Δασμοί Τραμπ, εμπορικοί πόλεμοι και μάχη για την κυριαρχία

image_pdfimage_print

…ή Τούτος ο πόλεμος που έρχεται δεν θα’ναι ο τελευταίος

Του Βασίλη Μορέλλα

Από τις αρχές Μάρτη, αναλυτές, δημοσιογράφοι και διεθνής κοινή γνώμη παρακολουθούν με αγωνία τον Τραμπ να κηρύσσει τον εμπορικό πόλεμο εναντίον όλων. Οι υπερβολές του διορθώνονται συνεχώς από την αμερικάνικη άρχουσα τάξη, δείχνοντας ποιος κυβερνά πραγματικά τον τόπο. Κατά συνέπεια, οι διακηρύξεις του έχουν αποτελέσει περισσότερο μέσο πίεσης για τη διεκδίκηση καλύτερων -για τις ΗΠΑ- εμπορικών συμφωνιών. Με τη σημαντική εξαίρεση της στοχοποιημένης Κίνας.

 

Τραμπολιτική

Ο Τραμπ είχε εκλεγεί υποσχόμενος να αποκαταστήσει τον αδιαμφισβήτητο χαρακτήρα της παγκόσμιας αμερικάνικης ηγεμονίας. Θα έκανε πιο μεγάλη προσπάθεια να ανακόψει την ανάδυση της Κίνας σε παγκόσμια υπερδύναμη και θα αναδιαπραγματευόταν ή θα καταργούσε «δυσμενείς» εμπορικές συμφωνίες. Για να επιβάλλει με την πυγμή τους αμερικάνικους όρους σε εχθρούς και φίλους, επικαλούνταν τάχα τη δημιουργία θέσεων εργασίας μέσα στις ΗΠΑ, την μεγαλύτερη οικονομική αυτάρκεια και τη μείωση του τεράστιου εμπορικού ελλείμματος των ΗΠΑ με τον υπόλοιπο πλανήτη.[1] Αυτά ήταν μουσική για τ’αυτιά αρκετών οπαδών του προστατευτισμού, ακόμη και από την ελληνική «πατριωτική» αριστερά. Πολλοί είχαν ενθουσιαστεί με την δήθεν «αντιπαγκοσμιοποιητική» αποχώρηση του Τραμπ από την ΤΡΡ, την Δι-ειρηνική Συνεργασία, ταυτόχρονα με την ενθρόνισή του (1/2017). Από τότε κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι και έχει γίνει κοινός τόπος ο ιμπεριαλιστικός χαρακτήρας των αναζητήσεων Τραμπ. Οι εξελίξεις επιβεβαιώνουν την επισφάλεια αυτών των αναζητήσεων, που γίνονται με την άγαρμπη μέθοδο της μπλόφας και της δοκιμής-λάθους, εν μέσω διενέξεων στην αμερικάνικη άρχουσα τάξη και το πολιτικό της προσωπικό.

 

Εντυπωσιακό Ξεκίνημα

Η κυβέρνηση Τραμπ διατυμπάνιζε από πέρσι τις προθέσεις της για προστατευτικούς δασμούς έναντι των ξένων εισαγωγών. Π.χ. το Δεκέμβρη είχε επιβάλει εξωφρενικούς φόρους (200-500%) σε εισαγωγές βιετναμέζικου χάλυβα με κινέζικες πρώτες ύλες. Φέτος, γενίκευσε αυτήν την τακτική. Στις 22/1 επέβαλε δασμούς 20-30% στα εισαγόμενα πλυντήρια και φωτοβολταϊκά, κρίσιμα εξαγώγιμα προϊόντα για την αντίπαλη Κίνα και την σύμμαχο Ν. Κορέα ή το Μεξικό. Τρεις βδομάδες αργότερα (16/2) ανακοίνωσε σκέψεις για επιπρόσθετα μέτρα (όπως δασμούς 24% στον χάλυβα και 7,7% το αλουμίνιο), που επίσης θα έπλητταν ταυτόχρονα ανταγωνιστές και εταίρους. Την 1η Μάρτη ο Τραμπ ανακοίνωσε στους συμπατριώτες τους βιομήχανους ότι σε δυο μήνες θα επιβάρυνε με δασμούς τις εισαγωγές χάλυβα, αλουμινίου και άλλων προϊόντων. Σε επίπεδο εξαγγελιών, θα πλήττονταν όλες οι χώρες που εξάγουν στις ΗΠΑ. Αναμενόμενα, αυτά απαντήθηκαν από όλες τις μεγάλες κυβερνήσεις, από την ΕΕ και την Ιαπωνία μέχρι την Κίνα και την Αργεντινή, με απειλές για αντίμετρα κατά των αμερικάνικων προϊόντων. Η ανταλλαγή απειλών δημιούργησε πανικό στα χρηματιστήρια για γενικευμένο εμπορικό πόλεμο που θα συρρίκνωνε το διεθνές εμπόριο και θα αύξανε απότομα τις τιμές και τα κόστη παραγωγής.

Τα προστατευτικά μέτρα ακριβαίνουν τα εισαγόμενα προϊόντα, ευνοώντας (προσωρινά) στον ανταγωνισμό τις ντόπιες βιομηχανίες που παράγουν ίδια προϊόντα, αλλά δυσχεραίνοντας όσες τα χρησιμοποιούν ως πρώτες ύλες. Χαρακτηριστικά, η αμερικάνικη χαλυβουργία (που θέλει ακριβό χάλυβα) στήριξε τις προτάσεις Τραμπ, μαζί μάλιστα με τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία της βασικής εργατικής ομοσπονδίας AFLCIO. Αντίθετα, αυτοκινητοβιομηχανίες και κονσερβοποιίες (που θέλουν φτηνό χάλυβα) απέρριψαν τις προτάσεις. Άλλωστε, τα αντίμετρα των υπόλοιπων χωρών θα σήμαιναν πιθανή εξουδετέρωση των όποιων κερδών ακόμη και για την πρώτη κατηγορία αμερικάνικων επιχειρήσεων. Η αμοιβαία ύψωση προστατευτικών δασμών στον καπιταλισμό τελικά οδηγεί σε επιβάρυνση του καταναλωτή για χάρη της «εθνικής οικονομίας», δηλαδή των καπιταλιστικών κερδών, χωρίς καν να τα εξασφαλίζει σίγουρα. Μακροπρόθεσμα, επιταχύνει την στρατιωτική σύγκρουση. Βραχυπρόθεσμα, πλήττει όλες τις επιχειρήσεις που είναι προσανατολισμένες στη διεθνή αγορά, δηλαδή σχεδόν όλο το σοβαρό μεγάλο κεφάλαιο. Το 2002 ο Πρόεδρος Τζορτζ Μπους είχε πειραματιστεί επιβάλλοντας δασμούς 8-30% στον εισαγόμενο χάλυβα, εξαιρώντας ορισμένες χώρες. Ακριβώς επειδή το μέτρο αποδείχτηκε αντιπαραγωγικό για τον αμερικάνικο καπιταλισμό, οι δασμοί αποσύρθηκαν μετά από 18 μήνες. Φετινή έρευνα του Reuters έδειξε ότι 8 στους 10 αστούς οικονομολόγους εκτιμούσαν εξαρχής ότι οι δασμοί του Τραμπ θα απόβαιναν εις βάρος της αμερικάνικης οικονομίας. Θα έπρεπε να είναι σαφές από την αρχή, λοιπόν, ότι οι απειλές του Τραμπ δεν μπορούσαν να είναι κυριολεκτικές. Τουλάχιστον όχι εναντίον των περισσότερων ανταγωνιστριών χωρών.

Διορθωτικοί Ελιγμοί

Πράγματι, στις 8/3 υπογράφτηκε η εντός 15 ημερών εφαρμογή των δασμών στο χάλυβα (25%) και το αλουμίνιο (10%). Αλλά εξαιρέθηκαν «προσωρινά» ο Καναδάς και το Μεξικό (16% και 9% αντίστοιχα της αμερικάνικης ζήτησης χάλυβα), που κλήθηκαν αμέσως σε αναδιαπραγμάτευση της NAFTA.[2] Παρά τον χρηματιστηριακό πανικό, η δασμολογική απειλή χρησιμοποιούνταν ως μέσο πίεσης για ευνοϊκότερες εμπορικές συμφωνίες. Όμως η μπλόφα δεν φαίνεται να βγαίνει εύκολα! Οι υπόλοιποι εθνικοί καπιταλισμοί δεν είναι ούτε ηλίθιοι ούτε… «υποταγμένοι». Την ίδια ακριβώς μέρα (8/3), έντεκα χώρες του Ειρηνικού υπέγραψαν ερήμην των ΗΠΑ την Δι-Ειρηνική Συνεργασία, που οι ΗΠΑ σαμπόταραν από πέρσι. Επίσης, Καναδάς και Μεξικό συνεχίζουν να διαπραγματεύονται απτόητα και σκληρά με την αμερικάνικη αντιπροσωπεία για την NAFTA. Ελπίζουν να τελειώσουν πριν τις μεξικανικές εκλογές του Ιούλη –και εκείνες του Νοέμβρη για το αμερικάνικο Κογκρέσο. Δεν έχουν εκβιαστεί να συμφωνήσουν (συνομιλίες 7-9/5) ούτε καν στα θεωρούμενα ως «εύκολα» ζητήματα, όπως τα πνευματικά δικαιώματα.[3]

Μια μέρα πριν την εφαρμογή των μέτρων της 8ης Μάρτη, στις 22 Μάρτη, ο Τραμπ πάγωσε τους δασμούς κατά της ΕΕ, της Βραζιλίας, της Ν.Κορέας, της Αυστραλίας και της Αργεντινής. Τα χρηματιστήρια ανακουφίστηκαν. Στην αρχή το πάγωμα ίσχυε ως την 1η Μάη. Λίγο πριν λήξει η προθεσμία, επεκτάθηκε ως τα… τέλη Μάη. Ως τώρα, η πίεση των δασμών λίγα έχει αποδώσει. Στις 2 Μάη, οι βραζιλιάνοι βιομήχανοι αποδέχτηκαν τον εκβιασμό (τύπου «Αλ Καπόνε», κατά τον πρόεδρο των αλουμινοβιομήχανων) στο αλουμίνιο και σημαντικούς περιορισμούς εξαγωγών στο ατσάλι, ενώ οι ΗΠΑ έχουν διακόψει μονομερώς τις συνομιλίες και εκκρεμεί η συμφωνία. Η Ν.Κορέα ήταν η πρώτη χώρα που σύρθηκε σε υποχωρήσεις (27/3), αλλά σε δευτερεύουσες ή χωρίς αντίκρισμα εμπορικές ρυθμίσεις.[4] Πιθανώς επειδή η κυβέρνησή της ήθελε να προκρίνει τη θετική έκβαση των συνομιλιών με τη Β. Κορέα.

Από την άλλη, για να αποφύγει τους δασμούς, η Αργεντινή φαίνεται να καταλήγει σε μια «ελαφριά» συμφωνία για μη αύξηση των εξαγωγών χάλυβα-αλουμινίου προς τις ΗΠΑ. Η Ιαπωνία αρνείται να διαπραγματευτεί διμερώς με τις ΗΠΑ και τις καλεί να επανενταχτούν στην TPP. Η δε Κομισιόν απορρίπτει κάθε ιδέα για συνομιλίες αν δεν αποσυρθούν οι απειλές. Αν και όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ φοβούνται ότι αυτή η ιστορία μπορεί να ανακόψει την ευρωπαϊκή ανάκαμψη (βλ. και δηλώσεις Μοσκοβισί, 3/5), μεταξύ τους έχουν διαφορετικές προτεραιότητες: η Ιταλία θα δεχόταν να συζητήσει περιορισμούς εξαγωγών στα υφάσματα και τα φάρμακα, η Γερμανία στα βιομηχανικά προϊόντα, η Γαλλία στις κρατικές προμήθειες. Έτσι, οι εξελίξεις θα κριθούν από το πόσο κάθε χώρα –και οι ΗΠΑ- θα αντέξει τις πιέσεις της αγοράς της για εξεύρεση λύσης. Όπως και από τις υπόλοιπες διεθνείς εξελίξεις, όπως η σύγκρουση με το Ιράν.

Η πραγματική εξουσία

Οι ελιγμοί και οι υποχωρήσεις του Τραμπ ήταν αποτέλεσμα πιέσεων και παρεμβάσεων της αμερικάνικης άρχουσας τάξης. Ο Τραμπ είναι μόνο ο πιο φωνακλάδικος παράγοντας συνδιαμόρφωσης της αμερικάνικης πολιτικής, άσχετα αν ευνοείται από τις ταλαντεύσεις και την αβεβαιότητα ενός καπιταλισμού που βρίσκεται σε παρακμή. Τα παραδείγματα πολλά. Μετά την ανακοίνωση της 1ης Μάρτη για επιβολή δασμών στους πάντες, παραιτήθηκε ο Γκάρι Κον, κορυφαίος οικονομικός σύμβουλος του Λευκού Οίκου. Την επόμενη μέρα ακολούθησε ανοιχτή επιστολή 107 Ρεπουμπλικάνων βουλευτών. Στο όνομα των επιχειρήσεων, ειρωνεύονταν τον Τραμπ σαν κακό ηθοποιό, συμφωνούσαν να στοχοποιηθεί η Κίνα «για τις άδικες εμπορικές πρακτικές της», αλλά όχι οι παραδοσιακοί σύμμαχοι των ΗΠΑ. Με παρόμοιο τρόπο έχουν τοποθετηθεί και Δημοκρατικοί βουλευτές. Θέση έχουν πάρει φυσικά οι τραπεζικοί οίκοι και τα θινκ-τανκ (Citigroup, Morgan Stanley κλπ). Τάσσονται κατά ενός γενικευμένου εμπορικού πολέμου, ενώ ταυτόχρονα καθησυχάζουν ότι δεν είναι πιθανό ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Μάλιστα, η Goldman Sachs επιμένει ότι πέρα από τα επικοινωνιακά τερτίπια, ακόμη κι αν οι εκατέρωθεν εμπορικές απειλές έπαιρναν σάρκα, δεν θα επηρέαζαν πολύ την αμερικάνικη οικονομία: οι εισαγωγές από την Κίνα είναι μόνο 3% του αμερικάνικου ΑΕΠ και οι εξαγωγές προς την Κίνα το 1%.

Η αμερικάνικη άρχουσα τάξη δεν εγκρίνει καθόλου έναν εμπορικό πόλεμο με όλες τις ανταγωνίστριες χώρες του κόσμου. Μερίδα της μπορεί να εγκρίνει έναν εμπορικό πόλεμο με την Κίνα, αλλά όχι αναγκαστικά με την μέθοδο των δασμών. Στις 18/3, 45 εμπορικοί σύνδεσμοι των ΗΠΑ παρότρυναν τον Τραμπ να μην προχωρήσει σε δασμούς κατά της Κίνας, ενώ στις 12/4 107 εταιρείες ζήτησαν από το Κογκρέσο σοβαρές διορθώσεις στην πολιτική Τραμπ. Τον Μάη (15-22/5), με συμμετοχή κάπου 130 εταιρειών, ανοίγει η δημόσια διαβούλευση για το ποια κινέζικα προϊόντα πρέπει να επιβαρυνθούν, αλλά και για το κατά πόσο πρέπει να επιβληθούν δασμοί ή να επιδιωχθεί άλλη συμφωνία με την Κίνα. Τέτοιος είναι ο κορσές που περιορίζει τις προεδρικές κινήσεις.

 

Η εχθρά της Ανατολής

Στις 22 Μάρτη, μαζί με την αναστολή των δασμών για ορισμένους συμμάχους (ενώ ισχύουν κανονικά για άλλους), ο Τραμπ σόκαρε ανακοινώνοντας δασμούς σε επιπρόσθετα κινέζικα προϊόντα αξίας περίπου στο 10% όλων των κινέζικων εισαγωγών. Οι δασμοί θα εφαρμόζονταν τον Μάιο. Η Κίνα απάντησε την 1η Απρίλη υποσχόμενη δασμούς 15-25%, εις βάρος 128 αμερικανικών εισαγωγών αξίας 3 δισ. δολαρίων (χαλύβδινοι σωλήνες, χοιρινό, κρασί κλπ). Στις 3 Απρίλη ο Τραμπ συγκεκριμενοποίησε τα 1333 προϊόντα που θα έθιγε, από σιδηροτροχιές, τηλεοράσεις και μπαταρίες μέχρι παπούτσια, αξίας περίπου 50 δισ. δολαρίων. Την επόμενη, η Κίνα ξανα-απάντησε με σχέδια ίσης αξίας, κατά 106 αμερικανικών προϊόντων (σόγια, αυτοκίνητα, χημικά κ.α). Στις 5/4 ο Τραμπ ανέβασε το επικοινωνιακό στοίχημα με επιπρόσθετους δασμούς σε κινέζικες αξίες 100 δισ.

Στις αρχές Μάη οι δυο πλευρές κάθισαν για πρώτη φορά στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Αλλά δεν κατέληξαν πουθενά. Τα εμπορικά γεράκια του Τραμπ, εν είδει ανατολίτικου παζαριού, ξεκίνησαν από ψηλά, θέτοντας προκλητικούς, σχεδόν αποικιακούς όρους που η Κίνα δεν μπορούσε να δεχτεί. Να μειώσει το εμπορικό πλεόνασμα που έχει με τις ΗΠΑ κατά… 200 δισ. σε ένα χρόνο. Να μην απαιτεί κοινοπραξίες από τους αμερικάνους επενδυτές, ώστε να μην αφομοιώνει την τεχνογνωσία τους. Να συμμορφώνεται με τους… αμερικάνικους νόμους περί εξαγωγών, να ανοίξει τα σύνορα στις αμερικάνικες επενδύσεις σε όλους τους τομείς και να ανέχεται δασμολογικά ή άλλα μέτρα των ΗΠΑ εναντίον της χωρίς εκείνη να απαντά! Το αποτέλεσμα η Κίνα να αρχίσει να προετοιμάζεται πιο συγκεκριμένα για σύγκρουση. Ήδη ακυρώνονται οι παραγγελίες αμερικάνικης σόγιας και αυξάνονται οι αγροτικές επιδοτήσεις για καλλιέργεια ντόπιας σόγιας.[5] Αν και μόνο μεσοπρόθεσμα θα μπορούσε η Κίνα να αντικαταστήσει την αμερικάνικη με ντόπια ή βραζιλιάνικη σόγια, τέτοιες κινήσεις δείχνουν ότι «βλέπει» το αντίπαλο ποντάρισμα. Στην άλλη πλευρά του Ειρηνικού, ο αμερικανικός τιμάριθμος ανεβαίνει ελαφρώς και ανακοινώνονται κάποιες αναστολές επενδύσεων, αφού η αγορά ήδη προεξοφλεί τους μεγάλους δασμούς που επίκεινται τον Ιούνιο. Ο Σύνδεσμος Τεχνολογίας Καταναλωτών δήλωσε ότι οι αμερικάνοι καταναλωτές θα επιβαρυνθούν του χρόνου κατά 711 εκ δολάρια, μόνο από τους δασμούς στις κινέζικες τηλεοράσεις.

Όμως, ο «πόλεμος» με την Κίνα δεν περνά μόνο μέσα από τη δασμολογική πολιτική. Στις ΗΠΑ διακινούνται δημόσια σκέψεις για ένα νομοσχέδιο που θα εξουσιοδοτεί τον Πρόεδρο να μπλοκάρει γενικευμένα τις κινέζικες επενδύσεις (ειδικά σε μικροτσίπ, ηλεκτρικά οχήματα, επικοινωνίες, αεροπλοΐα κλπ) που θα μπορούσαν να αποσπάσουν αμερικάνικη τεχνογνωσία.[6] Ως τώρα έχουν υπάρξει μεμονωμένες περιπτώσεις επιλεκτικής αποτροπής κινέζικων επενδύσεων. Το Σεπτέμβρη του 2017 αποτράπηκε η εξαγορά της Lattice Semiconductor από την κινέζικη Canyon Bridge , τον φετινό Γενάρη της MoneyGram από την Ant Financial, το Μάρτη της γιγάντιας Qualcomm από την Broadcom. Τον Απρίλη, ο Τραμπ ενέτεινε τα πλήγματα. Απαγόρευσε για εφτά χρόνια τις εξαγωγές εξαρτημάτων και λογισμικού προς την δεύτερη μεγαλύτερη κινέζικη κατασκευάστρια κινητών, την ZTE, κατηγορώντας την για εμπόριο με το Ιράν. Με τις ίδιες κατηγορίες ξεκίνησε έρευνα κατά της μεγαλύτερης Huawei και αφαίρεσε τα προϊόντα των δυο εταιρειών από τις βιτρίνες του αμερικάνικου στρατού. Στις 9 Μάη η ΖΤΕ, με 17 δισ. ετήσια έσοδα, ανακοίνωσε παύση εργασιών, ως πρώτο μεγάλο θύμα του σινοαμερικάνικου πολέμου!

 

Διεθνείς Συνέπειες

Εκτός από την Κίνα υπάρχουν πολλές χώρες που δεν έχουν αποφύγει ως σήμερα τους αμερικάνικους δασμούς (π.χ. Ρωσία, Ιαπωνία, Ινδία, Ταϊβάν, Τουρκία). Αυτές αδειάζουν τον χάλυβά τους στην Ευρώπη, ρίχνοντας την τιμή του εκεί. Αν η ΕΕ δεν επιβάλλει τώρα δικούς της δασμούς ή δεν βρει τρόπο να ρίξει το κόστος του δικού της χάλυβα, θα δει νέες πτωχεύσεις στην χαλυβουργία της. Ακόμη κι αν όλα τα κράτη πλην Κίνας καταλήξουν σε συμφωνία με τις ΗΠΑ, ένας σινοαμερικάνικος εμπορικός πόλεμος θα είχε διεθνείς συνέπειες. Είτε από τα αντίποινα της Κίνας, είτε επειδή το 30% της αξίας των κινέζικων προϊόντων κατασκευάζεται αλλού. Π.χ. θα πλήττονταν οι γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες που εξάγουν στην Κίνα μέσω ΗΠΑ ή οι εξαγωγές μικροτσίπ Κορέας και Ιαπωνίας. Αντίθετα, ευρωπαϊκές κρεατοβιομηχανίες (σε Ισπανία, Γερμανία, Δανία, Ρωσία) ή η νοτιοαμερικάνικη σόγια (Αργεντινή, Βραζιλία) μπορεί να ωφεληθούν. Σε βάθος χρόνου, θα επιταχυνόταν η μεταφορά κινέζικων επιχειρήσεων σε άλλες χώρες της ΝΑ Ασίας ή στη Λατινική Αμερική για να αποφύγουν τους δασμούς. Ωστόσο, αναλυτές υποστηρίζουν ότι οι δασμοί δεν θα επηρεάσουν πολύ το παγκόσμιο ΑΕΠ.[7] Άλλες εχθροπραξίες, όπως οι αποκλεισμοί ZTEHuawei και το μποϊκοτάζ, μπορούν να έχουν πιο σοβαρές συνέπειες.

 

Πέρα από προφάσεις

Η διεθνής διαμάχη αντανακλάται στο νομικό επίπεδο, διαθλασμένα αλλά ενδεικτικά για την βαρύτητά της. Οι ΗΠΑ κατηγορούν την Κίνα για πρακτικές αθέμιτου ανταγωνισμού και βιομηχανική κατασκοπεία. Πρόκειται για νομικίστικες δικαιολογίες: οι ίδιες πράττουν ομοίως. Προς επίρρωση, τρεις μέρες πριν την ανακοίνωση των δασμών στις κινέζικες εισαγωγές, η αμερικάνικη (!) Επιτροπή Διεθνούς Εμπορίου είχε απορρίψει καταγγελία της US Steel (20 μήνες μετά την προσφυγή της) για αθέμιτο ανταγωνισμό από την κινέζικη χαλυβουργία. Από την άλλη, η Κίνα όντως επιβάλλει στις εισαγωγές της πολλαπλάσιους δασμούς από ό,τι οι ξένες χώρες επιβάλλουν στα δικά της προϊόντα. Ο οξυμένος ανταγωνισμός των μεγάλων ιμπεριαλιστών προφανώς δεν σέβεται τα δικαιοδοτικά όργανα που οι ίδιοι είχαν φτιάξει για να εξυπηρετούνται εις βάρος πιο αδύναμων παικτών. Από πέρσι έχουν αυξηθεί οι προσφυγές στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ/WTO), με τη μία μεγάλη χώρα ή εθνική επιχείρηση να καταγγέλλει την άλλη για «αθέμιτο ανταγωνισμό». Ενδεικτικά, Airbus και Boeing κονταροχτυπιούνται από το 2016, ενώ τον περασμένο Νοέμβρη οι ΗΠΑ είχαν καταγγείλει κινέζικο ντάμπινγκ στο αλουμίνιο.[8] Οι αντιδικίες κορυφώθηκαν φέτος. Για παράδειγμα, στις 5 Απρίλη η Κίνα προσέφυγε στον ΠΟΕ κατά των αμερικάνικων μέτρων και στα τέλη του ίδιου μήνα Ινδία και ΕΕ προσανατολίζονταν να στηρίξουν την προσφυγή, που θα οδηγήσει σε διαιτησία ως τις αρχές Ιούνη (όταν θα έχουν εφαρμοστεί εκατέρωθεν τα νέα δασμολόγια). Ο Καναδάς είχε προσφύγει στον ΠΟΕ τον Γενάρη κατά προηγούμενων «άδικων μέτρων» των ΗΠΑ (επιδοτήσεις, ντάμπινγκ) και ξανά το Μάρτη για δασμούς στο χαρτί. Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει θεμιτός και αθέμιτος ανταγωνισμός: στο κυνήγι του κέρδους, όλα επιτρέπονται και καθένας κάνει ό,τι μπορεί. Οι νομικές επικλήσεις και προφάσεις θα μετρούν όλο και πιο λίγο σε σχέση με το υλικό κόστος που μπορεί να επιφέρει ο ένας στον άλλον. Μπροστά σε αυτήν την αλήθεια υποκλίνεται και ο ΠΟΕ, ως άλλο ένα μόρφωμα που καλλώπιζε την ωμή ιμπεριαλιστική ισχύ με τα φτιασίδια του «διεθνούς δικαίου». Οι ΗΠΑ -μετά και την καταδίκη τους για επιδοτήσεις στην Boeing– σαμποτάρουν από πέρσι τον ΠΟΕ και την εκλογή των τριών στους επτά δικαστές του «Εφετείου» του, για να αποτρέψουν δυσάρεστες αποφάσεις. Το «Εφετείο» έφτασε να κάνει έκκληση στα μέλη του Οργανισμού (3/5/18) να μην διαλύσουν «το κύρος που έχτιζαν για είκοσι χρόνια»![9]

 

Πραγματικές αιτίες

Οι εμπορικοί πόλεμοι που κυοφορούνται, έχουν στο υπόβαθρό τους την υπερσυσσώρευση κεφαλαίων σε κρίσιμους τομείς της «πραγματικής» οικονομίας. Η πιο συμβολική κόντρα γίνεται για τους δασμούς στον χάλυβα. Η χαλυβουργία είναι δείκτης υγείας της παγκόσμιας οικονομίας. Η ετήσια αξία της είναι 900 δισ. δολάρια το χρόνο. Η Κίνα παράγει τον μισό χάλυβα (και το μισό αλουμίνιο) της Γης και οι ΗΠΑ είναι ο Νο1 παγκόσμιος εισαγωγέας. Η μεγάλη άνοδος της κινέζικης χαλυβουργίας τα τελευταία 15 χρόνια, διεκδικεί μερίδια σε μια κορεσμένη αγορά. Κατά τις εκτιμήσεις της γερμανικής κυβέρνησης (11/2017) η παγκόσμια ζήτηση χάλυβα παραμένει χαμηλή παρά τις κυκλικές αυξομειώσεις. Σε σχεδόν 2,4 δισ. τόνους ετήσιας δυνητικής παραγωγής ακατέργαστου χάλυβα, το 2016 υπήρχε πλεόνασμα 730 εκατομμυρίων, το μεγαλύτερο στην ιστορία. Ως συνέπεια, από το 2014 πολλές χαλυβουργίες έχουν πτωχεύσει, Κίνα και ΕΕ έχουν προχωρήσει σε σημαντική μείωση της παραγωγής τους, αλλά ζητούν να κάνουν το ίδιο και άλλες χώρες. Όπως οι ΗΠΑ, που πρακτικά έχουν διατηρήσει την ίδια παραγωγή. Πάνω σε μια πίτα που μικραίνει, είπαμε ήδη ότι οι απειλές Τραμπ κατά του κινέζικου ατσαλιού είχαν ξεκινήσει από πέρσι. Αντίστοιχη υπερσυσσώρευση και υπερπροσφορά υπάρχει και στο αλουμίνιο.

Στη βάση της υπερσυσσώρευσης, δεν είναι τυχαίο ότι, με όλα τα πίσω-μπρος, η αμερικάνικη άρχουσα τάξη φαίνεται να ομονοεί στην στοχοποίηση της Κίνας, ενώ είναι πιο διαλλακτική με άλλους εταίρους. Το «πίβοτ προς την Ασία», που εμποδιζόταν από τα ανοιχτά μέτωπα των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή, ήταν επιλογή και του Ομπάμα. Ο σινοαμερικάνικος ανταγωνισμός αφορά λιγότερο τον χάλυβα και το αλουμίνιο και περισσότερο τον συνολικό δυναμισμό της κινέζικης οικονομίας και τις νέες τεχνολογίες.[10] Ήδη από το 2014, το κινέζικο ΑΕΠ έχει ξεπεράσει το αμερικάνικο σε Μονάδες Αγοραστικής Δύναμης και θα κάνει το ίδιο σε τιμές αγοράς ως το 2030. Το πρόγραμμα του κινέζικου ΚΚ «Made in China 2025» θέλει να μετατρέψει σύντομα την χώρα σε παγκόσμια υπερδύναμη. Επιδοτώντας βιομηχανία, έρευνα και τεχνολογία, ώστε να απεξαρτηθεί η κινέζικη οικονομία από τη Δύση σε τομείς αιχμής (ρομποτική, αεροναυτική, τεχνητή νοημοσύνη, 5G επικοινωνίες, μεταφορές κλπ). Είναι λογική λοιπόν η κινέζικη πολιτική που αναγκάζει ξένους επενδυτές να μοιραστούν την τεχνογνωσία τους με το κράτος, με υποχρεωτικές κοινοπραξίες. Ταυτόχρονα, εδώ και πέντε χρόνια η Κίνα προωθεί την Πρωτοβουλία Ζώνης και Δρόμων (Belt and Road Initiative), με κόστος που θα φτάσει τα 4 ως 8 τρισ. δολάρια, εξαπλώνοντας τα κινεζικά συμφέροντα σε 69 ασιατικές και ευρωπαϊκές χώρες, διασυνδέοντάς τα καλύτερα με τους ευρωπαίους πελάτες, επενδύοντας σε αγωγούς, δίκτυα μεταφορών, μεταλλουργία, εκπαίδευση, ακίνητα κ.ο.κ. Το καθεστώς αυξάνει ταυτόχρονα τις στρατιωτικές επενδύσεις και φέρεται να προηγείται των ΗΠΑ σε κάποιους τομείς, όπως τα υπερηχητική οπλικά συστήματα. Αυτή η φιλόδοξη διαδρομή δεν είναι στρωμένη με ροδοπέταλα για τον κινέζικο ιμπεριαλισμό. Θα δυσκολευτεί να ξεπεράσει την εξάρτησή του σε κρίσιμους τομείς (π.χ. ημιαγωγοί) [11], αφού ο αντίπαλος δεν σκοπεύει να παραδώσει το βάθρο του αμαχητί.

Η κλιμάκωση των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών είναι οφθαλμοφανής και πανθομολογούμενη. Από τις τρικλοποδιές που ανταλλάσσουν οι ΗΠΑ με την Κίνα, τις αψιμαχίες με τη Ρωσία στη Συρία και την πολύ σοβαρότερη ρήξη με το Ιράν· μέχρι τις περιφερειακές εντάσεις (Ισραήλ-Συρία, Ελλάδα-Τουρκία, Ρωσία-Ουκρανία κλπ), όλα δείχνουν ότι η συλλογική νοημοσύνη των καπιταλιστών, πολύ πιο έξυπνη και ενημερωμένη από εμάς, έχει ήδη ξεκαθαρίσει κάτι. Ότι η οικονομική δυσχέρεια που έχει αφήσει πίσω της η κρίση του 2008 θα ξεπεραστεί εις βάρος των ανταγωνιστών, άρα με πολεμικές μεθόδους. Στα μέτωπα που προκύπτουν, εμπορικά και στρατιωτικά, ούτε καν οι αντικειμενικοί συσχετισμοί δύναμης δεν είναι δεδομένοι, αφού οι συμμαχίες είναι ρευστές. Καθήκον μιας επαναστατικής, άρα διεθνιστικής, Αριστεράς δεν είναι να συνηθίσει και να προσαρμοστεί στη διαμορφούμενη κατάσταση, όπως ο βάτραχος στο νερό που σιγοβράζει. Αλλά να αρχίσει να ορθώνει αντιστάσεις στα συμπτώματα των μεγάλων συγκρούσεων που θα έρθουν.

 

Σημειώσεις

[1] Βρισκόταν στα 566 δισ. δολάρια, με τα 375 να αφορούν μόνο την Κίνα και τους Μεξικό, Ιαπωνία, Γερμανία να ακολουθούν.

[2] NAFTA: Βορειοαμερικάνικη Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου, ισχύει από το 1994.

[3] Διαφωνούν σε πολλά σημεία. Όπως στο διάστημα προσαρμογής των εταιρειών στη νέα συμφωνία, που οι αμερικάνοι θέλουν μικρό (τριετές), ή στα ποσοστά των εμπορευμάτων που θα πρέπει να κατασκευάζονται στις ΗΠΑ για να δικαιούνται μηδενικούς δασμούς. Ακόμη και στη διάρκεια (12 ή 8 χρόνια) μιας φαρμακευτικής πατέντας.

[4] Σύμφωνα με αυτές, οι αμερικάνοι διευρύνουν την πρόσβασή τους στην κορεάτικη αγορά αυτοκινήτων (70% του εμπορικού ελλείματός τους με την Ν. Κορέα το 2017) και φαρμακευτικών. Ενώ αντίθετα οι νοτιοκορεάτες θα μειώσουν κατά 30% τις εξαγωγές χάλυβα. Έτσι απέφυγαν τους δασμούς 8% στα κορεάτικα αυτοκίνητα. Για τα μάτια του κόσμου, συνεχίζονται οι δασμοί 25% στα φορτηγάκια, που όμως οι ΗΠΑ δεν εισάγουν από την Ν. Κορέα. Παρομοίως, συμφωνήθηκε η αποφυγή της νομισματικής υποτίμησης ως εμπορικού εργαλείου, αλλά χωρίς να προβλέπεται κανένας μηχανισμός επιτήρησης και επιβολής του μέτρου. Τέλος, είναι αμφίβολο αν επωφεληθούν πρακτικά οι αυτοκινητοβιομηχανίες των ΗΠΑ από τον διπλασιασμό (από 25 σε 50 χιλιάδες αμάξια το χρόνο) των δυνητικών εξαγωγών χωρίς προδιαγραφές ασφαλείας. (Reuters)

[5] Ο συνδυασμός αβεβαιότητας, ρίσκου και μποϊκοτάζ έριξε τις πωλήσεις αμερικάνικης σόγιας μέσα στον Απρίλη κατά… 97%, αν και οι περισσότερες πωλήσεις γίνονται τέλη καλοκαιριού. Η σόγια είναι το νούμερο ένα εξαγώγιμο αγροτικό προϊόν των ΗΠΑ στην Κίνα.

[6] Η Κίνα είχε επενδύσει 45δισ. δολάρια στις ΗΠΑ το 2016, από 15 το 2015. (Rhodium Group)

[7] Π.χ. Η Goldman Sachs εκτιμά (5/4/18) ότι οι τιμές των ηλεκτρονικών στις ΗΠΑ δεν θα επηρεαστούν πολύ, επειδή δεν θίγονται οι εισαγωγές έτοιμων προϊόντων (εκτός π.χ. οθονών και προβολέων), αν και τα ηλεκτρονικά αφορούν 130 δις$ από ένα σύνολο 600δισ. $ εισαγωγών (2016).

[8] Για πρώτη φορά χωρίς αίτημα της αντίστοιχης βιομηχανίας. Επειδή τα μονοπώλια φοβούνται τις συνέπειες μιας καταγγελίας απέναντι στην Κίνα, εξουσιοδοτούν το κράτος τους…

[9] Ο ΠΟΕ ιδρύθηκε το 1995, διάδοχο σχήμα της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου (GATT) μετά τον Β’ΠΠ.

[10] Κατά τη Morgan Stanley, οι δασμοί σε χάλυβα, αλουμίνιο, πλυντήρια και φωτοβολταϊκά αφορούσαν το 4,1% των αμερικάνικων εισαγωγών.

[11] Η Κίνα εισάγει κάθε χρόνο μικροτσίπ αξίας 200 δισ. δολαρίων, κυρίως από Ιαπωνία και Ν.Κορέα, χωρίς να έχει σταθεί ικανή να υποκαταστήσει τις 50 διαφορετικές βιομηχανίες που απαιτούνται για την κατασκευή τους. Αν και σημειώνει μεγάλη πρόοδο στο «σόφτγουερ» (πατέντες κβαντικών προγραμμάτων, κρυπτογράφηση, επικοινωνίες κλπ), η Β. Αμερική κρατά σταθερά το «χάρντγουερ».

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται.


*


Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.