Να μην ξαναζήσουμε τη φασιστική «άνοιξη» του 2013

image_pdfimage_print

Του Θανάση Κούρκουλα

Μετά από τις διαστάσεις που πήρε η υπόθεση της σύλληψης των δύο Ελλήνων στρατιωτικών στον Έβρο, το Μακεδονικό έχει (ξανα)γίνει θερµοκήπιο ανάπτυξης και κλιµάκωσης των επιθέσεων πάσης φύσεως ακροδεξιών και φασιστικών συµµοριών. Από τη Χρυσή Αυγή στο κεντρικό πολιτικό πεδίο µε τις τσάµπα µαγκιές του «διαγραµµένου» Μπαρµπαρούση στη Βουλή, µέχρι τα παρακλάδια τους όπως της Κρυπτείας που ανενόχλητα από την αστυνοµία συνεχίζουν την εγκληµατική τους δράση, µε τελευταίο στόχο την κατάληψη του ΠΙΚΠΑ των Άνω Πετραλώνων. Σε πολλές περιοχές έχει σηµειωθεί αύξηση των ρατσιστικών επιθέσεων (π.χ. στον Κολωνό και το Μπουρνάζι). Επίκεντρο του ακροδεξιού ξεσαλώµατος όµως είναι η Θεσσαλονίκη. Πριν, κατά τη διάρκεια και µετά από τις εθνικιστικές συγκεντρώσεις που οργανώνονται µε µεγάλη συχνότητα, διάφορες φασιστικές οµάδες επιτίθενται σε καταλήψεις (ΕΚΧ Σχολείο), αντιεθνικιστές εκπαιδευτικούς (όπως στον Πέτρο Θεοδωρίδη) και σε ανυποψίαστους µετανάστες που βρίσκουν µπροστά τους στο δρόµο.

Επικίνδυνη κατάσταση,
αλλά όχι προδιαγεγραµµένη συνέχεια

Η κατάσταση είναι αναµφίβολα επικίνδυνη. Παρ’ όλα αυτά, δεν ζούµε µια κατάσταση που η έξαρση του εθνικισµού οδηγεί αυτόµατα σε φασιστικό ρεύµα. Τα τελευταία «συλλαλητήρια» είναι άµαζα και εν πολλοίς αφορούν τον οργανωτικό κορµό των φασιστικών και ακροδεξιών οµάδων και του οργανωµένου τους περίγυρου, παρά µια δυναµική συσπείρωση χιλιάδων πολιτών όπως συνέβη στις πρώτες εθνικιστικές «λαοσυνάξεις» του Ιανουαρίου. Τα συνθήµατά τους ταυτίζονται πλέον µε τα Χρυσαυγίτικα και αποτρέπουν ευρύτερη συσπείρωση: «Αλήτες προδότες πολιτικοί», «Αναρχικοί και µπολσεβίκοι, αυτή η γη δεν σας ανήκει», «Μαχαίρι στην καρδιά του κάθε antifa». Η εικόνα είναι συνδυασµός δύο παραγόντων: Πρώτο εκφράζεται µια κούραση στα εθνικοπατριωτικά ακροατήρια, που δεν δείχνουν διατεθειµένα να συνεχίσουν τον ανένδοτο αγώνα στο δρόµο µετά τη συµφωνία των Πρεσπών. ∆εύτερο, η Νέα ∆ηµοκρατία έχει αποσυρθεί από το δρόµο, επιδεικνύοντας υπεύθυνη στάση απέναντι στους Ευρωπαίους «εταίρους», το αδελφό Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόµµα και το ΝΑΤΟ που δεν επιθυµεί παρενόχληση των επεκτατικών σχεδίων του στην περιοχή των Βαλκανίων από ανόητους και επιπόλαιους εθνικισµούς. Πόσο µάλλον που µε δεδοµένη την απερίφραστη αποτύπωση του συσχετισµού δύναµης υπέρ της Ελλάδας στη συµφωνία Τσίπρα – Ζάεφ, οι εθνικιστικές αµφισβητήσεις της στην Ελλάδα, φαντάζουν στον φιλικό στη Ν∆ «διεθνή παράγοντα» υπερφίαλες και ακραίες.

 

Μαζική απάντηση και µετατόπιση στο ταξικό

Σε κάθε περίπτωση, η κοινωνική και πολιτική αριστερά χρειάζεται να δώσει µαζικές απαντήσεις στην ακροδεξιά και το φασισµό, διεκδικώντας τους δρόµους των πόλεων από το φασιστικό εσµό. Η επιτυχία αντιφασιστικών κινητοποιήσεων όπως π.χ. στον Κολωνό δείχνει ότι το σήµα κινδύνου αρχίζει να λαµβάνεται από τις δυνάµεις του κινήµατος και της αριστεράς. Όµως αυτό από µόνο του δεν αρκεί. Η επαναφορά της αντιπαράθεσης στο ταξικό πεδίο είναι απαραίτητη γιατί αυτό είναι που µπορεί να πλήξει στα σοβαρά την κοινωνική βάση των φασιστών και τον εθνικισµό. Η αριστερά χρειάζεται να ενισχύσει και να οργανώσει τους µικρούς και διάσπαρτους αγώνες που ξεσπούν ενάντια στις απολύσεις και τις περικοπές, για την υπεράσπιση δηµόσιων χώρων ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις (π.χ. Mall Ακαδηµίας Πλάτωνα) ή ενάντια στις περιβαλλοντοκτόνες εξορύξεις που σχεδιάζονται (όπως στα Γιάννενα). Να σταθεί στο πλευρό των συµβασιούχων και των αναπληρωτών εκπαιδευτικών στον αγώνα τους για µαζικές προσλήψεις, να ενισχύσει και να συντονίσει τα ρυάκια της αντίστασης στο νεοφιλελεύθερο σοκ.

 

Αντικυβερνητική πάλη

Η καθαρή αντιπαράθεση µε την κυβέρνηση Τσίπρα που συνεχίζει την πολιτική µνηµονιακής εξαθλίωσης µέσω των πρωτογενών πλεονασµάτων για πολλά χρόνια, είναι απαραίτητο στοιχείο της απάντησης ενάντια στο φασισµό. Χωρίς το αντικυβερνητικό στοιχείο, το αντιφασιστικό κίνηµα και η ριζοσπαστική αριστερά ταυτίζονται µε την κυβέρνηση των πλειστηριασµών και της περικοπής κάθε κοινωνικού επιδόµατος στα µάτια απελπισµένων ανθρώπων που αποτελούν προνοµιακό ακροατήριο για την ακροδεξιά. Χρειάζεται να απευθυνθούµε στον κόσµο της εργασίας και στη νεολαία τονίζοντας πως εχθρός µας δεν είναι οι γειτονικοί λαοί, αλλά η κυβέρνηση των µνηµονίων και οι δανειστές. Πως δεν είναι ο Ζάεφ και ο Ερντογάν που κόβουν τις συντάξεις και αυξάνουν το αφορολόγητο, αλλά ο Τσίπρας και η Μέρκελ. Ταυτόχρονα, χρειάζεται να υπερασπιστούµε τους µετανάστες και τους πρόσφυγες απέναντι στα νέα αποτρόπαια ρατσιστικά σχέδια που εξυφαίνονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση µε τις ευλογίες του Τσίπρα. Στο όνοµα της αντιµετώπισης του φασισµού, δεν χωρά κανενός είδους αντιφασιστική «φιλική» αυταπάτη προς τον κυβερνητικό ΣΥΡΙΖΑ. Η κυβέρνηση έχει περάσει προ πολλού στο απέναντι στρατόπεδο. Υιοθετεί τα εθνικιστικά επιχειρήµατα του αστισµού περί Μακεδονικού, ΑΟΖ και Ελληνοτουρκικών, υπογράφει και υλοποιεί ρατσιστικές συµφωνίες που πνίγουν τους πρόσφυγες στη Μεσόγειο, ενώ συνεχίζει να χαϊδεύει την ανοχή των κατασταλτικών µηχανισµών στους νεοναζί διά του υπουργείου του κ. Τόσκα. Όσο κι αν κόπτεται κατά του Μπαρµπαρούση ο πρόεδρος της Βουλής Ν. Βούτσης, η κυβέρνησή του δηµιουργεί πρόσφορο έδαφος ανάπτυξης της ακροδεξιάς στην Ελλάδα και όχι κάποιος νεφελώδης παράγοντας αυθόρµητης στροφής στον εθνικισµό.

Επόµενος σταθµός του αντιφασιστικού κινήµατος είναι οι κινητοποιήσεις για τα 5 χρόνια της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα. Ας τις οργανώσουµε µε τη µεγαλύτερη δυνατή µαζικότητα για να φράξουµε το δρόµο στο εθνικισµό και το φασισµό. Με συµµάχους τους συναγωνιστές των αντιστάσεων και των κοινωνικών κινηµάτων και όχι τα επιτελεία του «δηµοκρατικού τόξου».

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται.


*


Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.