Μια ιστορία του Τζιμ Χίγκινς για τον τροτσκισμό -κεφάλαιο 1

Με αυτόν εδώ το φάκελο, το Redtopia ανοίγει τη συζήτηση γύρω από την κριτική ανασκόπηση της ιστορίας του ''τροτσκιστικού'' ρεύματος, δημοσιεύοντας κείμενα που θεωρούμε ότι συμβάλλουν στη συζήτηση, χωρίς αυτό να σημαίνει κατ' ανάγκη την πλήρη συμφωνία μαζί τους ή ακόμη και με τον προλογικό σχολιασμό τους από τον/την εκάστοτε μεταφραστή/στρια.
image_pdfimage_print

Κεφάλαιο 1 -Η πολιτική διαμόρφωση του Κλιφ- τα χρόνια στην Παλαιστίνη και η άφιξη στην Αγγλία

Αν ήταν να σας πω ποια πιστεύω πως είναι ιστορία της οικογένειάς μου, θα χρειαζόταν πολύς χρόνος … Θα ήταν μια ιστορία που εγώ, ως άτομο … πιστεύω ότι είναι αλήθεια αν και, με τον ρόλο μου ως σκεπτικιστής ανθρωπολόγος , νιώθω ότι πολύ λίγα από αυτά θα ήταν αλήθεια. Θα επρόκειτο για μια κατασκευή με τη μορφή και τη λειτουργία που δικαιώνει την προσωπική μου μασκαράτα, τον τρόπο με τον οποίο παρουσιάζω τον εαυτό μου στον κόσμο.

Έντμουντ Λιτς, Διάλεξη, Πανεπιστήμιο Kings του Κέιμπριτζ, 1989

Δεν μπορώ να λέω ψέματα στον  εαυτό μου.

Τόνι Κλιφ,περιοδικό Socialist Worker Review, Ιούλιος 1987

Η ιστορία είναι η καταγραφή ενός συνδυασμού των σημαντικών και των ασήμαντων κι όλοι με κάποιον τρόπο είμαστε συνδεδεμένοι με τις διεργασίες της και πρέπει να ζήσουμε με τις συνέπειές της. Για τους περισσότερους επαναστάτες των τελευταίων 80 παράξενων χρόνων η χρονιά των θαυμάτων ήταν το 1917. Στις 7 Νοεμβρίου εκείνου του έτους, στην Πετρούπολη και τη Μόσχα, οι Ρώσοι εργάτες και αγρότες κατέλαβαν την εξουσία υπό την ηγεσία του μπολσεβίκικου κόμματος. Μια μέρα πριν, στο Λονδίνο, ο ΈιΤζέι Μπάλφουρ, ο αντισημίτης Yπουργός Εξωτερικών της Βρετανίας, με την χαρακτηριστική γενναιοδωρία κάποιου που χαρίζει κάτι που ανήκει σε κάποιον άλλο, ανακήρυσσε την Αραβική Παλαιστίνη ωςτην Πατρίδα του Έθνους των Εβραίων. Στην ίδια την Παλαιστίνη, λίγους μήνες πριν από αυτά τα γεγονότα, στις 20 Μαΐου, ο Τόνι Κλιφ(πραγματικό όνομα Γίγκαελ Γκλούκσταϊν) γεννήθηκε σε μια εβραϊκή οικογένεια της μεσαίας τάξης. Ανάλογα με το εάν είστε ένθερμο μέλος του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματο (SWP) ή όχι, αυτό προσθέτει στους δυο λόγους να θαυμάζετε το 1917 κι έναν τρίτο.

Η ζωή στην Παλαιστίνη υπό βρετανική κατοχή ήταν καταπιεστική για όλα τα τμήματα του πληθυσμού, αλλά ιδιαίτερα σκληρή για την αραβική πλειοψηφία. Οι Άραβες, σε μεγάλο βαθμό αγροτική κοινότητα, είχε μικρή ή καθόλου παράδοση οργάνωσης της εργατικής τάξης, ενώ ο εβραϊκός πληθυσμός, παρόλο που όσοι τον συμπαθούσαν ήταν κυρίως Σιωνιστές,κουβαλούσε μαζί του μια συνδικαλιστική συνείδηση  και σχεδόν κάθε είδος  σοσιαλισμού. Σοσιαλεπαναστάτες της δεξιάς ή της αριστερής εκδοχής,  μενσεβίκοι και  μενσεβίκοι διεθνιστές, σταλινικοί και διάφορες αποχρώσεις της σοσιαλδημοκρατίας, όλοι τους εκπροσωπούνταν σε μεγαλύτερο ή μικρότερο αριθμό (στον εβραϊκό πληθυσμό) στη δεκαετία του 1920 και του 1930.

Ο Σιωνισμός είχε λιγότερες διαβαθμίσεις, με κεντρική την σοσιαλδημοκρατική εκδοχή του. Έχοντας τις ρίζες του στον ευρωπαϊκό ορθολογισμό του 19ου αιώνα, εξέφραζε μια μη θρησκευτική προσήλωση στην Πατρίδα του Έθνους. Πράγματι, τη δεκαετία του 1920, η σοσιαλδημοκρατική κομματική νεολαία προκαλούσε κάποια προβλήματα στην Ιερουσαλήμ διαδηλώνοντας στο Τείχος των Δακρύων και τρώγοντας  επιδεικτικά σάντουιτς με χοιρινό. Η σύγκρουση με τη λογική που περιελάμβανε η σιωνιστική ιδέα ενός «εκλεκτού λαού», χωρίς να υπάρχει θεός για να κάνει την αυτή την «εκλογή»,  δεν φαινόταν να τους δημιουργεί μεγάλα προβλήματα. Ομοίως, η προώθηση της ιδέας της σοσιαλιστικής ισότητας για όλους, από εκείνους που διακήρυσσαν ως πατρίδα τους ένα μέρος το οποίο ήταν πατρίδα πολλών Αράβων, υιοθετούταν με ευκολία, αλλά από την άλλη οι λογικές αντιφάσεις ποτέ δεν αποτελούσαν εμπόδιο στη σοσιαλδημοκρατική σκέψη.

Ο αναθεωρητικός Σιωνισμός, που προέκυψε από τον εγκέφαλο του Ζέεφ Γιαμποτίνσκι, ήταν αντι-σοσιαλιστικός και παράλληλα αποδεχόταν όλους τους μύθους και τους θρύλους της εβραϊκής λαϊκής ιστορίας. Η στάση του έμοιαζε πολύ με αυτή του δικτάτορα στο θεατρικό έργο της Ζενέ «το Μπαλκόνι», όταν μιλάει για “αυτό το πραγματικά εθνικό έθνος”. Η φράση της Ζενέ περικλείει όλους τους χαμηλού επιπέδου μυστικισμούς και τις ανοησίες του μικροαστικού εθνικισμού που τους συνοδεύουν.  Ενώ ο ορθόδοξος Σιωνισμός προσπάθησε να βασιστεί στη Διακήρυξη του Μπάλφουρ και να διαπραγματευτεί για περισσότερες και μεγαλύτερες αποικίες, οι αναθεωρητές τα ήθελαν όλα και στις δύο όχθες του Ιορδάνη ποταμού και τα ήθελαν τώρα. Τα όρια της νέας πατρίδας οριοθετούνταν πλέον μόνο από τα όρια μιας υπερβολικά ενεργής φαντασίας βουτηγμένης μέσα σε αμφιλεγόμενη ιστορία. Έτσι, το σύνθημα «Από τον ποταμό μέχρι τη θάλασσα» τοποθετούσε τα όρια από τον Ευφράτη ως τη Μεσόγειο, συμπεριλαμβάνοντας τη Συρία και τον Λίβανο.

Για να υποστηριχθεί ακόμα καλύτερα αυτή η πατρίδα-φαντασίωση έπεσε η πρόταση να καθοριστούν τα σύνορα με σημείο αναφοράς τον Αβραάμ. Οι περιοχές που μπορούσε να δει ο Αβραάμ από το υψηλότερο σημείο θα οριοθετούσαν  τη Γη του Ισραήλ. Μια που αποδείχθηκε ότι αυτή η περιοχή εκτεινόταν από τη Σαουδική Αραβία στο νότο μέχρι την Τουρκία στα βόρεια, μπορούσε κανείς να υποθέτει ότι ο Αβραάμ είχε πολύ καλή μακρινή όραση και ότι υπήρχε τέλεια ορατότητα την εποχή της Βίβλου.

Οι αναθεωρητές, φυσικά, δεν ήταν μόνο μυστικιστές παλιάτσοι, ανάμεσά τους υπήρχαν δεξιοί ακτιβιστές  μιας ιδιαίτερα τοξικής φάρας. Η Συμμορία του Στερν φορούσε μαύρες μπλούζες, δανειζόμενη τον ιδιαίτερο χαιρετισμό και την έμπνευσή της από τα στελέχη που εκπαίδευε ο Μουσολίνι στην Ιταλία. Ο Γιτζάκ Σαμίρ, ο τελευταίος πρωθυπουργός του Λικούντ(Δεξιό Κόμμα) πριν τον Νετανιάχου, κατείχε ηγετική θέση στην εν λόγω κατηγορία μαχαιροβγαλτών. Ένας άλλος κορυφαίος αναθεωρητής ήταν ο Μεναχέμ Μπέγκιν, ο οποίος έπαιξε σημαντικό ρόλο στην leum Irgun Zvai, την ένοπλη πτέρυγα του αναθεωρητισμού. Ήταν αυτή η Irgun, από κοινού με τη Συμμορία του Στερν, υπό την ηγεσία του Μπέγκιν, που οργάνωσαν τη σφαγή του χωριού Ντέιρ Γιάσιν και ήταν η ισραηλινή κυβέρνηση υπό την πρωθυπουργία του Μπέγκιν που οργάνωσε  τις σφαγές της Σάμπρα και της Σατίλα. Αυτοί ήταν  αληθινοί πιστοί, σκληροί και πάντα έτοιμοι για ακραίες λύσεις για την επίτευξη του «αληθινά εθνικού έθνους».

Τίποτα από αυτά δεν σημαίνει ότι ο κυρίαρχος (σοσιαλδημοκρατικός, στΜ) σιωνισμός αποτελούσε την ήπια όψη του Εβραϊκού εθνικισμού. Ο Κλιφ συνήθιζε να λέει την ιστορία μιας συνεδρίασης του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος Mapam (στΜ εννοεί Mapai. To Μapam ιδρύθηκε το 1948), όπου εισηγούταν ο Μπεν Γκουριόν, μια συνεδρίαση που ο Κλιφ παρακολούθησε στην ηλικία των 16 ετών. Στο τέλος της ομιλίας του Μπεν Γκουριόν, ο Κλιφ εξέφρασε τη γνώμη του ότι «αυτό που είπε ο Μπεν Γκουριόν είναι αντίθετο με τον διαλεκτικό υλισμό”. Αυτό, αν και είναι σχεδόν βέβαιο ότι αποτελούσε μια ακριβή περιγραφή της ομιλίας του Μπεν Γκουριόν, ήταν αρκετά προσβλητικό ώστε δυο φουσκωτοί να συνοδέψουν τον έφηβο Κλιφ έξω από την αίθουσα και στη συνέχεια να του σπάσουν ένα από τα δάχτυλά του. [1] Αρκετά αργότερα, όταν ηTσάνι Ρόζενμπεργκ, που στη συνέχεια θα παντρευόταν τον Κλιφ, έφθασε από τη Νότια Αφρική – γεμάτη ενθουσιασμό για τον «σοσιαλισμό» του κιμπούτς (μέθοδος οργάνωσης της αγροτικής οικονομίας με «σοσιαλίζοντα» στοιχεία, η οποία συνέβαλε στην εξάπλωση του σιωνιστικού κινήματος, στΜ) – η πρώτη δουλειά που έκανε μαζί με τους άλλους μετανάστες (από την Αφρική, στΜ) ήταν να φορτώσουν ένα φορτηγό με πέτρες και μετά να το οδηγήσουν σε ένα κοντινό Αραβικό χωριό και να τις πετάξουν στους κατοίκους του. Σήμερα, φυσικά, οι έποικοι φέρουν πάνω τους πολυβόλα Ούζι και όχι πέτρες, , αλλά ο στόχος τους παραμένει σχεδόν ο ίδιος- να καταπιέζουν τους ιθαγενείς πληθυσμούς.

 

Αυτός ήταν ο τόπος όπου ο Κλιφ ωρίμασε πολιτικά. Η άθλια ζωή των αραβικών μαζών τον έστρεψε στον σοσιαλισμό. Η ανάγνωση του Κομμουνιστικού Μανιφέστου, μαζί με μια συντομευμένη έκδοση του Κεφαλαίου, τον έπεισε ότι είναι μαρξιστής. Όπως οι περισσότεροι αριστεροί εκείνης της εποχής, ο μαρξισμός του εκφράστηκε με τη μόδα του σταλινισμού. Δεν υπάρχει τίποτα περίεργο ή κατακριτέο σε αυτό. Σήμερα ο καθένας που έρχεται σε επαφή με τη μαρξιστική πολιτική είναι πολύ πιθανό να τη συναντήσει στην τροτσκιστική της εκδοχή.  Στα μέσα της δεκαετίας του 1930 υπήρχαν μόνο λίγες εκατοντάδες τροτσκιστές σε ολόκληρο τον κόσμο και οι δυνάμεις που ήταν ορατές, αξιοσέβαστες και πολεμούσαν ενάντια στον φασισμό ήταν όλες οργανωμένες στην Κομμουνιστική Διεθνή. Το γεγονός ότι οι Ναζί ήρθαν στην εξουσία ως άμεσο αποτέλεσμα των καταστροφικών πολιτικών της Κομιντέρνείναι γεγονός που τότε δεν ήταν άμεσα προφανές και η αδύναμη φωνή των τροτσκιστών ήταν δύσκολο να ακουστεί παραέξω σε μέρη όπως η υπό κατοχή Παλαιστίνη.

Αναπόφευκτα, γύρω στο 1935, τα κρίσιμα έργα τουΤρότσκι άρχισαν να κυκλοφορούν στην Παλαιστίνη, και μάλιστα τα γραπτά του για τη Γερμανία, τα οποία μέχρι σήμερα ο Κλιφ θεωρεί τα καλύτερα κείμενά του. Την εποχή εκείνη συναντήθηκε με έναν Γερμανό τροτσκιστή, ο οποίος δήλωσε ότι όταν ο Χίτλερ ανέλαβε την εξουσία, το 1933 υπήρχαν περίπου 100 τροτσκιστές στη Γερμανία. Από τα μαζικά τάγματα του Τζόε Στάλιν στην υποστελεχωμένη περιθωριακή ομάδα του Τροτσκισμού, επρόκειτο για ένα σημαντικό ψαλίδισμα όχι μόνο της ελπίδας αλλά και των δυνατοτήτων δράσης. Αλλά, όπως είπε ο Μάρτιν Λούθερ, “Στέκομαι έδω. Δεν μπορώ να κάνω κάτι άλλο”. Ο Κλιφ λοιπόν ακολούθησε τις νουθεσίες του Τρότσκι για «την πρωταρχική συσσώρευση στελεχών». Ήταν ένα μάθημα που έμαθε από τον Τρότσκι και ποτέ δεν εγκατέλειψε. Με τα χρόνια, ο ενθουσιασμός του Κλιφ για τη σκέψη του Λεον Τρότσκι γνώρισε αυξομειώσεις και οι ιδέες του για το ζήτημα της οργάνωσης πέρασαν από την ακραία ελευθεριακότητα μέχρι τα έγκατα του συγκεντρωτισμού,  αλλά ποτέ δεν τον γέμιζαν, διαισθανόταν πάντα τον παροδικό χαρακτήρα τους, όλες αυτές οι φόρμουλες πάνω απ’ όλα έπρεπε να υπηρετούν αυτή την πρωταρχική συσσώρευση στελεχών.

Για έναν εξωτερικό παρατηρητή, αυτή η ικανότητα να υποδύεται έναν  καλολαδωμένο ανεμοδείκτη μπορεί να δείχνει, σε ορισμένες περιπτώσεις, έλλειψη αρχών.  Σε άλλες εποχές, μπορεί να σας θύμιζε την αλήθεια της φράσης του Μαρξ: “Δεν υπάρχει τίποτα πιο αηδιαστικό στην μικροαστική τάξη από τη διαδικασία της πρωταρχικής συσσώρευσης”. Ο χωριάτης μπορεί να ονειρεύεται ότι θα γίνει αυτοκράτορας, αλλά για την ώρα θα ασχοληθεί με τα ελάχιστα στρέμματα του γείτονά του. Όπως είπε ένας από τους συνεργάτες του Κλιφ, “Ο Κλιφ είναι ένας χωριάτης, ένας πολύ ταλαντούχος χωριάτης, αλλά ένας χωριάτης”.

Σε ένα πρώιμο στάδιο της καριέρας του, ο Κλιφ πήρε άλλο ένα πρακτικό μάθημα στρατολογώντας νέα μέλη: «μη σταματάς να κάνεις στρατολογίες– ποτέ δεν ξέρεις πότε θα στερέψουν». Η πρώτη καταγεγραμμένη επιτυχία αυτού του σατανικού σχεδίου σημειώθηκε με τον Γιάμπρα Νικόλα, τον Άραβα συντάκτη της νόμιμης εφημερίδας του ΚΚ Παλαιστίνης. Ο Νίκολα εργαζόταν τη νύχτα οπότε ο  Κλιφ «συζητούσε μαζί του για ώρες κάθε μέρα και τελικά επί εβδομάδες». Μετά από δύο μήνες, ο Γιάμπρα Νικόλα υπέκυψε στην δύναμη της διαλεκτικής του Κλιφ και, υποθέτουμε, στη δύναμη της έλλειψης ύπνου. Αυτό, που θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε και σχολή στρατολόγησης «Από το Πρωί  Ως το Βράδυ »  φάνηκε εξίσου αποτελεσματικό στην στρατολόγηση της Τσάνι Ρόζενμπεργκ μετά την άφιξή της από τη Νότια Αφρική. Ο Κλιφ εμφανίστηκε στο κιμπούτς της Τσάνι και αμέσως ξεκίνησε μια 48ωρη ασταμάτητη διάλεξη. Κάποιος ρώτησε την Τσάνι αν, κατά τη διάρκεια των δύο ημερών, ο ομιλητής επαναλαμβανόταν- εκείνη στάθηκε αδύνατο να απαντήσει, αφού τα Εβραϊκά του είχαν τέτοια προφορά και έπεφταν με τόση ταχύτητα ώστε να μην καταλάβει ούτε μια λέξη από τον λόγο του. Ίσως τελικά η δύναμη της διαλεκτικής ήταν λιγότερο αποτελεσματική από τη στέρηση του ύπνου.

Ο Κίντρον, ο οποίος έφθασε στην Παλαιστίνη από τη Νότια Αφρική το 1946, υπέστη ένα ασταμάτητο παραλήρημα για 15 μέρες πριν παραδοθεί. Στις αρχές της δεκαετίας του 1950, ο Σταν Νιούενς, αργότερα βουλευτής του Εργατικού Κόμματος και σήμερα Ευρωβουλευτής του Εργατικού Κόμματος, περιγράφει ότι κάθισε στο μικροσκοπικό δωμάτιο του Κλιφ και υποβλήθηκε σε έναν μονόλογο υψηλών ταχυτήτων καθώς ο Cliff πήγαινε πάνω-κάτω χειρονομώντας αγρίως, θέτοντας σε σοβαρό κίνδυνο τα πόδια και γενικά ό,τι προεξείχε από το σώμα του Σταν. Ο Σίριλ Σμιθ αναφέρει το πώς, περίπου την ίδια περίοδο, ο Άνιλ Μουνεσίνγκε γνώρισε στον Κλιφ.  Δέχτηκε επίσης ένα σύντομο, διάρκειας περίπου 4 ωρών, κήρυγμα για τον κρατικό καπιταλισμό. Στο τέλος όλου αυτού, παραζαλισμένος και καταπτοημένος ο Σίριλ παρατήρησε ωστόσο: “Νομίζω ότι ο Τρότσκι είχε δίκιο στην Προδομένη Επανάσταση”. Η απάντηση του Κλιφ ήταν: «Μην σε απασχολεί αυτό, γιατί δεν μπαίνεις στην ομάδα;» Ο συγκεκριμένος τύπος επιχειρήματος ουσιαστικά λέει: «Θα πρέπει να συμμετάσχετε στην ομάδα μου για όλους τους σοβαρούς πολιτικούς λόγους. Αν, όμως, δεν τους δεχτείτε, μπείτε στην ομάδα μου ούτως ή άλλως.» Ο Σίριλ πάντως δεν εντυπωσιάστηκε από αυτό το επιχείρημα και δεν του ξαναμίλησε ποτέ.

Τον πρώτο καιρό μου ως μέλος στην ομάδα SRG (Oμάδα Σοσιαλιστικής Κριτικής) δεν ήξερα ότι ο Κλιφ το είχε σύστημα να τραβάει σε απίθανο μάκρος τη συζήτηση με σκοπό τη στρατολογία, ανεξαρτήτως τόπου και προοπτικής. Σε μια περίπτωση έκανα το λάθος να συζητήσω μαζί του συνοδεύοντάς τον μέχρι το Λιντς, για να παρευρεθώ σε μια ειρηνευτική συνδιάσκεψη που οργάνωνε ο Χάρι ΜακΣέιν. Η εξήγηση εδώ είναι η οικονομία, κάτι που σημαίνει ότι κανείς από εμάς δεν είχε χρήματα, οπότε δανειστήκαμε το αυτοκίνητο του Μάικ Κίντρον για να κάνουμε το ταξίδι. Αυτό το όχημα, ένα καλό δείγμα πρώιμου, ξύλινου κατά το ήμισυ Morris Minor (Μόρις Μάινορ), είχε μερικά μειονεκτήματα:  ελαττωματικά φρένα,  φθαρμένα ελαστικά και μια  τάση να στρίβει προς τα δεξιά. Διαφορετικά, ήταν απόλαυση να το οδηγεί κανείς, αρκεί να κρατούσε μακριά από βρεγμένους δρόμους-οπότε το σύστημα πλοήγησης μετατρεπόταν σε φονικό όπλο. Ο Κλιφ, ο Τζον Φίλιπς, η σύζυγός μου Μάριον και εγώ ξεκινήσαμε  για το Λιντς.  Η μέρα ήταν ηλιόλουστη και ο δρόμος στεγνός, συνθήκες στις οποίες οι μέτριες επιδόσεις του Μόρις, η εμφάνιση αντίκας και το εκκεντρικό σύστημα οδήγησής του έδειχναν το καλύτερό τους πρόσωπο.

Η συνδιάσκεψη, στην οποία συμμετείχαν περίπου 12 άτομα, δεν έχει πολλά για να σχολιάσουμε, αν και η φράση με την οποία ξεκίνησε η εισήγηση του Χάρι ΜακΣέιν: «Αυτή η συνδιάσκεψη μπορεί να μην είναι τόσο σημαντική όσο το Κίενταλ και το Τσίμερβαλντ…» ήταν απολύτως ειλικρινής. Ο Λόρενς Ότερ, επίσης παρευρισκόμενος, υποστήριξε ότι εκπροσωπεί τρεις αναρχικές οργανώσεις και πέντε Διεθνείς, αλλά προκάλεσε τόσο ελάχιστο ενδιαφέρον που κανένας δεν του ζήτησε να διευκρινίσει ποιες.

Αρκεί να πούμε ότι αφού είχαμε φύγει από  τη συνδιάσκεψη ο αριθμός των μελών μας δεν αυξήθηκε και είχαμε να αντιμετωπίσουμε ένα ταξίδι 180 μιλίων στο σκοτάδι και –ναι, πιστέψτε το- βρεγμένους δρόμους. Το αυτοκίνητο σταμάτησε να είναι καλό μαζί μας και άρχισε να συμπεριφέρεται απαράδεκτα, με το πίσω μέρος του να πηγαίνει πέρα δώσε στις στροφές στην προσπάθειά του να ευθυγραμμιστεί με τον δρόμο.  Η κακή ορατότητα επιδεινωνόταν από το γεγονός ότι το φως του φαναριού μόλις που ξεπρόβαλλε από το γυαλί,  για να πέσει έπειτα ξεψυχισμένο στην άσφαλτο. Παρά το γεγονός ότι ήμουν μισοπαραλυμένος από τον φόβο και τα μάτια μου υπέφεραν από ακραίες καταστάσεις, κατάφερα να οδηγήσω μέχρι τα περίχωρα του Μπέντφορντ, πριν μας βρει η καταστροφή . Μία μικρή γέφυρα που κατέληγε σε μια άσχημη αριστερή στροφή και η επιπρόσθετη ατυχία ενός  αυτοκινήτου που ερχόταν από την αντίθετη κατεύθυνση με πραγματικά μεγάλα φώτα, αποδείχθηκαν καταστροφικός συνδυασμός. Με τους τροχούς μπλοκαρισμένους και τον οδηγό τυφλωμένο,  το Μόρις γλίστρησε χαριτωμένα, όπως η Τόρβιλ (στΜ πατινέζ επί πάγου) σε μια κακή της μέρα και συνάντησε το άλλο όχημα. Με τον χαρακτηριστικό κρότο που σου γυρίζει τα άντερα, τα δύο αυτοκίνητα συνευρέθηκαν και αγκαλιάστηκαν, ενώ διάφορα κομμάτια εκσφενδονίστηκαν από τις αντίστοιχες μπροστινές μεριές τους.

Ευτυχώς, κανείς δεν τραυματίστηκε, αλλά η κυρία από το άλλο αυτοκίνητο μου κοπανούσε συνέχεια ότι μπορεί να την σκότωνα, μέχρι η γυναίκα μου να της εξηγήσει ότι ενώ η δολοφονία της δεν ήταν στις προθέσεις μου, θα μπορούσε να γίνει ο επόμενος άμεσος στόχος.

Οι νομικές διαδικασίες ολοκληρώθηκαν και το σοβαρά τραυματισμένο Morris Minor μεταφέρθηκε σε ένα κοντινό γκαράζ, κι έτσι αργά και απελπισμένα φτάσαμε στο σταθμό του Μπέντφορντ για να προλάβουμε το τρένο για το Λονδίνο. Όλοι μαζί είχαμε αρκετά χρήματα για τα ναύλα. Ευτυχώς είχαμε πολύ χρόνο γιατί μεσολαβούσε 90λεπτη αναμονή μέχρι το επόμενο τρένο. Στεναχωρημένοι, κουρασμένοι και, παρά τη Συνδιάσκεψη, όχι αρκετά φιλειρηνικοί τύποι, μπήκαμε στην αίθουσα αναμονής. Μάλλον σε μια προσπάθεια να μας διασκεδάσει, ο Κλιφ αποφάσισε να μας χορέψει λίγο από έναν εβραϊκό λαϊκό χορό. Αυτό, προφανώς, θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί μόνο στο τραπέζι της αίθουσας αναμονής κι έτσι τον βοήθησα να φτιάξουμε την αυτοσχέδια πίστα. Φανταστείτε το συγκρότημα Riverdance και στη συνέχεια βγάλτε το τελείως από το μυαλό σας-δεν είχε να κάνει με τίποτα τέτοιο. Φανταστείτε καλύτερα τον Αναστάς Μικογιάν να χορεύει γκόπακ υπό την αυστηρή εντολή του Τζόε Στάλιν. Στη συνέχεια, φανταστείτε ότι ο Αναστάς επιτάχυνε υπό την επήρεια του γεωργιανού κονιάκ φορώντας τη ζώνη του ανάποδα και θα έχετε μια εικόνα των βημάτων του χορού. Μετά προσθέστε μερικές απόκοσμες και πιθανά αρκετά ασεβείς κραυγές αντί ψιθύρων κι έχετε μια μερική εικόνα του πλήρους τρόμου που πρόσφερε η παράσταση. Χειροκροτώντας δυνατά και γελώντας  κατορθώσαμε να τον πείσουμε ότι η ευτυχία μας δεν θα μπορούσε να αυξηθεί περισσότερο με τον λαϊκό χορό και τελικά το τρένο έφτασε για να μας μεταφέρει στο Λονδίνο.

Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, ο Κλιφ έριξε στα πεταχτά την ιδέα ενός ταξιδιού στο Μπέρμιγχαμ, όπου δύο μέλη του ΚΚΜΒ είχαμε ενημέρωση ότι είχαν απογοητευτεί από το κόμμα τους. Η απάντησή μου έδειξε ότι η επήρεια του εβραϊκού λαϊκού χορού στη διάθεσή μου έχει και τα όριά της. Για μερικές εβδομάδες, μέχρι να επισκευαστεί το αυτοκίνητό του, ο Κίντρον έπρεπε να πηγαίνει παντού με ταξί, δεν είχε τη δυνατότητα να πηγαίνει με λεωφορείο, αφού οι οδηγοί λεωφορείων δεν μπορούσαν να τον περιμένουν να δανειστεί το χρήμα για τα ναύλα από κάποιον που θα τον περίμενε στον προορισμό του.

Τον Κλιφ τον βοηθάει να πετύχει τον στόχο που έχει θέσει η απόλυτη προσήλωση στον άμεσο στόχο σε συνδυασμό με την ικανότητα να παραβλέπει τελείως το γεγονός ότι ο χθεσινός στόχος ήταν αρκετά διαφορετικός και η χθεσινή επιχειρηματολογία τελείως αντίθετη από τη σημερινή. Αυτή η ικανότητα να είναι επικεντρώνεται απολύτως στην επιχειρηματολογία της ημέρας και να παραβλέπει  οτιδήποτε άλλο, όμως, έχει και την αρνητική της πλευρά. Μια φορά με επισκέφθηκε στο σπίτι μου για να κάνουμε μια συζήτηση, τόσο σημαντική που το θέμα της μου διαφεύγει τελείως. Τότε είχα δύο σκυλιά ράτσας Τσόου, το ένα κουτάβι. Ο Κλιφ ξεκίνησε τη διατριβή του, ενώ ο Τζορτζ, το κουτάβι, καθόταν ήσυχο στα πόδια του, σαν πιστό κυνηγόσκυλο. Κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια της συζήτησης διαπίστωσα ότι ο Τζορτζ τρώει τα κορδόνια του Κλιφ (στΜ και ο Κλιφ απολύτως επικεντρωμένος στην επιχειρηματολογία του δεν πήρε είδηση τον σκύλο). Πριν μπορέσω να αποσπάσω το σκυλί από τα παπούτσια ή τον Κλιφ από την ομιλία του, τα κορδόνια είχαν φαγωθεί πλήρως. Οι αναγνώστες θα χαρούν να ακούσουν ότι ο Τζορτζ δεν υπέφερε από αντίποινα εξαιτίας του ατυχούς περιστατικού, παρόλο που ο Κλιφ είχε δικαίως εκνευριστεί.

Έχοντας ακούσει για το πόσο αποτελεσματική ήταν η μέθοδος στρατολόγησης του Κλιφ στις διάφορες καταγεγραμμένες περιπτώσεις,  θα εκπλαγείτε από το γεγονός ότι, όταν έφυγε από την Παλαιστίνη, τον Σεπτέμβριο του 1946 υπήρχαν μόνο 30 μέλη στο Παλαιστινιακό Τμήμα της Τέταρτης Διεθνούς. Η δουλειά, βεβαίως, ήταν παράνομη υπό το βρετανικό καθεστώς και, ακόμα κι όταν αφορούσε πρακτικά θέματα,  η ανοιχτή παρέμβαση με κάλεσμα σε δράση ήταν πολύ περιορισμένη. Το πιο σημαντικό απ’ όλα ήταν πως στην Παλαιστίνη, όπως και στην υπόλοιπη Μέση Ανατολή, το κλειδί για την επαναστατική πολιτική βρισκόταν στις αραβικές μάζες: η στάση των Αράβων απέναντι στους εβραίους εργάτες καθοριζόταν από την αντιδραστική στάση της δικής τους άρχουσας τάξης, κι ενισχυόταν σε σημαντικό βαθμό από τις σιωνιστικές εκστρατείες για αποκλεισμό των Αράβων εργατών και μποϊκοτάζ των αραβικών προϊόντων. Ακόμα και αν υποτεθεί ότι μπορούσαν να ξεπεραστούν αυτές οι προκαταλήψεις, για να τα καταφέρει ο εβραίος αγκιτάτορας έπρεπε να μάθει μια άλλη γλώσσα (τα αραβικά, στΜ) και να μάθει πράγματα για έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο ζωής, πριν πραγματοποιηθεί ο οποιοσδήποτε ειρηνικός διάλογος. Ήταν μια δύσκολη, σκοτεινή και μοναχική δουλειά, αλλά κάποιος έπρεπε να την κάνει.

Από ένα σημείο και μετά, σαν να ήθελαν να αποδείξουν ότι δεν είναι αναρχικοί, οι τροτσκιστές της Παλαιστίνης έδειξαν την προτίμησή τους για την προπαγάνδα των λέξεων από  την προπαγάνδα των πράξεων. Τα τέσσερα ή πέντε μέλη της ομάδας βγήκαν στους δρόμους τη νύχτα, όταν έπεσε το σκοτάδι, με τις βούρτσες και τις μπογιές τους. Σε πολλά κεντρικά σημεία έγραψαν ένα σύνθημα που καλούσε δράση, κάτι σαν “ΟΛΟΙ ΓΕΝΙΚΗ ΑΠΕΡΓΙΑ ΤΗΝ ΤΡΙΤΗ”. Ήταν τέτοια η δουλειά των συντρόφων που λίγοι εργάτες δεν θα είχαν πάρει το μήνυμα. Ωστόσο η Τρίτη έφτασε και οι εργάτες μέχρι τον τελευταίο αγνόησαν το κάλεσμα – το ίδιο έκαναν και όλα τα μέλη της τροτσκιστικής ομάδας.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Μια άλλη ενδιαφέρουσα πλευρά της ιστορίας είναι ότι ο πατέρας του Κλιφ, βλέποντας τον γιο του να εντάσσεται στην Τέταρτη Διεθνή, έγραψε στον Λέον Τρότσκι, ο ένας εβραίος πατέρας στον άλλο, σαν να συζητούσε για τον νεαρό Γίγκαελ με το αφεντικό της νέας του επιχείρησης.  Ομοίως, όταν ο Κλιφ ήρθε στη Μεγάλη Βρετανία το 1946, ο πατέρας του έγραψε στους Σάλμον& Γκλούκσταϊν, τότε μια μεγάλη εταιρεία λιανικής πώλησης, διερευνώντας μια πιθανή συγγένεια που θα μπορούσε να αξιοποιηθεί καταλλήλως. Καμιά από τις προσπάθειες αυτές δεν φάνηκε να καρποφόρησε: τελικά δεν του προσφέρθηκε μια θέση ούτε στη Διεθνή Γραμματεία της Τέταρτης Διεθνούς, ούτε στο διοικητικό συμβούλιο των Σάλμον&Γκλούκσταϊν. Αυτά αρκούν για να καταδικάσουμε την οικογενειοκρατία.

Την πρώτη φορά που ο Κλιφ εμφανίστηκε στον αγγλόφωνο τύπο ήταν το 1938, από τις σελίδες του περιοδικού «Νέα Διεθνής». Εκείνη την χρονιά, στα τεύχη του Οκτωβρίου και του Νοεμβρίου έγραψε για την εβραιο-αραβική σύγκρουση, με το ψευδώνυμο Λ. Ροκ (=βράχος). Εκ πρώτης όψεως αυτό το ψευδώνυμο μπορεί να υποδήλωνε την έπαρση ενός Τζουγκασβίλι που επέλεξε το ψευδώνυμο «Στάλιν», δηλαδή άνθρωπος από ατσάλι, για το κομματικό του όνομα. Μου είπαν, ωστόσο, ότι το Gluckstein σημαίνει ένα είδος ημιπολύτιμου λίθου, οπότε το «Ροκ»  (ή το «Κλιφ» =βράχος, που τελικά υιοθέτησε) ήταν μια λογική επιλογή ονόματος για να ξεγελάσει τον οποιονδήποτε Παλαιστίνιο αστυνομικό  που θα τύχαινε να περιηγηθεί στο τελευταίο τεύχος της Νέας Διεθνούς.

Τα ίδια τα άρθρα ήταν ενδιαφέροντα και ενημερωτικά, ιδίως δε έδειχναν αντιπολιτευτική στάση απέναντι στην φεουδαρχική, ημι-αστική ηγεσία του αραβικού εθνικού κινήματος, σε συνδυασμό με έναν απόλυτο αντι-σιωνισμό και αντιιμπεριαλισμό. Είχαν μακροσκελή ανάλυση και σύντομο το περιγραφικό σκέλος, όπως έπρεπε αν ο αναγνώστης είχε κάποια εμπειρία και γνώση αλλά δεν μπορούσε να κάνει οτιδήποτε για το ζήτημα. Το στυλ γραφής του προσέφερε όλη αυτή την ικανοποίηση που έχεις όταν μασάς ψιλοκομμένες τρίχες, αλλά στην πάροδο των χρόνων, αν μην τι άλλο, ο Κλιφ αποδείχθηκε συνεπής- ποτέ δεν υποχώρησε στην εύκολη αναγνωσιμότητα.

Όπως και όλα τα άλλα πιστά μέλη της Τέταρτης Διεθνούς, ο Κλιφ πίστευε απεριόριστα στην προφητεία του Τρότσκι ότι κάτω από τις τεράστιες πιέσεις που θα προκαλούσε ο πόλεμος, οι εργάτες όχι μόνο θα έβαζαν τέλος στον άρρωστο καπιταλισμό, αλλά και στη σταλινική γραφειοκρατία. Όσο μικρή κι αν ήταν η Τέταρτη, οι λίγοι  υποστηρικτές της ήταν πεπεισμένοι ότι κάλπαζαν καβάλα στο κύμα της ιστορίας. Το κόλπο για να τα καταφέρουν ήταν να τοποθετηθούν τα στελέχη με τέτοιον τρόπο ώστε, σε σύντομο χρονικό διάστημα, να μπουν επικεφαλής  των μαζών. Αυτό το σενάριο κατέληξε αναπόφευκτα εκεί που τελικά κατέληξαν κι αυτές οι αρκετά αλλόκοτες προφητείες.

Στη Βρετανία, για παράδειγμα, η Διεθνής Εργατική Λίγκα (WIL, πρόδρομος του RCP) τύπωσε ένα φυλλάδιο το 1942 με τίτλο «Η Προετοιμασία για την Εξουσία». Αυτό το κείμενο, που γράφτηκε από τον Τεντ Γκραντ [2], περιελάμβανε πολλές μικρές ανεκτίμητες βεβαιότητες τιθάσευσης της μοίρας, όπως: “Η διάσπαση στο Εργατικό Κόμμα είναι αναπόφευκτη … Η Αριστερά θα αναγκαστεί να διαλύσει τον Συνασπισμό και να σχηματίσει μια ανοιχτή αντιπολίτευση στο Κοινοβούλιο και, επιπλέον, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα αποκτήσει την πλειοψηφία ». Ή «η Βρετανία εισέρχεται σε μια προ-επαναστατική κατάσταση ».  Ή ακόμα και: «Μια αποτυχία του επερχόμενου επαναστατικού κύματος θα προκαλούσε ξεσπάσματα απόγνωσης στους κόλπους της μικροαστικής τάξης και την οπισθοχώρηση της  εργατικής τάξης. Αξιοποιώντας τη διάθεση αυτή, η μπουρζουαζία θα δημιουργούσε μέσα στο συντομότερο δυνατό χρονικό διάστημα ένα φασιστικό κόμμα». Τελικά: «Το ελλιπώς εκπαιδευμένο και δοκιμασμένο στελεχικό δυναμικό μας  προσωπικό μας το πολύ μέσα σε λίγα χρόνια θα ριχτεί μέσα στις φλόγες της επανάστασης».

Αν η ανακοίνωση σας βγάζει  κάποιον υπερενθουσιασμό, να είστε σίγουροι ότι δεν αυτός ήταν μεγαλύτερος από αυτόν που ένιωθαν όλοι μέσα στην Τέταρτη Διεθνή. Πεποίθηση της WIL ήταν ότι η ριζοσπαστικοποίηση θα είναι τόσο γρήγορη και βαθιά που θα σάρωνε τα ρεφορμιστικά όρια του Εργατικού Κόμματος και θα μετακινούταν προς το Ανεξάρτητο Εργατικό Κόμμα  (ILP), που με τη σειρά του δεν θα ήταν ικανό να διαχειριστεί αυτόν τον επαναστατικό πυρετό. Οι μάζες αναπόφευκτα θα στρέφονταν στην Τέταρτη Διεθνή που θα τους οδηγούσαν στην Εργατική Εξουσία. Το μέλλον συχνά βγάζει ηλίθιους όσους αποτολμούν να μπλεχτούν στο παιχνίδι των προφητειών, και, πρέπει να το πούμε, ο Τεντ Γκραντ δεν αποτέλεσε εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα.

Αργότερα, στο RCP, το επιχείρημα ως προς τι στάση πρέπει να κρατήσουμε,  ήταν  το αν θα πρέπει να κάνουν εισοδισμό στο Εργατικό Κόμμα για να ενθαρρύνουν και στη συνέχεια για να καθοδηγήσουν τις ραγδαία αριστερά μετατοπιζόμενες μάζες ή αν θα πρέπει να λειτουργήσουμε ανεξάρτητα προβάλλοντας το επαναστατικό πρότυπο γύρω από το οποίο θα συσπειρωθούν οι εργάτες. Ο Πάμπλο και η ηγεσία της Τέταρτης ήταν υπέρ της πρώτης οδού,  υποστηριζόμενοι και από τον Τζέρι Χίλι [3], ενώ ο Τζοκ Χάστον [4] και ο Γκραντ ήταν υπέρ της δεύτερης τακτικής, της τακτικής  «ανοιχτού κόμματος» (στΜ της τακτικής δηλαδή του ανεξάρτητου κόμματος που δρα ανοιχτά και δημοσίως με τα δικά του σύμβολα και διακριτικά και όχι με τα σύμβολα και διακριτικά του «πλατιού κόμματος» στο οποίο πραγματοποιούταν ο εισοδισμός).

Για τον Κλιφ, οποίος γενικά συμφωνούσε με την θεωρία της επικείμενης επανάστασης, ήταν σαφές ότι η Παλαιστίνη δεν αποτελεί πολύ πιθανό σημείο που θα αγγίξει το πρώτο κύμα της επερχόμενης επαναστατικής καταιγίδας. Για οποιονδήποτε σοβαρό μαρξιστή, το επίκεντρο βρισκόταν στην Ευρώπη, όπου τα χτυπήματα του πολέμου ήταν πιο καταστροφικά, όπου οι αναμενόμενες κοινωνικές πιέσεις θα ήταν οι μεγαλύτερες και εκεί όπου υπήρχε ένα σημαντικό εργατικό κίνημα με μακρόχρονη σοσιαλιστική παράδοση. Κατά τη διάρκεια του πολέμου ήταν δύσκολο σχεδόν παντού, πόσο μάλλον στην Παλαιστίνη, να λαμβάνει κανείς  χωρίς λογοκρισία τα νέα για το εργατικό κίνημα στο εξωτερικό και επίσης ήταν σχεδόν αδύνατο να ακούσει οτιδήποτε για το επαναστατικό κίνημα. Ένα μέλος της ομάδας του Κλιφ, ο Νταν Ταΐτ, πήγε στο Ηνωμένο Βασίλειο λίγο πριν τον πόλεμο και ανέλαβε το καθήκον να στέλνει ραπόρτα μέσω των γραμμάτων που έστελνε στο σπίτι του.

Για τους επαναστάτες, συνήθως χωρίς τη δυνατότητα σε περίπλοκα συστήματα και κώδικες κρυπτογράφησης, η δουλειά αυτή συνήθως ήταν εφικτή αφήνοντας χώρο μεταξύ των γραμμών του «κανονικού γράμματος»,  και στη συνέχεια γράφοντας ανάμεσα σε αυτές τις γραμμές με μια λεπτή μύτη και   χυμό λεμονιού αντί για μελάνι. Όταν ο χυμός στεγνώσει με φυσικό τρόπο γίνεται αόρατος,  μέχρι τη στιγμή που θα υποβληθεί σε θερμότητα με φλόγα κεριού, οπότε το μυστικό μήνυμα αποκαλύπτεται με τα γράμματα να αποκτούν χρώμα ανοιχτό καφέ. Ο Νταν ενημερώθηκε ότι, κατά την άφιξή του στη Βρετανία, θα έπρεπε να εφοδιαστεί με μπόλικα λεμόνια  και να στέλνει τακτικά ραπόρτα.  Το ότι τέτοια ραπόρτα τελικά δεν έμελλε να υπάρξουν  δεν οφειλόταν στο γεγονός ότι ο Νταν ήταν αναβλητικός ή ότι στερείτο επαναστατικού πνεύματος, αλλά αποκλειστικά στο γεγονός ότι από το 1939 έως το 1945 τα λεμόνια ήταν δυσεύρετα στη Βρετανία, κι αυτή η έλλειψη δεν μπορούσε διόλου να γίνει αντιληπτή  σε όλους όσους ζούσαν οπουδήποτε κοντά στη εβραϊκή Γιάφα.  Οι μπανάνες  απουσίαζαν εξίσου από τα τελάρα φρούτων τον καιρό του πολέμου, αλλά επειδή ήταν άχρηστα στην κρυπτογράφηση, η απώλεια τους ήταν λιγότερο αισθητή.

Με το τέλος του πολέμου, ήρθε η ώρα για τον Κλιφ να μετακινηθεί σε μεγαλύτερη πίστα. Η έλλειψη ραπόρτων από πρώτο χέρι από το Ηνωμένο Βασίλειο μπορεί να είχε προκαλέσει την ψευδαίσθηση ότι κάποιος θα μπορούσε να κάνει κάτι περισσότερο από το ανταλλάξει μια χούφτα συντρόφων στην Παλαιστίνη με μια όχι πολύ μεγαλύτερη χούφτα στην Ευρώπη, αλλά η ελπίδα αναβλύζει αιώνια στο  στήθος του επαναστάτη. Τουλάχιστον τα μέλη του RCP ανήκαν σχεδόν στη συντριπτική τους πλειοψηφία στην εργατική τάξη, αν και το 1946 είχαν αρχίσει να μειώνονται. Ο Κλιφ ήταν προφανώς ικανός άνθρωπος, με καλή γνώση του μαρξισμού και της οικονομίας, και η ηγεσία του RCP, όπου δεν άφηνε αναξιοποίητα τέτοια ταλέντα, τον προσκάλεσε να παρακολουθεί τις συνεδριάσεις του Πολιτικού Γραφείου.

Έτσι άρχισε να αναδύεται το προφίλ ενός ανθρώπου που κουβαλούσε το συγκεκριμένο υπόβαθρο, αυτό της ημιπαράνομης δουλειάς σε μια χώρα που κυβερνιόταν από τον ξένο ιμπεριαλισμό, αλλά με μια μικροσκοπική εργατική τάξη διαιρεμένη φυλετικά και θρησκευτικά. Παρά τις δυσκολίες, η ελπίδα συνέχισε να διατηρείται με την προσκόλληση στην σχολή πολιτικής σκέψης του Σάμιουελ Σμάιλς που υπόσχεται: «Αυτός ο μαρξισμός μπορεί να μετακινήσει και βουνά αν προσπαθήσετε πολύ σκληρά». Η εργατική τάξη θεωρείται ορθώς ως το κέντρο της μαρξιστικής ανάλυσης, αλλά , από έλλειψη εξοικείωσης με το πρωτότυπο (στΜ τα γραπτά του Μαρξ), οι εργάτες φαίνεται να αποκτούν έναν καθολικό-αδιαφοροποίητο χαρακτήρα. Σε αυτή τη «μαρξιστική» επιστήμη οι εργάτες παρουσιάζονται ως παράγοντας με υπερμεγεθυνμένες διαστάσεις στην επαναστατική εξίσωση. Όλο αυτό το πάθος ωστόσο που εκφράζεται για τους εργάτες δεν μπορεί να συγκαλύψει το γεγονός ότι και τα υπόλοιπα στοιχεία της εξίσωσης, για πολύ πρακτικούς λόγους, με αυτόν τον τρόπο αποκτούν πιο επείγοντα και υπερμεγεθυνμένο χαρακτήρα: το επαναστατικό κόμμα, η οργανωτική του μορφή, η πρωτοπορία της πρωτοπορίας, η ηγεσία. Σε αυτό το σχήμα ο πολιτικοποιημένος εργάτης γίνεται φετίχ, ένας ισχυρός μάγος με αλάθητα ένστικτα, μόνο εφόσον συμφωνεί με τις ανησυχίες του ηγέτη.

Επειδή  ο εργάτης στην πραγματική ζωή -είναι η φύση του αυτή ως ανθρώπινο ον- είναι πολύ πιο πολύπλοκο πλάσμα από όσο προβλέπει  η θεωρητική αφαίρεση, κατασκευάζεται ένας ιδανικός και εξιδανικευμένος εργάτης του οποίου οι σκέψεις, συλλογικά και ατομικά, προσδιορίζονται από τη θεωρία παρά από την παρατήρηση. Σε αυτό το σχήμα, ο στόχος έχει προσδιοριστεί, οπότε εν πολλοίς μπορεί να αγνοηθεί. Το μόνο που μένει είναι να φτιάξουμε έναν φανταστικό  δρόμο από κίτρινα τούβλα, με τον “Mάγο” να επιβλέπει κάθε βήμα της κατασκευής. Ένας τέτοιος ιδεαλιστικός τρόπος να κοιτάζει κανείς τα πράγματα είναι ίσως κατανοητός, μια ανθρώπινη αντίδραση στην ελπίδα που το πήγαινε από αναβολή σε αναβολή, μια συνέπεια του να δουλεύει κανείς  επί χρόνια στην Παλαιστίνη για να φτάσει τα 30 μέλη,  ένας αριθμός  που με το ζόρι έφτανε για να επιτευχθεί  πλειοψηφία στην Εβραϊκή Ένωση Αρτοποιών, και  στη συνέχεια να έρθει στη Βρετανία και να περάσει τα επόμενα 14 χρόνια να χτίσει μια ομάδα με λιγότερους από 100. Όλα αυτά παρά την προθυμία να κάνει παραχωρήσεις προς το συμφέρον της “πρωταρχικής σοσιαλιστικής συσσώρευσης”.

Πολλά από τα παραπάνω, βέβαια, δεν προϋποθέτουν μια προϊστορία στη Μέση Ανατολή. Όλη η πρώτη γενιά των τροτσκιστών ηγετών (και οι περισσότεροι από εκείνους της δεύτερης γενιάς) πέρασαν όλα τα χρόνια της πολιτικής τους διαμόρφωσης και τα περισσότερα από τα υπόλοιπα, σε μικρές και αναποτελεσματικές οργανώσεις, βλέποντας την ιστορία να τους προσπερνά παρά την αφοσίωσή τους στην υλιστική ερμηνεία της πραγματικότητας. Με την απόλυτη δύναμη της θέλησης κατάφεραν να επιβάλουν την προσωπικότητά τους στην ομάδα, συνεπικουρούμενοι από το γεγονός ότι δεν υπήρχαν πάρα πολλοί άνθρωποι για να την επιβάλουν. Δεν είναι, για παράδειγμα, τυχαίο ότι οι ομάδες του Τζέρι Χίλι ήταν βίαιες, του Τεντ Γκραντ εξαιρετικά βαρετές και ότι οι ομάδες του Κλιφ  χαρακτηρίζονταν από ανεξέλεγκτη αλλαγή των εμφάσεων, οι οποίες δεν νομιμοποιούνταν ούτε από επιχειρηματολογία ούτε από δημοκρατικές ψηφοφορίες.  Όλοι αυτοί οι ηγέτες εξακολουθούν να έχουν τους οπαδούς τους, αλλά το ίδιο ισχύει και με τους οπαδούς  του Τζιμ Τζόουνς ή του Κόρες (στΜ παλαβοί αιρετικοί παππάδες-αυτόκλητοι μεσσίες) – τουλάχιστον αυτοί μας τελείωσαν στο Jamestown ή στο Waco.

Υπό το πρίσμα αυτό πρέπει να εξεταστεί και το φιλελεύθερο καθεστώς των ΙS (Διεθνείς Σοσιαλιστές), μέχρι το 1968. Πρώτον, η πιθανότητα στρατολογιών  σε μεγάλη κλίμακα ήταν ανύπαρκτη και ο ρυθμός των γεγονότων καθοριζόταν κυρίως από την γιγάντια δυναμική του Εργατικού Κόμματος. Όποιο θέμα αξιολογούσε  ο Κλιφ ως σημαντικό ήταν βέβαιο ότι θα πάρει τον δρόμο του για την εφημερίδα του κόμματος και η συμπερίληψη άρθρων διαφορετικής άποψης  ήταν, σε τελική ανάλυση, ένα χρήσιμο μέσο στρατολογιών  για τους επιφυλακτικούς και τους λιγότερο αφοσιωμένους. Για τον Κλιφ, η ομάδα είναι ιδιοκτησία του  και, σε τελική ανάλυση, μπορεί να την αλλάζει αυθαίρετα ανάλογα με τα καπρίτσια του-αφού τα δικά του καπρίτσια είναι πολύ σημαντικά και πρέπει να ικανοποιηθούν.Είναι κατά κάποιον τρόπο σαν η επένδυση από μεριάς του περισσότερου χρόνου και θυσιών να του δίνει έξτρα μετοχές στην όλη υπόθεση. Εάν οι άλλοι θεωρούν ότι έχουν εξίσου το δικαίωμα να συνεισφέρουν με τρόπο που μπορεί αυτός  να θεωρεί λάθος, τότε θα υπερασπιστεί τη δική του αλήθεια με όλη την αγριότητα μιας λέαινας που υπερασπίζει τα μικρά παιδιά της. Με τη βία ή με την απατεωνιά (στην πράξη και με τα δύο) ο «παραβάτης» θα πεταχτεί στο μαύρο σκοτάδι, θα εκδιωχθεί από το κίνημα και δεν θα του επιτρέπεται πλέον να συμμετέχει στη σοσιαλιστική χειραφέτηση της ανθρωπότητας.

Εάν κάποιος προσπαθούσε να τοποθετήσει τον Κλιφ σε σειρά κατάταξης στο τροτσκιστικό κίνημα, εξαιρώντας τον Τρότσκι που προφανώς  κατατάσσεται πάνω από όλους τους οπαδούς του, θα του έδινε σίγουρα τιμητική θέση. Αν δεν είναι στην Πρώτη Κατηγορία (στΜ παρομοίωση με ποδοσφαιρικές κατηγορίες), μαζί με τους Σάχτμαν και ΣΛΡ Τζέιμς, τότε είναι σίγουρα στις πρώτες θέσεις της Δεύτερης Κατηγορίας  μαζί με άλλες λαμπρές προσωπικότητες του χώρου όπως οι Ερνέστ Μαντέλ και Τζέιμς Π Κάνον,  κάτι πολύ σπουδαιότερο από το να παίζει κανείς στην Τρίτη Κατηγορία,  όπου ο Χίλι έπαιξε για πολύ καιρό και όπου εξακολουθούν να παίζουν οι απόγονοί του, αναζητώντας άτομα άξια της ποιοτικής ηγεσίας τους.

Ως άνθρωπος ο Κλιφ είναι αρκετά ευχάριστος, με μια αίσθηση του χιούμορ που προέρχεται προφανώς  από την αυτοσαρκαστική Εβραϊκή σχολή και συχνά έχει πολύ γέλιο. Σαν άνθρωπος είναι γενναιόδωρος και καλόκαρδος, και, αν κάποιος έχει κάτι περισσότερο από ένα πρόσκαιρο ενδιαφέρον για τον επαναστατικό σοσιαλισμό, τότε ο Κλιφ μπορεί να παθιαστεί και να γίνει ένας διασκεδαστικός σύντροφος. Με εκείνους που είναι διατεθειμένοι να τον ακούν και να υλοποιούν τα καθήκοντα που τους αναθέτει, γίνεται απίστευτα στοργικός. Αλίμονο όμως στον εκλεκτό αν δεν ανταποκριθεί στις προσδοκίες του ή  αν αναπτύξει αντίθετες από τις δικές του ιδέες. Από αγαπημένος άνθρωπος του μήνα (ο Κλιφ) μετατρέπεται σε μια στιγμή σε έναν δόλιο βάνδαλο.  Ο ένας μετά τον άλλο, οι νεαροί σύντροφοι τα δίνουν όλα και κάθε τους λέξη τους μνημονεύεται και επαινείται σαν μαργαριτάρι ανεκτίμητης αξίας. Μετά, μέσα σε λίγους μήνες, απορρίπτονται για ένα νεώτερο, λαμπρότερο πρότυπο επαναστατικού ενθουσιασμού. Τέτοιου είδους αποχωρισμοί συνήθως παίρνουν τη μορφή του λυπητερού, άσχημου τέλους μιας ερωτικής σχέσης, με όλη την πικρία που συνοδεύει αυτές τις καταστάσεις.

Με αυτόν τον τρόπο, αρκετοί υποσχόμενοι σύντροφοι χάθηκαν στο κίνημα, ένα κίνημα που ποτέ άλλωστε δεν είχε την πολυτέλεια να απολαμβάνει πληθώρα στελεχών. Πρόκειται για εγκληματική σπατάλη δυνάμεων, ιδιαίτερα από τη στιγμή που αυτός που ενσαρκώνει τον διάβολο σήμερα δούλευε καλά μέχρι χθες και άρα ίσως να μπορούσε να προσφέρει και αύριο τις υπηρεσίες του. Το να αρνηθούμε στον εαυτό μας την πιθανότητα αυτή αποτελεί μας έναν ιδιαίτερο τύπο πρωταρχικής … αποσυσσώρευσης στελεχών που δεν μπορεί και δεν πρέπει να συγχωρείται εύκολα.

Όλα αυτά τα λάθη είναι, φυσικά, αποτέλεσμα ανθρώπινων αδυναμιών, από τις οποίες οι  περισσότεροι από εμάς υποφέρουν, καθώς κανένας από εμάς δεν μπορεί να βρίσκεται πάνω από τον τόπο και την εποχή στην οποία ζούμε.  Ευτυχώς, οι περισσότεροι άνθρωποι δεν δοκιμάζονται τόσο σκληρά από τις συνέπειες αυτών των συμπεριφορών, αλλά είναι γι ‘αυτόν ακριβώς τον λόγο που πρέπει να βρισκόμαστε σε διαρκή επαγρύπνηση ενάντια στην αλαζονεία της βεβαιότητας και της τυφλής πίστης στη δική μας διαίσθηση. Είναι αυτός ο λόγος για τον οποίο η δημοκρατία δεν αποτελεί ένα προαιρετικό «εξτραδάκι» για τους επαναστάτες. Η δημοκρατία είναι μια βασική αρχή που αποτελεί τον μοναδικό τρόπο να αμυνθεί μια οργάνωση απέναντι σε μια ιδιότροπη και εγωιστική ηγεσία.

Μια φευγαλέα σκέψη σίγουρα θα μας ψιθυρίσει ότι ανεξάρτητα από το πόσο θα θέλαμε οι ηγέτες μας να έχουν το αλάθητο, μέχρι στιγμής όλοι έχουν αποδειχθεί αρκετά γκαφατζήδες στην υπόθεση της επανάστασης. Η δημοκρατία, με καθαρά πρακτικούς όρους, είναι απαραίτητη επειδή η αυθεντική σύνθεση προκύπτει από την ανταλλαγή ιδεών και επειδή λίγοι άνθρωποι μπορούν να χρησιμοποιούν τον εγκέφαλό τους σαν δικηγόροι που αγορεύουν μπροστά στους δικαστές- και όποιος ισχυριστεί το αντίθετο είναι, σχεδόν μετά βεβαιότητας, ένοχος ψευδορκίας. Οι επαναστάτες θα πρέπει να είναι έτοιμοι να κάνουν θυσίες για το κίνημα, αλλά η θυσία που δεν πρέπει ποτέ να γίνει είναι αυτή της συνείδησής τους. Σε μια επαναστατική οργάνωση, καμία βεβαιότητα του γκουρού δεν πρέπει να έχει μεγαλύτερη βαρύτητα από τη δημοκρατική σας συνείδηση.

Πολύ συχνά, η διέξοδος για να αποφύγουμε τα δικά  μας λάθη γίνεται το κόμμα, ένα αγνό αποταμιευτήριο όλης της σοφίας, ένας φάρος χωρίς λάθη που φωτίζει  την ανθρωπότητα σε έναν σκοτεινό κόσμο. Είναι ένα θέμα που χρήζει προβληματισμού το γεγονός ότι σε ένα κόμμα, που χτίζεται  από υλιστές και άθεους και βασίζεται  στις δικές τους ιδέες και φιλοδοξίες, αποδίδονται εκ των υστέρων υπερφυσικές δυνάμεις. Όπως γίνεται και με την εξιδανικευμένη εικόνα της εργατικής τάξης, το κόμμα μετατρέπεται σε εικόνισμα  για απότιση παραμορφωμένου σεβασμού. Το ότι το κόμμα είναι κάτι παραπάνω από τα άτομα που το αποτελούν ισχύει μόνο στον βαθμό που μπορεί να είναι πιο αποτελεσματικό στους στόχους του από ό, τι οι ίδιοι άνθρωποι που επιδιώκουν παρόμοιους στόχους απομονωμένοι ο ένας από τον άλλο. Το κόμμα δεν μπορεί ποτέ να είναι κάτι περισσότερο από τους ανθρώπους που το ελέγχουν και, στην περίπτωση του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος (SWP), το κόμμα είναι ο Κλιφ, εξοπλισμένος με την καλοακονισμένη και κοφτερή σαν ξυράφι ικατότητα για οπορτουνισμούς και την  προφητική του μύτη. Ακόμα κι αν αυτά τα χαρακτηριστικά του τον καθιστούσαν αλάνθαστο, όπως θέλει να πιστεύει ο κάτοχός τους –και δεν τον καθιστούν αλάνθαστο- , δεν μπορούν να υποκαθιστούν την προσπάθεια μιας συλλογικότητας με μέλη που έχουν τις εμπειρίες τους και την εκπαίδευσή τους και με μια ηγεσία πρόθυμη να μαθαίνει εκτός από το να καθοδηγεί.

Σημειώσεις

  1. Την ιστορία μου την είπε ο Κλιφ γύρω στο 1960. Ενημερώθηκα από τον Γκράνβιλ Ουίλιαμς ότι σε μια συνάντηση στο Walsall στις αρχές της δεκαετίας του 1970 ο Κλιφ ανέφερε ότι το δάχτυλό του το είχαν σπάσει βρετανοί στρατιώτες στην Παλαιστίνη, όταν συνελήφθη. Ίσως ήταν διαφορετικά δάχτυλα. (Θυμάμαι ότι ο Κλιφ έλεγε ότι αυτό συνέβη στον αδελφό του σε συνάντηση των Σιωνιστικών Συνδικάτων, όταν φώναξε απαντώντας σε ένα κάλεσμα για εργατική ενότητα «Ναι, Εβραίοι και Αραβικοί εργάτες ενωμένοι!» – Σημείωση του Τεντ Κρόφορντ)
  2. Ο Τεντ Γκραντ είναι ηγετική φιγούρα στην ιστορία του βρετανικού τροτσκισμού. Ήταν ο θεωρητικός της Διεθνούς Εργατικής Λίγκας (WIL), του Επαναστατικού Κομμουνιστικού Κόμματος (RCP), της Επαναστατικής Σοσιαλιστικής Λίγκας (RSL) και του Μαχητή (Militant). Μετά τη διάσπαση του Militant, καθοδηγούσε μια μικρή ομάδα εισοδιστών μέσα στο Εργατικό Κόμμα.
  3. Ο Τζέρι Χίλι, στρατολογημένος στον τροτσκισμό από τον Τζοκ Χάστον στα τέλη της δεκαετίας του 1930, ήταν διάσημος για τη διάθεσή του για φραξιονισμό, την ετοιμότητα και την ενεργητικότητα με την οποία πολεμούσε (στΜ πολεμούσε εσωκομματικά), κάποιοι θα έλεγαν χωρίς αρχές.

 

  1. Τζοκ Χάστον, ένας ελκυστικός άνθρωπος και ένας από τους πιο ταλαντούχους βρετανούς τροτσκιστές. Γραμματέας του RCP, αργότερα ομιλητής του NCLC (- Εθνικό Συμβούλιο Εργατικής Εκπαίδευσης) , τότε Υπεύθυνος Εκπαίδευσης για την ETU και στη συνέχεια για τη GMWU (στΜ εργατικές συνδικαλιστικές ομοσπονδίες). Παρά την δεξιά στάση του και τη στήριξη των Εργατικών τα τελευταία χρόνια της ζωής του , ήταν πάντα ένας ευχάριστος και κοινωνικός σύντροφος.

 

https://www.marxists.org/archive/higgins/1997/locust/chap01.htm

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται.


*


Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.