Τι να κάνουμε μετά την ήττα;

image_pdfimage_print

του Ηλία Ιωακείμογλου

Η αίσθηση «τέλους εποχής» που µας αφήνουν οι εκλογές του 2019 στην Ελλάδα (αλλά και στην Ευρώπη) ανακαλεί στη µνήµη τα χρόνια της ιστορικής ήττας της Αριστεράς που ακολούθησαν αφενός µε την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης και αφετέρου µε τις αποτυχίες του «δυτικού µαρξισµού», που επιχείρησε τότε, στη δεκαετία του 1980, να ασκήσει αριστερή διακυβέρνηση στην Ευρώπη. Αυτό που βρίσκεται σε εξέλιξη τώρα, είναι η δεύτερη ιστορική ήττα της Αριστεράς, η δεύτερη ιστορική παρένθεση που αφήνει πίσω της ηττηµένες ξανά τις δυνάµεις των υποτελών κοινωνικών τάξεων, τις στρατηγικές τους επιδιώξεις, τον τρόπο της οργάνωσής τους, τις θεωρητικές και ιδεολογικές επιλογές τους. Βρισκόµαστε ξανά µπροστά στο µεγάλο κενό που αφήνει πίσω της κάθε κατάρρευση.

Εκ των πραγµάτων έχει έρθει, λοιπόν, η ώρα του απολογισµού της περιόδου που κλείνει (1991-2019), της «εποχής των κοινωνικών κινηµάτων», στη διάρκεια της οποίας είδαµε, αµέσως µετά την συντριβή του 1989-1991,

• την καταφυγή των ηττηµένων δυνάµεών µας στους κόλπους των αναδυόµενων κοινωνικών κινηµάτων,

• τη σταδιακή διάλυση, αλλοίωση, µετάλλαξη των στιβαρών οργανωτικών σχηµάτων που η παράδοση µάς είχε κληροδοτήσει,

• τη σιωπηλή εγκατάλειψη όλων των βασικών θέσεων της µαρξιστικής θεωρίας για το κράτος και τις κοινωνικές τάξεις,

• την ανάπτυξη των χαλαρών «πλατιών κοµµάτων» και την υποχώρηση των λενινιστικών αρχών οργάνωσης,

• τη διάρρηξη των οργανικών σχέσεων της πολιτικής εκπροσώπησης µε τις µάζες και την εδραίωση της κοινοβουλευτικής αυταπάτης και του κυβερνητισµού,

• την υιοθέτηση µειωµένων προσδοκιών από την πολιτική µας δράση και τη συνακόλουθη έκλειψη κάθε συλλογικού οράµατος για ριζικές αλλαγές στις κοινωνικές σχέσεις παραγωγής και στην καθηµερινή ζωή στην πόλη, την οικογένεια, το σχολείο κ.λπ.,

• τη σύγχυση σχετικά µε τη φύση και τον ρόλο του αστικού κράτους και ιδιαίτερα των ιδεολογικών του µηχανισµών,

• την εγκατάλειψη της έννοιας της οικονοµικής εκµετάλλευσης και την υποτίµηση του ανταγωνισµού της εργασίας µε το κεφάλαιο,

• την αποσιώπηση της ανάπτυξης ενός πολυπληθούς προλεταριάτου και την επικέντρωση του ενδιαφέροντος προνοµιακά ή ακόµη και ολοκληρωτικά στους αποκλεισµένους, στους υπολειµµατικούς πληθυσµούς που ο καπιταλισµός αφήνει πλέον, µε αυξανόµενους ρυθµούς, εκτός συστήµατος ως περιττούς (για εκείνον),

• την υποκατάσταση των οργανικών διανοουµένων της Αριστεράς που αποδέχονταν την προσωπική διακινδύνευση ως πολιτική στάση, από επαγγελµατίες πανεπιστηµιακούς µε «κοινωνικές ευαισθησίες» που τους εµπλέκουν µε την πολιτική ως χόµπι,

• την υποχώρηση από τη διεκδίκηση της κεντρικής εξουσίας και της πολιτικής ηγεµονίας στην ανάπτυξη αντιστάσεων και διεκδικήσεων µεταρρυθµιστικού χαρακτήρα σε διάφορες βαθµίδες της κοινωνίας.

Πάνω σε αυτές τις γραµµές η Αριστερά της «εποχής των κινηµάτων» και των «πλατιών κοµµάτων» οργανώθηκε και έκανε πολιτική στη διάρκεια των τελευταίων 25 ετών· και καταφανώς αυτός ο τρόπος να κάνει πολιτική έχει ολοκληρώσει τον κύκλο του όπως αποδεικνύεται από τη βαθιά, συντριπτική και παρατεταµένη ήττα που υφίσταται στην Ελλάδα, στην Ευρώπη, στην Λατινική Αµερική.

∆εν χρειάζεται να είναι κάποιος πολιτικά σοφός για να αντιληφθεί ότι αφού έτσι έχουν τα πράγµατα, πρέπει αµέσως να ξεκινήσει η µεγάλη συζήτηση για το ερώτηµα τι να κάνουµε µετά την ιστορική ήττα.

Το τέλος της «εποχής των κινηµάτων»1 αφήνει ευθύς αµέσως µπροστά µας,

• έναν κενό χώρο στη θεωρία, που αφέθηκε επί δεκαετίες στην τύχη της και στην υπναλέα ενασχόληση µεταµοντέρνων πανεπιστηµιακών σε πορεία διαρκούς αποµάκρυνσης από την ταξική πραγµατικότητα (και ακόµη περισσότερο από τους ταξικούς αγώνες),

• έναν κενό χώρο στην οργάνωση, της οποίας οι χαλαρές µορφές που αναπτύχθηκαν σαν φυσικές, άµεσες και αυτονόητες µετά την ήττα του 1989-1991 δεν µπορούν πλέον να µας καθησυχάζουν µε τις αυταπάτες της υποτιθέµενης επάρκειάς τους,

• έναν κενό χώρο στην ιδεολογική αµφισβήτηση των θεσµών της αστικής κοινωνίας, που σφύζει πλέον από ιδεολογήµατα της καπιταλιστικής τάξης και των κοινωνικών υπονόµων του ναζισµού, του νεοφιλελευθερισµού και της ιστορικής συνάντησής τους που βρίσκεται σε εξέλιξη,

• έναν κενό χώρο στην πολιτική παρέµβαση, ο οποίος γεµίζει πλέον µόνο µε αµηχανία.

Αυτά ορίζουν έναν συνολικό κενό χώρο που θα πρέπει τώρα να πληρωθεί ώστε να οριστεί εκ νέου, και έτσι να αποκτήσει νόηµα, δηλαδή αποτελεσµατικότητα, η πολιτική µας πρακτική· και πρέπει να πληρωθεί γρήγορα διότι όλοι µας θα πρέπει να το γνωρίζουµε πια, ότι στην Ελλάδα (και στην Ευρώπη γενικότερα) έχει εκκινήσει η µεγάλη επίθεση των δυνάµεων του κεφαλαίου µε τη βοήθεια του ναζιστικού υποπρολεταριάτου και της εύπορης µικροαστικής τάξης ενάντια στις εργαζόµενες τάξεις και την Αριστερά (δηλαδή ενάντια στις πρακτικές εκπροσώπησης και υπεράσπισης των υποτελών κοινωνικών τάξεων) προκειµένου να κλείσει οριστικά πίσω µας ο ιστορικός κύκλος του σοσιαλισµού, του κοµµουνισµού, του αναρχισµού, της µαρξιστικής θεωρίας.

Με άλλα λόγια: έχει εκκινήσει η µεγάλη επίθεση του αστικού συνασπισµού εξουσίας προκειµένου να κλείσει οριστικά η εποχή κατά την οποία µια σηµαντική µερίδα της κοινωνίας µπορούσε να µιλά, να διαµαρτύρεται και να διεκδικεί µε αφετηρία τον ισχυρισµό ότι το δίκαιο είναι µε το µέρος των πιο αδύναµων ανθρώπων, µε το µέρος των υποτελών κοινωνικών τάξεων. Αυτός είναι ο στρατηγικός στόχος της µεγάλης ιστορικής επίθεσης που έχει ξεκινήσει ενάντια στις υποτελείς κοινωνικές τάξεις µε σκοπό στο εξής οι αστοί πολιτικοί, οι ακροδεξιοί µπράβοι τους του σκοινιού και του παλουκιού αλλά και οι ιδεολογικοί µπράβοι τους των καναλιών και των εφηµερίδων να µπορούν να κραυγάσουν ανακουφισµένοι το-δίκαιο-είναι-µε-το-µέρος-των-ισχυρών.

Αυτά ορίζουν, το επείγον των καθηκόντων ανασυγκρότησης των δυνάµεών µας όσο και την ανάγκη άµεσης σύγκλισης των διάσπαρτων δυνάµεων της ηττηµένης Αριστεράς. Χωρίς αυταπάτες για τη διασπορά των απόψεων, τις θεµατικές παραλλαγές, τη λεκτική προσήλωση και τα συναισθηµατικά αγκυροβολήµατα της µιας ή της άλλης οργάνωσης σε σχήµατα ή όρους του παρελθόντος, χωρίς να αγνοούµε τη βαρύτητα της ιδεολογικής και της πολιτικής καταγωγής καθενός και καθεµιάς από εµάς, θα πρέπει αµέσως να βρεθούν οι δυνατότητες συγκλίσεων – έστω υπό τη µορφή µονοθεµατικών µετώπων.

 

Οι παλιοί χάρτες του λενινισµού και του κοµµουνισµού

Οι παλιοί χάρτες πολιτικής δράσης που κληρονοµήσαµε από τον λενινισµό, και οι οποίοι ξεχάστηκαν στην «εποχή των κοινωνικών κινηµάτων και των πλατιών κοµµάτων», είναι πια οι απαραίτητοι -και οι µοναδικοί εξάλλου- οδηγοί δράσης που έχουµε αυτή τη στιγµή στη διάθεσή µας. Έτσι, όποιος µιλάει για πολιτική, στο εξής πρέπει να γνωρίζει ότι έχει τα εξής θεωρητικά καθήκοντα:

πρώτον, να εντοπίζει το πεδίο της µάχης -δηλαδή τους αντικειµενικούς όρους της σύγκρουσης (αυτούς δηλαδή που δεν εξαρτώνται από τη συνείδησή µας ούτε από τη θέλησή µας) και τις περιοριστικές συνθήκες της,

δεύτερον, να εντοπίζει τα σηµεία στα οποία δίνονται οι κυριότερες µάχες – δηλαδή τα κύρια µέτωπα της σύγκρουσης,

τρίτον, να προσδιορίζει τις κοινωνικές δυνάµεις και τις πολιτικές οµάδες που µπορούν να συνταχθούν πίσω από µια πρόταση πολιτικής υπό τη µορφή κοινωνικού είτε πολιτικού συνασπισµού,

τέταρτον, να βρίσκει τους στόχους που µπορούν να συγκροτήσουν αυτές τις δυνάµεις σε κοινωνική συµµαχία ή πολιτική ενότητα,

πέµπτον, να υιοθετεί εκείνες τις µορφές οργάνωσης που είναι ικανές να αντιπαρατεθούν αποτελεσµατικά στα νέα όπλα και τις νέες στρατηγικές και τακτικές του αστισµού.

Αυτά συνοψίζονται σε αυτό που ο Λένιν ονόµαζε «συγκεκριµένη ανάλυση της συγκεκριµένης κατάστασης» και αυτά πρέπει εµείς να ξαναβρούµε.

Αλλά δεν είναι µόνο αυτά που ξεχάστηκαν κατά την εποχή-των-κινηµάτων-και-των-πλατιών-κοµµάτων· θα πρέπει τώρα να θυµηθούµε µερικά εγκαταλελειµµένα πεδία µάχης µέσα στους χώρους της εργασίας, γύρω από την απασχόληση, τα ωράρια, τις επαγγελµατικές ειδικότητες και την οργάνωση της εργασίας, όχι µόνο γύρω από τους µισθούς και τη διανοµή του προϊόντος. Θα πρέπει να θυµηθούµε τις αυταπάτες του κυβερνητισµού, την αυταπάτη δηλαδή ότι αρκεί να πάρουν οι οργανώσεις των εργαζοµένων την κυβέρνηση για να αρχίσει το κράτος να εκφράζει τα συµφέροντά τους. Θα πρέπει να θυµηθούµε ότι αυτό που χρειαζόµαστε επιπροσθέτως είναι µια παρέµβαση που δεν περνάει από το Κοινοβούλιο αλλά από την αυτο-οργάνωση και την πρωτοβουλία των υποτελών κοινωνικών τάξεων στο χώρο της πόλης και των θεσµών της κοινωνικής αναπαραγωγής, στο σχολείο, στην οικογένεια, στους ιδεολογικούς µηχανισµούς, στην καθηµερινή ζωή και τις προσωπικές σχέσεις.

Εκτός όµως από αυτά που θα πρέπει να θυµηθούµε, είναι και αυτά που πρέπει να αναζητήσουµε στους παλαιούς χάρτες του κοµµουνισµού, σύµφωνα µε τους οποίους αυτός δεν είναι απλώς ένα µελλοντικό στάδιο της κοινωνίας (εποµένως ένα σχέδιο εν αναστολή που περιµένει µια εξαιρετική επαναστατική πολιτική συγκυρία για να ενεργοποιηθεί εν είδει δευτέρας παρουσίας) αλλά µια τάση ενύπαρκτη «στα πράγµατα»· µια ιστορική τάση δηλαδή που είναι ήδη παρούσα στα διάκενα που αφήνουν οι καπιταλιστικές κοινωνικές και οικονοµικές σχέσεις εκεί όπου δεν υπάρχουν εµπορευµατικές σχέσεις, οικονοµική εκµετάλλευση και ιδεολογική υποδούλωση, όπως στις φιλίες, στον σεβασµό στη ζωή των άλλων, στην αριστερή αλληλεγγύη, στην ισότητα, στην γενναιοδωρία και το δώρο, και σε ολόκληρο το ηθικό φορτίο της Αριστεράς, που όσες φορές και αν εκείνη ηττηθεί, αυτό παραµένει αναλλοίωτο. Ο κοµµουνισµός δεν είναι µόνο ένα µελλοντικό στάδιο της κοινωνίας, είναι και πρακτικές που βρίσκονται ανάµεσά µας και πρέπει τώρα εµείς να µάθουµε να τις αναγνωρίζουµε και να τους δίνουµε διάρκεια και χώρο.

 

Σηµειώσεις

  1. Τέλος της «εποχής των κινηµάτων», όχι µε την έννοια ότι τα κινήµατα θα σταµατήσουν να υπάρχουν, αλλά µε την έννοια ότι δεν µπορούν πλέον να αποτελούν ούτε την κύρια δύναµη των προοδευτικών δυνάµεων ούτε την οµπρέλα κάτω από την οποία συσπειρώνεται η Αριστερά.
  2. https://www.facebook.com/perectroika/videos/452432571995292/

1 Σχόλιο

  1. Δεν θελω να στενοχωρήσω τον κ. Ιωακείμογλου, αλλά φαίνεται ότι δεν έχει ακόμα μάθει[*] πως δεν πρέπει να εμπιστεύεται Συριζαίους: Η σημείωση #2, στην οποία “πατάει” για να χτυπήσει τον απροκάλυπτο νεοφιλελευθερισμό της Μητσοτακικής ΝΔ, δεν είναι παρά μια αισχρή και άθλια παραπληροφόρηση των υπαλλήλων τού ΣΥΡΙΖΑ. Αν κάνει τον κόπο να δει τα δύο τελευταία σχόλια της ανάρτησης που επισυνάπτει, θα το διαπιστώσει.

    [*] Διακινδυνεύοντας να φανώ “κακός”, θα έλεγα ότι γενικά ο κ. Ιωακείμογλου παρουσιάζει μια κάποια δυσκολία μάθησης. Πριν από καμιά δεκαπενταριά χρόνια, είχε εμπιστευθεί την Σώτη (μία είναι η Σώτη!) για να συνεκδοθεί μαζί της σε ένα βιβλιαράκι με τίτλο “Για τη σημαία και το έθνος”. Εκείνος είχε πάρει το όπλο του εναντίον τών εθνικών σημαιών. Έλα όμως που η Σώτη, στο δικό της κείμενο, του τη βγήκε πιο “ριζοσπαστικά”, επιτιθέμενη εναντίον όοολων τών σημαιών, της Κόκκινης συμπεριλαμβανομένης;!

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται.


*


Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.