Η αγριότητα στο Βύρωνα και ο κοινωνικός αυτοματισμός

image_pdfimage_print

της Έφης Γαρίδη

Μετά το πρωτοφανούς αγριότητας (μα σε καμία περίπτωση μεμονωμένο) περιστατικό στο Βύρωνα, όπου μια ολόκληρη ομάδα μαθητών τρίτης γυμνασίου επιτέθηκαν με κλωτσιές αλλά και αιχμηρά αντικείμενα σε έναν 17χρονο (με τρόπο που άνετα θα μπορούσαν να τον έχουν σκοτώσει), άνοιξε πάλι η κουβέντα για το μπούλινγκ, για μια ακόμα φορά σε λάθος βάσεις.
Η υπουργός Παιδείας έσπευσε στο σχολείο και έκανε εξαγγελίες για το πώς θα αντιμετωπίσει το πρόβλημα: με ψυχολόγους, θεματικές ημέρες για το μπούλινγκ και το «σεβασμό στον άλλο» και θεσμοθετώντας τον «δάσκαλο εμπιστοσύνης».
Η υπουργός προφανώς όταν λέει μπούλινγκ έχει στο μυαλό της κάτι σαν και αυτό που βλέπουμε στις αμερικάνικες ταινίες, με τις όμορφες και δημοφιλείς μαθήτριες και τους αρχηγούς της ομάδας σόκερ που κάνουν τη ζωή δύσκολη στα «νερντς». Αυτά ενδεχομένως γίνονται στα ακριβά ιδιωτικά όπου φοιτά το συνάφι της, όχι στα δικά μας σχολεία. Και στα δικά μας σχολεία υπάρχει μπούλινγκ που οφείλεται σε έλλειψη σεβασμού και ανοχής στη διαφορετικότητα, και μπορεί να γίνει από ενοχλητικό ως κακοποιητικό, και αυτό πράγματι αντιμετωπίζεται και διορθώνεται εν μέρει με κουβέντα. Όμως σε αρκετά σχολεία στις φτωχογειτονιές της Αθήνας (ενδεχομένως και ορισμένα της επαρχίας, αλλά μιλάω για τα σχολεία από τα οποία έχω εμπειρία) το βασικό πρόβλημα δεν είναι αυτό. Η δολοφονική επίθεση στο Βύρωνα και άλλα τέτοια παρόμοια περιστατικά σίγουρα δεν είναι αυτής της κατηγορίας, οπότε και οι τρόποι αντιμετώπισης που προτείνει είναι εντελώς άτοποι.
Στα δικά μας σχολεία, στα σχολεία που φοιτούν τα παιδιά του κόσμου της εργασίας, υπάρχει μια μερίδα παιδιών που έχουν υιοθετήσει τη βία και την παραβατική συμπεριφορά ως στάση ζωής. Δε χρειάζεται καμία βαθιά κοινωνιολογική ανάλυση για να καταλάβει κανείς γιατί. Ανέχεια, ανεργία των γονιών, αδιέξοδο, κακοποιητικό περιβάλλον, εξαρτήσεις, όσο βαθαίνει η κρίση όλο και περισσότερα παιδιά βιώνουν τέτοιου είδους καταστάσεις. Κάποια από αυτά κάνουν την επιλογή της παραβατικότητας. Αρχίζουν να «σπρώχνουν» ναρκωτικά και βλέπουν σε αυτό έναν τρόπο να «βγάλουν φράγκα» και να μη ζήσουν μίζερα, κάνουν μικροκλοπές κλπ. Αυτά τα παιδιά αποκτούν και τη συμπεριφορά συμμορίας. Δεν ξέρω αν τα συγκεκριμένα παιδιά στο Βύρωνα είναι αυτή η περίπτωση, αλλά η συμπεριφορά τους είναι τέτοια (δέρνουν όλοι μαζί γιατί στηρίζουν τα αδέρφια τους, ανεβάζουν σέλφι με λεζάντα «δε μασάνε τα αδέλφια μου π****νες» μέσα στο αστυνομικό τμήμα) και δείχνει ότι έχουν επικρατήσει τα αντικοινωνικά στοιχεία.
Αυτό είναι το χειρότερο είδος μπούλινγκ που αντιμετωπίζουμε στα σχολεία. Στην πραγματικότητα δεν είναι μπούλινγκ, είναι ωμή βία. Δεν υπάρχει σε όλα τα σχολεία, σε κάποια δεν υπάρχει καθόλου, σε άλλα είναι εντελώς περιθωριακό. Σε μερικά σχολεία όμως υπάρχει τέτοια δυναμική παραβατικότητας που η κατάσταση είναι από δυσάρεστη ως και επικίνδυνη. Και σε αυτά τα σχολεία τα μέτρα της Κεραμέως είναι αστεία. Όσες ημερίδες για το μπούλινγκ και να γίνουν, και όσο και αν έρθουν ειδικοί να μιλήσουν για το σεβασμό, τα παιδιά που έχουν υιοθετήσει την αντικοινωνική συμπεριφορά ως στάση ζωής δεν επηρεάζονται καθόλου. Όταν μιλάμε για περιπτώσεις παιδιών που είναι ικανά να κλωτσάνε έναν άνθρωπο και να τον χαρακώνουν και να μην τους νοιάζει αν θα ζήσει ή θα πεθάνει – και να μη δείχνουν και καμία μεταμέλεια γι’ αυτό – δεν υπάρχει καμία περίπτωση να ακούσουν όποιον τους μιλήσει για σεβασμό, έχουν άλλο κώδικα αξιών στον οποίο οι καθηγητές και οι ειδικοί είναι εχθροί. Όσο για το «δάσκαλο εμπιστοσύνης», όσο και να λέμε στα παιδιά ότι μπορούν να μιλήσουν και ότι πρέπει να το λένε όταν υφίστανται μπούλινγκ, η αλήθεια είναι πως δεν μπορούμε να τα προστατεύσουμε αν τους επιτεθούν αυτοί που τους «κάρφωσαν» στο δρόμο για το σπίτι, ή το απόγευμα στη βόλτα τους. Οι ψυχολόγοι, τέλος, είναι απαραίτητοι σε κάθε σχολείο, και θα έπρεπε να υπάρχουν ως μόνιμο προσωπικό, αλλά για τέτοια ακραία περιστατικά δεν αρκούν.
Ένα σωρό στερεότυπα αναπαράγονται ως αιτίες, και όχι μόνο από το υπουργείο και τα μέσα που έχουν συμφέρον να αποκρύψουν τις πραγματικές αιτίες, αλλά και απλό κόσμο που πέφτει στην παγίδα του κοινωνικού αυτοματισμού. Όχι, δεν είναι θέμα αγωγής ή ανατροφής, τα παιδιά που φτιάχνουν συμμορίες (έστω και όχι με την ακριβή έννοια του όρου) και ασκούν βία σε άλλα παιδιά μέσα στο σχολείο δεν το κάνουν γιατί δεν τους έχει μάθει κανείς να σέβονται τους άλλους, και αρκεί να τους το εξηγήσουμε και θα το καταλάβουν. Δεν έχουν κακούς γονείς που δεν ασχολούνται μαζί τους και γι’ αυτό αντιδρούν με αυτό τον τρόπο (κακούς γονείς μπορεί να έχουν αλλά όχι με την liberal έννοια του «κακού parenting»). Δεν έχουν απαραίτητα γονείς που επικροτούν αυτές τις συμπεριφορές, όπως διάβασα σε κάποια απαράδεκτα και δήθεν προοδευτικά άρθρα που έφταναν στο ελιτίστικο συμπέρασμα ότι οι γονείς αυτών των παιδιών δεν έκαναν για γονείς. Δεν έχουν αδιάφορους καθηγητές που δεν νοιάζονται να κάνουν κάτι, όλοι νοιάζονται όταν υπάρχει βία στο σχολείο τους – και πολλές φορές και οι καθηγητές πέφτουν θύματα επιθέσεων – απλά δεν μπορούν να κάνουν κάτι. Δεν φταίει ούτε ότι παίζουν βίαια βιντεογκέιμς όπως ειπώθηκε σε κάποια μέσα, άλλη μια θεωρία που επιμένει ενώ έχει καταρριφθεί από την έρευνα, αλλά αυτό είναι μια άλλη μεγάλη κουβέντα.
Πολύ βολικό να αποδίδουμε τις αιτίες σε διάφορα άλλα πράγματα, όταν η ρίζα βρίσκεται στην ίδια τη φύση του νεοφιλελευθερισμού, και μάλιστα σε μια μορφή του που δεν προβλέπει καν ένα υποτυπώδες δίχτυ ασφαλείας για τους πολύ αδύναμους. Αφού προβάλλεται η αριστεία ως κοινωνικό πρότυπο, αφού ο καθένας πρέπει να προσπαθεί για τον εαυτό του και για να αποδείξει ότι αξίζει, αφού μόνο οι καλύτεροι ανταμείβονται για τις προσπάθειές τους και οι αδύναμοι είναι βάρος στην κοινωνία, ο νεοφιλελευθερισμός δίνει στα παιδιά αρχές που προάγουν την αντικοινωνική συμπεριφορά. Από την άλλη, όταν δεν υπάρχει ούτε η ελάχιστη κοινωνική πρόνοια, δεν υπάρχουν δομές στις οποίες μπορεί να απευθυνθεί το σχολείο για τις πολύ δύσκολες περιπτώσεις μαθητών, δεν υπάρχει η παραμικρή δυνατότητα να ελέγξεις το οικογενειακό περιβάλλον του μαθητή και να παρέχεις στήριξη, τότε είναι και μεγάλο επίτευγμα που τα φαινόμενα βίας είναι προς το παρόν αρκετά περιορισμένα, είναι υπαρκτά αλλά όχι ακόμα ο κανόνας.
Από τη μεριά του υπουργείου είναι λογικό να πετάνε τη μπάλα στην εξέδρα και να προτείνουν άλλα αντί άλλων. Αυτό το σύστημα στηρίζουν, και δεν τους ενδιαφέρουν τα θύματά του ούτε οι παράπλευρες απώλειες. Και δεν έχουν καμία πρόθεση να ασχοληθούν έστω και στο ελάχιστο με την κοινωνική πρόνοια. Μας λένε λοιπόν ότι θα ακούνε τα παιδιά στο σχολείο ομιλίες για το σεβασμό, τη στιγμή που η κυβέρνηση σε λίγο θα επιτρέψει στις τράπεζες να πετάνε κάποια από αυτά από τα σπίτια τους. Ότι οι γονείς τους δεν τους δίνουν καλή ανατροφή, τη στιγμή που πολλοί από αυτούς δουλεύουν 12ωρα για ψίχουλα, σε εργασιακές συνθήκες που οι κυβερνήσεις έχουν επιτρέψει. Μιλάνε για «δάσκαλο εμπιστοσύνης» τη στιγμή που οι καθηγητές δεν έχουν κατάρτιση να παρέχουν ψυχολογική στήριξη σε παιδιά που αντιμετωπίζουν προβλήματα. Λένε για επισκέψεις ψυχολόγων, τη στιγμή που χρειάζονται μόνιμοι ψυχολόγοι στα σχολεία και κοινωνικές δομές που θα αντιμετωπίζουν περιπτώσεις παραβατικότητας και προβληματικού οικογενειακού περιβάλλοντος. Από τη μεριά τους καλά κάνουν και λένε ό,τι τους συμφέρει όμως, από τη μεριά μας όμως εμείς ας μην πέφτουμε στην παγίδα του κοινωνικού αυτοματισμού. Ας μην κατηγορούμε τους καθηγητές θεωρώντας πως αν τους ένοιαζε κάτι θα έκαναν – υπάρχουν πολλές περιπτώσεις παιδιών για τα οποία πλέον δεν αρκεί ούτε στο ελάχιστο η βοήθεια και η καθοδήγηση που από τη δική του θέση μπορεί να δώσει ο καθηγητής. Ας μην κατηγορούμε τους γονείς υποθέτοντας πως αν δεν τους άρεσε το πώς είναι τα παιδιά τους θα προσπαθούσαν να παρέμβουν. Έχω δει πολλές φορές γονείς παραβατικών παιδιών να έρχονται κλαίγοντας στο σχολείο και να ζητάνε βοήθεια, και να λένε πως δεν μπορούν να κάνουν τίποτα. Δε λέω ότι ισχύει για όλους, ή ότι σίγουρα δεν έχουν καμία ευθύνη, όμως όσοι κουνάνε το δάχτυλο ή δεν έχουν καμία ιδέα από εφήβους, είτε ήταν αρκετά τυχεροί ώστε να μη χρειαστεί να μεγαλώσουν παιδιά σε κακές συνθήκες.
Στις διεκδικήσεις μας για μια κοινωνία πιο δίκαιη ο κοινωνικός αυτοματισμός στέκεται εμπόδιο. Πρέπει να διεκδικήσουμε κοινωνικές δομές που να αντιμετωπίζουν τα φαινόμενα βίας στα σχολεία πιο αποτελεσματικά. Να καταδείξουμε την υποκρισία του υπουργείου και να απαιτήσουμε ουσιαστική στήριξη, και όχι να αφήνονται οι σχολικές μονάδες στην τύχη τους και ό,τι καταφέρουν μόνοι τους. Να παλέψουμε ενάντια στην φτώχια και την εξαθλίωση. Για να εξαλείψουμε αυτού του είδους τα περιστατικά βίας δεν θα αρκούσε τίποτα λιγότερο από την ανατροπή του καπιταλισμού, μπορούμε όμως να βελτιώσουμε την κατάσταση, και το πρώτο βήμα είναι να δούμε πολύ καλά τι πραγματικά φταίει και ποιοι είναι οι ένοχοι.

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται.


*


Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.