλισμό μετά την ήττα του Χίτλερ. Και δυστυχώς αυτό το ερώτημα δεν απαντήθηκε.

 




Για το κάλεσμα του Μπέρνι Σάντερς για ένα διεθνές μέτωπο ενάντια στις δυνάμεις του αυταρχισμού, του νεοφιλελευθερισμού και της επίθεσης στα δημοκρατικά δικαιώματα

του Χάρη Παπαδόπουλου

Ο σύντροφος Γιώργος Μητραλιάς μάς έστειλε για δημοσίευση ένα κείμενό του. Σ΄ αυτό συμπαρατάσσεται με ενθουσιασμό στο τελευταίο κάλεσμα του Μπέρνι Σάντερς για ένα διεθνές μέτωπο ενάντια στις δυνάμεις του αυταρχισμού, του νεοφιλελευθερισμού και της επίθεσης στα δημοκρατικά δικαιώματα.

Είναι τιμή για μας όταν παλιοί αγωνιστές της επαναστατικής αριστεράς, όπως ο Γιώργος Μητραλιάς, στηρίζουν την ιστοσελίδα μας στέλνοντας κείμενα προς δημοσίευση, ακόμη και όταν διαφωνούμε σε σημαντικό βαθμό με όσα γράφουν. Ανεβάζουμε αυτά τα άρθρα στη σελίδα διαλόγου (Εδώ το κείμενο του σ.)και έτσι θα κάνουμε και με αυτό το κείμενο.
Και ανταποκρινόμαστε στο κάλεσμα του Γιώργου Μητραλιά καταθέτοντας και τη δική μας άποψη για την έκκληση του Μπέρνι Σάντερς.

Η νέα κατάσταση και τα νέα καθήκοντα

Πραγματικά η άνοδος του Τραμπ -με την έξαλλη ρητορική μίσους- στην εξουσία των ΗΠΑ είναι ένα νέο πολιτικό φαινόμενο, πολύ περισσότερο που δεν είναι μοναδικό στον κόσμο. Διάφοροι αυτόκλητοι σωτήρες της ελεεινής μορφής, όπως ο Ντουτέρτε στις Φιλιππίνες και ενδεχομένως ο Μπολσονάρου από τη Δευτέρα στη Βραζιλία, ο Όρμπαν στην Ουγγαρία, ο Σαλβίνι με τη Λέγκα στην κυβέρνηση της Ιταλίας, αλλά και η Λεπέν με το όπλο παρά πόδα στη Γαλλία, σηματοδοτούν μια στροφή στο αντίπαλο στρατόπεδο.

Η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση χτύπησε την εργατική τάξη παντού. Δεν κατάφερε, ωστόσο, να βγάλει τον πλανήτη από την κρίση. Η όποια ανάπτυξη είναι αναιμική και δεν εγγυάται τίποτε σταθερό για τη συνέχεια. Σ’ αυτό το κλίμα γεννήθηκε η στροφή στον προστατευτισμό, στην εθνική αυτάρκεια και τους φράχτες. Το «ρεύμα της εθνικής προτεραιότητας», όπως το αποκαλούν κομψά οι απολογητές του. Τα συνθήματα «η Αμερική πρώτα» και «να κάνουμε την Αμερική ξανά μεγάλη» του Τραμπ είναι στην πραγματικότητα η παράφραση του «ο σώζων εαυτόν σωθήτω». Μια σειρά μεγαλύτερες και μικρότερες από τις ισχυρές χώρες, με πρώτη τη μεγαλύτερη ιμπεριαλιστική δύναμη των ΗΠΑ, αρχίζουν να περιχαρακώνονται με στόχο να ξεπεράσουν τους κινδύνους οι ίδιες και από κει και πέρα «γαία πυρί μειχθήτω». Μ΄ άλλα λόγια, ας τα καταφέρει όποιος μπορεί. Δεν περισσεύουν δάκρυα για όποια χώρα δεν αντέξει.

Αυτή η στροφή στον προστατευτισμό δεν σημαίνει πως ο νεοφιλελευθερισμός ξεπεράστηκε. Κάθε άλλο. Μάλιστα, ο Τραμπ και όλοι οι όμοιοί του είναι ακραία νεοφιλελεύθεροι, σαρώνουν όλα τα υπολείμματα κοινωνικού κράτους στις χώρες τους. Aκόμη και το ολιγόζωο και ισχνό Οbamacare στις ΗΠΑ ξηλώνεται πριν ουσιαστικά λειτουργήσει, εξαγγέλλονται συνεχώς φοροαπαλλαγές για το μεγάλο κεφάλαιο ενώ η κυβέρνηση Τραμπ προσπαθεί να φορτώσει όλα τα βάρη στα πιο αδύναμα κομμάτια της εργατικής τάξης, στους μαύρους και τους ισπανόφωνους και εν γένει σε όσους και όσες αμείβονται ήδη με τα μικρότερα μεροκάματα μέσα στη χώρα.

Σε κάθε περίπτωση ανακηρύσσονται ως εχθροί οι «ξένοι», δηλαδή οι μετανάστες από Μεξικό και τις ισλαμικές χώρες στις ΗΠΑ και οι πρόσφυγες πολέμου στην Ουγγαρία και την Ιταλία. Παντού κόβονται ακόμη και τα συσσίτια για άπορους για να μη μπορούν να επιβιώνουν «οι απειλητικοί ξένοι», αλλά και οι πιο φτωχοί ντόπιοι.

Μπροστά λοιπόν στον μεταλλαγμένο νεοφιλελευθερισμό που ντύνεται πια στα χρώματα της ακροδεξιάς, είναι σαφές πως οι δυνάμεις της Αριστεράς και των κινημάτων δεν μπορούν να κάνουν «business as usual».

Είναι ξεκάθαρα πρώτη προτεραιότητα η υπεράσπιση των θυμάτων του Τραμπ, όπως και των θυμάτων του Σαλβίνι, Όρμπαν κλπ. Και είναι ιδιαίτερα ελπιδοφόρο πως αυτή τη στιγμή στις ΗΠΑ τα κινήματα που έχουν βγει στον δρόμο είναι εξαιρετικά ευαίσθητα στην υπεράσπιση των πιο αδύναμων. Έτσι, το γυναικείο κίνημα στις ΗΠΑ που γνωρίζει μια δεύτερη άνθιση μετά τη δεκαετία του ’60, αλλά και το ενισχυμένο lgbtqi+ είναι αλληλέγγυα με τους μετανάστες και τις μετανάστριες από ισλαμικές χώρες και το Μεξικό. Συχνά γυναίκες και lgbtqi διαδηλώνουν τη μια μέρα για τα δικά τους αιτήματα, την άλλη καταλαμβάνουν τα αεροδρόμια των ΗΠΑ για να καταργήσουν την απαγόρευση εισόδου για κατοίκους ισλαμικών χωρών, την τρίτη συγκρούονται στο δρόμο με μέλη της Κου κλουξ κλαν, των ναζί και άλλων φανατικών υποστηρικτών του Τραμπ. Και αυτές δεν ήταν μεμονωμένες περιπτώσεις, αλλά χιλιάδες.

Ακόμη πιο ελπιδοφόρο είναι που μέσα σε αυτή την άνθιση των κινημάτων στις ΗΠΑ ογκώθηκαν νέες δυνάμεις μέσα στην Αριστερά, όπως οι «Δημοκράτες Σοσιαλιστές». Πρακτικά πρόκειται για το κόμμα των υποστηρικτών του Σάντερς, κι ας επιλέγει ο ίδιος ο Σάντερς να μη συμμετέχει σ’ αυτούς, αλλά στα κονκλάβια του Δημοκρατικού Κόμματος των ΗΠΑ. Είναι εξαιρετικό νέο το ότι δεκάδες χιλιάδες νέοι άνθρωποι οργανώθηκαν σ’ αυτό το νέο σχήμα δηλώνοντας πως θέλουν να παλέψουν ενάντια στον καπιταλισμό και να αφιερώσουν τη ζωή τους στον αγώνα για τον σοσιαλισμό. Όσο και αν αυτός ο κόσμος έχει ένα σωρό πράγματα μπερδεμένα στο μυαλό του, είναι φανερό πως έχει απόλυτα δίκιο στα βασικά: Ο καπιταλισμός έχει χρεωκοπήσει, δεν μπορεί να προσφέρει οτιδήποτε στην ανθρωπότητα πέρα από δάκρυα, πολέμους, οικολογική καταστροφή και εκμετάλλευση. Ένας καινούργιος κόσμος, ο σοσιαλισμός, πρέπει να τον αντικαταστήσει.

Η έκκληση του Σάντερς

Όμως το συγκεκριμένο κάλεσμα του Σάντερς μπορεί να βοηθήσει στη συσπείρωση δυνάμεων ενάντια στον Τραμπ και τους ομοίους του ανά τον κόσμο; Κατά τη γνώμη του συντρόφου Μητραλιά, ναι. Εμείς στοιχηματίζουμε πως όχι.

Καταρχάς, πρόκειται για ένα κάλεσμα που είναι πολύ πίσω από όσα έχουν εμπεδώσει οι οπαδοί του ίδιου του Σάντερς στις ΗΠΑ, που αυτοαποκαλούνται ανοιχτά «Σοσιαλιστές». Διαβάζοντας την έκκλησή του δεν μπορείς να μη θυμηθείς τον στίχο του Μπρεχτ: «Γιατί φοβούνται τόσο πολύ την τίμια λέξη;» Ο Σάντερς καταγγέλλει μονάχα την «ολιγαρχία του πλούτου» και μόνο πολύ έμμεσα το καπιταλιστικό σύστημα, ενώ αποφεύγει συστηματικά τη λέξη «σοσιαλισμός». Έτσι, ενώ καλεί σε παγκόσμια δράση ενάντια στο μέτωπο του «αυταρχισμού, της ολιγαρχίας και της κλεπτοκρατίας» σε κάνει να αναρωτηθείς πόσο ο ίδιος μπορεί να απεμπλακεί από το περιβάλλον του Δημοκρατικού Κόμματος των ΗΠΑ στον αγώνα «για την ισότητα, την οικονομική και κοινωνική δικαιοσύνη».

Ο χώρος που κινείται ο ίδιος ο Σάντερς, το Δημοκρατικό Κόμμα, δεν είναι απλώς ένα πολιτικό περιβάλλον χωρίς ιδιαίτερες υποχρεώσεις, όπως φαντάζει από μακριά. Το Δημοκρατικό Κόμμα, πέρα από την παλιότερη βρωμερή εμπλοκή του με τη ρατσιστική παράδοση των Νοτίων Πολιτειών, είναι σήμερα το «νεκροταφείο των κοινωνικών κινημάτων στις ΗΠΑ» για να χρησιμοποιήσουμε μια χαρακτηριστική αποστροφή των συντρόφων και συντροφισσών μας στις ΗΠΑ. Ένας σημαντικός αριθμός ηγετών του κινήματος μαύρης απελευθέρωσης, των γυναικών και των lgbtqi εντάχθηκαν στο Δημοκρατικό Κόμμα προσπαθώντας να αντιμετωπίσουν τη σκληρή ρεπουμπλικανική δεξιά. Και δεν ξαναβγήκαν από εκεί έκτοτε. Το Δημοκρατικό κόμμα παρέμεινε βασική επιλογή του κεφαλαίου στις ΗΠΑ. Οι άνθρωποι όμως από τα κινήματα που εντάχθηκαν σε αυτό με τις καλύτερες προθέσεις, μεταμορφώθηκαν πολύ γρήγορα στο αντίθετο του εαυτού τους.

Φοβόμαστε πως αυτό ακριβώς είναι που συμβαίνει και με τον Σάντερς.

Το κάλεσμά του δεν προσφέρει τίποτα καινούργιο στα κινήματα και στην Αριστερά. Δεν ανοίγει κάποιον καινούργιο δρόμο, δεν προδιαγράφει νέες συμμαχίες, έστω σε διεθνές επίπεδο. Όμως θολώνει πάρα πολύ το πεδίο σε επίπεδο ΗΠΑ. Τι σημαίνει η αναφορά στον Κιμ Γιονγκ Ιλ της Βόρειας Κορέας ως συνοδοιπόρο του Τραμπ; Είναι κάτι άλλο πέρα από γλίστρημα στον αγοραίο και βλακώδη αντικομμουνισμό του Δημοκρατικού Κόμματος; Τι άλλο είναι αυτή η έκκληση Σάντερς συνολικά πέρα από μια προσπάθεια στήριξης των υποψηφίων του Δημοκρατικού Κόμματος στις ενδιάμεσες εκλογές που θα γίνουν στις 6 Νοέμβρη στις ΗΠΑ;

Η πορεία στα σύνορα των ΗΠΑ

Η πορεία των μεταναστ(ρι)ών από την Ονδούρα που πλέον βαδίζει μέσα στο Μεξικό, είναι μια κίνηση μαζών που θέτει εξαιρετικά πιο εύγλωττα τα επίδικα ενάντια στον Τραμπ μέσα στις ΗΠΑ. Ήδη ο Τραμπ συγκεντρώνει στρατό για να αντιμετωπίσει την πορεία στα σύνορα με Μεξικό. Ποιες δυνάμεις θα μπουν μπροστά σε μια πανεθνική καμπάνια αλληλεγγύης στους μετανάστες που πλησιάζουν σε λίγες μέρες τα νότια σύνορα των ΗΠΑ; Ποια κόμματα, ποιες οργανώσεις και ποιοι ηγέτες θα τολμήσουν να δηλώσουν ανοιχτά πως κανείς άνθρωπος δεν είναι λαθραίος; Αυτή θα ήταν μια έκκληση πραγματικά πολύ κρίσιμη. Θα ήταν κάτι που θα προσυπέγραφε και κάθε μέλος των Δημοκρατών Σοσιαλιστών, πιστεύουμε.

Ο Σάντερς, όμως, θα την κάνει αυτή την έκκληση; Και, εάν ναι, θα τη στηρίξει ως τις πρακτικές συνέπειές της, το άνοιγμα των συνόρων των ΗΠΑ στον κάθε άνθρωπο που θέλει να τα διασχίσει; Και πρωτίστως στους φτωχοδιαβόλους από το Μεξικό και την Κεντρική Αμερική;

Ορίστε λοιπόν η Ρόδος.

Τέτοιες εκκλήσεις και τέτοιες πρακτικές πρωτοβουλίες θα χρειαστούμε το επόμενο διάστημα για να νικήσουμε την ακροδεξιά και τον Τραμπισμό στον δρόμο. Και μαζί τους και τη μεγαλύτερη ιμπεριαλιστική στρατιωτική μηχανή σε όλον τον πλανήτη.

Και εδώ θα χρειαστούν και οι εκκλήσεις από τα πάνω και -κυρίως- πολύ στοχοπροσηλωμένη και μυρμηγκίσια δουλειά από τα κάτω μέσα στη νεολαία και την εργατική τάξη στις ΗΠΑ.




Σωτήριο κάλεσμα του Μπέρνι Σάντερς: Επειγόντως “ένα παγκόσμιο δημοκρατικό κίνημα ενάντια στον αυταρχισμό”

του Γιώργου Μητραλιά

Το κάλεσμα του Μπέρνι Σάντερς στις 9 Οκτωβρίου για τη δημιουργία “ενός παγκόσμιου δημοκρατικού κινήματος ενάντια στον αυταρχισμό” βάζει τον καθένα και την καθεμιά από εμάς μπροστά στις ευθύνες του/της: Είμαστε ναι ή όχι διατεθειμένοι να ενώσουμε τις δυνάμεις μας για να παλέψουμε ενάντια στην αυταρχική, ρατσιστική και ακροδεξιά πανούκλα πριν είναι πολύ αργά;

 

Φυσικά, ο Μπέρνι Σάντερς δεν διανοήθηκε να απευθύνει ένα απλό κάλεσμα που περιορίζεται σε μισόλογα ή ομιχλώδεις γενικολογίες χωρίς ξεκάθαρους και συγκεκριμένους στόχους. Αντίθετα, το κάλεσμά του βασίζεται σε μια λεπτομερή και αναλυτική περιγραφή πρώτα, της θανατερής απειλής που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα και ο πλανήτης και κατόπιν, του παγκόσμιου κινήματος που θα πρέπει να επωμιστεί τη σωτήρια αποστολη να χτυπηθεί με αυτή την απειλή σε μια μάχη μέχρις εσχάτων. Να λοιπόν γιατί αφού υπογράμμισε ”την ελάχιστη προσοχή” που δίνεται σήμερα σε μιαν “ανησυχητική τάση που παρατηρείται στις διεθνείς υποθέσεις”, αρχίζει διαπιστώνοντας ότι γινόμαστε τώρα μάρτυρες στις ΗΠΑ και σε όλο τον κόσμο “μιας διαπάλης με τεράστιες επιπτώσεις” ανάμεσα σε “δυο αντίθετα οράματα. Από τη μια, βλέπουμε μια αναπτυσσόμενη παγκόσμια κίνηση προς τον αυταρχισμό, την ολιγαρχία και την κλεπτοκρατία. Από την άλλη, βλέπουμε μια κίνηση προς την ενίσχυση της δημοκρατίας, την ισότητα και την οικονομική, κοινωνική, φυλετική και περιβαλλοντική δικαιοσύνη”.

 

Έχοντας σκιαγραφήσει το πρόβλημα, ο Μπέρνι Σάντερς μπορεί τώρα να αποστομώσει την ανεκδοτολογική προσέγγιση του “φαινομένου Τραμπ”, διαπιστώνοντας ότι “ο Ντόναλντ Τραμπ και το δεξιό κίνημα που τον υποστηρίζει δεν συνιστούν ένα φαινόμενα αποκλειστικά βορειο-αμερικανικό. Παντού στο κόσμο, στην Ευρώπη, στη Ρωσία, στη Μέση Ανατολή, στην Ασία, στη Λατινική Αμερική και αλλού, βλέπουμε κινήματα που τα διευθύνουν δημαγωγοί που εκμεταλλεύονται τους φόβους, τις προκαταλήψεις και τις αγωνίες των ανθρώπων για να καταλάβουν την εξουσία και να γατζωθούν σε αυτήν”. Και ο Μπέρνι αναφέρει τους διασημότερους από αυτούς τους αυταρχικούς ηγέτες (Τραμπ, Πούτιν, Ερντογκάν, Ντουτέρτε στις Φιλιππίνες, Ορμπάν στην Ουγγαρία, Κιμ Γιουνγκ στη Βόρεια Κορέα, Νετανιάχου στο Ισραήλ, Μπολσονάρο στη Βραζιλία) πριν τονίσει ότι “αν και οι ηγέτες που απαρτίζουν αυτό τον άξονα διαφέρουν σε ορισμένα ζητήματα, μοιράζονται όμως βασικά χαρακτηριστικά: μισαλλόδοξοι προς τις εθνικές και θρησκευτικές μειονότητες, εχθρικοί στους δημοκρατικούς κανόνες, αντίθετοιστον ελεύθερο τύπο, σταθερά παρανοϊκοί που βλέπουν παντού ξένες συνομωσίες και πεπεισμένοι ότι οι επικεφαλής των κυβερνήσεων θα έπρεπε να μπορούν να εκμεταλλεύονται τα πόστα τους στην εξουσία για να εξυπηρετούν τα δικά τους εγωϊστικά συμφέροντα”. Χωρίς να ξεχνάει ότι “πολλοί από αυτούς τους ηγέτες συνδέονται στενά με ένα δίκτυο πολυδισεκατομμυριούχων ολιγαρχών που θεωρούν ότι ο κόσμος είναι το οικονομικό τους παιχνιδάκι”.

Βγάζοντας το δίδαγμα αυτής της στενής σχέσης των αυταρχικών ηγετών με το δίκτυο των δισεκατομμυριούχων ολιγαρχών, ο Μπέρνι Σάντερς οδηγείται στο συμπέρασμα ότι “ποτέ στο παρελθόν δεν είχαμε δει τόσο ξεκάθαρα το χρήμα να εξουσιάζει την κυβερνητική πολιτική. Είτε πρόκειται για τους αδελφούς Κοτς, που ξοδεύουν εκατοντάδες εκατομμύρια για να διαλύσουν τους περιβαλλοντικούς κανόνες που προστατεύουν την υγεία των Αμερικανών, είτε για τις αυταρχικές μοναρχίες όπως η Σαουδική Αραβία, τα Ενωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Κατάρ, που δαπανούν στην Ουάσιγκτον εκατομμύρια δολλάρια από τα ενεργειακά ορυκτά πλούτη τους για να προωθήσουν τα συμφέροντα των αντιδημοκρατικών τους καθεστώτων, είτε για τις γιγάντιες επιχειρήσειςπου στηρίζουν “think tanks” προκειμένου αυτά να παράξουν πολιτικές υποδείξεις που εξυπηρετούν τα δικά τους οικονομικά συμφέροντα, πρόκειται πάντα για το ίδιο πράγμα: Πανίσχυρα ιδιαίτερα συμφέροντα χρησιμοποιούν τα πλούτη τους για να επηρεάσουν την κυβέρνηση υπέρ των δικών τους εγωϊστικών πλεονεκτημάτων”.

 

Όμως, η απειλή γίνεται ακόμα πιο μεγάλη από τη στιγμή που « αυτοί οι αυταρχικοί είναι μέλη ενός κοινού μετώπου. Βρίσκονται σε επαφή μεταξύ τους, έχουν κοινές τακτικές και, όπως στη περίπτωση των δεξιών ευρωπαϊκών και αμερικανικών κινημάτων, φτάνουν να διαθέτουν ορισμένους κοινούς χρηματοδότες. Για παράδειγμα, η οικογένεια Mercer, που χρηματοδοτεί τη διαβόητη Cambridge Analytica Ltd, έδωσε επίσης την υποστήριξή της στον Ντόναλντ Τραμπ και στην Breitbart News, που δρα στην Ευρώπη, στις Ηνωμένες Πολιτείες και στο Ισραήλ για να πρωθήσει το ίδιο πάντα πρόγραμμα ενάντια στους μετανάστες και στους μουσουλμάνους. Ο Sheldon Adelson χρηματοδοτεί γενναιόδωρα το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα τα δεξιά εγχειρήματα στις ΗΠΑ και στο Ισραήλ, προωθώντας ένα κοινό πρόγραμμα μισαλλοδοξίας και φανατισμού στις δυο χώρες ». Λοιπόν, τι πρέπει να κάνουμε απέναντι σε αυτό το « κοινό μέτωπο » του αυταρχισμού και του μεγάλου κεφαλαίου που απειλεί άμεσα τις ελευθερίες και τα δημοκρατικά μας δικαιώματα ;

Η απάντηση του Μπέρνι Σάντερς είναι εντελώς ξεκάθαρη: « Αν θέλουμε να παλέψουμε αποτελεσματικά ένάντια στον αυταρχισμό της δεξιάς, δεν μπορούμε να είμαστε απλώς στην άμυνα. Πρέπει να φανούμε οξυδερκείς και να κατανοήσουμε ότιδεν αρκεί να υπερασπιζόμαστε την καθεστηκυία τάξη που απέτυχε στη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών. Μάλιστα, πρέπει μάλιστα να παραδεχτούμε ότι οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε είναι προϊον αυτής ακριβώς της καθεστηκυίας τάξης ». Και ο Μπέρνι συνεχίζει εξηγώντας λεπτομερώς τί είναι αυτή η « καθεστηκυία τάξη » ενάντια στην οποία πρέπει να παλέψουμε αν θέλουμε ο αγώνας μας ενάντια στον αυταρχισμό να μην είναι προκαταβολικά καταδικασμένος να αποτύχει : « Δουλειάμας είναι λοιπόν να μην αποδεχόμαστε ούτε την καθεστηκυία τάξη, ούτε τα κολοσσιαία επίπεδα πλούτου και εισοδηματικών ανισοτήτων, όπου το 1 % των πιο πλούσιων του παγκόσμιου πληθυσμού κατέχει τον μισό του πλανητικό πλούτο, ενώ το 70 % των πιο φτωχών από εκείνους που είναισε ηλικία να εργαστούνδεν αντιπροσωπεύει παρά το 2,7 % του παγκόσμιου πλούτου. Δεν πρέπει να δεχτούμε την πτώση του βιοτικού επιπέδου μεγάλου μέρους των εργαζομένων στο κόσμο, ούτε να αποδεχτούμε την πραγματικότητα του 1,4 δισεκατομμυρίου ανθρώπων που ζουν σε ακραία φτώχεια, ενώ εκατομμύρια παιδιά πεθαίνουν από αρρώστιες που θεραπεύονται εύκολα ». Και επίσης : «Δουλειά μας είναι να κινητοποιήσουμε το σύνολο του πλανήτη για να αντισταθεί στη βιομηχανία των ορυκτών καυσίμων, που εξακολουθεί να γεννά τεράστια κέρδη, ενώ οι εκπομπές τους διοξειδίου του άνθρακακαταστρέφουν τον πλανήτη για τα παιδιά μας και τα παιδιά των παιδιών μας ».

 

Η απαρίθμηση από τον Μπέρνι των δεινών που επιφέρει αυτή η « καθεστηκυία τάξη » είναι μακρά και διδακτική. Περιλαμβάνει τα πάντα, από τη γενικευμένη διαφθορά μέχρι τη κλιματική καταστροφή, από τη τρέλλα των αστρονομικών στρατιωτικών δαπανών μέχρι την απάνθρωπη τύχη που επιφυλλάσσεται στους μετανάστες και στους πρόσφυγες. Όμως, ο Σάντερς δεν περιορίζεται να καταγράψει τα δεινά του νεοφιλελευθερισμού. Για αυτόν, αυτό που έχει σημασία είναι να αντιστέκεσαι, να πολεμάς ενάντια σε καθένα από αυτά τα δεινά, να ανοίγεις μέτωπα πάλης, και κυρίως να ενοποιείς όλες αυτές τις μάχες σε ένα τεράστιο πλανητικό κίνημα! Η κατάληξη του καλέσματός του είναι παραπάνω από εύγλωττη και μας βάζει όλους και όλες μας σε ολάκερο το κόσμο μπροστά στις ευθύνες μας : « Και για να τελειώνω, ας μου επιτραπεί απλώς να πω ότι αν θέλουμε να παλέψουμε αποτελεσματικά ενάντια στις παγκόσμιες δυνάμεις της ολιγαρχίας και του αυταρχισμού, χρειαζόμαστε ένα διεθνές κίνημα που κινητοποιείται έχοντας ένα κοινό όραμα γενικευμένης ευημερίας, ασφάλειας και αξιοπρέπειας για όλους, και που επιτίθεται στην τεράστια παγκόσμια ανισότητα που υπάρχει όχι μόνο στο επίπεδο του πλούτου αλλά και σε εκείνο της πολιτικής εξουσίας.

Ένα παρόμοιο κίνημα πρέπει να είναι έτοιμο να στοχαστεί με δημιουργικό και τολμηρό τρόπο τον κόσμο που θα θέλαμε να δούμε να γεννιέται. Ενώ ο αυταρχικός άξονας υπόσχεται να διαλύσει την μεταπολεμική παγκόσμια τάξη πραγμάτων καθώς θεωρεί ότιαυτή περιορίζει την πρόσβασή του στην εξουσία και στον πλούτο, εμείς δεν αρκεί να υπερασπιζόμαστε απλώς αυτή την τάξη όπως αυτή υπάρχει σήμερα.

 

Πρέπει να εξετάσουμε χωρίς υπεκφυγές γιατί αυτή η τάξη δεν κράτησε πολλές από τις υποσχέσεις της και πώς οι αυταρχικοί εκμεταλλεύτηκαν αριστοτεχνικά αυτές τις αποτυχίες για να κερδίσουν την υποστήριξη στο πρόγραμμά τους. Πρέπει να επωφεληθούμε από αυτή την ευκαιρία για να οραματιστούμε και πάλι μια παγκόσμια τάξη πραγμάτων βασισμένη στην ανθρώπινη αλληλεγγύη, μια τάξη που αναγνωρίζει ότι κάθε άνθρωπος πάνω σε αυτό τον πλανήτη είναι τμήμα μιας κοινής ανθρωπότητας, ότι θέλουμε όλοι να μεγαλώσουν τα παιδιά μας υγιή, να έχουν καλή μόρφωση και μια αξιοπρεπή εργασία, να πίνουν πόσιμο νερό, να αναπνέουν καθαρό αέρα και να ζούν ειρηνικά. Δουλειά μας είναι να ενωθούμε με εκείνους που, παντού στο κόσμο, συμμερίζονται αυτές τις αξίες και παλεύουν για ένα καλύτερο κόσμο.

Οι αυταρχικοί επιζητούν την εξουσία προάγοντας τη διαίρεση και το μίσος. Εμείς θα προάγουμε την ενότητα και την ενσωμάτωση.

Στην εποχή της έκρηξης του πλούτου και της τεχνολογίας, έχουμε τις δυνατότητες να δημιουργήσουμε μιαν αξιοπρεπή ζωή για όλους. Δουλειά μας είναι να οικοδομήσουμε πάνω στη κοινή μας ανθρωπότητα και να κάνουμε τα πάντα για να αντιταχθούμε σε όλες τις δυνάμεις, είτε πρόκειται για κάποια ανεύθυνη κυβερνητική εξουσία είτε για την παράλογη εξουσία των επιχειρήσεων, που προσπαθούν να μας διαιρέσουν και να μας σπρώξουν τον ένα ενάντια στον άλλο. Γνωρίζουμε ότι αυτές οι δυνάμεις συνεργάζονται πάνω από σύνορα. Πρέπει και εμείς να κάνουμε το ίδιο”.

 

Φυσικά, μπορούμε να μην συμφωνούμε με όλα όσα διακηρύσσει και προτείνει ο Μπέρνι Σάντερς. Όμως, είμαστε υποχρεωμένοι να αναγνωρίσουμε ότι αυτό το κάλεσμα έρχεται από τον πιο δημοφιλή πολιτικό των Ηνωμένων Πολιτειών, που επιπλέον κάνει ό,τι λέει και η εντιμότητα του οποίου -πράγμα σπάνιο στους καιρούς μας- έχει αναγνωριστεί και εκτιμάται από τους πάντες. Ότι το κάλεσμά του πάει στη καρδιά του συνόλου των αδιεξόδων και των δεινών αυτής της αρχής του 21ου αιώνα, χωρίς να ξεχνάει τα πιο φοβερά υπαρξιακά προβλήματα που ταλανίζουν την ανθρωπότητα. Που διακρίνεται για τον ρεαλισμό του, που αρνείται κάθε μοιρολατρία και περνάει στη δράση κάνοντας συγκεκριμένες προτάσεις που αφορούν την συντριπτική πλειοψηφία των πληθυσμών χωρίς όμως να χάνει ποτέ το παραμικρό από το ριζοσπαστισμό του. Που εκδηλώνεται στην πιο κρίσιμη στιγμή των καιρών μας όταν το μέλλον του ανθρώπινου είδους και του πλανήτη κρέμεται από μια κλωστή. Και τέλος, ότι δεν έχουμε την πολυτέλεια της επιλογής καθώς δεν υπάρχει κανείς άλλος που να τολμάει να απευθύνει στην ανθρωπότητα και στους κάθε λογής καταπιεσμένους μια πρόταση δράσης άξια του ονόματός της, ικανή να (ξανα)δώσει εμπιστοσύνη, ελπίδα και κυρίως, διάθεση για πάλη στα θύματα της νεοφιλελεύθερης βαρβαρότητας.

Κατά συνέπεια, υπόθεση του καθενός και της καθεμιάς να αποφασίσει ποια συνέχεια θα δώσει στο κάλεσμα του Μπέρνι Σάντερς. Το κατεπείγον της παρούσας κατάστασης και τα τρομερά διακυβεύματά της θα βάλουν αναμφίβολα σε σκέψεις…

Σημείωση

1. Για το πλήρες κείμενο (στα αγγλικά) και το βίντεο του καλέσματος του Μπέρνι Σάντερς, κλικάρετε εδώ:
https://www.contra-xreos.gr/ksenoglossa-arthra/1337-bernie-sanders-building-a-global-democratic-movement-to-counter-authoritarianism.html

 

Εδώ η απάντηση του redtopia.




Εκλογική διακήρυξη Ριζοσπαστικών Αγωνιστικών Κινήσεων

Οι εκλογές για τα υπηρεσιακά συμβούλια στον ΕΦΚΑ γίνονται σε μια κρίσιμη περίοδο. Με αφορμή τις επικείμενες εκλογές, έχει ξεκινήσει από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ένα παραμύθι για το τέλος των μνημονίων, με υποσχέσεις για παροχές και φοροελαφρύνσεις σε βάθος κάποιων ετών!

Όμως η πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετική. Τα όποια ψίχουλα δοθούν με την μορφή μερίσματος κοινωνικής αλληλεγγύης σε εξαθλιωμένους κατοίκους της χώρας ή η όποια (αν συμβεί) προσωρινή αναστολή εφαρμογής της μείωσης των συντάξεων, δεν μπορούν να κρύψουν ότι η “αξιολόγηση” των δανειστών συνεχίζεται, όπως και η ισχύς των 714 εφαρμοστικών νόμων και οι δεκάδες χιλιάδες μνημονιακές νομοθετικές ρυθμίσεις και υπουργικές αποφάσεις.

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ είναι η μακροβιότερη μνημονιακή κυβέρνηση και έχει υλοποιήσει τα περισσότερα αντεργατικά και αντιλαϊκά μέτρα, παίζοντας με την δεξιά τον κακό και τον καλό μπάτσο!

Παρά την ανάπτυξη που εμφανίζεται στην Ελλάδα και στην ΕΕ, λόγω του προγράμματος “εσωτερικής υποτίμησης” (περικοπές μισθών, κοινωνικού κράτους, δικαιωμάτων), η οικονομική και πολιτική κρίση παραμένει: οι συνθήκες ζωής της εργατικής τάξης δεν βελτιώνονται, οι μισθοί δεν ακολουθούν την άνοδο της ανάπτυξης, ο οικονομικός πόλεμος με ΗΠΑ και Ρωσία συνεχίζεται, όπως και οι στρατιωτικές επεμβάσεις σε διάφορες περιοχές, ενώ η ακροδεξιά επεκτείνει την επιρροή της (Ιταλία, Γερμανία, Σουηδία).

Εδώ πρέπει να τονίσουμε ότι για τις συντάξεις και για την φημολογούμενη μη περικοπή της προσωπικής διαφοράς (που συνεπάγεται μειώσεις έως 18%), η κυβέρνηση “διαπραγματεύεται” με τους δανειστές όχι την κατάργηση των μειώσεων, αλλά την αναστολή εφαρμογής αυτών των περικοπών μέχρι τις εκλογές. Ταυτόχρονα έχουν ψηφίσει και δεσμευτεί για μείωση των συνταξιοδοτικών δαπανών κατά 3 δις € για το 2019 σε σχέση με το 2018 και συνολικά κατά 7,8 δις € την επόμενη τριετία!

Οι νέοι συνταξιούχοι (νόμος Κατρούγκαλου) έχουν μειώσεις στις συντάξεις τους σε σχέση με το προηγούμενο καθεστώς από 10% – 40%! Ειδικά οι συντάξεις θανάτου και όσοι κατέβαλλαν υψηλές εισφορές (που τους έδινε το δικαίωμα για υψηλότερες συντάξεις) κυριολεκτικά τσακίζονται. Το ΕΚΑΣ που δίδεται ακόμα σε κάποιες δεκάδες χιλιάδες συνταξιούχων από 01/01/2019 θα πάει στα 12 € (!) από 35 €, που είναι σήμερα και θα καταργηθεί από 01/01/2020.

 

ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΤΟΜΕΑΣ – ΕΦΚΑ 

Ο Δημόσιος Τομέας συνεχίζει να βρίσκεται σε φάση κατάρρευσης, για να μπορέσουν πιο εύκολα να τον δώσουν προίκα στους ιδιώτες.

Ειδικά στον ΕΦΚΑ η κατάσταση έχει φτάσει στο απροχώρητο και δυστυχώς επιβεβαιώνονται οι χειρότεροι φόβοι μας. Ο ΕΦΚΑ όχι μόνο δεν μπορεί ακόμα να εκδώσει συντάξεις για χιλιάδες υποψήφιους συνταξιούχους, αλλά δεν είναι ικανός να παράσχει ούτε τις στοιχειώδεις συνθήκες εργασίας στο υπαλληλικό προσωπικό:

• Τα υποκαταστήματα έχουν εγκαταλειφθεί με ελάχιστους υπαλλήλους

• Η ψύξη και η θέρμανση δεν λειτουργούν ή υπολειτουργούν σε δεκάδες υποκαταστήματα

• Καθαριότητα δεν υπάρχει σε εκατοντάδες κτίρια. – Καθαρίζουν σε πολλές περιπτώσεις οι εργαζόμενοι

• Οι βιαιοπραγίες κατά των υπαλλήλων συνεχίζονται μέσα σε συνθήκες πλήρους αδυναμίας προστασίας τους

• Δεν υπάρχει υλικοτεχνικός και μηχανογραφικός εξοπλισμός, ούτε και αναλώσιμα – Ότι χαλάει δεν επισκευάζεται.

Η Διοίκηση μαζί με την πολιτική ηγεσία του υπ. Εργασίας συνεχίζουν να αδιαφορούν για τις άθλιες συνθήκες εργασίας και την κατάσταση που βιώνουν οι εργαζόμενοι, με τις σοβαρές συνέπειες που επιφέρουν στη σωματική και ψυχική υγεία μας.

Το Οργανόγραμμα σέρνεται μεταξύ ΣτΕ, υπουργείων και διοίκησης, είναι όλα σχέδια επί χάρτου και η όποια υλοποίηση του θα δώσει την χαριστική βολή στην Κοινωνική Ασφάλιση κι ας τσακώνεται η κυβέρνηση με την αντιπολίτευση για το ποιος έχει το χειρότερο σχέδιο.

Η υποχρεωτική κινητικότητα για το προσωπικό του ΕΦΚΑ συνεχίζει να υπάρχει σαν απειλή για τους εργαζόμενους των Ασφαλιστικών Ταμείων (4389/2016) , ενώ έχει επεκταθεί και συνολικά στο Δημόσιο Τομέα (4440/2016) και στις Ανεξάρτητες Αρχές (ΚΥΑ 2/58459/0004/2018). Τα συνδικαλιστικά μας όργανα αντί να οργανώσουν τους αγώνες μας, περιφέρονται στους διαδρόμους για την προώθηση δικών τους ανθρώπων στα πόστα ευθύνης.

 

ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΑ ΣΥΜΒΟΥΛΙΑ

Σε αυτές τις συνθήκες διεξάγονται για δεύτερη φορά οι εκλογές για τους εκπροσώπους των εργαζομένων στα Υπηρεσιακά Συμβούλια των μονίμων και των ΙΔΑΧ (Ιδιωτικού Δικαίου Αορίστου Χρόνου) του ΕΦΚΑ.

Τα Υπηρεσιακά Συμβούλια ασκούν αρμοδιότητες, που όμως λόγω της μειοψηφικής συμμετοχής των αιρετών εκπροσώπων των εργαζομένων αποτελούν όργανα της Διοίκησης, που επιδιώκουν την ακώλυτη λειτουργίας του διοικητικού μηχανισμού για την εφαρμογή των κυβερνητικών πολιτικών.

Στο πλαίσιο αυτό η συμμετοχή των αιρετών δεν μπορεί να έχει αποφασιστικό χαρακτήρα και αντίκρισμα στη λήψη των αποφάσεων, όμως αρκετές φορές οι εργαζόμενοι έχουν την δυνατότητα να πληροφορηθούν (έστω και καθυστερημένα), διάφορες αυθαιρεσίες και αδικίες σε βάρος τους.

Τώρα διαφαίνεται μια προσπάθεια επιπλέον περιορισμού του ρόλο τους, μαζί με πολλά ακόμα κεκτημένα και ελευθερίες. Στον ΕΦΚΑ δεν λειτουργούσαν για μήνες Υπηρεσιακά Συμβούλια και ακόμα και τώρα πολλά γίνονται με αποφάσεις Διοικητή και Υπουργού, παρόλο που το Σύνταγμα ορίζει διαφορετικά.

Δυστυχώς η συμμετοχή των εκπροσώπων των εργαζομένων στα ΥΣ χρησίμευσε στη δημιουργία ενός καθεστώτος πελατειακών σχέσεων και αδιαφάνειας, μεταξύ των Διοικήσεων και εκπροσώπων διαφόρων παρατάξεων. Πουλώντας εκδουλεύσεις και ρουσφέτια από την μία πλευρά για την προώθηση των αιτημάτων εργαζομένων, με αντάλλαγμα την ψήφο ή την υποψηφιότητα τους σε εκλογές και από την άλλη καλλιεργώντας φιλικές σχέσεις συνεργασίας με τη Διοίκηση για την προώθηση των δικών τους “αιτημάτων”.

Αυτές οι “συνδέσεις” με την εκάστοτε διοίκηση όμως είναι ένας επιπλέον λόγος, που οι συνδικαλιστικές ηγεσίες δεν επιδιώκουν τον μαζικό αγώνα και την σύγκρουση με την ιεραρχία και την εξουσία και προωθούν την ατομική λύση του ρουσφετιού, που τους εξασφαλίζει ψήφους και την παραμονή στη θέση τους.

 

Για έναν συνδικαλισμό της βάσης, ταξικό, αγωνιστικό, ενωτικό

Δεν μπορούμε να περιμένουμε τίποτα από τον γραφειοκρατικό και κυβερνητικό συνδικαλισμό που κυριαρχεί στα συνδικάτα και τις ομοσπονδίες μας. Οι εργαζόμενοι του ΕΦΚΑ μέσα από τις εκλογές για τα Υπηρεσιακά Συμβούλια πρέπει να εκλέξουμε εκπροσώπους αποφασισμένους να αντισταθούν στην εφαρμογή αντεργατικών πολιτικών και ενεργειών της Διοίκησης και της κυβέρνησης. Όχι συμβιβασμένους ή ταλαντευόμενους, ούτε υποχωρητικούς σε πιέσεις και καταναγκασμούς. Να εκλέξουμε συναδέλφους αγωνιστές που βάζουν πάνω από όλα το συλλογικό συμφέρον των εργαζομένων. Που απορρίπτουν τον παραγοντισμό και δεν καλλιεργούν την ανάθεση.

Σε πλήρη σύνδεση με τα Σωματεία θα ενημερώνουν και θα λογοδοτούν στους εργαζόμενους που τους εκλέξανε και θα υπερασπίζουμε ισότιμα τα δικαιώματα όλων των εργαζομένων στον ΕΦΚΑ, χωρίς μεροληψία και αποκλεισμούς. Για να ενημερώνουν τους εργαζόμενους για όλα τα θέματα, σπάζοντας νομικά κωλύματα και απόρρητα, ώστε να αντιδρούμε άμεσα και συλλογικά.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, αγωνιζόμαστε σαν παράταξη για να αλλάξει ο χαρακτήρας, ο τρόπος συμμετοχής των αιρετών και η λειτουργία των Υπηρεσιακών Συμβουλίων.

 

Διεκδικούμε:

Υπηρεσιακά Συμβούλια μακριά από οποιοδήποτε κυβερνητικό έλεγχο.

Αλλαγή στη σύνθεσή τους με πλειοψηφία των αιρετών των εργαζομένων

Πλήρη σύνδεση των εκλεγμένων με τις συνδικαλιστικές οργανώσεις.

Οι διαδικασίες εκλογής των εκπροσώπων μας να είναι υπόθεση του ίδιου του συνδικαλιστικού κινήματος και όχι της Διοίκησης

Δημοκρατικό πλαίσιο λειτουργίας με ανοιχτές συνεδριάσεις και δημοσιοποίηση των αποφάσεων. Δικαίωμα εκλογής σε όλους τους εργαζόμενους χωρίς αποκλεισμούς.

Να σταματήσει εντελώς η επιστολική ψηφοφορία και να γίνονται παντού εκλογές με κάλπη

Κατάργηση του Πειθαρχικού Δίκαιου που στοχεύει στον εκφοβισμό και την μετατροπή των εργαζομένων σε πειθήνια όργανα.

Κατάργηση των αντιδημοκρατικών και αυταρχικών διατάξεων του υπαλληλικού κώδικα.

 

Αγωνιζόμαστε συνολικά σαν παράταξη για:

Άμεση χρηματοδότηση όλων των Ταμείων ώστε να μπορούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους προς τους δικαιούχους.

Κατάργηση νόμου Κατρούγκαλουν (ν.4387/2016) και όλων των αντιασφαλιστικών νόμων και του ΕΦΚΑ

Αυξήσεις στους μισθούς και στις συντάξεις, επαναφορά 13ου και 14ου μισθού. Αποκατάσταση των αδειών και του ωραρίου στα επίπεδα προ Μνημονίου.

Βελτίωση των συνθηκών εργασίας

Μαζικές προσλήψεις μόνιμου προσωπικού για την κάλυψη όλων των αναγκών στις δημόσιες υπηρεσίες.

Κατάργηση της ενοικιαζόμενης, ελαστικής και εκ περιτροπής εργασίας, των εργολαβιών και της μερικής απασχόλησης

Να σταματήσουν οι ιδιωτικοποιήσεις δημοσίων οργανισμών, υπηρεσιών, επιχειρήσεων και επαναφορά των ιδιωτικοποιημένων οργανισμών στο Δημόσιο. – Να σταματήσουν οι πλειστηριασμοί της λαϊκής περιουσίας. – Καμία μείωση σε συντάξεις και αφορολόγητο

Άμεση απόσυρση των διαδικασιών «αξιολόγησης» δομών και εργαζομένων και της υποχρεωτικής κινητικότητας υπαλλήλων

Μονομερής διαγραφή του χρέους, με εθνικοποίηση των τραπεζών κάτω από εργατικό έλεγχο.

Ανατροπή της λιτότητας και κατάργηση των μνημονίων.

 

ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΕΣ ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΕΣ ΚΙΝΗΣΕΙΣ:

Ανειρήνευτη σύγκρουση με τα Μνημόνια και την αδικία

Μοναδική επιλογή για την εργατική τάξη είναι η ρήξη και η απαλλαγή, όχι μόνο από τις μνημονιακές πολιτικές δυνάμεις, αλλά και από συνδικαλιστικές ηγεσίες που ευθύνονται πλήρως για τη σημερινή κατάσταση και την αναποτελεσματικότητα των συνδικαλιστικών μας αγώνων.

Οι ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΕΣ ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΕΣ ΚΙΝΗΣΕΙΣ επιχειρούμε να συμβάλουμε στην αποκατάσταση του κύρος των συνδικάτων σε μια προσπάθεια για την ανατροπή των νεοφιλελεύθερων πολιτικών και των μνημονίων, για την επαναφορά και διεύρυνση των εργασιακών, κοινωνικών και δημοκρατικών δικαιωμάτων.

Αγωνιζόμαστε για την άρση του διαχωρισμού και κατακερματισμού των ανθρώπων και τη συγκρότηση ενιαίων και ισχυρών συνδικάτων που θα εκπροσωπούν όλους τους εργαζόμενους – ιδιωτικού και δημόσιου τομέα – Έλληνες και μετανάστες και τους άνεργους.

 

ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΜΕ ΧΩΡΙΣ ΣΥΜΒΙΒΑΣΜΟΥΣ – Αγωνιστικά, Ριζοσπαστικά, Ενωτικά

(Ψηφίζουμε με αστυνομική ταυτότητα και υποχρεωτικά βάζουμε 1 ή 2 σταυρούς στα ψηφοδέλτια για να είναι έγκυρα.)




ΜΕΤΑ: Για το κυβερνητικό «μπλόκο» στις αποφάσεις που δικαιώνουν εργαζομένους και συνταξιούχους

Το ΜΕΤΑ καλεί όλους τους εργαζόμενους να συμμετέχουν μαζικά στη γενική απεργία στις 14 Νοέμβρη, για να αποτελέσει την αφετηρία αγωνιστικής προβολής και διεκδίκησης, μεταξύ των άλλων, και της επαναφοράς του 13ου και 14ου μισθού και να απαιτηθεί η καταβολή του δώρου Χριστουγέννων το Δεκέμβριο.

ο ΜΕΤΑσχετικά με την έφεση που άσκησε το ελληνικό δημόσιο και το αιτιολογικό που επικαλείται απέναντι σε δικαστικές αποφάσεις, που δικαιώνουν συνταξιούχους και εργαζόμενους του Δημοσίου, για την αναδρομική καταβολή του 13ου και 14ου μισθού, θέλει να δηλώσει τα εξής:

1. Οι άδικες περικοπές των δώρων Χριστουγέννων και Πάσχα και του επιδόματος αδείας στους δημοσίους υπαλλήλους και σ’ όλους τους συνταξιούχους, στο πλαίσιο των δραστικών μνημονιακών περικοπών σε μισθούς και συντάξεις δεν οδήγησαν στη μείωση του χρέους ή στην αντιμετώπιση των προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας. Το χρέος αυξήθηκε και η καπιταλιστική κρίση βάθυνε, ενώ γενικεύτηκε η φτώχεια, εκτινάχτηκαν στα ύψη η ανεργία και η μερική και η εκ περιτροπής εργασία, ιδιωτικοποιήθηκαν δημόσιες υπηρεσίες και οργανισμοί και βρίσκεται σε εξέλιξη ο εκπλειστηριασμός της λαϊκής κατοικίας και περιουσίας, καθώς και η εκποίηση του δημόσιου πλούτου της χώρας μας.

2. Η κυβέρνηση στο σκεπτικό της έφεσής της δηλώνει ότι οι περικοπές αυτές «ψηφίστηκαν και εφαρμόστηκαν για το δημόσιο συμφέρον, το οποίο στην προκειμένη περίπτωση ταυτίζεται με το συμφέρον των πολιτών, αφού η ενδεχόμενη πλήρης κατάρρευση της ελληνικής οικονομίας εξαιτίας της διεθνούς οικονομικής κρίσης, θα συμπαρέσυρε και σε πλήρη κατάρρευση και τα νοικοκυριά όλων των Ελλήνων πολιτών» και ότι είναι «συμβατές με το Σύνταγμα»!

Η κυβέρνηση μ’ αυτή της τη δήλωση ομολογεί ότι τότε, ως αντιπολίτευση, υποστήριζε τα όσα αντίθετα από σήμερα πράττει για καθαρά μικροπολιτικούς λόγους, και πλέον δικαιώνει την πολιτική των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ που έλαβαν αυτά τα μέτρα και ψήφισαν τα μνημόνια.

3. Όσοι λοιπόν, μετά και απ’ αυτή την εξέλιξη, συνεχίζουν να είναι εγκλωβισμένοι σε διλήμματαΣΥΡΙΖΑ ή ΝΔ, το μόνο που έχουν να δουν είναι ότι οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές που μας οδήγησαν στην κρίση είναι όχι μόνο παρούσες, αλλά λειτουργούν και σαν κολυμπήθρα του Σιλωάμ από τη σημερινή κυβέρνηση, εξιλεώνοντας τους πρωτεργάτες τους. Το συνδικαλιστικό κίνημα, οι εργαζόμενοι και ο ελληνικός λαός δεν πρέπει να εγκλωβιστούν σε διλήμματα. Οφείλουν όλους να τους κρίνουν με βάση το ταξικό τους συμφέρον που είναι η ανατροπή των νεοφιλελεύθερων πολιτικών της λιτότητας, των ιδιωτικοποιήσεων και της διάλυσης των εργασιακών σχέσεων που και η σημερινή, όπως και οι προηγούμενες κυβερνήσεις, εφαρμόζει.

4. Το ΜΕΤΑ θεωρεί ότι η διεκδίκηση αυξήσεων στους μισθούς και στις συντάξεις και η επαναφορά των εργατικών και λαϊκών κατακτήσεων και δικαιωμάτων δεν περνά μέσα από τις δικαστικές αίθουσες, για να θησαυρίζουν τα δικηγορικά γραφεία και να καλλιεργούνται ψεύτικες ελπίδες και κλίμα αναμονής, αλλά μέσα από την ενεργή συμμετοχή στους αγώνες, στις κινητοποιήσεις και στις διεκδικήσεις.

Πρέπει να συνειδητοποιηθεί πως, αν οι χιλιάδες εργαζόμενοι και συνταξιούχοι που τρέχουν σήμερα στα δικηγορικά γραφεία, που επικοινωνούν με τις συνδικαλιστικές τους οργανώσεις, καταθέτουν αιτήσεις και κάνουν αγωγές, αφιέρωναν αυτόν τον χρόνο και την ενέργεια στη συμμετοχή τους στους αγώνες και στις κινητοποιήσεις, θα είχαν ελπίδα να αλλάξουν τη ζωή τους και να επαναφέρουν τις κατακτήσεις που έχουν απολεσθεί.

5. Η δικαστική διεκδίκηση του 13ου και 14ου μισθού μπορεί να αποτελεί ατομικό δικαίωμα του κάθε εργαζόμενου και συνταξιούχου, αποτελεί όμως και υποχρέωση των συνδικαλιστικών οργανώσεων η αγωνιστική τους διεκδίκηση, και όχι η μετατροπή τους σε ντίλερ δικηγορικών γραφείων, οργανώνοντας ομαδικές αγωγές, καλλιεργώντας κλίμα αναμονής και αναπαράγοντας φρούδες ελπίδες.

Το ΜΕΤΑ καλεί όλους τους εργαζόμενους να συμμετέχουν μαζικά στη γενική απεργία στις 14 Νοέμβρη, για να αποτελέσει την αφετηρία αγωνιστικής προβολής και διεκδίκησης, μεταξύ των άλλων, και της επαναφοράς του 13ου και 14ου μισθού και να απαιτηθεί η καταβολή του δώρου Χριστουγέννων το Δεκέμβριο.


ΜΕΤΑ, Οκτώβρης 2018




ΜΕΤΑ: Στο εδώλιο, η κυβέρνηση για τους συμβασιούχους

Κόλαφος για την πολιτική της σημερινής κυβέρνησης, αλλά και των προηγούμενων, σχετικά με τις καταχρηστικές πρακτικές που ακολουθεί, στο θέμα των συμβασιούχων και της άρνησής της να μετατρέψει τις συμβάσεις σε αορίστου χρόνου, είναι η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου που εκδόθηκε έπειτα από προσφυγή που έγινε για αντίστοιχα προβλήματα εργαζομένων – συμβασιούχων στην Ιταλία.

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο στην απόφαση του καταλήγει ως εξής: «…σε περίπτωση καταχρηστικής συνάψεως διαδοχικών συμβάσεων ορισμένου χρόνου, την αυτόματη μετατροπή της συμβάσεως ορισμένου χρόνου σε σύμβαση αορίστου χρόνου, αν η σχέση εργασίας συνεχίζεται πέραν μιας συγκεκριμένης ημερομηνίας, όταν η εσωτερική έννομη τάξη δεν προβλέπει κανένα άλλο αποτελεσματικό μέτρο για την πάταξη των καταχρηστικών πρακτικών που διαπιστώνονται στον κλάδο αυτόν…».

Το ΔΕΕ έλαβε τη συγκεκριμένη απόφαση με αφορμή προσφυγή εργαζομένων σε οργανισμούς πολιτισμού της Ιταλίας, οι οποίοι, παρά το γεγονός ότι χρησιμοποιούσαν εργαζόμενος με ανανεούμενες συμβάσεις ορισμένου χρόνου, για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από το χρόνο που επέτρεπε η ιταλική νομοθεσία, αρνούνταν να μετατρέψει τις συμβάσεις σε αορίστου χρόνου.

Στην απόφασή του το δικαστήριο αναφέρει ότι οι χώρες υποχρεούνται να μην χρησιμοποιούν καταχρηστικές πρακτικές στην υπογραφή και παράταση στις συμβάσεις ορισμένου χρόνου και να έχουν ορίσει ανώτερο όριο για αυτές. Να λαμβάνουν μέτρα προκειμένου αυτό να τηρείται ενώ στην περίπτωση που αυτό παραβιάζεται να γίνεται αυτόματα η μετατροπή των συμβάσεων σε αορίστου χρόνου ακόμα και στην περίπτωση που η εθνική νομοθεσία το απαγορεύει.

Όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις, ιδιαίτερα στους χώρους της Υγείας, της Παιδείας και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ακολουθούν πάγια πρακτική, χρησιμοποιώντας καταχρηστικά τις συμβάσεις ορισμένου χρόνου σε υπηρεσίες που οι ανάγκες είναι πάγιες και διαρκείς. Μάλιστα τα τελευταία χρόνια προχωρούν και σε συνεχείς ανανεώσεις τους, υπερβαίνοντας το ανώτατο όριο των 24 μηνών. Για να νομιμοποιήσει μάλιστα αυτή την παράνομη πρακτική, η σημερινή κυβέρνηση κατάργησε και το χρονικό διάστημα των 3 μηνών ανάμεσα σε κάθε νέα σύμβαση μετά το 24μηνο.

Η κυβέρνηση προφασίζεται ότι υπάρχει συνταγματική απαγόρευση που δεν επιτρέπει την μετατροπή των συμβάσεων ορισμένου χρόνου σε αορίστου. Αποκρύπτει όμως σκόπιμα ότι η ίδια συστηματικά και καταχρηστικά χρησιμοποιεί τις συμβάσεις ορισμένου χρόνου για την κάλυψη πάγιων και διαρκών αναγκών που και αυτό απαγορεύει το Σύνταγμα, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις μάλιστα πάνω από το επιτρεπόμενο όριο. Για το λόγο αυτό, τα ελληνικά δικαστήρια σε πολλές περιπτώσεις δικαιώνουν προσφυγές συμβασιούχων και μετατρέπουν τις συμβάσεις τους σε αορίστου χρόνου.

Αντίστοιχες, βεβαίως, πρακτικές ακολουθούν και οι εργοδότες στον ιδιωτικό τομέα, όμως και στην περίπτωση αυτή, η κυβέρνηση και οι αρμόδιοι μηχανισμοί ελέγχου, κλείνουν τα μάτια και αδρανούν αφήνοντας ελεύθερο το πεδίο στην εργοδοσία για να ακολουθεί αυτές οι παράνομες πρακτικές.

Οι πρακτικές αυτές όλων των κυβερνήσεων κινούνται στο πλαίσιο τις ομηρίας χιλιάδων εργαζομένων και των οικογενειών τους, για να τους χρησιμοποιούν ως εκλογική πελατεία. Δεν είναι τυχαίο ότι η σημερινή κυβέρνηση, αντί να προχωρήσει στη μετατροπή των συμβάσεων σε αορίστου χρόνου σε Υγεία, Παιδεία, Τοπική Αυτοδιοίκηση κ.λπ., υπόσχεται διαγωνισμούς με μοριοδότηση, για να τους κρατά ομήρους μέχρι τις εκλογές και μετά με βάση και την εμπειρία στους ΟΤΑ, ένα μεγάλο μέρος αυτών να οδηγηθεί στην ανεργία.

Η απόφαση αυτή του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, αλλά και ο εμπαιγμός των ελληνικών κυβερνήσεων, διαχρονικά, προς τους συμβασιούχους, δικαιώνουν απόλυτα τη θέση, που έχει διατυπώσει από την πρώτη στιγμή το ΜΕΤΑ, το οποίο παλεύει σταθερά για τη μετατροπή όλων αυτών των συμβάσεων από ορισμένου σε αορίστου χρόνου, για την κατάργηση όλων των ελαστικών σχέσεων εργασίας και για την κάλυψη όλων των πάγιων των αναγκών σε Δημόσιο και Ιδιωτικό Τομέα με προσωπικό που θα εργάζεται με μόνιμες και σταθερές εργασιακές σχέσεις, με πλήρη δικαιώματα.

ΜΕΤΑ, Οκτώβρης 2018




Όχι στα 12 ναυτικά μίλια! Όχι στον πόλεμο!

Του Πάνου Κοσμά

Αφού προετοίμασε συστηματικά το έδαφος δοκιμάζοντας διάφορα «αντικλείδια», η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ βρήκε τελικά το «κλειδί» που ανοίγει την πόρτα του πολεμικού «τρελοκομείου». Η επίσημη ανακοίνωση περί έναρξης της διαδικασίας για τη σταδιακή επέκταση της ελληνικής αιγιαλίτιδας ζώνης στα 12 ναυτικά μίλια είναι μια μείζων επιθετική και τυχοδιωκτική ενέργεια, που εγγράφει στις προοπτικές των σχέσεων μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας τη βαριά υποθήκη πιθανού πολέμου – με όλες τις φρίκες και τις οδύνες που τον συνοδεύουν: ανείπωτες οδύνες και καταστροφές, αίμα και δάκρυα.

Ο αρχιτέκτονας της «εθνικής» στρατηγικής που οδήγησε τα πράγματα ως εδώ, ο μέχρι πριν λίγες μέρες υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς, άφησε την ανακοίνωση επέκτασης της αιγιαλίτιδας ζώνης σαν υστερόγραφο της πολιτικής του, στη διάρκεια της τελετής παράδοσης του υπουργείου στον πολιτικό υπεύθυνο αυτής της πολιτικής, τον Αλέξη Τσίπρα. Ο άλλος συνδιαμορφωτής αυτής της πολιτικής, ο Πάνος Καμμένος, απαραίτητος για τη μακροημέρευση της κυβερνητικής συμμαχίας και γι’ αυτό προσωρινός νικητής στα σημεία στην αντιπαράθεσή του με τον Νίκο Κοτζιά, είχε φροντίσει πριν λίγες επίσης μέρες να πλειοδοτήσει σε «προσφορές» προς τις ΗΠΑ να δημιουργήσουν κατά το δοκούν νέες στρατιωτικές βάσεις ανά την ελληνική επικράτεια. Αυτά είναι τα έργα και ημέρες της «αριστερής» κυβέρνησης, σε έναν τομέα όπου την πολιτική της δεν την επέβαλε κάποιος τρίτος (οι δανειστές, οι αγορές, ο Ντράγκι και η Μέρκελ, ο εκβιασμός της «ασφυξίας ρρευστότητας» κ.λπ.), αλλά την επέλεξε συνειδητά η ίδια: μια πολιτική εθνικιστική και φιλοϊμπεριαλιστική ταυτόχρονα (η ιστορία απέδειξε ότι αυτά τα δύο μια χαρά ταιριάζουν…), τυχοδιωκτική και επιθετική.

Η πολιτική μονομερούς καθορισμού των ΑΟΖ, ο επιθετικός-ιμπεριαλιστικός άξονας με τον σφαγέα του παλαιστινιακού λαού σιωνιστικό κράτος του Ισραήλ, το ματωβαμμένο καθεστώς του δικτάτορα Σίσι της Αιγύπτου και την Κύπρο, η φιλοϊμπεριαλιστική-φιλοατλαντική πολιτική σε όλη τη γραμμή, η πλειοδοσία προσφορών για νέες στρατιωτικές βάσεις του αμερικανικού ιμπεριαλισμού, όλα στηρίζονται σε μια βασική «φιλοσοφία»: Ότι η διεθνής συγκυρία γίνεται ευνοϊκή για τα συμφέροντα του ελληνικού καπιταλισμού στην περιοχή της νοτιοανατολικής Μεσογείου: ψυχρή περίοδος στις σχέσεις ΗΠΑ και Δύσης με την Τουρκία, απόφαση να αξιοποιηθούν «εδώ και τώρα» τα ενεργειακά κοιτάσματα της νοτιοανατολικής Μεσογείου και (συνακόλουθα) να ληφθούν οι τελικές αποφάσεις για τους αγωγούς μεταφοράς πετρελαίου και φυσικού αερίου προς τις καταναλώτριες χώρες της Δύσης, νέα σχέδια για τη «διευθέτηση» όλων των ανοιχτών ζητημάτων στη Μ. Ανατολή, τη Συρία κ.λπ. Όλα αυτά κάνουν δύσκολη τη θέση του τουρκικού υποϊμπεριαλισμού και, αντίθετα, ευνοούν τη θέση του ελληνικού υποϊμπεριαλισμού. Η κατάσταση, σε αδρές γραμμές, μπορεί να περιγραφεί ως εξής: ο μεν τουρκικός υποϊμπεριαλισμός βλέπει τη διεθνή συγκυρία να περιορίζει τα συμφέροντά του σε περιθώρια μικρότερα ή και πολύ μικρότερα από την οικονομική, γεωστρατηγική, πληθυσμιακή κ.λπ. δυναμική του, ο δε ελληνικός υποϊμπεριαλισμός βλέπει τη διεθνή συγκυρία να ευνοεί τα συμφέροντά του πέρα και πάνω από την οικονομική, γεωστρατηγική και πληθυσμιακή του δυναμική.

Αν ο τουρκικός καπιταλισμός είναι «πληγωμένο θηρία έτοιμο για όλα», ο ελληνικός καπιταλισμός διακρίνεται από τη θρασύτητα και τον τυχοδιωκτισμό αυτού που επειδή θεωρεί ότι έχει «ισχυρές πλάτες», μπορεί να διεκδικήσει «εδώ και τώρα» όσα δεν θα διανοούνταν μέχρι χθες. Σε αυτό το πλαίσιο, η «ενδοτική» πολιτική του χθες (όταν ο ελληνικός καπιταλισμός «απλώς» υπερασπιζόταν ένα ιστορικά διαμορφωμένο στάτους κβο ευνοϊκό γι’ αυτόν) «ανεπαισθήτως» αλλά συστηματικά μετασχηματίστηκε σε μια «διεκδικητική» και εν τέλει εθνικιστική και επιθετική-τυχοδιωτική γραμμή.

 

Επιθετική – τυχοδιωκτική ενέργεια

Είναι πράγματι τυχοδιωκτική ενέργεια η αναγγελία της επέκτασης (σε «δεύτερο χρόνο», αφού προηγηθεί «πιλοτικά» το Ιόνιο) της αιγιαλίτιδας ζώνης στα 12 ναυτικά μίλια στο Αιγαίο. Διότι απλούστατα σημαίνει:

-Διπλασιασμό της ζώνης θαλάσσιας κυριαρχίας της Ελλάδας (από 35% σήμερα με τα 6 ν.μ. σε 64% με τα 12. ν.μ.). Αυτό, αν δεν θέλουμε να μασάμε τα λόγια μας, σημαίνει αλλαγή-επέκταση συνόρων (θαλάσσιων βέβαια, αλλά κι αυτά σύνορα είναι!) σε βάρος της Τουρκίας με μονομερή ενέργεια.

-Η έκταση της ανοιχτής θάλασσας στο Αιγαίο θα περιοριστεί από 56% που είναι σήμερα, σε μόλις 26,1%.

-Αποτέλεσμα των προηγούμενων: Το Αιγαίο θα γίνει κλειστή ελληνική θάλασσα, με αδιάσπαστη συνέχεια χωρικών υδάτων από το Σούνιο ως τα Δωδεκάνησα και την Κρήτη.

-Η Τουρκία, θα διαθέτει (με τα 12 ναυτικά μίλια) δύο πολύ στενά περάσματα στην ανοιχτή θάλασσα, μεταξύ Λέσβου και Χίου και Χίου και Σάμου, τα οποία θα της επιτρέπουν μόνο μία μικρής απόστασης διέλευση στην ανοιχτή θάλασσα, αφού στη συνέχεια τα τουρκικά πλοία θα αναγκάζονται να πλέουν στα ελληνικά χωρικά ύδατα για να φτάσουν στα Στενά του Βοσπόρου ή στη Μεσόγειο! Μια χώρα με εκτεταμένο «μέτωπο» στο Αιγαίο και εκατοντάδες μίλια ακτογραμμής, θα «δικαιούται» μόνο να «βρέξει τα πόδια της» στο Αιγαίο…

-Τα νέα ελληνικά θαλάσσια σύνορα θα είναι σύνορα απόλυτης κυριαρχίας στον πλούτο της υφαλοκρηπίδας. Ο ελληνικός καπιταλισμός αναγγέλλει ότι θα λύσει το πρόβλημα αυτό με μονομερή απόφαση (με ένα νομοσχέδιο!).

– Αυτόματα η έκταση του εναέριου χώρου θα επεκταθεί κι αυτή στα 12 ναυτικά μίλια. Μέχρι σήμερα, παρότι βάσει του διεθνούς δικαίου η αιγιαλίτιδα ζώνη και ο εναέριος χώρος έχουν την ίδια έκταση, η Ελλάδα έχει ανακηρύξει εναέριο χώρο 10 ναυτικών μιλίων ενώ τα χωρικά της ύδατα είναι 6 ναυτικά μίλια.

Από την ΑΟΖ, στα 12 ναυτικά μίλια.

Από τα 12 ναυτικά μίλια, πού;

Το… αισιόδοξο (αλλά παρ’ όλα αυτά εξευτελιστικό και τυχοδιωκτικό) σενάριο είναι η αναγγελία της επέκτασης των χωρικών υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια να είναι «διπλή τακτική» με τις πλάτες των «φίλων και συμμάχων): πίεση προς την Τουρκία να αλλάξει ρότα και να επανέλθει στην «ατλαντική οικογένεια» ή να υποστεί δραματικά γι’ αυτήν τετελεσμένα. Στο πλαίσιο ενός τέτοιου ενδεχόμενου, οι ιμπεριαλιστές «φίλοι και σύμμαχοι» (που εννοείται ότι θα διεκδικήσουν την Τουρκία μέχρι τέλους και με όλα τα μέσα), ελπίζουν ότι η Τουρκία θα αλλάξει ρότα. Σε μια τέτοια περίπτωση όμως, η τωρινή-διαφαινόμενη μοιρασιά «δικαιωμάτων», δηλαδή συμφερόντων, μεταξύ τουρκικού και ελληνικού καπιταλισμού θα αλλάξει εις βάρος του δεύτερου. Ο ελληνικός καπιταλισμός δεν θέλει κάτι τέτοιο. Οι «στρατηγικοί» του νόες διακηρύσσουν: «ο Αλλάχ να μας κόβει μέρες και να δίνει χρόνια στον Ερντογάν». Θέλουν τον Ερντογάν στην εξουσία, ώστε να παραμένει η κατάσταση ρήξης των σχέσεων μεταξύ ΗΠΑ – Δύσης και Τουρκίας, η οποία ευνοεί την αναβάθμιση του ρόλου και τα συμφέροντα του ελληνικού καπιταλισμού. Και «τρέχουν» να αξιοποιήσουν «εδώ και τώρα» την ευνοϊκή διεθνή συνθήκη για να πετύχουν τα μέγιστα δυνατά τετελεσμένα. Αυτή είναι η υλική βάση της επιθετικότητας και του τυχοδιωκτισμού τους.

Από την άλλη, ο τουρκικός καπιταλισμός, με ΑΕΠ περίπου 4 φορές μεγαλύτερο από το ελληνικό, με εξαπλάσιο πληθυσμό και με περίοπτη γεωστρατηγική θέση, βλέποντας να καταστρέφονται το ένα μετά το άλλο τα ηγεμονικά του σχέδια των προηγούμενων 2-3 δεκαετιών, υποβαθμισμένος κάτω από τη συνολική του δυναμική στα εν εξελίξει σχέδια των δυτικών ιμπεριαλιστών στην περιοχή, σε εσωτερική κρίση και «μέρος του προβλήματος» της Συρίας, πολύ δύσκολα θα δεχτεί άλλα δραματικά τετελεσμένα σε βάρος του. Ο τρόπος που αντέδρασε στη Συρία, μπροστά στο φάσμα του κινδύνου (γι’ αυτόν) να δημιουργηθούν οι όροι για ανεξάρτητο κουρδικό κράτος, με επιθετική πολεμική ενέργεια, δείχνει ότι οι πιθανότητες να δεχτεί μοιρολατρικά τη μετατροπή του Αιγαίου σε κλειστή ελληνική θάλασσα είναι μηδαμινές.

Ο συνδυασμός της ελληνικής «θρασύτητας» και τυχοδιωκτισμού λόγω ισχυρών «πλατών» και της πιθανότατης τουρκικής στρατιωτικής απάντησης, είναι ακριβώς ο θανάσιμος συνδυασμός που μπορεί να φέρει τον πόλεμο, έναν πόλεμο καταστροφικό για τις εργαζόμενες τάξεις στις δύο πλευρές του Αιγαίου.

Ο κίνδυνος είναι πραγματικός. Όσοι (στους κόλπους της ελληνικής αστικής τάξης, αλλά -δυστυχώς- και μέσα στην Αριστερά) ποντάρουν στην ικανότητα των «μεγάλων δυνάμεων» να κρατήσουν τα πράγματα υπό έλεγχο μέχρι τέλους, ας παραδειγματιστούν λίγο από τη Συρία…

 

Ας θυμηθούμε όχι την Κατοχή, αλλά τους Βαλκανικούς

πολέμους και τη μικρασιατική εκστρατεία!

Για τη διεθνιστική και αντικαπιταλιστική Αριστερά, οι κρατικοί ανταγωνισμοί και οι πόλεμοι που προκύπτουν από αυτούς όταν από τα διπλωματικά και πολιτικά μέσα περνάμε στα στρατιωτικά μέσα αντιπαράθεσης, δεν αξιολογούνται ούτε με βάση το ποιος έριξε την πρώτη σφαίρα ούτε με βάση το συσχετισμό στρατιωτικής ισχύος ούτε με βάση την κρατική προπαγάνδα για τα «απαράγραπτα εθνικά δίκαια», που (συνηθέστατα για τον ευνοούμενο από τις συγκυρίες) εδράζονται στο «διεθνές δίκαιο» κ.λπ. κ.λπ. Κρίνονται από των εξής: ποιων συμφερόντων ο ανταγωνισμός οδήγησε στον πόλεμο.

Από αυτή την άποψη, το σκηνικό που έχει στηθεί στον ελληνο-τουρκικό ανταγωνισμό δεν επιτρέπει καμία παρερμηνεία: διέπεται από τον ανταγωνισμό συμφερόντων για το ρόλο και του συμφέροντα του ελληνικού και του τουρκικού υποϊμπεριαλισμού στην περιοχή, για τις ΑΟΖ και τις αιγιαλίτιδες ζώνες, για το ποιος θα συμμετέχει με πλεονέκτημα ή μειονέκτημα στην ενεργειακή μοιρασιά και στον έλεγχο των ενεργειακών «δρόμων», για το ποια αστική τάξη θα εξασφαλίσει ευρύτερο και ευνοϊκότερο πεδίο δράσης στην ευρύτερη περιοχή, για το ποιος θα είναι ο πυλώνας του ΝΑΤΟ στην περιοχή ή θα πολωθεί σε άλλου τύπου συμμαχίες με άλλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Αν αυτός ο ανταγωνισμός οδηγήσει μέχρι τον πόλεμο, αυτός ο πόλεμος θα είναι άδικος πόλεμος και από τις δύο πλευρές.

Ύστερα από την καθαρά επιθετική-τυχοδιωκτική ενέργεια της αναγγελίας επέκτασης των ελληνικών χωρικών υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια, καταρρέει κάθε επιχείρημα και άλλοθι υπέρ της θρυλούμενης «αμυντικής» ή και «ενδοτικής» στάσης του ελληνικού καπιταλισμού. Η Ελλάδα είναι η σύμμαχος του σιωνιστικού κράτους και της δικτατορίας της Αιγύπτου, το αγαπημένο παιδί των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ και όλου του δυτικού ιμπεριαλισμού, μια χώρα που προβαίνει συστηματικά σε μονομερείς-επιθετικού χαρακτήρα ενέργειες. Στον ελληνο-τουρκικό ανταγωνισμό καθένας διαλέγει τα δικά του «όπλα» και τις δικές του συμμαχίες. Και όλα μυρίζουν πετρέλαιο, δολάρια και ευρώ.

Απέναντι στου κινδύνους που συσσωρεύει αυτός ο επικίνδυνος ανταγωνισμός, μία η αποδεκτή αν όχι προφανής γραμμή γενικού προσανατολισμού για την Αριστερά: Όχι στα 12 ναυτικά μίλια! Δεν συρόμαστε πίσω από τις σημαίες ενός ανταγωνισμού για τα πετρέλαια και τους υδρογονάνθρακες, τα συμφέροντα των αστικών τάξεων και τους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς. Όχι στον πόλεμο! Για να αποτρέψουμε έναν άδικο και καταστροφικό για τις εργαζόμενες τάξεις ελληνο-τουρκικό πόλεμο, να κινητοποιηθούμε τώρα! Δεν πολεμάμε γι’ αυτά τα συμφέροντα – αλληλεγγύη – διεθνισμός.

Για την Αριστερά που ψάχνει για ιστορικές αναλογίες, η κατάσταση όπως εξελίσσεται παραπέμπει όχι στην Κατοχή (πρέπει να καταπιεί κάποιος όλη την αστική προπαγάνδα και να προσθέσει και μπόλικο πατριωτικό μυστικισμό για να εντοπίσει τέτοιες αναλογίες…) αλλά στους Βαλκανικούς πολέμους και τη μικρασιατική εκστρατεία. Τότε που ο ελληνικός καπιταλισμός, «εμπνευσμένος» από την ευνοϊκή διεθνή συγκυρία και ευνοημένος από την έκβαση του Α’ Παγκοσμίου πολέμου και την αναπόφευκτη πορεία διάλυσης της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, βρέθηκε να «καλπάζει» στα βόρεια και ανατολικά σύνορά του πραγματοποιώντας προς στιγμή τη «μεγάλη ιδέα» της Ελλάδας των «δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών». Μέχρι που ο τυχοδιωκτισμός της ελληνικής άρχουσας τάξης «χτύπησε κόκκινο» και διανοήθηκε την εκστρατεία στην Άγκυρα (με στόχο την πλήρη διάλυση του τουρκικού έθνους!) σε μια στιγμή που η διεθνής ευνοϊκή συγκυρία μεταστρεφόταν (η διάλυση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας είχε συντελεστεί και οι μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις σχεδίαζαν μια μεταπολεμική «τάξη» στην περιοχή που δεν χωρούσε τη μετατροπή του ελληνικού καπιταλισμού σε περιφερειακή «υπερδύναμη». Η στάση των Ελλήνων κομμουνιστών τότε (αντιπολεμική – με συστηματική δουλειά μέσα στο στρατό, ενάντια στα τυχοδιωκτικά σχέδια της άρχουσας τάξης, διεθνιστική στα δύσκολα της πράξης κι όχι στα λόγια) είναι πηγή έμπνευσης και για σήμερα!

Καταγγέλλοντας πράξεις επιθετικότητας και τυχοδιωκτισμού της «δικής μας» αστικής τάξης όπως η προαναγγελία επέκτασης των χωρικών υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια, παίρνοντας αντιπολεμικές και αντιεθνικιστικές πρωτοβουλίες τώρα, πριν είναι αργά, παλεύουμε για να αποκαλύψουμε τα συμφέροντα που απειλούν με πολεμικό αιματοκύλισμα, παλεύουμε για να αποτρέψουμε τον πόλεμο. Είναι το άμεσο καθήκον της στιγμής. Και οι απαντήσεις, όπως και η συνολική πολιτική στάση κάθε δύναμης της Αριστεράς, οφείλουν να είναι ξεκάθαρες.