1

Αντλώντας διδάγματα από την ιστορία της αντίστασης: 13 χρόνια μετά το ξέσπασμα του τελευταίου μεγάλου φοιτητικού κινήματος

Αλέξης Λιοσάτος,
υποψήφιος περιφερειακός σύμβουλος ΠΕ Κοζάνης με την «Αριστερή Συμπόρευση για την Ανατροπή στη Δ.Μακεδονία»

Το 2004 η κυβέρνηση της Δεξιάς ερχόταν με αυτοπεποίθηση για να ολοκληρώσει την επίθεση στα εργατικά και κοινωνικά δικαιώματα, που άνοιξαν οι κυβερνήσεις Σημίτη. Ο πρωθυπουργός Καραμανλής πλασαριζόταν από τα ΜΜΕ ως ο «πρωθυπουργός της δεκαετίας». Η κυβέρνηση προχώρησε άμεσα σε αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις (κατάργηση 8ώρου, ασφαλιστικό, ιδιωτικοποιήσεις…). Η πρώτη αντίσταση στη ΝΔ ήρθε από τα κάτω. Τραπεζοϋπάλληλοι, ναυτεργάτες, λιμενεργάτες κ.ά. προχώρησαν σε απεργίες διαρκείας, έφθειραν, αλλά δεν απείλησαν την κυβέρνηση, που αποφάσισε να επιτεθεί στο χώρο της εκπαίδευσης.

Ήταν χοντρό στοίχημα με συμβολική και πραγματική αξία:

α) Η ελληνική εκπαίδευση είχε καθυστερήσει να «εναρμονιστεί» με το νεοφιλελεύθερο μοντέλο που ίσχυε στην ΕΕ και αλλού και το κεφάλαιο αντιμετώπιζε την εκπαίδευση ως ένα λαμπρό πεδίο μείωσης κρατικών δαπανών, κερδοφορίας και ιδεολογικής πειθάρχησης του πληθυσμού.

β) Στην εκπαίδευση συγκεντρώνονταν οι μεγαλύτερες δυνάμεις της Αριστεράς και της αντίστασης, με δύο νεοφιλελεύθερες αντιμεταρρυθμίσεις να έχουν ήδη καταρρεύσει από μαζικά κινήματα καταλήψεων και διαδηλώσεων (νόμος Κοντογιαννόπουλου 1991, νόμος Αρσένη 1998).

Έχοντας ήδη περάσει νόμους στην κατεύθυνση ιδιωτικοποίησης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης («αξιολόγηση», «Δια βίου εκπαίδευση» κ.ά), στις αρχές του 2006 με τη συναίνεση του ΠΑΣΟΚ αποφάσισε να πάει σε μετωπική σύγκρουση. Δύο ήταν οι αιχμές της σύγκρουσης:

α) Η αναθεώρηση του Συντάγματος, που περιλάμβανε μέτρα κατεδάφισης του κοινωνικού κράτους, όπως άρση της μονιμότητας στο Δημόσιο, άρση προστασίας δασικών εκτάσεων από οικοπεδοφάγους κλπ, κυρίως όμως το θέμα «ταμπού» ως τότε, το άρθρο 16, που καθιστά συνταγματική υποχρεώση τη Δημόσια Δωρεάν Παιδεία για όλους και απαγορεύει την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων.

β) Ο νέος νόμος πλαίσιο, που προέβλεπε: Όποιος φοιτητής/τρια κόβεται 3 φορές σε ένα μάθημα διαγράφεται από το πανεπιστήμιο, τα δωρεάν συγγράμματα καταργούνται, όποιος καθυστερεί 2 χρόνια τις σπουδές του εκδιώκεται, οι σχολές αποκτούν μάνατζερ προς επιβολή χορηγών και διδάκτρων, το άσυλο (κατάκτηση της εξέγερσης του Πολυτεχνείου που απαγόρευε την είσοδο της αστυνομίας στους πανεπιστημιακούς χώρους) καταργείται. Βασικός στόχος του κεφαλαίου και των κομμάτων του στην Ελλάδα ήταν η εισβολή των μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων στα δημόσια πανεπιστήμια, η επιβολή διδάκτρων, η εξίσωση ιδιωτικών κολλεγίων με τα πανεπιστήμια για να αυξήσουν τα κέρδη τους οι κολλεγιάρχες. Η βάση του 10, που καθιερώθηκε επίσης το 2006 στα σχολεία, θα εξασφάλιζε την πελατεία στους κολλεγιάρχες από τα παιδιά όσων οικογενειών θα μπορούσαν να αντέξουν το οικονομικό βάρος.

Παρά το πρωτοφανές μέγεθος της επίθεσης, η Αριστερά στα ΑΕΙ-ΤΕΙ κινήθηκε σαν να μην πίστευε ότι υπήρχαν οι όροι για μαζική και νικηφόρα μάχη, ακόμα κι όταν οι πανεπιστημιακοί καθηγητές (ΠΟΣΔΕΠ) έδωσαν το έναυσμα και προχώρησαν στην πρώτη πενθήμερη απεργία τον Μάρτιο του 2006. Άλλωστε για το μεγαλύτερο τμήμα της Αριστεράς οι πανεπιστημιακοί αντιμετωπίζονταν μεχρι τότε ως εχθροί και όχι ως σύμμαχοι.

Τον Μάρτη-Απρίλη 2006 ήρθε ο νικηφόρος άνεμος από τη Γαλλία: ένα γιγάντιο και αποφασιστικό κίνημα, νεολαίας κυρίως, ανέτρεψε το CPE (που στοχοποιούσε τους νέους εργαζόμενους) και οδήγησε την κυβέρνηση Σιράκ-Ντε Βιλπέν σε ταπείνωση. Το «να γίνουμε Γαλλία» έγινε σύνθημα της φοιτητικής Αριστεράς τις μέρες πριν τις εκλογές του Απριλίου, χωρίς όμως να προκύψουν κινητοποιήσεις, ενώ εκλογικά και πάλι θριάμβεψε η ΔΑΠ (ΝΔ) κι ακολούθησαν οι διακοπές του Πάσχα.

 

Η μάχη ενάντια στον νόμο πλαίσιο

Στις 6 Μαΐου 2006 διοργανώθηκε διεθνής διαδήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Φόρουμ στην Αθήνα, ένα ενωτικό κάλεσμα ενάντια στη λιτότητα, τον ρατσισμό και τον πόλεμο. Η διαδήλωση έγινε αφορμή για να εκδηλωθεί η οργή του κόσμου ενάντια στην κυβέρνηση. 100.000 κατέβηκαν στους δρόμους και δέχτηκαν την επίθεση των ΜΑΤ. Η ΠΟΣΔΕΠ κήρυξε απεργία διαρκείας από τις 10 Μαΐου. Ήταν τα δύο γεγονότα που ανέβασαν τη συλλογική αυτοπεποίθηση της νεολαίας με τη διαπίστωση ότι υπήρχαν οι όροι για μαζικό και νικηφόρο αγώνα. Ξέσπασαν οι πρώτες 15 καταλήψεις και δημιουργήθηκαν τα πρώτα συντονιστικά καταλήψεων. Ακόμα και τότε όμως έγινε φανερό ότι η συντριπτική πλειοψηφία της Αριστεράς δεν πίστευε πραγματικά στη δύναμη του κινήματος και στη δυνατότητα νίκης.

Η ΠΚΣ (ΚΝΕ-ΚΚΕ) στράφηκε πρώτα ενάντια στις καταλήψεις διαρκείας κι έπειτα ενάντια στη συνεργασία με την υπόλοιπη Αριστερά, δυσκολεύοντας τη δυνατότητα για αγωνιστικές αποφάσεις απέναντι στην απεργοσπαστική ΔΑΠ. Τα ΕΑΑΚ αναλώνονταν σε κοκορομαχίες και μικροηγεμονισμούς στις συνελεύσεις και περιόριζαν τον αγώνα σε «στενά» αιτήματα και προσανατολισμό, αδυνατώντας να συλλάβουν την κοινωνικοπολιτική δυναμική που γεννιόταν.

Ο παράγοντας «από τα κάτω» τα σάρωσε όλα. Παρά τις αδυναμίες της Αριστεράς, στις αρχές Ιουνίου οι καταλήψεις έγιναν 420 (πρακτικά σε όλες τις σχολές στην Ελλάδα), κάθε βδομάδα καλούνταν πανεκπαιδευτικά συλλαλητήρια, οι διαδηλώσεις μαζικοποιούνταν, άρχισαν να καλούν σε κινητοποιήσεις οι ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ, ο αγώνας έγινε υπόθεση της κοινωνίας.

Η ορμητικότητα του αυθόρμητου και η πίστη της νεολαίας στη νίκη του αγώνα επιβάλανε την ενότητα στη δράση. Η ΔΑΠ έχασε κάστρα της, μη έχοντας το κουράγιο ακόμα και να συμμετάσχει σε πολλές συνελεύσεις. Πολλοί ΔΑΠίτες συμμετείχαν στις διαδηλώσεις και μέσα από την εμπειρία τους αποχώρησαν από την κυβερνητική παράταξη. Η ΠΑΣΠ έχασε τον έλεγχο στη βάση της, που προχώρησε σε ανταρσία απέναντι στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ.  Η ΠΚΣ, σε σχολές όπου ήταν πρώτη δύναμη, βρέθηκε να καταψηφίζεται ως και πάνω από το 90% των μελών της.

Η υπόλοιπη  Αριστερά υποχρεώθηκε να βγει από τις συνήθειές της: «συμπάθησε» τους καθηγητές (που με το κύρος τους έπαιζαν ρόλο ασπίδας και «ντουντούκας» του αγώνα των φοιτητών στην κοινωνία), οργάνωσε την απεύθυνση στην κοινωνία, κάλεσε τα συνδικάτα για συμπαράσταση, εγκατέλειψε τον συντεχνιασμό και αναζήτησε κοινωνικές και πολιτικές συμμαχίες. Σε συνελεύσεις με εκατοντάδες (ενίοτε και πάνω από 1.000) ανθρώπους, ο κόσμος αποδοκίμαζε μαζικά κάθε διάθεση διαχωρισμών, που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αποδυνάμωση του κινήματος. Επιβλήθηκε από τα κάτω μια συμμαχία μεταξύ των ΠΚΣ, ΕΑΑΚ, ΔΑΡΑΣ (ΣΥΝ), επαναστατικής Αριστεράς, αναρχικών, αυτόνομων, μέχρι και την ΠΑΣΠ.

Στα τέλη Ιουνίου, η Υπουργός Παιδείας Γιαννάκου απέσυρε άρον-άρον τον νόμο και κάλεσε σε «διάλογο». Η κυβέρνηση φοβήθηκε γενικευμένη εξέγερση και υποχώρησε, αλλά οι δυνάμεις της Αριστεράς αποφάσισαν να ανανεώσουν το αγωνιστικό ραντεβού για τον Σεπτέμβρη.

 

Η απεργία των δασκάλων

Το αγωνιστικό ραντεβού του Σεπτέμβρη στα πανεπιστήμια δεν ήρθε ποτέ, γιατί η φοιτητική Αριστερά εγκλωβίστηκε και πάλι στον συντεχνιασμό (εξεταστική περίοδος). Στις 18 Σεπτέμβρη όμως τη σκυτάλη πήρε η απεργία διαρκείας των δασκάλων (ΔΟΕ). Ταυτόχρονα  χιλιάδες μαθητές βγήκαν στους δρόμους μαζί με τους καθηγητές τους, για Δημόσια Δωρεάν Παιδεία κι ενάντια στην αναθεώρηση του άρθρου 16, ενώ οι εκπαιδευτικοί κέρδισαν την αλληλεγγύη της κοινωνίας (με κεντρικό σύνθημα να σπάσει η λιτότητα: «όχι μόνο στον εκπαιδευτικό, 1.400 σε όλον τον λαό»…). Παρά τη μη απόφαση για καταλήψεις, χιλιάδες φοιτητές συμμετείχαν στα συλλαλητήρια μαζί με τους εκπαιδευτικούς, ανταποδίδοντας την αλληλεγγύη που είχαν εισπράξει τον Μάη-Ιούνη, και η αναγκαιότητα για «πανεκπαιδευτικό μέτωπο» έγινε κοινός τόπος σε όλα τα μήκη και πλάτη της εκπαιδευτικής κοινότητας. Η μεγάλη απεργία των δασκάλων στέρεψε από καύσιμα και σταμάτησε μετά από 6 εβδομάδες, αλλά έστρεψε την κοινωνική πλειοψηφία προς την υπεράσπιση της Δημόσιας Παιδείας και διάβρωσε τα θεμέλια της κυβερνητικής πολιτικής.

 

Η κατάρρευση της Συνταγματικής Αναθεώρησης

Έτσι μπήκαμε στον τρίτο και τελευταίο γύρο της αντιπαράθεσης. Η κυβέρνηση, ποντάροντας στην κόπωση και την εξεταστική περίοδο, αμέσως μετά τις διακοπές των Χριστουγέννων δρομολόγησε την αναθεώρηση του Συντάγματος και έφερε νέο νόμο-πλαίσιο, βελτιωμένο μεν, αλλά στο ίδιο πνεύμα υποβάθμισης και ιδιωτικοποίησης. Έπεσε όμως πολύ έξω. Ο κόσμος είχε νωπές τις αγωνιστικές εμπειρίες των προηγούμενων μηνών κι  είχε βγάλει τα αναγκαία συμπεράσματα (ότι ο ριζοσπαστικός αγώνας και η ενότητα στη δράση αποδίδουν). Ακαριαία μετά τις γιορτές (10/1/2007) ξέσπασαν εκατοντάδες καταλήψεις διαρκείας (πάνω από 350) με την Αριστερά να ενώνει τις δυνάμεις της εξαρχής αυτή τη φορά. Για άλλη μια φορά τα βδομαδιάτικα συλλαλητήρια συσπείρωναν δεκάδες χιλιάδες φοιτητές, εκπαιδευτικούς και αλληλέγγυους, πολλά εργατικά συνδικάτα πήραν το μέρος της νεολαίας, η κοινωνία συμπαραστάθηκε. Πρώτα οι ψηφοφόροι κι έπειτα τα οργανωμένα τμήματα του ΠΑΣΟΚ, ΠΑΣΚΕ και ΠΑΣΠ, υποχρεώθηκαν να διαλέξουν το άρθρο 16 από την ηγεσία τους. Το ΠΑΣΟΚ, που όχι μόνο είχε συμφωνήσει, αλλά είχε πρώτο προτείνει την αναθεώρηση του άρθρου 16, υποχρεώθηκε να αλλάξει στάση. Βρήκε προσχήματα και στις 22/2/2007 αποχώρησε από τη Βουλή, οδηγώντας τη Συνταγματική Αναθεώρηση στην κατάρρευση και τη ΝΔ σε στραπάτσο.

Όμως οι καταλήψεις και οι απεργίες συνεχίστηκαν με ακόμα περισσότερη αυτοπεποίθηση του φοιτητόκοσμου για την ανατροπή του  νόμου-πλαίσιο. Η ΠΑΣΠ πλέον προσπάθησε να σαμποτάρει τις καταλήψεις, η ΔΑΠ επιστράτευσε πληρωμένους μπράβους για να διαλύσει τις συνελεύσεις και η ΝΔ ολοένα κλιμάκωνε την καταστολή. Μπάτσοι ψέκαζαν τα παιδιά σαν κατσαρίδες, χτυπούσαν, πυροβολούσαν στον αέρα για «εκφοβισμό». Κυβέρνηση και ΜΜΕ άνοιξαν τη συζήτηση για την ανάγκη να χρησιμοποιούνται πλαστικές σφαίρες απέναντι στους διαδηλωτές… Το «επιχείρημα» ότι «πυροβολούμε για εκφοβισμό» λοιπόν το γνώριζε πολύ καλά η νεολαία που εξεγέρθηκε το Δεκέμβρη του 2008, όταν δολοφονήθηκε ο 15χρονος μαθητής Αλέξης Γρηγορόπουλος (το επιχείρημα κυβέρνησης-αστυνομίας και πάλι ήταν ότι ο Κορκονέας πυροβόλησε για εκφοβισμό και «απλώς» η σφαίρα εξοστρακίστηκε)…

Στις 8 Μάρτη τελικά ο νόμος ψηφίστηκε σε μια Βουλή περικυκλωμένη από 40.000 φοιτητές και τα ΜΑΤ να χτυπάνε με πρόθεση να σκοτώσουν, με εκατοντάδες συλληφθέντες και (κάποιους σοβαρά) τραυματίες. Μετά τις 8 Μάρτη τα συλλαλητήρια και οι καταλήψεις συνεχίστηκαν «για την απόσυρση-ανατροπή» του νόμου. Πέρα από τα βδομαδιάτικα απεργιακά συλλαλητήρια, γίνονταν εμβόλιμες διαδηλώσεις ενάντια στην καταστολή και για την απελευθέρωση των συλληφθέντων. Η απεργία της ΠΟΣΔΕΠ συνεχίζεται και μετά τις 15 Μάρτη. Παρόλο που οι φοιτητικές δυνάμεις του ΣΥΝ και του ΚΚΕ, μετά την ψήφιση του νόμου, τάχθηκαν με το σταμάτημα των καταλήψεων, στα τέλη Μαρτίου ακόμα πάνω από 200 σχολές τελούν υπό κατάληψη, ενώ ανοίγει η συζήτηση για τη συνέχιση των καταλήψεων ακόμα και μετά το Πάσχα. Τελικά όμως και τα ΕΑΑΚ σταδιακά τάσσονται με τις εναλλακτικές μορφές πάλης και το κίνημα κάμπτεται.

Επρόκειτο για το πιο μαζικό, εκρηκτικό και ανθεκτικό φοιτητικό κίνημα τουλάχιστον από τη δεκαετία του ’70. Αυτό το κίνημα δεν πήγε χαμένο, πέτυχε πολλά και άφησε παρακαταθήκες.

 

Απόηχος και κατακτήσεις

Το κίνημα της Γαλλίας και η ενωτική διεθνιστική διαδήλωση του Φόρουμ συνέβαλαν στην ελληνική έκρηξη του Μάη-Ιούνη. Ελλάδα και Γαλλία έγιναν πηγή έμπνευσης, έπαιξαν ρόλο στο ξέσπασμα αντίστοιχων κινημάτων το 2007-2008 στην Ιταλία, την Αγγλία, την Ισπανία, το Μεξικό, τη Χιλή κ.α., ενώ στη Γαλλία το 2008 ο Σαρκοζί απέσυρε άρον άρον την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση από το φόβο μιας νέας αντίστοιχης έκρηξης.

Ο νέος νόμος-πλαίσιο ήταν πλατιά απονομιμοποιημένος και πρακτικά δεν εφαρμόστηκε από τα περισσότερα πανεπιστήμια. Κάποιες διατάξεις του εφαρμόστηκαν με επόμενους νόμους, όπως ο νόμος Διαμαντοπούλου το 2011. Επιβεβαιώθηκε έτσι ότι η ψήφιση κι εφαρμογή ή μη των νόμων είναι ζήτημα κυρίως πολιτικών και ταξικών συσχετισμών και όχι νομικών επικλήσεων κι επικυρώσεων. Η τρομερή δυσκολία να περάσει και να εφαρμοστεί ο νόμος σε συνδυασμό με την ανατροπή της αναθεώρησης του άρθρου 16 είχαν ένα πολύ συγκεκριμένο αποτέλεσμα: Οι καπιταλιστές και τα συστημικά κόμματα επιδίωκαν να επιβάλλουν δίδακτρα και πολυεθνικές-χορηγούς στα πανεπιστήμια, να κλείσουν τις περισσότερες σχολές, να ιδρύσουν ιδιωτικά πανεπιστήμια, να εξατομικεύσουν τη μόρφωση του φοιτητή/τριας, δίνοντας όχι πτυχίο, αλλά άθροισμα πιστωτικών μονάδων… Δεκατρία χρόνια μετά, ακόμα αυτά δεν τα έχουν καταφέρει.

Η Μ. Γιαννάκου, επιφανής αστή πολιτικός, έγινε κόκκινο πανί για όλη την κοινωνία, παραιτήθηκε και έσβησε από τον εγχώριο πολιτικό χάρτη. Το κίνημα αποτέλεσε την αρχή του τέλους και για τον Καραμανλή. Η Δεξιά προσπάθησε να πάρει τη ρεβάνς από τη νεολαία, με στημένα κατηγορητήρια ενάντια σε αγωνιστές (π.χ. ο φοιτητής Παναγιώτης Κ. με τα «πράσινα σταράκια») και τρομοκρατία (π.χ. «υπόθεση ζαρντινιέρας»). Ακολούθησε η δολοφονία του Αλέξη το 2008 και η εξέγερση των νέων, που πανικόβαλε την εξουσία. Τελικά ο Καραμανλής αποδείχθηκε πρωθυπουργός 5ετίας και εξαφανίστηκε με τη σειρά του από το πολιτικό προσκήνιο, αφού κληρονόμησε στη ΝΔ το χαμηλότερο ιστορικά ποσοστό της. Το ΠΑΣΟΚ ήρθε σε βαθιά ρήξη με τον κόσμο του και σ’ εκείνο το κίνημα μπήκαν οι βάσεις για να φυλλορροήσει προς τα αριστερά το 2010-2012.

Το κίνημα εκείνο πέρασε από «κόσκινο εξετάσεων» όλη την Αριστερά. Εξέθεσε το ΚΚΕ και οδήγησε στην ηγεμονία (κι έπειτα στην κυριαρχία) του ΣΥΡΙΖΑ μέσα στον κόσμο των αγώνων. Η ίδια η Αριστερά άλλαξε. Ο ΣΥΝ-ΣΥΡΙΖΑ το 2006-2008, ταυτιζόμενος με το κίνημα και τις διεκδικήσεις της νεολαίας, άλλαξε σύνθεση ως κόμμα, με χιλιάδες νέους και νέες να πυκνώνουν τις γραμμές του. Η στάση του το 2006-2008 τον κατέγραψε στη συνείδηση του κόσμου και του συστήματος ως το πιο επικίνδυνο «άκρο», κι έτσι εξηγείται σε μεγάλο βαθμό ότι στον επόμενο γύρο λαϊκών αγώνων κατάφερε να αποσπάσει τις προτιμήσεις των εκατοντάδων χιλιάδων αγωνιστών και να φτάσει στο ποσοστό 17% και 27%. Η ΠΚΣ και τα ΕΑΑΚ, δυνάμεις επιρρεπείς τότε στον φοιτητοκεντρισμό, σπρώχτηκαν στη συνολική πολιτική συζήτηση και αντιπαράθεση. Τα ΕΑΑΚ τότε έβαλαν για πρώτη φορά στην ατζέντα τους την αντικυβερνητική πάλη, τη σύνδεση με την κοινωνία και τους εργατικούς αγώνες.

Το 2006-2007 ήταν μάθημα αγώνα για δεκάδες χιλιάδες φοιτητές που εξεγέρθηκαν ξανά το Δεκέμβρη 2008, μαζικοποίησαν τις απεργίες, το αντιρατσιστικό-αντιφασιστικό κίνημα και το «κίνημα των πλατειών» τα επόμενα χρόνια. Αρκετοί από αυτούς οργανώθηκαν στη ριζοσπαστική-αντικαπιταλιστική Αριστερά.

Προσωπικά νιώθω ότι ήταν από τις εμπειρίες που δεν με άφησαν να εγκαταλείψω ούτε την οργανωμένη πάλη ούτε την πίστη ότι οι από κάτω μπορούμε να κάνουμε θαύματα και να ανατρέψουμε νόμους, κυβερνήσεις και συστήματα με την ίδια μας τη δράση. Έζησα το κίνημα ως εκλεγμένος συνδικαλιστής του Δ.Σ. του Σ.Φ. Οδοντιατρικής, ζώντας την ιστορική στιγμή κατάληψης στη σχολή και μετατροπής της σε κέντρο αγώνα μετά από 31 χρόνια. Το έζησα επίσης ως μέλος των φοιτητικών δυνάμεων της ΔΕΑ και συνολικά της Επαναστατικής Αριστεράς που προσπάθησε να δώσει με τη δράση της κατεύθυνση κλιμάκωσης και πολιτικοποίησης του κινήματος. Με τις μικρές δυνάμεις μας δημιουργήσαμε παραδείγματα συντονιστικών φοιτητών-εργαζομένων, πρωτοβουλιών για το άνοιγμα των φοιτητών στην κοινωνία (εξορμήσεις, περίπτερα και συγκεντρώσεις σε πλατείες, εργασιακούς χώρους και γειτονιές, οργάνωση καμπάνιας συμπαράστασης), προσπάθεια για καταλήψεις τον Σεπτέμβρη-Οκτώβρη στο πλευρό των εκπαιδευτικών κόντρα στο «ρεαλισμό», προσκλήσεις σε εργάτες για να δηλώσουν τη συμπαράσταση στον αγώνα μας, χαιρετισμούς σε εργατικές συνελεύσεις, καλώντας να κατέβουν στον δρόμο μαζί μας, στήριξη σε εργατικές κινητοποιήσεις για να σφυρηλατηθεί το κοινό μέτωπο. Προσπάθεια για δεκάδες ψηφίσματα από εργατικούς χώρους, εκδηλώσεις μαζί με καθηγητές κι εργαζόμενους στις σχολές για να δείξουμε ότι ο αγώνας είναι πολιτικός και συνολικός και μόνο αν διευρυνθεί θα νικήσει, προσπάθεια να γίνει το αίτημα για γενική απεργία υπόθεση του κινήματος, προσπάθεια για το άνοιγμα της συνολικής πολιτικής συζήτησης για να σπάσει ο συντεχνιασμός, για να συνειδητοποιήσουμε ότι η κυβέρνηση χτυπά όλους και πρέπει όλοι και όλες μαζί να την ανατρέψουμε.

 

Μπορούσαμε να πετύχουμε περισσότερα;

Το φοιτητικό κίνημα ήταν η αιχμή του πανεκπαιδευτικού μετώπου κι απέδειξε για άλλη μια φορά ότι μπορεί να παίξει το ρόλο πυροδότη για ευρύτερες κοινωνικές αντιστάσεις και πολιτικές ανατροπές. Το πιο ζωντανό κομμάτι της κοινωνίας μπήκε δυναμικά στον αγώνα, βλέποντας ότι του κλέβουν το παρόν (παιδεία), αλλά και το μέλλον (ανασφάλεια, ανεργία, γενιά των 700 –τότε– ευρώ). Αλλά δεν μπορούσε να υποκαταστήσει την ταξική πάλη, ούτε μπορούσε αντικειμενικά να τραβήξει τις καταλήψεις επ’ αόριστον. Η δυναμική υπήρχε για μεγαλύτερες ανατροπές, εφόσον πετύχαινε ο συντονισμός των δυνάμεων της εκπαίδευσης με την εργατική τάξη και την υπόλοιπη κοινωνία, με στόχο την ανατροπή της κυβέρνησης και των νεοφιλελεύθερων αντιμεταρρυθμίσεων. Σπαταλήθηκαν και οι τρεις ευκαιρίες γι’ αυτή την πιθανότητα (Ιούνης 2006, Οκτώβρης 2006, Μάρτης 2007). Τα συνδικάτα είχαν τις γνωστές γραφειοκρατικές ηγεσίες και συνεχώς έβαζαν φραγμούς, παρόλο που συμμετείχαν σερνόμενες από την πίεση της βάσης τους. Το ΠΑΜΕ (ΚΚΕ) διατηρούσε την εργατική βάση του παθητική και σε υγειονομική ζώνη για να μην… κολλήσει ριζοσπαστισμό. Ο ΣΥΝ στα συνδικάτα γενικώς είχε πολιτική ουράς και όχι ενεργητικής συμβολής στην ταξική πάλη, ενώ η άκρα Αριστερά είχε μικρές δυνάμεις στους εργατικούς χώρους και πολιτικές αδυναμίες.

Από τότε έχει κυλήσει πολύ νερό στο αυλάκι. Οι καπιταλιστές δεν πέρασαν όλη την αντιμεταρρύθμιση στην εκπαίδευση, αλλά, και με τη συμβολή της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, έχουν επιβάλει 3 μνημόνια και εργασιακό μεσαίωνα, έχουν τριπλασιάσει την ανεργία, έχουν κόψει στο μισό μισθούς, συντάξεις και δικαιώματα, έχουν απαξιώσει κι άλλο τα συνδικάτα και την Αριστερά. Τα πτυχία πλέον είναι κουρελόχαρτα ή διαβατήρια για το εξωτερικό, οι μισθοί είναι στα 300-500 ευρώ. Το πανεπιστήμιο έχει γίνει αποθήκη απορρόφησης της ανεργίας, πάρα πολλοί μαθητές έχουν πεταχτεί εκτός τριτοβάθμιας εκπαίδευσης λόγω οικονομικής κρίσης, ο φοιτητόκοσμος έχει χάσει τμήμα της λαϊκής του σύνθεσης, η νέα γενιά μπαίνει στα πανεπιστήμια τσακισμένη από την εντατικοποίηση …

Για τις δυνάμεις της Αριστεράς που φιλοδοξούν και προσπαθούν να δημιουργήσουν όρους συνολικής ανατροπής, υπάρχουν και σημαντικά κρατούμενα. Η πίστη στη δυνατότητα του κόσμου να κινείται «αυθόρμητα», η  πίστη στη δυνατότητα αλλαγής του κόσμου «από τα κάτω», οι ριζοσπαστικές μορφές πάλης (απεργίες-καταλήψεις-διαδηλώσεις διαρκείας), η ενότητα στη δράση και σε μίνιμουμ (κι όχι μάξιμουμ) πλατφόρμες, ο διεθνισμός, η προσπάθεια σύνδεσης ενός κλαδικού αγώνα με το εργατικό κίνημα, την πολιτική και αντικυβερνητική πάλη, αποδείχθηκαν απαραίτητα «όπλα» για να δοθούν νικηφόρες μάχες του κινήματος κόντρα σε κυβερνήσεις και αφεντικά. Κι αυτά τα «μαθήματα» διδάχτηκαν το 2006-2007 σε μαζική κλίμακα, σε μια από τις καλύτερες κινηματικές στιγμές στη σύγχρονη ελληνική ιστορία. Μαθήματα που δείξανε για άλλη μια φορά ότι μπορούμε να αλλάξουμε τον κόσμο, αλλά κυρίως με τους αγώνες και όχι με τις εκλογές.